Αργά βαδίζει ο Χριστός
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Αγαπάτε τούς φίλους σας
Γιά τούς άρχάριους στήν άγάπη
Ό φίλος σου αρπάζει καί έσύ δέν τόν ξεσκεπάζεις; Φοβάσαι τόν θυμό άκόμα καί δταν δίκαια τόν ξεσκεπάζεις; Ξεσκέπασε τον λοιπόν καί έκφρασε τήν άρνηση σου λόγω της αγάπης γιά τόν Χριστό, λόγω της άγάττης γιά εκείνον τόν φίλο σου· σταμάτησέ τον, έάν βαδίζει στήν καταστροφή. Στή φιλοξενία καί στά όμορφα λόγια καί στήν κολακεία δέν βρίσκεται κάποια ιδιαίτερη πράξη άγάπης.
'Ιωάννου Χρυσοστόμου ('Ομιλία στην επιστολή πρός Έφεσίους,9,18)
Τί άξία έχει, άδελφοί μου, έάν μιλώ αιώνια γιά τύν Θεό καί ό Θεός αιώνια σιωπά; Μπορώ άραγε νά ύπερασπιστώ τό δίκαιο τοϋ Θεοΰ, έάν ό Θεός δέν τό θέσει ύπό
τήν προστασία Του; Μπορώ νά άποδείξω τόν Θεό στούς άθεους, έάν ό Θεός κρύβεται; Μπορώ νά άγαπώ τά παιδιά Του, έάν Αύτός είναι άδιάφορος άπέναντι στά παθήματά τους;
Οχι. Τίποτα άπό όλα αύτά δέν μπορώ. Οί λεξεις μου δέν έχουν φτερά γιά νά μπορούν νά ύψώσουν στόν Θεό όλους τούς πεσμένους καί ξεπεσμένους άπό τόν Θεό ούτε έχουν φωτιά γιά νά ζεστάνουν τίς παγωμένες καρδιές τών παιδιών έναντι τοϋ Πατέρα τους. Οί λέξεις μου δέν είναι τίποτα, άν δέν είναι άπήχηση καί έπανάληψη αύτοϋ πού ό Θεός μέ τή δική του δυνατή γλώσσα λέει. Τί είναι ό ψίθυρος στά βότσαλα τής άκτής μπροστά στό φοβερό βουητό τοϋ ώκεανοϋ; Έτσι είναι καί οί λέξεις μου άπέναντι στούς λόγους τοϋ Θεοϋ. Πώς μπορεί νά άκούσει κάποιος τόν ψίθυρο στά βότσαλα, τά σκεπασμένα άπό τόν άφρό τοϋ μανιώδους στοιχείου, όταν είναι κουφός μπροστά στό βουητό τοϋ ώκεανοϋ;
Πώς θά δει τόν Θεό στά λόγια μου εκείνος πού δέν μπορεί νά τόν δει στή φύση καί στή ζωή;
Πώς οί άδύναμες άνθρώπινες λέξεις μπορούν νά πείσουν εκείνον πού ούτε οί κεραυνοί δέν είναι σέ θέση νά πείσουν;
Πώς θά ζεσταθεί μέ μία σπίθα έκεϊνος πού άφησε τή φωτιά πίσω του;
Δέν σιωπά ό Θεός, άδελφοί μου, άλλά μιλά δυνατότερα άπό όλες τίς θύελλες καί τούς κεραυνούς. Δέν έγκαταλείπει ό Θεός τόν δίκαιο, άλλά τόν παρακολουθεί στά παθήματά του καί άπαλά τόν οδηγεί στό θρόνο. Δέν έξαρτάται ό Θεός άπό οποιουδήποτε τήν καλή θέληση, άλλά πράττει τά πάντα « εξαρτώμενα άπό τή δική Του καλή θέληση. Θα ήταν κακόμοιρος ό Θεός, έάν έξαρτιόταν άπό τις δικανικές υπερασπίσεις ένός θνητού άνθρώπου Δέν βγαίνω μπροστά σας γιά νά τόν προτατεύσω, άφού ό ίδιος ζητώ τήν προστασία του μερα καί νύχτα. Δέν βγαίνω έγώ, ό πτωχός, να ζητησω άπό έσάς, τούς πτωχούς, ένίσχυση τοϋ Θεου καί τών θείων πραγμάτων. Όχι, άλλά άντίθετα, βγαίνω μέ τήν πρόταση, μέ τό αίτημα κυρίως μέ τό αίτημα- νά ζητήσουμε τήν ένίσχυση υου εαυτού μας καί τών πραγμάτων μας άπύ τον Θεό, καί μόνον άπό τόν Θεό. Δέν έχει νά κάνει με χάρη πρός τόν Θεό, άλλά μέ χάρη πρός τόν εαυτό μας. Επαναλαμβάνω: όχι γιά χάρη τοϋ Θεπυ, άλλά γιά χάρη τοϋ εαυτού μας. Γιατί ό Θεός θά παραμείνει το ΐδιο μέγας, είτε τόν μεγαλόνυομε εϊτε τόν ύποτιμοϋμε. Ό Θεός θά λάμπει, οσο σκοτάδι καί άν ρίξουμε στό όνομά Του. Ό Θεός θά ύπάρχει, άκόμα καί άν όλη ή γη άπό τά χείλη όλων τών πλασμάτων καί άπό τούς κρατήρες τών ήφαιστείων ούρλιαζε: «Δέν ύπάρχεις. Θεέ»! Ό Θεός θά υπάρχει, φωτεινός καί μεγάλος όπως καί σήμερα, καί τότε πού οί άκτίνες τού ήλιου μάταια θά άναζητοϋν ένα άνθρώπινο πλάσμα στή γη, καί άντί ζωντανών θά ζεσταίνουν μόνον τούς τάφους τών νεκρών.
Ώ Θεέ, αιώνια λαμπερέ καί αιώνια μεγάλε, νά είσαι ή ένίσχυσή μας όπως είσαι ή ένίσχυση τόσων ήλιων στό διάστημα! Καί οί ήλιοι θά έσβηναν, έάν άπέστρεφες τό βλέμμα Σου, καί θά μεταμορφώνονταν τήν ιδια στιγμή σέ βρεγμένες σκοτεινές εστίες - πώς έμεϊς νά λάμπουμε χωρίς Εσένα;
Πώς θά μπορέσουμε, άδελφοί μου, νά αγαπήσουμε τούς έχθρούς μας χωρίς τήν ένίσχυση τού Θεού; Ιδού, δέν κάναμε κάν τό πρώτο βήμα πρός αύτή τήν κατεύθυνση. Δέν μάθαμε άκόμα νά άγαπάμε ούτε κάν τούς φίλους μας. Άκόμα χειρότερα: δέν μάθαμε άκόμα νά άγαπάμε ούτε τούς εαυτούς μας. Πώς θά άγαπήσουμε τούς έχθρούς μας; Οί λύγοι τοϋ Χριστού περί άγάπης γιά τούς έχθρούς μας, περιφέρονται άκόμα στόν κόσμο άπό στόμα σέ στύμα, άλλά άκόμα δέν καταφέρνουν νά βροϋν τό δρόμο άπό τό στόμα στήν καρδιά.
Δέν άγαπάμε τούς έχθρούς μας. Άραγε δέν είναι οφθαλμοφανές,χωρίς άποδείξεις; Άγαπάμε μόνον έκείνους πού μάς άγαποϋν καί δανείζουμε μόνον σέ έκείνους πού μπορούν νά μάς τά έπιστρέψουν, καί κάνουμε καλό μόνο σέ έκείνους πού μπορούν διπλά νά μάς ξεχρεώσουν.
Άγαπάμε τόν έαυτό μας καί τούς φίλους μας. Άγαπάμε τούς κοντινούς μας,τούς πιό κοντινούς
'Αγαπάτε τούς φίλους σας μέ τήν κυριολεκτική σημασία. Οί άπόμακροί μι- βρίσκονται μακριά άπό τήν άγάπη μας. Ή καρδιά μας προσκολλάται σέ έκεΐνο πού προσκολλώνται καί τά μάτια μας. Τά μάτια μας είναι ο οδίηγός καί τής καρδιάς μας.
Σκεπτόμαστε: Άς άγαπάμε τόν έαυτό μας καί τους φίλους μας. Καί σ' αύτό έξαπατώμεθα, άφού τον εγωισμό τόν άποκαλοϋμε άγάπη πρός τόν εαυτό μας καί τούς άσπασμούς άγάπη άπέναντι στους φίλους μας. Στήν πραγματικότητα δέν άγαπάμε ούτε τόν έαυτό μας ούτε τούς φίλους μας καί κατά τόν 'ίδιο τρόπο ούτε τούς έχθρούς μας Γιατί σέ αύτύ πού έμεϊς ονομάζουμε άγάπη δεν ύπάρχουν τά πιό καλά στοιχεία της. Καί τά καλά στοιχεία τής άγάπης είναι: ή έπίγνωση, ο
σεβασμός καί ή θυσία. Ή άγάπη έναντι τοϋ έαυτου μας δέν διαθέτει ούτε τήν έπίγνωση ούτε τό σεβασμό ούτε τή θυσία. Ή άγάπη μας έναντι τών φίλων μας έπίσης δέν διαθέτει τίποτε άπό τά τρία. Η αγάπη μας άποτελεϊται μόνον άπό τά κατώτερα' μας στοιχεία. Ή άγάπη μας έναντι τοϋ εαυτού μας καί τών κοντινών μας δέν είναι τίποτε άλλο απο δυναμωμένη καί σαθρή ταυτόχρονα ένστικώδης,ζωώδης άγάπη. Καί έκεΐνο πού κάνει τήν ανθρώπινη άγάπη ύψηλότερη καί φωτεινότερη σέ .σχεση μέ τήν άγάπη τών ήμερων καί τών άγριων ζώων είναι ή έπίγνωση, ό σεβασμός καί ή θυσία.
Ή έπίγνωση τοϋ έαυτοϋ μας καί τών φίλων μας αποτελεί τό πρωταρχικό στοιχείο τής υψηλής καί φωτεινής θείας άγάπης. Ό άνθρωπος πού σκέφτηκε πολύ γιά τόν έαυτό του καί δοκίμασε άρκετά τόν έαυτό του μπορεί νά φτάσει στήν αύτογνωσία. Άλλά άπαιτεΐται νά είναι πολύ προσεκτικός σέ αύτήν τήν έρευνα τοϋ έαυτοϋ του. Άπό τό μικρότερο λάθος στήν αύτογνωσία μπορεί νά βγει λανθασμένο συμπέρασμα καί άπύ τό λανθασμένο συμπέρασμα νά βγει ψευδής άγάπη έναντι τοϋ έαυτοϋ μας. Πρέπει νά συνηθίσουμε στήν άνάλυση καί τήν έρευνα. Επειδή άπό τήν ορθή άνάλυση τοϋ έαυτοϋ μας θά φθάσουμε ώς τήν ορθή σύνθεση. Κάθε λανθασμένη κρίση γιά τόν έαυτό μας μάς έκδικείται πολλαπλάσια. Σέ τί βοηθά ένα σωστό καί προσεκτικό περπάτημα ολόκληρη ήμέρα στίς Άλπεις, άν πρίν νυχτώσει γίνει ένα λανθασμένο βήμα πάνω άπό τό κενό; Τά σημαντικότερα έρωτήματα πού ένας νέος πρέπει νά άπαντήσει μέ ορθότητα γιά νά γνωρίσει τόν έαυτό του, ώστε ολόκληρη ή μελλοντική του ζωή νά είναι ορθή καί ύγιής, είναι:
Α. Ποιός είμαι; Β. Πόσος είμαι; Γ. Γιά τί είμαι;
Κάθε άνθρωπος δέν μπορεί νά άφιερωθεί στήν φιλοσοφία. Άλλά ένας κόκκος φιλοσοφίας είναι απαραίτητος σέ κάθε άνθρώπινη ζωή, όπως τό άλάτι στό φαγητό.
Άν ό άνθρωπος άντιληφθεϊ τήν όντότητά του ώς παραγωγή τής τυχαίας διακύμανσης τής ύλης, ώς άσυνείδητο καί άσκοπο παιχνίδι στοιχείων,θά διαθέτει τήν κατώτερη άντίληψη γιά τόν έαυτό του καί τή σημασία του. Άλλά άπό τό μέγεθος τής αντίληψης γιά τόν έαυτό του έξαρτάται καί τό μι γεθοςτών ιδανικών ενός άνθρώπου,τό μέγεθος των σκέψεων καί τών αισθήσεων καί τών πράξεων too. Άν όμως ό άνθρωπος άντιλαμβάνεται τήν οντότητά του ώς άποτέλεσμα καί συνέχεια μιάς "καλλιτεχνικής άναλογίας καί δημιουργικής σοφίας
συμπαντικής,τότε θά διαθέτει γιά τύν έαυτό του την υψηλότερη άντίληψη, ύποταγμένος μόνο στό φαινόμενο τοϋ Θεού.
Τό δεύτερο έρώτημα έπιβάλλεται σέ κάθε άνθρωπο: Πόσος είμαι;Ένα κουβάρι γλιστερής ζελατίνης καί άδυναμίας έμφανίζεται ύπό τόν ήλιο με τό όνομα άνθρωπος .Ή άδυναμία ή ϊδια, τά δακρυα,ό νυσταγμός! Μέ ξένη βοήθεια τό κουβάρι ξεδιπλώνεται καί μέ ξένα χέρια σηκώνεται Πρός τόν ήλιο. Χωρίς νά προσφέρει τίς ύπηρεσίες του μοιράζεται τό ψωμί μέ τόν ύπόλοιπο κόσμο, χωρίς τή θέληση του γίνεται μέτοχος στό δράμα τής ζωής καί τής άμοιβής τής ζωής. Άκόμα μικρό, αύτό τό κουβάρι πίνει μέ τήν ψυχή του σάν σφουγγάρι όλο τόν
κόσμο γύρω του μέ τά δυό μικρά παραθυράκια τών ματιών. Άλλά ή ψυχή του είναι τόσο μικρή πού όλα τά φαινόμενα μοιάζουν άτελείωτα μεγάλα. Στό παιδί ό γονιός του καί όλοι οί ενήλικες άνθρωποι φαντάζουν σάν Τιτάνες, σάν θεοί. Όταν φτάσει στό συνηθισμένο ϋψος όλων τών άνθρώπων, άλλάζει τότε τήν άντί-ληψή του περί μεγέθους. Δέν ποθεί πλέον τό μέγεθος οποιουδήποτε ένήλικου άνθρώπου άλλά τό μέγεθος συγκεκριμένου άριθμοϋ μεγάλων άνθρώπων , οί όποιοι τοϋ φαίνονται στήν ιστορία σάν τόν ήλιο άνάμεσα στ' άστρα. Καί συγκρίνοντας τόν έαυτό του μέ τούς μεγάλους άνθρώπους καί μέ τό ιδανικό του γιά τό μέγεθος, άναρωτιέται κάποια μέρα άναμφίβολα: Πόσος είμαι; Καί έκεί άμέσως έμφανίζεται ό κίνδυνος νά έξαπατηθεί, νά κάνει τό λανθασμένο βήμα πρός τό κενό. 'Έτσι κρίνει τό μέγεθος τοϋ έαυτοϋ του ορθά καί βρίσκει καί τόν έαυτό του καί τόν δρόμο πού πρέπει νά άκολουθήσει. Άν όμως δέν είχε θέσει τόν έαυτό του ύπό κρίση θά βάδιζε λάθος.
Ή περισσότεροι άνθρωποι δέν κρίνουν σωστά το μεγεθός τους καί ζοϋν σέ οπτική αύταπάτη. Ή πλειονότητα βλέπει τόν έαυτό της σέ πολύ μεγαλύτερη άναλογία άπό ό,τι είναι. Ζώντας σέ μία αυταπάτη τέτοιοι άνθρωποι κάνουν τά πάντα γιά να
εξαπατήσουν καί άλλους. Έπειδή δέν το καταφέρνουν -καί δέν είναι στό χέρι τους νά τό καταφέρουν- αισθάνονται σάν δυστυχισμένοι Ιππότες,πού ζοϋν έκτός τής έποχής τους καί τής κοινωνίας τους. Σάν νά είναι άπαραίτητο όλοι οί άνθρωποι νά γίνουν μεγάλοι καί μεγαλοφυείς!
Σαν γιά τόν Θεό, στό ιστορικό δράμα Του, νά μήν ήταν τό ϊδιο άπαραίτητοι καί οί μικροί άνθρωποι Σαν ό κόσμος νά μπορούσε νά ύπάρχει χωρίς κτηνοτροφους καί σιδηρουργούς καί οδοκαθαριστές!
Ο Θεός μοίρασε στούς άνθρώπους τά ταλέντα άνόμοια, ώστε εξαιτίας αυτής τής άνομοιότητας νά βρίσκεται σέ κίνηση ή άνθρώπινη ζωή. Κανείς δεν ενοχοποιείται έπειδή ήρθε στόν κόσμο μέ περισσότερα ταλέντα. Άλλά θά ενοχοποιηθεί καί αυστηρά θά τιμωρηθεί έκείνος πού δέν βλέπει τό ταλέντο του στήν ορθή του διάσταση καί έκείνος πού δέν προσπαθεί μέ αύτό πού τοϋ δόθηκε νά δικαιολογήσει τήν έπιβίωσή του καί νά έκπληρώοει τήν άποστολή του.
Καί τό τρίτο έρώτημα: Γιά τί είμαι έγώ;
Αύτό τό έρώτημα άφορα τήν έπίγνωση τής άποστολής σέ αύτόν τόν κόσμο. Κάθε άνθρωπος έρχεται σέ αύτόν τόν κόσμο μέ ιδιαίτερη άποστολή. Πόσο πολλοί είναι αύτοί πού δέν τό πιστεύουν αύτό! Όλοι μας είμαστε άπεσταλμένοι καί άκόλουθοι τοϋ Θεοϋ. Όλοι! Ή έργασία τοϋ σιδηρουργού είναι μία ιδιαίτερη, θεοεμπνευσμένη άποστολή, όπως καί τού ξυλοκόπου καί τοϋ λογοτέχνη καί τοϋ πολιτικού. Χωρίς τήν έργασία τοϋ σιδηρουργού δέν θά ύπήρχε πολιτισμός, ούτε
αιγυπτιακός ούτε εύρωπάίκός ούτε κανείς. Ή λαϊκή φαντασία μοίρασε σέ έναν άπό τούς 'Ολύμπιους θεούς τήν έργασία τοϋ σιδηρουργού. Δέν είναι λοιπόν εύάρεστο στόν ούρανό μόνον τό βασιλεύειν καί τό νουθετεϊν, άλλά καί τό σφυρηλατεΐν τοϋ σιδερά καί ή λείανση τοϋ ξύλου καί το πλέξιμο τής ψάθας. Στή Δευτέρα Παρουσία δέν θά πεί ό Θεός: Κάθισε στά δεξιά μου έσύ πού φορούσες στέμμα, ένώ έσύ πού κρατούσες σφυρί κάθισε στ' άριστερά, άλλά θά δώσει προτεραιότητα καί έπιβράβευση σύμφωνα μέ τήν καλύτερη άντίληψη καί
έκπλήρωση τής άποστολής στή γή.
Δυστυχώς, είναι πολλοί άνάμεσά μας πού σέ ολόκληρη τή ζωή τους δέν μαθαίνουν τήν άποστολή τους. Πολλοί μικρόμυαλοι αισθάνονται κλήση γιά όλες τίς άποστολές. Πολλοί υπερήφανοι, μην κάνοντας καμία έργασία, κατακρίνουν όλες τίς ργασίες. Πολλούς άνέχεται ό Θεός άπό εύσπλαχνία, έτοιμάζοντας καί στέλνοντας άλλους γιά τήν ιδια άποστολή, πού προοριζόταν γιά έκείνους καί στά χέρια τους καταστράφηκε. Πολλοί είναι παραπονεμένοι, καί έρωτευμένοι καθώς είναι μέ τόν έαυτό τους, περιμένουν άνυπόμονα νά τούς τεθεί τό έρώτημα: «γιά τί είσαι έσύ;» γιά νά μπορεσουν νά άπαντήσουν δυνατά: γιά όλα! Πολλοί, παρα πολλοί, είναι έκείνοι πού δέν γνωρίζουν ούτε ποιοι είναι ούτε πόσοι είναι ούτε γιά τί είναι, ενώ μιλούν περί άγάπης προς τόν έαυτό τους. ΙΙολλοί, πάρα πολλοί, είναι έκείνοι πού δέν βρήκαν τόν έαυτό τους άλλά τόν άγάπησαν. Τή φανταστική εικόνα τους άγαποϋν αύτοί καί όχι ιόν έαυτύ τους. Ή αύταπάτη γιά αύτούς είναι γλυκιά, αύτήν άγαποϋν καί όχι τόν έαυτό τους. ΙΙολλοί είναι έκείνοι πού φτιάχνουν πήλινες κατσαρόλες καί νομίζουν γιά τόν έαυτό τους ότι ειναι γλύπτες. Πολλοί είναι έκείνοι πού έγιναν πολιτικοί, ένώ θά έπρεπε νά είναι έμποροι. Όλοι αύτοί μιλούν γιά άγάπη πρός τούς έχθρούς, άλλά εν τω μεταξύ άκόμα ούτε τόν έαυτό τους δέν άγαπουν, άφού δέν τόν γνωρίζουν, ούτε κάν άνακάλυψαν τόν καλύτερο έαυτό τους. Ή άγάπη τους ειναι ψεύτικη, έφόσον είναι σχετική μέ τήν ψευδή εικόνα πού έχουν γιά τόν έαυτό τους καί όχι μέ τήν αλήθεια. Όταν ό κεραμοποιός αγαπά τόν γλύπτη μέσα του, ή άγάπη του γιά τόν έαυτό του είναι ψευδής.
Καί όποιος άγαπά ψευδώς τόν έαυτό του αύτός άγαπά ψευδώς καί τούς φίλους του. Καί όποιου ή άγάπη είναι ψεύτικη πρός τόν έαυτό του καί πρός τούς φίλους του, αύτοϋ ή άγάπη πρός τούς έχθρούς είναι δυό φορές μεγαλύτερο ψέμα.
Άλλά δέν άποτελεί ύψηλή καί άγια άγάπη μόνον ή έπίγνωση. Μαζί μέ τή γνώση πρέπει νά έρθει καί ό σεβασμός,τό δεύτερο κύριο στοιχείο τής άξιας άγάπης.
Ό άνθρωπος πρέπει νά ξέρει νά σέβεται τόν έαυτό του καί τούς φίλους του. Άλλά δέν μπορεί ό άνθρωπος νά σέβεται τό κακό μέσα του - άκό-μη καί ένας ληστής
γνωρίζει ότι μόνον τό καλό είναι γιά σεβασμό. Δέν μπορεί όμως ό άνθρωπος νά σέβεται τό καλό μέσα του, άν δέν γνωρίσει τί είναι καί πού βρίσκεται τό καλό μέσα του. ΊI γνώση δηλαδή είναι τό θεμέλιο καί τοϋ σεβασμού.
Είχε κάποιος ένα χωράφι, στό όποιο δέν μπορούσε νά ξεριζώσει άρκετά άγκάθια.
«Μέχρι πότε θά παλεύω μέ αύτά τά καταραμένα άγκάθια ;»,άναρωτήθηκε ό νοικοκύρης καί σιχάθηκε τό χωράφι του. Ό θυμός τοϋ ιδιοκτήτη άπέναντι
στήν άνελέητη γή άκόμα περισσότερο μεγάλωνε. Συνέχισε μονότονα νά σκάβει, όταν μία μέρα ή τσαπα σταμάτησε νά άντηχεί καί νά άναπηδά στίς πέτρες. Όταν έμαθε ότι οί σπόροι κάτω άπό τα άγκάθια ήταν άσημένιοι,τότε τοϋ πέρασε καί ό θυμός καί ή μονοτονία. Καί άρχισε ό νοικοκύρης να εκτιμά πολύ περισσότερο τό χωράφι μέ τά αγκάθια άπό όλα τά άλλα,λόγω τοϋ άσκημιοϋ πού υπήρχε σέ αύτό.
Ετσι καί ένας άνθρωπος μπορεί νά βλέπει τόν εαιιτό του σάν χωράφι μέ άγκάθια. Παρότι μπορεί νά άγαπήσει τόν έαυτό του,ή άγάπη αύτή θα είναι. πάντοτε άνακατεμένη μέ περιφρόνηση τού έαυτού του. Μπορεί νά καυχιέται μπροστά στούς ανθρώπους άλλά όταν είναι μόνος νά σιχαίνεται τον εαυτό του, γιατί γνωρίζει ότι ξεγέλασε τούς ανθρώπους καί ότι ξεγέλασε καί τόν έαυτό του, αγαπώντας πάνω του έκεΐνο πού δέν είναι γιά αγάπη. Δέν μπορεί νά σέβεται τόν έαυτό του αφού δέν βρήκε κάποιο λόγο γιά αύτό, δέν βρήκε ούτε κόκκο άσημιοϋ στά άγκάθια τής ψυχής του.
Ετσι καί ή άγάπη πρός τούς φίλους, άν δεν είναι θεμελιωμένη στό σεβασμό καί στή γνώση, γρήγορα γυρίζει σέ περιφρόνηση καί άηδία. Πόσο λίγη ιδανική άγάπη ύπάρχει μέσα μας τούς φίλους μας!
Στίς περισσότερες περιπτώσεις δέν βασίζεται στήν ψυχική συγγένεια,στή γνώση καί στό σεβασμό, άλλά στήν τυχαία συμπάθεια καί στόν άτομικό ύπολογισμό.
Άκοϋστε τήν παρακάτω έπιστολή, ή όποία θά σάς χρησιμεύσει ώς ή καλύτερη άπόδειξη γιά αύτά πού λέω, καί ώς ή πιστύτερη άπεικόνιση ψευδούς φιλικής άγάπης. Αύτή τήν έπιστολή τήν έλαβα πρίν άπό δυό ήμέρες καί λέει:
«'Ήθελα νά έρθω σέ σάς, νά σάς έξομολογηθω προσωπικά καί νά ζητήσω τήν εύλογία σας γιά τό δίλημμα μπροστά στό οποίο βρίσκομαι. Γιά εύλογία! Συγχωρήστε τόν κυνισμό πού διακατέχει τήν ψυχή μου άπό τήν κορυφή ώς τά νύχια. Είμαι στά πρόθυρα τής αύτοκτονίας. Γιά αύτό δέν χρειάζεται εύλογία ούτε άπαλλαγή, έτσι δέν είναι; 'Εξάλλου ό κόσμος μού έδωσε άπαλλαγή μέ τήν άηδία πού μέ διαπότισε άπέναντι σέ όλους καί τά πάντα. Γιά μένα όλοι οί άνθρωποι είναι άηδιαστικοί, θανάσιμα άηδιαστικοί· καί νά πού τώρα άναπνέω πιό έλεύθερα, άπό τή στιγμή πού τελεσίδικα άποφάσισα νά πεθάνω καί νά βρώ στό
θάνατο τουλάχιστον προστασία καί ήσυχία άπό τά πιό άηδιαστικά δημιουργήματα πάνω στή γη - τούς άνθρώπους. Παραξενεύεστε, τό ξέρω, έπειδή αύτό πού σάς γράφω έρχεται σέ πλήρη αντιθεση μέ αύτό πού σάς έλεγα προσωπικά. Σας είχα πεί οτι έχω φίλους,τούς όποιους σέβομαι καί αγαπώ. Σάς
μίλησα άσχημα γιά τούς άλλους ανθρώπους, άλλά όχι γιά τούς φίλους, γιά τούς
όποιους δέν έχω τίποτα άλλο παρά έπαίνους. Όλα ήταν ψέμα,τώρα μπορώ νά σάς πώ τήν άλήθεια Καί τότε, όταν καυχιόμουν σέ σάς παινεύοντας τούς φίλους μου,τούς περιφρονούσα, όπως και τώρα τούς περιφρονώ, όπως περιφρονώ καί όλο τόν κόσμο.
Στόν ύπολογισμό βασιζόταν όλη μας ή φιλία. Καί αύτός ό υπολογισμός ήταν εντελώς υλικός, χρηματικός, χωρίς τίποτα τό ήθικό ή πνευματικό. Είχαμε κάτι σάν λέσχη. Δέν ύπήρχε μέρα κατά τήν οποία νά μή συναντηθούμε. Νά ήδη δώδεκα όλόκληρα χρόνια! Άλλά ποτέ, ούτε μία ήμέρα –και αυτο είναι πού θέλω νά σάς έξομολογηθώ- δέν μιλήσαμε μεταξύ μας γιά τίποτε άλλο άπό τά χρήματα,τίς πλεκτάνες καί ιδιαίτερα γιά αισχρές υπηρεσίες δημόσιες καί μή. Δέ διστάζαμε γιά τά με σα, κανείς άπό μάς δέν ήθελε νά ξέρει περί ήθους καί εύσπλαχνίας. Μέ τέτοιες δουλειές γίναμε πλούσιοι, πήραμε θέσεις καί φτιάξαμε όνομα, το οποίο επιδέξια υποστηρίξαμε μέ δημοσιεύματα στίς εφημερίδες καί μέ άλληλοκολακεϊες στά πάρτι. Κάποιοι άπό μάς είναι κρατικοί ύπάλληλοι: αυτοί γρήγορα έπαιρναν τή μιά προαγωγή μετά τήν άλλη· κάποιοι είναι έμποροι: έπαιρναν προμήθειες έπί προμηθειών. Κάποιοι είναι βουλευτές : αύτοί πήραν οτι ήθελαν. Πιάσαμε σχέσεις παντού: σέ ύπουργεία, μέ δημοσιογράφους, στό στρατό, στίς τράπεζες, μέ τούς μασόνους. Τίς νύχτες κατόπιν σχεδίου σκορπιζόμασταν σέ διάφορα καφενεία γιά νά άκούσουμε τί λένε οί άνθρωποι γιά μάς καί γιά νά λέμε ό ένας γιά τόν άλλον ό,τιδήποτε έπαινετικό. Στέλναμε τίς γυναίκες μας στά σπίτια καί στίς γιορτές μέ ιδιαίτερη άποστολή, νά παρακολουθήσουν όλο τον κόσμο καί νά μάς παινεύουν, μιλώντας γιά τήν άξία μας καί τον πατριωτισμό μας. Όταν ξέσπασε ό πόλεμος,κάναμε περισσότερο θόρυβο,άν καί κανείς μας δέν πήγε έκεί πού θά μπορούσε νά σκοτωθεί. Μετά τον πόλεμο ξαναβρεθήκαμε, όλοι ύγιέστεροι καί πλουσιότεροι άπό ό,τι ήμασταν πρίν. Καί όλος ό κόσμος, άκόμα καί σήμερα μάς θεωρεί γιά πατριώτες καί έντιμους άνθρώπους. Τραβήξαμε τόσο μακριά σέ αύτόν τό δρόμο τής ψευτιάς, ώστε γιά όλους μας ή έπιστροφή είναι άδύνατη. Οί φίλοι μου γίνονταν όλο καί άηδιαστικότεροι, στό βαθμό πού ήταν έτοιμοι νά μέ βοηθήσουν στίς βρόμικες φιλοδοξίες καί έπιδιώξεις μου. Ό καθένας άπό εμάς συναγωνιζόταν τους αλλους στή δεινότητα τής πλεκτάνης καί τοϋ ψέματος. Γιά μάς έγινε άδύνατον νά μιλήσουμε για οποιαδήποτε ιδεώδη πράγματα, καί έν γένει , για ότιδήποτε περί ψυχής, ούμανισμοϋ, πανανθρωπισμοϋ. Μόνον ύπολογισμοί καί ύπολογισμοί!
Ποτέ δέν μιλήσαμε γιά τόν Θεό ούτε γιά τήν ψυχή ουτε περί βοηθείας τοϋ πλησίον! Ποτέ δέν πήγαμε στήν έκκλησία! Εξάλλου, κανείς άπό μάς δέν πιστεύει στό Θεό. Κάποτε πίστευα καί στό Θεό καί στήν ψυχή. Τώρα όχι. Τώρα πού βρίσκομαι μπροστά στήν αύτοκτονία δέν πιστεύω σέ Αύτόν. Αχ όλοι οί άνθρωποι είναι άηδιαστικοί, άλλά άπό τούς φίλους μου τίποτα άηδιαστικότερο δέν υπάρχει! Καί τά σκουλήκια πού σέρνονται στά σκουπίδια δέν είναι τόσο άνυπόφορα όσο οί φίλοι μου. Δηλητηρίασαν έντελώς τήν ψυχή μου, μέ αντάλλαγμα τή βοήθειά μου νά δηλητηριάσουν τή δικη τους. Θά ήθελα νά πάω σέ μία άκόμα συνάντηση. Μέ καλούν άσταμάτητα. Αντελήφθησαν την άπουσία μου. Τούς λέω ψέματα, πώς είμαι είμαι άρωστος. Θά ήθελα νά πάω καί νά τούς πώ τήν αλήθεια κατά πρόσωπο πρίν πεθάνω. Δέν ξέρω άν θα τό κάνω. Άμφιταλαντεύομαι. Θά τούς έφτυνα, και θα τούς ποδοπατούσα! Μέ χόρτασαν καί μέ πλούτισαν, άλλά μέ έβαλαν σέ μία κόλαση ψεύδους , μόνον ψεύδους, ώστε νά μήν μπορώ νά άναπνεύσω. Έχω μεγάλη κοιλιά, άλλά δέν έχω ψυχή. Καί ή γυναίκα μου καί τά παιδιά μου - είναι δηλητηριασμένοι δπως έγώ. Όλα είναι χαμένα. Τή ζωή μου τήν έπαιξα. 'Άν πράγματι βρώ κάτι μετά τό θάνατο μου, αύτό πού έσείς άποκαλεϊτε Θεό, καί άν κριθώ, θά πώ τήν άλήθεια: χόρτασα, μέθυσα, έκλεψα καί είπα ψέματα. Αύτή είναι όλη μου ή ζωή. Νιώθω άκαταμάχητη άνάγκη καί πρίν άπό τό θάνατο μου νά πώ σέ κάποιον τήν άλήθεια. Σκέφτηκα νά τό πώ σέ ύπουλους σάν αύτούς. Άλλά ταλαντεύομαι. Δύσκολο νά βρώ τό κουράγιο. Επέλεξα εσάς. Μά καί σέ έσάς, νά έτσι,γραπτώς. Άν μπορείτε,γυρίστε άλλους άπό τέτοιου είδους ζωή. Εμένα περιφρονήστε με καί ξεχάστε με».
Τίποτα δέν μπορεί νά δείξει καλύτερα άπό αύτήν τήν έκφραστική έπιστολή τί σημαίνει νά άγαπάς χωρίς σεβασμό. Καλύτερα νά ζεϊ ό άνθρωπος χωρίς φίλους άπό τό νά έχει φίλους τούς οποίους δέν μπορεί νά σέβεται. Τό νά ζει μέ φίλους τούς οποίους δέν σέβεται είναι γλίστρημα στόν πάγο πού οδηγεί στήν άβυσσο. Στόν πάγο τά παιδιά κρατούν τό χέρι τό ένα τού άλλου καί τραβούν τό ένα τό άλλο, γιά νά γλιστρούν ευκολότερα καί γρηγορότερα. Καί ή φιλία χωρίς σεβασμό τέτοιο γλίστρημα στόν πάγο είναι,γλίστρημα πού καταλήγει σέ σπάσιμο τοϋ λαιμού καί καταστροφή.
Τό τρίτο στοιχείο τής ύψηλής καί φωτεινής αγάπης είναι ή θυσία. Ή άγάπη είναι ιερό,όπου συνεχώς πρέπει νά τελείται θυσία. Ή άγάπη είναι θεότητα, πού ζητά μπροστά στό πρόσωπο της πάντα νά καίει θυσία, έτσι πού νά φαίνεται στό φως. Ή άληθινή άγάπη,ή θεία άγάπη, έχει σχέση πάντοτε μέ ό ,τι καλύτερο ύπάρχει στόν άνθρωπο. Αν άγαπώ τή φαντασία μου, τότε ή άγάπη μου ΐναι ψευδής. Άν άγαπώ τό φίλο μου λόγω τών ελαττωμάτων του,τότε ή άγάπη μου είναι ψευδής. Άν άγαπώ τόν Θεό γιά νά κερδίσω κάτι σ' αύτόν τόν κόσμο τότε ή άγάπη μου είναι
ψευδής. Αν άγαπώ πράγματι τό ψέμα, τότε πρέπει νά θυσιάσω τήν άλήθεια, άφοϋ καί ή ψευδής άγάπη ζητά θυσίες. 'Εκείνος πού άγαπά τή ματαιοδοξία, θυσιάζει τήν έξυπνάδα του καί έκεϊνος πού αγαπά τύ σώμα του θυσιάζει τήν ψυχή του καί εκείνος πού άγαπά τύ χρήμα θυσιάζει τήν τιμή του. Καί άντίθετα: όποιος άγαπά τό νοϋ θυσιάζει τή ματαιοδοξία καί όποιος άγαπά τήν ψυχή θυσιάζει τό σώμα καί όποιος άγαπά τήν έντιμοτητα θυσιάζει τό χρήμα.
Ή άγάπη πρός τούς φίλους είναι ακριβή. Έγώ μιλώ γιά τήν άληθινή, θεία άγάπη. Βοήθησε τό φίλο σου γιά τό καλό -καί ζήτησε τή βοήθειά του γιά τό καλό- μόνον αύτό μπορεί νά ονομαστεί πραγματική φιλική άγάπη. Επιθυμώ τό φίλο όχι γιά νά κολακεύει τίς άδυναμίες μου καί νά σκεπάζει καί νά δικαιολογεί τά λάθη μου άλλά, άντίθετα, νά μέ διορθώνει στό κακό καί νά μέ ύποστηρίζει στο καλό. Τέτοια φιλία είναι καθαρτήριο , στό όποιο ό άνθρωπος καθαρίζεται άπό τίς άγριες καί χαμηλές συνήθειες καί διαθέσεις. Ή φιλία είναι πιό απαραίτητη στήν ψυχή παρά στό σώμα. Στή θλίψη ή σκέψη τού φίλου φέρνει εύχάριστη όψη στό πρόσωπο. Στό νεκρικό κρεβάτι ή παρουσία τοϋ φίλου ομορφαίνει τό πρόσωπο τοϋ θανάτου. Ή φιλία είναι πάντοτε ή ζωοδύτρα πνοή τοϋ αγγέλου, πού μάς παρακολουθεί στή ζωή, πού μάς σηκώνει όταν πέφτουμε καί μάς έμπνέει όταν άποδυναμωνόμαστε.
Ανάλογα μέ τό είδος τής άγάπης πού προσφέρει ένας άνθρωπος στούς φίλους του, τέτοιους φίλους θά βρει. Ό καθένας έχει τύ φίλο πού τού άξίζει. Ανάλογα μέ τήν ποιότητα καί τό μέγεθος τής θυσίας βρίσκονται καί οί φίλοι. Θά πρέπει νά άπαρνηθώ οτιδήποτε εύτελές γιά νά μπορέσω νά έχω γιά φίλο έκεΐνον τοϋ οποίου τό ϋψος της ψυχής του μ' άρέσει. Καί πρέπει νά άποβάλω τόν εγωισμό άγαπώντας έναν μή έγωιστή φίλο. Καί πρέπει νά άποβάλω τή θηριωδία άγαπώντας έναν ευγενή φίλο.
Η φιλία είναι σχολείο. Ό,τι είδους είναι ή φιλία,τέτοιου είδους είναι καί τό σχολείο. Κάποιον ή φιλία τόν άνεβάζει στόν ούρανό καί άλλον τον τραβά στήν κόλαση. Φιλίες οί όποιες είναι συνωμοσία ένάντια στό καλό ύπάρχουν άρκετές. Τέτοιες φιλίες ύπάρχουν πολλές καί στό περιβάλλον μας. Φίλοι μπορούν νά γίνουν κι έκείνοι πού ούτε γνωρίζονται ούτε σέβονται ούτε θυσιάζονται ο ένας γιά τόν άλλον. Φίλοι γίνονται άνθρωποι διαφορετικής ψυχοσύνθεσης, όχι λόγω τής ψυχοσύνθεσης άλλά γιά τό κέρδος. Φίλοι γίνονται άνθρωποι διαφορετικών αρχών, όχι λόγω τών αρχών άλλά γιά τόν πλούτο. Λόγω ειδικού καθεστώτος γιά νά πάρουν άδεια εργασίας καί λόγω προμηθειών,λόγω πλιάτσικου καί κλοπής.
Φίλοι συχνά άποκαλοϋνται προσωρινά καί ι κείνοι πού άπό τό βάθος τής ψυχής τους περιφρονούν ό ένας τόν άλλον. Χαμογελούν ό ένας στόν άλλον συχνά έκείνοι πού μέ χαμόγελα καταπιέζουν ξεσπάσματα μίσους ό ένας γιά τόν άλλον.
Αχ, αύτά τά φιλικά χαμόγελα! Συχνά σημαίνουν αυλαία πάνω άπό τήν κόλαση. Φίλοι γίνονται
συχνά οί άνθρωποι λόγω δειλίας,συχνά άπό φόβο τοϋ ενός πρός τόν άλλον, πολλές φορές άπό ματαιοδοξία, συχνά λόγω τοϋ ότι βαριοϋνται. Αύτή είναι πρόσκαιρη καί συμφεροντολογική φιλία - τό μεγαλύτερο ζιζάνιο πού μεγαλώνει στή γή καί ή μεγαλύτερη ντροπή τών άνθρώπων!
Είναι λοιπόν περίεργο πού οί άνθρωποι δέν άγαποϋν τούς έχθρούς τους, όταν δέν ξέρουν νά άγαποϋν ούτε τούς φίλους τους; Είναι παράξενο νά μήν μπορεί νά διαβάσει βιβλία τό παιδί πού δέν έμαθε τό άλφάβητο; Πώς μπορεί νά άγαπήσει ό άνθρωπος τόν άπόμακρό του, όταν δέν μπορεί νά άγαπήσει τόν πλησίον του; Πώς μπορεί ό Σέρβος νά άγαπήσει τόν Γερμανό, όταν ό Σέρβος δέν έμαθε νά άγαπά τόν Σέρβο; Πώς οί μή γνωρίζοντες τόν Θεό 'Ιάπωνες νά άγαπήσουν τούς χριστιανούς Ρώσους, όταν οί Ρώσοι δέν άγαποϋν ό ένας τόν άλλο; Ποτέ δέν θά υπάρξει άγάπη πρός τούς έχθρούς, μέχρι νά ύπάρξει άγάπη ανάμεσα στούς φίλους. Καί δέν θά ύπάρξει άγάπη άνάμεσα σέ φίλους, μέχρι νά οικοδομηθεί επάνω στήν άλληλογνώση, τύ σεβασμό, καί τή θυσία.
Όσο ή φιλία θά άποτελεΐ μόνο υπηρέτρια τών κατώτερων στόχων,τόσο θά κυβερνά στόν κόσμο τό κακό.
Ή χριστιανική άγάπη κινείται κυκλικά.
Πρώτα έρχεται ή άγάπη πρός τόν έαυτό μας, κατόπιν ή άγάπη πρός τούς φίλους μας, μετά ή άγάπη πρός τούς έχθρούς μας καί, τέλος, ή άγάπη πρός τόν Θεό. Ό Χριστός τήν άγάπη πρός τόν ι αυτό μας τήν πήρε γιά μέτρο τής άγάπης μας γιά ιούς άνθρώπους καί γιά τόν Θεό. «Όπως άγαπάς ιόν έαυτό σου», λέει ό Χριστός,
«νά άγαπάς καί ιόν πλησίον». 'Άν οί άνθρωποι είχαν χριστιανική αγάπη πρός τόν
έαυτό τους,γρήγορα θά είχαν καί χριστιανική άγάπη πρός τούς φίλους τους καί πρός τούς έχθρούς τους. Άλλά αύτή ή βασική ι ',γάπη τών άνθρώπων -ή άγάπη πρός τόν έαυτό μας- άκόμα πλειοψηφεί ώς ζωώδης, έγωιστική, αδηφάγα, άκάθαρτη, οπότε καί κάθε άλλη άγάπη , βασιζόμενη σέ τέτοια άγάπη, είναι ομοίως τέτοια.
Ομως, θά έρθει μία καλύτερη έποχή, κατά τήν όποία οί άνθρωποι θά άγαπιοϋνται περισσότερο μέ τό πνεύμα καί τήν άλήθεια, καί λόγω τοϋ πνεύματος καί τής άλήθειας, καί θά έχουν άληθινή α.γάπη τόση όση είναι σήμερα ή ψευδής άγάπη.
Θά έρθει έποχή κατά τήν όποία ό φίλος γιά τόν φίλο θά είναι ιερέας καί έξομολόγος, καί όχι σονεργάτης στήν συγκέντρωση πλούτου καί τήν απόλαυση αύτοϋ τοϋ κύσμου.
Θά έρθει έποχή κατά τήν όποία ό φίλος θα είναι, γιά τόν φίλο παρηγορητής καί γιατρός, καί όχι άποπλανητής καί έξολοθρευτής τής ψυχής.
Όταν έρθει αύτή ή έποχή, τότε θά αρχίσει ή άγάπη άνάμεσα στούς άνθρώπους. Μά όσο μακριά καί άν είναι αύτή ή έποχή, βρίσκεται καθ' όδόν καί θά έρθει.
Ή άγάπη μέ τήν όποία σήμερα οί άνθρωποι άγαπιούνται οδηγεί στήν αύτοκτονία. Άλλά όταν έρθει έκείνη ή έποχή θά φέρει μαζί της καί τήν άγάπη ή όποία θά καθοδηγεί πρός τή ζωή.
Άκόμα δέν ήρθε ή έποχή τής άγάπης πρός τούς έχθρούς, άφού άκομα δέν πληρούμε τήν έντολή γιά τήν άγάπη πρύς τούς φίλους.
Άλλά θά έκπληρωθεϊ καί ή μία καί ή άλλη έντολή, γιατί δέν προέρχονται άπό τόν άνθρωπο άλλά άπό τόν Θεό. Καί ή θεϊκή έντολή δέν μπορεί νά μείνει άνεκπλήρωτη. Δέν μπορώ, έγώ, άδελφοί μου, νά σάς παρακινήσω μέ τούς άδύναμους λόγους μου, ώστε νά έκπληρώσετε τίς θεϊκές εντολές περί άγάπης. Όμως, θά σάς κινήσει σ' αύτό ό Θεός, ό όποιος κινεί τούς ήλιους. Δέν μπορώ νά σάς δώσω ούτε τή δύναμη γιά άληθινή άγάπη πρός τούς φίλους ούτε τή δύναμη γιά τήν γνώση ούτε τή δύναμη γιά τό σεβασμό ούτε τή δύναμη γιά τή θυσία. Αύτή τή δύναμη θά σάς τή δώσει Εκείνος πού έχει τήν παντοδυναμία στα χέρι του καί πού κινεί τά σύννεφα μέ τίς σκέψη ;, Τό ζήτημα τού Θεού θά καταστρεφόταν άνεξάρτητα άπό τούς λόγους μου καί άπύ τίς δικές σας συνήθειες. Άλλά τό ζήτημα τού Θεοϋ, άνεξαρτητα άπ' όλους έμάς θά πετύχει καί θά νικήσει
Εκεΐνος τοϋ όποιου τά χρόνια δέν έχουν αριθμό καί ή όντότητά του δέν έχει τέλος δέν μπορεί νά άφήσει τό έπίγειο σπίτι του στίς διαθέσεις μεσα στά άδύναμα δημιουργήματά του,τών όποιων ή άρχή καί τό τέλος σχεδόν συναντιούνται σ' ενα σημείο καί τών όποιων ή οντότητα είναι μιά κουκκίδα. Δέν είναι ό άνθρωπος άλλά ό Θεός φι ρέγγυος καί πιστός έγγυητής τής βασιλείας ι ης άγάπης στή γη. Ό Θεός μας είναι έγγυητής ό γι ό ήλιος δέν θά σβήσει πρίν νά δει τά τέκνα Του ' κί τής γής νά μοιάζουν στόν έπουράνιο Πατέρα ι συς. Κοίτα, σέ λίγο καιρό θά σβήσει γιά μάς ό ήλιος: Σκεπασμένοι άπό τό μαύρο πέπλο τοϋ θανάτου θά μείνουμε κρυμμένοι άπό τόν ήλιο. Αλλά γιατί καί έμάς νά μή δει ό ήλιος,όσο ζούμε, σάν τέκνα πού μοιάζουν στόν έπουράνιο Πατέρα ι συς; 'Άς ύποσχεθούμε ότι θά δώσουμε τέτοια ι όχαρίστηση στόν ήλιο καί πόσο μεγαλύτερη ι όχαρίστηση σ' έμάς καί τούς φίλους μας! Άς εναι άρωγός μας σ'
αύτό ό έπουράνιος Πατέρας μας, καί τώρα καί στούς αιώνες. Μόνο δίπλα τουή φιλία λαμβάνει θεϊκό φωτοστέφανο καί θεϊκή ζεστασιά. Μόνο σέ Αύτόν ύπάρχει άγάπη καί μόνο μέσω Αύτοϋ ή γνώση καί ό σεβασμός, καί μόνο μέ τή βοήθειά Του ή θυσία. Δόξα εν ύψίστοις Θεώ, καί τό φώς Του μαζί μας έπί γής!
Πρώτη εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
Αργά βαδίζει ο Χριστός
Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς
Η επεξεργασία, επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου