Γ' με υπομονήν και θάρρος
Ο σοφός Σειράχ δεν επισημαίνει μόνον στους θεοσεβείς τις θλίψεις και τις δοκιμασίες, που θα συναντήσουν στην ζωήν τους. Υποδεικνύει σ' αυτούς και τους ορθούς τρόπους αντιμετωπίσεως τους.
1) Καταφυγή προς τον Κύριον.
«Τέκνον, ει προσέρχη δουλεύειν Κυρίω Θεώ, ετοίμασον την ψυχήν σου εις πειρασμόν. Εύθυνον την καρδίαν σου και καρτέρησον και μή σπεύσης εν καιρώ επαγωγής· κολλήθητι αυτώ και μή άαοστής, ίνα αυξηθής επ' εσχάτων σου. Παν ο εάν επαχθή σοι δέξαι και εν αλλάγμασι ταπεινώσεώς σου μακροθύμησον ότι εν πυρί δοκιμάζεται χρυσός και άνθρωποι δεκτοί εν καμίνω ταπεινώσεως. Πίστευσον αυτώ και αντιλήψεταί σου' εύθυνον τας οδούς σου και ίλπισον επ' αυτόν» {β', 1 -6).
Παιδί μου, λέγει ο Σειράχ προς κάθε θεοφοβούμενο άνθρωπον, αν πραγματικά θέλης να ευαρεστήσης στον Κύριον και να εργάζεσαι το θέλημα του, τότε να προετοιμάζης τον εαυτόν σου διά τους πειρασμούς, που οπωσδήποτε θα σε εύρουν. Τονίζει επομένως ότι ιδιαίτερα η ζωή της αρετής είναι συνδυασμένη με πολλές δυσκολίες και πειρασμούς. Και η πορεία του ευσεβούς ανθρώπου είναι δρόμος, μάλλον μονοπάτι ανηφορικό και δύσβατο και κουραστικό. Αν δε κάποιος αρχίση τον δρόμον αυτόν απροετοίμαστος ψυχικά, διατρέχει τον κίνδυνον να αποκάμη και να ακολουθήση τον εύκολον δρόμον του κακού και την πλατειάν λεωφόρον της αμαρτίας, που οδηγεί όμως στην απώλειαν και την πνευματικήν καταστροφήν.
Ετοίμασε λοιπόν τον εαυτόν σου και άγνισε την καρδιάν σου, προτρέπει στην συνέχειαν κάθε άνθρωπον ο συνετός και έμπειρος Σειράχ. Έτσι θα μείνης πιστός στον Κύριον και δεν θα απομακρυνθής απ' Αυτόν στις σκληρές ώρες των δοκιμασιών σου. Μείνε διά πάντα προσκολλημένος και στενά ενωμένος με τον Κύριον και μή απομακρυνθής από κοντά του, διά να διασωθής από τον κίνδυνον της απογνώσεως και να γίνης στην συνέχειαν μεγάλος και σταθερός στην πίστιν και άξιος της θείας αγάπης. Δέξου με υπομονήν κάθε πειρασμόν και κάθε θλίψιν, που θα σε εύρουν. Και αν οι δύσκολες περιστάσεις της ζωής σου πληθύνουν, δείξε περισσότερην σταθερότητα και καρτερίαν και χαρούμενην διάθεσιν, διά να βγής πνευματικά κερδισμένος.
Διότι, όπως με την φωτιάν καθαρίζεται και γίνεται λαμπρότερος ο χρυσός, έτσι και μέσα στο καμίνι των θλίψεων οι ψυχές των αλοδιαθέτων ανθρώπων καθαρίζονται από την σκουριάν της αμαρτίας και γίνονται δεκτές από τον Κύριον. Και συ λοιπόν εμπιστεύσου τον εαυτόν σου στον Κύριον και να είσαι βέβαιος ότι Αυτός θα σε προστατεύση. Φρόντισε να βαδίζης πάντοτε τον ευθύν δρόμον της αρετής και στηρίξου με βεβαιότητα και ελπίδα στην βοήθειαν του Κυρίου.
2) Mε υπομονήν και ελπίδα.
Το γεγονός ότι σε μερικές περιπτώσεις και κάποιοι ευσεβείς και δίκαιοι θλίβονται και υποφέρουν παρατεταμένα δεν ανατρέπει την γενικήν αρχήν ότι αυτοί ζουν κάτω από το προστατευτικό βλέμμα του Κυρίου. Συγκινητικές δε είναι οι ακόλουθες διαβεβαιώσεις και προτροπές του Σειράχ προς όσους θεοφοβούμενους καταπονούνται και υποφέρουν:
«Οι φοβούμενοι τον Κύριον αναμείνατε το έλεος αυτού και μή εκκλίνητε ίνα μή πέσητε. Οι φοβούμενοι Κύριον πιστεύσατε αυτώ, και ού μή πταίση ο μισθός υμών. Οι φοβούμενοι Κύριον ελπίσατε εις αγαθά και ευφροσύνην αιώνος και ελέους. Εμβλέψατε εις αρχαίας γενεάς και ίδετε. τις ενεπίστευσε Κυρίω και κατησχύνθη; ή τις ενέμεινε τω φόβω αυτού και εγκατελείφθη; ή τις επεκαλέσατο αυτόν, και υπερείδεν αυτόν;» (β΄,7-10).
Τρεις φορές ο Σειράχ απευθύνεται προς τους θλιμμένους ευσεβείς, διά να ανορθώση μέσα τους την ελπίδα στον Κύριον. Και τους λέγει: Μή απομακρυνθήτε από τον Κύριον, όσον σκληρά και αν δοκιμάζεσθε, διά να μή πέσετε και να μή καταστραφήτε. Εμπιστευθήτε στις ώρες των πειρασμών τους εαυτούς σας στον Κύριον, διά να μή χάσετε την αμοιβήν της
υπομονής σας. Διατηρήσατε μέσα σας άσβεστην την ελπίδα, ότι θα απολαύσετε κάποτε τα αγαθά και την αιώνιαν ευφροσύνην και το άμετρο έλεος του.
Προκειμένου δε ο σοφός Σειράχ να μας στηρίξη ακόμη περισσότερον στην πατρικήν πρόνοιαν, που ο Κύριος και Θεός μας δείχνει προς τους ευσεβείς, μας καλεί να μελετήσουμε το παρελθόν και την ιστορίαν των πριν από μας πιστών. Και τότε, λέγει, θα διαπιστώσετε μαζί μου ότι κανένας, απ' όσους κατέφυγαν και εμπιστεύθησαν τον εαυτόν τους στον Κύριον, δεν εντροπιάσθηκεν, ούτε και εγκαταλείφθηκεν απ' Αυτόν.
Είναι λοιπόν προνομιούχοι οι πιστοί. Διότι αυτοί ποτέ δεν θα κινδυνεύσουν να καταποντισθούν μέσα στο πέλαγος των πειρασμών της ζωής. Αντίθετα είναι δυστυχισμένοι όσοι χωρίς την άγκυραν της ελπίδας και το στήριγμα της υπομονής ταξιδεύουν στον κόσμον αυτόν. Αυτό τονίζει και ο Σειράχ, όταν γράφη:
«Ουαί καρδίαις δειλαίς και χερσί παρειμέναις και αμαρτωλώ επιβαίνοντι επί δύο τρίβους. Ουαί καρδία παρειμένη ότι ού πιστεύει· διά τούτο ού σκεπασθήσεται. Ουαί υμίν τοις απολωλεκόσι την υπομονήν και τί ποιήσετε όταν επισκέπτηται ο Κύριος;» (β'. 12-14).
Aλλοίμονον δηλαδή στους ανθρώπους εκείνους, που η καρδιά τους δειλιά και τα χέρια τους παραλύουν στις δυσκολίες. Αλλοίμονον ιδιαίτερα στον αμαρτωλόν, που αντί να μετανοήση και να επιστρέψη στον Θεόν, προσπαθεί να συνδυάση τον δρόμον του Θεού με τον δρόμον του πονηρού. Αλλοίμονον στις καρδιές, που από έλλειψιν εμπιστοσύνης προς τον Θεόν παραλύουν και ατονούν. Τέτοιες καρδιές στις δύσκολες ώρες των πειρασμών δεν θα ευρεθούν κάτω από την σκέπην του Θεού. Αλλοίμονον σ' όλους εσάς, που έχετε χάσει την υπομονήν σας. Αλήθεια, τί θα κάμετε σε περίπτωσιν, που ο Θεός θα επιτρέψη να σας εύρουν περισσότερες θλίψεις;
Αλοίμονον λοιπόν και σε μας, αν χάσουμε την υπομονήν μας και αν αφήσουμε να σβήση μέσα στις καρδιές μας η φλόγα της πίστεως προς τον Θεόν και η ελπίδα στην ιδικήν του βοήθειαν. Θα γίνη τότε η επί γης πορεία μας άχαρις και κουραστική. Ας εφαρμόσουμε λοιπόν του Σειράχ την προτροπήν:
«Εμπεσούμεθα εις χείρας Κυρίου και ουκ εις χείρας ανθώπων ως γαρ η μεγαλωσύνη αυτού, ούτως και το έλεος αυτού» (β', 18).
Δια να βγούμε δηλαδή νικητές στους πειρασμούς της ζωής, ας παραδώσουμε τους εαυτούς μας όχι σε αδύνατα ανθρώπινα χέρια, αλλά στου Κυρίου μας τα παντοδύναμα και ευεργετικά χέρια. Και να είμεθα βέβαιοι ότι οι ελπίδες μας δεν θα διαψευσθούν. Διότι ο Κύριος είναι μεν μεγάλος και ανυπέρβλητος σε δόξα, είναι όμως και πολυέλεος και καταδέχεται και να ασχολείται μαζί μας και να
μας στηρίζη στις δοκιμασίες μας.
3) Μπροστά στον θάνατον.
Με θάρρος όμως καλούνται οι πιστοί να αντιμετωπίζουν και τον σκληρόν θάνατον.
«Μή ευλαβού κρίμα θανάτου, μνήσθητι προτέρων σου και εσχάτων τούτο το κρίμα παρά Κυρίου πάση σαρκί, και τι απαναίνη εν ευδοκία Υψίστου; είτε δέκα είτε εκατόν είτε χίλια έτη, ουκ έστιν εν άδου ελεγμός ζωής» (μα', 3-4).
Αυτήν την σοφήν συμβουλήν δίδει ο Σειράχ προς όλους γενικά τους ανθρώπους. Ω άνθρωποι, λέγει, μή φοβηθήτε την ώραν του θανάτου σας. Εθνυμηθήτε εκείνους, που έζησαν πριν από σας και όσους θα ζήσουν μετά από σας. Έτσι θα κατανοήσετε καλύτερα ότι ο θάνατος είναι απόφασις του Κυρίου δι' όλους τους ανθρώπους και ότι κανένας δεν πρέπει να ανθίσταται στην απόφασιν αυτήν του Υψίστου. Εξ άλλου είτε δέκα, είτε εκατόν, είτε χίλια χρόνια ζήση κάποιος, στην μετά θάνατον ζωήν και στην αιωνιότητα δεν έχει καμμιάν σημασίαν.
Δεν αγνοεί βέβαια ο Σειράχ ότι γενικά και η μνήμη ακόμη του θανάτου είναι ικανή να αναστατώση και ένα άνθρωπον, που ζη ειρηνικά και αμέριμνα και απολαμβάνει τα αγαθά του και προοδεύει σ' όλα και είναι ακόμη υγιέστατος και τρώγει απ' όλα. Διά τούτο και γράφει:
«Ω θάνατε, ως πικρόν σου το μνημόσυνόν έστιν ανθρώπω ειρηνεύοντι Εν τοις υπάρχουσιν αυτού, ανδρί απερισπάστω και ευδουμένω εν πάσι και έτι ισχύοντι επιδέξασθαι τροφήν» (μα'. 1).
Αναφέρεται όμως ο έμπειρος συγγραφεύς και σε περιπτώσεις, που η μνήμη του θανάτου όχι μόνον δεν ενοχλεί, αλλά μάλλον παρηγορεί κάποιους ανθρώπους. Και σημειώνει:
«Ω θάνατε, καλόν σου το κρίμα εστίν ανθρώπω επιδεομένω και ελασσουμένω ισχύι, εσχατογήρω και περισπωμένω περί πάντων και απειθούντι και απολωλεκότι υπομονήν» (μα', 2) "Κρείσσων θάνατος υπέρ ζωήν πικράν και ανάπαυσις αιώνος η αρρώστημα έμμονον» (λ',17).
Δηλαδή. Ω θάνατε, θεωρείσαι καλός και ευχάριστος σ' όσους βασανίζονται από ανυπόφορην φτώχειαν ή βαρειάν και ανίατην ασθένειαν και σ' όσους έφθασαν σε βαθειά γεράματα ή σ' όσους αβοήθητοι και μόνοι και φορτωμένοι με πολλές φροντίδες και μέριμνες δεν αντέχουν άλλο και έχασαν την υπομονήν τους. Όλοι αυτοί βλέπουν τον θάνατον σαν κάτι το καλύτερον από μιαν πικρήν ζωήν. Και
προτιμούν δικαιολογημένα, αντί μιας ζωής συνδυασμένης με επίμονην και αθεράπευτην σωματικήν ασθένειαν, την αιώνιαν ανάπαυσιν, που διά του θανάτου τους θα απολαύσουν οι δίκαιοι.
Τέλος ο Σειράχ αναφέρεται και στην λύπην που δικαιολογημένα δοκιμάζουν οι άνθρωποι όταν χάσουν αγαπημένα τους πρόσωπα. Και συμβουλεύει ως εξής τον κάθε πιστόν:
«Παρακλήθητι λύπης ένεκα... Μή δως εις λύπην την καρδίαν σου, απόστησον αυτήν μνησθείς τα έσχατα· μή επιλάθη, ού γάρ έστιν επάνοδος, και τούτον
ούκ ωφελήσεις και σεαυτόν κακώσεις* (λη', 17. 20-21).
Παρηγορήσου, του λέγει, και θέσε τέρμα στις εκδηλώσεις της λύπης σου. Διά κανένα λόγον μή αφήσης να κυρίευση την καρδιάν σου η κατάθλιψις. Απομάκρυνε την υπερβολικήν λύπην από την ψυχήν σου. Διά να βοηθηθής δε, λάβε υπ' όψιν σου ότι και συ θα αποθάνης κάποτε και θα μεταβής εκεί, όπου επήγεν ο νεκρός σου. Επίσης μή λησμονής ότι, όσον και αν κλαύσης, δεν θα τον επαναφέρης στον κόσμον των ζωντανών. Με την υπερβολικήν σου θλίψιν εκείνον μεν σε τίποτε δεν θα τον ωφελήσης, αντίθετα όμως τον εαυτόν σου θα τον βλάψης.
Δ' Η Ειρήνη
ειρήνη της ψυχής είναι πολύτιμο αγαθό. Αξίζει δε ο κάθε άνθρωπος να κάνη ότι εξαρτάται από τον ίδιον, διά να κατακτά και να διατηρή μέσα του το θείο αυτό δώρο. Και ο σοφός Σειράχ στο περισπούδαστο έργο του υποδεικνύει συγκεκριμένους τρόπους, με τους οποίους και τις αφορμές διασαλεύσεως της ψυχικής μας γαλήνης θα αποφεύγουμε αλλά και του Θεού την εύνοιαν θα αποσπάσουμε πάνω μας, ώστε και στην αιωνιότητα να εξασφαλίσουμε την μόνιμην ειρήνην και ανάπαυσιν.
1) Αποφυγή των αμαρτιών.
Πεποίθησις και βασική διδασκαλία του Σειράχ είναι ότι η αμαρτία γενικά είναι πηγή ταραχής διά τον άνθρωπον. Οι τύψεις της συνειδήσεως, που αυτή προκαλεί στον αμαρτωλόν, τον κάμνουν να ταλαιπωρείται και να υποφέρη αφάνταστα, αλλά και τον αποχωρίζουν από τον Θεόν, την πηγήν της ειρήνης. Διά τούτο και βεβαιώνει:
«Μακάριος ανήρ, ος... ού κατενύγη εν λύπη αμαρτίας. Μακάριος ου ού κατέγνω η ψυχή αυτού, και ος ούκ έπεσεν από της ελπίδος αυτού»(ιδ'. 1,2).
Είναι δηλαδή ευτυχισμένος ο άνθρωπος εκείνος, που κατορθώνει να μή αμαρτάνη. Διότι αυτός δεν δοκιμάζει την πίκραν και την ταραχήν, που προκαλούν οι έλεγχοι της συνειδήσεως. Ευτυχισμένος επίσης είναι όποιος έχει ήσυχην την συνείδησίν του, διότι αυτός δεν χάνει ποτέ την προς τον Θεόν ελπίδα του.
2) Αμνησίκακοι και φιλήσυχοι.
Τις σοφές συμβουλές του, γύρω από δύο άλλες αφορμές διασαλεύσεως της ψυχικής μας γαλήνης, μας δίδει ο Σειράχ στους ακόλουθους στίχους:
« Άφες αδίκημα τω πλησίον σου, και τότε δεηθέντος σου αι αμαρτίαι σου λυθήσονται. Άνθρωπος ανθρώπω συντηρεί οργήν, και παρά Κυρίου ζητεί ίασιν; Επ' άνθρωπον όμοιον αυτώ ούκ έχει έλεος, και περί των αμαρτιών αυτού δείται; Αυτός σαρξ ων διατηρεί μήνιν, τις εξιλάσεται τας αμαρτίας αυτού;» (κη'. 2-5). «Απόσχου από μάχης, και ελαττώσεις αμαρτίας. άνθρωπος γαρ θυμώδης εκκαύσει μάχην, και ανήρ αμαρτωλός ταράξει φίλους και ανά μέσον ειρηνευόντων εμβάλλει διαβολήν... Έρις κατασπευδομένη εκκαίει πυρ, και μάχη κατασπεύδουσα εκχέει αίμα. Εάν φυσήσης εις σπινθήρα, εκκαήσεται, και εάν πτύσης επ' αυτόν, σβεσθήσεται. και αμφότερα εκ του στόματος σου εκπορεύεται» (κη', 8-9, 11-12).
Ξεκινά και πάλιν ο σοφός Σειράχ από την ορθήν θέσιν ότι, αν ένας αμαρτάνη και δεν εξασφαλίζη συγχώρησιν από τον Θεόν, δεν ημπορεί να αισθάνεται ειρηνικός. Και συμβουλεύει τον καθένα μας: Αν θέλης να έχης ειρήνην μέσα σου, συγχώρησε πρώτα στους συνανθρώπους σου τα αδικήματα, που σου έκαμαν, και μετά προσευχήσου στον Θεόν να σου συγχώρηση τις αμαρτίες σου. Διότι, αν ένας άνθρωπος διατηρή μέσα του μίσος και έχθραν εναντίον κάποιου άλλου ανθρώπου, με ποιάν παρρησίαν θα ζητήση από τον Θεόν συγχώρησιν; Αν ένας δεν αίσθάνεται συμπάθειαν προς τους ομοιοπαθείς συνανθρώπους του, πώς θα τόλμηση να ζητήση το έλεος του Θεού διά τις Ιδικές του αμαρτίες;
«Και άφες ημίν τα όφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών» (Ματθ. στ΄, 12), μοιάζει να μας λέγη στο σημείο αυτό και ο Σειράχ.
Και να τονίζη σε μας ό,τι ακριβώς και ο Κύριος μας εδίδαξε στην Κυριακήν προσευχήν. Ότι δηλαδή πρέπει να ζητούμε από τον Θεόν συγχώρησιν, μόνον και εφ' όσον προηγουμένως και εμείς εσυγχωρήσαμε στους άλλους όσα τυχόν κακά μας έχουν κάμει.
Με την ίδιαν θέρμην μας συμβουλεύει ο σοφός Σειράχ, αν θέλουμε να διατηρούμε την ειρήνην της ψυχής μας, να αποφεύγουμε τις φιλονεικίες και κάθε άλλην αφορμήν συγκρούσεως με τους συνανθρώπους μας. Διότι, όσοι συγκρατούν τον θυμόν τους, προφυλάσσουν τον εαυτόν τους από αμαρτίες, οι οποίες πάντα προκαλούν αναστατώσεις και ταραχές. Αντίθετα ο( θυμώδεις και οι ίδιοι ταράζονται και αμαρτάνουν, αλλά και τους φίλους τους αναστατώνουν. Και ανάμεσα σε ανθρώπους, που ζουν ειρηνικά, σκορπίζουν διαβολές και διαταραχές. Και κάθε έρις και θυμός, αν δεν συγκρατηθή, ανάβει πυρκαϊάν. Και κάθε βίαιη και ασυγκράτητη λογομαχία είναι δυνατόν να οδηγήση μέχρι και την αιματοχυσίαν.
Τούτο φαίνεται και από το έξης παράδειγμα. Πάνω σ' ένα σπινθήρα, αν φυσήσης, θα ανάψης φωτιάν, αν όμως φτύσης, θα τον σβήσης. Όπως λοιπόν με τα δύο αυτά πράγματα, το φύσημα και το φτύσιμο, που προέρχονται από το στόμα σου, επιτυγχάνεις ή το άναμμα ή το σβήσιμο της φωτιάς, έτσι και με τον θυμόν ή τα καλά σου λόγια ημπορείς αντίστοιχα να ανάψης ή να σβήσης την φιλονεικίαν και την ταραχήν.
3) Ολιγαρκές.
Σαν μέσο αποτελεσματικό διά να ειρηνεύουμε, ο Σειράχ μας συνιστά και την ολιγάρκειαν. Και γράφει δι' αυτήν τα ακόλουθα:
«Αρχή ζωής ύδωρ και άρτος και ιμάτιον και οίκος καλύπτων ασχημοσύνην. Κρείσσων βίος πτωχού υπό σκέπην δοκών ή εδέσματα λαμπρά εν αλλοτρίοις. Επί μικρώ και μεγάλω ευδοκίαν έχε, και ονειδισμόν παροικίας ού μή ακούσης» (κθ ' .21 -23).
Τα πρώτα και απαραίτητα διά την συντήρησιν της ζωής μας αγαθά είναι το νερό και το ψωμί. Παράλληλα απαραίτητα διά τους ανθρώπους είναι και τα ενδύματα και η κατοικία, διά να κρύβουν την γυμνότητα τους. Αυτό τονίζει ο σοφός Σειράχ. Και η άποψης του ταυτίζεται με την διακήρυξιν του Απ. Παύλου, ότι «έχοντες διατροφάς και σκεπάσματα, τούτοις αρκεσθησόμεθα» (Α' Τιμ. στ', 8). Όταν δηλαδή εξασφαλίζουμε τις απαραίτητες διά την συντήρησίν μας τροφές και έχουμε τα αναγκαία ενδύματα και την κατάλληλη κατοικία, τότε πρέπει να είμεθα ευχαριστημένοι και ικανοποιημένοι.
Τονίζει επίσης ο Σειράχ ότι διά κανένα λόγον δεν ημπορεί να θεωρηθή ευτυχισμένος όποιος καταφεύγει σε άλλους και ζητά απ' αυτούς δανεικά και ελεημοσύνες, διά να κάμη πιο άνετη την ζωήν του. Επειδή δε πιστεύει ότι προτιμότερη είναι η ζωή του φτωχού κάτω από ξύλινη στέγη, παρά τα πολυτελή συμπόσια σε ξένα σπίτια, διά τούτο και προτρέπει τον καθένα: να είσαι ευχαριστημένος και με τα πολλά και με τα ολίγα. Έτσι ποτέ κανένας δεν θα σε κατηγορήση ότι είσαι παράσιτο της κοινωνίας και ζης σε βάρος των άλλων.
4) Ο φόβος του Θεού.
Σοφή κατά πάντα είναι και η άποψης του Σειράχ, ότι και ο φόβος του Θεού χαρίζει στον άνθρωπον, που τον καλλιεργεί μέσα του, θάρρος και ειρήνη. Διότι:
«Πνεύμα φοβούμενων Κύριον ζήσεται, η γάρ ελπίς αυτών επί τον σώζοντα αυτούς. Ο φοβούμενος Κύριον ουδέν ευλαβηθήσεται και ού μή δειλιάση, ότι αυτός ελπίς αυτού. Φοβούμενου τον Κύριον μακαρία η ψυχή» (λδ ,13-15).
Η ψυχή δηλαδή όσων αισθάνονται μέσα τους ευλαβικόν φόβον προς τον Θεόν, θα ζη ειρηνικά. Διότι οι θεοφοβούμενοι άνθρωποι την ελπίδα τους την στηρίζουν σ' Εκείνον, που είναι ο μόνος που ημπορεί να τους σώση. Όποιος επομένως με φόβον και ευλάβεια στηρίζεται στον Κύριον, από τίποτε δεν έχει να φοβηθή και μπροστά σε τίποτε δεν θα τα χάση. Διά τούτο και είναι πραγματικά ευτυχισμένος όποιος φοβείται τον Κύριον. Δικαιολογεί δε ο Σειράχ ως εξής τις απόψεις του αυτές:
«Τίνι επέχει και τις αντιστήριγμα αυτού: Oι οφθαλμοί Κυρίου επί τους αγαπώντας αυτόν υπερασπισμός δυναστείας και στήριγμα Ισχύος, σκέπη από καύσωνος και σκέπη από μεσημβρίας, φυλακή από προσκόμματος και βοήθεια από πτώσεως, ανυψών ψυχήν και φωτίζων οφθαλμούς, ίασις διδούς, ζωήν και ευλογία» (λδ', 15-17).
Σε ποιόν δηλαδή στηρίζεται ο θεοφοβούμενος και ευλαβής άνθρωπος και ποιόν έχει στήριγμα του; Τον Κύριον, του οποίου οι οφθαλμοί στρέφονται πάντοτε προς όσους τον αγαπούν. Και γίνεται σ' αυτούς δυνατός προστάτης και ισχυρός υπερασπιστής και σκέπη, που τους προφυλάσσει από τον καύσωνα και την αφόρητην μεσημβρινή ζέστη του καλοκαιριού και προστασία από πτώσεις και σκοντάμματα και βοήθεια ανορθώσεώς τους, όταν πέσουν. Ο Κύριος ανυψώνει την ζωήν μας. Φωτίζει τους οφθαλμούς της ψυχής μας. Μας δίδει υγεία και ζωήν και ευλογία.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου