Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

Μαρτυρία ενός ανώνυμου επισκέπτη



Οδοιπορικό στο Αγιο Όρος
 Μαρτυρία ενός ανώνυμου επισκέπτη

Δε νομίζω να υπάρχει άνθρωπος –ανεξαρτήτως πίστεως, ιδεολογίας, αντιλήψεως- που να μη θέλει έστω και μια φορά στη ζωή του να πάει στο Άγιο Όρος. Είναι όνειρο ζωής για όλους, άνδρες και γυναίκες. Όμως, τι θεωρούμε ότι είναι Άγιο Όρος; Τι πιστεύουμε ότι μπορεί να μας προσφέρει μια επίσκεψη σε αυτό; Και τι εν τέλει είναι; Τι τελικά μας προσφέρει; Πολλοί –που έχουν κάποια βάσανα, στενοχώριες, θλίψεις- πιστεύουν πως θα βρουν προορατικούς γεροντάδες που θα τους προφητέψουν τα μελλούμενα, θα τους πουν πότε θα διοριστούν, πότε θα παντρευτεί το παιδί τους κ.τ.λ. Άλλοι, κινούμενοι από απλή πίστη τε και περιέργεια πάνε να δούνε τι σόι πράγμα είναι αυτό το περιβόητο Α.Ο. Έτεροι, με πλείστα ερωτήματα υπερφυσικά –τι είναι ζωή, τι είναι θάνατος, αν υπάρχει Θεός κ.τ.λ.- ελπίζουν να βρουν κάποιους να τους απαντήσουν ικανοποιητικώς. Μερικοί, εντελώς άσχετοι περί τα της πίστεως το βλέπουν ως τουριστική εκδρομή, μη σεβόμενοι καθόλου την ιερότητα του χώρου και έχοντας στο νου τους κάποια αρνητικά που ακούγονται


Και υπάρχουν και κάποιοι –λίγοι δυστυχώς- που η επίσκεψη τους στο Α.Ο. έχει το χαρακτήρα Αναγέννησης. Επιθυμούν να ξαλαφρώσουν από τα ψυχικά βάρη που κουβαλούν, να ηρεμήσουν κι να βρουν τον εαυτό τους. Είναι ίσως, η μόνη μερίδα που πραγματικά γεύεται σε όλη της την έκταση τη συγκομιδή που έχει να προσφέρει το Άθως. Ομολογώ, ότι πηγαίνοντας να επισκεφθώ για πρώτη φορά το Α.Ο. διακατεχόμουν από όλες τις αντιλήψεις, ιδέες, συναισθήματα που περιέγραφα άνωθεν, πλην του τελευταίου. Λάθος μου. Λάθος μου, γιατί δεν άφησα τον εαυτό μου ελεύθερο να αρπάξει και να γευτεί όλο το μεγαλείο και τους καρπούς αυτής της αγιασμένης χερσονήσου. Όταν πας προκατειλημμένος, σφιγμένος, υποψιασμένος, δύσκολο να ρουφήξεις την αγιασματική ευωδία, το νέκταρ της ψυχής και να επέλθει σε όλο το είναι η ηρεμία και η γαλήνη, η ησυχία και το δέος. Ήμασταν 4 άτομα που αποφασίσαμε να επισκεφθούμε το Α.Ο. Ήταν η πρώτη φορά και για τους 4 μας και βέβαια –πρώτα ο Θεός- όχι η τελευταία. Όσο και να αποστάσεις είναι μακρινές, όσο και αν τα έξοδα μεταφοράς είναι υψηλά, δεν τα λογαριάζεις σα σκέφτηκες τι απόλαψες, τι απολαμβάνεις και τι θα απολάψεις. Μα, ας μη μακρηγορώ και ας αρχίζω την περιήγηση. Το ταξίδι όπως είπαμε είναι αρκούντως μακρύ, μα όχι κουραστικό. Για όσους δε θα προτιμήσουν την λύση του αεροπλάνου για Θεσσαλονίκη, η μόνη λύση που τους μένει είναι να πάρουν από την Αθήνα το λεωφορείο των ΚΤΕΛ Χαλκιδικής που φεύγει το βράδυ για Ουρανούπολη. Εμείς φύγαμε το βράδυ της 17ης προς 18ης Νοεμβρίου. Ο καιρός ήτανε ιδιαίτερα καλός, χωρίς σπουδαίο κρύο. Άλλες φορές κοιμόμασταν, άλλες φορές κοιτάγαμε από το παράθυρο τα τοπία καθώς δεν είχαμε ξανανέβει σε αυτές τις περιοχές. Για αυτό μείναμε έκπληκτοι από την ομίχλη που κυριαρχούσε στην περιοχή της Λάρισας. Ήταν τόσο πυκνή που δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις τι υπήρχε ένθεν κακείθεν του δρόμου. Τόσο επικίνδυνη, μα και τόσο γοητευτική. Γύρω στις 5 σταματήσαμε Θεσσαλονίκη και στις 5:30 ξεκινήσαμε για Ουρανούπολη, το τελευταίο χωριό πριν την είσοδο σε άλλο κόσμο. Κάνει γύρω στις 2 ώρες διασχίζοντας όλη την Χαλκιδική από την μία άκρη στην άλλη, βλέποντας δεξιά και αριστερά λόφους και βουνά γυμνά και χωριά να ξεπροβάλλουν. Αρχίζαμε να απογοητευόμαστε. Που είναι η περίφημη δεντροσκέπαστη Χαλκιδική; Δυστυχώς ήταν προς τα κάτω του νομού. Ευτυχώς, μας αποζημίωσε για λίγο το γραφικό χωριουδάκι της Αρναίας με τα διώροφα, παραδοσιακού τύπου σπίτια, τα σοκάκια, τους στενούς δρόμους. Και ύστερα από λίγο βγήκαμε στη θάλασσα και μας ηρέμησε το ήρεμο, γαλάζιο χρώμα που παίρνει με το 18 που χαράζει ο ήλιος. Περάσαμε στην Ιερισσό και φτάσαμε κατά τις 7:30 στην Ουρανούπολη. Ένα γραφικό χωριό με λίγους κατοίκους. Καθήσαμε στην προβλήτα. Βλέπαμε τους γλάρους να ακολουθούν από ψηλά τις μηχανότρατες γεμάτες με ψάρια. Μικρά ψαράκια βγαίνανε στα ρηχά, ενώ οι θόρυβοι των πουλιών συμπλήρωναν το σκηνικό. Ο μοναδικός τρόπος εισόδου στο Α.Ο. είναι μόνο ακτοπλοϊκώς. Δρόμοι δεν υπάρχουν.



Δυο δρομολόγια πλοίων έχει από Ουρανούπολη, ένα στις 6 το πρωί, την ``Αγία Αννα`` και ένα στις 9:45, το ``Αξιον Εστί`` που σε πηγαίνουν στα μοναστήρια της δυτικής πλευράς του Άθωνα. Επίσης φεύγει και ένα πλοίο από την Ιερισσό που πηγαίνει στα μοναστήρια της ανατολικής μεριάς. Βεβαίως, όλα αυτά με την προϋπόθεση ότι θα έχει καλό καιρό. Από 7 μποφόρ και άνω τα δρομολόγια σταματάνε. Τους προσκυνητές τους εξυπηρετεί το δρομολόγιο των 9:45 γιατί, για να μπεις στη μοναστική πολιτεία θα πρέπει πρώτα να προμηθευτείς από το γραφείο της Ιεράς Επιστασίας το λεγόμενο διαμονητήριον. Το γραφείο ανοίγει στις 8 και για να το πάρεις πρέπει να καταβάλλει το ποσό των 18 ευρώ. Μας κακοφάνηκε είναι αλήθεια αυτό. Το θεωρήσαμε εκμετάλλευση. Μα με την πάροδο των ωρών και των ημερών συνειδητοποιήσαμε ότι όχι μόνο εκμετάλλευση δεν είναι αλλά είναι και τόσό λίγο μπροστά στις –μόνο- υλικές απολαύσεις και περιποιήσεις των μονών. Και τι υπέροχη γλώσσα που έχει το έγγραφο τούτο. Απλή, ωραία, συνοπτική. Όπως ήτανε κάποτε η γλώσσα μας προτού την κάνουμε όπως την κάναμε. Αφού φτάσαμε στο σημείο να μεταφράζουμε ακόμα και τον Παπαδιαμάντη. Οποίος ξεπεσμός. Αντιγράφω: `` Ο κομιστής του παρόντος ιεροκοινοσφραγίστου και ενυπογράφου γράμματος ημών … αφίκετο προς επίσκεψιν των ιερών σκηνωμάτων και προσκύνησιν των εν αυτοίς αποκειμένων ιερών και οσίων της Πίστεως ημών. Παρακαλείσθε όθεν, όπως παράσχητε αυτώ, προς τη φιλόφρονι υποδοχή και πάσαν άμα δυνατήν φιλοξενίαν και περιποίησιν προς εκπλήρωσιν του δι ον έρχεται αυτόσε σκοπού. Εν ω διατελούμεν λίαν φιλαδέλφως εν Χριστώ αδελφοί``. Και όμως, πολλοί φίλοι μου δεν το καταλάβανε. Και να μην ξεχάσω. Θα πρέπει να τηλεφωνήσετε γύρω στις 20 με 30 μέρες πριν για να κλείσετε τη συγκεκριμένη ημερομηνία, καθώς μόνο 120 άτομα κάθε μέρα μπαίνουν. Και ταυτόχρονα να κλείσετε και στις μονές όπου θα διαμείνετε. 19 Και η περιπέτεια αρχίζει. Η μπουκαπόρτα κλείνει και το πλοίο για άλλη μια φορά ξεκινάει το ταξίδι του. Παρ` όλη τη ψύχρα που κάνει, κανείς δε θέλει να φύγει από το κατάστρωμα του πλοίου. Όλοι θέλουν να δουν το νέο που θα ξεπροβάλλει. Και είναι λογιών - λογιών άνθρωποι. Νέοι, μεσήλικοι, μεγάλοι, παπάδες, μοναχοί, λαϊκοί. Τα σύνορα είναι νοητά. Ούτε φυλάκια, ούτε συρματοπλέγματα. Τα βράχια πέφτουν με ορμή στη θάλασσα, σα να θέλουν να αμφισβητήσουν την κυριαρχία της, ενώ τα δένδρα τα πρασινίζουν, συνηγορώντας στο έργο τους.


Που και που, τη μονοτονία των καταπράσινων βράχων σταματάει προσωρινά μια λωρίδα γης που ξεκινάει πλατιά από τη θάλασσα και όσο ανεβαίνει κλείνει, μη αντέχοντας τον άνισο πόλεμο του βουνού. Μόνο, που σε αυτή την ανάσα βρίσκει χώρο η άμμος, το χώμα, φυτεμένες ελιές, ένα μικρό λιμανάκι και σπιτάκια. Και έτσι συνεχίζει το τοπίο. Πολλές φορές, στα απόκρημνα βράχια, λες από το πουθενά, ξεπροβάλλουν σπιτάκια, παλιά ασκηταριά αγίων μοναχών που ήξεραν ότι άσκηση σημαίνει κακοπέραση. Που άσκηση σημαίνει ταλαιπωρία ψυχής τε και σώματος. Και που φευ, είναι εγκαταλελειμμένα σήμερα. Βλέπεις, το ρεύμα και το καλοριφέρ δε φτάνει εκεί. Και ας διαφωνούσε ο Κώστας με τα λεγόμενα μου. Δεν είναι μόνο η κακοπέραση η άσκηση. Μα, δεν είναι εκείνο, δεν είναι το άλλο, τι είναι τότε; Η θάλασσα σχηματίζει κύκλους και ρόμβους λες και ψιχάλιζε, ενώ ένα μικρό σύννεφο ήταν πάντα στην κορυφή του Αθωνα. Λένε, ότι αυτό το σύννεφο δε φεύγει ποτέ. Το ρέμβασμα το χαλάει η φωνή του πλοιάρχου. ``Μονή Χιλανδαρίου``. Κοιτάμε και βλέπουμε τον αρσανά (λιμάνι) της μονής και ένα κτίριο δίπλα. Η μονή είναι εσωτερικά, δε φαίνεται. Πάς με τα πόδια μετά. Και ο πλοίαρχος συνεχίζει στα Αγγλικά ``Χιλανδάρα μόναστερι``. Του Νίκου του έκανε εντύπωση αυτό καθώς την ίδια φράση την έχει συναντήσει 20 στον Παπαδιαμάντη. Η μονή είναι σέρβικη, αφιερωμένη στα Εισόδια της Παναγίας και κατέχει τη θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της Τριχερούσας. Η παράδοση λέει πως όταν του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού του έκοψαν το χέρι οι αρχές –ένεκα συκοφαντίας- και προσευχόνταν σε αυτή την εικόνα, το χέρι της Παναγίας βγαίνει από την εικόνα, παίρνει το κομμένο χέρι του Αγίου και το κολλάει στην πληγή. Και ιάθηκε πλήρως ο Αγιος, λες και δεν είχε πάθει τίποτα. Επόμενες στάσεις, στους αρσανάδες των μονών Ζωγράφου και Κωσταμονίτου που βρίσκονται και αυτές στο εσωτερικό. Η μονή Ζωγράφου είναι βουλγάρικη, αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο. Οι κτήτορες της μονής διαφωνούσαν με την ονομασία. Άφησαν σανίδα λευκή και αργότερα τη βρήκαν ζωγραφισμένη με τη μορφή του Αγίου Γεωργίου. Η δε μονή Κωσταμονίτου είναι αφιερωμένη στον Άγιο Στέφανο. Κατέχει τις εικόνες της Οδηγήτριας και της Αντιφωνήτριας. Στο σημείο αυτό να πούμε, ότι οι εκκλησίες του Α.Ο. είναι αφιερωμένες μόνο στο Χριστό, την Αγία Τριάδα και σε άνδρες αγίους. Από γυναίκες, μόνο στην Παναγία και τη μητέρα της, την Αγία Άννα. Και να επιτέλους. Η πρώτη παραθαλάσσια μονή. Η μονή Δοχειαρίου. Τι να σχολιάσω. Η εικόνα μιλά από μόνη της. Ιδρύθηκε τον 11ο αιώνα από τον μοναχό Ευθύμιο, δοχειάρη (διαχειριστή δηλαδή ελαίου και τροφίμων) της Μεγίστης Λαύρας. Αφιερωμένη στους Αρχαγγέλους, έχει ως μέγα  θησαύρισμα την εικόνα της Παναγίας της Γοργοϋπηκόου όπου πρωί και βράδυ ψάλλεται παράκληση. Ακολουθεί η μονή Ξενοφώντος, αφιερωμένη στον Άγιο Γεώργιο. Και να τώρα, η μονή του Αγίου Παντελεήμονος, ρώσικη, επιβλητική, μεγαλοπρεπής, εκπληκτική. Ό,τι επίθετα και αν δώσεις λίγα θα είναι. Την βλέπεις από μακριά και τα χάνεις. Τη βλέπεις από κοντά και εξίστασαι. Και αν πας στο εσωτερικό, όπου όλα είναι χρυσάφι!!! Ένα καμπανάκι ακούγεται από μια καλύβα. Οι ναύτες απαντάνε με το καμπανάκι του πλοίου. Και ένα άλλο καμπανάκι, πιο μακρινό, πίσω από το λόφο ακούγεται. Και φτάνουμε στο λιμάνι του Α.Ο. τη Δάφνη, ενώ ψηλά φαίνεται η μονή Ξηροποτάμου, αφιερωμένη στους 40 μάρτυρες. Η ώρα είναι λίγο μετά τις 12. από εδώ θα πάρουμε το λεωφορείο για της Καρυές, στο κέντρο του τόπου, όπου και η μονή που θα κατακλύσουμε, του Κουτλουμουσίου. Μα ήδη το άρθρο μας πήρε έκταση. Σταματάμε εδώ και θα συνεχίσουμε αργότερα με τα υπόλοιπα.
Φτάσαμε στο λιμανάκι, τη Δάφνη, λίγο μετά τις 12. Ήμασταν όλοι εντυπωσιασμένοι από ότι είχαμε δει εκείνη τη στιγμή. Άραγε, τι άλλο μας περίμενε; Επιβιβαστήκαμε στο λεωφορείο που θα μας πήγαινε Καρυές. Γύρω στην μία ώρα είναι η διαδρομή. Όμως εδώ, μια δυσάρεστη έκπληξη μας περίμενε. Το λεωφορείο ήταν παλιό. Ο δρόμος χωματόδρομος και όλη η σκόνη έμπαινε από μια τρύπα στην πίσω πόρτα του λεωφορείου. Σε όλη τη διαδρομή ήμασταν με ένα μαντίλι στη μύτη καθώς δυσκολευόμασταν να αναπνεύσουμε. Επιτέλους, φτάσαμε στις Καρυές (που χτίστηκε αρχικά από το Μ. Κωνσταντίνο, καταστράφηκε όμως αργότερα από τον Ιουλιανό τον Παραβάτη). Στην είσοδο φάνταζε επιβλητική η σκήτη του Αγίου Ανδρέα, για την οποία θα μιλήσουμε αργότερα. Οι Καρυές μοιάζουν σαν ένα μικρό γραφικό χωριουδάκι με παλιά σπίτια αλλά και ανακαινισμένα. Στον κεντρικό δρόμο, μαγαζάκια με εκκλησιαστικά είδη, ένα παντοπωλείο και ένα καφενείο. Πιο πάνω, βρίσκεται το Διοικητήριο του Α.Ο., το οίκημα της Ιεράς Επιστασίας και το ιατρείο. Τα υπόλοιπα κτίρια είναι κελλιά μοναχών. (Σε αυτό το σημείο, να διευκρινίσουμε ότι οι μοναχοί, εκτός από το μοναστήρι, ζούνε και σε 23 κελλιά εκτός της μονής). Μικρά πέτρινα δρομάκια  συμπλήρωναν τη γραφικότητα του χωριού. Πρώτο μας μέλημα, να επισκεφθούμε το ναό του Πρωτάτου. (Πρωτάτο είναι ο κεντρικός ναός των Καρυών, εκεί που συγκεντρώνονται οι εκπρόσωποι όλων των μονών ). Μια παλιά πέτρινη εκκλησία, σχετικά μικρή με βάση τα δικά μας δεδομένα, ενώ η σκεπή του περιστυλίου χώρου που τις προστάτευε ήταν χαμηλή και μας θύμισε ορεινά ηπειρώτικα χωριά. Μπήκαμε στην εκκλησία, ανάψαμε το κεράκι μας, γράψαμε τα ονόματα για την παράκληση, αλλά δε βλέπαμε την εικόνα για την οποία ήρθαμε, την Παναγία το Άξιον Εστί. Θα φεύγαμε απογοητευμένοι αν εκείνη την ώρα δεν ερχόταν άλλοι προσκυνητές να ζητήσουν από το μοναχό που φύλαγε την εκκλησία να Την προσκυνήσουν. Και τι έκπληξη και δέος αισθανθήκαμε όταν διαπιστώσαμε πως, σε αντίθεση με ότι είχαμε συνηθίσει, η εικόνα ήταν μέσα στο ιερό πίσω από την Αγία Τράπεζα. Μπήκαμε στο ιερό από την αριστερή θύρα και το δέος μας έγινε ακόμα μεγαλύτερο. Η εικόνα ήταν τοποθετημένη σα σε δεσποτικό θρόνο. (Εξάλλου, η παλιά θέση του δεσποτικού θρόνου βρισκόταν πίσω από την Αγία Τράπεζα). Ανεβήκαμε 3 σκαλοπάτια και γίναμε ένα με την εικόνα. Ήμασταν στο ίδιο ύψος. Η κατάνυξη και το ταρακούνημα που ένιωσα ήταν άνευ προηγουμένου. Την εικόνα της Παναγίας Άξιον Εστί την κατείχε ένας γέροντας που διέμενε σε ένα κελί. Μια μέρα ο γέροντας έλειψε, έχοντα να πάει κάπου και άφησε μόνο τον υποτακτικό του (υποτακτικός λέγεται ο ακόλουθος-μαθητής κάποιου μεγάλου σε ηλικία και πνευματικότητα μοναχού). Διάβαζε λοιπόν το βράδυ το Μικρό Απόδειπνο μπροστά στην εικόνα. Κάποια στιγμή χτυπάει η πόρτα του κελιού και ένας προσκυνητής ζητά φιλοξενία, η οποία και του παρέχεται. Συνέχισε το διάβασμα ο μοναχός. Φτάνοντας στο ``Την Τιμιωτέραν των Χερουβίμ… ``, τον σταματάει και ο ξένος και του λέει. Όχι, θα προσθέσεις πρώτα κάτι καινούριο, το ``Αξιον Εστι ως αληθώς…``. Λέγοντας αυτά εξαφανίστηκε. Ήταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ. Από τότε καθιερώθηκε αυτός ο ύμνος, που δεν είναι ανθρώπινη αλλά θεϊκή δημιουργία και η εικόνα μεταφέρθηκε αργότερα στο Πρωτάτο.


Εισαγωγή  και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο :
Τα κείμενα αποτελούν εμπειρίες των μελών και των επισκεπτών των ιστοχώρων athos.edo.gr και www.athos.gr. 
Η ηλεκτρονική επεξεργασία, επιμέλεια κειμένων και εικόνων έγινε απο τόν Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου