ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Ἡ παρακολούθηση καὶ ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας

Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Ἡ παρακολούθηση καὶ ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας




ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

 Ἡ παρακολούθηση καὶ ἡ γνώση τοῦ ἑαυτοῦ μας

Ἡ μελέτη τοῦ ἑαυτοῦ μας

Στὸν στρατό, στὶς Διαβιβάσεις, εἴχαμε δίκτυο παρακολουθήσεως καὶ πίνακα ἀναγνωρίσεως. Παρακολουθούσαμε καὶ καταλαβαίναμε ποιός σταθμὸς ἦταν ξένος καὶ ποιός δικός μας, γιατὶ μερικὲς φορὲς ἔμπαιναν ἐνδιάμεσα καὶ ξένοι σταθμοί. Ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ παρακολουθῆ τοὺς λογισμούς του καὶ τὶς ἐνέργειές του, γιὰ νὰ βλέπη ἂν συμφωνοῦν μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου, νὰ πιάνη τὰ σφάλματά του καὶ νὰ ἀγωνίζεται νὰ τὰ διορθώνη. Γιατί, ἂν ἀφήνη ἕνα σφάλμα του νὰ περνᾶ ἀπαρατήρητο ἤ, ὅταν τοῦ λέη ὁ ἄλλος κάποιο ἐλάττωμά του, δὲν κάθεται νὰ τὸ σκεφθῆ, δὲν μπορεῖ νὰ προκόψη πνευματικά. Ἡ μελέτη τοῦ ἑαυτοῦ μας εἶναι ἡ πιὸ ὠφέλιμη ἀπὸ ὅλες τὶς μελέτες. Μπορεῖ κανεὶς νὰ μελετάη πολλὰ βιβλία, ἀλλά, ἂν δὲν παρακολουθῆ τὸν ἑαυτό του, ὅλα ὅσα διαβάζει πᾶνε χαμένα. Ἐνῶ, ἂν παρακολουθῆ τὸν ἑαυτό του, καὶ λίγο νὰ μελετάη, πολὺ  ὠφελεῖται.  Τότε    συμπεριφορά  του  γίνεται  λεπτὴ  σὲ  ὅλες  τὶς  ἐκδηλώσεις, ἀλλιῶς κάνει χονδρὰ σφάλματα καὶ δὲν τὸ καταλαβαίνει. Παρατηρῶ ἐκεῖ στὸ Καλύβι: Μὲ βλέπουν νὰ κουβαλῶ τὰ κούτσουρα1  πέρα ἀπὸ τὴν ἄλλη ἄκρη, γιὰ νὰ καθήσουν, καί, ὅταν σηκώνωνται νὰ φύγουν, δὲν σκέφτονται ποιός θὰ τὰ πάη στὴν θέση τους. Ἢ βλέπουν  ὅτι  φέρνω  ἕνα  κούτσουρο  καὶ  δὲν  ἔχει  ἄλλα,  γιὰ  νὰ  καθήσουν,  καὶ περιμένουν  νὰ τοὺς  τὰ κουβαλήσω ἐγώ.  Ἂν  σκέφτονταν  λίγο,  θὰ ἔλεγαν:  «καλά, εἴμαστε πέντε-ἕξι ἄνθρωποι· θὰ κουβαλήση μόνος του τόσα κούτσουρα ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά;», καὶ τὰκ-τὰκ θὰ πήγαιναν νὰ τὰ φέρουν.
– Γέροντα, μὲ ρώτησε μιὰ μικρὴ ἀδελφή: «Ὁ Γέροντας, ὅταν ἦταν ἀρχάριος
μοναχός, δὲν εἶχε πτώσεις στὸν ἀγώνα του; Δὲν τοῦ περνοῦσε κανένας ἀριστερὸς λογισμός; Δὲν ἔπεφτε στὴν κατάκριση;».
– Ἐγώ, ὅταν συνέβαινε κάτι στὸν ἀγώνα μου ἢ μοῦ ἔλεγαν μιὰ κουβέντα, δὲν τὰ περνοῦσα «ἀφορολόγητα».
– Τί σημαίνει, Γέροντα, «ἀφορολόγητα»;
– Τὸ νὰ περνάη κανεὶς τὰ σφάλματά του μὲ ἀδιαφορία. Νὰ μὴν τὸν ἀγγίζουν·
νὰ  περνᾶνε  ἀπ᾿  ἔξω.  Ὅπως    γῆ,  ὅταν  σκληρυνθῆ,  ὅση  βροχὴ  καὶ  νὰ  πέση,  δὲν ρουφάει νερὸ μέσα της, ἕνα τέτοιο πράγμα συμβαίνει καὶ σ᾿ αὐτὴν τὴν περίπτωση· σκληρύνεται τὸ χωράφι τῆς καρδιᾶς ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία καί, ὅ,τι κι ἂν τοῦ ποῦν, ὅ,τι κι ἂν συμβῆ, δὲν τὸν ἀγγίζει, γιὰ νὰ αἰσθανθῆ τὴν ἐνοχή του καὶ νὰ μετανοήση. Ἐγώ, ἂν ἔλεγε λ.χ. κάποιος ὅτι εἶμαι ὑποκριτής, δὲν ἔλεγα: «κακὸ χρόνο νἄχη αὐτὸς ποὺ τὸ εἶπε»,  ἀλλὰ  ἔψαχνα  νὰ  βρῶ  τί  ἦταν  αὐτὸ  ποὺ  τὸν  ἀνάγκασε  νὰ  πῆ  αὐτὴν  τὴν κουβέντα. «Κάτι συμβαίνει, ἔλεγα. Δὲν φταίει ὁ ἄλλος. Κάτι δὲν πρόσεξα, κάποια ἀφορμὴ ἔδωσα καὶ παρεξήγησε τὴν συμπεριφορά μου. Δὲν μπορεῖ στὰ καλὰ καθούμενα νὰ τὸ εἶπε αὐτό. Ἂν πρόσεχα καὶ εἶχα κινηθῆ μὲ σύνεση, δὲν θὰ μὲ παρεξηγοῦσε. Τὸν ἔβλαψα τὸν ἄλλον καὶ θὰ δώσω λόγο στὸν Θεό», καὶ προσπαθοῦσα



ἀμέσως νὰ βρῶ τὸ σφάλμα μου καὶ νὰ τὸ διορθώσω. Δὲν ἐξέταζα δηλαδὴ πῶς τὸ εἶπε
  ἄλλος·  ἂν  τὸ  εἶπε  ἀπὸ  ζήλεια,  ἀπὸ  φθόνο    ἂν  τὸ  ἄκουσε  ἀπὸ  ἄλλον  καὶ  τὸ
κατάλαβε ἀλλιῶς. Δὲν μὲ ἀπασχολοῦσε αὐτό. Καὶ τώρα, σὲ ὅλες τὶς περιπτώσεις, ἔτσι κάνω. Ἂν μοῦ πῆ λ.χ. κάποιος μιὰ κουβέντα, οὔτε κοιμᾶμαι. Καὶ ἂν εἶναι ἔτσι ὅπως τὰ λέει ἐκεῖνος, θὰ στενοχωρηθῶ καὶ θὰ κοιτάξω νὰ διορθωθῶ. Καὶ ἂν δὲν εἶναι ἔτσι, πάλι θὰ στενοχωρηθῶ, γιατὶ σκέφτομαι ὅτι ἐγὼ ἔφταιξα σὲ κάτι· κάπου δὲν πρόσεξα καὶ τὸν σκανδάλισα. Δὲν ρίχνω τὸ βάρος στὸν ἄλλον· ἐξετάζω πῶς θὰ κρίνη ὁ Θεὸς αὐτὸ ποὺ ἔκανα, ὄχι πῶς θὰ μὲ δοῦν οἱ ἄνθρωποι.
Ἂν δὲν ἐξετάζη ὁ ἄνθρωπος ἔτσι τὰ πράγματα, δὲν ὠφελεῖται ἀπὸ τίποτε. Γι᾿ αὐτὸ πολλὲς φορὲς λέμε γιὰ κάποιον: «Αὐτὸς ἔχει χάσει τὸν ἔλεγχο». Ξέρετε πότε χάνεται ὁ ἔλεγχος; Ὅταν δὲν παρακολουθῆ ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτό του. Καὶ ὅταν κάποιος πάσχη στὸ μυαλὸ καὶ δὲν ἐλέγχη τὸν ἑαυτό του, ἔχει ἐλαφρυντικά. Ἀλλὰ ἕνας ποὺ ἔχει μυαλὸ καὶ δὲν ἐλέγχει τὶς πράξεις του, ἐπειδὴ δὲν παρακολουθεῖ τὸν ἑαυτό του, αὐτὸς δὲν ἔχει ἐλαφρυντικά.


Ἡ πεῖρα ἀπὸ τὶς πτώσεις μας


Ὅταν ἐξετάζετε τὸν ἑαυτό σας, πολὺ βοηθάει νὰ παίρνετε μερικὲς φορὲς τὴν ζωή σας μὲ τὴν σειρά, ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία, γιὰ νὰ βλέπετε ποῦ βρισκόσασταν, ποῦ βρίσκεστε καὶ ποῦ ἔπρεπε νὰ βρίσκεστε. Ἂν δὲν συγκρίνετε τὸ παρελθὸν μὲ τὸ παρόν, δὲν καταλαβαίνετε ὅτι μπορεῖ μὲν νὰ εἶστε κάπως σὲ καλὴ κατάσταση, ἀλλὰ δὲν βρίσκεστε ἐκεῖ ποὺ ἔπρεπε νὰ βρίσκεστε καὶ στενοχωρεῖτε τὸν Θεό. Ὅταν εἶναι κανεὶς νέος καὶ βρίσκεται σὲ μιὰ κατάσταση ὄχι πολὺ καλή, δικαιολογεῖται· ἀλλά, ὅταν μεγαλώση, ἂν παραμένη στὴν ἴδια κατάσταση ἢ ἔχη διορθωθῆ λίγο, δὲν δικαιολογεῖται.
Ὅσο  περνοῦν  τὰ  χρόνια,  τόσο  ὡριμάζει    ἄνθρωπος  πνευματικὰ  καί,  ἂν
ἀξιοποιήση τὴν πεῖρα ἀπὸ τὸ παρελθόν, προχωρεῖ πιὸ σταθερὰ καὶ πιὸ ταπεινά. Πολλὲς φορὲς καὶ τὰ ἀνεβοκατεβάσματα στὸν ἀγώνα βοηθοῦν γιὰ μιὰ θετικὴ καὶ σταθερὴ πνευματικὴ πορεία πρὸς τὰ ἄνω.
Τὸ μικρὸ παιδί, ὅταν ἀρχίση νὰ περπατάη, ἑπόμενο εἶναι νὰ πάρη καὶ καμμιὰ
κουτρουβάλα ἀπὸ τὴν σκάλα, νὰ χτυπήση καὶ τὸ κεφάλι στὴν κουπαστή, νὰ ἀνεβῆ καὶ στὴν καρέκλα καὶ νὰ πέση. Δὲν καταλαβαίνει ὅτι, ἂν ἀνεβῆ στὴν καρέκλα καὶ πατήση στὴν ἄκρη, θὰ τουμπάρη. Ὅσο ὅμως μεγαλώνει, ἀποκτάει πεῖρα, ὡριμάζει καὶ ἀρχίζει νὰ προσέχη. «Τὴν ἄλλη φορά, σκέφτεται, ἀνέβηκα ἐκεῖ πέρα καὶ τουμπάρισα. Δὲν θὰ ἀνεβῶ τώρα». Ἔτσι καὶ στὸν ἀγώνα μας, ὅταν ὅλα τὰ παρακολουθοῦμε καὶ τὰ ἀξιοποιοῦμε γιὰ τὸ καλό, ἀποκτοῦμε πεῖρα, καί, ἂν τὴν χρησιμοποιοῦμε, πολὺ μᾶς βοηθάει.
Θυμᾶμαι, στὸ σπίτι, στὴν Κόνιτσα, εἴχαμε ἕξι ἄλογα, μεγάλα καὶ μικρά. Μιὰ
μέρα ποὺ τὰ περνοῦσα ἀπὸ ἕνα γεφυράκι φτιαγμένο μὲ κορμοὺς δένδρων καὶ σανίδια, ἕνας σαπισμένος κορμὸς ὑποχώρησε καὶ τὸ πόδι τοῦ πιὸ μικροῦ ἀλόγου, ποὺ ἦταν τεσσάρων   χρόνων,   πιάσθηκε   ἀνάμεσα   στὰ   ξύλα.   Ἀπὸ   τότε,   ἂν   καὶ   ἔφτιαξα μεγαλύτερο τὸ γεφυράκι καὶ ἔβαλα γερὰ ξύλα, ἐν τούτοις, ὅταν φθάναμε ἐκεῖ, τὸ ἀλογάκι  ἀντιστεκόταν, κουνοῦσε τὸ κεφάλι πέρα–δῶθε καὶ ἢ ἔσπαζε τὸ καπίστρι καὶ ἔφευγε ἢ ἔδινε μιὰ καὶ πηδοῦσε ἀπέναντι. Ἂν τὸ ἄλογο τῶν τεσσάρων χρόνων, ποὺ

εἶναι ἄλογο, χρησιμοποίησε τὴν πεῖρα καὶ δὲν ξαναπάτησε τὸ πόδι του στὸ γεφύρι,
πόσο μᾶλλον ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ χρησιμοποιῆ τὴν πεῖρα ἀπὸ τὶς πτώσεις του!


Νὰ ἐντοπίζουμε καὶ νὰ χτυπᾶμε τὸν ἐχθρὸ


– Γέροντα, δὲν ἔχω ἀγαπήσει τὴν ταπείνωση, τὴν θυσία, τὸ νὰ δέχωμαι τὴν ἀδικία...
– Δὲν εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι ὅπως τὰ λές. Ἐγὼ δὲν ἀνησυχῶ, γιατὶ βλέπω ὅτι ἔχει
μπῆ μέσα σου ἡ καλὴ ἀνησυχία. Γρήγορα θὰ ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὰ πάθη, γιατὶ ἔχεις ἀρχίσει νὰ πιάνης τὸν ἑαυτό σου. Αὐτὸ βοηθάει περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ἀγώνα. Ὅποιος πιάνει τὸν ἑαυτό του, ἀφήνει τὸν παλαιὸ ἑαυτό του καὶ μπαίνει σὲ σωστὸ πνευματικὸ δρόμο. Ὁ παλαιὸς ἑαυτός μας κλέβει ὅ,τι κάνει ὁ καινούργιος. Ὅταν μάθουμε νὰ τὸν πιάνουμε, πιάνουμε ὅλους τοὺς κλέφτες ποὺ μᾶς κλέβουν ὅ,τι καλὸ μᾶς δίνει ὁ Θεός, καὶ μᾶς μένει ὁ πνευματικὸς πλοῦτος.
– Γέροντα, ὅταν λυπηθῶ πολὺ γιὰ ἕνα σφάλμα μου, λ.χ. γιατὶ μίλησα ἄσχημα σὲ μιὰ ἀδελφή, αὐτὸ μὲ βοηθάει;
– Βοηθάει, ἀλλὰ νὰ προσέξης νὰ μὴν ξεπεράσης καὶ τὰ ὅρια. Νὰ λυπηθῆς, ἀλλὰ νὰ χαρῆς κιόλας, γιατὶ σοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἐκδηλωθῆ ἡ ἀρρώστια σου καὶ νὰ τὴν θεραπεύσης. Νὰ σκεφθῆς: «Γιὰ νὰ μιλήσω ἄσχημα καὶ νὰ φερθῶ ἔτσι, κάποιο πάθος ὑπῆρχε μέσα μου καὶ δόθηκε αὐτὴ ἡ εὐκαιρία νὰ βγῆ, γιὰ νὰ τὸ δῶ καὶ νὰ τὸ διορθώσω». Θὰ ζητήσης φυσικὰ καὶ συγχώρεση ἀπὸ τὴν ἀδελφή. Οἱ πτώσεις σὲ βοηθοῦν νὰ γνωρίσης τὸν ἑαυτό σου. Βγαίνουν ὅλα στὴν ἐπιφάνεια καὶ σιγὰ-σιγὰ γίνεται    καλὴ  ἐργασία.  Βλέπεις,  καὶ  οἱ  γιατροὶ  μερικὲς  φορὲς   δίνουν  στοὺς ἀρρώστους διάφορες οὐσίες, γιὰ νὰ ἐκδηλωθοῦν τὰ συμπτώματα τῆς ἀρρώστιας καὶ νὰ κάνουν καλὴ διάγνωση. Δίνουν π.χ. ζάχαρη καὶ κάνουν μετὰ ἐξέταση αἵματος, γιὰ νὰ δοῦν ἂν ἀνεβῆ τὸ ζάχαρο.
Στὸν πνευματικὸ ἀγώνα χρειάζεται νὰ ἐπισημαίνουμε τὰ ἀδύνατα σημεῖα τοῦ χαρακτήρα μας, τὰ ἐλαττώματά μας, καὶ ὕστερα νὰ προσπαθοῦμε νὰ χτυπᾶμε ἐκεῖ. Καὶ  στὸν  πόλεμο,  ὅταν  κάνουμε  ἀναγνώριση  μιᾶς  περιοχῆς,  ἐπισημαίνουμε  τὰ σημεῖα, ὅπου εἶναι ὁ ἐχθρὸς ἢ ἀπ᾿ ὅπου μπορεῖ νὰ χτυπήση, καὶ ἔχουμε τὸν νοῦ μας ἐκεῖ. Γιατί, ὅταν ξέρης σὲ ποιά συγκεκριμένα σημεῖα βρίσκεται ὁ ἐχθρός, κινεῖσαι μὲ σιγουριά. Βάζεις τὸν χάρτη κάτω καὶ λές: «Ὁ ἐχθρὸς εἶναι ἐδῶ κι ἐδῶ· ἐμεῖς πρέπει νὰ προλάβουμε νὰ πιάσουμε ἐκεῖνα κι ἐκεῖνα τὰ σημεῖα. Ἀπὸ ἐκεῖ θὰ ζητήσουμε ἐνίσχυση, ἐδῶ χρειάζονται αὐτὰ τὰ ὅπλα» κ.λπ. Μπορεῖς δηλαδὴ νὰ καταστρώσης ἕνα σχέδιο. Ἀλλά, γιὰ νὰ μάθης ποῦ βρίσκεται ὁ ἐχθρός, πρέπει νὰ ἀνησυχῆς καὶ νὰ ἐρευνᾶς· δὲν μπορεῖς νὰ κοιμᾶσαι.
– Γέροντα, εἶναι καλύτερα νὰ βρίσκη κανεὶς μόνος του τὰ ἐλαττώματά του ἢ νὰ τοῦ τὰ λένε οἱ ἄλλοι;
– Καλὸ εἶναι νὰ ψάχνη νὰ τὰ βρίσκη μόνος του, ἀλλὰ καί, ὅταν τοῦ τὰ λένε, νὰ μὴν ἀντιδρᾶ· νὰ τὸ δέχεται μὲ χαρά. Γιατὶ μπορεῖ νὰ νομίζη ὅτι βλέπει τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ νὰ τὸν βλέπη ὅπως θὰ ἤθελε νὰ εἶναι καὶ ὄχι ὅπως εἶναι στὴν πραγματικότητα.
– Γέροντα, οἱ ἄλλοι τὸν βλέπουν καλύτερα τὸν ἑαυτό μου;
– Μόνος του κανεὶς μπορεῖ, ἂν θέλη, νὰ δῆ καλύτερα τὸν ἑαυτό του. Δηλαδή, μπορεῖ νὰ ἐντοπίση καλύτερα μιὰ ἀντίδρασή του, ἕνα σφάλμα του κ.λπ. καὶ νὰ βρῆ

ἀπὸ  ποιά  αἰτία  προῆλθε,  ἐνῶ    ἄλλος  βγάζει  συμπεράσματα  ἀπὸ  ὑποθέσεις  ποὺ
κάνει.
– Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ προσπαθῆ κανεὶς νὰ δῆ τὸν ἑαυτό του ὅπως εἶναι καὶ νὰ μὴν τὸν βλέπη;
– Ναί, ἂν μέσα στὴν προσπάθειά του αὐτὴ ὑπάρχη ὑπερηφάνεια, δὲν μπορεῖ νὰ δῆ τὸν πραγματικό του ἑαυτό.


Νὰ καθρεφτίζουμε τὸν ἑαυτό μας στοὺς ἄλλους


Ὁ ἄνθρωπος βλέπει καλύτερα τὸν ἑαυτό του, ὅταν τὸν καθρεφτίζη στοὺς ἄλλους. Ὁ Θεὸς στὸν κάθε ἄνθρωπο δίνει τὸ χάρισμα ποὺ τοῦ χρειάζεται, γιὰ νὰ βοηθηθῆ, ἄσχετα ἂν τὸ ἀξιοποιήση ἢ ὄχι. Ἂν τὸ ἀξιοποιήση, θὰ φθάση στὴν τελειότητα. Τὰ ἐλαττώματα πάλι εἶναι δικά μας· εἴτε τὰ ἀποκτήσαμε ἀπὸ δική μας ἀπροσεξία εἴτε τὰ κληρονομήσαμε ἀπὸ τοὺς γονεῖς μας, ὁ καθένας μας πρέπει νὰ κάνη τὸν ἀνάλογο ἀγώνα, γιὰ νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ αὐτά. Μέχρι νὰ ἀπαλλαγοῦμε, πρέπει νὰ καθρεφτίζουμε τὸν ἑαυτό μας στὰ κουσούρια τοῦ ἄλλου καὶ νὰ ἐξετάζουμε ποῦ βρισκόμαστε ἐμεῖς. Ἂν δοῦμε λ.χ. στὸν ἄλλον ἕνα ἐλάττωμα, ἀμέσως νὰ ποῦμε:
«γιά νὰ δῶ, μήπως τὸ ἔχω κι ἐγώ;» καί, ἂν τὸ ἔχουμε, νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ τὸ κόψουμε.
– Καὶ ἄν, Γέροντα, μοῦ λέη ὁ λογισμὸς ὅτι δὲν ἔχω αὐτὸ τὸ ἐλάττωμα, τί νὰ
λέω;



– Νὰ λές: «Ἐγὼ ἔχω ἄλλα μεγαλύτερα· αὐτὸ εἶναι πολὺ μικρὸ σὲ σχέση μὲ τὰ
δικά μου». Γιατὶ μπορεῖ καμμιὰ φορὰ νὰ εἶναι μικρότερα τὰ δικά σου ἐλαττώματα, ἀλλὰ νὰ ἔχης λιγώτερα ἐλαφρυντικά. Ἂν ἐξετάζη κανεὶς ἔτσι τὸν ἑαυτό του, βλέπει ὅτι αὐτὸς ἔχει μεγαλύτερα κουσούρια ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ὕστερα βλέπει καὶ τὶς ἀρετὲς τοῦ ἄλλου. «Γιά νὰ δῶ, λέει, ὑπάρχει σ᾿ ἐμένα αὐτὴ ἡ ἀρετή; Ὄχι. Πὼ πώ! πόσο μακριὰ εἶμαι ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ ἔπρεπε νὰ βρίσκωμαι!». Ὅποιος ἐργάζεται ἔτσι, ἀπὸ ὅλα βοηθιέται, ἀλλοιώνεται μὲ τὴν καλὴ ἔννοια καὶ τελειοποιεῖται. Ὠφελεῖται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, ὠφελεῖται ἀπὸ τοὺς ἀγωνιστές, ὠφελεῖται ἀκόμη καὶ ἀπὸ τοὺς κοσμικούς. Γιατί, ἂν δῆ ἕναν κοσμικὸ λ.χ. νὰ μὴν ὑπολογίζη τὸν ἑαυτό του, νὰ θυσιάζεται, λέει: «αὐτὸ τὸ φιλότιμο τὸ ἔχω ἐγώ; δὲν τὸ ἔχω, καὶ εἶμαι καὶ πνευματικὸς ἄνθρωπος!», ὁπότε προσπαθεῖ νὰ τὸν μιμηθῆ. Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ἔχουμε νὰ κάνουμε πολλὴ δουλειά.Ὁ Καλὸς Θεὸς ὅλα τὰ οἰκονομάει γιὰ τὸ καλό μας μὲ σοφὸ τρόπο.


Ὅποιος γνωρίζει σωστὰ τὸν ἑαυτό του, ἔχει ταπείνωση




πέσω.

– Γέροντα, τὴν ὑπερηφάνεια συνήθως τὴν καταλαβαίνω ἐκ τῶν ὑστέρων, ὅταν


  Σκοπὸς εἶναι  νὰ τὴν  καταλάβης, πρὶν  πέσης. Ὅταν  σοῦ λέη  κάποιος ὅτι
ἔκανες κάτι καλό, νὰ μὴν αἰσθάνεσαι ἱκανοποίηση. Νὰ μὴν πιάνη, νὰ μὴν κολλάη ἐπάνω σου ὁ ἔπαινος.
– Τί θὰ μὲ βοηθοῦσε σ᾿ αὐτό;
  Τὸ  νὰ γνωρίσης  τὸν  ἑαυτό  σου. Ἂν    ἄνθρωπος γνωρίση  τὸν  ἑαυτό  του,
τελείωσε. Οἱ ἔπαινοι εἶναι μετὰ ξένα σώματα· δὲν κολλᾶνε ἐπάνω του. Ὅταν λ.χ. ἕνας ξέρη ὅτι εἶναι γύφτος, δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ κολλήση ὁ λογισμὸς ὅτι εἶναι βασιλιάς. Κι ἐσύ, ἂν νομίζης ὅτι εἶσαι πριγκίπισσα, θὰ εἶσαι λειψή.

– Ἂν εἶμαι ἕτοιμη ἐκ τῶν προτέρων νὰ μὴ δέχωμαι τὸν ἔπαινο, αὐτὸ δὲν θὰ μὲ
βοηθοῦσε;
– Αὐτὸ φυσικὰ πρέπει νὰ γίνεται, ἀλλὰ ἄλλοτε θὰ εἶσαι ἕτοιμη καὶ ἄλλοτε ὄχι. Σκοπὸς εἶναι νὰ γνωρίσης τὸν ἑαυτό σου. Ἂν δὲν γνωρίση κανεὶς τὸν παλαιό του ἄνθρωπο, δὲν ταπεινώνεται καὶ δὲν μπορεῖ νὰ γίνη ἡ πνευματικὴ διάσπαση τοῦ ἀτόμου του, γιὰ νὰ μπῆ στὴν πνευματικὴ τροχιά, καὶ παραμένει στὴν κοσμικὴ τροχιά.
– Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ γνωρίζω τὸν ἑαυτό μου λανθασμένα;
– Μὰ δὲν μιλᾶμε γιὰ λανθασμένη κατάσταση. Αὐτὸς ποὺ γνωρίζει σωστὰ τὸν
ἑαυτό του ἔχει ταπείνωση. Καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος ταπεινωθῆ, θὰ ἔρθη ὁπωσδήποτε ἡ
Χάρις τοῦ Θεοῦ.
Αὐτὸς ποὺ κάνει τὴν ἐργασία ποὺ χρειάζεται, γιὰ νὰ γνωρίση τὸν ἑαυτό του, μοιάζει μὲ αὐτὸν ποὺ σκάβει βαθιὰ καὶ βρίσκει μέταλλα στὸ βάθος τῆς γῆς. Ὅσο βαθύτερα προχωράει στὴν γνώση τοῦ ἑαυτοῦ του, τόσο χαμηλότερα βλέπει τὸν ἑαυτό του καὶ ταπεινώνεται, ἀλλὰ τὸ χέρι τοῦ Θεοῦ τὸν ἀνεβάζει συνέχεια. Καὶ ὅταν πιὰ γνωρίση τὸν ἑαυτό του, ἡ ταπείνωση τοῦ γίνεται κατάσταση καὶ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ τὴν πιάνει τὸ «ἐνοικιοστάσιο», ὁπότε δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Ἐνῶ αὐτὸς ποὺ δὲν κάνει αὐτὴν τὴν ἐργασία, καλύπτει συνέχεια τὰ σκουπίδια του, μεγαλώνει τὴν κορυφή του, κάθεται γιὰ λίγο ψηλὰ μὲ τὴν ὑπερηφάνεια του καὶ τελικὰ σωριάζεται.


Νὰ γνωρίσουμε τὴν ἀρρώστια μας


– Γέροντα, συχνὰ βλέπω τὰ ἐλαττώματα τῶν ἄλλων καὶ τοὺς κρίνω.
– Τὴν ἀρρώστια τὴν δική σου τὴν ξέρεις;
– Ὄχι.
– Γι᾿ αὐτὸ ξέρεις τὴν ἀρρώστια τῶν ἄλλων. Ἂν ἤξερες τὴν δική σου ἀρρώστια,
δὲν θὰ ἤξερες τὴν ἀρρώστια τῶν ἄλλων. Δὲν λέω νὰ μὴ συμμετέχης στὸν πόνο τους, ἀλλὰ νὰ μὴν ἀσχολῆσαι μὲ τὰ σφάλματά τους. Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀσχολῆται μὲ τὸν ἑαυτό του, ὁ πειρασμὸς θὰ τοῦ ἀνοίξη δουλειὰ νὰ ἀσχολῆται μὲ τοὺς ἄλλους. Ἂν ὅμως κάνη δουλειὰ στὸν ἑαυτό του, τότε γνωρίζει τὸν ἑαυτό του, γνωρίζει καὶ τὸν ἄλλον. Διαφορετικά, μὲ τὰ λανθασμένα συμπεράσματα ποὺ βγάζει ἀπὸ τὸν ἑαυτό του κρίνει λανθασμένα καὶ τοὺς ἄλλους.
– Γέροντα, τί βοηθάει περισσότερο νὰ διορθωθῆ κανείς;
– Κατ᾿ ἀρχὰς ἡ θέληση. Ἡ θέληση εἶναι κατὰ κάποιον τρόπο τὸ καλὸ ξεκίνημα.
Ὕστερα, πρέπει νὰ καταλάβη κανεὶς ὅτι εἶναι ἄρρωστος καὶ νὰ ἀρχίση ἡ ἀνάλογη ἀντιβίωση.  Γιατί,  ἂν  εἶναι  ἄρρωστος  καὶ  κρύβη  τὴν  ἀρρώστια  του,  κάποτε  θὰ σωριασθῆ  κάτω  ἀπότομα,  χωρὶς  νὰ  τὸ  καταλάβη,  καὶ  δὲν  θὰ  μπορῆ  νὰ  βοηθηθῆ
ἰατρικά. Π.χ. κάποιος ξέρει ὅτι εἶναι προφυματικός, γι᾿ αὐτὸ ἔχει ἀνορεξία. Τοῦ λένε:
«γιατί δὲν τρῶς;». «Ἔ, λέει, δὲν μ᾿ ἀρέσει αὐτὸ τὸ φαγητό»! Μετὰ ἔχει κομμάρες καὶ δὲν μπορεῖ νὰ περπατήση καλά. «Γιατί περπατᾶς ἔτσι;», τὸν ρωτᾶνε. «Ἄ, μ᾿ ἀρέσει, λέει, νὰ πηγαίνω σιγὰ-σιγά· τί; νὰ τρέχω σὰν παλαβός;». Δὲν λέει ὅτι ἔχει κομμάρες καὶ δὲν μπορεῖ νὰ περπατήση. Μετὰ ἔχει βήχα. «Γιατί βήχεις;», τοῦ λένε. «Ἔ, ἀπὸ ἀλλεργία», λέει! Δὲν λέει ὅτι οἱ πνεύμονες μέσα εἶναι χάλια. Ἐν τῷ μεταξύ, βγάζει καὶ κανένα πτύελο αἱματηρό. «Τί εἶναι αὐτό;», τὸν ρωτᾶνε. «Ἔ, λέει, ἐρεθίστηκε ὁ λάρυγγας»!

– Καὶ ὅλα αὐτά, Γέροντα, ἐπειδὴ δὲν θέλει νὰ φανερώση τὴν φυματίωση;
– Ναί, ἐπειδὴ τὴν καλύπτει. Τὴν καλύπτει-τὴν καλύπτει καὶ μετὰ παθαίνει
καλπάζουσα  φυματίωση.  Σπάζει    πνεύμονας,  γεμίζουν  οἱ  λεκάνες  αἷμα,  πέφτει κάτω, καὶ τελικὰ ἀποκαλύπτεται ἡ ἀρρώστια του, ἀλλὰ καὶ δύσκολα βοηθιέται. Ἐνῶ, ἂν παραδεχθῆ ὅτι τὰ δέκατα ποὺ παρουσιάζει εἶναι ἀπὸ τὴν φυματίωση καὶ δεχθῆ τὴν ἀνάλογη θεραπεία, γίνεται πιὸ ὑγιὴς ἀπὸ τὸν ὑγιῆ. Θέλω νὰ πῶ, καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή, ὅποιος δικαιολογεῖ τὰ πάθη του, δέχεται  τελικὰ δαιμονικὴ ἐπίδραση καὶ δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτῆ. Ξέρεις τί εἶναι νὰ δεχθῆ ὁ ἄνθρωπος δαιμονικὴ ἐπίδραση; Ἀγριεύει, γίνεται θηρίο, ἀντιδρᾶ, μιλᾶ ἄσχημα, μὲ ἀναίδεια καὶ δὲν δέχεται ἀπὸ κανέναν βοήθεια.
Γι᾿ αὐτὸ ὅλη ἡ βάση εἶναι νὰ γνωρίση πρῶτα κανεὶς τὴν πάθηση ποὺ ἔχει καὶ νὰ χαίρεται ποὺ τὴν γνώρισε. Ἀπὸ ᾿κεῖ καὶ πέρα πρέπει νὰ δεχθῆ τὴν θεραπεία, τὰ ἀνάλογα φάρμακα, καὶ νὰ αἰσθάνεται καὶ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν γιατρὸ – τὸν Πνευματικὸ ἢ τὸν Γέροντά του –, ὄχι νὰ ἀντιδράη. Νά, ὁ ἄλλος κρεμᾶ τὸ χέρι του, γιὰ νὰ τοῦ κάνουν μετάγγιση· τὸν τρυποῦν, πονάει, ἀλλὰ τὸ δέχεται, γιατὶ αὐτὸ θὰ τὸν βοηθήση. Ἢ μιὰ ἐγχείρηση πόση ταλαιπωρία ἔχει! Ἀλλὰ δέχεται ὁ ἄνθρωπος νὰ τὴν κάνη, γιὰ νὰ γίνη καλά.
– Ὅταν, Γέροντα, ξέρω λ.χ. ὅτι μιὰ αὐστηρὴ παρατήρηση θὰ μὲ βοηθήση, γιατί
δὲν τὴν δέχομαι εὐχάριστα;
   Κοίταξε,   μπορεῖ   νὰ   μὴν   τὴν   δέχεσαι   εὐχάριστα,   ἀλλὰ   τοὐλάχιστον
καταλαβαίνεις ὅτι αὐτὸ δὲν εἶναι σωστό;
– Ναί, τὸ καταλαβαίνω.
– Ἔ, ἂν τὸ καταλαβαίνης, κάτι εἶναι κι αὐτό. Βλέπεις, ὁ ἄρρωστος παίρνει ἕνα χάπι ποὺ εἶναι φαρμάκι πικρό, ἀλλὰ τὸ δέχεται καλύτερα ἀπὸ τὴν καραμέλα, γιατὶ καταλαβαίνει   ὅτι   θὰ   τὸν   ὠφελήση.   Ἂν   δὲν   δέχεται   τὸ   πικρὸ   φάρμακο,   δὲν θεραπεύεται. Πρέπει νὰ γνωρίση κανεὶς τὴν ἀδυναμία του, νὰ δεχθῆ τὰ φάρμακα, γιὰ νὰ τὸν δυναμώση μετὰ ὁ Χριστός.


ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

1  Ὁ Γέροντας στὸ Καλύβι τῆς Παναγούδας δεχόταν τοὺς ἐπισκέπτες, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς
χειμερινοὺς μῆνες, στὴν αὐλή, ὅπου χρησιμοποιοῦσε γιὰ καθίσματα κούτσουρα, τὰ ὁποῖα
μετακινοῦσε ἀνάλογα μὲ τὶς περιστάσεις.


Εισαγωγή στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο απο το Βιβλίο :
ΛΟΓΟΙ Γ’ - ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ  ΠΑΪΣΙΟΥ  ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
© Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Μοναζουσῶν
«Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»
Η ηλεκτρονική επεξεργασία  μορφοποίηση  κειμένου  και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
 http://www.alavastron.net/









Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |