ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: ΨΑΛΜΟΙ - 50 - 99

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

ΨΑΛΜΟΙ - 50 - 99



ΓΡΑΦΗ

ΨΑΛΜΟΙ 50
Ο Κύριος εμφανίζεται για ν’ αναγγείλει την κρίση του
1Ψαλμός του Ασάφ.με
Θεός θεών ο Κύριος,
μίλησε και κάλεσε τη γη
απ’ την ανατολή του ήλιου ως τη δύση.
2Απ’ τη Σιών
–της ομορφιάς το στέμμα–
έλαμψε ο Θεός.
3Θα ’ρθεί ο Θεός μας και δεν θα αδρανήσει·
μπροστά του πάει φωτιά που κατακαίει,
τριγύρω του μεγάλη ανεμοθύελλα.
4Καλεί τους ουρανούς, καλεί τη γη
σαν μάρτυρες, για να δικάσει το λαό του.
5«Μαζέψτε μπρος μου τους πιστούς μου»,
είπ’ ο Θεός,
«που δέχτηκαν τη διαθήκη μου
και την επισφραγίσανε
προσφέροντας θυσία».
6Οι ουρανοί κηρύττουν τη δικαιοσύνη του·
Θεός είναι ο κριτής αυτός.
(Διάψαλμα)
7«Άκου, λαέ μου, θα μιλήσω·
Ισραήλ, θα μαρτυρήσω εναντίον σου·
εγώ ο Θεός, ο Θεός σου.
8Θυσίες μού προσφέρεις.
Δε σε κατηγορώ γι’ αυτές·
τα ολοκαυτώματά σου διαρκώς είναι μπροστά μου.
9Αλλά δε θα δεχτώ μοσχάρι από το στάβλο σου,
ούτε μου χρειάζονται τραγιά απ’ το μαντρί σου.
10Γιατί δικά μου είναι τα ζώα όλα του δάσους,
τ’ αγρίμια όλα που ζουν απάνω στα βουνά.
11Γνωρίζω όλα τα πουλιά στις κορυφές ψηλά
κι ό,τι σαλεύει μέσα στους αγρούς σ’ εμένα ανήκει.
12Αν ήταν να πεινάσω δε θα ερχόμουν να σ’ το πω,
γιατί δική μου είν’ η γη
και ό,τι τη γεμίζει.
13Μήπως εγώ το κρέας τρώω των βοδιών
και μήπως το αίμα πίνω εγώ των τράγων;
14Πρόσφερε μάλλον την ευχαριστία σου
σ’ εμένα το Θεό
κι εκπλήρωσε τα τάματά σου
σ’ εμέ τον Ύψιστο.
15Επικαλέσου με στης θλίψης σου τη μέρα·
θα σε λυτρώσω και θα με δοξάσεις».
(Διάψαλμα)
16Είπε στον απειθή ο Θεός:
«Τι ωφελεί τις εντολές μου ν’ απαγγέλλεις;
να ’χεις τη διαθήκη μου στο στόμα σου,
17εσύ, που δεν ανέχεσαι να σε διορθώνω
κι αψήφιστα παίρνεις τα λόγια μου;
18Όταν βλέπεις τον κλέφτη,
μαζί του συντροφιάζεσαι·
με τους μοιχούς έχεις δοσοληψίες.
19Για το κακό, το στόμα σου είν’ ορθάνοιχτο·
κι η γλώσσα σου υφαίνει την απάτη.
20Κάθεσαι και κακολογείς το διπλανό σου
κι αναίσχυντα συκοφαντείς
της μάνας σου το γιο.
21Αυτά όλα έκανες εσύ, κι εγώ ήμουν σιωπηλός.
Νόμισες μήπως όμοιος ότι έγινα μ’ εσένα;
Αλλά θα σ’ επιπλήξω,
κι όλα θα τ’ αραδιάσω στα μάτια σου μπροστά.
22»Ετούτα στοχαστείτε τα
εσείς που μ’ έχετε ξεχάσει·
μήπως και σας αρπάξω
και σωτήρας δε βρεθεί.
23Ευχαριστία,
αυτή είν’ η προσφορά που με δοξάζει·
κι όποιος το δρόμο του ευθύ χαράζει
σ’ αυτόν θα δείξω τη σωτηρία μου».
ΨΑΛΜΟΙ 51
Προσευχή για συγχώρηση
1Στον πρωτοψάλτη. Ψαλμός του Δαβίδ, 2την εποχή που τον επισκέφθηκε ο προφήτης Νάθαν, όταν ο Δαβίδ είχε συνευρεθεί με τη Βηθ-Σαβεέ.
3Σπλαχνίσου με, Θεέ, μες στην αγάπη σου·
με στην αμέτρητη ευσπλαχνία σου
συγχώρησε τα ανομήματά μου.
4Πλύνε με ολόκληρον
απ’ την παράβασή μου,
από την αμαρτία μου καθάρισέ με.
5Το ξέρω εγώ καλά το κρίμα μου,
το σφάλμα μου αδιάκοπα είναι
στα μάτια μου μπροστά.
6Σ’ εσένα,
σ’ εσένα προπαντός αμάρτησα,
κι ό,τι κακό ενώπιόν σου, το έκανα·
έτσι θα είσαι δίκαιος στην απόφασή σου
και άψογος στην κρίση σου.
7Δες ότι μες στην αμαρτία γεννήθηκα·
στην ανομία ζω από την πρώτη στιγμή της ύπαρξής μου.
8Γιατί εσύ αγαπάς την αλήθεια που δε φαίνεται,
και τη σοφία σου μυστικά μού τη μαθαίνεις.μς
9Καθάρισέ με με ύσσωπο
κι οι αμαρτίες μου θα εξαλειφθούν·
πλύνε με,
κι απ’ το χιόνι
λευκότερος θα γίνω.
10Τον ήχο άσε ν’ ακούσω
απ’ τη γιορτή κι απ’ τη χαρά·
δώσε ν’ αναγαλλιάσει
η ταλαιπωρημένη μου ύπαρξη.
11Τις αμαρτίες μου παράβλεψε·
κι εξάλειψε όλες τις παραβάσεις μου.
12Φτιάξε μου, Θεέ, μια καθαρή καρδιά·
και νέο πνεύμα, σταθερό
εντός μου βάλε.
13Μη μ’ αποδιώξεις μακριά σου·
μη μου πάρεις τ’ άγιο σου Πνεύμα.
14Της λύτρωσής σου δώσ’ μου πάλι τη χαρά
και με πρόθυμο πνεύμα στήριξέ με.
15Στους ανόμους θα διδάξω
τους δρόμους σου·
κι οι αμαρτωλοί σ’ εσένα
θα επιστρέψουν.
16Απάλλαξέ με απ’ τη βαριά
για το έγκλημά μου την ποινή,
Θεέ, Θεέ
ελευθερωτή μου!
Κι η γλώσσα μου θα εξυμνήσει
τη δικαιοσύνη σου.
17Κύριε,
τα χείλια μου θ’ ανοίξεις·
και το στόμα μου
τον ύμνο σου θα εξαγγείλει.
18Αν ήθελες θυσίες, θα σου πρόσφερα·
μα δεν ευφραίνεσαι με ολοκαυτώματα.
19Θυσία για το Θεό είναι το συντριμμένο πνεύμα·
καρδιά ταπεινωμένη και υποταγμένη,
ο Θεός δεν την καταφρονεί.
20Ευδόκησε, Κύριε,
να ευεργετήσεις τη Σιών·
και κάνε να χτιστούν τα τείχη
της Ιερουσαλήμ.
21Τότε ευχάριστα θα δεχτείς
θυσίες επανόρθωσης,
ολοκαυτώματα και προσφορές·
τότε θα θυσιάσουνε μοσχάρια
στο θυσιαστήριό σου.
ΨΑΛΜΟΙ 52
Στον άνθρωπο που στηρίζεται στα πλούτη του
1Στον πρωτοψάλτη· Μασχίλμζ του Δαβίδ. 2Την εποχή που ήρθε στο Σαούλ ο Δωέγ ο Εδωμίτης και του κατέδωσε το Δαβίδ, ότι κρυβόταν στο σπίτι του Αχιμέλεχ.
3Γιατί καυχιέσαι, δυνατέ, για το κακό;
Η καλοσύνη του Θεού υπάρχει όλη μέρα.
4Κακία μελετά η γλώσσα σου,
δολερή σαν μαχαίρι κοφτερό,
μάστορας είσαι στην απάτη.
5Αντί για το καλό,
το κακό αγάπησες,
αντί για την ευθύτητα το ψέμα.
(Διάψαλμα)
6Όλα τα λόγια της φθοράς τ’ αγάπησες·
τη γλώσσα της απάτης.
7Για τούτο και θα σε γκρεμίσει
για πάντα ο Θεός,
θα σε τραβήξει
κι έξω θα σε πετάξει απ’ τη σκηνή του·
και θα σε ξεριζώσει από τη χώρα της ζωής.
(Διάψαλμα)
8Οι δίκαιοι θα τα δουν αυτά
και θα τους πιάσει τρόμος·
ύστερα θα γελάσουνε μαζί σου και θα πουν:
9«Να, ο άνθρωπος που δεν έβαλε
για στήριγμά του το Θεό,
αλλά έλπισε στον άφθονό του πλούτο·
νιώθει ισχυρός με τις απάτες του».
10Αλλά εγώ σαν την ελιά
που θάλλει στον οίκο του Θεού·
έλπισα στου Θεού το έλεος,
αιώνια και παντοτινά.
11Αιώνια θα σε υμνολογώ, Θεέ,
για όλα όσα έκανες·
μπροστά σ’ εκείνους που σου μένουνε πιστοί
θα διακηρύττω πόσο είσαι καλός.
ΨΑΛΜΟΙ 53
Οι πιστοί και ο Θεός τους σ’ έναν κόσμο διαφθοράς
(Ψλ 14)
1Στον πρωτοψάλτη· όπως το «μαχαλάθ». Μασχίλ του Δαβίδ.μη
2Είπε μες στην καρδιά του ο ασύνετος:
«Δεν υπάρχει Θεός που να ενεργεί».μθ
Φθαρμένα είναι τα έργα τους κι ανόσια,
κανείς δεν πράττει το αγαθό.
3Παρατηρεί απ’ τους ουρανούς
ο Κύριος τους ανθρώπους,
να δει αν υπάρχει συνετός κανείς,
που το Θεό γυρεύει.
4Όλοι απομακρύνθηκαν, όλοι μαζί φθαρήκαν.
Κανείς δεν πράττει το καλό, έστω κι ένας
μονάχος.
5«Δεν έχουνε», ρωτάει ο Θεός, «επίγνωση
οι δράστες όλοι του κακού;
Κατασπαράζουν το λαό μου,
έτσι όπως τρώνε το ψωμί·
σ’ εμένα δεν προσεύχονται».
6Θα πέσει μέγας φόβος
εκεί που φόβος δεν υπήρχε,
γιατί διασκόρπισε ο Θεός
τα κόκαλα των πολιορκητών σου,
λαέ μου·
τους ντρόπιασε,
γιατί ο Θεός τούς είχε απορρίψει.
7Ποιος θα χαρίσει απ’ τη Σιών
τη σωτηρία του Ισραήλ;
Όταν ο Κύριος ξαναφέρει το λαό του
στην πρωτινή ευτυχία του,
οι απόγονοι του Ιακώβ θ’ αγάλλονται,
όλος ο Ισραήλ θα χαίρεται.
ΨΑΛΜΟΙ 54
Επίκληση ενός καταδιωγμένου
1Στον πρωτοψάλτη, με λαούτα. Μασχίλν του Δαβίδ, 2την εποχή που ήρθαν στο Σαούλ οι Ζιφίτες και του κατέδωσαν ότι ο Δαβίδ κρυβόταν στην περιοχή τους.
3Θεέ,
με τη δική σου ύπαρξη σώσε με·
και με τη δύναμή σου
απόδωσε το δίκιο μου.
4Θεέ,
την προσευχή μου άκουσε,
και πρόσεξε τα λόγια που σου λέω.
5Γιατί αλλοεθνείς ξεσηκωθήκαν εναντίον μου,
και τύραννοι γυρεύουν τη ζωή μου·
και το Θεό
δεν τον υπολογίζουνε.
(Διάψαλμα)
6Να όμως που ο Θεός είναι βοηθός μου·
ο Κύριος είναι της ζωής μου στήριγμα.
7Θα στρέψει στους εχθρούς μου το κακό!
Εξόντωσέ τους, Κύριε,
γιατί κρατάς το λόγο σου.
8Αυθόρμητα θυσία θα σου προσφέρω·
την ύπαρξή σου, Κύριε, θα υμνώ,
γιατ’ είσαι όλος καλοσύνη.
9Γιατί με λύτρωσες
από τις θλίψεις μου όλες,
κι είδαν τα μάτια μου
τι πάθαν οι εχθροί μου.
ΨΑΛΜΟΙ 55
Προσευχή ενός προδομένου
1Στον πρωτοψάλτη· με λαούτα, μασχίλνα του Δαβίδ.
2Πρόσεξε, Θεέ, την προσευχή μου·
μην αποφύγεις την παράκλησή μου.
3Άκου με κι αποκρίσου μου!
Περιπλανιέται η σκέψη μου στη θλίψη μου έγνοιες γεμάτη,
4απ’ τις κραυγές του εχθρού
κι από του μοχθηρού την καταπίεση.
Μου αποδίδουν ανομίες
και με κατηγορούν με οργή.
5Σπαράζει μέσα μου η καρδιά μου·
κι ο φόβος του θανάτου έπεσε πάνω μου.
6Φόβος και τρόμος με κατέχουν·
και ρίγος με διαπερνά.
7Και σκέφτομαι: «Ποιος θα μου δώσει
φτερά σαν του περιστεριού;»
Τότε θα πέταγα να βρω την ησυχία μου.
8Ναι, θα ’φευγα μακριά·
στην έρημο θα κατοικούσα.
(Διάψαλμα)
9Με βιάση θα ’τρεχα να βρω ένα καταφύγιο
για την ανεμοθύελλα και για την καταιγίδα.
10Μπέρδεψε, Κύριε,
και κομμάτιασε τη γλώσσα τους·
γιατί είδα τη βιαιότητα
και τη διχόνοια μες στην πόλη,
11μερόνυχτα να τριγυρνούν
ψηλά πάνω στα τείχη της.
Μέσα της μόχθος κι ανομία·
12μέσα της η διαφθορά.
Η βία κι η απάτη ποτέ δε λείπουν
από τις πλατείες της.
13Δεν είν’ ένας εχθρός που με προσβάλλει·
αυτό θα το υπέφερα.
Δεν είν’ ένας αντίπαλος που θριαμβεύει εναντίον μου·
μπροστά του θα κρυβόμουν.
14Αλλά είσ’ εσύ, άνθρωπος της σειράς μου,
ο έμπιστος κι ο φίλος μου.
15Που μεταξύ μας φιλικά μιλούσαμε
κι αρμονικά βαδίζαμε
στον οίκο του Θεού.
16Ας ήταν να τους βρει θανατικό αναπάντεχο
κι ας κατεβούνε ζωντανοί στον άδη·
γιατί η κακία βρίσκεται στα σπίτια τους
και μέσα τους.
17Εγώ φωνάζω στο Θεό·
κι ο Κύριος θα με σώσει.
18Βράδυ, πρωί και μεσημέρι
θρηνώ κι αναστενάζω·
κι αυτός ακούει τη φωνή μου.
19Μ’ ελευθερώνει απ’ τις επιθέσεις των εχθρών μου
και ασφαλή με διατηρεί,
γιατί πολλοί θα ’ναι μαζί μου.
20Ο Θεός θα μ’ ακούσει
και θα τους ταπεινώσει
–αυτός που προαιώνια κυβερνά–
γιατί μεταστροφή δεν έχουν
και δεν φοβούνται το Θεό.
21Καθένας τους το χέρι του σηκώνει
ενάντια στους φίλους του·
τη συμφωνία του αθετεί.
22Τα λόγια τους πιο μαλακά είναι κι απ’ το βούτυρο,
μα έχουν τον πόλεμο μες στην καρδιά τους·
είν’ οι κουβέντες τους κι απ’ το λάδι απαλότερες
κι ωστόσο είναι γυμνά σπαθιά.
23«Άσε στον Κύριο τις έγνοιες σου
κι αυτός θα σε φροντίσει·
δε θα επιτρέψει στον αιώνα
να κλονιστεί ο ευσεβής».
24Όμως εσύ, Θεέ,
εκείνους θα τους ρίξεις
στο λάκκο της καταστροφής.
Απατεώνες είναι και φονιάδες,
που δε θα ζήσουν ούτε τις μισές
από τις μέρες της ζωής τους.
Αλλά σ’ εσένα ελπίζω εγώ.
ΨΑΛΜΟΙ 56
Εμπιστοσύνη του κατατρεγμένου στην απόφαση του Θεού
1Στον πρωτοψάλτη· όπως το «Μακρινό περιστέρι της σιωπής». Μικτάμνβ του Δαβίδ, όταν τον είχαν συλλάβει οι Φιλισταίοι στη Γαθ.
2Δώσ’ μου το έλεός σου, Θεέ,
γιατί με κατατρέχουν·
όλη τη μέρα με συνθλίβουν οι πολιορκητές.
3Οι εχθροί μου απάνω μου χυμούν
όλη τη μέρα·
γιατί πολλοί με πολεμάνε,
Ύψιστε.
4Όταν με πιάνει τρόμος
σ’ εσένα εγκαταλείπομαι.
5Στο Θεό που το λόγο του εξυμνώ,
στο Θεό ελπίζω, δε φοβάμαι·
τι θα μου κάνει ένας θνητός;
6Ολημερίς διαστρέφουνε
τα λόγια μου·
εναντίον μου οι σκέψεις τους
όλες για το κακό.
7Κρύβονται, καιροφυλακτούν,
κατασκοπεύουνε τα βήματά μου·
τη ζωή μου επιβουλεύονται.
8Γι’ αυτήν την ανομία τους
πώς θα ξεφύγουν την οργή σου;
Θεέ, ρίξε στο χώμα τους λαούς!
9Ξέρεις εσύ πόσες φορές πήρα το δρόμο της φυγής.
Μάζεψε τα δάκρυά μου μες στο ασκί σου·
δεν τα ’χεις ένα ένα μετρημένα;
10Πισωδρομούν οι εχθροί μου,
κάθε φορά που σου ζητώ βοήθεια·
το ξέρω ότι ο Θεός είναι μαζί μου.
11Στο Θεό που το λόγο του εξυμνώ·
στον Κύριο, που εξυμνώ το λόγο του,
12σ’ αυτόν έλπισα, και δε φοβάμαι πια·
ο άνθρωπος τι μπορεί να μου κάνει;
13Τα τάματα που σου ’κανα
θα τα εκπληρώσω, Θεέ·
σ’ εσένα θα προσφέρω
τις ευχαριστήριες θυσίες μου.
14Εσύ λύτρωσες τη ζωή μου απ’ το θάνατο,
δεν άφησες τα πόδια μου
στο λάκκο να γλιστρήσουν·
για να μπορώ μπρος στο Θεό μου να πορεύομαι
μες στης ζωής το φως.
ΨΑΛΜΟΙ 57
Προσφεύγω στο Θεό τον Ύψιστο
(Στ. 8-12: Ψλ 108,2-6)
1Στον πρωτοψάλτη· όπως το «αλ-τασχέθ» (μην καταστρέφεις). Μικτάμνγ του Δαβίδ, στο σπήλαιο, όταν προσπαθούσε να ξεφύγει από το Σαούλ.
2Σπλαχνίσου με, Θεέ,
σπλαχνίσου με,
γιατί σ’ εσένα ζήτησε η ψυχή μου καταφύγιο·
γυρεύει προστασία
στον ίσκιο απ’ τις φτερούγες σου,
ώσπου να φύγει ο κίνδυνος.
3Φωνάζω στο Θεό τον ύψιστο·
στο Θεό που όλα τα φρόντισε για μένα.
4Απ’ τα ουράνια στέλνει και με σώζει,
ενώ ντροπιάζει τους διώκτες μου.
(Διάψαλμα)
Στέλνει ο Θεός το έλεος και την αλήθεια του.
5Πλαγιάζει σε λιοντάρια ανάμεσα η ψυχή μου,
έτοιμα να κατασπαράξουν·
τα δόντια τους ακόντια είν’ και βέλη
και κοφτερό η γλώσσα τους σπαθί.
6Υψώσου, Θεέ, πάνω στους ουρανούς,
και σ’ όλη τη γη πάνω ας φανεί η δόξα σου.
7Δίχτυ άπλωσαν στο διάβα μου
–λύγισε η ψυχή μου–
λάκκο μπροστά μου έσκαψαν,
μα πέσαν οι ίδιοι μέσα.
(Διάψαλμα)
8Ψυχώθηκε η καρδιά μου, Θεέ μου,
ψυχώθηκε η καρδιά μου·
θα ψάλω και θα παίξω μουσική.
9Ξύπνα άρπα και κιθάρα μου,
θέλω εγώ τον ήλιο να ξυπνήσω.
Θα την ξυπνήσω την αυγή.
10Θα σε δοξολογήσω
στους λαούς μέσα, Κύριε·
στα έθνη ανάμεσα ύμνους θα σου ψάλω.
11Γιατί ως τους ουρανούς
φτάνει η αγάπη σου
και ως τα σύννεφα η πιστότητά σου.
12Θεέ, δείξε το μεγαλείο σου πάνω στους ουρανούς·
πάνω σ’ ολόκληρη τη γη η δόξα σου ας είναι!
ΨΑΛΜΟΙ 58
Εδώ στη γη υπάρχει Θεός που κρίνει
1Στον πρωτοψάλτη· όπως το «αλ-τασχέθ» (μην καταστρέφεις). Μικτάμνδ του Δαβίδ.
2Εσείς οι ισχυροί όταν δικάζετε
βγάζετε δίκαιες για τους ανθρώπους αποφάσεις
ή κάνετε το δίκιο να σωπάσει;
3Συνειδητά και με τη θέλησή σας
το άδικο εφαρμόζετε.
4Από τη μήτρα
παραστρατήσαν οι άπιστοι·
πλανήθηκαν απ’ την κοιλιά της μάνας τους
οι ρήτορες του ψεύδους.
5Έχουν φαρμάκι, σαν το φαρμάκι του φιδιού·
της όχεντρας που ’χει κλειστά τ’ αυτιά της.
6Και δεν ακούει των μάγων τη φωνή,
του γητευτή, του μάστορη στα μάγια.
7Σύντριψέ τους, Θεέ,
τα δόντια μες στο στόμα τους·
σπάσε, Κύριε, τα σαγόνια
των λιονταριών.
8Ας σκορπιστούν σαν τα νερά που τρέχουν·
κι όταν σκοπεύουνε, τα βέλη τους
ας είναι στομωμένα.
9Όπως το σαλιγγάρι, πάνω στη βλέννα ας περπατούν,
ή σαν γυναίκας έκτρωμα,
που δεν το είδε ο ήλιος.
10Τ’ αγκάθια πριν βλαστήσουνε
και γίνουν σαν τα βάτα
κι ενώ είν’ ακόμα θαλερά,
η θύελλα σαν ξερά κλαδιά
θα τ’ ανεμοσκορπίσει.νε
11Θα χαίρεται ο δίκαιος που είδε την ανταπόδοση·
τα πόδια του θα πλένει
στο αίμα των ασεβών.
12Θα πουν οι άνθρωποι:
«Αλήθεια, υπάρχει για τον δίκαιο αμοιβή·
αλήθεια, εδώ στη γη
υπάρχει Θεός που κρίνει».
ΨΑΛΜΟΙ 59
Θεέ μου, γλίτωσέ με απ’ τους εχθρούς μου
1Στον πρωτοψάλτη· όπως το «αλ-τασχέθ» (μην καταστρέφεις). Μικτάμνς του Δαβίδ, όταν έστειλε ο Σαούλ να επιτηρούν το σπίτι του για να τον θανατώσει.
2Θεέ μου, γλίτωσέ με απ’ τους εχθρούς μου,
προφύλαξέ με απ’ αυτούς που μ’ απειλούν.
3Σώσε με απ’ της ανομίας τους εργάτες
και λύτρωσέ με απ’ τους αιμοχαρείς.
4Γιατ’ είν’ αυτοί
που ενεδρεύουν τη ζωή μου,
οι βίαιοι συνάζονται εναντίον μου,
χωρίς, Κύριε, να ’μαι ένοχος
ούτε να ’χω αμαρτία.
5Παρ’ όλο που ’μαι αθώος,
εκείνοι τρέχουν κι ετοιμάζονται.
Ξύπνησε, Κύριε, έλα κοντά μου,
κοίταξε.
6Κύριε, εσύ, Θεέ πανίσχυρε,
Θεέ του Ισραήλ,
σήκω να τιμωρήσεις όλα τα έθνη·
μη λυπηθείς κανέναν απ’ αυτούς
τους άθλιους προδότες.
(Διάψαλμα)
7Το βράδυ επιστρέφουνε
ουρλιάζοντας σαν τα σκυλιά,
στην πόλη τριγυρνάνε.
8Άκου, κακό που βγαίνει από το στόμα τους,
από τα χείλη τους δόρατα ξεπετιούνται.
«Γιατί;» –λένε– «ποιος μας ακούει;»
9Αλλά συ, Κύριε, γελάς μ’ αυτούς·
χλευάζεις όλα τα έθνη.
10Ω, δύναμή μου, σ’ εσένα αποβλέπω·
γιατί εσύ, Θεέ, είσαι το κάστρο μου.
11Θεέ μου, απ’ την αγάπη σου
έρχεσαι να με προϋπαντήσεις·
και θα μου δείξεις, Θεέ μου,
οι εχθροί μου τι θα πάθουν.
12Μην τους σκοτώσεις
μήπως και λησμονήσει ο λαός μου·
κάνε τους, με τη δύναμή σου,
πλάνητες και καταδιωγμένους,
Κύριε, προστασία μου.
13Αμαρτωλά τα στόματά τους,
τα λόγια καθώς βγαίνουν απ’ τα χείλη τους.
Στην ίδια τους την έπαρση ας πιαστούνε
για την κατάρα
και για το ψέμα που αραδιάζουν.
14Με την οργή σου αποτέλειωσέ τους,
αποτέλειωσέ τους, ώστε να μην υπάρχουν πια·
κι έτσι θα μάθουν ότι ο Θεός
στον Ιακώβ δεσπόζει,
μέχρι τα πέρατα της γης.
(Διάψαλμα)
15Το βράδυ επιστρέφουνε
ουρλιάζοντας σαν τα σκυλιά,
στην πόλη τριγυρνάνε.
16Εδώ κι εκεί σκορπίζονται
γυρεύοντας να φάνε·
αν δεν χορτάσουν
περνούν τη νύχτα τους γαυγίζοντας.
17Αλλά εγώ θα τραγουδώ τη δύναμή σου
και θα εξυμνώ το έλεός σου το πρωί,
γιατί εσύ ήσουν τ’ οχυρό μου,
το καταφύγιό μου στης θλίψης μου τη μέρα.
18Ω, δύναμή μου, για σένα θα ψάλω·
γιατί εσύ, Θεέ, είσαι το κάστρο μου,
ο Θεός που μ’ αγαπά.
ΨΑΛΜΟΙ 60
Ο Θεός απαντάει στις επικλήσεις του νικημένου λαού του
(Στ. 7-14· Ψλ 108,7-14)
1Στον πρωτοψάλτη· όπως το «σουσάν-εδούθ» (το κρίνο είναι μάρτυρας). Μικτάμνζ του Δαβίδ –για διδασκαλία. 2Την εποχή που ο Δαβίδ κίνησε εκστρατεία εναντίν των Συρίων της Μεσοποταμίας και της Σωβά. Τότε ο Ιωάβ γύρισε και νίκησε τους Εδωμίτες στην κοιλάδα του Άλατος –δώδεκα χιλιάδες άντρες.
3Θεέ, μάς έριξες μακριά σου,
μας διασκόρπισες·
οργίστηκες, γύρνα πάλι σ’ εμάς.
4Συντάραξες τη γη και τηνε ράγισες·
γιάτρεψε τις ρωγμές της
γιατί κλονίζεται.
5Έκανες ο λαός σου να υποστεί τα πάνδεινα·
μας πότισες του ιλίγγου το κρασί.
6Σημείο έδωσες σ’ αυτούς που σε φοβούνται,
για να ξεφύγουνε το βέλος
του τοξότη.
(Διάψαλμα)
7Για να ελευθερωθούμ’ εμείς, οι αγαπημένοι σου,
σώσε μας με τη δύναμή σου
κι αποκρίσου μας.
8Μίλησε ο Θεός μες στο ναό του:
«Θα θριαμβεύσω, θα σας μοιράσω τη Συχέμ·
και την κοιλάδα της Σουκκώθ θα σας παραχωρήσω.
9Δικός μου είναι ο Γαλαάδ,
δικός μου ο Μανασσής·
ο Εφραΐμ, η περικεφαλαία μου
και σκήπτρο μου ο Ιούδας.
10Η Μωάβ είναι λεκάνηνη για να νίβομαι
και ρίχνω το σανδάλι μουνθ
στη χώρα του Εδώμ·
χώρα των Φιλισταίων, ζητωκραύγασέ με».
11Ποιος θα με φέρει στην οχυρωμένη πόλη;
και ποιος θα μ’ οδηγήσει ως την Εδώμ;
12Ποιος άλλος από σένα, Θεέ;
Εσύ όμως μας απέρριψες!
Δε βγαίνεις πια στον πόλεμο, Θεέ,
μαζί με τις στρατιές μας.
13Δώσ’ μας βοήθεια
ενάντια στον εχθρό·
ανώφελη η ανθρώπινη βοήθεια.
14Με το Θεό μαζί μας
θα κάνουμε σπουδαία κατορθώματα·
εκείνος θα συντρίψει τους εχθρούς μας.
ΨΑΛΜΟΙ 61
Αιώνια θα ’θελα να μένω στη σκηνή σου
1Στον πρωτοψάλτη· με λαούτα. Του Δαβίδ.
2Άκουσε, Θεέ, την έκκλησή μου·
δώσε προσοχή στην προσευχή μου.
3Από τα πέρατα της γης σ’ εσέ φωνάζω
μ’ αδύναμη καρδιά·
στο βράχο, που πιο πάνω από μένα υψώνεται,
ανέβασέ με.
4Γιατί είσ’ εσύ για μένα καταφύγιο
κάστρο ισχυρό μπρος στον εχθρό.
5Αιώνια θα ’θελα να μένω στη σκηνή σου·
να καταφεύγω κάτω απ’ τις φτερούγες σου.
(Διάψαλμα)
6Γιατί εσύ, Θεέ, τα τάματά μου δέχτηκες·
και μου ’δωσες κληρονομιά
οπού σ’ αυτούς ταιριάζει,
που τ’ όνομά σου σέβονται.
7Στου βασιλιά τις μέρες, μέρες πρόσθεσε·
τα χρόνια του ας επεκταθούν
σε γενιές και γενιές.
8Ας βασιλεύει αιώνια στο Θεό μπροστά.
Η αγάπη σου και η αλήθεια σου
πάνω του ας αγρυπνούνε.
9Έτσι θα εξυμνώ κι εγώ για πάντα τ’ όνομά σου,
το τάμα μου εκπληρώνοντας
από μέρα σε μέρα.
ΨΑΛΜΟΙ 62
Κοντά στο Θεό βρίσκει η ψυχή μου τη γαλήνη
1Στον πρωτοψάλτη· όπως ο «Ιεδουθούν».ξ Ψαλμός του Δαβίδ.
2Μονάχα στο Θεό βρίσκει η ψυχή μου τη γαλήνη·
μόνο από κείνον έρχεται η σωτηρία μου.
3Μονάχα εκείνος είναι
προστάτης και σωτήρας μου
και κάστρο μου·
μπορεί να κλονιστώ, μα δε θα πέσω.
4Ως πότε θα τα βάζετε
όλοι σας μ’ έναν άνθρωπο
και θα ζητάτε να τον ρίξετε
καθώς τον τοίχο οπού γέρνει,
καθώς το φράχτη τον ετοιμόρροπο;
5Αυτό που θέλουν είναι να τον ρίξουν
απ’ την τιμητική του θέση·
το ψέμα τούς αρέσει·
με το στόμα τους ευλογούν,
μέσα τους καταριούνται.
(Διάψαλμα).
6Μονάχα στο Θεό βρίσκει η ψυχή μου τη γαλήνη·
γιατί αυτός μου δίνει την ελπίδα μου.
7Μονάχα εκείνος είναι
προστάτης και σωτήρας μου
και κάστρο μου·
καθόλου δε θα κλονιστώ.
8Η σωτηρία κι η δόξα μου
βρίσκονται στο Θεό·
αυτός είναι ο δυνατός προστάτης μου,
το καταφύγιό μου είναι στο Θεό.
9Σ’ εκείνον έλπιζε κάθε στιγμή,
λαέ μου,
μπροστά του ανοίξτε τις καρδιές σας·
το καταφύγιό μας είν’ ο Θεός.
(Διάψαλμα)
10Πνοή τ’ ανέμου οι επιφανείς
και σαν καπνός οι άσημοι·
στης ζυγαριάς το δίσκο όλοι μαζί
λιγότερο θα ζύγιζαν απ’ την πνοή του ανέμου.
11Στη βία μην εμπιστεύεστε,
μάταια μην ελπίζετε στην αρπαγή·
κι ο πλούτος αν πληθαίνει
μην προσηλώνεστε σ’ αυτόν.
12Μία φορά μίλησε ο Θεός
κι εγώ άκουσα δύο πράγματα:
Πως στο Θεό ανήκει η δύναμη,
13σ’ εσένα, Κύριε, η καλοσύνη·
και πως εσύ ανταποδίδεις στον καθένα
σύμφωνα με τα έργα του.
ΨΑΛΜΟΙ 63
Η ευσπλαχνία σου είναι καλύτερη κι απ’ τη ζωή
1Ψαλμός του Δαβίδ, όταν ήταν στην έρημο του Ιούδα.
2Θεέ, Θεός μου είσ’ εσύ,
σ’ αναζητώ απ’ τα χαράματα·
διψάει για σένα η ψυχή μου·
η σάρκα μου σ’ αποζητάει
σε μια έρημη, στεγνή
κι άνυδρη γη.
3Στο ναό τον άγιο κοίταξα για σένα,
τη δύναμή σου και τη δόξα σου να δω.
4Επειδή είναι πιο καλή κι απ’ τη ζωή
η ευσπλαχνία σου,
τα χείλη μου θα σ’ ανυμνούν.
5Όλη μου τη ζωή θα σ’ ευλογώ
και στ’ όνομά σου
θα προσεύχομαι.
6Θα χορτάσει η ψυχή μου σαν από εκλεκτό συμπόσιο·
και με χείλη χαρούμενα
το στόμα μου θα υμνολογεί.
7Τη νύχτα στο κρεβάτι μου
η σκέψη μου σ’ εσένα όλο γυρίζει
και ψιθυρίζω προσευχές.
8Γιατί μου στάθηκες βοηθός,
στον ίσκιο απ’ τις φτερούγες σου
ύμνους χαράς τονίζω.
9Μαζί σου δέθηκε η ζωή μου·
και με στηρίζει το δυνατό σου χέρι.
10Μα εκείνοι που ζητάνε να καταστρέψουν
την ψυχή μου,
θα μπουν στα έγκατα της γης.
11Στην εξουσία του ξίφους θα παραδοθούν·
των τσακαλιών τροφή θα γίνουν.
12Κι ο βασιλιάς στο Θεό θα ’βρει τη χαρά του·
όποιος ορκίζεται στ’ όνομα του Θεού,
μπορεί να χαίρεται
γιατί των ψευδολόγων θα κλειστεί το στόμα.

ΨΑΛΜΟΙ 64
Η νίκη του Θεού πάνω στους κακόγλωσσους
1Στον πρωτοψάλτη. Ψαλμός του Δαβίδ.
2Άκουσε, Θεέ,
της θρηνωδίας μου τη φωνή·
από τον κίνδυνο του εχθρού
φύλαξε τη ζωή μου.
3Κρύψε με
απ’ τις συνωμοσίες των κακούργων,
απ’ των παράνομων τη σύναξη.
4Ακόνισαν τη γλώσσα τους σαν ξίφος,
κατεύθυναν τα βέλη τους λόγια πικρά,
5για να τοξεύουν στα κρυφά τον άψογο·
άξαφνα του ρίχνουν με το τόξο
και δε φοβούνται.
6Αμετακίνητοι στο πονηρό τους έργο,
συμβούλια κάνουν,
πώς τις παγίδες τους να κρύψουν·
και λεν:
«Ποιος θα τις δει;»
7Εγκλήματα σχεδιάζουν λέγοντας:
«Είμαστε έτοιμοι· η δουλειά καλά μελετημένη».
Ανεξερεύνητη η καρδιά
κι η σκέψη κάθε ανθρώπου.
8Αλλά ο Θεός έριξε πάνω τους τα βέλη του
και ξαφνικά βρεθήκαν πληγωμένοι.
9Άφησε να καταστραφούν από τη γλώσσα τους·
όλοι όσοι τους βλέπουνε
κουνάνε το κεφάλι.
10Όλοι οι άνθρωποι φοβήθηκαν,
διαλάλησαν το έργο του Θεού
και ό,τι έπραξε, καλά το καταλάβαν.
11Στον Κύριο βρίσκει ο δίκαιος τη χαρά του,
σ’ αυτόν και την ελπίδα του·
όλες οι τίμιες καρδιές θα τον δοξάζουν.
ΨΑΛΜΟΙ 65
Σ’ εσένα ύμνος ταιριάζει, Θεέ
1Στον πρωτοψάλτη. Ψαλμός του Δαβίδ, τραγούδι.
2Στη Σιών ύμνος σού ταιριάζει,
Θεέ!ξα
Σ’ εσένα να εκπληρώνονται τα τάματα.
3Σ’ εσένα που εισακούς τις προσευχές
έρχεται κάθε άνθρωπος.
4Οι ανομίες μας μας ξεπερνούν σε δύναμη·
αλλά τις παραβάσεις μας
μπορείς εσύ να συγχωρήσεις.
5Μακάριος είν’ αυτός που εκλέγεις,
που τον παίρνεις κοντά σου
μες στις αυλές σου για να κατοικεί!
Θα μας χορτάσουν τ’ αγαθά του οίκου σου,
η ιερότητα του αγιαστηρίου σου.
6Μες στην πιστότητά σου θα μας αποκριθείς
κάνοντας έργα εκπληκτικά,
Θεέ, σωτήρα μας,
η σιγουριά σ’ όλες της γης τις άκρες,
στις μακρινές τις θάλασσες.
7Με την ισχύ σου θεμελιώνεις τα βουνά,
δύναμη είσαι ζωσμένος·
8της θάλασσας τον παφλασμό ηρεμείς,
τον ήχο των κυμάτων της
και των λαών το θόρυβο.
9Οι άνθρωποι που κατοικούν στης γης τα πέρατα
στέκουν με τρόμο μπρος στα θαυμαστά σου έργα·
απ’ της ανατολής την άκρη ως της δύσης
κάνεις να υψώνονται φωνές χαράς.
10Τη γη επισκέπτεσαι και της χαρίζεις αφθονία,
την πλημμυρίζεις αγαθά·
με νερό, Θεέ, γεμίζεις το ποτάμι σου,
φροντίζεις την καρποφορία της,
έτσι καθώς την προετοιμάζεις.
11Δίνεις στ’ αυλάκια της να πιουν,
το σβωλιασμένο της το χώμα ισιώνεις,
την απαλαίνεις με την ήρεμη βροχή
και ευλογείς το κάθε της βλαστάρι.
12Όλο τον κύκλο της χρονιάς
τονε στολίζεις με τις καλοσύνες σου·
όπου περάσεις χύνετ’ η αφθονία.
13Στις στέπες τα λιβάδια θάλλουν
κι οι λόφοι περιζώνονται χαρά.
14Γεμίζουν πρόβατα τα βοσκοτόπια,
οι κάμποι μες στις θημωνιές τυλίγονται·
τραγούδια και κραυγές χαράς ηχούν!
ΨΑΛΜΟΙ 66
Ύμνος στο Θεό τον ελευθερωτή
1Στον πρωτοψάλτη· άσμα, ψαλμός.
Υμνήστε το Θεό με αλαλαγμούς
όλης της γης οι άνθρωποι!
2Ψάλτε τη δόξα του ονόματός του·
προσφέρτε του ύμνο έξοχο!
3Πέστε στο Θεό
«Τι φοβερά τα έργα σου!
Τόσο τρομαχτική είναι η δύναμή σου
που οι εχθροί σου σκύβουνε
μπρος σου υποταχτικά.
4Σε προσκυνάει όλη η γη,
ύμνους σου ψέλνουν·
τ’ όνομά σου δοξολογούν».
(Διάψαλμα)
5Ελάτε για να δείτε τα έργα του Θεού·
ενέργειες θαυμαστές για τους ανθρώπους.
6Τη θάλασσα την έκανε στεριά,
με στεγνά πόδια
διασχίσαν το ποτάμι·
εκεί χαρήκαμε γι’ αυτό που έκανε.
7Δεσπόζει με τη δύναμή του αιώνια,
τα μάτια του επιτηρούνε τους λαούς·
δε θα τολμήσουν οι αντάρτες
να του αντισταθούν.
(Διάψαλμα)
8Λαοί, ευλογείτε το Θεό μας·
κι ας αντηχήσει ο ύμνος του.
9Αυτόν που δίνει στις ψυχές μας
τη ζωή·
και δε μας άφησε να κλονιστούμε.
10Μας πέρασες από δοκιμασία, Θεέ,
από το χωνευτήρι της φωτιάς,
έτσι όπως καθαρίζουνε το ασήμι.
11Μας έφερες μες στην παγίδα για να πέσουμε,
έβαλες φόρτωμα βαρύ
πάνω στη μέση μας.
12Άφησες να καθίσουν άνθρωποι
απάνω στο κεφάλι μας,
περάσαμε από φωτιά κι από νερό·
και μας οδήγησες στην άνεση.
13Θα φέρω στο ναό σου ολοκαυτώματα,
θα εκπληρώσω ό,τι σου ’χα τάξει,
14όσα ψιθύρισαν τα χείλη μου
κι είπε το στόμα μου στης θλίψης μου την ώρα.
15Θα σου προσφέρω ολοκαυτώματα παχιά
μαζί με των κριαριών την κνίσα,
θα θυσιάσω βόδια και τραγιά.
(Διάψαλμα)
16Ελάτε, ακούστε, και θα διηγηθώ
σ’ όλους που το Θεό φοβούνται,
όσα για μένα έκανε.
17Σ’ εκείνον κραύγαζα για βοήθεια,
βέβαιος κιόλας πως θα τον δοξολογούσα.
18Αν είχα δει ανομία στην καρδιά μου
δε θα με είχε ακούσει ο Κύριος.
19Ωστόσο μ’ άκουσ’ ο Θεός,
πρόσεξε τη φωνή της προσευχής μου.
20Ας είναι δοξασμένος ο Θεός,
που ούτε την προσευχή μου καταφρόνησε
ούτε απομάκρυνε από μένα το έλεός του.
ΨΑΛΜΟΙ 67
Να σε υμνούν όλοι οι λαοί
1Στον πρωτοψάλτη· με λαούτο. Ψαλμός, άσμα.
2Θεέ, σπλαχνίσου μας κι ευλόγησέ μας!
Το βλέμμα σου ευνοϊκό ας πέσει πάνω μας.ξβ
(Διάψαλμα)
3Για να γνωρίσουν όλοι πάνω στη γη πώς ενεργείς·
κι όλοι οι λαοί τη σωτηρία που δίνεις.
4Να σε υμνούν λαοί, Θεέ·
όλοι οι λαοί να σε υμνούνε!
5Να χαίρονται όλα τα έθνη και ν’ αγάλλονται
γιατί κρίνεις μ’ ευθύτητα την οικουμένη,
και κατευθύνεις όλα τα έθνη πάνω στη γη.
(Διάψαλμα)
6Να σε υμνούν λαοί Θεέ·
όλοι οι λαοί να σε υμνούνε!
7Η γη έδωσε τον καρπό της·
ο Θεός, ο Θεός μας
μας ευλογεί.
8Ναι, ας μας ευλογεί ο Θεός·
κι αυτόν ας σέβονται
σ’ όλα τα πέρατα της γης!
ΨΑΛΜΟΙ 68
Ύμνος για την υποδοχή του νικητή Θεού
1Στον πρωτοψάλτη· του Δαβίδ. Ψαλμός, άσμα.
2Ας εγερθεί ο Θεός,
κι ας σκορπιστούν οι εχθροί του·
ας φύγουν από μπρος του
αυτοί που τον μισούν!
3Όπως διαλύεται ο καπνός διαλύονται·
έτσι όπως λιώνει το κερί
μπρος στης φωτιάς τη φλόγα,
έτσι χάνονται οι ασεβείς
μπρος στου Θεού την παρουσία.
4Αλλά οι δίκαιοι χαίρονται κι ευφραίνονται μπρος στο Θεό,
κι από χαρά φωνάζουν.
5Τραγουδήστε στο Θεό,
με το ψαλτήρι υμνήστε τ’ όνομά του.
Ετοιμάστε το δρόμο
γι’ αυτόν που τα σύννεφα ιππεύει!
Κύριος είναι τ’ όνομά του·
αγάλλεστε μπροστά του.
6Πατέρας για τα ορφανά
και βοηθός στις χήρες
είν’ ο Θεός στο άγιο του κατοικητήριο.
7Στους έρημους δίνει οικογένεια ο Θεός,
ανοίγει στους κρατούμενους
της ευτυχίας την πύλη·
μόνο οι αποστάτες μένουν
σ’ άνυδρη γη.
8Θεέ, όταν βγήκες να οδηγήσεις το λαό σου,
όταν προπορευόσουν μες στην έρημο.
(Διάψαλμα)
9Έτρεμε τότε η γη
κι οι ουρανοί σταλάζανε μπροστά σου,
Θεέ, που στο Σινά εφανερώθης,
Θεέ του Ισραήλ.
10Έριξες άφθονη βροχή, Θεέ·
την κουρασμένη σου κληρονομιά
εσύ τη στήριξες.
11Ο λαός που σου ανήκει, κατοίκησε στη χώρα αυτή·
που την ετοίμασες για τον δυστυχισμένο,
Θεέ, απ’ την καλοσύνη σου.
12Ο Κύριος έδωσε την προσταγή
και την αναγγέλλουν πλήθος γυναίκες:
13«Βασιλιάδες κι οι στρατιές τους
τρέπονται σ’ άτακτη φυγή!
Και του σπιτιού οι γυναίκες
μοιράζουνε τα λάφυρα.
14Όσο εσείς ανάμεσα στις μάντρες των προβάτων, ξαποσταίνατε,
της περιστέρας τα φτερά σκεπάζονταν με ασήμι·
και τα μικρά της πούπουλα, πρασινωπό χρυσάφι».ξγ
15Όταν σκόρπιζε ο Παντοδύναμος
τους βασιλιάδες μες στη χώρα,
ήτανε σαν να χιόνιζε στ’ όρος Σαλμών.ξδ
16Βουνό Θεού, το όρος της Βασάν·
βουνό πολύκορφο, το όρος της Βασάν.
17Γιατί, πολύκορφα βουνά, ζηλεύετε
το όρος της Σιών,
που το επιθύμησε ο Θεός
για κατοικία του;
Κι όμως ο Κύριος θα μένει εκεί για πάντα.
18Τ’ αστραφτερά του Θεού τ’ άρματα
είναι αναρίθμητες χιλιάδες.
Ο Κύριος είναι ανάμεσά τους, ο Κύριος του Σινά,
με την αγιότητά του.
19Στα ψηλώματα ανέβηκες,
έπιασες αιχμαλώτους·
απ’ τους ανθρώπους δώρα έλαβες
και από τους αποστάτες·
ώστε να κατοικήσουνε κι αυτοί
στο Θεό κοντά, στον Κύριο.
20Ας έχει δόξα ο Κύριος που μέρα με τη μέρα
σηκώνει το φορτίο μας,
της σωτηρίας μας ο Θεός!
(Διάψαλμα)
21Ο Θεός είναι για μας Θεός σωτηρίας·
κι ο Κύριός μας, ο Θεός,
μάς γλιτώνει απ’ το θάνατο.
22Ο Θεός το κεφάλι των εχθρών του συντρίβει,
εξοντώνει αυτούς
που επιμένουν στις ανομίες τους.
23Είπε ο Κύριος:
«Τους φέρνω πίσω απ’ τη Βασάν·
τους φέρνω πίσω από το βυθό
της θάλασσας,
24για να βαφτεί το πόδι σου στο αίμα,
κι η γλώσσα των σκυλιών σου
να ’χει κι αυτή μερίδιο
απ’ τους εχθρούς σου».
25Είδαμε τη θριαμβευτική σου είσοδο, Θεέ·
την είσοδό σου στο ναό τον άγιο,
Θεέ μου, βασιλιά μου.
26Οι ψάλτες πήγαιναν μπροστά,
πίσω οι κιθαριστές,
και γύρω γύρω κόρες
τυμπανίστριες.
27«Μες στις συνάξεις ευλογείτε το Θεό
ευλογείτε τον Κύριο, όσοι είστε απόγονοι
του Ισραήλ».
28Εκεί βρίσκονται ο Βενιαμίν, ο νεότερος,
που πάει μπροστά απ’ τους άλλους,
οι άρχοντες του Ιούδα κι ο λαός τους·
οι άρχοντες του Ζαβουλών,
οι άρχοντες του Νεφθαλί.
29Δίνει ο Θεός σου διαταγή,
Ισραήλ, να είσαι δυνατός.
«Στέριωσε, Θεέ,
εκείνο που έκανες για μας.
30Μες στο ναό σου στην Ιερουσαλήμ,
οι βασιλείς το φόρο τους σου φέρνουν.
31Φοβέρισέ το το θεριό της καλαμιάς,ξε
τα έθνη, αυτό το κοπάδι
από μοσχάρια κι από ταύρους,
αυτούς που προσκυνούν μπροστά σου,
κρατώντας ασήμι στα χέρια τους».
Σκόρπισε ο Κύριος τους λαούς τούς πολεμόχαρους.ξς
32Θα ’ρθούν απεσταλμένοι
από την Αίγυπτο·
απ’ την Αιθιοπία με δώρα θα τιμήσουν
το Θεό.ξζ
33Βασίλεια της γης, ψάλτε στο Θεό·
υμνήστε τον Κύριο!
(Διάψαλμα)
34Αυτόν που ιππεύει στους ουρανούς
στους ουρανούς τους πανάρχαιους!
Να την, ακούγεται η φωνή του,
φωνή πανίσχυρη.
35Αναγνωρίστε του Θεού τη δύναμη
απλώνεται η μεγαλοσύνη του στον Ισραήλ·
στα σύννεφα η δύναμή του.
36Τρομερός είν’ ο Θεός στον άγιο του τον τόπο,
ο Θεός του Ισραήλ,
αυτός δίνει τη δύναμη και την ισχύ στο λαό του·
ας έχει δόξα ο Θεός!

ΨΑΛΜΟΙ 69
Η ολόψυχη φροντίδα μου για το ναό σου
1Στον πρωτοψάλτη· όπως το «Σοσανίμ» (τα Κρίνα). Του Δαβίδ.
2Σώσε με, Θεέ·
γιατί φτάσανε
ως το στόμα μου τα νερά.
3Βυθίστηκα βαθιά στη λάσπη
και δεν υπάρχει στήριγμα·
μπήκα στα βάθη των νερών
κι η πλημμύρα με σκέπασε.
4Κουράστηκα φωνάζοντας,
ξεράθηκε ο λάρυγγάς μου,
τα μάτια μου σβηστήκανε,
προσμένοντας εσένα, Θεέ μου.
5Πιότεροι απ’ τα μαλλιά της κεφαλής μου
γίναν’ αυτοί που αναίτια με μισούν,
πήραν ισχύ όσοι γυρεύουν το χαμό μου
κι εχθροί μου είναι άδικα·
ζητούν να επιστρέψω εκείνο που δεν άρπαξα.
6Θεέ, ξέρεις εσύ την αφροσύνη μου·
κι η ενοχή μου δε σου είναι κρυφή.
7Ας μη γίνω αφορμή ντροπή να νιώσουν
όσοι σ’ εσένα ελπίζουνε,
Κύριε, του σύμπαντος Θεέ,
κι ας μη γίνω αφορμή ν’ απογοητευτούν
αυτοί που σε γυρεύουνε,
Θεέ του Ισραήλ.
8Για χάρη σου υπέφερα τον εξευτελισμό·
σκέπασε η ντροπή το πρόσωπό μου.
9Αποξενώθηκα απ’ τ’ αδέρφια μου·
κι αλλοφερμένος έγινα
για της μητέρας μου τους γιους.
10Γιατί η φλογερή αγάπη
για το ναό σου με κατέφαγε·
κι οι εξευτελισμοί πέσαν απάνω μου
εκείνων που με βρίζουν.
11Με τη νηστεία συγκράτησα
την οργή της ψυχής μου,
κι αυτοί με χλεύασαν.
12Όταν τη συντριβή μου έδειξα
φορώντας ρούχα πένθιμα μετάνοιας,
αυτοί με περιγέλασαν.
13Για μένα κουβεντιάζουν
αυτοί που κάθονται στην είσοδο της πόλης,
και τραγουδούν σε βάρος μου,
εκείνοι που τα πίνουν.
14Αλλά εγώ προσεύχομαι σ’ εσένα,
Κύριε, την ώρα την κατάλληλη·
Θεέ, με την πολλή ευσπλαχνία σου
απάντησέ μου,
με την αλήθεια σου
δώσε τη σωτηρία μου.
15Τράβηξέ με απ’ το βούρκο
ώστε να μη βουλιάξω·
σώσε με απ’ τους εχθρούς μου
κι απ’ των νερών τα βάθη.
16Ας μη με κατακλύσει η πλημμύρα των υδάτων,
κι ας μη με καταπιεί, ο βυθός·
κι ας μην κλείσει του τάφου
το στόμα πάνω μου.
17Απάντησέ μου, Κύριε,
γιατί είν’ η αγάπη σου καλή·
νοιάσου με όπως ταιριάζει
στην ευσπλαχνία σου την πολλή.
18Και μην κρύψεις την παρουσία σου
απ’ το δούλο σου·
επειδή βρίσκομαι σε θλίψη,
γρήγορα αποκρίσου μου.
19Σίμωσε την ψυχή μου, λύτρωσέ την·
αφού έχω εχθρούς,
απάλλαξέ με.
20Ξέρεις εσύ το διασυρμό μου,
τον εξευτελισμό μου,
την ντροπή μου·
βλέπεις όλους τους καταπιεστές μου.
21Σύντριψε την καρδιά μου ο χλευασμός
κι είναι απελπισμένη·
έλπισα ότι θα βρω
κάποιον να με συμμεριστεί
αλλά μάταια·
και παρηγορητές,
αλλά δε βρήκα.
22Και μου ’δωσαν χολή στο φαγητό μου
κι όταν διψούσα
με ποτίζαν ξύδι.
23Παγίδα ας γίνουν τα τραπέζια τους
μπροστά τους·
και δόκανο για τους συνδαιτημόνες τους
τα φαγητά απ’ τις ειρηνικές θυσίες τους.
24Τα μάτια τους ας σκοτεινιάσουν
να μη βλέπουν·
και δίπλωσε τη μέση τους για πάντα.
25Άδειασε την οργή σου πάνω τους·
κι ο άγριος θυμός σου
ας τους βρει.
26Ας γίνει η κατασκήνωσή τους έρημη·
και στις σκηνές τους
ψυχή ας μην καθίσει.
27Γιατί αυτόν που χτύπησες εσύ,
τον καταδίωξαν·
και στον πόνο εκεινών που τους πλήγωσες
πρόσθεσαν κι άλλον.
28Λογάριασε όλα τους τ’ αμαρτήματα
κι ας μην έχουν σ’ εσένα πέραση για δίκαιοι.
29Απ’ το βιβλίο των ζώντων ας σβηστούν·
και με τους δίκαιους
ας μην καταγραφούν.
30Αλλά εγώ ’μαι αδύνατος
και πονεμένος·
η σωτηρία σου, Θεέ,
ας με προστατέψει.
31Θα εξυμνήσω τ’ όνομα του Θεού μου
με τραγούδι·
με την ευχαριστία
θα τον δοξάσω.
32Κι αυτό μπροστά στον Κύριο
θα ’ναι καλύτερο από θυσία βοδιού
και μοσχαριού, με κέρατα και οπλές.
33Οι ταπεινοί κοιτάξτε
και χαρείτε!
Σεις που ζητάτε το Θεό
ας πάρει θάρρος η καρδιά σας!
34Άκουσε ο Κύριος τους φτωχούς·
και τους φυλακισμένους του
δεν καταφρόνεσε.
35Ας τον υμνήσουν οι ουρανοί κι η γη,
τα ύδατα
κι όσα κινούνται μες σ’ αυτά.
36Τη σώζει τη Σιών ο Θεός
κι οικοδομεί τις πόλεις του Ιούδα·
και θα γυρίσουν εκεί για να ζήσουν μόνιμα.
37Οι απόγονοι των δούλων του
θα την κληρονομήσουν·
σ’ αυτήν θα κατοικούν εκείνοι
που τ’ όνομά του αγαπούν.
ΨΑΛΜΟΙ 70
Έλα, Κύριε, μην αργείς
(Ψλ 40,14-18)
1Στον πρωτοψάλτη· του Δαβίδ. Αναμνηστικός.
2Κύριε, στέρξε να με σώσεις·
τάχυνε, Κύριε,
να με βοηθήσεις.
3Ας ντροπιαστούν κι ας εξουθενωθούν
αυτοί που θέλουν ν’ αφαιρέσουν τη ζωή μου·
ατιμασμένοι ας πισωστρέψουν
αυτοί που με τη δυστυχία μου
χαίρονται.
4Ας πισωστρέψουν καταντροπιασμένοι
όσοι για μένα λέν’:
«Καλά να πάθει».
5Ας ευφρανθούν και ας χαρούν κοντά σου
όλοι, όσοι σε ζητάνε, Κύριε,
και πάντα ας λένε:
«Μεγάλος είναι ο Θεός!»
όσοι αγαπούν τη σωτηρία που χαρίζεις.
6Εγώ όμως είμαι άθλιος και φτωχός,
Θεέ, για μένα πρόφτασε!
Εσύ ’σαι βοηθός μου κι ελευθερωτής,
Κύριε, μην αργήσεις.
ΨΑΛΜΟΙ 71
Μη μ’ αρνηθείς στα γηρατειά μου
1Σ’ εσένα, Κύριε, κατέφυγα·
ποτέ ας μην ντροπιαστώ.
2Με τη δικαιοσύνη σου
θα με λυτρώσεις και θα μ’ ελευθερώσεις·
την προσοχή σου στρέψε την σ’ εμένα
και σώσε με.
3Γίνε για μένα
βράχος, για να προστατευτώ,
φρούριο, για να με σώσεις·
γιατί βράχος μου
και φρούριό μου είσ’ εσύ.
4Θεέ μου, μ’ ελευθέρωσες
απ’ του κακού την εξουσία,
απ’ τη λαβή του αμαρτωλού
και του καταπιεστή.
5Γιατί εσύ ’σαι, Κύριε, η ελπίδα μου·
από της νιότης μου τα χρόνια, Κύριε,
η εμπιστοσύνη μου.
6Επάνω σου στηρίχτηκα·
αγέννητος ακόμη, από της μάνας μου τη μήτρα
το καταφύγιό μου είσ’ εσύ·
εσένα υμνώ παντοτινά.
7Πολλοί νομίζουν ότι μ’ εγκατέλειψες·
αλλά εσύ ’σαι το ισχυρό μου καταφύγιο.
8Γεμάτο είναι το στόμα μου
απ’ τον ύμνο σου·
όλη τη μέρα απ’ τη μεγαλοπρέπειά σου.
9Μη μ’ αρνηθείς στα γηρατειά μου·
σαν φεύγει η δύναμή μου
μη μ’ εγκαταλείψεις.
10Οι εχθροί μου με κακολογούν·
κι αυτοί που κατατρέχουν τη ζωή μου
συσκέπτονται μαζί,
11λέγοντας: «Τον παράτησε ο Θεός·
καταδιώξτε τον και πιάστε τον,
γιατί δεν έχει αυτός σωτήρα».
12Θεέ, από μένα μην απομακρύνεσαι·
Θεέ μου, τρέξε να με βοηθήσεις.
13Ας ντροπιαστούνε κι ας χαθούν
όσοι μ’ επιβουλεύονται,
ας σκεπαστούν μ’ αισχύνη
κι όνειδος
αυτοί που το κακό μου επιδιώκουν.
14Εγώ όμως πάντα ελπίζω
κι αδιάκοπα θα σε δοξολογώ.
15Το στόμα μου
θα εξιστορεί τη δικαιοσύνη σου,
όλη τη μέρα τη βοήθειά σου·
γιατί να τις απαριθμήσω δεν μπορώ.
16Θ’ αναφερθώ στα κατορθώματα Κυρίου
του Θεού·
στο νου θα φέρω τη δικαιοσύνη σου
–μονάχα τη δική σου.
17Θεέ, απ’ τα νιάτα μου με δίδαξες
και ως τα τώρα διαλαλώ
τα θαυμαστά σου έργα.
18Ακόμα κι ως τα γερατειά
κι όταν ασπρίσουν τα μαλλιά,
Θεέ, να μη μ’ αφήσεις,
ώσπου τη δύναμή σου να κηρύξω
σ’ ετούτη τη γενιά,
και σ’ όλες που θα ’ρθούνε την ισχύ σου,
19και τη δικαιοσύνη σου, Θεέ,
ως τα ύψη,
γιατί σπουδαία έργα έκανες·
ποιος είναι όμοιός σου, Θεέ;
20Εσύ, που θλίψεις μου ’δωσες πολλές
και συμφορές,
μου ξαναδίνεις τη ζωή·
κι από την άβυσσο της γης
επάνω μ’ ανεβάζεις.
21Το μεγαλείο μου αύξησε
και παρηγόρησέ με πάλι.
22Κι εγώ θα σε δοξολογήσω
με άρπα·
Θεέ μου, το πόσο είσαι πιστός
με λύρα θα σου ψάλλω,
Άγιε Θεέ του Ισραήλ.
23Τα χείλη μου θα ψάλλουν με χαρά
γιατί με λύτρωσες·
και η ψυχή που λύτρωσες θα χαίρεται.
24Η γλώσσα μου
όλη τη μέρα τη δικαιοσύνη σου θα ψιθυρίζει·
γιατί αισχυνθήκαν και ντροπιάστηκαν
όσοι γυρεύουν το κακό μου.
ΨΑΛΜΟΙ 72
Προσευχή για να ευλογήσει ο Θεός το βασιλιά
1Για το Σολομώντα.
Κύριε, την ευθυκρισία σου
δώσε στο βασιλιά·
και τη δικαιοσύνη σου
σ’ αυτόν, που ’ναι κι ο νόμιμος διάδοχος.
2Ώστε να κυβερνήσει το λαό σου
αμερόληπτα·
και ν’ αποδώσει δικαιοσύνη στους φτωχούς σου.
3Τα βουνά ας φέρνουνε ειρήνη
στο λαό·
και δίκαιη κρίση οι λόφοι.
4Του λαού ας κρίνει δίκαια τους φτωχούς,
ο βασιλιάς,
τους γιους ας βοηθάει των αδυνάτων·
σκόνη ας κάνει τους καταπιεστές τους.
5Ας ζήσει ο βασιλιάς όσο ο ήλιος
κι όσο η σελήνη σ’ όλες τις γενιές.
6Θα πέσει στα χωράφια σαν δροσιά
σαν τη βροχή όπου τη γη
ποτίζει.
7Στις μέρες του θα προοδεύει
ο δίκαιος
και πολλή θα ’ναι ειρήνη,
ως τότε που η σελήνη δε θα υπάρχει πια.
8Και θα κυριαρχήσει
από τη μια ως την άλλη
θάλασσα,ξη
κι από τον ποταμό
ως τα πέρατα της γης.
9Μπροστά του θα προσπέσουνε
οι νομάδες της ερήμου·
χώμα θα γλείψουν
οι αντίπαλοί του.
10Οι βασιλιάδες της Θαρσείς
και των χωρών των μακρινών
δώρα θα φέρουν·
θα δώσουν φόρο υποτέλειας
οι βασιλιάδες της Σαβά και της Σεβά.
11Και θα τον προσκυνήσουν
όλοι οι βασιλιάδες·
όλοι οι λαοί αυτόν
θα υπηρετούν.
12Αυτός θα ελευθερώσει το φτωχό,
που εκλιπαρεί βοήθεια·
και τον αδύνατο,
που βοηθό δεν έχει.
13Σπλαχνίζεται φτωχούς και αδυνάτους
και τη ζωή των φτωχών σώζει.
14Από την καταπίεση
κι από την αδικία
θα εξαγοράσει τις ζωές τους·
το αίμα τους
θα ’ναι στα μάτια του πολύτιμο.
15Θα ζήσει και θα του δοθεί
απ’ το χρυσάφι της Σαβά,
και θα προσεύχονται γι’ αυτόν
παντοτινά·
όλες τις μέρες θα τον ευλογούν.
16Και θα υπάρχει αφθονία σταριού στη χώρα,
ίσαμε τις βουνοκορφές,
και σαν τα δάση του Λιβάνου θα κυματίζουνε
τα στάχυα·
και θα ευδοκιμούν οι πόλεις
όμοια με το χορτάρι το άφθονο της γης.
17Αιώνια ας μείνει τ’ όνομά του
όσο υπάρχει ήλιος,
κι η φήμη του ας ακτινοβολεί.
Ένας στον άλλο ας εύχεται
την ευλογία που έλαβε κι εκείνος·
αυτόν ας μακαρίζουν
όλοι οι λαοί.
18Ας είναι ευλογημένος
Κύριος, ο Θεός,
του Ισραήλ ο Θεός·
που μόνο εκείνος πράττει
έργα αξιοθαύμαστα.
19Ευλογημένο το ένδοξό του όνομα
αιώνια,
κι ας είναι όλη η γη
γεμάτη από τη δόξα του,
αμήν και αμήν·
20Τέλος των προσευχών του Δαβίδ,
γιου του Ιεσσαί.

ΨΑΛΜΟΙ 73
ΒΙΒΛΙΟ ΤΡΙΤΟ
(Ψαλμοί 73–89)
Όταν φαίνεται πως οι κακοί σε όλα πετυχαίνουν
1Ψαλμός του Ασάφ.
Πόσο καλός είν’ ο Θεός για τον Ισραήλ,
για όσους έχουν καθαρή καρδιά!
2Ωστόσο θα κλονίζονταν, παρά λίγο,
τα πόδια μου·
λίγο ακόμη και θα γλίστραγαν τα βήματά μου.
3Γιατί τους αλαζόνες ζήλεψα,
την ευτυχία βλέποντας των ασεβών.
4Αυτοί δεν δοκιμάζουν λύπες!
Κι είναι όλο υγεία κι ευεξία το σώμα τους.
5Οι μόχθοι των θνητών
σ’ εκείνους δεν υπάρχουν·
σκληρά δεν τιμωρούνται
καθώς οι άλλοι άνθρωποι.
6Για τούτο στο λαιμό τους
σαν περιδέραιο φορούν την έπαρση·
και σαν χιτώνας τούς σκεπάζει η αδικία.
7Απ’ την αναισθησία πηγάζει η κακία τους
και φαίνονται οι αμαρτωλές επιθυμίες της καρδιάς τους.
8Ειρωνεύονται τους άλλους, εγκωμιάζουν το κακό,
με αναίδεια μιλάνε κι απειλητικά.
9Ως και τους ουρανούς τούς έπιασαν στο στόμα τους,
κι η γλώσσα τους τη γη σαρώνει.
10Για τούτο ξεστρατίζει του Θεού ο λαός
και σ’ αυτούς βρίσκει
ικανοποίηση η δίψα τους.
11Και λένε: «Πώς θα το ξέρει ο Θεός;»
Κι ακόμη λένε: «Τάχα λαβαίνει γνώση ο Ύψιστος;»
12Να, αυτοί είναι οι ασεβείς
και οι αιώνια αμέριμνοι:
Αυξάνουνε σε δύναμη.
13Άραγε άσκοπα καθάρισα, Κύριε, την καρδιά μου
κι έπλυνα τα χέρια μου
για να δείξω την αθωότητά μου;
14Τιμωρημένος ήμουν κάθε μέρα·
και παιδευόμουν τα πρωινά.
15Αν συλλογιόμουν: «Θα μιλήσω σαν κι αυτούς»,
τη γενιά τότε των παιδιών σου
θα την πρόδινα.
16Προσπάθησα το θέμα αυτό να το σκεφτώ
και να το καταλάβω,
αλλά στα μάτια μου φαινόταν πράγμα δύσκολο·
17ωσότου μπήκα στο άγιο του Θεού
και κατανόησα ποιο θα είν’ το τέλος τους.
18Αχ, τους έβαλες, αλήθεια, σ’ έδαφος ολισθηρό,
τους έκανες να πέσουν σε ερείπια.
19Πώς έγιναν σε μια στιγμή συντρίμμια!
Χάθηκαν κι είχαν τέλος τρομερό.
20Σαν τ’ όνειρο που χάνεται στο ξύπνημα,
έτσι θα εξαφανίσεις, Κύριε, την εικόνα τους,
όταν θα επέμβεις.
21Όσο καιγόταν η καρδιά μου,
και στα νεφρά μου πόνοι μ’ έσφαζαν,
22ήμουν ανόητος
και τίποτα δεν καταλάβαινα·
στεκόμουνα μπροστά σου σαν το ζώο.
23Ωστόσο, εγώ πάντα κοντά σου βρίσκομαι
και με κρατάς απ’ το δεξί μου χέρι.
24Με τις δικές σου συμβουλές με οδηγείς,
κοντά στη δόξα σου με παίρνεις.
25Ποιον άλλον έχω, αν όχι εσένανε, στον ουρανό;
Τι άλλο ακόμα να ποθήσω πάνω στη γη
αφού έχω εσένα;
26Η σάρκα μου εξαντλήθηκε, το ίδιο κι η καρδιά μου
μα της καρδιάς μου βράχος
και μερίδα μου, ο Θεός
για τους αιώνες θα ’ναι.
27Γιατί να, καταστρέφονται
όσοι από σένα ξεμακραίνουν·
τους εξοντώνεις όλους αυτούς
που σου είναι άπιστοι.
28Αλλά εγώ, να προσηλώνομαι στο Θεό,
αυτή ’ναι η ευτυχία μου·
την ελπίδα μου απόθεσα στον Κύριο και Θεό,
όλα για να εξιστορώ τα θαυμαστά σου τα έργα.
ΨΑΛΜΟΙ 74
Επίκληση στο Θεό μπροστά στα ερείπια του ναού
1Μασχίλ του Ασάφ.
Γιατί, Θεέ, μάς εγκατέλειψες για πάντα;
γιατί απειλείς με την οργή σου
εκείνους που φροντίζεις;
2Θυμήσου το λαό σου,
που τον απέκτησες απ’ τα πανάρχαια χρόνια,
τη φυλή που εξαγόρασες για ιδιοκτησία σου.
Θυμήσου το όρος της Σιών,
που κατοικία σου το ’κανες.
3Φέρε τα βήματά σου
σ’ αυτά τα θλιβερά ερείπια·
όλα τα λεηλάτησαν στο ναό οι εχθροί σου.
4Βρυχήθηκαν οι αντίπαλοί σου
μέσα στο χώρο της λατρείας σου·
κι εκεί υψώσαν τις σημαίες τους.
5Έμοιαζαν σα να κράδαιναν
τσεκούρια μες στο δάσος.
6Και μονομιάς έσπασαν όλα τα ξυλόγλυπτα,
χτυπώντας με τσεκούρια και σφυριά.
7Πυρπόλησαν το αγιαστήριό σου·
ισοπεδώσαν και μολύνανε
την κατοικία της ύπαρξής σου.
8Και σκέφτηκαν: «Όλους ας τους συντρίψουμε μια κι έξω
κι ας κάψουμε όλους τους τόπους
της λατρείας του Θεού στη χώρα».
9Δε βλέπουμε πια τα σημεία της παρουσίας σου·
προφήτης δεν υπάρχει πια
κι ούτε κανένας μας γνωρίζει
το πόσο θα κρατήσει αυτό.
10Θεέ, ως πότε θα ονειδίζει ο καταπιεστής;
θα χλευάζει ο πολέμιος για πάντα τ’ όνομά σου;
11Γιατί απέσυρες τη δύναμή σου
και μένεις αδρανής;
12Αλλά εσύ Θεέ είσαι ο βασιλιάς μας από τότε που υπάρχουμε·
εσύ που ενεργείς τη σωτηρία σ’ όλη τη γη.
13Εσύ, με τη δύναμή σου, διαχώρισες τη θάλασσα·
σύντριψες τα κεφάλια των θαλασσινών δρακόντων.
14Εσύ τσάκισες του Λεβιάθαν τα κεφάλια·
τον έδωσες τροφή στα ζώα της ερήμου.
15Εσύ έκανες ν’ αναβρύσουν πηγές και χείμαρροι,
εσύ ποτάμια ξέρανες αστείρευτα.
16Δική σου είναι η μέρα, δική σου και η νύχτα·
εσύ έκανες τον ήλιο και τ’ αστέρια.
17Εσύ στερέωσες όλα τα όρια της γης,
καλοκαίρι και χειμώνα, εσύ τα έκανες.
18Θυμήσου τούτο: Σε περιγελά, Κύριε, ο εχθρός,
κι ένας ανόητος λαός προσβάλλει τ’ όνομά σου.
19Στα θηρία μην αφήνεις τη ζωή του αθώου σου,
των δύστυχών σου τη ζωή συνέχεια μην ξεχνάς.
20Επίβλεψε στη διαθήκη σου,
επειδή γέμισαν οι σκοτεινές της γης γωνιές
εστίες αδικίας.
21Μην αφήνεις να ντροπιαστεί ο καταπιεσμένος·
δώσε ο φτωχός κι ο δύστυχος να υμνούνε τ’ όνομά σου.
22Σήκω, Θεέ, υπερασπίσου το δίκιο σου·
θυμήσου πώς σε χλεύαζε όλη μέρα ο ασεβής.
23Μην ξεχνάς τις κραυγές των αντιπάλων σου,
το θόρυβο, που ολοένα εντείνεται,
αυτών που σε μισούν.
ΨΑΛΜΟΙ 75
Ο Θεός είναι ο Κριτής
1Για τον πρωτοψάλτη· όπως το «αλ-τασχέθ» (μην καταστρέφεις). Ψαλμός του Ασάφ, άσμα.
2Σ’ ευχαριστούμε, Θεέ,
σ’ ευχαριστούμε!
Τ’ όνομά σου φωνάζουμε,
τα θαυμαστά σου έργα εξιστορούμε.
3«Στο χρόνο που θα ορίσω εγώ
θα κρίνω με τιμιότητα»,
είπ’ ο Θεός.
4«Μ’ όλο που σείεται η γη
κι όλοι οι κάτοικοί της τρέμουν,
εγώ στηρίζω τις κολώνες της».
(Διάψαλμα)
5Είπα στους άφρονες:
«Πάψτε τις αφροσύνες»,
στους ασεβείς:
«Μη γίνεστε υπερόπτες.
6Μην υπερβάλλετε το κύρος σας,
και μη μιλάτε με θρασύτατη φωνή.
7Γιατί ούτε απ’ την ανατολή
ούτε απ’ τη δύση·
ούτε απ’ την έρημο,
μα ούτε κι απ’ τα όρη
έρχεται η δίκαιη κρίση.
8Αλλά ο Θεός είν’ ο κριτής·
τον ένα ταπεινώνει και τον άλλο υψώνει».
9Στο χέρι του κρατάει ο Κύριος
κούπα με δυνατό κρασί,
που ακόμα αφρίζει·
από την κούπα αυτή κερνάει
όλους της γης τους ασεβείς,
να το ρουφήξουν, να το πιουν
ως το πικρό του κατακάθι.
10Όμως εγώ θα σ’ εξυμνώ αιώνια·
ωδές θα ψέλνω στο Θεό του Ιακώβ,
11που θα τσακίσει όλη τη δύναμη
των ασεβών,
και θα υψώσει
των δικαίων τη δύναμη.

ΨΑΛΜΟΙ 76
Στη Σιών ο Θεός σύντριψε τον πόλεμο
1Για τον πρωτοψάλτη· με λαούτα. Ψαλμός του Ασάφ, άσμα.
2Γνωστός στην Ιουδαία ο Θεός·
στον Ισραήλ μεγάλο τ’ όνομά του.
3Στην Ιερουσαλήμ στήθηκε ο ναός του
κι η κατοικία του στη Σιών.
4Εκεί του τόξου σύντριψε τα βέλη,
το ξίφος,
την ασπίδα
και τον πόλεμο.
(Διάψαλμα)
5Εσύ ’σαι μεγαλόπρεπος,
πιο επιβλητικός κι απ’ τα αιώνια τα βουνά.ξθ
6Οι σκληροτράχηλοι λεηλατήθηκαν
κι αποκοιμήθηκαν
τον ύπνο του θανάτου·
κι όλοι οι πολεμιστές
δε βρήκαν δύναμη στα χέρια τους.
7Από την απειλή σου,
Θεέ του Ιακώβ,
ναρκώθηκαν αμάξια κι άλογα.
8Εσύ ’σαι φοβερός·
κι όταν οργίζεσαι,
ποιος στέκεται μπροστά σου;
9Από τον ουρανό άφησες ν’ ακουστεί η κρίση σου·
η γη φοβήθηκε και σώπασε,
10όταν σηκώθηκε ο Θεός
να κρίνει,
για να σώσει όλους τους δύστυχους της γης.
(Διάψαλμα)
11Ακόμα κι η μανία των ανθρώπων
σε ύμνο μετατρέπεται για σένα·
κι όσοι απ’ αυτήν ξεφεύγουν,
σαν διάδημα θα σε κοσμούν.
12Τάματα κάντε κι εκπληρώστε τα
στον Κύριο, το Θεό σας,
όλοι εσείς οι γύρω του
φέρτε δώρα στον τρομερό,
13σ’ αυτόν που κόβει
τον αέρα των αρχόντων,
και τον φοβούνται οι βασιλιάδες της γης.
ΨΑΛΜΟΙ 77
Μέσα στη θλίψη αναθυμάμαι τα θαυμαστά σου έργα
1Για τον πρωτοψάλτη· όπως ο Ιεδουθούν.ο Ψαλμός του Ασάφ.
2Φωνάζω στο Θεό και κράζω·
φωνάζω στο Θεό και θα μ’ ακούσει.
3Στης θλίψης μου τη μέρα ζήτησα τον Κύριο·
τη νύχτα ήταν τα χέρια μου απλωμένα
και δεν κουράστηκαν·
αρνήθηκε η ψυχή μου να παρηγορηθεί.
4Θυμάμαι το Θεό κι αναστενάζω·
σκέφτομαι και λιγοψυχώ.
(Διάψαλμα)
5Κράτησες άγρυπνα των ματιών μου τα βλέφαρα·
αναστατώθηκα και να μιλήσω δεν μπορώ.
6Μέρες στοχάστηκα παλιές,
αιώνες, χρόνια·
7θυμήθηκα και συλλογίστηκα,
μέσα στη νύχτα αναρωτιόμουν
και σκεφτόμουνα:
8Αιώνια θα μας απορρίπτει ο Κύριος;
δε θα μας είναι πια ευνοϊκός;
9Σταμάτησε για πάντα η αγάπη του
ή έληξε η επαγγελία του για όλες τις γενιές;
10Λησμόνησε τους οικτιρμούς του ο Θεός;
Απάνω στην οργή του
μήπως τα σπλάχνα του έκλεισε;
(Διάψαλμα)
11Κι είπα: «Αυτό είναι το πλήγμα μου:
πως άλλαξε η εύνοια του Υψίστου».
12Αναπολώ τ’ αξιοθαύμαστά σου έργα, Κύριε,
αναθυμάμαι από παλιά τα θαύματά σου.
13Στοχάζομαι όλα τα έργα σου·
και μελετώ τ’ ανδραγαθήματά σου.
14Θεέ,
άγια είναι η κάθε σου ενέργεια·
ποιος Θεός είναι μέγας σαν το Θεό μας;
15Εσύ ’σαι ο Θεός που κάνεις θαύματα·
γνώρισαν οι λαοί τη δύναμή σου.
16Με την ισχύ σου το λαό σου λύτρωσες·
τους απογόνους του Ιακώβ και του Ιωσήφ.
(Διάψαλμα)
17Σε είδαν τα νερά, Θεέ,
τα νερά σε είδαν και φοβήθηκαν
κι οι άβυσσοι ταράχτηκαν.
18Κατακλυσμός νερών απ’ τα πυκνά τα σύννεφα,
βροντή έδωσαν τα νέφη
κι οι αστραπές σου σκόρπισαν παντού.
19Η φωνή της βροντής σου
μες στον ανεμοστρόβιλο·
φώτισαν οι αστραπές την οικουμένη,
κλονίζεται και τρέμει η γη.
20Μέσ’ απ’ τη θάλασσα είναι ο δρόμος σου,
τα μονοπάτια σου στην πλημμύρα·
αλλά τα ίχνη σου δε φάνηκαν.
21Οδήγησες καθώς κοπάδι το λαό σου
με του Μωυσή το χέρι και του Ααρών.
ΨΑΛΜΟΙ 78
Το παρελθόν του Ισραήλ μάθημα που δεν πρέπει να ξεχνιέται
1Μασχίλοα του Ασάφ.
Τη διδαχή μου, λαέ μου, ακροάσου·
πρόσεξε αυτά που θα σου πω.
2Με παροιμίες θα μιλήσω·
θα πω παλιού καιρού παράδοξα,
3που ακούσαμε και μάθαμε·
και μας τα διηγήθηκαν οι πατεράδες μας.
4Δε θα τα κρύψουμε από τους απογόνους τους.
Θα διηγηθούμε στη γενιά που έρχεται
τα ένδοξα του Κυρίου έργα,
τη δύναμή του,
και τα θαύματα που έκανε.
5Εντολή όρισε στον Ιακώβ
και νόμο θέσπισε στον Ισραήλ,
και ζήτησε από τους προγόνους μας
να τον διδάξουν στα παιδιά τους,
6ώστε να τον γνωρίσει η επερχόμενη γενιά,
τα παιδιά που ήταν να γεννηθούν,
κι εκείνοι μεγαλώνοντας
να τα ιστορήσουν στα παιδιά τους.
7Για ν’ αποθέσουν την ελπίδα τους στο Θεό,
να μην ξεχάσουν του Θεού τα θαυμαστά τα έργα
αλλά τις εντολές του να τηρούν.
8Και να μη γίνουν σαν τους πατεράδες τους
γενιά της ανυπακοής και της αντίρρησης,
γενιά με φρόνημα ασταθές
και που δεν έμεινε στο Θεό πιστή η καρδιά της.
9Οι Εφραϊμίτες, οπλισμένοι και καλοί τοξότες,
λιποταχτήσαν την ημέρα του αγώνα·οβ
10δεν τήρησαν τη διαθήκη του Θεού
κι αρνήθηκαν να πορευτούν σύμφωνα με το νόμο του.
11Λησμόνησαν τα έργα του,
τα θαύματά του που τους έκανε
να δουν.
12Μπροστά στους πρόγονούς τους έκανε θαύματα·
στην πεδιάδα της Σοάν,ογ στην Αίγυπτο.
13Τη θάλασσα τη χώρισε και πέρασμα της άνοιξε
κι έστησε καθώς φράγμα τα νερά.
14Με τη νεφέλη τούς οδήγησε τη μέρα,
κι όλη τη νύχτα με τη λάμψη
της φωτιάς.
15Έσκισε βράχους μες στην έρημο,
νερό τους έδωσε να πιουν σαν από πηγές αστείρευτες.
16Ρυάκια έκανε να αναβρύσουν απ’ το βράχο
κι άφησε να ξεχυθούν ποτάμια τα νερά.
17Αλλά αυτοί συνέχισαν σ’ εκείνον ν’ αμαρτάνουν·
και εναντίον του Υψίστου να ορθώνονται στην έρημο.
18Τολμήσανε να προκαλέσουν το Θεό,
ζητώντας φαγητό κατά την όρεξή τους.
19Και τον αμφισβητήσαν·
είπαν· «Μπορεί ο Θεός στην ερημιά
τραπέζι να ετοιμάσει;
20Πράγματι, χτύπησε το βράχο
και τρέξαν τα νερά και ξεχυθήκαν χείμαρροι·
μπορεί άραγε να δώσει και ψωμί;
ή κρέας να προμηθεύσει το λαό του;»
21Τ’ άκουσε ο Κύριος κι οργίστηκε
και ξέσπασε η οργή στον Ιακώβ
κι ενάντια στον Ισραήλ θυμός,
22γιατί δε μείναν στο Θεό πιστοί
και στη σωτηρία του δεν έλπισαν.
23Μα εκείνος διάταξε τα σύννεφα από πάνω·
κι άνοιξε τους πυλώνες τ’ ουρανού.
24Πάνω τους έριξε βροχή
το μάννα για τροφή τους,
το στάρι τ’ ουρανού τούς πρόσφερε.
25Έτσι οι ανθρώποι το ψωμί φάγανε των αγγέλων,
τους έστειλε άφθονη ως τον κορεσμό τροφή.
26Στον ουρανό τον άνεμο σήκωσε της ανατολής
και με τη δύναμή του έφερε του νοτιά τον άνεμο.
27Κι έβρεξε πάνω τους το κρέας σαν τη σκόνη,
και σαν της θάλασσας την άμμο τα πουλιά.
28Έπεσαν μέσα στο στρατόπεδό τους,
γύρω από τις σκηνές,
29κι έφαγαν και καλοχορτάσανε·
τους έδωσε ό,τι είχαν πεθυμήσει.
30Πριν όμως κορεστεί η επιθυμία τους,
κι ενώ στο στόμα την τροφή τους
είχαν ακόμα,
31ξέσπασε πάνω τους του Θεού η οργή
κι εξόντωσε τους πιο σπουδαίους ανάμεσά τους·
αφάνισε τα νιάτα του Ισραήλ.
32Παρ’ όλα αυτά δεν πάψαν ν’ αμαρτάνουν
και δεν πιστέψανε στα θαύματά του.
33Και τέλειωσε τις μέρες τους με μια πνοή
και μ’ άξαφνη καταστροφή τα χρόνια τους.
34Όταν τους εξολόθρευε, τότε τον εζητούσαν,
μετανοούσανε κι επέστρεφαν σ’ αυτόν.
35Θυμούνταν πως ο Θεός ήταν ο βράχος τους,
ο ύψιστος Θεός ο απελευθερωτής τους.
36Αλλά με λόγια τον κολάκευαν,
και με τη γλώσσα τον εξαπατούσαν.
37Η καρδιά τους δε στάθηκε σταθερή μαζί του·
και στη διαθήκη του δεν έμειναν πιστοί.
38Αλλ’ αυτός είναι σπλαχνικός,
την ανομία συγχωράει και δεν εξοντώνει.
Πολλές φορές το θυμό του συγκράτησε
δεν εκδήλωσε όλη του την οργή.
39Θυμήθηκε ότι αυτοί ήταν από σάρκα,
άνεμος που παρέρχεται και πίσω δε γυρίζει.
40Πόσες φορές στην έρημο ξεσηκωθήκαν εναντίον του,
τον λύπησαν στην άνυδρη τη γη!
41Ξανάρχισαν να προκαλούνε το Θεό,
να πικραίνουν τον Άγιο Θεό του Ισραήλ.
42Λησμόνησαν τη δύναμή του,
τη μέρα που τους ελευθέρωσε
από την εξουσία του εχθρού·
43τα θαύματα που έκανε στην Αίγυπτο,
τα θαυμαστά του έργα στην πεδιάδα της Σοάν.οδ
44Άλλαξε των Αιγυπτίων τα ποτάμια
και τα ’κανε αίμα·
και τα ρυάκια τους δεν ήτανε πια πόσιμα.
45Μύγες τούς έστειλε και τους κατέφαγαν
και βάτραχους και τους εξολοθρέψαν.
46Παρέδωσε σ’ ακρίδες τη σοδειά τους
και τον καρπό του μόχθου τους σ’ ακριδομάνες.
47Με το χαλάζι χάλασε τ’ αμπέλια τους·
και με τον πάγο τις συκιές τους.
48Παράτησε τα ζωντανά τους στο χαλάζι
και τα κοπάδια τους στους κεραυνούς.
49Τους έστειλε την πυρωμένη οργή του,
θυμό, μανία και θλίψη,
στρατιά αγγέλων συμφοράς.
50Άφησε την οργή του ελεύθερη·
δε γλίτωσε απ’ το θάνατο τη ζωή τους
μα στην πανούκλα τούς παρέδωσε.
51Όλα τα πρωτογέννητα στην Αίγυπτο τα εξόντωσε,
τους πρωτοτόκους στις σκηνές του Χαμ.οε
52Κι έβγαλε το λαό του σαν τα πρόβατα,
τους έφερε στην έρημο καθώς κοπάδι.
53Με ασφάλεια τους οδήγησε
και δε φοβήθηκαν
κι η θάλασσα κατάπιε τους εχθρούς τους.
54Στη χώρα της αγιότητάς του τους οδήγησε,
στο βουνό ετούτο,
που με τη δύναμή του το απόκτησε.
55Ειδωλολατρικούς λαούς απόδιωξε από μπρος τους,
τους μοίρασε τη γη κληρονομιά τους·
και στις σκηνές τους μέσα εγκατέστησε
τις φυλές του Ισραήλ.
56Αυτοί όμως θέλησαν να προκαλέσουν το Θεό τον ύψιστο,
και ορθωθήκαν εναντίον του·
τις εντολές του δεν τις τήρησαν.
57Απίστησαν και λοξοδρόμησαν
σαν τους προγόνους τους,
ξαστόχησαν σαν το στραβό το τόξο.
58Τον εξοργίσαν με τους ιερούς τόπους τους
τον πίκραναν γιατί προτίμησαν τ’ ανάγλυφά τους.
59Άκουσε ο Θεός κι οργίστηκε,
σιχάθηκε βαθιά τον Ισραήλ.
60Την κατοικία του στη Σιλώ την εγκατέλειψε·
τη σκηνή όπου έμενε
στους ανθρώπους ανάμεσα.
61Άφησε στην αιχμαλωσία τη δύναμή του
και τη μεγαλοπρέπειά του στον εχθρό.ος
62Στη σφαγή το λαό του παρέδωσε
κι οργίστηκε στους κληρονόμους του ενάντια.
63Κατέκαψε τους νέους τους η φωτιά
κι οι κόρες τους δεν παντρευτήκαν.
64Με ξίφος θανατώθηκαν οι ιερείς τους
κι οι χήρες τους δεν πένθησαν.
65Τότε ορθώθηκε σαν απ’ τον ύπνο ο Κύριος·
σαν ήρωας, που τον φαιδρύνει το κρασί.
66Και τσάκισε τα νώτα των εχθρών,
τους έριξε για πάντα στην ντροπή.
67Απέρριψε την οικογένεια του Ιωσήφ
και τη φυλή του Εφραΐμ δεν την προτίμησε.
68Μα διάλεξε του Ιούδα τη φυλή,
το όρος της Σιών, αυτό που αγάπησε.
69Κι έχτισε σαν τα ουράνια ύψη το ναό του·
και σαν τη γη αιώνια το θεμέλιωσε.
70Το δούλο του διάλεξε το Δαβίδ,
τον πήρε απ’ τα κοπάδια των προβάτων.
71Τον κάλεσε από ’κει που ήταν πίσω απ’ το κοπάδι,
για να ποιμαίνει το λαό του τον Ιακώβ,
τον Ισραήλ που του ανήκει.
72Κι αυτός τους φρόντισε μ’ ευθύτητα καρδιάς
και τους οδήγησε με χέρι έμπειρο.
ΨΑΛΜΟΙ 79
Έλα να μας βοηθήσεις, γιατί πέσαμε πολύ χαμηλά
1Ψαλμός του Ασάφ.
Θεέ, ειδωλολάτρες κατακτήσανε τη χώρα σου,
μίαναν τον άγιο σου ναό,
μετέβαλαν την Ιερουσαλήμ σ’ ερείπια.
2Τα πτώματα έδωσαν των δούλων σου
στα όρνια τ’ ουρανού τροφή,
τη σάρκα των πιστών σου
στης γης τ’ αγρίμια.
3Χύσαν το αίμα τους σαν το νερό
γύρω απ’ την Ιερουσαλήμ
και δεν ήταν κανείς για να τους θάψει.
4Γίναμε στους γειτόνους μας ντροπή
στους γύρω μας γελοίοι,
καταγέλαστοι.
5Ως πότε, Κύριε,
θα οργίζεσαι ακατάπαυστα;
θα ’ναι καυτό σαν τη φωτιά το αίτημά σου για αποκλειστικότητα;
6Σκόρπισε την οργή σου στους ειδωλολάτρες,
που δε σ’ αναγνωρίζουν,
και σε βασίλεια, που δεν επικαλούνται τ’ όνομά σου.
7Αυτοί κατέφαγαν τον Ιακώβ
κι ερήμωσαν τη χώρα του.
8Μη μας καταλογίσεις τις ανομίες των προγόνων μας·
ας έρθει να μας προϋπαντήσει η ευσπλαχνία σου,
γιατί δεν έχουμε άλλη απαντοχή.
9Βοήθησέ μας, Θεέ, σωτήρα μας,
για χάρη κάν’ το της δικής σου δόξας·
σώσε μας και συγχώρησε τις αμαρτίες μας
για την τιμή του ονόματός σου.
10Γιατί να πουν οι ειδωλολάτρες,
«πού είναι ο Θεός τους»;
Ας μάθουν οι ειδωλολάτρες,
και κάνε να το δούμε με τα μάτια μας,
πως εκδικιέσαι για των δούλων σου το θάνατο.
11Σ’ εσένα ας φτάσει ο στεναγμός των αιχμαλώτων·
με τη μεγάλη δύναμή σου σώσε
τους μελλοθάνατους.
12Στους γείτονές μας ανταπόδωσε
εφτά φορές στο σώμα τους,
Κύριε, τον ονειδισμό που σου ’καναν.
13Κι εμείς, που είμαστε λαός σου
και της βοσκής σου πρόβατα,
αιώνια θα σε υμνούμε·
τον έπαινό σου θ’ απαγγέλλουμε
από γενιά σ’ άλλη γενιά.




ΨΑΛΜΟΙ 80
Οδηγητή του Ισραήλ άκου μέ προσοχή
1Για τον πρωτοψάλτη· όπως το «σωσανίμ-εδούθ» (τα κρίνα είναι μάρτυρες). Ψαλμός του Ασάφ.
2Οδηγητή του Ισραήλ, άκου μέ προσοχή,
εσύ, που κατευθύνεις σαν κοπάδι
τους απογόνους του Ιωσήφ·
εσύ, που ’χεις το θρόνο σου πάνω στα χερουβίμ,οζ
αποκαλύψου!
3Μπρος στον Εφραΐμ και στον Βενιαμίν
και μπρος στο Μανασσή,
ξύπνα τη δύναμή σου
και έλα να μας σώσεις.
4Θεέ, φέρε μας πίσω,
το πρόσωπό σου ας λάμψει
και θα σωθούμε.
5Κύριε, του σύμπαντος Θεέ,
ως πότε θα κρατά η οργή σου
ενάντια στο λαό σου που προσεύχεται;
6Τους έθρεψες με δακρυοζύμωτο ψωμί,
τους πότισες κούπες γεμάτες δάκρυα.
7Λεία μάς έκανες, που οι γείτονές μας τη διεκδικούν·
και μας περιγελούν οι εχθροί μας.
8Φέρε μας πίσω, του σύμπαντος Θεέ,
το βλέμμα σου ευνοϊκό ας πέσει πάνω μας
και θα σωθούμε.
9Αμπέλι από την Αίγυπτο ξερίζωσες·οη
λαούς απόδιωξες κι εκεί το φύτεψες.
10Ετοίμασες το έδαφος για χάρη του,
κι έτσι άπλωσες τις ρίζες του
και γέμισε τη γη.
11Σκέπασε τα βουνά με τη σκιά του
και τα κλαδιά του σκίασαν
τους κέδρους τους γιγάντιους.
12Άπλωσε ως τη θάλασσα τις κληματόβεργές του
κι ως το ποτάμι τα βλαστάρια του.οθ
13Γιατί έριξες τους φράχτες του
και το τρυγάνε όλοι
οι περαστικοί;
14Ο αγριόχοιρος του δάσους το ρημάζει·
και το αποτρών’ τα ζώα του αγρού.
15Θεέ του σύμπαντος, γύρνα λοιπόν και πάλι!
Κοίτα απ’ τα ύψη τ’ ουρανού και δες
κι έλα να επισκεφθείς αυτό το αμπέλι.
16Και στέριωσε ό,τι φύτεψε η ευνοϊκή σου δύναμη
–το γιο που τον κραταίωσες
για σένα.
17Τον κάψανε με τη φωτιά σαν αποκλάδι·
ας ρημαχτούν μπρος στου προσώπου σου την απειλή.
18Ας είν’ το χέρι σου πάνω στον άντρα
που ευνοείς,
στο γιο τ’ ανθρώπου οπού για σένα
τον κραταίωσες.
19Κι εμείς πια δε θα φύγουμε μακριά σου·
διατήρησέ μας ζωντανούς
και τ’ όνομά σου θα φωνάζουμε.
20Φέρε μας πίσω, Κύριε, του σύμπαντος Θεέ!
Το βλέμμα σου ευνοϊκό ας πέσει πάνω μας,
και θα σωθούμε.
ΨΑΛΜΟΙ 81
Αχ, αν με άκουγε ο λαός μου!...
1Για τον πρωτοψάλτη· όπως το γκιττίθ.π Του Ασάφ.
2Φωνάξτε μ’ ενθουσιασμό στο Θεό, το βοηθό μας!
Αλαλάξτε στο Θεό του Ιακώβ!
3Παίξτε τα έγχορδα, το τύμπανο χτυπήστε·
με την κιθάρα τη μελωδική και με την άρπα!
4Σαλπίστε στον καιρό της νουμηνίας
και στην πανσέληνο, στη μέρα της γιορτής μας!πα
5Αυτό είναι νόμος για τον Ισραήλ,
είν’ εντολή του Θεού του Ιακώβ.
6Το έκανε νόμο για τον Ιωσήφπβ
όταν εβγήκε από την Αίγυπτο.
Γλώσσα που δεν εννοούσα άκουσα:
7«Ελάφρωσα τον ώμο σου απ’ το βάρος·
και πήρα το κοφίνι το βαρύ από τα χέρια σου.
8Στη θλίψη φώναξες και σ’ ελευθέρωσα,
σου ’δωσα απόκριση απ’ της βροντής την κρύπτη·
στα νερά σε δοκίμασα της Μεριβά.
(Διάψαλμα)
9“Άκουσε, λαέ μου, ό,τι σου προμηνάω·
αχ, Ισραήλ, και να μπορούσες να μ’ ακούσεις!
10Να μην υπάρχει άλλος Θεός για σένα,
και να μην προσκυνήσεις ξένο θεό.
11Εγώ είμ’ ο Κύριος, ο Θεός σου,
που σ’ ελευθέρωσα απ’ την Αίγυπτο·
το στόμα σου άνοιξε κι εγώ θα σ’ το γεμίσω”.πγ
12»Αλλά δεν άκουσε ο λαός μου τη φωνή μου,
ο Ισραήλ με αγνόησε.
13Έτσι τους άφησα να ζουν
με της καρδιάς τους τη σκληρότητα
και να πορεύονται με τις δικές τους σκέψεις.
14Αν μ’ άκουγε ο λαός μου,
αν περπατούσε ο Ισραήλ στο δρόμο μου,
15γρήγορα θα νικούσα τους εχθρούς τους·
τα πλήγματά μου θα ’στρεφα
κατά των καταπιεστών τους».
16Τότε οι ενάντιοι στον Κύριο
θα σέρνονταν μπροστά του δουλικά·
αυτή θα ’τανε στον αιώνα η τύχη τους.
17Μα το λαό του θα τον έτρεφε με το καλύτερο αλεύρι·
και θα τον χόρταζε με αγριόμελο.
ΨΑΛΜΟΙ 82
Ο Θεός εγγυητής της δικαιοσύνης για όλους
1Ψαλμός του Ασάφ.
Σηκώνεται ο Θεός μες στων θεών τη σύναξη·πδ
στο μέσο των θεών δικάζει:
2«Ως πότε άδικα θα κρίνετε
και θα χαρίζεστε στους ασεβείς;
(Διάψαλμα)
3Δικαιοσύνη αποδώστε στον άμοιρο, στον ορφανό·
δώστε το δίκιο του φτωχού και του απόρου.
4Ελευθερώστε τον αδύνατο και τον φτωχό,
λυτρώστε τους από την εξουσία των ανόμων.
5»Χωρίς να έχουν γνώση ούτε επίγνωση,
βαδίζουν στο σκοτάδι·
κλονίζοντ’ όλα τα θεμέλια της γης.
6Σκέφτηκα εγώ, εσείς είστε θεοί,
είσαστε όλοι σας παιδιά του Υψίστου.
7Κι ωστόσο θα πεθάνετε σαν όλους τους ανθρώπους·
θα πέσετε νεκροί, το ίδιο όπως κι οι άρχοντες».
8Σήκω επάνω εσύ, Θεέ, κρίνε τον κόσμο,
γιατί όλα τα έθνη είναι στην εξουσία σου.
ΨΑΛΜΟΙ 83
Προσευχή του λαού του Θεού όταν τον απειλούν οι γείτονές του
1Ωδή ψαλμού του Ασάφ.
2Θεέ, μη μένεις σιωπηλός!
Μη σιγάς και μην ησυχάζεις, Θεέ!
3Γιατί νάτοι, οι εχθροί σου θορυβούν·
αυτοί που σε μισούν σηκώνουν το κεφάλι.
4Πανούργα σχέδια καταστρώνουν εναντίον του λαού σου,
και συζητούν ενάντια σ’ αυτούς που προστατεύεις.
5Είπαν: «Εμπρός, ας τους εξαφανίσουμε σαν έθνος·
και πια ας μη μνημονεύεται τ’ όνομα
του Ισραήλ».
6Ομόφωνα το σκέφτηκαν
και συμμαχία κάναν’ εναντίον σου.
7Είναι οι Εδωμίτες κι οι Ισμαηλίτες,
οι Μωαβίτες κι οι Αγαρηνοί,
8ο λαός του Γεβάλ, οι Αμμωνίτες κι οι Αμαληκίτες.
9Μαζί τους συμμαχήσαν κι οι Ασσύριοι,
τους απογόνους να ενισχύσουνε του Λωτ.
(Διάψαλμα)
10Κάνε σ’ αυτούς, Θεέ,
ό,τι στους Μαδιανίτες,
ό,τι στο Σίσερα,
ό,τι και στον Ιαβίν, στο χείμαρρο Κισών.
11Ξολοθρευτήκαν στην Εν-Δωρ·
της γης έγιναν λίπασμα.
12Τους άρχοντές τους κάνε τους
σαν τον Ωρήβ και το Ζεέβ·
κι όλους τους αρχηγούς τους
σαν τον Ζεβάχ και σαν το Σαλμουννά.
13Αυτοί είχαν πει: «Δική μας θα την κάνουμε τη χώρα που ανήκει στο Θεό».
14Θεέ μου, κάν’ τους σαν το γαϊδουράγκαθο,
σαν το άχυρο στον άνεμο,
15σαν τη φωτιά που κατακαίει το δάσος
και σαν τη φλόγα που λαμπαδιάζει τα βουνά.
16Έτσι κατάδιωξέ τους με την καταιγίδα σου·
με την ανεμοθύελλά σου τρόμαξέ τους.
17Γέμισε με ντροπή τα πρόσωπά τους,
για να γυρέψουν τ’ όνομά σου, Κύριε.
18Ας ντροπιαστούν κι ας ταραχτούν
για πάντα,
κι ατιμωμένοι ας καταστραφούν.
19Κι ας μάθουν ότι μόνο εσύ
έχεις τ’ όνομα «Κύριος»,
είσαι ο Ύψιστος σ’ ολόκληρη τη γη.
ΨΑΛΜΟΙ 84
Άσμα προσκυνητών καθώς φτάνουν στην Ιερουσαλήμ
1Για τον πρωτοψάλτη· όπως το γκιττίθ. Ψαλμός για τη συγγένεια του Κορέ.πε
2Πόσο αγαπητοί είναι οι χώροι της λατρείας σου,
Κύριε του σύμπαντος!
3Λιώνει η ψυχή μου από τον πόθο
για του Κυρίου τις αυλές·
χαράς τραγούδια λέει η καρδιά και το κορμί μου
για τον αληθινό Θεό.
4Και το σπουργίτι ακόμα βρήκε στέγη
κι η χελιδόνα τη φωλιά της
για ν’ αποθέσει τα μικρά της,
στα θυσιαστήριά σου, Κύριε του σύμπαντος,
Θεέ μου και βασιλιά μου.
5Μακάριοι όσοι μένουν στο ναό σου·
αδιάκοπα σε υμνούν!
(Διάψαλμα)
6Μακάριοι οι άνθρωποι
που η δύναμή τους βρίσκεται σ’ εσένα·
που επιθυμούν να ’ρθούν προσκυνητές
στον άγιο σου ναό!
7Όταν περνούν του θρήνου την κοιλάδα
τη μεταλλάζουν σε πεδιάδα των πηγών·
κι οι πρώιμες βροχές τής ρίχνουν ευλογίες.
8Πορεύονται από δύναμη σε δύναμη
ώσπου μπρος στο Θεό των θεών να ’ρθούνε,
στη Σιών.
9Κύριε, του σύμπαντος Θεέ,
άκου την προσευχή μου·
προσεκτικά άκουσέ με, Θεέ του Ιακώβ.
(Διάψαλμα)
10Κοίταξε, Θεέ, εσύ που είσ’ ασπίδα μας,
ρίξε το βλέμμα σου στην όψη του εκλεκτού σου.
11Μία μέρα στις αυλές σου, Θεέ μου,
καλύτερη είναι από χιλιάδες·
κάλλιο να στέκω στου ναού σου το κατώφλι,
παρά να ζω στων ασεβών τα δώματα.
12Ήλιος κι ασπίδα είν’ ο Κύριος ο Θεός,
χάρη και δόξα δίνει ο Κύριος·
κανένα δεν αρνιέται αγαθό
σ’ αυτούς που ζούνε άμεμπτα.
13Κύριε του σύμπαντος,
μακάριοι οι άνθρωποι που ελπίζουνε σ’ εσένα!
ΨΑΛΜΟΙ 85
Ο Κύριος υπόσχεται ειρήνη
1Για τον πρωτοψάλτη· ψαλμός για τη συγγένεια του Κορέ.πς
2Έδειξες, Κύριε, την αγάπη σου στη χώρα σου·
απ’ την αιχμαλωσία έφερες πίσω τους απογόνους του Ιακώβ.
3Συγχώρησες την ανομία του λαού σου
και σκέπασες όλες τις αμαρτίες τους.
(Διάψαλμα)
4Έβαλες τέλος σ’ όλη την οργή σου·
απόστρεψες τη φλόγα του θυμού σου.
5Φέρε μας πάλι, Θεέ σωτήρα μας,
στην πρωτινή μας ευτυχία·πζ
σταμάτησε ν’ αγανακτείς μαζί μας.
6Αιώνια θα ’ναι η οργή σου εναντίον μας;
θα παρατείνεις το θυμό σου
από γενιά σ’ άλλη γενιά;
7Δεν είσ’ εσύ που θα ξανάρθεις
για να μας δώσεις τη ζωή,
για να ’σαι η ευφροσύνη του λαού σου;
8Δείξε μας, Κύριε, την αγάπη σου·
και δώσ’ μας τη βοήθειά σου.
9Ακούω αυτό που λέει ο Θεός, ο Κύριος:
Υπόσχεται ειρήνη στο λαό του,
στους ευσεβείς του,
σ’ αυτούς που την καρδιά τους σ’ εκείνον στρέφουνε.
10Σίγουρα κοντά είν’ η σωτηρία του
σ’ αυτούς που τον φοβούνται,
ώστε να μένει η δόξα του στη χώρα μας.
11Η αγάπη κι η αλήθεια συναντήθηκαν,
φιλήθηκαν η δικαιοσύνη και η ειρήνη.
12Η αλήθεια φυτρώνει στη γη
κι η δικαιοσύνη σκύβει από τον ουρανό.
13Ο Κύριος δίνει τ’ αγαθά
κι η γη μάς δίνει τον καρπό της.
14Η δικαιοσύνη μπροστά απ’ τον Κύριο πορεύεται
και μπρος στα βήματά του ανοίγει δρόμο.
ΨΑΛΜΟΙ 86
Στη θλίψη μου σ’ επικαλούμαι
1Προσευχή του Δαβίδ.
Με προσοχή άκουσε, Κύριε,
κι απάντησέ μου,
έτσι ταπεινωμένος που είμαι και φτωχός.
2Φύλαξε την ψυχή μου,
γιατί εγώ σου είμαι πιστός·
Θεέ μου, εσύ, σώσε το δούλο σου,
που αφήνεται σ’ εσένα.
3Δώσ’ μου το έλεός σου, Κύριε·
σ’ εσένα όλη τη μέρα κράζω.
4Δώσε χαρά στο δούλο σου,
γιατί σ’ εσένα, Κύριε,
προσεύχομαι.
5Κύριε, είσαι καλός κι επιεικής συνάμα·
και πολυεύσπλαχνος σ’ όλους που σε φωνάζουν.
6Δέξου την προσευχή μου, Κύριε,
πρόσεξε τη φωνή της δέησής μου.
7Στης θλίψης μου τη μέρα σ’ επικαλούμαι
γιατί θα μου αποκριθείς.
8Θεός μ’ εσένα όμοιος, Κύριε, δεν υπάρχει·
κι έργο κανένα δε συγκρίνεται με τα δικά σου τα έργα.
9Όλοι οι λαοί που έκανες
θα ’ρθούν να προσκυνήσουν μπρος σου, Κύριε·
και θα δοξολογήσουν τ’ όνομά σου.
10Γιατί εσύ είσαι μέγας
και κάνεις έργα θαυμαστά·
Θεός εσύ ’σαι μόνο.
11Το δρόμο σου, Κύριε, δίδαξέ με,
και πάνω στην αλήθεια σου θα περπατώ·
κάνε να χαίρεται η καρδιά μου
στου ονόματός σου το σεβασμό.
12Θα σ’ εξυμνώ, Κύριε και Θεέ μου,
μ’ όλη μου την καρδιά·
κι αιώνια θα δοξάζω τ’ όνομά σου.
13Η ευσπλαχνία σου για μένα είναι μεγάλη·
έσωσες τη ζωή μου από βέβαιο θάνατο.
14Θεέ, εναντίον μου ξεσηκωθήκαν αλαζόνες,
και συμμαχία τυράννων το θάνατό μου θέλησε,
αυτοί που δε σε υπολογίζουν.
15Εσύ, όμως, Κύριε,
είσαι Θεός όλο ευσπλαχνία και συμπάθεια,
ανεκτικός, γεμάτος καλοσύνη
και πιστότητα.
16Ρίξε το βλέμμα σου σ’ εμένα,
γίνε μου σπλαχνικός,
δώσε στο δούλο σου τη δύναμή σου
και σώσε το παιδί της δούλης σου.
17Δείξε μου ένα σημάδι της καλοσύνης σου·
και σαν το δουν αυτοί που με μισούνε
θα ντροπιαστούν·
γιατί εσύ, Κύριε, με βοήθησες
και μ’ ανακούφισες.
ΨΑΛΜΟΙ 87
Η Σιών αληθινή πατρίδα όλων των λαών
1Για τη συγγένεια του Κορέ. Ψαλμός ωδής.
Σιών, τα θέμελά σου στ’ άγια τα βουνά.
2Αγαπάει ο Κύριος τις πύλες σου, Σιών
πιότερο απ’ όλες τις κατοικίες του Ιακώβ.
3Ω, πόλη του Θεού, ό,τι για σένα λέει ο Κύριος,
τη δόξα σου πληθαίνει:
(Διάψαλμα)
4«Την Αίγυπτο συγκαταλέγω και τη Βαβυλώνα
σ’ εκείνους που μ’ αναγνωρίζουν·
τη Φιλισταία, την Τύρο μαζί
και την Αιθιοπία.
Καθένας έχει μια απ’ αυτές πατρίδα.
5Όμως για τη Σιών πρέπει να πουν:
“καθένας έχει αυτήν αληθινή πατρίδα,
γιατί τη στέριωσε ο ίδιος ο Ύψιστος”».
6Όταν ο Κύριος θα καταγράψει τους λαούς,
θα σημειώσει για καθέναν απ’ αυτούς:
«Αυτός έχει αληθινή πατρίδα τη Σιών».
(Διάψαλμα)
7Χορεύοντας και τραγουδώντας με χαρά,
«εσύ ’σαι η πατρίδα μας»
θα λέμε.
ΨΑΛΜΟΙ 88
Είμαι κοντά στο θάνατο
1Ωδή ψαλμού για τη συγγένεια του Κορέ· στον πρωτοψάλτη, όπως το «μαχαλάθ-λαανώθ». Μασχίλ του Εζραΐτη Αιμάν.πη
2Κύριε Θεέ, σωτήρα μου, σ’ εσένα φώναξα τη μέρα,
τη νύχτα μπρος σου στάθηκα.
3Μέχρι σ’ εσένα ας φτάσει η προσευχή μου·
άκου προσεκτικά το θρήνο μου.
4Η ψυχή μου είναι γεμάτη πόνους,
και η ζωή μου ζύγωσε στο θάνατο.
5Με λογαριάζουν για νεκρό·
είμαι σαν άνθρωπος δίχως πια δύναμη.
6Παρατημένος μέσα στους νεκρούς,
αυτούς που κείτονται στον τάφο.
Αυτούς δεν τους υπολογίζεις πια,
δεν κάνεις τίποτε γι’ αυτούς.
7Στα βάθη της αβύσσου μ’ έριξες,
στα σκότη, στου θάνατου τη σκιά.
8Βάρυνε πάνω μου ο θυμός σου
κι όλα τα κύματά σου πάνω μου ξέσπασαν.
(Διάψαλμα)
9Μάκρυνες από μένα τους γνωστούς μου,
μ’ έκανες να ’μαι φρίκη για τα μάτια τους·
έμεινα αποκλεισμένος και δεν μπορώ να διαφύγω.
10Θολώσανε τα μάτια μου
από την αθλιότητά μου.
Όλη τη μέρα, Κύριε, σου φώναζα,
τα χέρια μου άπλωνα σ’ εσένα.
11Θα κάνεις θαύματα για τους νεκρούς;
ή μήπως οι σκιές των νεκρών
θα σηκωθούν να σε δοξολογήσουν;
(Διάψαλμα)
12Θα διηγηθεί κανείς μέσα στον τάφο
την αγάπη σου
και την αλήθεια σου στον τόπο
της φθοράς;
13Μπορούν μες στα τρισκόταδα ν’ αναφανούν τα θαύματά σου
και η δικαιοσύνη σου στη γη της λησμονιάς;
14Αλλά εγώ, Κύριε, σ’ εσένα φώναξα·
και το πρωί θα σε προσμένει η προσευχή μου.
15Γιατί αποδιώχνεις την ψυχή μου, Κύριε;
Γιατί κρυμμένο μού κρατάς το πρόσωπό σου;
16Άθλιος είμ’ εγώ
κι από τα νιάτα μου στο θάνατο κοντά·
υψώθηκα και ταπεινώθηκα και απορώ.
17Πάνω μου πέρασαν οι πυρωμένες θύελλες της οργής σου
και με εξουθενώσαν οι φοβέρες σου.
18Σαν τα νερά έρχονται κατά πάνω μου
απ’ όλες τις μεριές,
γύρω μου σφίγγουν τον κλοιό από παντού.
19Μάκρυνες από μένα γείτονες και φίλους
και μόνη συντροφιά μου η σκοτεινιά.
ΨΑΛΜΟΙ 89
Πού είναι, Κύριε, οι υποσχέσεις που έδωσες στο Δαβίδ;
1Μασχίλ του Εθάν του Εζραΐτη.πθ
2Κύριε, τις καλοσύνες σου
αιώνια θα τις ψάλλω·
από γενιά σ’ άλλη γενιά
θα λέω για την πιστότητά σου.
3Είπα:
«Η αγάπη σου αιώνια διαρκεί·
στερεωμένη στα ουράνια η πιστότητά σου».
4Κι είπες: «Έκανα συμφωνία με τον εκλεκτό μου
και στο Δαβίδ το δούλο μου ορκίστηκα:
5Για πάντα θα στεριώσω τους απογόνους σου·
το θρόνο σου θα τον στηρίζω
από γενιά σ’ άλλη γενιά»
(Διάψαλμα)
6Πανηγυρίζουν οι ουρανοί,
τα θαυμαστά σου έργα, Κύριε,
και στων αγίων τη σύναξη ανυμνείται
η πιστότητά σου.
7Γιατί, ποιος θα μπορούσε με τον Κύριο
στα ουράνια να συγκριθεί;
ποιος τάχα στους θεούς ανάμεσα
με τον Κύριο μοιάζει;
8Ο Θεός φοβερός πολύ μες στων αγίων τη σύσκεψη·
και τρομερός αφάνταστα
σ’ όσους τον περιβάλλουν.
9Κύριε, του σύμπαντος Θεέ,
ποιος είναι σαν κι εσένα;
ποιος σαν εσένα, Κύριε, ισχυρός;
Είσαι όλος πιστότητα.
10Εσύ δαμάζεις τη θαλασσοταραχή·
το σάλο των κυμάτων εσύ τον γαληνεύεις.
11Εσύ διαπέρασες, πάταξες τη Ραάβ·
μ’ ενέργειες της δύναμής σου
τους εχθρούς σου τους σκόρπισες.
12Σ’ εσένα ουρανοί
και γη ανήκουν.
Στην οικουμένη και σ’ ό,τι τη γεμίζει
εσύ έδωσες υπόσταση.
13Βορρά και νότο δημιούργησες εσύ·
το Θαβώρ κι ο Ερμών αναγαλλιάζουν στ’ όνομά σου.
14Δικός σου είναι ο δυνατός βραχίονας·
το χέρι σου είναι ισχυρό,
η δεξιά σου υψωμένη.
15Δικαιοσύνη και ευθυκρισία
είν’ το θεμέλιο του θρόνου σου·
η καλοσύνη κι η πιστότητα
την παρουσία σου προαγγέλλουν.
16Μακάριος είν’ ο λαός
που ξέρει μ’ ενθουσιασμό να σ’ εξυμνεί!
Με το φως, Κύριε, πορεύονται
της ύπαρξής σου.
17Στο όνομά σου κάθε μέρα αγάλλονται,
με τη δικαιοσύνη σου ευτυχούν.
18Γιατ’ είσαι εσύ της δύναμής τους καύχημα
και με την εύνοιά σου το κύρος μας υψώνεις.
19Γιατί ο Κύριος είν’ η προστασία μας,
ο Άγιος Θεός του Ισραήλ, ο βασιλιάς μας.
20Μίλησες τότε με όραμα
στους ευσεβείς σου και είπες:
«Σ’ έναν γενναίο έδωσα βοήθεια·
ανέδειξα τον εκλεκτό μέσ’ από το λαό.
21Βρήκα το δούλο μου το Δαβίδ,
τον έχρισα με τ’ άγιο μου το λάδι,
22ώστε να τον στεριώνει η δύναμή μου
και η ισχύς μου να τον κραταιώνει.
23Δε θα κερδίσει απ’ αυτόν ο εχθρός
κι ο άνομος δε θα τον καταβάλει.
24Μπροστά του θα συντρίψω τους εχθρούς του
και θα πατάξω αυτούς που τον μισούν.
25Η αλήθεια μου κι η αγάπη μου
μαζί του θα ’ναι·
και με την παρουσία μου την ενεργό το κύρος του θα αυξηθεί.
26Θ’ απλώσω ως τη θάλασσα την εξουσία του,
και την κυριαρχία του ως τους ποταμούς.
27Αυτός θα πρέπει να ομολογήσει:
“εσύ ’σαι ο πατέρας μου,
της σωτηρίας μου σιγουριά, Θεός μου”.
28Κι εγώ προνόμια σ’ αυτόν
πρωτότοκου θα δώσω·
υπέρτατον στης γης τους βασιλιάδες θα τον κάνω.
29Γι’ αυτόν την εύνοιά μου θα κρατήσω αιώνια·
τη διαθήκη μου απαράβατη μ’ αυτόν.
30Τους απογόνους του για πάντα θα τους διατηρήσω,
το θρόνο του όσο θα υπάρχει ο ουρανός.
31Αν οι απόγονοί του
το νόμο μου εγκαταλείψουν
και με τις εντολές μου σύμφωνα δεν πορευτούν,
32αν παραβούν τα διατάγματά μου
και δεν τηρήσουν τις δικές μου εντολές,
33θα τιμωρήσω αυστηρά τις παραβάσεις τους,
και για τις ανομίες τους θα τους δώσω συμφορές.
34Αλλά δε θ’ αποσύρω απ’ αυτόν το έλεός μου,
και την πιστότητά μου δε θα τη διαψεύσω.
35Δε θα παραβώ τη διαθήκη μου,
και ό,τι βγήκε από τα χείλη μου δε θα το αθετήσω.
36Μία φορά ορκίστηκα στην αγιότητά μου·
δε θ’ απογοητεύσω το Δαβίδ.
37Οι απόγονοί του αιώνια θα υπάρχουν·
κι ο θρόνος του
όπως απέναντί μου ο ήλιος κι η σελήνη,
38αιώνια στεριωμένος θα ’ναι
–μάρτυρες αξιόπιστοι είναι τα ουράνια».
(Διάψαλμα)
39Ωστόσο εσύ, Κύριε, απώθησες τον εκλεκτό σου
και τον βδελύχθηκες·
και εναντίον του οργίστηκες πολύ.
40Τη συμφωνία με το δούλο σου την απαρνήθηκες·
το διάδημά σου το ξευτέλισες στη γη.
41Όλα τα τείχη του τα γκρέμισες,
ερείπια έκανες τα οχυρά του.
42Στο δρόμο όσοι περνούν τον λεηλατούν·
στους γείτονές του έγινε περίγελως.
43Τη νίκη χάρισες στους αντιπάλους του,
χαρά έδωσες σ’ όλους τους εχθρούς του.
44Την κόψη του σπαθιού του στόμωσες
και δεν του παραστάθηκες στον πόλεμο.
45Το μεγαλείο του το αφάνισες,
το θρόνο του τον γκρέμισες στη γη.
46Λιγόστεψες της νιότης του τις μέρες,
τον γέμισες ντροπή.
(Διάψαλμα)
47Ως πότε, Κύριε, θα κρύβεσαι;
για πάντα σαν φωτιά θα λαμπαδιάζει
η οργή σου;
48Θυμήσου πόσο η ζωή μου διαρκεί,
πόσο προσωρινό το δημιούργησες
το γένος των ανθρώπων.
49Είναι κανείς που να μπορεί να ζει,
χωρίς ο θάνατος να τονε φτάνει;
ή να μπορεί να σώσει τη ζωή του
από την εξουσία του άδη;
(Διάψαλμα)
50Πού είναι, Κύριε,
η ευσπλαχνία σου η γνώριμη από παλιά,
που στο Δαβίδ την υποσχέθηκες
με την πιστότητά σου;
51Θυμήσου, Κύριε, πώς πρόσβαλαν τους δούλους σου!
Πόσων λαών τους χλευασμούς πρέπει να υποστώ;
52Κύριε, χλευάζουν οι εχθροί σου το βασιλιά που έχρισες·
ναι, τρέχουνε πίσω του και τον χλευάζουν.
53Ευλογητός ας είσαι, Κύριε, στον αιώνα!
Αμήν, αμήν.

ΨΑΛΜΟΙ 90
ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
(Ψαλμοί 90–106)
Ο άνθρωπος φεύγει - ο Θεός μένει αιώνια
1Προσευχή του Μωυσή, ανθρώπου του Θεού.
Κύριε, καταφύγιό μας έγινες εσύ
από γενιά σ’ άλλη γενιά.
2Πριν γεννηθούνε τα βουνά
και πάρει υπόσταση η οικουμένη,
από πάντα και για παντοτινά
εσύ ’σαι ο Θεός.
3Ξαναγυρνάς τον άνθρωπο στο χώμα,
λέγοντας:
«Γυρίστε πίσω, άνθρωποι, σ’ αυτό».
4Χίλια χρόνια
στα μάτια σου είναι σαν τη μέρα τη χτεσινή,
που πέρασε,
και σαν τη βάρδια τη νυχτερινή.
5Παίρνεις σαν την πλημμύρα κάθε χρόνο κάτι απ’ αυτούς.Ϟ
Είναι καθώς η χλόη, που φυτρώνει το πρωί.
6Το πρωί ανθίζει και ψηλώνει,
το βράδυ γέρνει και ξεραίνεται.
7Η οργή σου μας αφάνισε
και μας συντάραξε ο θυμός σου.
8Τις ανομίες μας τις έβαλες μπροστά σου,
τις αμαρτίες μας τις κρυφές
στης όψης σου το φως.
9Γι’ αυτό όλες τις μέρες μας
η οργή σου τις αφάνισε·
τα χρόνια μας διαβήκαν
σαν στεναγμός.
10Όλη η ζωή μας είναι δεν είναι εβδομήντα χρόνια,
ογδόντα, αν υπάρχει ακόμη ακμή,
και τα καλύτερα απ’ αυτά κόπος και πόνος·
γιατί φεύγουν γοργά κι εμείς μισεύουμε.
11Ποιος ξέρει της οργής σου τη δύναμη,
και ποιος τη βία του θυμού σου;
12Δίδαξέ μας, λοιπόν, ότι οι μέρες μας είναι μετρημένες·
έτσι βαθιά μας θ’ αποκτήσουμε επίγνωση.
13Γύρισε, Κύριε,
ως πότε;
και σπλαχνίσου τους δούλους σου.
14Χόρτασέ μας το πρωί απ’ την αγάπη σου,
και θα ’χουμε ευφροσύνη κι αγαλλίαση
όλες τις μέρες της ζωής μας.
15Δώσε μας τόσες μέρες αγαλλίασης
όσες ήταν οι μέρες που μας παίδευες,
όσος ο χρόνος που δυστυχούσαμε.
16Δείξε στους αφοσιωμένους σου το έργο σου,
και στα παιδιά τους τη μεγαλοσύνη σου.
17Ας είναι πάνω μας η καλοσύνη σου,
Κύριε, Θεέ μας·
και δώσε διάρκεια στο αποτέλεσμα των έργων μας,
ναι, στέριωνε το αποτέλεσμα των έργων μας.
ΨΑΛΜΟΙ 91
Κάτω απ’ τη στέγη του Υψίστου
1Όποιος κάτω απ’ τη στέγη
του Υψίστου κατοικεί,
όποιος στου Παντοκράτορα τον ίσκιο
διαμένει,
2ας λέει στον Κύριο:
«Κρησφύγετο και φρούριό μου
είν’ ο Θεός μου που σ’ αυτόν ελπίζω».
3Αυτός σ’ ελευθερώνει
από παγίδα κυνηγού,
από τις συκοφαντικές καταγγελίες.
4Με τις φτερούγες του θα σε σκεπάσει,
κάτω απ’ το φτέρωμά του θα κρυφτείς·
ασπίδα σου και περιτείχισμα
θα ’ναι η πιστότητά του.
5Απ’ της νυχτιάς το ρίγος δεν θα φοβηθείς
ούτε τη μέρα από αιφνίδιο βέλος,
6από καταστροφή που στο σκοτάδι έρχεται,
ή από πανούκλα που θερίζει μέρα μεσημέρι.
7Στ’ αριστερά σου χίλιοι θα πεθάνουν,
χιλιάδες δέκα στα δεξιά σου,
μα εσένα δε θα σ’ εύρει το κακό.
8Τα μάτια σου μονάχα θα θωρούν
να δουν των ασεβών την τιμωρία.
9Γιατί εσύ λες:
«Ο Κύριος είναι το κρησφύγετό μου».
Τον Ύψιστο τον έβαλες προστάτη σου.
10Κακό κανένα δε θα πέσει πάνω σου
και συμφορά δε θα σιμώσει τη σκηνή σου.
11Αυτός διατάζει τους αγγέλους του
για χάρη σου,
να σε φυλάνε όπου κι αν πας.
12Θα σε σηκώσουνε στα χέρια τους,
να μη σκοντάψει το πόδι σου σε πέτρα.
13Θα περπατάς απάνω σε λιοντάρια και σε φίδια·
με το πόδι σου θα συντρίβεις τα λιονταράκια
και τους δράκοντες.
14«Εγώ θα σώσω εκείνον» –λέει ο Κύριος–
«που πάνω μου στηρίζεται·
θα τον υψώσω,
γιατί ξέρει ποιος είμαι.
15Μ’ επικαλείται και του αποκρίνομαι,
μαζί του είμ’ εγώ στη θλίψη·
θα τον λυτρώνω και θα τον δοξάζω.
16Χρόνους πολλούς θα του δώσω να ζήσει
και θα τον κάνω να δει πως ο σωτήρας του είμαι εγώ».
ΨΑΛΜΟΙ 92
Είναι καλό να σ’ εξυμνούνε, Κύριε!
1Ψαλμός, ωδή για την ημέρα του Σαββάτου.
2Είναι καλό να σ’ εξυμνούνε, Κύριε,
και μουσική να παίζουνε για σένα,
Ύψιστε!
3Απ’ το πρωί να διαλαλούν την ευσπλαχνία σου
και την πιστότητά σου όλη τη νύχτα,
4με λύρα και με όργανο δεκάχορδο,
με άσματα και με κιθάρα.
5Με τα έργα σου
χαρά μου ’δωσες, Κύριε·
θ’ αγάλλομαι για όσα έχεις φτιάξει.
6Πόσο μεγάλα, Κύριε, τα έργα σου!
Πολύ βαθιές οι σκέψεις σου!
7Ο άνθρωπος ο ανόητος δεν τις γνωρίζει·
και ο μωρός δεν τις αντιλαμβάνεται.
8Ψηλώνουν οι ασεβείς
σαν το χορτάρι,
κι ανθίζουν όλοι οι δράστες της παρανομίας,
μα θα εξαφανιστούν για πάντα.
9Κι εσύ ύψιστος μένεις στον αιώνα, Κύριε.
10Κι όσο για τους εχθρούς σου, Κύριε,
αυτοί όλοι θα καταστραφούν·
και θα διασκορπιστούνε όλοι της ανομίας οι δράστες.
11Μ’ έκανες δυνατό σαν αγριοβούβαλο·
μ’ έχρισες με καινούριο λάδι.Ϟα
12Τα μάτια μου βλέπουν την πτώση των εχθρών μου·
της ανομίας τους δράστες θ’ ακούω που θα υποφέρουν,
αυτούς που εναντίον μου
με μοχθηρία στραφήκαν.
13Ο δίκαιος θα φουντώσει σαν το φοίνικα·
σαν κέδρος του Λιβάνου θα ψηλώνει.
14Σαν τα φυτά στον οίκο του Κυρίου,
που στου Θεού μας τις αυλές ανθούν.
15Καρπό θα δίνει ως τα γηρατειά,
θα ’ναι ακμαίος κι αγέραστος,
16για να διακηρύττει:
«Ο Κύριος είναι δίκαιος,
είναι το φρούριό μου, και σ’ αυτόν δε βρίσκεται αδικία καμιά».
ΨΑΛΜΟΙ 93
Ο Κύριος είναι βασιλιάς
1Την παραμονή του Σαββάτου, όταν κατοικήθηκε η γη· υμνητικό άσμα του Δαβίδ.Ϟβ
Ο Κύριος είναι βασιλιάς,
μεγαλοπρέπεια ντυμένος·
ο Κύριος είναι δύναμη ζωσμένος·
την οικουμένη τη στεριώνει
να μην κλονίζεται.
2Κύριε,
Ο θρόνος σου είναι στεριωμένος εξαρχής,
εσύ ’σαι προαιώνιος.
3Ύψωσαν, Κύριε, οι ποταμοί,
οι ποταμοί υψώσαν τη φωνή τους,
οι ποταμοί τον παφλασμό τους ύψωσαν.
4Πιότερο απ’ τους θορύβους των πολλών νερών,
πιο ψηλά από της θάλασσας τα κύματα
στα ύψη εσύ υπερέχεις, Κύριε.
5Οι αποδείξεις σου
είν’ αξιόπιστες πολύ,
στον οίκο σου ταιριάζει η αγιότητα
γι’ αμέτρητες μέρες, Κύριε!
ΨΑΛΜΟΙ 94
Ο Θεός ανταποδίδει την αδικία
1Κύριε, Θεέ ανταποδόσεων,
ανταποδόσεων Θεέ, εμφανίσου.
2Ορθώσου εσύ, κριτή της γης,
του αλαζόνα το έργο ανταπόδωσε.
3Ως πότε, Κύριε, οι ασεβείς,
ως πότε οι ασεβείς θα θριαμβεύουν;
4Ως πότε θα μιλούν με θράσος, θα φλυαρούν;
ως πότε θα καυχιούνται
όλοι της ανομίας οι δράστες;
5Τσακίζουν, Κύριε, το λαό σου,
καταπιέζουνε εκείνους που σου ανήκουν.
6Χήρες και ξένους εξοντώνουν,
και τα ορφανά δολοφονούν.
7Λένε: «Δε βλέπει ο Κύριος·
τίποτα δεν καταλαβαίνει ο Θεός του Ιακώβ».
8Οι αλόγιστοι μες στο λαό εννοήστε,
κι εσείς ανόητοι, πότε θα βρείτε σύνεση;
9Αυτός που την ακοή δίνει,
μπορεί να μην ακούει;
ή αυτός, που τα μάτια έφτιαξε,
γίνεται να μη βλέπει;
10Αυτός, που τους ειδωλολάτρες διαπαιδαγωγεί,
γίνεται να μην τιμωρεί;
εκείνος που τον άνθρωπο διδάσκει,
πώς θα ’ταν δυνατό να μη γνωρίζει;
11Ο Κύριος γνωρίζει τις σκέψεις του ανθρώπου,
ξέρει πόσο είναι μηδαμινές.
12Μακάριος είν’ ο άνθρωπος,
που τον διορθώνεις, Κύριε,
και τον διδάσκεις με το νόμο σου!
13Έτσι του δίνεις ανακούφιση
στης συμφοράς τις μέρες,
ωσότου ανοίξει ο τάφος του ασεβή.
14Δεν αποδιώχνει ο Κύριος
το λαό του,
και δεν εγκαταλείπει τους δικούς του.
15Γιατί σύμφωνα με το δίκαιο
θα βγαίνουν οι αποφάσεις,
κι αυτό θ’ ακολουθούν όλοι οι έντιμοι.
(Διάψαλμα)
16Ποιος θα μου συμπαρασταθεί
ενάντια στους κακούς;
και ποιος θα με υπερασπιστεί
ενάντια στης ανομίας τους δράστες;
17Αν δεν μου ’δινες,
Κύριε, βοήθεια,
ακόμη λίγο κι η ψυχή μου θα ’ταν
μες στου θανάτου τη σιωπή.
18Την ώρα που έλεγα:
«Κλονίστηκαν τα βήματά μου»,
το έλεός σου, Κύριε, με στήριζε.
19Όταν πολύ ήταν το άγχος μέσα μου,
οι παρηγόριες σου απαλαίναν την ψυχή μου.
20Γίνεται να ’χουν σύμμαχο εσένα
οι διεφθαρμένοι δικαστές;
μπορούν να προκαλούν τη δυστυχία,
ενάντια στο νόμο σου;
21Ορμούν αυτοί ενάντια
στου δικαίου τη ζωή
και τον αθώο σε θάνατο καταδικάζουν.
22Αλλά εσύ έγινες, Κύριε,
προστασία μου·
κι εσύ, Θεέ μου, φρούριο καταφυγής μου.
23Θα τους ανταποδώσεις την ανομία τους·
για την κακία τους
θα τους εξαφανίσεις·
εσύ θα τους εξαφανίσεις, Κύριε, Θεέ μας!
ΨΑΛΜΟΙ 95
Ας παρουσιαστούμε μπροστά στον Κύριο
1Ελάτε,
ας δοξολογήσουμε τον Κύριο!
Ας αλαλάξουμε στης σωτηρίας μας το βράχο!
2Μ’ ευχαριστία ας παρουσιαστούμε μπρος του,
ας αλαλάξουμε σ’ εκείνον με ψαλμούς!
3Γιατ’ είναι μέγας ο Θεός, ο Κύριος·
και βασιλιάς υπέρτατος πάνω απ’ όλους τους θεούς.
4Στην εξουσία του είναι της γης τα θέμελα
και των βουνών οι κορυφές δικές του·
5δική του η θάλασσα·
αυτός την έκανε,
και την ξηρά τα χέρια του την πλάσαν.
6Ελάτε,
ας προσπέσουμε κι ας κλίνουμε
τα γόνατα σ’ αυτόν!
Ας γονατίσουμε μπροστά στον Κύριο
το δημιουργό μας!
7Γιατί αυτός είν’ ο Θεός μας,
κι εμείς της έγνοιας του λαός,
τα πρόβατα που τα οδηγεί το χέρι του.
Σήμερα δώστε προσοχή, ακούστε τη φωνή του:
8«Μην κλείσετε με πείσμα την καρδιά σας»
–λέει ο Κύριος–
«όπως οι πρόγονοί σας στη Μεριβά,
όπως τη μέρα της Μασσά στην έρημο,
9όταν με προκαλέσανε οι πρόγονοί σας,
με δοκιμάσαν κι είδανε τα έργα μου.
10Σαράντα χρόνια αντιπαθούσα
εκείνη τη γενιά·
κι είπα: Αυτοί είναι λαός
με φρόνημα ασταθές·
και δε γνωρίσανε το θέλημά μου.
11Έτσι, μες στην οργή μου ορκίστηκα:
Στη χώρα δε θα μπούνε που τους έδωσα
για ν’ αναπαυτούν».
ΨΑΛΜΟΙ 96
Ύμνος νέος για τον Κύριο που έρχεται
(Α΄ Χρ 16,23-33)
1Όταν χτιζόταν ο ναός ύστερα απ’ την αιχμαλωσία. Άσμα του ΔαβίδϞγ
Ψάλτε στον Κύριο ύμνο νέο!
Ψάλτε στον Κύριο, ολόκληρη η γη!
2Ψάλτε στον Κύριο, ευλογήστε τ’ όνομά του,
κηρύξτε κάθε μέρα τη σωτηρία του!
3Ιστορήστε τη δόξα του στους ειδωλολάτρες,
στους λαούς όλους τα έργα του τα θαυμαστά!
4Μέγας είναι ο Κύριος
κι ύμνος μέγας του πρέπει.
Απ’ όλους τους θεούς ο τρομερότερος.
5Όλοι οι θεοί των λαών
είναι είδωλα·
αλλά μονάχα ο Κύριος εποίησε τα ουράνια.
6Τον περιβάλλουν δόξα και μεγαλοπρέπεια·
δύναμη κι ωραιότητα στον άγιο το ναό του.
7Προσφέρετε στον Κύριο
λαοί όλων των χωρών,
προσφέρετε στον Κύριο τη δόξα και τη δύναμη.
8Προσφέρετε στον Κύριο δόξα στην ύπαρξή του!
Πάρτε τις προσφορές σας
και μπείτε στις αυλές του!
9Προσκυνήστε τον Κύριο στο μεγαλόπρεπο αγιαστήριό του·
συγκλονιστείτε, όλη η γη, μπροστά του!
10Πέστε στους άπιστους:
«Ο Κύριος δεσπόζει·
κι αυτός την οικουμένη τη στεριώνει να μην κλονίζεται·
δίκαια θα κρίνει τους λαούς».
11Οι ουρανοί ας χαίρονται
κι η γη ας αγαλλιάζει·
η θάλασσα ας ταράζεται
και ό,τι τη γεμίζει!
12Ας αλαλάζουν οι αγροί
κι όσα φυτρώνουνε σ’ αυτούς!
Τότε είναι που θα χαίρονται τα δέντρα όλα του δάσους
13μπροστά στον Κύριο, γιατί έρχεται!
Τη γη έρχεται να κρίνει.
Την οικουμένη με δικαιοσύνη θα την κρίνει
και τους λαούς με την αλήθεια του.
ΨΑΛΜΟΙ 97
Ο Κύριος διαφεντεύει· χαρά σ’ όλη τη γη!
1Ο Κύριος διαφεντεύει! Ας ευφραίνεται η γη·
ας χαίρεται το πλήθος των μακρινών χωρών!
2Νέφη τον περιβάλλουν κι ομίχλη πυκνή·
δικαιοσύνη και κρίση άμεμπτη
είναι του θρόνου του το στήριγμα.
3Φωτιά μπροστά του ξεπετάγεται
και κατακαίει γύρω τους εχθρούς του.
4Οι αστραπές του φώτισαν την οικουμένη·
αυτό το είδε και ταράχτηκε η γη.
5Τα βουνά λιώσαν όπως το κερί
μπροστά στον Κύριο,
σ’ ολόκληρης της γης τον Κύριο μπροστά.
6Τη δικαιοσύνη του διακηρύξαν οι ουρανοί,
κι όλοι οι λαοί είδαν τη δόξα του.
7Ας ντροπιαστούν όλοι οι δούλοι των ειδώλων,
που εξυμνούν τα τιποτένια είδωλα·
όλοι οι θεοί εκείνον προσκυνήστε!
8Άκουσε η Σιών και χάρηκε,
κι οι πόλεις της ΙουδαίαςϞδ αλαλάξαν
για ό,τι ο Κύριος αποφάσισε.
9Κύριε, εσύ είσαι ύψιστος
πάνω σ’ όλη τη γη·
υψώθηκες ψηλότερα από τους θεούς όλους.
10Όσοι τον Κύριο αγαπάτε,
το κακό να το αποστρέφεστε·
φυλάει ο Κύριος των οσίων του τις ζωές,
τους λευτερώνει απ’ των ασεβών την εξουσία.
11Τον δίκαιο τον καταυγάζει φως,
χαίρεται η καρδιά του έντιμου.
12Δίκαιοι, ευφρανθείτε χάρη στον Κύριο·
την αγιότητά του θυμηθείτε
κι ευχαριστήστε τον.
ΨΑΛΜΟΙ 98
Αλαλάξτε στον Κύριο που έρχεται!
1Ψαλμός.Ϟε
Ψάλτε στον Κύριο καινούριο ύμνο,
γιατί έκανε έργα θαυμαστά!
Αναδείχτηκε νικητής με τη δύναμή του,
με της αγιότητάς του την ισχύ.
2Έκανε ο Κύριος γνωστή τη σωτηρία του·
στα μάτια των ειδωλολατρών φανέρωσε
τη δικαιοσύνη του.
3Δεν ξέχασε την αγάπη του και την πιστότητά του
προς το λαό του Ισραήλ·
κι όλοι οι λαοί της γης
είδαν τη σωτηρία μας που ήρθε απ’ το Θεό μας.
4Στον Κύριο αλαλάξτε ολόκληρη η γη!
Κραυγάστε με χαρά, ευφρανθείτε
και παίξτε μουσική!
5Ψάλτε στον Κύριο με μουσική κιθάρας·
με την κιθάρα και τον ήχο των εγχόρδων!
6Με σάλπιγγες και με τον ήχο του σοφάρϞς
μπροστά στο βασιλιά, τον Κύριο, αλαλάξτε!
7Η θάλασσα ας ταράζεται και ό,τι τη γεμίζει·
η οικουμένη κι όλοι όσοι κατοικούν σ’ αυτήν.
8Οι ποταμοί ας χειροκροτούνε
και τα βουνά μαζί ας αγάλλονται
9μπροστά στον Κύριο που έρχεται!
Γιατί έρχεται τη γη να κρίνει,
την οικουμένη να την κρίνει με δικαιοσύνη
και τους λαούς με τιμιότητα.
ΨΑΛΜΟΙ 99
Ο Κύριος βασιλεύει, ο Κύριος είναι άγιος
1Ο Κύριος βασιλεύει, τρέμουνε οι λαοί!
Στα χερουβίμ απάνωϞζ έχει το θρόνο του,
σειέται η γη.
2Μεγάλος είν’ ο Κύριος στη Σιών!
– Ναι, αυτός ψηλότερα είναι απ’ όλα τα έθνη.
3Το όνομά σου, Κύριε, θα εξυμνούν,
το τρομερό και το μεγάλο!
– Ναι, είσαι άγιος.
4Δυνατός είν’ ο βασιλιάς οπού τη δίκαιη κρίση αγαπά·
αλλά την τιμιότητα εσύ την όρισες·
ευθυκρισία και δικαιοσύνη
εσύ τις θέσπισες στον Ιακώβ.
5Δοξάστε Κύριο, το Θεό μας,
και προσκυνήστε μπροστά στα πόδια του!
– Ναι, ο Κύριος είναι άγιος.
6Ο Μωυσής κι ο Ααρών στους ιερείς του ανάμεσα
κι ο Σαμουήλ ανάμεσα σ’ εκείνους,
που τ’ όνομά του επικαλούνταν·
καλούσαν τ’ όνομά του
κι αυτός αποκρινόταν.
7Μέσα απ’ τη στήλη της νεφέλης τούς μιλούσε·
έκαναν πράξη τις προτροπές του
κι όσα τους έδωσε προστάγματα.
8Κύριε, Θεέ μας,
εσύ τους αποκρίθηκες·
για κείνους έγινες Θεός που συγχωρεί·
μα και που τιμωρεί τις πράξεις τους.Ϟη
9Δοξάστε Κύριο το Θεό μας,
και προσκυνήστε τον στο άγιο του βουνό·
– Ναι, άγιος είναι Κύριος, ο Θεός μας!

ΔΑΥΙΔ







Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |