ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 9. Σεπτέμβριος Αγιολόγιον - Εορτολόγιον

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

9. Σεπτέμβριος Αγιολόγιον - Εορτολόγιον



christ

ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 1



     Ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου (δηλαδὴ ἀρχὴ τοῦ νέου Ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους)

     Ὁ Ὅσιος Συµεὼν ὁ Στυλίτης

     Ἡ Ὁσία Μάρθα

     Ἡ Ὁσία Εὐανθία

     Ὁ Δίκαιος Ἰησοῦς γιὸς τοῦ Ναυῆ

     Οἱ Ἁγίες 40 Παρθένες καὶ Ἀσκήτριες: Ἀδαµαντίνη, Καλλιρόη, Χαρίκλεια, Πηνελόπη, Κλειώ, Θάλεια, Μαριάνθη, Εὐτέρπη, Τερψιχόρη, Οὐρανία, Κλεονίκη, Σαπφώ, Ἐρατώ, Πολύµνια, Δωδώνη, Ἀθηνᾶ, Τρωάδα, Κλεοπάτρα, Κοραλία, Καλλίστη, Θεονόη, Θεανώ, Ἀσπασία, Πολυνίκη, Διόνη, Θεοφανή, Ἐρασµία, Ἐρµηνεία, Ἀφροδίτη, Μαργαρίτα, Ἀντιγόνη, Πανδώρα, Χάϊδω, Λάµπρω, Μόσχω, Ἀρηβοΐα, Θεονύµφη, Ἀκριβή, Μελποµένη, Ἐλπινίκη καὶ Ἀµµοῦν ὁ διδάσκαλος αὐτῶν


     Θαῦµα τῆς Θεοτόκου στὴ Μονὴ τῶν Μιασηνῶν

     Οἱ Ἅγιοι Εὔοδος, Καλλίστη, Ἀγαθοκλεία καὶ Ἑρµογένης

     Μνήµη τοῦ Μεγάλου Ἐµπρησµοῦ στὴν Κωνσταντινούπολη

     Ὁ Ὅσιος Μελέτιος ὁ νέος ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος τῆς Μυουπόλεως

     Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ποὺ ἀσκήτευσε στὴν Κρήτη

     Ὁ Ἅγιος Ἀγγελῆς ὁ Νεοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴν Κωνσταντινούπολη

     Ὁ Ὅσιος Συµεών, ὁ Λέσβιος, Στυλίτης

     Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ ἐν Ἀγυίᾳ








Ἀρχὴ τῆς Ἰνδίκτου (δηλαδὴ ἀρχὴ τοῦ νέου Ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους)



Γιὰ τὴν περίπτωση αὐτή, ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του, γράφει τὰ ἑξῆς: «Λέξις λατινικὴ (indictio) ὁρισµὸν σηµαίνουσα καθ᾿ ὃν κατὰ δεκαπενταετὴ περίοδον ἐπληρώνοντο εἰς τοὺς αὐτοκράτορας τῶν Ρωµαίων οἱ φόροι. Κατὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν, τὴν ἀρχὴν τῆς ἰνδικτιῶνος εἰσήγαγεν ὁ Αὔγουστος Καῖσαρ (1 -14), ὅτε διέταξε τὴν γενικὴν τῶν κατοίκων τοῦ Ρωµαϊκοῦ κράτους ἀπογραφὴν καὶ τὴν εἴσπραξιν τῶν φόρων, κατὰ τὴν πρώτην τοῦ Σεπτεµβρίου µηνός. Ἀπὸ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου (313) ἐγένετο ἐπισήµως χρῆσις τῆς Ἰνδικτιῶνος ὡς χρονολογίας, ἔκτοτε δὲ ἡ ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως µέχρι τοῦ νῦν ἑορτάζει τὴν α´ Σεπτεµβρίου ὡς ἀρχὴν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους».



«Ἴνδικτον ἡµῖν εὐλόγει νέου χρόνου, ᾧ καὶ παλαιὲ καὶ δι᾿ ἀνθρώπους νέε».






Ὁ Ὅσιος Συµεὼν ὁ Στυλίτης

Ἔζησε στὰ µέσα τοῦ 5ου αἰῶνα µ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Λέοντος τοῦ Μεγάλου καὶ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Μαρτυρίου. Ὁ Συµεὼν γεννήθηκε στὸ χωριὸ Σισᾶν τῆς Κιλικίας, ἀπὸ γονεῖς βοσκούς. Βοσκὸς ἦταν καὶ αὐτὸς στὰ νεανικά του χρόνια. Ἀπὸ

µικρὸς ἦταν ἀφοσιωµένος µὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ στὰ θεῖα. Τόσο θερµὲς ἦταν οἱ προσευχές του πρὸς τὸ Θεό, ὥστε πολλὲς φορὲς λουζόταν ἀπὸ δάκρυα. Κάποια µέρα, τοῦ ἔκαναν µεγάλη ἐντύπωση τὰ λόγια του Χριστοῦ, «µακάριοι οἱ πενθοῦντες, ὅτι αὐτοὶ παρακληθήσονται. Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται», δηλαδή, µακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ πενθοῦν γιὰ τὶς ἁµαρτίες τους καὶ γιὰ τὸ κακὸ ποὺ ἐπικρατεῖ στὸν κόσµο, διότι αὐτοὶ θὰ παρηγορηθοῦν ἀπὸ τὸ Θεό. Μακάριοι, ἐπίσης,

εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν τὴν καρδιά τους καθαρὴ ἀπὸ κάθε µολυσµὸ ἁµαρτίας, διότι αὐτοὶ θὰ δοῦν τὸ Θεό. Ποθώντας, λοιπόν, καὶ ὁ Συµεὼν νὰ κάνει τέτοια ζωή, πῆγε κοντὰ στὸν ὅσιο Ἠλιόδωρο, ὅπου ἔµεινε 10 χρόνια, καὶ ἔγινε µοναχός. Ἐπιθυµώντας,

ὅµως, περισσότερη ἡσυχαστικὴ ζωή, ἀποσύρθηκε σὲ ἕνα κελὶ στὸ χωριὸ Τελανισό, ὅπου ἀσκήτεψε τρία χρόνια. Ἡ φήµη τῆς ἁγίας του ζωῆς ἔκανε νὰ συρρέουν πλήθη λάου κοντά του. Ἀλλὰ ὁ Συµεών, ἀποφεύγοντας τὴν ἀκατάπαυστη ἐκείνη κοινωνικότητα καὶ θέλοντας ἀκόµα περισσότερη ἀσκητικὴ ζωή, ἐγκαταστάθηκε ἐπάνω σ᾿ ἕνα στῦλο 36 πήχεων! Μὲ τὸν ἰδιόρρυθµο αὐτὸ τρόπο ἀσκήτεψε 37 χρόνια. Ἀλλὰ καὶ µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ἔκανε τελικὰ τὴν ζωὴ ποὺ ἐπιθυµοῦσε καὶ ποὺ µακαρίζει ὁ Κύριος.






Ἡ Ὁσία Μάρθα



Ἦταν µητέρα τοῦ Ὁσίου Συµεὼν τοῦ Στυλίτη. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ἡ µνήµη της ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 4η Ἰουλίου).






Ἡ Ὁσία Εὐανθία



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Δίκαιος Ἰησοῦς γιὸς τοῦ Ναυῆ



Ἦταν Ἑβραῖος, γιὸς τοῦ Ναυῆ, ἀπὸ τὴν φυλὴ Ἐφραὶµ καὶ διάδοχος τοῦ Μωϋσῆ τοῦ προφήτη. Ὁ Ἰησοῦς, ὀνοµαζόταν πρῶτα Αὐσῆς. Στάλθηκε ἀπὸ τὸν Μωϋσῆ νὰ κατασκοπεύσει τὴν γῆ Χαναᾶν καὶ ὅταν ἐπέστρεψε ἀνέλαβε µετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μωϋσῆ τὴν ἀρχηγία τοῦ λαοῦ, ποὺ τὸν ὁδήγησε µαζὶ µὲ τὴν κιβωτὸ στὴν Παλαιστίνη, ἀφοῦ πέρασε τὸν Ἰορδάνη καὶ συνέτριψε τοὺς ἀλλόφυλους στὰ τείχη τῆς Ἱεριχῶ (Ἰησ. ι´

12). Ὅταν κατέλαβε τὴν Παλαιστίνη καὶ τὴν µοίρασε στοὺς Ἰσραηλῖτες, τοὺς ὁποίους κυβέρνησε 27 χρόνια, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ 110 χρονῶν.






Οἱ Ἁγίες 40 Παρθένες καὶ Ἀσκήτριες: Ἀδαµαντίνη, Καλλιρόη, Χαρίκλεια,

Πηνελόπη, Κλειώ, Θάλεια, Μαριάνθη, Εὐτέρπη, Τερψιχόρη, Οὐρανία, Κλεονίκη, Σαπφώ, Ἐρατώ, Πολύµνια, Δωδώνη, Ἀθηνᾶ, Τρωάδα, Κλεοπάτρα, Κοραλία, Καλλίστη, Θεονόη, Θεανώ, Ἀσπασία, Πολυνίκη, Διόνη, Θεοφανή, Ἐρασµία, Ἐρµηνεία, Ἀφροδίτη, Μαργαρίτα, Ἀντιγόνη, Πανδώρα, Χάϊδω, Λάµπρω, Μόσχω, Ἀρηβοΐα, Θεονύµφη, Ἀκριβή, Μελποµένη, Ἐλπινίκη καὶ Ἀµµοῦν ὁ διδάσκαλος αὐτῶν



Ὁ Ἀµµοῦν ἢ Ἀµµὼν ἦταν Διάκονος στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης καὶ διδάσκαλος 40 ἀσκητριῶν παρθένων. Αὐτὸν λοιπόν, ὁ ἡγεµόνας τῆς Ἀδριανουπόλεως Βάβδος, ἐπειδὴ δὲν δεχόταν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, παρέπεµψε µαζὶ µὲ τὶς 40 µαθήτριές του στὸν Λικίνιο τὸν ἄρχοντα τῆς Θράκης. Αὐτός, ἀφοῦ τὶς βασάνισε σκληρά, τὶς µὲν πρῶτες δέκα ἔκαψε ζωντανές, τὶς δὲ ἑπόµενες ὀκτὼ ἀποκεφάλισε, τὶς ἑπόµενες δέκα σκότωσε

µὲ ξίφος, ἀφοῦ τὶς χτύπησε στὸ στόµα καὶ τὴν καρδιὰ καὶ τὶς ὑπόλοιπες δώδεκα θανάτωσε µὲ µαχαίρια καὶ πυρακτωµένα σίδερα στὸ στόµα. Τὸν δὲ Ἀµµοῦν θανάτωσε, ἀφοῦ τοῦ ἔβαλε πυρακτωµένη καλύπτρα στὸ κεφάλι (ἄλλοι ἀναφέρουν ὅτι, κατόπιν τὸν ἀποκεφάλισε). Ὅσον ἀφορᾶ δὲ τὰ ὀνόµατα τῶν 40 Ἁγίων Παρθένων, τὰ παραθέτουµε µὲ ἐπιφύλαξη, διότι ὁρισµένα ἀπ᾿ αὐτὰ π.χ. Χάϊδω, Λάµπρω κ.λ.π. ἀνήκουν σὲ ὀνοµασίες µεταγενεστέρων αἰώνων (16ου-18ου) καὶ ὄχι σ᾿ αὐτὲς τῶν πρώτων αἰώνων µ.Χ. ποὺ µαρτύρησαν οἱ Ἁγίες.






Θαῦµα τῆς Θεοτόκου στὴ Μονὴ τῶν Μιασηνῶν



Ἡ θαυµατουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Μονῆς τῶν Μιασηνῶν, ρίχτηκε στὴ λίµνη Ζαγουροῦ γιὰ νὰ µὴ τὴν σπιλώσουν οἱ Εἰκονοµάχοι. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, ἀνεφάνη ἄσπιλη ἀπὸ τὰ νερὰ τῆς λίµνης µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο.






Οἱ Ἅγιοι Εὔοδος, Καλλίστη, Ἀγαθοκλεία καὶ Ἑρµογένης



Ἦταν ἀδέλφια, καὶ ἡ ἀνεύρεση τῆς ἀλήθειας ἦταν ὁ µεγάλος τους πόθος. Καὶ ὁ Θεὸς τοὺς ἐλέησε, ἀξιώνοντάς τους νὰ ἀκούσουν τὸ κήρυγµα τῶν ἀποστόλων, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἑλκύστηκαν στὸ φῶς καὶ τὴν ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Ἀπὸ τότε ἡ ζωή τους στάθηκε ζηλευτὴ πίστεως καὶ ἀγαθοεργίας. Ἔδιναν ἄφθονη βοήθεια σὲ χῆρες, ὀρφανά, καὶ ἀνέπτυξαν

µεταξύ τους εὐγενῆ καὶ ἱερὴ ἅµιλλα, ποιὸς νὰ φέρει περισσότερες ψυχὲς µέσα στὸ ψυχοσωτήριο λιµάνι τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Καὶ κατόρθωσαν πολλά. Τὴν πίστη τους αὐτή, ἐπισφράγισαν καὶ διὰ τοῦ µαρτυρίου. Ὅταν συνελήφθησαν, ὁµολόγησαν ὅτι ἀνῆκαν στὴ χριστιανικὴ Ἐκκλησία καὶ ὅτι αὐτὸ ἀποτελοῦσε καύχηµα τοὺς περισσότερο καὶ ἀπὸ τὸ ἂν εἶχαν κάποιο στέµµα στὸ κεφάλι τους. Μάταια ζήτησαν νὰ τοὺς δελεάσουν µὲ ὑποσχέσεις καὶ νὰ τοὺς ἐκβιάσουν µὲ ἀπειλές. Τὰ ἀδέλφια ἐνθαρρύνονταν µεταξύ τους, µὲ ἀνώτερα πνευµατικὰ λόγια. Ἔτσι καὶ τῶν τριῶν τὰ κεφάλια, κόπηκαν µὲ τὸ ξίφος. Καὶ τὰ ἀδέλφια κατὰ σάρκα, στάθηκαν ἀδέλφια διὰ τῆς πνευµατικῆς ἀναγεννήσεως καὶ στὸ µαρτυρικὸ θάνατο καὶ στὴν κληρονοµιὰ τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν.

Μνήµη τοῦ Μεγάλου Ἐµπρησµοῦ στὴν Κωνσταντινούπολη



Ὁ ἐµπρησµὸς αὐτὸς ἔγινε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ µεγάλου τοῦ ἐπονοµαζόµενου Μακέλλη. Τότε πυρπολήθηκε τὸ µεγαλύτερο µέρος τῆς Κωνσταντινουπόλεως γιὰ ἑπτὰ ἡµέρες.






Ὁ Ὅσιος Μελέτιος ὁ νέος ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος τῆς Μυουπόλεως



Γεννήθηκε κατὰ τὸ ἔτος 1035 στὸ χωριὸ Μουταλάσκη τῆς Καππαδοκίας. Οἱ γονεῖς του ἦταν πολὺ ἐνάρετοι καὶ ὀνοµαζόταν Ἰωάννης καὶ Σοφία. Φυσικά, σύµφωνα µὲ τὰ ἱερὰ πιστεύω τους µεγάλωσαν καὶ τὸ παιδί τους τὸν Μελέτιο. Αὐτός, ὅταν µεγάλωσε ἦλθε στὴν Ἑλλάδα ἐπὶ Ἀλεξίου τοῦ Κοµνηνοῦ στὴ Μονὴ τῶν Ταξιαρχῶν τὴν λεγόµενη τοῦ Συµβόλου, τὴν µετέπειτα ἐπονοµασθεῖσα τοῦ ὁσίου Μελετίου. Ἐκεῖ ἀφοῦ ἔλαµψε διὰ τῆς πνευµατικῆς του ἀσκήσεως, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1105. (Περὶ τοῦ βίου τοῦ ὁσίου Μελετίου, βλέπε τὴν µελέτη τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χρυσοστόµου στὴ «Θεολογία» ΙΓ 97).






Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ποὺ ἀσκήτευσε στὴν Κρήτη



Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτὸ δὲν βρίσκουµε καµιὰ πληροφορία γιὰ τὴν ζωή του. Ξέρουµε µόνο ὅτι ἀσκήτευσε στὸ Φαράγγι Κουρταλιώτη τῆς ἐπαρχίας Ἁγίου Βασιλείου τῆς Κρήτης τὸ

1670, καὶ ὅτι ὑπάρχει µόνο Ἀκολουθία του, ποὺ ἐκδόθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 1879.






Ὁ Ἅγιος Ἀγγελῆς ὁ Νεοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴν Κωνσταντινούπολη



Χρυσοχόος στὸ ἐπάγγελµα ὁ Ἀγγελῆς, κάποτε διασκέδαζε στὴν Κωνσταντινούπολη µὲ γνώριµους ἐξωµότες χριστιανούς. Καὶ χάριν ἀστείου, φόρεσε στὸ κεφάλι του τούρκικο σαρίκι. Οἱ Τοῦρκοι, θεώρησαν αὐτὴ τὴν ἐνέργειά του σὰν ἄρνηση τῆς χριστιανικῆς θρησκείας καὶ ἀποδοχὴ τοῦ µουσουλµανισµοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸν πίεζαν νὰ ἐξισλαµιστεῖ. Ὁ µάρτυρας ἀπέκρουσε µὲ ἀποστροφὴ τὶς δελεαστικὲς προτάσεις τῶν Τούρκων καὶ δέχτηκε γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ τὸ µαρτύριο, χωρὶς νὰ ὑπολογίσει τὴν γυναῖκα του καὶ τὰ ἕξι παιδιά του. Εἶπε µάλιστα στὸν Βεζίρη· « Ὅ,τι θέλεις κᾶµε, δέρνε, κόβε, σφάζε, κᾶψε µε στὴ φωτιά, ρῖξε µε στὰ θηρία, πνῖξε µε στὴ θάλασσα, καὶ ὅ,τι µπορεῖς κᾶµε σ᾿ αὐτὸ τὸ πήλινο σῶµα µου, ἐγὼ τὸν Χριστό µου δὲν ἀρνοῦµαι, ἐγὼ τὴν πίστη µου δὲν ἀλλάζω, ἐγὼ Τοῦρκος δὲν γίνοµαι». Ἔτσι στὶς 1 Σεπτεµβρίου 1680 µπροστὰ στὸ παλάτι, κοντὰ στὴν Ἁγία Σοφία, τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ δέχτηκε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Τὸ λείψανό του ἀγοράστηκε ἀπὸ τοὺς χριστιανούς, ἀντὶ 300 γροσιῶν, ποὺ τὸ ἐνταφίασαν στὸ Μοναστήρι τῆς νήσου Πρώτης.

Ὁ Ὅσιος Συµεών, ὁ Λέσβιος, Στυλίτης



Βλέπε βιογραφία του τὴν 1η Φεβρουαρίου, µαζὶ µ᾿ αὐτὴ τῶν τριῶν ἀδελφῶν του.






Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ ἐν Ἀγυίᾳ

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 2



     Ὁ Ἅγιος Μάµας

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτής, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ἅγιος Διοµήδης

     Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανός

     Ὁ Ἅγιος Φίλιππος (ἢ Θεόδοτος ἢ Θεόδωρος)

     Ὁ Ἅγιος Εὐτυχιανὸς

     Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος

     Ὁ Ἅγιος Λεωνίδης

     Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος

     Ὁ Ἅγιος Φιλάδελφος

     Ὁ Ἅγιος Μελάνιππος

     Ἡ Ἁγία Παρθαγάπη

     Οἱ Δίκαιοι ἱερεῖς Ἐλεάζαρ καὶ Φινεές

     Οἱ Ἅγιοι Ἀειθαλᾶς καὶ Ἀµµών (ἢ Ἀµµοῦν)







Ὁ Ἅγιος Μάµας



Γεννήθηκε στὴ Γάγγρα τῆς Παφλαγονίας τὸ 260 µ.Χ., ἀπὸ γονεῖς χριστιανούς, τὸ Θεόδοτο καὶ τὴν Ρουφίνα, ὅταν αὐτοὶ ἦταν µέσα στὴ φυλακή, ὅπου πέθαναν προσευχόµενοι. Ὁ Μάµας, βρέφος ἀκόµα, ἔµεινε ὀρφανός. Ὅµως, µία πλούσια χριστιανὴ γυναῖκα, ἡ Ἀµµία, τὸν υἱοθέτησε καὶ τὸν ἀνέθρεψε µὲ στοργὴ µητρικὴ καὶ σύµφωνα µὲ τὸ πνεῦµα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐπειδὴ δὲ ὀνόµαζε τὴν θετή του µητέρα συνεχῶς µάµα, δηλ. µαµά, ὀνοµάστηκε Μάµας. Ὅταν ἔγινε 15 χρονῶν, πιάστηκε ἀπὸ εἰδωλολάτρες, διότι χωρὶς φόβο, δηµόσια, ὁµολογοῦσε τὸ Χριστό. Τότε τὸν χτύπησαν ἀλύπητα. Κρέµασαν στὸ λαιµό του µολυβένιο βαρίδιο καὶ τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα. Ὅµως µὲ τὴν δύναµη τοῦ Θεοῦ σώθηκε. Ἔπειτα τὸν ξανασυνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν σὲ ἀναµµένο καµίνι καὶ µετὰ τροφὴ στὰ θηρία. Ἀλλὰ ἐπειδὴ καὶ ἀπ΄ αὐτὰ σώθηκε θαυµατουργικά, διαπέρασαν τὴν κοιλιά του µὲ τρίαινα. Καὶ ἔτσι µαρτυρικὰ καὶ ἔνδοξα ἀναχώρησε ἀπ΄ αὐτὴ τὴν ζωή. Μᾶς θυµίζει δὲ τὰ λόγια του Κυρίου, ποὺ εἶπε: «ὅστις οὖν ταπεινώσει ἑαυτὸν ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτος ἐστὶν ὁ µείζων ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν». Ὅποιος, δηλαδή, ταπεινώσει τὸν ἑαυτό του σὰν τὸ παιδάκι αὐτό, αὐτὸς εἶναι ὁ µεγαλύτερος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτής, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



Ἀπὸ παιδὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν σπάνια ἐγκράτειά του καὶ γιὰ τὸν ἀπὸ φυσικοῦ ἔρωτα πρὸς τὴν νηστεία, πρᾶγµα ποὺ τοῦ ἔδωσε καὶ τὴν προσωνυµία τοῦ Νηστευτῆ. Ὁ ἅγιος Ἰωάννης γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ὅταν ἔγινε ἔφηβος ἔκανε τὸ

ἐπάγγελµα τοῦ χαράκτη. Ἡ καρδιά του ὅµως, ἦταν δοσµένη στὰ θεῖα καὶ κάθε µέρα διάβαζε τὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ ἄλλα θρησκευτικὰ βιβλία, πλουτίζοντας ἔτσι τὶς γνώσεις του. Τὰ πλεονεκτήµατά του αὐτά, ἐκτίµησε ὁ Πατριάρχης Ἰωάννης ὁ Γ΄ καὶ τὸν χειροτόνησε διάκονο. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ἀνέπτυξε ἰδιαίτερα τὴν ἐλεηµοσύνη, βοηθώντας πλῆθος φτωχῶν καὶ ἄλλων ἀπόρων. Ἀργότερα ἔγινε πρσβύτερος, καὶ µετὰ τὸ θάνατο τοῦ Πατριάρχη Εὐτυχίου, µὲ κοινὴ ὑπόδειξη ἀρχόντων καὶ λαοῦ, ἐκλέχτηκε διάδοχός του ὁ Ἰωάννης ὁ Νηστευτὴς σὰν Ἰωάννης Δ΄ (12-4-582 ἐπὶ βασιλέως Μαυρικίου). Τὸ πόσο ἔλαµψε καὶ σὰν Πατριάρχης ὁ Ἰωάννης, ἔχουµε πολὺ εὔγλωττες

µαρτυρίες: ὁ ἐπίσκοπος Σενιλλίας Ἰσίδωρος τὸν παριστάνει σὰν ἅγιο καὶ ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύµων Σωφρόνιος τὸν ἀποκάλεσε «σκήνωµα πάσης ἀρετῆς». Στὸν Ἰωάννη ἐπίσης, Σύνοδος τῶν Πατριαρχῶν ποὺ συνῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 587, τοῦ ἀπένειµε τὸν τίτλο «οἰκουµενικός». Σχετικά µε τὶς ἐκκλησιαστικὲς ποινὲς ὁ Ἰωάννης θέσπισε σοφὸ κανονικό, ποὺ βρίσκεται στὸ Πηδάλιο. Πέθανε 2 Σεπτεµβρίου τοῦ 595 καὶ τὸ λείψανό του τάφηκε στὸ ναὸ τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων.






Ὁ Ἅγιος Διοµήδης



Μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε σπαθιζόµενος.






Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανός



Θανατώθηκε ἀφοῦ τὸν χτύπησαν µὲ ξύλο στὸ κεφάλι καὶ ἔτσι ἔνδοξα µαρτύρησε.






Ὁ Ἅγιος Φίλιππος (ἢ Θεόδοτος ἢ Θεόδωρος)



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Εὐτυχιανὸς



Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔψησαν ζωντανὸ πάνω σὲ σχάρα.






Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος



Μαρτύρησε διὰ ἀπαγχονισµοῦ.

Ὁ Ἅγιος Λεωνίδης



Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος



Μαρτύρησε διὰ σταυρικοῦ θανάτου.






Ὁ Ἅγιος Φιλάδελφος



Οἱ Συναξαριστὲς γιὰ τὸν τρόπο τοῦ µαρτυρίου του ἀναφέρουν: «λίθῳ τὸν τράχηλον βαρυνθεὶς τελειοῦται».






Ὁ Ἅγιος Μελάνιππος



Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Ἡ Ἁγία Παρθαγάπη



Μαρτύρησε διὰ πνιγµοῦ µέσα στὴ θάλασσα.






Οἱ Δίκαιοι ἱερεῖς Ἐλεάζαρ καὶ Φινεές



Ἦταν ἱερεῖς τῶν Ἑβραίων. Ὁ µὲν Ἐλεάζαρ ἦταν τρίτος γιὸς τοῦ Ἀαρών, ὁ δὲ Φινεὲς

ἦταν γιὸς µὲν τοῦ Ἐλεάζαρ, ἐγγονὸς δὲ τοῦ Ἀαρών. Καὶ ὁ µὲν Ἐλεάζαρ ἦταν ἐπιτηρητὴς

τῆς Σκηνῆς (τοῦ Μαρτυρίου) (Ἀριθµ. δ΄, 16). Ὁ δὲ Φινεές, γιὰ τὸ ζῆλο ποὺ ἔδειξε

θανατώνοντας τὸν Ζαµβρὶ καὶ τὴν Χασβὶ τὴν Μαδιανίτιδα, διότι ἀναίσχυντα

ἐκπορνεύονταν προσβάλλοντας τὸν Μωϋσῆ καὶ τὴν συναγωγὴ τῶν υἱῶν Ἰσραήλ, ἔλαβε

τὴν διαθήκη αἰωνίου Ἱεροσύνης (Ἀριθµ. κε΄, 11-13).






Οἱ Ἅγιοι Ἀειθαλᾶς καὶ Ἀµµών (ἢ Ἀµµοῦν)

Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης καὶ ἐργάζονταν µὲ θερµότατο ζῆλο γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς πίστης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Παροιµιώδης δὲ ἦταν καὶ ἡ φιλανθρωπία τους, µὲ τὴν ὁποία εὐεργετοῦσαν καὶ χριστιανοὺς καὶ εἰδωλολάτρες. Τὸ τελευταῖο ὅµως αὐτό, συντελοῦσε πολὺ στὴ µεταβολὴ τῶν εἰδωλολατρῶν πρὸς τὴν ἀλήθεια τοῦ

Εὐαγγελίου. Ὁ ἔπαρχος Βάβδος, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν δράση αὐτὴ τοῦ Ἀειθαλᾶ καὶ τοῦ Ἀµµών, διέταξε τὴν σύλληψή τους. Καί, ἐπειδὴ ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, τοὺς θανάτωσαν µὲ χτυπήµατα σκληρότατα, µὲ µαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 3



     Ὁ Ἅγιος Ἄνθιµος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Νικοµήδειας

     Ὁ Ὅσιος Θεόκτιστος συνασκητὴς τοῦ Μεγάλου Εὐθυµίου

     Ὁ Ἅγιος Ζήνων

     Ἡ Ἁγία Βασίλισσα

     Ὁ Ἅγιος Χαρίτων

     Ὁ Ἅγιος Ἀρχοντίων

     Ὁ Ἅγιος βασιλιᾶς Κωνσταντῖνος ὁ Νέος «ἐν τοῖς Ἁγίοις Ἀποστόλοις»

     Ὁ Ἅγιος Ἀριστίων Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας

     Ἡ Ὁσία Φοίβη ἡ διακόνισσα

     Ὁ Ἅγιος Πολύδωρος ὁ Νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Λευκωσία

     Ἀνακοµιδὴ Ἱερῶν Λειψάνων Ἁγίου Νεκταρίου Αἰγίνης (1953)

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τοῦ Ρωστώφ (Ρῶσος)

     Ὁ Ἅγιος Πέτρος τοῦ Οὐγγλίς, Ἱερεὺς (Ρῶσος)







Ὁ Ἅγιος Ἄνθιµος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Νικοµήδειας



Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 3ου αἰῶνα µ.Χ. καὶ πατρίδα του ἦταν ἡ Νικοµήδεια. Ἀπὸ µικρὸς διακρίθηκε γιὰ τὸν εὐσεβῆ ζῆλο του πρὸς τὰ θεῖα. Ὅταν ἐνηλικιώθηκε, ἡ ζωή του ἦταν ὑπόδειγµα σωφροσύνης καὶ ἀγάπης. Ἐπειδὴ πλούσια κατεῖχε τὸ θησαυρὸ τῶν θείων ἀληθειῶν, ἡ θερµή του διδασκαλία, ἐµπνεόµενη ἀπὸ ἀποστολικὸ ζῆλο, ἔβρισκε σχεδὸν πάντα ἀνταπόκριση στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν. Ἡ πνευµατικὴ ἱκανότητα τοῦ Ἀνθίµου ὤθησε τοὺς χριστιανοὺς τῆς Νικοµήδειας καὶ τὸν ἔπεισαν νὰ γίνει ἱερέας καὶ ἀργότερα ἐπίσκοπός τους. Ὅταν, ὅµως, ἔγινε ὁ διωγµὸς ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, τὸν κυνήγησαν καὶ τὸν συνέλαβαν. Ὁ Διοκλητιανὸς τοῦ πρότεινε νὰ θυσιάσει στοὺς Θεοὺς γιὰ νὰ κερδίσει τὴν ζωή του, ἀλλιῶς τὸν περίµεναν φρικτὰ βασανιστήρια, καὶ τοῦ ἔδειξε τὸ ὄργανα ποὺ θὰ τὸν βασάνιζαν. Ὁ Ἄνθιµος εἶπε:«Γιατί µου τὰ δείχνεις; γιὰ νὰ µὲ φοβίσεις; Αὐτὰ ἂς τὰ φοβοῦνται ἐκεῖνοι, γιὰ τοὺς ὁποίους ἡ παροῦσα ζωὴ εἶναι µόνο ἡδονὴ καὶ τὴν στέρησή της θεωροῦν µεγάλη ἀπώλεια. Ἀλλὰ σὲ µένα, ὅπως καὶ σὲ κάθε χριστιανό, αὐτὰ δὲν ἀσκοῦν καµιὰ γοητεία. Τὸ σῶµα µου εἶναι πρόσκαιρο καὶ εὐτελές, ποὺ µόνη ἀξία ἔχει, ὅταν ἁγιασθεῖ διὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ δοθεῖ εἰς τὴν κατὰ Χριστὸν ζωή. Ἑποµένως, τιµωρίες καὶ βάσανα εἶναι γιὰ µένα πιὸ ποθητὰ ἀπὸ τοῦ νὰ ἀρνηθῶ τὸ Σωτῆρα µου». Τότε, ἀφοῦ τὸν βασάνισαν φρικτά, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ὅσιος Θεόκτιστος συνασκητὴς τοῦ Μεγάλου Εὐθυµίου



Ὁ Ὅσιος καὶ µέγας αὐτὸς ἀσκητής, ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὸν κόσµο καὶ κατέφυγε ἕξι µίλια ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυµα, ὅπου βρίσκεται ἡ Λαύρα Φάρα. Ἐκεῖ κλείστηκε σ΄ ἕνα κελὶ καὶ ἐπιδόθηκε σὲ αὐστηρότατους ἀσκητικοὺς ἀγῶνες. Στὰ χρόνια αὐτά, ἐγκαταστάθηκε σ΄ ἕνα γειτονικὸ κελὶ τῆς Λαύρας αὐτῆς καὶ ὁ µέγας Εὐθύµιος. Ὁ κοινὸς πόθος τῆς

ἄσκησης συνέδεσε στενὰ τοὺς δυὸ διάσηµους ἀσκητές, οἱ ὁποῖοι µετὰ τὴν ἀπόδοση τῆς γιορτῆς τῶν Φώτων πήγαιναν µακρύτερα µέσα στὴν ἔρηµο, γιὰ αὐστηρότερη ἄσκηση. Ἐπέστρεφαν στὴ Λαύρα, τὴν Κυριακὴ τῶν Βαΐων. Μετὰ τὸ πέµπτο ἔτος, ἀποσύρθηκαν ὁριστικὰ στὴν ἔρηµο µέσα σὲ µία σπηλιά. Ἡ φήµη ὅµως τῆς ἀρετῆς τους, ἔφερε κοντά τους πολλοὺς µαθητὲς καὶ ἔτσι δηµιουργήθηκε κοινόβιο, ποὺ µέχρι τέλους τῆς ζωῆς του προϊστάµενος ἦταν ὁ Θεόκτιστος. Μὲ τὴν µεγάλη ὑπόληψη καὶ ἀγάπη τῶν συνανθρώπων του, ὁ Ὅσιος Θεόκτιστος πέθανε σὲ βαθιὰ γεράµατα τὸ 451 µ.Χ. Στὴν κηδεία του πρωτοστάτησαν ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύµων Ἀναστάσιος καὶ ὁ µέγας Εὐθύµιος, ποὺ τότε ἦταν 90 ἐτῶν.






Ὁ Ἅγιος Ζήνων



Ἀφοῦ τὸν ἔριξαν µέσα σ΄ ἕνα καζάνι µὲ βραστὸ µολύβι, ἀπεβίωσε µαρτυρικά.






Ἡ Ἁγία Βασίλισσα



Ὑπῆρξε τὸ καύχηµα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Νικοµήδειας, κατὰ τὸν διωγµὸ τῶν Χριστιανῶν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ. Καταγγέλθηκε σὰν χριστιανή, ποὺ ἀποσποῦσε νεαρὲς εἰδωλολάτρισσες ἀπὸ τὴν πολυθεΐα καὶ ὁδηγήθηκε µπροστὰ στὸν ἡγεµόνα Ἀλέξανδρο. Ἐκεῖ ἡ Βασίλισσα ὁµολόγησε χωρὶς κανένα δισταγµό, ὅτι εἶναι χριστιανὴ καὶ λατρεύει τὸν Ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό. Μαστιγώθηκε σκληρὰ καὶ στὴ συνέχεια ὁ ἡγεµόνας διέταξε καὶ τὴν ἔριξαν µέσα στὴ φωτιά. Ἀλλὰ µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο ἡ Βασίλισσα, βγῆκε ἀπὸ τὴν φωτιὰ ἄθικτη. Οἱ εἰδωλολάτρες, θεώρησαν πὼς αὐτὸ ἦταν µαγικὴ ἐνέργεια καὶ ἔτσι τὴν ἔριξαν γιὰ τροφὴ σὲ δυὸ πεινασµένα λιοντάρια. Ἡ Βασίλισσα ὅµως, διὰ τῆς προσευχῆς πρὸς τὸν Θεό, ἔκανε τὰ δυὸ λιοντάρια νὰ σταθοῦν σὰν ἥµερα ἀρνιὰ

µπροστά της. Τότε ἔγινε καὶ τὸ µεγαλύτερο θαῦµα. Ἄνοιξαν τὰ πνευµατικὰ µάτια τοῦ ἡγεµόνα Ἀλεξάνδρου καὶ ἔπεσε µετανοηµένος στὰ πόδια τῆς Βασίλισσας καὶ ζήτησε ἀπ΄ αὐτὴν νὰ τὸν κατηχήσει στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ἡ Βασίλισσα, χαρὰ γεµάτη, τὸν παρέπεµψε στὸν ἐπίσκοπο Νικοµήδειας Ἀντώνιο, ὁ ὁποῖος κατήχησε καὶ βάπτισε τὸν Ἀλέξανδρο χριστιανό. Εὐτυχισµένος πλέον ὁ Ἀλέξανδρος, ζήτησε διὰ τῆς προσευχῆς ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ τὸν πάρει ὅσο γίνεται σύντοµα κοντά Του, καὶ ἡ δέησή του εἰσακούστηκε. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό, ὁ Κύριος δέχτηκε καὶ τὴν ψυχὴ τῆς Βασίλισσας. Τὸ δὲ τίµιο λείψανό της, τάφηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Ἀντώνιο, κοντὰ σὲ µία πέτρα, ἀπὸ τὴν ὁποία ἄλλοτε, µετὰ ἀπὸ προσευχή της, εἶχε ἀναβλύσει νερό.






Ὁ Ἅγιος Χαρίτων



Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔριξαν µέσα σὲ λάκκο µὲ βραστὸ ἀσβέστη.

Ὁ Ἅγιος Ἀρχοντίων



Μαρτύρησε διὰ λιµοῦ (ὀνοµασία κάποιου θηρίου).






Ὁ Ἅγιος βασιλιᾶς Κωνσταντῖνος ὁ Νέος «ἐν τοῖς Ἁγίοις Ἀποστόλοις»



Αὐτὸς φαίνεται, ὅτι εἶναι ὁ τέταρτος γιὸς τοῦ βασιλιᾶ Ἡρακλείου, ποὺ βασίλευσε τὸ ἔτος 641 καὶ ὁ ὁποῖος, ἀπὸ ἄλλους µὲν καλεῖται Κωνσταντῖνος Ἡράκλειος, ἀπὸ ἄλλους δέ, Κωνσταντῖνος ὁ νέος. Αὐτὸς ἦταν πολὺ πιστὸς βασιλιὰς καὶ βασίλευσε ἕξι µῆνες. Κατὰ τὸν Μελέτιο, ὁ βασιλιὰς αὐτὸς δηλητηριάστηκε.






Ὁ Ἅγιος Ἀριστίων Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας



Ἔγεννηθη κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ 2ου αἰῶνος µ.Χ., εἰς τὴν ἐπαρχίαν τῆς Συρίας Ἀπάµεια.

Ἠλκύθη εἰς τὴν ἀληθινή του Χριστοῦ πίστιν ὑπὸ τοῦ µάρτυρος Ἀντωνίου (+ 9

Νοεµβρίου). Εἰς ἡλικίαν µόλις 10 ἐτῶν ὁ Ἀντώνιος ὡδήγησε τὸν Ἀριστιωνα εἰς τὴν

Χριστιανικὴν πίστιν. Ὡς ἐνάρετος καὶ πνευµατοφόρος ἀνὴρ, ἐκλεγεὶς ὑπὸ τοῦ λαοῦ τῆς

Ἀλεξανδρείας τῆς µικρῆς, εἰς Κιλικίαν τῆς Μ. Ἀσίας (παρὰ τὴν πόλιν Ἰσσόν), ἐγένετο ὁ

δεύτερος ἐπίσκοπός της. Ὡς ποιµενάρχης ὁ Ἅγιος ἐποίµανε θεαρέστως τὸ ἐµπιστευθὲν

ὑπὸ τοῦ Θεοῦ ποίµνιό του. Ἐδίδασκε µετὰ παρρησίας µεγάλης καὶ ἐκήρυττε τὴν τοῦ

Κυρίου ἐν Σαρκὶ ἐπιδηµίαν καὶ τὴν αἰώνιαν αὐτοῦ Βασιλείαν, ὥσπερ καὶ τὴν

µακαριότητα καὶ τὴν χαρὰν τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Πολλοὺς ἐθνικοὺς ἔπειθεν,

ὅπως ἀπαρνηθῶσι τὴν πλάνη τους καὶ ἀκολουθῶσι τὴν ἀληθινὴν τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ

Χριστοῦ πίστιν, οὓς καὶ ἐβάπτιζεν. Ἡ δρᾶσις του αὐτὴ δὲν ἤρεσε εἰς τὸν Ρωµαῖον

Ἔπαρχον τῆς περιοχῆς, ὅστις καὶ διέταξεν νὰ συλληφθῇ καὶ νὰ ριφθῇ εἰς τὸ πῦρ.

Παραχρῆµα οἱ στρατιῶτες αὐτοῦ, ἤναψαν µεγάλην κάµινον καὶ ἔρριψαν ἐντὸς αὐτῆς

τὸν µάρτυρα τοῦ Χριστοῦ. Ἐντὸς τῆς καµίνου ὁ Ἀριστίων, ὑµνῶν καὶ δοξάζων τὸν Θεόν,

ἔλαβεν µακάριον καὶ ἐπίζηλον τέλος.






Ἡ Ὁσία Φοίβη ἡ διακόνισσα



Ἡ µνήµη της ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἄλλου δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη της αὐτὴν τὴν ἡµέρα.






Ὁ Ἅγιος Πολύδωρος ὁ Νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Λευκωσία



Κύπριος ἀπὸ τὴν Λευκωσία ὁ νεοµάρτυρας Πολύδωρος, ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Λουκᾶ προσκυνητὴ καὶ τὴν Λουρδανοῦ. Ἔµαθε τὰ ἱερὰ γράµµατα καὶ

ταξίδεψε (;) στὴν Αἴγυπτο καὶ σ΄ ἄλλες χῶρες, κάνοντας τὸ ἐπάγγελµα τοῦ πραµατευτῆ. Ὅταν τὸ 1793 βρισκόταν στὴν Αἴγυπτο, προσλήφθηκε γραµµατέας ἀπὸ ἕναν ἀρνησίχριστο Ζακυνθηνό. Καὶ σὲ κάποια διασκέδαση µαζί του, µέθυσε καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Ὅταν ὅµως συνῆλθε µετανόησε πικρά, πῆγε στὴ Βηρυτὸ καὶ ἐξοµολογήθηκε στὸν ἐκεῖ Ἀρχιερέα. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στὸ Μοναστήρι τοῦ ὄρους τοῦ Λιβάνου, ὅπου ξεκουράστηκε κατὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κατόπιν ἀναχώρησε στὴν Πτολεµαΐδα (Ἄκρι), ὅπου ἀνακοίνωσε στὸν ἐκεῖ Ἀρχιερέα τὸν πόθο του νὰ µαρτυρήσει. Μὲ τὴν προτροπὴ τοῦ Ἀρχιερέα ἀναχώρησε στὴν Αἴγυπτο, ἀλλὰ λόγω θαλασσοταραχῆς προσάραξε στὴ Γιάφα. Ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στὴ Χῖο (13-6-1793) καὶ ἔπειτα στὴ Σµύρνη, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει ἔπειτα πάλι στὴ Χῖο. Τελικὰ ἔφτασε στὴ Νέα Ἔφεσο, ὅπου µπροστὰ στὸν Μουφτὴ ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ µετὰ ἀπὸ ἄγρια βασανιστήρια τὸν ἀπαγχόνισαν. Ἦταν ἡµέρα Κυριακὴ 3-9-1794. Τὸ λείψανο τοῦ νεοµάρτυρα ἐνταφιάστηκε κοντὰ στοὺς τάφους τῶν Ἀρµενίων. Σήµερα ἡ κάρα τοῦ Ἁγίου φυλάσσεται στὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης Πλάκας στὴν Ἀθήνα.






Ἀνακοµιδὴ Ἱερῶν Λειψάνων Ἁγίου Νεκταρίου Αἰγίνης (1953)






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τοῦ Ρωστώφ (Ρῶσος)



Διὰ Χριστὸν σαλός.






Ὁ Ἅγιος Πέτρος τοῦ Οὐγγλίς, Ἱερεὺς (Ρῶσος)



Διὰ Χριστὸν σαλός.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 4



     Ὁ Ἅγιος Βαβύλας Ἱεροµάρτυρας, ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας καὶ τὰ τρία παιδιὰ ποὺ

µαρτύρησαν µαζὶ µ᾿ αὐτὸν Ἀµµώνιος, Δονᾶτος καὶ Φαῦστος

     Οἱ Ἅγιοι Κεγοῦρος, Σεκενδῖνος, Σέκενδος καὶ ἡ µητέρα τους Ἱεροσαλήµ, οἱ ἐν

Βεροίᾳ µάρτυρες

     Ὁ Ἅγιος Βαβύλας διδάσκαλος στὴ Νικοµήδεια καὶ οἱ 84 Μαθητές του

     Ὁ Προφήτης καὶ Θεόπτης Μωϋσῆς

     Ἡ Ἁγία Ἐρµιόνη κόρη τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου

     Οἱ Ἅγιοι Θεότιµος (ἢ Τιµόθεος) καὶ Θεόδουλος

     Ὁ Ἅγιος Πετρώνιος

     Ἡ Ἁγία Χαριτίνη

     Ὁ Ἅγιος Σάρβηλος (ἢ Ζάρβηλος)

     Οἱ Ἅγιοι Κεντυρίων, Θεόδωρος, Ἀµµιανός, Ἰουλιανός καὶ Ὠκεανός

     Οἱ Ἅγιοι Θαλουὴλ καὶ Βεβαία

     Ὁ Ὅσιος Ἄνθιµος ὁ νέος ἀσκητὴς ἀπὸ τὴν Κεφαλονιά

     Οἱ Ἅγιοι 3608 (κατ᾿ ἄλλους 3628) Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Νικοµήδεια

     Εὕρεσις λειψάνου τοῦ νεοµάρτυρος Θεοδώρου, τοῦ Μυτιληναίου (1967)






Ὁ Ἅγιος Βαβύλας Ἱεροµάρτυρας, ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας καὶ τὰ τρία παιδιὰ ποὺ

µαρτύρησαν µαζὶ µ᾿ αὐτὸν Ἀµµώνιος, Δονᾶτος καὶ Φαῦστος



Ὁ Ἅγιος Βαβύλας ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Νουµεριανοῦ (284 µ.Χ.) καὶ διαδέχθηκε τὸ Σεβίνο στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ἀντιοχείας. Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο, ὁ Νουµεριανὸς σκότωσε ἀπάνθρωπα τὸ γιὸ τοῦ Βασιλιᾶ τῶν Περσῶν, ποὺ εἶχε στὰ χέρια του σὰν ἐνέχυρο γιὰ τὴν ἀσφάλεια τῆς εἰρήνης µὲ τοὺς Πέρσες. Ὅταν τὸ ἔµαθε ὁ Βαβύλας, ἀποδοκίµασε τὴν ἐνέργεια τοῦ αὐτοκράτορα. Τότε ὁ Νουµεριανὸς θέλησε νὰ πλήξει τὸ Βαβύλα καὶ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερους χριστιανούς, κατὰ τὴν ὥρα τῆς θείας Λειτουργίας. Μόλις, λοιπόν, πληροφορήθηκε ὁ Βαβύλας ὅτι στὸ ναὸ εἰσέρχεται ὁ ἐγκληµατίας αὐτοκράτορας µὲ ὅλη του τὴν συνοδεία, δὲ φοβήθηκε. Ἀµέσως ἦλθαν στὸ

µυαλό του τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Ἀνδρίζεσθε, κραταιοῦσθε». Ἀγωνίζεσθε σὰν ἄνδρες γενναῖοι. Πᾶρτε δύναµη καὶ θάρρος. Πράγµατι, µὲ περίσσια τόλµη καὶ θάρρος, ὁ Βαβύλας στὴν εἴσοδο τῆς ἐκκλησίας ἅρπαξε ἀπὸ τὸ στῆθος τὸ Νουµεριανὸ καὶ τοῦ εἶπε νὰ βγεῖ ἔξω, διότι δὲν ἐπιτρέπεται ἡ εἴσοδος στὸ ναὸ σὲ αἱµατοβαµµένους ἐγκληµατίες. Ὁ αὐτοκράτορας ντροπιασµένος ἀπεχώρησε. Ἀλλὰ τὴν ἑπόµενη µέρα φυλάκισε τὸ Βαβύλα καὶ κατόπιν τὸν ἀποκεφάλισε. Ἔθαψαν τὸ σῶµα του µαζὶ µὲ τὰ δεσµά του, ὅπως ἦταν ἡ ἐπιθυµία του.



Μαζὶ µὲ τὴν µνήµη τοῦ Ἁγίου Βαβύλα, συνεορτάζεται καὶ ἡ µνήµη τῶν τριῶν παιδιῶν ποὺ µαρτύρησαν µαζὶ µ᾿ αὐτόν. Αὐτὰ ἦταν ἀδέλφια µεταξύ τους, νέοι στὴν ἡλικία ἀλλὰ βράχοι ἄθραυστοι στὴν πίστη. Τὰ τρία ἀδέλφια ὅταν πήγαιναν στὴ φυλακὴ τὸν

δάσκαλό τους Ἅγιο Βαβύλα, µὲ θάρρος τοῦ συµπαραστέκονταν. Τότε συνελήφθησαν καὶ αὐτά. Μάταια προσπάθησε ὁ Νουµεριανὸς νὰ τὰ ἀλλαξοπιστήσει. Τελικὰ τὰ

ἀποκεφάλισε καὶ ἔτσι πῆραν τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Οἱ Ἅγιοι Κεγοῦρος, Σεκενδῖνος, Σέκενδος καὶ ἡ µητέρα τοὺς Ἱεροσαλήµ, οἱ ἐν

Βεροίᾳ µάρτυρες






Ὁ Ἅγιος Βαβύλας διδάσκαλος στὴ Νικοµήδεια καὶ οἱ 84 Μαθητές του



Ὁ ἅγιος αὐτὸς Βαβύλας εἶναι µεταγενέστερος τοῦ ἁγίου Βαβύλα ἐπισκόπου Ἀντιοχείας. Αὐτὸς δίδασκε στὴ Νικοµήδεια τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ στοὺς νέους. Ὅταν ἐπισκέφθηκε τὴν Νικοµήδεια ὁ Μαξιµιανὸς (286-305), καταγγέλθηκε ὅτι διδάσκει στοὺς νέους τὴν χριστιανικὴ πίστη. Συνελήφθη λοιπὸν µαζὶ µὲ 84 νεαροὺς µαθητές του καὶ ἀφοῦ

ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια, γέροντας πλέον, µαζὶ µὲ τοὺς 84 µαθητές του ἀποκεφαλίστηκε.






Ὁ Προφήτης καὶ Θεόπτης Μωϋσῆς



Ἀπὸ τὶς µεγαλύτερες ἡγετικὲς προσωπικότητες ὅλων ὅσων ἀναδείχτηκαν ἀπὸ τὸν Κύριο, στὴ µακραίωνη Ἱστορία τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ. Ὁ θεόπτης Μωϋσῆς ὑπολογίζεται ὅτι γεννήθηκε τὸ 1569 π.Χ. στὴν Αἴγυπτο. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἑβραῖος, ὀνοµαζόταν Ἄβραµ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευὶ καὶ ἡ µητέρα του Ἰωχαβἐδ. Ὅταν λοιπὸν

ὁ Φαραὼ διέταξε νὰ σφαγοῦν τὰ νήπια τῶν Ἑβραίων, ἡ µητέρα τοῦ Μωϋσῆ ἔβαλε αὐτὸν

µέσα σὲ ἕνα κιβώτιο καὶ τὸν ἄφησε στὶς ὄχθες τοῦ ποταµοῦ Νείλου. Ἐκεῖ ὅµως, πήγαινε

ἡ κόρη τοῦ Φαραὼ γιὰ νὰ λουστεῖ. Βρῆκε τὸν Μωϋσῆ, τὸν υἱοθέτησε καὶ τὸν µόρφωσε

ἄριστα στὴν αἰγυπτιακὴ σοφία. Ἀλλ᾿ ὅταν ἦταν σαράντα χρόνων, σκότωσε κάποιο

Αἰγύπτιο καὶ γιὰ νὰ µὴ ὑποστεῖ τὴν ὀργὴ τοῦ Φαραώ, κατέφυγε στὴ γῆ Μαδιὰµ ὅπου

ἔγινε βοσκός. Ἐκεῖ παντρεύτηκε τὴν Σαπφώρα, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀπέκτησε δυὸ γιούς.

Ὅταν βοσκοῦσε τὰ πρόβατα στὴ Χωρίθ, τὰ µάτια του εἶδαν πρωτοφανὲς θαῦµα, τὴν

καιοµένη ἀλλὰ µὴ φλεγόµενη βάτο καὶ ἄκουσε τὴν φωνὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ τοῦ ἀνέθετε νὰ

ἐλευθερώσει τοὺς Ἑβραίους ἀπὸ τὴν δουλεία τοῦ Φαραώ, πρᾶγµα ποὺ τελικὰ ἔκανε.

Ἔβγαλε αὐτοὺς ἀπὸ τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, µὲ τὸν τρόπο ποὺ γνωρίζουµε ἀπὸ τὰ

κείµενανα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, (Ἔξοδος, Λευϊτικόν, Ἀριθµοί, Δευτερονόµιον) καὶ γιὰ

σαράντα χρόνια ἦταν ἡγέτης τους στὴν περιπλάνησή τους µέσα στὴν ἔρηµο. Τελικὰ ὁ

Μωϋσῆς δὲν ἀξιώθηκε νὰ δεῖ τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, παρὰ µόνο ἀπὸ µακριά, στὴν

κορυφὴ τοῦ ὄρους Νεβῶ, ὅπου πέθανε καὶ τάφηκε.






Ἡ Ἁγία Ἐρµιόνη κόρη τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου



Ἦταν µία ἀπὸ τὶς 4 κόρες τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου, ποὺ εἶχε καὶ αὐτὴ τὸ προφητικὸ χάρισµα (Πράξ. κα´ 8) καὶ ἀφοσιώθηκε στὸ ἀποστολικὸ ἔργο. Ὅταν πῆγε µαζὶ µὲ τὴν

ἀδελφή της Εὐτυχίδα στὴν Ἔφεσο γιὰ νὰ συναντήσει τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο, βρῆκε ἀντ᾿ αὐτοῦ, ποὺ εἶχε ἀποβιώσει, τὸν µαθητή του Πετρώνιο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο διδάχτηκε καὶ στηρίχτηκε περισσότερο στὸ εὐαγγελικὸ ἔργο. Λέγεται µάλιστα, ὅτι κάποτε ἀπὸ τὴν Ἔφεσο πέρασε ὁ Τραϊανὸς γιὰ νὰ πάει νὰ πολεµήσει τοὺς Πέρσες, καὶ ἄκουσε πολλὰ γιὰ τὸ προφητικὸ χάρισµα τῆς Ἐρµιόνης. Τὴν κάλεσε λοιπὸν γιὰ νὰ προφητεύσει γι᾿ αὐτόν. Ἡ Ἐρµιόνη τοῦ εἶπε ὅτι θὰ νικήσει τοὺς Πέρσες, ἀλλὰ τὴν βασιλεία τῶν Ρωµαίων θὰ καταλάβει ὁ γαµπρός του Ἀδριανός, ποὺ πράγµατι ἔγινε. Ἐπειδὴ ἡ προφητεία ἐπαληθεύτηκε, ὁ Τραϊανὸς διέταξε καὶ βασάνισαν σκληρὰ τὴν Ἐρµιόνη. Κατόπιν τὴν παρέδωσε στοὺς δήµιους γιὰ νὰ τὴν θανατώσουν, ἀλλ᾿ αὐτοὶ πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ τὴν ἄφησαν ἐλεύθερη. Ἔτσι ἡ Ἐρµιόνη πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὴν Ἔφεσο.






Οἱ Ἅγιοι Θεότιµος (ἢ Τιµόθεος) καὶ Θεόδουλος



Ἦταν οἱ δήµιοι, ποὺ πίστεψαν στὸ Χριστὸ διὰ τῆς Ἁγίας Ἐρµιόνης. Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Πετρώνιος



Μᾶλλον εἶναι ὁ µαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ποὺ συνάντησε ἡ Ἅγια Ἐρµιόνη στὴν Ἔφεσο, ὅταν πῆγε µαζὶ µὲ τὴν ἀδελφή της Εὐτυχίδα, καὶ τὴν ἑδραίωσε στὸ εὐαγγελικὸ ἔργο. Ὁ ἅγιος Πετρώνιος ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ἡ Ἁγία Χαριτίνη



Ἐπειδὴ ἡ µνήµη της φέρεται µαζὶ µὲ αὐτὴ τοῦ ἁγίου Πετρωνίου, τῆς ἁγίας Ἐρµιόνης καὶ τῆς Εὐτυχίδας, θυγατέρων τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου, ἴσως καὶ αὐτὴ νὰ µαρτύρησε κατὰ τὴν παρουσία τοῦ Τραϊανοῦ στὴν Ἔφεσο, ὅταν πήγαινε στὸν πόλεµο κατὰ τῶν Περσῶν. Ἴσως ὅµως νὰ εἶναι ἡ ἴδια µὲ αὐτὴ τῆς 5ης Ὀκτωβρίου.






Ὁ Ἅγιος Σάρβηλος (ἢ Ζάρβηλος)



Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισµοῦ.






Οἱ Ἅγιοι Κεντυρίων, Θεόδωρος, Ἀµµιανός, Ἰουλιανός καὶ Ὠκεανός



Ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Κανδαύλη καὶ συνελήφθηκαν ἐπὶ βασιλέως Μαξιµιανοῦ (288).

Ἐπειδὴ ὅλοι ὁµολόγησαν µὲ θάρρος τὴν χριστιανική τους πίστη, τοὺς ἔκαψαν ζωντανοὺς καὶ ἔτσι πῆραν τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Οἱ Ἅγιοι Θαλουὴλ καὶ Βεβαία



Ἦταν ἀδέλφια µεταξύ τους καὶ ἔζησαν στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Ἀδριανοῦ (κατ᾿ ἄλλους τοῦ Τραϊανοῦ) τὸ 116 µ.Χ. Ὁ Θαθουὴλ ἦταν Ἱερέας τῆς δαιµονικῆς πλάνης καὶ διδάχτηκε τὸν χριστιανισµὸ ἀπὸ ἕναν ἐπίσκοπο. Ἐξαιτίας λοιπὸν αὐτῆς τῆς

µεταστροφῆς του µαστιγώνεται σκληρὰ ἀπὸ τὸν τοπάρχη Αὔγαρο καὶ στὴ συνέχεια τοῦ βγάζουν τὰ µάτια. Ἔπειτα τὸν κρέµασαν ἀπὸ τὸ ἕνα χέρι, τοῦ ἔγδαραν τὴν κοιλιὰ καὶ

µὲ φωτιὰ ἔκαψαν τὶς πλευρές του. Τελικά, ἔλαβαν τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου, ἀφοῦ καὶ τοὺς δυὸ ἀποκεφάλισαν. Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει, ὅτι οἱ

µάρτυρες αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα τῆς Συρίας καὶ ἔγιναν χριστιανοὶ ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Βάρσιππο (ἢ Βαρσιµαῖο).






Ὁ Ὅσιος Ἄνθιµος ὁ νέος ἀσκητὴς ἀπὸ τὴν Κεφαλονιά



Γεννήθηκε στὸ Ληξούρι τῆς Κεφαλονιᾶς τὸ 1727 καὶ πέθανε τὸ 1782 (κατ᾿ ἄλλους τὸ

1781). Ἑπτὰ µόλις χρονῶν ἔχασε τὸ φῶς του καὶ τὸ ξαναβρῆκε θαυµατουργικά, χάρη

στὶς προσευχὲς τῆς µητέρας του Ἀντζουλέττας. Ἀλλὰ ἐξ αἰτίας τῆς σκληρῆς µοναχικῆς

του ζωῆς τὸ ξαναέχασε καὶ πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Παρὰ τὴν τύφλωσή του, ἀνέπτυξε

σπουδαῖο κηρυκτικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ἔργο καὶ µάλιστα ἔκτισε πολλὲς Μονὲς σὲ

διάφορα µέρη. Φέρεται σὰν προστάτης τῆς Ἀστυπάλαιας καὶ ἐκδόθηκε Ἀκολουθία του

τὸ 1911 ἀπὸ τὸν Ἐµµανουὴλ Καρασέλο. Ἐπίσης ἔκανε πολλὰ θαύµατα καὶ ἀπὸ τὴν

Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἁγιοποιήθηκε στὶς 30 Ἰουλίου 1974.






Οἱ Ἅγιοι 3608 (κατ᾿ ἄλλους 3628) Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Νικοµήδεια



Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ κατὰ τὸν διωγµὸ τοῦ Μαξιµιανοῦ στὴ Νικοµήδεια (290), κατὰ τὸν ὁποῖο κάηκε καὶ ὁ χριστιανικὸς ναός, κατέφυγαν στὰ βουνά, ἀλλὰ συνελήφθησαν καὶ θανατώθηκαν ἀπάνθρωπα.






Εὕρεσις λειψάνου τοῦ νεοµάρτυρος Θεοδώρου, τοῦ Μυτιληναίου (1967)

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 5



     Ὁ Προφήτης Ζαχαρίας καὶ ἡ σύζυγός του Ἐλισάβετ

     Ὁ Ἅγιος Ἀβδαῖος Ἐπίσκοπος

     Οἱ Ἅγιοι Μέδιµνος, Οὐρβανός, Θεόδωρος καὶ 80 Ἱερεῖς καὶ Διάκονοι

     Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Ἀπόστολος «ὁ ἐν τῷ Ἀθηρᾷ»

     Ἡ Ἁγία Ραΐς (ἢ Ἠραΐς)

     Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος

     Ὁ Ἅγιος Alto (Σκωτσέζος)







Ὁ Προφήτης Ζαχαρίας καὶ ἡ σύζυγός του Ἐλισάβετ



Ὁ Ζαχαρίας, πατέρας τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ, ἔζησε στὰ χρόνια του Ἡρῴδη, βασιλιᾶ τῆς Ἰουδαίας. Κατὰ τὴν γνώµη τοῦ Χρυσοστόµου, καθὼς καὶ ἄλλων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ζαχαρίας δὲν ἦταν ἁπλὸς Ἱερέας, ἀλλὰ ἀρχιερέας ποὺ ἔµπαινε στὰ ἅγια τῶν ἁγίων. Σύζυγο εἶχε τὴν Ἐλισάβετ καὶ δὲν εἶχαν παιδί. Κάποια µέρα λοιπόν, τὴν ὥρα τοῦ θυµιάµατος µέσα στὸ θυσιαστήριο, εἶδε ἄγγελο Κυρίου ποὺ τοῦ ἀνήγγειλε ὅτι θὰ ἀποκτοῦσε γιὸ καὶ θὰ ὀνοµαζόταν Ἰωάννης. Ὁ Ζαχαρίας σκίρτησε ἀπὸ χαρά, ἀλλὰ δυσπίστησε. Ἡ γυναῖκα του ἦταν στεῖρα καὶ γριά, πῶς θὰ γινόταν αὐτὸ ποῦ ἄκουγε; Τότε ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε ὅτι θὰ µείνει κωφάλαλος µέχρι νὰ πραγµατοποιηθεῖ ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ. Πράγµατι, ἡ Ἐλισάβετ συνέλαβε καὶ ἔκανε γιό. Ὅταν θέλησαν νὰ δώσουν ὄνοµα στὸ παιδί, ὁ Ζαχαρίας ἔγραψε πάνω σὲ πινακίδιο τὸ ὄνοµα Ἰωάννης. Ἀµέσως δὲ λύθηκε ἡ γλῶσσα του καὶ ὅλοι µαζὶ δόξασαν τὸ Θεό. Βέβαια, ἡ χάρη αὐτὴ ἔγινε ἀπὸ τὸ Θεὸ στὸ Ζαχαρία, διότι αὐτὸς ἦταν «δίκαιος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, πορευόµενος ἐν πάσαις ταῖς ἐντολαῖς καὶ δικαιώµασι τοῦ Κυρίου ἄµεµπτος». Ἦταν, δηλαδή, δίκαιος µπροστὰ στὸ Θεὸ καὶ ζοῦσε σύµφωνα µὲ ὅλες τὶς ἐντολὲς καὶ τὰ παραγγέλµατα τοῦ Κυρίου, ἄµεµπτος ἀπὸ κάθε σοβαρὴ ἐνοχή.






Ὁ Ἅγιος Ἀβδαῖος Ἐπίσκοπος



Ἀτρόµητος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ἔζησε τὸν πέµπτο αἰῶνα µετὰ Χριστόν. Κήρυττε ἄφοβα τὸν Χριστὸ καὶ καταγγέλθηκε µπροστὰ στὸν Πέρση βασιλιὰ Ἰσδιγέργη, ὁ ὁποῖος τὸν παρέπεµψε στὸν ἀρχιµάγο τοῦ παλατιοῦ. Μετὰ ἀπὸ πολύωρη συζήτηση µ΄ αὐτόν, ὁ Ἀβδαῖος στήριξε τὴν ἀλήθεια τῆς θεότητας τοῦ Χριστοῦ καὶ δήλωσε ὅτι κανένα

µαρτύριο δὲν εἶναι ἱκανὸ νὰ τὸν ἀποσπάσει ἀπὸ τὴν ὁµολογία αὐτή. Τότε ὁ ἀρχιµάγος διέταξε καὶ τὸν κτύπησαν µὲ βέργες τριανταφυλλιᾶς, ποὺ ἦταν γεµάτες ἀγκάθια. Ἔτσι ὁ Ἀβδαῖος, γεµάτος αἵµατα καὶ πληγὲς µεταφέρθηκε µισοπεθαµένος στὸ σπίτι του, ὅπου καὶ παρέδωσε στὸ Θεὸ τὴν τίµια ψυχή του. (Ἡ µνήµη τοῦ Ἁγίου Ἀβδαίου, ἑορτάζεται -σὰν Αὐδᾶς- καὶ τὴν 31η Μαρτίου).

Οἱ Ἅγιοι Μέδιµνος, Οὐρβανός, Θεόδωρος καὶ 80 Ἱερεῖς καὶ Διάκονοι



Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ διώχθηκαν ἀπὸ τὸν ἀρειανόφιλο βασιλιὰ Οὐάλεντα (364) καὶ ἀφοῦ ὑπέφεραν πολλὰ βάσανα καὶ ταλαιπωρίες, τελικὰ τοὺς ἔβαλαν µέσα σὲ πλοῖο καὶ τοὺς ἄφησαν στ΄ ἀνοιχτὰ τῆς θάλασσας. Ὅταν ἔφτασαν στὸν Ἀστακινὸ κόλπο, οἱ Ἀρειανοὶ ἔστειλαν δικούς τους ἀνθρώπους µὲ µία βάρκα καὶ ἔβαλαν φωτιὰ στὸ πλοῖο. Ἔτσι ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι παραδόθηκαν ἀνήµποροι στὶς φλόγες τῆς φωτιᾶς καὶ στὸ βυθὸ τῆς θάλασσας (35ος τόµος Migne).






Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Ἀπόστολος «ὁ ἐν τῷ Ἀθηρᾷ»



Μᾶλλον πρόκειται περὶ ἐγκαινίων ναοῦ τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου στὸ συγκεκριµένο τόπο.






Ἡ Ἁγία Ραΐς (ἢ Ἠραΐς)



Βλέπε βιογραφία της τὴν 23η Σεπτεµβρίου.






Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος



Ἡγούµενος Μονῆς Μπρέστ, Ρῶσος (+ 1648).






Ὁ Ἅγιος Alto (Σκωτσέζος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ὅι Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 6



     Θαῦµα Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ ἐν Χώναις (ἢ Κολασσαῖς)

     Οἱ Ἅγιοι Εὐδόξιος, Ρωµύλος, Ζήνων, Μακάριος 11.000 Μάρτυρες καὶ 1104

Στρατιῶτες Μάρτυρες

     Ἡ Ἁγία Καλοδότη

     Ὁ Ἅγιος Φαῦστος ὁ Πρεσβύτερος

     Οἱ Ἅγιοι Μακάριος καὶ Ἀνδρέας

     Ὁ Ἅγιος Βίβος ὁ Ὁσιοµάρτυρας

     Οἱ Ἅγιοι Κυριακός, Διονύσιος καὶ Ἀνδρέας (κατ᾿ ἄλλους Ἀνδρόνικος)

     Οἱ Ἁγίες Ἀνδροπελαγία καὶ Θέκλα

     Ὁ Ἅγιος Θεόκτιστος ὁ ναύκληρος

     Ὁ Ἅγιος Κυριακὸς ὁ δηµότης

     Ὁ Ἅγιος Σαραπάβων ὁ βουλευτής

     Ἐγκαίνια Ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου






Θαῦµα Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ ἐν Χώναις (ἢ Κολασσαῖς)



Σὲ κάποιο µέρος τῆς Φρυγίας, ἡ γῆ ἀνέβλυσε ἁγιασµένο νερὸ µὲ τὴν δύναµη τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, ποὺ γιάτρευε κάθε ἀρρώστια τῶν ἀσθενούντων. Ἕνας χριστιανός, λοιπόν, ἐπειδὴ γιατρεύτηκε ἡ κόρη του, ἔκτισε ὡραιότατο ναὸ στὸ ὄνοµα τοῦ Ἀρχιστράτηγου, ἐπάνω στὸ ἁγίασµα. Μετὰ 90 χρόνια, ἦλθε στὸ ναὸ κάποιος

εὐλαβὴς νέος, ὀνόµατι Ἄρχιππος. Ἔµεινε ὑπηρέτης στὸ ναὸ καὶ ζοῦσε ζωὴ ἀσκητικὴ καὶ

µὲ ἐγκράτεια. Ὅταν εἶδαν αὐτὸ τὸ πρᾶγµα οἱ εἰδωλολάτρες, ἔπιασαν τὸν Ἄρχιππο καὶ

τὸν χτύπησαν δυνατά. Ἔπειτα, ὅρµησαν νὰ καταστρέψουν τὸ ναὸ καὶ τὸ ἁγίασµα. Ἀλλ᾿

ὢ τῆς µεγάλης δυνάµεως τοῦ Ἀρχαγγέλου! Ἄλλων ἀπ᾿ αὐτοὺς τὰ χέρια ἔµειναν

παράλυτα καὶ ἄλλους σταµάτησε φράγµα φωτιᾶς καὶ ἔτσι γύρισαν ὅλοι ἄπρακτοι.

Ὅµως τὸ πεῖσµα καὶ ὁ θυµὸς τοὺς ὤθησε νὰ κάνουν ἐκτροπὴ τοῦ κοντινοῦ ποταµοῦ,

γιὰ νὰ παρασύρει τὸ ναὸ καὶ νὰ πνίξουν τὸν Ἄρχιππο. Ἀλλὰ καὶ πάλι θαῦµα! ὁ

ποταµὸς γύρισε πρὸς τὰ πίσω! Τότε σκέφθηκαν νὰ ἑνώσουν καὶ ἄλλους δυὸ ποταµούς.

Ὅµως ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ παρουσιάστηκε στὸν Ἄρχιππο καί, ἀφοῦ τὸν ἔβγαλε ἔξω

ἀπὸ τὸ ναό, ἔκανε τὸ σηµεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ οἱ ποταµοὶ στάθηκαν σὰν τεῖχος.

Πρόσταξε, ἔπειτα, νὰ χωνευθοῦν καὶ πράγµατι, κατὰ παράδοξο τρόπο, ἕως σήµερα στὸ

µέρος ἐκεῖνο τὰ νερὰ τῶν ποταµῶν χωνεύονται. Καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ µέρος ὀνοµάστηκε

Χῶναι.






Οἱ Ἅγιοι Εὐδόξιος, Ρωµύλος, Ζήνων, Μακάριος 11.000 Μάρτυρες καὶ 1104

Στρατιῶτες Μάρτυρες



Ἀπ᾿ αὐτοὺς ὁ µὲν Ρωµύλος ἦταν πραιπόσιτος στὸ ἀξίωµα στὰ χρόνια τοῦ σκληροῦ διώκτη τῶν Χριστιανῶν Τραϊανοῦ (97-117). Στὴν ἀρχὴ καὶ ὁ Ρωµύλος ἦταν διώκτης τῶν

Χριστιανῶν καὶ ὁ Τραϊανὸς τὸν ἔστειλε στὴ Γαλλία γιὰ νὰ ἐξαναγκάσει τοὺς ἐκεῖ χριστιανοὺς στρατιῶτες νὰ προσκυνήσουν τὰ εἴδωλα. Δὲν τὸ κατάφερε ὅµως καὶ ἐξόρισε 11.000 ἀπ᾿ αὐτοὺς στὴν Ἀρµενία, ὅπου ὅλοι θανατώθηκαν στὴ Μελιτινή. Ὁ Ρωµύλος ὅµως µεταµελήθηκε καὶ ἔλεγξε µὲ θάρρος τὴν σκληρότητα τοῦ Τραϊανοῦ. Τότε ὑπέστη φρικτὰ βασανιστήρια καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν. Ὁ δὲ Εὐδόξιος, κόµης στὸ ἀξίωµα καὶ χριστιανὸς στὸν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ διωγµό, συνελήφθη ἀπὸ τὸν

ἄρχοντα Μελιτινῆς καὶ ἀφοῦ σκληρὰ βασανίστηκε, τελικὰ ἀποκεφαλίστηκε µαζὶ µὲ τὸν

Μακάριο, τὸν Ζήνωνα καὶ 1104 (κατ᾿ ἄλλους 1134) στρατιῶτες.






Ἡ Ἁγία Καλοδότη



Ἦταν γυναῖκα κάποιου Κύρου, ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου. Συνελήφθη κατὰ τὸν ἐπὶ Δεκίου διωγµὸ καὶ ἀποκεφαλίστηκε ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα καὶ κουρίκτορα Οὐαλεριανὸ, ἐνῷ ἦταν ἔγκυος.






Ὁ Ἅγιος Φαῦστος ὁ Πρεσβύτερος



Μαρτύρησε στὸν ἐπὶ Δεκίου διωγµὸ στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου. Συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Οὐαλεριανὸ, ὁ ὁποῖος, µετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, τὸν ἀποκεφάλισε.






Οἱ Ἅγιοι Μακάριος καὶ Ἀνδρέας



Ἀπ᾿ αὐτοὺς ὁ µὲν Μακάριος ἦταν πολιτευόµενος, ὁ δὲ Ἀνδρέας κουρικτοριανός. Καὶ οἱ δυὸ κατὰ τὸν ἐπὶ Δεκίου διωγµό, συνελήφθηκαν στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Οὐαλεριανὸ καὶ ἀφοῦ ὑπέστησαν πολλὰ βασανιστήρια, τελικὰ ἀποκεφαλίστηκαν.






Ὁ Ἅγιος Βίβος ὁ Ὁσιοµάρτυρας



Αὐτὸς ἦταν µοναχὸς καὶ διάκονος. Συνελήφθη στὸν ἐπὶ Δεκίου διωγµὸ ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Οὐαλεριανὸ, στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου. Καὶ ἀφοῦ ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια, ἀποκεφαλίστηκε.






Οἱ Ἅγιοι Κυριακός, Διονύσιος καὶ Ἀνδρέας (κατ᾿ ἄλλους Ἀνδρόνικος)



Ἀπ᾿ αὐτοὺς ὁ µὲν Κυριακὸς ἦταν ἀκόλουθος τοῦ πρεσβυτέρου Φαύστου (ποὺ

προαναφέραµε), ὁ δὲ Διονύσιος ἀναγνώστης καὶ ὁ Ἀνδρόνικος (ἢ Ἀνδρέας) στρατιώτης. Ὅλοι µαρτύρησαν στὸν ἐπὶ Δεκίου διωγµό, στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου καὶ ὑπέστησαν ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Οὐαλεριανὸ τὸν διὰ ἀποκεφαλισµοῦ θάνατο.






Οἱ Ἁγίες Ἀνδροπελαγία καὶ Θέκλα



Οἱ παρθένες αὐτὲς ἦταν ἀδελφὲς µεταξύ τους καὶ συνελήφθηκαν στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Οὐαλεριανὸ. Αὐτὸς τὶς ὑπέβαλε σὲ σκληρὰ βασανιστήρια καὶ στὸ τέλος τὶς ἀποκεφάλισε. (Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ, ὅτι, πιθανὸν τὸ ὄνοµα Ἀνδροπελαγία νὰ εἶναι µίξη τῶν δυὸ ὀνοµάτων Ἀνδρέα ἢ Ἀδρονίκου καὶ Πελαγίας. Διότι στὸν Πατµιακὸ Κώδικα 266, ἀναφέρεται ἡ µνήµη τῶν παρθένων ἀδελφῶν Πελαγίας καὶ Θέκλης καὶ πιὸ κάτω Ἀνδρόνικου τοῦ Στρατιώτη. Μερικοὶ Συναξαριστές, τὴν µνήµη τῶν Ἁγίων αὐτῶν, ἀναφέρουν καὶ τὴν 3η Νοεµβρίου, καθὼς καὶ τὴν Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Πάντων).






Ὁ Ἅγιος Θεόκτιστος ὁ ναύκληρος



Καὶ αὐτὸς συνελήφθη στὸν ἐπὶ Δεκίου διωγµό, ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Οὐαλεριανό, στὴν

Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου. Καὶ ἀφοῦ βασανίστηκε σκληρά, ἀποκεφαλίστηκε.






Ὁ Ἅγιος Κυριακὸς ὁ δηµότης



Ἦταν ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς τῆς Ἀλεξάνδρειας τῆς Αἰγύπτου καὶ καταδιώχτηκε στὸν ἐπὶ Δεκίου (250) διωγµό. Συνελήφθη µὲ πολλοὺς ἄλλους µαζὶ καὶ ἀφοῦ ποικιλοτρόπως βασανίστηκε, στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ἅγιος Σαραπάβων ὁ βουλευτής



Πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή του ἔχουµε λιγοστές. Ξέρουµε ὅτι ἔζησε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ λυσσώδης διώκτης τῶν χριστιανῶν Δέκιος, τὸ 250 µ.Χ. Ὁ ἄρχοντας Οὐαλέριος, ἀφοῦ δὲν µπόρεσε νὰ τὸν φοβίσει, ὥστε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ὀργισµένος τὸν σκότωσε µὲ τὸ ἴδιο του τὸ σπαθί. Τὸ λείψανό του τάφηκε µὲ πολλὴ εὐλάβεια ἀπὸ εὐσεβεῖς χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι τιµοῦσαν τὸ ζῆλο καὶ τὴν σοφία του, καὶ ἦταν εὐγνώµονες γιὰ τὰ συχνὰ εὐεργετήµατα ποὺ τοὺς ἔκανε.






Ἐγκαίνια Ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

«Εἰς τὸ Δεύτερον ἐν τῷ οἴκῳ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης» (κατ᾿ ἄλλους Ἁγίας Ἄννης).

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 7



     Ὁ Ἅγιος Σώζων

     Οἱ Ἅγιοι Εὔοδος καὶ Ὀνησιφόρος οἱ Ἀπόστολοι

     Ὁ Ἅγιος Εὐψύχιος

     Ὁ Ὅσιος Πέτρος ἡγούµενος τῆς Μονῆς τοῦ Σωτῆρος τῆς ἐπικαλούµενης τοῦ

Βαθέος Ρύακος

     Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ἀπὸ τὴν ἐπαρχία Λυκαόνων

     Ἡ Ὁσία Κασσιανή

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θαυµατουργὸς Ἀρχιεπίσκοπος Νοβογορδίας (Ρῶσος)

     Προεόρτια (Παραµονή) τῆς Γεννήσεως τῆς Δεσποίνης ἡµῶν Θεοτόκου καὶ

Ἀειπαρθένου Μαρίας







Ὁ Ἅγιος Σώζων



Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 3ου αἰῶνα µ.Χ. Πατρίδα του ἦταν ἡ Λυκαονία καὶ σὰν ἐθνικὸς ὀνοµαζόταν Ταράσιος. Ὅταν βαπτίσθηκε χριστιανός, ὀνοµάσθηκε Σώζων. Βοσκὸς στὸ ἐπάγγελµα, προσπαθοῦσε νὰ µιµεῖται τὴν ἡµερότητα τῶν προβάτων, ποὺ θαύµαζε πολύ. Πολλὲς φορὲς τὸν ἐνοχλοῦσαν καὶ τὸν ἀδικοῦσαν οἱ ἄλλοι βοσκοί, ἀλλὰ αὐτὸς πάντοτε στάθηκε πρᾶος ἀπέναντί τους. Μοῦ εἶναι ντροπή, ἔλεγε, νὰ γίνω κατώτερος ἀπὸ τὰ πρόβατα ποὺ βόσκουν. Μελετοῦσε µὲ ἐπιµέλεια τὴν Ἁγία Γραφή, καὶ ὅταν στὴν ἐξοχὴ συναντοῦσε εἰδωλολάτρη, προσπαθοῦσε νὰ τὸν κατηχήσει στὸ Χριστό. Κάποτε ὁ Σώζων πῆγε στὴν Ποµπηιούπολη τῆς Κιλικίας, ὅπου ὑπῆρχε ἕνα χρυσὸ εἰδωλολατρικὸ ἄγαλµα. Μόλις τὸ εἶδε, ἡ ψυχὴ τοῦ πράου Σώζοντα παροργίστηκε. Τότε, µὲ θάρρος πολὺ ἔσπασε τὸ δεξὶ χέρι τοῦ χρυσοῦ ἀγάλµατος, τὸ πούλησε καὶ τὰ ἔσοδα διαµοίρασε στοὺς φτωχούς. Ὁ ἔπαρχος Μαξιµιανὸς ἀναστατώθηκε καὶ φυλάκισε πολλοὺς ἀνεύθυνους. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ Σώζων, παρουσιάστηκε στὸν ἔπαρχο καὶ στὶς ἀπειλές του µὲ ἤρεµο ὕφος ἀπάντησε ὅτι µέσα στὸ ναὸ τὸ ἄγαλµα ἦταν ἄχρηστο, ἐνῷ ἔτσι ὠφέλησε καὶ κάποιους φτωχούς. Ἀµέσως τότε, ἀφοῦ τὸν βασάνισαν φρικτά, τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά, ὅπου ὁ πρᾶος καὶ ζηλωτὴς βοσκὸς ἀπῆλθε πρὸς τὸν Κύριο, ὁ ὁποῖος νὰ τί λέει γιὰ τοὺς πράους: «Μακάριοι οἱ πραεῖς, ὅτι αὐτοὶ κληρονοµήσουσι τὴν γῆν». Μακάριοι, δηλαδή, οἱ πρᾶοι, ποὺ συγκρατοῦν τὸ θυµό τους καὶ δὲν παραφέρονται ποτέ, διότι αὐτοὶ θὰ πάρουν σὰν κληρονοµιὰ ἀπὸ τὸ Θεὸ τὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας, ποὺ τὰ ἀγαθά της θὰ ἀπολαύσουν ἀπὸ τὴν παροῦσα ζωή.






Οἱ Ἅγιοι Εὔοδος καὶ Ὀνησιφόρος οἱ Ἀπόστολοι



Ὁ Εὔοδος ἀνήκει στὴ χορεία τῶν ἑβδοµήκοντα Ἀποστόλων καὶ ἔγινε ἐπίσκοπος στὴ

µεγάλη Ἀντιόχεια, ὕστερα ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο. Αὐτὸς λοιπόν, ἀφοῦ ἔγινε

µεγαλόφωνος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἔλαµψε σ΄ ὅλες τὶς ἀρετές, ἀπεβίωσε

εἰρηνικά. Ὁ δὲ Ὀνησιφόρος, ἦταν χριστιανὸς οἰκογενειάρχης στὴν Ἐκκλησία τῆς

Ἐφέσου. Τὸν ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν Β΄ πρὸς Τιµόθεον ἐπιστολὴ τοῦ κεφ. α΄ στίχ. 16-18. Αὐτὸς λοιπόν, ἔγινε ἐπίσκοπος Κολοφῶνος τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ διακρίθηκε στὴ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου, τὸ ὁποῖο ὑπερασπίσθηκε µὲ ἀνδρεία µέχρι αἵµατος. (Γι΄ αὐτὸν τὸν Ἅγιο βλέπε καὶ στὸ βιογραφικὸ σηµείωµα τῆς Ἁγίας Θέκλας, τὴν 24η τοῦ ἰδίου µήνα).






Ὁ Ἅγιος Εὐψύχιος



Ἀνήκει στὶς εὐσεβεῖς δόξες τῆς Καισαρείας στὴν Καππαδοκία. Ὁ πατέρας του Διονύσιος, πέθανε ἀλλ΄ αὐτὸς δὲν ἀπέµεινε ὀρφανός. Κατηχήθηκε στὴ χριστιανικὴ πίστη, βαπτίστηκε καὶ ἔγινε ὑπήκοος καὶ µακαριστὸς γιὸς τοῦ οὐράνιου Πατέρα. Ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα, τὰ µοίρασε στοὺς φτωχούς. Αὐτὸς ζοῦσε µὲ µεγάλη ἁπλότητα καὶ ἀφιερώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς σωτηρίας τῶν ψυχῶν. Γι΄ αὐτὸ λοιπόν, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Ἀνδριάνας (117 µ.Χ.), καταδιώχτηκε καὶ καταδικάστηκε. Στὴν ἀρχὴ τοῦ ξέσκισαν τὰ πλευρὰ καὶ ἔτσι αἱµόφυρτο τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Τελικά, ἀφοῦ δὲν µπόρεσαν νὰ τὸν ἀλλαξοπιστήσουν τὸν ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ὅσιος Πέτρος ἡγούµενος τῆς Μονῆς τοῦ Σωτῆρος τῆς ἐπικαλούµενης τοῦ

Βαθέος Ρύακος



Αὐτὸς ἦταν µαθητὴς τοῦ ὁσίου Βασιλείου τοῦ κτήτορα τῆς Μονῆς τοῦ Βαθέος Ρύακος, ποὺ µετὰ ἀπ΄ αὐτὸν ἀνέλαβε τὴν ἡγουµενία. Καταγόταν ἀπὸ τὴν δεύτερη ἐπαρχία τῶν Καππαδοκῶν καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρή του εὐλάβεια καὶ τὴν θεοφιλῆ ζωή του. Ἀσκητικὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ἀπὸ τὴν ἐπαρχία Λυκαόνων



Αὐτὸς ἔγινε µοναχὸς καὶ στὴ συνέχεια ἡγούµενος, τρίτος στὴ σειρὰ ἀπὸ τῆς ἱδρύσεως τῆς Μονῆς Βαθέος Ρύακος, ποὺ βρίσκεται στὴν Τρίγλια καὶ ἦταν ἀφιερωµένη στὸ ὄνοµα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Διαδέχτηκε τὸν Πέτρο τὸν Εὐλαβῆ ἀπὸ τὴν Καππαδοκία.






Ἡ Ὁσία Κασσιανή



Εἶναι ἡ γνωστὴ Κασσιανὴ ποιήτρια, ποὺ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦβασιλιᾶ Θεοφίλου (829-

842). Τὴ µνήµη της δὲν ἀναφέρει κανένας Συναξαριστής. Καὶ ὅµως οἱ Κάσιοι, ἀπὸ τὴν

συγγένεια τοῦ ὀνόµατός της µὲ τὸ νησί τους, καθιέρωσαν τὴν µνήµη αὐτῆς τὴν 7η

Σεπτεµβρίου καὶ ὁ Γεώργιος Σασσὸς ὁ Κάσιος φιλοπόνησε καὶ εἰδικὴ Ἀκολουθία, ποὺ

δηµοσιεύθηκε στὴν Ἀλεξάνδρεια τὸ 1889 στὸ τυπογραφεῖο τῆς «Μεταρρυθµίσεως». Τὸ

παράδοξο ὅµως εἶναι, ὅτι ἡ Ἀκολουθία αὐτὴ ἀφιερώθηκε στὸν Πατριάρχη

Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο, ποὺ ὁ ἴδιος στὴν συνέχεια τὴν ἔδωσε γιὰ ἐκτύπωση στὸν Μητροπολίτη Θηβαΐδας Γερµανὸ (τὴν 1η Σεπτεµβρίου 1889) καὶ ἔτσι, ἐπισηµοποιήθηκε κατὰ κάποιο τρόπο ἡ ἁγιοποίηση τῆς Κασσιανῆς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας, ὅπως τὸ ποθοῦσαν oι κάτοικοι τῆς Κάσου.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θαυµατουργὸς Ἀρχιεπίσκοπος Νοβογορδίας (Ρῶσος)






Προεόρτια (Παραµονή) τῆς Γεννήσεως τῆς Δεσποίνης ἡµῶν Θεοτόκου καὶ

Ἀειπαρθένου Μαρίας

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 8



     Ἡ Γέννησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας

     Οἱ Ἅγιοι Ροῦφος καὶ Ρουφιανός

     Ὁ Ἅγιος Σεβῆρος

     Ὁ Ἅγιος Ἀρτεµίδωρος

     Διήγηση περὶ ἀγάπης πολὺ ὠφέλιµη

     Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Νεοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη

     Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος ἐπίσκοπος Ἀχταλείας τῆς Ἰβηρίας







Ἡ Γέννησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Μαρίας



«Ἀποκάλυψαν πρὸς Κύριον τὴν ὁδόν σου καὶ ἔλπισον ἐπ΄ αὐτόν, καὶ αὐτὸς ποιήσει». Φανέρωσε στὸν Κύριό µε ἐµπιστοσύνη τὸ δρόµο καὶ τὶς ἐπιδιώξεις καὶ τὶς ἀνάγκες τῆς ζωῆς σου καὶ ἔλπισε σ΄ Αὐτὸν καὶ Αὐτὸς θὰ κάνει ἐκεῖνα ποὺ ζητᾷς καὶ χρειάζεσαι. Μ΄ αὐτὴ τὴν ἐµπιστοσύνη καὶ ἐλπίδα, ὁ Ἰωακεὶµ καὶ ἡ Ἄννα ἱκέτευαν προσευχόµενοι τὸ Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει παιδί, νὰ τὸ ἔχουν γλυκεῖα παρηγοριὰ στὰ γεράµατά τους. Καὶ τὴν ἐλπίδα τους ὁ Θεὸς ἔκανε πραγµατικότητα. Τοὺς χάρισε τὴν Παρθένο Μαριάµ, ποὺ

ἦταν ὁρισµένη νὰ γεννήσει τὸ Σωτῆρα τοῦ κόσµου καὶ νὰ λάµψει σὰν ἡ πιὸ εὐλογηµένη

µεταξὺ τῶν γυναικῶν. Ἦταν ἐκείνη, ἀπὸ τὴν ὁποία ἔµελλε νὰ προέλθει Αὐτὸς ποὺ θὰ

συνέτριβε τὴν κεφαλὴ τοῦ νοητοῦ ὄφεως. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη δόθηκαν πολλὲς

προτυπώσεις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Μία εἶναι καὶ ἡ βάτος στὸ Σινᾶ, τὴν ὁποία ἐνῷ

εἶχαν περιζώσει φλόγες φωτιᾶς, αὐτὴ δὲν καιγόταν. Ἦταν ἀπεικόνιση τῆς Παρθένου,

ποὺ θὰ γεννοῦσε τὸ Σωτῆρα Χριστὸ καὶ συγχρόνως θὰ διατηροῦσε τὴν παρθενία της.

Ἔτσι, ἡ Ἄννα καὶ ὁ Ἰωακείµ, ποὺ ἦταν ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Δαβίδ, µὲ τὴν κραταιὰ ἐλπίδα

ποὺ εἶχαν στὸ Θεὸ ἀπέκτησαν ἀπ΄ Αὐτὸν τὸ ἐπιθυµητὸ δῶρο, ποὺ θὰ συντροφεύει τὸν

κόσµο µέχρι συντέλειας αἰώνων.






Οἱ Ἅγιοι Ροῦφος καὶ Ρουφιανός



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Σεβῆρος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.

Ὁ Ἅγιος Ἀρτεµίδωρος



Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Διήγηση περὶ ἀγάπης πολὺ ὠφέλιµη



Γιὰ τὴν διήγηση αὐτή, βλέπε στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου τοῦ Ἁγιορείτου.






Ὁ Ἅγιος Ἀθανάσιος ὁ Νεοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη



Καταγόταν ἀπὸ µία κωµόπολη τῆς Θεσσαλονίκης τὴν Κουλιακιά. Ὁ πατέρας του ἦταν προεστὸς τῆς χώρας ἐκείνης καὶ ὀνοµαζόταν Πολύχρους, ἡ δὲ µητέρα του Λολουδα. Ἦταν δὲ καὶ οἱ δυὸ εὐσεβεῖς χριστιανοί. Στὴν ἀρχὴ ὁ Ἀθανάσιος παρακολούθησε

µαθήµατα στὸ Ἑλληνικὸ Σχολεῖο τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἀργότερα µαθήτευσε κοντὰ στὸν Ἀθανάσιο τὸν Πάριο. Ἀργότερα φοίτησε στὴ Σχολὴ τοῦ Βατοπεδίου στὸν Ἄθω, κοντὰ στὸν Παναγιώτη Παλαµᾶ. Ὕστερα ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει καὶ πάλι στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ µετὰ ἐπανῆλθε στὴν πατρίδα του Κουλιακιά. Ἐκεῖ κατηγορήθηκε ψευδῶς, ὅτι ὁµολόγησε τὴν µουσουλµανικὴ θρησκεία καὶ ἔτσι τὸν πίεζαν καθηµερινὰ ν΄ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστιανισµό. Ὁ Ἀθανάσιος ὅµως, ἔµεινε ἀκλόνητος στὴ Χριστιανικὴ πίστη καὶ φυλακίστηκε. Μετὰ ἀπὸ διάφορες προσπάθειες τῶν Τούρκων, κατὰ τὴν πολυήµερη φυλάκισή του, νὰ ἐξισλαµιστεῖ, ὁ µάρτυρας ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ σὰν ἀληθινὸ Θεό. Ἔτσι τὸν ἀπαγχόνισαν ἔξω ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη στὶς 8

Σεπτεµβρίου 1774.






Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος ἐπίσκοπος Ἀχταλείας τῆς Ἰβηρίας



Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους, τὸ ἔτος 1738, στὸ χωριὸ Λοτσίων περιφέρειας Δεραίνης τῆς ἐπαρχίας Χαλδείας τοῦ Πόντου. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἱερέας καὶ ὀνοµαζόταν Γεώργιος Σερταρίδης, ἡ δὲ µητέρα του Βαρβάρα. Εἶχε τέσσερις ἀδελφὲς καὶ ἕναν ἀδελφό, τὸν Δηµήτριο, ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς Ἱερέας. Τὸ πρῶτο ὄνοµα τοῦ Σωφρονίου ἦταν Συµεών. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία, ἔτρεφε µεγάλη ἀγάπη στὰ θεῖα καὶ ἰδιαίτερα στὴ µοναχικὴ ζωή. Νέος ἀκόµα, πῆγε στὴ Μονὴ Ἁγίου Γεωργίου Χουτουρᾶ

σὰν δόκιµος. Μετὰ τρεῖς µῆνες πῆγε στὴ Μονὴ Σουµελὰ καὶ µετὰ τρία χρόνια στὴ Μονὴ

Βαζελῶνος. Καὶ στὶς τρεῖς Μονές, διδάχτηκε τὰ ἱερὰ γράµµατα καὶ σὲ µεγάλο βαθµὸ

τὴν µοναχικὴ ζωή. Τότε ἐκάρη µοναχός µε τὸ ὄνοµα Σωφρόνιος καὶ κατόπιν

χειροτονήθηκε Ἱερέας. Μετὰ ἑπτὰ χρόνια, ὁ ἡγούµενος τῆς Μονῆς Ἰγνάτιος, τὸ ἔτος

1776, τὸν ἔστειλε στὸ µεταλλεῖο τῆς Ἀχταλείας στὴν Ἰβηρία, ὅπου 500 περίπου

µεταλλουργοὶ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ καὶ ἀποτέλεσαν ἕνα χωριὸ µὲ τὴν ὀνοµασία

Δάλ-βέρ, ποὺ σηµαίνει πολύτιµοι λίθοι. Ἐκεῖ µὲ τὴν ἁγία του ζωὴ ὁ Σωφρόνιος,

προσείλκυσε τὸν σεβασµὸ τῶν κατοίκων, οἱ ὁποῖοι µὲ πρωτοβουλία δική τους, τὸν

ἔκαναν ἐπίσκοπο στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1777, ἔχοντας ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του τὴν ἐκεῖ

Ἱερὰ Μονὴ τῆς Παναγίας. Τὴν ἐπισκοπή του κυβέρνησε µέχρι τὸ 1794, ὅταν βαρβαρικὴ

φυλὴ ἐπιτέθηκε στὸ µεταλλεῖο καὶ τὸ λεηλάτησε, ἀφοῦ πρῶτα κατέστρεψε τὰ πάντα. Ὁ Σωφρόνιος πιάστηκε αἰχµάλωτος καὶ πουλήθηκε σὲ µία γυναῖκα λατινικοῦ δόγµατος, ποὺ τὸν ἐλευθέρωσε καὶ τὸν ἔστειλε µὲ ἱστιοφόρο στὴν Τραπεζούντα. Ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Σωφρόνιος ἐπέστρεψε στὴ Μονὴ Βαζελῶνος, ὅπου ἔζησε σὰν ἔνσαρκος ἄγγελος. Ἀλλὰ λόγω τοῦ φθόνου τοῦ ἡγουµένου Ἱερεµία, ἀναχώρησε στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του ὅπου καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. Ἡ ἀνακοµιδὴ τῶν Ἱερῶν λειψάνων του, γεµάτα εὐωδιά, ἔγινε τὸ 1824 στὴν Ἱερὰ Μονὴ Βαζελῶνος.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 9



     Μνήµη τῶν δικαίων θεοπατόρων Ἰωακεὶµ καὶ Ἄννης

     Ὁ Ἅγιος Σεβηριανός ὁ Μεγαλοµάρτυρας

     Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ὁµολογητής

     Μνήµη τῆς Γ΄ ἁγίας Οἰκουµενικῆς Συνόδου

     Ὁ Ἅγιος Χαρίτων

     Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ θαυµατουργὸς ὁ ἐν Βελόνῃ (Ρῶσος)

     Ὁ Ἅγιος Kiaran (Ἰρλανδός)







Μνήµη τῶν δικαίων θεοπατόρων Ἰωακεὶµ καὶ Ἄννης



Ἡ σύναξη τῶν δικαίων γονέων τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, σύµφωνα µὲ τὴν ἀρχαία ἐκκλησιαστικὴ παράδοση, ὁρίστηκε τὴν ἑποµένη τοῦ γενεσίου τῆς Θεοτόκου, γιὰ τὸν λόγο ὅτι αὐτοὶ ἔγιναν πρόξενοι τῆς παγκόσµιας σωτηρίας µὲ τὴν γέννηση τῆς ἁγίας θυγατέρας τους. «Τελεῖται δὲ ἡ σύναξις αὐτῶν ἐν τῷ ἑξαέρῳ οἴκῳ τῆς Θεοτόκου, πλησίον τῆς µεγάλης ἐκκλησίας ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις».



Νὰ ἀναφέρουµε, λοιπόν, ὅτι ὁ Ἰωακεὶµ ἦταν γιὸς τοῦ Ἐλιακεὶµ ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ ἀπόγονος τοῦ Δαβίδ. Ἔκπτωτος τοῦ θρόνου, ἰδιώτευε στὴν Ἰουδαία καὶ τὸ περισσότερο χρονικὸ διάστηµα στὴν Ἱερουσαλήµ, ὅπου εἶχε µέγαρο µὲ βασιλικὸ κῆπο. Παντρεύτηκε τὴν Ἄννα, θυγατέρα τοῦ Ματθᾶν Ἱερέως ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐ καὶ τῆς Μαρίας, γυναικὸς αὐτοῦ, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Ἰούδα. Ἐπειδὴ οἱ φυλές, Βασιλικὴ καὶ Ἱερατική, συγγένευαν µεταξύ τους, διότι ἡ Βασιλεία ἐθεωρεῖτο ἴση µε τὴν Ἱερωσύνη, δὲν ἔδιναν οὔτε ἔπαιρναν θυγατέρες ἀπὸ ἄλλες φυλὲς ποὺ θεωροῦνταν κοινές. Ἔτσι

λοιπόν, ἀφοῦ θεάρεστα πέρασε τὴν ζωή του τὸ ἅγιο αὐτὸ ζευγάρι, ὅπως µας πληροφοροῦν τὰ βιογραφικὰ σηµειώµατα τῶν ἑορτῶν τῆς 25ης Ἰουλίου, 8ης Σεπτεµβρίου καὶ 9ης Δεκεµβρίου, ὁ µὲν Ἰωακεὶµ πέθανε ὀκτὼ χρόνια ἀπὸ τὰ Εἰσόδια της κόρης τοῦ Θεοτόκου σὲ ἡλικία 92 ἐτῶν, ἡ δὲ Ἄννα 11 µῆνες µετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἰωακείµ, σὲ ἡλικία 83 ἐτῶν. (Τὴν δὲ Θεοτόκο ἀπέκτησαν θαυµατουργικά, ὅπως σὲ προηγούµενο βιογραφικὸ σηµείωµα ἀναφέραµε, σὲ ἡλικία 80 ἐτῶν ὁ Ἰωακεὶµ καὶ 70 ἡ Ἄννα).






Ὁ Ἅγιος Σεβηριανός ὁ Μεγαλοµάρτυρας



Μαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σεβάστεια καὶ τὸν διέκρινε θερµὸς ζῆλος, µὲ τὸν ὁποῖο ὑπηρετοῦσε τὸ Εὐαγγέλιο. Χρησιµοποιοῦσε τὰ πλούτη του γιὰ τοὺς φτωχοὺς καὶ γιὰ τοὺς φυλακισµένους χριστιανούς. Εἶχε φέρει πολλοὺς στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ ἀρκετοὺς εἶχε ἐνθαρρύνει νὰ ὑποστοῦν καρτερικὰ καὶ νικηφόρα τὸ µαρτύριο. Ὅλα αὐτὰ ἔκαναν τὸν αἱµοβόρο ἡγεµόνα Λυσία νὰ καλέσει τὸ Σεβηριανὸ στὴν Καισαρεία. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἀπέτυχε στὴν προσπάθειά του νὰ κάµψει τὸ

φρόνηµα τοῦ Ἁγίου, διέταξε νὰ τὸν µαστιγώσουν µὲ νεῦρα βοδιοῦ. Κατόπιν, ξέσχισαν τὶς σάρκες του µὲ σιδερένια νύχια, ἔτσι ὥστε τὸ αἷµα νὰ τρέχει σὰν χείµαρρος. Οἱ πόνοι ἦταν ἀφόρητοι καὶ οἱ πληγὲς µεγάλες καὶ βαριές. Ἡ ὑποµονή, ὅµως, τοῦ Σεβηριανοῦ ἦταν ἰσχυρότερη καὶ ἀναφώνησε πρὸς τὸν Κύριο θερµὴ προσευχή, τὴν ὁποία πρέπει νὰ χρησιµοποιεῖ κάθε ἀγωνιζόµενος χριστιανός, σὲ καιρὸ δοκιµασιῶν: «Κύριε Ἰησοῦ, ὁ ποιῶν θαυµάσια, ὁ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ κρεµασθεὶς καὶ τὸν ὑπερήφανον τοιουτοτρόπως καταβαλών, ὁ µέχρι καὶ σήµερον δι᾿ ὑπερθαυµάτων ἔργων µεγαλυνόµενος, ἐλθὲ νὰ µὲ σώσῃς, καὶ τὸν µὲν βραχίονα τοῦ πονηροῦ ἁµαρτωλοῦ σύντριψον, τὰς δὲ ἰδικάς µου δυνάµεις σύσφιγξον, ἀγαθέ, καὶ δός µοι τὸν ἀγῶνα τοῦτον νὰ διανύσω τοῦ µαρτυρίου». Καὶ ἡ βοήθεια ἦλθε. Ἡ ψυχή του ἔµεινε σταθερὴ καὶ νικήτρια, τὸ δὲ σῶµα του ἔµεινε κρεµασµένο στὸ τεῖχος τῆς Καισαρείας.






Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ὁµολογητής



Οἱ γονεῖς ἦταν φανατικοὶ εἰδωλολάτρες, ἀλλ΄ ὁ γιός τους, ἄκουσε κηρύγµατα χριστιανῶν καὶ ἑλκύστηκε ἀπὸ τὴν ζωὴ τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς ἀγάπης. Αὐτὸς ἦταν ὁ Θεοφάνης, ποὺ γεννήθηκε τὸ 283 µ.Χ. ἐπὶ βασιλέων Κάρου καὶ Καρίνου. Κάποια µέρα λοιπὸν ὁ Θεοφάνης, πρὶν βαπτιστεῖ, νέος ἀκόµα, συνάντησε µέσα στὸν παγωµένο καιρὸ ἕνα παιδί, ὑπερβολικὰ φτωχὸ ποὺ κινδύνευε νὰ πεθάνει ἀπὸ τὸ κρύο. Τὸ θέαµα σπάραξε τὴν καρδιὰ τοῦ Θεοφάνη, καὶ χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ἕντυσε τὸν φτωχό µε τὸ δικό του πανωφόρι. Ὅταν ἐπέστρεψε στὸ σπίτι καὶ τὸν εἶδαν οἱ γονεῖς του θορυβήθηκαν. Τὸν ρώτησαν τί ἔγινε τὸ ροῦχο του, καὶ αὐτὸς ἀπάντησε ὅτι τὸ ἔδωσε

στὸν Χριστό. Οἱ φανατικοὶ εἰδωλολάτρες γονεῖς, δὲν ἄργησαν νὰ καταλάβουν ὅτι ὁ γιὸς τοὺς ἑλκύστηκε ἀπὸ τὸν χριστιανισµό, καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ φύγει ἀπὸ τὸ σπίτι. Τότε ὁ Θεοφάνης βαπτίστηκε καὶ πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις καὶ κήρυττε. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στὸ ὄρος Διαβηνό, κοντὰ σ΄ ἕνα γέροντα ἀσκητή, ὅπου διδάχτηκε πολλὰ ἀπὸ τὴν πεῖρα καὶ τὴν σοφία του. Ὅταν πέθανε ὁ γέροντας, ὁ Θεοφάνης ἔµεινε µόνος στὸ ὄρος µὲ προσευχὴ καὶ ἀκατάπαυστη µελέτη καὶ προσπάθεια γιὰ ἀνώτερη ἠθικὴ καὶ πνευµατικὴ τελειοποίηση. Ἔπειτα, κατέβηκε πάλι στὸν κόσµο, ὅπου ἐπανέλαβε τὰ κηρύγµατά του, σοφότερα τώρα, πνευµατικότερα καὶ ἐποικοδοµητικότερα. Στὸ

διάστηµα αὐτὸ συνελήφθη, ἀπειλήθηκε καὶ βασανίστηκε. Ἔµεινε ὅµως ἀµετακίνητος στὴν ὁµολογία του. Πέθανε 75 ἐτῶν στὸ ἀσκητήριό του.


Μνήµη τῆς Γ΄ ἁγίας Οἰκουµενικῆς Συνόδου



Συγκροτήθηκε στὰ χρόνια τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ τὸ 413 ἐναντίον τοῦ Κωνσταντινουπόλεως Νεστορίου, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι σαρκωµένος Θεός, ἀλλὰ τέλειο ἀνθρώπινο δηµιούργηµα τοῦ Θεοῦ. Ἡ Γ΄Οἰκουµενικὴ Σύνοδος ἔγινε στὴν Ἔφεσο καὶ τὴν ἀποτελοῦσαν 200 Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας.






Ὁ Ἅγιος Χαρίτων

Μαρτύρησε διὰ ξίφους καὶ «ἡ σύναξις αὐτοῦ τελεῖται ἐν τῷ Δευτέρῳ».






Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ θαυµατουργὸς ὁ ἐν Βελόνῃ (Ρῶσος)






Ὁ Ἅγιος Kiaran (Ἰρλανδός)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ὅι Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 10



     Οἱ Ἁγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα καὶ Νυµφοδώρα

     Ὁ Ἅγιος Βαρύψαβας

     Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἐπίσκοπος Νικαίας

     Ἡ Ἁγία Πουλχερία ἡ βασίλισσα

     Οἱ Ἅγιοι Ἀπελλῆς, Λουκᾶς καὶ Κλήµης οἱ Ἀπόστολοι

     Ἡ Ἁγία Ἴα

     Ἡ Ἁγία Εὐδοκία «ἡ παῖς»

     Μνήµη τῆς εὑρέσεως τῆς σεπτῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου






Οἱ Ἁγίες Μηνοδώρα, Μητροδώρα καὶ Νυµφοδώρα



Ἦταν ἀδελφὲς καὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Βιθυνία. Ἡ λάµψη τῆς παρθενίας καὶ ἡ ὡραιότητα τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωµάτων τοὺς ἔκαναν τὶς τρεῖς ἀδελφὲς νὰ εἶναι καύχηµα τῶν χριστιανῶν. Οἱ φροντίδες καὶ οἱ συνήθειες τοῦ κόσµου δὲν τὶς ἀπασχολοῦσαν. Ἡ µόνη τους φροντίδα ἦταν «µετὰ αἰδοῦς καὶ σωφροσύνης κοσµεῖν ἑαυτάς, ἢ ἐν πλέγµασιν ἢ χρυσῷ ἢ µαργαρίταις ἢ ἰµατισµῷ πολυτελεῖ». Δηλαδὴ φρόντιζαν νὰ στολίζουν τὸν ἑαυτό τους µὲ συστολὴ καὶ σωφροσύνη καὶ ὄχι µὲ φιλάρεσκα πλεξίµατα τῶν µαλλιῶν τους ἢ µὲ χρυσὰ ἢ µαργαριτένια κοσµήµατα ἢ µὲ ροῦχα πολυτελῆ. Γιὰ τὴν ἀγάπη, λοιπὸν τοῦ Χριστοῦ, ἄφησαν τὴν πατρίδα τους καὶ πῆγαν νὰ κατοικήσουν σὲ ἕνα λόφο, κοντὰ στὰ Πύθια θερµὰ λουτρά. Ἐκεῖ ἀσκήτευαν καὶ καλλιεργοῦσαν ἀκόµα περισσότερο τὴν σωφροσύνη τους. Γι᾿ αὐτὸ ἀξιώθηκαν ἀπὸ τὸ Θεὸ νὰ θεραπεύουν ἀσθένειες, καὶ ἔτρεχε κοντά τους πλῆθος κόσµου. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ ἔπαρχος Φρόντων, ἔστειλε καὶ συνέλαβε τὶς τρεῖς ἀδελφές. Βλέποντας, ὅµως τὴν φρόνηση καὶ τὴν σύνεση, ἀλλὰ καὶ τὴν ἀφοβία µὲ τὴν ὁποία τὸν ἀντιµετώπισαν, διέταξε καὶ τὶς βασάνισαν µὲ τὰ πιὸ φρικτὰ βασανιστήρια. Ὅλες ὑπέµειναν µὲ ἀνδρεία τὰ µαρτύρια καὶ ἔτσι ἔνδοξα παρέδωσαν τὶς ψυχές τους στὸ νυµφίο τους Χριστὸ (290 µ.Χ.). Ὁ ἔπαρχος θέλησε νὰ κάψει τὰ σώµατά τους, ἀλλὰ οἱ φλόγες ἔκαψαν τὸν ἴδιο καὶ ἔπειτα καταρρακτώδης βροχὴ ἔσβησε τὴν φωτιά. Τὰ σώµατα τῶν τριῶν παρθένων τάφηκαν µὲ σεβασµὸ ἀπὸ τοὺς χριστιανούς.






Ὁ Ἅγιος Βαρύψαβας



Γιὰ τὸν Ἅγιο αὐτὸ λέγεται, ὅτι πῆρε ἀπὸ ἕναν ἐρηµίτη τὸ Τίµιο Αἷµα ποὺ ἔτρεξε ἀπὸ τὴν πλευρὰ τοῦ Κυρίου καὶ γιάτρευε πολλὲς ἀρρώστιες. Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ ἄπιστοι τὸν θανάτωσαν µὲ ξύλα κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νύχτας. Ὁ δὲ τίµιος θησαυρὸς τοῦ Δεσποτικοῦ Αἵµατος ἔµεινε πάλι σῶος καὶ ἀκέραιος, φυλαττόµενος ἀπὸ τὸν µαθητὴ

τοῦ Ἁγίου.

Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἐπίσκοπος Νικαίας



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ἡ Ἁγία Πουλχερία ἡ βασίλισσα



Βλέπε βιογραφικό της σηµείωµα τὴν 17η Φεβρουαρίου, µαζὶ µὲ τὸν σύζυγό της

Μαρκιανό.






Οἱ Ἅγιοι Ἀπελλῆς, Λουκᾶς καὶ Κλήµης οἱ Ἀπόστολοι



Ὁ Ἀπελλῆς ἦταν ἀπὸ τὰ ἐκλεκτότερα µέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ποὺ δούλευε πολὺ παραγωγικὰ γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ θεῖος ζῆλος τὸν ἔφερε µέχρι καὶ τὴν Ρώµη, ὅπου ἔγινε στήριγµα τῶν ἐκεῖ πιστῶν. Ἐκεῖ τὸν γνώρισε καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ποὺ

ἔγραψε στὴν πρὸς Ρωµαίους ἐπιστολή του ἀργότερα, νὰ ἀσπαστοῦν «Ἀπελλῆν τὸν δόκιµον ἐν Χριστῷ» (Ρωµ. στ´ 10). Ὁ Ἀπελλῆς πέθανε σὰν καλὸς στρατιώτης Χριστοῦ στὴ Σµύρνη, ἐργαζόµενος µέχρι τελευταίας πνοῆς του στὴ διάδοση καὶ στερέωση τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ Λουκᾶς, ἄλλος τοῦ Εὐαγγελιστῆ Λουκᾶ, ἔζησε καὶ αὐτὸς στὰ

ἀποστολικὰ χρόνια. Ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος στὴ Λαοδίκεια τῆς Συρίας καὶ τελείωσε τὴν ζωή του ἀγωνιζόµενος, µὲ ἀγάπη καὶ τόλµη, γιὰ τὸ ποίµνιό του καὶ τὸν ἀρχιποιµένα Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Κλήµης ἀναφέρεται στὴν πρὸς Φιλιππησίους ἐπιστολὴ (στ´ 3) σὰν συναθλητὴς τοῦ ἀπ. Παύλου. Ἔγινε ἐπίσκοπος Σάρδεων καὶ πέθανε µετὰ ἀπὸ πολλὰ παθήµατα γιὰ τὴν στήριξη τοῦ ποιµνίου του καὶ τὴν διάδοση τῆς ἀλήθειας τοῦ Εὐαγγελίου.






Ἡ Ἁγία Ἴα



Καταγόταν ἀπὸ τὸ Κάστρο τοῦ λεγοµένου Βιζάλης. Συνελήφθηκε αἰχµάλωτη µαζὶ µὲ

9.000 χριστιανοὺς καὶ ὁδηγήθηκε στὴν Περσία. Ἐκεῖ ἀπὸ τὸν βασιλιὰ τῶν Περσῶν

Σαβώρ, παραδόθηκε στοὺς σοφοὺς τῆς Περσίας προκειµένου νὰ τὴν πείσουν ν᾿ ἀρνηθεῖ

τὸν Χριστό. Ἐπειδὴ ὅµως δὲν τὸ κατάφεραν, τὴν φυλάκισαν καὶ µετὰ 15 µῆνες τὴν

ἔβγαλαν, καὶ ἀφοῦ τὴν βασάνισαν σκληρὰ τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισαν. (Ἡ µνήµη της

ἐπαναλαµβάνεται -µᾶλλον περιττῶς- σὰν Ἴας καὶ τὴν 11η Σεπτεµβρίου, ἀλλὰ καὶ 4 καὶ

5 Αὐγούστου).






Ἡ Ἁγία Εὐδοκία «ἡ παῖς»



Ἡ µνήµη τοῦ µικροῦ αὐτοῦ κοριτσιοῦ, ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο σελ.

107 καὶ εἶναι ἄγνωστη στοὺς Συναξαριστές.






Μνήµη τῆς εὑρέσεως τῆς σεπτῆς εἰκόνος τῆς Θεοτόκου



Ὑπὸ τὰς ρίζας ἐλαίας, ἐν τῇ ἐν τῷ Παγασητικῷ κόλπῳ Νήσῳ Μαλαιῶν Τρικκέρων

(1825).

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 11



     Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια

     Ὁ Ἅγιος Εὐφρόσυνος ὁ µάγειρας

     Οἱ Ἅγιοι Διόδωρος, Διοµήδης καὶ Δίδυµος

     Ἡ Ἁγία Ἰάς

     Οἱ Ἅγιοι Δηµήτριος, Εὐανθία ἡ σύζυγός του καὶ Δηµητριανός ὁ γιός τους

     Ἡ Ἁγία Θεοδώρα τῆς Βάστας Πελοποννήσου

     Ἀνακοµιδὴ Λειψάνων τῶν Ὁσίων Πατέρων Σεργίου καὶ Γερµανοῦ

     Ἀπόδοσις ἑορτῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου







Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ζήνωνος (474-490)] καὶ ἦταν συνεζευγµένη µὲ εὐσεβῇ ἄνδρα, τὸν Παφνούτιο. Ἡ ζωὴ τῆς Θεοδώρας ἦταν τίµια, ἐνάρετη καὶ ἀφοσιωµένη στὸ σύζυγό της. Ὅµως, ὁ µισόκαλος διάβολος, σὲ κάποια στιγµὴ ἀδυναµίας τῆς Θεοδώρας, τὴν ἔσπρωξε κρυφὰ στὴ µοιχεία. Κανεὶς δὲν τὴν εἶδε. Κανεὶς δὲν τὸ ἔµαθε. Μποροῦσε, ἑποµένως, νὰ συνεχίσει ἁρµονικὰ τὴν ζωή της µὲ τὸ σύζυγό της. Ὅταν, ὅµως, ἄκουσε τὰ λόγια του Εὐαγγελίου, µὲ τὰ ὁποῖα ὁ Κύριος διδάσκει ὅτι «οὐκ ἐστὶ κρυπτόν, ὃ οὐ φανερὸν γενήσεται», δὲν ὑπάρχει, δηλαδή, κρυφό, τὸ ὁποῖο δὲ θὰ γίνει φανερὸ στὸ µέλλον, σκέφθηκε τὸ βάθος τῆς ἁµαρτίας της καὶ ἔκλαψε πικρά. Ντύθηκε ἔπειτα ἀνδρικά, πῆγε σὲ µοναστήρι καὶ ἐκάρη µοναχός µε τὸ ὄνοµα Θεόδωρος. Ἐκεῖ, µέρα-νύκτα µετανοοῦσε καὶ ἔκλαιγε τὴν ἁµαρτία της. Μετὰ ἀπὸ δυὸ χρόνια, συκοφαντήθηκε ὅτι πόρνευσε µὲ γυναῖκα, ὅταν ἔφεραν ἕνα νεογέννητο

µωράκι ἔξω ἀπὸ τὴν ν πόρτα τοῦ µοναστηριοῦ. Τότε ἡ Θεοδώρα πῆρε τὸ βρέφος καὶ γιὰ ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια, ἔξω ἀπὸ τὸ µοναστήρι µὲ διάφορες κακουχίες, τὸ ἀνέθρεψε σὰν δικό της. Ὅταν ἐπανῆλθε στὸ µοναστήρι, τὸ ταλαιπωρηµένο σῶµα της µετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ξεψύχησε. Τότε οἱ µοναχοί, ὅταν διαπίστωσαν τὸ φῦλο της, θαύµασαν καὶ ὅλοι

µαζὶ δόξασαν τὸ Θεό.






Ὁ Ἅγιος Εὐφρόσυνος ὁ µάγειρας



Ὑπῆρξε ἀγράµµατος, ἀλλ᾿ ἀληθινὰ εὐσεβὴς καὶ πιστός. Ἔκανε οἰκονοµίες µὲ στερήσεις τοῦ ἑαυτοῦ του, µόνο καὶ µόνο γιὰ νὰ κάνει ἐλεηµοσύνες. Τὸ ἐπάγγελµά του τοῦ ἐπέτρεπε νὰ τρώει πρῶτος τὰ καλύτερα φαγητά. Αὐτὸς ὅµως, δὲν θέλησε νὰ τὸ

µεταχειριστεῖ ποτέ. Ἔτρωγε µὲ µεγάλη εὐχαρίστηση τὰ χόρτα καὶ τὶς ἐλιές του, τὴν στιγµὴ ποὺ ἔβραζαν ἢ ἕψηναν µπροστά του τὰ ὀρεκτικότερα κρέατα καὶ τὰ προκλητικότερα ψάρια. Κατόπιν ὁ Εὐφρόσυνος πῆγε σὲ µοναστήρι, ὅπου καὶ ἐκεῖ ἐξασκοῦσε τὸ ἔργο τοῦ µαγείρου. Ἀλλ᾿ αὐτός, ἀντίθετα ἀπὸ ὅτι στὰ κοσµικὰ ξενοδοχεῖα, στὸ µοναστήρι ἔφτιαχνε µετριότατο φαγητό. Σὲ µερικοὺς ποὺ τὸν εἰρωνεύονταν γι᾿ αὐτή του τὴν κατάσταση, ὁ Εὐφρόσυνός µε πραότητα ἀπαντοῦσε: «Ἡ

καλὴ µαγειρικὴ δὲν εἶναι τόσο καλὸς βοηθὸς γιὰ τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Τὴν πολλὴ εὐφροσύνη ποὺ ζητοῦν τὰ σώµατα, θὰ τὴν χάσουν κατ᾿ ἀνάγκην οἱ ψυχές. Καὶ ἐγὼ δὲν ἔχω ἐδῶ προορισµὸ νὰ σᾶς κολάσω». Τελικὰ ὁ Εὐφρόσυνος πέθανε σ᾿ ἕνα ἐρηµικὸ ἡσυχαστήριο. Καὶ ἡ Ἐκκλησία, ποὺ ξέρει ὅτι στὴν αἰώνια ζωὴ δὲν ἔχει κανένα ἀνώτερο δικαίωµα ἀπὸ ἕναν µάγειρα ἕνας βασιλιὰς ἢ φιλόσοφος, ἀνέγραψε µεταξὺ τῶν ἁγίων της τὸν µάγειρο Εὐφρόσυνο, ἐπειδὴ ἤξερε καὶ νὰ πιστεύει καὶ νὰ ζεῖ κατὰ τὸ θέληµα

τοῦ Θεοῦ.






Οἱ Ἅγιοι Διόδωρος, Διοµήδης καὶ Δίδυµος



Καὶ οἱ τρεῖς Ἅγιοι ἦταν ἀπὸ τὴν Λαοδίκεια τῆς Συρίας. Συνελήφθηκαν ἀπὸ τὸν ἐκεῖ ἄρχοντα, καὶ ἐπειδὴ ὁµολόγησαν µὲ θάρρος ὅτι εἶναι χριστιανοί, µαστιγώθηκαν µέχρι θανάτου.






Ἡ Ἁγία Ἰάς



Ἡ Ἁγία αὐτή, ἐνῷ ἦταν γριά, αἰχµαλωτίσθηκε ἀπὸ τοὺς Πέρσες µαζὶ µὲ 9.000 χριστιανούς, ποὺ βασανίστηκαν ποικιλοτρόπως. Μαζὶ λοιπὸν µ᾿ αὐτούς, στάθηκε καὶ ἡ Ἁγία µπροστὰ στοὺς ἀρχιµάγους τοῦ βασιλιᾶ τῆς Περσίας καὶ τιµωρήθηκε µὲ διάφορα βασανιστήρια. Τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισαν. Ἡ παράδοση λέει ὅτι, ὅταν τὴν ἀποκεφάλισαν, ἡ γῆ ἐκείνη, ποὺ δέχτηκε τὸ αἷµα της, φούσκωσε καὶ ὑψώθηκε ὑπερφυσικά. Οἱ δὲ δήµιοι, ποὺ τὴν βασάνισαν, παράλυσαν καὶ τυφλώθηκαν, καὶ ὁ ἀέρας γέµισε ἀπὸ θαυµάσια εὐωδιά.






Οἱ Ἅγιοι Δηµήτριος, Εὐανθία ἡ σύζυγός του καὶ Δηµητριανός ὁ γιός τους



Θανατώθηκαν κατὰ τὴν διάρκεια σεισµοῦ. Στὸ Συναξάρι ὅµως τοῦ ἑκατόνταρχου Κορνηλίου βρίσκουµε γιὰ τοὺς µάρτυρες αὐτοὺς τὰ ἑξῆς: Ὁ Δηµήτριος ἦταν φιλόσοφος καὶ ἄρχοντας τῆς πόλης Σκεψέων ἢ Σκήψης τῆς Μ. Ἀσίας, καὶ διώκτης τῶν Χριστιανῶν. Ἡ δὲ γυναῖκα του Εὐανθία καὶ ὁ γιὸς του Δηµητριανὸς ἦταν στὸν ναὸ προσευχόµενοι,

µαζὶ µὲ τὸν Κορνήλιο. Τὴ στιγµὴ ὅµως ἐκείνη ἔγινε σεισµὸς καὶ ἡ Εὐανθία µὲ τὸν Δηµητριανὸ καταπλακώθηκαν στὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ, φωνάζοντας τὸ ὄνοµα τοῦ Κορνηλίου. Τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ Δηµήτριος, βρῆκε τὸν Κορνήλιο καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ σώσει τὴν οἰκογένειά του. Πράγµατι ὁ Κορνήλιος ἔβγαλε ζωντανοὺς ἀπὸ τὰ ἐρείπια τὰ δυὸ µέλη τῆς οἰκογενείας τοῦ Δηµητρίου, ποὺ εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα τὴν µεταστροφὴ στὸν Χριστὸ τοῦ Δηµητρίου, καθὼς καὶ ὅλων τῶν κατοίκων τῆς πόλης ἐκείνης.






Ἡ Ἁγία Θεοδώρα τῆς Βάστας Πελοποννήσου

Πρόκειται γιὰ τοπικὴ Ἁγία ποὺ ἔζησε τὸν 10ο αἰῶνα στὴν κεντρικὴ Πελοπόννησο (σύνορα Μεσσηνίας- Ἀρκαδίας). Ἀπὸ µικρὴ ἀγάπησε τὸν θεάνθρωπο καὶ λυτρωτὴ Χριστὸ καὶ σ᾿ αὐτὸν ἀφιέρωσε τὴ ζωή της. Ἔζησε σὰν µοναχὸς σὲ ἀνδρικὸ µοναστήρι τῆς ἄνω Μεσσηνίας καὶ ἔφτασε σὲ µεγάλο ὕψος ἁγιότητας. Συκοφαντήθηκε ὅµως βάναυσα, ὅτι ἄφησε ἔγκυο κοπέλα τῆς περιοχῆς! Τὰ ἤθη τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἦταν τέτοια, ὥστε βιαστικὰ τὴν καταδίκασαν σὲ θάνατο. Γιατί ὅµως ἐνῷ εἶχε πρόχειρη τὴν ἀπόδειξη ἀθῳότητάς της σὰν γυναῖκα καὶ ἀφοῦ ἀρνήθηκε τὴν συκοφαντία, δὲν τὴν χρησιµοποίησε; Τὸ λόγο γνωρίζει αὐτὴ καὶ ὁ Θεός. Γεγονὸς εἶναι ὅτι φορτώθηκε ξένη ντροπὴ καὶ ἀποφάσισε νὰ µαρτυρήσει ἀπὸ ἀγάπη. Τὰ τελευταῖα λόγια της ἦταν: «Τὸ σῶµα µου νὰ γίνει ναός, τὰ µαλλιά µου πελώρια δέντρα καὶ τὸ αἷµα µου ποτάµι». Σήµερα στὸν τόπο τοῦ µαρτυρίου της, στὸ χωριὸ Βάστα Ἀρκαδίας, ὑπάρχει ἐξωκλῆσι ποὺ ἀπὸ δίπλα του περνάει ποτάµι καὶ πάνω στὴ σκεπὴ του ὑπάρχουν κατὰ παράδοξο τρόπο 17 τεράστια δέντρα. Λεπτοµερῆ βιογραφία τῆς Ἁγίας, ἔγραψε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Γόρτυνος καὶ Μεγαλουπόλεως κ. Θεόφιλος. (Νὰ παρατηρήσουµε ἐδῶ ὅτι ἡ βιογραφία τῆς Ἁγίας αὐτῆς, ἔχει ἀρκετὰ κοινὰ στοιχεῖα, µ᾿ αὐτὰ τῆς ἁγίας Θεοδώρας τῆς Ἀλεξανδρινῆς, ποὺ ἡ µνήµη της γιορτάζεται ἐπίσης αὐτὴν τὴν ἡµέρα).






Ἀνακοµιδὴ Λειψάνων τῶν Ὁσίων Πατέρων Σεργίου καὶ Γερµανοῦ



«τῶν ἐν Βαλάµῃ θαυµατουργῶν ἐκ τῆς Νοβαγράδας (Νεαπόλεως) ἐπιστραφέντων εἰς τὴν ἐν Βαλάµῃ Ἱερὰν αὐτῶν Μονήν».






Ἀπόδοσις ἑορτῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 12



     Ὁ Ἅγιος Αὐτόνοµος Ἱεροµάρτυρας

     Ὁ Ἅγιος Κουρνοῦτος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἰκονίου

     Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας

     Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανός πρεσβύτερος Ἀγκύρας ἀπὸ τὴν Γαλατία

     Οἱ Ἅγιοι Μακεδόνιος, Θεόδουλος καὶ Τατιανός

     Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ὁ Θάσιος

     Ὁ Ἅγιος Ὠκεανός

     Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος «ὁ ἐν τῇ Ἀτρώᾳ»

     Μνήµη ἀφωνίας καὶ ὅρασης τοῦ Ζαχαρία

     Οἱ Ἅγιοι Ἐθνοϊεροµάρτυρες Χρυσόστοµος Σµύρνης, Ἀµβρόσιος Μητροπολίτης Μοσχονησίων (1922), Προκόπιος Λαζαρίδης Μητροπολίτης Ἰκονίου (1911-1923), Γρηγόριος Μητροπολίτης Κυδωνιῶν (22 Ἰουλίου 1908 - 3 Ὀκτωβρίου 1922), Εὐθύµιος Μητροπολίτης Ζήλων

     Ὁ Ἅγιος Albeus (Ἰρλανδός)







Ὁ Ἅγιος Αὐτόνοµος Ἱεροµάρτυρας



Ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς λέει: «Ὡς καιρὸν ἔχοµεν, ἐργαζώµεθα τὸ ἀγαθὸν πρὸς πάντας». Ἕως ὅτου, δηλαδή, βρισκόµαστε στὴν παροῦσα ζωὴ καὶ µᾶς δίνεται καιρὸς γιὰ ἀγαθοεργία, ἂς ἐργαζόµαστε τὸ ἀγαθὸ πρὸς ὅλους. Τέτοια ἐργατικότητα διέκρινε καὶ τὸν ἀκούραστο ἐργάτη τοῦ ἀµπελῶνας τοῦ Κυρίου, τὸν Ἅγιο Αὐτόνοµο. Ἦταν ἐπίσκοπος στὴν Ἰταλία καὶ ἀναγκάσθηκε νὰ φύγει, διότι τὸν κατηγόρησαν ὅτι προσείλκυε πολλοὺς εἰδωλολάτρες. Ἔφθασε στοὺς Σωρεοὺς τῆς Βιθυνίας, φιλοξενούµενος ἀπὸ ἕναν εὐσεβῆ χριστιανό, τὸν Κορνήλιο, τὸν ὁποῖο ἀφοῦ κατάρτισε µὲ τὴν διδασκαλία του, χειροτόνησε διάκονο. Συγχρόνως ἀνήγειρε ναὸ πρὸς τιµὴν τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ. Ἔπειτα, πῆγε στὴ Λυκαονία καὶ Ἰσαυρία, ὅπου κήρυξε τὸ θεῖο λόγο, καὶ ὅταν ἐπέστρεψε στοὺς Σωρεούς, χειροτόνησε τὸν Κορνήλιο Ἱερέα. Ὅταν ὁ Διοκλητιανὸς ἄσκησε πίεση στοὺς χριστιανοὺς τῆς Βιθυνίας, ὁ Αὐτόνοµος ἔφυγε καὶ πῆγε νὰ κηρύξει τὸ θεῖο λόγο στὶς πόλεις τοῦ Εὐξείνου Πόντου. Κατόπιν, ἀφοῦ περιόδευσε σὲ πολλὲς πόλεις τῆς Μ. Ἀσίας κηρύττοντας τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, πῆγε σὲ µία πόλη δίπλα στοὺς Σωρεούς, τὶς Λίµνες. Ἐκεῖ οἱ εἰδωλολάτρες πίεζαν τοὺς χριστιανοὺς νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Αὐτοί, ὅµως, ἀντίθετα, τὰ συνέτριψαν. Οἱ εἰδωλολάτρες, τότε, γιὰ νὰ ἐκδικηθοῦν,τὴν ὥρα τῆς Θείας Λειτουργίας εἰσέβαλαν στὸ ναὸ καὶ σκότωσαν τὸν ἀνυπεράσπιστο Αὐτόνοµο, ποὺ τὸν θεωροῦσαν ὑπεύθυνο. Τὸ λείψανό του τάφηκε µὲ τὴν ἁρµόζουσα τιµή.






Ὁ Ἅγιος Κουρνοῦτος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἰκονίου

Ἦταν γέννηµα καὶ θρέµµα τῆς πόλης τοῦ Ἰκονίου, τῆς ὁποίας κατόπιν ἔγινε Ἀρχιερέας. Βρισκόταν κάποτε σ᾿ ἕνα χωριό, Σούρσαλο ὀνοµαζόµενο, καὶ δίδασκε τὸν λόγο τῆς πίστης στοὺς ἀπίστους. Οἱ ἐκεῖ ὅµως διῶκτες τοῦ χριστιανισµοῦ, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἡγεµόνα Περίνιο. Αὐτός, ἀφοῦ σκληρὰ τὸν βασάνισε, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισε καὶ ἔτσι ἔνδοξα ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. (Ὁ Κυπριανὸς καὶ Μαχαιρᾶς τὸν ἀναφέρουν σὰν Ἅγιο τῆς Κύπρου, βλέπε 300 Ἀλαµανοὶ Α.Χ.Ε.Χ.).






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας



Ὁ Ἅγιος αὐτὸς συνελήφθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες τῆς Ἀλεξανδρείας, ἐπειδὴ µὲ ἰδιαίτερο θάρρος κήρυττε τὸν Χριστό, καὶ ἀφοῦ τὸν στεφάνωσαν µὲ ἀκάνθινο στεφάνι, τὸν χτυποῦσαν στὸ πρόσωπο καὶ τὸν τριγύριζαν ἁλυσοδεµένο στοὺς δρόµους τῆς πόλης. Ὑπέστη καὶ ἄλλα βασανιστήρια, τελικὰ µὲ διαταγὴ τοῦ ἄρχοντα, ἀποκεφαλίστηκε καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ ἀµάραντο στεφάνι τῆς αἰώνιας δόξας. (Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει ὅτι, ἐσφαλµένα ὁ ἅγιος αὐτὸς φέρεται σὰν ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας καὶ ὅτι ἦταν ἕνας ἁπλὸς θεοσεβὴς χριστιανός).






Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανός πρεσβύτερος Ἀγκύρας ἀπὸ τὴν Γαλατία



Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Κριντεούς, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Ἄγκυρα τῆς Γαλατίας, καὶ ἦταν Ἱερέας ἄξιος µεγάλου σεβασµοῦ. Ὅταν ὁ Λικίνιος κήρυξε διωγµὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν (307-323), ὁ Ἰουλιανὸς µαζὶ µὲ ἄλλους 42 χριστιανοὺς συµπολῖτες του, κατέφυγε στὰ βουνὰ καὶ κρυβόταν. Κάποτε ὅµως, κατέβηκε ἀπὸ τὰ βουνὰ νὰ φέρει νερό, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ τὸν δοῦν οἱ εἰδωλολάτρες, ποὺ πρόσφεραν θυσία στὸν ἐκεῖ ναὸ τῆς Ἑκάτης. Συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἄρχοντα τῆς Ἀγκύρας. Αὐτὸς τὸν ρώτησε ποὺ κρυβόταν οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοὶ συµπολῖτες του, ἀλλ᾿ αὐτὸς ἀρνήθηκε νὰ τοὺς καταδώσει καὶ βασανίστηκε φρικτά. Ἀφοῦ τοῦ ἔβαλαν πυρακτωµένη καλύπτρα στὸ κεφάλι, στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν προσευχόµενο. (Ἄλλοι Συναξαριστὲς ἔχουν

κάπως διαφοροποιηµένη τὴν βιογραφία του).






Οἱ Ἅγιοι Μακεδόνιος, Θεόδουλος καὶ Τατιανός



Ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη (360-363) καὶ µαρτύρησαν στὴ Μυρόπολη τῆς Φρυγίας. Ὅταν ὁ ἄρχοντας τῆς Φρυγίας Ἀµάχιος διέταξε νὰ καθαρίσουν τὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ τῆς Μυροπόλεως καὶ νὰ ἐπιµεληθοῦν τὰ ἀγάλµατα µέσα σ᾿ αὐτόν, οἱ τρεῖς αὐτοὶ Ἅγιοι, µπῆκαν κρυφὰ τὴν νύχτα στὸ ναὸ καὶ συνέτριψαν τὰ ἀγάλµατα. Γιὰ νὰ µὴ κακοποιηθοῦν ὅµως ἄλλοι ἀθῷοι χριστιανοί, φανερώθηκαν στὸν ἄρχοντα καὶ εἶπαν ὅτι αὐτοὶ συνέτριψαν τὰ ἀγάλµατα. Ὁ σκληρὸς Ἀµάχιος, στὴ συνέχεια, ἐπειδὴ δὲν κατάφερε νὰ τοὺς πείσει νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, τοὺς ἔψησε ζωντανοὺς πάνω σὲ πυρακτωµένη σχάρα.

Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ὁ Θάσιος



Εὐσεβὴς ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, ἀµέσως ἀπὸ τὴν νεότητά του ἔγινε πρόθυµος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου, πρόµαχος καὶ συνήγορος τῆς Ὀρθοδοξίας. Ὁ Ὅσιος καὶ θεοφόρος Δανιήλ, ἔζησε τὸν 9ο µ.Χ. αἰῶνα, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Λέων ὁ Ἀρµένιος ὁ εἰκονοµάχος. Ὅταν πλέον ἔγινε ἄντρας ὁ Δανιήλ, ἵδρυσε µοναστήρι στὸ νησίδιο Κραµβοῦσα, ποὺ βρίσκεται δίπλα στὴ νῆσο Θάσο. Ἡ φήµη τῆς µεγάλης ἀρετῆς τοῦ ἱδρυτῆ ἔφερε ἐκεῖ πολλοὺς µοναχοὺς ἀπὸ τὴν Θάσο καὶ ἀπ᾿ ἀλλοῦ. Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ἀγαποῦσε τόσο τὴν πνευµατικὴ ζωὴ καὶ ἦταν τόσο πολὺ ταπεινόφρων, ὥστε ὅταν στὴ Θάσο ἦλθε ὁ µέγας Ἰωαννίκιος, ὁ Δανιὴλ ἐγκατέλειψε τὴν ἡγουµενική του θέση καὶ ἔτρεξε κοντὰ στὸ φηµισµένο ἐκεῖνον ὅσιο ἄντρα, γιὰ νὰ πάρει διδάγµατα ἀπὸ τὴν τόσο προσεκτικὴ καὶ ἐνάρετη ζωή του. Ὁ Ἰωαννίκιος προσπάθησε νὰ τὸν ἐµποδίσει λέγοντάς του, ὅτι µποροῦσε καὶ µόνος του νὰ τελειοποιεῖ τὸν ἑαυτό του µὲ τὴν προσευχή, τὴν

µελέτη καὶ τὴν χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύµατος. Ὁ Δανιὴλ ὅµως ἐπέµενε καὶ ὁ Ἰωαννίκιος ὑποχώρησε. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ ὁ Ἰωαννίκιος ὑποχρέωσε τὸν Δανιὴλ νὰ ἐπιστρέψει στὴ

µονή του, διότι οἱ µοναχοί της τὸν ζητοῦσαν ἐπίµονα, ἐπειδὴ δὲν ἔβρισκαν ἄξιο ἀντικαταστάτη του. Ὁ Δανιὴλ ὑπέκυψε καὶ ἐπανῆλθε στὴ µονή του. Σὲ βαθιὰ γεράµατα ἀποδήµησε στὸν Κύριο καὶ τάφηκε, κατὰ τὴν ἐπιθυµία του, στὸ νησίδιό του κοντὰ στὰ κύµατα, δίπλα στὰ ὁποῖα πρωὶ καὶ βράδυ πολλὲς φορὲς ἔστελνε τὴν προσευχή του καὶ ὕµνους στὸ Θεό.






Ὁ Ἅγιος Ὠκεανός



Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Κατ᾿ ἄλλους µαρτύρησε διὰ πυρός).






Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος «ὁ ἐν τῇ Ἀτρώᾳ»



Ἀναφέρεται στὸν συναξαριστὴ Delehaye µὲ ὑπόµνηµα παρόµοιο µ᾿ αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου «ἐν τῇ Ἀτρώᾳ» (βλέπε 13 Σεπτεµβρίου). Ὁ Ἀνδρόνικος ἔζησε ἐπὶ βασιλείας τοῦ Νικηφόρου καὶ Σταυρακίου, καὶ Πατριάρχου Ταρασίου. Ἦταν γιὸς τοῦ Κοσµᾶ καὶ τῆς Ἄννας καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔλαια τῆς Ἀσίας. Ἔζησε µὲ αὐστηρὴ ἄσκηση στὴν Ἀτρώα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Μνήµη ἀφωνίας καὶ ὅρασης τοῦ Ζαχαρία



Ἡ µνήµη αὐτὴ βρίσκεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο σελ. 112.






Οἱ Ἅγιοι Ἐθνοϊεροµάρτυρες Χρυσόστοµος, Μητροπολίτης Σµύρνης, Ἀµβρόσιος,

Μητροπολίτης Μοσχονησίων, Γρηγόριος, Μητροπολίτης Κυδωνιῶν, Προκόπιος Μητροπολίτης Ἰκονίου, Εὐθύµιος Μητροπολίτης Ζήλων, καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς ἀναιρεθέντες κατὰ τὴν Μικρασιατικὴν καταστροφὴν (+ 1922)



[Συµφώνως µὲ τὴν ὑπ᾿ ἀριθµ. 2556/5-7-1993 ἐγκύκλιο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἡ ἑορτὴ αὐτῶν τῶν Ἁγίων θὰ τιµᾶται κάθε ἔτος τὴν Κυριακὴ πρὸ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ].



Χρυσόστοµος Σµύρνης



Ὁ ἐθνοµάρτυρας Χρυσόστοµος Καλαφάτης, γεννήθηκε στὴν Τρίγλια τῆς Προποντίδας τὸ 1867. Ὑπῆρξε µητροπολίτης Σµύρνης ἀπὸ τὸ 1910 ἕως τὸ 1922. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ Σχολὴ Χάλκης (1884-1891) καὶ ὑπηρέτησε ὡς ἀρχιδιάκονος τοῦ µητροπολίτη Μυτιλήνης Κωνσταντίνου Βαλιάδη, ὁ ὁποῖος ἀναδείχθηκε Οἰκουµενικὸς Πατριάρχης ὡς Κωνσταντῖνος Ε´ (1897). Χρηµάτισε πρωτοσύγκελλος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ τὸ

1902 χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶµ Γ´ µητροπολίτης Δράµας (1902-1910).

Οἱ ἀγῶνες του ἐναντίον τῆς βουλγαρικῆς προπαγάνδας καὶ γιὰ τὴν τόνωση τοῦ ἐθνικοῦ

φρονήµατος ἐνόχλησαν τὴν Ὑψηλὴ Πύλη, ἡ ὁποία ἀξίωσε ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τὴν

ἄµεση ἀνάκλησή του (1907). Ἀποχωρίστηκε µὲ πικρία τὸ ποίµνιό του καὶ ἀποσύρθηκε

στὴν Τρίγλια µὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἐπιστροφῆς στὴν µητρόπολη Δράµας, ἡ ὁποία κατέστη

δυνατὴ τὸ 1908 µὲ τὴν ψήφιση τοῦ νέου τουρκικοῦ συντάγµατος. Ἡ ἐνθουσιώδης

ὑποδοχὴ ποὺ τοῦ ἐπιφύλαξε ὁ λαὸς τῆς Δράµας συνδέθηκε µὲ τὴν ἔξαρση τοῦ ἐθνικοῦ

ἀγῶνα, γι᾿ αὐτὸ καὶ χαρακτηρίστηκε ἀπὸ τὴν Ὑψηλὴ Πύλη ἐπικίνδυνος γιὰ τὴν

δηµόσια τάξη. Ἀνακλήθηκε ἐκ νέου ἀπὸ τὴν µητρόπολη Δράµας (20 Ἰανουαρίου 1909)

καὶ ἀποσύρθηκε πάλι στὴν Τρίγλια µέχρι τὴν µετάθεσή του στὴν µητρόπολη Σµύρνης

(11 Μαρτίου 1910).

Στὴν Μητρόπολη Σµύρνης συνέχισε τοὺς ἐθνικούς του ἀγῶνες, ὀργάνωσε δὲ πάνδηµο

συλλαλητήριο γιὰ νὰ καταγγείλει τὶς βιαιότητες τῶν Βουλγάρων στὴν Μακεδονία

ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων, τὴν ὑποστήριξη τῶν τουρκικῶν ἀρχῶν πρὸς τὴν βουλγαρικὴ

προπαγάνδα καὶ τὶς γενικότερες καταπιέσεις τῆς Ὑψηλῆς Πύλης ἐναντίον τοῦ

Ἑλληνισµοῦ τοῦ Ὀθωµανικοῦ κράτους. Οἱ τουρκικὲς ἀρχὲς τῆς περιοχῆς θορυβήθηκαν

καὶ πέτυχαν τὴν ἀποµάκρυνσή του ἀπὸ τὴ µητρόπολη Σµύρνης (1914), στὴν ὁποία

ἐπέστρεψε µετὰ τὴν ἀνακωχὴ τοῦ Μούνδρου (1918). Κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἑλληνικῆς

διοίκησης τῆς Σµύρνης (1919-1922), λειτουργοῦσε ὡς ἀναµφισβήτητος ἐθνάρχης τοῦ

µικρασιατικοῦ Ἑλληνισµοῦ καὶ ὡς ὁ ἐµπνευσµένος ἡγέτης τῆς «Μικρασιατικῆς

Ἄµυνας» γιὰ τὴν δηµιουργία αὐτόνοµου κράτους σὲ περίπτωση ἥττας τοῦ ἑλληνικοῦ

στρατοῦ. Ἡ κατάρρευση ὅµως τοῦ µικρασιάτικου µετώπου (Αὔγουστος 1922)

ἀπογοήτευσε τὸν µεγαλόπνοο µητροπολίτη, ὁ ὁποῖος ἀποδοκίµασε τὰ σχέδια τῶν

Μεγάλων Δυνάµεων γιὰ τὴν ἀποµάκρυνση τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου ἀπὸ τὴν Μικρὰ

Ἀσία. Ἡ εἰσβολὴ τῶν Τούρκων στὴν Σµύρνη ὑπῆρξε ἡ δοκιµασία τῶν ἐθνικῶν του

ὁραµάτων. Ἀρνήθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν λαό του, παρὰ τὴν πίεση τῶν προξένων τῆς

Ἀγγλίας καὶ τῆς Γαλλίας. Στὶς 27 Αὐγούστου 1922 συνελήφθη ἀπὸ τὸν Τοῦρκο

φρούραρχο τῆς πόλης Νουρεντὶν πασᾶ, µετὰ τὸ τέλος τῆς θείας Λειτουργίας στὸ ναὸ

τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, καὶ παραδόθηκε στὸν ἐξαγριωµένο τουρκικὸ ὄχλο. Ἔπειτα ἀπὸ

φρικτὰ βασανιστήρια βρῆκε µαρτυρικὸ θάνατο. Ὁ ἐκφραστὴς τῶν ἐθνικῶν πόθων

κατέστη πλέον τὸ σύµβολο τῶν τραγικῶν πεπραγµένων τοῦ Γένους. Τὸ δίτοµο ἔργο τοῦ

Περὶ Ἐκκλησίας, τὰ ἄρθρα του στὰ περιοδικὰ Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια καὶ Ἱερὸς

Πολύκαρπος καὶ ἡ ὅλη κηρυκτική του δράση ἀναδεικνύουν τὴν ὑπέροχη πνευµατικὴ

µορφὴ τοῦ ἐθνοµάρτυρα Ἱεράρχη.

Ἀµβρόσιος Μητροπολίτης Μοσχονησίων (1922)



Σπούδασε στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Τιµίου Σταυροῦ Ἱεροσολύµων καὶ στὴ θεολογικὴ Ἀκαδηµία τοῦ Κιέβου. Ὑπῆρξε δὲ ἐφηµέριος σὲ πολλὲς ἑλληνικὲς κοινότητες τῆς Κριµαίας (Θεοδοσίας, Συµφεροπόλεως, Σεβαστουπόλεως). Τὸ 1913 χειροτονήθηκε βοηθὸς ἐπίσκοπος τῆς Μητροπόλεως Σµύρνης µὲ τὸν τίτλο Ξανθουπόλεως, ἀναπλήρωσε δὲ τὸν ἐξόριστο µητροπολίτη κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Α´ παγκοσµίου πολέµου. Τὸ 1919 χρησιµοποιήθηκε ὡς πατριαρχικὸς ἔξαρχος στὰ Μοσχονήσια, τὸ δὲ

1922 ἔγινε Μητροπολίτης Μοσχονησίων. Κατὰ τὴν Μικρασιατικὴ καταστροφὴ τάφηκε ζωντανός, ἀπὸ τοὺς Τούρκους µαζὶ µὲ ἄλλους ἐννέα (9) Ἱερεῖς σὲ λάκκο ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Κυδωνιῶν (15 Σεπτεµβρίου 1922).



Προκόπιος Λαζαρίδης, Μητροπολίτης Ἰκονίου (1911-1923)



Προηγουµένως ἐπίσκοπος Ἀµφιπόλεως (1894-1899) καὶ Μητροπολίτης Δυρραχείου (1899-

1906) καὶ Φιλαδέλφειας (1906-1911). Ἦταν καὶ αὐτὸς µεταξὺ τῶν ἐθνοϊεροµαρτυρων

ἐκείνων τῶν χρόνων.



Γρηγόριος, Μητροπολίτης Κυδωνιῶν (22 Ἰουλίου 1908 - 3 Ὀκτωβρίου 1922)



Προηγουµένως διετέλεσε καὶ µητροπολίτης Τιβεριουπόλεως καὶ Στρωµνίτσης (12

Ὀκτωβρίου 1902 - 22 Ἰουλίου 1908). Τὸ κοσµικό του ὄνοµα ἦταν Ἀναστάσιος Ἀντωνιάδης

ἢ Σαατσόγλου καί, κατὰ µεταγλώττιση δική του, Ὡρολογᾶς. Γεννήθηκε στὴ Μαγνησία

τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὸ 1864. Ὡς Ἱεροκήρυκας ἀνήκει στοὺς πρώτους ποὺ στὸ κήρυγµα

χρησιµοποίησαν τὴν δηµοτικὴ γλῶσσα. Καὶ στὶς τρεῖς µητροπόλεις ποὺ ὑπηρέτησε

ἐργάστηκε µὲ ζῆλο καὶ ἐπιτυχία γιὰ τὴν προάσπιση τῶν ἐθνικῶν ἑλληνικῶν δικαίων

καὶ ἰδιαίτερα συνεργάστηκε γι᾿ αὐτὰ µὲ τὸν µητροπολίτη Δράµας Χρυσόστοµο

Καλαφάτη (1902-1910), τὸν κατόπιν ἐθνοµάρτυρα µητροπολίτη Σµύρνης (1910-1922).

Στὶς 12 Ὀκτωβρίου 1902 χειροτονήθηκε µητροπολίτης στὴ σπουδαία ἀπὸ ἐθνικῆς

ἀπόψεως ἐπαρχία Τιβεριουπόλεως καὶ Στρωµνίτσης, στὴν ὁποία ἀγωνίστηκε ὄχι µόνο

κατὰ τῶν τούρκων, ἀλλὰ ἰδιαίτερα ἐναντίον τοῦ βουλγαρικοῦ κοµιτάτου, µέλη τοῦ

ὁποίου προσπάθησαν, πολλὲς φορές, νὰ τὸν δολοφονήσουν (1905). Ἡ τουρκικὴ

κυβέρνηση, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν ἐθνικὴ δράση τοῦ Γρηγορίου, ἀνάγκασε τὸ

Οἰκουµενικὸ Πατριαρχεῖο νὰ ἀποµακρύνει τὸν Γρηγόριο, µεταθέτοντάς τον στὴ

νεοσύστατη µητρόπολη Κυδωνιῶν, στὶς 22 Ἰουνίου 1908, ὅπου ὁ Γρηγόριος συνέχισε τὴν

ἐθνική του δράση. Τὸ 1918 κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους γιὰ ἐσχάτη προδοσία,

δικάστηκε δυὸ φορὲς στὸ Στρατοδικεῖο τῆς Σµύρνης, καταδικάστηκε καὶ φυλακίστηκε.

Μετὰ τὴν ἀποφυλάκισή του (16 Ὀκτωβρίου 1918) καὶ τὴν κατάληψη τῶν Κυδωνιῶν ἀπὸ

τὸν ἑλληνικὸ στρατὸ (19 Μαΐου 1919), ὁ Γρηγόριος δὲν ἀποµακρύνθηκε ἀπὸ τὴν ἐπαρχία

του, γιὰ ὑποθέσεις τῆς ὁποίας πολλὲς φορὲς ἦλθε σὲ ἀντίθεση µὲ τὸν ὕπατο ἁρµοστῆ

στὴ Σµύρνη Ἀριστείδη Στεργιάδη. Μετὰ τὴν ἀποχώρηση τῶν ἑλληνικῶν πολιτικῶν καὶ

στρατιωτικῶν ἀρχῶν ἀπὸ τὶς Κυδωνιές, ὁ Γρηγόριος, σὲ σύσκεψη µὲ τὴν δηµογεροντία,

εἰσηγήθηκε τὴν ἀναχώρηση τῶν κατοίκων τῶν Κυδωνιῶν καὶ τὴν µεταφορά τους στὴ

Μυτιλήνη, γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν σφαγὴ ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ

ὑποδείξεις του δὲν ἔγιναν ἀποδεκτές. Ἔτσι τὸ δρᾶµα τῶν κατοίκων τῶν Κυδωνιῶν

ἄρχισε στὶς 22 Αὐγούστου 1922, ὅταν ἄτακτος τουρκικὸς στρατὸς κατέσφαξε κοντὰ στὴν

κωµόπολη Φράνελι τοῦ Ἀδραµυττηνοῦ Κόλπου 4.000 Ἕλληνες κατοίκους τῶν

Κυδωνιῶν. Ὁ µητροπολίτης Γρηγόριος, παρὰ τοὺς ἐξευτελισµοὺς ποὺ ὑφίστατο ἀπὸ τὶς

τουρκικὲς ἀρχές, τὶς ἐπισκεπτόταν καὶ ἀγωνιζόταν νὰ σώσει καὶ νὰ θρέψει τὸ ποίµνιό

του. Ὅταν δὲ στὶς 15 Σεπτεµβρίου πληροφορήθηκε τὴν σφαγὴ τοῦ µητροπολίτη Μοσχονησίων Ἀµβροσίου καὶ τῶν 6.000 κατοίκων τους ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὁ Γρηγόριος ἀγωνίστηκε ὑπεράνθρωπα καὶ κατόρθωσε νὰ συγκατατεθοῦν oι Τοῦρκοι νὰ ἔλθουν ἑλληνικὰ πλοῖα ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη µὲ ἀµερικανικὴ σηµαία καὶ µὲ τὴν ἐγγύηση τοῦ Ἀµερικανικοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ καὶ νὰ παραλάβουν 20.000 Ἕλληνες ἀπὸ τὶς 35.000 ποὺ κατοικοῦσαν τὶς Κυδωνιές. Ὁ Γρηγόριος ἀρνήθηκε νὰ ἀναχωρήσει καὶ στὶς 30

Σεπτεµβρίου οἱ Τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν φυλάκισαν. Στὴ φυλακὴ βασανίστηκε φρικτὰ καὶ στὶς 3 Ὀκτωβρίου, µαζὶ µὲ ἄλλους Ἱερεῖς καὶ προκρίτους τῶν Κυδωνιῶν ποὺ εἶχαν ἐπίσης συλληφθεῖ θανατώθηκε.



Εὐθύµιος, Μητροπολίτης Ζήλων



Ὁ Εὐθύµιος Ἀγριτέλης, ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Ζήλων ἀπὸ τὸ 1912 ἕως τὸ 1921. Μοναχός της Ἱερᾶς Μονῆς Λειµῶνας, σπούδασε στὴ Θεολογικὴ σχολὴ τῆς Χάλκης καὶ κατόπιν ἔκανε διδάσκαλος καὶ Ἱεροκήρυκας στὴ Λέσβο καὶ πρωτοσύγκελος στὴ µητρόπολη Μηθύµνης. Στὶς 12 Ἰουνίου 1912 χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ζήλων. Ὡς ἐπίσκοπος ἀνέπτυξε µεγάλη θρησκευτικὴ καὶ ἐθνικὴ δράση. Ὅταν ἡ δράση του ἔγινε γνωστὴ στοὺς Κεµαλιστὲς Τούρκους, συνελήφθη καὶ φυλακίστηκε µαζὶ µὲ ἄλλους πρόκριτους τῆς ἐπαρχίας Ἀµασείας στὶς 21 Ἰανουαρίου 1921. Μὲ αἴτησή του, ζήτησε ἀπὸ τὴν κεµαλικὴ κυβέρνηση τῆς Ἄγκυρας νὰ θεωρηθεῖ µόνο αὐτὸς ἔνοχος καὶ νὰ ἀπαλλαγοῦν οἱ ὑπόλοιποι συλληφθέντες. Μάλιστα δὲ µπροστὰ στὸ δικαστήριο ἀπολογήθηκε µὲ θαυµάσια ἀγόρευση. Στὴ φυλακὴ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα καὶ πέθανε στὶς 29

Μαΐου 1921. Μετὰ δὲ τὸν θάνατό του ἦλθε καὶ ἡ καταδικαστικὴ ἀπόφαση τοῦ τούρκικου δικαστηρίου.






Ὁ Ἅγιος Albeus (Ἰρλανδός)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ὅι Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 13



     Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Ἀναστάσεως

     Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ὁ Ἑκατόνταρχος

     Ὁ Ἅγιος Στράτων

     Οἱ Ἅγιοι Κρονίδης, Λεόντιος, Σεραπίων, Γορδιανός, Σέλευκος, Μακρόβιος,

Οὐαλέριος (ἢ Οὐαλεριανὸς), Λουκιανός, Ζωτικός καὶ Ἠλεῖ

     Ὁ Ἅγιος Ἀριστείδης

     Ὁ Ὅσιος Πέτρος «ὁ ἐν τῇ Ἀτρώᾳ» (κατ΄ ἄλλους «ὁ ἐν τῇ Ἀγρέᾳ)

     Ὁ Ὅσιος Ἰερόθεος ὁ Νέος

     Ὁ Ἅγιος Μέλετος ὁ Πηγᾶς

     Προεόρτια τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ







Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Ἀναστάσεως



Πρόκειται γιὰ τὸν Ναὸ τοῦ Παναγίου Τάφου, ποὺ ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀνήγειρε στὸν τόπο τοῦ Γολγοθὰ καὶ τὸν Ναὸ αὐτὸ ἐγκαινίασε κατὰ τὸ ἔτος 330.


Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ὁ Ἑκατόνταρχος



Γιὰ τὸν Κορνήλιο ἀναφέρουν οἱ Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, στὸ δέκατο (ι΄) κεφάλαιο. Ἦταν ρωµαῖος ἑκατόνταρχος, θεοφοβούµενος ὅµως καὶ ὄχι εἰδωλολάτρης. Προσῆλθε στὸ Χριστὸ µὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Κατόπιν, ὅπως ἀναφέρει ἡ παράδοση, ὁ Κορνήλιος δίδαξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴ Φοινίκη, Κύπρο, Ἀντιόχεια καὶ Ἔφεσο. Τελικά, ἔγινε ἐπίσκοπος Σκήψης τῆς Μυσίας. Ἐκεῖ τὸ ἔργο τοῦ Κορνηλίου ἦταν καρποφόρο, χάρη στὴ θαρραλέα ὁµολογία του µεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν. Ἀλλὰ καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο Δηµήτριο, ποὺ τὸν συνέλαβε καὶ τὸν πίεσε νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, ἀφοῦ τὸν ὁδήγησε µέσα σὲ εἰδωλολατρικὸ ναό, µπροστὰ σὲ πλῆθος κόσµου. Τελικὰ ὁ Κορνήλιος ὄχι µόνο ἔµεινε σταθερὸς στὴν ὁµολογία του, ἀλλὰ βρῆκε καὶ τὴν εὐκαιρία νὰ διδάξει τὸ Εὐαγγέλιο σὲ ὅλους τοὺς παρευρισκόµενους µέσα στὸ ναό. Μεταξὺ αὐτῶν ἦταν ἡ σύζυγος καὶ ὁ γιὸς τοῦ ἔπαρχου. Ὁ Κορνήλιος, λοιπόν, στράφηκε καὶ εἶπε στὸν ἔπαρχο ὅτι ἡ οἰκογένειά του δὲ θὰ πάθει κακό. Τὰ λόγια αὐτὰ ἔβαλαν σὲ ἀπορία τὸν ἔπαρχο. Πράγµατι ὅµως, µόλις ὁ Κορνήλιος βγῆκε ἀπὸ τὸ ναό, ἔγινε

µεγάλος σεισµός, ποὺ ἔριξε τὸ ναὸ καὶ ἔθαψε πολλοὺς κάτω ἀπὸ τὰ ἐρείπια του. Τὴ σύζυγο, ὅµως, καὶ τὸ γιὸ τοῦ ἔπαρχου, τοὺς βρῆκαν διὰ θαύµατος ζωντανούς. Τότε ὁ ἔπαρχος µὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια καὶ σχεδὸν ὅλη τὴν πόλη βαπτίσθηκαν χριστιανοί. Ἔτσι, ὁ Θεὸς ἀξίωσε τὸν πρώην ἐθνικὸ Κορνήλιο νὰ γίνει «ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν»

Ὁ Ἅγιος Στράτων



Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἔζησε στὴ Βιθυνία καὶ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἐκεῖ ἄρχοντα καὶ

βασανίστηκε µὲ διάφορα βασανιστήρια. Ἔπειτα ἔδεσαν τὰ χέρια του ἀπὸ τὰ κλαδιὰ δυὸ

κέδρων, ποὺ λύγισαν µέχρι τὸ ἔδαφος. Κατόπιν τοὺς ἔλυσαν µὲ ἀποτέλεσµα ὁ Ἅγιος νὰ

διαµελιστεῖ στὰ δυό. Αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια τοῦ τυράννου Λικινίου (315).(Ἡ µνήµη

του, ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστές, ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 9η Σεπτεµβρίου).






Οἱ Ἅγιοι Κρονίδης, Λεόντιος, Σεραπίων, Γορδιανός, Σέλευκος, Μακρόβιος,

Οὐαλέριος (ἢ Οὐαλεριανὸς), Λουκιανός, Ζωτικός καὶ Ἠλεῖ



Ὅλοι πῆραν τὸ στεφάνι τῆς µαρτυρικῆς δόξας τὸν 4ο αἰῶνα µ.Χ. ἐπὶ βασιλείας Λικινίου. Ὁ Κρονίδης, διάκονος στὴν Ἀλεξάνδρεια, ἦταν πολὺ µορφωµένος, ταλαντοῦχος διδάσκαλος µὲ µεγάλη ἀρετὴ καὶ ζῆλο, κατὰ τὸ ὑπόδειγµα τοῦ πρωτοµάρτυρα Στεφάνου. Ὁ Λεόντιος καὶ ὁ Σεραπίων ἦταν διακεκριµένοι µαθητές του, ἕτοιµοι ὅπως καὶ ὁ διδάσκαλός τους νὰ πάθουν τὰ πάντα γιὰ τὸ Χριστό. Ἔτσι καὶ ἔγινε. Κάποια µέρα, ἐνῷ ἔδιναν λαµπρὴ ἀπολογία γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη µπροστὰ στοὺς εἰδωλολάτρες, αὐτοὶ ἐκνευρισµένοι τοὺς κακοποίησαν ἄγρια µὲ πέτρες καὶ ρόπαλα. Κατόπιν τοὺς ἔδεσαν τὰ χέρια καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὅπου καὶ παρέδωσαν τὶς ἅγιες ψυχές τους. Οἱ ἅγιοι Γορδιανός, Σέλευκος καὶ Μακρόβιος, µαρτύρησαν στὴ Γαλατία. Ἀφοῦ ὁµολόγησαν τὸ Χριστό, οἱ ἄπιστοι τοὺς ἔριξαν τροφὴ στὰ ἄγρια θηρία. Ὁ Οὐαλλέριος, ἀδελφικὸς φίλος τῶν τριῶν προηγουµένων µαρτύρων, ἀπουσίαζε ὅταν ἐκεῖνοι

µαρτύρησαν, ὅταν ὅµως ἐπανῆλθε πῆγε στὸν τάφο τους, ὅπου τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ πεθάνει. Ὁ Στράτων παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὴ Βιθυνία, ἀφοῦ τοῦ ἔσχισαν τὰ σκέλη. Τέλος, ὁ Λουκιανός, ὁ Ζωτικὸς καὶ ὁ Ἠλεῖ, ἀποκεφαλίστηκαν καὶ πότισαν µὲ τὸ αἷµα τους τὴν πόλη τῶν Τοµέων µὲ διαταγὴ τοῦ ἄρχοντα Μαξίµου.






Ὁ Ἅγιος Ἀριστείδης



Ἦταν Ἀθηναῖος εὐπατρίδης, φιλόσοφος ἐξ ἐνδόξου ἀθηναϊκοῦ γένους, καὶ ἔζησε κατὰ τὸν Β΄ µετὰ Χριστὸν αἰῶνα ἐπὶ αὐτοκρατορίας Ἀδριανοῦ. Ὁ Ἱερώνυµος ἔγραψεν ἐγκώµιον ἐξυψῶν αὐτὸν ὡς Ἰσαπόστολον. Ἐµυήθη τὴν εὐσέβειαν εἰς Χριστόν, παρὰ τοῦ ἁγίου Διονυσίου καὶ τοῦ ἁγίου Ἰεροθέου. Ἔγραψεν εἰς τὸν Ἀδριανὸν ἀπολογίαν ὑπὲρ τῶν διωκωµένων Χριστιανῶν. Ἐδιώχθη καὶ ἐπειδὴ ἔλειπεν ὁ Ἀδριανὸς µετέβη εἰς τὴν Ρώµην καὶ ἀπηλογήθη. Κατόπιν µετεφέρθη εἰς Ἀθήνας ὅπου ἐµαρτύρησεν, κρεµασθεὶς εἰς τὴν κοίλην της ἀγορᾶς τῶν Ἀθηνῶν, τὴν 13ην Σεπτεµβρίου τοῦ 120 µ.Χ. κατὰ τὸ παλαιὸν συναξάριον, τὸ ὁποῖον µετεφράσθη εἰς τὰ λατινικὰ παρὰ τοῦ Ἱερωνύµου.






Ὁ Ὅσιος Πέτρος «ὁ ἐν τρ Ἀτρώᾳ» (κατ΄ ἄλλους «ὁ ἐν τῇ Ἀγρέᾳ»)



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Νικηφόρου τοῦ Α΄ (802-811) καὶ Σταυρακίου (784-806).

Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀσία καὶ ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία εἶχε κλήση στὴ µοναχικὴ ζωή. Πῆγε στὴν Ἀτρώα τῆς Βιθυνίας, ὅπου πέρασε τὴν ζωή του µὲ αὐστηρότατη ἄσκηση καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ἰερόθεος ὁ Νέος



Σύµφωνα µὲ τὸν Ἅγιο Νικόδηµο τὸν Ἁγιορείτη, ὁ Ὅσιος αὐτὸς γεννήθηκε κατὰ τὸ ἔτος

1686 στὴν Καλαµάτα τῆς Πελοποννήσου, ἀπὸ γονεῖς πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς, τὸν Δῆµο

καὶ τὴν Ἀσηµίνα. Ἀσκήτευσε στὴ Μονὴ Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἔκανε πολλὰ

θαύµατα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1745. Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅµως στὸ Ἁγιολόγιό του

γράφει: «Τοῦτον τὸν ὅσιον κατέταξεν εἰς τὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας ὁ Νικόδηµος,

εὑρὼν φανταστικὸν αὐτοῦ βίον (ἴδε Νέον Ἐκλόγιον) µετὰ θαυµάτων συνοδευόµενον,

γραφέντα ὑπὸ φανατικοῦ φίλου τοῦ Ἰεροθέου».






Ὁ Ἅγιος Μέλετος ὁ Πηγᾶς



Ὑπῆρξε πατριάρχης Ἀλεξανδρείας (1590-1601). Μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ προσωπικότητα τοῦ 16ου αἰῶνα, χρηµάτισε καὶ τοποτηρητὴς τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριαρχείου σὲ χαλεποὺς καιροὺς (1597-1598). Γεννήθηκε τὸ 1549 στὸν Χάνδακα τῆς Κρήτης ἀπὸ εὐκατάστατη καὶ εὐσεβὴ οἰκογένεια, ἔλαβε ἀξιόλογη ἐγκύκλιο µόρφωση καὶ συνέχισε τὶς ἀνώτερες σπουδές του στὸ Πανεπιστήµιο τοῦ Παταβίου. Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του, ἀσπάστηκε τὸν µοναχικὸ βίο στὴ µονὴ Ἀγκαράθου τῆς Κρήτης, στὴν ὁποία ἡγούµενος ἦταν ὁ µετέπειτα Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος (1566-1590). Ὡς ἡγούµενος τῆς

µονῆς Ἀγκαράθου µετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ Σιλβέστρου, ἀγωνίστηκε µὲ ζῆλο ἐναντίον τῆς λατινικῆς προπαγάνδας. Σύντοµα ἀναφέρεται ὡς κληρικὸς καὶ πρωτοσύγκελλος τοῦ πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σιλβέστρου, χειροτονήθηκε πατριάρχης Ἀλεξανδρείας ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἀντιοχείας Ἰωακεὶµ (5 Αὐγούστου 1590). Ἀγωνίστηκε µὲ µεγάλο ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς ὀρθόδοξες σχέσεις καὶ τὰ διεκκλησιαστικὰ προβλήµατα. Περιόρισε τὰ χρέη τοῦ πατριαρχείου, ἀνοικοδόµησε µὲ τὴν συνδροµὴ καὶ τοῦ ἡγεµόνα τῆς Μολδοβλαχίας Ἱερεµία νέο πατριαρχικὸ οἶκο καὶ ἔλυσε πολλὰ ἀπὸ τὰ πιεστικὰ προβλήµατα τοῦ πατριαρχείου, ὡς τὸν πρόωρο θάνατό του σὲ ἡλικία 52 ἐτῶν (1601).






Προεόρτια τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 14



     Ἡ Ὕψωσις τοῦ Τιµίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ (Νηστεία ἐκ πάντων)

     Ἡ Κοίµησις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου

     Μνήµη τῆς εὐσεβεστάτης βασιλίσσης Πλακίλλας, συζύγου τοῦ εὐσεβέστατου βασιλιᾶ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου

     Μνήµη τῆς Ἁγίας ΣΤ´ Οἰκουµενικῆς Συνόδου

     Ὁ Ἅγιος Πάπας

     Ὁ Ἅγιος Θεοκλῆς

     Ὁ Ἅγιος Βαλεριανός τὸ νήπιο

     Ὁ Ὁσιοµάρτυς Μακάριος ὁ Νέος






Ἡ Ὕψωσις τοῦ Τιµίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ (Νηστεία ἐκ πάντων)



Τὸ ἔτος 326 ἡ Ἁγία Ἑλένη πῆγε στὴν Ἱερουσαλὴµ γιὰ νὰ προσκυνήσει τοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ νὰ εὐχαριστήσει τὸ Θεὸ γιὰ τοὺς θριάµβους τοῦ γιοῦ της Μ. Κωνσταντίνου. Ὁ Θεῖος ζῆλος, ὅµως, ἔκανε τὴν Ἅγια Ἑλένη νὰ ἀρχίσει ἔρευνες γιὰ τὴν ἀνεύρεση τοῦ Τιµίου Σταυροῦ. Ἐπάνω στὸ Γολγοθὰ ὑπῆρχε εἰδωλολατρικὸς ναὸς τῆς θεᾶς Ἀφροδίτης, τὸν ὁποῖο γκρέµισε καὶ ἄρχισε τὶς ἀνασκαφές. Σὲ κάποιο σηµεῖο, βρέθηκαν τρεῖς σταυροί. Ἡ συγκίνηση ὑπῆρξε µεγάλη, ἀλλὰ ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς ἦταν τοῦ Κυρίου;

Τότε ὁ ἐπίσκοπος Ἱεροσολύµων Μακάριος µε ἀρκετοὺς Ἱερεῖς, ἀφοῦ ἔκανε δέηση, ἄγγιξε στοὺς σταυροὺς τὸ σῶµα µίας εὐσεβέστατης κυρίας ποὺ εἶχε πεθάνει. Ὅταν ἦλθε ἡ σειρὰ καὶ ἄγγιξε τὸν τρίτο σταυρό, ποὺ ἦταν πραγµατικὰ τοῦ Κυρίου, ἡ γυναῖκα ἀµέσως ἀναστήθηκε. Ἡ εἴδηση διαδόθηκε σὰν ἀστραπὴ σὲ ὅλα τὰ µέρη τῆς Ἱερουσαλήµ. Πλήθη πιστῶν ἄρχισαν νὰ συρρέουν γιὰ νὰ ἀγγίξουν τὸ τίµιο ξύλο. Ἐπειδή, ὅµως, συνέβησαν πολλὰ δυστυχήµατα ἀπὸ τὸ συνωστισµό, ὕψωσαν τὸν Τίµιο Σταυρὸ µέσα στὸ ναὸ σὲ µέρος ὑψηλό, γιὰ νὰ µπορέσουν νὰ τὸν δοῦν καὶ νὰ τὸν προσκυνήσουν ὅλοι. Αὐτή, λοιπόν, τὴν ὕψωση καθιέρωσαν οἱ ἅγιοι Πατέρες, νὰ γιορτάζουµε στὶς 14 Σεπτεµβρίου, γιὰ νὰ µπορέσουµε κι ἐµεῖς νὰ ὑψώσουµε µέσα στὶς ψυχές µας τὸ Σταυρὸ τοῦ Κυρίου µας, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ κατ᾿ ἐξοχὴν «ὅπλον κατὰ τοῦ διαβόλου». (Ὁρισµένοι Συναξαριστές, αὐτὴν τὴν ἡµέρα, ἀναφέρουν καὶ τὴν ὕψωση τοῦ Τιµίου Σταυροῦ στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 628 ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Ἡράκλειο, ποὺ εἶχε νικήσει καὶ ξαναπῆρε τὸν Τίµιο Σταυρὸ ἀπὸ τοὺς Ἀβάρους, οἱ ὁποῖοι τὸν εἶχαν ἁρπάξει ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Τόπους).






Ἡ Κοίµησις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου



Λόγω τῆς µεγάλης γιορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου Σταυροῦ, ἡ γιορτὴ τῆς µνήµης τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου µετατέθηκε τὴν 13η Νοεµβρίου, ὅπου καὶ τὸ βιογραφικό του σηµείωµα.

Μνήµη τῆς εὐσεβεστάτης βασιλίσσης Πλακίλλας, συζύγου τοῦ εὐσεβέστατου βασιλιᾶ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου



Αὐτὴ ἦταν σύζυγος τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379-395), πολὺ εὐσεβὴς καὶ φιλάνθρωπη. σ᾿ ὅλη της τὴ ζωὴ περιποιεῖτο τοὺς πτωχοὺς καὶ µοίραζε ἀφειδῶς στοὺς ἔχοντας ἀνάγκη ἐκεῖνα ποὺ τοὺς ἦταν ἀπαραίτητα. Ἐπισκεπτόταν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς περιέθαλπε µὲ τὰ ἴδια της τὰ χέρια. Ἔτσι, σὰν καλὸς Σαµαρείτης ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Μνήµη τῆς Ἁγίας ΣΤ´ Οἰκουµενικῆς Συνόδου



Βλέπε τὴν 13η Ἰουλίου, ὅπου ἀναφέρεται µαζὶ µὲ τὶς ἄλλες ἕξι Ἅγιες Οἰκουµενικὲς

Συνόδους.






Ὁ Ἅγιος Πάπας



Ἄντεξε τὰ φοβερότερα βασανιστήρια, χωρὶς νὰ πάψει στιγµὴ νὰ δέεται πρὸς τὸν Θεό. Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Λαράνδου τῆς Λυκαονίας. Ὅταν ὁ Γαλέριος ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἅγιος Πάπας ὑπέστη ἕνα ἀπὸ τὰ σκληρότερα µαρτύρια. Στὴν ἀρχὴ τὸν κτύπησαν µὲ πέτρες στὰ σαγόνια, µέχρι ποὺ τοῦ τὰ ἔσπασαν. Κατόπιν τὸν κρέµασαν ἀνάποδα καὶ τὸν µαστίγωσαν ἀνελέητα. Ἔπειτα τοῦ ξέσχισαν τὰ πλευρὰ καὶ τὶς πληγές του ἔκαψαν µὲ ἀναµµένες λαµπάδες. Ἀλλ᾿ ὁ ἅγιος Πάπας, ὑπέφερε ὅλα αὐτὰ µὲ καταπληκτικὴ ὑποµονὴ καὶ δοξολογοῦσε τὸν θεὸ µέχρι τῆς τελευταίας του πνοῆς.






Ὁ Ἅγιος Θεοκλῆς



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Βαλεριανός τὸ νήπιο



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ὁσιοµάρτυς Μακάριος ὁ Νέος

Ὑπῆρξε µαθητὴς καὶ µιµητὴς τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα (1486-89,

1497-98). Ἦταν ὡραῖος στὸ σῶµα καὶ τὴν ψυχὴ καὶ ζηλωτὴς στὶς ἀρετές. Τὸν κατέλαβε ὁ

πόθος τοῦ µαρτυρίου καὶ γι᾿ αὐτὸ πῆρε ἄδεια καὶ εὐλογία ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Νήφωνα,

ἀποχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πῆγε στὴ Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖ βρῆκε ἕνα

συγκεντρωµένο πλῆθος Ὀθωµανῶν, στοὺς ὁποίους δίδαξε µὲ θέρµη τὸ µυστήριο τῆς

ἐνσάρκωσης τοῦ Χριστοῦ. Ἀγριεµένοι οἱ Ὀθωµανοί, ὅρµησαν κατὰ τοῦ Ἁγίου καὶ µὲ

µαχαίρια καὶ ξύλα πλήγωσαν πολὺ τὸ σῶµα του, καὶ ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν τὸν ἔριξαν

στὴ φυλακή. Τὴν ἑποµένη µέρα ὁ Μακάριος στὸ κριτήριο, ἄκουσε ἀµετάπειστος τὶς

κολακεῖες καὶ τὶς ὑποσχέσεις τῶν Τούρκων, ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ µεταστρέψουν τὸ

φρόνηµά του. Στὶς προτροπὲς αὐτὲς ὁ Ἅγιος ἀπαντοῦσε: «Μακάρι καὶ σεῖς νὰ γνωρίζατε

τὴν ἀληθινὴ καὶ ἀκατηγόρητη πίστη µας καὶ νὰ εἴχατε βαπτιστεῖ στὸ ὄνοµα τῆς Ἁγίας

Τριάδος, καὶ νὰ εἴχατε ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν πλανεµένη θρησκεία σας». Οἱ Ὀθωµανοὶ

ὅταν ἄκουσαν αὐτά, τὸν βασάνισαν πιὸ ἄγρια καὶ τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν τὸ 1527.

Κατ᾿ ἄλλες πληροφορίες τὸ µαρτύριο τοῦ Ἁγίου ἔγινε τὸ 1507.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 15



     Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Γότθος

     Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες

     Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ µῖµος

     Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Πρεσβύτερος καὶ θαυµατουργός

     Ἡ Εὕρεσις τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου ἐπισκόπου Μελιτινῆς

     Ὁ Ἅγιος Μάξιµος

     Οἱ Ἁγίες Δύο κόρες

     Ἡ Εὕρεσις τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου πρωτοµάρτυρος Στεφάνου

     Ὁ Ὅσιος Μελέτιος

     Ὁ Ἅγιος Συµεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης

     Οἱ Ἅγιοι Βησσαρίων ὁ Α´ καὶ Βησσαρίων ὁ Β´ Ἀρχιεπίσκοποι Λαρίσης (1490-1541)

     Ὁ Ὅσιος Γεράσιµος κτίτωρ Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Κρήτη

     Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἐπίσκοπος Χυτρῶν Κύπρου







Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Γότθος



Ἦταν ἀπὸ τὸ ἔθνος τῶν Γότθων, ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ πέραν τοῦ Ἴστρου ποταµοῦ, στὰ χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Ἀπὸ παιδὶ ὁ Νικήτας διδάχθηκε τὴν ἁγία πίστη ἀπὸ τὸ Γότθο ἐπίσκοπο Θεόφιλο, ὁ ὁποῖος συχνὰ ὑπενθύµιζε στὸ Νικήτα τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Μένε ἐν οἷς ἔµαθες... ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράµµατα οἶδᾳς, τὰ δυνάµενά σε σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Δηλαδή, µένε ἀκλόνητος σ᾿ ἐκεῖνα ποὺ ἔµαθες. Ἀπὸ µικρὸ παιδὶ γνωρίζεις τὶς Ἅγιες Γραφές, ποὺ

µποροῦν νὰ σοῦ µεταδώσουν τὴν ἀληθινὴ σοφία, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία διὰ µέσου τῆς πίστεως στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Καὶ ἔτσι ἔγινε. Ὅταν ὁ ἡγεµόνας Ἀθανάριχος συνέλαβε τὸ Νικήτα καὶ τὸν ἀπείλησε γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, αὐτὸς ἔµεινε ἀµετακίνητος σ᾿ αὐτὰ ποὺ ἔµαθε ἀπὸ παιδί. Ὁµολόγησε µὲ θάρρος τὸ Χριστὸ µπροστὰ στὸν ἡγεµόνα, ὁ ὁποῖος ὅταν τὸν ἄκουσε ἐξαγριώθηκε πολύ. Διέταξε ἀµέσως καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ κόκαλα µὲ

τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο. Ἀλλὰ τὸ µῖσος τῶν Βαρβάρων ἦταν τόσο, ὥστε µετὰ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά, ὅπου βρῆκε τὸ θάνατο. Ἡ φωτιά, ὅµως, µὲ τὴν θεία θέληση σεβάστηκε τὸ λείψανό του. Τὸ πῆρε κάποιος εὐσεβὴς χριστιανὸς καὶ τὸ διαφύλαξε σὲ θήκη.






Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες



Αὐτοὶ µαρτύρησαν µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Νικήτα.

Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ µῖµος



Γεννήθηκε ἀπὸ µῖµο καὶ ἔκανε καὶ αὐτὸς τὸ ἐπάγγελµα τοῦ µίµου (ἠθοποιοῦ). Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη (361) καὶ ὅταν κάποτε ὁ βασιλιὰς αὐτὸς γιόρταζε τὰ γενέθλια του, ὁ Ἅγιος αὐτὸς προστάχθηκε νὰ µιµηθεῖ καὶ νὰ περιπαίξει τὰ Μυστήρια τῶν Χριστιανῶν. Ὅποτε ὁ Ἅγιος µπῆκε στὴν κολυµβήθρα καὶ φώναξε:

«Βαπτίζεται Πορφύριος, εἰς τὸ ὄνοµα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου

Πνεύµατος». Καὶ ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὸ νερό, φόρεσε λευκὰ ἐνδύµατα καὶ ὁµολόγησε

µπροστὰ σ᾿ ὅλο τὸ κοινὸ ποὺ τὸν παρακολουθοῦσε, ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ εἶναι

ἕτοιµος νὰ πεθάνει γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ὅποτε ὁ βασιλιάς, ἐξαγριωµένος,

διέταξε καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Πρεσβύτερος καὶ θαυµατουργός



Ἄοκνος ἀγωνιστὴς τῆς ἀρετῆς σ᾿ ὅλη του τὴν ζωή, ἡ ὁποία τελικὰ τὸν ἔκανε Ἅγιο. Ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μύρµηξ τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου. Παντρεύτηκε γυναῖκα, ποὺ προῖκα εἶχε

τὴν µεγάλη καὶ ἀθάνατη εὐσέβεια. Ἀπόκτησε παιδιά, τὰ ὁποῖα ἀνατράφηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ἄγρυπνη ἐπιµέλεια τῶν γονιῶν τους ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου. Ἔτσι, ὑπόδειγµα ἀπὸ τὴν ὅλη του διαγωγὴ καὶ ἀπὸ τὴν χριστιανικώτατη ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν του, χειροτονήθηκε Ἱερέας µετὰ ἀπὸ ἐπίµονη παράκληση τῶν συγχωριανῶν του. Ἀπέναντι στὸ ποίµνιό του, φέρθηκε ὅπως καὶ ἀπέναντι τῆς οἰκογενείας του.

Δηλαδὴ µὲ εὐσέβεια, µὲ ἀγάπη, µὲ ἀγρυπνία καὶ διδαχή. Πολλὲς φορὲς µάλιστα, µέσα στὴ βροχὴ καὶ τὸ κρύο, ἄφηνε τὸ ἴδιο του τὸ σπίτι, γιὰ νὰ πάει στὰ σπίτια τῶν ἐνοριτῶν του γιὰ νὰ τοὺς εὐεργετήσει µὲ ὑλικὴ βοήθεια ἢ µὲ ἠθικὴ ἐνίσχυση καὶ παρηγοριά. Ὁ Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὴν πνευµατικὴ προκοπὴ τοῦ Φιλόθεου, τὸν ἀξίωσε καὶ νὰ θαυµατουργεῖ. Ἔτσι αὐτός, ἀκόµα περισσότερο εὐεργετοῦσε τὸ ποίµνιό του καὶ ἔτσι συνέχισε µέχρι ποὺ παρέδωσε στὸ Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή του.






Ἡ Εὕρεσις τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου ἐπισκόπου Μελιτινῆς



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 31η Μαρτίου.






Ὁ Ἅγιος Μάξιµος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Οἱ Ἁγίες Δύο κόρες



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.


Ἡ Εὕρεσις τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου πρωτοµάρτυρος Στεφάνου



Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια ποὺ οἱ µεγάλοι διωγµοὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν εἶχαν κοπάσει καὶ αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος. Τότε, ὁ Ἅγιος Στέφανος φανερώθηκε τρεῖς φορὲς σὲ κάποιον εὐσεβῆ γέροντα Ἱερέα, τὸ Λουκιανό, καὶ τοῦ ἀποκάλυψε τὸν τόπο, ὅπου ἦταν κρυµµένο τὸ λείψανό του. Αὐτὸς ἀµέσως τὸ ἀνέφερε στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύµων Ἰωάννη, ποὺ µὲ τὴν σειρά του πῆγε στὸν ὑποδεικνυόµενο τόπο καὶ πράγµατι βρῆκε τὸ Ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου. Κατὰ τὴν εὕρεση ἔγινε µεγάλος σεισµός, καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πληµµύρισε εὐωδιὰ τοὺς παρευρισκόµενους στὸν τόπο ἐκεῖνο. Λέγεται ὅτι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀκούστηκαν ἀγγελικὲς φωνές, ποὺ ἔλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Δηλαδή, δόξα ἂς εἶναι στὸ Θεό, στὰ ὕψιστα µέρη τοῦ οὐρανοῦ καὶ στὴν

ταραγµένη ἀπὸ τὴν ἁµαρτία γῆ ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη, διότι ὁ Θεὸς φανέρωσε τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺς ἀνθρώπους, µὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του. Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι ὁ πρωτοµάρτυρας Στέφανος µαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ

τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου µεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴµ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐναποτέθηκαν στὸν ἐπ᾿ ὀνόµατι αὐτοῦ ἀνεγερθέντα Ναὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.






Ὁ Ὅσιος Μελέτιος



Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται µόνο στὸ Σιναϊτικὸ Τυπικὸ ὑπ᾿ ἀριθ. 1094 φ. 35 ὡς ἑξῆς: «Μηνὶ Σεπτεµβρίῳ ιε´ ἐκοιµήθη ὁ Ὅσιος πατὴρ ἡµῶν Μελέτιος καὶ κτήτωρ τῆς Μονῆς τοῦ Σεργίου» (βλ. Δηµητριεύσκη Τυπικὸ Β´ σελ. 30).






Ὁ Ἅγιος Συµεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης



Ἔζησε τὸν 15ο αἰῶνα καὶ γιὰ τὴν ζωή του δὲν ὑπάρχουν πολλὰ στοιχεῖα. Πρέπει νὰ ἦταν Ἱεροµόναχος καὶ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης πρέπει νὰ ἔγινε µετὰ τὸ 1410. Ἕκτος ἀπὸ τὸ σπουδαῖο ποιµαντικό του ἔργο, ἀνέπτυξε καὶ πλούσια συγγραφικὴ ἐργασία. Ἔγραψε ἐπιστολές, ἑρµηνεῖες, ἐγκώµια, διάλογους καὶ ὑµνογραφικὰ κείµενα. Πέθανε τὸν Σεπτέµβριο τοῦ 1429. Ἁγιοποιήθηκε στὶς 14 Ἀπριλίου 1981.






Οἱ Ἅγιοι Βησσαρίων ὁ Α´ καὶ Βησσαρίων ὁ Β´ Ἀρχιεπίσκοποι Λαρίσης (1490-1541)



Γιὰ τὸν Βησσαρίωνα Α´ δὲν ἔχουµε ἄρκετες καὶ σαφεῖς πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή του. Ὁ δὲ Βησσαρίων Β´, καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μεγάλες Πόρτες τῆς Θεσσαλίας, καὶ οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς ἄνθρωποι. Ἀπὸ µικρὸς εἶχε κλίση στὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ

µπῆκε στὴν ὑπηρεσία τοῦ Μητροπολίτη Λαρίσης Μάρκου. Κατόπιν χειροτονήθηκε ἀπ᾿ αὐτὸν διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Ἔπειτα ἀναδείχθηκε ἐπίσκοπος Δοµενίκου καὶ Ἐλασσῶνος. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὑπῆρχαν ὁρισµένα στηµένα σκάνδαλα στὴν ἐπισκοπὴ αὐτή, ὁ Βησσαρίων δὲν πῆγε καὶ ἔλαβε ἐξαρχικῶς τὴν ἐπισκοπὴ Σταγῶν καὶ µετὰ ἕξι χρόνια, ἀφοῦ πέθανε ὁ Λαρίσης Μᾶρκος, ἀναδείχτηκε Μητροπολίτης Λαρίσης. Ἀφοῦ ποίµανε

τὸ ποίµνιό του µὲ ὁσιότητα καὶ δικαιοσύνη, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὸ 50ό ἔτος τῆς ἡλικίας του.






Ὁ Ὅσιος Γεράσιµος κτίτωρ Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας



Χωρὶς βιογραφικὸ ὑπόµνηµα στοὺς Συναξαριστές. Ἀπὸ τὴν Β´ ἔκδοση ὅµως τῆς Ἀκολουθίας του στὴν Ἀθήνα τὸ 1901, µαθαίνουµε ὅτι ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Λεοντάρι τῆς Πελοποννήσου καὶ περὶ τὸ 1740 ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας, τῆς Κωµοπόλεως Μακαριωτίσσης ἢ Μακρηνίτσης. Ἐκεῖ µὲ ὁσιότητα καὶ πνευµατικὴ ἄσκηση ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, κάνοντας πολλὰ θαύµατα.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Κρήτη



Τὰ Σφακιὰ τῆς Κρήτης ἦταν ἡ πατρίδα του καὶ ἐργαζόταν σὰν γεωργὸς στὴ Νέα Ἔφεσο. σ᾿ ἕνα πανηγύρι πρὸς τιµὴν τοῦ Τιµίου Προδρόµου (29 Αὐγούστου 1811) ἔξω ἀπὸ τὴν Ν. Ἔφεσο, ὁ Ἰωάννης µὲ δυὸ πατριῶτες τοῦ διασκέδαζαν. Σὲ κάποια στιγµὴ ἦλθαν ἀπεσταλµένοι τοῦ ἀγὰ καὶ τοὺς ζήτησαν τὸν κεφαλικὸ φόρο. Οἱ τρεῖς Σφακιανοὶ ἀρνήθηκαν νὰ τὸν πληρώσουν καὶ συνεπλάκησαν µὲ τοὺς φοροεισπράκτορες. Ἀποτέλεσµα ἦταν νὰ σκοτωθεῖ, ἀπὸ τοὺς συντρόφους τοῦ Ἰωάννη, ἕνας Τοῦρκος καὶ οἱ ἄλλοι νὰ τραυµατιστοῦν. Οἱ δυὸ πατριῶτες τοῦ Ἰωάννη ἀποµακρύνθηκαν, ἐνῷ ὁ ἴδιος ἐπειδὴ ἦταν ἀθῷος ἔµεινε. Ἀλλ᾿ οἱ Τοῦρκοι, ποὺ ζητοῦσαν ἐκδίκηση συνέλαβαν τὸν Ἰωάννη καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπου ἔµεινε χωρὶς τροφὴ γιὰ

16 ἡµέρες. Στὶς προτάσεις τῶν Τούρκων νὰ ἐξισλαµιστεῖ γιὰ νὰ γλιτώσει τὸ θάνατο, ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: «Χριστιανὸς γεννήθηκα χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω, Ἰωάννης ὀνοµάζοµαι, δὲν ἀλλάζω τὴν πίστη µου οὔτε τ᾿ ὄνοµά µου». Τότε οἱ Τοῦρκοι τὸν ἀπαγχόνισαν στὶς 15-9-1811. Κατόπιν ἀδείας οἱ Χριστιανοὶ τὸν ἔθαψαν στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στὴν Ἔφεσο. Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Ἀθανάσιος Πάριος, τὴν δὲ Ἀκολουθία του ὁ µοναχὸς Γεράσιµος Μικραγιαννανίτης.






Ὁ Ὅσιος Νικήτας ἐπίσκοπος Χυτρῶν Κύπρου



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Μνηµονεύεται ἀπὸ τὸν Χάκκετ (Ἱστορία τῆς ὀρθοδόξου

Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τ. Β´, σελ. 202, µετάφραση Χ. Παπαϊωάννου).

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 16



     Ἡ Ἁγία Εὐφηµία ἡ Μεγαλοµάρτυς

     Ἡ Ἁγία Μελιτινή

     Ἡ Ἁγία Λουντµίλα (Τσέχα µάρτυς)

     Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος ὁ ἐν Αἰγύπτῳ Ἐρηµίτης (+ 4ος αἰ.)

     Ὁ Ὅσιος Κυπριανὸς Μητροπολίτης Κιέβου, Ρῶσος (+ 1406)

     Ὁ Ἅγιος Ninian (Βρετανός) - Ἡ Ἁγία Edithac (Ἀγγλίδα)







Ἡ Ἁγία Εὐφηµία ἡ Μεγαλοµάρτυς



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ, στὴ Χαλκηδόνα. Οἱ γονεῖς της Ψιλόφρων καὶ Θεοδωριανὴ ἦταν εὐγενεῖς καὶ θεοφοβούµενοι ἄνθρωποι. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ κόρη τους Εὐφηµία, ποὺ διακρινόταν γιὰ τὴν ὑπέροχη ὀµορφιά της καὶ γιὰ τὰ σπάνια πνευµατικά της χαρίσµατα. Κάποτε, λοιπόν, ὁ ἀνθύπατος Μικρᾶς Ἀσίας Πρίσκος ἐξέδωσε διαταγὴ ποὺ ὑποχρέωνε ὅλους τοὺς κατοίκους τῆς Χαλκηδόνας νὰ παρουσιαστοῦν στὴ γιορτὴ τοῦ θεοῦ Ἄρη καὶ νὰ θυσιάσουν πρὸς τιµήν του. Ἡ Εὐφηµία,

µαζὶ µὲ ἄλλους χριστιανοὺς ποὺ δὲν παρουσιάστηκαν, συνελήφθησαν καὶ κλείστηκαν στὴ φυλακή. Ὅταν µετὰ 20 µέρες χωρὶς νερὸ καὶ ψωµὶ τοὺς ἔβγαλαν καὶ τοὺς ρώτησαν ἂν ἐµµένουν στὴν πίστη τους, αὐτοὶ ἀποκρίθηκαν θετικά. Τότε κράτησαν µόνο τὴν Εὐφηµία, ποὺ µὲ διάφορα δελεαστικὰ µέσα προσπάθησαν νὰ τὴν πείσουν νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ὅµως στὸ µυαλὸ τῆς Εὐφηµίας ἐπικρατοῦσε ὁ λόγος τοῦ εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη, ποὺ λέει: «ὃς ἂν ὁµολογήσει ὅτι Ἰησοῦς ἐστὶν ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς ἐν αὐτῷ

µένει καὶ αὐτὸς ἐν τῷ Θεῷ». Ὅποιος, δηλαδή, ὁµολογήσει µὲ ὅλες τὶς δυνάµεις του ὅτι ὁ

Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἐνανθρωπήσας Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Θεὸς µένει σ᾿ αὐτὸν καὶ αὐτὸς µένει

µέσα στὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ Εὐφηµία, παρὰ τὰ φρικτὰ βασανιστήρια ποὺ ὑπέστη,

ἀπ᾿ τὰ ὁποῖα µὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ βγῆκε ἄθικτη, ἔµεινε σταθερὴ στὴν ὁµολογία της

στὸ Χριστό. Τελικὰ τὴν ἔριξαν στὰ θηρία καὶ µία ἀρκούδα τῆς ἔδωσε τὸ θανατηφόρο

χτύπηµα.






Ἡ Ἁγία Μελιτινή



Ἡ µεγάλη της πίστη κατόρθωσε νὰ νικήσει τοὺς ἰσχυρότερους ποὺ ἀνέλαβαν νὰ τὴν νικήσουν. Ἡ ἁγία Μελιτινὴ ἔζησε κατὰ τὸ ἔτος 160 µ.Χ., ὅταν βασιλιὰς ἦταν ὁ Ἀντωνῖνος ὁ ἐπονοµαζόµενος εὐσεβής. Ὁ τότε λοιπὸν ἡγεµόνας τῆς Θρᾴκης Ἀντίοχος, σκληρὸς πολέµιος τῶν χριστιανῶν, διέταξε νὰ συλληφθεῖ καὶ ἡ Μελιτινὴ ἀπὸ τὴν Μαρκιανούπολη, ποὺ καταγγέλθηκε ὅτι ἐργαζόταν δραστήρια γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐπειδὴ οἱ ἀπειλὲς δὲν µπόρεσαν νὰ τὴν φοβίσουν, ἀνέλαβε ἡ ἴδια ἡ σύζυγος τοῦ ἡγεµόνα νὰ τὴν ἀλλαξοπιστήσει. Γιὰ αὐτὸ τὴν δέχτηκε στὸ σπίτι της καὶ χρησιµοποίησε ἐπιδέξια ὅλα τὰ σαγηνευτικὰ καὶ ὕπουλα γυναικεῖα µέσα. Ἀλλ᾿ αὐτὴ ποὺ ἀνέλαβε νὰ νικήσει, νικήθηκε. Ὑπέστη ὅµως µία ἧττα, ἀπὸ κεῖνες ποὺ συγχρόνως

εἶναι καὶ ἔνδοξη νίκη. Θέλησε δηλαδὴ νὰ κάνει εἰδωλολάτρισσα τὴν Μελιτινή, καὶ κατέληξε στὸ νὰ γίνει ἡ ἴδια χριστιανή. Κατόπιν καὶ οἱ δυὸ γυναῖκες µαζί, ἀφοῦ ἀπέκρυψαν τὸ γεγονὸς ἀπὸ τὸν Ἀντίοχο, συνεργάστηκαν καὶ ἔφεραν πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴ χριστιανικὴ πίστη. Μανιώδης ὁ Ἀντίοχος, ὅταν ἔµαθε τὴν ἀλήθεια, ἀποκεφάλισε τὴν Μελιτινή, ἡ ὁποία βάδισε µὲ θάρρος στὸ θάνατο καὶ συγχρόνως στὴν αἰώνια τρυφὴ καὶ δόξα.






Ἡ Ἁγία Λουντµίλα (Τσέχα µάρτυς)



Γεννήθηκε πιθανῶς τὸ ἔτος 856 µ.Χ. ἀπὸ γονεῖς εὐγενεῖς, ἀλλὰ εἰδωλολάτρες. Σὲ ἡλικία

16 χρονῶν, ἦλθε σὲ γάµο µὲ τὸν ἡγεµόνα τῶν Τσέχων Μποριβόια. Ἔγιναν χριστιανοὶ

τὴν ἐποχὴ ποὺ οἱ δυὸ µεγάλοι Ἱεραπόστολοι τῶν Σλάβων, Μεθόδιος καὶ Κύριλλος

βρίσκονταν στὴν Τσεχία. Τότε οἱ δυὸ βασιλεῖς, µὲ θερµὸ χριστιανικὸ ζῆλο, ἔκτισαν

πολλὲς ἐκκλησίες καὶ κάλεσαν Ἱερεῖς γιὰ τὸν πλήρη ἐκχριστιανισµό τοῦ λαοῦ ποὺ

κυβερνοῦσαν. Ὅµως ὁ Μποριβόια, µόλις 36 χρονῶν ἀπεβίωσε. Τότε ἡ νεαρὴ χήρα

Λουντµίλα, µητέρα τριῶν ἀγοριῶν καὶ µίας κόρης, ἀφιέρωσε ὅλη της τὴ ζωὴ στὸ Χριστὸ

καὶ τὴν Ἐκκλησία. Ἀλλ᾿ ὅταν ἀργότερα ἀνέλαβε τὴν ἡγεµονία ὁ ἐγγονός της

Βιατσεσλάβος, ἡ νύφη της Δραγοµίρα, προσπάθησε νὰ ἐπαναφέρει τὴν εἰδωλολατρία.

Ἡ Λουντµίλα ὅµως τὴν ἐµπόδισε παντοιοτρόπως καὶ ἡ Δραγοµίρα ὁρκίστηκε νὰ τὴν

ἐκδικηθεῖ ἀκόµα καὶ µὲ θάνατο. Γιὰ νὰ γλιτώσει ἡ Λουντµίλα, ἀποσύρθηκε σ᾿ ἕνα

πύργο κοντὰ στὴν πόλη τῆς Βοηµίας Τέτσιν. Ἐκεῖ ἀκριβῶς τὴν βρῆκαν οἱ ἀπεσταλµένοι

τῆς Δραγοµίρας, ὅπου τὴν θανάτωσαν µὲ ἀγχόνη τὸ ἔτος 717 σὲ ἡλικία 62 χρονῶν.

Ἀργότερα ὁ ἐγγονός της Βιατσεσλάβος, µετέφερε τὸ ἱερό της λείψανο στὴν Πράγα,

ὅπου φυλάσσεται µέχρι σήµερα.






Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος ὁ ἐν Αἰγύπτῳ Ἐρηµίτης (+ 4ος αἰ.)






Ὁ Ὅσιος Κυπριανὸς Μητροπολίτης Κιέβου, Ρῶσος (+ 1406)






Ὁ Ἅγιος Ninian (Βρετανός) - ἡ Ἁγία Edithac Ἀγγλίδα)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῶν τῶν ἁγίων τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ὅι Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 17



     Οἱ Ἁγίες Σοφία, Πίστη, Ἐλπίδα καὶ Ἀγάπη

     Ἡ Ἁγία Ἀγαθοκλεία

     Οἱ Ἅγιοι Μάξιµος, Θεόδοτος καὶ Ἀσκληπιοδότη

     Ἡ Ἁγία Λούκια ἡ χήρα καὶ Γεµινιανός ὁ γιός της

     Ἡ Ἁγία Θεοδότη «τῆς ἐν Νίκαιᾳ»

     Οἱ Ἅγιοι Χαράλαµπος, Παντολέων καὶ ἡ συνοδεία τους

     Οἱ Ἅγιοι Πηλέας καὶ Νεῖλος Ἱεροµάρτυρες καὶ Ἐπίσκοποι

     Οἱ Ἅγιοι Πατερµούθιος καὶ Ἠλίας οἱ ἔνδοξοι

     Οἱ Ἅγιοι 100 Μάρτυρες οἱ Αἰγύπτιοι

     Οἱ Ἅγιοι 50 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη

     Οἱ Ἅγιοι Ἠρακλείδης καὶ Μύρων ἐπίσκοποι Ταµάσου τῆς Κύπρου

     Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ὁ θαυµατουργὸς «ὁ ἐν Κύπρῳ»

     Ὁ Ἅγιος Εὐξίφιος






Οἱ Ἁγίες Σοφία, Πίστη, Ἐλπίδα καὶ Ἀγάπη



Μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Ἀδριανοῦ (117-138). Ἡ µητέρα Σοφία, τίµια καὶ θεοσεβὴς γυναῖκα, γρήγορα χήρεψε, καὶ µὲ τὶς τρεῖς κόρες της ἦλθε στὴ Ρώµη. Ἐκεῖ συνελήφθησαν, διότι καταγγέλθηκαν σὰν φηµισµένες χριστιανές. Ἀφοῦ ἀποµόνωσαν τὴν µητέρα, ἄρχισαν νὰ ἀνακρίνουν τὶς κόρες. Πρώτη παρουσιάστηκε στὸ Βασιλιὰ ἡ δωδεκάχρονη Πίστη. Τῆς πρότεινε νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστὸ καὶ θὰ τῆς χορηγοῦσε τὰ πάντα, γιὰ νὰ ζήσει εὐτυχισµένη ζωή. Τὰ λόγια της Ἁγίας Γραφῆς ἀποτέλεσαν

δυναµικὴ ἀπάντηση τῆς Πίστης: «Ἐν πίστει ζῶ, τὴν τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός

µε καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐµοῦ». Δηλαδή, ζῶ ἐµπνεόµενη ἀπὸ τὴν πίστη µου στὸ

Χριστό, ποὺ µὲ ἀγάπησε καὶ ἔδωσε τὸν ἑαυτό Του γιὰ τὴν σωτηρία µου. Τότε, µετὰ ἀπὸ

φρικτὰ βασανιστήρια, τὴν ἀποκεφάλισαν. Ἐπίσης µὲ τὰ λόγια της Ἁγίας Γραφῆς,

ἀπάντησε καὶ ἡ δεκάχρονη Ἐλπίδα, ὅταν τὴν ρώτησαν ἂν ἀξίζει νὰ ὑποβληθεῖ σὲ

τέτοια βασανιστήρια. Ναί, ἀξίζει, εἶπε, διότι «ἠλπίκαµεν ἐπὶ Θεῷ ζώντι, ὃς ἐστὶ σωτὴρ

πάντων ἀνθρώπων, µάλιστα πιστῶν». Δηλαδή, ἔχουµε στηρίξει τὶς ἐλπίδες µας στὸ

ζωντανὸ Θεό, ποὺ εἶναι σωτὴρ ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ πρὸ πάντων τῶν πιστῶν.

Ἀµέσως τότε καὶ αὐτὴ ἀποκεφαλίστηκε. Ἀλλὰ δὲν ὑστέρησε σὲ ἀπάντηση καὶ ἡ

ἐννιάχρονη Ἀγάπη. Εἶπε ὅτι ἡ ὕπαρξή της εἶναι στραµµένη «εἰς τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ

καὶ εἰς τὴν ὑποµονὴ τοῦ Χριστοῦ». Βέβαια, δὲν ἄργησαν νὰ ἀποκεφαλίσουν καὶ αὐτή. Ὁ

δὲ Κύριος, µετὰ τρεῖς µέρες, παρέλαβε καὶ τὴν µητέρα τους.






Ἡ Ἁγία Ἀγαθοκλεία



Μὲ τὴν µεγάλη της ὑποµονὴ στὸ µαρτύριο, στόλισε καὶ αὐτὴ τοὺς πρώτους αἰῶνες τοῦ χριστιανισµοῦ. Ἂν καὶ ἀπὸ τὴ γέννησή της δούλα, ἔλαµψε διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐλεύθερη

στὴν ψυχή. Ὁ κύριός της, ποὺ ὀνοµαζόταν Νικόλαος, εἶχε γίνει χριστιανὸς καὶ φερόταν πρὸς τὴν Ἀγαθοκλεία µὲ πολλὴ φιλανθρωπία καὶ ἀγαθότητα. Ἀλλ᾿ ἡ κυρία της, Παυλίνα, γυναῖκα σκληρόκαρδη, ἐπέµενε στὴν εἰδωλολατρία. Καὶ ὅπως ἦταν θυµώδης καὶ µέθυσος βασάνιζε πολλὲς φορὲς τὴν Ἀγαθοκλεία καὶ προσπαθοῦσε µὲ πεῖσµα νὰ τὴν ἐπαναφέρει στὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων. Ἐπὶ ὀκτὼ χρόνια ἔτσι, ἡ ταλαίπωρη καὶ συγχρόνως µακάρια δούλα, ὑπέφερε καθηµερινὴ ζωὴ µαρτυρίου. Τὴν ἔβριζε, τὴν χτυποῦσε, κένταγε µὲ πιρούνια τὸ σῶµα της καὶ τὴν πλήγωνε µὲ ἀλύπητο µαστίγωµα. Καὶ ἐπειδὴ ὅλα αὐτὰ δὲν νικοῦσαν τὴν γνώµη τῆς εὐσεβέστατης χριστιανῆς, κάποια

µέρα, ἄναψε φωτιὰ καὶ τὴν ἔσπρωξε µέσα σ᾿ αὐτή. Ἔτσι ἡ Ἀγαθοκλεία λυτρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀσεβὴ καὶ κακοῦργο εἰδωλολάτρισσα κυρία της, καὶ ἀποδήµησε στὰ µακάρια καὶ ἐλεύθερα σκηνώµατα τῶν δικαίων.






Οἱ Ἅγιοι Μάξιµος, Θεόδοτος καὶ Ἀσκληπιοδότη



Μαρτύρησαν µὲ σκληρὸ τρόπο, ἐπειδὴ ὁµολόγησαν τὸν Χριστό. Στὴν ἀρχὴ τοὺς

µαστίγωσαν, κατόπιν τοὺς ἔκοψαν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια, τοὺς φυλάκισαν καὶ στὸ τέλος

τοὺς ἀποκεφάλισαν. (Καταγόταν ἀπὸ τὴν Μαρκιανούπολη τῆς Θρᾴκης).






Ἡ Ἁγία Λούκια ἡ χήρα καὶ Γεµινιανός ὁ γιός της



Ἡ ἁγία Λούκια ἦταν πλούσια Ρωµαία κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν βασιλέων Διοκλητιανοῦ (284-

304) καὶ Μαξιµιανοῦ (286-305). Μετὰ 36 χρόνια χηρείας καὶ σὲ ἡλικία 75 χρονῶν,

προδόθηκε ἀπὸ τὸν εἰδωλολάτρη γιό της Εὐτρόπιο, στὸν Διοκλητιανό, ὅτι πιστεύει στὸν

Χριστό. Τότε ἡ Ἁγία συνελήφθη καὶ κλείστηκε στὴ φυλακή. Ἐκεῖ ὑπέστη σκληρὰ

βασανιστήρια, ἀλλὰ µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ παρέµεινε ἀβλαβὴς καὶ περιφερόταν στὴν

πόλη γιὰ νὰ ἀποδοκιµάσει µ᾿ αὐτὸν τὸν τρόπο τὴν µικρότητα τῶν βασανιστῶν της. Τὸ

εἶδε αὐτὸ ὁ Γερµινιανὸς (ἢ Γεµινιανός), πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ µαζὶ µὲ τὴν Λούκια

παρουσιάστηκε στὸν βασιλιά, ὁµολογώντας τὸν Χριστό. Ἡ Λούκια υἱοθέτησε τὸν

Γερµινιανό, τὸν βάπτισε καὶ ἀφοὶ ἀπαλλάχτηκαν ἀπὸ τοὺς βασανιστές τους, ἔφυγαν

στὸ Ταυροµένιο τῆς Σικελίας. Ἀλλὰ ἐκεῖ, λόγω διωγµοῦ, ἡ Λούκια τράβηξε γιὰ τὰ

βουνά, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ δὲ Γερµινιανὸς συνελήφθη καὶ ἀποκεφαλίστηκε.






Ἡ Ἁγία Θεοδότη «τῆς ἐν Νίκαιᾳ»



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἀλέξανδρου Σεβήρου (222 µ.Χ.), ὅταν διοικητὴς στὴν Καππαδοκία εἶχε σταλεῖ ὁ Σιµπλίκιος. Ἡ Θεοδότη ἦταν ἀπὸ τὸν Εὔξεινο Πόντο, χριστιανὴ πλούσια, ἀλλ᾿ ἀκόµα ἀσύγκριτα πλουσιότερη στὴν εὐσέβεια καὶ στὰ ἔργα φιλανθρωπίας. Καταγγέλθηκε στὸν Σιµπλίκιο, ὅτι µὲ προσωπικές της ἐνέργειες, ἀλλὰ καὶ µὲ χρηµατικὰ βοηθήµατά της, προσηλυτίζει εἰδωλολάτρες στὸν χριστιανισµό. Ἀµέσως τότε τὴν συνέλαβαν καὶ τὴν βασάνισαν µὲ φρικτὸ τρόπο. Ἀλλὰ µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο οἱ πληγές της ἔκλεισαν καὶ ἡ πόρτα τῆς φυλακῆς ἄνοιξε αὐτόµατα. Ἔτσι διασώθηκε καὶ ἀπὸ τὸ βραστὸ νερὸ καὶ ἀπὸ ἄλλα θανατηφόρα

βασανιστήρια. Τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ἔνδοξα ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ

µαρτυρίου. (Πρόκειται µᾶλλον περὶ τῆς ἰδίας Ἁγίας, ποὺ ἑορτάζει µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο

Σωκράτη καὶ τὴν 21η Ὀκτωβρίου).






Οἱ Ἅγιοι Χαράλαµπος, Παντολέων καὶ ἡ συνοδεία τους



«Ἡ σύναξις αὐτῶν τελεῖται ἐν τῷ Δευτέρῳ».






Οἱ Ἅγιοι Πηλέας καὶ Νεῖλος Ἱεροµάρτυρες καὶ Ἐπίσκοποι



Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Παρουσιάστηκαν µὲ θάρρος σὰ Χριστιανοί, µαζὶ µὲ τὸν Πατερµούθιο, τὸν Ἠλία καὶ 100 ἄλλους χριστιανούς, στὸν εἰδωλολάτρη βασιλιά. Ὑπέστησαν φρικτὰ µαρτύρια, τοὺς ἔβγαλαν τὸ δεξὶ µάτι καὶ στὸ τέλος τοὺς ἔκαψαν ζωντανούς.






Οἱ Ἅγιοι Πατερµούθιος καὶ Ἠλίας οἱ ἔνδοξοι



Μαρτύρησαν διὰ πυρός. Βλέπε πιὸ πάνω Πηλέας καὶ Νεῖλος.






Οἱ Ἅγιοι 100 Μάρτυρες οἱ Αἰγύπτιοι



Βλέπε πιὸ πάνω Πηλέας καὶ Νεῖλος.






Οἱ Ἅγιοι 50 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη



Αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ µία χώρα ποὺ ὀνοµαζόταν Ζωώρα. Καταγγέλθηκαν στὸν δούκα τοῦ τόπου, ὅτι ἦταν χριστιανοί. Στὴν ἀρχὴ τοὺς ἔστειλαν στὰ µεταλλεῖα σὰν ἐργάτες, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἐπέµεναν στὴν πίστη τους, τελικά τους ἔκαψαν στὴ φωτιὰ ζωντανούς.






Οἱ Ἅγιοι Ἠρακλείδης καὶ Μύρων ἐπίσκοποι Ταµάσου τῆς Κύπρου



Ὁ Ἡρακλείδης ἦταν γιὸς ἱερέα εἰδωλολάτρη, τοῦ Ἱεροκλέα, ποὺ ἱεράτευε κατὰ τὴν

Σολέα τῆς Κύπρου, στὸ χωριὸ Λαµπαδιστό. Ὁ ἱερέας διακρινόταν γιὰ τὰ φιλόξενα

αἰσθήµατά του καὶ γι᾿ αὐτὸ δὲν δίστασε νὰ φιλοξενήσει τὸν Παῦλο καὶ τὸν Βαρνάβα καὶ τὸν Μᾶρκο, ὅταν αὐτοὶ βρέθηκαν στὸ ἔδαφος τῆς Κύπρου. Τότε εἵλκυσαν στὸν Χριστὸ τὸν γιό του Ἡρακλείδη καὶ αὐτὸς στὴ συνέχεια ἔφερε στὸν Χριστὸ τοὺς γονεῖς του. Τὸν Ἡρακλείδη ὁ Παῦλος διόρισε ἐπίσκοπο Ταµασίων τῆς Κύπρου. Ἐργάστηκε µὲ πολὺ

ζῆλο, ἔχοντας συνεργάτη του τὸν Μύρωνα. Μπόρεσαν καὶ οἱ δυὸ νὰ φέρουν κοντὰ στὸν Χριστὸ πολλοὺς εἰδωλολάτρες. Οἱ ἐπιτυχίες τους ὅµως αὐτές, προκάλεσαν τὴν µανία τῶν ἀπίστων. Καὶ ἔτσι κάποια µέρα, ὅρµησαν ὁπλισµένοι ἐπάνω τους καὶ ἀφοῦ τοὺς θανάτωσαν, στὴ συνέχεια τοὺς ἔριξαν στὴ φωτιά. Καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὸ ἁµαράντινο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ὁ θαυµατουργὸς «ὁ ἐν Κύπρῳ»



Ἡ µνήµη του δὲν ἀναφέρεται σὲ κανένα Συναξαριστή. Μόνασε στὴν Κύπρο µαζὶ µὲ ἄλλους 300, ἐπὶ βασιλείας Ἀλεξίου καὶ Ἰωάννου Κοµνηνῶν. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ἡ

µνήµη του ἀναφέρεται µαζὶ µ᾿ αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Ἀγαπίου καὶ Ἀλεξάνδρου, βλέπε σχετικῶς Α.Χ.Ε.Χ.).






Ὁ Ἅγιος Εὐξίφιος



Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη του. Ἴσως συγχέεται µὲ τὸν ἅγιο Αὔξιβιο (17 Φεβρουαρίου). (Ἐδῶ ὁρισµένοι Συναξαριστές, ἀναφέρουν καὶ τὴν µνήµη τῶν 300 Ἀλαµανῶν Κυπρίων, βλέπε σχετικῶς Α.Χ.Ε.Χ.).

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 18



     Ὁ Ὅσιος Εὐµένιος ὁ θαυµατουργός, ἐπίσκοπος Γορτύνης

     Οἱ Ἁγίες Σοφία καὶ Εἰρήνη

     Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη

     Ὁ Ἅγιος Κάστωρ

     Ὁ Ὅσιος Ρωµῦλος






Ὁ Ὅσιος Εὐµένιος ὁ θαυµατουργός, ἐπίσκοπος Γορτύνης



Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁ Εὐµένιος ὑπέβαλλε τὸν ἑαυτό του σὲ πολλὲς σκληραγωγίες καὶ ἀσκήσεις. Ἡ ἐγκράτεια ἦταν ἐκείνη ποὺ τὸν διέκρινε περισσότερο, διότι στὸ µυαλό του εἶχε πάντα τὴν συµβουλὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «πᾷς ὁ ἀγωνιζόµενος πάντα ἐγκρατεύεται». Καθένας, δηλαδή, ποὺ ἀγωνίζεται, ἐγκρατεύεται σὲ ὅλα, ἀκόµα καὶ στὴν τροφὴ καὶ στὸ ποτό, προκειµένου νὰ πετύχει τὸν πνευµατικό του σκοπό. Καὶ ὁ Εὐµένιος, ἀκολουθώντας τὰ λόγια τοῦ θεόπνευστου Ἀποστόλου, πέτυχε. Ἀξιώθηκε νὰ ἱερωθεῖ καὶ νὰ γίνει ἐπίσκοπος Γορτύνης στὴν Κρήτη. Ἀπὸ τὴν νέα του θέση, ἡ ἀρετή του ἔλαµψε ἀκόµα περισσότερο καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὴν χάρη καὶ τὴν δύναµη νὰ θαυµατουργεῖ. Καὶ ὅπως ἀναφέρει ἡ παράδοση, µία φορὰ µὲ ἀναµµένες λαµπάδες κατέκαυσε ἕναν δράκοντα, ποὺ ὅρµησε ἐναντίον του. Ἔπειτα ὁ Εὐµένιος πῆγε στὴ Ρώµη, ὅπου µὲ τὴν θεία του διδασκαλία καὶ µὲ θαύµατα στερέωσε τοὺς πιστούς. Ποθώντας, ὅµως, περισσότερη σκληραγωγία καὶ ἄσκηση, πῆγε στὴ Θηβαΐδα τῆς Ἄνω Αἰγύπτου, κοντὰ στοὺς µεγάλους ἀσκητές. Ἐκεῖ παρέδωσε καὶ τὸ πνεῦµα του στὸ Θεό. Τὸ δὲ λείψανό του µεταφέρθηκε καὶ θάφτηκε µὲ τιµὲς στὴν ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του, στὴν Κρήτη.






Οἱ Ἁγίες Σοφία καὶ Εἰρήνη



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Ἡ µνήµη τους ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 28η Σεπτεµβρίου).






Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη



Ἂν καὶ δούλα, ἦταν ἀνώτερη καὶ λαµπρότερη ἀπὸ πολλὲς κυρίες, δοῦλες τῶν κοσµικῶν

µαταιοτήτων καὶ τῶν γήινων µολυσµῶν. Ἡ ἁγία Ἀριάδνη ἔζησε στὰ χρόνια τῶν

βασιλέων Ἀδριανοῦ καὶ Ἀντωνίνου (117-139 µ.Χ.), καὶ ἔγινε χριστιανὴ στὴ Φρυγία πόλη

τῶν Προµισέων. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκε ὁ ἀφέντης της Τέρτυλος, ἕνας ἀπὸ τοὺς

ἰσχυρότερους πρόκριτους τῆς πόλης, τὴν πίεζε νὰ ἐπανέλθει στὴν εἰδωλολατρία. Ἐκείνη

ὅµως ἐπέµενε στὴν χριστιανικὴ ὁµολογία της, καὶ στάθηκε ἀδύνατο νὰ τὴν πείσουν νὰ

θυσιάσει στὰ εἴδωλα, κατὰ τὴν ἡµέρα µάλιστα ποὺ γιόρταζε τὰ γενέθλιά του ὁ γιὸς τοῦ

κυρίου της. Τότε τὴν ἔδειραν σκληρὰ καὶ τὴν βασάνισαν γιὰ πολύ, ἀφοῦ ἔγδαραν τὶς σάρκες της µὲ σιδερένια νύχια. Γιὰ νὰ ἀποφύγει περισσότερες πιέσεις, ἐγκατέλειψε τὸ σπίτι τοῦ κυρίου της. Καὶ ἐνῷ τὴν καταδίωκαν, ἔπεσε σὲ γκρεµὸ ὅπου καὶ βρῆκε τὸν θάνατο.






Ὁ Ἅγιος Κάστωρ



Στὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Σ. Εὐστρατιάδη, µαζὶ µὲ τὸν Κάστορα, προβάλλεται καὶ µία Ἁγία µὲ τὸ ὄνοµα Θεοδώρα.






Ὁ Ὅσιος Ρωµῦλος



Στοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρεται κανένα ὑπόµνηµα γιὰ τὸν ὅσιο αὐτό, βιογραφία του ὑπάρχει στὸ ὑπ᾿ ἀριθµ. 154 χειρόγραφο τῆς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων, ποὺ συνέγραψε ὁ µαθητὴς τοῦ ἐν λόγῳ Ὁσίου, Γρηγόριος. Σύµφωνα λοιπὸν µὲ τὰ στοιχεῖα αὐτά, ὁ Ὅσιος Ρωµύλος γεννήθηκε τὸ 1300 περίπου στὴν παραδουνάβια πόλη Βιδίνιο, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἕλληνας καὶ ἡ µάνα του Βουλγάρα. Τὸ πρῶτο του ὄνοµα ἦταν Ράικος καὶ σὲ κατάλληλη ἡλικία οἱ γονεῖς του τὸν ἐµπιστεύθηκαν σὲ σπουδαῖο δάσκαλο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὁ νεαρὸς Ράικος ἔµαθε τὰ πρῶτα του γράµµατα. Στὴ συνέχεια, ἐπειδὴ εἶχε κλίση στὴ µοναχικὴ ζωή, κατέφυγε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου τῆς Ὁδηγήτριας, κοντὰ στὸ Τίρνοβο (Βουλγαρίας). Ἐκεῖ ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα

Ρωµανὸς καὶ ἀσκήτευσε εὐδοκίµως γιὰ τρία συνεχῆ χρόνια. Κατόπιν ἔκανε κοντὰ στὸν ὅσιο Γρηγόριο τὸν Σιναΐτη καὶ ἔπειτα, ἀφοῦ ἔγινε µεγαλόσχηµος µὲ τὸ ὄνοµα Ρωµύλος, πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔξω ἀπὸ τὴν Μονὴ Μεγίστης Λαύρας, ὅπου µαζὶ µὲ τὸν µαθητή του Γρηγόριο ἀσκήτευε στὴν ἡσυχία. Πολλοὶ Ἁγιορεῖτες ἔρχονταν κοντά του γιὰ ν᾿ ἀκούσουν τὰ σοφὰ λόγια του καὶ νὰ πάρουν τὶς ὀρθὲς πνευµατικὲς συµβουλές του. Κατὰ τὸν πόλεµο ὅµως Τούρκων κατὰ Σέρβων καὶ Βουλγάρων, πολλοὶ Σερβοβούλγαροι

µοναχοί, λόγω φόβου, µετακινήθηκαν. Τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὁ Ρωµύλος, πηγαίνοντας

στὴν Αὐλῶνα (ἴσως τῆς Ἀλβανίας). Κατόπιν ταξίδεψε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀπὸ

ἐκεῖ στὴ Ραβένιτσα τῆς Σερβίας, ὅπου στὴν ἐκεῖ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Μετὰ τὸν θάνατό του, ὁ τάφος εὐωδίαζε καὶ ἐπετέλεσε πολλὰ

θαύµατα.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 19



     Οἱ Ἅγιοι Τρόφιµος, Σαββάτιος καὶ Δορυµέδων

     Ὁ Ἅγιος Theothore (Ἄγγλος)






Οἱ Ἅγιοι Τρόφιµος, Σαββάτιος καὶ Δορυµέδων



Μαρτύρησαν ἐπὶ βασιλέως Πρόβου καὶ διοικητοῦ Ἀντιοχείας Ἠλιοδώρου (278 µ.Χ.). Ὅταν λοιπὸν ὁ Τρόφιµος µὲ τὸ Σαββάτιο βρέθηκαν στὴν Ἀντιόχεια καὶ εἶδαν τὰ πολυποίκιλα ἁµαρτωλὰ ὄργια ποὺ γίνονταν πρὸς τιµὴν τοῦ Ἀπόλλωνα, δὲ συγκρατήθηκαν καὶ ἀποδοκίµασαν δηµόσια τὴν ἁµαρτωλὴ αὐτὴ παραφροσύνη. Βέβαια, γρήγορα συνελήφθησαν καὶ ὁδηγήθηκαν στὸ δικαστήριο. Θαρραλέα δήλωσαν πὼς εἶναι χριστιανοί. Τότε ὁ ἡγεµόνας Ἠλιόδωρος διέταξε καὶ τοὺς µαστίγωσαν ἀνελέητα. Τόσο, ποὺ οἱ σάρκες τοὺς κόβονταν κοµµάτια. Ἐκεῖ ὁ Σαββάτιος ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. Ὁ δὲ Τρόφιµος ὁδηγήθηκε σὲ ἄλλο σκληρότερο ἡγεµόνα, τὸ Διονύσιο Περώννιο. Αὐτός, ἀφοῦ τὸν ἔγδαρε µὲ σιδερένια νύχια, µισοπεθαµένο τὸν

ἔριξε στὴ φυλακή. Ἐκεῖ τὸν ἐπισκέφθηκε κάποιος, βουλευτής, ὁ Δορυµέδων, ποὺ εἶδε τὸ

µαρτύριό του καὶ στερεώθηκε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ ἡγεµόνας,

βασάνισε σκληρὰ τὸ Δορυµέδοντα. Ἔπειτα, ἔριξε καὶ τοὺς δυὸ τροφὴ στὰ θηρία, µέσα

στὸ ἀµφιθέατρο. Ἀλλὰ ἡ πεινασµένη ἀρκούδα καὶ ἡ αἱµοβόρα λεοπάρδαλη στάθηκαν

στὰ πόδια τους σὰν ἡµέρα ἀρνιά. Τὸ ἴδιο καὶ τὸ ἀγριεµένο λιοντάρι ποὺ ἐλευθέρωσαν

ἀργότερα. Γιὰ νὰ πληρωθεῖ ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «οἳ διὰ πίστεως... ἔφραξαν στόµατα

λεόντων». Αὐτοί, δηλαδὴ οἱ Ἅγιοι, ἐπειδὴ εἶχαν µεγάλη καὶ συνειδητὴ πίστη, βούλωσαν

καὶ ἔφραξαν στόµατα λιονταριῶν. Ὅταν λοιπὸν εἶδαν ὅτι δὲν τοὺς ἄγγιξαν τὰ θηρία,

ἀµέσως οἱ δήµιοι τοὺς ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ἅγιος Theothore (Ἄγγλος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ὅι Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 20



     Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος καὶ ἡ συνοδεία του, Θεοπίστη ἡ σύζυγός του, Ἀγάπιος καὶ

Θεόπιστος τὰ παιδιά του

     Οἱ Ἅγιοι Ὑπάτιος ὁ Ἐπίσκοπος καὶ Ἀνδρέας ὁ Πρεσβύτερος, οἱ Ὁµολογητές

     Ὁ Ἅγιος Μαρτῖνος Πάπας Ρώµης

     Οἱ Ἅγιοι ὁµολογητὲς Μάξιµος ὁ σοφότατος, Εὐπρέπιος, Δύο (2) Ἀναστάσιοι καὶ

Θεόδωρος οἱ µαθητές του

     Οἱ Ἅγιοι Ἀρτεµίδωρος καὶ Θαλός

     Ὁ Ὅσιος Μελέτιος ἐπίσκοπος Κύπρου

     Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης ὁ Αἰγύπτιος καὶ οἱ 40 Μάρτυρες

     Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θεοφόρος ἀπὸ τὴν Κρήτη

     Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Κατάφλωρος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης

     Ὁ Ἅγιος Ἰλαρίων ὁ νέος ὁσιοµάρτυρας, ἀπὸ τὴν Κρήτη






Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος καὶ ἡ συνοδεία του, Θεοπίστη ἡ σύζυγός του, Ἀγάπιος καὶ

Θεόπιστος τὰ παιδιά του



Ὁ Εὐστάθιος ἦταν ἀξιωµατικὸς περίβλεπτος στὴ Ρώµη. Στὴ χριστιανικὴ πίστη

προσῆλθε µὲ θαυµαστὸ τρόπο. Ὅταν κάποτε κυνηγοῦσε ἕνα ἐλάφι, εἶδε στὰ κερατά του

νὰ φέρει σταυρὸ καὶ ἄκουσε µία φωνὴ ποὺ τὸν καλοῦσε στὴν ὀρθὴ πίστη. Ἔτσι πίστεψε

καὶ βαπτίστηκε µὲ τὸ ὄνοµα Εὐστάθιος ἀπὸ Πλακίδας ποὺ ὀνοµαζόταν πρίν, καθὼς

ἐπίσης καὶ ἡ γυναῖκα του Τατιανὴ σὲ Θεοπίστη, ἀλλὰ καὶ τὰ δυό τους παιδιὰ Ἀγάπιος

καὶ Θεόπιστος. Ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Τραϊανὸς ἔµαθε ὅτι ἀσπάσθηκε τὸ χριστιανισµό,

τοῦ ἀφαίρεσε τὸν ἀνώτερο στρατιωτικὸ βαθµὸ ποὺ εἶχε καὶ τὸν ἐξόρισε µὲ ὅλην του τὴν

οἰκογένεια. Κατὰ τὴν πορεία ὅµως, τὸν χώρισαν ἀπὸ τὴν σύζυγό του Θεοπίστη καὶ τὰ

δυό του παιδιά, τὸ Θεόπιστο καὶ τὸν Ἀγάπιο. Τὸ γεγονὸς αὐτό, πίκρανε πολὺ τὸν

Εὐστάθιο. Μετὰ ἀπὸ χρόνια, ὅταν ὁ Τραϊανὸς περιῆλθε σὲ µεγάλη πολεµικὴ δυσχέρεια,

θυµήθηκε τὸν ἰκανότατο ἀξιωµατικό του Εὐστάθιο. Τὸν ἐπανέφερε λοιπὸν στὴν

ὑπηρεσία, καὶ ὁ Εὐστάθιος µὲ τὴν γενναιότητα ἀλλὰ καὶ τὴν στρατηγικὴ ποὺ τὸν

διέκρινε συνετέλεσε κατὰ πολὺ στὴν νίκη. Στὸ δρόµο µάλιστα, βρῆκε τὴν οἰκογένειά

του καὶ ἔνοιωσε µεγάλη χαρά. Ὁ διάδοχος, ὅµως, τοῦ Τραϊανοῦ, Ἀδριανός, ἀπαίτησε

ἀπὸ τὸν Εὐστάθιο νὰ παραστεῖ στὶς θυσίες τῶν εἰδωλολατρικῶν θεῶν. Ὁ Εὐστάθιος,

βέβαια, ἀρνήθηκε, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ βασανιστεῖ αὐτὸς καὶ ἡ οἰκογένειά του. Ἀλλὰ ἡ

ἀγάπη τους στὸ Χριστὸ ἐνδυνάµωνε τὴν ψυχή τους στὰ βασανιστήρια, ἐνθυµούµενοι

µάλιστα τοὺς θείους λόγους, ποὺ λένε: «Μακάριος ἀνὴρ ὃς ὑποµένει πειρασµὸν ὅτι

δόκιµος γενόµενος λήψεται τὸν στέφανον τῆς ζωῆς, ὃν ἐπηγγείλατο ὁ Κύριος τοῖς

ἀγαπῶσιν αὐτόν». Πανευτυχής, δηλαδή, εἶναι ὁ ἄνθρωπος ποὺ βαστάει µὲ ὑποµονὴ τὴν

δοκιµασία τῶν θλίψεων. Διότι ἔτσι γίνεται σταθερὸς καὶ δοκιµασµένος, γιὰ νὰ πάρει τὸ

λαµπρὸ καὶ ἔνδοξο στεφάνι τῆς αἰώνιας ζωῆς, ποὺ ὑποσχέθηκε ὁ Κύριος σ᾿ αὐτοὺς ποὺ

Τὸν ἀγαποῦν. Τελικά, ὁ Εὐστάθιος µὲ τὴν οἰκογένειά του πέθαναν µέσα σὲ χάλκινο

πυρακτωµένο βόδι.

Οἱ Ἅγιοι Ὑπάτιος ὁ Ἐπίσκοπος καὶ Ἀνδρέας ὁ Πρεσβύτερος, οἱ Ὁµολογητές



Ἀκόµα καὶ στὸ σχολεῖο, ἦταν πρότυπα ἀδελφωµένων συµµαθητῶν. Εἶχαν ἀνατραφεῖ ἀπὸ παιδιὰ στὴ χριστιανικὴ πίστη, καὶ διακρίνονταν στὴν ἐπιµέλεια, τὴν εὐταξία, στὴν πρόοδο τῶν γραµµάτων καὶ στὸ ζῆλο πρὸς τὰ θεῖα. Ἔζησαν καὶ οἱ δυὸ ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου, τοῦ εἰκονοµάχου. Ὁ Ὑπάτιος µε τὸ χρόνο χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος στὴ Λυδία, ἀπ᾿ ὅπου καὶ καταγόταν. Καὶ ὁ Ἀνδρέας ἀπὸ διάκονος, προχειρίστηκε ἱερέας. Τὰ

ἀξιώµατά τους διαχειρίστηκαν µὲ ὅλην τὴ συνείδηση τῶν µεγάλων εὐθυνῶν ποὺ ἔχουν. Κοπίασαν ἐν λόγῳ καὶ ἔγιναν πρότυπα ἐν ἔργῳ. Ἀγωνίστηκαν µὲ αὐταπάρνηση γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ποὺ τότε ἀπειλοῦσε ἡ ἐπικίνδυνη αἵρεση τῆς εἰκονοµαχίας, ποὺ τόσο

ἔβλαψε τὴν Ἐκκλησία καὶ ἐξασθένισε τὸ κράτος. Ὁ Ὑπάτιος καὶ ὁ Ἀνδρέας συνελήφθησαν, γιὰ τὴν ἀντίσταση καὶ πολεµική τους ἐνάντια στὰ βασιλικὰ διατάγµατα, ποὺ εὐνοοῦσαν τοὺς εἰκονοµάχους. Τοὺς ἔσυραν λοιπὸν δεµένους κατὰ γῆς µέσα στοὺς δρόµους, κατόπιν τοὺς ἔσφαξαν καὶ ἔτσι ἔπεσαν τίµια καὶ ἀτρόµητα ὁλοκαυτώµατα γιὰ τὴν ἀλήθεια.






Ὁ Ἅγιος Μαρτῖνος Πάπας Ρώµης



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα στὶς 13 Ἀπριλίου.






Οἱ Ἅγιοι ὁµολογητὲς Μάξιµος ὁ σοφότατος, Εὐπρέπιος, Δύο (2) Ἀναστάσιοι καὶ

Θεόδωρος οἱ µαθητές του



Βιογραφικὸ σηµείωµα τοῦ Ἁγίου Μάξιµου τοῦ Ὁµολογητοῦ, βλέπε τὴν 21η Ἰανουαρίου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως µνήµη του. Ἀπὸ τοὺς Μαθητές του, οἱ δυὸ Ἄναστασιοι ἐξορίστηκαν ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ βασιλιὰ Κώνσταντα τὸν Β´ στὴ Θρᾴκη, ὅπου ὑπέστησαν πολλὲς ταλαιπωρίες. Ἐπειδὴ ὅµως ἐπέµεναν στὸ ὀρθόδοξο φρόνηµά τους, τοὺς ἔφεραν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου Σύνοδος τοὺς καταδίκασε καὶ παραδόθηκαν στὸν ἔπαρχο γιὰ νὰ τιµωρηθοῦν. Αὐτός, µαζὶ καὶ τὸν δάσκαλό τους Μάξιµο, ἔκοψε τὴν γλῶσσα τους καὶ τὸ δεξί τους χέρι. Καὶ ὁ µὲν Ἀναστάσιος ὁ πρεσβύτερος πέθανε ἐξόριστος στὴ Λαζικὴ

µετὰ 20 χρόνια, ὁ δὲ νεότερος Ἀναστάσιος πέθανε σὲ κάποιο φρούριο τῆς Θρᾴκης, σιωπηλός, ἀλλὰ βροντερὸς κήρυκας τῆς Ὀρθόδοξης ἀλήθειας καὶ ζωῆς. Τὰ ἴδια ἔπαθαν καὶ οἱ ἄλλοι δυὸ µαθητὲς τοῦ Μαξίµου, ὁ Θεόδωρος καὶ ὁ Εὐπρέπιος οἱ Ὁµολογητές. Μετὰ 20 χρόνια ἐξορίας ὁ πρῶτος, ἑνὸς δὲ µόνο ὁ δεύτερος, παρέδωσαν καὶ οἱ δυὸ τὶς ἁγίες τους ψυχὲς στὸν Κύριο.






Οἱ Ἅγιοι Ἀρτεµίδωρος καὶ Θαλός



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Ὁ Ὅσιος Μελέτιος ἐπίσκοπος Κύπρου



Ἔγινε ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου καὶ ἦταν εὐλαβὴς καὶ θεοφοβούµενος ἄνθρωπος. Κατανάλωσε ὅλην του τὴ ζωὴ στὴ µετάδοση τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ἀκατάπαυστη ἐλεηµοσύνη, ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά του, στοὺς φτωχούς. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης ὁ Αἰγύπτιος καὶ οἱ 40 Μάρτυρες



Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ἦταν µέγας Αἰγύπτιος ὁµολογητής. Ἐπειδὴ ὅµως ὁ ἀσεβὴς Μαξιµιανὸς δὲν µποροῦσε νὰ ὑποφέρει τὸ θάρρος τοῦ Ἁγίου νὰ ὁµολογεῖ τὸν Χριστό, πρόσταξε νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν µαζὶ µὲ ἄλλους 40 χριστιανούς, τὸ ἔτος 295. Ἔτσι ἔλαβαν ὅλοι τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θεοφόρος ἀπὸ τὴν Κρήτη



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ βιογραφία του σῴζεται σὲ χειρόγραφο στὸ χωριὸ Σίββα τῆς ἐπαρχίας Πυργιωτίσσης Κρήτης, ἰδιαίτερης πατρίδας τοῦ Ἁγίου. Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Κωνσταντίνου Ζ´ τοῦ Πορφυρογέννητου (951-959), καὶ ἀπὸ µικρὸς εἶχε κλίση στὴ µοναχικὴ ζωή. Ἔγινε ἐρηµίτης στὶς σπηλιὲς τῆς Κρήτης, ἀσκούµενος στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐγκράτεια. Κατόπιν πῆγε στὸ ὄρος Ράξος, ὅπου ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνοµα τῶν Ἁγίων Εὐτυχίου καὶ Εὐτυχιανοῦ ἐπισκόπων Ἀρκαδίας Κρήτης. Ἐκεῖ ἐπίσης ἐκάρη Μοναχὸς ἀπὸ κάποιον εὐλαβῆ Γέροντα καὶ ἀναχώρησε στὸ ὄρος Μυριοκέφαλο. Στὴν κορυφὴ αὐτοῦ τοῦ ὄρους ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Θεοτόκου Ἀντιφωνητρίας, ποὺ σῴζεται µέχρι σήµερα. Ὁ Ὅσιος ὅµως δὲν ἔµεινε ἐκεῖ. Ἀφοῦ γύρισε πολλὰ µέρη τῆς Κρήτης καὶ ἔκτισε Ναοὺς καὶ Μοναστήρια, κατέληξε στὸ δυτικὸ µέρος τῆς ἐπαρχίας Κισσάµου, στὸ χωριὸ Ἀκτή, ὅπου ἔκτισε κατοικητήριο πολὺ ἡσυχαστικό, καὶ κατόπιν µέγα κοινόβιο τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου, ἐκεῖ λοιπόν, ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ Ὁσία καὶ συνέταξε τὴν διαθήκη του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Κατάφλωρος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης



Ἔζησε τὸν 12ο αἰῶνα καὶ σπούδασε στὴν Κωνσταντινούπολη φιλολογία, Θεολογία καὶ χειροτονήθηκε διάκονος στὴν Ἁγία Σοφία. Ὑπῆρξε µεγάλος λόγιος του Βυζαντίου καὶ τὸ 1174 ἐκλέχτηκε Μητροπολίτης Μύρων. Τὸν ἑπόµενο χρόνο προάχθηκε σὲ Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Τὸ ἔργο του στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ αὐτὴ ὑπῆρξε πολὺ προοδευτικὸ καὶ συνάντησε διάφορες ἀντιδράσεις. Τὸ 1185 συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Νορµανδοὺς καὶ τὸ 1191 κινδύνεψε ἡ ζωή του ἀπὸ συνωµοσία. Πέθανε τὸ 1197 ἢ 1198, ἀφοῦ ἄφησε πολλὰ φιλολογικά, ἱστορικὰ καὶ λαογραφικὰ ἔργα. Ἁγιοποιήθηκε στὶς 10

Ἰουνίου 1988.

Ὁ Ἅγιος Ἰλαρίων ὁ νέος ὁσιοµάρτυρας, ἀπὸ τὴν Κρήτη



Τὸ Ἡράκλειο τῆς Κρήτης ἦταν ἡ πατρίδα του. Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν Φραντζέσκος καὶ ἡ µητέρα του Αἰκατερίνη. Ὁ νεοµάρτυρας αὐτὸς ὀνοµαζόταν Ἰωάννης καὶ ἀνατράφηκε χριστιανικὰ µαζὶ µὲ τὰ τέσσερα ἀδέλφια του. Κατόπιν ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γιὰ 10 χρόνια ἔµενε κοντὰ σ᾿ ἕναν θεῖο του γιατρό. Ἔπειτα,

µαζὶ µ᾿ ἕναν ἄλλο χριστιανό, ἀνέλαβε τὴν διαχείριση τοῦ ἐµπορίου κάποιου Χιώτη. Κάποτε ὅµως, ὅταν ὁ ἔµπορος αὐτὸς ἐπανῆλθε στὴ Χίο, διαπίστωσε ὅτι ἡ δουλειά του εἶχε ἔλλειµµα 30 γρόσια καὶ γι᾿ αὐτὸ ἐνοχοποίησε τὸν Ἰωάννη, ποὺ τὸν ἀπειλοῦσε µὲ τιµωρίες. Ὁ Ἰωάννης στὴν ἀπόγνωσή του, ζήτησε τὴν βοήθεια τῆς µητέρας τοῦ Σουλτάνου. Κατόπιν συναντήθηκε µὲ τὸν Αἰθίοπα Μας Ἀγά, πού, στὴν ἀπελπισία του, τὸν ἔπεισε καὶ ἐξισλαµίστηκε. Λίγο µετὰ τὴν ἀποστασία του, ὁ Ἰωάννης συναισθάνθηκε τὸ µεγάλο του ὀλίσθηµα καὶ µὲ πλοῖο ἀναχώρησε στὴν Κριµαία, ὅπου παρέµεινε 10 µῆνες. Κατόπιν γύρισε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ µὲ προτροπὴ τοῦ πνευµατικοῦ του πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας. Ἐκεῖ ὑποτάχθηκε

στὸν παπα- Βησσαρίωνα καὶ ἐκάρη µοναχός µε τὸ ὄνοµα Ἰλαρίων. Ἀργότερα ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ γιὰ τὸ µαρτύριο, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, παρουσιάστηκε στὸν Αἰθίοπα Ἀγὰ καὶ ὁµολόγησε µπροστά του τὸν Χριστό. Τότε ὁ Ἀγὰς διέταξε τὸν ἄγριο βασανισµό του καὶ κατόπιν, στὶς 20-9-1804, τὸν ἀποκεφαλισµό του.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 21



     Ὁ Ἅγιος Κοδρᾶτος ὁ Ἀπόστολος «ὁ ἐν Μαγνησίᾳ»

     Ὁ Προφήτης Ἰωνᾶς

     Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς ὁ Σαβαΐτης

     Ὁ Ἅγιος Εὐσέβιος

     Οἱ Ἅγιοι Εὐσέβιος, Νέσταβος καὶ Ζήνων τὰ ἀδέλφια Νέστωρ καὶ Βούσιρις

     Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος (ἢ Ἄκακιος) ἐπίσκοπος Κύπρου

     Ὁ Ἅγιος Πρίσκος

     Οἱ Ἅγιοι ἕξι Μάρτυρες

     Ἡ Ἁγία Βάσσα

     Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος Μητροπολίτης Ροστοβίας (Ρῶσος)

     Ἀπόδοσις τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου Σταυροῦ






Ὁ Ἅγιος Κοδρᾶτος ὁ Ἀπόστολος «ὁ ἐν Μαγνησίᾳ»



Τὰ θεόπνευστα λόγια τοῦ Ἀποστόλου τοῦ Θεοῦ, Πέτρου, συµβουλεύουν: «Ἕτοιµοι ἀεὶ πρὸς ἀπολογίαν παντὶ τῷ αἰτοῦντι ὑµᾶς λόγον περὶ τῆς ἐν ὑµῖν ἐλπίδος µετὰ

πραΰτητος καὶ φόβου», ποὺ σηµαίνει, νὰ εἶστε πάντοτε ἕτοιµοι γιὰ νὰ ἀπολογηθεῖτε καὶ νὰ ὑπερασπίσετε τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου στὸν καθένα ποὺ σᾶς ζητᾷ λόγο καὶ ἀπόδειξη γι΄ αὐτὰ ποὺ ἐλπίζετε νὰ ἀπολαύσετε στὸ µέλλον, καὶ γιὰ τὰ ὁποῖα µας περιγελοῦν oι ἄπιστοι. Νὰ ἀπολογηθεῖτε ὅµως, χωρὶς ἐξάψεις καὶ φανατισµό, ἀλλὰ µὲ πραότητα καὶ µὲ φόβο Θεοῦ. Ἕνας τέτοιος µέγας ἀπολογητὴς ἦταν καὶ ὁ ἀπόστολος Κοδράτος. Ἄνδρας σεµνός, σοφός, πολυµαθέστατος καὶ µὲ ἄριστη διαλεκτικὴ

ἱκανότητα. Ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν, στὴν πόλη ποὺ ἀνθοῦσαν ἀκόµα oι διάφορες φιλοσοφικὲς σχολὲς καὶ χρειαζόταν ἐπίσκοπός µε µεγάλη ἀπολογητικὴ ἱκανότητα. Ὁ Κοδρατος ἔχοντας αὐτὰ τὰ προσόντα, ἐργάστηκε µὲ ζῆλο, προσευχὴ καὶ πραότητα. Ἔτσι κατάφερε νὰ φωτίσει σὲ πολλοὺς τὸ δρόµο τῆς Ἀλήθειας καὶ νὰ φιµώσει τοὺς φιλοσοφοῦντες. Αὐτοί, µὴ µπορώντας νὰ τὸν ἀντιµετωπίσουν µὲ λόγια, τὸν ἔδιωξαν µὲ τὴν βία ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Τὸ φρόνηµα, ὅµως, τοῦ Κοδράτου δὲν κάµφθηκε. Πῆγε στὴ Μαγνησία τῆς Μ. Ἀσίας, ὅπου µὲ παρρησία κήρυξε καὶ ἐκεῖ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔγραψε,

µάλιστα, καὶ ἀπολογία γιὰ τὸ χριστιανισµὸ στὸν Ἀδριανό. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἀδριανοῦ ἦταν νὰ τὸν φονεύσει. Ἔτσι ὁ µέγας ἀπολογητὴς πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Ὁ Προφήτης Ἰωνᾶς



Ἔζησε ἐπὶ τῶν βασιλέων Ἀµασίου καὶ Ἱεροβοάµ. «Ἦταν γιὸς τοῦ Ἄµαθι καὶ εἶχε πατρίδα τὴν Γεχθοφέρ, τῆς φυλῆς Ζαβουλῶν. Ὁ Ἰωνᾶς ἦταν αὐτός, ποὺ µὲ θεία νεύση ἐνθάρρυνε τὸν Ἱεροβοὰµ σὲ πόλεµο κατὰ τοῦ ἄρχοντα τῆς Συρίας, ποὺ κατέληξε σὲ νίκη τοῦ Ἰσραὴλ καὶ ἀποκατάσταση τῶν συνόρων του. Ὁ Ἰωνᾶς φέρεται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, πέµπτος µεταξὺ τῶν µικρῶν λεγόµενων προφητῶν. Βρίσκουµε δὲ γι΄ αὐτὸν

στὸ ὁµώνυµο βιβλίο, ποὺ κυρίως τὸν ἔκανε γνωστὸ λόγω τῆς ἱερῆς δραµατικότητός του.

Ὁ Κύριος τὸν εἶχε διατάξει νὰ πάει στὴ Νινευή, ἕδρα πλάνης µάταιων καλλωπισµῶν

καὶ ὀργίων, γιὰ νὰ κηρύξει σ΄ αὐτὴ καὶ νὰ προφητέψει τὴν καταστροφή της. Ὁ Ἰωνᾶς

ὅµως, ἀποφάσισε νὰ λησµονήσει τὴν διαταγὴ τοῦ Θεοῦ, καὶ ἔκρινε καλὸ νὰ πάει σὲ µία

ἄλλη πόλη στοὺς Θαρσεῖς. Ξεκίνησε λοιπὸν τὸ ταξίδι του µὲ πλοῖο, ἀλλὰ στ΄ ἀνοιχτὰ

ἔπιασε µεγάλη τρικυµία. Τότε ἔριξαν κλῆρο, γιὰ νὰ δοῦν ποιὸς εἶναι ὑπεύθυνός τοῦ

κακοῦ ποὺ τοὺς βρῆκε. Καὶ ὁ κλῆρος ἔπεσε στὸν Ἰωνᾶ, ποὺ εἶχε παρακούσει τὴν

διαταγὴ τοῦ Θεοῦ. Τότε τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα καὶ ἡ τρικυµία σταµάτησε. Ἀλλὰ καὶ

τὸν Ἰωνᾶ, τὸν κατάπιε ἕνα µεγάλο κῆτος χωρὶς νὰ τὸν φάει καὶ µετὰ τρεῖς µέρες καὶ

νύκτες τὸν ἔβγαλε στὴν ξηρὰ σῶο καὶ ἀβλαβῆ. Τότε ὁ Ἰωνᾶς πῆγε στὴ Νινευή,

προφήτεψε ὅ,τι τοῦ εἶπε ὁ Θεὸς καὶ οἱ Νινευίτες µετάνιωσαν, νήστεψαν 40 µέρες καὶ

ἔτσι ἡ πόλη τους σώθηκε ἀπ΄ τὴν καταστροφή. Διότι ἡ µετάνοια φέρει τὴν ἀγαθότητα

τοῦ Θεοῦ, πάνω ἀπὸ τὴν δικαιοσύνη Του. Ὁ Ἰωνᾶς πέθανε στὴ γῆ Σαραάρ, κοντὰ στὴ

βελανιδιὰ τῆς Δεβόρας καὶ τάφηκε µέσα σὲ σπηλιά. Βέβαια ἄλλα γεγονότα τῆς ζωῆς

του µαθαίνουµε στὴν Π.Δ.






Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς ὁ Σαβαΐτης



Ἦταν Πρεσβύτερος τὸ ἔτος 829 µ.Χ. καὶ πατέρας τῶν Ὁσίων Ὁµολογητῶν Πατέρων Θεοδώρου (27 Δεκεµβρίου) καὶ Θεοφάνους (11 Ὀκτωβρίου) τῶν Γραπτῶν, τῶν ὁποίων τὰ πρόσωπα χαράκωσε ὁ εἰκονοµάχος Θεόφιλος. Ὁ Ὅσιος λοιπὸν αὐτὸς Ἰωνᾶς, ἀφοῦ πῆγε στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ ἔγινε µοναχός, ἀπέκτησε ἄκρα εὐλάβεια πρὸς τὸν Θεὸ καὶ κατόρθωσε ὅλες τὶς χριστιανικὲς ἀρετές. Ἔτσι ἔφτασε σὲ βαθιὰ γεράµατα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Εὐσέβιος



Ὁ Ἅγιος αὐτὸς παρουσιάστηκε αὐθόρµητα στὸν ἄρχοντα τῆς Φοινίκης καὶ τοῦ ἔκανε δριµύτατη παρατήρηση γιὰ τὶς διώξεις του ἐναντίον τῶν χριστιανῶν. Ἐξοργισµένος ὁ ἄρχοντας, διέταξε νὰ τὸν γδάρουν καὶ νὰ τρίψουν τὶς πληγές του µὲ τρίχινα πανιά, ποὺ ἦταν ἀλειµµένα µὲ ἁλάτι. Ὁ Ἅγιος ὅµως, ἀντὶ νὰ ὑποφέρει, χαιρόταν σὰν νὰ µὴ ἔπασχε ὁ ἴδιος. Στὴν ἀπόγνωσή του ὁ ἄρχοντας τὸν ἀποκεφάλισε καὶ ἔτσι ὁ Εὐσέβιος ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Οἱ Ἅγιοι Εὐσέβιος, Νέσταβος καὶ Ζήνων τὰ ἀδέλφια Νέστωρ καὶ Βούσιρις



Οἱ τρεῖς πρῶτοι ἦταν ἀδέλφια µεταξύ τους καὶ ὅλοι ὑπῆρξαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη (360-363). Κατάγονταν δὲ ἀπὸ τὴν Γάζα. Ἐπειδὴ ἦταν χριστιανοί, συνελήφθηκαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες τῆς πόλης καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ πολλὲς κακώσεις, συρόµενοι µέσα στοὺς δρόµους. Βασανίστηκαν σκληρὰ καὶ ποικιλοτρόπως. Τελικὰ συνέτριψαν τὰ κεφάλια τους µὲ πέτρες καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τοὺς ἔκαψαν µέσα σὲ καµίνι.


Ὁ Ὅσιος Ἰσαάκιος (ἢ Ἄκακιος) ἐπίσκοπος Κύπρου



Ὑπῆρξε ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, ἡ ζωή του εἶναι πανοµοιότυπη µὲ αὐτὴ τοῦ ὁσίου Μελετίου ἐπισκόπου Κύπρου (20 Δεκεµβρίου). Ὁ Ἰσαάκιος κατανάλωσε τὴν ζωή του στὴ διάδοση τοῦ θείου λόγου καὶ στὴν ἐλεηµοσύνη ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά του

στοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς δυστυχισµένους. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ἐσφαλµένα γράφεται ὅτι

µαρτύρησε διὰ ξίφους).




Ὁ Ἅγιος Πρίσκος



Μαρτύρησε διὰ πυρός. (Ἀλλοῦ λέγεται ὅτι ἀποκεφαλίστηκε. Διίστανται οἱ ἀπόψεις).






Οἱ Ἅγιοι ἕξι Μάρτυρες



Αὐτοὶ ἦταν ὑπασπιστὲς τοῦ βασιλιᾶ Μαξιµιανοῦ (298) καὶ µαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Ἡ Ἁγία Βάσσα



Ἡ µνήµη της ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ Sirmond µὲ τὴν φράση: «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ τῆς ἁγίας µάρτυρος Βάσσης τῆς Τυρίας» (Delehaye, Συναξ. σελ. 68, 5). Χωρὶς ἄλλες βιογραφικὲς λεπτοµέρειες.






Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος Μητροπολίτης Ροστοβίας (Ρῶσος)






Ἀπόδοσις τῆς ἑορτῆς τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιµίου Σταυροῦ

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 22



     Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς Ἱεροµάρτυρας ὁ Θαυµατουργός

     Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς ὁ κηπουρός

     Οἱ Ἅγιοι Ἰσαάκ καὶ Μαρτῖνος

     Ὁ Ὅσιος Κοσµᾶς ὁ Ζωγραφίτης

     Οἱ Ἅγιοι 26 Ὁσιοµάρτυρες Ζωγραφίτες

     Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ τοῦ Σάρωφ - Ντιβίγιεβο (Ρωσίδα)







Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς Ἱεροµάρτυρας ὁ Θαυµατουργός



Πατρίδα του ἦταν ἡ Σινώπη τοῦ Εὐξείνου Πόντου. Οἱ γονεῖς του Πάµφυλος καὶ Μαρία

µεταλαµπάδευσαν στὸ Φωκᾶ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία τὴν φλόγα τῆς ἁγνῆς πίστης

τους καὶ τὴν θερµὴ εὐσέβειά τους. Ὁ Φωκᾶς ἀπὸ µικρὸ παιδὶ ἐντρυφοῦσε στὴν

ἀνάγνωση τῶν Γραφῶν, καὶ ἐκεῖνο ποὺ ἰδιαίτερα τὸν διέκρινε ἦταν ἡ θερµὴ καὶ

εἰλικρινὴς ἀγάπη ποὺ εἶχε πρὸς τὸ Θεό, ἀλλὰ καὶ πρὸς τοὺς συνανθρώπους του. Διότι

ὁδηγὸ στὴν ἀγάπη του αὐτὴ εἶχε πάντα τὰ θεόπνευστα λόγια της Ἁγίας Γραφῆς: «Ὁ

ἀγαπῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἐν τῷ φωτὶ µένει,... ὁ δὲ µισῶν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ ἐν τῇ

σκοτίᾳ ἐστὶ». Ἐκεῖνος, δηλαδή, ποὺ ἀγαπᾷ τὸν ἀδελφό του µένει µέσα στὸ πνευµατικὸ

καὶ ἠθικὸ φῶς. Ἐνῷ ἀντίθετα, ἐκεῖνος ποὺ µισεῖ τὸν ἀδελφό του, µένει µέσα στὸ

πνευµατικὸ καὶ ἠθικὸ σκοτάδι. Ὁ Φωκᾶς, λοιπόν, µὲ τὴν ἀγάπη ποὺ τὸν διέκρινε, ἔγινε

ἐπίσκοπος Σινώπης καὶ κήρυττε ἄφοβα τὸ Εὐαγγέλιο. Μὲ τὰ θαύµατα δέ, ποὺ τὸν

ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ πράττει, κατόρθωσε νὰ φέρει πολλοὺς εἰδωλολάτρες στὴν ἀληθινὴ

πίστη. Τελικὰ µαρτύρησε ἐπὶ Τραϊανοῦ, ἀφοῦ τὸν ἔριξαν µέσα σὲ καυτὸ λουτρό.






Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς ὁ κηπουρός



Ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα ἦταν ἕνας κῆπος, ποὺ καλλιεργοῦσε µὲ µεγάλη ἐπιµέλεια. Ὁ ἅγιος Φωκᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴν Σινώπη καὶ ἡ ἐνασχόλησή του αὐτὴ µὲ τὰ φυτά, µὲ τὰ ἄνθη, µὲ τὰ λαχανικὰ καὶ µὲ τοὺς καρπούς, τὸν εὐχαριστοῦσε πολύ. Τὸ εἰσόδηµά του ἀπὸ τὸν κῆπο, ἦταν πολὺ µικρό. Καθὼς ὅµως ἦταν πολὺ οἰκονόµος καὶ ὀλιγαρκὴς στὶς ἀνάγκες του, µποροῦσε πάντοτε νὰ διαθέτει κάτι γιὰ τοὺς φτωχούς. Ἀλλὰ δὲν ἔµενε

µόνο σ᾿ αὐτά. Τὴν ἄνοιξη καὶ τὸ καλοκαῖρι κάτω ἀπὸ τὴν σκιὰ καὶ µέσα στὶς εὐωδιὲς τοῦ κήπου του, τὸ φθινόπωρο καὶ τὸ χειµῶνα κάτω ἀπὸ τὴν στέγη τοῦ σπιτιοῦ του,

µελετοῦσε µὲ εὐχαρίστηση τὰ ἱερὰ βιβλία. Ἔλεγε µάλιστα σ᾿ ἐκείνους, ποὺ τὸν ἔβλεπαν νὰ µελετάει, ὅτι καὶ ἡ ψυχή µας εἶναι κῆπος, ποὺ χρειάζεται τὴν περιποίησή της, γιὰ νὰ

µὴ βγάζει ἀγκάθια καὶ τριβόλια. Ἀλλ᾿ ὁ κηπουρὸς Φωκᾶς, ἤθελε καὶ ὅλες οἱ ψυχὲς νὰ εἶναι κῆποι πνευµατικοί. Γι᾿ αὐτὸ λοιπόν, ὅπου µποροῦσε, συντελοῦσε στὸν καθαρισµὸ καὶ τὴν καλλιέργειά τους. Καὶ ἐνῷ πουλοῦσε τὰ λαχανικὰ καὶ τὰ φροῦτα, ἔλεγε συγχρόνως καὶ λόγια µεγάλου πνευµατικοῦ κέρδους. Ἔτσι δὲν ὠφελοῦσε µόνο τοὺς χριστιανούς, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς κέρδιζε καὶ τοὺς ἀπίστους. Καταγγέλθηκε γι᾿ αὐτό,

συνελήφθη καὶ καταδικάστηκε. Ἔτσι ὁ εὐσεβὴς καὶ φιλάνθρωπος κηπουρός,

θανατώθηκε µαρτυρικὰ µὲ ἀποκεφαλισµό.






Οἱ Ἅγιοι Ἰσαάκ καὶ Μαρτῖνος



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. σ᾿ ὁρισµένους Συναξαριστές, ἀναφέρεται µαζὶ µὲ τοὺς ἁγίους αὐτοὺς καὶ τὸ ὄνοµα ἑνὸς ἁγίου Νικολάου.






Ὁ Ὅσιος Κοσµᾶς ὁ Ζωγραφίτης



Ὁ Ὅσιος αὐτὸς γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, ὁ δὲ πατέρας του ἦταν Βούλγαρος. Ἀφοῦ ἔµαθε τὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὰ πρῶτα γράµµατα, ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μονὴ Ζωγράφου ὅπου ἔγινε µοναχός. Ἡ ζωή του ἦταν ὑποδειγµατικὴ µέσα στὸ Μοναστήρι καὶ µετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ χειροτονήθηκε Διάκονος καὶ κατόπιν Ἱερέας. Τότε οἱ ἀσκητικοί του ἀγῶνες αὐξήθηκαν καὶ ἔτσι ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 22α Σεπτεµβρίου τὸ ἔτος 1323.






Οἱ Ἅγιοι 26 Ὁσιοµάρτυρες Ζωγραφίτες



Οἱ ἅγιοι αὐτοί, σύµφωνα µὲ τὴν διήγηση, ἀπὸ τὸν πύργο τοῦ µοναστηρίου, ὅπου ἦταν κλεισµένοι, ἤλεγχαν τοὺς αἱρετικοὺς τοῦ παπικοῦ βασιλιᾶ Μιχαὴλ Παλαιολόγου καὶ τοῦ ἐπίσης παπικοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βέκκου (1275-1282). Τότε µὲ ἐντολὴ τοῦ βασιλιᾶ, στὶς 10 Ὀκτωβρίου, ἔβαλαν φωτιὰ στὸ µοναστήρι καὶ ἔτσι τοὺς ἔκαψαν ὅλους ζωντανούς. Τὰ ὀνόµατά τους εἶναι: Θωµᾶς ἡγούµενος, Βαρσανούφιος, Κύριλλος, Μιχαῖος (ἢ Μιχαίας), Σίµων, Ἰλαρίων, Ἰάκωβος, ἕτερος Ἰάκωβος, Ἰώβ, Κυπριανός, Σάββας, Μαρτινιανός, Κοσµᾶς, Σέργιος, Μηνᾷς, Ἰωάσαφ, Ἰωαννίκιος, Παῦλος, Ἀντώνιος, Εὐθύµιος, Δοµέτιος, Παρθένιος καὶ τέσσερα ἀκόµα ἄτοµα ποὺ τὰ ὀνόµατά τους εἶναι ἄγνωστα.






Ἡ Ἁγία Παρασκευὴ τοῦ Σάρωφ - Ντιβίγιεβο (Ρωσίδα)



Διὰ Χριστὸν σαλή.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 23



     Σύλληψις τοῦ Τιµίου Προδρόµου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου

     Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης µὲ τὰ δυὸ παιδιά του Πέτρο καὶ Ἀντώνιο (ἢ Ἀντωνῖνο)

     Ἡ Ἁγία Ραΐς ἡ παρθένος

     Οἱ Ὁσίες Ξανθίππη καὶ Πολυξένη

     Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ παντοπώλης, Νεοµάρτυρας ἀπὸ τὸ Καρπενήσι

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεοµάρτυρας «ἐκ Μουσουλµάνων»

     Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Μητροπολίτης Ἄργους, ἐθνοϊεροµάρτυρας

     Ὁ Ἅγιος Adamnan (Σκωτσέζος)







Σύλληψις τοῦ Τιµίου Προδρόµου καὶ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου



Ἔτσι προφήτευσε ὁ προφήτης Ἡσαΐας γιὰ τὸν Πρόδροµο τοῦ Κυρίου, Ἰωάννη: «Φωνὴ βοῶντος ἐν τῇ ἐρήµῳ, ἑτοιµάσατε τὴν ὀδὸν Κυρίου, εὐθείας ποιεῖτε τὰς τρίβους αὐτοῦ». Δηλαδή, φωνὴ ἀνθρώπου, ποὺ φωνάζει στὴν ἔρηµο καὶ λέει: Ἑτοιµάστε τὸ δρόµο, ἀπ᾿ ὅπου θὰ ἔλθει ὁ Κύριος σὲ σᾶς. Κάνετε ἴσιους καὶ ὁµαλοὺς τοὺς δρόµους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους θὰ περάσει. Ξεριζῶστε, δηλαδή, ἀπὸ τὶς ψυχές σας τὰ ἀγκάθια τῶν ἁµαρτωλῶν παθῶν καὶ ρίξτε µακριὰ τὰ λιθάρια τοῦ ἐγωισµοῦ καὶ τῆς πώρωσης καὶ καθαρίστε µὲ

µετάνοια τὸ ἐσωτερικό σας, γιὰ νὰ δεχθεῖ τὸν Κύριο. Ἡ φωνὴ αὐτή, ποὺ ἦταν ὁ Ἰωάννης, γεννήθηκε µὲ θαυµαστὸ τρόπο. Ὁ πατέρας του Ζαχαρίας ἦταν ἱερέας. Τὴν ὥρα τοῦ θυµιάµατος µέσα στὸ θυσιαστήριο, εἶδε ἄγγελο Κυρίου, ποὺ τοῦ ἀνήγγειλε, ὅτι θὰ ἀποκτοῦσε γιὸ καὶ θὰ ὀνοµαζόταν Ἰωάννης. Ὁ Ζαχαρίας σκίρτησε ἀπὸ χαρά, ἀλλὰ δυσπίστησε. Ἡ γυναῖκα του ἦταν στεῖρα καὶ γριά, πῶς θὰ γινόταν αὐτὸ ποῦ ἄκουγε; Τότε ὁ ἄγγελος τοῦ εἶπε ὅτι γιὰ νὰ τιµωρηθεῖ ἡ δυσπιστία του, µέχρι νὰ πραγµατοποιηθεῖ ἡ βουλὴ τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς θὰ ἔµενε κωφάλαλος. Πράγµατι, ἡ

Ἐλισάβετ συνέλαβε, καὶ µετὰ ἐννιὰ µῆνες ἔκανε γιό. Μετὰ ὀκτὼ ἡµέρες, στὴν περιτοµὴ τοῦ παιδιοῦ, οἱ συγγενεῖς θέλησαν νὰ τοῦ δώσουν τὸ ὄνοµα τοῦ πατέρα του, Ζαχαρία. Ὅµως, ὁ Ζαχαρίας, ἔγραψε ἐπάνω σὲ πινακίδιο τὸ ὄνοµα Ἰωάννης. Ἀµέσως δέ, λύθηκε ἡ γλῶσσα του, καὶ ἡ χαρὰ γιὰ ὅλους ἦταν µεγάλη.






Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Βασιλείου τοῦ Μακεδόνα (867) καὶ ἦταν γέρων στὴν ἡλικία. Συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνούς, οἱ ὁποῖοι ἐκείνη τὴν ἐποχὴ ἐξουσίαζαν ὅλην τὴν Ἀφρικὴ καὶ εἶχαν φτάσει µέχρι τὴν Σικελία. Τὸν ὁδήγησαν µπροστὰ στὸν θηριώδη ἄρχοντά τους Ἀβραχίµ, στὸν ὁποῖο µπροστὰ ὁ Ἅγιος ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ µὲ περίσσια τόλµη. Τότε ὁ ἄρχοντας αὐτὸς τὸν φυλάκισε γιὰ πολλὰ χρόνια καὶ ἐπειδὴ ἔβλεπε ὅτι ὁ Ἀνδρέας ἐπέµενε στὴν πίστη του, τὸν ἔβαλε µπροστά του σὰ στόχο καὶ καλπάζοντας τὸ ἄλογό του τὸν χτύπησε θανάσιµα µὲ τὸ κοντάρι του. Κατόπιν τὸν ἀποκεφάλισε καὶ ἔτσι

ὁ Ἀνδρέας ἔλαβε ἔνδοξα τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης µὲ τὰ δυὸ παιδιά του Πέτρο καὶ Ἀντώνιο (ἢ Ἀντωνῖνο)



Κατάγονταν ἀπὸ τὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας καὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ

Βασιλείου τοῦ Μακεδόνα (867). Ὅταν κατέλαβαν τὴν Σικελία οἱ Ἀγαρηνοί, τὸν Ἰωάννη

µὲ τοὺς γιούς του πῆραν αἰχµαλώτους καὶ τοὺς µόρφωσαν σύµφωνα µὲ τὴν δική τους

θρησκεία. Ὅταν µεγάλωσαν ὅµως, δὲν ξέχασαν τὴν θρησκεία ποὺ τοὺς εἶχε διδάξει ὁ

πατέρας τους καὶ ἔτσι λάτρευαν κρυφὰ τὸν ἕναν καὶ ἀληθινὸ Θεό. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ

ὁ θηριώδης ἀρχηγὸς τῶν Ἀγαρηνῶν Ἀβραχίµ, ἐξαγριωµένος, ἐπειδὴ τοὺς εἶχε δώσει καὶ

µεγάλα ἀξιώµατα, τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς βασάνισε µὲ τὸν πιὸ βάρβαρο καὶ φρικτὸ

τρόπο. Τελικὰ ἀφοῦ τοὺς ἔκοψε ὅλα τὰ µέλη τοῦ σώµατός τους, τὰ δυὸ παιδιὰ

παρέδωσαν τὴν ἁγία ψυχή τους στὸν Θεό. Ὁ δὲ πατέρας τους, παρέδωσε καὶ αὐτὸς

ἔνδοξα τὴν ψυχή του στὸν Θεό, ἀφοῦ ὁ βάρβαρος Ἀβραχὶµ ἔχωσε στὸ λαρύγγι του τὸ

ξίφος.






Ἡ Ἁγία Ραΐς ἡ παρθένος



Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Βάταν (ἢ Τάµαν) τῆς Αἰγύπτου καὶ ἦταν θυγατέρα κάποιου Πέτρου. Ἀπὸ 12 χρονῶν ἔγινε µοναχή. Ὅταν κάποτε πῆγε στὴν πηγή, µαζὶ µὲ ἄλλες παρθένες, γιὰ νὰ φέρει νερό, εἶδε πλῆθος χριστιανῶν τοὺς ὁποίους εἶχε δεµένους ὁ ἡγεµόνας Λουκιανός. Τότε καὶ αὐτὴ πῆγε καὶ ἔσµιξε µὲ τὸ πλῆθος αὐτό. Ὁ δὲ δεσµοφύλακας, τὴν συµβούλεψε νὰ ἀποµακρυνθεῖ γιὰ νὰ µὴ χάσει τὴ ζωή της µαζὶ µὲ τοὺς ὑπόλοιπους. Ἡ δὲ Ἅγια Ραΐς ὄχι µόνο δὲν ἔφυγε, ἀλλὰ µὲ εὐτολµία παρουσιάστηκε

µπροστὰ στὸν ἡγεµόνα, περιγέλασε τοὺς θεούς του καὶ τὸν ἔφτυσε κατάµουτρα, ἐπειδὴ καὶ αὐτὸς εἰρωνεύτηκε τὸν Χριστό. Ἀµέσως τότε τὴν βασάνισαν φρικτὰ καὶ στὸ τέλος τὴν ἀποκεφάλισαν, παίρνοντας ἔτσι τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Οἱ Ὁσίες Ξανθίππη καὶ Πολυξένη



Ἦταν Ἰσπανίδες ἀδελφὲς καὶ ἔζησαν στὰ µέσα τοῦ πρώτου αἰῶνα µετὰ Χριστόν, ὅταν Καῖσαρ ἦταν ὁ Κλαύδιος ὁ Α´. Ἡ Ξανθίππη µαζὶ µὲ τὸ σύζυγό της Πρόβο, διδάχτηκε τὴν χριστιανικὴ θρησκεία, καὶ ἦλθε σ᾿ αὐτή, ἀπὸ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Ἡ Πολυξένη ἀφοῦ πῆγε στὴν Ἀνατολή, βαπτίστηκε ἀπὸ τὸν πρωτόκλητο ἀπόστολο Ἀνδρέα. Καὶ οἱ δυὸ ἀδελφές, ἐργάστηκαν γιὰ τὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ ὁδήγησαν σ᾿ αὐτὴν πολλὲς γυναῖκες. Πέθαναν καὶ οἱ δυὸ εἰρηνικὰ σὲ προχωρηµένη ἡλικία, χωρὶς νὰ πάψουν µέχρι καὶ τὴν τελευταία τους πνοὴ νὰ στηρίζουν τὶς ἀσθενικὲς ψυχὲς στὴ χριστιανικὴ ἐλπίδα.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ παντοπώλης, Νεοµάρτυρας ἀπὸ τὸ Καρπενήσι

«... Ἐγὼ χριστιανὸς εἶµαι καὶ τὸν Χριστό µου πιστεύω γιὰ ἀληθινὸ Θεό. Οἱ τιµὲς καὶ τὰ ὀφφίκια ποὺ µοῦ τάζεις, δὲν µοῦ χρειάζονται. Ἐγὼ τὸν Χριστό µου δὲν ἀρνοῦµαι, τὸν Χριστὸ πιστεύω, γιὰ τὸ ὄνοµά Του θὰ πεθάνω, Τοῦρκος δὲν γίνοµαι». Αὐτὴ ἦταν ἡ δυναµικὴ ἀπάντηση τοῦ νεαροῦ Νικολάου στὸν κριτή, ὅταν µὲ πλεκτάνη προσπάθησαν νὰ τὸν ἐξισλαµίσουν. Ὁ Νικόλαος γεννήθηκε στὸ Καρπενήσι ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, ποὺ φρόντισαν καὶ γιὰ τὴν δική του εὐσέβεια καὶ µόρφωση. Σὲ ἡλικία 15 χρονῶν βρίσκεται στὴν Κωνσταντινούπολη, ὑπηρετώντας στὸ παντοπωλεῖο τοῦ πατέρα του, στὸ Ταχτὰ Καλέ. Κάποιος κουρέας Τοῦρκος ὅµως, ποὺ τοῦ µάθαινε τὴν Τούρκικη γλῶσσα, τοῦ ἔδωσε νὰ διαβάσει τὴν Τούρκικη ὁµολογία πίστης, µπροστὰ σὲ µάρτυρες, χωρὶς ὁ Νικόλαος νὰ γνωρίζει τίποτα. Ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι γίνεται Τοῦρκος, ὁ Νικόλαος ἀµέσως ὁµολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ἡ δυναµικὴ ἀπάντηση ποὺ ἔδωσε στὸν κριτή, ἔκανε τοὺς Τούρκους νὰ τὸν βασανίσουν µέσα στὴ φυλακὴ µὲ τὸν πιὸ ἄγριο τρόπο.

Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὅµως, ὁ Νικόλαος ἔµεινε ἀκλόνητος στὴν πίστη του. Ἔτσι, τὴν Δευτέρα

23 Σεπτεµβρίου 1672 τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἦταν 15 χρονῶν. Τὸ λείψανό του

ἐνταφιάστηκε στὸ Μοναστήρι τῆς Παναγίας Χάλκης. Ἀργότερα ἡ κάρα τοῦ Ἁγίου

µεταφέρθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ξηροποτάµου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. (Ἡ µνήµη του περιττῶς

ἐπαναλαµβάνεται, ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστές, καὶ τὴν 23η Δεκεµβρίου).






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεοµάρτυρας «ἐκ Μουσουλµάνων»



Ὁ Ἅγιος αὐτὸς νεοµάρτυρας γεννήθηκε στὴν Κόνιτσα τῆς Ἠπείρου, ἀπὸ γονεῖς

Μουσουλµάνους. Ὁ πατέρας του ἦταν Δερβίσης καὶ Σέχης στὸ ἀξίωµα. Εἴκοσι χρονῶν,

µπῆκε καὶ αὐτὸς στὸ τάγµα τῶν Δερβίσηδων. Ἀφοῦ ἔκανε ἀρκετὰ χρόνια στὰ Ἰωάννινα,

πῆγε στὸ Βραχώρι τῆς Αἰτωλίας, ὅπου κατοίκησε σ᾿ ἕνα οἴκηµα, ποὺ ὀνοµαζόταν

Μουσελὶµ σεράι. Ξαφνικὰ ὅµως, ἄρχισε νὰ ζεῖ σὰν χριστιανός, πέταξε τὰ ἐνδύµατα τοῦ

Δερβίση καὶ ντύθηκε χριστιανικά. Ἔπειτα πῆγε στὴν Ἰθάκη, ὅπου δέχτηκε τὸ ἅγιο

Βάπτισµα µὲ τὸ ὄνοµα Ἰωάννης. Ὅταν ἐπανῆλθε στὴν Αἰτωλία, παντρεύτηκε στὸ χωριὸ

Μαχαλὰς καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ ἀγροφύλακα. Ὁ πατέρας του ὅµως, ἔστειλε

ἀπεσταλµένους νὰ τὸν µεταπείσουν, ἀλλ᾿ αὐτὸς τοὺς ἔδιωξε. Τότε συλλήφθηκε ἀπὸ

τὸν Μουσελίµη τοῦ Βραχωρίου, στὸν ὁποῖο ὁµολόγησε µὲ θάρρος τὸ χριστιανικό του

ὄνοµα καὶ τὴν ἀγάπη του στὸν Χριστό. Βασανίστηκε ἀνελέητα. Τελικὰ τὸν

ἀποκεφάλισαν στὶς 23 Σεπτεµβρίου 1814. Οἱ χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ τίµιο λείψανό του

καὶ τὸ ἔθαψαν σ᾿ ἕνα ἀγρόκτηµα στὸ Βραχώρι.






Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Μητροπολίτης Ἄργους, ἐθνοϊεροµάρτυρας



Γρηγόριος Καλαµαρᾶς Μητροπολίτης Ἄργους καὶ Ναυπλίου (1810-1821), ἀνιψιὸς τοῦ προκατόχου του Γρηγορίου (1800-1810). Γεννήθηκε στὴν Ἀλαγονία Καλαµάτας. Χρηµάτισε µητροπολίτης Ἐρυθρῶν καὶ κατόπιν Πατρῶν (1780-1799). Ὑπὸ τὴν ἰδιότητα τοῦ «πρώην» ἐκλέχθηκε µητροπολίτης Ναυπλίου καὶ Ἄργους (1810). Τὸ ἔτος 1819

µυήθηκε στὴν Φιλικὴ Ἑταιρεία ἀπὸ τὸν Νικηφόρο Παµπούκη, ἐνῷ βρισκόταν στὴν Ὕδρα, ὁ ἴδιος δὲ ἔκαµε Φιλικοὺς τοὺς προκρίτους τῆς ἐπαρχίας του. Ἡ προεπαναστατικὴ ἐθνικὴ δραστηριότητα τοῦ Γρηγορίου ἔγινε ἀντιληπτὴ ἀπὸ τοὺς Τούρκους καὶ γι᾿ αὐτό, µὲ διαταγὴ τοῦ καϊµακάµη τῆς Τρίπολης, κλείστηκε µαζὶ µὲ

ἄλλους ἀρχιερεῖς στὶς φυλακὲς τῆς πόλης καὶ ὑπέφερε τὰ πάνδεινα, µέχρις ὅτου ἀπὸ τὶς κακουχίες, τὴν ἀσιτία καὶ τὰ πολύµηνα µαρτύρια πέθανε στὶς 21 Σεπτεµβρίου 1821.






Ὁ Ἅγιος Adamnan (Σκωτσέζος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ὅι Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 24



     Ἡ Ἁγία Θέκλα ἡ Ἰσαπόστολος

     Ὁ Ὅσιος Κόπρις

     Μνήµη θαύµατος τῆς Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας τῆς Μυρτιδιώτισσας

     Ἡ Ἁγία Πέρση (ἢ Περσίδα)

     Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἁγιορείτης







Ἡ Ἁγία Θέκλα ἡ Ἰσαπόστολος



Γεννήθηκε ἀπὸ εἰδωλολατρικὴ οἰκογένεια στὸ Ἰκόνιο. Μνηστεύθηκε µὲ κάποιο νέο, τὸ Θάµυρη, µὲ τὸν ὁποῖο ἔµελλε νὰ συζευχθεῖ. Ἐν τῷ µεταξὺ ἦλθε στὸ Ἰκόνιο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καὶ κήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ στὸ σπίτι ἑνὸς εὐσεβοῦς ἄνδρα, τοῦ Ὀνησιφόρου,

µετέπειτα ἀποστόλου (+ 7 Σεπτεµβρίου). Ἡ συνεχὴς προσέλευση στὸ θεῖο κήρυγµα προσείλκυσε τὴν προσοχὴ τῆς Θέκλας. Καὶ κάποια νύκτα, µέσα στὸ ἀκροατήριο ἦταν καὶ αὐτή. Τὰ λόγια ποὺ ἄκουσε τὴν τράβηξαν τόσο πολύ, ὥστε τὴν ἔκαναν νὰ

ἐπανέλθει πολλὲς φορὲς νὰ ἀκούσει τὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Αὐτό, ὅµως, ὅταν τὸ ἔµαθαν ἡ µητέρα της καὶ ὁ µνηστῆρας της, προκειµένου νὰ τὴν ἐπαναφέρουν στὴν εἰδωλολατρία, συκοφάντησαν τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, µὲ ἀποτέλεσµα ὁ ἡγεµὼν Καστίλλιος νὰ τὸν φυλακίσει καὶ στὴ συνέχεια νὰ τὸν διώξει ἀπὸ τὴν πόλη. Ἀλλὰ ἡ Θέκλα εἶχε πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ δοθεῖ ὁλοκληρωτικὰ στὴ διακονία τοῦ Εὐαγγελίου. Συγγενεῖς καὶ πρώην φίλοι τῆς τὴν πολέµησαν ἀνελέητα. Αὐτὴ ὅµως, εἶχε στὴ θύµησή της τὰ λόγια του διδασκάλου της Ἀποστόλου Παύλου: «Θύρα µοι ἀνέωγε µεγάλη καὶ ἐνεργής, καὶ ἀντικείµενοι πολλοί». Μοῦ ἀνοίχτηκε, δηλαδή, πόρτα µεγάλη, γιὰ καρποφόρα ἱεραποστολικὴ δράση. Καὶ γι΄ αὐτό, λόγω τοῦ φθόνου ποὺ ἔχει ὁ σατανᾶς γιὰ κάθε καλό, πολλοὶ καὶ τώρα παρουσιάζονται ἐνάντιοι καὶ πολέµιοι. Τελικὰ ἡ Θέκλα στὴν πορεία τῆς Ἱεραποστολικῆς της δράσης πέρασε πολλὰ µαρτύρια, ἀπὸ τὰ ὁποῖα, ὅµως, µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο βγῆκε ἄθικτη. Πέθανε 90 χρονῶν σὲ κάποιο ὄρος τῆς Σελεύκειας.






Ὁ Ὅσιος Κόπρις



Ἐπονοµάσθηκε ἔτσι, διότι ἡ µητέρα του σὲ καιρὸ διωγµοῦ καὶ ἐπιδροµῆς βαρβάρων, ἐνῷ ἔτρεχε καὶ αὐτὴ νὰ φύγει, τὴν ἔπιασαν οἱ πόνοι τοῦ τοκετοῦ στὸ δρόµο καὶ γέννησε τὸν ὅσιο πάνω σὲ κοπριά! Ὁ Ὅσιος Κόπρις ἦταν σύγχρονος τοῦ ἁγίου Θεοδοσίου τοῦ Κοινοβιάρχου ἐπὶ βασιλέως Λέοντος τοῦ µεγάλου. Διακρινόταν γιὰ τὴν εὐσέβειά του, τὴν ἁγνότητά του καὶ τὴν σωφροσύνη του. Ἐπίσης ἦταν τύπος µεγάλης προθυµίας καὶ ταπεινοφροσύνης, καὶ ἔνιωθε µεγάλη εὐχαρίστηση ὅταν πρόσφερε τὶς ὑπηρεσίες του σὲ

µικροὺς καὶ µεγάλους. Καὶ ὅταν κανεὶς τοῦ ἔλεγε ὅτι ταπεινοφρονεῖ, αὐτὸς ἀπαντοῦσε:

«Πράγµατι, πῶς νὰ µὴ ταπεινοφρονῶ; ὁ τόπος ποὺ γεννήθηκα (δηλ. ἡ κοπριά) δείχνει

τὴν ἀξία µου». Ἔτσι ἔζησε καὶ πέθανε, πιστὸς πάντοτε, ταπεινὸς ὑπηρέτης τῶν

συνανθρώπων του. Ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς τὸν ἀνύψωσε. Γιὰ τὴν πίστη του, τὴν διακονία του,

τὴν ταπεινοφροσύνη του, δίκαια ἡ Ἐκκλησία τὸν κατάταξε στὸ χορὸ τῶν Ἁγίων της.






Μνήµη θαύµατος τῆς Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας τῆς Μυρτιδιώτισσας



Τὸ γεγονὸς ἔλαβε χώρα στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Μυρτιδίων στὸ νησὶ Κύθηρα, ὅταν θεράπευσε παράλυτο. Λεπτοµέρειες γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, καθὼς καὶ γιὰ τὶς παραδόσεις τῆς εὑρέσεως τῆς ἁγίας εἰκόνας τῆς Παναγίας τῆς Μυρτιδιώτισας, βλέπε στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ματθαίου Λαγγῆ, αὐτὴ τὴν µέρα, τόµος 9ος σελίδα 514, ἔκδοση 5η

1992.






Ἡ Ἁγία Πέρση (ἢ Περσίδα)



Ἡ µνήµη της ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ Delehaye κατὰ τὴν 23η καὶ 24η

Σεπτεµβρίου καὶ στὸν Παρισινὸ Κώδικα 3041 τὴν 24η Σεπτεµβρίου µὲ τὸ δίστιχο:

«Μικρὸν θαλαττεύουσα Πέρσα, πρὸς χρόνον, µέγαν πρὸς ὅρµον οὐρανοῦ

προσωρµήσω».






Ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἁγιορείτης



Ἔγινε γνωστὸς πρὶν ἀκόµα ἁγιοποιηθεῖ ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία µὲ τὸ βιογραφικὸ ἔργο «Ὁ γέροντας Σιλουανὸς τοῦ Ἄθω», ποὺ τὸ συνέγραψε µὲ ὡραῖο τρόπο ὁ Ἡγούµενος τῆς Μονῆς Τιµίου Προδρόµου στὸ Ἔσσεξ τῆς Ἀγγλίας Ἀρχιµανδρίτης Σωφρόνιος, ποὺ ἔζησε κοντὰ στὸν Ἅγιο γιὰ πολὺ καιρὸ στὸν Ἄθω. Σύµφωνα λοιπὸν µὲ τὸν Σωφρόνιο, ὁ Ἅγιος Σιλουανὸς ἀσκήθηκε στὸ Ἅγιον Ὄρος γιὰ 46 ὁλόκληρα χρόνια καὶ συγκεκριµένα στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Παντελεήµονα. Γεννήθηκε τὸ 1866 στὸ χωριὸ Σόβοκ τῆς ἐπαρχίας Λεµπεντιάσκ τῆς Ρωσίας καὶ τὸ κοσµικό του ὄνοµα ἦταν Συµεὼν Ἰβάνοβιτς Ἀντόνωφ. Στὴ Ρωσία ἐξασκοῦσε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ ξυλουργοῦ. Στὸ Ἅγιον Ὄρος ἦλθε τὸ 1892 καὶ ἀφιερώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Τὸ

1911 ἔγινε µεγαλόσχηµος καὶ στολίστηκε µὲ πολλὲς ἅγιες ἀρετὲς καὶ γέµισε ὅλος ἀπὸ θεῖο φῶς. Τὸ 1905 βγῆκε γιὰ λίγο ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἐπισκέφθηκε τὰ µοναστήρια τῆς πατρίδας του. Ἀπεβίωσε στὶς 24 Σεπτεµθρίου τοῦ 1938 καὶ ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πρόσφατα τὸν ἁγιοποίησε.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 25



     Ἡ Ὁσία Εὐφροσύνη, θυγατέρα Παφνουτίου τοῦ Αἰγυπτίου

     Ὁ Ὅσιος Παφνούτιος

     Ὁ Ὁσιοµάρτυς Παφνούτιος ὁ ἀναχωρητὴς καὶ οἱ σὺν αὐτῷ 546 µαρτυρήσαντες

     Ἀνάµνηση Μεγάλου Σεισµοῦ

     Οἱ Ἅγιοι Παῦλος, Τάττη καὶ τὰ παιδιά τους Σαβινιανός, Μάξιµος, Ροῦφος καὶ

Εὐγένιος

     Ὁ Ἅγιος Βυζατηνός

     Ὁ Ὅσιος Σέρπος ὁ θαυµατουργὸς (Ρῶσος)

     Ὁ Ὅσιος Θεόφιλος Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου






Ἡ Ὁσία Εὐφροσύνη, θυγατέρα Παφνουτίου τοῦ Αἰγυπτίου



Ἦταν µοναχοκόρη καὶ πολὺ πλούσια. Ὁ πατέρας της Παφνούτιος ἦταν ὁ πλουσιότερος τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ µαζὶ µὲ τὴν σύζυγό του διακρίνονταν γιὰ τὴν θερµὴ πίστη τους στὸ Θεό. Δώδεκα χρονῶν ἡ Εὐφροσύνη ἔµεινε ὀρφανὴ ἀπὸ µητέρα, καὶ ὁ πατέρας της ἀφοσιώθηκε ἀκόµα πιὸ φιλόστοργα στὴν ἐπιµέλεια τῆς κόρης του. Ὅταν ἡ Εὐφροσύνη ἔφθασε στὸ 18ο ἔτος τῆς ἡλικίας της, ὁ πατέρας της θέλησε νὰ τὴν παντρέψει µὲ ἕνα νέο ὑψηλῆς κοινωνικῆς τάξης. Ὅµως τὴν ψυχὴ τῆς Εὐφροσύνης εἶχε καταλάβει ὁ θεῖος ἔρωτας. Ὁ γάµος καὶ οἱ κοσµικότητες θὰ τῆς ἦταν ἐµπόδιο νὰ ἀφιερωθεῖ συστηµατικὰ στὴν ἐλεηµοσύνη καὶ στὴν ὑπηρεσία τοῦ πλησίον. Γι᾿ αὐτὸ κάποια µέρα, ἀφοῦ διαµοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της στοὺς φτωχούς, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸ σπίτι, καὶ µετὰ ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες, κατέληξε µεταµφιεσµένη ἀνδρικὰ σὲ κοινόβιο ἀνδρικὸ µοναστήρι. Ἐκεῖ πῆρε τὸ ὄνοµα Σµάραγδος καὶ ὅλοι οἱ µοναχοὶ θαύµαζαν τὸν πνευµατικό της ἀγῶνα καὶ τὴν διακονία ποὺ πρόθυµα πρόσφερε σὲ ὅλους. Ἔζησε στὸ µοναστήρι 38 χρόνια. Στὸ τέλος τῆς ζωῆς της συναντήθηκε καὶ µὲ τὸν πατέρα της, ὅταν καὶ αὐτὸς ἔγινε µοναχὸς στὸ ἴδιο µοναστήρι. Ἔτσι, µὲ τὴν ζωή της ἡ Εὐφροσύνη µας ὑπενθυµίζει τὰ λόγια της Ἁγίας Γραφῆς, ποὺ λένε: «ἀρνησάµενοι τὰς κοσµικὰς ἐπιθυµίας

σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωµεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι». Δηλαδή, ἀφοῦ ἀρνηθοῦµε τὶς ἐπιθυµίες τοῦ µαταίου καὶ ἁµαρτωλοῦ αὐτοῦ κόσµου, νὰ ζήσουµε στὸν παρόντα αἰῶνα µὲ ἐγκράτεια στὴ ζωή µας, µὲ δικαιοσύνη πρὸς τοὺς συνανθρώπους µας καὶ µὲ εὐσέβεια πρὸς τὸ Θεό.






Ὁ Ὅσιος Παφνούτιος



Ἦταν ὁ πατέρας τῆς Ὁσίας Εὐφροσύνης. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Βλέπε βιογραφικὸ σηµείωµα τῆς Ὁσίας Εὐφροσύνης.

Ὁ Ὁσιοµάρτυς Παφνούτιος ὁ ἀναχωρητὴς καὶ οἱ σὺν αὐτῷ 546 µαρτυρήσαντες



Πνευµατικὸς ἀθλητὴς τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήµου «ἐκ πόλεως Γεντυρίας», ποὺ πήγαινε πολλὲς φορὲς στὶς πόλεις, ὅπου διέδιδε καὶ ὑποστήριζε τὴν πίστη, καὶ ἔφερνε στὸ ἀσκητήριό του πλήθη ποὺ ζητοῦσαν ἀπ᾿ αὐτὸν πνευµατικὴ καθοδήγηση καὶ ἐνίσχυση. Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν διωγµῶν κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἐπὶ Διοκλητιανοῦ. Καὶ ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι τὸν καταζητοῦσαν, δὲν προσπάθησε νὰ φύγει, οὔτε περίµενε νὰ συλληφθεῖ, ἀλλὰ µόνος του πῆγε καὶ συνάντησε τὸν ἔπαρχο Ἀρριανό. Αὐτὸς ἐξεπλάγη βλέποντας τὸν ὑψηλὸ καὶ σεβάσµιο γέροντα, τὸν ἀσθενῆ καὶ λεπτὸ καὶ ὅµως ἰσχυρό, τόσο ἰσχυρό, ὥστε νὰ ἔχει καὶ τώρα τὸ ὕφος ὄχι κάποιου κρινόµενου, ἀλλὰ κριτοῦ. Μετὰ τὶς συνηθισµένες διατυπώσεις, ὁ Παφνούτιος ἀπειλήθηκε µὲ θάνατο. Χαµογέλασε. Τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, καὶ ἐκεῖ ἔκανε χριστιανοὺς τοὺς δεσµῶτες του. Ὅταν τὸν ἔφεραν ξανὰ γιὰ ἀνάκριση, κοντὰ στὸν ποταµὸ Νεῖλο, ὅπου ἦταν ὁ Ἀρριανός, ἀνέπτυξε µὲ

τόση δύναµη τὴν χριστιανικὴ πίστη, ὥστε πολυάριθµοι ψαράδες δήλωσαν τοὺς ἑαυτούς τους χριστιανούς. Καὶ ὄχι µόνο αὐτοί. Ἀλλὰ καὶ 546 συνολικὰ στρατιῶτες, µαζὶ µὲ τὸν προϊστάµενό τους Εὐσέβιο, ὁµολόγησαν τὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίστηκαν ἐπὶ τόπου. Τὸν δὲ Παφνούτιο, ἀφοῦ τὸν ὑπέβαλαν σὲ πολλὰ βασανιστήρια, τελικὰ τὸν σταύρωσαν ἐπάνω σ᾿ ἕνα ξερὸ φοίνικα, ὅπου καὶ παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του στὸν στεφανοδότη Χριστό.






Ἀνάµνηση Μεγάλου Σεισµοῦ



Ὁ σεισµὸς αὐτὸς ἔγινε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (410). Καὶ σύµφωνα µὲ τὴν παράδοση, κατὰ τὴν ὥρα τῆς λιτανείας, στὴν Κωνσταντινούπολη, ἁρπάχτηκε στὸν ἀέρα ἕνα παιδί, γιὰ νὰ ἀποκαλύψουν οἱ Ἄγγελοι τοῦ Κυρίου τὶς λανθασµένες δοξασίες τῶν αἱρετικῶν θεοπασχιτῶν.






Οἱ Ἅγιοι Παῦλος, Τάττη καὶ τὰ παιδιὰ τοὺς Σαβινιανός, Μάξιµος, Ροῦφος καὶ

Εὐγένιος



Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Δαµασκό. Ἐπειδὴ ἦταν χριστιανοὶ συλλήφθηκαν καὶ βασανίστηκαν φρικτὰ µέχρι θανάτου.






Ὁ Ἅγιος Βυζατηνός



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Τὸν ἀναφέρει τὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο, ποὺ ἐκδόθηκε ἀπὸ τὸν Ἀρχιµανδρίτη Κάλλιστο σελ. 112.






Ὁ Ὅσιος Σέργιος ὁ θαυµατουργὸς (Ρῶσος)


Ὁ Ὅσιος Θεόφιλος Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου



Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ἀναφέρει γιὰ τὸν ὅσιο αὐτὸ τὰ ἑξῆς: « Ἄγνωστος καθ᾿ ὁλοκληρίαν εἰς τοὺς ἐντύπους Συναξαριστάς. Ἡ µνήµη τούτου µετὰ τῆς αὐτοῦ Ἀκολουθίας, ποίηµα Θεοφάνους τοῦ Γραπτοῦ, ἀπαντᾷ ἐν τῷ Παρισινῷ Κώδικι 1619 φ. 62. Ἐκ τοῦ περιεχοµένου τῆς Ἀκολουθίας φαίνεται, ὅτι ἣν πρότερον µοναχὸς ἐν ἐρήµῳ φυγαδεύων καὶ εἴτα διὰ τὴν ἁγιωσύνην καὶ ἀρετὴν αὐτοῦ προήχθη εἰς τὴν µητρόπολιν Ἐφέσου, ἣν θεαρέστως διεκυβέρνησεν «ἐλέγχων διὰ τῶν διδαχῶν αὐτοῦ τοὺς φρενοβλαβῶς τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ἀτιµάζοντας» ἐξ οὗ δῆλον ὅτι ἐπὶ τῶν εἰκονοµάχων ἤκµασεν ἴσως

δὲ ἣν καὶ σύγχρονος Θεοφάνους τοῦ ποιητοῦ καὶ Γραπτοῦ, ὅστις καὶ τὴν τούτου Ἀκολουθίαν συνέθετο. (Ἐν τῷ Συναξαριστῇ Delehaye φέρεται ἡ µνήµη κατὰ τὴν ἡµέραν ταύτην «τοῦ ὁσίου Θεοφίλου Ἀρχιεπισκόπου Ἐφέσου τοῦ ὁµολογητοῦ» σ. 77,14). Εἰς τὸ Συνοδικὸν τῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας ἀναφέρεται ἡ µνήµη τοῦ ἀρχιεπισκόπου Θεοφίλου ἄνευ µνείας τῆς ἐπισκοπῆς αὐτοῦ, µετὰ τοῦ Νικολάου ἀρχιεπισκόπου (ἴσως Θεσσαλονίκης, Νοεµ. 29). Εἰκάζω ὅτι περὶ τούτων πρόκειται, καίτοι περὶ τοῦ Νικολάου λέγεται, ὅτι ἐν εἰρήνῃ ἐτελειώθη. Ὁµοίως καὶ ἐν τῷ Πατµιακῷ Κώδ. 266 «µνήµη τοῦ ὁσίου Θεοφίλου ἀρχιεπισκόπου Ἐφέσου».

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 26



     Ἡ Μετάστασις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου

     Οἱ Ἁγίες Πέντε Παρθένες καὶ Μονάστριες Θέκλα, Μαριαµνή, Μάρθα, Μαρία καὶ

Ἐνναθᾶ

     Ἡ Ἁγία Χήρα

     Ὁ Δίκαιος Γεδεών

     Ἀνακοµιδὴ τῆς Τιµίας Κάρας τοῦ πρωτοκλήτου Ἀποστόλου Ἀνδρέου







Ἡ Μετάστασις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου



Ἀρκετοὶ εἶχαν τὴν ἄποψη ὅτι ὁ Ἰωάννης δὲν πέθανε, ἀλλὰ µετατέθηκε στὴν ἄλλη ζωή, ὅπως ὁ Ἐνὼχ καὶ ὁ Ἠλίας. Ἀφορµὴ γι΄ αὐτὴν τὴν ἄποψη ἔδωσε τὸ γνωστὸ εὐαγγελικὸ χωρίο, Ἰωάννου κα΄ 22. Ὅµως, ὁ ἀµέσως ἑπόµενος στίχος κα΄ 23 διευκρινίζει τὰ πράγµατα. Ἡ παράδοση ποὺ ἀσπάσθηκε ἡ Ἐκκλησία µας εἶναι ἡ ἑξῆς: Ὁ Ἰωάννης σὲ βαθειὰ γεράµατα πέθανε στὴν Ἔφεσο καὶ τάφηκε ἔξω ἀπ΄ αὐτή. Ἀλλὰ µετὰ ἀπὸ

µερικὲς ἡµέρες, ὅταν οἱ µαθητές του ἐπισκέφθηκαν τὸν τάφο, βρῆκαν αὐτὸν κενό. Ἡ Ἐκκλησία µας, λοιπόν, δέχεται ὅτι στὸν ἀγαπηµένο µαθητὴ τοῦ Κυρίου συνέβη ὅ,τι καὶ

µὲ τὴν Παναγία µητέρα Του. Δηλαδή, ὁ Ἰωάννης ναὶ µὲν πέθανε καὶ ἐτάφη, ἀλλὰ µετὰ τρεῖς ἡµέρες ἀναστήθηκε καὶ µετέστη στὴν αἰώνια ζωή, γιὰ τὴν ὁποία ὁ ἴδιος, νὰ τί λέει σχετικά: «Ὁ ἔχων τὸν υἱὸν ἔχει τὴ ζωήν, ὁ µὴ ἔχων τὸν υἱὸν τοῦ Θεοῦ τὴ ζωὴν οὐκ ἔχει». Ἐκεῖνος, δηλαδή, ποὺ εἶναι ἑνωµένος µέσῳ τῆς πίστης µὲ τὸ Χριστὸ καὶ τὸν ἔχει δικό του, ἔχει τὴν ἀληθινὴ καὶ αἰώνια ζωή. Ἐκεῖνος, ὅµως, ποὺ δὲν ἔχει τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, νὰ ἔχει ὑπ᾿ ὄψιν του πὼς δὲν ἔχει καὶ τὴν ἀληθινὴ καὶ αἰώνια ζωή.






Οἱ Ἁγίες Πέντε Παρθένες καὶ Μονάστριες Θέκλα, Μαριαµνή, Μάρθα, Μαρία καὶ

Ἐνναθᾶ



Θανατώθηκαν ἀπὸ τὸν φιλάργυρο πνευµατικό τους πατέρα Παῦλο. Εἶναι οἱ ἴδιες µὲ αὐτὲς τῆς 9ης Ἰουνίου.






Ἡ Ἁγία Χήρα



Μαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε µὲ µαχαῖρι.






Ὁ Δίκαιος Γεδεών

Εἶναι γνωστὸς στὴν ἐκκλησιαστικὴ ὑµνογραφία, ποὺ παροµοιάζει τὸν Χριστὸ (τὴ γέννηση τοῦ Χριστοῦ) σὰν δροσιὰ «ἐν τῷ πόκῳ», δηλαδὴ στὸ ἀκατέργαστο πρόβειο

µαλλί.






Ἀνακοµιδὴ τῆς Τιµίας Κάρας τοῦ πρωτοκλήτου Ἀποστόλου Ἀνδρέου



Ἀπὸ τῆς Ρώµης εἰς τὴν πόλιν τοῦ µαρτυρίου αὐτοῦ, τὰς Πάτρας (26/9/1964).



Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 27



     Ὁ Ἅγιος Καλλίστρατος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν µαρτυρήσαντες 49 Μάρτυρες

     Ἡ Ἁγία Ἐπίχαρις

     Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος ἡγούµενος τῆς Μονῆς Σωτῆρος Χριστοῦ τῆς ἐπιλεγόµενης τοῦ Βαθέος Ρύακος

     Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος, Ἀρίσταρχος καὶ Ζήνων οἱ Ἀπόστολοι

     Οἱ Ἅγιοι Φιλήµων ὁ Ἐπίσκοπος καὶ Φουρτουνιανός

     Ἡ Ἁγία Γαϊανή

     Οἱ Ἅγιοι 15 Μάρτυρες

     Ἡ Ἁγία Ἀκυλίνα

     Ὁ Ὅσιος Σαββάτιος « ὁ ἐν Σολοβέτσκῃ» (Ρῶσος)

     Ἀνάµνησις τοῦ ὀράµατος καὶ τῆς ἀφωνίας τοῦ προφήτου Ζαχαρίου




Ὁ Ἅγιος Καλλίστρατος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν µαρτυρήσαντες 49 Μάρτυρες



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καρχηδόνα. Οἱ γονεῖς του, καθὼς καὶ οἱ προγονοί του, ἦταν εὐσεβέστατοι χριστιανοί. Ὅταν µεγάλωσε ὁ Καλλίστρατος, κατατάχθηκε στὸ στρατὸ σὰ νεοσύλλεκτος. Ἡ «ὁµίχλη» τῆς σαρκολατρείας ποὺ ἐπικρατοῦσε στὸ στράτευµα δὲν ἐπηρέασε καθόλου τὸν Καλλίστρατο. Ἀντίθετα µάλιστα, καλλιέργησε ἀκόµα περισσότερο τὶς εὐσεβεῖς συνήθειές του. Μία ἀπ᾿ αὐτὲς ἦταν νὰ προσεύχεται κατὰ τὴν νύκτα. Αὐτὸ ὅταν τὸ εἶδαν οἱ συνάδελφοί του, τὸν κατήγγειλαν στὸ στρατηγὸ Περσεντίνο (287 µ.Χ.). Αὐτὸς ἀµέσως τὸν κάλεσε, καὶ ὅταν ἄκουσε καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο ὅτι

εἶναι χριστιανός, διέταξε καὶ τὸν βασάνισαν σκληρά. Κατόπιν, ἀφοῦ τὸν ἔδεσαν µέσα σ᾿ ἕνα σάκκο, τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα. Ἀλλὰ µὲ θαῦµα ὁ σάκκος σχίστηκε, καὶ δυὸ δελφίνια ἔφεραν σῶο καὶ ἀβλαβὴ τὸν Καλλίστρατο, στὴ στεριά. Τότε, 49 στρατιῶτες

ποὺ εἶδαν τὸ γεγονὸς πίστεψαν στὸ Χριστό, καὶ ἀφοῦ ἔτρεξαν στὸν Καλλίστρατο, τοῦ εἶπαν: «Πράγµατι, εἴδαµε ὅτι ὑπάρχει στ᾿ ἀλήθεια καὶ εἶναι µεγάλος ὁ Θεός σου, ὁ ὁποῖος καὶ ἀπὸ τὸ βυθὸ τῆς θάλασσας ὑπερφυσικὰ σὲ ἔβγαλε. Θὰ µποροῦσε, ἄραγε, νὰ δεχθεῖ καὶ ἐµᾶς τοὺς εἰδωλολάτρες;». Ὁ Καλλίστρατος τοὺς ἀπάντησε: «Ὁ δικός µου Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἐκείνους ποὺ ἔρχονται κοντά του δὲν τοὺς διώχνει. Διότι Ἐκείνου ὁ λόγος εἶναι: «Δεῦτε πρός µε πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισµένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑµᾶς». Τότε ὁ Καλλίστρατος κατήχησε ὅλους αὐτοὺς τοὺς στρατιῶτες µέσα στὴ φυλακή. Ὁ δὲ Περσεντίνος, ἐρχόµενος σὲ ἀδιέξοδο ἀπὸ τὴν πίστη τους, ὅλους τοὺς ἀποκεφάλισε.




Ἡ Ἁγία Ἐπίχαρις



Ἦταν ἀπὸ τὴν Ρώµη στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ (298) καὶ συνελήφθη ἐπειδὴ ἦταν χριστιανὴ ἀπὸ τὸν ἔπαρχο Καισάριο. Ὁµολόγησε µὲ θάρρος τὸν Χριστὸ καὶ βασανίστηκε σκληρά. Συνέτριψαν τὰ µέλη της µὲ µολύβδινη σφαῖρα καὶ στὸ τέλος τὴν

ἀποκεφάλισαν.



Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος ἡγούµενος τῆς Μονῆς Σωτῆρος Χριστοῦ τῆς ἐπιλεγόµενης τοῦ

Βαθέος Ρύακος



Καταγόταν ἀπὸ τὴν δεύτερη ἐπαρχία τῶν Καππαδοκῶν καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Νικηφόρου Β´ Φωκᾶ (963-969) καὶ Ἰωάννη Α´ Τσιµισκῆ (969-976). Ἀπὸ µικρὸς ἀφιερώθηκε στὸν Θεὸ καὶ πῆγε στὸ Μοναστήρι τοῦ Βαθέος Ρύακος (ἡ Μονὴ αὐτὴ βρισκόταν στὴν Τρίγλια κοντὰ στὰ σηµερινὰ Μουδανιὰ τῆς Μ. Ἀσίας). Ἐκεῖ ἔµαθε ὅλη τὴν ἀσκητικὴ ἀκρίβεια ἀπὸ τὸν Ὅσιο Βασίλειο (+ 1 Ἰουλίου), ἡγούµενο καὶ κτήτορα τῆς Μονῆς αὐτῆς. Ὁ Ἰγνάτιος, ἐπειδὴ ἔφτασε σὲ µεγάλα ὕψη ἀρετῆς, χειροτονήθηκε Ἀναγνώστης, κατόπιν Ὑποδιάκονος, Διάκονος καὶ Πρεσβύτερος. Ἔπειτα ἔγινε ἡγούµενος τῆς ἐν λόγῳ Μονῆς καὶ ἐπέφερε µεγάλη πρόοδο σ᾿ αὐτή, τόσο ὑλικὴ ὅσο καὶ πνευµατική. Ὅταν κάποτε οἱ πολιτικοὶ ἄρχοντες θέλησαν νὰ µεταχειριστοῦν τὰ χρήµατα τῆς Μονῆς, ὁ Ἰγνάτιος µὲ τὴν ἀποφασιστική του στάση, προστάτευσε τὴν

µοναστηριακὴ περιουσία. Ἀπεβίωσε στὸ δρόµο κοντὰ στὸ Ἀµόριο (κατ᾿ ἄλλους, ποὺ εἶναι καὶ τὸ πιθανότερο στὸ Ἀρµουτλῆ), ὅταν κάποτε ἐπέστρεφε ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη. Μετὰ ἕνα χρόνο τὸ λείψανό του ἀνακοµίστηκε στὴν ἀγαπηµένη του Μονή, γιὰ τὴν ὁποία τόσο εἶχε µοχθήσει.



Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος, Ἀρίσταρχος καὶ Ζήνων οἱ Ἀπόστολοι



Ὁ Ἀρίσταρχος εἶχε τὴν µεγάλη τιµὴ νὰ χρηµατίσει συνεργάτης τοῦ ἀπ. Παύλου, (πρὸς Φιλήµ. α´, 23) καὶ συναιχµάλωτός του (Κολοσσ. δ´, 10). Κατόπιν διέπρεψε καὶ σὰν ἐπίσκοπος Ἀπαµείας στὴ Συρία. Ὁ Μᾶρκος, ποὺ δὲν εἶναι βέβαια ὁ Εὐαγγελιστής, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Βύβλου καὶ ἔδρασε ἀποστολικά. Ὅπως µάλιστα τοῦ Πέτρου (Πράξ. ε´, 15), ἔτσι καὶ αὐτοῦ ἡ σκιὰ µόνη ὅταν ἔπεφτε στοὺς ἀσθενεῖς τοὺς θεράπευε. Ὁ Ζήνων εἶναι ὁ ἴδιος µε τὸν νοµικὸ Ζηνᾶ, ποὺ σὰ γνήσιος καὶ εὐδόκιµος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου, βοήθησε γι᾿ αὐτὸ καὶ στὴν Κρήτη µαζὶ µὲ τὸν Ἀπολλώ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος τόσο συγκινητικὰ καὶ φιλόστοργα συνιστᾷ στὸν Τίτο, νὰ τοὺς φροντίσει τόσο πολύ, ὥστε νὰ µὴ τοὺς λείψει τίποτα (Τίτ. γ´. 13). Ὁ Ζήνων, διέπρεψε καὶ σὰν ἐπίσκοπος Διοσπόλεως.



Οἱ Ἅγιοι Φιλήµων ὁ Ἐπίσκοπος καὶ Φουρτουνιανός



Γιὰ τὴν ζωή τους δὲν βρίσκουµε κανένα στοιχεῖο στοὺς Συναξαριστές.



Ἡ Ἁγία Γαϊανή

Στοὺς Συναξαριστὲς δὲν ὑπάρχει κανένα βιογραφικό της στοιχεῖο, µόνο ἡ φράση «τὰ νῶτα φλεχθεῖσα τελειοῦται». (Ἄλλες πηγὲς ἀναφέρουν ὅτι µαρτύρησε µετὰ τῆς Ἁγίας Ἐπιχάρεως).




Οἱ Ἅγιοι 15 Μάρτυρες



Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ µαρτύρησαν µὲ τὸν ἑξῆς τρόπο: Ἀφοῦ τοὺς ἔβαλαν µέσα σ᾿ ἕνα πλοῖο καὶ ξανοίχτηκαν στὴ θάλασσα, κατόπιν οἱ εἰδωλολάτρες τρύπησαν τὸ πλοῖο µὲ

ἀποτέλεσµα νὰ πνίγουν ὅλοι οἱ Ἅγιοι αὐτοί.




Ἡ Ἁγία Ἀκυλίνα



Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Ζαγκλιβέρι τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Ὁ πατέρας της ὅµως σκότωσε ἕνα Τοῦρκο, µετὰ ἀπὸ φιλονικία µαζί του. Γιὰ ν᾿ ἀποφύγει τὴν τιµωρία τοῦ θανάτου, δέχτηκε τὸν µουσουλµανισµό. Ἀλλ᾿ ἡ µητέρα της ἔµεινε σταθερὴ στὸν Χριστὸ καὶ κάθε µέρα δίδασκε στὴν Ἀκυλίνα τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν πίστη. Παρὰ τὶς ἐπίµονες προσπάθειες τοῦ πατέρα της καὶ τὶς ἀπειλὲς τῶν Τούρκων, ἡ Ἀκυλίνα δὲν ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Ὅταν τὴν ὁδηγοῦσαν στὸ µαρτύριο τὴν

ἀκολουθοῦσε καὶ ἡ µητέρα της, ποὺ τὴν παρότρυνε σ᾿ αὐτό. Ἡ Ἀκυλίνα ἤλεγχε µὲ θάρρος τοὺς Τούρκους καὶ τὴν θρησκεία τους, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ πεθάνει µαρτυρικά,

µετὰ ἀπὸ πολυήµερο ραβδισµό, στὶς 27 Σεπτεµβρίου 1764.




Ὁ Ὅσιος Σαββάτιος « ὁ ἐν Σολοβέτσκῃ» (Ρῶσος)



Ἀνάµνησις τοῦ ὀράµατος καὶ τῆς ἀφωνίας τοῦ προφήτου Ζαχαρίου



(Ἡ µνήµη αὐτὴ βρίσκεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο (σ. 112).

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 28



     Ὁ Ὅσιος Χαρίτων ὁ Ὁµολογητής

     Ὁ Προφήτης Βαρούχ ὁ Δίκαιος

     Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος ὁ ποιµένας, Ἀλέξανδρος, Ἀλφειός καὶ Ζώσιµος τὰ ἀδέλφια,

Νίκων, Νέων, Ἡλιόδωρος καὶ λοιπὲς Παρθένες καὶ παιδιά

     Οἱ Ἅγιοι Εὐστάθιος ὁ Ρωµαῖος καὶ Καλλίνικος

     Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν µαρτυρήσαντες 30 Μάρτυρες

     Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος ὁ Μοναχός, ποὺ ἀσκήτευσε στὴν Κύπρο

     Οἱ Ἁγίες Εἰρήνη καὶ Σοφία

     Εὕρεσις Ἱερῶν Λειψάνων ὁσίου Νεοφύτου τοῦ ἐν Κύπρῳ Ἐγκλείστου (14ος αἰ.)







Ὁ Ὅσιος Χαρίτων ὁ Ὁµολογητής



Κατεῖχε µεγάλη κοινωνικὴ θέση στὸ Ἰκόνιο, ἀλλὰ καὶ µεγάλες χριστιανικὲς ἀρετές. Ὅταν, λοιπόν, ὁ αὐτοκράτωρ Αὐρηλιανὸς (270-275) ἐξέδωσε διάταγµα κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Ἰκονίου συνέλαβε τὸ Χαρίτωνα ἀπὸ τοὺς πρώτους. Τὰ βασανιστήρια ποὺ ὑπέστη ἦταν σκληρά. Ὅµως ὁ Χαρίτων ἔµεινε ἀµετακίνητος στὴν πίστη του. Στὸ διάστηµα δὲ ποὺ βρισκόταν στὴ φυλακή, ὁ Αὐρηλιανὸς δολοφονήθηκε. Ὁ διάδοχός του Πρόβος σταµάτησε τὸ διωγµὸ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ὁ Χαρίτων ἀπελευθερώθηκε. Ἀποφάσισε, τότε, νὰ πάει προσκυνητὴς στὰ Ἱεροσόλυµα. Ἀλλὰ στὸ

δρόµο συνελήφθη ἀπὸ λῃστές, ποὺ τὸν ὁδήγησαν στὸ κρησφύγετό τους. Ὅταν ἔφθασαν στὴ σπηλιά τους, ἔφαγαν καὶ ἤπιαν. Ἀλλὰ τὸ κρασὶ ἦταν δηλητηριασµένο καὶ πέθαναν ὅλοι. Τότε, ἡ σπηλιὰ ἐκείνη τῶν λῃστῶν µετατράπηκε ἀπὸ τὸν ὅσιο σὲ ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ. Ἡ φήµη τοῦ Χαρίτωνα ἔφερε κοντά του πολλοὺς µαθητές. Τοὺς κυβερνοῦσε µὲ στοργὴ καὶ τοὺς προήγαγε σὲ ὑψηλὲς βαθµίδες ἀρετῆς. Ποθώντας, ὅµως, περισσότερη ἡσυχία, ὅρισε διάδοχό του στὸ µοναστήρι καὶ ἀναχώρησε στὴν ἔρηµο, ὅπου ἀσκήτεψε

µέσα σὲ διάφορα σπήλαια. Ὅταν πλησίασε τὸ τέλος του, ἐπέστρεψε στὸ ἀρχικό του

µοναστήρι, κοντὰ στοὺς ἀγαπηµένους του µαθητές, τοὺς ὁποίους εἶχε ὁδηγήσει «ἐπὶ

ζωῆς πηγᾶς ὑδάτων». Δηλαδὴ τοὺς εἶχε ὁδηγήσει σὲ πηγὲς νερῶν, ποὺ εἶναι γεµάτα

ζωή. Ἐκεῖ, λοιπόν, παρέδωσε ἥσυχα καὶ εἰρηνικὰ τὴν ψυχὴ τοῦ στὸ Θεό.






Ὁ Προφήτης Βαρούχ ὁ Δίκαιος



Φιλαλήθης καὶ θαρραλέος ὁ Βαρούχ, ἔζησε τὸν 7ο αἰῶνα π.Χ. Ἦταν γιὸς τοῦ Νηρίου καὶ ὑπῆρξε ἀφοσιωµένος ἀκόλουθος καὶ γραµµατέας τοῦ προφήτη Ἱερεµία. Ὅταν ἦταν φυλακισµένος ὁ Ἱερεµίας, ὁ Βαροὺχ ἔγραψε µὲ ὑπαγόρευσή του προφητεῖες, µὲ τὴν ἐντολὴ νὰ τὶς ἀναγνώσει στὸ λαὸ σὲ ἡµέρα νηστείας. Ἀλλ᾿ ὁ βασιλιὰς Ἰωακείµ, ὅταν πληροφορήθηκε τὸ πρᾶγµα, ἀντὶ νὰ ἐπωφεληθεῖ ἀπὸ τὶς νουθεσίες τοῦ προφήτη, ἔριξε τὸ βιβλίο του στὴ φωτιά. Οἱ προφητεῖες ὅµως ἐκεῖνες γράφηκαν καὶ πάλι. Ὁ Βαροὺχ ὑπέστη καὶ φυλάκιση, διότι οἱ Ἰουδαῖοι τὸν µισοῦσαν γιὰ τὴν φιλαλήθη καὶ θαρραλέα

του γλῶσσα. Τὸν κατηγοροῦσαν µάλιστα, ὅτι αὐτὸς παρακινοῦσε ἐναντίον τους τὸν προφήτη Ἱερεµία. Ὅταν οἱ Ἰουδαῖοι κατέφυγαν φοβισµένοι στὴν Αἴγυπτο γιὰ τὴν στάση τους κατὰ τοῦ βασιλιᾶ τῆς Βαβυλῶνας, µαζὶ µὲ τὸν Ἱερεµία πῆγε ἐκεῖ καὶ ὁ Βαρούχ. Ραβινιστικὴ παράδοση ἀναφέρει, ὅτι αὐτὸς µετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ἱερεµία ἐπανῆλθε στὴ Βαβυλῶνα. Ὁ Βαροὺχ στὸ ὁµώνυµό του βιβλίο µέσα στὴν Ἅγια Γραφή, προλέγει

καθαρὰ γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ.






Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος ὁ ποιµένας, Ἀλέξανδρος, Ἀλφειός καὶ Ζώσιµος τὰ ἀδέλφια,

Νίκων, Νέων, Ἡλιόδωρος καὶ λοιπὲς Παρθένες καὶ παιδιά



Ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ ἡγεµόνα τῆς Πισιδίας Μάγνου (290). Ὁ Μᾶρκος ἦταν βοσκὸς προβάτων καὶ γέροντας. Ἐπειδὴ ὁµολόγησε ὅτι εἶναι χριστιανός, βασανίστηκε φρικτὰ καὶ στάλθηκε στὴν Κλαυδιούπολη. Ἐκεῖ κάλεσαν τρία ἀδέλφια, τὸν Ἀλέξανδρο, τὸν Ἀλφειὸ καὶ τὸν Ζώσιµο, ἀπὸ τὸ χωριὸ Κατάλυτο, γιὰ νὰ κατασκευάσουν χάλκινα δεσµὰ γιὰ τὸν Μᾶρκο. Ὅταν ὅµως ἄρχισαν νὰ τὰ κατασκευάζουν, ἔνιωσαν τὰ χέρια τους νὰ παραλύουν. Θαύµασαν γιὰ τὸ γεγονὸς καὶ ἀµέσως ὁµολόγησαν τὸν Χριστό. Τότε µαρτύρησαν µὲ φρικτὸ τρόπο, ἀφοῦ ἔριξαν στὸ στόµα τοὺς βραστὸ µολύβι καὶ ἔπειτα τοὺς κάρφωσαν ἐπάνω σὲ πέτρα. Τὸν δὲ Μάρκο,

ἀφοῦ συνέχισαν νὰ τὸν βασανίζουν φρικτά, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν. Τὸν ἴδιο θάνατο εἶχαν καὶ οἱ ὑπόλοιποι Μάρτυρες, Ἠλιόδωρος, Νίκων καὶ Νέων, µαζὶ µὲ πολλὲς Παρθένες καὶ παιδιά. Ὅλοι ἀποκεφαλίστηκαν στὴν τοποθεσία Μωροµίλιο.






Οἱ Ἅγιοι Εὐστάθιος ὁ Ρωµαῖος καὶ Καλλίνικος



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους, µᾶλλον στὴ Ρώµη.






Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν µαρτυρήσαντες 30 Μάρτυρες



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Μᾶλλον πρόκειται περὶ ἐπαναλήψεως τοῦ ἰδίου µάρτυρα µὲ αὐτὸν τὸν προηγούµενο, ποὺ µαρτύρησε µὲ τοὺς Μᾶρκο, Ἀλφειό, Ζώσιµο κλπ.).






Ὁ Ὅσιος Αὐξέντιος ὁ Μοναχός, ποὺ ἀσκήτευσε στὴν Κύπρο



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές, γνωστὸς ὅµως καὶ θαυµατουργὸς στὴν ἐκκλησία τῆς Κύπρου. Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἦταν Γερµανὸς στὴν καταγωγὴ καὶ κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν σταυροφοριῶν, ὅταν οἱ σταυροφόροι πλησίασαν τὴν Κύπρο, αὐτὸς ἔγινε µοναχὸς µαζὶ

µὲ ἄλλους 300 στρατιῶτες. Ἀκολουθία τοῦ Ὁσίου αὐτοῦ, ἐξέδωσε ὁ ἀρχιµανδρίτης

Κυπριανός.

Οἱ Ἁγίες Εἰρήνη καὶ Σοφία



Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει: «Εἰς τὰ ὑποµνήµατα οὐδὲν περὶ αὐτῶν σηµειοῦται, εἰµὴ ὅτι διὰ µαχαίρας ἐτελειώθησαν».






Εὕρεσις Ἱερῶν Λειψάνων ὁσίου Νεοφύτου τοῦ ἐν Κύπρῳ Ἐγκλείστου (14ος αἰ.)

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 29



     Ὁ Ὅσιος Κυριακὸς ὁ Ἀναχωρητής

     Οἱ Ἅγιοι 150 Μάρτυρες

     Οἱ Ἅγιοι Τρύφων, Τρόφιµος καὶ Δορυµέδων

     Ἡ Ἁγία Πετρωνία

     Ἡ Ἁγία Γουδελία (ἢ Γοβδελία)

     Οἱ Ἅγιοι Γοβδελαάς, Δαδάς, Κασδόος καὶ Κασδόα

     Ὁ Ἅγιος Μαλαχίας ὁ Νέος Ὁσιοµάρτυρας, ἀπὸ τὴν Ρόδο

     Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες «Οἱ ἐν Στροφάσιν ἀναιρεθέντες» τὸ 1530

     Οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Νεοµάρτυρες ἐν τῷ Βραχωρίῳ Ἀγρινίου (+ 1786)

     Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τοῦ Ζαντόσκ (Ρῶσος)







Ὁ Ὅσιος Κυριακὸς ὁ Ἀναχωρητής



Ἦταν ἄνθρωπος ποὺ καλλιεργοῦσε «ὑποµονήν, πραότητα». Γι΄ αὐτὸ καὶ πέτυχε στὴν ἀσκητική του ζωή. Γεννήθηκε στὴν Κόρινθο τὸ 5ο αἰῶνα, ἀπὸ ἱερέα πατέρα, τὸν Ἰωάννη. Τὴ µητέρα του ἔλεγαν Εὐδοξία καὶ εἶχε ἀδελφὸ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Κορίνθου Πέτρο. Ἀπὸ ἱερατικό, λοιπόν, γένος ὁ Κυριακός, σὲ νεαρὴ ἡλικία πῆγε στὰ Ἱεροσόλυµα καὶ ἀπὸ κεῖ στὴ Λαύρα τοῦ Μεγάλου Εὐθυµίου. Ἐκεῖ, ὁ Μέγας Εὐθύµιος, τὸν ἔκανε

µοναχὸ καὶ τὸν ἔστειλε στὸν ἀσκητὴ Γεράσιµο. Ὅταν πέθανε ὁ Γεράσιµος, ὁ Κυριακὸς ἐπέστρεψε στὴ Λαύρα τοῦ Εὐθυµίου, ὅπου µὲ ζῆλο καλλιεργοῦσε τὶς ἀρετές του, ὥσπου κάποια στάση ποὺ ἔγινε στὴ Λαύρα τοῦ Εὐθυµίου τὸν ἀνάγκασε νὰ πάει στὴ Λαύρα τοῦ Σουκᾶ. Ἐκεῖ 40 χρονῶν χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἀνέλαβε τὴν ἐπιστασία τοῦ Σκευοφυλακίου. Ἐκεῖνο ποὺ τὸν διέκρινε ἀπέναντι στοὺς συµµοναστές του, ἦταν ὁ γαλήνιος τρόπος µὲ τὸν ὁποῖο τοὺς ἀντιµετώπιζε, γι΄ αὐτὸ καὶ ἦταν παράδειγµα πρὸς

µίµηση ἀπὸ ὅλους. Ἑβδοµήντα χρονῶν ὁ Κυριακὸς ἔφυγε κι ἀπὸ κεῖ καὶ µὲ ὑποµονὴ γύρισε πολλὰ µοναστήρια καὶ σκῆτες, ὅπου ἔζησε µὲ αὐστηρότατη ἄσκηση. Τελικά, πέθανε 107 χρονῶν, καὶ σὲ ὅλους ἔµεινε ἡ ἐνθύµηση τοῦ ἀσκητῆ, ποὺ ἔδειχνε

«πραότητα πρὸς πάντας ἀνθρώπους», πραότητα, δηλαδή, σ΄ ὅλους ἀνεξαίρετα τοὺς ἀνθρώπους.






Οἱ Ἅγιοι 150 Μάρτυρες



Γνωρίζουµε µόνο ὅτι µαρτύρησαν στὴν Παλαιστίνη.






Οἱ Ἅγιοι Τρύφων, Τρόφιµος καὶ Δορυµέδων

Στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρεται γι΄ αὐτοὺς µόνο ἡ φράση: «ἡ σύναξις τούτων τελεῖται πλησίον τῆς Ἁγίας Ἄννης ἐν τῷ Δευτέρῳ».






Ἡ Ἁγία Πετρωνία



Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Ἐδῶ µερικοὶ Συναξαριστὲς ἀναφέρουν καὶ τὴν µνήµη τῆς Ὁσίας

Ἀναστασίας τῆς ἀσκήτριας.






Ἡ Ἁγία Γουδελία (ἢ Γοβδελία)



Ἦταν Περσίδα χριστιανὴ ἀπόστολος, ποὺ κατάφερε νὰ φέρει πολλοὺς ἀπίστους στὸ δρόµο τῆς διὰ Χριστοῦ σωτηρίας. Ἔζησε τὸν τέταρτο µετὰ Χριστὸν αἰῶνα, ὅταν βασιλιὰς τῆς Περσίας ἦταν ὁ Σαπώρ. Ἐπειδὴ δυναµικὰ ἐκτελοῦσε τὸ ἱεραποστολικό της ἔργο, τὴν συνέλαβαν καὶ τὴν ἔκλεισαν γιὰ πολλὰ χρόνια στὴ φυλακή. Οἱ ἐκεῖ κακοπάθειές της ὑπῆρξαν φοβερές. Μόνο ἡ θεία χάρη τὴν ἐνίσχυσε, ὥστε νὰ κατανικήσει τὴν ὑγρασία,

τὸ σκοτάδι καὶ τὶς συχνὲς στερήσεις καὶ αὐτοῦ τοῦ νεροῦ. Ἀλλ΄ ὅλα αὐτὰ τὰ

µακροχρόνια βάσανα δὲν ἐλάττωσαν καθόλου τὴν φωτιὰ τῆς πίστης καὶ τὴν φλόγα τῆς

γενναιότητάς της. Κατόπιν τῆς ἔγδαραν τὸ κεφάλι, χωρὶς νὰ ὑποκύψει ἡ καρτερία της.

Τελικὰ πέθανε µὲ σταυρικὸ θάνατο.



(Νοµίζω πὼς ἐδῶ, µὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου, ἔγινε σύγχυση µεταξὺ τῶν Συναξαριακῶν πηγῶν. Δηλαδή, ὁ παρακάτω Ἅγιος Γοβδελαᾶς ἔγινε, ἀπὸ λάθος ἀντιγραφές, Γουδελία

ἢ Γοβδελία µὲ πανοµοιότυπη βιογραφία. Ἐνῷ ἄλλες πηγὲς ἀναφέρουν, ὅτι πράγµατι ὑπῆρξε µάρτυς Γουδελία, ποὺ µαρτύρησε διὰ ξίφους χωρὶς ἄλλα βιογραφικὰ στοιχεῖα, ποὺ ὅµως εἶναι περισσότερο πιθανὸ καὶ ἀποδεκτό).






Οἱ Ἅγιοι Γοβδελαάς, Δάδας, Κασδόος καὶ Κασδόα



Ὁ Γοβδελαᾶς ἦταν γιὸς τοῦ βασιλιᾶ τῶν Περσῶν Σαβωρίου. Ἦλθε στὴν Χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν Δᾴδα, ποὺ ἦταν µεγιστάνας καὶ εἶχε µεγάλα ἀξιώµατα στὴν αὐλὴ τοῦ παλατιοῦ τοῦ Σαβωρίου. Ὅταν ἔµαθε τὸ γεγονὸς ὁ Σαβώρ, συνέλαβε τὸν Δᾴδα καὶ τὸν γιό του Γοβδελαᾶ, καὶ τοὺς πρόσταξε νὰ θυσιάσουν στὸν θεὸ ἥλιο. Ἐπειδὴ ὅµως οἱ Ἅγιοι ἀρνήθηκαν, τὸν µὲν Δᾴδα τεµάχισε ζωντανὸ καὶ ἔτσι παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸν Θεό, τὸν δὲ γιό του Γοβδελαᾶ ὑπέβαλε σὲ φρικτὰ καὶ βάρβαρα βασανιστήρια. Στὸ τέλος ἔγδαρε τὸ κεφάλι του, ἔκοψε τὰ µέλη του καὶ κέντησε τὸ σῶµα του µὲ µυτερὰ καλάµια. Ἔτσι παρέδωσε καὶ αὐτὸς τὴν µακάρια ψυχή του στὸν Θεό. Ὁ Κασδόος ἦταν συγγενὴς τοῦ βασιλιᾶ Σαβωρίου, καὶ ἐπειδὴ ἔγινε χριστιανὸς ὁ Σαβὼρ τὸν ἔγδαρε ζωντανὸ µὲ ξύλινο σπαθί. Ἡ Κασδόα ἦταν κόρη τοῦ βασιλιᾶ Σαβωρίου καὶ ἀδελφὴ τοῦ Ἁγίου Γοβδελαᾶ. Αὐτὴ εἶχε ἐπισκεφθεῖ στὴ φυλακὴ τὸν ἀδελφό της, ὁ ὁποῖος κατάφερε καὶ

τὴν ἔκανε χριστιανή. Ὅταν τὸ ἔµαθε καὶ αὐτὸ ὁ Σαβώρ, τὴν συνέλαβε καὶ ἐπειδὴ δὲν

µπόρεσε νὰ µεταστρέψει τὸ φρόνηµά της τὴν βασάνισε σκληρὰ µέχρι θανάτου.

Ὁ Ἅγιος Μαλαχίας ὁ Νέος Ὁσιοµάρτυρας, ἀπὸ τὴν Ρόδο



Ἦταν γιὸς ἱερέα ἀπὸ τὴν Ρόδο. Κάποτε πῆγε στὰ Ἱεροσόλυµα καὶ συκοφαντήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὅτι ἔβρισε τὸν Μωάµεθ. Ἀµέσως συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὶς ἀρχές, ποὺ τὸν ἐκβίαζαν νὰ ἐξωµόσει. Ὁ Μαλαχίας ἔδειξε µεγάλο θάρρος, µὲ τὸ ὁποῖο ἐξήγειρε τὴν ὀργὴ τῶν Τούρκων, οἱ ὁποῖοι ἀφοῦ τὸν µαστίγωσαν, τρύπησαν τοὺς ἀστραγάλους του καὶ τὸν ἔδεσαν πίσω ἀπὸ ἕνα ἄγριο ἄλογο. Μετὰ ἀπὸ µία σειρὰ φρικτῶν βασανιστηρίων, ὁδηγήθηκε ὁ µάρτυρας ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου σουβλίστηκε καὶ κάηκε πάνω σὲ ἀναµµένη φωτιά. Ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὶς 29

Σεπτεµβρίου 1500.






Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες «Οἱ ἐν Στροφάσιν ἀναιρεθέντες» τὸ 1530



Κανένας Συναξαριστὴς δὲν ἀναφέρει τὴν µνήµη τους. Μαθαίνουµε γι΄ αὐτοὺς ἀπὸ τὴν

Ἀκολουθία τους, ποίηµα τοῦ Παχωµίου Ρουσσάνου, ποὺ δηµοσιεύτηκε µὲ τὸν τίτλο:

«Ἀκολουθία ψαλλοµένη εἰς τοὺς ὁσίους πατέρας τοὺς ἐν Στροφάσιν ἀναιρεθέντες καὶ

εἰς ἅπαντας τοὺς παραπλήσιον τέλος λαχόντας».






Οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Νεοµάρτυρες ἐν τῷ Βραχωρίῳ Ἀγρινίου (+ 1786)



Ἡ ἡµεροµηνία τοῦ µαρτυρίου τους δὲν ἀναφέρεται πουθενά. Βλέπε σχετικῶς βιογραφικὸ σηµείωµα Α.Χ.Ε.Χ.






Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τοῦ Ζαντόσκ (Ρῶσος)



Διὰ Χριστὸν σαλός.

Ἁγιολόγιον - Σεπτέµβριος 30



     Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπός της Μεγάλης Ἀρµενίας

     Οἱ Ἁγίες Ριψιµία (ἢ Ριψίµη), Γαϊανή καὶ ἄλλες 32 παρθενοµάρτυρες

     Οἱ Ἅγιοι 70 Μάρτυρες

     Οἱ Δύο Ὁσιοµάρτυρες Γυναῖκες

     Ὁ Ἅγιος Στρατόνικος

     Ὁ Ἅγιος Μαρδόνιος

     Οἱ Ἅγιοι 1.000 Μάρτυρες

     Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος «ὁ ἐν τῷ ποταµῷ Πεσόµα» καὶ ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ πρῶτος

Μητροπολίτης Κιεβίας καὶ πάσης Ρωσίας ὁ θαυµατουργὸς (Ρῶσοι)

     Ὁ Ἅγιος Honorius (Ἄγγλος)







Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπός της Μεγάλης Ἀρµενίας



Ὁ Γρηγόριος ἦταν γιὸς τοῦ Ἄνακ, ποὺ ἦταν συγγενὴς τοῦ βασιλιᾶ τῆς Μεγάλης Ἀρµενίας, Κουσαρῶ (290 µ.Χ.). Ὁ Ἄνακ, λοιπόν, σὲ συνεργασία µὲ τὸ βασιλιὰ τῶν Περσῶν Ἀρτασείρα, σκότωσε τὸν Κουσαρῶ. Ἀλλὰ οἱ σατράπες τῆς Ἀρµενίας ἐκδικήθηκαν τὸ φόνο του, σκοτώνοντας τὸν Ἄνακ καὶ ὅλη του τὴν οἰκογένεια. Διασώθηκαν µόνο δυὸ παιδιά του, ποὺ ἕνας ἦταν ὁ Γρηγόριος. Στὴν Καισαρεία συνέβη νὰ συναντηθοῦν ὁ γιὸς τοῦ φονιὰ Ἄνακ, Γρηγόριος, καὶ ὁ γιὸς τοῦ θύµατος Τηριδάτης. Τότε ὁ Γρηγόριος σπούδαζε µὲ ζῆλο τὰ ἱερὰ γράµµατα, (στὴν Καισαρεία τῆς Καππαδοκίας ἀπὸ τὸν ἐκεῖ ἀρχιεπίσκοπο Λεόντιο), ποὺ µεταξὺ ἄλλων λένε: «τελείων δὲ ἐστὶν ἡ στερεὰ τροφή, τῶν διὰ τὴν ἕξιν τὰ αἰσθητήρια γεγυµνασµένα ἐχόντων πρὸς διάκρισιν καλοῦ τε καὶ κακοῦ». Δηλαδή, ἡ στερεὰ καὶ ὑψηλότερη πνευµατικὴ τροφὴ εἶναι γιὰ τοὺς τέλειους χριστιανούς, ποὺ ἀπὸ τὴν ἄσκηση ἔχουν τὰ πνευµατικὰ αἰσθητήρια γυµνασµένα στὸ νὰ διακρίνουν εὔκολα µεταξὺ τοῦ καλοῦ καὶ κακοῦ. Γυµνασµένος, λοιπόν, καὶ ὁ Γρηγόριος στὴ διάκριση, ὄχι µόνο δὲν ἀποστράφηκε τὸν Τηριδάτη, ἀλλὰ τὸν πλησίασε µὲ ἀγάπη, ἀποδοκίµασε τὴν πράξη τοῦ πατέρα του καὶ τὸν βοήθησε σὲ κάποια ἀσθένειά του. Ὅταν ἀργότερα ὁ Τηριδάτης ἔγινε βασιλιὰς

Ἀρµενίας, βασάνισε φρικτὰ τὸν Γρηγόριο (ποὺ τότε ἦταν ἐπίσκοπος Ἀρµενίας). Ὁ Θεός, ὅµως, ἐπέτρεψε νὰ γίνει ὁ Τηριδάτης σχιζοφρενής. Ἀλλὰ διὰ τῶν προσευχῶν τοῦ Γρηγορίου θεραπεύθηκε, µετανόησε καὶ βαπτίσθηκε χριστιανὸς µὲ ὅλο του τὸ ἔθνος.






Οἱ Ἁγίες Ριψιµία (ἢ Ριψίµη), Γαϊανή καὶ ἄλλες 32 παρθενοµάρτυρες



Ἡ Ριψιµία µαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-304). Ἦταν ὄµορφη στὸ σῶµα καὶ σεµνὴ στὸ ἦθος (κατ᾿ ἄλλους καὶ µοναχή). Ἐπειδὴ δὲν δέχτηκε τὴν πρόταση τοῦ Διοκλητιανοῦ νὰ γίνει γυναῖκα του, κατέφυγε µαζὶ µὲ τὴν γερόντισσα Γαϊανή, ποὺ λέγεται ὅτι ἦταν καθηγουµένη τῆς Ριψιµίας, στὴν Ἀρµενία. Ὁ βασιλιὰς ὅµως τῆς Ἀρµενίας Τηριδάτης, ἄκουσε γιὰ τὴν ὀµορφιὰ τῆς Ριψιµίας καὶ θέλησε καὶ αὐτὸς νὰ τὴν

κάνει γυναῖκα του. Ἀλλ᾿ ἡ ἁγνὴ Ριψιµία ἀρνήθηκε καὶ ἔτσι κίνησε τὴν ὀργὴ τοῦ Τηριδάτη, ὁ ὁποῖος διέταξε νὰ τὴν βροῦν καὶ νὰ τὴν συλλάβουν. Οἱ ἀπεσταλµένοι του τὴν βρῆκαν γύρω ἀπὸ τὰ µέρη τοῦ Ἀραράτ, ὅπου κρυβόταν. Ἐκεῖ λοιπόν, οἱ βάρβαροι, τῆς ἔβγαλαν τὰ µάτια, κατόπιν ἔκοψαν τὴν γλῶσσα της καὶ στὸ τέλος ἔκοψαν τὸ σῶµα της σὲ µικρὰ κοµµάτια. Ἔτσι ἡ Ἁγία Ριψιµία, παρέδωσε τὴν ἁγνὴ ψυχή της στὸν στεφανοδότη Χριστό. Μαζὶ ὅµως µὲ τὴν Ριψιµία, µαρτύρησαν µὲ φρικτὰ βασανιστήρια καὶ ἡ γερόντισσα Γαΐανη, καθὼς καὶ 32 Παρθενοµάρτυρες. Ἄλλοι ἀναφέρουν ὅτι, µαζὶ

µὲ τὶς Ἁγίες αὐτὲς µαρτύρησαν καὶ 70 ἄνδρες, ποὺ κρύβονταν σ᾿ ἐκεῖνα τὰ µέρη.






Οἱ Ἅγιοι 70 Μάρτυρες



Βλέπε βιογραφικὸ σηµείωµα Ἁγίας Ριψιµίας.






Οἱ Δύο Ὁσιοµάρτυρες Γυναῖκες



Μᾶλλον ἦταν µοναχὲς καὶ µαρτύρησαν µὲ τρόπο ποὺ δὲν γνωρίζουµε.






Ὁ Ἅγιος Στρατόνικος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Μαρδόνιος



Μαρτύρησε, ἀφοῦ ἔκαψαν τὰ µάτια του µὲ πυρωµένα κάρβουνα. (Δὲν ἀποκλείεται νὰ εἶναι ὁ ἴδιος µ᾿ αὐτὸν τῆς 28ης Δεκεµβρίου).






Οἱ Ἅγιοι 1.000 Μάρτυρες



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Κατ᾿ ἄλλους ἄγνωστο ποῦ, πῶς καὶ πότε µαρτύρησαν).






Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος «ὁ ἐν τῷ ποταµῷ Πεσόµα» καὶ ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ πρῶτος

Μητροπολίτης Κιεβίας καὶ πάσης Ρωσίας ὁ θαυµατουργὸς (Ρῶσοι)

Ὁ Ἅγιος Honorius (Ἄγγλος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ὅι Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.



Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |