ΕΥΣΕΒΙΟΣ ΕΜΕΣΗΣ ( + περί τό 359)
ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ
Ό Ευσέβιος Έμέσης έζησε στήν έποχή καί στόν χώρο τής Aρειανικής κρίσεως καί μαθητέυσε σέ άρειανόφρονες, αλλά έμεινε στό περιθώριο τής θεολογικής διαμάχης καί των σχετικών προσωπικών άντεγκλήσεων, χωρίς νά υπογράψει κάποιο άπό τά άρειανικά σύμβολα. Μολονότι συγγραφέας πολλών ομιλιών καί σχολίων έρμηνευ τικών, δέν είσήλθε στό μέγα θεολογικό πρόβλημα τής σχέσεως τοΰ Υιού πρός τόν Πατέρα. Κινήθηκε όμως άποκλειστικά στους άρειανικούς κύκλους, πού τόν εκτιμούσαν πολύ, καί συνδέθηκε ιδιαίτερα μέ τούςόμοιουσιανούς. Τό τελευταίο σημαίνει ότι σιωπηρά προέκρινε την παράταξη αυτή, πού βρισκόταν πολύ κοντά στήν ορθόδοξη διδασκαλία, καί ότι δέν άκολουθοΰσε τόν δάσκαλό του Ευσέβιο Καισαρείας. Τά έργα του είναι άπολογητικά καί οικοδομητικά. Διακρίνουμε σ’ αύτά γιά τόν Υίό είδος subordinatio καί γιά τήν χριστολογία προανάκρουσμα τής άντιοχειανής τάσεως. Ενδεικτικό τής δια θέσεώς του γιά μετριοπάθεια καί μεσότητα είναι ότι στήν έρμηνεία ματική μέθοδο. Εγκωμιάζει έντονα την παρθενία καί συνίστά αύ στηρό ασκητικό βίο γιά όλους τούς χριστιανούς, έγγίζοντας ένίοτε τά όρια τού έγκρατιτισμού.
Κρίνοντας άπό τά ελληνικά αποσπάσματα καί δή άπό την ομιλία του «Περί μετάνοιας», μπορούμε νά πούμε ότι ό λόγος τού Ευσεβίου παρουσιάζει μεγάλο φιλολογικό ένδιαφέρον, διότι έχει έντονη ποιητική διάθεση, χρησιμοποιεί πληθωρικά τόν παραλληλισμό καί την αντίθεση, είναι πολύ επιγραμματικός καί συνεχώς έρωτοαποκρίτι κός με πολύ σύντομες άποσιωπητικές φράσεις. Γι’ αυτό καί ή σκέψη του άποβαίνει αποσπασματική.
Παραθέτουμε μικρό δείγμα πεζού λόγου του, διαρρυθμισμένου σέ στίχους:
Εμβάλλεται Ιωσήφ εις τό δεσμωτήριον, επειδή καί ό Χριστός εις τόν τάφον.
ΤΗν αρχών των δεσμωτών Ιωσήφ,
επειδή καί ζώντων καί νεκρών βασιλεύει Χριστός.
Καί βλέπε,αύτοΰ τό γενναΐον τής ψυχής παράστημα.
;Ην εν φυλακή, έν δουλεία ό ελεύθερος·
έν φυλακή ό έν βασιλεία τετιμημένος, όσον άπό τών ενυπνίων. Ούκ έπαθέ τι ώς άνθρωπος, ούκ έλογίσατο ώς άπιστος, ούκ είπε, πού τά ενύπνια;
Πού ή ψευδής φαντασία;
Ποϋ ή άπόρρησις τού Θεού;
Βασιλείαν μοι έδωκε καί δουλείαν υπομένω,
Βασιλείαν μοι έπηγγείλατο
καί ουδέ τής ίσης ελευθερίας απολαύω.
Άπό βασιλείας εις δουλείαν, άπ’ ελευθερίας εις φυλακήν.
Ούδέν τούτων έλογίσατο, άλλ’ άνέμενε τήν άπόβασιν καί ούκ ένάρκησε τή πΐστει.
(«Εις Όκτάτενχον»: ΒΕΠ 38, 173174).
ΒΙΟΣ
Τόν Βίο (εγκώμιο) τού Εύσεβίου Έμέσης έγραψε ό Γεώργιος Λαοδικείας λίγο μετά τό 359. Τό κείμενο χάθηκε, άλλά χρησιμοποίησαν τό ύλικό του ό Σωκράτης (Εκκλησ. ιστορία Β' 9) καί ό Σωζομενός (Έκκλησ. ιστορία Γ' 6). Γεννήθηκε περί τό 300 στην "Εδεσσα τής Μεσοποταμίας, όπου έκανε τίς πρώτες του σπουδές στην συριακή καί τήν έλληνική. Μετά μαθήτευ σε στόν Πατρόφιλο Σκυθοπόλεως καί τόν Εύσέβιο Καισαρείας, πού τόν μύησαν στην Γραφή καί τόν άρειανισμό. Περί τό 330, δταν εκθρονίστηκε ό ορθόδοξος Ευστάθιος, βρισκόταν στην ’Αντιόχεια γιά σπουδές. Τότε τού προτάθηκε από τόν άρειανόφρονα Εύφρόνιο νά γίνει κληρικός, αλλά άρ νήθηκε καί έφυγε γιά την ’Αλεξάνδρεια. Έκεΐ σχετίστηκε μέ κύκλους φιλοσόφων καί συνδέθηκε στενά μέ τόν άρειανόφρονα Γεώργιο Λαοδικείας, έναν άπό τούς έπειτα επικεφαλής των όμοιουσιανών. 'Η φιλία αυτή, φαίνεται, ύπήρξε αποφασιστική γιά τήν θεολογική τοποθέτηση τού Ευσεβίου. Μετά τό 335 επανήλθε στήν ’Αντιόχεια. Τό 341 οί άρειανόφρονες τού πρότειναν νά καταλάβει τόν θρόνο τού έξόριστου Μ. ’Αθανασίου. Μέ πολλή σύνεση ό Ευσέβιος άρνήθηκε, αλλά δέχτηκε νά γίνει επίσκοπος Έμέσης (Φοινίκη Λίβανος), τής όποιας οί πιστοί άντέδρασαν, κατηγορώντας τον γιά ενασχόληση μέ τήν αστρολογία. Τότε κατέφυγε στόν φίλο του Γεώργιο Λαοδι κείας, γιά νά έπανέλθει στήν έδρα του μέ τήν βοήθεια τού Πλακίτου ’Αντιόχειας. Καί πάλι όμως οί Έμεσηνοί τόν κατηγόρησαν, τώρα γιά σαβελλια νισμό (άρα προσκείμενο στίς άποφάσεις τής Νίκαιας), μέ άποτέλεσμα ν’ αφήσει τήν "Εμεσα καί μέ άγνωστες συνθήκες ν’ ακολουθήσει τό 342 τόν αύτοκράτορα Κωνστάντιο στήν μακροχρόνια (μέχρι τό 350) έκστρατεία του κατά των Περσών.
Πέθανε δπωσδήποτε πρίν τό 360 καί ίσως πρίν τό 359, στήν ’Αντιόχεια (Ιερώνυμος, De viris ill. 91).
ΕΡΓΑ
Ό Ευσέβιος έγραψε πολλά έργα: απολογητικά πρός ’Ιουδαίους καί εθνικούς, άντιαιρετικά κατά τού μανιχαϊσμού καί τού μαρκιωνιτισμού, ερμηνευτικά στήν Παλαιό καί τήν Καινή Διαθήκη καί οίκοδομητικές όμιλίες γιά ποικίλα θέματα. Τά περισσότερα άπό αυτά σώθηκαν σέ λατινική, συ ριακή καί άρμενική μετάφραση. Ή χρονολόγησή τους φαίνεται αδύνατη.
Όμιλίες:
α) Συλλογή 17 ομιλιών (Collectio Trecensis) σέ λατινική μετάφραση. Τής πρώτης όμιλίας σώζονται δύο έλληνικά άποσπάσματα άπό τόν Θεοδώρητο .
β) Συλλογή 12 ομιλιών (Collectio Sirmondiana) σέ λατινική επίσης μετάφραση.
Όμιλίες οκτώ: ’Αρμενικό χειρόγραφο παραδίδει ώς έργα του Ευσεβίου 13 όμιλίες. Οί όκτώ πρώτες άποδίδονται βάσει σοβαρής φιλολογικής καί θεολογικής κριτικής στόν Ευσέβιο καί οί λοιπές 5 στον Σεβήρο Γαβάλων (βλ. στην βιβλιογραφία Η. J. Lehmann καί ΑΒ 94 [1976] 188191).
A. ΑΚΙΝ1ΑΝ, Αί όμιλίαι τοΰ Ευσεβίου Έμέσης: Handes Amsorya
Περί μετάνοιας (Όμιλία). Σώζεται τό πρωτότυπο.
'Αποσπάσματα συριακά. (25 στόν Φιλόξενο Mabbug, 1 περί νηστείας καί στόν Ιάκωβο Εδέσσης).
Σχόλια εις Όκτάτευχον. ’Αποσπάσματα 6 σέ σειρές.
'Αποσπάσματα εις την πρός Ρωμαίους καί Γαλάτας. Σώζονται στην έλ ληνική καί είναι μάλλον άποσπάσματα σχολίων παρά ύπομνημάτων.
Άπολεσθέντα: ’Έργα, όπως Πρός Ιουδαίους, έθνικούς καί νοουατιανους, Κατά μανιχαϊσμοΰ καί Κατά μαρκιωνιτισμού, χάθηκαν.
'Αμφιβαλλόμενο. Εις τόν πρωτομάρτυρα Στέφανον. Σώζεται στην άρμε νική. A. Vardanian: Handes Amsorya 35
Νόθα. Πολλά, μεταξύ των οποίων:
De tribus habitaculis animae (PL 40, 991998).
Commentarii in Octateuchum (βλ. E. M. Buytaeri, L’ heritage..., σσ. 186 188).
Liber domini Eusebii (collectio GalKcani, 145 ομιλίες στην λατίν.: Fr. Glorie: CCL 101· 101 A· 101B).
58. ΣΥΝΟΔΟΙ ΑΓΚΥΡΑΣ (358) καί ΣΙΡΜΙΟΥ (359)
Α. Άγκύρας. Τό άρειανικό σύμβολο του Σιρμίου (357) προκάλεσε ισχυρή αντίδραση σέ μία δμάδα ανατολικών, πού προέρχονταν άπό τόν άρεια νισμό, αλλά είχαν ήδη άπομακρυνθεΐ άπό αύτόν καί χαρακτηρίζονταν ήμιαρειανοί καί όμοιουσιανοί. 'Η άντίδραση γινόταν σαφέστερη δσο διαμορφωνόταν ή όμάδα καί ή θεολογία των άνομοίων Άετίου καί Εύνομίου (βλ. σχετικά κεφάλαια), οί όποιοι υποστήριζαν ότι ή ούσία τοΰ Υίοϋ είναι ανόμοια πρός τήν ούσία τοΰ Πατέρα. ’Αντίθετα, οί όμοιουσιανοί πλησίαζαν πρός τούς ορθοδόξους (όμοουσιανούς) καί δίδασκαν ότι ό Υιός έχει ούσία «όμοίαν» μέ τοΰ Πατέρα, χωρίς όμως νά χρησιμοποιούν τόν όρο «ό μοούσιος». Επικεφαλής των όνομαζόμενων όμοιουσιανών ήταν ό Βασίλειος Άγκύρας καί ό Γεώργιος Ααοδικείας (βλ. σχετικά κεφάλαια). Ό πρώτος πέτυχε τήν σύγκληση συνόδου, τό 358, στήν έδρα του ’Άγκυρα. Έκεΐ έπεισε τούς συνοδικούς ν’ άφήσουν κατά μέρος τόν όρο όμοούσιος, έπειδή τόν είχε καταδικάσει σύνοδος κατά τοΰ Παύλου Σαμοσατέα, αλλά καί νά καταδικάσουν τόν νέο άκρο άρειανισμό, δηλ. τήν διδασκαλία ότι ό Υιός έχει ούσία ανόμοια πρός εκείνη τού Πατέρα.
Ή σύνοδος δέν συνέταξε σύμβολο, άλλά Εγκύκλιον έπιστολήν καί 19 Αναθεματισμούς, πού στόχο κυρίως είχαν τούς άνομοίους καί πού σώθηκαν στό Πανάριον{73, 211) τοΰ Έπιφανίου Κύπρου (γιά τήν θεολογική σημασία τής επιστολής βλ. κεφάλαιο Βασίλειος Άγκύρας).
Β. Σιρμίου. Ό δραστήριος όμοιουσιανός Βασίλειος Άγκύρας, ώς έκπρό σωπος τής συνόδου Άγκύρας, ταξίδεψε στό Σίρμιο, έδρα τότε τοΰ Κων
σταντίου, καί τόν έπεισε νά δεχτεί ήπιότερο αρειανισμό. “Ετσι ό Κωνστά ντιος κάλεσε τό 359 σύνοδο στό Σίρμιο, στην όποια ό Βασίλειος πρωτοστάτησε. Διατυπώθηκε μη σωζόμενο σύμβολο, τό τρίτο τοϋ Σιρμίου, πού στηρίχτηκε στό πρώτο σύμβολο Σιρμίου (351). ΤΗταν κάπως ούδέτερο, καταδικαστέο τού άκρου αρειανισμού καί τού Μαρκέλλου Άγκύρας καί σχεδόν ταυτόσημο πρός τό τέταρτο σύμβολο ’Αντιόχειας (341).
Γ. Τόν Μάιο τού 359, στό Σίρμιο, μέ την παρουσία τοϋ ίδιου τού Κων σταντΐου, έγινε σύσκεψη επισκόπων, μεταξύ των όποιων όμοιουσιανοί καί όμοιοι. Σκοπός τους ήταν ή σύνταξη συμβόλου πίστεως, τό όποιο θά παρουσίαζαν στην προαγγελμένη διπλή σύνοδο, στό Rimini τής ’Ιταλίας καί στήν Σελεύκεια τής Ίσαυρίας (Μικρασία). Τό σύμβολο τούτο, γνωστό ως τέταρτο σύμβολο Σιρμίου ή ώς Χρονολογημένο, άποτελεΐ άτυχή συμβιβασμό των όμοιουσιανών καί των όμοιων. “Ετσι άποκλείει τόν όρο ούσία πού σκανδάλιζε, γιά νά ικανοποιήσει τούς ακραίους άλλά καί τούς ήπιους ά ρειανούς. Οί άποφασιστικές του φράσεις είναι: «όμοιον (= τόν Υιόν) τω γεννήσαντι αύτόν Πατρί κατά τάς Γραφάς» καί «όμοιον δε λέγομεν τόν Υιόν τω Πατρί κατά πάντα, ώς καί αί άγιαι Γραφαί λέγουσιν». Επέβαλαν δηλαδή oi όμοιουσιανοί τήν φράση «κατά πάντα», εννοώντας όμοιος ό Υιός καί κατά τήν ούσία, καί οί όμοιοι τήν φράση «κατά τάς Γραφάς», γιά νά έπισημάνουν ότι στίς Γ ραφές δέν ύπάρχει καν θέμα ομοιότητας ούσίας Πατέρα καί Υιού.
59. ΣΥΝΟΔΟΙ RIMINI (359), ΣΕΛΕΥΚΕΙΑΣ (359) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ (360) καί ΠΑΡΙΣΙΩΝ (360)
Μέ τίς αμοιβαίες ύποχωρήσεις όμοιουσιανών (κυρίως) καί όμοιων συντάχτηκε τόν Μάιο τοϋ 359 τό λεγόμενο τέταρτο ("ή χρονολογημένο) σύμβολο Σιρμίου. Αύτό θά πιέζονταν νά υπογράψουν οί δυτικοί έπίσκοποι, πού θά συνέρχονταν στό Rimini (Άρίμινο) τής Ιταλίας, άλλά καί οί ανατολικοί, πού θά συνέρχονταν στήν Σελεύκεια τής Ίσαυρίας (παράλια Μικρα σίας), ώστε όλόκληρο τό ρωμαϊκό κράτος νά έχει στήν πίστη ένότητα, χρήσιμη στήν πολιτική τού αύτοκράτορα Κωνσταντίου. Καί αφού ό αύτο κράτορας δέν αισθανόταν ενδοιασμούς γιά πιέσεις, πέτυχε σύμβολο ένιαΐο, άλλά είχε φθάσει ή ώρα τών όμοιων, οί όποιοι κέρδισαν τόν αύτοκράτορα κι έπέβαλαν τίς απόψεις τους μέ πρωτεργάτη τόν δραστήριο καί καταρτισμένο ’Ακάκιο.
Α. Σύνοδος Rimini. Συνήλθε πολυπληθής (περίπου 400 έπίσκοποι) τόν ’Ιούλιο τοΰ 359, έμεινε κατά πλειοψηφΐα σταθερή στό Σύμβολο Νίκαιας, άπέρ ριψε τήν πρόταση των Ούάλη καί Ούρσακίου γιά σύνταξη νέου συμβόλου, καθήρεσε ώς άρειανούς τούς δύο τελευταίους κι έστειλε αντιπροσώπους της νά ένημερώσουν σχετικά τόν Κωνστάντιο. Οί άντιπρόσωποι αύτοί τών δυτικών (νικαΐκών) συναντήθηκαν στήν θρακική Νίκη (πόλη μικρή μεταξύ 'Ηράκλειας καί Άδριανουπόλεως) μέ όμοιους καί αύλικούς, οί όποιοι «κατάλληλα» έξουδετέρωσαν τήν αντίσταση τών άντιπροσώπιον τοΰ Rimini. Οί τελευταίοι δέχτηκαν καί ύπέγραψαν τό σύμβολο Νίκης. Αύτό ήταν τό τέταρτο σύμβολο Σιρμίου, πού ομολογούσε τόν Υίό «δμοιον τώ Πατρί κατά πάντα». Τώρα όμως άφήρεσαν άπό αύτό τήν φράση «κατά πάντα», τήν όποια είχαν θέσει οί όμοιουσιανοί, γιά νά δηλώνει ομοιότητα ουσίας, ενώ ακόμη απαγόρευσαν νά ονομάζονται τά τρία θεία πρόσωπα «μία ύπόστα σις» καί νά χρησιμοποιείται γι’ αυτά ή λέξη «ούσία». Οί όμοιοι έπιβλήθη καν καί πέτυχαν νά γίνει δεκτό τό σύμβολό τους άπ’ όλους τούς δυτικούς συνοδικούς τοΰ Rimini. Ό Κωνστάντιος, πού γιά λίγο είχε στραφεί πρός τούς όμοιουσιανούς, επανήλθε στούς καθαρούς άρειανούς.
Ή σύνοδος τοΰ Rimini συνέταξε:
Επιστολήν πρός Κωνστάντιον. Κείμενο σύντομο, μέ τό όποιο δήλωνε τήν έμμονή της στήν Νίκαια καί καταδίκαζε τούς Ούάλη καί Ούρσάκιο.Αθανασίου, Περ{ τών έν Άριμίνφ... συνόδων 10).
Άπόφασις Damnatio haereticorum. A. Feder: CSEL 65 (1916) 9697 καί ΒΕΠ 31, 298.
’Επιστολήν πρός Κωνστάντιον. ΒΕΠ 31, 339 (’Αθανασίου, μν. έργ., 55, 47).
Definitio synodi. Τό Σύμβολο Νίκαιας μέ σύντομο ύπομνηματισμό ίσως άνήκει στήν σύνοδο τού Rimini (άν δέν είναι τού Ίλαρίου Poitiers).
Σύμβολο Νίκης Θράκης. Στις 10 ’Οκτωβρίου τό δέχτηκαν οί έκπρόσω ποι τού Rimini καί μετά όλα τά μέλη τής συνόδου αύτής. L. ParmentierF. Scheidweiler: GCS 44 (1954*) 145146 (Θεοδωρήτου, Έκκλησ. Ιστορία Β' 21).
Μέ άφορμή τήν σύνοδο τού Rimini ό Κωνστάντιος έστειλε δύο Επιστολές πρός τά μέλη της. A. Feder: CSEL 65 (1916) 9394 (ή μία) καί ΒΕΠ 31, 338 (’Αθανασίου, μν. έργ., 55, 23).
Β. Σύνοδος Σελεύκειας. Οί άνατολικοί συνήλθαν τόν Σεπτέμβριο τού 359 στήν Σελεύκεια καί διακρίθηκαν σέ δύο παρατάξεις: α) στούς πλειοψηφούν τες όμοιουσιανούς μ’ επικεφαλής τόν Γεώργιο Ααοδικείας, πού προσπάθησαν νά έπιβάλουν τό δεύτερο σύμβολο τής ’Αντιόχειας (341), διότι αύτό ομολογούσε τόν Υίό «ούσίας... καί δόξης τού Πατρός άπαράλλακτον εικόνα», καί β) στούς μειοψηφοϋντες όμοιους, πού μ’ έπικεφαλής τόν Άκά κιο Καισαρείας αύθαίρετα έπέμειναν καί πέτυχαν σύμβολο, πού όμολογούσε τόν Ϋίό απλώς «δμοιον» πρός τόν Πατέρα, άπέκλειε τίς λέξεις «όμοούσιον καί όμοιούσιον» καί άναθεμάτιζε τόν όρο «άνόμοιον». Έπρόκειτο δηλαδή, πλήν μικρού προλόγου, γιά τό τέταρτο σύμβολο Σιρμίου χωρίς την φράση «κατά πάντα» (όμοιος ό Υιός). Αντιπροσωπεία τής συνόδου έφθασε στην Κωνσταντινούπολη, όπου, παρόντος τού Κωνσταντίου, μέ συζητήσεις καί πιέσεις ύπέγραψαν, στίς 25 Δεκεμβρίου 359, τό σύμβολο τούτο καί οί ό μοιουσιανοί. 'Έτσι καί τό έτερο ήμισυ τού ρωμαϊκού κράτους τυπικά έμ φανίστηκε μέ τήν άρειανική πίστη των όμοιων.
Η σύνοδος συνέταξε:
Σύμβολον πίστεως. Μέ πρόλογον. Κ. Holl: GCS 37 (1933) 298301 (Έπι φανίου, Πανάριον 73, 2526).
Γ. Σύνοδος Κωνσταντινουπόλεως. ’Αφού οί άντιπροσωπεΐες των συνόδων Rimini καί Σελεύκειας ύπέγραψαν σύμβολο, πού επιθυμούσαν οί όμοιοι καί ό Κωνστάντιος, ό τελευταίος νόμισε ότι έφθασε ή ώρα γιά μιά πανηγυρική κήρυξη τής ένότητας των χριστιανών τού όλου ρωμαϊκού κράτους. Βάση τής ένότητας θ’ άποτελοΰσε τό ύπογραμμένο άρειανικό σύμβολο, πού ό Κωνστάντιος άθεολόγητα τό θεωρούσε ουδέτερο κι ένοποιό. Τόν ’Ιανουάριο, λοιπόν, τού 360 κλήθηκαν επίσκοποι άπό άνατολικές επαρχίες, όπως Καππαδοκία καί Βιθυνία, οί όποιοι μέ τούς ακόμη στήν Κωνσταντινούπολη άναμένοντες έκπροσώπους τών συνόδων Rimini καί Σελεύκειας συγκρότησαν σύνοδο. "Ελαβαν μέρος ό Εύνόμιος (Κυζίκου) καί ό Διάνιος Καισαρείας (Καππαδοκίας), τόν όποιο συνόδευε ό Μ. Βασίλειος, πού όμως δέν έλαβε μέρος στίς συζητήσεις (S. Giet: JThS 6 [1955] 9495). ’Αποτέλεσμα ήταν ό θρίαμβος τού αρειανισμού μέ τούς όμοιους ’Ακάκιο Καισαρείας κ.ά. Τό σύμβολο πού συνέταξαν ήταν πράγματι τό σύμβολο Νίκης (αφού είχε δηλαδή άφαιρεθεΐ ή φράση «κατά πάντα» όμοιος ό Υιός άπό τό τέταρτο σύμβολο Σιρμίου). ’Απέκλεισαν τήν χρήση τών όρων «ουσία» καί «ύπόστα σις» γιά τά θεία πρόσωπα, επέβαλαν τήν δήθεν ουδέτερη έκφραση «ό μοιον.... τώ Πατρί κατά τάς Γραφάς» καί δέν καταδίκασαν θέσεις τού Άρείου καί τόν όρο «ανόμοιος» (ό Υιός πρός τόν Πατέρα). Ό Κωνστάν τιος άνέλαβε νά στείλει σέ όλους τούς επισκόπους τό σύμβολο Κωνσταντινουπόλεως μέ τήν γραπτή ύπόμνηση (νόμο) ότι δφειλαν όλοι νά όμολογοΰν τήν πίστη σύμφωνα μέ αυτό άλλιώς θά ύποστοΰν τίς συνέπειες. Παραδειγματικά έξόρισε τούς άρχηγούς τών όμοιουσιανών καί τών άνομοίων. Ό θρίαμβος τού αρειανισμού επισημοποιήθηκε, άλλά καί σφραγίστηκε μέ διωγμούς γιά μεγαλύτερη ασφάλεια.
Μέ τά γεγονότα αύτά έκλεισε περίοδος είκοσι ετών, στήν διάρκεια τών οποίων έγιναν πολλές σύνοδοι καί συντάχτηκαν πολλά σύμβολα εναλλακτικά, όλα γιά νά ύποκαταστήσουν τό Σύμβολο Νίκαιας. Θά περάσουν άλλα είκοσι έτη, μέχρι τήν Β' ΟΙκουμ. Σύνοδο (381), γιά νά προκόψει θέμα συμβόλου πίστεως. Άλλά τότε γιά νά συμπληρωθεί καί όχι νά υποκατασταθεί τό Σύμβολο Νίκαιας.
'Η σύνοδος Κωνσταντινουπόλεως συνέταξε:
Σύμβολο ("Εκθεσις). ’Αθανασίου, Περί των έν Άριμίνω... συνόδων 30, 210: ΒΕΠ 31,
Επιστολή έπισκόπω ’Αλεξανδρείας Γεωργίω. Θεοδώρητου, Έκκλησ. ιστορία Β' 28:
Δ. Σύνοδος Παρισίων. Ή πρώτη συνοδική άντίδραση στά άρειανικά (όμοιων) σύμβολα πίστεως ήλθε από τούς γάλλους έπισκόπους, μόλις ό Ίου λιανός άνακηρύχτηκε αύτοκράτορας στην Γαλλία καί άντιτέθηκε στόν έξάδελφό του Κωνστάντιο, ό όποιος είχε πιέσει στό Rimini (359) καί στήν Νίκη τούς δυτικούς νά υπογράψουν τά σύμβολα αύτά. Πρός τό τέλος μάλλον τού 360 συνήλθαν στό Παρίσι οί γάλλοι επίσκοποι, τούς όποιους κα τηύθυνε ό Ίλάριος Poitiers, πού μόλις έπέστρεψε άπό εξορία στήν Ανατολή. Οί συνοδικοί συνέταξαν Επιστολήν "Εκθεσιν πίστεως (Fides catholica exposita... ad orientales episcopos), μέ την οποία πληροφορούν ότι πειθαναγκάστηκαν νά δεχτούν τό άρειανικό σύμβολο τού Rimini καί τής Νίκης (359), βεβαιώνουν τήν έμμονή τους στό Σύμβολο Νίκαιας (325) καί στόν δρο «ό μοούσιος», όμολογοϋν τήν ταυτότητα των δρων ούσία (essentia) καί υπόσταση (substantia) καί άναθεματίζουν τούς γνωστούς δυτικούς άρειανούς Αύξέντιο Μιλάνου, Ούρσάκιο Singidunum (Βελιγράδι), Ούάλη Mursa κ.ά. Ή ’Επιστολή άποτελεΐ άπάντηση σ’ έπιστολή ορθόδοξων άνατολικών, τήν όποια έφερε μαζί του ό Ίλάριος καί στήν όποια δηλωνόταν ή άσυμφωνΐα τους πρός τά άρειανικά σύμβολα.
60. ΠΟΤΑΜΙΟΣ Λισσαβώνας (Odyssoponensis) <+ περί το 360)
Ό Ποτάμιος ήταν έπίσκοπος τής Λισσαβώνας (Lisboa Πορτογαλίας) περί το 350. Διέθετε κάποια λατινική παιδεία καί είναι ό πρώτος χριστιανός συγγραφέας τής χώρας του. Τού οφείλουμε τά οΐ κοδομητικά κείμενα Περί του Λαζάρου καί Περί του μαρτυρίου του προφήτου Ήσαΐου. Είχε όμως εύμετάβολο χαρακτήρα καί ρηχή θε ολογική κατάρτιση. Γι’ αυτό καί τό 357, μέ τήν πίεση τού αύτοκρά τορα Κωνσταντΐου καί γιά υλικά οφέλη, ύπέγραψε, δπως άλλωστε ό "Οσιος Κορδούης καί ό Λιβέριος Ρώμης, τό β' άρειανικό σύμβολο του Σιρμίου. ’Έτσι πέρασε στήν παράταξη των ήμιαρειανών καί έδρασε άνάλογα, δπως δείχνουν ή συμμετοχή του στήν σύνοδο τού Ρίμινί (359), απόσπασμα Επιστολής τού ’Αθανασίου πρός αυτόν, ό Phoebadius (πού διασώζει καί απόσπασμα κάποιας Επιστολής τού
Ποταμίου) καί άλλοι. Φαίνεται όμως ότι τό 360, λίγο πριν πεθάνει, έγκατέλειψε τόν αρειανισμό, όπως καί ή πλειονότητα των δυτικών επισκόπων. Δείγματα τής νέας μεταστροφής του είναι μάλλον οί επιστολές του Πρός ’Αθανάσιον καί Περί ουσίας (substantia). Έάν όμως άποδειχτεϊ ότι οί δύο επιστολές του δέν άναφέρονται στήν σύνοδο του 359, τότε αυτές πρέπει νά τοποθετηθούν στήν πριν άπό τό 357 άντιαρειανική του στάση. Έάν άντΐθετα τοποθετηθούν μεταξύ 359 καί 360, τότε δείχνουν τήν εγκατάλειψη τού αρειανισμού άπό τόν Ποτάμιο. Ή θεολογική αξία των έργων τούτων καί ή επίδρασή τους είναι μικρή, διότι ό Ποτάμιος, αγνοώντας τήν σχετική θεολογική διεργασία, προσπαθεί μέ τρόπο αφελή καί προσωπικό νά εξηγήσει τήν άλληλοεξάρτηση των προσώπων τής 'Αγ. Τριάδας, γιά νά εξασφαλίσει τήν ενότητά τους· τό κάνει όμως έτσι, ώστε νά παρουσιάζονται τά πρόσωπα ώς ταυτόσημα. 'Ανεξάρτητα άπό τήν σημασία τους τά έργα τού Ποταμίου άνήκουν στίς άπαρχές τής θεολογικής γραμματείας στήν ίβηρική χερσόνησο, μέ αφορμή τόν αρειανισμό.
61. ΜΑΡΤΥΡΟΛΟΓΙΟΝ (ΣΥΡΙΑΚΟΝ)
'Η Εκκλησία γιά λόγους εύγνωμοσύνης καί οικοδομής ένδιαφέρθηκε πολύ ένωρίς γιά τήν διατήρηση τής μνήμης των μελών της έκείνων, πού μαρτύρησαν γιά τήν πίστη. 'Η Εκκλησία δηλ. άκολούθησε τό παράδειγμα των ευαγγελιστών, πού περιέγραψαν τό πάθος τοΰ Κυρίου καί τό μαρτύριο τοϋ Στεφάνου. Έτσι διατήρησε πράξεις (Acta ή Gesta proconsularia) διαδικαστικές, στις όποιες κυρίως καταγράφονται ή ανάκριση από τίς ρωμαϊκές άρχές καί ή καταδίκη τοϋ μάρτυρα, άλλά καί Μαρτύρια περιγραφικά κι έκτενέστερα. Στά τελευταία περιλαμβάνονταν βέβαια ή άνακριτική διαδικασία καί ή καταδίκη, άλλά προπαντός περιγράφονταν τά βασανιστήρια τοΰ μάρτυρα (στά όποια τόν υπέβαλλαν μέ τήν έλπίδα ότι θά ύποκύψει καί θά άρνηθεΐ τήν χριστιανική του πίστη), οί διάλογοι, έκτενεΐς ή σύντομοι, μεταξύ μάρτυρα καί κριτώνδικαστών, προτροπέςδιδαχές ή ύπεράσπιση τής πίστεως ένώπιον άκροατηρίου καί τό μαρτυρικό τέλος τοΰ μάρτυρα. Τέτοια κείμενα γράφονταν γιά κάθε περίπτωση (μάρτυρα) χωριστά καί στήν λατινική ονομάζονταν Passio Passiones (Πάθος Πάθη). Έτσι έχουμε τήν πρώτη περιγραφή μαρτυρίου (τών Πτολεμαίου καί Λουκίου) άπό τόν Ιουστίνο στήν Β' ’Απολογία του, ένώ μέ τό Μαρτύριο τοϋ Πολυκάρπου (μάλλον περί τό 167/8) θεμελιώνεται θεολογικά καί φιλολογικά ή γραμματεία τών Μαρτυρίων, τά σπουδαιότερα τών όποιων περιέλαβε ό Εύσέβιος (+ 339) στήν χαμένη του συλλογή Μαρτύρων συναγωγή. Περιλήψεις τους όμως καί στοιχεία σύγχρονών του μαρτύρων τών αρχών τοΰ Δ' αί. δίνει ό ίδιος συγγραφέας στήν ’Εκκλησιαστική ιστορία του.
Τά Μαρτυρολόγια είχαν άκόμη άπλούστερη γενετική διαδικασία.
Μετά τούς φοβερούς διωγμούς τοΰ Δεκίου (249250) καί αυτούς πού έγιναν στήν εποχή τών τετραρχών (303324), σκληρότερος τών όποιων ήταν ό Διοκλητιανός, αυξήθηκε εντυπωσιακά ό άριθμός τών έπώνυμων μαρτύρων. "Αρχισε λοιπόν ή ’Εκκλησία, βάσει τών κρατικών άρχείων καί τής μνήμης, νά καταρτίζει μέ τρόπο συστηματικό (βλ. Κυπριανού Καρθαγένης, Επιστολή 12,2) καταστάσειςκαταλόγους, στούς όποιους δηλώνονταν, δίπλα στήν ήμερα καί τόν μήνα πού εορταζόταν ή μνήμη τοΰ μάρτυρα (ή άγιου Αργότερα), ή πόλη καί ή έπαρχία τοΰ μαρτυρίου, τό όνομα συχνά τοΰ δικαστήκριτή καί φυσικά τό όνομα τοΰ μάρτυρα. ΟΙ καταστάσεις (κατάλογοι) αύτοί όνομάστηκαν στήν ’Ανατολή πρώτα καί στήν Δύση έπειτα Μαρτυρολόγια. Τό πρώτο γνωστό άπό αύτά όμως συντάχτηκε στήν Ρώμη, όνομάστηκε Depositio Martyrum καί περιλαμβάνεται στόν Χρονογράφο τοΰ 354.
Στήν ’Ανατολή καί δή στήν μικρασιατική Νικομήδεια, άρειανική τότε, ύπήρχε μία πληρέστερη καί όργανωμένη κατάστασηκατάλογος μέ τά ά παραΐτητα στοιχεία (ήμερομηνία τόπος πόλη έπαρχία μαρτυρίου) κάθε μάρτυρα, δηλ. ύπήρχε ένα Μαρτυρολόγιο μέ 160 μνήμες. Τό συγκεκριμένο αύτό Μαρτυρολόγιο μνημονεύει ώς τελευταίους χρονικά μάρτυρες χριστιανούς πού διώχτηκαν τό 362. Δυστυχώς τό κείμενο τοΰτο δέν σώζεται, άλλά τό 1866 έπισημάνθηκε μετάφρασή του συριακή στόν κώδικα 12150, φφ. 251β254α, τοΰ Βρετανικού Μουσείου. 'Ο κώδικας είναι γραμμένος τό 411 στήν Έδεσσα τής Μεσοποταμίας καί γι’ αύτό τό κείμενο όνομάστηκε Μαρ τνρολόγιον συριακόν, ένώ πρόκειται γιά τό Αρχαιότερο γνωστό Μαρτυρο λόγιον τής ’Ανατολικής Εκκλησίας. Τήν σύνταξη τοΰ πολύτιμου έλληνικοΰ πρωτοτύπου τοποθετούν γενικά μεταξύ 362 καί 411, ένώ αύτό ισχύει γιά τήν συριακή του μετάφραση. Πολλοί λόγοι εύνοοϋν τήν τοποθέτηση τοΰ π ρω τοτύπου εντός τοΰ Δ' αί. Ίσως μάλιστα νά συντάχτηκε πριν άπό τό 360 καί οι τελευταίες μνείες μαρτύρων νά συνιστοϋν προσθήκες. Ή σύγκριση μεταξύ της συριακής μεταφράσεως τον Μαρτυρολογίου καί τοϋ Ίερωνυμι κοΰ μαρτυρολογίου (τοΰ Ε' αί.) όδήγησε τόν Η. Leclercq στό συμπέρασμα ότι καί τά δύο προϋποθέτουν κοινό έλληνικό κείμενο, τό όποιο όμως ό σύ ρος μεταφραστής Απέδωσε συνεπτυγμένα.
Τό παρόν Μαρτυρολόγιον καί αύτά πού όπωσδήποτε θά ύπήρχαν κατά τόν Δ' αί. σέ άλλα χριστιανικά κέντρα άποτέλεσαν την Απαρχή των μεταγενέστερων Συναξαρίων καί Μηναίων τής Ανατολικής Εκκλησίας. Επιτομή, άλλοτε σύντομη καί άλλοτε έκτενής, τοΰ Συναξαριού περιλήφτηκε στά Μηναία καί διαβάζεται μέχρι σήμερα στό πλαίσιο τής άκολουθίας τοϋ "Ορθρου καί δή μετά τήν ΣΤ' Ώδή τον Κανόνα, πού όλόκληρος είναι αφιερωμένος στόν έορταζόμενο μάρτυρα ή τόν άγιο. Ή οίκοδομητική διάθεση τών συντακτών καί ή Αφέλεια μερικών Από αύτούς προσθέτει ένίοτε κάποια φανταστικά στοιχεία στά ιστορικά δεδομένα τών μαρτυρίων, γεγονός πού όταν συμβαίνει μειώνει Ανάλογα τήν ιστορική Αξία τών κειμένων τούτων.
Πρώτη εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
ΠΑΤΡΟΛΟΓΙΑ ΤΟΜΟΣ Α' ΣΤΥ.ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Η επεξεργασία, επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου