Αργά βαδίζει ο Χριστός
Αγιου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Η τραγωδία τής πίστης
Οπως ένα εύγενές φυτό στη μέση τών ζιζανίων αγωνίζεται νά βγει στό φώς, έτσι καί μία ευγενική σκέψη αγωνίζεται γιά τήν έπιβίωσή της καί τήν άνόψωσή της έπάνω άπό τά ζιζάνια τών άγενών σκέψεων,τών χαμηλών καί τών βρόμικων.
Κτσι τελικά αγωνίζεται μέσα μας καί κάθε εόγενική κίνηση τής καρδιάς, άγωνίζεται έναντίων τών παθών, πού τείνουν μέ τό αίμα νά τή βυθίσουν καί νά τήν πνίξουν. Καί τί είναι πίστη, άγαπητά άδέλ-φια, παρά μιά εύγενική σκέψη, πού προκαλεί τίς ευγενικές κινήσεις τής καρδιάς;
Δέν ύπάρχει πιό εύγενική σκέψη άπύ τή σκέψη περί Θεού, ούτε μπορεί νά ύπάρχει πιο εύγενικό αίσθημα άπό έκείνο πού ένας άνθρωπος αίσθάνεται όταν σκέφτεται τόν Θεό. Όμως, όσο μία σκέψη είναι πιό λεπτή καί πιό ευγενική, τόσο είναι πιό δύσκολη ή μάχη της μέ άγαρμπες καί άγενεϊς σκέψεις. Τούτο έπιβεβαιώνεται καί στύν ύλικύ, σωματικό κόσμο. Ένα πιό τρυφερό καί πιό φροντισμένο σώμα πολύ περισσότερο δυσκολεύεται καί ύποφέρει κάτω άπύ άντίξοες συνθήκες ζωής άπ' ό,τι ένα σώμα άγαρμπο καί σκληραγωγημένο μέσα σέ τέτοιες συνθήκες. Ένα πιό τρυφερό λουλούδι νωρίτερα μαραζώνει στήν κουφύβραση καί νωρίτερα παγώνει στήν παγωνιά άπ' ότι ένα φυτό πιό σκληρό καί μέ πιό άνθεκτική ύφή.
Όλες οί κάλλιστες κινήσεις τής ψυχής μας άντιπροσωπεύουν τρυφερά καί εύγενικά λουλούδια, πού μάχονται γιά τύ φώς έπάνω άπό τό σκοτάδι, καί γιά νά ύπερισχύσουν έπάνω άπό τίς σκληρές κινήσεις. Όταν τά καταφέρνουν, ή ψυχή μας τότε άντιπροσωπεύει τύν ούρανύ καί τήν άρμονία, όταν δέν τά καταφέρνουν, ή ψυχή μας άντιπροσωπεύει τήν κόλαση καί τή δυσαρμονία. Έάν ό άνθρωπος κοίταζε βαθιά στήν ψυχή του, θά έβλεπε τήν ϊδια σύγκρουση τοϋ καλού καί τοϋ κακοϋ τήν όποία βλέπει καθημερινά καί στήν άνθρώπινη κοινωνία.
Όταν ή πίστη καταφέρνει νά ύψώνεται πάνω άπ' όλα έκείνα πού τή στενεύουν καί τήν πνίγουν,όπως πνίγουν τά ζιζάνια τό τρυφερό λουλούδι, τότε έκείνη γίνεται οδηγός καί παρηγοριά σέ όλη μας τή ζωή. Τότε, δταν έμεϊς κοιτάξουμε στόν έναστρο ούρανό βλέπουμε έπάνω του μέ φλόγα γραμμένο τό όνομα: Θεός. Καί όταν κοιτάξουμε στή φύση γύρω μας, στούς 'ίδιους τούς έαυτούς μας, σ' όλα τά νεογέννητα καί τά μόλις πεθαμένα, παντού βλέπουμε χαρακωμένο ή ζωγραφισμένο συμβολικά ή γραμμένο αύτό τό 'ίδιο όνομα. Τί είναι έκεΐνο πού συσκοτίζει αύτό τό όνομα μπροστά άπό τά μάτια μας; Τί τό κάνει συχνά δυσδιάκριτο καί άχνό; Ποιό σφουγγάρι τό σβήνει καί ποιά σκιά τό έπισκιάζει;
Έγώ βλέπω έπτά αιτίες, λόγω τών οποίων ή πίστη έξαντλεΐται καί πεθαίνει.
ΊI πρώτη αιτία είναι ότι συνηθίζουμε αύτό τόν κόσμο καί τή ζωή. Όσο μάς φαίνεται καινούργιος καί άσυνήθιστος αύτός ό κόσμος, ή πίστη μας προς τόν Θεό είναι δυνατή. Όμως, τή μέρα έκείνη πού ό κόσμος θά μάς φανεί τελείως παλιός καί τελείως συνηθισμένος, ή πίστη μέσα μας σβήνει. Όσο περισσότερα βιώνουμε,τόσο περισσότερο συνηθίζουμε αύτό τόν κόσμο. Καί όσο περισσότερο συνηθίζουμε,τόσο περισσότερο άπομακρυνόμαστε άπό τή φοβερή καί μεγαλειώδη έντύπωση πού μάς άφησε στήν άρχή ό κόσμος. Όποιος μία φορά άνεβεΐ στίς 'Άλπεις, παραμένει θαμπωμένος άπό τό μοναδικό καί άπροσδόκητο θέαμα. Ένώ όποιος ζήσει δέκα χρόνια στίς Άλπεις, τό θέαμα άπ' αύτές όχι μόνο δέν τόν θαμπώνει, άλλά τού γίνεται βαρετό. Ό άστρονόμος πού πρώτη φορά μαθαίνει γιά τό μέγεθος καί τό πλήθος τών άστρων, γιά τήν άπόσταση μεταξύ τους καί γιά τήν άλάνθαστη ροή τους, παραμένει μεθυσμένος άπό τή γοητεία. Όμως, όταν γιά μερικά χρόνια βλέπει πάντα τό ϊδιο θέαμα μέ τή βοήθεια τών πιό έξελιγμένων μηχανών, θά τού φανούν όλα συνηθισμένα, καί άπό τήν πρωταρχική γοητεία πού ένιωσε δέν θά παραμείνει ούτε σκιά. Πολύ καιρό βλέπουμε τό θέατρο τοϋ κόσμου, καί δέ μπορεί ή παράξενη καί πλούσια παράσταση νά μάς παρέχει φρέσκο ένδιαφέρον έως τό τέλος. Είναι πολύς ό καιρός πού ζούμε, γιά
νά μήν άρχίσουμε νά χασμουριόμαστε άπό άνία. Ένώ άπό άνία χασμουριόντουσαν οί άνθρωποι καί στήν κορυφή τών Άλπεων καί στόν κόλπο τής Νεάπολης καί κάτω άπό τό έναστρο ούράνιο σκέπαστρο τής 'Ινδίας. Όπου όμως κατοικήσει ή πλήξη άπ' αύτό τόν κόσμο, άπό έκεί ή πίστη στόν Θεό φεύγει. Καί άπ' όπου ή πίστη στόν Θεό φεύγει, άπό έκεί φεύγει καί ή ψυχική εύθυμία καί ή ήσυχία.
Οί συνηθισμένοι σ' αύτό τόν κόσμο μοιάζουν με αμάθεις στό βασιλικό τραπέζι. Μέ φόβο καί δέος πλησιάζουν οί άμαθείς στό βασιλικό τραπέζι. Κανένας τους δέν άμφιβάλλει γιά τήν παρουσία του βασιλιά καί γιά τή βασιλική άξιοπρέπεια τοϋ τραπεζιοϋ. Κάθονται- ξεκινούν νά τρώνε καί νά πίνουν όμως άπό το γλυκο φαγητό καί πιοτό σκυτεινιάζουν, καί χάνουν άπό τά μάτια τους καί τό βασιλιά καί τή βασιλική άξιοπρέπεια τοϋ τραπε ζιού. Αρχίζουν νά άρπάζουν φαγητά καί ποτά, νά σπρώχνονται, νά δέρνονται, νά άναποδογυρίζουν, νά φωνάζουν, νά τσακώνονται γιά τήν ίδιοκτησία τοϋ τραπεζιού καί τήν πρωτιά τής θέσης καί στό τέλος χασμουριούνται. Ή φιλοξενία στό βασιλικό παλάτι τούς γίνεται βαρετή. Καί έκείνοι παραπονιοϋνται καί άπελπίζονται. Καί κάνουν τή βασιλική τραπεζαρία ύπνοδωμάτιο καί τό ύπνοδωμάτιο στάβλο. Μέχρι πού όλα νά χάσουν στά μά τια τους τό βασιλικό τους χαρακτήρα καί ή άμάθεια τους νά άρχίσει νά θριαμβεύει παντού, καί οι σκέψεις καί στά λόγια καί στά έργα τών φίλοξενούμενων. Καί ό βασιλιάς-οίκοδεσπότης στέκει καί παρατηρεί καί διατάζει τό τραπέζι νά τό γεμίζουν άσταμάτητα. Ή μεγάλη ψυχή αισθάνεται τήν παρουσία τοϋ βασιλιά καί ντρέπεται γιά τή συμπεριφορά τών άμαθών άδελφών της.
Ή μεγάλη ψυχή αισθάνεται σ' αύτό τόν κόσμο πάντα όπως σέ άγιότατο καί φοβερότατο ναό. Όσο περισσότερο καιρό τέτοια ψυχή στέκει σ' αύτό τό ναό, τόσο ό ναός κατ' έκείνη δέν χάνει τίποτα, άλλά αύξάνεται στήν έξαιρετικότητα καί τή φοβερή μεγαλειότητά του.
Ή δεύτερη αιτία γιά τήν άποδυνάμωση καί τή νέκρωση τής πίστης μέσα μας είναι ή υπερφόρτωση τού πνεύματος μέ πολλές μικρές γνώσεις, όπου ταυτύχρονα άπουσιάζει ή γνώση γνώσεων. Ή γνώση γνώσεων είναι ή γνώση περί Θεοϋ. Οί ύπόλοιπες πολλές καί μικρές γνώσεις άναφέρονται στά έργα τοϋ Θεοϋ, στόν οίκο τής φύσης καί στά έπιπλά του. Ή ποσότητα τής γνώσης στήν έποχή μας είναι μεγαλύτερη άπ' ό,τι σέ κάθε άλλη. Στήν έποχή μας τρέχουν γιά τήν ποσύτητα τής γνώσης. Τήν ποιότητα λίγοι τήν κοιτάζουν. Στό κεφάλι φτιάχνεται τεράστια άποθήκη γνώσεων τής χημείας, τής φυσικής, τής άστρονομίας, τής τεχνολογίας, τής κοινωνιολογίας, τής τεχνικής τοϋ χορού καί τοϋ μαγειρέματος, τοϋ παιξίματος οργάνων καί τοϋ φλέρτ. Πολλά κεφάλια είναι ταυτόχρονα ολόκληρα χημικά έργαστήρια καί ζωολογικά οικοδομήματα καί μουσικά ρεπερτόρια.
Πολλά μυαλά είναι πραγματικές έγκυκλοπιαίδειες. Όμως, γι' αύτό πάλι μέσα στά πολλά μυαλά δέν ύπάρχει θέση γιά τύν Θεό, γιά τη μεγάλη γνώση τών γνώσεων.
Στίς παλιές, άπλές έποχές οί άνθρωποι δεν κατεϊχαν στό πνεύμα τους τόσες πολλές τεχνολογικές άλήθειες, σάν τούς άνθρώπους τής έποχής μας, άλλά ή γνώση τών γνώσεων πάντα ήταν ζωντανή καί πάντα είχε φανερή θέση. Καί στίς νέες, σύνθετες έποχές, οί δυνατοί άνθρωποι δέν κφήνουν νά τούς ύπερφορτώσουν πολλές μικρές γνώσεις καί δέν άφήνουν τίς μικρές γνώσεις νά ι πισκιάσουν τή μεγάλη γνώση.
Σ' αύτούς πού κατανοούν, όλα τά γεγονότα είναι διαφανή, κι έτσι μέσα άπ' όλα τά γεγονότα βλέπουν τό κύριο γεγονός στήν οικουμένη. Οί οξύνοες μέσω τοϋ ένδύματος όλων τών κτισμάτων βλέπουν τήν ούσία καί τήν κύρια κίνηση τών ιψαγμάτων. Ποτέ οί δυνατοί δέν ύπήρξαν δυνα-ι ότεροι,ούτε οί κατανοοϋντες καλύτερα κατανοουντες, άπ' ότι στήν έποχή μας. Άλλά γι' αύτό ποτέ οί άδύνατοι δέν ύπήρξαν άδυνατότεροι ούτε οί κοντόφθαλμοι άκόμα πιό κοντόφθαλμοι ούτε οι ρηχοί ρηχότεροι, παρά καί πάλι στήν έποχή μας.
Στούς δυνατούς, τούς κατανοούντες καί τούς τους έξυπνους ή πίστη στόν Θεό συνέχεια ύψώνεται πάνω άπ' όλες τίς γνώσεις, όλα τά γεγονότα και ολες τίς υποθέσεις, αιωρείται γύρω τους πάντα σάν φωτεινή άτμόσφαιρα γύρω άπό ένα ούράνιο σώμα. Άπ' αύτή τήν άτμόσφαιρα όλα τά γεγονότα λαμβάνουν ζωή καί κίνηση. Χωρίς αύτή τήν άτμόσφαιρα όλα τά γεγονότα παγώνουν καί σκεπάζονται μέ τή σκιά τοϋ θανάτου. "Εχει τύ φεγγάρι άτμόσφαιρα; Δέν είναι τίποτε άκόμα σίγουρα γνωστό, όμως έάν δέν τήν έχει στά σίγουρα, τότε αύτύ μοιάζει μέ γνώση χωρίς πίστη. Υπάρχουν πάνω του μέταλλα καί ιχνοστοιχεία, καί ύψόμετρα καί βαθύπεδα, όμως τίποτε άπ' όλα αύτά δέν άναπνέει. Γι' αύτό καί τό φεγγάρι τραβιέται πίσω άπό ζωντανούς πλανήτες, πού άνα-πνέουν καί ζοϋν,σάν μία λαμπερή νεκρική σαρκοφάγος. Τέτοια είναι καί ή γνώση δίχως πίστη. Καί έκείνη είναι μία νεκρική σαρκοφάγος μέσα μας. Καί όσο είναι ή γνώση μας μεγαλύτερη άλλά δίχως πίστη, τόσο μεγαλύτερος νεκρός κείτεται στήν ψυχή μας: ντυμένος, στολισμένος, εύρύς, πλήν όμως νεκρός. Κάτω άπ' αύτόν τό νεκρό κείτεται καταπιεσμένη καί πνιγμένη ή πίστη. Μετά άπό μάταιη μάχη γιά νά σηκωθεί καί νά τυλίξει τή μεταλλική σαρκοφάγο τής γνώσης μέ τήν άτμο-σφαιρική της φρεσκάδα καί ζωηράδα, μετά άπ' όλες τίς μάταιες ήρωικές προσπάθειες έκείνη κείτεται στή σκιά τοϋ θανάτου. Ή τραγωδία της είναι πλήρης. Όμως, μέσα στήν τραγωδία της είναι καί ή δική μας τραγωδία, τής εύτυχίας μας,της ήρεμίας μας καί τής αισιοδοξίας μας.
Η τρίτη αιτία πού πάσχει καί καταστρέφεται ή πίστη μέσα μας είναι τά άνθρώπινα έργα. Τά έργα μας κονταίνουν τό βλέμμα μας καί έμείς σταματάμε μόνο σ' αύτά καί δέν κοιτάμε πιό πέρα Βλέπουμε τήν έπιστήμη μας,τό έργο τοϋ μυαλού μας, καί κοιτάζοντάς το τά μάτια μας τόσο ύγραίνουν, ώστε γίνονται άνίκανα νά δοΰν ένα εύρύτερο καί φωτεινότερο ορίζοντα. Κοιτάμε τίς μεγάλες πόλεις,έργο τών χεριών μας, καί τά έργα τοϋ Θεοϋ γίνονται άόρατα γιά μάς. Ή κουλτούρα μας κατέχει τά μάτια περισσότερο άπό τή φύση, άφού τή φύση στίς πόλεις σχεδόν δεν τή βλέπουμε. Ό άνθρωπος ώς δημιουργός τών πολιτισμικών δημιουργημάτων μάς φαίνεται ώς ό μόνος δημιουργός μέσα στό σύμπαν. Άπο τά ψηλά σπίτια μας δέν βλέπουμε τό συμπαντικό οπίτι τοϋ Θεοϋ. Άπό τή σκόνη τών άνθρώπινων μυρμηγκοφωλιών μας δέν βλέπουμε τόν ούρανό. Εμείς συχνά μέσα στήν άδικία μας έκτιμοϋμε περισσότερο τό έργο άπ' ό,τι τόν έργολάβο. Κοιτάζουμε μέ θαυμασμό ένα μεσαιωνικό καθεδρικό ναό, καί ταυτόχρονα βλέπουμε μέ περιφρόνηση τούς άνθρώπους. Σάν νά είναι ό καθεδρικός ναός άξιος μεγαλύτερου θαυμασμού άπ' ό,τι οί δημιουργοί του, οί άνθρωποι.
'Εξίσου συχνά κοιτάζουμε μέ θαυμασμό τή φύση, άλλά το δημιουργό της ούτε πού τόν θυμόμαστέ. Σάν νά είναι ή ύλη άξιότερη άπό τό δημιουργό της! 'Ή κοιτάμε τόν άνθρωπο μέσα στό ρόλο του σ' αύτό τόν κόσμο καί τόν θαυμάζουμε περισσότερο άπ' ό,τι 'Εκείνον πού τύν έβαλε α αύτύ τό ρόλο. Άπ' αυτήν τήν πλάνη προέρχεται ή φοβερή τραγωδία τής πίστης στίς ψυχές μας.
Ή πίστη είναι πάντα μιά αύστηρή παρατήρη ση τού δημιουργού πίσω άπό τό δημιούργημα καί τού έργολάβου πίσω άπύ τύ έργο. Ή πίστη κρατά πάντα τήν άπόλυτη άξία γιά κάτι άκριβότερο άπ' όλα έκείνα πού τά μάτια μπορούν νά δούν, τά αύτιά νά ακούσουν καί τά άνθρώπινα χέρια νά φτιάξουν. Γι' αύτό τό λόγο ή πίστη στέκει σέ άντι-παλότητα μ' όλες τίς δυνάμεις αύτού τοϋ κόσμου, πού θέλουν νά προσθέσουν στο σχετικό τήν άξία τοϋ άπόλυτου. Ή μέγιστη καί ή φοβερότατη τραγωδία τής ζωής γεννάται έκεί όπου, νικημένη ή πίστη, πεθαίνει.
Ώς τέταρτη αιτία τής τραγωδίας τής πίστης σέ πολλούς έγώ τονίζω τίς πλάνες τών
έκπροσώπων της πίστης. Ό καθένας έκτιμά τό σπόρο κατά τόν καρπό. Έάν ό καρπός είναι πικρός,ποιός μπορεί να αγαπήσει τό σπόρο; Ό κάλλιστος καρπός της πίστης πρέπει νά είναι έκείνοι οί όποιοι βάλανε τόν έαυτό τους έξολοκλήρου στήν υπηρεσία τής πίστης.
Η πίστη είναι σπόρος, ό άνθρωπος άγρός. όταν σπείρετε ϊδια σπορά σέ διαφορετικούς αγρους, διαφορετικούς καρπούς θά φέρει.
Η πίστη είναι σπόρος, ό ιερέας είναι άνθρωπος. Πώς ό ίδιος σπόρος στή διαφορετική γή θα δώσει ίδιους καρπούς; Όντως,ό καθένας περιμένει ό ιερέας
μίας πίστης νά είναι ό κάλλιστος καρπός αύτής τής πίστης, καί κατά τόν καρπό έκτιμά καί τόν σπόρο. Όμως, όλος ό κόσμος μπορεί νά γελαστεί σέ μία τέτοια έκτίμηση. Άφοϋ ύπάρχουν περιπτώσεις όπου ό ιερέας είναι ό χείριστος καρπός έκείνης τής πίστης τήν όποία ύπηρετεί. Από τόν 'ίδιο σπόρο φυτρώνει σ' έναν άγρό τό λουλούδι, ένώ στόν άλλο ζιζάνιο. Πρέπει νά εκτιμάται ό σπόρος κατά τόν κάλλιστο καί όχι κατά τό χείριστο καρπό πού μπορεί νά δώσει. Οταν ό κάλλιστος σπόρος πέσει στά άγκάθια,τά αγκάθια τόν πνίγουν. Μόνο ό καλός σπόρος στήν καλή γή άποδίδει, κατά τά λόγια τοϋ ωτήρα,εκατονταπλάσιο καρπό καί καλό καρπό.
Ή χριστιανική πίστη, σπαρμένη στόν καλό αγρό, δίνει τούς κάλλιστους καρπούς τούς όποιους μπορεί ή πίστη νά δώσει. Όμως,ή χριστιανική πίστη σπάρ-θηκε καί στά άγκάθια καί στίς πέτρες, στά ζιζάνια καί στό δρόμο, όπου δέν φυτρώνει ή έάν φυτρώνει δέν μεγαλώνει ή έάν μεγαλώνει δέν φέρνει καρπό ή φέρνει πικρό καρπό. Έδωσε άνθρώπους μεγάλους κατά τό χαρακτήρα, Τιτάνες στήν άρετή καί στό νού, όμως βρίσκεται καί σάν μπόλιασμα πού δέν έπιασε στά πολλά στυφά καί άγκαθωτά δέντρα. Είναι τό πεταμένο μαργαριτάρι μπροστά στούς άνθρώπους καί στά γουρούνια. Οί άνθρωποι μάζεψαν τό μαργαριτάρι καί τό φύλαξαν μ' όλη τή λάμψη του. Τά γουρούνια άνακάτεψαν τά μαργαριτάρι μέ τό καλαμπόκι,τό καλαμπόκι τό έφαγαν, ένώ τό μαργαριτάρι τό ποδοπάτησαν μέσα στή λάσπη καί μέ τή μουσού δα τό έριξαν μακριά τους σάν πράγμα πού δέν τρώγεται. Είναι άφρονες έκείνοι πού ποδοπατούν τύ μαργαριτάρι μέσα στή λάσπη, όμως είναι άκό μα πιό άφρονες έκείνοι πού βλέπουν τό μαργαρι τάρι μπροστά στά γουρούνια, λερωμένο στή λάσπη, καί νομίζουν ότι αύτό είναι άμμος καί όχι μαργαριτάρι. Κάθε έπάγγελμα έχει τούς Ίούδες του. Κάθε δουλειά έχει αύτούς πού τήν ντροπιάζουν.
Όμως, πολλοί δέν συλλογίζονται έτσι. Πολλοί βλέπουν έναν άθεο ιερέα καί ή πίστη μέσα τους νεκρώνεται. Πολλοί βλέπουν έναν κυνικό έξομολόγο καί ή πίστη μέσα τους αιωρείται σάν φλόγα τού κεριού μπροστά στόν άνεμο. Πολλοί άκούν γιά τήν άθεη συμπεριφορά ύψηλών χριστιανικών κπροσώπων καί ή αιωρούμενη φλόγα τής πίστης υτήν ψυχή τους νεκρώνεται. Καί δταν στή μάχη μέ τόν κρύο άνεμο σβήσει αύτή ή φλόγα, ή τραγωδία τής πίστης είναι πλήρης.
Τήν πέμπτη αιτία συνιστούν ή ψευδοεπιστήμη καί ή ψευδοθεολογία. Ή ψευδοεπιστήμη δημαγωγία έναντίον τής πίστης, ή ψευδοθεολογία δημαγωγεί έναντίον τής έπιστήμης. Ή ψευδοεπιστήμη παίρνει τίς χείριστες καί πρωτογενείς μορφές τής πίστης, αύτές τονίζει σάν πίστη γενικώς, αύτές Κριτικάρει καί αύτές άρνεϊται. Ή ψευδοθεολογία πάλι έχει μάτια μόνο γιά καταχρήσεις τών έπιστημονικών έφευρέσεων καί άνακαλύψεων,γενι-χι ύει αύτές τίς καταχρήσεις
καί άρνεϊται τήν έπιστήμη. Τον τελευταίο αιώνα έξελίχθηκαν σημαντικά οί φυσικές καί οί τεχνολογικές έπιστήμες. Οι σοβαροί άνθρωποι αύτό τό χρησιμοποίησαν γιά εμβάθυνση. ένώ οί γραφικοί γιά νά κάνουν πιό ρηχή τή ζωή. Λόγω αύτού τοϋ πλουτισμού της επιστήμης οί σοβαροί έγιναν σοβαρότεροι, ένώ οί γραφικοί γραφικότεροι. Οί σοβαροί δέν βλέπουν τήν αλήθεια διπλή, μία στήν έπιστήμη, μία δεύτερη στήν πίστη, άλλά αισθάνονται άρμονία μεταξύ τοϋ ένός καί τοϋ άλλου. Οί γραφικοί άπολαμ-βάνουν τίς περιττές φιλονικίες, καί τονίζοντας πάντα τήν αύθάδεια μπροστά στή λογική σκέψη, δημιουργούν άξία γιά τόν έαυτό τους άπό τό ότι μέ τήν έπιστήμη άντιλέγουν στήν πίστη ή, άντίθε-τα, μέ τήν πίστη άντιλέγουν στήν έπιστήμη.
Ή υγιής πίστη δέν άντιλέγει ποτέ πρός τήν πραγματική έπιστήμη ούτε ή πραγματική έπιστήμη άρνεϊται τήν ύγιή πίστη. Μόνο οί άρρωστημένες μορφές καί τοϋ ένός καί τοϋ άλλου είναι ύπερβολικές καί άκραϊες. Ή πίστη μου στόν Θεό δέν μέ έμποδίζει στό νά άναγνωρίσω καί νά υιοθετήσω όλη τήν πραγματική έπιστήμη άπό τό άλφα έως τό ώμέγα. Ή έπιστήμη μου όμως λαμβάνει σέ διαύγεια καί πληρότητα καί όρμή, έάν τή φωτίσω καί τή ζεστάνω μέ ύγιή πίστη. Νά ξέρετε ότι όταν ένας έπιστήμονας ξεσηκώνεται έναντίον τής πίστης έν ονόματι τής έπιστήμης, αύτός ξεσηκώνεται έναντίον τής χείριστης μορφής τής πίστης έν ονόματι τής κάλλιστης έπιστήμης. Καί όταν ένας θεολόγος ξεσηκώνεται έναντίον τής έπιστήμης έν ονόματι τής πίστης, αύτός ξεσηκώνεται ένάντια στή μέγιστη κατάχρηση καί μέγιστη έπιζήμια μορφή τής έπιστήμης έν ονόματι τής κάλλιστης πίστης. Ή κάλλιστη έπιστήμη όμως στέκει στήν τέλεια άρμονία μέ τήν κάλλιστη πίστη. Ένώ οί κάλλιστοι ποτέ δέν φιλονικούν, οί κάλλιστοι καταλαβαίνονται καί άγαπιούνται. Οί μικροί φιλονικούν καί τρώγονται, καί ήδονίζονται μέ τή φιλονικία καί τίς τριβές. Όμως,ή φιλονικία καί οί τριβές τής ψευδοπίστης καί τής ψευδοεπιστήμης ταλαντεύουν πολλές άπλές ψυχές στήν πίστη. Καί όταν ταλαντευτεί, ή πίστη τους άγωνίζεται γιά έπιβίωση. Καί συχνά ό άγώνας τελειώνει μέ ήττα τής πίστης. Ή ήττα τής πίστης σημειώνει τό θρίαμβο τοϋ σκότους καί τής κακίας μέσα στούς άνθρώπους.
Ή έκτη αιτία λόγω τής όποιας ή πίστη μέσα στούς άνθρώπους ύπομένει ήττα είναι ή κοινωνική άδικία. 'Ένας άνθρωπος κοιτάζει τόν ούράνιο θόλο στολισμένο μέ πύρινα φώτα καί ή πίστη του λάμπει καί τόν ζεσταίνει σάν φλόγα. Όταν όμως κοιτάζει καί τήν άδικία,πού πράττει ένας άνθρωπος στόν άλλον ή πίστη του μουδιάζει σάν φλόγα κάτω άπό τή νεροποντή. Κάποια κόμματα τών έργατών στόν κόσμο, διαμαρτυρόμενα έναντίον τής άδικης μοιρασιάς τοϋ πλούτου στή γή, βρίσκουν αναγκαίο νά διαμαρτύρονται καί έναντίον τής πίστης. Τούτη ή διαμαρτυρία τών έργατών ένάντια στήν πίστη μέχρι ένός σημείου είναι καί
δικαιολογημένη. Είναι δικαιολογημένη τάσο όσο άναφέρεται σέ διαστρεβλωμένες μορφές τής πίστης, πού έβαλαν τόν έαυτό τους στήν ταπεινή υπηρεσία τοϋ καπιταλισμού καί οί όποιες στηρίζουν μία οφθαλμοφανή οικονομική άδικία, κάτω άπό τήν όποία άναστενάζουν καί πεθαίνουν χιλιάδες καί έκατομμύρια άνθρώπων. Όμως, αύτή ή διαμαρτυρία όχι μόνο είναι άδικαιολόγητη άλλά καί άνόητη όταν άναφέρεται στήν πίστη γενικώς. Είναι άδικαιολόγητη, έπειδή είναι άδικη, καί άνόητη, έπειδή μ' αύτήν άπό τόν καλύτερο φίλο δημιουργείται έχθρός. Ό καλύτερος φίλος τών φτωχών καί τών καταπιεσμένων σ' αύτό τόν κόσμο είναι ή πίστη. 'Εάν οί φτωχοί καί οί καταπιεσμένοι σ' αύτό τόν κόσμο θέλουν νά κάνουν έναν έπιτυχημένο άγώνα έναντίον τών καταπιεστών τους, πρέπει νά τόν κάνουν στό όνομα τοϋ Θεοϋ καί τής δικαιοσύνης τού Θεοϋ. Ένα πράγμα είναι μεγάλο καί μεγαλειώδες, δταν ό Θεός είναι ή βάση του. Νά έπικαλοϋνται τήν άδελφοσύνη καί τήν άνθρωπιά,χωρίς νά πιστεύουν στόν Θεό, μπορούν μύνο έκείνοι, πού είναι πλανημένοι ή έκείνοι στούς όποιους δέν ύπάρχει καμία συσχέτιση μεταξύ τοϋ μυαλού καί τής γλώσσας. Γιά μήν πιστεύεις στή δικαιοσύνη τοϋ σύμπαντος καί νά ζητάς τή γήινη δικαιοσύνη είναι τό 'ίδιο μέ to νά μήν πιστεύεις, ότι ό ήλιος μπορεί νά φωτίσει τή γή καί νά ζητάς νά τή φωτίσει μία άπλή πέτρα.
Ή κοινωνική άδικία μάς στενοχωρεί όλους καί μας πονά καί μάς ρίχνει σέ σκοτεινές σκέψεις καί κατατρώγει τήν αισιοδοξία μας καί θολώνει τό βλέμμα μας πρός τόν ούρανό. Καί μόνο ή σκέψη της κοινωνικής άδικίας, κάτω άπό τήν όποία μιά ανθρώπινη ζωή ύποφέρει, μπορεί νά έχει τήν ι νέργεια τοϋ άνέμου τής έρήμου, πού όλα μπροστά του τά μαραζώνει. Μπροστά άπό τούτο τόν άνεμο τής έρήμου μαραζώνεται καί ή πίστη μας. ()πως τό πράσινο χόρτο πού κάτω άπό τό δρεπάνι τήν ώρα τού θερισμού ξεραίνεται καί μαυρίζει, έτσι καί ή πίστη μας μπροστά άπό τό γεγονός τής κοινωνικής άδικίας άπλώνεται στό νεκροκρέβατο καί πεθαίνει.
Γ'ιατί έκείνος πού δουλεύει νά πεθάνει άπό τήν πείνα; Γιατί ή ζωή πολλών νά είναι ένα παρατεταμένο μαρτύριο, ένώ ή ζωή μερικών μιά παρατεταμένη γιορτή; Γιατί νά ύποφέρει ό δίκαιος; Γιατί ΰ σοφός νά είναι παραγκωνισμένος καί ταπεινωμένος μπροστά στόν άνόητο; Γιατί αυτός πού πράτει τό άγαθό νά βιώνει άχαριστία; Γιατί ό ταπεινόφρων νά ζει πάντα στη σκιά τοϋ υπερήφανου; Γιατί ή άσωτία νά έχει τόσο εύρείες καί λαμπερές κατοικίες, ένώ ή αρετή νά δυσκολεύεται πάντα μέσα στά έργαστήρια τών μαραγκών τής Ναζαρέτ καί στά στενά κελιά; Γιατί τόν ήρωα νά τόν σπρώχνουν μέ τούς άγκώνες τους οί φοβητσιάρηδες πίσω, άφοϋ ή θέση του είναι μπροστά; Γιατί όλα αύτά,έάν ύπάρχει ό δίκαιος Θεός;
Κάτω άπό τό βάρος τούτων τών έρωτήσεων τό ψυχικό θάρρος πολλών ξεπέφτει, καί όπου δέν ύπάρχει θάρρος, δέν ύπάρχει ούτε ή πίστη. Όταν ξεπέφτει τό θάρρος, ξεπέφτει καί ή πίστη, όταν τό θάρρος πεθάνει,πεθαίνει καί ή πίστη. Τό θάρρος καί ή πίστη πάντα θάβονται στόν'ίδιο τάφο.
Ή έβδομη αιτία τής νέκρωσης τής πίστης μέσα μας είναι ή εύτυχία. Μόνο μεγάλες καί δυνατές ψυχές στέκουν καί στήν εύτυχία μέ πρόσωπο στραμμένο πρός τόν Θεό. Στίς άδαεΐς ψυχές ή εύτυχία είναι ή ύψιστη θεύτητα τήν όποία έκείνες προσκυνούν. Μόνο οί άδαείς ψυχές στήν εύτυχία είναι άθεες. Άλλά στή δυστυχία κανείς δέν είναι πιό εύσεβής άπ' αύτές. Όμως, καί κάποια καλύτερη ψυχή ξεχνιέται στήν εύτυχία. Κάποιοι καλοί άνθρωποι τόσο άλλάζουν στήν εύτυχία, ώστε οί φίλοι τους δέν μπορούν νά τούς άναγνωρίσουν.
Ενας χαρούμενος άνθρωπος κερδίζει στό λαχείο πολλά χρήματα καί γίνεται ξαφνικά θλιμμένος καί έκκεντρικός. Μιά φτωχή κοπέλα παντρεύεται έναν άριστοκράτη καί γίνεται υπερήφανη καί περιφρονεί τίς παλιές φίλες της. Ένας άγαπητός φίλος παίρνει θέση στήν έξουσία καί τρελαίνεται.
Εναν καλλιτέχνη ή δόξα τόν κάνει τσαρλατάνο. Εκείνο πού μέ τή θνητή γλώσσα ονομάζεται εύτυχία , συχνά γίνεται ή μέγιστη δυστυχία τών άνθρώπων. Ή γήινη εύτυχία σέ πολλούς παίρνει τά μυαλά καί σκληραίνει τήν καρδιά. 'Άραγε μπορεί νά ύπάρχει μεγαλύτερη δυστυχία άπ' αύτή τήν «εύτυχία»;Πρέπει νά έχουμε θάρρος στήν εύτυχία, όπως καί στή δυστυχία. Χρειάζεται θάρρος γιά νά μήν παραδοθείς ούτε στήν εύτυχία ούτε στή δυστυχία. Σ' όποιον ή εύτυχία γίνει είδωλο, σ' αύτόν ό Θεός σταματά νά είναι Θεός. Όποιος λιβανίζει τήν εύτυχία τή δική του -άδιαφορώντας γιά τήν εύτυχία τών άλλων- μέ θυμίαμα καί λιβάνι , τούτος δέν προσφέρει θυσία στόν Θεό. Όποιος νομίζει ότι τά άκρα τοϋ κόσμου βρίσκονται στόν ορίζοντα τής εύτυχίας του,τούτος άγκαλιάζει μέ τά χέρια του μία ψευδαίσθηση άπύ καπνό. Όποιος μπορεί νά γιορτάζει τήν εύτυχία του έκτός Θεοϋ καί χωρίς Θεό, τούτος βιώνει τή σιωπή πρίν άπό τήν καταστροφή καί γελά μέ γέλιο πού θά παγώσει. Διότι όσο ή εύτυχία κατοικεί ο έναν οικο, τόσο ή δυστυχία στέκει μπροστά στήν πόρτα καί περιμένει τή σειρά της. Δέν ύπάρχει οίκος στόν κόσμο στόν όποιο ή δυστυχία δέν θά εισχωρήσει καί δέ θά δείξει τό άποκαλυμμένο της πρόσωπο.
Αύτές οί επτά αιτίες είναι ικανές, μόνες ή μαζί, νά προκαλέσουν τήν τραγωδία τής πίστης. Όταν έπτά θάμνοι άπό άγκάθια φυτρώσουν γύρω άπύ ένα εύγενικό κρίνο καί πλέξουν τά κλαριά τους πάνω άπ' αύτό, έτσι ώστε νά τοϋ κρύψουν τύν ήλιο καί νά τοϋ δηλητηριάσουν τύν άέρα,τότε ό εύγενικύς κρίνος σαπίζει στήν ύγρασία καί πνίγεται στύ σκοτάδι. Καί ό Θεός άπό τόν ούρανύ βλέπει πώς πολλοί όμορφοι
κρίνοι σαπίζουν καί πνίγονται στή γή. Καί ό Θεός άπό ψηλά βλέπει,πώς πολλές ψυχές μετατρέπονται σέ άγκάθια χωρίς κρίνους. Ό Θεός,όντως, καί τά άγκάθια χρησιμοποιεί γιά καλό. όμως άλίμονο σ' εκείνον πού είναι άπό άγκάθια. Άλίμονο, πρώτα, σ' αύτόν, καί άλίμονο, τότε, σ' έκείνους γύρω του. Ή ζωή δίχως πίστη είναι ή πιό σκοτεινή άπ' όλες τίς τραγωδίες. Μπροστά σ' αύτή τήν τραγωδία ή τραγωδία τού Γολγοθά είναι φωτεινή. Εκείνος πού μέ ζωντανή πίστη στήν ψυχή ύποφέρει καί καταστρέφεται. άκόμα καί πάνω στό σταυρό τοϋ μαρτυρίου του, μοιάζει μέ ναυτικό στή φουρτουνιασμένη θάλασσα , πού μέσα άπό τά πάθη καί τό σκοτάδι βλέπει βορινό άστέρα, όπότε δέν χάνει τόν προσανατολισμό του. Εκείνος πού δίχως πίστη ύποφέρει καί καταστρέφεται μοιάζει μέ ναυτικό σέ φουρτουνιασμένη θάλασσα,πού δέν βλέπει ούτε μιά άκτίνα φωτός στό σκοτάδι, ούτε στόν έαυτό του, ούτε γύρω του· καταπονεί τά μάτια του γιά νά δει, όμως, όσο περισσότερο τά καταπονεί, τόσο τοϋ φαίνεται τύ σκοτάδι όλο καί πιό πυκνό καί μαύρο· κουράζει τό λαιμό του γιά νά φωνάξει, όμως ούτε ό'ίδιος δέν είναι σέ θέση νά άκούσει τή φωνή του άπύ τό φοβερό θόρυβο γύρω του. Ή άπελπισία τοϋ άπιστου είναι τό πιό φρικτό γεγονός σ' όλους τούς καιρούς. Τούτη ή άπελπισία κρύβεται μέ κυνισμό, ώστε δέν είναι ορατή γιά κάθε μάτι. Έάν όλοι οί ύγιεΐς άπιστοι ήξεραν τίς ομολογίες όλων τών άπιστων πού ξεψυχούν, στό νεκροκρέβατο, θά είχαν βιαστεί όλοι νά ξεριζώσουν τά ζιζάνια καί τά άγκάθια άπό τήν ψυχή τους καί νά άφήσουν τόν πιεσμένο κρίνο νά σηκωθεί καί νά άναπτυχθεί καί νά δημιουργήσει χαρά στήν ψυχή τους καί νά τής δώσει χρώμα καί εύω-διά. Χωρίς τή χαρά, οί άπιστες ψυχές είναι καί άχρωμες καί δίχως εύωδιά. Οί κρυσταλλωμένες πέτρες είναι πιό άγαπητές στό βλέμμα άπό τίς ψυχές αύτές. Καί κάθε πέτρα είναι πιό άξια συλλυπητηρίων άπό τέτοιες ψυχές. Τί είδους μεγάλα σχέδια ονειρεύεται ό άπιστος; Είναι ψεύτικα τά σχέδιά του· αύτός πρέπει καμιά φορά μές στή νύχτα νά ομολογήσει στόν έαυτό του ότι τά σχέδιά του είναι ψέμα. Μπροστά στούς άλλους άνθρώπους ϊσως καί νά βάζει μάσκα γι' αύτό τό ψέμα, όμως μπροστά στόν'ίδιο τόν έαυτό του όχι. Όλα τά μεγάλα σχέδια, ε'ίτε προσωπικά ή έθνικά ή πανανθρώπινα, έάν δέν βασίζονται στό γρανιτένιο θεμέλιο τής πίστης, βασίζονται σέ θεμέλιο άπό κερί. Ζεσταίνει ό ήλιος,τό κερί λιώνει καί ό μεγάλος πύργος καταρρέει στή γή.
Δώσε μας, Θεέ, λογικό, ώστε ό ,τι χτίζουμε έπάνω στήν πίστη, σέ Σένα νά τό χτίζουμε. Αφού ή πίστη σέ Σένα, είναι θάρρος γιά χτίσιμο καί φώς στο ταξίδι. Δώσε μας τύ φώς Σου στό ταξίδι μας σ' αύτό τόν κόσμο. Κάθε άλλο φώς έκτός άπό 'Εσένα μπερδεύει τίς σκέψεις μας καί παγώνει τίς καρδιές μας. Πηγή ζεστού καί ζωοδόχου φωτός, μήν έγκαταλείψεις έμάς, τούς κουρασμένους καί διψασμένους ταξιδιώτες. 'Εσύ πού άνασταίνεις τά νεκρά σώματα καί τίς νεκρές ψυχές, ρίξε ένα βλέμμα καί στό δικό μας νεκροταφείο. 'Άς καούν άπό τό βλέμμα
σου όλα τά θανατηφόρα καί σκοταδοφόρα ζιζάνια μέσα μας καί άς άναστηθεί ή ζωοφόρος πίστη σέ Σένα. Ώστε νά είμαστε καί έμεϊς άξιοι έργάτες στό μεγάλο έργαστήριό Σου καί άξιοι καλεσμένοι στό μεγάλο τραπέζι Σου σ' αύτόν τόν κόσμο· καί νά είμαστε άξιοι τοϋ ονόματος Σου, Δημιουργέ μας, ύπερήφανοι γιά τήν πατρότητά Σου,Πατέρα μας. Αμήν.
Πρώτη εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
Αργά βαδίζει ο Χριστός
Αγιου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Η επεξεργασία, επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου