Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτου
Αόρατος Πόλεμος
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Θ´.
Πῶς πρέπει νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη καὶ τὴν περιέργεια.
Καθὼς εἶναι ἀνάγκη νὰ φυλᾶμε τὸ νοῦ μας ἀπὸ τὴν ἀγνωσία, ὅπως εἴπαμε πρίν, ἔτσι παρομοίως εἶναι ἀνάγκη νὰ τὸν φυλᾶμε ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν πολυπραγμοσύνη, τὴν ἀντίθετή της ἀγνωσίας. Γιατὶ, ἀφοῦ τὸν γεμίσουμε ἀπὸ πολλοὺς λογισμοὺς μάταιους καὶ ἄτακτους καὶ βλαπτικούς, τὸν κάνουμε ἀδύνατο καὶ δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβη ἐκεῖνο ποὺ ταιριάζει στὴν ἀληθινὴ ἀπονέκρωσί μας καὶ τελειότητα. Γι᾿ αὐτό, πρέπει νὰ εἶσαι σὰν πεθαμένος ἐντελῶς, σὲ κάθε ἔρευνα τῶν ἐπιγείων πραγμάτων, τὰ ὁποῖα, ἂν καὶ μπορεῖ νὰ ἐπιτρέπωνται, δὲν εἶναι ὅμως καὶ ἀναγκαία. Καὶ μαζεύοντας πάντα τὸ νοῦ σου, ὅσο μπορεῖς μέσα στὸν ἑαυτό σου, κάνε τὸν ἀμαθῆ ἀπὸ τὰ πράγματα ὅλου τοῦ κόσμου τὰ πράγματα.
Τὰ μηνύματα, οἱ καινούργιες εἰδήσεις καὶ ὅλες οἱ μεταβολὲς καὶ οἱ ἀλλοιώσεις, μικρὲς καὶ μεγάλες του κόσμου καὶ τῶν βασιλείων, ἂς εἶναι γιὰ σένα τέτοιου εἴδους, σὰν νὰ μὴν ὑπάρχουν καθόλου (15). Ἀλλὰ καὶ ἂν σοῦ προσφέρωνται ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἐναντιώσου σὲ αὐτά, ἀπομάκρυνέ τα ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ τὴ φαντασία σου. Ἂς εἶσαι δὲ προσεκτικὸς ἐραστὴς στὸ νὰ καταλάβης τὰ πνευματικὰ καὶ τὰ οὐράνια, μὴ θέλοντας νὰ γνωρίζῃς ἄλλο μάθημα στὸν κόσμο, παρὰ τὸν Ἐσταυρωμένο καὶ τὴ ζωή του καὶ τὸν θάνατο καὶ τὸ τί ζητάει αὐτὸς ἀπὸ σένα· καὶ βέβαια θὰ εὐχαριστήσῃς πολὺ τὸν Θεόν, ὁ ὁποῖος ἔχει γιὰ ἐκλεκτοὺς καὶ ἀγαπημένους του ἐκείνους ποὺ τὸν ἀγαποῦν καὶ φροντίζουν νὰ κάνουν τὸ θέλημά του.
Ἐπειδή, κάθε ἄλλο ζήτημα καὶ ἔρευνα, εἶναι ἐγωισμὸς καὶ ὑπερηφάνεια, δεσμὰ καὶ παγίδες τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος σὰν πανοῦργος, βλέποντας ὅτι ἡ θέλησις ἐκείνων ποὺ προσέχουν στὴν πνευματικὴ ζωὴ εἶναι δυνατὴ καὶ ἰσχυρή, γυρεύει νὰ νικήσῃ τὸ νοῦ τους μὲ τέτοιες περιέργειες, γιὰ νὰ κυριεύσῃ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο. Ὁπότε, συνηθίζει πολλὲς φορὲς νὰ τοὺς δίνη σκέψεις δῆθεν ὑψηλές, λεπτὲς καὶ περίεργες καὶ μάλιστα στοὺς εὔστροφους στὸ νοῦ καὶ σὲ ἐκείνους ποὺ εἶναι εὔκολοι νὰ ὑψηλοφρονήσουν.
Γιατὶ αὐτοὶ αἰχμαλωτισμένοι ἀπὸ τὴν ἡδονὴ καὶ τὴ συνομιλία ἐκείνων τῶν ὑψηλῶν σκέψεων, στὶς ὁποῖες νομίζουν ψεύτικα ὅτι ἀπολαμβάνουν τὸν Θεό, ξεχνοῦν νὰ καθαρίσουν τὴν καρδιά τους καὶ νὰ προσέχουν στὴν ταπεινὴ γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ τους καὶ στὴν ἀληθινὴ ἀπονέκρωσι· καὶ ἔτσι ἀφοῦ δεθοῦν μὲ τὸ δεσμὸ τῆς ὑπερηφάνειας, γίνονται εἴδωλο τοῦ ἴδιου τοῦ νοῦ τους· καὶ στὴ συνέχεια, λίγο λίγο, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουν, φθάνουν νὰ λογαριάσουν, ὅτι δὲν ἔχουν ἀνάγκη πλέον ἀπὸ τὴν συμβουλὴ καὶ τὴ νουθεσία τῶν ἄλλων, ἐπειδὴ συνήθισαν νὰ προστρέχουν σὲ κάθε τους ἀνάγκη στὸ εἴδωλο τῆς δικῆς τους κρίσεως· πρᾶγμα, ποὺ εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνο καὶ δύσκολο νὰ ἰατρευθῇ· διότι ἡ ὑπερηφάνεια τοῦ νοῦ εἶναι πλέον περισσότερο ἐπικίνδυνη ἀπὸ ἐκείνη τῆς θελήσεως.
Ἐπειδή, ἡ μὲν ὑπερηφάνεια τῆς θελήσεως, ὄντας φανερὴ στὸ νοῦ, εὔκολα θὰ μπορῇ καμιὰ φορὰ νὰ ἰατρευθῇ, ὑποτασσόμενη σ᾿ ἐκεῖνο ποὺ πρέπει. Ὁ νοῦς ὅμως ὅταν ἔχῃ σταθερὴ γνώμη ὅτι ἡ κρίσις του εἶναι καλύτερη ἀπὸ τῶν ἄλλων, ἀπὸ ποιόν θὰ μπορῇ νὰ ἰατρευθῇ καὶ πῶς νὰ ὑποταχθῆ στὴν κρίσι τῶν ἄλλων, ἐκεῖνος ποὺ δὲν τὴν ἔχει τόσον καλὴ σὰν τὴν δική του; Ἂν ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ νοῦς, μὲ τὸν ὁποῖο ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ γνωρίσῃ καὶ νὰ καθαρίσῃ τὴν ὑπερηφάνεια τῆς θελήσεως, εἶναι ὁ ἴδιος ἀσθενής, τυφλὸς καὶ γεμάτος ἀπὸ ὑπερηφάνεια, ποιός ἔπειτα μπορεῖ νὰ τὸν γιατρέψει; καὶ ἂν τὸ φῶς εἶναι σκοτάδι καὶ ὁ κανόνας εἶναι λάθος, πῶς θέλει νὰ φωτίσῃ ἢ νὰ διορθώσῃ τὰ ἄλλα; Γι᾿ αὐτὸ πρέπει νὰ ἀντισταθῇς τὸ γρηγορώτερο σὲ αὐτὴ τὴν ἐπικίνδυνη ὑπερηφάνεια τοῦ μυαλοῦ, προτοῦ νὰ διαπεράση μέσα στὸ νοῦ τῶν κοκκάλων σου καὶ ἀντιστεκόμενος, βάλε χαλινάρι στὴν ὀξύτητα τοῦ νοῦ σου καὶ ὑπόβαλε τὴ δική σου γνώμη στὴ γνώμη τῶν ἄλλων καὶ γίνε ἀνόητος γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ θὰ εἶσαι σοφώτερος ἀπὸ τὸν Σολομώντα· «Ὅποιος νομίζει ὅτι εἶναι σοφὸς μὲ τὰ μέτρα αὐτοῦ ἐδῶ τοῦ αἰῶνα, ἂς γίνῃ μωρός, γιὰ νὰ γίνῃ πραγματικὰ σοφός» (Α´ Κορινθ. 3,10).
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
15. Γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ μέγας Βασίλειος προστάζει, νὰ εἶναι σὲ μᾶς, σὰν μιὰ πικρὴ γεῦσι ὅλα τὰ κοσμικὰ διηγήματα· «ἤτω σοι πικρὰ γεῦσις, ἡ τῶν κοσμικῶν διηγημάτων ἀκρόαση, κηρία δὲ μέλιτος, τὰ τῶν ὁσίων ἀνδρῶν διηγήματα» (Λόγ. ἀσκητικ. περὶ ἀποταγ.)ʺ καὶ ὁ προφήτης Δαβίδ, λέει· «Διηγήσαντό μοι παράνομοι ἀδολεσχίας, ἀλλ᾿ οὐχ ὡς ὁ νόμος σου Κύριε» (Ψαλμ. ριη᾿ 85).
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Ι´.
Πῶς πρέπει νὰ ἐξασκοῦμε τὴ θέλησί μας γιὰ νὰ θέλῃ σὲ ὅλες μας τὶς ἐσωτερικὲς καὶ ἐξωτερικὲς πράξεις, ὡς τελειωτικὸ σκοπὸ μόνο τὴν εὐχαρίστησι τοῦ Θεοῦ.
Πέρα ἀπὸ τὴν ἐκγύμνασι τοῦ νοῦ σου πρέπει νὰ κυβερνήσῃς καὶ τὴν θέλησί σου μὲ τέτοιο τρόπο, ποὺ νὰ μὴν τὴν ἀφήσῃς νὰ στρέφεται πρὸς τὶς ἐπιθυμίες της, καὶ ἡ ὁποία πρέπει νὰ γίνῃ ὅλη ἕνα μὲ τὴν θέλησι τοῦ Θεοῦ. Καὶ σκέψου καλὰ ὅτι δὲν εἶναι ἀρκετό σε σένα αὐτὸ μόνο, τὸ νὰ θέλῃς καὶ νὰ ζητᾷς ἐκεῖνα ποὺ ἀρέσουν στὸν Θεό, ἀλλὰ ἐπιπλέον ἀκόμη, καὶ τὸ νὰ θέλῃς, ὡς κινούμενος ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ γιὰ μόνο τὸ τέλος, νὰ ἀρέσῃς σ᾿ αὐτὸν καθαρά. Γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό, ἔχουμε μεγαλύτερη φιλονεικία μὲ τὴ φύσι, παρὰ γιὰ ὅλα τὰ παραπάνω ποὺ ἔχουμε πεῖ. Ἐπειδὴ ἡ φύσις μας παρεκλίνει μόνη της τόσο πολύ, ποὺ σὲ ὅλα τὰ πράγματα, μερικὲς φορὲς ἀκόμη καὶ σὲ αὐτὰ τὰ καλὰ καὶ τὰ πνευματικά, ζητᾷ τὴν ἀνάπαυσί της καὶ τὴν εὐχαρίστησί της καὶ ἀπὸ αὐτό, σὰν τελείως ἀνυποψίαστα, τρέφεται μὲ λαχτάρα σὰν ἀπὸ τροφή.
Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὅταν μᾶς προσφέρωνται τὰ πνευματικά, ἀμέσως τὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ τὰ βλέπομε ὄχι ὅμως παρακινημένοι ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἢ γιὰ μόνον τὸ νὰ ἀρέσουμε στὸ Θεό, ἀλλὰ καὶ γιὰ ἐκείνη τὴν εὐχαρίστησι καὶ τὴν χαρά, ποὺ προέρχεται σὲ μᾶς, θέλοντας ἐκεῖνα ποὺ θέλει ὁ Θεός. Αὐτὴ ἡ ὁποία πλάνη εἶναι τόσο περισσότερη κρυμμένη, ὅσο εἶναι ἀπὸ μόνο του καλύτερο καὶ πνευματικώτερο ἐκεῖνο ποὺ θελήσαμε. Γιατὶ δὲν φθάνει μόνον τὸ νὰ θέλουμε ἐκεῖνα ποὺ θέλει ὁ Θεός, ἀλλὰ καὶ τὸ νὰ τὰ θέλουμε, καθὼς καὶ ὅταν καὶ ὅπως καὶ γιατὶ ἐκεῖνος τὰ θέλει (16), ὥστε καὶ στὸ νὰ ἐπιθυμοῦμε καὶ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸ Θεό, συνήθως βρίσκονται σ᾿ αὐτὸ πολλὲς ἀπάτες τῆς δικῆς μας ἀγάπης, δηλαδὴ τῆς φιλαυτίας. Ἐπειδὴ πολλὲς φορὲς ἀποβλέπουμε περισσότερο στὸ δικό μας συμφέρον καὶ καλό, παρὰ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος γιὰ μόνο τὴν δόξα του, εὐαρεστεῖται καὶ θέλει νὰ τὸν ἀγαπᾶμε, νὰ τὸν ἐπιθυμοῦμε καὶ νὰ τοῦ κάνουμε ὑπακοὴ ὅπως εἴπαμε πρίν.
Λοιπόν, ἐσὺ ἀδελφέ μου, γιὰ νὰ φυλαχθῇς ἀπὸ αὐτὸ τὸν δεσμό, ποὺ ἐμποδίζει τὸν δρόμο τῆς τελειότητας καὶ γιὰ νὰ προκόψῃς στὸ νὰ θέλῃς καὶ νὰ κάνῃς κάθε σου πρᾶξι γιὰ μόνο τὸ θέλημα καὶ τὴ δόξα καὶ εὐαρέστησι τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ νὰ ὑπηρετῇς μόνον αὐτὸν (ὁ ὁποῖος, σὲ κάθε μας πρᾶξι καὶ λογισμό, θέλει νὰ εἶναι μόνος αὐτός, ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος) χρησιμοποίησε αὐτὸν τὸν τρόπο.
Ὅταν πρόκειται νὰ ἐπιχειρήσῃς καμμιὰ πρᾶξι, τὴν ὁποία θέλει ὁ Θεός, ἡ ὁποία εἶναι ἁπλὰ καλή· μὴ στρέφῃς τὴν ἐπιθυμία σου ἀμέσως στὸ νὰ τὴν θέλῃς, ἂν πρῶτα δὲν ὑψώσῃς τὸ νοῦ σου στὸ Θεό, νὰ δῇς ἂν εἶναι καὶ θέλημα δικό του τὸ νὰ τὴν θελήσῃς καὶ ἂν αὐτὸς ἔτσι θέλῃ καὶ ἂν μέσα ἀπὸ αὐτὴ ἀρέσεις σὲ αὐτὸν μόνο. Καὶ ὅταν σκεφθῇς ὅτι ἀπὸ αὐτὴν τὴν θεία θέλησι εἶναι παρακινημένη ἡ δική σου κλίσις, τότε νὰ θέλῃς τὴν πρᾶξι ἐκείνη καὶ νὰ τὴν πραγματοποιῇς, γιατὶ τὴν θέλει ὁ Θεὸς καὶ εἶναι γιὰ μόνο τὴν δόξα καὶ τὴν ὑπακοή του.
Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, ὅταν θέλῃς νὰ ἀποστραφῆς ἐκεῖνο ποὺ δὲν θέλει ὁ Θεός, δηλαδὴ τὸ κακό, μὴν τὸ ἀποστραφῆς ἀμέσως, ἂν πρῶτα δὲν προσηλώσῃς τὸ βλέμα τοῦ νοῦ σου στὴν θεία του θέλησι, ἡ ὁποία θέλει νὰ τὸ ἀποστραφῆς γιὰ νὰ ἀρέσῃς σὲ αὐτόν. Γιατὶ ἡ ἀπάτη τῆς φύσεως εἶναι πολὺ λεπτὴ καὶ γι᾿ αὐτὸ εἶναι σὲ λίγους γνωστή, ἐπειδὴ αὐτὴ ἀναζητάει κρυφὰ τὸν ἑαυτό της πάντα· καὶ πολλὲς φορὲς κάνει νὰ φαίνεται σὲ μᾶς, ὅτι ὁ δικός της σκοπὸς εἶναι νὰ ἀρέσουμε μόνο στὸν Θεό, ὅμως δὲν εἶναι ἔτσι ἡ ἀλήθεια.
Γι᾿ αὐτὸ συμβαίνει πολλὲς φορὲς νὰ νομίζουμε ἐκεῖνο ποὺ θέλουμε, ἢ δὲν θέλουμε γιὰ δικό μας συμφέρον ὅτι τὸ θέλουμε ἢ δὲν τὸ θέλουμε γιὰ νὰ ἀρέσουμε μόνο καὶ μόνο στὸ Θεό. Λοιπόν, γιὰ νὰ ἀποφύγουμε αὐτὴν τὴν ἀπάτη, ἡ καθ᾿ ἑαυτοῦ θεραπεία εἶναι ἡ καθαρότητα τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπὸ τὸ νὰ ἀποβάλλουμε τὸν παλιὸ ἄνθρωπο καὶ νὰ ντυθοῦμε τὸν νέο (καὶ σὲ αὐτὸ προσανατολίζεται ὅλος αὐτὸς ὁ πόλεμος).
Ὄμως, γιὰ νὰ σὲ μάθω τὴν τέχνη νὰ κάνῃς αὐτό, ἄκουσε. Στὴν ἀρχὴ κάθε σου πράξεως πρέπει νὰ βγῆς ὅσο μπορεῖς, ἀπὸ κάθε θέλημα δικό σου καὶ νὰ μὴ θελήσῃς οὔτε νὰ κάνῃς οὔτε νὰ ἀποστραφῆς κανένα πρᾶγμα, ἂν πρῶτα δὲν καταλάβης ὅτι παρακινεῖσαι καὶ παρασύρεσαι σὲ αὐτό, ἀπὸ μόνο τὴν ἁπλὴ θέλησι τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐὰν σὲ ὅλα σου τὰ ἔργα τὰ ἐξωτερικά, καὶ μάλιστα στὰ ἐσωτερικά της ψυχῆς, δὲν μπορῇς νὰ αἰσθάνεσαι ἐνεργεία πάντα αὐτὴ τὴν ἀπὸ τὸ Θεὸ παρακίνησι καὶ εὐαρέστησι (17) τουλάχιστον νὰ ἔχῃς τὴν εὐχαρίστησι νὰ τὴν ἔχῃς δυνάμει· δηλαδή, νὰ ἔχῃς ἐσὺ πάντα ἀπὸ μόνος σου ἄποψι ἀληθινή, νὰ ἀρέσῃς μόνο στὸν Θεό σου σὲ κάθε σου ἔργο.
Στὰ ἔργα ὅμως ποὺ θὰ κρατήσουν κάποιο διάστημα, ὄχι μόνο στὴν ἀρχὴ εἶναι καλὸ νὰ παρακινῇς τὸν ἑαυτό σου σὲ αὐτὴ τὴν εὐχαριστία πρὸς τὸν Θεόν, ἀλλὰ καὶ ἕως τέλους ἔχεις χρέος νὰ φροντίζεις νὰ ἀνανεώνεις πολλὲς φορὲς αὐτὴ μὲ τὴν ὑπενθύμηση γιατὶ (18), ἂν δὲν κάνεις ἔτσι, κινδυνεύεις νὰ μπλεχτεῖς πάλι στὸ δεσμὸ τῆς φυσικῆς ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ σου, ἡ ὁποία, μὲ τὸ νὰ παρεκλίνει περισσότερο στὸν ἑαυτό της παρὰ στὸ Θεό, συνηθίζει πολλὲς φορὲς μὲ τὸ διάστημα τοῦ χρόνου, νὰ μᾶς κάνει νὰ ἀλλάζουμε ἀστόχαστα τὰ πράγματα καὶ νὰ μεταβάλουμε τὰ τέλη καὶ τοὺς πρώτους σκοπούς μας.
Ὁπότε, ὅποιος δὲν προσέχει καλὰ σ᾿ αὐτό, ἀρχίζει πολλὲς φορὲς νὰ κάνῃ κανένα ἔργο, μὲ σκοπὸν γιὰ νὰ ἀρέσῃ μόνο στὸν Κύριό του· ἀλλ᾿ ἔπειτα, μετὰ ἀπὸ ὀλίγο, ὁδηγεῖται χωρὶς νὰ τὸ καταλαλάβη, νὰ τοῦ ἀρέσῃ καὶ αὐτοῦ αὐτὸ μὲ τὴν δική του θέλησι, ἔτσι ποὺ λησμονεῖ τὸ θεῖο θέλημα· καὶ δένεται τόσο πολὺ μὲ τὴν εὐχαρίστησι ἐκείνου τοῦ ἔργου, ποὺ ἂν ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς τὸν ἐμποδίσῃ μὲ κάποια ἀσθένεια ἢ μὲ πειρασμὸ δαιμόνων καὶ ἀνθρώπων ἢ μὲ ἄλλο μέσο κανενὸς κτίσματος, αὐτὸς συγχίζεται ὁλόκληρος καὶ ταράσσεται καὶ μερικὲς φορὲς κατακρίνει τὸν ἕνα καὶ τὸν ἄλλον, ὅτι τοῦ στάθηκαν ἐμπόδιο (γιὰ νὰ μὴν πῶ πὼς γογγύζει καὶ κατὰ τοῦ ἰδίου τοῦ Θεοῦ καμμία φορά), πρᾶγμα τὸ ὁποῖο εἶναι σημεῖο ὁλοφάνερο, ὅτι ἡ κρίσις του δὲν ἦταν ὅλη τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γεννήθηκε ἀπὸ τὴν σάπια καὶ διεφθαρμένη ρίζα τῆς φιλαυτίας.
Γιατὶ ἐκεῖνος ποὺ κινεῖται γιὰ μόνο τὸ θέλημα καὶ τὴν εὐχαριστία τοῦ Θεοῦ, δὲν προτιμᾷ περισσότερο τὸ ἕνα ἔργο ἀπὸ τὸ ἄλλο, οὔτε ἂν εἶναι τὸ ἕνα εἶναι ὑψηλὸ καὶ μεγάλο, καὶ τὸ ἄλλο ταπεινὸ καὶ μικρὸ ἀλλὰ ἐξ ἴσου θέλει καὶ τὰ δυό, γιατὶ εἶναι ἀρεστὰ στὸ Θεὸ γιὰ τὸ καιρὸ ἢ γιὰ τὴ μέθοδο ἢ γιὰ ἄλλη κάποια περίστασι ποὺ ἐκεῖνος μόνος γνωρίζει· ὁπότε αὐτός, εἴτε τὸ σημαντικὸ καὶ μεγάλο ἔργο παίρνει στὰ χέρια του, εἴτε τὸ ταπεινὸ καὶ μικρό, μένει τὸ ἴδιο εἰρηνικὸς καὶ ἀναπαυμένος· γιατὶ μὲ κάθε τρόπο ἀπολαβάνει τὸ σκοπό του, ποὺ ἦταν νὰ φανῆ εὐάρεστος στὸ Θεὸ σὲ ὅλα τὰ ἔργα του, εἴτε στὴ ζωὴ εἴτε στὸ θάνατο. «Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἀγωνιζόμαστε μὲ ζῆλο, γιὰ νὰ εἴμαστε εὐάρεστοι στὸν Θεό, εἴτε μείνουμε στὸ σῶμα, εἴτε φύγουμε ἀπὸ αὐτό» (Β´ Κορινθ. 5,9). Ὁπότε, ἀγαπητέ, ἂς εἶσαι πάντα προσεκτικὸς καὶ συνεσταλμένος στὸν ἑαυτό σου καὶ προσπάθησε νὰ κατευθύνῃς τὶς πράξεις σου σὲ αὐτὸν τὸν τελικὸ σκοπό.
Ἐὰν πάλι καὶ καμιὰ φορὰ παρακινηθῇς ἀπὸ τὴν ἐπιθυμία τῆς ψυχῆς σου νὰ κάνῃς τὸ καλὸ γιὰ νὰ ἀποφύγης τοὺς τόπους τιμωρίας καὶ γιὰ νὰ ἀπολαύσῃς τὸν Παράδεισο, μπορεῖς ἀκόμη καὶ σὲ αὐτὸ νὰ σκεφτεῖς γιὰ τελευταῖο σκοπό σου τὴν εὐαρέστησι καὶ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος θέλει νὰ μπῆς στὴ βασιλεία του καὶ νὰ μὴν πᾶς στὸν Ἅδη. Αὐτὴ τὴν αἰτία, δηλαδὴ τὸ τέλος, δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ γνωρίσῃ κανεὶς σωστά, πόση ἐξουσία καὶ δύναμι ἔχει.
Γιατὶ ἕνα ἔργο, ἂς εἶναι πολὺ ταπεινό, ἂς εἶναι πολὺ μικρό, ὅμως ὅταν γίνεται μὲ σκοπὸ γιὰ νὰ ἀρέσῃ μόνο στὸ Θεὸ καὶ στὴ δόξα του, ἀξίζει ἀπείρως περισσότερο (γιὰ νὰ πῶ ἔτσι), ἀπὸ ἄλλα πολλὰ ἔργα σπουδαῖα, ἔνδοξα καὶ πολὺ μεγάλα, ποὺ γίνονται χωρὶς αὐτὸ τὸ σκοπό· ἔτσι κοντὰ στὸ Θεὸ περισσότερο εὐχάριστο εἶναι ἕνα μόνο λεπτό· ὅταν τὸ δώσῃς σὲ ἕνα φτωχό, γι᾿ αὐτὴ μόνη τὴν αἰτία γιὰ νὰ ἀρέσῃς στὴ Θεία του μεγαλωσύνη, παρὰ τὸ νὰ ξεγυμνωθῇς ἀπὸ ὅλα τὰ πολλὰ ὑπάρχοντά σου, ὅταν τὸ κάνῃς μὲ κάποιον ἄλλο σκοπὸ καὶ ἂν τὸ κάνῃς γιὰ νὰ ἀπολαύσῃς τὰ οὐράνια ἀγαθά, τὰ ὁποῖα εἶναι σκοπὸς ὄχι ἁπλὰ καλός, ἀλλὰ καὶ πολὺ ἐπιθυμητός. Αὐτὴ ἡ ἐξάσκησις τὴν ὁποία πρέπει νὰ κάνῃς σὲ κάθε σου πρᾶξι, τὸ νὰ ἔχῃς δηλαδὴ ἕνα σκοπό, νὰ ἀρέσεις μόνον στὸ Θεό, ἡ ἄσκησις λέω αὐτή, καὶ στὴν ἀρχὴ θὰ σοῦ φανῆ δύσκολη, ὅμως μετὰ ἀπὸ αὐτὰ θὰ σοῦ γίνῃ εὔκολη, ἕνα μὲν ἀπὸ τὴν χρησιμοποίησι τῆς ὑποθέσεως καὶ ἄλλο δέ, ἀπὸ τὸ νὰ ἐπιθυμῇς πάντα τὸ Θεὸ καὶ γι᾿ αὐτὸν νὰ ἀναπνέῃς μὲ ζωντανὴ διάθεσι τῆς καρδιᾶς σου, σὰν σὲ τελειότατο καὶ μοναδικὸ ἀγαθό, τὸ ὁποῖο εἶναι ἄξιο γιὰ μόνο τὸν ἑαυτό του νὰ ἀναζητῆται ἀπὸ ὅλα τὰ δημιουργήματα καὶ νὰ ὑπηρετῆται καὶ νὰ ἀγαπᾶται περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο.
Αὐτὸς ὁ λογαριασμὸς τῆς ἄπειρης ἀξιομισθίας τοῦ Θεοῦ, ὅσο γίνεται πιὸ πολὺ βαθὺς καὶ πιὸ πολὺ συνεχῶς, τόσο θὰ εἶναι καὶ πιὸ πολὺ θερμὲς καὶ συνεχεῖς οἱ παραπάνω ἀναφερόμενες πράξεις τῆς θελήσεώς μας. Καὶ ἔτσι, πιὸ πολὺ εὐκολώτερα καὶ γρηγορότερα θὰ ἀποκτήσουμε τὴν συνήθεια νὰ κάνουμε κάθε μας πρᾶξι μόνο γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ εὐχαρίστησι τοῦ Δεσπότου ἐκείνου, ποὺ μόνος εἶναι ἄξιος νὰ ἀγαπᾶται. Τελευταῖα, ἂν θέλῃς νὰ καταλάβης ἂν ὁ Θεὸς σὲ παρακινῇ σὲ κάθε σου πρᾶξι, πρέπει νὰ ζητήσῃς αὐτὸ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ θερμὴ προσευχή, παρακαλώντας τον νὰ σοῦ προσθέσῃ ἀκόμη καὶ αὐτὴ τὴ χάρι κοντὰ στὶς ἄλλες ἀναρίθμητες εὐεργεσίες καὶ χάρες ποὺ σοῦ ἔκανε καὶ σοῦ κάνει συνέχεια, γιὰ μόνον τὴν ἀγάπη καὶ χωρὶς κανένα κέρδος δικό του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΑ´.
Μερικὲς σκέψεις ποὺ παρακινοῦν τὴν ἐπιθυμία τοῦ ἀνθρώπου νὰ θέλῃ νὰ κάνῃ σὲ κάθε πρᾶγμα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Γιὰ νὰ παρακινήσῃς τὴ θέλησί σου μὲ περισσοτέρη εὐκολία, νὰ θέλῃς σὲ ὅλα τὴν εὐχαρίστησι καὶ τὴ δόξα τοῦ Θεοῦ, θυμήσου συχνά, ὅτι αὐτὸς προτύτερα μὲ διαφόρους τρόπους σὲ τίμησε καὶ σὲ ἀγάπησε· σὲ δημιούργησε ἀπὸ τὸ τίποτα, κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσι δική του καὶ ὅλα τὰ ἄλλα κτίσματα τὰ ἔκανε στὴν δική σου ὑπηρεσία· σὲ λύτρωσε ἀπὸ τὴ σκλαβιὰ τοῦ διαβόλου, στέλνοντας ὄχι ἕναν Ἄγγελο, ἀλλὰ τὸν Υἱόν του τὸν Μονογενῆ γιὰ νὰ σὲ ἐξαγοράση, ὄχι μὲ φθαρτὴ τιμὴ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου, ἀλλὰ μὲ τὸ πολύτιμο αἷμα του καὶ θάνατο τὸν πιὸ πολὺ βασανιστικὸ καὶ ἄτιμο καὶ πάλι μετὰ ἀπὸ αὐτά, κάθε ὥρα καὶ κάθε στιγμή, σὲ φυλάει ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς· πολεμεῖ γιὰ σένα μὲ τὴ θεία του χάρι ἔχει ἕτοιμο γιὰ τροφή σου καὶ τιμή σου, τὸν ἀγαπητό του Υἱὸ στὰ ἄχραντα Μυστήρια.
Αὐτὸ εἶναι ἕνα σημάδι μιᾶς ὑπέροχης τιμῆς καὶ ἀγάπης, ποὺ ἔχει γιὰ σένα ὁ Θεός, τόσο μεγάλη, ποὺ δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ καταλάβη πόση τιμὴ κάνει ἕνας τόσο μεγάλος Βασιλιὰς στὴν μηδαμινότητα καὶ ταλαιπωρία μας καὶ ἀντίθετα, πόση τιμὴ καὶ σεβασμὸ χρωστᾶμε νὰ κάνουμε ἐμεῖς, στὴν τόσο σημαντικὴ αὐτοῦ μεγαλειότητα, ὁ ὁποῖος ἔκανε γιὰ μᾶς τόσα καὶ τόσα θαυμάσια πράγματα.
Καὶ ἐὰν οἱ ἐπίγειοι βασιλεῖς, ὅταν τιμῶνται ἀπὸ ἀνθρώπους καὶ τοὺς πιὸ ἀσήμαντους καὶ εὐτελεῖς, εἶναι ὀφειλέτες νὰ τοὺς κάνουν τὴν ἀνταπόδοσι, πόσο περισσότερο πρέπει νὰ κάνουμε ἐμεῖς οἱ τιποτένιοι στὸν ὑπέρτατον Βασιλιὰ τοῦ σύμπαντος, ἀπὸ τὸν ὁποῖον εἴμαστε τόσο πολὺ τιμημένοι καὶ ἀγαπημένοι; Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὸ ποὺ εἴπαμε, ἔχε πάντα στὴν θύμησί σου περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο, ὅτι, ὅπως εἴπαμε πρίν, ἡ θεία μεγαλειότητα ἀπὸ μόνη της εἶναι ἀπεριόριστα ἄξια νὰ τιμᾶται καὶ νὰ ὑπηρετῆται καθαρὰ ἀπὸ ὅλους κατὰ τὸν τρόπο ποὺ τῆς ἀρέσει.
Εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΟΣΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
Ἀπόδοση στὴ νέα Ἑλληνική: Ἱερομόναχος Βενέδικτος
Ἔκδοση Συνοδείας Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη, Ἅγιον Ὄρος
Η επεξεργασία, επιμέλεια και μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου