Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016
Η όσία Αθανασία Αιγίνης
Η ΟΣΙΑ Αθανασία, της όποίας ή μνήμη εορτάζεται στις 18 Απριλίου, γεννήθηκε και ασκήτεψε στην Αίγινα στους χρόνους της ειδωλολατρίας.
Για τη μεγάλη της αρετή αναδείχθηκε ηγουμένη μιας ομάδας μοναζουσών, πού ως φροντιστή και πνευματικό οδηγό είχε τον πρεσβύτερο Ματθία, ηγούμενο μιας ασκητικής συνοδείας.
Ο φιλόθεος αυτός άνδρας δοκίμαζε τόση κατάνυξη όταν τελούσε τη θεία λειτουργία, ώστε αυτοί πού τον έβλεπαν αποκόμιζαν μεγάλη ωφελεία.
Ο Ματθίας έτρεφε πολύ μεγάλη αγάπη στον απόστολο και ευαγγελιστή 'Ιωάννη.
Κάποια χρονιά, στη μνήμη τού άγίου, κι ενώ ετοιμαζόταν νά τελέσει την αναίμακτη λατρεία, γέμισε από άφατη κατάνυξη.
Άραγε, ρώτησε κάποιον δίπλα του, υπάρχει σήμερα άνθρωπος πού είναι άξιος νά πάει στην "Έφεσο και νά δει τον απόστολο 'Ιωάννη;
Η λειτουργία άρχισε. και ο μακάριος Ματθίας, για την πίστη και την αγάπη του στον άγιο, αξιώθηκε νά τον βλέπει παρόντα ατό άγιο θυσιαστήριο από την αρχή μέχρι το τέλος της θείας μυσταγωγίας.
Και δεν τον είδε μόνο αυτός τον είδαν κι άλλοι δύο πού ήταν κοντά του στη διάρκεια του μυστηρίου για τρεις μέρες ένιωθε τέτοια κατάνυξη, ώστε δεν μπορούσε νά δοκιμάσει υλική τροφή.
'Αντάξια μαθήτρια ενός τέτοιου πνευματικού διδασκάλου υπήρξε ή όσία . Αθανασία. την άγία της βιωτή επισφράγισε μ' έναν οσιακό θάνατο.
Κι όταν συμπληρώθηκαν σαράντα μέρες από την εκδημία της, συνέβη το έξης θαυμαστό:
Ενώ ή θεία λειτουργία είχε αρχίσει, ο Κύριος άνοιξε τα μάτια της ψυχής στις δύο κορυφαίες του χορού των μοναζουσών, και τι νά δουν! στο κέντρο του ναού δύο φοβεροί άνδρες με αστραφτερή στολή είχαν ανάμεσά τους την Αθανασία.
Αμέσως έβγαλαν μια πορφύρα στολισμένη με πετράδια και μαργαριτάρια, και την έντυσαν σαν βασίλισσα.
Ύστερα στόλισαν το κεφάλι της με στεφάνι πού είχε μπρος και πίσω σταυρούς, κι αφού της έδωσαν ατό χέρι Μια ράβδο κοσμημένη με πολύτιμα πετράδια, την οδήγησαν στο άγιο θυσιαστήριο.
Την ίδια ώρα ή λάρνακα, πού περιείχε το λείψανο της όσίας, άρχισε νά τρίζει. Κι Αυτός ο τριγμός συνεχίστηκε, μέχρι πού συμπληρώθηκε ολόκληρος χρόνος
«Ως φλοξ πυρός»
Ο ΟΣΙΟΣ Σέργιος του Ραντονέζ (1392) είναι ο ιδρυτής της περίφημης Λαύρας της Αγίας Τριάδος, ατό Ζαγκόρσκ της Μόσχας, κι ένας από τούς πιο αγαπημένους άγίους του ρωσικού λαού.
Κάθε φορά πού λειτουργούσε, τον αξίωνε ο Θεός νά έχει συλλειτουργό έναν άγγελο.
Κάποτε ο π. Συμεών, πού υπηρετούσε σαν εκκλησιαστικός_ είδε μια φλόγα νά βγαίνει από την άγία τράπεζα και νά περιβάλλει τον όσιο τον είδε ολόκληρο λουσμένο σ' αυτό το υπερκόσμιο Φως.
Όταν ο όσιος ετοιμάστηκε νά μεταλάβει, ή φλόγα υψώθηκε, μαζεύτηκε σαν ένα πέπλο και βυθίστηκε ατό άγιο ποτήριο.
Αφού κοινώνησε, απομακρύνθηκε από την άγία τράπεζα και ρώτησε τον κατάπληκτο μοναχό:
Γιατί, παιδί μου, φαίνεσαι τόσο ταραγμένος; - αξιώθηκα, γέροντα, νά δω τη χάρη του Αγίου Πνεύματος νά σε περιβάλλει!...
Τότε ο όσιος του είπε επιτακτικά:. Όσο ζώ, νά μη φανερώσεις σε κανέναν αυτό πού είδες!
Η μεταστροφή ενός άπίστου
ΑΝΑΜΕΣΑ στους άγίους μάρτυρες της Εκκλησίας μας συγκαταλέγεται και ο νεομάρτυρας Αχμέτ (17ος αΙ-). ήταν Τούρκος και καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη.
Στο σπίτι του είχε δούλες δύο αιχμάλωτες Ρωσίδες.
Μια νέα και μίαν ηλικιωμένη. και οι δύο ήταν ευσεβείς. Ή τελευταία συνήθιζε νά πηγαίνει στην εκκλησία σε κάθε γιορτή.
Έκεί έπαιρνε αντίδωρα και αγιασμό, κι έφερνε απ' αυτά και στη νέα.
'Αλλά κάθε φορά πού γινόταν αυτό, ο Αχμέτ ένιωθε να βγαίνει από το στόμα της κοπέλας μια υπέροχη ευωδία.
τι είναι αυτό πού τρως, κι ευωδιάζει το στόμα σου; τη ρωτούσε.
Τίποτα ιδιαίτερο, απαντούσε εκείνη. Δεν μπορεί. Κάτι συμβαίνει, επέμενε ο Τούρκος.
Νά τι συμβαίνει, διευκρίνισε ή νέα.
Συνηθίζω νά τρώω ευλογημένο άρτο, πού μου φέρνει ή γερόντισσα από την εκκλησία των χριστιανών.
Τότε ο 'Αχμέτ θέλησε από περιέργεια νά δει πώς λειτουργούν οι χριστιανοί στις εκκλησίες τους.
Ντύθηκε λοιπόν σαν χριστιανός και πήγε στην εκκλησία του Πατριαρχείου, όπου παρακολούθησε τη θεία λειτουργία.
Στη διάρκειά της ο Δεσπότης Χριστός επέτρεψε και δεύτερο θαύμα:
Την ώρα πού βάδιζε ο ιερέας προς την ωραία πύλη, τον είδε ο 'Αχμέτ υψωμένο στον αέρα και ολόφωτο.
Φωτεινές ακτίνες έπεφταν από το σώμα του και φώτιζαν τα κεφάλια των χριστιανών.
Δεν φώτιζαν όμως το κεφάλι του 'Αχμέτ. Συγκλονίστηκε με Όσα είδε ο αλλόθρησκος.
Τα μάτια της ψυχής του άνοιξαν και πίστεψε χωρίς δισταγμό στον αληθινό Θεό. Ζήτησε από τον ιερέα να τον βαπτίσει. και αργότερα, στις 3 Μαΐου 1682, ομολόγησε την πίστη του σε μια συνάθροιση μεγιστάνων, όπότε αξιώθηκε νά λάβει και το βάπτισμα του μαρτυρίου.
Ο ολόφωτος λειτουργός
Ο ΝΕΟΜΑΡΤΥΡΑΣ άγιος Ιάκωβος ο αγιορείτης (lη Νοεμ6ρίου) διηγήθηκε κάποτε στο μαθητή του Μαρκιανό όσα θαυμαστά είδε στη διάρκεια μιας θείας λειτουργίας:
Καθώς φορούσε ο ιερέας την ιερατική του στολή, έφεξε μπροστά του το φως των αγγέλων, ‘όπως φέγγει ο ήλιος την αυγή, πριν ανατείλει. όταν άρχισε νά προσκομίζει, τέσσερα αγγελικά τάγματα πήγαν και στάθηκαν στα τέσσερα σημεία του ναού.
Τελειώνοντας την προσκομιδή, σκέπασε με τα ιερά καλύμματα τα τίμια Δώρα, πού συνάμα καλύφθηκαν από μια λάμψη.
Την ώρα της μεγάλης εισόδου, όταν βγήκαν τα Αγια, προπορευόταν ένα φως, πού σκέπαζε το λαό. το ίδιο φως περικύκλωσε αργότερα την άγία τράπεζα, όταν τοποθετήθηκε το δισκοπότηρο πάνω σ' αυτήν. 'Έξω από τον φωτεινό αυτό κύκλο στέκονταν οι άγγελοι ευλαβικά, χωρίς να τολμούν νά πλησιάσουν. το φως δεν έφυγε από τον ιερέα σ` όλη τη διάρκεια της λειτουργίας. .
Από το στόμα του έβγαινε αόρατη φλόγα, όταν εκφωνούσε τις ευχές και διάβαζε το Ευαγγέλιο.
Επίσης, όταν ύψωνε τα χέρια του, από τα δάχτυλά του ξεχυνόταν φως.
Μετά τον καθαγιασμό, είδα τον Κύριο, ως βρέφος καθισμένο ατό δισκάριο μέσα σε φωτεινή δόξα. 'Ο ιερέας τον μέλισε σε τέσσερα μέρη, και το τίμιο Αίμα Του χύθηκε στο άγιο ποτήριο, από το όποίο μετάλαβε ο λειτουργός.
Όταν τελείωσε ή μυσταγωγία, είδα πάλι το θείο Βρέφος ακέραιο ν' ανεβαίνει με δόξα και τιμή στον ουρανό, συνοδευόμενο από τούς άγίους αγγέλους".
Ό Κύριος «εν δόξη»
Ο ΟΣΙΟΣ Σεραφείμ του Σάρωφ (1759-1833), ο τόσο προσφιλής αυτός άγιος των 'Ορθοδόξων, ενισχυόταν στους αγώνες
του από τη θεία πρόνοια με πνευματικά οράματα, πού παρηγορούσαν την ψυχή του.
Σαν διάκονος έβλεπε κατά καιρούς στις ακολουθίες τούς άγίους αγγέλους νά ψάλλουν και να διακονούν μαζί με τούς μοναχούς.
Κάποτε, διηγείται ο ίδιος, λειτουργούσα τη Μεγάλη Πέμπτη.
Μετά τη μικρή είσοδο και τα αναγνώσματα, είπα, ο ταπεινός, πλάι ατό άγιο θυσιαστήριο την εκφώνηση: «Κύριε, σώσον τούς ευσεβείς και επάκουσον ημών».
Ύστερα βγήκα στην ωραία πύλη και, υψώνοντας το οράριο προς το εκκλησίασμα, συμπλήρωσα την ευχή του Τρισάγιου ύμνου: «και εις τους αιώνας των αιώνων».
Τη στιγμή εκείνη έλαμψε μπροστά μου ένα φως.
Κοιτάζω προς τα εκεί, και βλέπω τον Κύριό μας 'Ιησού Χριστό, με τη μορφή του γιου του ανθρώπου ν' αστράφτει πιο πολύ κι απ' τον ήλιο μέσα σε άπλετο φως.
Τον τριγύριζαν σαν σμήνος από μέλισσες οι ουράνιες δυνάμεις των αγγέλων, αρχαγγέλων, χερουβείμ και σεραφείμ.
Είχε μπει από τη δυτική πύλη, και βαδίζοντας ανάερα στάθηκε απέναντι από τον άμβωνα.
Υψώνοντας μάλιστα το χέρι Του Ευλόγησε τούς λειτουργούς και τούς προσευχομένους.
Τέλος, μπήκε στη θέση πού βρίσκεται ή εικόνα Του, πλάι στην ωραία πύλη.
Η καρδιά μου σκίρτησε από αγαλλίαση, από γλυκύτατη αγάπη για τον Κύριο".
Αξιοσημείωτο εΙναι ότι το όραμα σύνεση την ώρα της εισόδου των ιερέων στο άγιο βήμα, πού συμβολίζει την είσοδό τους στον ίδιο τον ουρανό.
«Ποίησον, Κύριε», δέεται χαμηλόφωνα τη στιγμή εκείνη ο ιερέας, «συν τη είσόδω ημών είσοδον άγίων αγγέλων γενέσθαι, συλλειτουργούντων ημίν και συνδοξολογούντων την σήν αγαθότητα». Έξάλλου, μετά την είσοδο ψάλετε και ο αγγελικός ύμνος: «Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος ελέησαν ημάς».
Το όραμα αυτό φανερώνει πώς οι ουράνιες δυνάμεις συλλειτουργούν αόρατα μαζί μας.
Γι' αυτό κάθε πιστός ας γνωρίζει ότι προσεύχεται ανάμεσα στους αγγέλους, σαν νά βρίσκεται στον ουρανό.
Ο παράξενος λειτουργός
Ο ΣΤΑΡΕΤΣ Θεόφιλος (1788-1853), ένας δια Χριστόν σαλός ιερομόναχος του ρωσικού βορρά, πού ασκήθηκε σε διάφορα μοναστήρια και ερημητήρια του Κιέβου, δεν έπαυε, ακόμα και όταν λειτουργούσε, νά σκανδαλίζει τούς άλλους αδελφούς με την παράξενη συμπεριφορά του.
Ό τότε μητροπολίτης Κιέβου Φιλάρετος, ενοχλημένος απ' όλ' αυτά, κάλεσε τούς συμβούλους του, για νά εξετάσει μαζί τους την περίπτωση του ιερομόναχου. Σύντομα όμως έριξε φως στην υπόθεση ένας αδελφός, στον όποίο ο στάρετς είχε δώσει εξηγήσεις για την «ανάρμοστη» συμπεριφορά του στη διάρκεια των ιερών ακολουθιών:
Ο Θεός, του είχε πει εμπιστευτικά, βλέπει την απλότητά μου.
Λειτουργώ σύμφωνα με τη σωστή τάξη, διαβάζω όλες τις απαιτούμενες ευχές και τιμώ τον προεξάρχοντα ως ανώτερό μου.
Όσο όμως βυθίζομαι στη θεωρία της τελέσεως του μυστηρίου, ξεχνώ τον εαυτό μου και ότι ειναι γύρω μου.
στη διάρκεια της θείας λειτουργίας βλέπω μια σταυρόσχημη ακτίνα νά κατεβαίνει από ψηλά και νά αιωρείται πάνω από τούς λειτουργούς.
Βλέπω επίσης κάποια δροσιά νά κατεβαίνει στα τίμια Δώρα, και λαμπρούς αγγέλους νά πετάνε πάνω από την άγία τράπεζα ψάλλοντας: « άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ' πλήρης ο ουρανός και ή γη της δόξης σου». Τότε όλη μου ή ύπαρξη αρπάζεται ανέκφραστα, και μου είναι αδύνατον νά τραβήξω την προσοχή μου από το πάντερπνο όραμα.
Αδελφέ, δεν σου λέω δικαιολογίες, άλλά την καθαρή αλήθεια. σε παρακαλώ όμως νά μη φανερώσεις όσα σου είπα, για νά μη σκανδαλιστούν οι άλλοι από μένα, τον βρωμερό αμαρτωλό".
Ή άγία τράπεζα στις φλόγες
ΤΟΝ περασμένο αιώνα στη Μικρασία έζησε ένας άγιος άλλ' αφανής λευίτης, ο π. 'Ιωάννης. Ήταν έγγαμος, οικογενειάρχης, από το Γκέλβερι της Καππαδοκίας.
Τις καθημερινές εργαζόταν ατά χωράφια, ενώ τις Κυριακές και τις γιορτές λειτουργούσε στην εκκλησία.
Στη θεία λειτουργία σχεδόν πάντοτε ξεσπούσε σε δάκρυα και αναστεναγμούς.
Την ώρα μάλιστα τού καθαγιασμού ή κατάνυξή του κορυφωνόταν. οι ψάλτες έψαλλαν το «σε υμνούμε...» όσο πιο αργά μπορούσαν, άλλά εκείνος καθυστερούσε πέντε, δέκα, δεκαπέντε λεπτά η και περισσότερο. 'Έτσι κι εκείνοι επαναλάμβαναν τον ύμνο μέχρι πέντε ή έξι φορές.
Τελικά, πλησίασαν κάποτε τούς επιτρόπους και τούς είπαν το πρόβλημά τους. 'Εκείνοι με τη σειρά τους το διαβίβασαν στο λειτουργό.
Πάτερ 'Ιωάννη, συχνά καθυστερείς την ώρα τού καθαγιασμού. Οι ψάλτες και ο λαός έξω σε περιμένουν πολλή ώρα. δεν μπορείς νά λες πιο σύντομα την ευχή, για νά μη γίνεται χασμωδία;
-Πώς θα γίνει αυτό;
ΕΊναι εύκολο. Έκεί πού είσαι πεσμένος μπρούμυτα, νά σηκώνεσαι, νά σταυρώνεις τα τίμια Δώρα, νά λες την ευχή και νά τελειώνεις. την ευχή τη γνωρίζω, ειναι γραμμένη και στη φυλλάδα, αλλά δεν μπορώ. Γιατί δεν μπορείς, πάτερ; Συγχώρεσέ μας,
αλλά δεν εΊναι δύσκολο!
Αυτό δεν εξαρτάται από μένα, απάντησε ο π. 'Ιωάννης. Μόλις αρχίσω νά διαβάζω την ευχή, ή άγία τράπεζα κυκλώνεται από θεϊκή φωτιά πού φτάνει τα δύο-τρία μέτρα ύψος.
'Έτσι δεν μπορώ να πλησιάσω για νά σφραγίσω τα τίμια Δώρα. με πιάνει φόβος και τρόμος. δεν ξέρω τι νά κάνω.
Πέφτω τότε στο έδαφος, κλαίω, αναστενάζω και ικετεύω τον Κύριο νά παραμερίσει τις φλόγες για νά συνεχίσω.
Ύστερα σηκώνω τα μάτια. Αν έχουν χαθεί οι φλόγες, σηκώνομαι και σφραγίζω τα τίμια Δώρα.
Αν. όχι, τότε συνεχίζω την ικεσία με δάκρυα και στεναγμούς μέχρι νά σβήσει ή φωτιά η νά βρεθεί άλλος τρόπος
πού θα μου επιτρέψει νά μην καώ.
Πότε-πότε σβήνει ή φωτιά και γίνονται όλα όπως πριν ο
'Άλλοτε πάλι χωρίζουν οι φλόγες δεξιά κι αριστερά σχηματίζοντας καμάρα, όπότε κάνω το τόλμημα, πλησιάζω τρέμοντας και σφραγίζω τα τίμια Δώρα. ,
'Ακούγοντας οι χριστιανοί αυτά τα εξαίσια δεν τον ενόχλησαν άλλη φορά. Ήταν άλλωστε πολύ ευλαβής και εξαιρετικά κατανυκτικός όταν λειτουργούσε. Γι' αυτό στην ενορία του εκκλησιάζονταν πιστοί κι από γειτονικά χωριά, που περπατούσαν ώρες
για νά φτάσουν. Μερικές φορές έρχονταν ατή λειτουργία χίλιοι και περισσότεροι πιστοί. και όλοι αυτοί κατανύγονταν κι έκλαιγαν
στο τέλος μάλιστα της θείας αυτής μυσταγωγίας, το δάπεδο της εκκλησίας ήταν βρεγμένο από τα δάκρυά τους, λες και κάποιος είχε ρίξει νερό!
«Προσφέρων και Προσφερόμενος»
ΑΝΩΝΥΜΟΣ ησυχαστής, συγγραφέας του βιβλίου «Νηπτική θεωρία», διηγείται την ακόλουθη θαυμαστή εμπειρία του:
Ενώ λειτουργούσα μαζί με το γέροντά μου, είδα σε όραμα τον Κύριο 'Ιησού Χριστό.
Φορούσε αρχιερατική στολή και ιερουργούσε σύμφωνα με την τάξη της 'Εκκλησίας.
Παραδόξως όμως, αυτός ήταν και «ο Προσφέρων και ο προσφερόμενος». στη λειτουργία συμμετείχαν και μερικοί από τη συνοδεία του γέροντά μου.
Δύο απ' αυτούς είχαν τα πρόσωπα ολόλαμπρα από τη θεία χάρη, σαν πρόσωπα αγγέλων. Το σχήμα, το πολυσταύρι και ο σταυρός πού κρατούσαν, άστραφταν πιο δυνατά κι από την αστραπή!
Λειτουργούσε μαζί μας κι ένας διάκονος. την ώρα πού ο διάκονος μνημόνευε τα ονόματα των χριστιανών, έσκυψε σπλαχνικά προς το μέρος του ο Χριστός και είπε: ", Ας εΙναι κι αυτοί μαζί μου στη βασιλεία μου'.
"Βλέποντας μπροστά μου τον γλυκύτατο 'Ιησού, έκλαιγα από χαρά και θαύμαζα, γιατί αξιώθηκα ν' απολαύσω τη θέα Του.
Κι όταν τον ασπάσθηκα ατό πανάχραντο στήθος Του, ένιωσα νά λειώνω σαν κερί από την πολλή κατάνυξη και τα δάκρυα.
Πήρα τότε θάρρος και του είπα κλαίγοντας: «Μνήσθητί μου, Κύριε, εν τη βασιλεία σου». Κι αμέσως ακούω τον 'Ιησού με τη μελίρρυτη γλώσσα Του νά μου λέει: '" Ας γίνει όπως είπες'.
Ύστερα συνήλθα από το όραμα. Εκείνη όμως τη μέρα, κάθε φορά πού το θυμόμουν, ή καρδιά μου πλημμύριζε από κατάνυξη".
ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου