ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 26. Πώς θα είναι τό σώμα που θα αναστηθεί

Σάββατο 16 Ιουλίου 2016

26. Πώς θα είναι τό σώμα που θα αναστηθεί




26 ΠΩΣ ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ ΠΟΥ ΘΑ ΑΝΑΣΤΗΘΕΙ


 Μέ νέες ιδιότητες, άφθαρτο,λαμπρό, αιώνιο

Tό σώμα τό όποίο πρόκειται νά άναστηθεί έκ νεκρών πώς θά είναι; Στην ερώτηση αύτή μάς απαντουν καί πάλι οί θεοφόροι Πατέρες, οί όποίοι έρμηνεύουν την Άγια Γραφή μέ τόν φωτισμό τού Παρακλήτου Πνεύματος.
α) Έν πρώτοις παρατηρούν ότι τό σώμα έκεινο θά είναι τό αύτό καί ούκ αύτό, όπως σημειώνει ό θείος Χρυσόστομος. Δηλαδή, θά είναι αύτό τούτο τό σώμα που ύπήρξε επί της γης, άλλά μέ ιδιότητες διαφορετικές. Ό ίερομάρτυς Μεθόδιος λέγει ότι μετά θάνατον ό άνθρωπος δέν πρόκειται νά παύσει νά είναι άνθρωπος ούτε θά λάβει αγγελική ή άλλη μορφή. Διότι ό Χριστός ήλθε καί έκήρυξε ότι ή άνθρώπινη φύση δέν πρόκειται νά μεταπλασθεί σέ νέα μορφή, άλλά ν’ άναλάβει τή μορφή πού είχε έξ άρχής, προτού άμαρτήσει καί έκπέσει της χάριτος τού Θεού.  

Ό όσιος Μακάριος ό Αιγύπτιος μάς διδάσκει ότι τό σώμα πού θά άναστηθεί θά διατηρεί τή φύση του. Φέρει δέ τό άκόλουθο παράδειγμα: Όλα, λέγει, βυθίζονται στό φώς καί στή φωτιά καί μεταβάλλονται, άλλά δέν αναλύονται ούτε γίνονται φωτιά όπως άκριβώς ή βελόνα της ραφής, όταν ριφθεί στή φωτιά πυρούται καί γίνεται ολοκόκκινη, σάν νά είναι φωτιά, ή φύση όμως τού σιδήρου διατηρείται, κάτι παρόμοιο θά συμβεί καί μέ τό σώμα, τό όποίο θά άναστηθεί.
«Έν τή άναστάσει όλα τά μέλη άνίστανται, καί όλα γίνονται φωτοειδή,» αλλά καθένας παραμένει στη δική του φύση καί υπόσταση γεμάτος από τό Αγιο Πνεύμα. Ό Πέτρος είναι Πέτρος, ό Παύλος Παύλος καί ό Φίλιππος Φίλιππος.   Τούτο φαίνεται καί άπό την παραβολή τού πλουσίου καί τού πτωχού Λαζάρου. Διότι πέραν τού τάφου ό πλούσιος αναγνωρίζει χωρίς δυσκολία καί τόν πατριάρχη Αβραάμ καί τόν Λάζαρο.


Κατά τόν θείο Χρυσόστομο τό νέο σώμα που θά προέλθει άπό τήν ανάσταση δέν είναι νέα δημιουργία, έξ ολοκλήρου άσχετη πρός εκείνο πού συνέζησε στη γη μέ τήν ψυχή καί κατόπιν πέθανε καί διαλύθηκε. Μεταξύ τού σώματος πού πέθανε καί εκείνου πού θά άναστηθεί υπάρχει ταυτότης. Ερμηνεύοντας μάλιστα τόν λόγο τού Ίώβ, ό όποίος είπε ό Θεός θά άναστήσει τό δέρμα μου πού υποφέρει άπό τήν βάσανο αύτή, διότι ή ανάσταση αύτή θά συντελεσθεί άπό τόν μόνον δυνατόν Θεόν (Ίώβ ιθ' [19] 26), παρατηρεί: Άπό τούς λόγους αυτούς τού Ίώβ διδασκόμαστε δόγμα έκκλησιαστικόν· ότι τό σώμα πού υπομένει πειρασμούς καί βάσανα, αυτό καί θά άναστηθεί, γιά νά απολαύσει μέ τήν ψυχή τή δόξα της αίωνιότητος. Διότι δέν είναι δίκαιο άλλο σώμα νά πάσχει καί άλλο νά άνίσταται.  

Βεβαίως μεταξύ τού σώματος πού πέθανε καί εκείνου πού άναστήθηκε υπάρχει μέν ταυτότης, ύπάρχει όμως καί διαφορά. Ή αύτή ταυτότης καί διαφορά, οϊα (όπως εκείνη) μεταξύ τού κόκκου τού σίτου καί τού έξ αύτού προελθόντος στάχυος· μεταξύ σπέρματος καί τού έξ αυτού προελθόντος έμβρύου καί τού μετέπειτα εις άνδρα τέλειον έξελιχθέντος οργανισμού  Αυτό έξηγεί πολύ ωραία ό θεηγόρος Χρυσόστομος. Ερμηνεύοντας τόν λόγο τού θεοπνεύστου Παύλου, ό όποίος είπε αύτό πού σπείρεις δέν είναι τό σώμα πού πρόκειται νά φυτρώσει· σύ σπείρεις κόκκο γυμνό καί χωρίς φύλλα, ό Θεός όμως δίνει στόν κόκκο αυτόν σώμα, καθώς θέλησε καί διέταξε άπό τήν αρχή τής δημιουργίας, καί σέ κάθε σπόρο δίνει τό ιδιαίτερό του σώμα (Α' Κορ. ιε' [15] 37-38),γράφει: Ό θείος Παύλος έννοεί ότι κατά τή σπορά τού σιταριού δέν σπείρεις τό στάχυ. Παρ’ όλον ότι το στάχυ είναι τό ίδιο τό σιτάρι, διαφέρει όμως από εκείνο πού έσπάρη. Τό στάχυ είναι τό ίδιο, διότι είναι ή ίδια ουσία διαφέρει όμως κατά τό ότι τό στάχυ είναι καλύτερο στό νέο στάχυ μένει ή ϊδια ούσία, άλλά τό νέο στάχυ είναι ωραιότερο, εύπρεπέστερο, καινούργιο. Κατά παρόμοιο τρόπο καί στην ανάσταση των σωμάτων δέν είναι άλλη ή ούσία πού σπείρεται καί άλλη αυτή πού άνίσταται. Άνίσταται ή ϊδια ούσία, τό ϊδιο σώμα, άλλά καλύτερο καί λαμπρότερο. ’Άλλωστε, έάν ό Θεός δέν έπρόκειτο νά άναστήσει λαμπρότερο καί καλύτερο σώμα, γιατί νά κρημνίσει, νά καθαιρέσει τό σώμα έκείνο πού σήμερα ύπάρχει;  

β) Παρ’ ότι τό σώμα πού θά άναστηθεί θά είναι τό αύτό,τόϊδιο πρός έκείνο πού φορούσε ή ψυχή κατά τήν επί γης ζωή της, ταυτοχρόνως θά είναι καί ούκ αύτό, καί όχι τό ϊδιο διότι θά έχει προσλάβει γιά τή μέλλουσα ζωή νέες ιδιότητες. Ό άπόστολος Παύλος γράφει: Ιδού μυστήριον ύμϊν λέγω· ιδού σάς λέγω αλήθεια πού ήταν άγνωστη καί ή όποία  μάς φανερώθηκε μέ θεία άποκάλυψη. Πρέπει τό φθαρτό αύτό σώμα νά ένδυθεί άφθαρσία καί τό θνητό αύτό σώμα νά ένδυθεί άθανασία (Α' Κορ. ιε' [15] 51,53). Σχολιάζει ό θείος Χρυσόστομος: Φθαρτόν τό σώμα, καί θνητόν τό σώμα. Ωστε τό σώμα μέν μένει, διότι αύτό είναι έκείνο πού ένδύεται άφθαρσία καί άθανασία ή δέ θνητότης καί ή φθορά άφανίζονται, διότι στό σώμα έρχεται ή άθανασία καί ή άφθαρσία. Μήν αμφιβάλλεις λοιπόν πώς θά ζήσει αύτό ζωή χωρίς τέλος, όταν ακούσεις ότι γίνεται άφθαρτο.  

Απαντώντας στούς αιρετικούς, οί όποίοι έλεγαν ότι κατά τήν άνάσταση τών νεκρών έγείρεται σώμα διαφορετικό από έκείνο πού πέθανε, τόνιζε: ’Άλλο ήμαρτε, καί άλλο κολάζεται; Τότε όμως τί θά πείτε στόν άπόστολο Παύλο, ό όποίος λέγει δέν θέλουμε νά έκδυθούμε τό σώμα, άλλά νά φορέσουμε έπάνω μας τό ούράνιο σώμα; Πώς δέ τό φθαρτό καταπίνεται άπό τή ζωή; Διότι ό Άπόστολος δέν είπε, γιά νά καταποθή τό θνητόν ή τό φθαρτόν σώμα ύπό τού άφθάρτου σώματος άλλ’ ινα (καταποθή) ή φθορά ύπό της ζωής (πρβλ. Β' Κορ. ε 4). Διότι αύτό γίνεται, όταν άνίσταται τό ϊδιο σώμα. Έάν όμως ό Θεός αφήσει τό αρχικό έκείνο σώμα καί κατασκεάσει άλλο,ουκέτι καταπίνεται, άλλά μένει ή φθορά διατηρώντας την εξουσία της. Γι’ αύτό καί δέν γίνεται έτσι αλλά πρέπει τό φθαρτόν τούτο σώμα νά φορέσει έπάνω του αφθαρσία. Διότι ό Απόστολος λέγει ού κληρονομεί ή φθορά την αφθαρσίαν (...). αλλά τουναντίον, καταπίνεται ή φθορά υπό της ζωής (βλ. Α' Κορ. ιε' [15] 50 Β' Κορ. ε 4) διότι νικά καί υπερισχύει ή αφθαρσία της φθοράς, καί όχι πλέον ή φθορά της αφθαρσίας. Όπως ακριβώς τό κερί λειώνει από τη φωτιά, τό ϊδιο όμως δέν λειώνει τη φωτιά έτσι καί ή φθορά λειώνει από την αφθαρσία καί εξαφανίζεται, αυτή όμως ποτέ δέν μπορεί νά λειώσει καί νά κυριαρχήσει έπάνω στην αφθαρσία.  

Ή μεγάλη καί μυστηριώδης αύτή αλήθεια, ή όποία  ήταν άγνωστη καί τήν όποία  μάς άπεκάλυψε ό φιλάνθρωπος Θεός (βλ. Α' Κορ. ιε' [15] 51), φαίνεται έκ πρώτης όψεως άντιφατική καί ακατανόητη στή δική μας σκέψη, είναι όμως σαφέστατη. Αρκεί νά σκεφθούμε τί συμβαίνει στόν υλικό κόσμο. Μία ποσότητα νερού έχει άλλες ιδιότητες ώς υγρό καί άλλες ώς κατεψυγμένο, ως πάγος δηλαδή ώς συμπαγές καί στερεό σώμα άλλες δέ ώς ατμός, όταν, αφού τό θερμάνουμε, μεταπέσει σέ άερώδη καί νεφελώδη κατάσταση. Κάτι παρόμοιο θά συμβεί, μυστηριωδώς, καί μέ τό ανθρώπινο σώμα, τό όποίο θά άναστηθεί όπως γνωρίζει ό πάνσοφος Κύριος πού τό άνιστά. Σπείρεται έν φθορά, έγείρεται εν άφθαρσία· σπειρεται εν άτιμία. έγείρεται εν δόξιγ σπειρεται έν άσθενεία, έγείρεται έν δυνάμει· σπειρεται σώμα ψυχικόν, έγείρεται σώμα πνευματικόν (Α' Κορ. ιε' [15] 4244). Δηλαδή σπέρνεται τό σώμα στόν τάφο σέ κατάσταση φθοράς, εγείρεται σέ κατάσταση αφθαρσίας σπέρνεται καί θάπτεται σέ κατάσταση ατιμίας καί δυσωδίας, εγείρεται σέ κατάσταση δόξης σπέρνεται σέ κατάσταση άσθενείας, εγείρεται γεμάτο δύναμη. Σπέρνεται σώμα πού έζωοποιείτο καί διευθύνετο από τίς κατώτερες ζωικές δυνάμεις τής ψυχής έγείρεται σώμα πού θά ζωοποιείται καί θά διευθύνεται από τίς πνευματικές δυνάμεις τής ψυχής. ’Άλλωστε, έφ’ όσον τό νέον περιβάλλον καί ή νέα κατάστασις, εις τά όποία  θά είσέλθουν οί άνθρωποι μετά τήν άνάστασιν, θά είναι ξένον πρός τήν φθοράν καί τήν παχυλότητα τού παρόντος κόσμου, άναγκαίον παρίσταται, ινα καί τά άναστησόμενα σώματα ώσι τοιαύτα, ώστε νά προσαρμόζωνται πλήρως πρός τό περιβάλλον καί την κατάστασιν αύτήν.  

Επομένως τό σώμα πού θά άναστηθεί δέν θά είναι έκείνο πού πεινούσε, διψούσε καί ήταν οποταγμένο στή φθορά. Θά είναι όμοις τό ίδιο μέ εκείνο πού είχε συνδεθεί με τήν ψυχή, καί ταυτόχρονα διαφορετικό, τέλειο, άφθαρτο, λυτρωμένο από τούς πειρασμούς καί τίς αδυναμίες τού φθαρτού, τό όποίο διαλύθηκε. Στήν άλλη ζωή ούκέτι τροφών τοιούτων χρείαν έχει πρός ζωήν, ούδέ κλιμάκων πρός άνάβασιν γίνεται γάρ πνευματικόν, θαυμάσιόν τι, γίνεται τέτοιο πού δέν μπορούμε νά τό συγκρίνουμε μέ κάτι άλλο ανάλογης λαμπρότητος και αξίας. Πώς όμως θά γίνει αυτό, αποτελεί μυστήριο. Γι’ αύτό καί ό ιερός Κύριλλος 'Ιεροσολύμων χρησιμοποιεί μία εικόνα: Τό σώμα, γράφει, αφού φορέσει τήν αφθαρσία, μεταποιείται όπως ό σίδηρος, ό όποίος, όταν έλθει σέ επαφή μέ τή φωτιά, γίνεται καί αυτός φωτιά. Άλλ’ επειδή καί ή εικόνα αύτή δέν είναι τόσο έπιτυχής, προσθέτει: Τό σώμα μεταποιείται όπως γνωρίζει καλύτερα μόνον ό πάνσοφος Κύριος, ό όποίος θά τό άναστήσει.   Τότε, λέγει ό όσιος Ισαάκ ό Σύρος, όταν έλθει ό καιρός πού όρισε διά της προσκυνητής σοφίας του ό Θεός, θά μάς άναστήσει μέ άλλο σχήμα,τό όποίο αυτός γνωρίζει, καί θά μάς εισαγάγει σέ άλλη κατάσταση. Καί όλα αυτά τά ελπίζουμε όχι μόνον εμείς οί άνθρωποι, αλλά καί οί άγιοι άγγελοι (...), έπειδή πρός χάρη μας έμποδίζονται νά είσέλθουν στήν τελειότητα. Διότι γνωρίζουν ότι γιά μία φορά θά ανοίγει ή θύρα τού νέου αίώνος καί ότι καί αυτοί θά άναπαυθούν μετά τήν ανακαίνιση τού κόσμου καί τήν αποκατάσταση τής φύσεώς μας στήν πρώτη της κατάσταση. 
Περί τής νέας μορφής πού θά έχει τό σώμα έκείνο, μάς πληροφόρησε ό Κύριος. Έδίδαξε ότι στή ζωή πέραν τού τάφου ούτε θά νυμφεύονται ούτε θά παντρεύονται, αλλά θά είναι όλοι ως άγγελοι τού Θεού στόν ουρανό (Ματθ. κβ' [22] 30). Όσοι ζούν έκεί θά έχουν φύση άφθαρτη καί αθάνατη, θά είναι όπως οί άγγελοι (Λουκ. κ' [20] 35-36). ’Άλλωστε ό Θεός θά καταργήσει στή μέλλουσα ζωή καί τήν κοιλία καί τά φαγητά (Α' Κορ. Ϛʹ  13).

γ) Ή ανάσταση του σώματός μας δεν θά είναι απλώς επιστροφή ή αποκατάσταση ή άναστοιχείωση της φύσεώς μας στην αρχική της κατάσταση  θά είναι συγχρόνως καί ύψωση καί μετάβαση πρός τό καλύτερο, τό τέλειο. Τούτο μάς άπεκάλυψε τό Πνεύμα τού Θεού διά τού αποστόλου Παύλου, ό όποίος γράφει· σπείρεται σώμα ψυχικόν, έγείρεται σώμα πνευματικόν εστι σώμα ψυχικόν, καί εστι σώμα πνευματικόν (Α Κορ. ιε' [15] 44). Δηλαδή: Σπέρνεται σώμα πού έζωοποιείτο καί διευθύνετο από τίς κατώτερες ζωικές δυνάμεις της ψυχής. Εγείρεται σώμα πού θά ζωοποιείται καί θά διευθύνεται από τίς πνευματικές δυνάμεις της ψυχής. 'Υπάρχει σώμα ζωικό, υπάρχει καί σώμα πνευματικό.

’Αλλά κανείς δέν γνωρίζει έκ πείρας πώς θά είναι τό πνευματικό σώμα,γιά τό όποίο όμιλεί ό ’Απόστολος. Γι’ αυτό θά προσπαθήσουμε νά μορφώσουμε κάποια ιδέα, εάν άφήσουμε νά μάς άναλύσουν τόν δρο αύτό οί θεοφόροι Πατέρες. Κατά τόν Ιερό Χρυσόστομο,τόν ουράνιο νού τής θεολογίας, τό σώμα εκείνο θά είναι πνευματικόν, διότι τό 'Άγιο Πνεύμα θά παραμένει μόνιμα τή σαρκί τών δικαίων καί τού Αγίου Πνεύματος θά είναι ή έξουσία, ενώ Οά είναι παρούσα καί ή ψυχή. ’Ή, πάλι κατά τόν ίδιο, λέγεται πνευματικόν, διότι θά είναι κουφότερον (ελαφρότερο, περισσότερο ευκίνητο) καί λεπτότερον· τέτοιο, ώστε νά κρατείται, νά ανεβαίνει καί νά φέρεται στόν αέρα.   Καί ένώ εδώ στη γη τό σώμα είναι έκ φύσεως βαρύ, στερεό καί σκληρό, καί ως έκ τούτου φέρεται συνεχώς πρός τά κάτω, τότε θά μεταποιηθεί έτσι, ώστε νά φέρεται πρός τά άνω, συμφώνως καί πρός τόν άποστολικό λόγο άρπαγησόμεθα έν νεφέλαις εις άπάντησιν τού Κυρίου εις άέρα (Α Θεσ. δ' 17). Έτσι, όπως παρατηρεί ό άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ή ιδιότητα τού βάρους δέν παραμένει πλέον στό σώμα, άλλα έκείνοι οί όποίοι έχουν μεταμορφωθεί πρός τή θειοτέρα κατάσταση, πορεύονται ψηλά, ανεβαίνουν μαζί μέ την άσώματη φύση.   Κατά τόν άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά, ένώ κατά τήν παρούσαν κατάστασιν τών ανθρώπων ή νοερά ψυχή καλύπτεται υπό τής παχύτητος τής σαρκός, κατά τήν μέλλουσαν κατάστασιν τά σώματα τών άγιων θά έκλεπτυνθούν καί θά έκπνευματωθούν κατά τοιούτον τρόπον, ώστε νά καταστούν σχεδόν άύλα.  

Επίσης βοηθούμεθα στό νά σχηματίσουμε κάποια ίδέα περί τού σώματος τό όποίο θά άναστηθεί, άπό τό πανάγιο σώμα τού άναστάντος Κυρίου μας. Παρατηρεί ό θείος Χρυσόστομος: Επειδή πρίν άπό την Ανάσταση του δέν ήταν φανερός ό λόγος περί της βασιλείας τών ουρανών, γι’ αυτό μεταμορφώθηκε στό όρος ένώπιον τών τριών Μαθητών του, φανερώνοντας σ’ αυτούς τή δόξα τών μελλόντων καί αίνιγματωδώς καί άμυδρώς πώς θά είναι τό σώμα μας μετά τήν ανάσταση . Οί δε εμφανίσεις του μετά τήν ’Ανάσταση έπί σαράντα ημέρες είχαν σκοπό νά μάς πληροφορήσουν καί νά μάς δείξουν ποιά πρόκειται νά είναι τά σώματά μας μετά τήν ανάσταση. Τό σώμα πού θά άναστηθεί δέν θά έχει επίσης ανάγκη στέγης ή ένδυμάτων. Καί όπως τό πανάχραντο σώμα τού Κυρίου έπήρθη κατά τή θεία Ανάληψη, έτσι καί τό δικό μας,τό όποίο θά είναι όμοούσιον μέ εκείνο, έπί νεφελών άρθήσεται διότι ώσπερ ή κεφαλή (ό Χριστός), ούτω καί τό σώμα (εμείς οί άνθρωποι)  

'Ομοίως, τό πανακήρατο σώμα τού Κυρίου πού άναστήθηκε δέν είχε ανάγκη τροφής. ’Έφαγε μέν ένώπιον τών Μαθητών του ψάρι ψημένο καί λίγη κηρήθρα (βλ. Λουκ. κδ' 124] 42-43), όχι όμως διότι είχε άνάγκη τροφής. Τό έκαμε γιά νά πιστοποιήσει τήν πραγματικότητα τής άναστάσεώς του γιά νά βεβαιώσει ότι αυτός πού έφαγε ήταν ό ’ίδιος ό Κύριος καί ότι αυτό ήταν τό ’ίδιο σώμα τό όποίο καρφώθηκε έπάνω στό Σταυρό. ’Έφαγεν ύπερφυώς (κατά παράδοξο τρόπο) καί ύπερφυώς άνήλωσε (χώνεψε), άπερ έφαγε, τών βιβρωσκομένων θεία τινί δυνάμει καταναλισκομένων.  

’Επίσης, τό ίδιο έκείνο σώμα άναστήθηκε έσφραγισμένου τού μνήματος, όπως ψάλλουμε στόν Όρθρο τής Κυριακής τής περιόδου τού βαρέος ήχου.   Καί κατά την Κυριακή τής Άναστάσεως ψάλλουμε: Άναστήθηκες από τόν τάφο. Χριστέ, χωρίς νά προξενήσεις τήν παραμικρή βλάβη στίς σφραγίδες μέ τίς όποίες έσφράγισαν τόν τάφο σου οί εχθροί σου.   Επίσης ό άναστάς Κύριος έμπαινε στό οίκημα (της 'Ιερουσαλήμ), στό όποίο ήσαν συγκεντρωμένοι οί φοβισμένοι Μαθηταί του, χεκλεισμένων των θυμών (Ίω. χ [20] 19), ενώ οί θύρες ήσαν κλειστές Τό πανάγιο σώμα του, τό όποίο είχε πλέον έκλαμπρυνθεί καί άφθαρτισθεί,δέν παρεμποδίζετο από τήν παχύτητα τής ύλης. Ή ζωηφόρος σάρκα του υπερέβαλλε καί νικούσε τή χωρολογική διάρθρωση του ύλικού κόσμου. Καί αύτό ήταν προανάκρουσμα τής άφθαρτοποιήσεως καί έκλαμπρύνσεως καί των δικών μας σωμάτων, όταν έλθει ή ημέρα τής έξαναστάσεώς τους. Μέ τό ίδιο εκείνο σώμα εμφανίζεται ό Κύριος καί στους δύο Μαθητάς πού πήγαιναν σέ κάποιο χωράφι (βλ. Μάρκ. ιζ' [16] 12), μέ μορφή διαφορετική από εκείνη πού είχε προτού σταυρωθεί επίσης, ένώ ό Κύριος περιπατεί μέ τούς δύο πού πηγαίνουν εις Έμμαούς, μένει άγνωστος, καί μετά τήν ευλογία τού άρτου γίνεται άφαντος άπ αυτών (Λουκ. κδ' [24] 13-31).

Τήν αλήθεια περί τής φύσεως τού άναστημένου σώματος τού Κυρίου αναλύει ωραία ό όσιος Νικόδημος ό Αγιορείτης, ό όποίος τή θεμελιώνει άγιογραφικά καί Πατερικά. Γράφει: Τό σώμα τού Κυρίου μετά τήν ’Ανάστασή του, άν καί έγινεν απαθές καί άφθαρτον (...) μ’ όλον τούτο δέν έτράπη εις άσωματότητα, ουδέ άπέβαλεν όλα τά φυσικά του ιδιώματα: ήτοι τό ποσόν, τό ποιόν, τό είναι έν είδει (τή φυσική του μορφή), τό τριχή διαστατόν (μέ τρεις διαστάσεις), καί τό περιγραπτόν έν τόπω καί περιοριστόν άν γάρ καί αύτά άποβάλη, πλέον σώμα δέν μένει, άλλ’ έχει νά έκστή από τούς όρους τής ανθρώπινης φύσεως όθεν λέγει ό Μακάριος ό Χρυσοκέφαλος “Τό Δεσποτικόν καί πανάγιον σώμα άφθαρτον μέν άνέστη καί απαθές καί άθάνατον καί τη θεία κεκοσμημένον δόξη, σώμα δε όμως έστί τήν προτέραν εχων περιγραφήν”. Όθεν είπεν ό θείος ’Ιωάννης ό Δαμασκηνός· ό Κύριος “καί τώ Θωμά πιστούται (γίνεται πιστευτός), καί διά τούτου τοϊς πέρασιν, ως ειη Θεός τε καί άνθρωπος, δύο φύσεις φέρων εν έαυτώ καί μετά τήν έκ νεκρών άναβίωσιν, καί ταύταις δύο καταλλήλους τάς ένεργείας, αύτεξούσιά τε θελήματα εις αιώνα τόν άπειρον αίωνίζοντα” (παραμένοντα αιώνια) (...).
 Εις τό διάστημα τών τεσσαράκοντα ημερών ό Κύριος έφαίνετο εις τούς Αποστόλους, τώρα μεν έσθίων μέ αυτούς, τώρα δε λέγων τά περί της Βασιλείας τού Θεού: ήτοι τά πλέον απόκρυφα Μυστήρια περί αύτής, καθώς γράφει ό ιερός Λουκάς “οίς καίπαρέστησεν εαυτόν ζώντα μετά τό παθείν αυτόν έν πολλοίς τεκμηρίοις, δϊ ήμερων τεσσαράκοντα όπτανόμενος (εμφανιζόμενος) αύτοϊς, καί λέγων τά περί τής βασιλείας του Θεού, καί συναλιζόμενος αύτοϊς ” (τρώγοντας μαζί τους) (Πράξ. a 3). Λέγει δέ καί ό ιερός Θεοφύλακτος “συχνάκις ό Κύριος έφίστατο (παρουσιαζόταν) τοις Μαθηταϊς καί άφίστατο (άποχωριζόταν). Ό δέ Θεσσαλονίκης Γρηγόριος λέγει Ό Εύαγγελιστής “ούκ είπε, τρίτον ήδη πρός αύτούς ήλθεν επί τής Τιβεριάδος, άλλ’ έφανερώθη (πρβλ. Ίω. κα [21] 1), δεικνύς ότι παρήν αύτοϊς (ήταν παρών σ’ αύτούς) καί μή αίσθητώς όρώμενος παρείχε δέ τοϊς Μαθηταϊς αύτόν όράν, ήνίκα έβούλετο (έδινε στους Μαθητάς του τή δυνατότητα νά τόν βλέπουν, όταν ήθελε) τοιαύτη γάρ τών αθανάτων σωμάτων ή δύναμις”.

’Ήθελε δέ άπορήση τινάς (κάποιός), διατί έφαγεν ό Κύριος μετά τήν Άνάστασιν, καί τίνι τρόπω; Λύει τήν άπορίαν ό Θεσσαλονίκης Γρηγόριος λέγων “έτράφη δέ τό άκήρατον έκείνο σώμα μετά τήν Άνάστασιν, ούκ αύτό δεόμενον τροφής, άλλ’ ίνα πιστώσηται (γιά νά βεβαιώσει) τήν οίκείαν άνάστασιν, καί δείξη τούτ’ αύτό καί νύν όν τό καί πρό τού παθείν συνεσθίον αύτοϊς (καί νά δείξει τούτο άκριβώς, ότι καί τώρα ήταν τό ’ίδιο μέ τό πρό τού πάθους, όταν συνέτρωγε μέ αύτούς) άνήλωσε δέ τήν τροφήν ού κατά τήν τών θνητών σωμάτων φύσιν, αλλά κατά θείαν ένέργειαν, καί, ώς άν είποι τις (καί όπως θά μπορούσε νά πει κανείς), ώς τό πύρ άναλίσκει τόν κηρόν πλήν ότι πύρ μέν ύπεκκαύματος δείται πρός τό συνίστασθαι (έκτος μόνο ότι ή φωτιά έχει ανάγκη προσανάμματος γιά νά σχηματισθεί) τά δέ αθάνατα σώματα τροφής ού δείται (δέν έχουν άνάγκη τροφής) πρός σύστασιν”. Καί ό Ιερός Θεοφύλακτος συμφώνως λέγει “Χρή νοείν (πρέπει νά εννοήσεις) τό τού Κυρίου σώμα μετά την άνάστασιν πνευματικόν καί λεπτόν καί πάσης παχύτητος έκτος, καί ούτε τροφής, ούτε άλλου τινός δεόμενον (ούτε έχοντας ανάγκη κάποιου άλλου), εί καί πρός πίστωσιν (άν καί γιά νά γίνει πιστευτός) έφαγεν· ό γάρ έφαγεν, ού κατά φύσιν έφαγεν, αλλά κατ’ οικονομίαν, ίνα δείξη ότι αυτό τό παθόν σώμα άνέστη. Κατά φύσιν μέντοι (βεβαίως, μάλιστα) τούτο τώ σώματι ήν τό κεκλεισμένων τών θυρών είσιέναι (τό νά εισέρχεται) (πρβλ. Ίω. κ' [20] 19)· τό άκόπως από τόπου εις τόπον μεταβαίνειν”. Καί πάλι “Τό τού Κυρίου σώμα (μετά την ανάσταση) πνεύμα μέν ούκ ήν, πνευματικόν δέ, τουτέστι πάσης παχύτητος έκτος, Πνεύματι διοικούμενον.  

Όλα αυτά τά συνοψίζει ό άγιος Έπιφάνιος Κύπρου καί γράφει: Άνέστη ό Χριστός καί έφανέρωσε τόν εαυτό του εν αλήθεια, καί έψηλαφήθη ύπό τού Θωμά, καί τοϊς Άποστόλοις συνέφαγε καί συνέπιε, συνηυλίσθη μετ’ αυτών τεσσαράκοντα ημέρας καί τεσσαράκοντα νύκτας. Άλλ’ είσήλθε θυρών κεκλεισμένων, καί μετά τό είσελθείν έδείκνυε νεύρα καί οστά, τύπον ήλων (σημάδι καρφιών) καί τόπον λόγχης, ότι αυτό ήν αληθινόν τό σώμα. Καί άφού άνελήφθη στούς ουρανούς, έκάθισε έν δεξιά τού Θεού (Ρωμ. η 34) χωρίς νά άποθέσει τό σώμα, αλλά συνενώσας (αυτό) εις πνευματικόν έν τελειότητι μιάς θεότητος. Κατά παρόμοιο τρόπο, λέγει ό θείος Έπιφάνιος, καί τά δικά μας σώματα, τά όποία  σπείρονται τώρα ψυχικώς, πρόκειται νά έγερθούν πνευματικώς· τά σπειρόμενα έν φθορά καί έν θανάτω μέλλουν νά έγερθούν έν αφθαρσία καί έν αθανασία.  

Καί ό άγιος Συμεών ό νέος Θεολόγος παρατηρεί: Μετά τήν έκ νεκρών ανάσταση άνασταίνεται σώμα όλον πνευματικόν καί άτρεπτον, δ,τι λογής ήτον ύστερα από τήν Άνάστασιν τό σώμα τού Δεσπότου ημών Χριστού, οπού έγινε δεύτερος Άδάμ, καί πρωτότοκος ήμών έκ τών νεκρών,τό όποίον (σώμα) ήτον πολλά διαφορετικόν από τό σώμα τού πρωτοπλάστου Άδάμ. 

δ) Τό σώμα πού θά άναστηθεί θά είναι έπίσης καί ένδοξο, κατά τή βεβαίωση τού Κυρίου, ό όποίος είπε ότι στη βασιλεία του ουρανίου Πατέρα τους οί δίκαιοι θά δοξασθούν καί θά λάμψουν σάν τόν ήλιο (Ματθ. ιγ' [13] 43). Ό Κύριος χρησιμοποίησε τό παράδειγμα αυτό, διότι τούτου τού άστρου φωτεινότερο καί λαμπρότερο δεν γνωρίζουμε οί άνθρωποι.   Καί αύτό θά γίνει διότι, όπως παρατηρεί ό ερμηνευτής Ζιγαβηνός,τά σώματα, καθώς θά φωτίζονται από τή δόξα καί λαμπρότητα τού Θεού, θά μετατυπούνται πρός αύτήν, καί οί άνθρωποι θά γίνουν θεοειδείς (θεόμορφοι), ώστε νά λάμπουν λαμπρότερον ήλιου. 
Ό θείος Χρυσόστομος, γεμάτος έκπληξη άπό τόν λόγο τού αποστόλου Παύλου, ό όποίος είπε ότι ό Κύριος θά δώσει νέα μορφή στό σώμα καί θά τό μεταμορφώσει, ώστε νά γίνει όμοιο πρός τό δοξασμένο σώμα του καί νά άποκτησει την ίδια ένδοξη καί άφθαρτη μορφή πρός εκείνο (Φιλιπ. γ' 21), αναφωνεί: Πώ, πώ Τό σώμα αύτό γίνεται όμοιο πρός τό σώμα έκείνο πού κάθεται στά δεξιά τού Θεού Πατέρα πρός εκείνο πού προσκυνούν οί άγγελοι, πρός έκείνο πού παραστέκουν οί άσώματες δυνάμεις, πρός έκείνο πού είναι πολύ ψηλότερα άπό τά αγγελικά τάγματα, παραπάνω άπό κάθε άρχη καί έξουσία καί δύναμη, πρός εκείνο γίνεται όμοιο.  

Ποιά καί πόση περίπου θά είναι ή δόξα μέ την όποία  θά περιβληθεί τό σώμα πού θά άναστηθεί.τό άντιλαμβανόμαστε κάπως άπό τή λαμπρότητα καί τή δόξα πού περιέβαλαν τόν Κύριο όταν μετεμορφώθη, καί άπό τό ουράνιο φως πού άστραψε ξαφνικά γύρω άπό τόν Παύλο, ένώ πήγαινε στη Δαμασκό (βλ. Πράξ. θ' 3). Έχουμε όμως καί τούς λόγους τού θείου Παύλου, οί όποίοι βεβαιώνουν γιά την ένδοξη αύτή μεταβολή. Κατά τόν Απόστολο, όλοι έμείς μέ ακάλυπτο τό πρόσωπο τού έσωτερικού μας ανθρώπου, ώς άλλοι καθρέπτες πνευματικοί δεχόμαστε καί άντανακλούμε τή δόξα τού Κυρίου. Έτσι μεταμορφωνόμαστε καί λαμβάνουμε την ίδια ένδοξη εικόνα τού Κυρίου καί προοδεύουμε άπό ένα βαθμό δόξης σέ άλλον άνώτερο, όπως είναι φυσικό νά προοδεύει έκείνος πού φωτίζεται άπό τό 'Άγιο Πνεύμα, τό όποίο είναι ό Κύριος (Β' Κορ. γ' 18).

Ένώ όμως τά σώματα όλων των δικαίων θά λάμπουν άπό εκείνη την ανέκφραστη, την αφάνταστη καί άπερίγραπτη δόξα, ώστόσο θα υπάρχει διαφορά, ανάλογα μέ τό βαθμό της άγιότητος άστήρ άστέρος διαφέρει έν δόξη (Α' Κορ. ιε' [15] 41). Όπως οί αστέρες τού ουρανού, παρατηρεί ό όσιος Μακάριος ό Αιγύπτιος, δεν είναι όλοι όμοιοι, άλλ’ ό ένας διαφέρει από τόν άλλο ώς πρός τη λαμπρότητα καί τη μεγαλειότητα, κατά παρόμοιο τρόπο καί στά πνευματικά θέματα, ανάλογα μέ τό μέτρο της πίστεως, υπάρχει διαφορετική πρόοδος κάτω από τό φωτισμό τού Αγίου Πνεύματος· ό ένας είναι πλουσιότερος από τόν άλλο.   Αλλά καί ό ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας τόν ανωτέρω άποστολικό λόγο, παρατηρεί: Πολλή της δόξης τότε ή διαφορά, άν καί ή ανάσταση θά είναι μία. Παρ’ όλο που όλοι οί δίκαιοι θά είναι στη βασιλεία τού Θεού, ωστόσο δέν θά απολαύσουν όλοι τά ϊδια: τά σώματα θά άναστηθούν ένδοξα, αλλά δέν θά έχουν όλα τήν ϊδια δόξα καί λαμπρότητα.   Συνεπώς, όπως γράφει ό Μ. Βασίλειος, ένώ ή φύση των δοξαζομένων είναι μία, έν τούτοις ύπάρχουν πολλαί μοναί παρά τώ Πατρί,τουτέστιν αξιωμάτων διαφοραί.   Τούτο έξηγείται, εάν λάβουμε ύπ’ όψη ότι ή αιτία της τοιαύτης λαμπρότητος καί δόξης είναι καί εσωτερική, τό δέ σώμα αντικατοπτρίζει τή λαμπρότητα τής ψυχής πού περιβάλλει.  


Βέβαια, κατά τή γενική εξανάσταση των νεκρών θά άναστηθούν καί οί εύσεβείς καί οί άσεβείς. Αλλά τά σώματα τών τελευταίων θά είναι μέν αιώνια, δέν θά είναι όμως ένδοξα. Πάντες άναστησόμεθα άφθαρτοι, άλλ’ ού πάντες εις δόξαν, άλλ’ οί μέν εις κόλασιν, οί δέ εις δόξαν ή μέν ανάσταση θά είναι κοινή γιά όλους, ένώ ή ένδοξη ανάσταση θά είναι γιά έκείνους πού έζησαν ένάρετα.   'Ομοίως καί ό ιερός Κύριλλος 'Ιεροσολύμων παρατηρεί: Θά άναστηθούμε έχοντας όλοι αιώνια σώματα, άλλά όχι όλοι ϊδια (...). Έάν κάποιός είναι αμαρτωλός, θά λάβει σώμα αιώνιο, τό όποίο νά μπορεί νά υπομένει τίς τιμωρίες τών αμαρτιών, ώστε ένώ θά καίεται αιωνίως στή φωτιά νά μήν αφανίζεται.   Περί αύτού μάς έβεβαίωσε ό θείος Παύλος, ό όποίος έγραψε ότι ύπάρχουν σώματα έπουράνια, καί σώματα επίγεια, ή δέ δόξα τών μέν είναι διαφορετική τών άλλων (Α' Κορ. ιε' [15] 40). Μέ τόν λόγο αυτό ό θείος Παύλος έδειξε ότι διαφορές θά υπάρχουν όχι μόνο μεταξύ των δικαίων, αλλά καί μεταξύ τών αμαρτωλών. Τά σώματα τών αμαρτωλών άφθαρτα άνίστανται καί αθάνατα άλλ’ ή τιμή αύτη (τό νά άναστηθούν δηλαδή καί τά δικά τους άφθαρτα καί αιώνια) έφόδιον αύτοϊς κολάσεως γίνεται καί τιμωρίαάνίστανται άφθαρτα, γιά νά καίονται διαπαντός.  


Τά ίδια υποστηρίζει καί ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς. Όλοι θά άναστηθούν, άλλ’ έκαστοςέν τώ ίδίω τάγματι (Α' Κορ. ιε' [15] 23). ’Εκείνος που έθανάτωσε τίς αμαρτωλές πράξεις τού σώματος έδώ στη γη διά τής χάριτος τού 'Αγίου Πνεύματος, θά ζήσει εκεί μαζί μέ τόν Χριστόν αιωνίως τήν θεία όντως ζωή. Εκείνος όμως πού ένέκρωσε εδώ στή γη τή χάρη τού Αγίου Πνεύματος διά τών σαρκικών επιθυμιών καί παθών, πρόκειται  αλλοίμονο  νά συγκαταδικάζεται εκεί μέ τόν δημιουργό καί αίτιο της κακίας (τόν διάβολο)  Ολοι θά άναστηθούμε λοιπόν. Ή ανάσταση όμως δέν θά είναι γιά όλους άνάστασις ζωής, άλλά μόνο γιά όσους αγωνίζονται έδώ τόν καλόν αγώνα της άρετης. Οί άμετανόητοι αμαρτωλοί θά άναστηθούν εις άνάστασιν κρίσεως (Ίω. έ 29). Επομένως αυτό τό όποίο πρέπει νά ζητούμε δέν είναι ή ανάσταση καί ή αθανασία, ή όποία  είτε έτσι είτε αλλιώς θά μάς δοθεί. Αύτό πού πρέπει νά επιδιώκουμε είναι ή άνάσταση μέ δόξα, μέ παρρησία καί έν κοινωνία μετά τού αιωνίου Θεού. Διότι ή πρός τόν Θεόν κοινωνία είναι αγαθό πολύ ανώτερο της αφθαρσίας, είναι τό μεγαλύτερο όλων   .
Είθε νά αξιωθούμε νά λάβουμε τότε καί εμείς σώμα σύμμορφον τώ σώματι τής δόξης τού Κυρίου (Φιλιπ. γ' 21) σώμα όμοιο πρός τό ένδοξο έκείνο σώμα,τό όποίο κάθεται στά δεξιά τού Θεού Πατρός καί τό όποίο προσκυνείται από τίς αγγελικές δυνάμεις.  




Εισαγωγή κειμένων  και αναρτήσεων σε πρώτη αποκλειστική δημοσίευση  στό Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
ΝΙΚ.ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία αναρτήσων κειμένων, τίτλων  και εικόνων έγινε από τον N.B.B

Επιτρέπεται η χρήση, διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα ,χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :

© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net


Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |