Θεοδωρήτου Ιερομόναχουν Αγιορείτου
ΠΑΛΑΙΟΝ ΚΑΙ NEON
’Από τήν ημερολογιακή καινοτομία του 1924
στήν σημερινή συγκριτιστική αίρεση του Οίκουμενισμού
Η ΑΓΩΝΙΑ ΕΝ ΤΩ ΚΗΠΩ ΓΕΣΘΗΜΑΝΗ
Τό κατωτέρω κείμενον αποτελεί τήν εισαγωγήν τής λαμπράς μελέτης: «Ή αγωνία έν τω κήπω Γεσθημανή» του θεολόγου κ. Σταύρου Καραμήτσου (Έκδ. β' 1999, σ. 484), τήν όποιαν θερμώς συνιστώμεν.
Ή ανωτέρω εισαγωγή έχει γραφή από τόν επιμελητήν τοϋ έργου, Καθηγητήν Αιδεσιμολογιώτατον π. Νικόλαον Δημαράν, Διδάκτορα τής Νομικής καί έφημέριον τοϋ 'Ιερού Ναού των 'Αγίων Πάντων Πατρών. (Γ.Ο.Χ.)Τήν συμπεριελάβαμε σχεδόν αύτουσίαν εις τήν παρούσαν έκδοσιν, λόγω τής σπουδαιότητός της καί διά τήν Κανονική της ακρίβειαν, σφαιρικότητα, πατερικήν ζωντάνια καί ομολογιακήν παρρησίαν.Ή πίστις τών ’Ορθοδόξων καί ή άλλοίωσίς της από τούς ΝεοημερολογίτεςΟικουμενιστέςΈχει γίνει πλέον φανερό σέ όλους, καί στους πλέον αδαείς, ότι οί Νεοημερολογίτες Οικουμενιστές ψευδοποιμένες δέν έχουν τήν ίδια Πίστιν μέ μάς τούς ’Ορθοδόξους. ’Εμείς μένουμε πιστοί στήν ένιαίαν Παράδοσιν τών 'Αγίων Πατέρων καί φυλάσσουμε ώς κόρη οφθαλμού «τήν άπαξ τοϊς άγίοις παραδοθεϊσαν πίστιν». Καί κυρίως δέν έχουμε καμμίαν κοινωνίαν μέ τά μολυσμένα θυσίαστήριά τους, κατά τόν "Αγιον Θεόδωρον τόν Στουδίτην, έχοντας κανονικώς άποτειχισθεΐ άπό τούς σχισματο αιρετικούς αύτούς, σύμφωνα με τόν ΛΑ' Κανόνα των 'Αγίων ’Αποστόλων καί τόν ΙΕ'της Πρωτοδευτέρας Συνόδου.
Οί πρώταρχοι της αίρέσεως τοϋ Οίκουμενισμοΰ στό Φανάρι «πατριάρχης» Βαρθολομαίος καί οί όμοιοι του «μητροπολίτες» των νέων λεγομένων χωρών πού τόν μνημονεύουν άρνοϋνται τό Σύμβολον της Πίστεως Νίκαιας Κωνσταντινουπόλεως. Έστω καί άν τό προφέρουν μέ τά χείλη, όμως ή πράξις καί ή επ’ Εκκλησίας κήρυξις της αίρέσεως τοϋ ΝεοημερολογιτικοϋΟίκουμενισμοΰ αυτό πιστοποιούν.
Οί αιρετικές δηλώσεις καί διακηρύξεις των ΟίκουμενιστώνΝεοημερολογιτών έχουν ξεπεράσει σέ κακοδοξία καί άλαζονία όλους τούς αιρετικούς των προηγουμένων αιώνων, Άρείους, Νεστορίους, Μακεδονίους, Διοσκόρους, Πύρρους, Πέτρους καί Είκονομάχους:
Γιατί ή νέα αυτή αϊρεσις τοϋ Οίκουμενισμοΰ ανατρέπει έκ θεμελίων όλη την ’Ορθόδοξη Έκκλησιολογία.
Στρέφεται κατά τοϋ έργου τοϋ 'Αγίου Πνεύματος διά μέσου των αιώνων.
Ή καινούργια αυτή Παναίρεσις τοϋ Οίκουμενισμοΰ, δέν είναι μία αίρεσις πού τά όριά της είναι καθορισμένα, αλλά ξεπερνάει πλέον τά όρια τοϋ παραδοσιακού Χριστιανικού κόσμου καί ανοίγεται χωρίς κανέναν ενδοιασμό στόν διαθρησκειακό Οίκουμενισμό•
Ό «πατριάρχης» ’Αντιόχειας ’Ιγνάτιος γράφει: « Ασφαλώς υπάρχουν διαφορές μεταξύ των θρησκειών, ή μάλλον αντιθέσεις... ’Εμείς μπορούμε νά θαυμάζουμε όλες τίς θεοφάνειες...» (!!!)
Κατά δέ τόν «μητροπολίτη» Ελβετίας Δαμασκηνό: «Μία εκκλησία ή ένα τέμενος... αποβλέπουν στην ίδια πνευματική καταξίωσιν τοΰ ανθρώπου»... (!!!)
Ό νεοεκλεγείς «πατριάρχης» Αλεξάνδρειάς Πέτρος ακολουθεί κατά πόδας τόν καί σωματικά πλέον νεκρόν, μασωνον προκάτοχό του Παρθένιον, δηλώνοντας: «Ή Οικουμενική πορεία είναι ή φύσις καί ή παράδοσις της έκκλησίας... Χρέος μας είναι ό ένας Ποιμήν, ό Χριστός, καί ή μία Ποίμνη, ή ένότητα της πίστεως όλων των Εκκλησιών, όλης της Οικουμένης. Εις αυτήν την πορείαν πρός την ένωσιν δέν πρόκειται ή μία Εκκλησία νά ύποτάξη τήν άλλην, αλλά όλαι μαζί πρός τόν κοινόν Χριστόν καί Σωτήρα μας νά βαδίσωμεν καί νά έπανιδρύσωμεν τήν άρχαίαν Μίαν, 'Αγίαν, Καθολικήν καί Άποστολικήν Έκκλησίαν.(!!!) Καί ό διάλογος αυτός τής ένότητος νά προχωρήση εις μήκος καί εις βάθος μεθ’ όλων των θρησκειών καί προπάντων των Μονοθεϊστικών Θρησκειών, ώς τό Ίσλάμ καί ό Μωαμεθανικός κόσμος...»
Σύγκλησις ψευδοσυνόδου τό 2000
Γι’ αυτό τό λόγο συγκαλεΐται «πανορθόδοξος» οίκουμενιστική «σύνοδος» από τόν κακόδοξο καί οίκουμενιστή π. Βαρθολομαίο, ό όποιος εμφορείται από τό ίδιον οίκου μενιστικόν πνεύμα μέ τόν προκάτοχόν του, τυμπανιαΐον μασωνον Άθηναγόρα. Ό Άθηναγόρας ήταν ό πρώτος ό όποιος μίλησε γιά τήν «έπανίδρυσιν» τής Μίας, 'Αγίας, Καθολικής καί Άποστολικής Έκκλησίας. (!!!) (βλ. σχετικά «’Ορθόδοξον Τύπον» άριθμ. φύλλ. 1244 σελ. 1 καί «Χριστιανικήν» τής 25.09.97).
Νά ή κήρυξις της αίρέσεως. Αυτοί κηρύσσουν ότι... θά έπανιδρύσουν τήν Εκκλησίαν τοΰ Χρίστου!!! «Διαψεύδεται» ό Κύριός μας πού είπε ότι ούτε οί πύλες τού Αδου δεν θά κατισχύσουν της ’Εκκλησίας Του (!!!) αφού χρειάζεται... έπανίδρυσις της εκκλησίας...
«Ή "σύνοδος” πού προγραμματίζεται γιά τό 2000 πρόκειται νά συνέλθη όχι γιά νά λύση προβλήματα, αλλά γιά νά άνανεωθή ή έκκλησιαστική ζωή», νά προσαρμοσθή δηλ. στήν νέα εποχή. «Καί αύτό θά ίκανοποιήση κυρίως τό Βατικανόν πού τήν άναμένει έναγωνίως». (βλ. έφημερίδα «Επενδυτήν» τής 12.10.97).
«Μέ έντεινομένην προπαγάνδαν έκ μέρους των οίκουμενιστών προετοιμάζεται διορθοδόξως οικουμενιστική συνδιάσκεψις», γράφει ό «Ο.Τ.» (άριθμ. φύλ. 1255), μέ πρωτοσέλιδο τίτλο:
«Άπόφασις Βαρθολομαίου, έκτέλεσις Δαμασκηνού (Ελβετίας), Μυστική διπλωματία. Ή ευθύνη τού Σώματος τής ’Εκκλησίας».
Καί ενώ χαρακτηρίζονται όλοι αύτοί ώς αιρετικοί Οικουμενιστές καί άπό τούς πάλαι ποτέ συντηρητικούς «ορθοδόξους», δέχονται οί Νεοημερολογϊτες νά είναι άκόμη κοινωνικοί πρός αύτούς!!!
Νά κοινωνούν άπό τά χέρια τους καί άπό τό ίδιο ποτήριο!!!
Νά τούς φιλούν τό χέρι!!!
Νά τούς άποκαλούν «παναγιωτάτους»!!!
Νά τούς μνημονεύουν επ’ ’Εκκλησίας!!!
"Οντως τραγική σχιζοφρένεια...
Δέν μάς νοιάζει, λένε, τί κάνουν καί τί πιστεύουν αύτοί, άρκεί πού εμείς είμαστε «ορθόδοξοι», (όρθόδοξοι άπό μέσα τους!), πού πιστεύουμε ορθά, πού δέν κάνουμε
συλλείτουργα καί συμπροσευχές μέ τούς λατίνους, τούς προτεστάντες καί τούς μονοφυσΐτες, δπως οί πατριάρχες μας καί οί έπίσκοποί μας!!!
Καί έτσι άναπαύουν, ή μάλλον αποκοιμίζουν την συνείδησίν τους, αφού στήν πράξιν κοινωνοϋν μέ τήν αϊρεσιν μνημονεύοντας τέτοιους επισκόπους καί συλλειτουργώντας μαζί τους, καί μ’ αύτόν τόν τρόπον «όρθοδοξοΰν» μόνο θεωρητικά. (!!!)
Είναι άξίωμα έκκλησιολογικό καί παράδοσις αιώνια της 'Αγίας μας ’Ορθοδοξίας ότι ύπάρχει ταύτισις καί πλήρης κοινωνία μνημονευομένων έπισκόπων καί μνημονευτών ιερέων καί λαού. Άπό τό μνημόσυνον, (τήν αναφοράν δηλαδή τού ονόματος), τού ’Ορθοδόξου Άρχιερέως γνωρίζεται ή ’Ορθόδοξος ’Εκκλησία μέ τήν οποία βρίσκονται σέ κοινωνία οί ’Ορθόδοξοι πιστοί.
Έάν μνημονεύεται ΟίκουμενιστήςΝεοημερολογίτης «επίσκοπος», τότε καί οί κοινωνοΰντες καί μνημονεύοντες αυτούς κοινωνοϋν μέ τήν σατανικήν αϊρεσίν τους, γιατί αποτελούν ένα σώμα: «ό κολλώμενος τή πόρνη (αίρέσει), έν σώμα έστιν».
Αύτές τίς απλές έκκλησιολογικές άλήθειες τίς έχουν ξεκαθαρίσει οί άγιοι Πατέρες καί τίς γνώμες τους τίς έχουμε κατ’ έπανάληψιν άναφέρει.
Γιά όσους νομίζουν ότι αρκεί ή θεωρητική άρνησις τής αίρέσεως, ενώ στήν πράξιν κοινωνοϋν μέ αυτήν μέσω τού αιρετικού έπισκόπου πού μνημονεύουν, ό "Αγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης λέει: «έστω καί άν αύτοί δέν καταποντίστηκαν μέ τούς λογισμούς, (παραμένουν δηλαδή άπό «μέσα τους ορθόδοξοι»!!!), όμως μέ τήν κοινωνία τής αίρέσεως χάνονται (τή κοινωνία τής αίρέσεως συνόλλυνται).
Ό ΙΕ' Ιερός Κανόνας της ΑΒ' Συνόδου έπιβάλλει στους πιστούς, κλήρο καί λαό, την άμεση διακοπή τής κοινωνίας καί τοϋ μνημοσύνου του δημοσίςχ καί απ’ έκκλησίας αιρετικά κηρύσσοντος προέδρου, είτε έπίσκοπος είναι αυτός είτε ίερεύς, είτε πνευματικός ηγούμενος, γέροντας.
Ό πρόεδρος (=προϊστάμενος) τής Εκκλησίας, ή τής ένορίας ή καί μικρής όμάδος ’Ορθοδόξων), είτε πατριάρ χης είναι, είτε μητροπολίτης, είτε έπίσκοπος, είτε καθη γούμενος Μοναστηριού, είτε γέροντας συνοδίας, είτε γέροντας ένός μοναχού, είτε πνευματικός ένός πιστού, όταν κηρύσση δημοσίςχ γυμνή τή κεφαλή μίαν κακοδοξίαν κατεγνωσμένην (=κατεδικασμένην) ύπό Συνόδου ή υπό 'Αγίων Πατέρων, τότε ό κλήρος καί ό λαός πού ποιμαίνεται απ’ αυτόν, άλλα καί όλοι όσοι λαμβάνουν γνώσιν των κακοδοξιών του Χριστιανοί, άποκτούν άμέσως τό δικαίωμα καί έχουν καθήκον άπό τόν Ιερό Κανόνα νά τόν άποκηρύξουν καί νά άπομακρυνθούν άπό τήν κοινωνίαν του, έάν θέλουν νά είναι καί νά λέγονται ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί καί όχι αιρετικοί, (ώς «αιρετικόν περιποιούμενοι», κατά τόν άγιον Δοσίθεον των Ιεροσολύμων). (Βλ. σχετικά: Περί εκκλησιαστικής κοινωνίας καί μνημοσύνου καί τού σχετικού αύτοϊς ΙΕ "Ιερού Κανόνος τής Α' καί Β' 'Αγίας Συνόδου, έκδ. «Αγιος ’Αγαθάγγελος Έσφιγμενίτης», Άγιον "Ορος 1993, σελ. 19).
Πάνω λοιπόν άπό κάθε πρόεδρον έθεσαν οι Πατέρες μας τίς Ιερές Γραφές, τήν Αγίαν Παράδοσιν τής ’Εκκλησίας μας, τίς αποφάσεις των Αγίων Συνόδων, τό Σύνταγμα των Θείων Κανόνων καί τούς Αγίους, τούς όποιους καί άκολούθησαν, χωριζόμενοι τής κοινωνίας τού αιρετικού προέδρου καί διακόπτοντες τό μνημόσυνόν του. Οι αδιάφοροι γιά την 'Αγίαν Πίστιν, οι κόλακες, οί τυχοδιώκτες καί γενικών όλο τό σύστημα τών ύπηρετών ένοχων σκοπιμοτήτων τοϋ αιώνος τούτου άκολουθοΰσαν τούς λυκοποιμένες, βοηθώντας τους στό ψυχοφθόρο τους έργο (ό.π. σελ. 22).
Τούς αγίους όμως Πατέρες καί Διδασκάλους μιμήθηκαν καί οί 'Αγιορείτες Όσιομάρτυρες πού μαρτύρησαν έπί Βέκκου τού Λατινόφρονος καί έγραψαν την περίφημη έκείνη έπιστολή πρός τόν Αύτοκράτορα Μιχαήλ τόν Παλαιολόγον, ή οποία είναι θεολογικωτάτη καί πλήρης Θείων άληθειών. Στήν έπιστολή αυτή μεταξύ άλλων περιλαμβάνονταν καί τά έξης:
«Εμπεριέχεται δέ καί στόν ΙΕ' Κανόνα της άγιας καί μεγάλης Α'καί Β'έπονομασθείσης Συνόδου, ότι όχι μόνον άνεύθυνοι είναι, άλλά καί ότι πρέπει νά έπαι νοΰνται αύτοί οί όποιοι άποσχίζονται άπό αύτούς πού είναι προφανώς αιρετικοί καί διδάσκουν δημόσια, αιρετικά διδάγματα, καί πρίν νά ύπαρξη συνοδική καταδίκη τους», ακριβώς επειδή ή ’Ορθόδοξος τοϋ Χριστού Εκκλησία τήν αναφοράν τού ονόματος τού άρχιερέως, κατά την τέλεσιν της άναιμάκτου θυσίας, τήν θεωρούσε πάντοτε συγκοινωνίαν τελείαν με τόν μνημονευόμενον άρχιερέα καί τό φρόνημά του. Διότι έχει γραφεί στήν έξήγησιν τής Θείας Λειτουργίας, ότι άναφέρε ιό ιερουργών καί τό όνομα τού άρχιερέως... καί ότι είναι κοινωνός αυτού καί της πίστεως καί διάδοχος τών Θείων μυστηρίων... (καί) ότι μολυσμόν έχει ή κοινωνία με μόνην τήν άναφοράν αυτού, έστω καί αν είναι ορθόδοξος ό άναφέρων». (Δοκίμιον 'Ιστορικόν, Μοναχού Καλλίστου Βλαστού, σελ. 109).
’Αδύνατη ή σωτηρία των αιρετικών καί των κοινωνούντων μέ αυτούς
«Ή ’Ορθόδοξος Εκκλησία θεωρούσε πάντοτε ότι ή αϊρεσις είναι θανατηφόρος αμαρτία, καί τόν άνθρωπον τόν μολυσμένον μέ την τρομερή άρρώστια τής αίρέσεως ότι είναι πνευματικά νεκρός, ξένος πρός την Θείαν Χάριν καί Σωτηρίαν, σέ κοινωνία μέ τόν διάβολον καί την ολέθρια συνοδία του.
Αίρεσις είναι αμαρτία τοΰ νοός. Αιρεσις είναι πιό πολύ δαιμονική παρά ή ανθρώπινη αμαρτία• είναι ή κόρη του διαβόλου, ή κληρονομιά του, ή ασέβεια του, σχεδόν ειδωλολατρεία.
Οί Πατέρες τής Εκκλησίας, ονομάζουν τήν είδωλολατρεία ασέβεια καί τήν αϊρεσι διαφθορά. Στην είδωλολατρεία ό διάβολος λαμβάνει τήν λατρείαν πού οφείλεται στόν Θεό, από τυφλωμένους ανθρώπους, ένώ στίς αιρέσεις συσσωματοποιεϊ τήν τυφλωμένη ανθρωπότητα στήν κυριώτερη αμαρτία του: τήν βλασφημία.
Έάν κανείς διαβάση τίς Πράξεις των Συνόδων μέ προσοχή θά πεισθή ότι ό χαρακτήρας των αιρετικών είναι σατανιστικός. Διαβάζουμε γιά τήν τρομακτική τους ύπόκρισιν, γιά τήν άμετρη ύπερηφάνειά τους. Βλέπουμε τήν συμπεριφορά τους νά ύποκινήται άπό συνεχή ψέμματα. Παρατηρούμε ότι είναι αιχμάλωτοι στά μεγαλύτερα πάθη. "Οπότε είναι δυνατόν εις αυτούς διαπράττουν τά χειρότερα έγκλήματα καί τίς πιό τρομακτικές θηριωδίες. Τό άσύγκριτο μίσος τους πρός τά μέλη τής ’Ορθοδόξου ’Εκκλησίας είναι ιδιαιτέρως παρατηρημένο. Ή αιρεσις συνοδεύεται άπό μία σκλήρυνσι τής καρδίας, άπό μία φοβερά σκοτίζουσα βλάβη τοΰ νοός, άπό μίαν ισχυρόγνώμονα έπιθυμία της ψυχής νά παραμένη μολυσμένη, καί από μία δυσκολία στη θεραπεία τοΰ προσώπου που πάσχει από αύτή τήν ασθένειαν.
Κάθε αΐρεσις είναι βλασφημία κατά τοΰ 'Αγίου Πνεύματος. Ή αΐρεσις δεν βλάσφημε! μόνον τό δόγμα περί τοΰ 'Αγίου Πνεύματος ή τήν ένέργειά Του, αλλά βλάσφημε! τό "Αγιον Πνεΰμα στην ολότητά Του. Ή ουσία όλων των αιρέσεων είναι ή βλασφημία.
"Ολες οι παλαιές αίρέσεις, κάτω άπό διάφορες βιτρίνες, άπέβλεπαν σέ ένα μονάχα στόχο: Ήρνοϋντο τήν Θεότητα τοΰ Θεοΰ Λόγου καί διέστρεφον τό δόγμα της ένσαρκώσεώς Του. Οί νεώτερες αιρέσεις αποβλέπουν στήν άποκήρυξιν τής ένεργείας τοΰ 'Αγίου Πνεύματος», (βλ. «"Αγιοι Κολλυβάδες» άριθμ. φυλ. 7, σελ. 34 μέ τήν σχετικήν διδασκαλίαν τοΰ 'Αγίου ’Ιγνατίου Μπριαντσάνινωφ + 1867).
Γιά τήν σημερινή φοβερή αΐρεσιν τοΰ Οίκουμενισμοΰ είχε προφητικώς μιλήσει καί ό μεγάλος στάρετς τής Οπτινα άγιος Άνατόλιος:
«... Ό εχθρός τοΰ άνθρωπίνου γένους θά ένεργή μέ πονηριά, μέ σκοπό νά έλκύση έντός τής αίρέσεως, έάν ήτο δυνατόν άκόμη καί τούς έκλεκτούς. Δέν θά άρχίση κατ’ ευθείαν ώμώς νά άπορρίπτη τά δόγματα τής 'Αγίας Τριάδος, τήν Θεότητα τοΰ Ίησοΰ Χριστοΰ καί τήν άρετήν τής Θεοτόκου, άλλά θά άρχίση άνεπαισθήτως νά διαστρέ φη τίς διδασκαλίες καί τούς θεσμούς τής ’Εκκλησίας καί τό πραγματικό νόημά τους, όπως μάς παρεδόθησαν άπό τούς Αγίους Πατέρες έν άγίω Πνεύματι. ’Ολίγοι θά άντιληφθοΰν αύτές τίς πανουργίες τοΰ έχθροΰ, έκεϊνοι μόνον οί πλέον πεπειραμένοι εις τήν πνευματικήν ζωήν. Οί αιρετικοί θά πάρουν τήν έξουσίαν έπί τής έκκλησίας καί θά τοποθετήσουν ιδικούς τους υπηρέτες παντού, οί δε πιστοί θά καταφρονοΰνται... Γι’ αυτό παιδί μου, δταν ίδης τήν παράβασιν τής πατερικής παραδόσεως καί τής Θείας Τάξεως, που έγκαθιδρύθη από τόν ίδιον τόν Θεόν, γνώριζε ότι οί αιρετικοί έχουν ήδη έμφανισθεΐ, αν καί πρός τό παρόν μπορεί νά άποκρύπτουν τήν άσέβειά τους. ’Ακόμη θά διαστρέφουν τήν αγίαν Πίστιν (’Ορθοδοξίαν) άνεπαισθήτως, μέ σκοπό νά έπιτύχουν καλλίτερα νά παραπλανήσουν καί δελεάσουν τούς άπειρους στά δίκτυά τους. Ό διωγμός δέν θά στρέφεται μόνον εναντίον των ποιμένων, αλλά έναντίον όλων των υπηρετών τοϋ Θεοϋ, διότι όλοι εκείνοι πού θά κυβερνώνται άπό τήν αΐρεσιν δέν θά ανέχονται τήν εύσέβειαν. Νά άναγνωρίζης αύτούς τούς λύκους μέ ένδυμα προβάτου άπό τίς υπερήφανες διαθέσεις τους καί τήν άγάπη τους γιά τήν έξουσία. Θά είναι συκοφάντες, προδότες, ένσπείροντες πανταχού έχθραν καί κακίαν• γι’ αύτό ό Κύριος είπεν ότι άπό τούς καρπούς αύτών θά τούς άναγνωρίζετε. Οί άληθινοί ύπηρέτες τοϋ Θεού είναι ταπεινοί, αγαπούν τόν πλησίον καί είναι υπήκοοι εις τήν ’Εκκλησίαν...
Οί πιστοί τότε πού δέν έχουν δείξει τίποτε άλλες άρετές θά λάβουν στεφάνους μόνον καί μόνον, έπειδή έστάθησαν στερεοί εις τήν πίστιν.
Νά φοβάσαι τόν Κύριον παιδί μου. Νά φοβάσαι μήπως άπωλέσης τόν στέφανον πού έτοιμάσθηκε γιά σένα. Νά φοβάσαι μήν άποβληθής παρά τοϋ Κυρίου εις τό σκότος τό εξώτερον καί τήν αιώνιον κόλασιν. Στέκε άνδρείως εις τήν πίστιν, καί αν είναι άναγκαϊον ύπόμενε διωγμούς καί άλλες θλίψεις, διότι ό Κύριος θά είναι μαζί σου• καί οί "Αγιοι Μάρτυρες καί Όμολογητές θά βλέπουν μέ χαρά τούς άγώνες σου. "Ομως άλλοίμονον στους μονάχούς σ’ αυτές τίς ήμερες πού θά είναι δεμένοι μέ υπάρχοντα καί πλούτη, οί όποιοι ένεκεν τής αγάπης τής «ειρήνης» θά είναι έτοιμοι νά ύποταχθούν εις τούς αιρετικούς. Αυτοί θά αποκοιμίζουν τήν συνείδησίν τους μέ τό νά λένε: «έμεΐς συντηρούμε καί σώζουμε τό μοναστήρι, καί ό Κύριος θά μάς συγχωρήση». Οί ταλαίπωροι καί τυφλοί δέν αντιλαμβάνονται ότι διά μέσου τής αίρέ σεως οί δαίμονες θά εισέρχονται στό μοναστήρι, τό όποιον δέν θά είναι πλέον τότε ένα μοναστήρι, αλλά γυμνοί τοίχοι από όπου ή χάρις θά άποχωρή.
Ό Θεός είναι οπωσδήποτε ισχυρότερος άπό τούς έχθρούς καί ποτέ δέν θά έγκαταλείψη τούς ύπηρέτες του. ’Αληθινοί Χριστιανοί θά εύρίσκονται έως τέλους τοϋ αιωνος τούτου, μόνον πού θά προτιμούν νά ζοϋν σέ άπομακρυσμένους καί έρημικούς τόπους. Νά μήν φοβάσαι τίς θλίψεις αλλά μάλλον νά φοβάσαι τήν ολέθρια αιρεσιν, διότι αυτό είναι πού μάς γυμνώνει άπό τήν Θείαν Χάριν καί μάς χωρίζει άπό τόν Χριστόν. Αύτός είναι καί ό λόγος διά τόν όποιον ό Κύριος μάς έδωσε τήν εντολήν νά θεωρούμε τούς αιρετικούς ώς Χριστοκαπήλους καί ειδωλολάτρες. Καί έτσι παιδί μου ένδυναμού μέ τήν Χάριν τού ’Ιησού Χριστού. Βιάσου νά όμολογήσης υπέρ τής Πίστεως καί νά ύπομένης θλίψεις ώς καλός στρατιώτης τού Κυρίου ’Ιησού Χριστού (Β'Τιμόθ. β', 1 3), ό Όποιος είπε: «γίνου πιστός άχρι θανάτου, καί δώσω σοι τόν στέφανον τής ζωής» (Άποκ. β', 10). Εις Αυτόν σύν τω Πατρί καί τω Άγίω Πνεύματι άς είναι δόξα τιμή καί κράτος εις αιώνας αιώνων. ’Αμήν.» (’Από ένα γράμμα τού Αγίου Άνατολίου τής Όπτινα, + 1927, πού μεταφράστηκε άπό τήν 'Ιεράν Μονήν Έσφιγμένου).
Διά μέσου των αιώνων δλοι δσοι θέλησαν νά άκολουθήσουν τόν Χριστόν μας καί την Εκκλησίαν Του ύπέστησαν τά πάνδεινα. Διώξεις, έξορίες, φυλακίσεις, βασανισμούς καί θάνατον.
Αυτό συνέβη κατ’ έπανάληψιν στήν ιστορίαν της Εκκλησίας καί συμβαίνει ακόμη καί στίς ήμέρες μας, γιατί βεβαίως ό μισόκαλος διάβολος δέν έπαψε νά πολεμά την Νύμφην τοΰ Χρίστου, την ’Ορθόδοξον Εκκλησίαν μας. Έτσι μέσα στόν εικοστό αιώνα, στήν Ελλάδα μας, αλλά καί σέ πολλές σλαυικές χώρες, κατά τά σκοτεινά χρόνια τής ήμερολογιακής καινοτομίας καί τής οικουμενιστικής αλλοφροσύνης, οι Γνήσιοι ’Ορθόδοξοι διώχθηκαν.
Οι ’Ορθόδοξοι Παλαιοημερολογίτες Ιερείς άπεσχηματίσθησαν. Οι έκκλησίες σφραγίσθηκαν ή κατεδαφίστησαν. Οι πιστοί σύρθηκαν στίς φυλακές. Αιμα ’Ορθοδόξων αγωνιστών έβαψε τό χώμα στήν ’Ορθόδοξη Ελλάδα. Τό ίδιο συνέβη παντού, όπου θέλησαν οι ’Ορθόδοξοι νά παραμείνουν πιστοί στίς παρακαταθήκες τών προγόνων τους, νά διακρατήσουν τό Πάτριον Έορτολόγιον καί νά μή κοινωνήσουν μέ τόν ολέθριο ΝεοημερολογιτικόΟίκουμενισμό καί τούς προδότες «αρχιερείς» καί «Ιερείς» πού τόν υπηρέτησαν καί τόν υπηρετούν πιστά μέχρι σήμερα.
"Εφτασαν οΐ Οικουμενιστές Νεοημερολογΐτες μέχρι τού σημείου νά ανατρέψουν ’Επιταφίους, νά συντρίψουν μέ τσεκούρια ώς άλλοι εικονομάχοι "Ισαυροι τίς σεπτές Εικόνες τών Παλαιοημερολογιτικών Ναών, ακόμη καί νά χύσουν στή γή καί νά καταπατήσουν τό Δεσποτικόν Σώμα καί τό Τίμιον Αίμα τού Χριστού τήν ώραν τής φρικτής Τελεσιουργίας τής Θείας Λειτουργίας, έπισωρεύοντες οργήν έπί τάς κεφαλάς αυτών εν τή ήμέρα τής Φοβέρας Κρίσεως. (βλ. σχετικά «Τά πάτρια», σεβ. Επισκόπου Πενταπόλεως κ. Καλλιοπίου, Πειραιεύς 1987. Μέχρι σήμερα τόμοι 11, βλ. έφημερ. «Σκρίπ», 9/221197).
Οι ΚαινοτόμοιΝεοημερολογΐτες έχουν βαμμένα τά χέρια τους στό αίμα. Ή Νεοημερολογιακή άλλαγή καί ή φοβερή παναίρεσις τοϋ Οίκουμενισμού στηρίχτηκε στό αιμα, στή βία καί στους διωγμούς. Γι’ αύτό άπέστρεψε ό Θεός τό πρόσωπόν Του από τούς Νεοημερολογΐτες καί ευλόγησε όλους έκείνους πού αγωνίζονται τόν αγώνα τόν καλόν τής πίστεως καί τής ομολογίας.
Σέ πίστωσιν τοΰ δικαίου άγώνος των Παλαιοημερολογιτών έφάνη καί ό Τίμιος Σταυρός τήν νύχτα τής παραμονής τής Παγκοσμίου Ύψώσεώς Του, όταν μαζεύτηκαν οί Παλαιοημερολογίτες πιστοί μέσα σέ κλίμα φόβου καί διωγμού γιά νά άγρυπνήσουν καί νά έορτάσουν τήν μεγάλην Εορτήν μέ τό Πάτριον έορτολόγιον τό 1925.
Χρησιμοποίησαν οί Καινοτόμοι καί περιφρονητές των Όσιων καί των 'Αγίων καί... τίς «καθαιρέσεις» γιά νά κάμψουν τούς άγωνιστές. Γιά νά μπορούν νά σύρουν «έπί άντιποιήσει» δέσμιους στίς φυλακές τούς Γνησίους ’Ορθοδόξους Ιερείς καί ’Αρχιερείς, τούς καλούς Ποιμένες, πού τήν ψυχήν αυτών έθυσαν ύπέρ τού Χριστού καί τών φίλων αυτού...
Πόσα δάκρυα, πόσος πόνος, πόσες άκολουθίες έμει ναν ατελείωτες, γιατί σύρθηκαν μέ τή βία οί Παλαιοημερολογίτες Ιερείς καί ’Αρχιερείς στίς φυλακές δέσμιοι!
Πόσο μεγάλη είναι ή ευθύνη όλων έκείνων τών λεγομένων συντηρητικών «ορθοδόξων» πού μένουν άκόμη καί σήμερα σέ κοινωνία μέ τούς διώκτες τής ’Ορθοδοξίας! Καί όχι μόνον αύτοί δέν περνάνε στό χώρο τής ομολογίας,αλλά καί έκείνους πού θέλουν νά άγωνισθοΰν κρατούν μέσα στό καρκινογόνο σώμα τού θανατηφόρου Οίκουμενισμού.
Έτσι, δεσμευμένοι οί καλοπροαίρετοι πιστοί από τούς «μεγάλους καί όνομαστούς πνευματικούς» Νεοημερολογϊτες δέν μπορούν νά άναπνεύσουν τόν μυρωμένο άέρα της φιλτάτης ’Ορθοδοξίας. Δέν μπορούν νά μεταλάβουν τού 'Αγιασμού τής ’Ορθοδοξίας καί άσφυκτιούν άπό τόν θανάσιμο εναγκαλισμό της αίρέσεως. Δηλητηριάζονται κοινωνώντας εις κρίμα καί εις κατάκριμα άπό τά μολυ σμένα καί κακόδοξα θυσιαστήρια των Νεοημερολογιτών Οίκουμενιστών τού Φαναριού καί όλων έκείνων πού είναι κοινωνικοί μέ αύτό.
Οί «γνωστικοί» καί «σοβαροί» Γεροντάδες άποκοι μίζουν τά πνευματικοπαίδια τους καί καθησυχάζουν τίς συνειδήσεις τους πιστεύοντας καί κηρύσσοντας ότι οί Παλαιοημερολογίτες δέν έχουν ίερωσύνη, γιατί είναι καθηρημένοι καί ότι δέν άναγνωρίζονται τά Μυστήριά τους άπό τήν Πολιτεία (!!!).
Μά πιστεύουν οί άνθρωποι αυτοί ότι ό Θεός είναι δούλος των καινοτόμων καί αιρετικών «’Αρχιερέων»; 'Ότι είναι υποχρεωμένος νά άφαιρή τήν Χάριν Του άπό δικαίους καί ’Ορθοδόξους όποτε τού τό ζητήσουν αύτοί;
Καί όμως, πράγματι τό κηρύσσουν αύτό, γιατί ή έκκλησιολογία τους δέν είναι ορθόδοξη, άλλά παπική.
Γι’ αυτούς τό ιερατείο, άδιάφορο άπό τό τί πιστεύει, άπό τό αν είναι ορθόδοξοι οί άρχιερεΐς καί οί Ιερείς, είναι ό διαχειριστής τής Χάριτος τού Χριστού καί «οί καθαιρέσεις τους είναι καθαιρέσεις», έστω καί αν είναι άδικες καί επιβάλλονται άπό αιρετικούς γιά νά φιμώσουν τούς ’Ορθοδόξους!!!
Μά τά ίδια δέν λέει καί ό πάπας;
Εμείς όμως γνωρίζουμε άπό την Εκκλησιαστική μας παιδεία καί τήν εμπειρία ότι ή αϊρεσις περισσότερο άπό κάθε άλλη αμαρτία αποξενώνει τούς ανθρώπους άπό τόν Θεό. Ό αιρετικός, αυτός δηλαδή πού κηρύσσει αϊρεσιν, καί όσοι τόν ακολουθούν έν γνώσει τοϋ ότι κηρύσσει αϊρεσιν, βρίσκονται σε άντίθεσιν με τήν Εκκλησία. Ή αιρεσις είναι σκότος. Τό σκοτάδι δεν μπορεί νά συνυπάρξει μέ τό φως τής Χάριτος τοΰ Θεού.
«Ό Θεός φως έστιν καί σκοτία έν αύτώ ούκ έστιν ούδεμία», γράφει ό αγαπημένος μαθητής τοΰ Κυρίου μας. «Έάν εϊπωμεν ότι κοινωνίαν έχωμεν μετ’ Αύτοϋ καί έν τω σκότει περιπατώμεν, ψευδόμεθα καί ου ποιοΰμεν τήν αλήθειαν έάν δέ έν τω φωτί περιπατώμεν, ώς Αυτός έστιν έν τω φωτί, κοινωνίαν έχομεν μετ’ άλλήλων, καί τό αίμα ’Ιησού Χριστού, τοϋ Υιού Αύτοϋ, καθαρίζει ήμάς άπό πάσης άμαρτίας». (Α'Ίωάν. α', 57). «Πας ό παραβαίνων καί μή μένων έν τή διδαχή τοϋ Χριστού, Θεόν ούκ έχει ό μένων έν τή διδαχή τοϋ Χριστού, ούτος καί τόν Πατέρα καί τόν Υιόν έχει». Προϋπόθεσις γιά νά έχουν οι άνθρωποι τήν Χάριν τοϋ Θεού είναι τό νά έχουν τήν ’Αλήθεια, γιατί όπως λέγει ό "Αγιος Συμεών ό Νέος Θεολόγος:
«Ή Αλήθεια δέν είναι άλλο τι, παρά ή Χάρις τοϋ Χριστού» (Λόγ. 22ος). Πώς λοιπόν μπορεί νά έχη τό αίμα τοϋ Χριστού πού καθαρίζει άπό πάσης άμαρτίας ό αιρετικός πού βρίσκεται σέ άντίθεσιν μέ τήν ’Αλήθειαν καί έπομένως μέ τήν ’Εκκλησίαν, ή όποια είναι στύλος καί έδραίωμα τής άληθείας;
"Ενας ’Ορθόδοξος καί δίκαιος άνθρωπος έφ’ όσον είναι ένωμένος μέ τήν ’Αλήθεια, είναι καί μέ τήν Καθόλου Εκκλησίαν ένωμένος καί βρίσκεται μέ σιγουριά μέσα στην Εκκλησία. Σέ όσους άφορισμούς, σέ όσα αναθέματα, σέ όσες καθαιρέσεις καί αν ύποβληθή από τους καινοτόμους καί αιρετικούς στέκεται ζωντανός καί άκλόνητος μέσα στήν Εκκλησία τοϋ Χριστού, έλέγχων καί ύπ’ ούδενός έλεγχόμενος.
«Έάν παρά τόν σκοπόν τοϋ Θεού, άφορίση ό Ιεράρχης, ούχ έπεται αύτφ τό θειον κρίμα», λέγει ό "Αγιος Μάξιμος ό 'Ομολογητής πού κάτι ήξερε άπό τέτοιους άφορισμούς.
Καί ό "Αγιος Διονύσιος ό ’Αρεοπαγίτης γράφει: «Ούτω καί τάς άφοριστικάς έχουσιν οί ίεράρχαι δυνάμεις, ώς έκφαντορικοί των θείων δικαιωμάτων, ούχ ώς ταϊς αύτών άλόγοις όρμαΐς τής πανσόφου θεαρχίας, εύφήμως είπεϊν ύπηρετικώς έπομένης, άλλ’ ώς αύτών ύποφοιτικώς ύποκι νοΰντι τφ τελεταρχικφ πνεύματι, τούς κεκριμένους Θεφ, κατ’ αξίαν άφοριζόντων». («Περί τής ’Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας», κεφ. Ζ).
Ό Θεός δέν είναι υπηρέτης των κακοδόξων «’Αρχιερέων», ώστε καθ’ ύπόδειξίν τους νά άφαιρέση τήν Χάριν τής Τερωσύνης άπό κατά πάντα ’Ορθοδόξους καί δικαίους 'Ιερείς καί ’Αρχιερείς.
Πώς είναι δυνατόν νά φαντασθή κανείς ότι ό Θεός τιμωρεί τούς δούλους Του, επειδή κάνουν ύπακοή στό άγιο θέλημά Του καί όχι στό θέλημα τών παρανομούντων καί κακοδόξων «Ιεραρχών»;...
Καί έάν στό παρελθόν τά πράγματα δέν ήσαν τόσο ξεκάθαρα γι’ αυτούς πού έπέμεναν νά συγκρατήσουν μέ κάθε θυσία τό ποίμνιο «έντός τών τειχών», σέ κοινωνία δηλ. μέ τούς σχισματοαιρετικούς ψευδοποιμένες, μιά καί τήν εκκλησία τήν ταύτισαν μέ τούς διοικητές της, γιατί αύτό τούς βόλευε καί τούς βολεύει, σήμερα όλοι αυτοί διαψεύδονται από τά αδιάψευστα καί συγκλονιστικά γεγονότα σέ παγκόσμια κλίμακα. Σήμερα είναι κραυγαλέα ή κήρυξις τής ψυχοκτόνου αίρέσεως τοϋ ΝεοημερολογιτικοΰΟικουμενισμοϋ:
Ό Νεοημερολογίτης ψευδοποιμένας Σωτήριος τοϋ Καναδά, είσοδεύει μετά τοϋ Ευαγγελίου μέ άλλόθρη σκους καί μέ γυναίκες σέ οίκουμενιστική τελετουργία. Ό Στυλιανός της Αυστραλίας, εισέρχεται στην δαιμονικήν συνάθροισιν στήν Καμπέρα μέ γυναίκα Ιέρεια πού χορεύει καί άκολουθεΐ ό τότε «Χαλκηδόνος» καί νϋν «πατριάρχης» Βαρθολομαίος. Στήν δαιμονικήν αύτήν συνάθροισιν συμμετέχουν καί ό Μελέτιος Καλαμαράς καί ό «Δημητριάδος» Χριστόδουλος. Ό «’Αλβανίας» ’Αναστάσιος συμμετέχει λατρευτικά σέ πανθρησκειακή συμ προσευχή καί τελετουργία άνάβοντας κεριά στό βωμό των δαιμόνων. Ό κακόδοξος Δαμασκηνός Ελβετίας κηρύσσει πλέον άνοιχτά ότι ή «έκκλησία» θά πρέπει νά έπανιδρυθή άπό τίς έπιμέρους ομολογίες.
Ό π. Βαρθολομαίος στίς 6 Νοεμβρίου κάνει δοξολογία μέ τόν παπικό «Αρχιεπίσκοπο» τοϋ Σάν Φραντσίσκο καί μετά τήν τελετή άκολουθεΐ μεγάλο χορευτικό πρόγραμμα. ’Ενώ στίς 5 Νοεμβρίου είχε λάβει μέρος σέ οικουμενι στική τελετή στήν «Πλατεία των Ευχαριστιών», μία πλατεία πού δημιουργήθηκε τό 1977 ώς ένα πολύπολυτισμικόν καί ερευνητικόν Κέντρον λατρείας γιά τήν προσευχή καί τήν εύχαριστιακή παράδοσιν τής Αμερικής. Ή τελετή περιλάμβανε ομάδες παιδιών άπό τήν Ισλαμική ’Ακαδημία, τήν ’Ακαδημία των Πρώτων Βαπτιστών καί τό Σχολείο τής Ελληνορθόδοξης ’Εκκλησίας τής 'Αγίας Τριάδος. ’Επίσης έλαβαν μέρος ένας Βουδιστής φλαουτίστας, ένα μέλος τής κοινότητας Σίχ, πού έπαιξε μούσικά όργανα των Ινδιών καί μία μπάντα τοΰ Σαλβέισον "Αρμυ. "Αλλες θρησκείες καί όμολογίες πού έκπροσωπή θηκαν ήταν οί Ζωροαστριανοί, Ρωμαιοκαθολικοί, Έπισκοπελιανοί, Ίνδουιστές, Βαπτιστές, Μεθοδιστές, Χάρε Κρίσνα καί «Τζαϊνίτες» με βαθυκίτρινες ρόμπες», (βλ. «’Ορθόδοξος Τύπος», 21.11.97, σελ. 3 καί 4).
Κατά τά άλλα δέν τρέχει τίποτε!!! 'Όλα πάνε καλά γιά τούς Νεοημερολογΐτες!!!
Καί μετά μάς λένε νά μείνουμε ακόμη σέ κοινωνία μέ όλους αύτούς τούς ψευδοποιμένες καί ψευδοπατριάρχες γιά νά κοινωνοϋμε τοΰ ποτηριού της αίρέσεως, τοΰ οποίου κοινωνοΰν καί αυτοί!!!
Γι’ αύτό κάνουμε έκκλησι γιά πολλοστή φορά σέ όλους τούς καλοπροαίρετους πιστούς τού Νέου Ημερολογίου νά διακόψουν κάθε κοινωνία μέ τούς αιρετικούς ποιμένες τους. Νά κοινωνήσουν τοΰ 'Αγιασμού της ’Εκκλησίας τοΰ Χριστού. Νά περάσουν στό χώρο της 'Ομολογίας καί της Χάριτος. Νά μετάσχουν τού γλυκυτάτου Φωτός της Άμωμήτου ’Ορθοδοξίας. Μεγάλη εύθύνη έχουν πρωταρχικά οί κληρικοί καί οί «πνευματικοί», πού δέν θά πρέπει νά φοβούνται τίς «καθαιρέσεις» πού δέν «πιάνουν», όπως λέει καί ό λαός μας, όταν αυτές γίνονται άπό τούς παρανομούντες, άπό τούς αιρετικούς Οίκουμε νιστές καί τούς Λατινόφρονες...
Ή άναγνώρισις των Ιερών Μυστηρίων των τελουμένων υπό Παλαιοημερολογιτών Ιερέων
Σύμφωνα μέ τό άρθρο 13 τού Συντάγματος παρ. 1: «Ή έλευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως είναι άπαραβίαστη. Ή απόλαυση των ατομικών καί πολιτικών δικαιωμάτων δέν έξαρτάται από τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τοΰ καθενός».
Κατά δε την παρ. 2: «Κάθε γνωστή θρησκεία είναι έλεύθερη καί τά τής λατρείας της τελούνται άκωλύτως κάτω άπό τήν προστασία των νόμων».
Επίσης σύμφωνα με τή διεθνή σύμβαση τής Ρώμης τής 4ης Νοεμβρίου 1950 «Γιά τήν προάσπιση των δικαιωμάτων τοΰ άνθρώπου καί των θεμελιωδών ελευθεριών» καί τό άρθρο 9 : § 1.
«Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα στήν ελευθερία τής σκέψεως, συνειδήσεως καί θρησκείας καί τό δικαίωμα αυτό έπάγεται... καί τήν έλευθερίαν έκδηλώσεως τής θρησκείας ή καί των πεποιθήσεων ή μεμονωμένως ή συλλογικώς δημοσία ή κατ’ ιδίαν μέ τήν λατρείαν, τήν παιδείαν καί τήν άσκησιν των θρησκευτικών καθηκόντων καί τελετουργιών».
Κατά δέ τήν παρ. 2: «κανένας άλλος περιορισμός δέν μπορεί νά έπιβληθή πέρα άπό έκείνους πού είναι άναγκαΐοι γιά τήν δημόσια άσφάλεια, τήν προάσπιση τής δημοσίας τάξεως, τής υγείας καί τής ήθικής, ή γιά τήν προάσπιση τών δικαιωμάτων καί τών ελευθεριών των άλλων». Ή σύμβαση αύτή έχει έπικυρωθή μέ Νόμο καί κατά συνέπεια αποτελεί άναπόσπαστο μέρος τοΰ έσω τερικοϋ Ελληνικού Δικαίου καί υπερισχύει κάθε άλλης άντίθετης διατάξεως Νόμου κατά τό άρθρο 28 παρ. 1 τού Συντάγματος.
Καί σύμφωνα μέ τό άρθρο 3 παρ. 1 τού Συντάγματος οί Γνήσιοι ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί, οι όποιοι τηρούν άπαρασαλεύτως τούς ιερούς Άποστολικούς καί Συνοδικούς Κανόνες καί τίς ιερές Παραδόσεις τής ’Ανατολικής Όρθοδόξου τοΰ Χριστού Εκκλησίας, απολαμβάνουν όχι μόνο άνεμπόδιστα κάθε θρησκευτικής έλευθερίας, άλλά καί άποτελοϋν μέλη της έπικρατούσης θρησκείας στην Ελλάδα.
Εφαρμόζοντας μέ συνέπεια τίς παραπάνω συνταγματικές επιταγές τοΰ θεσπισθέντος τότε Συντάγματος καί σύμφωνα μέ τήν διεθνή σύμβαση της Ρώμης, στά έπίσημα Πρακτικά, της Ε'Αναθεωρητικής Βουλής τών Ελλήνων περιελήφθη ειδική δήλωσις τοΰ άρμοδίου Ύπουργοΰ κατά τήν όποια: «Οί οντως αντοαποκαλούμενοι Γνήσιοι ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί Παλαιοημερολογΐται δύνανται νά τελοϋν άκωλύτως τά λατρευτικά τους καθήκοντα». (Συνεδρία β' της Τετάρτης, 23ης ’Απριλίου 1975, βλ. καί Υπόμνημα Π. Σμαΐλη, έπιτ. Γεν. Διευθυντοϋ Ύπουργείου Δικαιοσύνης, Γνωμοδότησιν, Φ. Σπυρόπουλου, καθηγητοΰ τοΰ Συνταγματικού Δικαίου τοΰ Πανεπιστημίου ’Αθηνών καί Θ. Θεοδωρόπουλου, Δικηγόρου παρ’ Άρείω Πάγω στά «Πάτρια», ’Επισκόπου Πενταπόλεως, Καλλιοπίου Γιαννακουλοποΰλου, Πειραιεύς 1994, σελ. 119 έπ.).
’Αναγνωρίζονται άπό τό κράτος ώς ’Ορθόδοξοι Κληρικοί. (Άπόφασις 30.09.1985 Υπουργείου Υγείας Προνοίας καί Κοινωνικών Ασφαλίσεων).
Τελοϋν άνεμπόδιστα όλες τίς ’Ορθόδοξες 'Ιεροπραξίες σέ ιδιαίτερους Ναούς, οί όποιοι λειτουργούν ή άνε γείρονται μέ κανονική κρατική άδεια. (Εγκύκλιοι Υπουργείου Χ.Ο.Π. 137/15.10.81 καί 91/01.06.82).
Τά τελούμενα άπό αυτούς Ιερά Μυστήρια, (Βαπτίσεις, Γάμοι), άναγνωρίζονται άπό τήν Ελληνική Δικαιοσύνη. ΓΑγγ. Μπουρόπουλου, Εισαγγελέως, Γνωμοδότησις ύπ. άριθ. 1/71/1947 Θέμις, έτ. ΝΗ' 1.215.3.1947σελ. 701, άπόφασις Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, 1513/1947 κ.λπ.)•
Καί καταχωροΰνται στά Ληξιαρχικά Βιβλία τοϋ Κράτους μέ τήν άπόφασι τοϋ Υπουργείου των ’Εσωτερικών. (Βλ. εγκύκλιο ύπ. άριθμ. 62/5.4/1969 μέ θέμα «Καταχώρησις έν τοίς Ληξιαρχικούς Βιβλίοις Γάμων καί Βαπτίσεων τελουμένων υπό Παλαιοημερολογιτών Έφημερίων». Τά Μυστήρια τά τελούμενα από Παλαιοημερολογίτες κληρικούς καταχωροΰνται μέ βάσιν πρόσφατη απόφαση τοϋ Υπουργού των Εξωτερικών κ. Θ. Πάγκαλου καί στά Ληξιαρχικά Βιβλία τών Ελληνικών Προξενείων τοϋ εξωτερικού). (613/2.4/96)
Σύμφωνα μέ τίς αποφάσεις τής όλομελείας τοϋ Άρειου Πάγου 378 καί 379 τοϋ 1980, οί Παλαιοημερολογίτες δέν είναι ούτε σχισματικοί ούτε αιρετικοί.
Σύμφωνα, τέλος, μέ τίς αποφάσεις 494/1997 καί 495/ 1997 τοϋ Συμβουλίου της ’Επικράτειας δέν είναι ή Νεοημερολογιτική Σύνοδος τής Εκκλησίας τής Ελλάδος αρμόδια νά άποφαίνεται γιά τήν ιδιότητα τών κληρικών καί τών μοναχών τών Παλαιοημερολογιτών. Μέ βάση τίς αποφάσεις αυτές καί ό Υπουργός ’Εθνικής Άμύνης κ. ’Απόστολος’Αθανάσιος Τσοχατζόπουλος έξέδωκε άπόφασιν μέ τήν όποιαν καθορίζεται «όπως στό έξής αρμόδια άρχή γιά ν’ άποφαίνεται σχετικά μέ τήν Ιδιότητα τοϋ θρησκευτικού λειτουργού ή μοναχού τής θρησκευτικής κοινότητος τών όπαδών τοϋ παλαιού έορτολογίου (Παλαιοημερολογιτών), είναι ή οίκεία 'Ιερά Μητρόπολη στήν όποια αύτή άνήκει. Γιά τήν έγκυρότητα τής παραπάνω ιδιότητος θά άποφαίνεται ή άρμόδια 'Ιερά Σύνοδος τής προαναφερομένης κοινότητος».
Αυτό σημαίνει ότι εξισώνονται πλέον καί στό θέμα αυτό οί Παλαιοημερολογίτες μέ τούς Νεοημερολογΐτες καί απαλλάσσονται από την υποχρέωση στρατεύσεως οί κληρικοί, οί μοναχοί καί οί δόκιμοι μοναχοί πού ακολουθούν τό ’Ορθόδοξον Έορτολόγιον.
Σύμφωνα, λοιπόν, μέ τό Συνταγματικό Δίκαιο, την κείμενη κοινή Νομοθεσία καί την πάγια Νομολογία των Ελληνικών Δικαστηρίων ή νομική θέση τής ’Εκκλησίας τού Πατρίου Εορτολογίου είναι σαφής καί δέν χρήζει καμμιάς περαιτέρω άναγνωρίσεως. Οί Παλαιοημερολογίτες δύνανται νά τελούν άκωλύτως τά λατρευτικά τους καθήκοντα, σύμφωνα πρός τούς «ιερούς Άποστολικούς καί Συνοδικούς Κανόνες καί τίς ιερές Παραδόσεις», όπως έκεΐ αύτά ρυθμίζονται καί προβλέπονται.
Ή άναγνώριση των Παλαιοημερολογιτών άπό τήν Πολιτεία είναι υπαρκτή καί δεδομένη κατά τό Σύνταγμα.
Εκείνο τό όποιο άπαιτεΐται είναι νά τηρούν καί νά σέβονται όλα τά όργανα τής Πολιτείας τίς Συνταγματικές καί τίς σχετικές διατάξεις τού κοινού Δικαίου καί νά διασφαλίζουν έτσι τήν άκώλυτη άσκηση τών λατρευτικών δικαιωμάτων τών ’Ορθοδόξων Παλαιοημερολογιτών.
Αυτό είναι πρώτιστο καθήκον τής Πολιτείας, γιατί σύμφωνα μέ τό άρθρο 25 § 1 τού Συντάγματος: «Τά δικαιώματα τού άνθρώπου, ώς άτόμου καί ώς μέλους τού κοινωνικού συνόλου, τελούν υπό τήν εγγύηση τού Κράτους• όλα τά κρατικά όργανα ύποχρεούνται νά διασφαλίζουν τήν άνεμπόδιστη άσκησή τους».
Τό παλαιοημερολογιτικόν
Λίγοι έχουν, δυστυχώς, έννοήσει τήν σημασία του «παλαιοημερολογιτικοϋ», όπως ονομάζεται, ζητήματος. ΟΙ περισσότεροι αποδίδουν σέ στενοκεφαλιά τοϋ άγραμ μάτου λαού τήν άντίδρασι των Παλαιοημερολογιτών, δείγμα κι αυτό τής βαθειάς περιφρονήσεως πού τρέφουν οι οίηματίες εγγράμματοι πρός τούς άγραμμάτους. "Ομως οί αγράμματοι αυτοί, γιά νά άντιδράσουν όπως άντέδρασαν, θά έπρεπε νά έχουν, αν μή τι άλλο, θρησκευτικόν ζήλο καί ένδιαφέροντα πνευματικά, πού τά έστερεΐτο ή μάζα τών αδιαφορών πού άκολούθησαν, χωρίς καν νά γνωρίζουν πώς τίθεται τό πρόβλημα, τήν πλειοψηφία τών Ιεραρχών. Κανείς άπό τούς φωτισμένους θεολόγους καί όπαδούς των δέν έδειξε πάντως σημεία άγωνίας μπροστά στό φαινόμενο τοϋ διαχωρισμού τής έλληνικής Εκκλησίας, ούτε ζήτησε νά βρή μιά άπάντησι στήν γεμάτη πόνο κραυγή τόσων χιλιάδων πιστών. Ή πλειοψηφία ήταν μέ τό μέρος των. Οί αριθμοί πάντοτε τούς έδιναν τό αίσθημα τής άσφαλείας. Στήν πραγματικότητα όμως, ούτε τούς άριθμούς δέν είχαν μέ τό μέρος των. Γιατί αν ήταν λίγες χιλιάδες οί Παλαιοημερολογίτες καί έκατομμύρια οί άκολουθήσαντες τό νέο Ημερολόγιο, όμως αυτές οί λίγες χιλιάδες ήταν χιλιάδες πιστών, πονούντων τήν ’Εκκλησία. Ένώ μέσα στά έκατομμύρια τών άδιαφόρων, τών ύλιστών, τών άθέων, όπαδών τοϋ νέου Ημερολογίου, ήταν ζήτημα άν μπορούσες νά βρής λίγες χιλιάδες πραγματικών πιστών. Έχλεύασαν μόνον τούς απλοϊκούς αύτούς νέους όμολογητάς τής ’Ορθοδοξίας, λέγοντας ότι από δεισιδαιμονία δέν θέλουν νά διορθώσουν τό ώρολόγι τους πού δέν πάει καλά.
"Ομως δέν ήταν έκεϊ τό πρόβλημα. Δέν είχαν δίκιο νά κατηγορούν τούς Παλαιοημερολογίτες, ότι μαλώνουν γιά ένα Ημερολόγιο. Τό ζήτημα δέν ήταν ποιό άπό τά δύο Ημερολόγια είναι σωστό. Είναι γνωστό, ότι καί τά δύο Ημερολόγια είναι άνακριβή. Ούτε οί Παλαιοημερολογίτες έπέμειναν στό παλιό Ημερολόγιο, ούτε οί Νεοημερολογϊτες έφεραν τό νέο Ημερολόγιο γιά λόγους άστρονομικής ακρίβειας.
Ή αλλαγή τού ημερολογίου ήταν ή πρώτη πράξη τού Οικουμενισμού, ή πρώτη έμπράγματη εφαρμογή του. Μέ τήν εισαγωγή τού δυτικού έορτολογίου στήν Εκκλησία τής Ελλάδος πραγματοποιήθηκε ή έορτολογική ένωσή της μέ τούς Παπικούς καί τούς Προτεστάντες. Τά στάδια τής ένώσεως των ’Ανατολικών μέ τούς Δυτικούς είχαν περιγράφει επίσημα στήν περίφημη έγκύκλιο «πρός τάς απανταχού ’Εκκλησίας τού Χριστού», πού κυκλοφόρησε τό Οικουμενικό Πατριαρχείο σ’ όλες τίς αιρετικές καί ορθόδοξες Εκκλησίες τό 1920, τέσσερα χρόνια πρίν άπό τήν αλλαγή τού ημερολογίου στήν Ελλάδα (βλέπε I. Καρμίρη, «Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεία τής Όρθοδόξου ’Εκκλησίας», τόμος β). Στήν έγκύκλιο αύτή, ή αλλαγή τού έορτολογίου περιγράφεται σάν τό πρώτο βήμα, ή πρώτη φάση τής ένώσεως των ’Εκκλησιών, πού πρέπει νά προηγηθή όλων τών άλλων.
Ό λόγος όμως τής άρνήσεως τών Παλαιοημερολογιτών νά συμμορφωθούν ήταν θεολογικώτατος καί έπήγαζε από βαθειά έκκλησιαστική συνείδησι. Πράγματι, ή λειτουργική αρμονία τής Εκκλησίας τοϋ Χριστού διεκυβεύετο χάριν πολιτικών συμφερόντων. Με τήν αλλαγή τοΰ Ημερολογίου έπήρχετο διάσπασις τής λειτουργικής σύμπνοιας μεταξύ τής έλληνικής Εκκλησίας καί όλων των άλλων όρθοδόξων Εκκλησιών, οί όποιες διατηρούν μέχρι σήμερα τό παλιό Ημερολόγιο. Καί δεν έπρόκειτο μόνον γιά μιά ακαταστασία στή λειτουργική ζωή τής στρατευομένης Εκκλησίας, αλλά διεκόπτετο καί ή συνέχεια τής λειτουργικής ζωής τής στρατευομένης μέ τήν θριαμβεύουσα Εκκλησία.
'Όταν στήν Ελλάδα οί καμπάνες καλούν τούς πιστούς νά γιορτάσουν τά Χριστούγεννα καί οί ψαλτάδες ψέλνουν χαρμόσυνα τό «Χριστός γεννάται, δοξάσατε», τά εκατομμύρια τών Όρθοδόξων αδελφών μας σ’ όλόκληρο τόν υπόλοιπο κόσμο καί στό "Αγιον Όρος βρίσκονται ακόμη στήν Σαρακοστή, καί δέν άκούν τίς καμπάνες, ούτε ψέλνουν μαζί μας τούς χαρούμενους ύμνους τών Χριστουγέννων.
Τί χειρότερο μπορεί νά φαντασθή κανείς γιά τήν Εκκλησία άπό τή διάσπασι αύτήν τής λειτουργικής σύμπνοιας, πού μας άπομακρύνει ψυχικά, όχι μόνον άπό τούς άλλους ’Ορθοδόξους, άλλά καί άπό τούς πρό ήμών ’Ορθοδόξους, άπό τήν θριαμβεύουσα ’Εκκλησία τών έν Χριστφ κοιμηθέντων, άπό τούς άγιους πού έώρταζαν καί λειτουργούσαν μέ τό παλιό Ημερολόγιο, πού άρνηθήκαμε εμείς;
Τόσοι κόποι τών Πατέρων μας, τόσαι Σύνοδοι χρειάσθηκαν γιά νά θεσπισθή τό έορτολόγιο αύτό. Καί όλα αύτά γιά νά ύπάρξη λειτουργική εύρυθμία μεταξύ τών Χριστιανικών ’Εκκλησιών. Γιατί αύτή ή εύρυθμία και σύμπνοια έκφράζει την έσωτερική λειτουργική ένότητα τής ’Εκκλησίας. Αυτή είναι πού κάνει τήν Εκκλησία καί αίσθητώς Μία, παρά τήν πολλαπλότητα των κατά τόπους Εκκλησιών. Τήν Εκκλησία δέν τήν ένοποιεΐ, όπως νομίζει ό Παπισμός, ή σκληρή πειθαρχία καί ή ύπακοή σέ μιά καθωρισμένη ιεραρχία, πού έχει για κορυφή ένα καί μόνο άτομο, πού ισχυρίζεται, ότι άντικαθιστά τόν Χριστό έπί τής γής, άλλά ή μυστική κοινωνία στό σώμα καί στό αίμα τοϋ Χριστού. Κάθε έκκλησία, όπου τελείται ή Θεία Εύχαριστία καί όπου είναι συναγμένοι οι πιστοί «έπί τό αύτό», αποτελεί τήν ώλοκληρωμένη είκόνα τής Μιας, 'Αγίας, Καθολικής καί Άποστολικής ’Εκκλησίας. Αύτό πού κάνει, ώστε μία ένορία νά άποτελή ένα σώμα με τίς άλλες ενορίες καί μία επισκοπή νά άποτελή ένα σώμα μέ τίς άλλες επισκοπές, είναι ή μυστική κοινωνία όλων στό σώμα καί τό αίμα τού Χριστού, έν Άγίω Πνεύματι καί άληθεία.
Ή ένότης λοιπόν τής ’Εκκλησίας είναι δεσμός μυστικός, πού χαλκεύεται κατά τήν Θεία Ευχαριστία, όταν οί πιστοί μεταλαμβάνουν τό σώμα καί τό αίμα τού Χριστού. Οί Χριστιανοί είναι ένα σώμα, τόσο όσοι ζούνε σήμερα έπάνω στή γή, όσο καί αυτοί πού έζησαν πρίν άπό μάς στούς αιώνες πού πέρασαν, καί όσοι θά ζήσουν στά χρόνια πού θάρθουν, κι αύτό γιατί έχουμε κοινή ρίζα, τό σώμα τού Χριστού. «Εις άρτος, έν σώμα οί πολλοί έσμεν• οί γάρ πάντες έκ τού ένός άρτου μετέχομεν». (A' Κορι. ι', 17).
Δέν είναι λοιπόν διοικητική, δέν είναι πειθαρχική, ούτε όργανωτική ή ένότης τής ’Εκκλησίας, άλλά λειτουργική. Γι’ αύτό έχει τόσο μεγάλη σημασία τό έορτολόγιο. Ή ένότης πού πηγάζει άπό τήν Θεία Εύχαριστία, την μία Πίστι καί τό ένα Βάπτισμα, παύει νά είναι έξωτερικά έκδηλη, δταν υπάρχει λειτουργική αναρχία. Ή μορφή καί τά λόγια τής Λειτουργίας έχουν καθορισθή, ώστε όλες οι έκκλησίες νά λατρεύουν κατά τόν ίδιο τρόπο τόν Θεό. Καί τά μηναία περιέχουν, τό τί θά ψαλή σέ κάθε έορτή. Έτσι καμμιά παραφωνία δεν μπορεί νά διαταράξη τήν λειτουργική άρμονία, γιατί ή μουσική καί ή εικονογραφία, πού λέγονται κι αύτές λειτουργικές τέχνες, έχουν τό ίδιο καθορισθή, ώστε νά μή μπορή ό κάθε άγιογράφος ή ό κάθε ψάλτης νά εικονογραφή ή νά ψάλλη κατά τήν φαντασία του, άλλά νά είναι αναγκασμένος νά προσαρμόση τήν προσωπική του τέχνη καί τήν Ικανότητα στά πρότυπα τοϋ πιό αυστηρού πνευματικού ρεαλισμού. ’Έτσι έχει καθορισθή καί τό έορτολόγιο, γιά νά μή μπορή ό κάθε ίερεύς νά έορτάζη, όποτε θέλη τίς έορτές πού θέλει, άλλά νά ύπάρχη πλήρης κοινωνία προσευχών άνάμεσα σ’ όλους τούς πιστούς τής γής.
"Ο,τι λοιπόν κάνει ό ζωγράφος, πού ζωγραφίζει κατά τά δικά του γούστα τίς εικόνες τής Εκκλησίας, περιφρονώντας τήν παράδοσι, όπως καταστρέφει τήν λειτουργική εύρυθμία ό ψάλτης, πού άντί νά ψάλλη, τραγουδάει μέσα στήν έκκλησία θεατρικά, έτσι έχάλασαν τήν λειτουργική άρμονία τής ’Ορθοδόξου Εκκλησίας οί Έλληνες ίεράρχαι, πού άποφάσισαν νά άκολουθούν στήν Ελλάδα άλλο έορτολόγιο, διαφορετικό άπό έκεινο πού άκολουθούν οί άλλες ’Ορθόδοξες Έκκλησίες καί τό "Αγιον "Ορος. Έτσι άλλον άγιον έορτάζουν καί άλλα τροπάρια ψάλλουν στό "Αγιον "Ορος, καί άλλον άγιον έορτάζουν καί άλλα τροπάρια ψάλλουν στήν Θεσσαλονίκη• άλλη μέρα έορτάζεται ή Μεταμόρφωσις τού Κυρίου στήν ’Αθήνα καί άλλη στά Ιεροσόλυμα, στην ’Αντιόχεια ή στη Μόσχα.
Τό πόσο τραγική είναι αυτή ή παραφωνία, είναι δύσκολο νά γίνη άντιληπτό στή χώρα μας, λόγω των αποστάσεων. Γίνεται όμως πολύ οδυνηρά άντιληπτό άπ’ αύτόν πού ταξιδεύει στήν Ευρώπη, καί ό όποιος βλέπει μέσα στήν ίδια πόλι, σέ γειτονικές συνοικίες, τούς μέν Ρώσους νά έορτάζουν άλλη έορτή, τούς δέ Έλληνας άλλη. "Η άκούει τίς καμπάνες τής έλληνικής Εκκλησίας νά καλούν τούς πιστούς, όταν οί καμπάνες τής ρωσικής ’Εκκλησίας παραμένουν βουβές. Καί διερωτάται τότε, άν καί οί δύο ’Εκκλησίες είναι ’Ορθόδοξες.
Δέν έγινε λοιπόν άντιληπτό στήν Ελλάδα, τό πόσο σοβαρά ύποχώρησις υπήρξε πρός τά στοιχεία τοϋ κόσμου, καί τί πλήγμα κατεφέρετο κατά τής ’Εκκλησίας μέ τήν κατάργησι τοϋ παλιού καί τήν εισαγωγή τοϋ νέου έορτολογίου. ’Αλλά καί άν μερικοί τό άντελήφθησαν, δέν είχαν τήν δύναμι νά σηκώσουν τό άνάστημά τους καί νά κηρύξουν τήν άλήθεια. Κανένας σοφός καί κανένας δυνατός, κατά κόσμον, δέν βρήκε λέξεις νά διαμαρτυρηθή. Έτσι άπεδείχθη γιά πολλοστή φορά, ότι «ό Θεός τά άσθενή τοϋ κόσμου έξελέξατο, ϊνα καταισχύνη τά ισχυρά» καί ότι «έμώρανεν ό Θεός τήν σοφίαν των σοφών». Γιατί, ένώ οί σοφοί σιωπούσαν καί άπεδέχοντο, οί άγράμματοι πιστοί έξεγείροντο. Καί αυτοί «ούχ ώσπερ οί μωροί τοϋ κόσμου σοφοί μωρά έλάλησαν». Δέν άναλύθηκαν σέ αστρονομικές θεωρίες καί μαθηματικούς ύπολογισμούς, αλλά μίλησαν στό όνομα τής παραδόσεως, τήν οποία αίσθάνονταν σάν πράγμα Ιερό, πού δέν μπορεί κανείς νά τό καταπατή, χάριν τής συνεχώς άπαρνουμένης τίς άπόψεις της έπιστήμης ή τοϋ πολιτικού καί οικονομικού συμφέροντος μιας χώρας.
’Αλλά «τούς διδακτούς Θεού οί μαθηταί των σοφών τοϋ αιώνος τούτου άνθρώπων ηγούνται μωρούς». Έτσι άπό την αρχή καί μέχρι σήμερα τούς Παλαιοημερολογί τας τούς θεωρούν μωρούς, θρησκόληπτους, δεισιδαίμονας κ.τ.τ. καί χαίρονται γιά τήν δική τους γνώσι, πού τούς κάνει νά στέκωνται πάνω άπό αύτές τίς «λεπτομέρειες» καί νά μή δημιουργούν ζητήματα γιά τό «τίποτε».
Νεοημερολογιτισμός ίσον Οικουμενισμός
Οί Νεοημερολογϊτες ισχυρίζονται, ότι διώρθωσαν τό ήμερολόγιο γιά καθαρά άστρονομικούς λόγους. Ήταν, λέγουν, ντροπή νά άκολουθούμε ένα λανθασμένο καί απηρχαιωμένο ήμερολόγιο. Πολύ καλά. Τήν ’Εκκλησία βέβαια δέν τήν ενδιαφέρει ή άστρονομική άκρίβεια τού ήμερολογίου, τήν ένδιαφέρει μόνον ή λειτουργική καί έ ορτολογική ένότητα καί τάξη των κατά τόπους ’Εκκλησιών. ’Αλλά έστω, ας υποθέσουμε, ότι πράγματι γιά τήν έπιστημονική άκρίβεια άγωνιούσαν οί άνθρωποι αύτοί. Τότε, γιατί δέν διώρθωσαν πράγματι τό ήμερολόγιο μέ βάση τά έπιστημονικά δεδομένα τού 20ου αιώνος, άλλά έφήρμοσαν ένα έπίσης λανθασμένο ήμερολόγιο χρονολογούμενο άπό τόν 16ο αιώνα, τό ήμερολόγιο τού Πάπα Γρηγορίου τού ΙΓ';
Γιατί δέν έφήρμοσαν τό τόσο μελετημένο τού Πέτρου Δραγγίτς, πού υπεβλήθη στό δήθεν πανορθόδοξο συνέδριο τής Κωνσταντινουπόλεως τού 1923;
Διότι ό πραγματικός σκοπός δέν ήταν ή έπιστημονική διόρθωση τού ήμερολογίου, πράγμα έντελώς άχρηστο άπό έκκλησιαστικής άπόψεως. Ό πραγματικός σκοπός ήταν ή έορτολογική ένωση των «Εκκλησιών», καί αυτή δεν μπορούσε νά πραγματοποιηθή, παρά μόνον με τήν προσχώρηση των ’Ορθοδόξων στό Γρηγοριανό ημερολόγιο των Παπικών καί τών Προτεσταντών, γιά νά έχουν όλοι τό ίδιο έορτολόγιο καί νά άρχίση άπό κάπου νά πραγματοποιηται τό πρώτο στάδιο τοϋ Οικουμενισμοϋ: ή ένωση τών Χριστιανικών λεγομένων ’Εκκλησιών.
Δέν είναι λοιπόν άπό παθολογική άγάπη πρός δεκατρείς (13) χαμένες ήμέρες, πού οί Παλαιοημερολογίτες έκοψαν τήν εκκλησιαστική κοινωνία μέ τήν καινοτόμο ’Εκκλησία, αλλά γιά νά μείνουν ’Ορθόδοξοι. Νεοημερολογιτισμός ίσον Οίκουμενισμός, ίσον άρνηση τής ’Αλήθειας, άρνηση τής ’Εκκλησίας τής Μιας καί 'Αγίας, άρνηση τής Ίεράς Παραδόσεως, άρνηση τής συνεχούς παρουσίας τοϋ 'Αγίου Πνεύματος μέσα στήν ’Εκκλησία. Οί Νεοημερολογΐτες έκήρυξαν λανθασμένη τήν έορτολογική τάξη τών Πατέρων τής ’Εκκλησίας, άνέτρεψαν τήν έορτολογική σχέση μεταξύ πασχαλίου καί άκινήτων έορτών, κατήργησαν νηστείες, μετέτρεψαν άκίνητες έορτές σέ κινητές π,χ. τοϋ 'Αγ. Γεωργίου κατέστρεψαν τήν έορτολογική άρμονία καί ένότητα τής ’Εκκλησίας τής Ελλάδος καί τών άλλων ’Ορθοδόξων ’Εκκλησιών, πού δέν άλλαξαν έορτολόγιο, καί όλα αυτά γιά νά συνεορτάζουν μέ τούς αιρετικούς τής Δύσεως. Προτίμησαν νά έορτάζουν, όταν οί άλλοι άδελφοί τους ’Ορθόδοξοι νηστεύουν, γιά νά πανηγυρίζουν μέ τούς Παπικούς καί τούς Προτεστάντες. Καί τί έγινε μέ τίς άποφάσεις τών Συνόδων τοϋ 1583, τοϋ 1587 καί τοϋ 1593, οί όποιες επανειλημμένος «είχον άφορίσει, πάντας όσους θά έδέχοντο τήν γρηγοριανήν μεταρρύθμισιν»; Έκαναν, πώς δέν τίς ήξεραν, ή τίς περιφρόνησαν μέ τήν μεγαλύτερη άδιαντροπιά.
Αγωνιζόμαστε, λοιπόν, γιά νά μείνουμε ’Ορθόδοξοι, παρά τή σύγχρονη αίρεση τού Οίκουμενισμού, πού έχει διαβρώσει τά πάντα μέσα στην κρατική ’Εκκλησία. Μή πιστέψετε ποτέ αύτούς πού θά θελήσουν νά σας άπατή σουν μέ τό συνηθισμένο ψέμα γιά τούς άφελεΐς. Θά σας πουν: «Τί σ’ ένδιαφέρει εσένα, αν ό Πατριάρχης είναι αιρετικός καί αν ό ’Αρχιεπίσκοπος καί οί Μητροπολίτες μνημονεύουν τόν Πατριάρχη; ’Αρχηγός μας δέν είναι ό Πατριάρχης, άλλά ό Χριστός. ’Εμείς ξέρουμε τήν καρδιά μας καί τήν πίστη μας. Είμαστε ’Ορθόδοξοι. Ό Πατριάρ χης άς κηρύττη, όποια αίρεση θέλει. Ό ’Αρχιεπίσκοπος άς μνημονεύη, όποιον αιρετικό θέλει. Αύτοί θά δώσουν λόγο γιά τήν ψυχή τους κι εμείς γιά τήν δική μας. Έξ άλλου, έμείς είμαστε πρόβατα καί δέν μάς πέφτει λόγος. Έχουσι γνώσιν οί ποιμένες»! Ό Χριστός είπε, ότι πρός τόν Πατέρα δέν μπορεί νά πλησιάση κανείς, παρά μόνον διά τοϋ Υιού. Έτσι καί πρός τόν Υίό δέν μπορεί νά πλη σιάση κανείς παρά μόνον διά τής ’Εκκλησίας. Χριστιανός δέν μπορεί νά ύπάρξη σάν άτομο, υπάρχει μόνο σάν μέλος τής Εκκλησίας. Καί ή ’Εκκλησία υπάρχει μόνον, όπου όμολογείται ή ’Αλήθεια. ’Εκεί όπου όμολογείται ό Οικουμενισμός, δηλαδή τό ψεύδος, δέν υπάρχει Έκκλησία, δέν ύπάρχει Χριστός. Καί μή νομίσετε, ότι χρειάζεται νά άνεβή κανείς στόν άμβωνα καί νά κάνη οίκουμενιστικό κήρυγμα, άν καί πόσο συχνά δέν γίνεται κι αυτό. Στήν ’Εκκλησία ομολογούμε τήν πίστη μας μέ τό όνομα τού ’Επισκόπου πού μνημονεύουμε. Οί ’Ορθόδοξοι μνημονεύουν ’Ορθόδοξο ’Επίσκοπο, οί Άρειανοί Άρειανό, οί Μονοφυσΐτες Μονοφυσίτη, οί Εικονοκλάστες Εικονοκλάστη, οί Ούνΐτες Ουνίτη καί οί Οίκουμενιστές Οίκουμενιστή. Μπορεί τά πάντα νά φαίνωνται ορθόδοξα μέσα στην Εκκλησία, όμως ό Επίσκοπος πού θά μνημονεύση ό παππάς, θά μάς κάνη νά καταλάβουμε ποϋ βρισκόμαστε. Σέ μιά Ουνιτική εκκλησία τά πάντα φαίνονται όρθόδοξα. Ίσως μάλιστα καί ή γενειάδα καί τά μαλλιά τοϋ παππά νά είναι πιό μακρυά από των ’Ορθοδόξων καί ή ψαλμωδία πιό βυζαντινή καί οί εικόνες πιό αυστηρές καί τό «Πιστεύω» ακόμη νά είναι χωρίς τό «φιλιόκβε». Όμως ό παππάς μνημονεύει τόν ’Επίσκοπο των Ούνιτών καί ό ’Επίσκοπος των Ουνιτών μνημονεύει τόν Πάπα καί όλη ή φαινομενική ’Ορθοδοξία πάει περίπατο. Μπορείτε νά πήτε, ότι δέν σάς ένδιαφέρει, τί μνημονεύει ό παππάς, άφοϋ εσάς ή καρδιά σας είναι ’Ορθόδοξη; Θά μένατε νά κοινωνήσετε σέ μιά Ούνίτικη έκκλησία; Όμως σέ μιά Νεοημερολογιτική έκκλησία μένετε. Όλα φαίνονται όρθόδοξα. Ό παππάς μπορεί νά έχη άκόμη στήν ένορία σας γένεια καί μαλλιά καί μπορεί νά μή σάς έχουν στείλει άκόμη «προοδευτικόν» Ιεροκήρυκα. Όμως ποιόν ’Επίσκοπο μνημονεύει ό παππάς; Καί αυτός ό Έπίσκοπος ποιούς Πατριάρχας καί ’Αρχιεπισκόπους καί Συνόδους μνημονεύει έκφώνως ή στά δίπτυχα; Μνημονεύουν τόν Κωνσταντινουπόλεως Δημήτριο άν μάλιστα εΐσαστε στή Βόρειο Ελλάδα, όταν λειτουργή ’Επίσκοπος θά ακούσετε τό μνημόσυνο τοϋ Δημητρίου έκφώνως. Καί ό Δημήτριος (καί ό σημερινός Βαρθολομαίος) ποιόν έχει γραμμένον στά δίπτυχα καί τόν μνημονεύει σέ κάθε λειτουργία; Τόν «πρεσβύτερο άδελφό του», όπως τόν όνομάζει σέ κάθε ευκαιρία, τόν Πάπα Ρώμης Παύλο τόν ΣΤ'ή τόν σημερινό Βοϊτύλα. Γιατί λοιπόν φεύγετε άπό τούς Ουνίτες, άφοϋ έτσι καί άλλιώς τόν Πάπα μνημονεύετε;
Τό μικρόν ποίμνιον
Πρόβατα είμαστε, άλλά πρόβατα λογικά. Επομένως μάς πέφτει λόγος. 'Όσο γιά τούς ποιμένες, ό Ποιμήν ό καλός μάς έχει προειδοποιήσει, ότι πολλοί άπ’ αυτούς είναι κλέπται καί λησταί, μή εισερχόμενοι διά τής θύρας. Τά λογικά πρόβατα ακολουθούν τόν καλό ποιμένα, «ότι οΐδασι την φωνήν αύτοϋ άλλοτρίω δέ ού μή ακόλουθήσωσιν, άλλά φεύξονται άπ’ αύτοϋ, ότι ούκ οΐδασι των άλλοτρίων τήν φωνήν».
Ό Οίκουμενισμός είναι φωνή άλλοτρίων. Οί οίκουμενισταί ποιμένες, όσο καί άν θέλουν νά φαίνωνται ’Ορθόδοξοι, γιά νά έξαπατήσουν, είναι στήν πραγματικότητα «λύκοι εν προβάτου δορά φθοράν προβάτων κατεργαζόμενοι». Τά πρόβατα τού Χριστού κατάλαβαν μέ ποιούς έχουν νά κάνουν καί έφυγαν μακρυά άπό τούς λυκοποιμένες, κατά τήν έντολή τού Χριστού, των ’Αποστόλων, των Πατέρων. Καί ή παρεμβολή των λυκοποιμένων τούς ονόμασε χλευαστικά «Παλαιοημερολογίτες», όπως ώνόμαζαν κάποτε χλευαστικά τούς Χριστιανούς «Ναζωραίους». «Ό όχλος ούτος ό μή γινώσκων τόν νόμον»! Άλλά ξέχασαν, ότι «τά άσθενή τού κόσμου καί τά έξουθενημένα έξελέξατο ό Θεός, ΐνα τούς σοφούς καταισχύνη». Οί ’Ορθόδοξοι, οί γνήσιοι ’Ορθόδοξοι, ήσαν πάντοτε τό μικρόν ποίμνιον, πάντοτε χλευαζόμενοι, πάντοτε διωκόμενοι. Άλλ’ ό Κύριος είπε: «Μή φοβοϋ τό μικρόν ποίμνιον ότι ηύδόκησεν ό Πατήρ μου δούναι ύμΐν τήν βασιλείαν». Τί ήταν οί πρώτοι Χριστιανοί γιά τούς Εβραίους πού δέν πίστεψαν, δηλαδή τήν μεγάλη πλειο ψηφία; Τί ήταν γιά τούς αύτοθαυμαζόμενους γιά τήν κοσμική σοφία τους Εθνικούς; Ρωτήστε τήν συνείδησή σας καί θά σας άπαντήση: «Ηταν κάτι σάν τούς σημερινούς Παλαιοημερολογίτες».
Πόσο μικρό ήταν πάντοτε τό ποίμνιο τού Χριστού! «Τό μικρόν ποίμνιον». Καί τί σαθρά πήλινα καί όστράκινα σκεύη είναι όλοι αυτοί, πού έμειναν νά μαρτυρούν στόν σύγχρονο κόσμο τήν ’Αλήθεια. Ό αγράμματος όχλος, «ό μή γινώσκων τόν νόμον», μέ τά πάθη του, καί τίς διαιρέσεις του, τίς στενοκεφαλιές του. «Μή τις εκ των άρχόντων έπίστευσεν εις αύτόν, ή έκ των Φαρισαίων;» ρωτούν οί Γραμματείς των Νεοημερολογιτών. «Άλλ’ ό όχλος οϋτος, ό μή γινώσκων τόν νόμον, έπικατάρατοί εισι». «Έγινε μήπως κανένας θεολόγος Παλαιοημερολογίτης; Έγινε κανένας καθηγητής Πανεπιστημίου Παλαιοημερολογίτης; Έγινε κανένας από τούς σημερινούς «καθαρούς» ’Επισκόπους Παλαιοημερολογίτης; .Οχι, κανένας σοφός καί κανένας ισχυρός τού αίώνος τούτου δέν ακολούθησε τόν αγράμματο όχλο των Παλαιοημερολογιτών, αυτούς τούς «ολίγους» Γαλιλαίους πού φωνάζουν, πώς δήθεν άκουσον, άκουσον ή Έλλαδική ’Εκκλησία συμφωνεί μέ τόν Άθηναγόρα καί τόν Δημήτριο (καί τόν σημερινό Βαρθολομαίο) καί κτυπούν τό ξύλο, όπως άλλοτε ό Νώε γιά νά μπουν τά ζώα μέσα στήν Κιβωτό τους. Κοιτάξτε γύρω σας τί ήσυχα πού κάθονται οί άνθρωποι, τί φρόνημα πού πάνε νά παντρευτούν καί νά βαπτισθοϋν στίς μεγάλες έκκλησίες, καί μέ τί κατάνυξη βάζουν στά παιδιά τους τό μύρο τού «πλέον άπαισίου συγκρητιστού Άθηναγόρα», κοιτάξτε τί πλήθος είναι όλοι αυτοί, καί τί σπουδαίοι άνθρωποι, Ιερείς καί ’Αρχιερείς, επιστήμονες, άρχοντες, Γραμματείς, Φαρισαίοι, Νομοδιδάσκαλοι. Δέν ξέρουν όλοι αύτοί καί ξέρουν οί αγράμματοι Παλαιοημερολογίτες;
Οί αγράμματοι Παλαιοημερολογίτες μπορεί νά μή ξέρουν τίποτε. "Ενα μόνον ξέρουν: ότι συμφωνούν μέ τούς νεομάρτυρες, τούς ομολογητές, τούς Πατέρες, τούς άνα χωρητές, τούς παλιούς μάρτυρες, τούς Αποστόλους. Δέν τούς ένδιαφέρει, άν είναι λίγοι, γιατί λίγοι ήταν πάντοτε οί πραγματικοί Χριστιανοί, δέν τούς ένδιαφέρει, άν είναι άδύνατοι, γιατί άδύνατοι ήταν καί οί Απόστολοι, δέν τούς πειράζει πού είναι άγράμματοι. Γιά ένα πράγμα μόνο άγωνιοϋν: πως νά μείνουν πιστοί στήν ’Ορθοδοξία, πώς νά μείνουν μέσα στήν Εκκλησία, πώς νά τρέξουν στήν Κιβωτό. Στούς δέ διδασκάλους τών Νεοημερολογιτών, πού ενθαρρύνουν τούς όπαδούς τους μέ τά πλήθη τής «άνά τήν Οικουμένην Εκκλησίας», άπαντοϋν μέ τόν "Αγιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη: «Εις ευδόκιμων εις τό Θειον, προτιμότερος υπέρ μυριάδας αύθαδεία σεμνυνομένας. ’Αλλά σύ μέν προτίμησον, ει δοκεΐ, τοϋ σωζομένου Νώε τό υποβρύχιον πλήθος• έμοί δέ συγχώρησον τοίς όλίγοις τή Κιβωτω προσδραμεΐν».
Ό άγώνας τών Παλαιοημερολογιτών ήταν καί είναι γιά τήν ’Ορθοδοξία. Ή άλλαγή τοϋ έορτολογίου δέν ήταν μόνο μία καταπάτηση κανόνων. Ήταν ή άρχή τής κατε δαφίσεως τών τειχών τής ’Ορθοδοξίας, μιας κατεδαφίσεως πού προετοιμαζόταν άπό τήν έποχή άκόμη τοϋ Θεοκλήτου Φαρμακίδη. "Αν οί άγωνισταί τής ’Ορθοδοξίας άπεκλή θησαν Παλαιοημερολογίτες, αυτό όφείλεται στό γεγονός, ότι οί εχθροί τής ’Ορθοδοξίας άπεφάσισαν νά άρχίσουν τήν άνατροπή της μέ τήν εισαγωγή τοϋ παπικοϋ έορτολογίου. "Αν είχαν άρχίσει άπό άλλοϋ, άλλη θά ήταν τώρα ή μορφή τοϋ άγώνος καί άλλο τό όνομα τών άγωνιστών τής ’Ορθοδοξίας, πού σήμερα ονομάζονται Παλαιοημερολογίτες.
Οι έχθροί της ’Ορθοδοξίας κάνουν, πώς δεν καταλαβαίνουν τό νόημα τοΰ άγώνος των Παλαιοημερολογιτών. «Πράγμα μεγέθους ό Χριστιανισμός, λέγουν, πνίγεται παρ’ αύτοϊς εις 13 σταγόνας ύδατος. Αί 13 ήμέραι τοΰ ημερολογίου διαφορά τρομακτική, θέμα σωτηρίας, δόγμα πίστεως». Κλασσική έκδήλωση άδυναμίας μπροστά στήν άλήθεια ή διαστρέβλωσή της. Οί Παλαιοημερολογίτες ποτέ δεν αγωνίστηκαν γιά δεκατρείς ήμέρες καί γιά ήμερολόγια. Ή άστρονομική ακρίβεια ήταν ή δικαιολογία των Νεοημερολογιτών. Οί ’Ορθόδοξοι στήν Ελλάδα τό 1924 είδαν νά άνατρέπεται ή λατρευτική αρμονία της άνά τόν κόσμο ’Εκκλησίας τοΰ Χριστοΰ, αρμονία που βασίλευε 16 ολόκληρους αιώνες. Είδαν τήν περιφρόνηση πρός τίς παραδόσεις της Εκκλησίας, είδαν τήν συγκρητιστική έρωτοτροπία μέ τούς αιρετικούς της Δύσεως, πού ήταν ή πραγματική αιτία της εισαγωγής τοΰ δυτικοΰ καλενδαρίου, καί τό χειρότερο απ’ όλα είδαν τήν κρυμμένη άρνηση τοΰ αλάθητου τών άποφάσεων τής Έκκλησίας, πού τελικά φανερώθηκε σέ όλη της τή δόξα μέ τήν άρση τοΰ αναθέματος κατά τοΰ Παπισμοΰ τό 1965. Μέ άλλα λόγια άντιλήφθηκαν, ότι τό σκάφος της Έλλαδικης ’Εκκλησίας είχε προσκρούσει σέ ύφαλο καί άρχισε νά κάνη νερά.
Ή άλλαγή τοΰ ημερολογίου ήταν ή πρώτη μπαλταδιά στον κορμό τής ’Εκκλησίας, τής οποίας τό κόψιμο σχεδιαζόταν από μακροΰ. Θά έπρεπε νά είναι τυφλός κανείς γιά νά μή δή καί νά μή καταλάβη, ότι αύτοί πού έδωσαν τήν πρώτη μπαλταδιά δέν θά σταματούσαν, αλλά θά συνέχιζαν. Σκοπός τους δέν ήταν ή πρώτη μπαλταδιά, αλλά τό ρίξιμο τοΰ δένδρου. "Οσοι είχαν εύσέβεια τό κατάλαβαν αυτό πολύ καλά καί βλέπουμε τώρα, ότι είχαν δίκιο.
Ή αλλαγή τοϋ έορτολογίου δέν ήταν ένα απλό καί ανεξάρτητο γεγονός, δέν ήτο μιά τυχαία έμπνευση ένός ’Αρχιεπισκόπου ήταν ή πρώτη έκρηξη ένός ήφαιστείου, που έβραζε άπό καιρό έκρηξη που προμήνυε τίς άλλες εκρήξεις πού άκολούθησαν καί των οποίων είμαστε μάρτυρες. Έτσι είδαν τό έορτολογικό ζήτημα οι Παλαιοημερολογίτες καί οι καιροί έδειξαν, ότι είδαν σωστά.
Σημείωσις : ’Αποσπάσματα έκ των άνθενωτικών έργων τοϋ ΐατροϋ Άλεξ. Καλόμοιρου(+): «Κατά ενωτικών» καί «Τό σύγκριμα».
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου