Σάββατο 16 Ιουλίου 2016
27. Η καθολική κρίση
Θά. γίvει κρίση
Καθώς οί αιώνες διαδέχονται
ό ένας τόν άλλον, προχωρούμε πρός τή συντέλεια τού κόσμου, τη Δευτέρα Παρουσία
τού Κυρίου καί τή φοβερή ήμέρα τής παγκοσμίου κρίσεως. Ή ήμέρα αύτή είναι άδηλη
στους ανθρώπους, διότι έτσι όρισε ή ανεξιχνίαστη βουλή τού Θεού. Παρά ταύτα ό
Κύριος μάς άπεκάλυψε ορισμένα σημεία, τά όποία
θά προηγηθούν τής Δευτέρας Παρουσίας του καί θά προειδοποιήσουν τούς
πιστούς γιά τό μεγάλο καί συγκλονιστικό γεγονός. Τά σημεία αύτά είναι ή κήρυξη
τού Εύαγγελίου στή γή επί μακρό χρονικό διάστημα, τό όποίο ή 'Αγία Γραφή
περιγράφει ώς χιλιετή βασιλεία τού Χριστού. Μετά τήν περίοδο αύτή θά έμφανισθεί
ό Αντίχριστος, ό όποίος θά επιτεθεί μέ λύσσα καί μανία πρωτοφανή έναντίον τής
Εκκλησίας καί τών πιστών μελών της, αλλά ό Χριστός, ό όποίος έξήλθε νικών καί
ίνα νικήση(Άποκ. ζ' 2), θά τόν συντρίψει όλοσχερώς. Τότε θά ακολουθήσει ώς
κλέπτης έν νυχτί καί ώς αστραπή ή όποία
φωτίζει ακαριαία όλα τά πέρατα τού κόσμου, ή μεγάλη καί επιφανής ήμέρα
τής Δευτέρας Παρουσίας τού Κυρίου, κατά τήν όποία ό Κύριος, έρχόμενος επί τών νεφελών τού
ουρανού (Ματθ. κδ' [24] 30) μέ όλη τή δόξα του καί όλους τούς αγίους αγγέλους
του, θά καθίσει σέ θρόνο ένδοξο καί λαμπρό (Ματθ. κε' [25] 31) καί θά κρίνει
ζώντας καί νεκρούς. Διότι τότε θά γίνει καί ή ανάσταση όλων ανεξαιρέτως τών
νεκρών.
Θά γίνει λοιπόν κ ρ ί σ
η. Ό φιλάνθρωπος Θεός μάς προειδοποίησε περί τού γεγονότος αύτού από τούς
χρόνους τών Προφητών. Καί όταν ό Θεάνθρωπος Κύριος ήλθε στή γή,ή προειδοποίηση
αύτή έγινε εντονότερη. Στήν έπί τού Ορους Όμιλία του άναφέρθηκε στην ημέρα
εκείνη, κατά την οποία πολλοί θά τού πουν: Κύριε, Κύριε, διά της πίστεώς μας σε
σένα ώς Μεσσία καί Υιόν τού Θεού δεν έπροφητεύσαμε; δεν έβγάλαμε δαιμόνια; δεν
έκάμαμε θαύματα πολλά; Καί τότε ό Κύριος θά τούς απαντήσει μέ τόν φοβερό λόγο:
Ουδέποτε σάς άνεγνώρισα ώς δικούς μου (Ματθ. ζ' 2223). Ό ίδιος πάλι, όταν
προέλεγε την τιμωρία των είδωλολατρικών πόλεων πού δέν πίστευσαν στό κήρυγμά
του, μίλησε καθαρά περί ημέρας κρίσεως, κατά τήν όποία οί κάτοικοι της Τύρου καί Σιδώνος θά ύποστούν
ελαφρότερη τιμωρία από τήν Καπερναούμ καί τίς άλλες πόλεις τής Γαλιλαίας, οί
όποίες έμειναν αμετανόητες (Ματθ. ία' [11] 2024). Επίσης ό Κύριος έδίδαξε ότι
κατά την ημέραν τής κρίσεως οί άνθρωποι θά λογοδοτήσουν γιά κάθε λόγο περιττό
καί ανωφελή πού τυχόν θά πουν (Ματθ. ιβ' [12] 36), επειδή ό υιός τού άνθρώπου
μέλλει έρχεσθαι εν τή δόξη τού πατρός αυτού μετά των αγγέλων αυτού καί τότε θά
αποδώσει σέ κάθε άνθρωπο κατά τά έργα του, διότι συναχθήσονται έμπροσθεν αυτού
πάντα τά έθνη (Ματθ. Ϛʹ [16] 27· κε' [25] 32).
Γιά τή μέλλουσα γενική
κρίση ό Κύριος χρησιμοποίησε καί τίς έκφραστικές παραβολές τού καλού σπέρματος
καί των ζιζανίων (βλ. Ματθ. ιγ' [13] 24-30),τού δικτύου πού ρίφθηκε στή θάλασσα
καί έμάζευσε κάθε είδος ψαριών, τών δέκα παρθένων, τών ταλάντων (βλ. Ματθ. ιγ'
[13] 47-50 κε' [25] 113' 14-30) κλπ. Στούς λόγους μάλιστα πού άπηύθυνε πρός
τούς Μαθητάς πρίν από τό σεπτό Πάθος του άναφέρθηκε διά μακρών στήν παγκόσμια
κρίση.
Τή βεβαιότητα γιά τή
μέλλουσα κρίση έξέφρασαν επανειλημμένα καί οί άγιοι Απόστολοι. Ό απόστολος
Πέτρος έδίδαξε τόν έκατόνταρχο Κορνήλιο καί όσους είχαν συγκεντρωθή στό σπίτι
τού Κορνηλίου, ότι ό Χριστός είναι ό ώρισμένος οπό τού Θεού κριτής ζώντων καί
νεκρών (Πράξ. ί 42). Ό απόστολος Παύλος έκήρυξε στούς Αθηναίους ότι ό Θεός
έστησεν ημέραν έν ή μέλλει κρίνειν τήν οικουμένην εν δικαιοσύνη δι άνδρός, τόν
όποίο όρισε κριτή, άναστήσας αυτόν εκ νεκρών (Πράξ. ιζ' [17] 31).
’Ίσως όμως ρωτήσει
κανείς: Πώς έμαθαν οί Προφήτες καί οί άγιοι Απόστολοι τίς λεπτομέρειες γιά τό
φοβερό κριτήριο; Στήν έρώτηση αυτή παραθέτουμε τή φωτισμένη απάντηση τού αγίου
Συμεών τού νέου Θεολόγου, ό όποίος γράφει: Τό λοιπόν οί Προφήται, καί οί
Απόστολοι όπου είπαν διά τήν ήμέραν τού Κυρίου, καί διά τήν ένδοξον φρικτήν
παρουσίαν του (...) από τό 'Άγιον Πνεύμα τά ήκουσαν καί τά έμαθαν, καθώς ό
Κύριος ημών Ιησούς Χριστός έλεγεν εις αυτούς.
“Όταν δε έλθη ό Παράκλητος, τό
Πνεύμα τό Αγιον, ό πέμψει ό Πατήρ εν τω όνόματί μου, εκείνος υμάς διδάξει
πάντα, καί ύπομνήσει υμάς πάντα, ά είπον ύμϊν” Πω. ιδ' [14] 26). Καί πώς τό
Πνεύμα τό Άγιον, όταν ήλθεν εις αυτούς, τούς έδίδαξε καί τούς είπε καί εκείνα
όπου δεν τούς είπεν ό Χριστός. ’Άκουε τόν Χριστόν πάλιν όπου τό λέγει: “’Έτι
πολλά έχω λέγειν ύμϊν, άλλ’ ού δύνασθε βαστάζειν άρτι· όταν δέ έλθη εκείνος, τό
Πνεύμα τής άληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την άλήθειαν ού γάρ λαλήσει άφ
έαυτού, άλλ όσα αν άκουση λαλήσει. καί τά ερχόμενα άναγγελεί ύμϊν εκείνος εμέ
δοξάσει, ότι εκ τού εμού λήφεται (διότι θά πάρει από τόν δικό μου θησαυρό της
γνώσεως), καί άναγγελεί ύμϊν” Ιω. ις 12-14). Έμαθες πόθεν έδιδάχθησαν εκείνοι
όπου έγραψαν διά την ημέραν εκείνην την φοβεράν, καί διά την Δευτέραν Παρουσίαν
τού Κυρίου, καί δι’ εκείνα όπού μέλλουν νά ακολουθήσουν καί εις τούς δικαίους,
καί εις τούς αμαρτωλούς; Έτζι λοιπόν καί διά όλα τά άλλα όπού δέν βλέπομεν
ημείς, αυτοί ( οί άγιοι Απόστολοι) φωτισθέντες από τό Πνεύμα τό 'Άγιον τά
είδαν, καί τά έγραψαν
Ή διδασκαλία αύτή, ή
όποία άποκαλύφθηκε άπό τόν Θεόν στην Π.
Διαθήκη, βεβαιώθηκε άπό τόν Κύριον καί τό Παράκλητον Πνεύμα καί κατόπιν
κηρύχθηκε άπό τούς αγίους Αποστόλους, διασαλπίσθηκε άπό τούς αγίους Πατέρες καί
άποτελεί βασική αλήθεια, τήν όποία ή
Εκκλησία περιέλαβε στό Σύμβολο της Πίστεως μέ τή φράση: Πιστεύω καί εις ένα
Κύριον Ίησούν Χριστόν (...) Θεόν αληθινόν (...) καί πάλιν έρχόμενον μετά δόξης
κρίναι ζώντας καί νεκρούς. Αυτό ψάλλουμε καί μέ τόν Αναβαθμό: Έπί τήν μητέρα
αύτού γην, δύνων πάς αυθις αναλύσει (άλλα χειρόγραφα έχουν άναδύσει), τού
λαβείν βασάνους ή γέρα τών βεβιωμένων.
Δηλαδή: Καθένας πού διά τού θανάτου επιστρέφει στή μητέρα του γη, άπό
τήν όποία αρχικά πλαστουργήθηκε, θά
έπιστρέψει πάλι στή ζωή μέ τήν άρρητη δύναμη τού Θεού θά λάβει τό σώμα καί θά
άναστηθεί, γιά νά λάβει τιμωρία ή επιβράβευση γιά όσα έπραξε κατά τή διάρκεια
τής ζωής του στή γη, αφού προηγουμένως περάσει άπό την κρίση τού δικαίου
Κριτού.
Διότι ή παρούσα ζωή είναι ό χρόνος της αγάπης καί της μακροθυμίας τού
Θεού ή μετά την ανάσταση ζωή είναι ό χρόνος της έξετάσεως, της κρίσεως, της
δικαιοσύνης τού Θεού. Καί αύτά δεν είναι αντίθετα, αν τά διαστείλουμε ώς πρός
τόν χρόνο της πραγματοποιήσεώς τους. Απαλλάσσει από τήν ανομία εδώ στή γή καί
διά τού βαπτίσματος καί διά της μετάνοιας. ’Εξετάζει τίς πράξεις στή μέλλουσα
ζωή διά πυρός καί βασάνων.
Ό ιερός Χρυσόστομος,
έπισημαίνοντας ότι καί οί είδωλολάτρες πιστεύουν ότι θά επακολουθήσει μέλλουσα
κρίση, αν καί τήν εννοούν διαφορετικά, διατυπώνει μία απορία: Γιατί ό Θεός δεν
τιμωρεί εδώ, άλλα επιφυλάσσεται νά κρίνει τότε; Καί άπαντά: Τούτο γίνεται, γιά
νά δείξει τή μακροθυμία του καί γιά νά μάς προσφέρει τήν έκ μετάνοιας σωτηρίαν.
Διότι, έάν μάς τιμωρούσε άμέσως, πώς θά έσωζετο ό Παύλος καί ό Πέτρος, οί
κορυφαίοι τής οικουμένης διδάσκαλοι;. Πώς θά έσώζετο ό Δαβίδ καί θά έλάμβανε ώς
καρπό μετάνοιας τή σωτηρία; Πώς (θά έσώζοντο) οί Γαλάται; Πώς άλλοι πολλοί;
Βέβαια ορισμένους τιμωρεί καί εδώ, άλλους όμως όχι. Όλα αύτά γίνονται, γιά νά
συγκινήσει καί νά διεγείρει έκείνους οί όποίοι άπιστούν στή μέλλουσα κρίση· καί
όσους πιστεύουν, άλλά είναι ράθυμοι περί τά πνευματικά, νά τούς κάμει
περισσότερο δραστήριους καί προσεκτικούς. ’Άν όμως δέν κάνουμε καλή χρήση τής
θείας μακροθυμίας, θά έλθει ό καιρός τής κρίσεως, καί τότε δέν θά μακροθυμήσει
ουδέ στό έλάχιστον, άλλ’ εύθύς θά κινήσει καί θά έπιφέρει τήν δίκην. Λοιπόν μήν
προσπαθούμε νά τρυφήσουμε σέ συντομότατο χρόνο, διότι τέτοια είναι ούσιαστικά ή
παρούσα ζωή, καί νά επισύρουμε στούς εαυτούς μας τιμωρία άτελεύτητων αιώνων.
Άλλά άς κοπιάσουμε επί ένα σύντομο διάστημα χρόνου, γιά νά στεφανωθούμε αιωνίως
ώς νικηταί. ’Άς ένθυμούμεθα μάλιστα ότι δέν θά παραστούμε άπλώς στό φοβερό
εκείνο παγκόσμιο κριτήριο, άλλά καί θά άποκαλυφθούμε (Β' Κορ. ε 10)
Ή άλήθεια τού Ευαγγελίου
περί τού ότι θά γίνει κρίση άμφισβητείται δυστυχώς άπό ορισμένους, οί όποίοι
λέγουν: Ό Θεός πρός φόβον τών άνθρώπων άπείλησε αύτά. Άλλ’ ή άμφισβήτηση αύτή είναι,κατά
τόν ιερό Χρυσόστομο,υποβολή τού μισόκαλου διαβόλου. Σατανικός ούτος ό λογισμός,
φωνάζει ό θειος Πατήρ· είναι λογισμός ό όποίος μάς χαρίζει χάριν άνόνητον
(ανωφελή, βλαβερή) καί μάς καθιστά ράθυμους στά έργα τής αρετής. Τό επιχείρημα αυτό είναι σατανικό έφεύρημα,
τό όποίο έχει σκοπό νά καλλιεργεί στήν ψυχή τήν άφοβία, έτσι ώστε νά μήν
οδηγηθούμε στη ζωή τής άγιότητος γιά νά άποφύγουμε τής κολάσεως τά
βασανιστήρια. Είναι έφεύρημα τού πονηρού διαβόλου, γιά νά αμελήσουμε εδώ τή
σωτηρία μας καί νά ρίψουμε τούς εαυτούς μας εις αυτόν τόν τού άδου πυθμένα.
Καί γιά νά μή μείνει
καμμία αμφιβολία ότι ή Αγία Γραφή μάς αποκαλύπτει καί στό σπουδαίο αύτό ζήτημα
ολόκληρη καί καθαρή τήν αλήθεια τού Θεού, ό ιερός Χρυσόστομος απευθύνεται πρός
όσους υποστηρίζουν τό σατανικό αύτό ψεύδος καί τούς λέγει: Πέστε μου λοιπόν, τί
νομίζετε, ώ ανόητοι;, δέν τιμωρείται ό πλούσιος εκείνος ό όποίος περιφρόνησε
τόν πτωχό Λάζαρο; (βλ. Λουκ. ιζ' [16] 20)· ούχί αί μωραί Παρθένοι τού νυμφώνος
εκβάλλονται; ούχί οί μή θρέψαντες τόν Χριστόν, εις τό πύρ απέρχονται τό
ήτοιμασμένον τώ διαβόλω καί τοϊς άγγέλοις αυτού; (Ματθ. κε' [25] 12,41). Δέν
είναι άλήθεια αύτό πού λέγεται γιά τούς μοιχούς, ότι σ σκώληξαυτών ού
τελευτήσει, καί τό πύρ αυτών ού σβεσθήσεται; (Ήσ. ξς [66] 24)· όλα αύτά είναι
μόνον άπειλές; ’Αλλά τό χρυσό στόμα δέν άρκείται μόνο στους λόγους αύτούς τής
Αγίας Γραφής.
Παρατάσσει καί πλήθος τιμωριών πού ό Θεός επέβαλε κατά καιρούς σέ
όσους φάνηκαν απειθείς στίς εντολές του, γιά νά ύπενθυμίζει άκριβώς τή μέλλουσα
κρίση. Λέγει: Έάν δέν πιστεύουμε περί των μελλουσών κολάσεων, ας πιστεύσουμε τουλάχιστον
από αύτά τά όποία έχουν ήδη γίνει. Διότι
όσα έχουν πραγματοποιηθεί δέν είναι μόνο λόγια καί άπειλές. Καί έρωτά: Ποιός
κατέστρεψε έπί τών ημερών τού Νώε τόν κόσμο μέ τόν κατακλυσμό; Ποιός κατέκαυσε
τίς πόλεις τών Σοδόμων; Ποιός κατεπόντισε στήν Ερυθρά θάλασσα όλη τή δύναμη τών
Αιγυπτίων; Ποιός έστρωσε στή γή τίς έξακόσιες χιλιάδες στήν έρημο; Ποιός
έπρόσταξε νά ανοίξει τό στόμα της ή γή καί νά καταπιεί όσους ήσαν μέ τόν Κορέ
καί Δαθάν; (βλ. Ψαλ. ρε' [105] 17)· ποιός έθανάτωσε τίς εκατόν ογδόντα πέντε
χιλιάδες έν μια νυκτί, βεβαιώνοντας τήν προφητεία τού Ήσαίου; (Ήσ. λζ' [37]
36). Φέρνει όμως ό ιερός Χρυσόστομος καί παραδείγματα από την Καινή Διαθήκη.
Ένθυμήσου, λέγει, πόσα έπαθαν οί Ιουδαίοι, πώς οί γυναίκες τους κατέφαγαν τά
δικά τους παιδιά, άλλες ψήνοντάς τα, άλλες κατά διαφορετικό τρόπο Πώς
παρεδόθησαν σέ φοβερή πείνα καί σέ πολέμους διαφόρους καί σκληρούς Τό ότι δέ
όλα αύτά ήσαν τιμωρίες πού τούς έπέβαλε ό Χριστός, άκουσε πώς ό ’Ίδιος τό
προείπε μέ παραβολές, αλλά καί σαφώς καί άνακεκαλυμμένως. Μέ παραβολές, όταν
είπε τούς μή θελήσαντάς με βασιλεύσαι έπ αυτούς, άγάγετε ώδε καί κατασφάξατε
(Λουκ. ιθ' [19] 27)· τά ίδια υπονοούσε καί μέ τήν παραβολή τού άμπελώνος καί
τού γάμου. Σαφώς μίλησε καί όταν είπε: Καί θά πέσουν σφαγμένοι από μαχαίρι
(...) καί πάνω στή γή θά κυριεύσει μεγάλη στενοχώρια καί αδημονία τά έθνη, τά
όποία λόγω τού ήχου καί τού θορύβου τών
βίαιων κυμάτων της θαλάσσης πού θά όρμούν γιά νά καταπλημμυρίσουν τή γη, θά
κυριευθούν από μεγάλη απορία καί αμηχανία... (Λουκ. κα [21] 24, 25, 26)· καί
εσται θλίψις μεγάλη, οία ού γέγονεν άπ αρχής κόσμου εως τού νύν ούδ’ ού μή
γένηται (Ματθ. κδ' [24] 21). Γνωρίζετε έπίσης πόσο τιμωρήθηκαν ό Άνανίας καί ή
Σαπφείρα γιά κλοπή λίγων χρημάτων (Πράξ. ε Ιέξ.). ’Άλλωστε δέν βλέπετε τίς
καθημερινές συμφορές πού υποφέρουμε λόγω τών αμαρτιών μας;
Ό ίεροδιάκονος Μακάριος ό
Πάτμιος, από τούς πλέον λογίους άνδρες της εποχής του (16881737), άπαντά ως
εξής στην ίδια ένσταση όσων απιστούν στην κρίση τού Θεού: Καί όμως, έχεις από
τά περασμένα νά μάθης τών μελλόντων τήν αλήθειαν σού μαρτυρούν τά λείψανα τής
Κιβωτού άπό τά όρη τής ’Αρμενίας, τού κατακλυσμού τήν πανωλεθρίαν. Καί εκείνου
τού καιρού οί άνθρωποι διά φοβερισμούς μόνον είχον τά λόγια τού Νώε, άλλ’
επειδή δέν έπίστευσαν εις τά λόγια, έπεσαν εις τήν τιμωρίαν τού κατακλυσμού.
Λοιπόν, επειδή καί τά αίτια εκείνης τής καταδίκης καί τώρα εόρίσκονται, πώς δέν
θέλει γένει καί ή κόλασις; (...) Καί ή γή ακόμη καπνιζομένη των Σοδόμων καί
Γομορρών τούτο σού προκηρύττει τό πύρ, τό ήτοιμασμένον καί ουδέποτε
σβεννόμενον. (...) Τό σκεύος τής εκλογής (τόν Παύλον) ακούεις όπου λέγει “μηδέ
πορνεύωμεν, καθώς τινες τών Ιουδαίων έπόρνευσαν καίεπεσον εν μια ήμερα
είκοσιτρείς χιλιάδες μηδέ γογγύζετε, καθώς καί τινες έγόγγυσαν, καί άπώλοντο
υπό του όλοθρευτού (καταστροφέως) ” (Α' Κορ. ί 8, 10) καί ακόμη δέν τό
πιστεύεις πώς είναι κριτής;
Τό ότι ό Θεός θά κρίνει
τόν κόσμο είναι καί φυσικό καί δίκαιο. Διότι έφ’ όσον είναι ό δημιουργός, ό
σωτήρας, ό αγιασμός καί ή απολύτρωσή μας (βλ. Α' Κορ. α 30), θά είναι καί ό
κριτής. Θά έλθει άκριβώς μέ την ιδιότητα αύτή, γιά νά κρίνει καί νά λάβει
απόφαση περί τής συμπεριφοράς μας άπέναντί του ως δημιουργού, ως σωτήρος, ώς
αγιασμού καί άπολυτρώσεως. Τώρα ό Θεός είναι ό καλλιεργητής τών ψυχών μας, ό
γεωργός πού σπέρνει. Τότε θά έμφανισθεί ώς θεριστής καί άλωνιστής. Είναι
εντελώς φυσικόν ό ουράνιος Σπορεύς, ό πλουσιοπαρόχως σπείρας τό σπέρμα τών
αιωνίων θείων αληθειών εις την γήν τών ανθρωπίνων ψυχών, νά έλθη καί νά ίδή
πόσον από τό σπέρμα αυτό έχει σαπίσει εις τήν λάσπην τών ηδονών, πόσον έχει
πνιγή εις τά αγκάθια τών παθών, πόσον έχει μαρανθή εις τήν φωτιάν τής
φιλαμαρτησίας, καί πόσον έχει καρποφορήσει καί φέρει τόν θειον καρπόν, καί νά
θερίση καί άλωνίση τούς ώριμους βλαστούς τού επιγείου σίτου.
Είναι όμως καί δίκαιο νά
μάς κρίνει ό Θεός. Διότι μάς άπεκάλυψε τήν όδό πρός τήν αιώνια ζωή· μάς έδίδαξε
μέ τόν άγιο νόμο του πώς νά προφυλαχθούμε από τήν αμαρτία καί τόν διάβολο.
’Έστειλε τόν Υιό του νά σταυρωθεί καί νά χύσει τό τίμιο Αίμα του, γιά νά μάς
καθαρίσει από τήν αμαρτία. Μάς έχάρισε όλα τά δώρα τού ούρανού καί μάς έδωσε
όλα τά μέσα γιά τή σωτηρία. Ή δικαιοσύνη του λοιπόν απαιτεί νά γίνει ή κρίση.
Ποιός θά είναι ό κριτής;
Ποιός θά είναι ό κριτής
κατά τη μέλλουσα κρίση; Κατά την ομολογία του Σωτηρος Χριστού, ό Θεός Πατήρ όλη
τήν εξουσία τού νά δικάζει καί νά κρίνει ποιός είναι καί ποιός δεν είναι άξιος
νά λάβει ζωή,τήν έχει δώσει στόν Υιό του, πού έγινε άνθρωπος (Ίω. ε 22). Κατά
δέ τόν θεόπνευστο Παύλο, ό Θεός Πατήρ όρισε ήμέρα κατά τήν όποία θά κρίνει τήν οικουμένην έν δικαιοσύνη δι’
άνδρός,τόν όποίο όρισε κριτή. Περί τού ότι ό Υιός θά είναι ό κριτής όλων μας, ό
Θεός Πατήρ έδωσε βέβαιη απόδειξη μέ τό νά τόν άναστήσει εκ νεκρών (Πράξ. ιζ'
[17] 31).
Βεβαίως ό Κύριος είπε
στούς Μαθητάς του ότι, όταν συντελεσθή ή ανάσταση των νεκρών καί καθίση ό υιός
τού άνθρώπου επί θρόνου δόξης αυτού, θά καθίσουν καί αύτοί έπίδώδεκα θρόνους
κρίνοντες τάς δώδεκα φυλάς τού ’Ισραήλ (Ματθ. ιθ' [19] 28). Ό δέ θείος Παύλος
γράφει ότι οι άγιοι τόν κόσμον κρινούσι (Α' Κορ. ζ' 2). Αλλά τό κρίνοντες καί
κρινούσι σημαίνουν εδώ κατακρίνοντες καί κατακρινούσι. Τό άγιο παράδειγμα των
δικαίων,ή θεοφιλής διαγωγή τους, ό όλος βίος τους θά κρίνει τίς δώδεκα φυλές
τού ’Ισραήλ, πού απίστησαν στό κήρυγμα τού Σωτηρος Χριστού. Καί ό μέν λόγος τού
θείου Παύλου άναφέρεται στούς δικαίους πού προέρχονται από τά έθνη, ένώ οί
λόγοι τού Κυρίου αφορούν στούς Αποστόλους καί σέ όσους έζησαν άποστολικόν βίον·
αύτοί θά αποτελόσουν έλεγχο καί έτσι θά κατακρίνουν μέ τήν αγία ζωή καί τόν
άποστολικό τους ζήλο τόν λαό τού ’Ισραήλ.
Τή λέξη κρίνοντες ερμηνεύει
ώς κατακρίνοντες καί ό ιερός Χρυσόστομος, ό όποίος προσθέτει: Δέν πρόκειται νά
καθίσουν ώς δικασταί καί κριταί οί Απόστολοι. Άλλ’ όπως ό Κύριος είπε ότι ή
βασίλισσα τού νότου θά κατακρίνει τή γενεά έκείνη, καί οί Νινεύίται θά
άναστηθούν στή μέλλουσα κρίση μαζί μέ τή γενεά έκείνη καί θά τήν κατακρίνουν
(Ματθ. ιβ' [12] 41-42),τό ίδιο θά συμβεί καί μέ τούς Αποστόλους. Θά κατακρίνουν
καί αύτοί τάς δώδεκα φυλάς τού Ισραήλ, διότι τόσο οί Απόστολοι, όσο καί οί
λοιποί ’Ιουδαίοι είχαν άνατραφεί μέ τούς ίδιους νόμους, μέ τά ίδια ήθη καί τίς
ίδιες παραδόσεις
Κατά την ήμερα λοιπόν τής
παγκόσμιας κρίσεως, όταν οί ’Ιουδαίοι θά ισχυρίζονται δεν μπορέσαμε νά
πιστεύσουμε στόν Χριστόν, διότι μάς έμπόδισε ό Μωσαϊκός νόμος νά δεχθούμε τά
παραγγέλματά του, ό Κριτής θά παρουσιάσει ενώπιον τους τούς Αποστόλους, οί
όποίοι δέχθηκαν τόνϊδιο νόμο καί όμως έπίστευσαν. Έτσι ό άγιος βίος των Μαθητών
θά κατακρίνει πάντας έκείνους. ’Άλλωστε αυτό τούς έτόνιζε ήδη μέ τίς λέξεις διά
τούτο αυτοί (οί Μαθηταί μου) κριταί εσονται υμών (Ματθ. ιβ' [12] 27),των
’Ιουδαίων. Έπί πλέον ό ιερός Πατήρ,
σχολιάζοντας τήν απόφαση τού Κριτού τήν ημέρα τής Παγκόσμιας Κρίσεως γιά τούς
εκ δεξιών του, έπείνασα, καί έδώκατέ μοι φαγείν, έδίφησα, καί έποτίσατέ με
(Ματθ. κε' [25] 35), παρατηρεί: Ό Κύριος είπε τόν λόγο αυτό, γιά νά μήν
ισχυρίζονται οί αμαρτωλοί ότι δέν είχαμε τά μέσα καί τούς τρόπους νά φανούμε
στούς άλλους βοηθοί, παρηγορητές κλπ. Ήταν σάν νά τούς απαντούσε σάς καταδικάζω
λαμβάνοντας άφορμή από τούς συνδούλους σας. Όπως ακριβώς κατεδίκαζε τίς μωρές
παρθένους συγκρίνοντάς τες μέ τίς φρόνιμες, καί τόν δούλο ό όποίος μεθούσε καί
έτρωγε υπερβολικά συγκρίνοντάς τον μέ τόν πιστό δούλο, καί έκείνον πού έκρυψε
τό τάλαντό του στη γή μέ έκείνους πού έδιπλασίασαν τά τάλαντά τους, καταδικάζει
καί καθένα από τούς αμαρτωλούς συγκρίνοντάς τον μέ τούς δικαίους.
Ό άγιος Συμεών ό νέος
Θεολόγος λέγει ότι κατά τήν μέλλουσα κρίση θά συμβεί καί αυτό: Ό Θεός εις τούς
αμαρτωλούς Πατριάρχας θέλει φέρει αντίκρυ τούς άγιους Πατριάρχας, ήγουν
(δηλαδή) Ίωάννην τόν Χρυσόστομον, Ίωάννην τόν Έλεήμονα, Γρηγόριον τόν
Θεολόγον,τόν άγιον ’Ιγνάτιον (...). Εις τούς αμαρτωλούς Μητροπολίτας θέλει
φέρει αντίκρυ τούς αγίους Μητροπολίτας, τόν Μ. Βασίλειον, τόν Γρηγόριον τόν
Θαυματουργόν, τόν άγιον Αμβρόσιον, τόν Νικόλαον (...) καί θέλει τούς είπή. Δέν
άπεράσατε καί σείς τήν ζωήν σας εις έκείνους τούς τόπους, όπού αύτοί μέ
έθεράπευσαν (έλάτρευσαν), καί μέ έδοόλευσαν; Δέν έκαθίσατε εις τούς θρόνους
αύτών; Διατί δέν έμιμήθητε καί τά έργα τους;(...). Διατί δέν έφοβήθητε νά
κρατήτε καί νά τρώγετε έμένα τόν καθαρόν καί άμόλυντον μέ ακάθαρτα χέρια καί μέ
πλέον ακαθάρτους ψυχάς; (...). Έτζι λοιπόν θέλει κατακριθούν Πατέρες από
Πατέρας δούλοι καί ελεύθεροι από δούλους καί έλευθέρους πλούσιοι καί πένητες
άπό πλουσίους καί πένητας οί ύπανδρευμένοι άπό τούς ύπανδρευμένους οί
άνύπανδροι άπό άνύπανδρους καί άπλώς είπείν κάθε αμαρτωλός εις έκείνην την
φοβέραν ημέραν της κρίσεως θέλει ίδή τόν όμοιόν του άντικρύ του εις την αιώνιον
ζωήν καί εις τό άνεκλάλητον εκείνο φως καί θέλει κατακριθή άπό αυτόν (...). Καί
όταν οί άμαρτωλοί κοσμικοί ίδούν εις την βασιλείαν των ουρανών κοσμικούς
δικαίους, καί οί άμαρτωλοί βασιλείς, βασιλείς δικαίους, καί οί πλούσιοι καί
ύπανδρευμένοι, πλουσίους καί ύπανδρευμένους άγιους, καί όλοι εκείνοι οί
άμαρτωλοί οπού θέλει εύρίσκονται εις την κόλασιν, τούς όμοιους τους οπού νά
εόρίσκωνται εις την βασιλείαν των ουρανών, τότε θέλει έντραπούν, καί θέλει
μείνουν άναπολόγητοι.
Κριτής λοιπόν κατά τή
μέλλουσα κρίση θά είναι ό Θεάνθρωπος Κύριος, ό όποίος ήλθε στόν κόσμο ώς
Σωτήρας καί Λυτρωτής των άνθρώπων. Αύτός ό όποίος έζησε ώς άνθρωπος στόν κόσμο,
έπαθε στόν κόσμο καί σταυρώθηκε γιά τόν κόσμο. Θά κρίνει τούς άνθρώπους όχι
μόνο ώς Θεός, ό όποίος γνωρίζει τή φύση των άνθρώπων, άλλα καί ώς άνθρωπος, ό
όποίος έχει πειρασθεί καθ’ όλους τούς τρόπους κατά τούς όποίους είναι δυνατόν
νά πειρασθεί ή άνθρώπινη φύση ώς άνθρωπος πού πειράσθηκε όπως καί εμείς, χωρίς
όμως νά όποπέσει σέ καμμία αμαρτία (Έβρ. δ' 15). Θά κρίνει τόν κόσμο αύτός ό
όποίος είναι όχι μόνο ό άρχηγός καί θεμελιωτής της πίστεως, άλλά καί αύτός πού
μάς τελειοποιεί στήν πίστη αύτός ό όποίος άναδείχθηκε μέ τά παθήματα καί τόν
οδυνηρό θάνατο τού Σταυρού καί τέλειος Σωτήρας (Έβρ. ιβ' [12] 2 β' 10). Αύτός
πού υπήρξε ή άρχή καί τό τέλος τού φιλανθρώπου σχεδίου της πανσόφου οικονομίας
τής Τρισηλίου Θεότητος ύπέρ ήμών των άγνωμόνων, αχάριστων καί πονηρών (Λουκ. ς
35).
Ή κρίσις πάσα δόθηκε στόν
Υιό (Ίω. ε 22) καί γιά άλλο λόγοδιά νά μή διαμαρτυρηθή ό έπαναστατημένος
άνθρωπος, κατά τήν θεομάχον άμαρτωλότητά του, καί γιά νά μήν πει ότι ό Θεός, ό όποίος
δέν έζησε εις τήν άνθρωπίνην σάρκα, δέν έπαθε τά πάθη τού άνθρώπου, ό όποίος
δέν διήλθε διά τής επιγείου φωλεάς των έχιδνών,δεν έχει δικαίωμα νά
κρίνη τούς ανθρώπους. Συνεπώς καί αυτή ή πράξη τού υπεράγαθου Θεού, όπως
άλλωστε καί όλες οί ένέργειές του, είναι πράξη δικαιοσύνης.
Όλες λοιπόν οί ώρες, όλες
οί ημέρες, όλα τά έτη μάς οδηγούν με βήμα σταθερό καί γοργό πρός εκείνη την
έσχάτην ημέραν (Ίω. ς 39), την μεγάλην ημέραν (Πράξ. β' 20), την ημέραν τής
κρίσεως (Ματθ. ι 15), την ημέραν τής οργής καίάποκαλύφεως καίδικαιοκρισίας του
Θεού (Ρωμ. β' 5)· σ’ εκείνη την πολυσήμαντη ήμερα καί σ’ εκείνη την πολυώδυνη
ώρα, ενώπιον τού άδεκάστου Κριτού
Θά συναχθούν όλα τά έθνη
Ο Κύριος μάς άπεκάλυψε ότι όταν έλθει έν τη
δόξη αυτού, συνοδευόμενος άπό όλους τούς αγίους Αγγέλους του, θά καθίσει επί
θρόνου δόξης αυτού καί θά συναχθούν έμπροσθεν αυτού πάντα τά έθνη (Ματθ. κε'
[25] 3132). Αλλά καί κατά την ένδοξη Ανάληψή του δύο ’Άγγελοι είπαν στούς
Μαθητάς, οί όποίοι ατένιζαν τόν Κύριο καθώς ανέβαινε στον ουρανό: Αυτός ό
’Ιησούς, ό όποίος άνελήφθη άπό σάς στόν ουρανό, θά έλθει καί πάλι κατά τόν
’ίδιο τρόπο πού τόν είδατε νά αναλαμβάνεται δηλαδή θά έλθει σωματικά καθισμένος
επάνω σέ σύννεφο, ένδοξος καί λαμπρός (Πράξ. α 10-11).
Ή Κ. Διαθήκη είναι
κατάσπαρτη άπό τίς φράσεις ή ημέρα τού Κυρίου, ή παρουσία τού Κυρίου... Τό
τελευταίο βιβλίο τής Κ. Διαθήκης, ή Άποκάλυψις τού Ίωάννου. γράφει στόν
τελευταίο στίχο: Λέγει ό Χριστός, ό όποίος μαρτυρεί όλα αυτά πού έχουν γραφεί
στό βιβλίο αυτό: Ναί έρχομαι γρήγορα. ’’Αμήν γένοιτο, έλα, Κύριε ’Ιησού (Άποκ.
κβ' [22] 20). Ό στίχος αυτός είναι απόδειξη τής ισχυρής νοσταλγίας καί τού
σφοδρού πόθου πού είχε ό ’Ιωάννης αλλά καί όλη ή Εκκλησία γιά τη Δευτέρα
Παρουσία τού Κυρίου. Γι’ αύτό καί οί ευλογημένοι Χριστιανοί τής πρώτης ’Εκκλησίας
ζούσαν μέ την προσδοκία τής έλεύσεως τού Κυρίου καί έλεγαν ό Κύριος εγγύς
(Φιλιπ. δ' 5) ό Κύριος πλησιάζει νά έλθει καί θά αποδώσει σέ κάθε άνθρωπο ό,τι
τού ανήκει. Ή Διδαχή των Δώδεκα Αποστόλων σύγγραμμα των άρχών τού Β' αί. μ.Χ.,
κατακλείει την ευχαριστήρια εύχή τής αγάπης με την ισχυρή προσδοκία: Έλθέτω
χάρις καί παρελθέτω ό κόσμος ουτος. Ώσαννά τώ Θεώ Δαυίδ (...) μαράν άθά
αμήν. Δηλαδή: ’Άς έλθει ή χάρη καί ας
παρέλθει ό κόσμος αυτός. Εύλογημένος ό Θεός τού Δαβίδ (...)· ό Κύριος θά ελθει
καί σείς κοιμάσθε; ή ό Κύριος θά ελθει καί θά τιμωρήσει καθένα πού είναι
χωρισμένος από τό σώμα της ’Εκκλησίας ή ό Κύριος θά έλθει καί θά άποκαθάρει τήν
Εκκλησία του.
Ή αλήθεια γιά τή Δευτέρα
Παρουσία τού Κυρίου τονίζεται καί στίς προσευχές των λατρευτικών συνάξεων τής
Εκκλησίας μας. Στό Μεσονυκτιχόν π.χ., μετά τόν ’Άμωμον υπάρχει τό θεσπέσιο
τροπάριο (πού ψάλλεται κατανυκτικά καί κατά τή Μ. Εβδομάδα)
Ιδού ό Νυμφίος
έρχεται έν τώ μέσω της νυκτός.... Μετά από αύτό ακολουθεί ένα άλλο, εμπνευσμένο
καί αύτό από τήν παραβολή τών Δέκα Παρθένων, τό όποίο λέγει: Τήν ημέραν εκείνην
(τής Δευτέρας Παρουσίας) έννοούσα ψυχή μου, γρηγόρησον, άνάπτουσα λαμπάδα
σου.... Σέ ειδική ευχή τού Μεσονυκτικού (ή όποία ανήκει στόν Μ. Βασίλειο) ζητούμε από τόν
Κύριο: Κύριε Παντοκράτορ, (...) δώρησαι ήμίν έν άγρύπνω καρδία καί νηφούση
διανοία, πάσαν τού παρόντος βίου τήν νύκτα ημάς διελθείν, άπεκδεχομένους τήν
παρουσίαν της λαμπράς καί επιφανούς ημέρας τού μονογενούς σου Τιού, τού Κυρίου
καί Θεού καί Σωτήρος ημών ’Ιησού Χριστού, έν ή (κατά τήν όποία ) μετά δόξης έπί
γης Κριτής τών απάντων έλεύσεται, έκάστω άποδούναι κατά τά έργα αυτού.... Τό
ίδιο γεγονός (τής Δευτέρας Παρουσίας) θυμόμαστε έπίσης έντονα καί στήν
’Ακολουθία τού Αποδείπνου, όπως έπίσης στόν Μέγα Κανόνα καί πρό παντός στό
κατανυκτικότατο Κοντάκιο: Ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τί καθεύδεις; τό τέλος
έγγίζει, καί μέλλεις θορυβείσθαι άνάνηψον ουν (σύνελθε, λοιπόν, ανάκτησε την
πνευματική σου διαύγεια), ίνα φείσηταί σου Χριστός ό Θεός.... Τήν ίδια μεγάλη
αλήθεια μάς ύπενθυμίζει καί τό κατανυκτικό αίτημα τών Πληρωτικών (στόν Εσπερινό
καί τή θεία Λειτουργία) πού λέγει: ’Ας ζητήσουμε από τόν Κύριο νά μάς δώσει καί
νά μάς χαρίσει χριστιανά τά τέλη τής ζωής μας (...) καί καλή απολογία μπροστά
στόν φοβερό δικαστικό θρόνο τού Χριστού κατά τή μέλλουσα κρίση.
Την προσδοκία της
Δευτέρας Παρουσίας καί τής μελλούσης κρίσεως καλλιεργούν κατ’ εξοχήν οί
μοναχοί. Γι’ αυτό σηκώνονται όρθρου βαθέος καί μέσα στην ησυχία καί τόν φόβον
της νύκτας,γιά νά υποδηλώσουν τό γεγονός ότι ό Κύριος έρχεται έν τώ μέσω της
νυκτός (κατά την παραβολή τών Δέκα Παρθένων). Τό σάλπισμα τής υπερφυσικής
σάλπιγγος πού θά αντηχήσει κατά τήν ημέρα τής Δευτέρας Παρουσίας συμβολίζεται
στη Μονή μέ τό σήμαντρο,τό τάλαντον, τίς καμπάνες... Οί μοναχοί συγκεντρώνονται
στό ναό τού Καθολικού, σάν νά συνάζονται μπροστά στό βήμα τού Κριτού (τό βήμα
συμβολίζεται άπό τήν Αγία Τράπεζα) καί συγκεντρωμένοι εκεί ψάλλουν, ικετεύουν
καί ζητούν έλεος, φωτισμό, αγιασμό, ετοιμαζόμενοι γιά τη μέλλουσα κρίση.
Τήν άγρυπνη διάθεση καί
τήν ιερή καί σωτήρια αναμονή τής Δευτέρας Παρουσίας έδίδασκε συνεχώς καί ό
ιερός Χρυσόστομος. Στήν ερμηνεία τού προφητικού λόγου έμοί κάμψει παν γόνυ καί
έξομολογησεται πάσα γλώσσα τώ Θεώ (Ήσ. με' [45] 23) γράφει: ’Άρα λοιπόν ό
καθένας μας θά δώσει περί τού εαυτού του λόγο στόν Θεόν. Καί πρόσεξε δέν είπε
απλώς προσκυνήσει έκαστος, αλλά καί έξομολογήσεται έκαστος, δηλαδή θά δώσει
λόγο τών πράξεών του. Γι’ αύτό, Χριστιανέ, νά είσαι πάντοτε εναγώνιος
(άγρυπνος, έτοιμος γιά αγώνα, ανήσυχος καί κατάλληλος γιά άγώνες πνευματικούς),
τόν κοινόν Δεσπότην ορών επί τού βήματος καθήμενον.
Θά έλθει λοιπόν, αδελφέ
μου, ό Κύριος καί πάλι. Τότε ανοίγεται πας ουρανός, καί τών αψίδων εκείνων
ανοίγουν διάπλατα οί πύλες, καί κατεβαίνει ό μονογενής Τιός τού Θεού
δορυφορούμενος ύπό χιλιάδων καί μυριάδων Αγγέλων, αρχαγγέλων, τών Χερουβίμ, τών
Σεραφίμ. τών άλλων δυνάμεων.
Ό Κύριος θά κατεβαίνει μέ τόσο μεγάλη δόξα, ώστε
καί ό ήλιος καί ή σελήνη καί κάθε είδος φωτός θά υποχωρεί, καθώς θά
καταλάμπεται άπό τή λάμψη έκείνη. Θά είναι μάλιστα τόσο φοβερή καί ένδοξη ή
παρουσία έκείνη, ώστε όχι μόνο τά πάντα αλλά καί αυτοί οί άγγελοι σαλευθήσονται
(Ματθ. κδ' [24] 29), θά συγκλονισθούν άπό έκπληξη.
Ταπεινή ήταν ή πρώτη
παρουσία τού Κυρίου, όταν γεννήθηκε ώς αδύνατο βρέφος στό σπήλαιο άπό τήν
πανάμωμο Δέσποινα. Έκινδύνευσε νά φονευθεί από τόν Ηρώδη καί κατέφυγε στην
Αίγυπτο. Έζησε ώς πράος καί ταπεινός κατά τό φρόνημα καί την εσωτερική διάθεση,
δεχόμενος τόν χλευασμό καί αντιμετωπίζοντας τόν φθόνο τον Γραμματέων καί
Φαρισαίων, οί όποίοι τελικά τόν έδίκασαν καί τόν έσταύρωσαν Τώρα όμως, κατά τη
Δευτέρα Παρουσία, θά έμφανισθεί άστραπηφόρος, παντοδύναμος, κύριος ουρανού καί
γης. Θά συνοδεύεται από τό αναρίθμητο πλήθος των ουρανίων δυνάμεωνουρανός καί
γη θά σειόνται ό ήλιος θά χάσει τη λαμπρότητά του, ή σελήνη καί τά άστρα θά
σκοτισθούν. Κατήλθεν έξ ουρανών (όταν γεννήθηκε), άνήλθεν εις ουρανούς (όταν
άναλήφθηκε), έξ ουρανών πάλιν έλεύσεται (θά έλθει) έλεύσεται δέ πώς; Ούκ εις
έτέραν αναλυθείς ύπόστασιν, άλλ’ έν τώ είδει τής σαρκός, έν τώ άνθρωπίνω
σχήματι ου μέντοι ταπεινά πράττων, ώς τό πρότερον, ούκ επί σκάφους ύπνων, ούκ
επί φρέατι κόπω δίψης κρατούμενος, ούκ έπί πώλον όνου καθήμενος, άλλ’ έπί πώλου
νεφελοειδούς όχούμενος (φερόμενος)ούχ άλιέας έπαγόμενος, άλλ’ ύπ’ αγγέλων
δορυφορούμενος ού δικαστού παριστάμενος βήματι, άλλ’ αύτός κρίνων τής
οικουμένης τά πέρατα. Θά έλθει, γράφει ό
άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος, μέ τό σώμα, καί θά είναι έτσι, όπως τόν είδαν οί
Μαθηταί του στό όρος κατά τήν αγία Μεταμόρφωση καί καθώς παρουσιάσθηκε δίπλα
τους, μέ τήν θεότητα νά ύπερνικά τή σάρκα.
Ό ίδιος στόν λόγο του Εις το άγιον Βάπτισμα λέγει ότι ό Κύριος θά έλθει
πάλι μέ τήν ένδοξη παρουσία του καί θά κρίνει ζώντας καί νεκρούς δέν θά είναι
πλέον μέ μόνη τή σάρκα, άλλ’ ούτε καί άσώματος θά έλθει μέ τρόπο πού αύτός
γνωρίζει, μέ σώμα θεοειδές, ώστε νά τόν ίδούν καί αύτοί πού τόν έσταύρωσαν καί
τόν έλόγχισαν έπάνω στόν Σταυρό (βλ. Άποκ. α 7) καί νά παραμείνει Θεός ξένος
πρός τήν ιδιότητα τού απτού καί χειροπιαστού.
Τότε θά ακούονται
αναστεναγμοί καί δάκρυα θά χύνονται ή γή θά τρέμει όπως τό καλάμι καί ό ούρανός
θά τυλίγεται όπως τό χαρτίή σελήνη δέν θά δίνει πλέον τό φέγγος της, οί αστέρες
θά πέσουν καί τό φώς τού ήλιου θά μεταστραφεί σέ σκοτάδι. Ό όσιος Συμεών ό νέος
Θεολόγος, μπροστά στό συγκλονιστικό τούτο θέαμα του κόσμου καί τό λαμπρό θέαμα
τής Δευτέρας Παρουσίας τού Κυρίου μένει εκστατικός καί γράφει μέ πολύ δέος καί
φόβο: Πολύς καί δυσκολοερμήνευτος είναι ό περί τής μελλούσης κρίσεως λόγος
επειδή δέν είναι διά παρόντα καί βλεπόμενα πράγματα, αλλά διά μέλλοντα καί
αόρατα. Διά τούτο καί εγώ όπου έχω νά ομιλήσω περί τούτων, καί εσείς όπου έχετε
νά τά ακούσετε, χρειαζόμεθα πολλάς εύχάς, καί πολλήν σπουδήν, καί έπιμέλειαν,
καί καθαρότητα τού νοός μας, διά νά δυνηθώμεν καί εγώ νά γνωρίσω καλώς, καί νά
ομιλήσω περί τούτων καί έσείς νά ακούσετε προσεκτικώς τά λεγάμενα. (...)
Ή
φοβερά ημέρα τού Κυρίου λέγεται έτσι όχι διατί είναι ή πλέον ύστερη ημέρα των
ήμερων τούτων, ούδέ διατί εις αυτήν μέλλει νά έλθη ό Κύριος (...), αλλά διατί ό
Δεσπότης καί Θεός των απάντων, ό Κύριος ημών ’Ιησούς Χριστός, έχει νά λάμψη
τότε μέ την λάμψιν τής Θεότητός του, καί ό αισθητός ουτος ήλιος έχει νά
σκεπασθή από την λαμπρότητα τού Δεσπότου, καί νά μή φαίνεται τελείως, καί τά
άστρα έχουν νά σβεσθούν, καί όλα τά ορατά νά τυλιχθούν ως βιβλίον,ήγουν
(δηλαδή) νά αναχωρήσουν, καί νά δώσουν τόπον εις τόν Ποιητήν τους καί νά είναι
μόνος εκείνος καί ημέρα όμού, καί Θεός καί εκείνος όπου είναι τώρα εις όλους
αόρατος, καί όπού κατοικεί φως απρόσιτον, τότε έχει νά φανερωθή εις όλους ό,τι
λογής είναι κατά τήν δόξαν, καί νά πληρώση (νά γεμίσει) τά πάντα από τό έδικόν
του φώς, καί νά γένη εις τούς Αγίους του ημέρα ανέσπερος, ατελεύτητος, γεμάτη
από χαράν παντοτεινήν. Ό ίδιος Πατήρ ερμηνεύει τόν Κυριάκό λόγο αί δυνάμεις των
ουρανών σαλευθήσονται (Ματθ. κδ' [24] 29) ώς εξής: Οί άγγελοι θέλει μείνουν
εκστατικοί καί θέλει θαυμάσουν τότε, μέ τό νά ίδούν έξαφνα εκείνα όπου έως τότε
άκόμη δέν είδαν.
Τής Δευτέρας Παρουσίας θά
προηγηθεί τό σημείον τού υιού τού ανθρώπου (Ματθ. κδ' [24] 30), δηλαδή ό
Σταυρός, βασταζόμενος υπό άγιων αγγέλων καί λάμπων ώς αστραπή. Τού σημείου
τούτου θά προπορεύεται σαλπίζων Μιχαήλ ό αρχάγγελος, καί έξυπνίζων τούς
κεκοιμημένους από Άδάμ έως τής συντέλειας τού αίώνος. Κατά τόν θεόπνευστο Παύλο
αυτός ό Κύριος μέ πρόσταγμα, με φωνή αρχαγγέλου καί μέ σάλπιγγα Θεού θά κατεβεί
άπό τόν ουρανό καίοι νεκροίέν Χριστώ άναστήσονται πρώτον (Α Θεσ. δ' 16) . Γι’ αύτό καί κατά τή Νεκρώσιμη Ακολουθία σέ
ιερείς ψάλλουμε: Έβρόντησεν ή σάλπιγξ, ώς εξ ύπνον άνίστανται. Αύτό δέν σημαίνει βέβαια ότι ή έγερση των
νεκρών είναι έργο της δυνάμεως των Αγγέλων ή άνάσταση των νεκρών είναι έργο της
δυνάμεως τού θείκού λόγου.
Όταν ήχήσει ή έσχατη
υπερφυσική σάλπιγγα, όσοι θά ζούν τότε θά άλλαγούν, όπως επίσης θά άλλαγούν καί
όλοι οί νεκροί, οί όποίοι θά άναστηθούν. Ή άλλαγή θά γίνει έν άτόμω, έν ριπή
οφθαλμού (Α' Κορ. ιε' [15] 51-52)· δηλαδή σέ μία στιγμή, τόσο γρήγορα, όσο
χρόνο χρειάζεται κανείς ν’ άνοιγοκλείσει τό βλέφαρό του. Ή άλλαγή αύτή θά αφορά στό σώμα,τό
όποίο,όπως έγράψαμε, θά καταστεί άφθαρτο, αιώνιο, πνευματικό, κατά τρόπο πού μόνον
ό Θεός γνωρίζει. Θά άλλαγεί τό σώμα, διότι ή σάρκα καί τό αίμα, ή θνητή φύση
δέν μπορεί νά τύχει της έπουρανίου βασιλείας . Θά άναστηθούν λοιπόν πρώτα οί
νεκροί άφθαρτοι (Α' Κορ. ιε' [15] 52) καί κατόπιν θά γίνουν άφθαρτοι όσοι θά
ζούν τότε καί έτσι γίνεται μαζί μέ τόν Κύριο ή συνάντηση. Επομένως ό δίκαιος
Άβελ, πού πέθανε πρώτος άπό όλους τούς άνθρώπους, θά προύπαντήσει τόν Κύριο, ό
όποίος θά κατεβαίνει, μαζί μέ τούς πιστούς όλων των αιώνων καί μέ εκείνους πού
θά ζούν τότε.
’Ιδού λοιπόν όλοι ενώπιον
τού άδεκάστου Κριτού. Τί τρόμος, τί φόβος θά καταλάβει εκείνους πού θά
άπομείνουν έπάνω στη γη; (...) “Πόσος ό τρόμος; πόσος ό φόβος τότε;”. Καί αύτοί
άκόμη οί άγιοι άγγελοι, οί μηδέν ήμαρτηκότες, τρέμουσι τήν ήμέραν εκείνην
ποταπός ουν τρόμος λήψεται (πόσο μεγάλος λοιπόν τρόμος θά καταλάβει) τούς
αμαρτωλούς έν εκείνη τή ήμέρα τή φοβερά καί φρικτή; Καί μή νομίσει κανείς ότι ή
κρίση θά γίνει ώς έν έκστάσει, καί ότι ώσπερ έν υπνω τις ύπάρχων κολάζεται. Μή
πλανάσθε, ώ άνθρωποι, άναφωνεί ό ιερός Χρυσόστομος· αύτός πού τιμωρείται κατά
τη διάρκεια τού υπνου, φαντάζεται μόνον, τό δε σώμα καί ή ψυχή έπί της κλίνης
αναπαύεται. Κατά την ήμερα όμως της κρίσεως, σώμα καί ψυχή θά παρασταθούν μαζί
ενώπιον τού φοβερού κριτηρίου, στό όποίο βρίσκεται ό δικαστής απροσωπόληπτος,
καί κριτήριον άπαράλλακτον (αμετάβλητο)· όπου πάντες γυμνοί παραστησόμεθα. Έκεί
δικάζονται τέκνα μετά γονέων, γυναίκες μετά άνδρών, καί έκάστου τά έργα φανερά
γίνονται (...). Φρίξωμεν ουν την ήμέραν εκείνην.
Αδελφέ μου, ετοιμαζόμαστε
γιά τή συγκλονιστική εκείνη ήμέρα, κατά την όποία ό Θεάνθρωπος Κύριος θά εκφέρει τήν τελευταία
καί οριστική καί άμετάκλητη απόφασή του περί της ιστορίας όλου τού κόσμου, περί
όλων τών εθνών καί ανθρώπων, αλλά καί περί ενός έκάστου από μάς προσωπικά; Όταν
ό Θεός έδημιούργησε τόν κόσμο, επιθεώρησε τά έργα του καί διεπίστωσε ότι πάντα,
όσα έποίησεν ήσαν καλάλίαν (Γεν. α 31). Όταν θά έλθει καθισμένος έπίθρόνου
δόξης αυτού, θά επιθεωρήσει καί πάλι όλα τά όντα καί όλους τούς ανθρώπους, γιά
νά διατυπώσει τή δίκαιη καί άμετάκλητη κρίση του. Τότε θά λάμψει ή δικαιοσύνη
τού Θεού Εμείς όμως πώς θά βρεθούμε άραγε; Ποιά θά είναι ή κρίση του γιά μάς;
Σκεπτόμαστε τό φοβερό Κριτήριο; Σκεπτόμαστε ότι, πρίν πεθάνουμε, πρέπει νά
συμφιλιωθούμε μέ τόν Κριτή, νά άποστραφούμε κάθε αμαρτία καί κάθε είδος κακίας;
’Ή μήπως μάς πλανά ό αντίχριστος μέ τά απατηλά θέλγητρα τού κόσμου αυτού καί
σκληρύνει τήν ψυχή μας μέ τήν απάτη τής αμαρτίας (Έβρ. γ' 13), ώστε, ενώ τήν
ήμέρα εκείνη τήν τρέμουν τά σύμπαντα, ή δική μας ψυχή νά μένει ανάλγητη, απαθής
καί αμετανόητη; ’Άς έπιμεληθούμε λοιπόν τή σωτηρία μας από τώρα, διότι, όπως
λέγει ό άγιος Γρηγόριος ό Θεολόγος, μόνον ό παρών καιρός είναι καιρός εργασίας,
ό δέ μέλλων (είναι καιρός) άνταποδόσεως. Καί όπως συμπληρώνει ό ιερός
Θεοφύλακτος· μεταμελείας καί εργασίας καιρός ούκ έστι μετά τήν ένθένδε (από
εδώ) άποβίωσιν · μετά τήν αναχώρησή μας
από τόν κόσμο αύτόν δέν ύπάρχει καιρός μετάνοιας καί άσκήσεως της αρετής.
Άπό τώρα λοιπόν άς
έτοιμασθούμε, διότι μόνο ή παρούσα ζωή είναι
ζωή άγώνος καί μετάνοιας· ή μέλλουσα ζωή είναι ζωή άνταποδόσεως. Άπό τώρα,
διότι θά έλθει τό τέλος ξαφνικά, σέ ημέρα πού δέν περιμένουμε καί σέ ώρα πού
δέν γνωρίζουμε, φωνάζει ό Θεολόγος Γρηγόριος. Καί συνεχίζει: Είναι φοβερό νά
περάσει τό πανηγύρι (τής ζωής αυτής) καί τότε νά ζητάς (νά αγοράσεις) τό
εμπόρευμα. Είναι φοβερό νά περάσει τό μάννα, καί τότε νά θέλεις καί νά ζητάς
τροφή. Είναι φοβερό τό νά αισθανθείς τή ζημιά τότε, όταν θά είναι ανεπανόρθωτη·
όταν θά φύγεις άπό τή ζωή αύτή, όταν θά κλεισθεί πικρά τό βιβλίο των εδώ
πράξεων καί έργων του καθενός· όταν θά τιμωρηθούν οί αμαρτωλοί όταν θά
λαμπρυνθούν καί θά δοξασθούν όσοι καθαρίσθηκαν άπό εδώ.
Άπό τώρα λοιπόν, αδελφέ
μου, ας εξομολογηθούμε τίς αμαρτίες μας, γιά νά λάβουμε τήν άφεση καί τή
συγγνώμη άπό τόν γλυκύ μας Ίησούν, ώστε μέ μετάνοια, συντριβή καί δάκρυα νά
ανάψουμε τίς λαμπάδες τών αγίων άρετών, καί μέ αυτόν τόν τρόπο νά
προύπαντήσουμε λαμπροί λαμπρώς τόν Νυμφίο Χριστό κατά τήν ένδοξη καί λαμπρά
παρουσία του, καί έτοιμοι πλέον νά είσέλθουμε μαζί του στόν ουράνιο νυμφώνα,
όπως αί φρόνιμοι παρθένοι...
Πώς θά γίνει ή κρίση;
Ιδού ενώπιον τού φοβερού
Βήματος τού Κριτού όλα τά λογικά χτίσματα, ορατά καί αόρατα άγγελοι καί
άνθρωποι. Καί οί μέν πονηροί άγγελοι, οί όποίοι δείχθηκαν άνυπότακτοι,
αχάριστοι καί παραβάτες τών θείων εντολών, εύθύς μετά τήν ανταρσία τους
διώχθηκαν άπό τούς φωτεινούς θαλάμους τού παμβασιλέως Θεού καί καταδικάσθηκαν
στόν αιώνιο θάνατο. Έφθασε πλέον καί ή σειρά τών άνθρώπων. Έρχεται τώρα ό
Κύριος νά κρίνει καί εμάς, στους όποίους δείχθηκε μέ ποικίλους τρόπους ή χρηστότης
καί ή φιλανθρωπία καί προσφέρθηκε πλούσια ή μακροθυμία τού σωτήρος ημών Θεού
(Τίτ. γ' 4). Έρχεται γιά νά έκδώσει δίκαιη καί οριστική απόφαση. Ό Θεός μάς
προειδοποίησε περί τού γεγονότος αύτού μέ τόν προφήτη Ήσαία. Είπε: Είδα τού
πλεονέκτου τήν αρπαγή άκουσα τού καταλάλου τήν ακατάσχετη φλυαρία είδα τού
φονιά καί τού άδικου κριτή τη μάχαιρα παρακολούθησα τού ανήθικου την ακαθαρσία·
ύπέμεινα τού υπερήφανου την αλαζονεία είδα την πολυποίκιλη παρανομία, καί
μακροθύμησα καί σιώπησα. Όπως ή γυναίκα πού γεννά συγκρατεί μέ πολλή καρτερία
τούς πύνους της, έτσι καί εγώ αν καί είχα πύνο πολύ καί βαρύ (ό Θεός εδώ όμιλεί
βεβαίως ώς άνθρωπος) γιά τόν έκτροχιασμό καί τήν έξαχρείωση τών ανθρώπων,
ωστόσο καρτέρησα, μακροθύμησα. Τώρα ήλθε ό καιρός νά μιλήσω. Τώρα θά ξερριζώσω
καί θά ξηράνω συγχρόνως. Τώρα θά φανερώσω τά κρυπτά, θά γκρεμίσω τήν
ύπερηφάνεια καί αλαζονεία, θά ελέγξω τά κρυμμένα (Ήσ. μβ' [42] 14έξ.).
’Ώ, ποία ώρα τότε καί
ήμερα φοβερά Ή ήμερα αύτή είναι ημέρα θλίφεως καίέλέγχου καίπαροργισμού τού
Κυρίου (Δ' Βασ. ιθ' [19] 3). Αλλοίμονο σε όσους μέ τήν αμετανοησία τους
έθησαύρισαν γιά τούς εαυτούς τους θησαυρούς οργής κατά τή μεγάλη αύτή ήμερα τής
οργής τού Άρνίου Χριστού (Ρωμ. α 18· Άποκ. C 1617). Ό Κριτής θά ζητήσει λόγο
από όλους τούς ανθρώπους· θά κάμει κρίση δίκαιη καί απροσωπόληπτη. Θά αποδώσει
σε καθένα κατά τά έργα αυτού (Ρωμ. β' 6). Τότε θά άποκαλυφθοόν ένώπιόν του όλα
τά κρυπτά τών άνθρώπων· διότι ένώπιον τού καρδιογνώστου Θεού δεν υπάρχει κανένα
κτίσμα αφανές καί αόρατο· όλα είναι γυμνά καί ολοφάνερα στά μάτια Εκείνου πρός
τόν όποίο θά δώσουμε λόγο γιά τά έργα μας (Έβρ. δ' 13). Εκείνος θά ρίψει άπλετο
φώς σ’ αυτά πού τώρα είναι κρυμμένα στό σκοτάδι, καί θά φανερώσει τίς
εσωτερικές σκέψεις καί αποφάσεις τών καρδιών μας (Α' Κορ. δ' 5). Εκείνος θά κρίνει
τίς άπόκρυφες πράξεις μας (Ρωμ. β' 16)· θά ζητήσει λόγο όχι μόνο γιά τίς
μεγάλες αμαρτίες, αλλά καί γιά κάθε περιττό καί ανωφελή λόγο πού είπαμε (Ματθ.
ιβ' [12] 36)· θά ζητήσει έπίσης λόγο καί γιά όλες τίς παραλείψεις τών
καθηκόντων μας (Ίακ. δ' 17), καθώς καί γιά τά χαρίσματα τά όποία ή αγαθότητά του έχάρισε στόν καθένα μας.
Ή Αγία Γραφή, γιά νά
παραστήσει τήν ακρίβεια μέ τήν όποία θά
γίνει ή κρίση, όμιλεί γιά βιβλία πού θά άνοιγούν τότε. Ό άετός τής Πάτμου μάς
πληροφορεί στην ’Αποκάλυψη ότι είδε όλους τούς νεκρούς, όσοι πέθαναν από τότε
πού δημιουργήθηκε ό άνθρωπος, νά στέκονται ένώπιον τού θρόνου τού Κριτού. Καί
τότε, προσθέτει, βιβλία ηνοίχθησαν (...) καί έκρίθησαν οί νεκροί έκ τών
γεγραμμένων έν τοϊς βιβλίοις κατά τά έργα αυτών (Άποκ. κ' [20] 12). Τά βιβλία αυτά
περί τών οποίων όμιλεί καί ό προφήτης Δανιήλ (βλ. Δαν. ζ' 10) φανερώνουν άφ’
ενός τήν παγγνωσία τού Θεού, ό όποίος γνωρίζει όλα τά έργα τών ανθρώπων, φανερά
καί κρυπτά. Αφ’ ετέρου φανερώνουν τό μνημονευτικόν τών ανθρώπων, στό όποίο θά
άνακινούνται από τόν Κύριον οί περί τών πεπραγμένων τύποι, ώστε ό καθένας νά
ενθυμείται τά άμαρτήματά του καί νά βλέπει γιά ποιά τιμωρείται. Διότι τότε θά
δούμε νά παρίστανται κατά κάποιο τρόπο μπροστά μας διά τής μνήμης τά έργα μας
καί νά φαίνονται όπως έχει τό καθένα πραγματοποιηθεί ή διατυπωθεί μέ
λόγια. Καί αλλού γράφει ό Μ. Βασίλειος:
Τά βιβλία άνοίχθηκαν,γιά νά καταστήσουν τά πάντα μέ σαφήνεια (φανερά), τά καλά,
τά πονηρά, τά φανερά, τά κρυφά, τίς πράξεις, τίς σκέψεις, ώστε νά τά ακούσουν
όλοι, καί οί άγγελοι καί οί άνθρωποι.
Γι’ αύτό κάθε άνθρωπος θά
κρίνεται καί εκ της συνειδήσεως αύτού. Διότι τού Κριτού τό φοβερόν πρόσωπον θά
μάς αναγκάζει νά πούμε τήν αλήθειαν· μάλλον θά μάς ελέγχει, καί άν ακόμη
σιωπήσουμε. Διότι καθένας μας θά παρουσιασθεί ένώπιον τού Κριτού περιβεβλημένος
τάς αμαρτίας ή τάς δικαιοσύνας του. Από τής έπόψεως αύτης όλα είναι άνάγραπτα
(έχουν γραφεί πρός ένθύμηση) καί τίποτε δέν χάνεται. Άνάγραπτός έστί σου πάσα
προσευχή καί ψαλμωδία, παρατηρεί ό άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων καί συνεχίζει:
Άνάγραπτός έστι πάσα ελεημοσύνη (...) πάσα νηστεία (...) πάς ό διαφυλαχθείς
γάμος καλώς, κάθε εγκράτεια πού έγινε γιά τόν Θεόν τά πρωτεία δέ τών στεφάνων
στίς αναγραφές αύτές έχει ή παρθενία καί ή αγνεία, καί μέλλεις λάμπειν ως
άγγελος. Γραμμένη είναι επίσης πάσα πλεονεξία (...) πάσα πορνεία (...) πάσα
επιορκία καί βλασφημία καί φαρμακεία (μαγεία) καί κλοπή καί φόνος πάντα
αναγράφεται ταύτα λοιπόν.
Μέγα θαύμα θά συμβεί
τότε, αναφωνεί ή χρυσή γλώσσα. Ξένον (άσυνήθιστο, παράξενο) κριτήριον θά
στηθεί. Διότι εκεί θά βλέπεις άλιέα (τόν ψαρά Απόστολο) δικάζοντα, καί
φαρισαίον κρινόμενον, σκηνοποιόν (τόν Παύλο) μετά παρρησίας καθήμενον καί
άρχιερέα μετά στεναγμών εύθυνόμενον (νά λογοδοτεί μέ άναστεναγμούς). Σέ τέτοιο φοβερό κριτήριο θά παρουσιασθούμε
όλοι καί εις αυτό θά καταλήξουν τό μυστήριον καί ή τραγωδία τής ανθρώπινης
έλευθερίας, τήν όποία μάς έχάρισε ή θεία άγαθότης γιά νά τή
χρησιμοποιήσουμε γιά τόν αγιασμό μας.
Ποιός μπορεί νά μάς
βοηθήσει κατά τή φοβερή εκείνη ώρα; Ασφαλώς κανείς Γι’ αυτό αναφωνεί ό ιερός
Χρυσόστομος. Δέομαι καί παρακαλώ καί γονατίζω καί αγκαλιάζω τά γόνατά σας, έφ’
όσον διαρκεί ή σύντομη αύτή περίοδος της ζωής μας, ας μετανοήσουμε, γιά νά μή
θρηνούμε εκεί ανώφελα. Εκείνο τό δικαστήριον δικάζει μόνο βάσει τών πράξεων μας
καί δέν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας εκεί. Καί αύτά σάς τά λέγω όχι γιά νά σάς
λυπήσω ή νά σάς απογοητεύσω· αλλά γιά νά μήν τρέφεσθε μέ μάταιες καί ψευδείς
έλπίδες καί αμελήσουμε τήν κατά Χριστόν αρετή.
Ό Κύριος μάς άπεκάλυψε
ότι κατά τήν ήμέρα τής κρίσεως θά διαχωρίσει τούς δικαίους από τούς αμαρτωλούς
μέ τόση ευκολία, όση χωρίζει καί ό βοσκός τά πρόβατα άπό τών έρίφων (Ματθ. κε'
[25] 32). Ό άγιος Γρηγόριος Νύσσης θεωρεί τόν χωρισμό αύτόν εύκολο, διότι, όπως
λέγει, κάθε άνθρωπος ανάλογα μέ τά έργα του προσλαμβάνει καί γνωριστικόν είδος.
Τά ιδιώματα τής κακίας ή τής αρετής θά προσδίδουν τότε κάποιο έντονο
χαρακτηριστικό στή μορφή τού καθενός ανθρώπου. Μού φαίνεται, προσθέτει ό άγιος
Γρηγόριος, ότι θά συμβεί ό,τι συμβαίνει καί στή ζωή αύτή, κατά τήν οποία ή
εξωτερική εμφάνιση τού προσώπου καταμαρτυρεί καί φανερώνει τήν έν τώ κρύπτω τής
ψυχής διάθεσιν. Κατ’ αύτόν τόν τρόπο εύκολα διακρίνουμε εκείνον πού είναι
λυπημένος ή θυμωμένος· ή, αντίθετα, τόν φαιδρόν,τόν άόργητον,τόν στολισμένο μέ
τήν αρετή τής σωφροσύνης. Όπως λοιπόν κατά τήν παρούσα ζωή ό άνθρωπος λαμβάνει
τή μορφή πού είναι απαύγασμα (λάμψη, ακτινοβολία, αποτέλεσμα καί καρπός) τής
ποιότητος τής έσωτερικής διαθέσεως τής καρδιάς του, τό ίδιο θά συμβεί καί όταν
άλλαγεί ή ανθρώπινη φύση. Τότε καθένας θά προσλάβει μορφή ανάλογη πρός τά έργα
του, ώστε νά μή φαίνεται διαφορετικός άπό ό,τι είναι, άλλ’ αύτό τό όποίο είναι,
αυτό καί νά φαίνεται ώς ό σώφρων, ό δίκαιος, ό πράος, ό καθαρός, ό άγαπητικός
(φιλόστοργος, φιλάνθρωπος), ό φιλόθεος.
’Ή, αντίθετα, καθώς ό δολερός,ό όποίος παρομοιάζεται πρός την αλεπού,
όπως ό Ηρώδης (βλ. Λουκ. ιγ' [13] 32)· καθώς ό αναιδής, ό όποίος κύων (σκύλος)
προσαγορεύεται, ώς Νάβαλ ό Καρμήλιος
(βλ. Α' Βασ. κε [25] 3).
Αυτό, παρατηρεί ό Μ.
Βασίλειος, δεν είναι απίθανο, διότι οί αμαρτίες είναι όπως οί ακαθαρσίες, οί
όποίες αλλοιώνουν την επιφάνειαν της ψυχής καί καταστρέφουν τό φυσικόν κάλλος
της. Παρόμοια διδάσκει καί ό άγιος
Κύριλλος Ιεροσολύμων.
Γράφει: Πώς χωρίζει ό βοσκός τά πρόβατα από τά ερίφια;
Ασφαλώς όχι από βιβλία, αλλά άπό αυτά πού φαίνονται. Διότι τό μεν μαλλί δηλοϊ
τό πρόβατον, τό δέ τριχώδες καί σκληρόν δηλοί τόν έριφον. Κατά παρόμοιο τρόπο
καί ό δίκαιος, πού καθαρίσθηκε άπό τίς άμαρτίες του μέ τη μετάνοια καί
έξομολόγηση, έχει τάς πράξεις εις τό έξης ώς έριον (μαλλί) καθαρόν καί μένει
άμόλυντος ή στολή τής ψυχής του. Αντίθετα, ό αμαρτωλός τριχώδης (τριχωτός)
ευρίσκεται, όπως ό Ήσαύ, ό όποίος ήταν δασύτριχος καί φαύλος κατά τήν
διάνοια.
Όπως δέν θά χρειασθεί
ειδική έρευνα γιά τόν χωρισμό τών δικαίων άπό τούς αμαρτωλούς, έτσι δέν θά
άπαιτηθεί καί χρόνος γιά τό έργο αυτό. Γράφει ό Μ. Βασίλειος: Ό νους τού
καθενός άπό μάς έν ροπή καιρού (σέ στιγμή χρόνου) καί μέ ασύλληπτη δύναμη θά
μεταφέρεται νοερά σέ όλα τά έργα καί θά άναζωγραφεί καί θά ένορά όλα τά
πεπραγμένα του όπως μέσα σ’ έναν καθρέπτη. Ταυτοχρόνως ό Κριτής, ό όποίος θά
κρίνει ώς παντογνώστης καί άπροσωπόληπτος τά έργα μας, θά καθιστά καταφανείς
τούς λόγους τής δικαιοσύνης του. κατά τούς όποίους θά ανταποδώσει δίκαια στόν
καθένα άνάλογα μέ τίς πράξεις του. Έτσι καί έκείνοι πού καταδικάζονται θά
συμφωνούν άπόλυτα ότι ή κατ’ αυτών άποφανθείσα κρίσις υπήρξε δικαιοτάτη.
Αδελφέ μου συναμαρτωλέ,
ας φέρνουμε συχνά στό νού τό φοβερό εκείνο κριτήριο, όπου δέν υπάρχει γέλως,
αλλά θρήνος· όπου δέν υπάρχει καλλωπισμός, αλλά σκοτισμός· όπου δέν ύπάρχει
περισπασμός (ανησυχία από τά βιοτικά πράγματα), άλλ’ έξετασμός όπου δέν υπάρχει
προσωποληψία, άλλά δικαιοκρισία· όπου όλοι θά παρουσιασθούμε, άλλοι μέν
αίσχυνόμενοι, άλλοι δέ στεφανούμενοι. Πού είναι εκεί των βασιλέων ή φαντασία;
(...) Πού των πλουτούντων ή άσπλαγχνία; πού τών δικαζόντων ή προσωποληψία; πού
τό κάλλος της νεότητος τό πολυφάνταστον; νεότης, ή άναίσθητος, ή μακράς ελπίδας
ζωής έχουσα νεότης, ή στασιώδης (φιλόνικη) καρδία,ή πολυμέριμνος ηδονή· (...)
νεότης (...) ή κακώς τήν σάρκα κολακεύουσα νεότης, ή πρός απάτην κολακευομένη,
ή πηλός (...) ό χόρτος ό εύμάραντος (...) τό ένύπνιον τό εύληθάργητον (πού
εύκολα λησμονείται), ή σκιά ή ανυπόστατος· νεότης, ή άθεος (...) ή άπονος
καρδία,ό άνατεταμένος (υπερήφανος) οφθαλμός (...)· νεότης, ό βρασμός τών
αιμάτων καί συνήθεια των σπιλωμάτων νεότης, ό δυσήνιος (αδάμαστος, άνυπότακτος)
ίππος καί πρός πάσαν έξολόθρευσιν επιτήδειος. Αύτός πού παρουσιάζεται έδώ
σοβαρός, εκεί θά άποκαλυφθεί ελεεινός· αύτός πού εδώ μεθά, εκεί θά άναζητά
σταγόνα νερού.
Μή μού λέγεις· δός μοι τήν σήμερον (ημέρα), καί λάβε τήν αύριον,
διότι δέν ερευνώ καί δέν εξετάζω πού είσαι έδώ, άλλά σέ περιμένω έκεί γιά νά δω
πού θά βρίσκεσαι Μή λέγε φιλάνθρωπος ό Θεός, κάν άμαρτήσω, συμπάσχει μοι άλλά
κάκείνο βλέπε, ότι έδώ έλεεί, έκεί έξετάζει έδώ δέχεται τήν έπιστροφή, έκεί
παραδίδει στό πύρ.
Χαρά σ’ έκείνον πού έφυγε
από έδώ έτοιμος γιά τήν αιωνιότητα. Διότι τήν τελευταία στιγμή, πού όλα θά τά
έγκαταλείπει έδώ, ή μάλλον πού όλα καί όλοι θά τόν έγκαταλείπουν, μία μόνο
παρηγοριά θά τόν ακολουθεί: Ή παρηγοριά ότι έζησε μέ εξομολόγηση καί μετάνοια
καί έκοπίασε, ώστε νά θησαυρίσει έργα αρετής καί άγιότητος στόν ουρανό (βλ.
Ματθ. ς' 20).
Εισαγωγή κειμένων σε
πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στό
Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
ΝΙΚ.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία αναρτήσων κειμένων,
τίτλων και εικόνων έγινε από τον N.B.B
Επιτρέπεται η χρήση, διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων
σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα ,χωρίς περικοπές
που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την
αναφορά στην πηγή :
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου