ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 12 Δεκέμβριος Αγιολόγιον - Εορτολόγιον

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

12 Δεκέμβριος Αγιολόγιον - Εορτολόγιον




ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 

Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 1



     Ὁ Προφήτης Ναούµ

     Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Νέος

     Ὁ Ἅγιος Ὀνήσιµος Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου

     Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος ὁ Ἐλεήµων

     Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας ὁ Πέρσης

     Οἱ Ἅγιοι Ἀνανίας καὶ Σολόχων Ἀρχιεπίσκοποι Ἐφέσου

     Ἐγκαίνια Ναοῦ Ἁγίου Τρύφωνος

     Ὁ Ἅγιος Θεόκλητος Ἀρχιεπίσκοπος Λακεδαιµόνιας








Ὁ Προφήτης Ναούµ



Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα µικροὺς λεγόµενους προφῆτες. Ἔζησε τὸν 7ο αἰῶνα πρὸ Χριστοῦ καὶ ἦταν ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Συµεών. Πατρίδα εἶχε τὴν Ἐλκεσέµ, γι᾿ αὐτὸ ὀνοµάστηκε καὶ Ναοὺµ ὁ Ἐλκεσαῖος. Τὸ βιβλίο τῆς προφητείας του ἀποτελεῖται ἀπὸ τρία µικρὰ κεφάλαια καὶ ἀφορᾷ τὴν τύχη τῆς πόλης Νινευῆ. Στὸ Α´ κεφάλαιο, ὑµνεῖ τὸ Θεό. Στὸ Β´ κεφάλαιο, προαναγγέλλει τὸν ὄλεθρο τῆς Νινευῆ µὲ τὰ ἅρµατά της, τοὺς ἱππεῖς καὶ τοὺς θησαυρούς της. Στὸ Γ´ κεφάλαιο, χαρακτηρίζει τὴν Νινευὴ σὰν πόλη τῶν αἱµάτων, τοῦ ψεύδους, τῆς µεγάλης ἀδικίας καὶ πορνείας. Ἂς δοῦµε, ὅµως, τί λέει

γιὰ τοὺς ἁµαρτωλοὺς ἀνθρώπους τέτοιας πόλης, καὶ τί γιὰ αὐτοὺς ποὺ εἶναι κοντὰ στὸν Κύριο: «Χρηστὸς Κύριος τοῖς ὑποµένουσιν αὐτὸν ἐν ἡµέρᾳ θλίψεως καὶ γινώσκων τοὺς εὐλαβουµένους αὐτὸν καὶ ἐν κατακλυσµοῖς πορείας συντέλειαν ποιήσεται τοὺς ἐπεγειροµένους, καὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ διώξεται σκότος». Ναούµ, Α´ 7 -8. Δηλαδὴ ὁ Κύριος εἶναι εὐεργετικὸς γιὰ ἐκείνους ποὺ µένουν κοντά Του στὶς ἡµέρες τῶν θλίψεών τους. Γνωρίζει ὁ Κύριος καὶ περιβάλλει µὲ συµπάθεια ἐκείνους ποὺ Τὸν σέβονται. Ἐναντίον ὅµως τῶν ἁµαρτωλῶν, ποὺ ἀλαζονικὰ µὲ κάθε εἴδους ἁµαρτία ἐγείρονται ἐναντίον Του, θὰ ὁρµήσει σὰν κατακλυσµὸς γιὰ νὰ τοὺς ἐξαφανίσει τελείως. Θὰ καταδιώξει τοὺς ἐχθρούς Του καὶ θὰ τοὺς κυριεύσει τὸ σκοτάδι τοῦ θανάτου. Ὁ πρ. Ναοὺµ πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.






Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Νέος



Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτὸ ἀναφέρει ὁ Εὐεργετινός, ὅτι ἔγινε µοναχὸς καὶ ζοῦσε ζωὴ ἀσκητική. Γιὰ νὰ ἀσκηθεῖ ὅµως περισσότερο, ἄφησε τὸν ἡσυχαστικὸ βίο καὶ πῆγε σὲ µία κοινοβιακὴ Μονὴ στὴν Κίο τῆς Βιθυνίας καὶ ὑποτάχθηκε στὸν ἡγούµενο, δουλεύοντας τὶς πιὸ σκληρὲς δουλειὲς τῆς Μονῆς. Ἀφοῦ ἔδειξε πολλὴ ὑπακοὴ καὶ ὑποµονὴ καὶ ἔγινε ὑπόδειγµα ἀσκητικῆς ταπεινοφροσύνης, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Ὁ Ἅγιος Ὀνήσιµος Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἀλλοῦ ἀναφέρεται σὰν Ὀνησίφορος, µαζὶ µὲ τὸν Σολοµῶντα, ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς ἐπίσκοπος Ἐφέσου.






Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος ὁ Ἐλεήµων



Ἦταν ὑπόδειγµα κάθε ἀρετῆς καὶ ἰδιαίτερα τῆς ἀγαθοεργίας. Ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα µ.Χ. στὴν πόλη Ἀµνεία τῆς Παφλαγονίας, καὶ τοὺς γονεῖς του ἔλεγαν Γεώργιο καὶ Ἄννα. Παντρεύτηκε τὴν Θεοσεβὼ καὶ ἀπόκτησε τρία παιδιά. Ἕνα γιό, τὸν Ἰωάννη, καὶ δυὸ κόρες, ποὺ τὴν πρώτη ἔλεγαν Ὑπατία καὶ τὴν δεύτερη Εὐανθία. Ὁ Φιλάρετος ἦταν γεωργὸς καὶ ἀπὸ τὰ εἰσοδήµατά του, πλουσιοπάροχα µοίραζε ἐλεηµοσύνη στοὺς φτωχούς. Πεινασµένο ἔβρισκε; τὸν χόρταινε. Γυµνό; τὸν ἕντυνε. Χήρα καὶ ὀρφανό; βοηθοῦσε καὶ παρηγοροῦσε. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε καὶ ὁ Φιλάρετος κάποτε κατάντησε πολὺ φτωχός. Ὅµως καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ, ἔδειξε θαυµαστῆ καρτερία ὅπως ὁ Ἰώβ, καὶ συνέχισε νὰ ἀγαθοεργεῖ µέχρι ὑπερβολῆς. Καὶ ὁ Θεὸς ποὺ εἶδε τὴν ἀσυναγώνιστη πίστη του οἰκονόµησε µὲ τὴν πρόνοιά Του, ὥστε ὁ

Κωνσταντῖνος ὁ γιὸς τῆς βασίλισσας Εἰρήνης, νὰ πάρει γιὰ γυναῖκα του τὴν ἐγγονὴ τοῦ ἁγίου Μαρία, ἐπειδὴ ἦταν πολὺ ὡραία στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶµα. Τὸν δὲ Φιλάρετο, τὸν τίµησε µὲ τὸ ἀξίωµα τοῦ ὑπάτου. Ἔτσι ἔγινε κάτοχος πολλοῦ πλούτου, ποὺ τὸν διαµοίραζε ἀκόµα πιὸ ἄφθονα στοὺς φτωχούς. Ὅταν θὰ πέθαινε, κάλεσε τοὺς συγγενεῖς του καὶ εἶπε τὰ ἑξῆς: «Παιδιά µου, µὴ ξεχνᾶτε ποτὲ τὴν φιλοξενία, µὴ ἐπιθυµεῖτε τὰ ξένα πράγµατα, µὴ λείπετε ποτὲ ἀπὸ τὶς ἀκολουθίες καὶ λειτουργίες τῆς Ἐκκλησίας, καὶ γενικὰ ὅπως ἔζησα ἐγὼ ἔτσι νὰ ζεῖτε καὶ ἐσεῖς». Καὶ αὐτὰ ἀφοῦ εἶπε, ξεψύχησε µὲ τὴν φράση: «γενηθήτω τὸ θέληµά σου».






Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας ὁ Πέρσης



Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἀρβὴλ τῆς Περσίας καὶ ἦταν ἕνας µεταξὺ τῶν Ἁγίων ποὺ δόξασαν τὸ ἔδαφος τῆς Περσίας µὲ τὶς ἀρετὲς καὶ τὸν ἡρωισµό τους γιὰ τὴν πίστη. Συνελήφθη διότι προσπαθοῦσε νὰ διαφωτίσει τοὺς πατριῶτες του στὴν ἀληθινὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ. Βασανίστηκε σκληρά, ἀλλὰ δὲν κάµφθηκε. Ἀντίθετα, παρέδωσε τὴν τελευταία του πνοή, βλέποντας ὁράσεις ἀνδρῶν, περιβεβληµένων φωτεινοὺς στεφάνους, ποὺ τὸν καλοῦσαν στοὺς τόπους τῆς ἀνέκφραστης ἀγαλλίασης.






Οἱ Ἅγιοι Ἀνανίας καὶ Σολόχων Ἀρχιεπίσκοποι Ἐφέσου



Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. Ἀλλὰ µᾶλλον πρόκειται περὶ παρεξηγήσεως. Διότι Ἀρχιεπίσκοποι Ἐφέσου ὑπῆρξαν µόνο δυό, ὁ Ὀνήσιµος (ποὺ ἀναφέραµε πιὸ πάνω) καὶ ὁ Σολόχων ἢ Σολοµών.


Ἐγκαίνια Ναοῦ Ἁγίου Τρύφωνος



«Πλησίον τῆς ἁγίας Εἰρήνης ἀρχαίας καὶ νέας». Ἀλλὰ τὰ ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τοῦ ἁγίου

Τρύφωνα, ὁρίζονται ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς τὴν 19η Ὀκτωβρίου.






Ὁ Ἅγιος Θεόκλητος, Ἀρχιεπίσκοπος Λακεδαιµονίας



Ἐπονοµάζεται καὶ θαυµατουργός. Σῴζεται εἰκόνα του σὲ ἐκκλησία τῆς Μονεµβασίας, ὅπου ἀπὸ τὰ φθαρµένα στοιχεῖα δὲν γίνεται γνωστὴ ἡ ἐποχή του. Ἄλλες πηγές µας πληροφοροῦν ὅτι ἔζησε ἀσκητικότατο βίο, τὸν 9ο αἰῶνα καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν προσπάθειά του νὰ ἐξυψώσει τὸ ἠθικὸ ἐπίπεδο τοῦ ποιµνίου του. Ἦταν ὀπαδὸς τοῦ πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἰγνατίου καὶ πῆρε µέρος στὴν κατὰ τοῦ Φωτίου συγκληθεῖσα Σύνοδο (869-870). Θεωρεῖται τοπικὸς Ἅγιος τῆς Λακεδαιµονίας, ἡ δὲ βιογραφία του συντάχθηκε ἀπὸ κάποιον ἀνώνυµο.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 2



     Ὁ Προφήτης Ἀββακούµ

     Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης, Ἠρακλαίµων, Ἀνδρέας καὶ Θεόφιλος οἱ Ἐρηµῖτες

     Ὁ Ἅγιος Σολοµών Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου

     Ἡ Ἁγία Μυρώπη ἢ Μερόπη

     Ὁ Ἅγιος Ἄβιβος ὁ νέος

     Ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς (ἢ Μωσῆς) ὁ Ὁµολογητὴς

     Ὁ Ὅσιος Κύριλλος ὁ Φιλεώτης

     Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Ἔγκλειστος

     Ὁ Ὅσιος Ἀββακούµ

     Ὁ Ὅσιος Ἰσίδωρος







Ὁ Προφήτης Ἀββακούµ



Ὁ Ἀββακούµ, ποὺ τὸ ὄνοµά του σηµαίνει «θερµὸς ἐναγκαλισµός», ἦταν ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Συµεὼν καὶ γιὸς τοῦ Σαφάτ. Ὁ χρόνος ποὺ ἔδρασε τίθεται µεταξὺ 650 καὶ 672 π.Χ. Στὸ προφητικό του βιβλίο, ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴν ἀξιόλογη λογοτεχνική του χάρη, ἐλέγχει τὸν ἰουδαϊκὸ λαό, ἐπειδὴ παρεξέκλινε ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ θρησκεία στὴν εἰδωλολατρία. Νὰ τί συγκεκριµένα ἀναφέρει, σχετικὰ µὲ τὸ πὼς πρέπει κανεὶς νὰ πιστεύει στὸ Θεό: «Ἐὰν ὑποστείληται, οὐκ εὐδοκεῖ ἡ ψυχή µου ἐν αὐτῷ· ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεώς µου ζήσεται. Ἐγὼ δὲ ἐν τῷ Κυρίῳ ἀγαλλιάσοµαι, χαρίσοµαι ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτήρι µου». Ἀββακούµ, Β´ 4, Γ´ 18. Ποῦ σηµαίνει, ἂν κανεὶς λιποψυχήσει καὶ ἀδηµονήσει στὶς διάφορες δοκιµασίες, ἂς µάθει, λέει ὁ Κύριος, ὅτι δὲν ἐπαναπαύεται ἡ ψυχή µου σ᾿ αὐτόν. Ὁ δίκαιος ποὺ πιστεύει σ᾿ ἐµένα καὶ τηρεῖ τὸ Νόµο µου, θὰ σωθεῖ καὶ θὰ ζήσει. Ἐγὼ ὅµως, λέει ὁ Προφήτης, θὰ ἀγάλλοµαι ἐλπίζοντας στὸν Κύριο. Θὰ γεµίσει χαρὰ ἡ καρδιά µου γιὰ τὸ σωτῆρα µου Θεό. Ὁ πρ. Ἀββακοὺµ πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.






Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης, Ἠρακλαίµων, Ἀνδρέας καὶ Θεόφιλος οἱ Ἐρηµῖτες



Κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη Ὀξύῤῥυγχο τῆς Κάτω Αἰγύπτου, στὴ δυτικὴ ὄχθη τοῦ ποταµοῦ Νείλου καὶ ἦταν γιοὶ γονέων χριστιανῶν. Διάβαζαν τὶς Ἅγιες Γραφὲς καὶ θέλησαν τὴν ἐρηµικὴ ζωή. Στὴν ἔρηµο, γνώρισαν κάποιο ὑπέργηρο εὐσεβῆ ἐρηµίτη καὶ ἔµειναν κοντά του ἕνα χρόνο, ἀσκούµενοι. Ὅταν πέθανε ὁ γέροντάς τους, αὐτοὶ ἔµειναν ἐκεῖ γιὰ 60 ὁλόκληρα χρόνια µὲ πολλὴ ἄσκηση καὶ προσευχή. Κάθε Σάββατο, πήγαιναν στοὺς πλησιέστερους συνοικισµοὺς καὶ κήρυτταν στοὺς ἀνθρώπους τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι στήριζαν ψυχές, µέχρι ποὺ εἰρηνικὰ ἀπεβίωσαν.


Ὁ Ἅγιος Σολοµών Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου



Βλέπε 1 Δεκεµβρίου.






Ἡ Ἁγία Μυρώπη ἢ Μερόπη



Ἀπὸ τὶς πιὸ γενναῖες γυναῖκες, ποὺ µαρτύρησαν στὰ πρῶτα χρόνια τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Ἔζησε στὰ µέσα τοῦ 3ου αἰῶνα µ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Ἔφεσο. Ἔχασε νωρὶς τὸν πατέρα της καὶ ἀνατράφηκε µὲ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν µητέρα της, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Χίο (λέγεται µάλιστα ὅτι στὴν Ἔφεσο, ἡ Ἁγία πήγαινε καθηµερινὰ στὸν τάφο τῆς Ἁγίας Ἐρµιόνης, θυγατέρας τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου καὶ ἔπαιρνε τὸ ἀναβλύζον ἀπ᾿ αὐτὸν µύρο καὶ τὸν ἔδινε µὲ ἀφθονία στοὺς πιστούς, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνοµάστηκε Μυρώπη). Ὅταν ὁ Δέκιος ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Μυρόπη µὲ τὴν µητέρα της ἄφησε τὴν Ἔφεσο καὶ πῆγαν στὴ Χίο, ὅπου εὐεργετοῦσαν ἀπόρους ἀσθενεῖς. Ἀλλὰ ὁ διωγµὸς ἐξαπλώθηκε καὶ στὴν εἰρηνικὴ Χίο καὶ µεταξὺ τῶν θυµάτων ἦταν καὶ ὁ ἅγιος Ἰσίδωρος (14 Μαΐου). Ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας Νουµέριος, διέταξε νὰ µείνει ἄταφο τὸ σεπτὸ λείψανο τοῦ µάρτυρα. Ἀλλὰ ἡ Μυρώπη, ἀφοῦ διέφυγε τῆς προσοχῆς τοῦ φύλακα, µαζὶ µὲ τὶς ὑπηρέτριές της, πῆρε τὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψε µὲ µεγάλη εὐλάβεια. Τότε ὁ Νουµέριος διέταξε νὰ τιµωρηθεῖ αὐστηρὰ ὁ φρουρός. Ἡ εἴδηση συντάραξε τὴν φιλοδίκαια καὶ εἰλικρινῆ κόρη. Γι᾿ αὐτὸ

καὶ παρουσιάστηκε χωρὶς δισταγµὸ καὶ εἶπε ὅλη τὴν ἀλήθεια στὸν ἄρχοντα. Ὁ Νουµέριος, χωρὶς νὰ συγκινηθεῖ ἀπὸ τὴν εὐψυχία τῆς Μυρώπης, γεµάτος θυµὸ καὶ ἐκδίκηση, διέταξε νὰ τιµωρηθεῖ ἡ Μυρώπη µέχρι θανάτου. Τότε οἱ στρατιῶτες τὴν ξάπλωσαν στὴ γῆ καὶ τὴν ἔδειραν σκληρὰ µὲ χοντρὰ ῥαβδιά. Ἡ ἀνδρεία τῆς Μυρώπης ἦταν τόση ποὺ ὑπέµεινε τὶς θανατηφόρες πληγές, χωρὶς κραυγὴ καὶ λιποψυχία. Εὔψυχη

µὲ τὴν θεία χάρη, ἔµεινε ἀκλόνητη στὴν πίστη. Καὶ παρέδωσε µετὰ ἀπὸ λίγο τὸ πνεῦµα της στὴ φυλακή, ἀνεβαίνοντας στὰ ἀθάνατα σκηνώµατα τῶν δικαίων. Στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye ἡ µνήµη της γιορτάζεται στὶς 23 Νοεµβρίου.






Ὁ Ἅγιος Ἄβιβος ὁ νέος



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου (307-323) καὶ ἦταν διάκονος στὴν πόλη Θαλσεῖ. Ἐπειδὴ δίδασκε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ περιφερόµενος πόλεις καὶ χωριά, συνελήφθη. Ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ µπροστὰ στὸν ἔπαρχο καὶ καταδικάστηκε νὰ καεῖ ζωντανὸς στὴ φωτιά. Οἱ χριστιανοὶ ἀφοῦ πῆραν τὸ ἅγιο λείψανό του, µὲ τιµὲς τὸ ἔθαψαν µαζὶ µὲ αὐτὰ τῶν ἁγίων µαρτύρων Γουρία καὶ Σαµονᾶ (15 Νοεµβρίου) στὸ µέρος Βηθελακικλά\[α.






Ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς (ἢ Μωσῆς) ὁ Ὁµολογητής



Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου. Μνηµονεύεται σὰν Ὁµολογητὴς τὴν 2α Δεκεµβρίου στὸν Συναξαριστὴ Delehaye. Στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578


ἀναφέρεται τὴν 3η Δεκεµβρίου σὰν Μωϋσῆς ὁ οἰκονόµος, ποὺ µᾶλλον θὰ εἶναι ὁ ἴδιος

µε τὸν ὁµολογητή.






Ὁ Ὅσιος Κύριλλος ὁ Φιλεώτης



Γεννήθηκε τὸ 1015 στὸ χωριὸ Φιλέα τῆς ἐπαρχίας Δέρκων τῆς Θρᾴκης. Κατὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισµα ὀνοµάστηκε Κυριάκος (Κύριλλος ὑπῆρξε ἔπειτα τὸ καλογερικό του ὄνοµα) καὶ ἀπὸ µικρὸς διακρίθηκε στὰ ἱερὰ Γράµµατα. Στὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε παιδί. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ εἶχε ζῆλο στὸ µοναχικὸ βίο, ὅπως ὅλοι της ἐποχῆς ἐκείνης, ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν γυναῖκα του καὶ τὸ παιδί του καὶ

νὰ ἀποσυρθεῖ σὲ µοναστήρι, λέγοντας στὴ γυναῖκα του: «ἢ νὰ χωρίσουµε ἢ νὰ πᾶµε καὶ οἱ δυὸ σὲ µοναστήρι». Ἡ γυναῖκα του ὅµως δὲ δέχτηκε τίποτα ἀπὸ αὐτὰ καὶ ἔτσι ὁ Κύριλλος ἔµεινε στὸ σπίτι του ζῶντας ἀσκητικά. Ἔπειτα ἵδρυσε (1060) µοναστήρι στὸ χωριὸ ἐκεῖνο, τοῦ ὁποίου τὸ ναὸ ἀνήγειρε ὁ Ἀλέξιος Κοµνηνός. Ἔτσι ὁσιακὰ ἔζησε ὁ Κύριλλος. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1110.






Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Ἔγκλειστος



«ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος).






Ὁ Ὅσιος Ἀββακούµ



Κύπριος ἀσκητὴς ἐκ τῶν Ἀλαµανῶν.






Ὁ Ὅσιος Ἰσίδωρος


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 3



     Ὁ Προφήτης Σοφονίας

     Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἱεροµόναχος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (607-609)

     Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος, ὁ σαλὸς

     Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος «ὁ ἀπὸ Ἐπάρχων»

     Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ἡσυχαστής, ἐπίσκοπος Κολωνίας

     Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος, Σέλευκος, Μάµας, Ἴνδης, Δόµνα, Γλυκέριος καὶ 40 Μάρτυρες

«ἐν Σοφιαναῖς»

     Ὁ Ἅγιος Γαβριήλ Ἱεροµάρτυρας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ἅγιος Ἀγγελῆς ὁ Νεοµάρτυρας γιατρὸς ἀπὸ τὸ Ἄργος

     Ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς ὁ Οἰκονόµος

     Ὁ Ἅγιος Birinus (Ἄγγλος)







Ὁ Προφήτης Σοφονίας



Ἔζησε τὸν 7ο αἰῶνα π.Χ., ἐπὶ βασιλέως Ἰωσίου. Εἶναι ὁ ἔνατος ἀπὸ τοὺς µικροὺς λεγόµενους προφῆτες καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Συµεὼν ἢ κατ᾿ ἄλλους τοῦ Λευΐ. Τὸ ὄνοµά του σηµαίνει «ὁ Γιαχβὲ κρύπτει», δηλαδὴ περιφρουρεῖ, προστατεύει. Τὸ προφητικό του βιβλίο διαιρεῖται σὲ τρία µικρὰ κεφάλαια. Στὸ πρῶτο ἀπειλεῖ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ παρεξέκλιναν ἀπὸ τὸν Κύριο στὴν εἰδωλολατρία. Στὸ δεύτερο προλέγει

τὴν καταστροφὴ τῆς Γάζας, τῆς Ἀσκαλῶνος, τῆς Ἀζώτου, τῆς Δαµασκοῦ, τῆς Αἰθιοπίας, τῆς Ἀσσυρίας καὶ ἄλλων ἀκόµα χωρῶν. Στὸ τρίτο ἐλέγχει τὴν Ἱερουσαλὴµ γιὰ τὴν διαφθορά της, ἀλλὰ καὶ τὴν ὀνοµάζει ἐπιφανῆ, σὰν κοιτίδα λυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τέλος, χαιρετίζει µὲ ἀγαλλίαση τὴν µέλλουσα ἐµφάνιση τοῦ Κυρίου στὴ Σιών. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς µίλησε µὲ τὸ Στόµα τοῦ προφήτη καὶ νὰ τί εἶπε γιὰ τοὺς ἀνόµους ἀνθρώπους: «Ἐξάρω τοὺς ἀνόµους ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς, λέγει Κύριος... Καὶ τοὺς ἐκκλίνοντας ἀπὸ τοῦ Κυρίου καὶ τοὺς µὴ ζητοῦντας τὸν Κύριον καὶ τοὺς µὴ ἀντεχοµένους τοῦ Κυρίου». Σοφονίας, Α´ 3, 6. Θὰ ξεριζώσω λέει ὁ Κύριος τοὺς ἀνόµους ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς. Καὶ θὰ τιµωρήσω αὐτοὺς ποὺ παρεκκλίνουν ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, αὐτοὺς ποὺ δὲν ζητοῦν µὲ τὴν προσευχὴ τοὺς τὸν Κύριο καὶ δὲν κρατοῦν Αὐτὸν σὰν στήριγµά τους. Ὁ πρ. Σοφονίας πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἱεροµόναχος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας (607-609)



Τὰ θερµά του κηρύγµατα, ἡ ζωντανή του πίστη, ἡ ἀκούραστη φιλανθρωπία του πρὸς τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς ἐγκαταλελειµµένους, τραβοῦσαν σὰν δίχτυα

µεγάλο πλῆθος εἰδωλολατρῶν καὶ τοὺς ἔφερναν στοὺς κόλπους τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτὸ κινήθηκαν µὲ θανάσιµο µῖσος ἐναντίον του οἱ ἱερεῖς τῆς εἰδωλολατρίας, µαζὶ µὲ τοὺς ἄρχοντές τους. Καὶ κάποια µέρα, ὑποκίνησαν πλῆθος


εἰδωλολατρῶν, µεταξὺ δὲ αὐτῶν µέθυσους καὶ ἐγκληµατίες, καὶ ἐπετέθηκαν κατὰ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Θεοδώρου, τὴν στιγµὴ ποὺ ἐπέστρεφε ἀπὸ συνοικία, ποὺ εἶχε πάει µὲ δυὸ ἱερεῖς γιὰ νὰ παρηγορήσει ψυχὲς καὶ νὰ µοιράσει ἐλεηµοσύνη. Ἀφοῦ λοιπὸν τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔδειραν, τὸν ἔφτυσαν, τοῦ φόρεσαν ἀκάνθινο στεφάνι στὸ κεφάλι καὶ τὸν τριγυρνοῦσαν στοὺς δρόµους καὶ τὶς πλατεῖες. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκαν οἱ ἀρχές, ἔστειλαν στρατιωτικὸ ἀπόσπασµα καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Αὐθηµερόν, µετὰ τὴν τυπικὴ διαδικασία, ἐπειδὴ ὁ Θεόδωρος ἔµενε ἀµετακίνητος στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Καὶ βεβαίωσε τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη του, ἀφοῦ ὑπέστη καρτερικὰ καὶ γενναῖα, ὄχι µόνο τὰ προηγούµενα µαρτύρια, ἀλλὰ καὶ τὸ µαρτύριο τοῦ ἀποκεφαλισµοῦ. Τὸ δὲ τίµιο λείψανό του, τάφηκε στὴ δική του πόλη, τὴν Ἀλεξάνδρεια.






Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος, ὁ σαλὸς



Κύπριος ἀσκητὴς ἄγνωστης ἐποχῆς, ποὺ λόγω τῆς µεγάλης του ἄσκησης, ἀξιώθηκε διορατικοῦ πνεύµατος, ὑποκρινόµενος τὸν σαλὸ (τρελό) καὶ ἔλεγχε τοὺς ἀνθρώπους γιὰ τὶς ἀνοµίες ποὺ διέπρατταν. Ἔτσι ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, τὸ δὲ λείψανό του γιατρεύει θαυµατουργικὰ πολλὲς ἀσθένειες.






Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος «ὁ ἀπὸ Ἐπάρχων»



Ὑπῆρξε πατρίκιος στὰ χρόνια τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379-395) καὶ ἦταν ἄνδρας διάσηµος γιὰ τὴν σύνεση, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν σεµνότητα τῆς ζωῆς του. Ἔτσι προήχθη στὸ ἀξίωµα τοῦ Ἐπάρχου ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Θεοδόσιο. Βλέποντας ὅµως τὶς ἀδικίες τῶν ἰσχυρῶν, ἀηδίασε καὶ ἀφοῦ παραιτήθηκε τοῦ ἀξιώµατός του, ἰδιώτευε. Μετὰ δυὸ χρόνια ἀπὸ τὸν γάµο του, πέθανε ἡ σύζυγός του καὶ αὐτὸς πῆγε στὴν Ἔδεσσα, ἀφοῦ µοίρασε τὴν µεγάλη του περιουσία στοὺς φτωχοὺς καὶ εὐαγῆ ἱδρύµατα. Ἐκεῖ καὶ ἐνῷ ἦταν στὸ

42ο ἔτος τῆς ἡλικίας του, ἀνέβηκε πάνω σ᾿ ἕνα στῦλο καὶ µὲ τὶς πιὸ ἀντίξοες συνθῆκες ἔκανε σκληρὴ ἄσκηση. Ἔτσι, µὲ ἄσκηση καὶ προσευχή, ἀφοῦ ἔζησε γιὰ ἄλλα 40 χρόνια πάνω στὸ στῦλο, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ἡσυχαστής, ἐπίσκοπος Κολωνίας



Γεννήθηκε στὴ Νικόπολη τῆς Ἀρµενίας τὸ 454 ἀπὸ τὸν Ἐγκράτιο καὶ τὴν Εὐφηµία καὶ ἐπὶ βασιλέως Μαρκιανοῦ (450-457). Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, οἰκοδόµησε ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ µόναζε ἐκεῖ, µαζὶ µὲ 10 µοναχούς. Λόγω τῆς µεγάλης του ἀρετῆς, 28 χρονῶν, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Κολωνίας. Γιὰ ἐννιὰ χρόνια ἀφοῦ διευθέτησε τὰ ἐκεῖ ἐκκλησιαστικὰ πράγµατα, πῆγε στὰ Ἱεροσόλυµα καὶ

ἐγκαταστάθηκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα. Ἐκεῖ ἀπέκρυψε τὸ ἀληθινό του ἀξίωµα καὶ ὁρίστηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σάββα σὰν ὑπηρέτης στὸν ξενῶνα καὶ στὸ µαγειρεῖο, ὑπακούοντας µὲ κάθε ταπεινοφροσύνη. Βλέποντας ὁ Ἅγιος Σάββας τὴν µεγάλη του ἀρετή, σύστησε στὸν ἐπίσκοπο Ἱεροσολύµων Ἠλία, νὰ χειροτονήσει τὸν Ἰωάννη Διάκονο καὶ Πρεσβύτερο. Τότε ὁ Ἰωάννης, χωρὶς νὰ µπορεῖ νὰ κάνει ἀλλιῶς, φανέρωσε


τὸ ἀξίωµά του καὶ ἔµεινε στὴ Λαύρα 12 χρόνια καὶ στὴ Ῥουθὰ ἕξι χρόνια. Κατόπιν πέρασε ἀσκητικὰ τὰ χρόνια του σὲ διάφορες ἔρηµους γιὰ 48 ὁλόκληρα χρόνια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ 104 χρονῶν.






Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος, Σέλευκος, Μάµας, Ἴνδης, Δόµνα, Γλυκέριος καὶ 40 Μάρτυρες «ἐν

Σοφιαναῖς»



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Ἡ µνήµη µερικῶν ἐξ αὐτῶν ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 28η

Δεκεµβρίου).






Ὁ Ἅγιος Γαβριήλ Ἱεροµάρτυρας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



Ὁ Γαβριὴλ ἦταν ἐπίσκοπος Γάνου καὶ Χώρας. Βρέθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1657 καὶ διαδέχτηκε ἀντικανονικὰ στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τὸν ἀπαγχονισθέντα, ἀπὸ τοὺς Τούρκους, Πατριάρχη Παρθένιο τὸν Γ´. Ἐπειδὴ ὅµως ἦταν ἀγράµµατος, µετὰ 12 ἡµέρες, ἔφυγε ἀπὸ τὸν Οἰκουµενικὸ Θρόνο καὶ ἦλθε στὴν Προῦσα, ὅπου ἔγινε προεδρικὸς Μητροπολίτης Προῦσας καὶ παρέµεινε γιὰ 10 χρόνια.Ἐκεῖ κατηγορήθηκε ὅτι ἔφερε στὴ Χριστιανικὴ πίστη κάποιο Μουσουλµάνο καὶ ὁδηγήθηκε στὸ Σουλτάνο καὶ Βεζύρη. Αὐτοὶ ἀξίωσαν ἀπὸ τὸν Μάρτυρα ν᾿ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ νὰ δεχτεῖ τὸν

Ἰσλαµισµό. Μὲ γενναιότητα ὁ Γαβριὴλ ἀπέῤῥιψε τὴν πρόταση αὐτή, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ βασανιστεῖ σκληρά. Τελικὰ τὸν ἀπαγχόνισαν στὴν Προῦσα στὶς 3 Δεκεµβρίου 1659.






Ὁ Ἅγιος Ἀγγελῆς ὁ Νεοµάρτυρας γιατρὸς ἀπὸ τὸ Ἄργος



Εὐλαβῆς, φιλήσυχος, φιλακόλουθος καὶ εὐσεβῆς ὁ Ἀγγελῆς, ἔκανε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ γιατροῦ στὸ Ἄργος. Σὲ κάποια θρησκευτικὴ συζήτηση µὲ ἕναν Γάλλο, ὑπεραµύνθηκε τὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ δέχτηκε νὰ µονοµαχήσει χωρὶς ὅπλο µὲ τὸν Γάλλο, ποὺ ἦταν ὁπλισµένος. Ὁ Γάλλος µπροστὰ στὴν πίστη τοῦ Ἀγγελῆ δείλιασε καὶ ὁ Ἀγγελὴς ἀναδείχτηκε καὶ ἐπίσηµα νικητής. Μετὰ τὴν νίκη αὐτὴ ὁ Ἀγγελῆς, ἀποφάσισε νὰ

µαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Ἐγκατέλειψε λοιπὸν τὴν ἰατρικὴ καὶ κλείστηκε στὸ ὑπερῷο τοῦ σπιτιοῦ του. Ξαφνικὰ ὅµως, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ λόγο, τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου τοῦ ἔτους 1813, ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε Μουσουλµάνος! Ἐπειδὴ δηµιούργησε ἐπεισόδιο σὲ καφενεῖο τοῦ Ναυπλίου, ἐνῷ βρισκόταν µεθυσµένος, οἱ ἀρχὲς τὸν ἐξόρισαν στὴ Χίο. Ἐκεῖ µετανοηµένος, ἔβρεχε κάθε µέρα µὲ δάκρυα µετανοίας τοὺς ναοὺς καὶ προσευχόταν. Ἐπίσης ἔδινε ἀφορµὲς στοὺς Τούρκους, ἐπιζητῶντας τὸ

µαρτύριο. Κάποτε µπῆκε σὲ κάποιο Τελωνεῖο καὶ ὁµολόγησε ὅτι ἦταν Χριστιανός. Οἱ Τοῦρκοι τὸν ἔδειραν ἀνελέητα καὶ τὸν ἔκλεισαν σιδηροδέσµιο στὴ φυλακὴ τοῦ Κάστρου τῆς Χίου. Ἀλλὰ ἐπειδὴ παρέµεινε σταθερὸς στὴν Χριστιανικὴ ὁµολογία του, ἀποκεφαλίστηκε στὶς 3 Δεκεµβρίου 1813.


Ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς ὁ Οἰκονόµος



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 2α Δεκεµβρίου.






Ὁ Ἅγιος Birinus (Ἄγγλος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 4



     Ἡ Ἁγία Βαρβάρα ἡ Μεγαλοµάρτυς

     Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαµασκηνὸς

     Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἐπίσκοπος Πολυβότου, ὁ Θαυµατουργὸς

     Ἡ Ἁγία Ἰουλιανὴ

     Οἱ Ἅγιοι Χριστόδουλος καὶ Χριστοδούλη ἡ Παρθένος

     Μνήµη τῶν δώδεκα Προφητῶν

     Ὁ Ἅγιος Σεραφεὶµ ὁ Νέος Ἱεροµάρτυρας

     Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς

     Ὁ Ἅγιος Κρῦσπος

     Ὁ Ἅγιος Δάµασος (Πορτογάλος)







Ἡ Ἁγία Βαρβάρα ἡ Μεγαλοµάρτυς



Ἀποτελεῖ κόσµηµα τῶν µαρτύρων τοῦ 3ου αἰῶνα µ.χ. Ὁ πατέρας της ἦταν ἀπὸ τοὺς πιὸ πλούσιους εἰδωλολάτρες τῆς Ἠλιουπόλεως καὶ ὀνοµαζόταν Διόσκορος. Μοναχοκόρη ἡ Βαρβάρα, διακρινόταν γιὰ τὴν ὀµορφιὰ τοῦ σώµατός της, τὴν εὐφυΐα καὶ σωφροσύνη της. Στὴ χριστιανικὴ πίστη κατήχησε καὶ εἵλκυσε τὴν Βαρβάρα µία εὐσεβὴς χριστιανὴ γυναῖκα. Τὴ ζωή της µέσα στὸ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον ἡ Βαρβάρα περνοῦσε «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεµνότητι», δηλαδὴ µὲ κάθε εὐσέβεια καὶ σεµνότητα. Ὅµως τὸ γεγονὸς αὐτό, δὲν ἔµεινε γιὰ πολὺ καιρὸ µυστικό. Ὁ Διόσκορος ἔµαθε ὅτι ἡ κόρη του εἶναι χριστιανὴ καὶ ἐκνευρισµένος διέταξε τὸν αὐστηρὸ περιορισµό της. Ἀλλὰ ἡ Βαρβάρα κατόρθωσε καὶ δραπέτευσε. Ὁ πατέρας της τότε ἐξαπέλυσε ἄγριο κυνηγητὸ

µέσα στὶς σπηλιὲς καὶ τὰ δάση, ὅπου κρυβόταν ἡ κόρη του. Τελικά, κατόρθωσε καὶ τὴν συνέλαβε. Ἀλλὰ ὁ ἄσπλαχνος καὶ πωρωµένος εἰδωλολάτρης πατέρας, παρέδωσε τὴν κόρη του στὸν ἡγεµόνα Μαρκιανό. Αὐτός, ἀφοῦ στὴν ἀρχὴ δὲν κατόρθωσε µὲ δελεαστικοὺς τρόπους νὰ µεταβάλει τὴν πίστη της, διέταξε καὶ τὴν µαστίγωσαν ἀνελέητα. Κατόπιν τὴν φυλάκισε, ἀλλὰ µέσα ἐκεῖ ὁ Θεὸς θεράπευσε τὶς πληγὲς τῆς Βαρβάρας καὶ ἐνίσχυσε τὸ θάῤῥος της. Τότε ὁ ἡγεµόνας θέλησε νὰ τὴν διαποµπεύσει δηµόσια γυµνή. Ἀλλὰ ἐνῷ ἔβγαζαν τὰ ῥοῦχα της, ἄλλα ὡραιότερα ἐµφανίζονταν στὸ σῶµα της. Ὁ ἡγεµόνας βλέποντας τὸ θαῦµα, διέταξε νὰ ἀποκεφαλισθεῖ. Χωρὶς καθυστέρηση, ὁ ἴδιος ὁ κακοῦργος πατέρας της, ἀνέλαβε καὶ τὴν ἀποκεφάλισε.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαµασκηνός



Διαπρεπέστατος θεολόγος καὶ ποιητὴς τοῦ 8ου αἰῶνα καὶ µέγας πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας. Γεννήθηκε στὴ Δαµασκὸ στὰ τέλη τοῦ 7ου αἰῶνα καὶ ἔτυχε ἐπιµεληµένης ἀγωγῆς ἀπὸ τὸν πατέρα του Σέργιο, ποὺ ἦταν ὑπουργὸς οἰκονοµικῶν τοῦ ἄραβα χαλίφη Ἀβδοὺλ Μελὶκ τοῦ Α´. Δάσκαλός του ἦταν κάποιος πολυµαθὴς καὶ εὐσεβέστατος µοναχός, ποὺ ὀνοµαζόταν Κοσµᾶς καὶ ἦταν ἀπὸ τὴν Σικελία. Ὁ Σικελὸς µοναχὸς πράγµατι


ἐκπαίδευσε τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν θετό του ἀδελφὸ Κοσµᾶ τὸν Μελῳδό, ἄριστα σ᾿ ὅλους τοὺς κλάδους τῆς γνώσης. Ὅταν πέθανε ὁ Σέργιος, ὁ γιός του Ἰωάννης διορίστηκε, χωρὶς νὰ τὸ θέλει, πρωτοσύµβουλος τοῦ χαλίφη Βελιδᾶ (705-715). Ἀργότερα, ὅταν ὁ χαλίφης Ὀµὰρ ὁ Β´ ἐξήγειρε διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ Ἰωάννης µαζὶ µὲ τὸν θετό του ἀδελφὸ Κοσµᾶ (τὸν ἔπειτα ἐπίσκοπο Μαϊουµᾶ), ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Δαµασκὸ καὶ πῆγαν στὴν Ἱερουσαλήµ. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης ἔγινε µοναχὸς στὴν περίφηµη Μονὴ τοῦ ἁγίου Σάββα, ὅπου ἔµεινε σ᾿ ὅλη του τὴ ζωή, µελετῶντας καὶ συγγράφοντας. Στὸ

διωγµὸ κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (726), πῆρε ἐνεργὸ µέρος καὶ ἐξαπέλυσε κατὰ τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορα τοὺς τρεῖς γνωστοὺς λόγους ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων, πρᾶγµα ποὺ θορύβησε τὸν Λέοντα. Ὁ Ἰωάννης κατανάλωσε ὅλην του

τὴ ζωὴ γιὰ τὴν δόξα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἄφησε σὲ µᾶς θησαυροὺς ἀνυπολόγιστης ἀξίας. Ἔζησε µὲ ὁσιότητα πάνω ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια καὶ κοιµήθηκε εἰρηνικὰ τὸ 749. Τάφηκε στὴ Μονὴ τοῦ ἁγίου Σάββα.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἐπίσκοπος Πολυβότου, ὁ Θαυµατουργός



Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 7ου καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰῶνα µετὰ Χριστόν. Ἀπὸ παιδὶ ἔµεινε καθαρὸς καὶ ἀκηλίδωτος σ᾿ ὅλη του τὴ ζωή. Ἐπίσης ὑπῆρξε ἐγκρατής, φιλέσπλαγχνος, φιλελεήµων καὶ γνώστης τῶν ἁγίων Γραφῶν. Ἔτσι στὴν ἀρχὴ ἔγινε ἀναγνώστης, κατόπιν ὑποδιάκονος, διάκονος καὶ µετὰ πρεσβύτερος. Στὸ ἀξίωµα αὐτό, διακρίθηκε γιὰ τὸ συστηµατικὸ κήρυγµα τοῦ θείου λόγου καὶ γιὰ τὴν πρακτικότητα τῶν ὁµιλιῶν του. Ἀργότερα µὲ κοινὴ γνώµη λαοῦ καὶ κλήρου, ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος Πολυβότου

(ἀρχαία πόλη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας στὴ Φρυγία Σαλουτάρια, κοντὰ στὶς Συννάδες. Ἐρείπιά της σῴζονται στὸ σηµερινὸ Μπουλβαντίν, κοντὰ στὸ Ἀφιὸν Καρὰ Χισάρ). Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ἄγρυπνος καὶ φιλόστοργος ποιµένας. Τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ

βασιλιὰς Λέων ὁ Ἴσαυρος κίνησε πόλεµο κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, ὁ ἐπίσκοπος Ἰωάννης διακρίθηκε γιὰ τὰ ὀρθόδοξα φρονήµατά του καὶ τὸ θάῤῥος του, παρὰ τὶς κακοποιήσεις ποὺ δέχτηκε ἀπὸ τὰ βασιλικὰ ὄργανα. Ὅταν κάποτε στὸ Ἀµόριο τῆς Φρυγίας οἱ Ἀγαρηνοὶ ἅρπαξαν ἀρκετοὺς αἰχµαλώτους ἀπὸ τὸ ποίµνιό του, ὁ Ἰωάννης δὲν δίστασε νὰ πάει στὸ στρατόπεδό τους καὶ νὰ ζητήσει τοὺς αἰχµαλώτους. Αὐτοὶ δὲν δέχτηκαν, ἀλλὰ βαρειὲς ἀσθένειες ἄρχισαν νὰ πέφτουν στὸ στρατόπεδο καὶ τότε µὲ τὴν προσευχή του ὁ Ἰωάννης κατάφερε νὰ σταµατήσει τὸ κακὸ καὶ ἔτσι οἱ Ἀγαρηνοὶ πρὸς ἀνταπόδοση, ἐλευθέρωσαν τὸ ποίµνιο τοῦ ἐπισκόπου Ἰωάννη. Τὸ τέλος τοῦ ἄξιου αὐτοῦ Ἱεράρχη ὑπῆρξε ἥσυχο καὶ εἰρηνικό. Τὸ δὲ τίµιο λείψανό του ἔγινε αἰτία πολλῶν θαυµάτων.






Ἡ Ἁγία Ἰουλιανή



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Οἱ Ἅγιοι Χριστόδουλος καὶ Χριστοδούλη ἡ Παρθένος


Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Σὲ ὁρισµένα Συναξάρια ἡ Χριστουδούλη ἀναφέρεται µαζὶ µὲ τὴν ἁγία Μυρώπη.






Μνήµη τῶν δώδεκα Προφητῶν



Ἡ µνήµη αὐτὴ εἶναι σύµφωνα µὲ τὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο.






Ὁ Ἅγιος Σεραφεὶµ ὁ Νέος Ἱεροµάρτυρας



Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μπεζούλια τῆς ἐπαρχίας Ἀγράφων καὶ ἀνατράφηκε κατὰ Χριστὸν ἀπὸ τοὺς θεοσεβεῖς γονεῖς του, Σωφρόνιο καὶ Μαρία. Ἀγάπησε τὴν µοναχικὴ ζωὴ καὶ πῆγε στὴ Μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τὴν ἐπονοµαζόµενη Κορῶνα ἢ Κρύα Βρύση καὶ ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς. Διακρίθηκε γιὰ τὴν ἄσκησή του καὶ ἔγινε ἡγούµενος τῆς Μονῆς. Ἀργότερα χειροτονήθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Φαναριοῦ καὶ Νεοχωρίου. Κατηγορήθηκε ὅτι πῆρε µέρος στὴν ἐπανάσταση τοῦ Διονυσίου Φιλοσόφου, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ποὺ µάταια προσπάθησαν νὰ τὸν ἐξισλαµίσουν. Ἐξαγριωµένοι οἱ Τοῦρκοι µπροστὰ στὴ σταθερότητα τῆς πίστης τοῦ ἱεροµάρτυρα, ὑπέβαλαν σ᾿ αὐτὸν φρικτὰ βασανιστήρια, τὰ ὁποῖα µεγάλωναν, ἐφ᾿ ὅσον ὁ Σεραφεὶµ διαρκῶς ἀρνιόταν νὰ προδώσει τὴν ἑλληνοχριστιανικὴ πίστη του. Ἀφοῦ τοῦ ἔκοψαν τὴν

µύτη καὶ ἐπανειληµµένα τὸν παρουσίασαν στὸν κριτή, ἀρνούµενος νὰ ἀλλαξοπιστήσει, τὸν ἐκτέλεσαν στὶς 4 Δεκεµβρίου 1601 µὲ σουβλισµὸ καὶ κατ᾿ ἄλλους µὲ ἀπαγχονισµό. Ἡ τίµια κεφαλή του ἐναποτέθηκε στὴ Μονὴ τῆς Κρύας Βρύσης, ὅπου εἶχε µονάσει ὁ Ἅγιος.






Ὁ Ὅσιος Κασσιανός



Κύπριος Ὅσιος ἐκ τῶν 300 Ἀλαµανῶν. (Βλέπε Α.Χ.Ε.Χ., ἡ µνήµη του ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 6η Ὀκτωβρίου).






Ὁ Ἅγιος Κρῦσπος



Ἀπόστολος καὶ λέγεται ὅτι ὑπῆρξε ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς νήσου Αἰγίνης. Ἦταν ἀρχισυνάγωγος Κορίνθου. Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται ἀπὸ ὁρισµένα Ἁγιολόγια καὶ τὴν

8η Δεκεµβρίου µαζὶ µὲ ἄλλους ἀποστόλους ἀπὸ τοὺς 70, ὅπως Σωσθένη κ.λ.π.






Ὁ Ἅγιος Δάµασος (Πορτογάλος)


Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωµένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἔκδ.

«Ἑπτάλοφος», Ἀθῆναι 1997.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 5



     Ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ Ἡγιασµένος

     Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος

     Ὁ Ὅσιος Γράτος

     Ὁ Ἅγιος Διογένης

     Ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος

     Ὁ Ὅσιος Νόννος

     Ὁ Ὅσιος Νεκτάριος ὁ Ἀθωνίτης

     Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Καρεώτης

     Οἱ Ἅγιοι Ὁσιοµάρτυρες τοῦ Ἁγίου Ὄρους

     Ὁ Ἅγιος Νιζέριος (Λουξεµβούργιος)







Ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ Ἡγιασµένος



Ὁ θεοκίνητος Παῦλος συµβουλεύει τοὺς ἀγωνιζόµενους χριστιανούς: «Εἰδέναι ἕκαστος ὑµῶν τὸ ἑαυτοῦ σκεῦος κτάσθαι ἐν ἁγιασµῷ καὶ τιµῇ». Πρέπει δηλαδὴ νὰ γνωρίζει ὁ καθένας ἀπὸ σᾶς, νὰ συγκρατεῖ στὴν κυριαρχία καὶ κατοχή του τὸ σῶµα του καὶ νὰ τὸ διατηρεῖ πάντοτε ἁγιασµένο καὶ τιµηµένο. Μέσα σ᾿ αὐτὰ τὰ πλαίσια ἀγωνίστηκε καὶ ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ ἡγιασµένος.Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ (527 µ. Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μουταλάσκη τῆς Καππαδοκίας καὶ ἦταν γιὸς εὐσεβῶν γονέων, τοῦ Ἰωάννη καὶ τῆς Σοφίας. Ἀπὸ µικρὸς εἶχε µοναχικὲς τάσεις καὶ µπῆκε στὸ

µοναστήρι τῶν Φλαβιανῶν. Ἦταν τόσο ἐγκρατής, ὥστε γιὰ λόγους ἀσκήσεως ὁρισµένα συνηθισµένα τρόφιµα δὲν τὰ ἔβαλε ποτὲ στὸ στόµα του. Σὲ ἡλικία 16 χρονῶν πῆγε στὴν Ἱερουσαλήµ, στὴ Μονὴ τοῦ Μεγάλου Εὐθυµίου. Αὐτός, λόγω τοῦ νεαροῦ τῆς ἡλικίας

τοῦ Σάββα, τὸν ἔστειλε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Θεοκτίστου. Ἐκεῖ, ὁ Σάββας προόδευσε ἀκόµα περισσότερο στὴν ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ ἔγινε πατέρας καὶ ποιµένας πολλῶν

µοναχῶν τῆς ἐρήµου. Προσείλκυσε µὲ τὴ ζωή του πλήθη µοναχῶν στὴν περίφηµη κτισθεῖσα ἀπὸ αὐτὸν Λαύρα. Γιὰ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του καὶ γιὰ τὴν µεγάλη του φήµη, εἶχε σταλεῖ ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύµων δυὸ φορὲς πρεσβευτὴς στὴν Κωνσταντινούπολη, πρὸς τὸ βασιλιὰ Ἀναστάσιο καὶ ἔπειτα πρὸς τὸν Ἰουστινιανό. Πέθανε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 94 χρονῶν.






Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος



Μέσα στὴ φωτιὰ τῶν διωγµῶν τῆς Ἐκκλησίας τῶν πρώτων χρόνων, ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος ἀφιερώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῶν µαρτύρων τῆς πίστης. Τοὺς ἐπισκεπτόταν στὶς

φυλακές, τοὺς ἔφερνε τροφὲς καὶ περιποιεῖτο τὰ τραύµατά τους. Ἐπίσης τοὺς παρακολουθοῦσε καὶ τοὺς ἐµψύχωνε κατὰ τὴν δίκη, τὰ µαρτύρια καὶ τὴν θανατικὴ ἐκτέλεση, προσευχόµενος γι᾿ αὐτοὺς καὶ τοὺς παρακαλοῦσε νὰ εὔχονται ὑπὲρ αὐτοῦ πρὸς τὸ Θεό, ὥστε νὰ τὸν ἀξιώσει ἴδιο µ᾿ αὐτοὺς τέλος. µ᾿ αὐτὸν τὸν πόθο


θερµαινόµενος, παρουσιάστηκε κάποια µέρα µὲ τὴν θέλησή του καὶ δήλωσε στὸν δικαστή, ποὺ εἶχε διατάξει νὰ βασανιστοῦν µερικοὶ χριστιανοί, ὅτι µάταια κοπιάζει µὲ τέτοια µέσα νὰ καταπνίξει τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ. Ἡ εἰδωλολατρικὴ λύσσα τότε, στράφηκε σ᾿ αὐτὸν τὸν ἴδιο. Βασανίστηκε ἀνελέητα καὶ ἀποκεφαλίστηκε. Ἀλλ᾿ ἡ µανία τῶν ἀπίστων δὲν ἀρκέστηκε σ᾿ αὐτό. Ἀφοῦ ἔβαλαν τὸ λείψανό του σὲ µία βάρκα, ἔδεσαν σ᾿ αὐτὸ µία βαριὰ πέτρα καὶ τὸ ἔριξαν στὸ πιὸ βαθὺ µέρος τῆς θάλασσας. Καὶ ἡ θάλασσα

µὲν δέχτηκε τὸ σῶµα, ὁ δὲ Θεὸς παρέλαβε τὴν πιστὴ καὶ ἁγία ψυχή του.






Ὁ Ὅσιος Γράτος



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Σὲ ὁρισµένους Συναξαριστὲς ἀναφέρεται σὰν ἐπίσκοπος Ἐφέσου καὶ µαζὶ µὲ τὸν ὅσιο Νόννο.






Ὁ Ἅγιος Διογένης



Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισµοῦ.






Ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ὅσιος Νόννος



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Νεκτάριος ὁ Ἀθωνίτης



Πατρίδα του ἦταν τὸ Μοναστήρι τῆς Μακεδονίας καὶ γεννήθηκε τὸ 1406. Σὲ κάποια ἐπιδροµὴ τῶν Ἀγαρηνῶν, γιὰ νὰ ἀποφύγουν οἱ γονεῖς του τὴν σύλληψη, κατέφυγαν σὲ κάποιο βουνό. Κατόπιν ὁ πατέρας τοῦ Νεκταρίου, µὲ τὴν συγκατάθεση τῆς γυναίκας του, πῆρε τὰ δυὸ ἀγόρια του καὶ ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Παχώµιος, στὸ µοναστήρι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, ποὺ βρισκόταν στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ ποὺ εἶχαν κρυφτεῖ. Κατόπιν ὅµως, κάποιος µοναχὸς Διονύσιος Ἰάγαρις, ποὺ ἀνῆκε στὸ κελὶ τῶν Ἀρχαγγέλων, κοντὰ στὶς Καρυὲς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πῆρε τὸν Νικόλαο - αὐτὸ ἦταν τὸ βαπτιστικό του ὄνοµα - καὶ τὸν πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸν ὄνοµα Νεκτάριος (1470) καὶ προσκολλήθηκε στὸν Πνευµατικὸ Γέροντα Φιλόθεο, ποὺ εἶχε


διορατικὸ χάρισµα. Ἀπὸ τότε ὁ Νεκτάριος ἀρχίζει µία ἀξιοζήλευτη ἀσκητικὴ ζωή, ποὺ οἱ σπάνιες ἀρετές του ἔγιναν γνωστὲς σ᾿ ὅλο τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὁ σατανᾶς πολλὲς φορὲς θέλησε καὶ µέσῳ τῶν συνασκητῶν του, νὰ τὸν ῥίξει στὴν ἁµαρτία, ἀλλ᾿ ὁ Νεκτάριος µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν µεγάλη του ταπεινοφροσύνη, κατόρθωνε καὶ ἀντιµετώπιζε τὶς δοκιµασίες αὐτές. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὶς 5 Δεκεµβρίου τοῦ 1500.






Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Καρεώτης



Ὑπῆρξε πνευµατικὸς πατέρας τοῦ πιὸ πάνω ὁσίου Νεκταρίου, εἶχε προορατικὸ χάρισµα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Ὁσιοµάρτυρες τοῦ Ἁγίου Ὄρους



Ἦταν Ἁγιορεῖτες µοναχοί, ἀπὸ διάφορα κελιὰ (τῆς σκήτης τῶν Καρυῶν), οἱ ὁποῖοι ἀντιστάθηκαν στὸν βασιλιὰ Μιχαὴλ καὶ τὸν λατινόφρονα Πατριάρχη Ἰωάννη Βέκκο (1275 -1282) καὶ ὑπέστησαν µαρτυρικὸ θάνατο. Ὁ µὲν Πρῶτος του Ἁγίου Ὄρους ἀπαγχονίστηκε, οἱ δὲ ὑπόλοιποι ἀποκεφαλίστηκαν.






Ὁ Ἅγιος Νιζέριος (Λουξεµβούργιος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωµένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἔκδ. Ἑπτάλοφος», Ἀθῆναι 1997.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 6



     Ὁ Ἅγιος Νίσερ

     Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ἀρχιεπίσκοπος Μύρων τῆς Λυκίας, ὁ Θαυµατουργὸς

     Ὁ Ἅγιος Ἄερος ἐπίσκοπος

     Μνήµη ἀπειλῆς Μεγάλου Σεισµοῦ

     Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καραµάνος ἢ Κασσέτης ὁ Νεοµάρτυρας

     Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Νέος καὶ θαυµατουργὸς «ἐν Σιήσκῳ»

     Ὁ Ὅσιος Νεῖλος «ὁ ἐν τῇ νήσῳ Στολοβνόε ἐν τῇ λίµνῃ Σεληγέρα»







Ὁ Ἅγιος Νίσερ



Ἄγνωστος ὁ µάρτυρας αὐτὸς στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἀναγράφεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621, ὅπου ὑπάρχει καὶ µικρὸ βιογραφικό του σηµείωµα. Σύµφωνα λοιπὸν µ΄ αὐτό, ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Μαξιµιανοῦ (286-305) καὶ ἐπειδὴ ἦταν χριστιανός, ὁδηγήθηκε στοὺς Ἰούλιο καὶ Αἰλιανό. Ὅταν ῥωτήθηκε ἂν ἐπιµένει στὴ λατρεία τοῦ Χριστοῦ, ὁ Νίσερ ἀπάντησε πὼς ναί, µέχρι θανάτου. Τότε τὸν γύµνωσαν καὶ µὲ πυρακτωµένα σφαιρίδια µαστίγωσαν τὸ σῶµα του, καὶ στὴ συνέχεια τὸν φυλάκισαν. Ἀλλ΄ ὅταν καὶ πάλι ἀνακρίνεται, ὁµολογεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ

καὶ τότε ἀµέσως τὸν γύµνωσαν, τὸν ἔγδαραν ζωντανὸ καὶ κατόπιν τὸν ἔριξαν µέσα στὴ φωτιά, ὅπου βρῆκε µαρτυρικὸ τέλος γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ἀρχιεπίσκοπος Μύρων τῆς Λυκίας, ὁ Θαυµατουργός



Ὁ Κύριος, στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁµιλία του, εἶπε: «Γίνεσθε οἰκτίρµονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑµῶν οἰκτίρµων ἐστι» Νὰ γίνεσθε δηλαδή, σπλαγχνικοὶ πρὸς τὸν πλησίον καὶ συµπονετικοὶ στὶς δυστυχίες του καὶ τὶς ἀνάγκες του, καθὼς καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας εἶναι εὐσπλαχνικὸς πρὸς ὅλους. Μία τέτοια προσωποποίηση τῆς χριστιανικῆς εὐσπλαχνίας ὑπῆρξε καὶ ὁ Ἅγιος Νικόλαος. Γεννήθηκε τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ. στὰ Πάταρα τῆς Λυκίας, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ πλουσίους. Ὅµως, σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔµεινε ὀρφανὸς καὶ κληρονόµος µίας µεγάλης περιουσίας. Ἀλλὰ ὁ Νικόλαος, ἐµπνεόµενος ἀπὸ φιλάνθρωπα συναισθήµατα, διέθετε τὴν περιουσία του γιὰ νὰ ἀνακουφίζει ἄπορα, ὀρφανά, φτωχούς, χῆρες, στενοχωρηµένους οἰκογενειάρχες. Ἕνας µάλιστα, θὰ διέφθειρε τὶς τρεῖς κόρες του, προκειµένου νὰ ἐξασφαλίσει χρήµατα. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ Νικόλαος, µυστικὰ σὲ τρεῖς νύκτες ἐξασφάλισε τὴν προῖκα τῶν τριῶν κοριτσιῶν, ἀφήνοντας 100 χρυσὰ φλουριὰ στὴν κάθε µία. Ἔτσι, οἱ τρεῖς κόρες ἀποκαταστάθηκαν καὶ γλίτωσαν ἀπὸ βέβαιη διαφθορά. Ἔπειτα ὁ Νικόλαος, µετὰ ἀπὸ ἕνα ταξίδι του στὴν Ἱερουσαλήµ, χειροτονήθηκε ἱερέας στὰ Πάταρα. Καὶ ὅταν ἀπεβίωσε ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Μύρων τῆς Λυκίας, οἱ ἐπίσκοποι, διὰ θεϊκῆς ἀποκαλύψεως, ἔκαναν Ἀρχιεπίσκοπο τὸ Νικόλαο. Ἀπὸ τὴν νέα του θέση ὁ Νικόλαος, ἐπεξέτεινε τοὺς ἀγῶνες του γιὰ τὴν προστασία τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ἀπόρων. Ἔκανε πολλὰ θαύµατα καὶ ἦταν


σηµαντικὴ ἡ συµµετοχή του στὴν Α΄ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο. Πέθανε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 330

µ.Χ.






Ὁ Ἅγιος Ἄερος ἐπίσκοπος



Ἡ µνήµη του συναντᾶται στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1959, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη του. Ἴσως νὰ εἶναι ὁ ἴδιος µ΄ αὐτὸν τῆς 8ης Δεκεµβρίου.






Μνήµη ἀπειλῆς Μεγάλου Σεισµοῦ



Δὲν βρίσκουµε κανένα στοιχεῖο γιὰ τὴν ἀπειλὴ αὐτή. Ἁπλὰ ἀναφέρεται.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καραµάνος ἢ Κασσέτης ὁ Νεοµάρτυρας



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 19η Μαρτίου.






Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Νέος καὶ θαυµατουργὸς «ἐν Σιήσκῳ»



Ρῶσος.






Ὁ Ὅσιος Νεῖλος «ὁ ἐν τῇ νήσῳ Στολοβνόε ἐν τῇ λίµνῃ Σεληγέρα»



Ὁ Νέος καὶ θαυµατουργὸς (Ρῶσος).


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 7



     Ὁ Ἅγιος Ἀµβρόσιος ἐπίσκοπος Μεδιολάνων

     Ὁ Ἅγιος Ἀθηνόδωρος

     Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος

     Ὁ Ἅγιος Δοµέτιος

     Οἱ Ἅγιοι Ἰσίδωρος, Ἀκεψιµᾶς καὶ Λέων

     Ὁ Ὅσιος Ἀµµοῦν «ὁ τῆς Νιτρίας»

     Οἱ Ἅγιοι Γάιος καὶ Γαϊανὸς

     Οἱ Ἅγιοι 300 Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴν Ἀφρικὴ

     Ἅγιοι Ὀρθόδοξοι Μάρτυρες ποὺ κάηκαν µέσα σὲ Ναὸ

     Οἱ Ἅγιοι Δύο ἱερεῖς

     Οἱ Ἅγιοι 60 ἱερεῖς

     Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη γυναίκα ποὺ µαρτύρησε στὴ Ῥώµη

     Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος

     Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ὑποτακτικὸς

     Ὁ Ἅγιος Πρίσκος

     Ὁ Ἅγιος Μαρτῖνος

     Ὁ Ἅγιος Νικόλαος

     Τὰ ἐγκαίνια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου «ἐν τοῖς Κουράτορος»

     Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Ἡσυχαστὴς

     Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτὴς «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος)

     Ὁ Ὅσιος Γεράσιµος ὁ ἐξ Εὐρίπου (Εὐβοίας)







Ὁ Ἅγιος Ἀµβρόσιος ἐπίσκοπος Μεδιολάνων



Ὁ Ἀµβρόσιος, διακεκριµένος Ῥωµαῖος πολίτης, γεννήθηκε περίπου τὸ 340 µ.Χ. Σπούδασε ῥητορική, φιλοσοφία καὶ νοµικά. Στὰ Μεδιόλανα ἀσχολήθηκε µὲ τὸ ἐπάγγελµα τοῦ δικαστῆ. Φύλαττε µὲ λόγια καὶ ἔργα τὴν ἀλήθεια καὶ ἀπέδιδε ἀντικειµενικὰ τὴν δικαιοσύνη, ἂν καὶ δὲν εἶχε βαπτισθεῖ ἀκόµα χριστιανός. Ὅσον ἀφορᾷ σ᾿ αὐτὸ ὅµως, ἀπαντᾷ ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Ἀλλ᾿ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούµενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόµενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι». Δηλαδή, σὲ κάθε ἔθνος, ὁποῖος σέβεται τὸ Θεὸ καὶ πολιτεύεται στὴ ζωή του µὲ δικαιοσύνη, εἶναι δεκτὸς ἀπ᾿ Αὐτὸν καὶ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀρέσει σ᾿ Αὐτόν. Καὶ πράγµατι, ὁ Ἀµβρόσιος µὲ τὴ ζωή του ἄρεσε στὸ Θεό. Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸν ἀξίωσε νὰ βαπτισθεῖ χριστιανός, νὰ γίνει ἔπειτα ἀναγνώστης, καὶ ἀφοῦ µέσα σὲ λίγο χρονικὸ διάστηµα πέρασε ὅλους τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς βαθµούς, µετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τοῦ βασιλιᾶ Οὐαλεντιανοῦ τοῦ Α´,

χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Μεδιολάνων. Σὰν ἐπίσκοπος, ὁ Ἀµβρόσιος ποίµανε ἄριστα τὸ ποίµνιό του, ἀγωνίστηκε κατὰ τῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ τὸ βασιλιὰ Θεοδόσιο δὲν ἐπέτρεψε νὰ εἰσέλθει στὸ ναό, παρὰ µόνο ὅταν µετάνιωσε εἰλικρινὰ γιὰ τοὺς φόνους ποὺ ἔκανε στὸν Ἱππόδροµο τῆς Θεσσαλονίκης. Ὁ Ἀµβρόσιος πέθανε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος

397 µ.Χ., σὲ ἡλικία 57 χρονῶν.


Ὁ Ἅγιος Ἀθηνόδωρος



Ὑπερβολικὰ θαυµαστὴ ὑπῆρξε ἡ εὐψυχία, µὲ τὴν ὁποία ὑπέφερε φρικιαστικὰ µαρτύρια, ἐπειδὴ ἐπέµενε στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἅγιος Ἀθηνόδωρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Μεσοποταµία καὶ µαρτύρησε ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Διοκλητιανὸς (290). Ἔτσι λοιπόν, στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔκαψαν τὶς σάρκες µὲ ἀναµµένες ἀπὸ ῥητίνη λαµπάδες. Ἔπειτα, τοῦ ἔβαλαν στὶς µασχάλες σιδερένιες πυρακτωµένες σφαῖρες. Καὶ στὴ συνέχεια τὸν ξάπλωσαν σὲ χάλκινο πυρωµένο τάπητα. Ἀλλ᾿ ἡ καρτερία ποὺ ἔδειξε σ᾿ ὅλα αὐτὰ τὰ

µαρτύρια καὶ οἱ θερµὲς προσευχές του πρὸς τὸν Ὕψιστο, τράβηξαν στὴ χριστιανικὴ πίστη πενήντα εἰδωλολάτρες. Ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχή, ἀφοῦ προετοίµασε γιὰ τὸν οὐρανὸ καὶ ἄλλες ἐκλεκτὲς διὰ τῆς ἀληθινῆς ἀρετῆς ψυχές.






Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος



Μαρτύρησε διὰ πνιγµοῦ µέσα στὴ θάλασσα.






Ὁ Ἅγιος Δοµέτιος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Οἱ Ἅγιοι Ἰσίδωρος, Ἀκεψιµᾶς καὶ Λέων



Μαρτύρησαν διὰ πυρός.






Ὁ Ὅσιος Ἀµµοῦν «ὁ τῆς Νιτρίας»



Ὁ Ἅγιος Νικόδηµος ἀναφέρει ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος Ἅγιος µε αὐτὸν τῆς 4ηςὈκτωβρίου, ἀλλ᾿ αὐτὸς λέγεται «ὁ ἐν Νιτρίᾳ», κατ᾿ ἄλλα δὲ Μηνολόγια (ἐσφαλµένα) ἐπίσκοπος Νιτρίας. Δηλαδή, τὰ λιγοστὰ βιογραφικά του στοιχεῖα δὲν εἶναι σαφῆ.






Οἱ Ἅγιοι Γάιος καὶ Γαϊανός



Μαρτύρησαν διὰ πυρός.



Οἱ Ἅγιοι 300 Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴν Ἀφρική



Μαρτύρησαν τὸν 5ο αἰῶνα µετὰ Χριστὸν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ζήνωνα.Τότε στὴν

Ἀφρικὴ δυὸ ἐπίσκοποι Μονοφυσῖτες, ὁ Κύριλλος καὶ ὁ Βαλινάρδης, ἔπεισαν τὸν

ἄρχοντα Ὀνώριχο, µονοφυσίτη καὶ αὐτόν, νὰ κινήσει ἄγριο καὶ φονικὸ διωγµὸ ἐναντίον

τῶν χριστιανῶν. Οἱ ἐν λόγῳ λοιπὸν Μάρτυρες, καταγγέλθηκαν καὶ ἐπέµειναν στὴν

ὀρθόδοξη ὁµολογία καὶ ἔτσι ὅλοι πέθαναν δι᾿ ἀποκεφαλισµοῦ. Μεταξὺ αὐτῶν, ἦταν

γέροντες, νέοι καὶ οἰκογενειάρχες, ἀλλὰ ὅλοι ὑπέστησαν τὸ µαρτύριο γενναιότατα,

ἀληθινοὶ ἥρωες τῆς θρησκείας τοῦ Σταυροῦ.






Ἅγιοι Ὀρθόδοξοι Μάρτυρες ποὺ κάηκαν µέσα σὲ Ναό



Αὐτοὶ κάηκαν ζωντανοὶ ἀπὸ τοὺς Ἀρειανοὺς στὴν Καρχηδόνα, τὴν στιγµὴ ποὺ ἦταν συναθροισµένοι στὸν Ναὸ καὶ προσεύχονταν.






Οἱ Ἅγιοι Δύο ἱερεῖς



Αὐτοὶ µαρτύρησαν στὴν Καρχηδόνα στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ζήνωνα (474-476) καὶ ὅταν ἄρχοντας ἐκεῖ ἦταν ὁ Ὀνώριχος ὁ Ἀρειανός. Ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν, τοὺς θανάτωσαν

µαρτυρικὰ µὲ πριόνισµα.






Οἱ Ἅγιοι 60 ἱερεῖς



Ἀφοῦ συνελήφθησαν µαζὶ µὲ τοὺς πιὸ πάνω Μάρτυρες, θανατώθηκαν, ἀφοῦ τοὺς ἔκοψαν τὶς γλῶσσες.






Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη γυναίκα ποὺ µαρτύρησε στὴ Ῥώµη



Κάηκε ζωντανὴ στὴ Ῥώµη, ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ δεχτεῖ τὸν Ἀρειανισµὸ καὶ προτίµησε τὴν Ὀρθοδοξία.






Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος


Αὐτὸς λέγεται ὅτι µόναζε σ᾿ ἕνα κελὶ κοντὰ στὶς Βλαχερνὲς καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ὑποτακτικός



Ἀπὸ ποὺ ἦταν καὶ ποὺ µόναζε οἱ Συναξαριστὲς δὲν τὸ ἀναφέρουν. Ἀναφέρουν µόνο

µερικὲς παράδοξες θαυµατουργίες του, ὅτι δηλαδὴ ἔβαλε τὸ χέρι του µέσα σὲ καυτὴ

πίσσα χωρὶς νὰ καεῖ καὶ ἄλλα παρόµοια. Ἀπὸ τὴν Μονή του, στὴν ὁποία εἶχε φήµη

Ἁγίου καὶ θαυµατουργοῦ, ἀναχώρησε στὰ Ἱεροσόλυµα καί, ἀφοῦ προσκύνησε τοὺς

Ἁγίους Τόπους, πέρασε στὴν Κύπρο, ὅπου ἀσκήτευε πάνω σ᾿ ἕνα βουνὸ γιὰ ἀρκετὰ

χρόνια. Ἐπειδὴ ὅµως τὸν ἐνοχλοῦσαν οἱ προστρέχοντας σ᾿ αὐτόν, ἔφυγε στὴν

Κωνσταντινούπολη καί, ἀφοῦ ἀνέβηκε µὲ θεία προσταγὴ στὸ ὄρος Παρηγοριά,

ἀπεβίωσε µετὰ ἀπὸ µικρὸ χρονικὸ διάστηµα.






Ὁ Ἅγιος Πρίσκος



Γιὰ τὸν Μάρτυρα αὐτὸν σηµειώνεται µόνο, ὅτι συµµαρτύρησε µαζὶ µὲ τοὺς Μάρτυρες Μαρτίνο καὶ Νικόλαο καὶ ὅτι πέθανε µαρτυρικὰ ἀπὸ στέρηση τροφῆς. Γίνεται δὲ καὶ τῶν τριῶν ἡ πανήγυρης κοντὰ στὸ τεῖχος τῶν Βλαχερνῶν.






Ὁ Ἅγιος Μαρτῖνος



Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν κοµµάτιασαν µὲ τσεκοῦρι.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος



Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Τὰ ἐγκαίνια τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου «ἐν τοῖς Κουράτορος»



Κατὰ τὸν Πατµιακὸ Κώδικα 266.






Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Ἡσυχαστής


Ἔζησε στὰ µέσα τοῦ 14 αἰῶνα µ.Χ. καὶ ὑπῆρξε κτήτορας τῆς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ σήµερα ὀνοµάζεται Μονὴ Γρηγορίου, ἀπὸ τὸ ὄνοµα τοῦ κτήτορα. Ἔζησε ὁσιακὰ καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτὴς «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος)






Ὁ Ὅσιος Γεράσιµος ὁ ἐξ Εὐρίπου (Εὐβοίας)



Ἱεραπόστολος τῆς Ἑλλάδας κατὰ τοὺς χρόνους τῆς φραγκοκρατίας (µέσα 13ου αἰῶνα - περὶ τὸ 1320). Γεννήθηκε στὴ νῆσο Εὔριπο (Εὔβοια) ἀπὸ πλούσιους καὶ εὐγενεῖς γονεῖς. Οἱ γονεῖς τοῦ Γερασίµου κατάγονταν ἀπὸ τὴν δυτικὴ φραγκικὴ οἰκογένεια τοῦ Ῥήγα Φάτζου. Κατὰ τὸ δεύτερο µισό του 13ου αἰῶνα, ὁ Γεράσιµος ἦλθε στὸ Σινᾶ, στὴ Μονὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης. Ἐκεῖ γνώρισε τὸ «ὑπερβάλλον» τῆς ἀρετῆς τοῦ Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, προσκολλήθηκε σ᾿ αὐτὸν καὶ ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς µαθητές του. Ἔτσι ἔφθασε σὲ µεγάλο ὕψος πράξεως καὶ θεωρίας, ὥστε νὰ γίνει γιὰ τοὺς ἄλλους «ὑπόδειγµα καὶ ἀρχέτυπον τῶν καλῶν ἁπάντων» καὶ «ἐκµαγεῖον ἀρετῶν». Ὅταν ὁ Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης ἐγκατέλειψε τὸ Σινᾶ, ὁ µαθητής του Γεράσιµος τὸν ἀκολούθησε καὶ ὅταν ἔφθασαν στὴν Ἑλλάδα, στάθµευσαν γιὰ λίγο στοὺς Καλοὺς λιµένες τῆς Κρήτης, ἀπὸ ὅπου ὁ µὲν Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης κατευθύνθηκε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὁ δὲ Γεράσιµος ἀποβιβάστηκε στὴν ἠπειρωτικὴ Ἑλλάδα, ὅπου καὶ ἔδρασε ἱεραποστολικά. Τελικά, ἐπέστρεψε ὡς µοναχὸς Γεράσιµος Σιναΐτης στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τὴν Εὔβοια.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 8



     Ὁ Ὅσιος Πατάπιος

     Οἱ Ἅγιοι Σωσθένης, Κηφᾶς, Ἀπολλῶς, Τυχικός, Καῖσαρ καὶ Ἐπαφρόδιτος οἱ

Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70

     Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ἐπίσκοπος Κύπρου καὶ Δαµιανὸς ἐπίσκοπος Κύπρου

     Ὁ Ἅγιος Ἄερος ὁ ἀρχιεπίσκοπος

     Προεόρτια Συλλήψεως τῆς Θεοτόκου ὑπὸ τῆς Ἁγίας Ἄννης







Ὁ Ὅσιος Πατάπιος



Γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο καὶ ἀπὸ µικρὸ παιδὶ εἶχε «πνεῦµα ἀγάπης καὶ σωφρονισµοῦ». Δηλαδή, πνεῦµα ἀγάπης καὶ πνεῦµα ποὺ σωφρονίζει, ὥστε φρόνιµα καὶ συνετὰ νὰ κυβερνᾷ τὸν ἑαυτό του, ἀποφεύγοντας κάθε ἠθικὴ παρεκτροπή, διατηρῶντας τὴν ἁγνότητα, ἀλλὰ συγχρόνως παραδειγµάτιζε καὶ τοὺς συνανθρώπους του. Καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε ἀκόµα περισσότερο, ὅταν µεγάλωσε. Ἀφοῦ διαµοίρασε τὴν κληρονοµιά του στοὺς φτωχούς, ἀποσύρθηκε στὴν ἔρηµο. Ἐκεῖ γέµιζε τὸ χρόνο του µὲ προσευχή, µελέτη καὶ ἀγαθοεργίες. Σὲ κάθε κουρασµένο ὁδοιπόρο ποὺ περνοῦσε ἀπὸ τὸ κελί του, πρόσφερε ἀνάπαυση καὶ φιλοξενία. Ἀλλὰ ἐκµεταλλευόµενος τὴν εὐκαιρία τοῦ παρεῖχε

µὲ διάκριση καὶ πνευµατικὲς ὁδηγίες καὶ συµβουλές, χρήσιµες γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἔτσι, ἡ φήµη τοῦ Παταπίου ἐξαπλώθηκε γρήγορα καὶ κάθε µέρα πολλοὶ ἔφθαναν στὸ κελί του γιὰ νὰ ἀκούσουν ἀπὸ τὰ χείλη του ἐπωφελῆ διδασκαλία. Μετὰ ἀπὸ καιρό, ὁ Πατάπιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ, θέλοντας νὰ µείνει ἄγνωστος, ἐξέλεξε ἕνα ἡσυχαστήριο στὶς Βλαχερνές. Ὅµως, ἡ ταπεινὴ καὶ καθαρὴ ζωὴ τοῦ Παταπίου, τὸν ἀξίωσε νὰ θαυµατουργεῖ. Ἔτσι καὶ πάλι ἔγινε γνωστὸς καὶ πέθανε θεραπεύοντας ἀῤῥώστους.






Οἱ Ἅγιοι Σωσθένης, Κηφᾶς, Ἀπολλῶς, Τυχικός, Καῖσαρ καὶ Ἐπαφρόδιτος οἱ

Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70



Ὁ Σωσθένης ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Κολοφῶνος στὴν Ἰωνία, καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν διδακτικότητα καὶ τὴν αὐταπάρνησή του. Ὑπῆρξε συνεργάτης τοῦ ἀποστόλου Παύλου καὶ χαρακτηριστικὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Παύλου ποὺ ἔτρεφε πρὸς τὸν Σωσθένη εἶναι ὅτι, στὴν Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολήν του, ὀνοµάζει αὐτὸν συστρατιώτη του. Ὁ Ἀπολλῶς ἦταν λόγιος ἄνδρας τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ προικισµένος

µὲ πολλὴ δύναµη λόγου καὶ γνώση τῶν Γραφῶν. Στὴν ἀρχὴ γνώριζε µόνο τὸ βάπτισµα τοῦ Ἰωάννη, κατόπιν ὅµως πληροφορήθηκε ἀκριβέστερα σχετικῶς µὲ τὴν ἀνθρώπινη σωτηρία διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὸν Ἀκύλα καὶ τὴν σύζυγό του Πρίσκιλλα. Ὁ Ἀπολλῶς κήρυξε θαῤῥαλέα µέσα στὴ συναγωγὴ τῆς Ἐφέσου καὶ ὕστερα πῆγε στὴν Κόρινθο καὶ τὴν ὑπόλοιπη Ἀχαΐα. Τέλος ἔκανε ἐπίσκοπος Καισαρείας. Τὸν Τυχικὸ ἀποκαλεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀγαπητὸ ἀδελφὸ καὶ διάκονον ἐν Κυρίῳ Τὸν ὁποῖο


ἔστειλε στοὺς χριστιανοὺς τῆς Ἐφέσου, γιὰ νὰ τὸν κάνει γνωστὸ σ΄ αὐτοὺς καὶ νὰ παρηγορήσει τὶς καρδιές τους. Ὁ Ἐπαφρόδιτος ὀνοµάζεται ἀπὸ τὸν ἀπ. Παῦλο ἀδελφὸς καὶ συνεργὸς καὶ συστρατιώτης του καὶ ἐπετέλεσε τὰ ἀποστολικά του καθήκοντα στοὺς Φιλιππησίους. Αὐτὸς µετὰ τὸν Σωσθένη, ἀνέλαβε τὴν ἐπισκοπὴ Κολοφῶνος. Ὁ δὲ Καίσαρας ἀναφέρεται µὲ τὴν οἰκογένειά του στὴν πρὸς Φιλιππησίους ἐπιστολὴ τοῦ ἀπ. Παύλου καὶ φέρεται ὅτι χρηµάτισε ἐπίσκοπος Κορώνης στὴν Πελοπόννησο. Γιὰ τὸν Κηφᾶ δὲν διασῴζονται βιογραφικά του στοιχεῖα. (Ὁρισµένα Συναξάρια, λανθασµένα ἀναφέρουν ἐδῶ καὶ τὴν µνήµη τοῦ ἀπ. Ὀνησιφόρου σὰν ἐπισκόπου Κορώνης (;). Αὐτὸς ὅµως ἑορτάζει 7 Σεπτεµβρίου καὶ ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Κολοφῶνος Μ. Ἀσίας).






Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ἐπίσκοπος Κύπρου καὶ Δαµιανὸς ἐπίσκοπος Κύπρου



Ὁ Σωφρόνιος καταγόταν ἀπὸ τὴν µεγαλόνησο Κύπρο καὶ ἦταν γιὸς εὐλαβῶν γονέων χριστιανῶν. Διακρινόταν γιὰ τὴν πολυµάθειά του καὶ τὴν εὐφυΐα του. Ἔγινε τόσο εὐλαβὴς καὶ ἐνάρετος, ὥστε τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς µὲ πολλὰ χαρίσµατα καὶ ἰδιαίτερα νὰ θαυµατουργεῖ. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου Κύπρου Δαµιανοῦ, µὲ ὁµόφωνη γνώµη κλήρου καὶ λαοῦ, Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου ἔγινε ὁ Σωφρόνιος. Μετὰ τὴν χειροτονία του, ἔλαβε µεγάλη πρόνοια γιὰ τοὺς φτωχούς, τὰ ὀρφανά, τοὺς ἀναπήρους καὶ τοὺς γέροντες. Ἔτσι θεάρεστα ἀφοῦ διάνυσε τὴ ζωή του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Ἄερος ὁ ἀρχιεπίσκοπος



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο τοῦ Ἀρχιµανδρίτου Καλλίστου ὡς ἑξῆς: «Μνήµη τοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀέρου». Ἀνήκει πάντως στοὺς ἁγίους τῆς Σιωνίτιδος (δηλ. Ἱεροσολύµων) ἐκκλησίας, ποὺ ἔχει γραµµένη τὴν µνήµη του στὶς 8 Δεκεµβρίου.






Προεόρτια Συλλήψεως τῆς Θεοτόκου ὑπὸ τῆς Ἁγίας Ἄννης


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 9



     Ἡ Σύλληψις τῆς Θεοτόκου

     Ἡ Ἁγία Ἄννα ἡ προφήτιδα Μητέρα τοῦ προφήτη Σαµουὴλ

     Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ νεολαµπὴς «ὁ ἐν τῷ Ἁγίῳ Ἀντίπα κειµένου»

     Ὁ Ἅγιος Σωσίθεος

     Ὁ Ἅγιος Ναρσῆς ὁ Πέρσης

     Ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ

     Ἡ Ἁγία Βάσσα

     Ὁ Ἅγιος Ἐάσιος

     Ἡ Ἁγία Wulhilda (Ἀγγλίδα)







Ἡ Σύλληψις τῆς Θεοτόκου



Ὑπὸ τῆς Ἁγίας Ἄννης Μητέρας τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Γιὰ τὴν µητέρα τῆς Θεοτόκου

Ἄννα δὲν ἀναφέρουν τίποτα σχετικὸ τὰ Εὐαγγέλια, οὔτε τὰ ὑπόλοιπα βιβλία τῆς

Καινῆς Διαθήκης. Ὅτι ξέρουµε γι᾿ αὐτή, τὸ γνωρίζουµε ἀπὸ τὰ λεγόµενα ἀπόκρυφα

Εὐαγγέλια. Σύµφωνα µὲ τὴν διήγηση αὐτή, ποὺ συµφωνεῖ µὲ τὴν παράδοση τῆς

Ἐκκλησίας, ὁ Ἱερέας Ματθᾶν, κάτοικος τῆς Βηθλεέµ, ἀπέκτησε τρεῖς θυγατέρες: τὴν

Μαρία, τὴν Σοβὴ καὶ τὴν Ἄννα. Ἡ Μαρία, ἀφοῦ παντρεύτηκε στὴ Βηθλεέµ, γέννησε

ἐκεῖ τὴν Ἐλισάβετ, τὴν µητέρα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Βαπτιστῆ. Ἡ Ἄννα παντρεύτηκε τὸν

Ἰωακεὶµ ἀπὸ τὴν Γαλιλαῖο. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἀτεκνίας, ἀπέκτησε κόρη, τὴν

Παρθένο Μαρία. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι οἱ γονεῖς της τὴν ἀφιέρωσαν στὴν ὑπηρεσία

τοῦ Ναοῦ τῆς Ἱερουσαλήµ, σὲ ἡλικία τριῶν ἐτῶν. Αὐτοὶ δὲ µετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια

πέθαναν. Τὴν Ἁγία Ἄννα τιµοῦσαν ἀπὸ τὰ ἀρχαία χρόνια. Τὸ συµπεραίνουµε αὐτὸ ἀπὸ

διάφορους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ἀρχαίους ἐκκλησιαστικοὺς ὕµνους,

ποὺ ὑπάρχουν πρὸς τιµὴν τῆς µητέρας τῆς Θεοτόκου. Ἐπίσης, τὸ ἔτος 550, ὁ

αὐτοκράτωρ Ἰουστινιανός, ἀφιέρωσε ναὸ στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς τιµὴν τῆς

Ἁγίας Ἄννας. Ἂς ζητᾶµε λοιπὸν τὶς πρεσβεῖες τῆς Ἁγίας Ἄννας πρὸς τὸ Θεό, γιὰ τὴν

ἐνδυνάµωση τῆς ψυχῆς µας καὶ τὴν τελικὴ σωτηρία της.






Ἡ Ἁγία Ἄννα ἡ προφήτιδα, Μητέρα τοῦ προφήτη Σαµουὴλ



Ἦταν στεῖρα γιὰ πολλὰ χρόνια καὶ βυθίστηκε σὲ µεγάλη θλίψη. Ἡ ψυχή της ποθοῦσε νὰ σφίξει στὴν ἀγκαλιά της ἕνα δικό της παιδί. Ἀλλ᾿ ὁ καιρὸς περνοῦσε καὶ ἡ στείρωση παρέµενε. Παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὅµως ἡ Ἄννα, ποὺ ἦταν σύζυγος τοῦ Ἐλκανᾶ γιοῦ τοῦ Ἱερεµεήλ, ἀπὸ τὴν Ἀρµαθαίµ, εἶχε συνεχῆ ἐλπίδα στὸ Θεό. Καὶ κάθε χρόνο, ἀνέβαινε στὸν οἶκο τοῦ Κυρίου στὴ Σηλῶ καὶ προσευχόταν µὲ δάκρυα καὶ νηστεῖες. Ὁ καλός της σύζυγος Ἐλκανά, προσπαθοῦσε νὰ τὴν παρηγορήσει, ἀλλ᾿ ἡ Ἄννα ἦταν ἀπαρηγόρητη καὶ συνεχῶς προσευχόταν στὸν Θεὸ νὰ τῆς χαρίσει παιδὶ καὶ αὐτὴ θὰ τὸ ἀφιέρωνε σ᾿ Αὐτόν. Ἡ θερµὴ προσευχή της εἰσακούστηκε καὶ ἡ Ἄννα συνέλαβε. Ἔκανε γιὸ καὶ τὸν


ὀνόµασε Σαµουήλ. Μετὰ τὴν ἀπογαλάκτιση τοῦ παιδιοῦ, οἱ δυὸ γονεῖς ἀνέβηκαν στὴ Σηλῶ µαζὶ µὲ τὸν Σαµουὴλ καὶ µὲ ὅ,τι ὅριζε ὁ νόµος σ᾿ αὐτὲς τὶς περιστάσεις. Ἐκεῖ ἡ εὐσεβὴς Ἄννα ἔφερε τὸ παιδάκι της στὸν Ἱερέα Ἠλί, γιὰ νὰ τὸ ἀφιερώσει στὴν ὑπηρεσία τοῦ οἴκου τοῦ Κυρίου. Καὶ γεµάτη χαρὰ καὶ ἐνθουσιασµὸ εἶπε τὸν ὑπέροχο ὕµνο:

«Ἐστερεώθη καρδία µου ἐν Κυρίῳ, ὑψώθη κέρας µου ἐν Θεῷ µου, ἐπλατύνθη ἐπ᾿ ἐχθρούς µου τὸ στόµα µου, εὐφράνθην ἐν σωτηρίᾳ σου... κλπ.». Μετὰ ἀπ᾿ αὐτό, ἡ θεία χάρη εὐλόγησε τὴν πίστη καὶ τὴν εὐσεβῆ ἀφοσίωση τῆς Ἄννας ἀκόµη περισσότερο. Τῆς χάρισε τρεῖς ἀκόµα γιοὺς καὶ δυὸ θυγατέρες. Καὶ πραγµατοποιήθηκε ἔτσι ἡ προφητική της ἐνόραση, κατὰ τὴν ὁποία εἶπε: «στείρα ἔτεκεν ἑπτά, καὶ ἡ πολλὴ ἐν τέκνοις ἠσθένησεν». Γιὰ τὴν Ἄννα αὐτή, ὁ Χρυσόστοµος ἀφιέρωσε πολλὲς καὶ λαµπρὲς ὁµιλίες.






Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ νεολαµπὴς «ὁ ἐν τῷ Ἁγίῳ Ἀντίπᾳ κειµένου»



Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα µ.Χ. Ἀνατράφηκε µὲ εὐσέβεια ἀπὸ τοὺς γονεῖς του Ζαχαρία καὶ Θεοφανῶ καὶ ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία θερµότατα, στὰ χρόνια ποὺ βασίλευε ὁ Θεόφιλος ὁ εἰκονοµάχος. Ὅταν ἐπὶ

βασιλίσσης Θεοδώρας ἦλθε ὁ θρίαµβος τῆς Ὀρθόδοξης πίστης, ὁ Πατριάρχης Μεθόδιος χειροτόνησε τὸν Στέφανο πρεσβύτερο καὶ τὸν κατάταξε στὸν κλῆρο τῆς ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του Ζαχαρία, κληρονόµησε

µεγάλη περιουσία, τὴν ὁποία διαµοίρασε σὲ φιλανθρωπικὰ ἱδρύµατα καὶ ὁ ἴδιος ἀφοσιώθηκε στὶς ὑποχρεώσεις τῆς ἱερῆς διακονίας, φωτίζοντας καὶ ἐνισχύοντας µὲ τὴν διδασκαλία του ψυχές. Κατοικοῦσε δὲ στὴν περιοχὴ τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀντίπα, ὅπου προσέρχονταν πολλοὶ καὶ ἀπὸ ὅλες τὶς τάξεις, ἑλκυσµένοι ἀπὸ τὴν φήµη τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς διδακτικότητάς του. Ὁ Ὅσιος Στέφανος πέθανε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 73 ἐτῶν, ποὺ ὅλα πέρασαν στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.






Ὁ Ἅγιος Σωσίθεος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Ναρσῆς ὁ Πέρσης



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Ἰσαάκ



Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Μᾶλλον εἶναι ὁ ἴδιος µ᾿ αὐτὸν τῆς 22ας Σεπτεµβρίου.


Ἡ Ἁγία Βάσσα



Πατρικία καὶ ἡγουµένη µονῆς γυναικείας στὴν Ἱερουσαλήµ, ὅπου ἵδρυσε καὶ τὴν Μονὴ τοῦ Ἁγίου Μηνᾷ, ποὺ ἡγούµενός της ὑπῆρξε ὁ ἐπίσκοπος Ἰαµνίης, Στέφανος. Ἡ µνήµη της ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο (σελ. 120).






Ὁ Ἅγιος Ἐάσιος



Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ µνήµη του βρίσκεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621 ὡς ἑξῆς: Ἔζησε ἐπὶ Διοκλητιανοῦ (284-304) καὶ

ὅτι, καταγγέλθηκε σὰν χριστιανὸς στὸν ἄρχοντα Καλβησιανό. Καὶ ἀφοῦ ὁµολόγησε τὸν Χριστό, πρῶτα τὸν ἔδεσαν χειροπόδαρα, ἔπειτα τὸν κρέµασαν πάνω σ᾿ ἕνα ξύλο καὶ τὸν ἔγδαραν µὲ σιδερένια νύχια. Κατόπιν τοῦ ἔσπασαν τὶς κνῆµες καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Στὴ συνέχεια, ἀφοῦ τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τὸν βασάνισαν πάλι σκληρά, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἡ βιογραφία του µάρτυρα αὐτοῦ, εἶναι ὅµοια µὲ αὐτὴ τοῦ µάρτυρα Ἐὔπλου (11 Αὐγούστου) καὶ καθόλου ἀπίθανο ὁ Ἐὔπλους, ἀπὸ ἀπροσεξία, νὰ ἔγινε Ἐάσιος.






Ἡ Ἁγία Wulhilda (Ἀγγλίδα)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῆς τῆς ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησοῦ, Ἀθῆναι 1985.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 10



     Οἱ Ἅγιοι Μηνᾶς ὁ Καλλικέλαδος, Ἑρµογένης καὶ Εὔγραφος

     Ὁ Ἅγιος Γέµελος ὁ Πολύαθλος

     Ὁ Ὅσιος Θωµᾶς ὁ Δεφουρκινός

     Ὁ Ἅγιος Θεότεκνος

     Ὁ Ἅγιος Μαριανός

     Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος

     Σύναξις Άρχιστρατήγου Μιχαὴλ «ἐν τοῖς Ἄδδα» (ἢ Ἀδδᾶ)






Οἱ Ἅγιοι Μηνᾶς ὁ Καλλικέλαδος, Ἑρµογένης καὶ Εὔγραφος



Ὁ Μηνᾶς ἦταν Ἀθηναῖος καὶ ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του εἰδωλολάτρης. Ὅταν ὅµως ἐκπαιδεύτηκε καὶ µορφώθηκε ἀρκετά, διαπίστωσε ὅτι ἡ πολυθεΐα ἦταν µᾶλλον ψέµα καὶ πλάνη. Στὴ µελέτη τῶν φιλοσόφων ἐπίσης, δὲν µπόρεσε νὰ βρεῖ κάτι τὸ ἀληθινό. Τότε προχώρησε στὴ µελέτη χριστιανικῶν συγγραµµάτων καὶ ἔπειτα τοῦ Εὐαγγελίου, ὅπου καὶ βρῆκε αὐτὸ ποὺ τὸν γέµιζε ψυχικά, δηλαδὴ τὸ φῶς καὶ τὴν ἀλήθεια. Ἔτσι, ὁ Μῆνας ἔγινε χριστιανός. Ἀργότερα, ὁ βασιλιὰς Μαξιµίνος (311-313), µὴ γνωρίζοντας ὅτι εἶναι χριστιανός, τὸν ἔκανε ἔπαρχο Ἀλεξανδρείας. Ἀλλὰ ὅταν ὁ βασιλιὰς αὐτὸς διέταξε διωγµοὺς στὴν πόλη αὐτή, ὁ Μηνᾶς ὄχι µόνο δὲν ἐξετέλεσε τὴν διαταγή, ἀλλὰ καὶ συνετέλεσε νὰ πληθυνθοῦν οἱ χριστιανικὲς τάξεις. Τότε ὁ Μαξιµίνος ἔστειλε νέο ἔπαρχο, τὸν Ἀθηναῖο λόγιο Ἑρµογένη. Αὐτός, τηρῶντας τὸ γράµµα τοῦ νόµου,

βασάνισε σκληρὰ τὸ Μηνᾶ καὶ τὸν ἔκλεισε στὴ φυλακή, γιὰ νὰ πεθάνει ἐκεῖ µέσα ἀπὸ τὶς πληγές του. Μετὰ ἀπὸ καιρό, ὅταν ὁ Ἑρµογένης ἔστειλε νὰ διαπιστώσουν ἂν καὶ πότε πέθανε ὁ Μηνᾶς, διαπίστωσαν ὅτι ὄχι µόνο δὲν εἶχε πεθάνει, ἀλλὰ καὶ οἱ πληγές του θεραπεύθηκαν. Τότε δηµόσια τὸν ῥώτησε πὼς ἔγινε αὐτό. Ὁ Μηνᾶς ἀπάντησε ὅτι θεραπεύθηκε τὴν ὥρα ποὺ πεσµένος στὸ ἔδαφος ἔψαλλε: «Ἐὰν πορευθῶ ἐν µέσῳ σκιᾶς θανάτου, οὐ φοβηθήσοµαι κακά, ὅτι σὺ µετ᾿ ἐµοῦ εἶ Κύριε». Ἐὰν δηλαδὴ ἀντικρίσω τὸ θάνατο, δὲ θὰ φοβηθῶ µήπως πάθω κακό, διότι σὺ εἶσαι µαζί µου, Κύριε. Ἡ ἀπάντηση εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα νὰ γίνει χριστιανὸς ὁ Ἐρµογένης καὶ κάποιος διακεκριµένος πολίτης, ὁ Εὔγραφος. Ἀργότερα, ὅλους µαζὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ἅγιος Γέµελος ὁ Πολύαθλος



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτη (361-363) καὶ πατρίδα του ἦταν ἡ Ἄγκυρα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ὅταν κάποτε ὁ Ἰουλιανὸς πέρασε ἀπὸ τὴν πατρίδα του, πληροφορήθηκε, ὅτι ὁ Χριστιανὸς αὐτὸς δὲν ἔπαψε νὰ ἀγωνίζεται καὶ νὰ προσελκύει εἰδωλολάτρες στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ὅταν διέταξε καὶ τὸν ὁδήγησαν µπροστά του, ὁ Γέµελος δὲν δίστασε καὶ ἐκεῖ νὰ ὁµολογήσει τὰ τῆς χριστιανικῆς πίστης. Ὁ Ἰουλιανὸς ἐξοργισµένος, διέταξε καὶ τοῦ ἔµπηξαν µυτερὰ ξύλα κατὰ µῆκος τῶν δακτύλων του. Κατόπιν ἔβαλαν πάνω στὸ σῶµα του πυρακτωµένο σίδερο καὶ στὴ συνέχεια τὸν


χτύπησαν ἀλύπητα µὲ σιδερένια καὶ ἀγκυλωτὰ ῥαβδιά. Ἐπειδὴ ὅµως ὁ Γέµελος δὲν πτοήθηκε, τὸν σταύρωσαν καὶ ἔτσι παρέδωσε στὸν στεφανοδότη Κύριο τὴν ἁγία του ψυχή.






Ὁ Ὅσιος Θωµᾶς ὁ Δεφουρκινός



Μὲ τὴν προσευχή, τὴν ἐξοµολόγηση, τὴν µελέτη, τὴν ἀγρυπνία, τὴν µεγάλη ἐγκράτεια καὶ τὴν θεία κοινωνία, ἐνισχυόταν ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ Ὅσιος Θωµᾶς ὅταν ἦταν νέος, ἀπὸ τοὺς µολυσµοὺς τῆς σάρκας καὶ τοῦ πνεύµατος. Ἔζησε τὸν 9ο µ. Χ. αἰῶνα, καὶ ἡ πατρίδα του βρισκόταν στοὺς πρόποδες τοῦ ὄρους Κυµιναίου. Ἀνατράφηκε χριστιανικὰ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, διατηρῶντας τὴν πίστη καὶ τὴν ἁγνότητά του ἀπὸ τὴν νεανική του ἀνάπτυξη. Κινούµενος ἀπὸ ἱερὸ πόθο ὁ Θωµᾶς, ἐπισκέφθηκε πολλὰ

µοναστήρια καὶ ἀποκόµισε πολλὲς ἀρετὲς ἀπὸ τὰ ἐκεῖ µεγάλα ὑποδείγµατα τῆς εὐσέβειας. Ἀργότερα ἔγινε καὶ ἴδιος µοναχὸς καὶ δίδασκε µὲ ζῆλο τὸ Εὐαγγέλιο µαζὶ µὲ ἄλλους µοναχοὺς σὲ πόλεις καὶ χωριά, κατὰ τὶς τεσσαρακοστές. Ὁ ἐκεῖ ἐπίσκοπος, ἐκτιµοῦσε τόσο πολὺ τὶς µεγάλες ἀρετὲς τοῦ Θωµᾶ, ὥστε ὅταν κάποιος µεγιστάνας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἔκτισε Μονὴ κοντὰ στὸ Σαγκάριο ποταµό, τὸν διόρισε ἡγούµενό της. Ἡ προτίµηση αὐτὴ δικαιώθηκε περίτρανα, διότι ὁ Θωµᾶς κυβέρνησε τὸ µοναστήρι

µὲ πολλὴ τάξη καὶ ὑπῆρξε πρότυπο µοναχικῆς ζωῆς στοὺς συµµοναστές του. Ἰδιαίτερα πολλαπλασίασε τοὺς οἰκονοµικοὺς πόρους τῆς Μονῆς, γιὰ νὰ βοηθάει αὐτοὺς ποὺ προσέφευγαν σ᾿ αὐτή. Ὁ Ὅσιος Θωµᾶς ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοῦ προορατικοῦ χαρίσµατος. Κάποτε µάλιστα, ἔγραψε ἀπάντηση στὸν βασιλιὰ Λέοντα τὸ σοφό, χωρὶς ν᾿ ἀνοίξει τὴν ἐπιστολὴ ποὺ τοῦ ἔστειλε! Ἀργότερα ὁ Θωµᾶς, ἀποσύρθηκε σὲ κάποιο εἰρηνικὸ ἡσυχαστήριο καὶ ἐκεῖ τὸν βρῆκε ὁ θάνατος σὲ βαθιὰ γεράµατα, ἀλλὰ καὶ σὲ συνεχὴ πνευµατικὴ ἄνθιση καὶ ἀκµή.






Ὁ Ἅγιος Θεότεκνος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Μαριανός



Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισµοῦ.






Ὁ Ἅγιος Εὐγένιος



Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν χτύπησαν µὲ ξύλα µέχρι θανάτου. σ᾿ ἄλλο Συναξαριστὴ ἡ µνήµη του ἀναφέρεται µετὰ τοῦ Ἁγίου Μαρίνου.


Σύναξις Άρχιστρατήγου Μιχαὴλ «ἐν τοῖς Ἄδδα» (ἢ Ἀδδᾶ)



Γιὰ τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν ἔχουµε καµιὰ ἄλλη πληροφορία.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 11



     Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ὁ Στυλίτης

     Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ὁ Νέος Στυλίτης

     Οἱ Ἅγιοι Ἀειθαλᾶς καὶ Ἀκεψέης

     Ὁ Ἅγιος Μείραξ

     Ὁ Ἅγιος Βαρσάβας

     Οἱ Ἅγιοι Τερέντιος, Βικέντιος, Αἰµιλιανὸς καὶ Βεβαία

     Οἱ Ἅγιοι Πέτρος ὁ ἀσκητὴς καὶ Ἀκεψιµᾶς

     Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος Φωκᾶς, αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου

     Ὁ Ὅσιος Λεόντιος ποὺ µόνασε στὴν Ἀχαΐα

     Ὁ Ὅσιος Νίκων ὁ Ξηρὸς «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος)

     Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Προπατόρων

     Ὁ Ὅσιος Δαµασκηνός







Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ὁ Στυλίτης



Γεννήθηκε τὸ 410 µ.Χ., στὸ χωριὸ Μαρουθὰ τῆς περιφερείας Σαµοσάτων. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς τοῦ ὀνοµαζόταν Ἠλίας καὶ Μάρθα. Ὁ Δανιὴλ γεννήθηκε ἐνῷ ἡ µητέρα του ἦταν στεῖρα. Γι᾿ αὐτὸ καὶ οἱ γονεῖς του ὑποσχέθηκαν νὰ τὸν ἀφιερώσουν στὴν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ. Τὸν ἀνέθρεψαν µὲ πολλὴ ἐπιµέλεια, καὶ οἱ κόποι τους δὲν πῆγαν χαµένοι. Ὁ Δανιὴλ ἀπέδωσε καρπούς. Νεαρὸς ἀκόµα, πήγαινε στὶς γειτονικὲς πόλεις καὶ ἐξηγοῦσε τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔπειτα πῆγε σὲ κοινόβια Μονή, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ εὐσεβεῖς ἀσκήσεις, θεολογικὲς µελέτες καὶ καλλιέργεια τῆς ταπεινοφροσύνης. Κάποτε, σ᾿ ἕνα ταξίδι µὲ τὸν ἡγούµενο τῆς Μονῆς, συνάντησε τὸ Συµεὼν τὸ Στυλίτη καὶ πῆρε τὴν εὐλογία του. Ὅταν πέθανε ὁ ἡγούµενος τῆς Μονῆς, ὁ Δανιὴλ ξαναπῆγε στὸ Συµεὼν καὶ ζήτησε τὴν συµβουλή του ποῦ νὰ πάει. Ὁ Συµεὼν τὸν συµβούλευσε νὰ πάει στὴν Κωνσταντινούπολη, πρᾶγµα ποὺ ὁ Δανιὴλ ἔπραξε. Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε στὸν περίβολο τοῦ ναοῦ τοῦ ἀρχιστρατήγου Μιχαὴλ στὴν Προποντίδα. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό, εἶδε σὲ ὅραµα τὸ Συµεὼν νὰ τὸν καλεῖ. Ὁ Δανιήλ, ἑρµηνεύοντας αὐτὸ τὸ ὅραµα, ἔκτισε ὑψηλὸ στῦλο καὶ ἐγκαταστάθηκε πάνω σ᾿ αὐτόν. Σκοπὸς τῆς ἐγκατάστασής του πάνω στὸ στῦλο ἦταν ὁ ἀγώνας γιὰ τὴν ἐξάλειψη τῶν παθῶν καὶ ἡ ἀπόκτηση περισσότερων ἀρετῶν. Ἔλαβε τὸ προορατικὸ χάρισµα, ἔκανε πολλὰ θαύµατα καὶ ἦταν σηµαντικὴ ἡ συµµετοχή του στὴ Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνας. Πέθανε 80 χρονῶν, πλήρης «καρπῶν δικαιοσύνης τῶν διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Δηλαδὴ γεµάτος ἀπὸ καρπούς, ποὺ παράγει ἡ ἀρετὴ καὶ ποὺ κατορθώνονται διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.






Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ὁ Νέος Στυλίτης



Ἔζησε στὰ µέσα τοῦ 10ου αἰῶνα µ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία. Οἱ γονεῖς του,

Χριστοφόρος καὶ Καλή, τὸν ἀνέθρεψαν σύµφωνα µὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου.


Ὑπηρέτησε σὰ στρατιώτης καὶ ὄχι µόνο διατήρησε τὴν ἁγνότητά του, ἀλλὰ καὶ ἐπηρέαζε πρὸς τὸ καλὸ νεαροὺς συστρατιῶτες του, ποὺ εἶχαν ῥοπὴ στὴ διαφθορά. Ἀργότερα ὁ Λουκᾶς ἔγινε ἱερέας καὶ ἀφιερώθηκε στὸ φωτισµὸ τῶν ψυχῶν τῆς ἐνορίας του. Κατόπιν ἀνέβηκε ἀσκούµενος στὸν Ὄλυµπο, ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔπειτα στὴ Χαλκηδόνα, ὅπου ἔστησε τὴν καλύβα του πάνω σ᾿ ἕνα στῦλο. Ἀπὸ τὸ νέο

του ἀσκητικὸ ὁρµητήριο πήγαινε σὲ διάφορα µέρη καὶ κήρυττε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ ἔκανε πολλὰ θαύµατα. Πάνω στὸν στῦλο αὐτὸ ὁ Λουκᾶς πέρασε 45 ὁλόκληρα χρόνια καὶ ἀπεβίωσε µὲ θαυµαστὴ πνευµατικὴ λαµπρότητα.






Οἱ Ἅγιοι Ἀειθαλᾶς καὶ Ἀκεψέης



Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἀρβὴλ τῆς Περσίας καὶ ὁ µὲν Ἀειθαλᾶς ἦταν ἐπίσκοπος ὁ δὲ Ἀκεψέης διάκονος. Ἡ θερµὴ καὶ ζωντανὴ πίστη τους, τοὺς ὠθοῦσε νὰ κηρύττουν καθηµερινὰ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ νὰ ἑλκύουν ψυχὲς στὸν Σωτῆρα Χριστό. Καταγγέλθηκαν στὸν Πέρση βασιλιὰ καὶ ἀφοῦ ἔµειναν ἀκλόνητοι στὴ χριστιανικὴ πίστη, µετὰ ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια, ἀποκεφαλίστηκαν. (Ἄλλες Συναξαριακὲς πηγὲς ἀναφέρουν ὅτι ὁ Ἀειθαλᾶς ἦταν πρῶτα ἱερεὺς εἰδώλων καὶ κατηχήθηκε στὴ χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο κάποιας πόλεως, ποὺ ἦλθε καὶ θεραπεύτηκε ἀπὸ αἱµοῤῥαγία).






Ὁ Ἅγιος Μείραξ



Ἡ ζωή του ὅµοια µὲ αὐτὴ τοῦ Ἀσώτου τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ ἅγιος Μείραξ γεννήθηκε στὸ Τενεσὴ τῆς Αἰγύπτου καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ τοὺς γονεῖς του µὲ χριστιανικὴ εὐσέβεια. Ἀλλὰ τὰ θέλγητρα τῆς νεότητας τὸν παρέσυραν στὴν ἀσωτία καὶ ἀκόµα πιὸ χειρότερα οἱ γνωριµίες του µὲ Ἀγαρηνούς, τὸν ἔκαναν νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Οἱ γονεῖς του τὸ ἔµαθαν καὶ ἔκλαψαν πικρά. Ἀλλὰ δὲν ἀπελπίστηκαν καὶ στήριξαν τὴν ἐλπίδα τους στὸν Θεὸ προσευχόµενοι. Καὶ ὁ Θεὸς ἔκανε τὸ ἔλεός του, χάριν τῶν εὐσεβῶν γονέων. Ὁ ἀρνησίθρησκος γιὸς µπούχτισε τὴ ζωὴ τῆς ἁµαρτίας. Καὶ ὅπως ὁ φοίνικας προβάλλει

µέσα ἀπὸ τὶς φλόγες, ἔτσι καὶ ἡ προηγούµενη πίστη τοῦ Μείρακα, πρόβαλλε µέσα ἀπὸ τὰ ἐρείπια τῆς ψυχῆς του. Ἦλθε µετάνοια στὴν καρδιά του, καὶ κάποια µέρα ἐµφανίστηκε στοὺς γονεῖς του, ἔπεσε στὰ πόδια τους, ζήτησε συγνώµη καὶ ἐξέφρασε τὴν ἐπιθυµία νὰ ἐπανέλθει στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ἐκεῖνοι τὸν δέχτηκαν µὲ χαρά, τὸν φίλησαν καὶ δόξασαν τὸ Θεό. Ἀλλ᾿ ἡ ψυχὴ τοῦ Μείρακα δὲν ἀρκέστηκε σ᾿ αὐτὴν τὴν ἀποκατάσταση. Πῆγε λοιπὸν στὸν Ἀµηρᾶ, ἔκανε τὸ σηµεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ φώναζε ὅτι ἐπανῆλθε στὴν ἀληθινὴ πίστη. Ὁ Ἀµηρᾶς ἔδωσε διαταγὴ καὶ τὸν µαστίγωσαν σκληρὰ

µὲ βούνευρα, µέχρι ποὺ σχίστηκαν οἱ σάρκες του. Κατόπιν τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ τὸ

µὲν κεφάλι του τὸ ἀγόρασαν οἱ χριστιανοὶ καὶ τὸν ἔθαψαν µὲ τιµή, τὸ δὲ σῶµα του, οἱ

Ἀγαρηνοὶ τὸ ἔβαλαν µέσα σὲ µία βάρκα καὶ τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.






Ὁ Ἅγιος Βαρσάβας



Ἦταν Πέρσης καὶ ὁµολόγησε µὲ θάῤῥος τὴ χριστιανικὴ πίστη στὸν Πέρση ἄρχοντα, µὲ


ἀποτέλεσµα νὰ ἀποκεφαλιστεῖ.






Οἱ Ἅγιοι Τερέντιος, Βικέντιος, Αἰµιλιανὸς καὶ Βεβαία



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Οἱ Ἅγιοι Πέτρος ὁ ἀσκητὴς καὶ Ἀκεψιµᾶς



Ἀναφέρονται στὸν Συναξαριστὴ Delehaye καὶ στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578, ὅτι

µαρτύρησαν στὴν Περσία.






Ὁ Ἅγιος Νικηφόρος Φωκᾶς αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου



Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται µόνο στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα Β 4φ. 133, ὅπου ὑπάρχει καὶ πλήρης Ἀκολουθία του µὲ Κανόνες. Δηµοσιεύθηκαν ἀπὸ τὸν L. Petit στὸ Byz. Zeitschrift τ. ΙΓ (1904) σελ. 398-420 καὶ ἀπὸ τὸν Δηµητριεύσκη στὸ Κίεβο τὸ 1911.






Ὁ Ὅσιος Λεόντιος ποὺ µόνασε στὴν Ἀχαΐα



Γεννήθηκε στὴν Μονεµβασία τῆς Πελοποννήσου ἀπὸ τὸν Ἀνδρέα καὶ τὴν Θεοδώρα.Ὁ πατέρας του ἦταν ἀρκετὰ πλούσιος καὶ ἐπίσηµος ἄνδρας. Ὁ βασιλιὰς Ἀνδρόνικος Β´, ὁ Παλαιολόγος (1283-1328) ἀνέθεσε σ᾿ αὐτὸν σπουδαία θέση στὴν κεντρικὴ διοίκηση τοῦ Μοριᾶ. Ὁ Λέων λοιπόν, ἔτσι ὀνοµαζόταν πρίν, ἔτυχε µεγάλης φροντίδας ἀπὸ τοὺς γονεῖς του καὶ σπούδασε στὴν Κωνσταντινούπολη ξένες γλῶσσες, φιλοσοφία καὶ θεολογία. Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας του, ἐπέστρεψε στὴ Μονεµβασία καὶ φρόντισε τὴν

µητέρα του. Κατόπιν ἡ µητέρα του ἀποσύρθηκε σὲ µοναστήρι καὶ ὁ Λέων µὲ τὴν εὐχή της παντρεύτηκε. Ὑπῆρξε πρότυπο συζύγου, οἰκογενειάρχη καὶ κοινωνικοῦ εὐεργέτη. Ἔπειτα ὅµως ἦλθαν καὶ οἱ µεγάλες δοκιµασίες. Πέθανε ἡ γυναῖκα του, κατόπιν τὰ παιδιά του καὶ ἔτσι ὁ ἴδιος ἀποφάσισε νὰ γίνει µοναχός. Ἔγινε λοιπὸν µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Λεόντιος καὶ πῆγε κοντὰ σ᾿ ἕνα ἔµπειρο ἀσκητή, τὸν Μενίδη, ὅπου ἔµεινε κοντά του γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστηµα. Στὴ συνέχεια πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔλαβε ἀρκετὰ µεγάλη ἀσκητικὴ ἐµπειρία καὶ ἐπέστρεψε πάλι στὴν Πελοπόννησο.Ἐκεῖ διάλεξε τόπο διαµονῆς του τὸ βουνὸ ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὸ Αἴγιο καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πήγαινε σὲ πόλεις τῆς Ἀχαΐας καὶ κήρυττε τὸν Θεῖο λόγο. Κοντά του πῆγαν καὶ ἄλλοι ζηλωτὲς τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς, ποὺ ἀργότερα, πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτοὺς διέπρεψαν στὸν ἱερὸ κλῆρο.Ὁ Λεόντιος ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ καὶ ἡ φήµη τῆς ἀρετῆς του παρέµεινε καὶ µετὰ τὸν θάνατό του. Οἱ δὲ ἀδελφοὶ Παλαιολόγοι, Θωµᾶς καὶ Θεόδωρος, πρὸς τιµὴν τοῦ ὁσίου, ἔκτισαν Μονὴ στὸν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του, στὸ ὄνοµα τοῦ ἀρχαγγέλου Μιχαήλ.


Ὁ Ὅσιος Νίκων ὁ Ξηρὸς «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος)






Κυριακὴ τῶν Ἁγίων Προπατόρων



Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅρισαν τὴν Κυριακὴ πρὶν τὴν Κυριακὴ πρὸ τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, τὴν µνήµη τῶν Προπατόρων Του, (δηλαδὴ τῶν κατὰ σάρκα προγόνων

Του), ὅπως εἶναι ὁ Ἀβραὰµ καὶ οἱ ὑπόλοιποι, ἀπὸ τοὺς ὁποίους προῆλθε ὁ Κύριος Ἰησοῦς

Χριστός. (Βλέπε καὶ 18 Δεκεµβρίου).






Ὁ Ὅσιος Δαµασκηνός


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 12



     Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ὁ Θαυµατουργός, ἐπίσκοπος Τριµυθοῦντος Κύπρου

     Ὁ Ἅγιος Συνετός

     Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Ἱεροµάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων

     Ὁ Ὅσιος Ἀµωναθάς

     Ὁ Ὅσιος Ἄνθος

     Ὁ Ἅγιος Αἰθέριος

     Ἡ Ἁγία Εὐφηµιανή

     Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης (ἢ Ἰωακείµ) ἐπίσκοπος Ζιχνῶν

     Ἅγιος Finian of Clonard (Ἰρλανδός)






Ὁ Ἅγιος Σπυρίδων ὁ Θαυµατουργός, ἐπίσκοπος Τριµυθοῦντος Κύπρου



Γεννήθηκε ἀπὸ οἰκογένεια βοσκῶν, ποὺ ἦταν κάπως εὔπορη, τὸ 270. Ἂν καὶ µορφώθηκε ἀρκετὰ στὴν πατρίδα του Κύπρο, ὅµως δὲν ἄλλαξε ἐπάγγελµα. Συνέχισε καὶ αὐτὸς νὰ εἶναι βοσκός.Ἦταν χαρακτῆρας ἁπλός, ἀγαθός, γεµάτος ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον του. Τὶς Κυριακὲς καὶ τὶς γιορτές, συχνὰ ἔπαιρνε τοὺς βοσκοὺς καὶ τοὺς ὁδηγοῦσε στοὺς ἱεροὺς ναούς, καὶ κατόπιν τοὺς ἐξηγοῦσε τὴν εὐαγγελικὴ ἢ τὴν ἀποστολικὴ περικοπή.

Ὁ Θεὸς τὸν εὐλόγησε νὰ γίνεται συχνὰ προστάτης χηρῶν καὶ ὀρφανῶν. Νυµφεύθηκε εὐσεβῆ σύζυγο καὶ ἀπέκτησε µία κόρη, τὴν Εἰρήνη. Γρήγορα ὅµως, ἡ σύζυγός του πέθανε. Γιὰ νὰ ἐπουλώσει τὸ τραῦµα του ὁ Σπυρίδων ἀφοσιώθηκε ἀκόµα περισσότερο στὴ διδαχὴ τοῦ θείου λόγου. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς πιέσεις χειροτονήθηκε ἱερέας. Καὶ πράγµατι, ὑπῆρξε ἀληθινὸς ἱερέας τοῦ Εὐαγγελίου, ἔτσι ὅπως τὸν θέλει ὁ θεῖος Παῦλος: «Ἀνεπίληπτον, νηφάλιον, σώφρονα, κόσµιον, φιλόξενον, διδακτικόν, τέκνα ἔχοντα ἐν ὑποταγῇ µετὰ πάσης σεµνότητας». Δηλαδὴ ἀκατηγόρητο, προσεκτικό, ἐγκρατῆ, σεµνό, φιλόξενο, διδακτικὸ καὶ νὰ ἔχει παιδιὰ ποὺ νὰ ὑποτάσσονται µὲ κάθε σεµνότητα.Ἔτσι καὶ ὁ Σπυρίδων, τόσο σωστὸς ὑπῆρξε σὰν ἱερέας, ὥστε ὅταν χήρεψε ἡ

ἐπισκοπὴ Τριµυθοῦντος στὴν Κύπρο, διὰ βοῆς λαὸς καὶ κλῆρος, τὸν ἐξέλεξαν ἐπίσκοπο. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ὁ Σπυρίδων προχώρησε τόσο πολὺ στὴν ἀρετή, ὥστε τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ κάνει πολλὰ θαύµατα. Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ ὅτι ὁ Ἅγιος Σπυρίδων µὲ τὸ κῦρος τῆς ἁγίας καὶ ἠθικῆς ζωῆς του στὴν Α´ Οἰκουµενικὴ σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας (Μ. Ἀσία) καὶ στὴν ὁποία συµµετεῖχε, κατατρόπωσε τοὺς Ἀρειανοὺς καὶ ἀναδείχτηκε ἀπὸ τοὺς λαµπροὺς ὑπερασπιστὲς τῆς Ὀρθόδοξης πίστης. Μάλιστα, ὅπως ἀναφέρει ἡ παράδοση, ἀφοῦ µίλησε γιὰ λίγο, κατόπιν ἔκανε τὸ σηµεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ

µὲ τὸ ἀριστερὸ χέρι, ποὺ κρατοῦσε ἕνα κεραµίδι, εἰς τύπον τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶπε:«εἰς τὸ ὄνοµα τοῦ Πατρός» καὶ ἔκανε νὰ φανεῖ πρὸς τὰ ἐπάνω ἀπ᾿ τὸ κεραµίδι φωτιά, διὰ τῆς ὁποίας εἶχε ψηθεῖ αὐτό.Ὅταν δὲ εἶπε: «καὶ τοῦ Υἱοῦ», ἔῤῥευσε κάτω νερό, διὰ τοῦ ὁποίου ζυµώθηκε τὸ χῶµα τοῦ κεραµιδιοῦ. Καὶ ὅταν πρόσθεσε «καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος», ἔδειξε µέσα στὴ χοῦφτα του µόνο τὸ χῶµα ποὺ ἀπέµεινε. Στὶς 12

Δεκεµβρίου τὸ 350 µ.Χ. ἀπεβίωσε. Τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, στὸν Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἀπ᾿ ὅπου, µετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης, κάποιος ἱερέας τοῦ ναοῦ αὐτοῦ, ὀνόµατι Γεώργιος Καλοχαιρέτος, µαζὶ µὲ ἄλλα ἱερὰ λείψανα, µετέφερε τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου στὴν Πάργα τῆς Ἠπείρου καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴν Κέρκυρα κατὰ τὸ


1456 καὶ στὴν ὁποία βρίσκεται µέχρι σήµερα καὶ γιορτάζεται µεγαλοπρεπῶς στὸν ὁµώνυµο Ἱερὸ Ναό.






Ὁ Ἅγιος Συνετός



Μαρτύρησε τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ. στὴ Ῥώµη, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Αὐρηλιανός. Ὁ Συνετὸς τοποθετήθηκε ὡς ἀναγνώστης τῆς ἐκκλησίας τῆς Ῥώµης ἀπὸ τὸν Ἅγιο Πάπα Σίξτο. Συνελήφθη καὶ διατάχθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀρνήθηκε ὅµως καὶ βασανίστηκε σκληρὰ µὲ µαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν καὶ ἔπειτα φυλακίστηκε. Παρ᾿ ὅλα αὐτά, παρέµεινε στὴ χριστιανική του ὁµολογία καὶ ἔβαλαν στὸ σῶµα του πυρακτωµένα σίδερα. Ἐπειδὴ ὅµως δὲν κατάφεραν τίποτα, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Ἱεροµάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων



Ἕνωνε µὲ τὴν εὐσέβεια, ἰσχυρὴ θέληση γιὰ ἀνώτερη µάθηση. Ὁ Ἀλέξανδρος ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 2ου µ.Χ. αἰῶνα µέχρι τὰ µέσα τοῦ 3ου καὶ ἔκανε µαθητὴς τοῦ Κλήµεντος τοῦ Ἀλεξανδρέως. Διέπρεψε στὶς σπουδές του καὶ διακρίθηκε στὸ κήρυγµα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀργότερα ἀποδείχτηκε ἐπίσκοπός της Φλανιάδος στὴν Καππαδοκία. Ἡ ἐκεῖ δράση του, τὸν λάµπρυνε ἀκόµα περισσότερο. Καὶ ἐπειδὴ ὁ ἐπίσκοπος Ἱεροσολύµων Νάρκισσος ἦταν ὑπέργηρος (116 ἐτῶν), προσέλαβε βοηθὸ ἐπίσκοπο τὸν Ἀλέξανδρο καὶ συγχρόνως διάδοχό του. Ὅταν λοιπὸν ὁ Νάρκισσος πέθανε µαρτυρικά, ὁ Ἀλέξανδρος ἀνέλαβε τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο Ἱεροσολύµων. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ὁ Ἀλέξανδρος ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν πίστη, φώτισε καὶ οἰκοδόµησε τὸ λαό, µερίµνησε συγχρόνως γιὰ τὴν ἵδρυση

βιβλιοθήκης στὴν Ἱερουσαλήµ, στὴν ὁποία µάζεψε πολλὰ ἐκκλησιαστικὰ καὶ θεολογικὰ συγγράµµατα, γιὰ νὰ βοηθήσει τὶς µελέτες τῶν νεοτέρων κληρικῶν. Κατὰ τὸν διωγµὸ τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ Δεκίου, συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Παλαιστίνης στὴν Καισαρεία. Αὐτὸς ἀξίωσε ἀπὸ τὸν πιστὸ ἐπίσκοπο ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἐκεῖνος ὄχι µόνο δὲν δέχτηκε, ἀλλὰ καὶ παρατήρησε µὲ θάῤῥος καὶ δύναµη τὴν εἰδωλολατρικὴ πλάνη. Παραδόθηκε τότε τροφὴ στὰ θηρία, ἀφοῦ προηγούµενα ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια. Τὰ λιοντάρια τὸν πλησίασαν χωρὶς νὰ τὸν βλάψουν καθόλου, πέθανε ὅµως ἀπὸ τὶς πληγὲς τῶν βασανιστηρίων.






Ὁ Ὅσιος Ἀµωναθάς



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ἄνθος



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.



Ὁ Ἅγιος Αἰθέριος



Ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1611. Μαρτύρησε ἐπὶ Μαξιµιανοῦ (286-305) καὶ ἐπειδὴ δὲν δέχτηκε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἔβαλαν στ᾿ αὐτιά του πυρακτωµένα σίδερα, ὥστε οἱ κόρες τῶν µατιῶν του νὰ πεταχτοῦν ἔξω. Κατόπιν τὸν ἔδεσαν σ᾿ ἕνα τροχὸ καὶ ἔβαλαν χαλινάρι στὸ στόµα του. Στὴ συνέχεια ἀφοῦ τὸν ἔκαψαν µὲ ἀναµµένες λαµπάδες, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν.






Ἡ Ἁγία Εὐφηµιανή



Ἄγνωστη στοὺς Συναξαριστές. Ἡ µνήµη της ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ

Κανονάριο σελ. 120 συνοδευµένη µὲ αὐτὴ τῆς ἁγίας Φοίβης, ἐπίσης ἄγνωστης Ἁγίας.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης (ἢ Ἰωακείµ) ἐπίσκοπος Ζιχνῶν



Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν αὐτοκρατόρων Ἀνδρόνικου Β´ Παλαιολόγου (1282-1328) καὶ Ἀνδρόνικου Γ´ (1328-1341). Δυὸ χρόνων ἔµεινε ὀρφανὸς ἀπὸ γονεῖς καὶ τὸν πῆρε ὁ θεῖος του, µοναχός, ὀνόµατι Ἰωαννίκιος καὶ τὸν ἀνέθρεψε σύµφωνα µὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ὅταν ἦλθε σὲ κατάλληλη ἡλικία, ἔγινε ἱερέας καί, λόγω τῆς µεγάλης του ἀρετῆς, ἐκλέχτηκε ἐπίσκοπος Ζιχνῶν. Ὅταν πέθανε ὁ θεῖος του, παραιτήθηκε ἀπὸ τὴν ἐπισκοπὴ καὶ ἔµεινε στὴν Ἱερὰ Μονὴ Τιµίου Προδρόµου. Ἐπεξέτεινε τὴν Μονὴ αὐτή, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ Μενοίκιο ὄρος τῆς Ἀνατολικῆς Μακεδονίας, βορειανατολικᾶ τῶν Σεῤῥῶν καὶ ἔκτισε µεγαλοπρεπῆ Ναὸ στὸ ὄνοµα τοῦ Βαπτιστῆ Ἰωάννη. Ἐκεῖ θεάρεστα ἀφοῦ ἔζησε καὶ πρόσφερε πολλὰ στὴν περιοχή, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 12η Δεκεµβρίου 1333.






Ἅγιος Finian of Clonard (Ἰρλανδός)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 13



     Οἱ Ἅγιοι Εὐστράτιος, Αὐξέντιος, Εὐγένιος, Μαρδάριος καὶ Ὀρέστης

     Ἁγία Λουκία παρθένος

     Ὅσιος Ἄρης

     Ὅσιος Ἀρσένιος ποὺ ἀσκήτευσε στὸ Λάτριο ὄρος

     Ὁ Ἅγιος Γαβριήλ Ἱεροµάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Πεκίου Σερβίας

     Οἱ Ἅγιοι Ἰουβενάλιος καὶ Πέτρος ὁ Ἀλεούτιος καὶ πάντων τῶν Ἁγίων τῶν ἐν

Ἀλάσκᾳ






Οἱ Ἅγιοι Εὐστράτιος, Αὐξέντιος, Εὐγένιος, Μαρδάριος καὶ Ὀρέστης



Μαρτύρησαν κατὰ τὸ σκληρὸ διωγµὸ τῶν χριστιανῶν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ. Ὁ Εὐστράτιος, ποὺ ἦταν ἀνώτερος ἀξιωµατικός, συνελήφθη ἀπὸ τὸν δούκα Λυσία. Αὐτός, ἀφοῦ τὸν βασάνισε µὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο, ἔπειτα τὸν ἔστειλε στὸν ἔπαρχο Ἀγρικόλα. Φηµισµένος αὐτὸς γιὰ τὴν ὠµότητά του ἀπέναντι στοὺς χριστιανούς, ἔβαλε τὸν Εὐστράτιο νὰ βαδίσει µὲ σιδερένια παπούτσια, ποὺ εἶχαν µέσα µυτερὰ καρφιά. Κατόπιν τὸν ἀποτελείωσε, ἀφοῦ τὸν ἔριξε µέσα στὴ φωτιά. Τὸν Αὐξέντιο, ποὺ ἦταν ἱερέας καὶ συµπολίτης τοῦ Εὐστρατίου, ὁ ἡγεµόνας τὸν πίεσε νὰ ἀλλαξοπιστήσει µὲ πολλὲς δελεαστικὲς ὑποσχέσεις. Ἀλλὰ ὁ ἄξιος λειτουργός του Χριστοῦ ἀπάντησε: «Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ λέω πολλὰ λόγια Λυσία. Στὴ ζωὴ αὐτὴ εἶµαι τοῦ Χριστοῦ καὶ θὰ εἶµαι δικός Του µέχρι θανάτου. Καὶ ἂν ἀναρίθµητους δαρµοὺς καὶ πληγές µου δώσεις, καὶ ἂν µὲ φωτιὰ καὶ σίδερο µὲ λιώσεις, ὁ Χριστός µου εἶναι παντοδύναµος καὶ ὁ Σταυρός Του ἀκαταµάχητος. Αὐτὸς καθ᾿ ἑαυτὸν ὁ Αὐξέντιος εἶναι ἀδύνατος. Ἀλλὰ τοῦ χριστιανοῦ Αὐξεντίου τὸ φρόνηµα δὲ θὰ κάµψεις ποτέ». Ἐξαγριωµένος ὁ ἡγεµόνας ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, ἀµέσως τὸν ἀποκεφάλισε. Τὸ Μαρδάριο, ἀφοῦ τρύπησαν τοὺς ἀστραγάλους του τὸν κρέµασαν µὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω καὶ τὸν ἔκαψαν. Ὁ ἀξιωµατικὸς Εὐγένιος, ἀφοῦ τοῦ ἔκοψαν τὴν γλῶσσα καὶ τὰ χέρια καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ πόδια, ἐξέπνευσε. Τὸν

δὲ στρατιώτη Ὀρέστη τὸν θανάτωσαν, ἀφοῦ τὸν ξάπλωσαν σὲ πυρακτωµένο κρεβάτι.






Ἡ Ἁγία Λουκία ἡ παρθένος



Ἡ µεγάλη της πίστη ἔκανε θαύµατα, ἀλλὰ καὶ ἡ ἴδια βραβεύτηκε ἀνάλογα. Ἡ Λούκια ἔζησε στὰ µέσα τοῦ 3ου µ.Χ. αἰῶνα καὶ γεννήθηκε στὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας. Ἦταν

µοναχοκόρη, ποὺ εἶχε χάσει νωρὶς τὸν πατέρα της καὶ ἡ εὐσεβὴς µητέρα της ἔπασχε ἀπὸ αἱµόῤῥοια. Ἡ βοήθεια τῶν γιατρῶν δὲν στάθηκε ἱκανὴ νὰ τὴν γιατρέψει, γι᾿ αὐτὸ καὶ περίµενε τὴν γιατρειά της µόνο ἀπὸ τὴν θεία βοήθεια. Στὴν Κατάνη βρισκόταν τὸ λείψανο τῆς ἁγίας Ἀγαθῆς καὶ µητέρα µαζὶ µὲ τὴν κόρη πῆγαν νὰ τὸ προσκυνήσουν. Τὴ νύχτα ποὺ ἔφτασαν, ἡ Λουκία προσευχήθηκε µὲ ὅλη της τὴν δύναµη, ποὺ ἔβγαινε ἀπὸ τὴν µεγάλη πίστη ποὺ φώλευε στὴν καρδιά της, γιὰ τὴν θεραπεία τῆς µητέρας της. Κατόπιν κοιµήθηκε καὶ στὸν ὕπνο της εἶδε τὴν ἁγία Ἀγαθή, ποὺ τῆς εἶπε ὅτι ἡ µητέρα


της θὰ θεραπευόταν καὶ ἡ ἴδια θὰ πέθαινε µαρτυρικὰ γιὰ τὸ Χριστό. Τὴν ἑποµένη µέρα, πράγµατι ἡ µητέρα της θεραπεύτηκε καὶ οἱ δυὸ µαζὶ τότε εὐχαρίστησαν τὸ Θεὸ καὶ τὴν Ἁγία. Ὅταν ἐπέστρεψαν στὶς Συρακοῦσες, ἡ Λούκια ἔπεισε τὴν µητέρα της καὶ διαµοίρασαν ὅλη τους τὴν περιουσία στοὺς φτωχούς. Ἔπειτα ἡ ἴδια ἡ Λουκία κατέβαλλε κάθε προσπάθεια, γιὰ νὰ µεταδίδει τὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ σ᾿ ἄλλες κοπέλες, ποὺ βρίσκονταν στὸ σκοτάδι τῆς πλάνης. Καταγγέλθηκε ὅµως γι᾿ αὐτό, ἐπὶ τοῦ διώκτου βασιλιᾶ Δεκίου καὶ δικάστηκε. Ἀφοῦ ἀπέῤῥιψε µὲ γενναιότητα ὅλες τὶς προτροπὲς γιὰ

ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Καὶ ἔτσι ἡ νεαρὴ ἀλλὰ γενναία παρθένος, ἀποκεφαλίστηκε γιὰ τὴν πίστη της.






Ὁ Ὅσιος Ἄρης



Ἕνας ἀπὸ τοὺς Ὅσιους καὶ σοφοὺς ἀσκητὲς τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήµου, τοῦ ὁποίου ἀποφθέγµατα ὑπάρχουν στὸν Εὐεργετινό. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ποὺ ἀσκήτευσε στὸ Λάτριο ὄρος



Πότε ἀκριβῶς ἔζησε δὲν µᾶς εἶναι γνωστό. Πάντως ἀπὸ τὰ βιογραφικά του στοιχεῖα συµπεραίνουµε ὅτι ἦταν µεταξὺ τοῦ 8ου καὶ 9ου αἰῶνα. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπὸ πλούσια καὶ ἐπίσηµη οἰκογένεια. Ὁ ἴδιος ἦταν πατρίκιος καὶ στρατηγός, τῶν Κιβυῤῥαιωτῶν καὶ ἔπειτα στὸν Βυζαντινὸ στόλο. Κάποτε ὅµως, σὲ µία φοβερὴ τρικυµία, ὁ στόλος καταποντίσθηκε καὶ διασώθηκε µόνο αὐτός. Τότε ἀφιέρωσε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του στὸ Θεό, ἀφοῦ ἔγινε µοναχὸς καὶ ζοῦσε µὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχή. Ποῦ πρῶτα µόνασε δὲν τὸ γνωρίζουµε. Ἀργότερα κατέφυγε σὲ τόπο ἀποµονωµένο, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν τοποθεσία Ἱερὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Λάτριο ὄρος, ὅπου ἐπιδόθηκε σὲ αὐστηρότατη ἄσκηση. Ἀπὸ ἐκεῖ κλήθηκε νὰ διοικήσει τὴν Μονὴ Κελλιβάρων, ἀλλ᾿ ἐνοχλούµενος καὶ ἐπιζητῶντας τὴν ἡσυχία, ἀναχώρησε καὶ κλείστηκε µέσα σὲ µία τρῦπα ταλαιπωρῶντας τὸ σῶµα του. Ἀλλ᾿ οἱ µοναχοί της Μονῆς τὸν βρῆκαν καὶ τὸν ἐπανέφεραν στὴ Μονή, ὅπου ζοῦσε σ᾿ ἕνα κελὶ καὶ µόνο µία φορὰ τὴν ἑβδοµάδα, τὴν Κυριακή, ἔβλεπε τοὺς ἀδελφοὺς καὶ συνέτρωγε µ᾿ αὐτούς. Προαισθάνθηκε τὸ τέλος τῆς ζωῆς του καὶ κάλεσε ὅλους τοὺς µοναχοὺς τῆς Μονῆς καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδωσε κατάλληλες πνευµατικὲς συµβουλές, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Γαβριήλ Ἱεροµάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Πεκίου Σερβίας



Ὁ Γαβριὴλ ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας. Μὲ ἄδεια τῶν Τούρκων, εἶχε πάει στὴ Βλαχία καὶ Ῥωσία γιὰ νὰ µαζέψει χρήµατα, γιὰ τὶς ἀνάγκες τῆς Σερβικῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Τότε κατηγορήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίτροπό του στὴν Ἀρχιεπισκοπή, Βούλγαρο Μάξιµο, ὅτι ἐπιβουλεύεται τὴν Τουρκικὴ ἐξουσία. Ἔτσι, ὅταν ὁ Γαβριὴλ ἐπέστρεψε ἀπ᾿ τὴν Ῥωσία, βρῆκε στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τὸν Μάξιµο. Ἀµέσως τότε ὁ Γαβριὴλ προέβη σὲ ἐνέργειες γιὰ τὴν ἔξωσή του. Ὁ Μάξιµος ὅµως πῆγε στὴν Προῦσα, ὅπου βρισκόταν ὁ Σουλτάνος καὶ ὁ Βεζίρης καὶ ἐπανέλαβε τὶς συκοφαντίες ἐναντίον τοῦ


Γαβριήλ. Τότε ὁ Βεζίρης κάλεσε τὸν Γαβριὴλ ἀπὸ τὴν Σερβία στὴν Προῦσα. Ἐκεῖ, ἀφοῦ τὸν ἀνέκρινε, πείστηκε µὲν ὅτι πρόκειται γιὰ συκοφαντία, ἀλλ᾿ ἀξίωσε ἀπὸ τὸν

µάρτυρα ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ γιὰ νὰ ἔχει τιµὲς καὶ ἀξιώµατα. Ὁ ἱεράρχης ἀπέκρουσε τὶς προτάσεις καὶ παρέµεινε ἀκλόνητος στὴ χριστιανικὴ πίστη. Ἔτσι, ἀφοῦ σκληρὰ τὸν βασάνισαν, δέχτηκε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου µὲ ἀπαγχονισµὸ στὶς 13 Δεκεµβρίου

1659. Ὁ Otto Meinardus τοποθετεῖ τὸ µαρτύριο τοῦ νέου ἱεροµάρτυρα αὐτοῦ, στὶς 13

Ὀκτωβρίου 1681.






Οἱ Ἅγιοι Ἰουβενάλιος καὶ Πέτρος ὁ Ἀλεούτιος καὶ πάντων τῶν Ἁγίων τῶν ἐν

Ἀλάσκᾳ



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴ ζωὴ αὐτῶν τῶν ἁγίων τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο « Ἀλάσκα-Ὀρθόδοξο Συναξάρι», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἔκδ.

«Παρουσία», Ἀθῆναι.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 14



     Οἱ Ἅγιοι Θύρσος, Λεύκιος καὶ Καλλίνικος (κατ᾿ ἄλλους Κορωνᾶτος)

     Οἱ Ἅγιοι Φιλήµων, Ἀπολλώνιος, Ἀρριανός καὶ οἱ τέσσερις Προτεκτοράτοι

     Ὁ Ἅγιος Ὑπάτιος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν µαρτυρήσαντες 36 Μάρτυρες

     Μνήµη φοβερῆς ἀπειλῆς Σεισµοῦ






Οἱ Ἅγιοι Θύρσος, Λεύκιος καὶ Καλλίνικος (κατ᾿ ἄλλους Κορωνᾶτος)



Ἔζησαν στὰ µέσα τοῦ 3ου αἰῶνα µ.Χ. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Βιθυνία καὶ κατοικοῦσαν στὴν Καισαρεία. Ἀνῆκαν ὅλοι σὲ διακεκριµένες οἰκογένειες. Ἦταν χαρακτῆρες ταπεινοὶ καὶ ἀγαποῦσαν τὸ Θεὸ «ἐν ἀγάπῃ ἀνυποκρίτῳ», δηλαδὴ µὲ ἀγάπη πραγµατικὴ καὶ ἐλεύθερη ἀπὸ ὑποκρισία. Γι᾿ αὐτὸ ἀπέφευγαν τὸ θόρυβο τῆς δηµοσιότητας, ἀλλὰ ὅµως ἦταν πασίγνωστοι γιὰ τὴν γεµάτη ἐλεηµοσύνες ζωή τους. Ὁ ἔπαρχος Κουµβρίκιος, φανατικὸς εἰδωλολάτρης, βλέποντας νὰ προοδεύουν οἱ χριστιανοί, προσπαθοῦσε µὲ κάθε τρόπο νὰ τοὺς περιορίσει. Αὐτὴ ἡ κατάσταση ἔκανε τὸ Λεύκιο καὶ πῆγε στὸν ἔπαρχο. Τὸν παρακάλεσε νὰ εἶναι µετριότερος πρὸς τοὺς χριστιανούς. Μόλις τὸ ἄκουσε αὐτὸ ὁ Κουµβρίκιος, ἀµέσως τὸν συνέλαβε, τὸν καταδίκασε σὲ θάνατο καὶ τὸ πρωί, ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τὸν ἀποκεφάλισε. Τὸ γεγονὸς λύπησε τοὺς χριστιανούς, ἀλλὰ ἄναψε ἀκόµα περισσότερο τὴν φλόγα τῆς πίστης πρὸς τὸ Χριστό. Μετὰ ἀπὸ δυὸ ἡµέρες, πῆγε ἄλλος χριστιανὸς στὸν ἔπαρχο, ὁ Θύρσος. Θαῤῥαλέα του εἶπε ὅτι ἡ εἰδωλολατρία εἶναι πλάνη καὶ ὅτι τελικὸς νικητὴς θὰ εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτὰ καὶ ἄλλα πολλὰ σοφὰ λόγια του Θύρσου, τὰ ἄκουσε καὶ ἕνας ἱερέας τῶν εἰδώλων, ὁ Καλλίνικος. Ἡ ψυχή του φωτίστηκε καὶ δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανός. Τότε, ἐπὶ τόπου ὁ ἔπαρχος ἀποκεφάλισε τὸν Καλλίνικο καὶ πριόνισε τὸ Θύρσο.






Οἱ Ἅγιοι Φιλήµων, Ἀπολλώνιος, Ἀρριανός καὶ οἱ τέσσερις Προτεκτοράτοι



Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Διοκλητιανοῦ (290). Καὶ τὸ µαρτύριό τους ἔγινε ὡς ἑξῆς: Ὁ ἡγεµόνας τῆς Θήβας στὴν Αἴγυπτο Ἀῤῥιανός, συνέλαβε 37

χριστιανούς. Ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς, ὁ Ἀπολλώνιος, δείλιασε τὰ βασανιστήρια καὶ ἔδωσε τέσσερα φλουριὰ καὶ τὰ ῥοῦχα του στὸν Φιλήµονα, ποὺ ἔπαιζε σουραῦλι καὶ νὰ θυσιάσει αὐτὸς στὰ εἴδωλα ἀντ᾿ αὐτοῦ. Ὁ Φιλήµονας φόρεσε τὰ ῥοῦχα, συγχρόνως συνδέθηκε νοητὰ καὶ µὲ τὴ χριστιανικὴ πίστη. Καὶ ὅταν διατάχθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, αὐτὸς ὁµολόγησε τὸν Χριστό. Τότε ὁ ἡγεµόνας πρόσταξε νὰ ἔλθει ὁ Φιλήµονας νὰ παίξει µὲ τὸ σουραῦλι του, γιὰ νὰ ἑλκυσθεῖ ὁ δῆθεν Ἀπολλώνιος. Ἀλλ᾿ ὁ Φιλήµονας φανερώθηκε καὶ ὁ ἡγεµόνας ἔµεινε ἔκπληκτος. Τοῦ εἶπε ὅµως ὅτι δὲν εἶναι χριστιανός, διότι δὲν ἔχει βαπτισθεῖ. Τότε ὁ Φιλήµονας προσευχήθηκε θερµὰ καὶ ἀµέσως ἔβρεξε δυνατά. Ἡ βροχὴ αὐτή, πληροφορήθηκε ὁ Φιλήµονας ὅτι ἦταν βάπτισµα γι᾿ αὐτόν. Ἐπειδὴ ὅµως ὁ Ἀπολλώνιος ἔγινε αἰτία νὰ πιστέψει ὁ Φιλήµονας, ὁ ἡγεµόνας τὸν ἔφερε

µπροστά του καὶ αὐτὸς ὁµολόγησε τὸν Χριστό. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα, ὁ Ἀῤῥιανὸς νὰ τοὺς βασανίσει σκληρὰ καὶ κατόπιν τοὺς ἀποκεφάλισε. Ἀλλὰ καὶ ὁ Ἀῤῥιανὸς


τυφλώθηκε. Στὸν ὕπνο του ὅµως, φάνηκε ὁ Φιλήµονας καὶ τοῦ εἶπε ν᾿ ἀλείψει στὰ

µάτια του χῶµα ἀπὸ τὸν τάφο του καὶ θὰ θεραπευτεῖ. Πρᾶγµα ποὺ ἔγινε. Τότε πίστεψε

στὸν Χριστὸ ὁ Ἀῤῥιανὸς µὲ τέσσερις σωµατοφυλακές του καὶ ἀργότερα ὅλοι µαζὶ

µαρτύρησαν.






Ὁ Ἅγιος Ὑπάτιος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν µαρτυρήσαντες 36 Μάρτυρες



Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἡ µνήµη του βρίσκεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1590 µαζὶ µὲ αὐτὴ τοῦ Φιλήµονα καὶ Ἀπολλώνιου (14 Δεκ.) καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 36 µάρτυρες ἀπὸ τὴν Θηθαΐδα τῆς Αἰγύπτου ἐπὶ ἡγεµόνα Ἀῤῥιανοῦ (14 Δεκεµ.).






Μνήµη φοβερῆς ἀπειλῆς Σεισµοῦ



Κατὰ τοὺς χρονογράφους Θεοφάνη, Κεδρηνὸ καὶ Μαλάλα, ἔγινε τὰ µεσάνυχτα τοῦ 557. Ὑπῆρξε δὲ πολὺ ἰσχυρός, διότι τὰ τείχη τῆς πόλης ὑπέστησαν µεγάλες ῥωγµὲς καὶ ἔπεσαν πολλὰ σπίτια. Εἶχε διάρκεια ὅπως λένε, 10 ἡµέρες.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 15



     Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος Ἱεροµάρτυρας

     Ἡ Ἁγία Ἀνθία

     Ὁ Ἅγιος Κορέµων ὁ ἔπαρχος

     Οἱ Ἅγιοι Δύο δήµιοι

     Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος ὁ Κουβικουλάριος

     Ἡ Ἁγία Σωσάννα ἡ Ὁσιοµάρτυς

     Ὁ Ἅγιος Βάκχος ὁ Νέος

     Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Νέος ποὺ ἀσκήτευε στὸ Λάτριο ὄρος

     Μνήµη Χειροτονίας Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου

     Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἀρχιεπίσκοπος Σουρόζας (Ρῶσος)







Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος Ἱεροµάρτυρας



Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος γεννήθηκε στὴν Ἑλλάδα καὶ ἔζησε τὸ 2ο αἰῶνα µ.Χ. Τότε αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Κόµµοδος καὶ ὁ Σεπτίµιος Σεβῆρος. Ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα, ἀνατράφηκε σύµφωνα µὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου ἀπὸ τὴν εὐσεβέστατη καὶ φιλάνθρωπη µητέρα του, Ἀνθία. Διακαὴς πόθος τῆς Ἀνθίας, ἦταν νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴν Ῥώµη, ποὺ τὰ χώµατά της εἶχαν βαφεῖ µὲ τὸ αἷµα τῶν Ἀποστόλων, Πέτρου καὶ Παύλου. Κάποτε λοιπόν, ἀποφάσισε καὶ πῆγε. Μαζὶ πῆρε καὶ τὸ νεαρὸ γιό της Ἐλευθέριο. Ὁ ἐπίσκοπος Ῥώµης, ὅταν εἶδε τὸν Ἐλευθέριο, ἐκτιµῶντας τὴν πολλὴ νοηµοσύνη του, τὴν θερµὴ πίστη καὶ τὸ ἁγνὸ ἦθος του, τὸν ἔλαβε ὑπὸ τὴν προστασίαν του. Μετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια τὸν χειροτόνησε διάκονο καὶ ἔπειτα ἱερέα. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ὁ Ἐλευθέριος ἀγωνίστηκε µὲ ζῆλο γιὰ τὴν διδαχὴ τοῦ ποιµνίου καὶ σὲ ἔργα φιλανθρωπίας. Γι᾿ αὐτὸ

καὶ τὸ ἔτος 182 µ.Χ., µὲ κοινὴ ψῆφο κλήρου καὶ λαοῦ, ἀνῆλθε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ῥώµης. Ἡ φήµη τῆς ἀρετῆς του ἔφθασε µέχρι τὴ Βρετανία. Ἔτσι, ὁ βασιλιὰς αὐτῆς Λούκιος, ἔγραψε ἐπιστολὴ στὸν Ἐλευθέριο καὶ τοῦ δήλωνε ὅτι αὐτὸς καὶ ὁ λαός του ἐπιθυµοῦσαν νὰ γίνουν χριστιανοί. Ὁ Ἐλευθέριος ἀµέσως ἀνταποκρίθηκε, στέλνοντας δυὸ ἐκπαιδευµένους στὴν πίστη ἄνδρες, ποὺ κατήχησαν καὶ βάπτισαν χριστιανοὺς τὸ Λούκιο µὲ τὸ λαό του. Ὅταν ὁ Σεπτίµιος Σεβῆρος ἐξήγειρε διωγµὸ κατὰ τῶν

χριστιανῶν, ὁ Ἐλευθέριος τὸν ἤλεγξε θαῤῥαλέα. Τότε διατάχθηκε ὁ µαρτυρικὸς θάνατός του, µαζὶ µὲ τὴν µητέρα του Ἀνθία. Ἔτσι ὁ Ἐλευθέριος πέρασε «εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῆς δόξης τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ», δηλαδὴ στὴν ἐλευθερία τῆς ἔνδοξης κατάστασης τῶν παιδιῶν τοῦ Θεοῦ.






Ἡ Ἁγία Ἀνθία



Πρόκειται γιὰ τὴν µητέρα τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου, ποὺ ὅταν ἀγκάλιασε τὸ νεκρὸ σῶµα τοῦ γιοῦ της, οἱ δήµιοι ἀποκεφάλισαν καὶ αὐτή.


Ὁ Ἅγιος Κορέµων ὁ ἔπαρχος



Αὐτὸς ἦταν ἔπαρχος Ῥώµης στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἀδριανοῦ (117-138). Ἦταν παρὼν στὸ µαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου καὶ ἀπὸ τὰ θαύµατα τοῦ Ἁγίου πίστεψε στὸν Χριστό, τὸν ὁµολόγησε καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἀποκεφάλισαν.






Οἱ Ἅγιοι Δύο δήµιοι



Μαρτύρησαν καὶ αὐτοὶ στὴ Ῥώµη ἐπὶ Ἀδριανοῦ (117-138). Πίστεψαν στὸ Χριστὸ ἀπὸ τὰ θαύµατα τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου καὶ ἀποκεφαλίστηκαν.






Ὁ Ἅγιος Ἐλευθέριος ὁ Κουβικουλάριος



Ἐπίσηµος Κωνσταντινουπολίτης, συγκλητικὸς στὸ ἀξίωµα, ποὺ ἀνατράφηκε καὶ

µορφώθηκε µέσα στὰ ἀνάκτορα. Μερικοὶ ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρουν, ὅτι τὸ

ἀποκορύφωµα τῆς δόξας τοῦ Ἐλευθερίου ἦταν στὴν ἐποχὴ τοῦ Μαξιµιανοῦ (286-305), µὲ

τὸν ὁποῖο εἶχε φιλία, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν φαίνεται πιθανό. Ὁ Ἐλευθέριος θέλησε νὰ γίνει

χριστιανὸς καὶ προφασιζόµενος λόγους ὑγείας, ἀποµακρύνθηκε τῶν αὐλικῶν θορύβων

καὶ ἐγκαταστάθηκε σ᾿ ἕνα χωριὸ κοντὰ στὸ Σαγγάριο ποταµό, ὅπου ἔκτισε ὑπόγειο

εὐκτήριο οἶκο. Ἐκεῖ βαπτίσθηκε καὶ κοινωνοῦσε τῶν ἀχράντων µυστηρίων. Ὅταν ὁ

βασιλιὰς ἔµαθε γι᾿ αὐτόν, πῆγε στὸν τόπο αὐτό, τὸν ἀνακάλυψε καὶ προσπάθησε µὲ

πολλοὺς τρόπους νὰ τὸν ἐπαναφέρει στὴν εἰδωλολατρία, πρᾶγµα ποὺ δὲν τὸ κατάφερε

καὶ ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισε.






Ἡ Ἁγία Σωσάννα ἡ Ὁσιοµάρτυς



Γυναῖκα µὲ µεγάλη καὶ ἁγία ἀποφασιστικότητα ἡ Σωσάννα, ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 3ου µ.

Χ. αἰῶνα. Γεννήθηκε στὴν Παλαιστίνη ἀπὸ πατέρα εἰδωλολάτρη ἱερέα τὸν Ἀρτέµιο καὶ

µητέρα Ἰουδαία τὴν Μάρθα. Ἡ ἴδια ὅµως, ἀπὸ εὐσεβεῖς γυναῖκες γνώρισε τὴ

χριστιανικὴ πίστη καὶ κρυφὰ βαπτίστηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Σιλουανό. Μετὰ τὸ θάνατο

τῶν γονέων της, ἡ ἐπικοινωνία της µὲ τοὺς χριστιανοὺς ἔγινε φανερή. Αὐτὸ ἐξόργισε

τόσο πολύ τους εἰδωλολάτρες καὶ τοὺς Ἑβραίους, ὥστε ἔφτασαν µέχρι τοῦ σηµείου νὰ

ἑνωθοῦν µὲ σχέδιο νὰ τὴν σκοτώσουν. Ὁ ἐπίσκοπος τὸ πληροφορήθηκε καὶ ἐπειδὴ ἡ

µανία τους µποροῦσε νὰ ἐπεκταθεῖ καὶ κατὰ τῶν ἄλλων χριστιανῶν, σκεφτόταν τί

µποροῦσε νὰ κάνει γιὰ νὰ ἀποτρέψει τὸν κίνδυνο. Τὴ λύση ὅµως, ἔδωσε ἡ ἴδια ἡ

Σωσάννα. Διαµοίρασε ὅλη της τὴν περιουσία στοὺς φτωχούς, ντύθηκε ἀνδρικὰ καὶ

ἐγκατάλειψε τὰ Ἱεροσόλυµα. Στὸ δρόµο πρὸς τὴν ἔρηµο συνάντησε ἀναχωρητήριο

εὐσεβῶν ἀνδρῶν, στὸ ὁποῖο καὶ ζήτησε καταφυγή. Λέγεται µάλιστα, ὅτι ἐκεῖ

µετονοµάστηκε σὲ Ἰωάννης καὶ ἀσκήτεψε εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια. Ἀργότερα πῆγε


στὴν Ἐλευθερούπολη, ἀφοῦ ἔβαλε πάλι τὴν γυναικεία της στολή. Ὅταν ἔγινε ὁ διωγµὸς κατὰ τῆς Ἐκκλησίας ὑπὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ, ἡ Σωσάννα ἐξακολούθησε φανερὰ νὰ λατρεύει καὶ νὰ ὁµολογεῖ τὸν Χριστό. Συνελήφθη γι᾿ αὐτὸ καὶ καταδικάστηκε µαζὶ µὲ ἄλλους σὲ θάνατο. Καὶ ἐκείνους µὲν ἀποκεφάλισαν, αὐτὴ δὲ ῥίχτηκε στὴ φωτιά, µέσα στὴν ὁποία καὶ παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή της. (Ἡ µνήµη της, ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστές, τοποθετεῖται καὶ τὴν 19η Σεπτεµβρίου).






Ὁ Ἅγιος Βάκχος ὁ Νέος



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τῶν Βασιλέων Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης (780-797). Ἦταν γιὸς γονέων χριστιανῶν, ἀλλὰ ὁ πατέρας του ἀρνήθηκε τὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ ἔγινε µωαµεθανός. Ἕνας ἀπὸ τοὺς γιούς του ὅµως ὁ Δαχάκ, θέλησε νὰ ἐπανέλθει στὸν χριστιανισµό, παρακινῶντας καὶ τὴν εὐσεβὴ µητέρα του καὶ κατέφυγε στὰ Ἱεροσόλυµα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου βαπτίσθηκε καὶ ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Βάκχος. Ἀλλ᾿ ὁ ἡγούµενος τῆς Μονῆς, φοβούµενος τυχῶν ἐκδίκηση τῶν Τούρκων, ἔδιωξε τὸν Βάκχο ἀπὸ τὴν Μονή. Στὰ Ἱεροσόλυµα ὁ Ἅγιος βρῆκε τὴν µητέρα καὶ τὰ ἀδέλφια του, ποὺ ἐπανέφερε στὴ Χριστιανικὴ πίστη, ἐκτὸς ἀπὸ ἕναν, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν κατάγγειλε στοὺς Τούρκους. Οἱ Τοῦρκοι ἀµέσως συνέλαβαν τὸν Βάκχο καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Ὁ Ἅγιος, µπροστὰ σ᾿ ὅλους τοὺς παρευρισκόµενους µωαµεθανούς, ὁµολόγησε τὴν χριστιανική του πίστη καὶ ἔτσι ἀποκεφαλίστηκε.






Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Νέος ποὺ ἀσκήτευε στὸ Λάτριο ὄρος



Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἐλαία, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴν Πέργαµο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Ἀντίοχο καὶ τὴν Εὐδοκία, οἱ ὁποῖοι νωρὶς πέθαναν καὶ ἄφησαν τὸν Παῦλο ὀρφανὸ καὶ ἀπροστάτευτο. Ἔτσι ὁ Παῦλος ἀναγκάστηκε νὰ βόσκει χοίρους γιὰ νὰ ζήσει. Ὁ µεγαλύτερος ἀδελφός του Βασίλειος, ποὺ ἀσκήτευε στὸ ὄρος Λάτρος (Δυτικὴ Μ. Ἀσία, κοντὰ στὴν ἀρχαία Μίλητο), ἔµαθε τὴν κατάσταση τοῦ Παύλου καὶ ἔστειλε κάποιο µοναχὸ νὰ τὸν βρεῖ καὶ νὰ τὸν φέρει στὴ Μονή. Στὴν ἀρχὴ οἱ χωρικοὶ ἀρνήθηκαν νὰ δώσουν τὸν ὀρφανό, ἀλλὰ ὁ ἀδελφός του

τὸν ἐµπιστεύθηκε στὸν ἀσκητὴ Πέτρο σὰ µαθητευόµενο. Κοντὰ στὸν Πέτρο, ὁ Παῦλος διδάχτηκε τὴν µοναχικὴ ζωὴ καὶ τόσο πολὺ διακρίθηκε σ᾿ αὐτή, ὥστε µετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πέτρου οἱ µοναχοὶ τὸν κάλεσαν στὴν ἡγουµενία τῆς Μονῆς. Αὐτὸς ὅµως δὲν δέχτηκε καὶ ἔφυγε πιὸ µέσα στὸ βουνὸ καὶ ζοῦσε µὲ αὐστηρὴ νηστεία καὶ προσευχή. Ἔπειτα κατέβηκε στὰ κάτω µέρη τοῦ βουνοῦ καὶ ἔκτισε ὡραῖο ναὸ στὸ ὄνοµα τῆς Ἁγίας Τριάδας, ὅπου καὶ παρέµεινε µέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, ἀφοῦ ἔκανε καὶ πολλὰ θαύµατα. Μερικοὶ Συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι πέθανε σὲ βαθιὰ γεράµατα τὸ 896.






Μνήµη Χειροτονίας Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου



Αὐτὴν τὴν ἡµέρα, µὲ κοινὴ γνώµη κλήρου, βασιλέων καὶ λαοῦ, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ


Χρυσόστοµος χειροτονήθηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (15 Δεκεµβρίου 397 µ.

Χ.).






Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἀρχιεπίσκοπος Σουρόζας (Ρῶσος)


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 16



     Ὁ Προφήτης Ἀγγαῖος

     Ὁ Ἅγιος Μαρίνος

     Οἱ Ἅγιοι Πρόµος (ἢ Πρόβος) καὶ Ἰλάριος

     Ὁ Ἅγιος Μέµνων Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου

     Ὁ Ἅγιος Μόδεστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων

     Ὁ Ἅγιος Συµεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀντιοχείας

     Μνήµη Ἐγκαινίων Ναοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου κοντὰ στὸν Ἅγιο Πολύευκτο

     Ἡ Ἁγία βασίλισσα Θεοφανώ, ἡ θαυµατουργός, σύζυγος τοῦ βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ σοφοῦ

     Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Χρυσοβέργης







Ὁ Προφήτης Ἀγγαῖος



Καταγόταν ἀπὸ τὴν ἱερατικὴ φυλὴ τοῦ Λευΐ καὶ εἶναι ὁ 10ος τῶν µικρῶν λεγόµενων προφητῶν. Γεννήθηκε στὴ Βαβυλῶνα, ὅταν διαρκοῦσε ἡ αἰχµαλωσία τῶν Ἰουδαίων. Ὁ Ἀγγαῖος ἦταν αὐτός, ποὺ µαζὶ µὲ τὸν προφήτη Ζαχαρία ἀναθέρµαναν τὸ ζῆλο τῶν Ἰουδαίων γιὰ τὴν ἀνοικοδόµηση τοῦ Ναοῦ τοῦ Σολοµῶντος. Τὸ προφητικὸ βιβλίο τοῦ Ἀγγαίου εἶναι χωρισµένο σὲ δυὸ κεφάλαια καὶ ἔχει ἁπλὸ καὶ αὐστηρὸ ὕφος. Ἐπειδὴ ὁ Ἀγγαῖος καταγόταν ἀπὸ λευιτικὴ οἰκογένεια, ὅταν πέθανε, τάφηκε στὰ µνήµατα τῶν Ἱερέων. Νὰ ὅµως καὶ τί συµβουλεύει στοὺς ἱερεῖς: «Οὕτως πάντα τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτῶν, καὶ ὃς ἐὰν ἐγγίση ἐκεῖ, µιανθήσεται ἕνεκεν τῶν ληµάτων αὐτῶν τῶν ὀρθρινῶν». Ἔτσι, λέει ὁ Ἀγγαῖος, συµβαίνει µὲ ὅλα τὰ ἔργα τῶν χειρῶν αὐτῶν. Ὅποιος ἱερέας δηλαδή, εἶναι µολυσµένος ἀπὸ δωροδοκίες ποὺ πῆρε πρωί-πρωί, ἢ ἀπὸ ἄλλες ἁµαρτίες καὶ παρακοὲς ποὺ διέπραξε, ἂν ἀγγίξει τὸ θυσιαστήριο θὰ τὸ µολύνει. Ἡ προσφορά του δηλαδή, θὰ θεωρηθεῖ µολυσµός.






Ὁ Ἅγιος Μαρίνος



Ἔλαβε τὸ µαρτυρικὸ στεφάνι στὰ τέλη τοῦ 3ου µετὰ Χριστὸν αἰῶνα. Γεννήθηκε καὶ

µεγάλωσε στὴ Ῥώµη καὶ πῆρε τὸ ἀξίωµα τοῦ Συγκλητικοῦ. Ἀλλὰ οἱ πολλές του

ἀγαθοεργίες πρὸς τοὺς χριστιανοὺς ἐξήγειραν ἐναντίον του τὶς ὑπόνοιες τῶν

συναδέλφων του, οἱ ὁποῖοι, ἀφοῦ ἐξέτασαν, ἀνακάλυψαν ὅτι ὁ Μαρίνος ἀνῆκε στὴ

χριστιανικὴ Ἐκκλησία. Καὶ τότε τὸν κατήγγειλαν. Συνελήφθη µὲ αὐτοκρατορικὴ

διαταγὴ καὶ ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Ἐνῷ

τὸν ὁδηγοῦσαν στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, εἶδε µερικοὺς ἀπὸ τοὺς φίλους του νὰ κλαῖνε

καὶ αὐτὸς µὲ πραότητα τοὺς εἶπε: «Γιατί κλαῖτε καὶ λυπᾶστε; µάθετε ὅτι πηγαίνω ἀπὸ

τὸ σκοτάδι στὸ αἰώνιο φῶς, ἀπὸ τὸ χῶρο τοῦ σταδίου στὰ βραβεῖα, καὶ ἀπὸ τὸ θάνατο

στὴν παντοτινὴ ζωή». Μετὰ ἀπὸ λίγο ἡ κεφαλή του ἔπεφτε, ἡ δὲ ψυχή του πετοῦσε στὰ

σκηνώµατα τῶν δικαίων.



Οἱ Ἅγιοι Πρόµος (ἢ Πρόβος) καὶ Ἰλάριος



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Μέµνων Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ὁρισµένοι Συναξαριστὲς λανθασµένα τὸν ἀναφέρουν σὰν ἐπίσκοπο Ἱεροσολύµων).






Ὁ Ἅγιος Μόδεστος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων



Ὅσα ἀναφέρονται γιὰ τὸν Ἅγιο αὐτὸ στοὺς περισσότερους Συναξαριστές, ἀνήκουν στὴ σφαῖρα τῆς φαντασίας καὶ µόνο. Τὸν πατέρα του Εὐσέβιο καὶ τὴν µητέρα του Θεοδούλη ἀπὸ τὴν Σεβάστεια τῆς Παλαιστίνης, τοὺς θέλουν ἐπὶ Μαξιµιανοῦ (286-305) νὰ πεθαίνουν στὴ φυλακή, ἐνῷ γνωρίζουµε ὅτι τὰ χρόνια τῆς πατριαρχίας τοῦ Ἁγίου

αὐτοῦ ἦταν ἀπὸ τὸ 632 µέχρι τὸ 634. Ὁ Ἅγιος Μόδεστος ἀνακαίνισε τὰ ἱερὰ προσκυνήµατα, ποὺ καταστράφηκαν ἀπὸ τοὺς Πέρσες καὶ ζήτησε τὴν συνδροµὴ τῶν χριστιανῶν ἀπὸ τὴν Ἀνατολή. Ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε καὶ πολλὰ γιὰ τοὺς Ἁγίους τόπους ἀφοῦ ἔκανε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Συµεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Ἀντιοχείας



Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ Delehaye σελ. 361, 53 συνοδευµένη µὲ αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Μέµνονος ἐπισκόπου Ἐφέσου.






Μνήµη Ἐγκαινίων Ναοῦ Ἁγίου Χριστοφόρου κοντὰ στὸν Ἅγιο Πολύευκτο






Ἡ Ἁγία βασίλισσα Θεοφανώ, ἡ θαυµατουργός, σύζυγος τοῦ βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ σοφοῦ



Εὐσεβέστατη καὶ ἐνάρετη βασίλισσα, ποὺ ἐξυµνήθηκε πολὺ ἀπὸ τοὺς χρονογράφους τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, γιὰ τὴν εὐαγγελική της ζωή, τὶς ἐλεηµοσύνες της καὶ τὴν ἄκρα εὐσέβειά της. Ἦταν κόρη τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Μαρτινακίου, τοῦ Ἰλλουστρίου καὶ τῆς


Ἄννας. Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀνατράφηκε µὲ ἐπιµέλεια. Σὲ κατάλληλη ἡλικία, ὁ βασιλιὰς Βασίλειος ὁ Μακεδόνας τὴν ἔδωσε γιὰ σύζυγο στὸν γιό του Λέοντα τὸν Σοφὸ (886-912 µ.Χ.), µὲ τὸν ὁποῖο γιὰ 12 χρόνια ζοῦσε µὲ ἀφοσίωση συζυγικὴ καὶ ἀναγνωρίστηκε ἀµέσως ἀπὸ τοὺς συγχρόνους της σὰν ἁγία καὶ θαυµατουργὴ γιὰ τὰ πολλὰ ἔργα ἀγάπης ποὺ ἔκανε. Ὁ σύζυγός της ἔκτισε ὡραιότατο ναό, κοντὰ στὸν ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὅπου ἐναποτέθηκε τὸ τίµιο λείψανό της. Αὐτὸ µετακόµισε ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος ὁ Σχολάριος, στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀργότερα µεταφέρθηκε στὸ Πατριαρχεῖο, ὅπου µέχρι σήµερα σῴζεται.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Χρυσοβέργης



Ὁ Νικόλαος ὁ Β´, ὁ Χρυσοβέργης (καὶ ὄχι Γραµµατικός, ὅπως τὸν ἀναφέρει ὁ Ἅγιος

Νικόδηµος), διαδέχτηκε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τὸν παραιτηθέντα Πατριάρχη

Ἀντώνιο τὸν Γ´ (984-995). Κόσµησε µὲ τὴν εὐαγγελική του ζωὴ τὸν οἰκουµενικὸ θρόνο µὲ

ὁσιακὰ ἔργα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 17



     Ὁ Προφήτης Δανιὴλ καὶ τὰ τρία παιδιὰ Ἀνανίας, Ἀζαρίας καὶ Μισαήλ

     Οἱ Ἅγιοι Πατερµούθιος, Κόπρις καὶ Ἀλέξανδρος οἱ Ὁσιοµάρτυρες

     Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁµολογητής, πρώην ὀνοµαζόµενος Δουναλὲ

     Ὁ Ἅγιος Ἴακχος

     Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Νέος, ὁ Ζακυνθινός, Ἀρχιεπίσκοπος Αἰγίνης

     Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Νέος






Ὁ Προφήτης Δανιὴλ καὶ τὰ τρία παιδιὰ Ἀνανίας, Ἀζαρίας καὶ Μισαήλ



Ὁ προφήτης Δανιὴλ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς τέσσερις µεγάλους προφῆτες καὶ ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 7ου µὲ τὶς ἀρχὲς 6ου π.Χ. αἰῶνα. Ἀνῆκε στὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα, ἦταν ἀπὸ βασιλικὸ γένος καὶ γεννήθηκε στὴν Ἄνω Βηθαρά. Νήπιο ἀκόµα, ὁδηγήθηκε µαζὶ µὲ τοὺς γονεῖς του αἰχµάλωτος στὴ Βαβυλῶνα. Μὲ τὴν πρόνοια τοῦ Ναβουχοδονόσορα, ὁ Δανιὴλ (ποὺ ὁ αὐτοκράτορας µετονόµασε Βαλτάσαρ) µὲ τοὺς τρεῖς Ἑβραίους νεαρούς, Ἀνανία, Ἀζαρία καὶ Μισαήλ, σπούδασαν στὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλή. Ἐπειδὴ ἡ ἀπόδοσή τους στὶς σπουδὲς ἦταν ἄριστη, ὅταν ἐνηλικιώθηκαν ὁ βασιλιὰς τοὺς ἔδωσε µεγάλη θέση στὸ κράτος. Μάλιστα ὁ Δανιὴλ εἶχε τὸ χάρισµα νὰ ἑρµηνεύει ὄνειρα καὶ ἀργότερα προφήτευσε καὶ τὸν ἐρχοµὸ τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Κάποτε ὅµως ὁ Ναβουχοδονόσωρ ἔκανε δική του χρυσὴ εἰκόνα καὶ ἀπαίτησε ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἀξιωµατούχους καὶ τὸ λαὸ

νὰ τὴν προσκυνήσουν. Ὁ Δανιὴλ ἔλειπε σὲ ἀποστολή. Ἦταν ὅµως οἱ τρεῖς παῖδες, ποὺ δὲν προσκύνησαν τὴν εἰκόνα. Ἀµέσως καταγγέλθηκαν στὸ βασιλιά. Αὐτὸς τοὺς εἶπε ὅτι, ἂν πράγµατι δὲν προσκύνησαν, τοὺς περιµένει τὸ καµίνι τῆς φωτιᾶς. Τότε οἱ τρεῖς παῖδες ἀπάντησαν: «Ἄκου βασιλιά, ὁ οὐράνιος Θεός, τὸν ὁποῖο ἐµεῖς λατρεύουµε, εἶναι τόσο δυνατός, ποὺ µπορεῖ νὰ µᾶς βγάλει σώους καὶ ἀβλαβεῖς ἀπὸ τὸ καµίνι τῆς φωτιᾶς καὶ νὰ µᾶς σώσει ἀπὸ τὰ χέρια σου. Ἀλλὰ καὶ ἂν ἀκόµα δὲν τὸ κάνει, νὰ ξέρεις ὅτι τοὺς θεούς σου δὲ λατρεύουµε καὶ τὴν εἰκόνα σου δὲν προσκυνᾶµε». Πράγµατι, ὅταν τοὺς ἔριξαν στὴ φωτιά, οἱ τρεῖς παῖδες βγῆκαν σῶοι καὶ ἀβλαβεῖς. Τὸ ἴδιο συνέβη ἀργότερα καὶ µὲ τὸ Δανιήλ, ὅταν ὁ Δαρεῖος τὸν ἔριξε στὸ λάκκο τῶν λεόντων, ἐπειδὴ ἔκανε τὴν προσευχή του, ἐνῷ ὁ βασιλιὰς εἶχε διατάξει γιὰ 30 µέρες νὰ µὴ κάνει κανεὶς ἰδιαίτερη προσευχή. Βλέποντας τὸ θαῦµα ὁ Δαρεῖος, κράτησε τὸ Δανιὴλ στὴν αὐλή του, ὅπου παρέµεινε καὶ πέθανε σὲ βαθιὰ γεράµατα, πιθανότατα, στὰ Σοῦσα.






Οἱ Ἅγιοι Πατερµούθιος, Κόπρις καὶ Ἀλέξανδρος οἱ Ὁσιοµάρτυρες



Χριστιανοί, γεµάτοι εὐσέβεια καὶ ζῆλο, βασανίστηκαν καὶ τέλος ἀποκεφαλίστηκαν µὲ διαταγὴ τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ παραβάτη (361-363), ὅταν αὐτὸς ἐκστράτευε κατὰ τῶν Περσῶν. Ὁ Κόπρις, νεαρὸς δείλιασε στὴν ἀρχὴ λίγο. Ἀλλ᾿ ὁ Πατερµούθιος τὸν ἐνίσχυσε

µὲ τὰ θερµὰ λόγια του. Καὶ οἱ τρεῖς δέ, ὑπέστησαν τὸ µαρτυρικὸ θάνατο, ψάλλοντες ὕµνους πρὸς τὸν Χριστό.


Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁµολογητὴς πρώην ὀνοµαζόµενος Δουναλέ



Ἡ πατρίδα του ἦταν κοντὰ στὰ Γάδειρα τῆς Ἱσπανίας. Ἀνέθρεψε µὲ εὐσέβεια τὰ παιδιά του καὶ τὰ κατέστησε χρήσιµα καὶ ἀγαθοεργὰ µέλη τῆς κοινωνίας. Ἀργότερα ὁ ἴδιος ἀφιερώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὸ Θεό, ἀφοῦ ἄφησε κάθε βιοτικὴ µέριµνα. Προσκυνητὴς στὴ Ῥώµη, δώρισε πολλὰ χρήµατα στὰ ἐκεῖ χριστιανικὰ ἱδρύµατα, τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ ὅταν στὴ συνέχεια πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 919 µ.Χ. Ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στοὺς

Ἁγίους Τόπους, ὅπου διαµοίρασε καὶ τὰ τελευταῖα χρήµατά του καὶ ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Στέφανος, ἀπὸ Δουναλέ. Συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Σαρακηνοὺς καὶ βασανίστηκε σκληρά. Κατάφερε ὅµως νὰ διαφύγει µὲ δυὸ ἱερεῖς στὴν Αἴγυπτο. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ µὲ ζῆλο κήρυττε τὸ Εὐαγγέλιο. Καταγγέλθηκε στὸν Ἀµηρᾶ, φυλακίστηκε καὶ ὑπέστη φοβερὰ βασανιστήρια. Βαριὰ τραυµατισµένος, πέθανε δοξάζοντας τὸ Θεό.






Ὁ Ἅγιος Ἴακχος



Ἦταν ἀπὸ τὴν Τρίγλια καὶ µαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Νέος, ὁ Ζακυνθινός, Ἀρχιεπίσκοπος Αἰγίνης



Γόνος εὐσεβέστατης καὶ ἀρχοντικῆς οἰκογένειας τῆς Ζακύνθου (πατρὸς Μωκίου Σηκούρου καὶ Παυλίνας), ἀνατράφηκε ἀπ᾿ αὐτὴν µὲ τὰ διδάγµατα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔτσι γρήγορα διακρίθηκε στὰ γράµµατα καὶ τὴν ἀρετή. Νωρίς, µόλις ἐνηλικιώθηκε, ἀσχολήθηκε µὲ τὴ διδασκαλία τοῦ θείου λόγου, φροντίζοντας συγχρόνως νὰ συντρέχει στὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν. Κατόπιν ἔγινε µοναχὸς στὴ βασιλικὴ Μονὴ τῶν Στροφάδων, ὅπου ἀσκήθηκε στὴν ἀγρυπνία, τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν µελέτη τῶν Γραφῶν. Ἔπειτα πῆγε στὴν Ἀθήνα, γιὰ νὰ βρεῖ καράβι προκειµένου νὰ ταξιδέψει στὰ Ἱεροσόλυµα. Ἀλλὰ ὁ τότε ἀρχιερέας τῶν Ἀθηνῶν, ἄκουσε κάποια Κυριακὴ τὸ λαµπρό του κήρυγµα καὶ µετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο Αἰγίνης, µὲ τὴν ἐπίσηµη κατόπιν ἔγκριση τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως. Τὰ ποιµαντικά του καθήκοντα, ἐπετέλεσε ἄγρυπνα καὶ ἄοκνα. Ἀναδείχτηκε διδάσκαλος, πατέρας καὶ παιδαγωγὸς τοῦ ποιµνίου του. Ἡ φήµη του εἶχε διαδοθεῖ παντοῦ, ἀλλ᾿ αὐτὸς παρέµενε ἁπλὸς καὶ ταπεινός. Ἀσθένησε ὅµως ἀπὸ τοὺς πολλοὺς κόπους καὶ παραιτήθηκε. Γύρισε στὴ Ζάκυνθο, ὅπου µέχρι τὸ 1579 ἦταν προσωρινὸς ἐπίσκοπος. Μετὰ ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου τῆς Ἀναφωνητρίας, ὅπου ἀσκήτευε καὶ µὲ ἀγάπη κήρυττε καὶ βοηθοῦσε τοὺς κατοίκους τοῦ νησιοῦ. Ἦταν τόση ἡ ἀγάπη ποὺ εἶχε, ὥστε προστάτεψε ἀκόµα καὶ τὸν φονιὰ τοῦ ἀδελφοῦ του. Ὁ Διονύσιος πέθανε σὲ βαθιὰ γεράµατα, 17 Δεκεµβρίου 1624. Τάφηκε στὴ Μονὴ Στροφάδων καὶ κατὰ τὴν ἐκταφὴ τὸ λείψανό του βγῆκε εὐωδιαστὸ καὶ ἀδιάφθορο. Ἔτσι παραµένει µέχρι σήµερα καὶ ἡ Ζάκυνθος τιµᾷ καὶ πανηγυρίζει τὸν Ἅγιο, σὰν προστάτη καὶ πολιοῦχο της.


Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Νέος



Δὲν σῴζονται βιογραφικά του στοιχεῖα, µόνο κάποιος λόγος τοῦ µέγα λογοθέτη Θεοδώρου Μουζάλων, ποὺ ἀναφέρεται σ᾿ αὐτὸν καὶ βρίσκεται στὴ Μεγίστη Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 18



     Ὁ Ἅγιος Σεβαστιανός

     Οἱ Ἅγιοι Νικόστρατος, Ζωὴ ἡ σύζυγός του, Τραγκυλίνος καὶ ἡ σύζυγός του

Μαρκία, Κλαύδιος, Τιβούρτιος, Κάστωρ, Κάστουλος, Μᾶρκος καὶ Μαρκελλίνος

     Ὁ Ἅγιος Εὐβίωτος

     Ὁ Ὅσιος Φλῶρος ἐπίσκοπος Ἀµινσοῦ ἢ Ἀµισοῦ

     Οἱ Ἅγιοι Φωκᾶς καὶ Ἑρµύλος

     Οἱ Ἅγιοι Ζακχαῖος ὁ Διάκονος καὶ Ἀλφειός ὁ Ἀναγνώστης

     Ἡ Ἁγία Σοφία ἡ θαυµατουργή

     Μνήµη Ἐγκαινίων Ναοῦ τῆς Θεοτόκου «ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις»

     Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ὁ Σύγκελος καὶ Ὁµολογητής

     Ὁ Ἅγιος Μόδεστος Ἱεροµάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων

     Ὁ Ὅσιος Νόµων

     Κυριακὴ πρὶν τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ







Ὁ Ἅγιος Σεβαστιανός



Γεννήθηκε στὰ Μεδιόλανα τῆς Ἰταλίας, τὸ 250 µὲ 256 µ.Χ. Οἱ γονεῖς του τὸν ἀνέθρεψαν

µὲ µεγάλη χριστιανικὴ ἐπιµέλεια. Καθὼς ἦταν καὶ ἀπὸ γένος διακεκριµένο, εἵλκυσε τὴν

εὔνοια τοῦ αὐτοκράτορα Καρίνου, ποὺ γρήγορα τὸν ἀνέδειξε σὰν στρατιωτικό. Ἔπειτα,

ὁ Διοκλητιανὸς τὸν ἔκανε ἀρχηγὸ τοῦ πρώτου συντάγµατος τῶν πραιτοριανῶν.

Φιλάνθρωπη ψυχὴ ὁ Σεβαστιανός, ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ πολλὲς φορὲς ὑπῆρξε προστάτης

τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων χριστιανῶν. Πρόθυµα ἐπίσης, βοηθοῦσε στὶς ἀνάγκες

τῆς Ῥωµαϊκῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ πάπας Γάιος τοῦ ἀπένειµε τὸν τίτλο τοῦ

ὑπερασπιστοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὅµως ἄρχισε ὁ διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν,

συνελήφθη µία ὁµάδα χριστιανῶν. Ὁ Σεβαστιανός, προκειµένου νὰ τοὺς ἐµψυχώσει

τὴν ὥρα ποὺ αὐτοὶ δικάζονταν, πρὸς γενικὴ κατάπληξη ὅλων δήλωσε ὅτι εἶναι

χριστιανός. Ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε τὸ θάνατό του. Καὶ ὁ Σεβαστιανὸς δὲν ἄργησε νὰ

πέσει κάτω, τρυπηµένος στὸ στῆθος ἀπὸ βέλος. Τὸ σῶµα του παρέλαβε κάποια εὐσεβὴς

χήρα, ἡ Λουκίνα. Διαπίστωσε ὅµως, ὅτι ἀνέπνεε ἀκόµα. Ἀφοῦ τὸν περιποιήθηκε, µετὰ

ἀπὸ λίγες ἡµέρες ὁ Σεβαστιανὸς ἀνέκτησε τὴν ὑγεία του. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἐπεδίωξε καὶ

συνάντησε τὸ Διοκλητιανὸ καὶ τὸν ἤλεγξε γιὰ τὴν σκληρότητά του. Τότε αὐτὸς διέταξε

καὶ τὸν µαστίγωσαν µέχρι θανάτου. Ἔτσι, ὁ Σεβαστιανὸς ἔγινε παράδειγµα

ἀγωνιστικότητας γιὰ τὴν πίστη «ἄχρι θανάτου».






Οἱ Ἅγιοι Νικόστρατος, Ζωὴ ἡ σύζυγός του, Τραγκυλίνος καὶ ἡ σύζυγός του

Μαρκία, Κλαύδιος, Τιβούρτιος, Κάστωρ, Κάστουλος, Μᾶρκος καὶ Μαρκελλίνος



Ὅλοι µαρτύρησαν κατὰ τὸν διωγµὸ ποὺ κίνησε ὁ Διοκλητιανὸς (284-304) ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Σεβαστιανό, ποὺ ἀναφέραµε πιὸ πάνω. Καὶ οἱ µὲν


σύζυγοι Νικόστρατος καὶ Ζωὴ πέθαναν ἀπὸ ἀσφυξία, τοὺς εἶχαν κρεµάσει ἀνάποδα καὶ ἀπὸ κάτω δηµιούργησαν εἰδικὴ ἑστία φωτιᾶς, ὥστε νὰ βγαίνει πολὺς καπνὸς καὶ νὰ πηγαίνει ἀπ᾿ εὐθείας στὸ πρόσωπό τους. Ὁ Τραγκυλίνος πέθανε διὰ λιθοβολισµοῦ, τὸν Κλαύδιο καὶ τὸν Κάστορα ἔπνιξαν µέσα στὴ θάλασσα, ὁ Τιβούρτιος θανατώθηκε διὰ λιθοβολισµοῦ, ὁ Κάστουλος θανατώθηκε µέσα σὲ βόθρο καὶ τέλος, τὸν Μᾶρκο καὶ τὸν Μαρκελλίνο τοὺς θανάτωσαν µὲ τὶς λόγχες. (Οἱ δυὸ τελευταῖοι ἦταν ἀδέλφια καὶ γιοὶ τοῦ Τραγκυλίνου καὶ Μαρκίας, οἱ ὁποῖοι ἦταν ἐθνικοὶ καὶ πῆγαν στὴ φυλακὴ νὰ

µεταστρέψουν ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ πίστη τοὺς δυὸ γιούς τους. Στὸ τέλος ὅµως, µὲ τὴν συµπαράσταση τοῦ Ἁγίου Σεβαστιανοῦ, ἔγιναν καὶ αὐτοὶ χριστιανοὶ µὲ τὶς συνέπειες ποὺ περιγράψαµε πιὸ πάνω, ἀφοῦ προηγουµένως ὁ Τραγκυλίνος χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Γάιο ἐπίσκοπος καὶ οἱ δυὸ γιοί του Διάκονοι. Γιὰ δὲ τὴν σύζυγο τοῦ Τραγκυλίνου Μαρκία, δὲν βρίσκουµε κανένα στοιχεῖο ὅτι µαρτύρησε, παρὰ µόνο ὅτι ἔγινε χριστιανή).






Ὁ Ἅγιος Εὐβίωτος



Ἀκατάβλητος καὶ τολµηρὸς στρατιώτης τῆς χριστιανικῆς πίστης ὁ Εὐβίωτος, ἔζησε τὸν

3ο αἰῶνα µετὰ Χριστόν. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Πτωκετὸ ἢ Πωκετὸς τῆς ἐπαρχίας

Ὀψικίου καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ θάῤῥος καὶ τὴν θερµὴ πίστη του. Κατὰ τὸν διωγµὸ

ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, ὑποβλήθηκε σὲ πολλὰ βάσανα καὶ

φυλακίσεις. Ἀλλ᾿ ἡ θεία χάρη τὸν προστάτευε καὶ τὸν ἔσῳζε. Λιθοβολήθηκε,

ῥαβδίσθηκε, µαστιγώθηκε, σχίστηκαν οἱ σάρκες του καὶ παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ἐπέζησε καὶ

ἔφερε πολλοὺς στὸ δρόµο τῆς σωτηρίας. Ἀργότερα ὁ θρίαµβος τοῦ Μεγάλου

Κωνσταντίνου, τὸν βρῆκε στὴν ἀποµόνωση µὲ βαριὰ δεσµά. Ἐλευθερώθηκε καὶ δόξασε

τὸν Θεὸ γιὰ τὴν νίκη ποὺ ἔδωσε στὴν Ἐκκλησία. Ὁ Εὐβίωτος πέθανε τὸ 320 µ.Χ.






Ὁ Ὅσιος Φλῶρος ἐπίσκοπος Ἀµινσοῦ ἢ Ἀµισοῦ



Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Ἰουστίνου Β´ (565-578), Τιβερίου (578-582) καὶ Μαυρικίου (582-602) στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν καὶ αὐτὸς Φλῶρος, ἡ δὲ µητέρα του Εὐφηµία. Ὁ Ὅσιος Φλῶρος, σπούδασε πολὺ καλὰ τὴν σοφία τῶν Ἑλλήνων, ἀλλὰ ἐξ ἴσου καλὰ καὶ τὶς θεῖες Γραφές. Στὴν ἀρχὴ διορίζεται βασιλικὸς γραµµατέας καὶ στὴ συνέχεια προάγεται στὸ ἀξίωµα τοῦ πατρικίου, ἀφοῦ παντρεύτηκε καὶ ἀπέκτησε παιδιά. Ἐπειδὴ δὲ τὰ παιδιὰ καὶ ἡ γυναῖκα του πέθαναν ἀπὸ µία λοιµικὴ ἀσθένεια, αὐτὸς ἔγινε µοναχὸς καὶ ἡσύχαζε σ᾿ ἕνα κτῆµα του στὴν τοποθεσία Ἀνάπλουν. Ἔπειτα γιὰ τὴν ἀρετή του χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ἀµινσοῦ ἢ Ἀµισοῦ, ποὺ εἶναι πόλη τῆς Καππαδοκίας. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ὁσιακὰ ποίµανε τὸ ποίµνιο τοῦ Χριστοῦ καὶ πολλὲς θαυµατουργίες ἔκανε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Φωκᾶς καὶ Ἑρµύλος



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.



Οἱ Ἅγιοι Ζακχαῖος ὁ Διάκονος καὶ Ἀλφειός ὁ Ἀναγνώστης



Μαρτύρησαν στὴν Καισαρεία. (Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι µ᾿ αὐτοὺς τὴν 18ης Νοεµβρίου).






Ἡ Ἁγία Σοφία ἡ θαυµατουργή



Δὲν ἔχουµε καµία πληροφορία γιὰ τὴ ζωή της, µόνο τὸ δίστιχο: «Θεοῦ σοφίαν ἠγάπησε

Σοφία, ὅθεν χάριν δέδεκτο καὶ τῶν θαυµάτων».






Μνήµη Ἐγκαινίων Ναοῦ τῆς Θεοτόκου «ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις»






Ὁ Ὅσιος Μιχαὴλ ὁ Σύγκελος καὶ Ὁµολογητής



Γεννήθηκε στὴν Παλαιστίνη τὸ 761 ἢ κατ᾿ ἄλλους, τὸ 763. Οἱ πρόγονοί του ἦταν Πέρσες καὶ οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τὸν ἀφιέρωσαν στὴ διακονία τοῦ Θεοῦ. Ὁ Πατριάρχης Ἱεροσολύµων Θεόδωρος τὸν ἔκειρε ἀναγνώστη στὸν ναὸ τῆς Ἀνάστασης καὶ στὴν Ἱερουσαλὴµ ἐκπαιδεύτηκε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο. Σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν ἔγινε µοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα καὶ µετὰ 12 χρόνια ἄσκησης, χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Θωµᾶ πρεσβύτερος, µὲ πρόταση τοῦ ἡγουµένου τῆς Μονῆς. Μετὰ δυὸ χρόνια ἀποσύρθηκε ἀπὸ τὴν Μονὴ σ᾿ ἕνα κελί, ὅπου καλλιέργησε πολὺ τὴν προσευχή. Μάλιστα ὁ ἡγούµενος τῆς Λαύρας, ἐµπιστεύτηκε στὸν Μιχαὴλ τὴν πνευµατικὴ

µόρφωση τῶν δυὸ ἀδελφῶν Γραπτῶν Θεοδώρου καὶ Θεοφάνη. Ἀλλ᾿ ὁ Πατριάρχης Θωµᾶς, ἔχοντας ἀνάγκη τὸν Μιχαήλ, τὸν µετακινεῖ µαζὶ µὲ τοὺς δυὸ µαθητές του στὰ Ἱεροσόλυµα καὶ τὸν καθιστᾶ σύγκελλο καὶ σύµβουλό του. Ἀργότερα τὸν στέλνει στὴ Ῥώµη γιὰ κάποια ἐκκλησιαστικὰ ζητήµατα, ἐπέδωσε µάλιστα µέσῳ αὐτοῦ καὶ ἐπιστολὲς στὸν τότε αὐτοκράτορα Λέοντα τὸν εἰκονοµάχο, τὸν ὁποῖο ὁ Πατριάρχης Θωµᾶς παρατηροῦσε σκληρὰ γιὰ τὸν διωγµὸ κατὰ τῶν εἰκόνων. Ἐξοργισµένος ἀπ᾿ αὐτὸ ὁ Λέοντας, ἔριξε τὴν πατριαρχικὴ πρεσβεία στὴ φυλακή, ὅπου ἔµεινε γιὰ ἀρκετὰ χρόνια µέχρι τὴν δολοφονία τοῦ Λέοντα. Ἀλλὰ καὶ µετὰ τὴν ἀνάῤῥηση τοῦ Μιχαὴλ Τραυλοῦ στὸ θρόνο (820) καὶ ἀφοῦ γιὰ λίγο ὁ Ὅσιος ἀποφυλακίζεται, συλλαµβάνεται καὶ πάλι, φυλακίζεται καὶ αὐτὴ ἡ φυλάκισή του παρατάθηκε µέχρι καὶ ὅλη τὴ βασιλεία τοῦ Θεοφίλου. Ἀποφυλακίστηκε ἀπὸ τὴν Θεοδώρα καὶ τὸν γιό της Μιχαὴλ καὶ ἀποδόθηκε στὴν Ἐκκλησία σὰν Ὁµολογητής, ἀφοῦ στὸ σῶµα του ἔφερε τὰ στίγµατα τῶν ἀγώνων του. Μετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ εἰκονοµάχου Πατριάρχου Ἰωάννη, ἡ ψῆφος ὅλων γιὰ τὴν διαδοχή, ἦταν µὲ τὸ µέρος τοῦ Μιχαήλ. Ἀλλ᾿ ὁ Μιχαήλ, 80 χρονῶν πλέον καὶ ἀσθενής, ἀρνήθηκε νὰ δεχτεῖ τὸ θρόνο καὶ ζήτησε νὰ τοῦ παραχωρηθεῖ ἡ µονὴ τῆς Χώρας γιὰ νὰ ἀναπαυθεῖ. Ἐκεῖ πέρασε καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του εἰρηνικὰ καὶ ὅταν πέθανε τὸν ἔθαψαν κοντὰ στοὺς τάφους τῶν ὁµολογητῶν Γερµανοῦ καὶ


Πατριάρχη καὶ Θεοδώρου τοῦ Γραπτοῦ (846). (Ἡ µνήµη του περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται

- ἀπὸ ὁρισµένα Ἁγιολόγια - καὶ τὴν 4η Ἰανουαρίου).






Ὁ Ἅγιος Μόδεστος Ἱεροµάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων



Βλέπε βιογραφικά του στοιχεῖα τὴν 16η Δεκεµβρίου.






Ὁ Ὅσιος Νόµων



Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη του. (Μᾶλλον εἶναι Ἅγιος της Κυπριακῆς Ἐκκλησίας).






Κυριακὴ πρὶν τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ



Κατὰ τὴν 18η τοῦ µήνα αὐτοῦ, ἂν τύχει ἡµέρα Κυριακὴ εἰδάλλως ἀµέσως µετὰ ἀπ᾿ αὐτή, ἐπιτελεῖται ἡ µνήµη ὅλων αὐτῶν ποὺ στοὺς αἰῶνες εὐαρέστησαν στὸ Θεό. Ἀπὸ τοῦ Ἀδὰµ δηλαδή, µέχρι καὶ τοῦ Ἰωσὴφ µνηστῆρα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Καὶ αὐτοί, σύµφωνα µὲ χρονολογικὴ σειρὰ εἶναι οἱ ἑξῆς:



Οἱ Πρωτόπλαστοι Ἀδὰµ καὶ Εὔα,

ὁ δίκαιος Ἄβελ, γιὸς τοῦ Ἀδάµ,

ὁ Δίκαιος Σήθ, γιὸς τοῦ Ἀδάµ,

ὁ Δίκαιος Ἐνώς, γιὸς τοῦ Σήθ,

ὁ Δίκαιος Καϊνάν, γιὸς τοῦ Ἐνώς,

ὁ Δίκαιος Μαλελεήλ, γιὸς τοῦ Καϊνάν,

ὁ Δίκαιος Ἰάρεδ, γιὸς τοῦ Μαλελεήλ,

ὁ Δίκαιος Ἐνώχ, γιὸς τοῦ Ἰάρεδ,

ὁ Δίκαιος Μαθουσάλας, γιὸς τοῦ Ἐνώχ,

ὁ Δίκαιος Λάµεχ, γιὸς τοῦ Μαθουσάλα,

ὁ Δίκαιος Νῶε, γιὸς τοῦ Λάµεχ,

ὁ Δίκαιος Σήµ, γιὸς τοῦ Νῶε,

ὁ Δίκαιος Ἰάφεθ, γιὸς τοῦ Νῶε,

ὁ Δίκαιος Ἀρφαξάδ, γιὸς τοῦ Σήµ,

ὁ Δίκαιος Καϊνάν, γιὸς τοῦ Ἀρφαξάδ,

ὁ Δίκαιος Σάλα, γιὸς τοῦ Καϊνάν,

ὁ Δίκαιος Ἕβερ, γιὸς τοῦ Σάλα, ἀπὸ τὸν ὁποῖο οἱ Ἰουδαῖοι ὀνοµάστηκαν Ἑβραῖοι,

ὁ Δίκαιος Φάλεκ, γιὸς τοῦ Ἕβερ,

ὁ Δίκαιος Ραβάγ, γιὸς τοῦ Φαλέκ,

ὁ Δίκαιος Σερούχ, γιὸς τοῦ Ῥαγάβ,

ὁ Δίκαιος Ναχώρ, γιὸς τοῦ Σερούχ,

ὁ Δίκαιος Θάῤῥα, γιὸς τοῦ Ναχώρ,


ὁ Δίκαιος καὶ Πατριάρχης Ἀβραάµ, γιὸς τοῦ Θάῤῥα,

ὁ Πατριάρχης Ἰσαάκ, γιὸς τοῦ Ἀβραάµ,

ὁ Πατριάρχης Ἰακώβ, γιὸς τοῦ Ἰσαάκ,

ὁ Πατριάρχης Ρουβίµ, πρῶτος γιὸς τοῦ Ἰακώβ,

ὁ Πατριάρχης Συµεών, δεύτερος γιὸς τοῦ Ἰακώβ,

ὁ Πατριάρχης Λευΐ, τρίτος γιὸς τοῦ Ἰακώβ, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ἡ Λευιτικὴ φυλή,

ὁ Πατριάρχης Ἰούδας, γιὸς τοῦ Ἰακὼβ ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ ὁποίου κατάγεται ὁ Χριστός,

ὁ Πατριάρχης Ζαβουλών, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ παράλια,

ὁ Πατριάρχης Ἰσάχαρ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ «γηπόνος»,

ὁ Πατριάρχης Δάν, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ ὁποίου ἦταν οἱ Κριτές,

ὁ Πατριάρχης Γάδ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ πάντα λῄστευε ἀλλὰ καὶ

λῃστευόταν,

ὁ Πατριάρχης Ἀσὴρ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ ἦταν σὲ χῶρες πλούσιες καὶ

σιτοφόρες,

ὁ Πατριάρχης Νεφθαλείµ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ ἦταν πολυπληθής,

ὁ Πατριάρχης Ἰωσὴφ, γιὸς τοῦ Ἰακὼβ τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ ἦταν ἔνδοξη καὶ περήφανη,

ὁ Πατριάρχης Βενιαµίν, γιὸς τοῦ Ἰακώβ, τοῦ ὁποίου ἡ φυλὴ στὴν ἀρχὴ ἦταν ἄγρια καὶ

στὴ συνέχεια ἔγινε ἤρεµη καὶ ἄκακη

ὁ Φαρές καὶ Ζαρά, δίδυµοι γιοὶ τοῦ Ἰούδα τοῦ Πατριάρχη,

ὁ Ἐσρώµ, γιὸς τοῦ Φαρές,

ὁ Ἀράµ, γιὸς τοῦ Ἐσρώµ,

ὁ Ἀµιναδάβ, γιὸς τοῦ Ἀράµ,

ὁ Ναασών, γιὸς τοῦ Ἀµιναδάβ,

ὁ Σαλµών, γιὸς τοῦ Ναασών,

ὁ Βοόζ, γιὸς τοῦ Σαλµών,

ὁ Ὠβήδ, γιὸς τοῦ Βοὸζ ἀπὸ τὴν Ῥούθ,

ὁ Ἰεσσαί, γιὸς τοῦ Ὠβήδ,

ὁ Δαβὶδ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰεσσαί,

ὁ Σολοµών ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Δαβίδ,

ὁ Ροβοάµ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Σολοµῶντα,

ὁ Ἀβιὰ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ῥοβοάµ,

ὁ Ἀσὰ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἀβιὰ,

ὁ Ἰωσαφάτ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἀσὰ,

ὁ Ἰωρὰµ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰωασαφάτ,

ὁ Ὀζίας ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰωράµ,

ὁ Ἰωάθαµ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ὀζίου,

ὁ Ἄχαζ ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰωάθαµ,

ὁ Ἐζεκίας ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἄχαζ,

ὁ Μανασσῆς ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἐζεκία,

ὁ Ἀµµὼν ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Μανασσῆ,

ὁ Ἰωσίας ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἀµµών,

ὁ Ἰεχονίας ὁ βασιλιάς, γιὸς τοῦ Ἰωσία,

ὁ Σαλαθιήλ, γιὸς τοῦ Ἰεχονία,

ὁ Ζοροβάβελ, γιὸς τοῦ Σαλαθιήλ, ποὺ ἀνήγειρε τὸν ναὸ τῶν Ἱεροσολύµων ὅταν εἶχε

καεῖ,

ὁ Ἀβιοὺδ, γιὸς τοῦ Ζοροβάβελ,

ὁ Ἐλιακείµ, γιὸς τοῦ Ἀβιούδ,

ὁ Ἀζώρ, γιὸς τοῦ Ἐλιακείµ,

ὁ Σαδώκ, γιὸς τοῦ Ἀζώρ,

ὁ Ἀχείµ, γιὸς τοῦ Σαδώκ,


ὁ Ἐλιούδ, γιὸς τοῦ Ἀχείµ,

ὁ Ἐλεάζαρ, γιὸς τοῦ Ἐλιούδ,

ὁ Ματθάν, γιὸς τοῦ Ἐλεάζαρ,

ὁ Ἰακώβ, γιὸς τοῦ Ματθάν,

ὁ Ἰωσὴφ ὁ µνήστωρ, γιὸς τοῦ Ἰακώβ,

ὁ Δίκαιος Μελχισεδέκ,

ὁ Δίκαιος Ἰώβ,

ὁ Προφήτης Μωϋσῆς καὶ Ὢρ καὶ Ἀαρών οἱ ἱερεῖς,

ὁ Δίκαιος Ἰησοῦς τοῦ Ναυῆ,

ὁ Προφήτης Σαµουήλ,

ὁ Προφήτης Νάθαν,

ὁ Προφήτης Δανιὴλ,

οἱ Ἅγιοι Τρεῖς Παῖδες,

ἡ Δίκαια Σάῤῥα γυναῖκα τοῦ Ἀβραάµ,

ἡ Δίκαια Ῥεβέκκα γυναῖκα τοῦ Ἰσαάκ,

ἡ Δίκαια Λεία πρώτη γυναῖκα τοῦ Ἰακώβ,

ἡ Δίκαια Ῥαχήλ, δεύτερη γυναῖκα τοῦ Ἰακώβ,

ἡ Δίκαια Ἀσινέθ, γυναῖκα τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Πάγκαλου,

ἡ Δίκαια Μαρία, ἀδελφὴ τοῦ Μωύσεως,

ἡ Δίκαια Δεβόρα,

ἡ Δίκαια Ῥούθ,

ἡ Δίκαια Σαραφθία, πρὸς τὴν ὁποία ἐστάλη ὁ Ἠλίας,

ἡ Δίκαια Σωµανίτιδα, ποὺ φιλοξένησε τὸν Ἐλισσαῖο,

ἡ Δίκαια Ἰουδήθ,

ἡ Δίκαια Ἐσθήρ, ποὺ λύτρωσε τὸν Ἰσραὴλ ἀπὸ τὸν θάνατο,

ἡ Δίκαια Ἄννα, µητέρα τοῦ Σαµουὴλ καὶ

ἡ Δίκαια Σωσάννα.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 19



     Οἱ Ἅγιοι Βονιφάτιος καὶ Ἀγλαΐα ἡ Ῥωµαία

     Οἱ Ἅγιοι Ἠλίας, Πρόβος καὶ Ἄρης

     Οἱ Ἅγιοι Τιµόθεος καὶ Πολύευκτος

     Οἱ Ἅγιοι Εὐτύχιος, Θεσσαλονίκη, 200 ἄνδρες καὶ 70 γυναῖκες

     Ὁ Ὅσιος Γρηγέντιος ἐπίσκοπος Αἰθιοπίας

     Ὁ Ἅγιος Τρύφων

     Ὁ Ὅσιος Ἠλιοῦ Μουρόµας ὁ Θαυµατουργὸς «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος)







Οἱ Ἅγιοι Βονιφάτιος καὶ Ἀγλαΐα ἡ Ῥωµαία



Ἔζησαν τὸν 3ο µ.Χ. αἰῶνα. Ἡ Ἀγλαΐα ἀνῆκε στὴν τάξη τῶν εὐγενῶν καὶ πλούσιων Ῥωµαίων γυναικῶν καὶ ἦταν πάντα πρόθυµη στὶς ἐλεηµοσύνες καὶ στὶς διάφορες ἀγαθοεργίες. Ὁ δὲ Βονιφάτιος ἦταν γραµµατέας τῆς περιουσίας τῆς Ἀγλαΐας καὶ ἐπόπτης τῶν κτηµάτων της. Ὅπως ἡ κυρία του, ἦταν καὶ αὐτὸς εὔσπλαχνος καὶ φιλάνθρωπος. Διαχειριζόταν τὴν περιουσία τῆς Ἀγλαΐας µὲ πολλὴ τιµιότητα, καὶ ἀπέναντι στοὺς ὑπηρέτες ἦταν εὐγενέστατος. Ἀλλὰ ἡ ἀνεξέλεγκτη καλοζωία ἔπνιξε τὴν πνευµατικότητα τοῦ Βονιφατίου καὶ τῆς Ἀγλαΐας. Ἄναψε τὴν εὔφλεκτη νεότητά τους καὶ παρασύρθηκαν ἀπὸ τὶς ἔνοχες σαρκικὲς ἡδονές. Εὐτυχῶς ὅµως, ὁ ἔλεγχος τῶν συνειδήσεών τους ἦταν αὐτὸς ποὺ τελικὰ ἐπικράτησε. Ἁµάρτησαν. Ἔκλαψαν καὶ οἱ δυὸ πικρά. Θὰ τοὺς δεχόταν ἄραγε καὶ πάλι ὁ Θεὸς σὰν ζωντανὰ µέλη τῆς Ἐκκλησίας του; Γιατί ὄχι; Ἄλλωστε, ὁ Ἴδιος εἶπε: «Χαρὰ γίνεται ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ ἐπὶ ἐνὶ ἁµαρτωλῷ µετανοοῦντι». Δηλαδή, χαρὰ γίνεται στοὺς οὐρανοῦς, µὲ τὴν παρουσία

ἀγγέλων τοῦ Θεοῦ, ποὺ συµµετέχουν στὴ χαρὰ αὐτή, γιὰ ἕναν ἁµαρτωλὸ ποὺ µετανοεῖ. Μὲ πολλὴ συντριβὴ λοιπόν, οἱ δυὸ µετανοοῦντες ἐξοµολογήθηκαν τὸ ἠθικό τους ὀλίσθηµα σὲ πνευµατικὸ ἱερέα καὶ ἡ ἠθική τους ἐπιστροφὴ καὶ ἀναγέννηση ἦταν πλέον γεγονός. Ἔτσι ἀργότερα ὁ µὲν Βονιφάτιος πέθανε µαρτυρικὰ γιὰ τὴν πίστη στὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας, ἡ δὲ Ἀγλαΐα, ἀφοῦ πούλησε τὰ ὑπάρχοντά της, ἀφιέρωσε τὴ ζωή της στὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν καὶ τῶν πασχόντων.






Οἱ Ἅγιοι Ἠλίας, Πρόβος καὶ Ἄρης



Ὅλοι κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἐµπνεόµενοι ἀπὸ τὴν θερµή τους πίστη, πήγαιναν σὲ διάφορες πόλεις καὶ ὑπηρετοῦσαν τοὺς διωκόµενους χριστιανούς. Στὴν Ἀσκαλώνα συνελήφθησαν, ἐπέµεναν στὴν ὁµολογία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ καταδικάστηκαν σὲ θάνατο ἀπὸ τὸν κριτὴ Φιρµιλιανό. Καὶ ὁ µὲν Ἠλίας καὶ Πρόβος ἀποκεφαλίστηκαν, ὁ δὲ Ἄρης παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχὴ µέσα στὶς φλόγες.


Οἱ Ἅγιοι Τιµόθεος καὶ Πολύευκτος



Καὶ οἱ δυὸ πέθαναν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν µέσα στὴ φωτιά. Ὁ µὲν Τιµόθεος στὴν Ἀφρική, ὁ δὲ Πολύευκτος στὴν Καισαρεία, διότι κατηχοῦσαν καὶ βάπτιζαν εἰδωλολάτρες. Παρ᾿ ὅλο ποὺ κατὰ τὴν θανατικὴ ἐκτέλεση ἦταν παρόντες καὶ οἱ δικοί τους καὶ ἔκλαιγαν τσιρίζοντας, αὐτοὶ ἀτρόµητοι µὲ τὴν θεία χάρη, τοὺς παρηγοροῦσαν. Μπῆκαν δὲ µέσα στὶς φλόγες, διατηρῶντας τὴν εὐψυχία τους καὶ ψάλλοντες ὕµνους πρὸς τὸν Κύριο. (Ὁρισµένοι Συναξαριστὲς λανθασµένα ἀναφέρουν τὴν ἡµέρα αὐτὴ καὶ δεύτερο Ἅγιο Πολύευκτο, ποὺ ὅµως πρόκειται γιὰ τὸν ἴδιο µε τὸν πιὸ πάνω Ἅγιο).






Οἱ Ἅγιοι Εὐτύχιος, Θεσσαλονίκη, 200 ἄνδρες καὶ 70 γυναῖκες



Ὅλοι µαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Ὁ Ὅσιος Γρηγέντιος ἐπίσκοπος Αἰθιοπίας



Ἔζησε τὸν 6ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὰ Μεδιόλανα. Οἱ γονεῖς του ὀνοµαζόταν Ἀγάπιος καὶ Θεοδότη καὶ ἦταν πολὺ εὐσεβεῖς. Ὁ Γρηγέντιος ἀπὸ πολὺ µικρὸς διακρινόταν γιὰ τὴν εὐγλωττία του καὶ γιὰ τὴν µεγάλη ἀρετή του. Γιὰ νὰ καταρτίσει τὸν ἑαυτό του περισσότερο πνευµατικό, ἔκανε ταξίδι στὴν Ἀνατολή, ποὺ τότε ἦταν τὸ

µεγαλύτερο θεολογικὸ καὶ πνευµατικὸ κέντρο. Κατόπιν πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἔγινε γνωστὸς τοῦ τότε αὐτοκράτορα Ἰουστίνου καὶ τοῦ Πατριάρχη. Στὴ συνέχεια ἐπισκέφτηκε τὴν Ἀλεξάνδρεια ἐπὶ Πατριάρχου Προτερίου, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Τὰ δὲ ἱερατικά του καθήκοντα, ὁ Γρηγέντιος, ἐκτελοῦσε ἄριστα. Ὅταν χήρεψε ἡ ἐπισκοπὴ Αἰθιοπίας, ὁ βασιλιὰς Ἐλεσβαὰν ζήτησε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας νὰ τοῦ στείλει ἐπίσκοπο µορφωµένο καὶ ἐνάρετο. Τότε ὁ Πατριάρχης ἐξέλεξε τὸν Γρηγέντιο, ὁ ὁποῖος ἐπετέλεσε τὴν ἀποστολή του µὲ πολὺ ζῆλο καὶ µεγάλη καρποφορία. Στὸν τόπο αὐτὸ ἦταν πολλοὶ Ἑβραῖοι καὶ ἦταν φανατικὰ προσκολληµένοι στὴ θεωρία τους. Ἕνας µάλιστα δεινὸς συζητητὴς ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ Ῥαβίνος

Ἐρβᾶς. Ἀλλ᾿ ὁ Γρηγέντιος, µὲ τὰ σοφὰ ἐπιχειρήµατά του, τὴν ἀγαθότητά του καὶ µὲ τὴν θεία χάρη, κατόρθωσε νὰ φέρει στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας τοὺς περισσότερους Ἑβραίους τοῦ τόπου καὶ τὸν ἴδιο τὸν Ἐρβᾶ, ποὺ βαπτίστηκε παρουσία τοῦ βασιλιᾶ καὶ

µετονοµάστηκε Λέων καὶ τιµήθηκε µὲ τὸ ἀξίωµα τοῦ Πατρικίου. Ὁ διάδοχός του Ἐλεσβαᾶν γιός του Ἔρδιδος, συνέχισε τὴν ἴδια πολιτικὴ εὐλάβειας πρὸς τὸν Γρηγέντιο. Ὁ Γρηγέντιος πέθανε εἰρηνικὰ στὶς 19 Δεκεµβρίου 552 καὶ τὴ στέρησή του θρήνησε πολὺς κόσµος.






Ὁ Ἅγιος Τρύφων



Μαρτύρησε διὰ ἀπαγχονισµοῦ πάνω σὲ µία ἰτιά.


Ὁ Ὅσιος Ἠλιοῦ Μουρόµας ὁ Θαυµατουργὸς «ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ» (Ρῶσος)


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 20



     Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος καὶ Ἱεροµάρτυρας

     Ὁ Ὅσιος Φιλογόνιος Πατριάρχης Ἀντιοχείας

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ῥάφτης Νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Θάσο

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης (Ρῶσος)

     Ὁρισµένα Συναξάρια, τοποθετοῦν αὐτὴν τὴν ἡµέρα, τὰ προεόρτια (ἢ τουλάχιστον τὴν ἀρχὴ τῶν προεορτίων) τῆς κατὰ σάρκα Γεννήσεως τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ







Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος καὶ Ἱεροµάρτυρας



Ὁ χρόνος γέννησης καὶ ἡ ἐθνικότητα τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου εἶναι ἀσαφῆ. Στὸ θρόνο τῆς Ἀντιοχείας ὁ Ἰγνάτιος ἀνέβηκε µεταξὺ 68-70 µ.Χ. Ποίµανε σὰν ἀποστολικὸς διδάσκαλος καὶ στάθηκε φρουρὸς τῶν ψυχῶν τοῦ ποιµνίου του. Ὅταν ὁ Τραϊανὸς διέταξε διωγµὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν, θαῤῥαλέα ὁ Ἰγνάτιος, ἐνῷ ὁ βασιλιὰς περνοῦσε ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια, παρουσιάστηκε µπροστά του καὶ ὑπεράσπισε τὰ δίκαια τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὴν ἀλήθεια τῆς χριστιανικῆς πίστης. Τότε ὁ Τραϊανὸς, διέταξε τὴν σύλληψη τοῦ Ἰγνατίου καὶ τὴν µεταφορά του στὴ Ῥώµη. Οἱ χριστιανοὶ τῆς Ῥώµης σκόπευαν νὰ τὸν ἀπαλλάξουν ἀπὸ τὸ µαρτύριο, ἀλλὰ ὁ Ἰγνάτιος, µὲ φλογερὴ δίψα πρὸς τὸ µαρτύριο, ἔγραψε σ΄ αὐτοὺς νὰ ἀφήσουν νὰ γίνει τὸ θέληµα τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, τὴν 20ή Δεκεµβρίου τοῦ ἔτους 107 µ.Χ., τὸν ἔριξαν στὸ ἀµφιθέατρο, ὅπου πεινασµένα θηρία τὸν κατασπάραξαν. Διασώθηκαν µόνο τὰ µεγαλύτερα ἀπὸ τὰ ὀστά του, ποὺ µεταφέρθηκαν καὶ τάφηκαν µὲ τιµὲς στὴν Ἀντιόχεια. Ἀργότερα µετακοµίσθηκαν στὴ Ῥώµη (β΄ ἀνακοµιδὴ τὸ 540 µ.Χ. καὶ ἐναποτέθησαν στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Κλήµεντος). Ἔτσι, ὁ Ἰγνάτιος ἔµεινε µέχρι τέλους πιστὸς στὴ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ, καὶ «ὁ µένων ἐν τῇ διδαχῇ τοῦ Χριστοῦ, οὗτος καὶ τὸν πατέρα καὶ τὸν υἷον ἔχει». Ἐκεῖνος δηλαδή, ποὺ µένει στὴ διδαχὴ τοῦ Χριστοῦ, αὐτὸς καὶ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱὸ ἔχει, διότι αὐτὸς ἔγινε ναὸς τοῦ Θεοῦ καὶ ἑποµένως φέρει µέσα τοῦ τὸ Θεό. Γι΄ αὐτὸ καὶ ὁ Ἰγνάτιος ἐπονοµάσθηκε Θεοφόρος.






Ὁ Ὅσιος Φιλογόνιος Πατριάρχης Ἀντιοχείας



Ὅπως ὁ Χρυσόστοµος, ὁ Βασίλειος, ὁ Ἀµβρόσιος καὶ τόσοι ἄλλοι διαπρεπέστατοι ποιµένες τῆς Ἐκκλησίας, ἔτσι καὶ ὁ Φιλογόνιος διακρίθηκε στὴν ἀρχὴ σὰν δικηγόρος. Τόσο ἡ εὐγλωττία του, ὅσο καὶ ἡ ἀναµφισβήτητη καὶ ὑπέροχη εὐσέβεια καὶ χρηστότητά του, ἔκαναν τοὺς χριστιανούς, καθὼς λέει γι᾿ αὐτὸν ὁ θεῖος Χρυσόστοµος, νὰ τὸν ἁρπάξουν µέσα ἀπὸ τὴν ἀγορὰ καὶ νὰ τὸν ἐξαναγκάσουν νὰ δεχτεῖ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς µεγάλης καὶ περίλαµπρης ἐκείνης πόλης. Ἀπὸ τὸν Χρυσόστοµο πάλι

µαθαίνουµε, ὅτι ὁ Φιλογόνιος τὸ δικηγορικό του ἐπάγγελµα εἶχε ἐξασκήσει σὰν ἱερὴ διακονία, ὑπερασπίζοντας πάντοτε τοὺς ἀδικηµένους καὶ προστατεύοντας αὐτοὺς ἀπὸ


τὰ ἀδικήµατα τῶν ἰσχυρότερων. Καὶ συνεχίζει ὁ Χρυσόστοµος νὰ µᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ λαµπρὸς αὐτὸς ἐπίσκοπός της Ἀντιοχείας ἦταν παντρεµένος καὶ χειροτονήθηκε ἔχοντας τὴν γυναῖκα του καὶ τὴν θυγατέρα του. Καὶ αὐτὸ δὲν τὸν ἐµπόδισε καθόλου, στὸ νὰ ἀφιερώσει ὅλες του τὶς δυνάµεις γιὰ τὴν ποίµνη ποὺ τοῦ ἐµπιστεύτηκαν. Ὁ Φιλογόνιος ἔζησε ἐπὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ πέθανε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ ῥάφτης Νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Θάσο



Τὸ ἡρωικὸ αὐτὸ παιδὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μαριαῖς τοῦ νησιοῦ Θάσου. Σὲ ἡλικία 14 ἐτῶν ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ µάθαινε τὴν τέχνη τοῦ ῥάφτη στὸ Γαλατᾶ. Κάποτε πῆγε σ΄ ἕνα κατάστηµα Ἑβραίου ἐµπόρου γιὰ ν΄ ἀγοράσει κλωστὲς καὶ φιλονίκησε µ΄ αὐτόν. Ὁ Ἑβραῖος βρῆκε τὴν εὐκαιρία τὴν ὥρα ποὺ ὁ Χόντζας βρισκόταν πάνω στὸν µιναρέ, κατηγόρησε τὸν Ἰωάννη ὅτι βρίζει τὴν πίστη καὶ τὸ προσκύνηµα τῶν Τούρκων. Ὅταν τὸ παιδὶ ὁδηγήθηκε µπροστὰ στὸν βεζίρη καὶ πιεζόταν ν΄ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, µὲ γενναιότητα ἀπάντησε: «Δὲν θ΄ ἀρνηθῶ ποτὲ τὸν γλυκύτατό µου Ἰησοῦ Χριστό, καὶ ἂν ἀκόµα µύρια βάσανά µου κάνετε καὶ τὸ βασίλειό σας ὅλο µου χαρίσετε». Βλέποντας ὁ βεζίρης τὴν ἀµετάθετη γνώµη τοῦ παιδιοῦ, διέταξε τὸν ἀποκεφαλισµό του. Ἔτσι στὴν τοποθεσία «Τσαρσὶ τῶν γουναράδων» ὁ δήµιος ἔκοψε µαρτυρικὰ λίγο-λίγο τὸ κεφάλι τοῦ ἡρωικοῦ παιδιοῦ στὶς 20 Δεκεµβρίου 1652. Τὸν βίο τοῦ Ἁγίου συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης καὶ ὁ Μελέτιος Συρίγου.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης (Ρῶσος)



Στοιχεῖα γιὰ τὴ ζωή του παίρνουµε ἀπὸ τὸ βιβλίο «Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κροστάνδης» τοῦ ἐπισκ. Ἀλεξάνδρου Σεµενὼφ - Τιαν - Σάνσκυ, ποὺ τὸ µετέφρασε ὁ Ἀρχιµ. Τιµόθεος Καθηγούµενος τῆς Ἱ. Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ καὶ τὸ ἐξέδωσε ἡ ἴδια ἡ Μονή. Αὐτὸς ὁ ἅγιος Ἰωάννης λοιπόν, γεννήθηκε στὶς 18 Ὀκτωβρίου τοῦ 1829 στὸ χωριὸ Σούρα τοῦ νοµοῦ Ἀρχάγγελκ καὶ τὸ πρῶτο του ὄνοµα ἦταν Ἰβὰν Ἠλὶτς Σέργιεφ. Οἱ γονεῖς του ὀνοµαζόταν Ἠλίας Μιχαήλοβιτς Σέργιεφ καὶ ἦταν ἱεροψάλτης, ἡ δὲ µητέρα του Θεοδώρα Βλάσιεβνα. Στὴν ἀρχὴ τὰ γράµµατα τὰ «ἔπαιρνε» δύσκολα, ἀλλὰ κατόπιν προχώρησε καὶ µὲ κρατικὴ ὑποτροφία. Τὸ 1851, µπῆκε στὴ Θεολογικὴ Ἀκαδηµία τῆς Πετρουπόλεως. Μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του ἀπὸ τὴν Σχολή, παντρεύτηκε τὴν Ἐλισάβετ Κωνσταντίνοβα καὶ τοῦ πρότειναν νὰ ἀναλάβει θέση ἱερέα στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κρονστάνδης ἀφιερωµένο στὸν Ἁγ. Ἀνδρέα τὸν Πρωτόκλητο. Στὶς 11 Νοεµβρίου 1855 ἔγινε ἡ χειροτονία του σὲ διάκονο καὶ τὴν ἑποµένη σὲ πρεσβύτερο. Χειροτονήθηκε στὴν Πετρούπολη ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Βιννίσκυ Χριστόφορο στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Πέτρου καὶ Παύλου. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα ἀρχίζει µία τέτοια πνευµατικὴ ἀνοδικὴ πορεία, ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ περιγράψει κανεὶς µέσα σὲ λίγες γραµµές. Ὑπῆρξε φωτεινὸ παράδειγµα λειτουργοῦ ἱερέως, ἄριστος ποιµένας, ἀφοῦ ἵδρυσε πολλὰ εὐαγῆ ἱδρύµατα καὶ ἔδωσε ὅλο τοῦ τὸν ἑαυτὸ στὴ βοήθεια τῶν συνανθρώπων του. Ἐπίσης συνέγραψε πολὺ πνευµατικὰ ἔργα καὶ ὁ Θεὸς τοῦ εἶχε δωρίσει τὸ χάρισµα νὰ θαυµατουργεῖ διὰ τῶν θερµῶν τοῦ προσευχῶν. Πέθανε στὶς 7.40 τὸ πρωὶ τῆς 20ῆς Δεκεµβρίου τοῦ 1908 σὲ ἡλικία 80 χρονῶν, ἀφήνοντας πίσω του ἕνα τεράστιο πνευµατικὸ ἀλλὰ καὶ ὑλικὸ ἔργο γιὰ τὸ ποίµνιό του.


Ὁρισµένα Συναξάρια, τοποθετοῦν αὐτὴν τὴν ἡµέρα, τὰ προεόρτια (ἢ τουλάχιστον τὴν ἀρχὴ τῶν προεορτίων) τῆς κατὰ σάρκα Γεννήσεως τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 21



     Ἡ Ἁγία Ἰουλιανή

     Οἱ Ἅγιοι 500 Μάρτυρες

     Οἱ Ἁγίες 130 γυναῖκες

     Ὁ Ἅγιος Θεµιστοκλῆς

     Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Θαυµατουργός, Μητροπολίτης πάσης Ῥωσίας (Ρῶσος)







Ἡ Ἁγία Ἰουλιανή



Οἱ γονεῖς τῆς Ἰουλιανῆς ἦταν εἰδωλολάτρες καὶ θέλησαν νὰ τὴν µνηστεύσουν µὲ κάποιο διακεκριµένο ἀξιωµατοῦχο τῆς Ἀντιοχείας, τὸν Ἐλεύσιο. Ἀλλὰ ἡ Ἰουλιανὴ ἀρνήθηκε σθεναρά. Ἡ ἄρνησή της κατέπληξε τοὺς γονεῖς της, διότι µέχρι ἐκείνη τὴν στιγµὴ δὲν τοὺς εἶχε φέρει καµιὰ ἀντίῤῥηση καὶ ἦταν ὑπάκουη κόρη. Ὁ Ἐλεύσιος µὲ πληγωµένο ἐγωισµὸ ζητοῦσε ἐκδίκηση. Ἀφοῦ ἐρεύνησε καὶ παρακολούθησε γιὰ πολὺ καιρὸ τὴν Ἰουλιανή, ἔµαθε ὅτι ἐν ἀγνοίᾳ τῶν γονέων της εἶχε γίνει χριστιανή. Ἔτσι ὁ Ἐλεύσιος τὴν κατήγγειλε στὸν ἔπαρχο, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ συλληφθεῖ καὶ νὰ φυλακισθεῖ. Μέσα στὴ φυλακή, συνεχίστηκαν οἱ προσπάθειες νὰ γίνει σύζυγος τοῦ Ἐλευσίου καὶ νὰ ἀποφύγει τὸν κίνδυνο τοῦ θανάτου. Ἀλλὰ ἡ Ἰουλιανὴ προτιµοῦσε νὰ πεθάνει, παρὰ νὰ πάρει εἰδωλολάτρη σύζυγο. Τότε ὁ Ἐλεύσιος µὲ διαταγὴ τοῦ ἔπαρχου καὶ πολὺ µῖσος τὴν µαστίγωσε ἀνελέητα. Ἔπειτα, ἔκαψε τὸ πρόσωπό της µὲ πυρακτωµένο σίδερο, καὶ τῆς εἶπε: «Πήγαινε τώρα στὸν καθρέπτη νὰ καµαρώσεις τὴν ὀµορφιά σου». Ἡ δὲ Ἰουλιανή, µὲ ἕνα ἐλαφρὸ µειδίαµα τοῦ ἀπάντησε: «Στὴν ἀνάσταση τῶν δικαίων, στὰ πρόσωπα δὲ θὰ ὑπάρχουν πληγὲς καὶ ἐγκαύµατα. Θὰ ὑπάρχουν µόνο οἱ πληγὲς τῶν ψυχῶν ἀπὸ τὴν ἁµαρτία. Γι΄ αὐτό, Ἐλεύσιε προτιµῶ τώρα τὶς πληγὲς τοῦ σώµατος, ποὺ εἶναι προσωρινές, παρὰ τὶς πληγὲς τῆς ψυχῆς, ποὺ βασανίζουν αἰώνια». Μετὰ ἀπὸ λίγο, τὸ ξίφος τοῦ δηµίου ἔκοψε τὸ νεανικὸ κεφάλι τῆς Ἰουλιανῆς. Ἀργότερα

ὁ Ἐλεύσιος, ὅταν βρέθηκε ναυαγὸς σὲ κάποιο ἄγνωστο νησί, βρῆκε τραγικὸ τέλος, ὅταν τὸν κατασπάραξε ἕνα ἄγριο λιοντάρι.






Οἱ Ἅγιοι 500 Μάρτυρες



Αὐτοὶ πίστεψαν στὸν Χριστὸ διὰ τῆς Ἁγίας Ἰουλιανῆς καὶ κατόπιν ὅλοι µαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Οἱ Ἁγίες 130 γυναῖκες



Αὐτὲς πίστεψαν στὸν Χριστὸ διὰ τῆς Ἁγίας Ἰουλιανῆς καὶ στὴ συνέχεια ὅλες

µαρτύρησαν διὰ ἀποκεφαλισµοῦ.



Ὁ Ἅγιος Θεµιστοκλῆς



Προστάτης τῶν διωκοµένων χριστιανῶν µπορεῖ νὰ χαρακτηριστεῖ ὁ ἅγιος Θεµιστοκλῆς. Καταγόταν ἀπὸ τὰ Μῦρα τῆς Λυκίας καὶ ἔζησε στὰ µέσα του 3ου αἰῶνα µετὰ Χριστόν. Ὅταν ἐπὶ διωγµοῦ τοῦ Δεκίου ἔπασχαν ἀνήκουστα πράγµατα οἱ χριστιανοί, ὁ Θεµιστοκλῆς, βοσκὸς τὸ ἐπάγγελµα, ἔκρυψε πολλοὺς σὲ δυσπρόσιτα ὀρεινὰ µέρη. Καταγγέλθηκε γι᾿ αὐτό, ἀλλὰ ἀρνήθηκε νὰ δείξει τὰ κρησφύγετα τῶν διωκοµένων. Καταδικάστηκε λοιπὸν καὶ αὐτός, σύρθηκε δὲ σὲ ἔδαφος, στὸ ὁποῖο εἶχαν µπήξει σιδερένια καρφιὰ καὶ ἔτσι παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν ἁγία του ψυχή.






Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Θαυµατουργὸς Μητροπολίτης πάσης Ῥωσίας (Ρῶσος)


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 22



     Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Μεγαλοµάρτυς (ἢ Φαρµακολύτρια)

     Ὁ Ἅγιος Χρυσόγονος

     Ἡ Ἁγία Θεοδότη καὶ τὰ τρία παιδιά της

     Ὁ Ἅγιος Ζωΐλος

     Μνήµη Θυρανοιξίας τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ

     Τὸ φωτοδρόµιο τῆς Μεγάλης τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας (Ἁγίας Σοφίας)






Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Μεγαλοµάρτυς (ἢ Φαρµακολύτρια)



Ὁ πατέρας της ἦταν Ῥωµαῖος πατρίκιος, Πραιτεξτάτος ὀνοµαζόµενος καὶ ἡ µητέρα της Φαῦστα. Ἡ Ἀναστασία διακρινόταν γιὰ τὴν ὀµορφιὰ τοῦ σώµατος, τὴν µόρφωση, τὸ ἄµεµπτο ἦθος καὶ τὴν σωφροσύνη της. Σὲ µικρὴ ἡλικία, παντρεύτηκε ἕνα Ῥωµαῖο ἄρχοντα, τὸν Ποπλίονα. Αὐτὸς ἦταν φανατικὸς εἰδωλολάτρης καὶ µισοῦσε θανάσιµα τοὺς χριστιανούς. Ἡ Ἀναστασία, ὅµως, ὄχι. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν ἄργησε νὰ δεχθεῖ τὸ ἅγιο Βάπτισµα καὶ νὰ γίνει χριστιανή. Ἀλλὰ καὶ ἡ στάση της δὲν ἦταν παθητική. Ἔβαζε φτωχὰ ῥοῦχα καὶ πήγαινε στὶς φυλακές, ὅπου ἔδινε τροφὲς καὶ χρήµατα στοὺς φυλακισµένους χριστιανοὺς µάρτυρες. Ὅταν ἔµαθε αὐτὸ ὁ σύζυγός της, ἐξοργισµένος τῆς εἶπε ὅτι, ἂν δὲν ἀλλάξει τὸ χριστιανικό της φρόνηµα, θὰ γίνει ὁ χειρότερος ἐχθρός της. Ἡ Ἀναστασία, χωρὶς νὰ ταραχθεῖ, ἀπάντησε στὸ σύζυγό της ὅτι αὐτὰ ποὺ λέει δὲν τὴν ἐκπλήσσουν, οὔτε τὴν φοβίζουν. Διότι ὁ ἴδιος ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, ἐνηµέρωσε τοὺς ἀγωνιζόµενους πιστούς Του ὅτι: «Ἐχθροί του ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ». Δηλαδή, ἐχθροί του πιστοῦ ἀνθρώπου θὰ εἶναι οἱ ἄνθρωποι τοῦ σπιτιοῦ του, ποὺ δὲ θὰ δεχθοῦν τὸ Εὐαγγέλιο, τὸ ὁποῖο φέρνει τὴν ἀληθινὴ καὶ οὐράνια εἰρήνη. Τότε ὁ Ποπλίων χωρὶς δισταγµὸ τὴν κατήγγειλε στὸ Διοκλητιανό. Αὐτὸς τὴν φυλάκισε καὶ κατόπιν τὴν ἐξόρισε σὲ ἕνα νησί, ὅπου ὑπέστη µαρτυρικὸ θάνατο µέσα στὴ φωτιά.






Ὁ Ἅγιος Χρυσόγονος



Ἦταν ἄνθρωπος θεοσεβὴς καὶ διδάσκαλος τῆς ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρµακολυτρίας. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥώµη καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (290). Ἐπειδὴ τότε κινήθηκε διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἔπιασαν καὶ τὸν Χρυσόγονο καὶ τὸν φυλάκισαν. Ὅταν ὁ Διοκλητιανὸς βρισκόταν στὴ Νίκαια, ἔµαθε ὅτι στὴ Ῥώµη ἦταν πολὺ πλῆθος χριστιανῶν φυλακισµένο, ποὺ ἂν καὶ βασανίστηκε σκληρὰ δὲν ἀρνήθηκε τὴν πίστη του, ἐπειδὴ εἶχε παρακινητὴ στὸ µαρτύριο τὸν θεῖο Χρυσόγονο. Τότε ὁ Διοκλητιανὸς διέταξε νὰ θανατωθοῦν ὅλοι οἱ χριστιανοὶ ποὺ δὲν θὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ τὸν Χρυσόγονο νὰ τὸν φέρουν δεµένο µπροστά του. Ὅταν λοιπὸν ὁ Χρυσόγονος παρουσιάστηκε στὸν βασιλιά, τὸ φρόνηµά του δὲν κάµφθηκε οὔτε ἀπὸ κολακεῖες, οὔτε ἀπὸ φοβέρες. Ἀντίθετα µάλιστα, µὲ θάῤῥος διακήρυξε ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ µόνος ἀληθινὸς Θεὸς καὶ ὅτι οἱ Θεοὶ εἶναι πλάνη τῶν ἀνθρώπων καὶ φθορὰ τῶν


ψυχῶν καὶ ἀπώλεια. Ὅταν ἄκουσε αὐτὰ ὁ τύραννος, διέταξε νὰ τὸν φέρουν σὲ ἔρηµο τόπο καὶ νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν. Ἔτσι ὁ µακάριος Χρυσόγονος, πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ

µαρτυρίου ἀπὸ τὸν Κύριο.






Ἡ Ἁγία Θεοδότη καὶ τὰ τρία παιδιά της



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Διοκλητιανοῦ (284-304) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Βιθυνία. Στὴ Νίκαια γνώρισε τὴν Ἁγία Ἀναστασία τὴν Φαρµακολύτρια, µαζὶ µὲ τὸν δάσκαλό της Χρυσόγονο καὶ ὅλοι µαζὶ ἐπισκέπτονταν στὶς φυλακὲς τοὺς µάρτυρες χριστιανοὺς καὶ τοὺς συµπαραστέκονταν ποικιλοτρόπως. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ Διοκλητιανός, θέλησε νὰ δώσει τὴν Θεοδότη γιὰ γυναῖκα στὸν ἄρχοντα Λευκάδιο (ἢ Λευκάτιο), µὲ σκοπὸ νὰ τὴν ἑλκύσει στὴν εἰδωλολατρία. Αὐτὴ ὅµως ἀρνήθηκε καὶ παραδόθηκε στὸν ἄρχοντα Βιθυνίας ὑπατικὸ Νικήτιο, ὁ ὁποῖος τὴν ἔριξε µαζὶ µὲ τὰ τρία παιδιά της στὴ φωτιά,

ὅπου βρῆκαν µαρτυρικὸ θάνατο.






Ὁ Ἅγιος Ζωΐλος



Ὑπέστη µαρτυρικὸ θάνατο ἐπὶ Διοκλητιανοῦ, ὅταν µαζὶ µὲ τὶς ἅγιες γυναῖκες Ἀγάπη, Εἰρήνη καὶ Χιονία, περισυνέλεξε ἀπὸ τὰ νερὰ τῆς λίµνης τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Χρυσογόνου (µνήµη τοῦ ὁποίου προαναφέραµε). (Ἐδῶ, ὁρισµένα Συναξάρια ἀναφέρουν

µαζὶ καὶ τὴν µνήµη κάποιου Ἁγίου Εὐτυχιανοῦ).






Μνήµη Θυρανοιξίας τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ



Πρόκειται γιὰ θυρανοίξια τοῦ Ναοῦ τῆς Ἁγίας Σοφίας στὴν Κωνσταντινούπολη.






Τὸ φωτοδρόµιο τῆς Μεγάλης τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησίας (Ἁγίας Σοφίας)


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 23



     Οἱ Ἅγιοι δέκα Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴν Κρήτη

     Ὁ Ὅσιος Παῦλος Ἀρχιεπίσκοπος Νεοκαισαρείας

     Ὁ Ἅγιος Ναούµ ὁ Θεοφόρος καὶ θαυµατουργός

     Μνήµη Ἐγκαινίων τῆς Ἁγίας Σοφίας (562 µ.Χ.)

     Ὁ Ἅγιος Σχίνων

     Ὁ Ὅσιος Νήφων ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς

     Ὁ Ἅγιος Χρυσόγονος

     Ὁ Ἅγιος Πόµπιος







Οἱ Ἅγιοι δέκα Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴν Κρήτη



Ἀπὸ αὐτούς, οἱ µὲν Θεόδουλος, Σατορνίνος, Εὔπορος, Γελάσιος καὶ Εὐνικιανός, ἦταν ἀπὸ τὴν Γορτυνία τῆς Κρήτης. Ὁ Ζωτικός, ἀπὸ τὴν Κνωσσό. Ὁ Ἀγαθόπους ἀπὸ τὸ λιµένα Πανούρµου. Ὁ Βασιλειάδης (ἢ Βασιλείδης) ἀπὸ τὴν Κυδωνιά. Ὁ Εὐάρεστος καὶ ὁ Μόβιος (ἢ Πόµπιος, ἢ Πόντιος) ἀπὸ τὸ Ἡράκλειο. Ὅλοι µαρτύρησαν τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ., ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Δέκιος. Καὶ οἱ δέκα µε πολὺ ζῆλο ἐργάζονταν γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὸ νησί. Καταγγέλθηκαν στὸν ἔπαρχο Κρήτης, ποὺ ἦταν συνώνυµος τοῦ αὐτοκράτορα, ὀνοµαζόταν δηλαδὴ κι αὐτὸς Δέκιος. Ὁ ἔπαρχος, ὅταν εἶδε τὴν ἀνθηρὴ νεότητά τους καὶ τὸ ἀῤῥενωπό τους παράστηµα, προσπάθησε νὰ τοὺς παρασύρει µὲ πολλὲς ὑποσχέσεις ἐγκόσµιων ἀπολαύσεων καὶ ἡδονῶν. Ἀλλὰ ὅταν εἶδε

ὅτι τίποτα δὲν πετύχαινε, διέταξε νὰ τοὺς µαστιγώσουν, καὶ κατόπιν τοὺς λιθοβόλησαν.

Οἱ γενναῖοι µάρτυρες τοῦ Χριστοῦ ὑπέµειναν ἡρωικὰ τὰ βασανιστήρια, ἐνθυµούµενοι

τὰ λόγια του ψαλµῳδοῦ: «Ἀνδρίζεσθε καὶ κραταιούσθω ἡ καρδία ὑµῶν, πάντες οἱ

ἐλπίζοντες ἐπὶ Κύριον». Δηλαδή, νὰ ἔχετε γενναῖο καὶ ἀνδρεῖο φρόνηµα, καὶ ἡ καρδιά

σας ἂς γίνεται κραταιὰ καὶ ἀτρόµητη, ὅλοι ἐσεῖς ποὺ ἐλπίζετε στὸν Κύριο. Κατόπιν, µὲ

διαταγὴ τοῦ ἔπαρχου, οἱ στρατιῶτες ἔκοψαν µὲ τὰ ξίφη τους τὶς τίµιες κεφαλὲς τῶν

δέκα χριστιανῶν Ἁγίων.






Ὁ Ὅσιος Παῦλος Ἀρχιεπίσκοπος Νεοκαισαρείας



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου (307-323) καὶ ἦταν ἐπίσκοπος Νεοκαισάρειας.

Ξακουστὸς γιὰ τὴν ἀρετή του ὁ Παῦλος, τὸν κάλεσε ὁ Λικίνιος µὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ

µετέστρεφε τὸ φρόνηµά του. Ἀφοῦ οὔτε µὲ ἀπειλές, οὔτε µὲ ὑποσχέσεις κατάφερε νὰ

κλονίσει τὴν πίστη του, διέταξε νὰ τὸν κάψουν µὲ πυρωµένα σίδερα στὰ χέρια. Κατόπιν

τὸν ἐξόρισε σὲ κάποιο φρούριο, κοντὰ στὸν ποταµὸ Εὐφράτη, ὅπου ἔµεινε µέχρι ποὺ

κατέβηκε ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος στὴν Ἀνατολή. Τότε ἀπελευθερώθηκε, µαζὶ µὲ

ἄλλους κρατούµενους καὶ ὁ Παῦλος ἐπανῆλθε στὴν ἐπισκοπή του. Στὴν Α´

Οἰκουµενικὴ Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ἔλαβε µέρος καὶ ἔδειξε τὰ

τραύµατά του, τὰ ὁποῖα ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀσπάστηκε. Κατόπιν γύρισε στὴν


ἐπαρχία του, ὅπου µετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Ναούµ ὁ Θεοφόρος καὶ θαυµατουργὸς



Ὑπῆρξε συνεργάτης τοῦ Κυρίλλου καὶ Μεθοδίου, τὸν 9ο αἰῶνα (842), στοὺς ἀγῶνες τους γιὰ τὴν διάδοση τῆς χριστιανικῆς πίστης στὴ Βουλγαρία. Καὶ στὸ βαρὺ αὐτὸ ἔργο, ὅπου συνάντησαν µεγάλα ἐµπόδια καὶ ἐπικίνδυνες ἀντιστάσις, ἡ παρουσία τοῦ Ναοὺµ εἶχε

µεγάλη ἐπίδραση. Διότι στὴ δύναµη τῆς διδασκαλίας του, πρόσθετε καὶ τὴν ἐντύπωση, ποὺ προκαλοῦσαν τὰ θαύµατα ποὺ ἐνεργοῦσε µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ναούµ, ἐπιστρέφοντας ἀπὸ τὴν Ῥώµη, ὅπου πῆγε στὸν τότε Πάπα Ἀδριανό, πέρασε καὶ ἀπὸ τὴν Γερµανία, ὅπου ὑπῆρχαν πολλὲς καὶ διάφορες αἱρέσεις. Καὶ ἀφοῦ κήρυξε καὶ ἐκεῖ ἀγωνιζόµενος γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ἐπανῆλθε καὶ πάλι στὴ Βουλγαρία. Ἐκεῖ, ὀργάνωσε

µαζὶ µὲ ἄλλους συναγωνιστές του, σῶµα ἐσωτερικῆς ἱεραποστολῆς καὶ ἐργάστηκε θερµότατα γιὰ τὴν διάδοση τοῦ χριστιανισµοῦ µὲ τὰ κηρύγµατά του καὶ τὶς συνεχεῖς διδακτικὲς περιοδεῖες του. Ὁ θάνατος τὸν βρῆκε ὄρθιο, νὰ κοπιάζει µέχρι τελευταίας του πνοῆς γιὰ τὸν εὐσεβῆ σκοπό του.






Μνήµη Ἐγκαινίων τῆς Ἁγίας Σοφίας (562 µ.Χ.)






Ὁ Ἅγιος Σχίνων



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ὅσιος Νήφων ἐπίσκοπος Κωνσταντιανῆς



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ ζωή του βρίσκεται στοὺς ἀρχαίους Κώδικες καὶ µεταγενέστερους, ὅπως στοὺς Λαυριωτικοὺς Β81 φ. 1-155,1 23 φ. 228α-278, Λ. 66 φ. 32α -58 καὶ στὸν Βατοπεδινὸ 618 φ. 143α-159. Ἡ ἐπιγραφὴ τῆς βιογραφίας του ἔχει ὡς ἑξῆς: «Βίος καὶ πολιτεία τοῦ ὁσίου πατρὸς ἡµῶν Νήφωνος τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει µὲν ἀσκήσαντος, γενοµένου δὲ ἐπισκόπου Κωνσταντιανῆς κατὰ Ἀλεξάνδρειαν». Στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα Β 81, λέγεται ἐπίσκοπος Ἀλµυρουπόλεως καὶ ὅτι ἀπεβίωσε 23 Δεκεµβρίου. Ἀκολουθία του βρίσκεται στὸν Κώδικα Δ. δ. II τῆς Κρυπτοφέρης (Βλ. Κατάλογο Roechi σελ. 389). Ἐλεύθερη ἀπόδοση τῆς ζωῆς του ἀπὸ τὸ βυζαντινὸ χειρόγραφο, βρίσκεται στὸ βιβλίο «Ἕνας ἀσκητὴς Ἐπίσκοπος», ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου Ὠρωποῦ (1993).






Ὁ Ἅγιος Χρυσόγονος


Ὁ Χρυσόγονος αὐτὸς εἶναι ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἡ

µνήµη του ἀναφέρεται στὸν Σαβαϊτικὸ Κώδικα 635 τὴν ἡµέρα αὐτή, ὡς ἑξῆς:

«Χρυσογόνου ἔπαρχου πόλεως Θεσσαλονίκης» (βλ. Δηµητριεύσκη, Τυπικά, τόµος Β´,

σελ. 365).






Ὁ Ἅγιος Πόµπιος



Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1959, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη του (ἴσως εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο µὲ τὸν µάρτυρα Μόβιο ἢ Πόµπιο, ἀπὸ τοὺς 10 µάρτυρες τῆς Κρήτης, βλ. στὴν ἀρχὴ 23 Δεκ.).


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 24



     Ἡ Ἁγία Εὐγενία ἡ Ὀσιοπαρθενοµάρτυς καὶ Παραµονὴ Χριστουγέννων

     Ἡ Ἁγία Βάσιλα

     Ὁ Ἅγιος Φίλιππος

     Οἱ Ἅγιοι Πρωτᾶς καὶ Ὑάκινθος

     Ὁ Ὅσιος Νικόλαος «ὁ ἀπὸ στρατιωτῶν»

     Ὁ Ἅγιος Ἀχαϊκός

     Ὁ Ὅσιος Ἀντίοχος

     Ὁ Ὅσιος Βιτιµίων

     Ὁ Ὅσιος Ἀφροδίσιος

     Οἱ Ἅγιοι Σόσσιος καὶ Θεόκλειος

     Ὁ Ἅγιος Κάστουλος

     Ὁ Ἅγιος Ἀχµέδ ὁ Νεοµάρτυρας

     Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ὁ νεώτερος






Ἡ Ἁγία Εὐγενία ἡ Ὀσιοπαρθενοµάρτυς καὶ Παραµονὴ Χριστουγέννων (Νηστεία ἐκ πάντων)



Ἔζησε στὸ δεύτερο µισὸ τοῦ 3ου αἰῶνα µ.Χ. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥώµη καὶ οἱ γονεῖς της ὀνοµαζόταν Φίλιππος καὶ Κλαυδία. Ἐπίσης, εἶχε καὶ δυὸ ἄλλα ἀδέλφια, τὸν Ἀβίτα καὶ τὸ Σέργιο. Ὁ πατέρας της διορίστηκε ἔπαρχος στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ πῆγε ἐκεῖ µὲ ὅλη του τὴν οἰκογένεια. Ἐκεῖ ἡ Εὐγενία σπούδασε κατὰ τὸν καλύτερο δυνατὸ τρόπο καὶ ἔµαθε ἄριστα τὴν ἑλληνικὴ καὶ ρωµαϊκὴ φιλολογία. Ὅταν τελείωσε τὶς σπουδές της, ψάχνοντας γιὰ περισσότερη γνώση πῆρε στὰ χέρια της ἀπὸ µία χριστιανὴ κόρη τὶς ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὅταν τὶς διάβασε, ἐντυπωσιάσθηκε πολύ. Ἐκεῖ

µέσα δὲν ὑπῆρχαν θεωρίες καὶ φιλοσοφικὲς δοξασίες. Οἱ γραµµές τους ἐνέπνεαν ζωὴ καὶ ἐλπίδα. Ἐκείνη τὴν περίοδο, οἱ γονεῖς της ἤθελαν νὰ τὴν δώσουν σύζυγο σὲ κάποιο Ῥωµαῖο ἀξιωµατοῦχο, τὸν Ἀκυλίνα. Τότε ἡ Εὐγενία, ἀρνούµενη νὰ δεχθεῖ αὐτὴ τὴν πρόταση τῶν γονέων της, κάποια νύχτα ντύθηκε ἀνδρικὰ καὶ ἔφυγε σὲ ἄλλη πόλη. Ἐκεῖ κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε χριστιανὴ καὶ ἔλαβε συγχρόνως τὸ µοναχικὸ σχῆµα. Μετὰ

ἀπὸ χρόνια, ἐπέστρεψε στὸ σπίτι της καὶ ἡ ἀναγνώριση ἀπὸ τοὺς γονεῖς της ἔγινε µέσα σὲ δάκρυα καὶ ἀνέκφραστη χαρά. Δὲν πέρασε πολὺς καιρὸς καὶ ὅλοι στὸ σπίτι τῆς Εὐγενίας δέχθηκαν τὸ χριστιανισµό. Ἀπὸ µῖσος τότε οἱ εἰδωλολάτρες τραυµάτισαν θανάσιµα τὸν πατέρα της. Καὶ ὅταν ἡ Εὐγενία ἐπέστρεψε στὴ Ῥώµη, ἐπειδὴ δὲ θυσίαζε στὰ εἴδωλα, τὴν ἀποκεφάλισαν, τερµατίζοντας ἔτσι ἔνδοξα «τὸν καλὸν ἀγῶνα τῆς πίστεως» µαζὶ µὲ τὴν ἐπίγεια ζωή της.






Ἡ Ἁγία Βάσιλα



Στοὺς Συναξαριστὲς σηµειώνεται µόνο, ὅτι συµµαρτύρησε µὲ τὴν Ἁγία Εὐγενία καὶ


θανατώθηκε διὰ ἀποκεφαλισµοῦ. Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅµως, νοµίζει ὅτι ἡ Ἁγία αὐτὴ εἶναι ἡ µητέρα τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, διότι µαζὶ µ᾿ αὐτὴ ἀναφέρεται καὶ ἡ µνήµη τοῦ πατέρα τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, Φιλίππου, καθὼς καὶ τῶν ὑπηρετῶν της, Πρωτᾶ καὶ Ὑακίνθου, ποὺ ὅλοι µαζὶ µαρτύρησαν στὴν Ῥώµη ἐπὶ Κοµόδου (180-192 µ.Χ.). Ἀλλ᾿ ὁ Γαλανὸς στοὺς «Βίους τῶν Ἁγίων» ἀναφέρει ὅτι τὴν Βάσιλα προσήλκυσε στὸ χριστιανισµὸ ἡ Ἁγία Εὐγενία στὴ Ῥώµη. Ὁ µνηστῆρας ὅµως τῆς Ἁγίας Βασίλας, Ποµπήιος, ἦταν εἰδωλολάτρης καὶ κατέδωσε στὶς ἀρχὲς τὴν Ἁγ. Βάσιλα καὶ τὴν Ἁγία Εὐγενία, µὲ ἀποτέλεσµα, ἡ µὲν πρώτη νὰ ἀποκεφαλιστεῖ, ἡ δὲ δεύτερη ἀφοῦ πρῶτα ῥίχτηκε στὸν ποταµὸ Τίβερη καὶ διασώθηκε, κατόπιν νὰ ἀποκεφαλιστεῖ καὶ αὐτή.






Ὁ Ἅγιος Φίλιππος



Ἦταν πατέρας τῆς Ἁγίας Εὐγενίας καὶ µαρτύρησε, ἀφοῦ θανατώθηκε µὲ µαχαῖρι.






Οἱ Ἅγιοι Πρωτᾶς καὶ Ὑάκινθος



Ἦταν ὑπηρέτες καὶ ἀργότερα συνασκητὲς τῆς Ἁγίας Εὐγενίας, οἱ ὁποῖοι µαρτύρησαν διὰ ξίφους στὴ Ῥώµη.






Ὁ Ὅσιος Νικόλαος «ὁ ἀπὸ στρατιωτῶν»



Αὐτὸς ὁ Ἅγιος ἦταν στρατιώτης καὶ πῆρε µέρος στὸν πόλεµο κατὰ τῶν Βουλγάρων, ἐπὶ Νικηφόρου τοῦ Λογοθέτου (802-811). Σὲ µία ὁδοιπορία διανυκτέρευσε σὲ ἕνα ξενοδοχεῖο. Τὴ νύχτα ὅµως, ἡ κόρη τοῦ ξενοδόχου τοῦ ἐπιτέθηκε µὲ ἁµαρτωλὲς

προθέσεις. Ἀλλ᾿ ὁ Νικόλαος συγκρατήθηκε καὶ δὲν µόλυνε τὸ σῶµα του ἀπὸ τὴν αἰσχρὴ πράξη, στὴν ὁποία τὸν καλοῦσε καὶ τὸν ἐρέθιζε ἡ πονηρὴ κόρη. Τότε ἀξιώθηκε νυκτερινῆς ὀπτασίας, ποὺ ἐπιβράβευσε τὴν ἁγνότητά του. Ὅταν ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸν πόλεµο σῶος καὶ ἀβλαβῆς, ἀποσύρθηκε σὲ κάποια Μονή, ὅπου ἔγινε µοναχός. Καὶ

ἀφοὺ ἔζησε ζωὴ ὁσία, πέθανε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Ἀχαϊκός



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ὅσιος Ἀντίοχος


Ὁ Ἅγιος Νικόδηµος ὁ Ἁγιορείτης ὑποθέτει, ὅτι ὁ Ὅσιος αὐτὸς εἶναι ὁ λεγόµενος Πάνδεκτος (δηλαδὴ ὁ συγγραφέας τῆς Πανδέκτου), ποὺ ἔζησε στὰ µέσα τοῦ 7ου αἰῶνα, καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλατία καὶ ἦταν µοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα στὰ Ἱεροσόλυµα. Αὐτὸς µάλιστα περιέγραψε καὶ τὴν ἅλωση τῆς Ἱερουσαλὴµ ἀπὸ τοὺς Ἄραβες καὶ θρήνησε τὸ φόνο τῶν µοναχῶν τῆς Λαύρας ἀπὸ τοὺς ἐπιδροµεῖς. Γιὰ τὸν Ἀντίοχο καλὴ µελέτη ἔγραψε ὁ ἀρχιµ. Κάλλιστος (1910) καὶ ὁ Ἰ. Φωκυλίδης στὸ ἔργο του

«Ἡ Ἱερὰ Λαύρα Σάββα τοῦ ἡγιασµένου».






Ὁ Ὅσιος Βιτιµίων



Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήµου ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ἀφροδίσιος



Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήµου ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Σόσσιος καὶ Θεόκλειος



Ἄγνωστοι στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου. Ἀναφέρονται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621, µὲ λίγα βιογραφικὰ στοιχεῖα. Μαρτύρησαν ἐπὶ Μαξιµιανοῦ (286-305) καὶ Μαγνεντίου. Συνελήφθησαν σὰν χριστιανοὶ ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα Βαῦδο (ποὺ ἦταν ἡγεµόνας τῆς Ἀδριανουπόλεως τῆς Μακεδονίας) καὶ ἐπειδὴ δὲν πείστηκαν ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό, βασανίστηκαν ἀνελέητα µὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο. Τόσα πολλὰ εἶναι τὰ βασανιστήριά τους, ποὺ εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀπαριθµηθοῦν καὶ ἀπορεῖ κανεὶς πὼς κατόρθωσαν νὰ ἐπιζήσουν. Τελικά τους ἀποκεφάλισαν καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὰ ἄφθαρτα στεφάνια τοῦ µαρτυρίου.






Ὁ Ἅγιος Κάστουλος



Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου καὶ τὰ ἔντυπα Μηναῖα. Ἀναφέρεται στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1621 µὲ σύντοµο βιογραφικὸ ὑπόµνηµα. Σύµφωνα λοιπὸν µ᾿ αὐτό, ὁ Ἅγιος αὐτὸς µαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου (307-323), στὸν ὁποῖο καταγγέλθηκε σὰν χριστιανός. Ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν, τὸν κρέµασαν καὶ τοῦ ἔγδαραν τὸ δέρµα. Κατόπιν τὸν παρέδωσαν στὸν ἡγεµόνα Ζηλικίνθιο καὶ ἐπειδὴ δὲν κατάφερε κι᾿ αὐτὸς νὰ ἀλλαξοπιστήσει τὸν µάρτυρα, τὸν βασάνισε σκληρὰ καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε.


Ὁ Ἅγιος Ἀχµέδ ὁ Νεοµάρτυρας



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 3η Μαΐου.






Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ὁ νεώτερος



Ὁ Ἀγάπιος ὁ νεώτερος, κατὰ κόσµον Ἀντώνιος Ἀντωνόπουλος, γνωστὸς καὶ ὡς Ἀγάπιος Παπαντωνόπουλος (Δηµητσάνα, 1753-1812). Φοίτησε στὴ σχολὴ τῆς γενέτειράς του, ὅπου εἶχε διδασκάλους τὸν Ἀγάπιο Λεονάρδο καὶ τὸν Γεράσιµο Γοῦνα. Ὅταν µὲ τὰ Ὀρλοφικὰ ἡ σχολὴ ἔκλεισε, ὁ Ἀγάπιος ἀκολούθησε τὸν Γεράσιµο Γοῦνα στὴ Σµύρνη, ὅπου συνέχισε τὶς σπουδές του στὴ φηµισµένη σχολὴ τῆς πόλης µὲ σχολάρχη τὸν Ἰερόθεο Δενδρινό. Στὴ Σµύρνη πῆρε καὶ τὸ σχῆµα τοῦ µοναχοῦ.

Ἀργότερα ἀκολούθησε τὸν Γεράσιµο Γοῦνα στὴ Χίο καὶ τελικὰ ἐπέστρεψε στὴ γενέτειρά του Δηµητσάνα, ὅπου τὸν Αὔγουστο τοῦ 1781 ἀνέλαβε τὴν διεύθυνση τῆς παλιᾶς

σχολῆς του. Τὴ φήµη της ἡ σχολὴ τῆς Δηµητσάνας τὴν ὀφείλει κατὰ κύριο λόγο στὸν Ἀγάπιο τὸν νεώτερο, ὁ ὁποῖος ἐπὶ 32 ὁλόκληρα χρόνια ἄσκησε τὰ καθήκοντα τοῦ σχολάρχη µὲ µοναδικὴ εὐσυνειδησία, ἐργατικότητα καὶ ἐντιµότητα. Ἕνα ἄλλο χαρακτηριστικό του Ἀγάπιου, ποὺ µᾶς ἀποκαλύπτεται στὴν ἀλληλογραφία του, εἶναι ἡ ἁπλότητα καὶ λιτότητα τῆς ζωῆς του: «... ζῶµεν δηµητσανίτικα», γράφει στὸν Ἄνθιµο Καράκαλλο, ποὺ ἔνθερµα ὑποστήριζε τὸ ἔργο τῆς σχολῆς, «πότε µὲ µολόχες, πότε µὲ τζικνίδες, πότε µὲ ἁβρονιές, πότε µὲ ἀριάνι, πότε µὲ µοναχὸ ψωµί». Συγγραφικὸ ἔργο τοῦ Ἀγάπιου δὲν ἔχουµε. Ἡ διδασκαλία του ὅµως, ἦταν ὁ σπόρος ἀπὸ τὸν ὁποῖο βλάστησαν πολλοὶ ἔξοχοι διδάσκαλοι καὶ κληρικοὶ τῆς ἐποχῆς.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 25



     Ἡ Γέννησις τοῦ Χριστοῦ

     Ἡ Προσκύνησις τῶν Μάγων

     Μνήµη τῶν ποιµένων, ποὺ εἶδαν τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό







Ἡ Γέννησις τοῦ Χριστοῦ



Αὐτὴν τὴν ἡµέρα ἡ ἁγία Ἐκκλησία µας γιορτάζει τὸ µεγάλο καὶ ἀνερµήνευτο γεγονὸς τῆς κατὰ σάρκα γεννήσεως τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Μετὰ τὸν Εὐαγγελισµὸ τῆς Παρθένου Μαρίας ἀπὸ τὸν ἀρχάγγελο Γαβριὴλ καὶ ἐνῷ πλησίαζε ὁ καιρὸς νὰ τελειώσουν οἱ ἐννιὰ µῆνες ἀπὸ τὴν ὑπερφυσικὴ σύλληψη τοῦ Χριστοῦ στὴν παρθενική της µήτρα, ὁ Καῖσαρ Αὔγουστος διέταξε ἀπογραφὴ τοῦ πληθυσµοῦ τοῦ ῥωµαϊκοῦ κράτους. Τότε ὁ Ἰωσὴφ µαζὶ µὲ τὴν Θεοτόκο, ξεκίνησαν γιὰ τὴν Βηθλεέµ, γιὰ νὰ ἀπογραφοῦν ἐκεῖ. Ἐπειδὴ ὅµως εἶχε πλησιάσει ὁ καιρὸς νὰ γεννήσει ἡ Παρθένος καὶ δὲν ἔβρισκαν κατοικία νὰ καταλύσουν, διότι εἶχε µαζευτεῖ πολὺς λαὸς στὴ Βηθλεέµ, µπῆκαν σὲ ἕνα φτωχικὸ σπήλαιο. Ἐκεῖ ἡ Θεοτόκος γέννησε τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ σπαργάνωσε σὰν βρέφος τὸν Κτίστη τῶν ἁπάντων. Ἔπειτα Τὸν ἔβαλε ἐπάνω στὴ φάτνη τῶν ἀλόγων ζῴων, διότι «ἔµελλε νὰ ἐλευθέρωση ἡµᾶς ἀπὸ τὴν ἀλογίαν», ὅπως χαρακτηριστικὰ γράφει ὁ Ἅγιος Νικόδηµος ὁ Ἁγιορείτης. Ἀπὸ τότε, ὅλοι οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ µὲ χαρὰ ψάλλουν τὸν ὕµνο τῶν ἀγγέλων ἐκείνης τῆς νύκτας:

«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Δόξα δηλαδή, ἂς εἶναι στὸ Θεό, ποὺ βρίσκεται στὰ ὕψιστα µέρη τοῦ οὐρανοῦ καὶ στὴ γῆ ὁλόκληρη, ποὺ εἶναι ταραγµένη ἀπὸ τὴν ἁµαρτία ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη, διότι ὁ Θεὸς ἔδειξε τὴν ἀγάπη Του στοὺς ἀνθρώπους µὲ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ Του. Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ, ὅτι ἡ γιορτὴ τῶν Χριστουγέννων καθιερώθηκε γιὰ πρώτη φορὰ τὴν 25η Δεκεµβρίου τοῦ

397 ἐπὶ πατριαρχείας Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου. Κατ᾿ ἄλλους ὁ πατριάρχης Ἱεροσολύµων Ἰουβενάλιος, χώρισε τὶς δυὸ γιορτὲς τῶν Φώτων καὶ τῶν Χριστουγέννων, οἱ ὁποῖες παλιότερα γίνονταν τὴν ἴδια µέρα, δηλαδὴ τὴν 6η Ἰανουαρίου.






Ἡ Προσκύνησις τῶν Μάγων



Βλέπε κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιον Κεφάλαιο Β´ στίχοι 1 ἕως 12.






Μνήµη τῶν ποιµένων, ποὺ εἶδαν τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό



Βλέπε κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον Κεφάλαιο Β´ στίχοι 1 ἕως 20.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 26



     Ἡ Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

     Ἡ φυγὴ στὴν Αἵγυπτο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

     Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος ὁ Ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Σάρδεων

     Ὁ Ὅσιος Κωνσταντῖνος «ὁ ἐξ Ἰουδαίων»

     Ὁ Ὅσιος Εὐάρεστος

     Ὁ Ἅγιος Κωνστάντιος ὁ Ῥῶσος, ὁ Νέος Ἱεροµάρτυρας

     Κυριακὴ µετὰ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ







Ἡ Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου






Ἡ φυγὴ στὴν Αἵγυπτο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου



Ὅταν οἱ µάγοι προσκύνησαν τὸ Χριστό, ἀναχώρησαν γιὰ τὴν πατρίδα τους, χωρὶς νὰ περάσουν ἀπὸ τὸ βασιλιὰ Ἡρῴδη. Τότε ἄγγελος Κυρίου φάνηκε σὲ ὄνειρο στὸν Ἰωσὴφ καὶ τοῦ εἶπε νὰ πάρει τὸ παιδὶ µὲ τὴν µητέρα του καὶ νὰ φύγει στὴν Αἴγυπτο. Καὶ ἔµειναν ἐκεῖ, µέχρι ποὺ πέθανε ὁ Ἡρῴδης, γιὰ νὰ ἐπαληθευθεῖ ἔτσι ἐκεῖνο ποὺ ἐλέχθη διὰ τοῦ προφήτου Ὠσηέ: «Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν µου» (Ὤσ. ια΄ 1). Μετὰ τὴν φυγὴ τοῦ Κυρίου στὴν Αἴγυπτο, ὁ Ἡρῴδης ἔστειλε στρατιῶτες καὶ θανάτωσαν ὅλα τὰ παιδιὰ ποὺ ἦταν στὴ Βηθλεὲµ καὶ τὰ περίχωρά της, ἀπὸ ἡλικίας δυὸ ἐτῶν καὶ κάτω. Διότι τόσο εἶχε ὑπολογίσει τὴν ἡλικία τοῦ Χριστοῦ, Τὸν ὁποῖο φοβόταν ὅτι θὰ τοῦ ἔπαιρνε τὴν βασιλεία. Ἐπίσης, ἡ φυγὴ τοῦ Κυρίου στὴν Αἴγυπτο, κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδηµο τὸν Ἁγιορείτη, φράσσει καὶ τὰ στόµατα τῶν αἱρετικῶν. Διότι ὅπως λέει, ἂν δὲν ἔφευγε ὁ Κύριος καὶ φονευόταν ἀπὸ τὸν Ἡρῴδη, θὰ εἶχε ἐµποδιστεῖ ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἂν πάλι τὸν συνελάµβαναν καὶ δὲν φονευόταν, θὰ ἔλεγαν πολλοὶ ὅτι δὲ

φόρεσε ἀνθρώπινη σάρκα, ἀλλὰ µόνο κατὰ φαντασία. Ἔπειτα, ἡ φυγὴ φανερώνει ἄλλη

µία φορά, ὅτι τίποτα δὲν µπορεῖ νὰ µαταιώσει τὰ σχέδια τοῦ Θεοῦ.






Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος ὁ Ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Σάρδεων



Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης, στὸ Ἁγιολόγιό του, ἀναφέρει γιὰ τὸν Ἅγιο αὐτὸν τὰ ἑξῆς:



Ἤκµασεν ἐπὶ τῆς βασιλείας Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης (780-797), γεννηθεῖς ἐν Λυκαονίᾳ καὶ σπουδάσας ἐν Ἀλεξάνδρειᾳ. Μετὰ τὴν ἀποπεράτωσιν τῶν σπουδῶν αὐτοῦ κατέφυγεν εἰς µονήν τινα ἀποκαρεῖς µοναχὸς καὶ διαπρέψας ἐν τῇ µοναχικῇ πολιτείᾳ· διὰ δὲ τὴν ἀρετὴν καὶ τὴν παιδείαν αὐτοῦ προεβιβάσθη εἰς τὸν

µητροπολιτικὸν θρόνον τῶν Σάρδεων, λαβὼν µέρος ἐν τῇ κατὰ τῶν εἰκονοµάχων


ἀθροισθείσῃ ἐν Νίκαιᾳ τὸ δεύτερον Ἑβδόµῃ οἰκουµενικῇ συνόδῳ (787), ἐν ᾗ τὴν ὀρθὴν τῆς ἐκκλησίας δόξαν µετὰ παῤῥησίας καὶ θάῤῥους καθωµολόγησε καὶ ὑπέγραψε (ἴδε Mansi, τ. XII, σ. 1087-1088). Τὰ ἐξαιρετικὰ αὐτοῦ προσόντα ἐκτιµῶντες οἱ βασιλεῖς ἐνεπιστεύθησαν αὐτῷ διαφόρους δηµοσίας ἀποστολάς, ἀλλ΄ ἐπὶ τῆς βασιλείας Νικηφόρου Α΄ (802-811), ἐπὶ καταγγελίᾳ γενοµένη παρὰ ἀνωτέρου ὑπαλλήλου ἐν Σάρδεσι ὅτι ἔκειρε µοναχὴν κόρην, ἣν ἐζήτει οὗτος εἰς γάµον, ὁ Εὐθύµιος ἐξωρίσθη εἰς τὴν νῆσον Παττάλαραν λίαν ταλαιπωρηθεῖς. Ἐκ τῆς ἐξορίας ἐπανῆλθεν εἰς Κωνσταντινούπολη (814), ἀλλὰ καὶ πάλιν µετὰ τὴν ἔκρηξιν τῆς εἰκονοµαχίας ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (813-820), ὀπαδὸς τῆς ἐναντίας ταχθεῖς µερίδος, ἐξωρίσθη εἰς Ἀσσὸν (παρὰ τὸ Ἀδραµύτιον), ἔνθα παρέµεινε µέχρι τοῦ θανάτου τοῦ Λέοντος ἀνακληθεῖς ὑπὸ Μιχαὴλ τοῦ Τραυλοῦ (820-829)· ἀλλὰ καὶ τοῦτον καταβροντήσας δι᾿ ὧν κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ εἶπεν, «εἰ τὶς οὐ προσκυνεῖ τὸν Κύριον ἡµῶν Ἰησοῦν Χριστὸν εἰκόνι περιγραπτὸν ἤτω ἀνάθεµα», ἐξώργισε καὶ ἠνάγκασε νὰ ἐξορίσει αὐτὸν εἰς τὸν Ἀκρίταν, ἔνθα ἐνέκλεισεν αὐτὸν εἰς ζοφερωτάτην φυλακὴν ἐκεῖ διὰ βουνεύρων τυπτόµενος καὶ ἐκ τῶν πληγῶν ἐξογκωθεῖς ὡς ἀσκὸς ὀκτὼ ἡµέρας µετὰ τὴν ἄθλησιν, πρὸς Κύριον ἐξεδήµησε». Θεῷ παραστάς, Εὐθύµιε, τρισµάκαρ, πλήρης ἄληκτου τυγχάνεις εὐθυµίας. (Ἡ µνήµη τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστές, περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 11η Ὀκτωβρίου).






Ὁ Ὅσιος Κωνσταντῖνος «ὁ ἐξ Ἰουδαίων»



Καταγόταν ἀπὸ τὰ Σύναδα τῆς Φρυγίας, Ἑβραῖος στὸ γένος, ἐπέστρεψε στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ βαπτίστηκε στὴ Μονὴ τοῦ Φουβουτίου, ὅπου εἶχε καταφύγει. Ἀπὸ τὴν Μονὴ αὐτὴ πῆγε στὸν Ὄλυµπο καὶ ἀπὸ τὸν Ὄλυµπο στὰ Μῦρα τῆς Λυκίας. Κατόπιν ἐπισκέφθηκε τὴν Κύπρο, τὴν Ἀττάλεια καὶ ἄλλους τόπους γιὰ νὰ καταλήξει καὶ πάλι στὸν Ὄλυµπο, ὅπου ἔκανε αὐστηρὴ νηστεία 40 ἡµερῶν, χωµένος µέχρι τὴν µέση σ΄ ἕνα λάκκο. Ἐκεῖ χειροτονήθηκε ἱερέας καὶ στὴ συνέχεια ἔφυγε στὴν Ἀτρώα, ὅπου καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Εὐάρεστος



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλατία ἀπὸ γονεῖς ἔνδοξους καὶ ἐπισήµους τῆς χώρας αὐτῆς. Ἀφοῦ καλὰ καὶ ὅσια ἐκπαιδεύτηκε στὴ χώρα του, πῆγε µὲ τὸν πατέρα του στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (813-820) καὶ τὸν φιλοξενοῦσε ὁ συγγενής του πατρίκιος Βρυέννιος. Ὅταν αὐτὸς στάλθηκε ἀπὸ τὴν βασίλισσα Θεοδώρα πρέσβυς στοὺς Βούλγαρους, πῆρε κοντά του καὶ τὸν Εὐάρεστο καὶ ὅταν ἔφτασαν στὸν τόπο, ποὺ ὀνοµαζόταν Σκόπελο, ἐκεῖ ὁ Εὐάρεστος συνάντησε γέροντα ἀσκητή, στὸν ὁποῖο προσκολλήθηκε καὶ ἐκάρη µοναχός. Ὁ δὲ γέροντας, βλέποντας τὴν ὑψηλὴ πνευµατικὴ ἔφεση τοῦ νέου, τὸν ἔστειλε µὲ συστατικὴ ἐπιστολὴ στὴ Μονὴ Στουδίου, ὅπου ὁ Εὐάρεστος διέπρεπε σὰν αὐστηρὸς ἀσκητής. Ἐκεῖ λοιπὸν ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 79 χρονῶν. Τὸ δὲ τίµιο λείψανό του ἐναποτέθηκε στὴ Μονὴ Κοκουρουβίου (ἢ Κοκκοροβίου).


Ὁ Ἅγιος Κωνστάντιος ὁ Ῥῶσος, ὁ Νέος Ἱεροµάρτυρας



Ὁ Κωνστάντιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ῥωσία καὶ ὑπηρετοῦσε σὰν ἐφηµέριος στὴ Ῥωσικὴ Πρεσβεία στὴν Κωνσταντινούπολη. Κατὰ τὸν Ῥωσοτουρκικὸ πόλεµο ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ παρέµεινε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστηµα στὴ Μεγίστη Λαύρα, ἀπ΄ ὅπου ἀναχώρησε στὰ Ἱεροσόλυµα γιὰ προσκύνηµα στοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἐπανῆλθε στὴ Μεγίστη Λαύρα καὶ περίµενε τὴν εἰρήνη µεταξὺ Ῥωσίας καὶ Τουρκίας. Ὅταν ἐπιτεύχθηκε ἡ εἰρήνη, ὁ Ἅγιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ παρέµεινε σὰν ἐφηµέριος στὴν ἴδια πρεσβεία. Ἐκεῖ ὅµως, ἄγνωστο γιὰ ποιοὺς λόγους, ἦλθε σὲ προστριβὴ µὲ τὸν Ῥῶσο Πρέσβη καὶ εἴτε ἀπὸ φόβο εἴτε ἀπὸ θυµό, παρουσιάστηκε στὸν Σουλτάνο καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Γιὰ τὴν ἐνέργειά του αὐτὴ ἔτυχε µεγάλων τιµῶν καὶ περιποιήσεων ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡµέρες συναισθάνθηκε τὸ

µεγάλο του ὀλίσθηµα, µετανοηµένος ἔκλαψε πικρὰ καὶ πόθησε τὸ µαρτύριο. Ἔτσι πέταξε τὰ τούρκικα ῥοῦχα, φόρεσε ἕνα φθαρµένο ῥάσο, παρουσιάστηκε στὸν Σουλτάνο καὶ µὲ θάῤῥος ὁµολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ ἀποκήρυξε τὴν θρησκεία τοῦ Μωάµεθ. Χωρὶς καµιὰ διαδικασία, οἱ Τοῦρκοι πῆραν τὸν µάρτυρα καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν µπροστὰ στ΄ ἀνάκτορα τοῦ σοῦλτάνου τὸ 1743.






Κυριακὴ µετὰ τὴ Γέννηση τοῦ Χριστοῦ



Κατὰ τὴν 26η τοῦ µήνα αὐτοῦ, ἂν τύχει Κυριακὴ ἢ ἂν δὲν τύχει Κυριακὴ ὁποιαδήποτε

µέρα ποὺ νὰ συµπίπτει 26 Δεκεµβρίου, τιµοῦµε τὴν µνήµη τῶν Ἁγίων.



     Ἰωσὴφ τοῦ Μνηστῆρα τῆς Παρθένου Παναγίας

     τοῦ Δαβὶδ τοῦ Προφήτη καὶ βασιλιὰ καὶ.

     Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου.



Δηλαδή, τὸ κατὰ κόσµον γένος καὶ οἰκογένεια τοῦ Χριστοῦ.



(Συνήθως αὐτὴ τὴν Κυριακή, τελεῖται ἡ θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ

Ἀδελφοθέου, ποὺ εἶναι µία ἀπὸ τὶς ἀρχαιότερες θ. Λειτουργίες).


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 27



     Ὁ Ἅγιος Στέφανος ὁ Πρωτοµάρτυρας καὶ Ἀρχιδιάκονος

     Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Γραπτός

     Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Α´ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ὁ Τριγλινός

     Ὁ Ἅγιος Μαυρίκιος, ὁ γιός του Φωτεινὸς καὶ οἱ Ἅγιοι 70 Μάρτυρες







Ὁ Ἅγιος Στέφανος ὁ Πρωτοµάρτυρας καὶ Ἀρχιδιάκονος



Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ διακεκριµένους µεταξὺ τῶν ἑπτὰ διακόνων, ποὺ ἐξέλεξαν οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ γιὰ νὰ ἐπιστατοῦν στὶς κοινὲς τράπεζες τῶν ἀδελφῶν, ὥστε νὰ µὴ γίνονται λάθη. Ἂν καὶ κουραστικὴ ἡ εὐθύνη τοῦ ἐπιστάτη γιὰ τόσους ἀδελφούς, παρ᾿ ὅλα αὐτὰ ὁ Στέφανος ἔβρισκε καιρὸ καὶ δύναµη γιὰ νὰ κηρύττει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅπως ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή, «Στέφανος πλήρης πίστεως καὶ δυνάµεως ἐποίει τέρατα καὶ σηµεῖα µεγάλα ἐν τῷ λαῷ». Δηλαδὴ ὁ Στέφανος, ποὺ ἦταν γεµάτος πίστη καὶ χάρισµα εὐγλωττίας δυνατό, ἔκανε µεταξὺ τοῦ λαοῦ µεγάλα θαύµατα, ποὺ προκαλοῦσαν κατάπληξη καὶ ἀποδείκνυαν τὴν ἀλήθεια τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγµατος. Οἱ Ἰουδαῖοι ὅµως, καθὼς ἦταν προκατειληµµένοι, ἐξαπέλυσαν συκοφάντες ἀνάµεσα στὸ λαό, ποὺ διέδιδαν ὅτι ἄκουσαν τὸ Στέφανο νὰ βλασφηµεῖ τὸ Μωϋσῆ καὶ τὸ Θεό. Μὲ ἀφορµὴ λοιπὸν αὐτὲς τὶς συκοφαντίες, ποὺ οἱ ἴδιοι εἶχαν ἐνσπείρει, ἅρπαξαν µὲ µῖσος τὸ Στέφανο καὶ τὸν ὁδήγησαν µπροστὰ στὸ Συνέδριο, τάχα γιὰ νὰ ἀπολογηθεῖ. Ἡ ἀπολογία τοῦ Στεφάνου ὑπῆρξε πρότυπο τόλµης καὶ θάῤῥους. Χωρὶς νὰ φοβηθεῖ καθόλου, ἐξαπέλυσε λόγια-κεραυνοὺς ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων. Καὶ ἀπὸ ὑπόδικος, ὀρθώθηκε θυελλώδης ἐλεγκτὴς καὶ κατήγορος. Τότε, ἀκράτητοι ἀπὸ τὸ µῖσος οἱ Ἰουδαῖοι, τὸν ἔσυραν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου τὸν θανάτωσαν µὲ λιθοβολισµό. Ἐκεῖ φάνηκε καὶ ἡ µεγάλη συγχωρητικότητα τοῦ Στεφάνου πρὸς τοὺς ἐχθρούς του µὲ τὴν φράση του, «Κύριε, µὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁµαρτίαν ταύτην». Κύριε, µὴ λογαριάσεις σ᾿ αὐτοὺς τὴν ἁµαρτία αὐτή.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Γραπτός



Ἦταν γιὸς τοῦ Ἰωανᾶ, ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, καὶ ὑπῆρξε µαθητὴς µαζὶ µὲ τὸν ἀδελφό του Θεοφάνη, στὴ µονὴ τοῦ ἁγίου Σάββα. Στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Ε´ ἦλθαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ καὶ οἱ δυὸ γιὰ τὸ ζήτηµα τῶν ἁγίων εἰκόνων, περιορίστηκαν σὲ κάποια Μονὴ στὸ Στόµιο τῆς Μαύρης Θάλασσας. Ὁ βασιλιὰς Μιχαὴλ ὁ Τραυλὸς τοὺς ἐπανέφερε, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν θέλησαν νὰ ἐξαγοράσουν τὴν ἡσυχία τους

µὲ ἀδιαφορία στὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήµατα καὶ νὰ νεκρώσουν τὶς ἱερὲς πεποιθήσεις τους. Γι᾿ αὐτὸ ἐκδήλωσαν µὲ θάῤῥος τὰ φρονήµατά τους καὶ ἔτσι πάλι περιορίστηκαν ἀπὸ τὸν βασιλιά, σὲ κάποιο τόπο κοντὰ στὸ Σωσθένιο. Ἀργότερα ἐπὶ Θεοφίλου τοῦ Εἰκονοµάχου, στάλθηκαν στὴν Ἀφουσία. Ἂν καὶ ἐκεῖ εἶχαν µείνει πολλὰ χρόνια καὶ εἶχαν αὐστηρὴ ἐπιτήρηση, αὐτοὶ ἐξακολουθοῦσαν νὰ φωνάζουν κατὰ τῆς


εἰκονοµαχίας. Τότε ὁ Θεόφιλος, γεµάτος θυµό, τοὺς ἔφερε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου τοὺς µαστίγωσε ἀνελέητα. Καὶ κατόπιν χάραξε στὰ µέτωπά τους µὲ πυρακτωµένο σίδερο, δώδεκα στίχους γιὰ νὰ τοὺς στιγµατίσει. Ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν αἰτία ὀνοµάστηκαν καὶ οἱ δυὸ Γραπτοί. Ἐπὶ δὲ τοῦ Πατριάρχου Ἰωάννου Ζ´ (836 ἢ 837), ἐξορίστηκαν πάλι στὴν Ἀπάµεια τῆς Βιθυνίας, ὅπου ὁ Θεόδωρος πέθανε καὶ τάφηκε ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Θεοφάνη. Ἀργότερα τὸ λείψανό του µεταφέρθηκε στὴ Χαλκηδόνα. Ὁ ἑορτασµός του

µας ὑπενθυµίζει πόσους ἀγῶνες κίνησαν οἱ πιστοί, γιὰ νὰ διαφυλαχτεῖ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία καὶ λατρεία. Καὶ γιὰ τ᾿ ἀδέλφια δίνει λαµπρὸ µάθηµα, γιὰ τὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτα συγκινητικότερο καὶ τιµητικότερο, ἀπὸ τὸ νὰ ζοῦν ἀφοσιωµένοι µέχρι θανάτου γιὰ τὴν νίκη τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Α´ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως



Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν γέννηµα καὶ θρέµµα τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Βασιλιᾶ Κωνσταντίνου Δ´ τοῦ Πωγωνάτου (668-685). Λόγω τῆς µεγάλης του ἀρετῆς καὶ εὐλάβειας, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ κατόπιν ἔγινε σύγκελλος καὶ σκευοφύλακας αὐτῆς. Ἐπειδὴ δὲ ὁ τότε Πατριάρχης Κωνσταντῖνος πέθανε, ἀπὸ τὸν βασιλιὰ καὶ τὴν σύγκλητο, ἀναγκάστηκε νὰ χειροτονηθεῖ Πατριάρχης ὁ Θεόδωρος. Θεάρεστα ἀφοῦ διακυβέρνησε τὴν Ἐκκλησία γιὰ δυὸ χρόνια καὶ τρεῖς

µῆνες, ἀποµακρύνθηκε τοῦ θρόνου (678) ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Κωνσταντίνο Πωγωνᾶτο. Ἡ ἀποµάκρυνση αὐτὴ δὲν µάρανε τὸν θεῖο ζῆλο τοῦ Πατριάρχη Θεοδώρου καὶ ἀφοῦ πέρασε τὸ ὑπόλοιπό της ζωῆς του ἐπίσης θεάρεστα, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ἄλλες Συναξαριακὲς πηγὲς ἀναφέρουν, ὅτι ὁ Ἁγ. Θεόδωρος, ἐπανῆλθε στὸν θρόνο του µετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατρ. Γεωργίου Α´ καὶ πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 683 ἕως τὸ 686).






Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ὁ Τριγλινός



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Μᾶλλον εἶναι ὁ ἡγούµενος τῆς Μονῆς Βαθέος Ῥύακος στὴν Τρίγλια.






Ὁ Ἅγιος Μαυρίκιος, ὁ γιός του Φωτεινὸς καὶ οἱ Ἅγιοι 70 Μάρτυρες



Αὐτοὶ µαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Μαξιµιανοῦ (286-305) καὶ ἦταν στρατιῶτες ποὺ διέµεναν στὴν Ἀπάµεια τῆς Βιθυνίας τοῦ Πόντου. Ὅταν πέρασε ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Μαξιµιανός, καταγγέλθηκαν ὅτι ἦταν χριστιανοί. Ὅταν τοὺς κάλεσε ὁ βασιλιάς, οἱ Ἅγιοι ὁµολόγησαν καὶ µπροστά του ὅτι ἦταν χριστιανοὶ καὶ ἀµέσως τότε τοὺς ἀφαιρέθηκαν οἱ στρατιωτικὲς ζῶνες καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακή. Ὅταν µετὰ τρεῖς

µέρες ῥωτήθηκαν καὶ πάλι, ἔµειναν ἀµετάθετοι στὸ φρόνηµά τους καὶ ἔτσι τοὺς κρέµασαν καὶ τοὺς ξέσχισαν τὶς πλευρές. Ὁ δὲ Μαξιµιανός, γιὰ νὰ κάνει πικρότερο τὸ

µαρτύριο τοῦ Μαυρικίου, ἀποκεφάλισε µπροστά του τὸν γιό του Φωτεινό. Αὐτοὺς δέ, τοὺς πῆγε σὲ τόπο µὲ βρώµικα βαλτόνερα, ὅπου τοὺς ἔδεσε γυµνοὺς σὲ πασσάλους καὶ τοὺς ἄλειψε µὲ µέλι. Οἱ µάρτυρες, ἔµειναν ἔτσι δεµένοι ἐπὶ 10 ἡµέρες, τελικὰ ὅµως, ἀπὸ τὰ τσιµπήµατα τῶν ἐντόµων, παρέδωσαν µαρτυρικὰ τὸ πνεῦµα τους στὸ Θεό.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 28



     Οἱ Ἅγιοι δισµύριοι (20.000) Μάρτυρες ποὺ κάηκαν στὴ Νικοµήδεια

     Μνήµη τῶν Ἁγίων συγκλητικῶν, Ἴνδη, Γοργονίου, Πέτρου, Ζήνωνος, Δωροθέου τοῦ Πραιποσίτου, Μαρδονίου, Γλυκερίου τοῦ Πρεσβύτερου, Θεοφίλου τοῦ Διακόνου καὶ Μυγδονίου

     Ἡ Ἁγία Δόµνα

     Ὁ Ἅγιος Σεκοῦνδος

     Ὁ Ὅσιος Βαβύλας

     Ὁ Ἅγιος Πλουτόδωρος

     Ὁ Ὅσιος Σίµων Μυροβλήτης κτήτορας τῆς Ἱ. Μονῆς Σιµωνόπετρας

     Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ θαυµατουργός






Οἱ Ἅγιοι δισµύριοι (20.000) Μάρτυρες ποὺ κάηκαν στὴ Νικοµήδεια



Τὸν 4ο αἰῶνα µ.Χ., ἐπὶ Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιµιανοῦ, οἱ χριστιανοὶ τῆς Νικοµήδειας ἦταν ἀρκετὰ πολυπληθεῖς. Ὁ ἐπίσκοπος Ἄνθιµος, ἄνδρας ἄξιος καὶ µὲ αὐταπάρνηση, κοπίαζε νύχτα-µέρα γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν. Ἡ πρόοδος αὐτὴ τῶν χριστιανῶν κέντρισε τὸ φθόνο τῶν εἰδωλολατρῶν ἀρχόντων καὶ θέλησαν νὰ ἐξοντώσουν τὴ χριστιανικὴ Ἐκκλησία, προπάντων στὰ µεγαλύτερα καὶ πολυπληθέστερα κέντρα της. Σχεδίασαν λοιπόν, ἀνήµερα Χριστούγεννα νὰ κάνουν γενικὴ σφαγὴ τῶν χριστιανῶν τῆς Νικοµήδειας. Οἱ χριστιανοὶ εἶχαν µαζευτεῖ καὶ πανηγύριζαν τὸ κοσµοσωτήριο

γεγονὸς τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἐπίσκοπος, µόλις πληροφορήθηκε ὅτι τοὺς εἶχαν περικυκλώσει στρατὸς καὶ ὄχλος εἰδωλολατρῶν µὲ ὄπλα καὶ ῥόπαλα, διέταξε νὰ γίνει γρήγορα ἡ κοινωνία τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Ἔπειτα, βάπτισε τοὺς κατηχουµένους, γιὰ νὰ ἔχουν ἀσφαλῆ ἐφόδια στὴν αἰώνια σωτηρία. Τότε οἱ εἰδωλολάτρες ἔβαλαν φωτιὰ στὸ ναό, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ καοῦν χιλιάδες πιστοί. Τὸ τραγικὸ αὐτὸ γεγονός, ἀντὶ νὰ

µειώσει τὸν ἀριθµὸ τῶν µελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀντίθετα τὸν πολλαπλασίασε καὶ χαλύβδωσε ἀκόµα περισσότερο τὸ ἠθικὸ τῶν πιστῶν. Ἔτσι καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ἀποδείχθηκε περίτρανα αὐτὸ ποὺ εἶπε ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας Ἰησοῦς Χριστός: «καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ὁ θάνατος δηλαδὴ καὶ οἱ ὀργανωµένες δυνάµεις τοῦ κακοῦ, δὲ θὰ ὑπερισχύσουν, οὔτε θὰ κατανικήσουν τὴν Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι αἰώνια καὶ ἀθάνατη. (Συναξαριακὴ πηγή, µαζὶ µὲ τὴν µνήµη τῶν πιὸ πάνω Μαρτύρων, ἀναφέρει καὶ τὴν µνήµη τῶν Ἁγίων Δηµοσθένους, Δηµοκλέους καὶ Δηµοκρίτου. Ἡ ὕπαρξη ὅµως τῶν Ἁγίων αὐτῶν εἶναι ἀµφίβολη, διότι τὰ ὀνόµατά τους καθὼς καὶ βιογραφικὰ στοιχεῖα γι᾿ αὐτοὺς δὲν ἀναφέρονται ἀπὸ καµία Ἁγιολογικὴ πηγή. Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι καὶ συγχέονται µὲ τοὺς ὁµώνυµούς τους Μάρτυρες τῆς 10ης Ἀπριλίου).






Μνήµη τῶν Ἁγίων συγκλητικῶν, Ἴνδη, Γοργονίου, Πέτρου, Ζήνωνος, Δωροθέου τοῦ Πραιποσίτου Μαρδονίου, Γλυκερίου τοῦ Πρεσβύτερου, Θεοφίλου τοῦ Διακόνου καὶ Μυγδονίου


Αὐτοὶ ἀπέµειναν ἔξω ἀπὸ τὸν Ναὸ ποὺ κάηκε µὲ προσταγὴ τοῦ Μαξιµιανοῦ στὴ Νικοµήδεια, ὅπου κάηκαν ζωντανοὶ οἱ 20.000 χριστιανοί. Αὐτοὶ λοιπόν, ποὺ ἦταν συγκλητικοί, συνελήφθησαν καὶ οἱ µὲν τρεῖς πρῶτοι µαρτύρησαν διὰ πνιγµοῦ µέσα στὴ θάλασσα, οἱ ἑπόµενοι δυὸ µαρτύρησαν διὰ ἀποκεφαλισµοῦ, οἱ ἄλλοι δυὸ µαρτύρησαν διὰ πυρός, ὁ Θεόφιλος διὰ λιθοβολισµοῦ καὶ ὁ Μυγδόνιος θανατώθηκε µέσα σὲ βόθρο.






Ἡ Ἁγία Δόµνα



Ἡ Ἁγία Δόµνα ἦταν ἱέρεια τῶν εἰδώλων ἐπὶ Μαξιµιανοῦ στὴ Νικοµήδεια καὶ συγκεκριµένα στὸν ναὸ τοῦ Δωδεκάθεου. Οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ἄνοιξαν τὰ πνευµατικά της µάτια καὶ βαπτίστηκε χριστιανή, µαζὶ µὲ τὸν ὑπηρέτη της Ἴνδη, ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Νικοµήδειας Κύριλλο. Ἀπὸ τότε ἔκανε συνειδητὴ χριστιανικὴ ζωή,

µοιράζοντας στοὺς φτωχοὺς ὅ,τι εἶχε ἀπὸ τὴν περιουσία της, ἀλλὰ καὶ ὅ,τι ἔπαιρνε ἀπὸ τὸ παλάτι. Κάποτε ὅµως, τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ ἀρχιυπηρέτης τοῦ παλατιοῦ καὶ ὅταν ἦταν νὰ τιµωρήσει τὴν Δόµνα, αὐτὴ ἔκανε τὴν τρελὴ καὶ στάλθηκε στὸν ἐπίσκοπο γιὰ θεραπεία. Ἔπειτα γιὰ νὰ µὴ συλληφθεῖ, ντύθηκε ἀνδρικὰ καὶ ἔθαβε τὰ λείψανα τῶν µαρτύρων. Ὅταν ὅµως ἐπέστρεψε ὁ Μαξιµιανὸς στὴ Νικοµήδεια, ζήτησε τὴν Δόµνα καὶ ὅταν

ἔµαθε ὅτι ἔγινε χριστιανή, διέταξε νὰ τὴν συλλάβουν. Ἐπειδὴ ὅµως δὲν τὴν βρῆκε, διέταξε τὸν γενικὸ φόνο τῶν χριστιανῶν, µεταξὺ τῶν ὁποίων ἀναγνωρίστηκε καὶ ἡ Δόµνα καὶ ἔτσι τὴν ἀποκεφάλισαν. (Συναξαριακὴ πηγή, µαζὶ µὲ τὴν µνήµη τῆς Ἁγίας Δόµνας, ἀναφέρει καὶ τὴν µνήµη τῶν Ἁγίων Θεοφίλης τῆς Παρθένου καὶ Ἀγάπης τῆς Προεστώσας).






Ὁ Ἅγιος Σεκοῦνδος



Φωτιστῆ τῶν Ἰσπανῶν θὰ µποροῦσαµε νὰ χαρακτηρίσουµε τὸν ἅγιο Σεκοῦνδο. Ἔζησε τὸν πρῶτο αἰῶνα µετὰ Χριστόν. Καὶ κατὰ τὴν παράδοση, στάλθηκε ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους στὴν Ἱσπανία γιὰ νὰ κηρύξει ἐκεῖ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μετὰ ἀπὸ ἕνα εὐχάριστο ταξίδι, ἀποβιβάστηκε στὴν πόλη, ποὺ σήµερα λέγεται Κάδιξ. Ἐκεῖ, ἀπὸ τὸ ἕνα µέρος µὲ τὸ κήρυγµα καὶ τὴν ἀρετή του, ἀπὸ τὸ ἄλλο µὲ τὰ θαύµατα, ποὺ ἡ θεία χάρη ἐνεργοῦσε µέσῳ αὐτοῦ, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους πίστεψαν στὸ Χριστό. Στὴ συνέχεια ὁ Σεκοῦνδος πῆγε καὶ σὲ ἄλλες πόλεις τῆς Ἱσπανίας, µιµούµενος καὶ σ᾿ αὐτὸ

τὸ παράδειγµα τῶν ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ὡς γνωστόν, πήγαιναν ἀπὸ πόλη σὲ πόλη καὶ κήρυτταν παντοῦ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἵδρυσαν νέες Ἐκκλησίες. Τοὺς τελευταίους κόπους καὶ ἀγῶνες τοῦ Σεκούνδου, στεφάνωσε µαρτυρικὸς θάνατος.






Ὁ Ὅσιος Βαβύλας



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.


Ὁ Ἅγιος Πλουτόδωρος



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ µνήµη του ἀναγράφεται στὸν Πατµιακὸ Κώδικα 256

ὡς ἑξῆς: «τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ ἄθλησις τοῦ ἁγίου µάρτυρος Πλουτοδώρου».






Ὁ Ὅσιος Σίµων Μυροβλήτης κτήτορας τῆς Ἱ. Μονῆς Σιµωνόπετρας



Δὲν ὑπάρχουν σαφῆ καὶ συγκεκριµένα στοιχεῖα γιὰ τὴ ζωή του. Μόνο ὅτι ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ὑπῆρξε κτήτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σιµωνόπετρας Ἁγίου Ὄρους. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Κάποιες λεπτοµέρειες (µερικὲς ἴσως καὶ φανταστικές), βλέπε στὸν

«Μέγα Συναξαριστή» τοῦ Ματθαίου Λαγγῆ τόµος 12ος, σελ. 724, ἔκδοση 1993. Ἡ Ἀκολουθία τοῦ συγκεκριµένου Ὁσίου, κυκλοφόρησε τὸ 1924 ἀπὸ τὸν ἡγούµενο τῆς Σίµωνος Πέτρας Ἱερώνυµο.






Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ θαυµατουργός



Πρόκειται γιὰ τὸ ἴδιο πρόσωπο µ᾿ αὐτὸ τῆς 31ης Μαρτίου. Ἐλάχιστα µηνολόγια τοποθετοῦν ἐδῶ τὴν µνήµη του. Στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1623 φ. 1436 βρίσκονται ἀποµεινάρια τῆς Ἀκολουθίας του. Ἀπ᾿ αὐτὴ γίνεται φανερό, ὅτι ἦταν ἀσκητής, ἄγνωστο ποὺ καὶ πότε, ὅτι εὐαρέστησε τὸν Θεὸ καὶ πέθανε ὁσιακά. Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης εἰκάζει ὅτι καθόλου ἀπίθανο νὰ πρόκειται γιὰ τὸν Ἅγιο Στέφανο τὸν Σαββαΐτη τὸν θαυµατουργό, ποὺ ἡ µνήµη του ἑορτάζεται τὴν 28ηὈκτωβρίου.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 29



     Τὰ ἅγια Νήπια (περίπου 14.000) ποὺ ἐσφάγισαν µὲ διαταγὴ τοῦ Ἡρῴδη

     Μνήµη πάντων τῶν Χριστιανῶν ποὺ πέθαναν µαρτυρικὰ γιὰ τὴν δόξα τοῦ

Χριστοῦ, ἀπὸ πείνα, δίψα, κρύο καὶ µαχαῖρι

     Ὁ Ὅσιος Μάρκελλος

     Ὁ Ὅσιος Θαδδαῖος ὁ Ὁµολογητής

     Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα

     Ὁ Ὅσιος Βενιαµίν

     Ὁ Ὅσιος Ἀθηνόδωρος

     Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ἐπίσκοπος Νικοµήδειας ποιητὴς ἀσµατικῶν Κανόνων καὶ

Τροπαρίων






Τὰ ἅγια Νήπια (περίπου 14.000) ποὺ ἐσφάγισαν µὲ διαταγὴ τοῦ Ἡρῴδη



Ὅταν οἱ Μάγοι δὲν ἐπέστρεψαν στὸν Ἡρῴδη νὰ τοῦ ποῦν ποῦ εἶναι ὁ Χριστός, ὁ πονηρὸς αὐτὸς βασιλιὰς µηχανεύθηκε ἄλλο σχέδιο γιὰ νὰ ἐξοντώσει τὸ Θεῖο Βρέφος. Εἶχε ἀκούσει ὅτι, σύµφωνα µὲ τὶς Γραφές, τόπος γέννησης τοῦ Χριστοῦ θὰ ἦταν ἡ Βηθλεέµ. Ἐπειδὴ ὅµως δὲ γνώριζε ποιὸς ἦταν ὁ Ἰησοῦς, ἂν βρισκόταν µέσα στὴ Βηθλεὲµ ἢ στὰ περίχωρά της καὶ ἐπειδὴ συµπέρανε ὅτι τὸ παιδὶ θὰ ἦταν κάτω ἀπὸ δυὸ

χρονῶν, ἔδωσε διαταγὴ νὰ σφαγοῦν ὅλα τὰ παιδιὰ τῆς Βηθλεὲµ καὶ τῶν περιχώρων της,

µέχρι τῆς ἡλικίας τῶν δυὸ ἐτῶν. Ἡ σφαγὴ ἔγινε ξαφνικά, ὥστε νὰ µὴ µπορέσουν οἱ

οἰκογένειες νὰ ἀποµακρυνθοῦν µὲ τὰ βρέφη τους. Καὶ οἱ δυστυχισµένες µητέρες εἶδαν

νὰ σφάζονται τὰ παιδιὰ τοὺς µέσα στις ἴδιες τὶς ἀγκαλιές τους. Ἡ χριστιανικὴ

Ἐκκλησία, πολὺ σωστὰ ἀνακήρυξε Ἅγια τὰ σφαγιασθέντα αὐτὰ παιδιά, διότι πέθαναν

σὲ µία ἀθῴα ἡλικία καὶ ὑπῆρξαν κατὰ κάποιο τρόπο οἱ πρῶτοι µάρτυρες τοῦ

χριστιανισµοῦ. Μπορεῖ βέβαια νὰ µὴ βαπτίσθηκαν ἐν ὕδατι, βαπτίσθηκαν ὅµως, µέσα

στὸ ἴδιο εὐλογηµένο αἷµα τοῦ µαρτυρίου τους.






Μνήµη πάντων τῶν Χριστιανῶν ποὺ πέθαναν µαρτυρικὰ γιὰ τὴν δόξα τοῦ

Χριστοῦ, ἀπὸ πείνα, δίψα, κρύο καὶ µαχαῖρι



Αὐτὴν τὴν ἡµέρα ἡ Ἐκκλησία µας ὅρισε νὰ γιορτάζουµε τὴν µνήµη ὅλων τῶν χριστιανῶν, ποὺ µαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ὀνόµατά τους δὲν µᾶς εἶναι γνωστά. Ἡ γιορτὴ αὐτὴ µᾶς διδάσκει, ὅτι τὸ βλέµµα τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι ὅµοιο µὲ τοῦ ἀνθρώπου. Διότι οἱ ἄνθρωποι, συνήθως δοξάζουν καὶ τιµοῦν αὐτοὺς ποὺ γίνονται γνωστοὶ καὶ διάσηµοι, ἐνῷ ὁ Θεὸς βλέπει γνωστοὺς καὶ ἀγνώστους, διάσηµους καὶ ἄσηµους, ἀρκεῖ ὅλοι νὰ πράττουν εὐσυνείδητα τὸ θέληµά του. Ἔτσι καὶ ὁ µικρότερος τῶν χριστιανῶν αὐτῶν, θὰ λάµψει ἀσύγκριτα περισσότερο ἀπὸ τοὺς πιὸ φαντασµένους καὶ ἀστραφτεροὺς βασιλεῖς τῆς γῆς, ὅταν ἔλθει ἡ ὥρα τῆς τελικῆς δικαίωσης.


Ὁ Ὅσιος Μάρκελλος



Πέτυχε στὴ ζωή του διότι µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ κατάλαβε ὅτι οἱ κοσµικὲς λαµπρότητες φαίνονται καὶ ἀφανίζονται ὅπως τὰ ἄνθη. Καὶ εἶχε τὴν πεποίθεση ὅτι ζωὴ ἀληθινὴ καὶ κερδισµένη εἶναι µόνο ἐκείνη, ποὺ ἀφιερώνεται στὴν ὑπηρεσία τοῦ καλοῦ, ἐπάνω στὸ δρόµο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ Μάρκελλος ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα, ἐπὶ πατριαρχείας Γενναδίου τοῦ Α΄ (458-471) καὶ βασιλέως τοῦ Λέοντα Α΄ τοῦ Μακέλλη. Ἡ καταγωγὴ τοῦ Μάρκελλου ἦταν ἀπὸ τὴν Συρία καὶ ἡ οἰκογένειά του ἦταν ἀρκετὰ πλούσια. Ἐπειδὴ οἱ γονεῖς του ἀγαποῦσαν τὰ γράµµατα, στόλισαν τὸ γιό τους µὲ πολλὴ παιδεία. Ἀλλ΄ ἡ καρδιὰ τοῦ νέου, εἶχε µέσα της ζωηρὴ καὶ ἀκοίµητη τὴν φλόγα τῆς εὐσέβειας. Τὰ κοσµικὰ ἀξιώµατα δὲν τὸν ἐνδιέφεραν. Μὲ τέτοιες διαθέσεις πῆγε στὴν Ἔφεσο, ὅπου

µπῆκε σὲ µοναστήρι καὶ ἔγινε µοναχός. Ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴ Μονὴ Ἀκοίµητων, ὅπου ἡγούµενος ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος. Ἐκεῖ, γρήγορα διακρίθηκε γιὰ τὶς ἀρετές του καὶ ἀγαπήθηκε πολὺ ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς Μονῆς, γιὰ τὴν ταπεινοφροσύνη ποὺ διατηροῦσε, ἂν καὶ ἦταν ἄνθρωπος µελέτης καὶ µεγάλης διανοητικῆς ἀξίας. Ἀφοῦ πέθανε ὁ ἡγούµενος Ἀλέξανδρος καὶ ὕστερα ὁ διάδοχός του Ἰάκωβος, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐκτίµηση τῶν ἀδελφῶν, ἀνέδειξε ἡγούµενο τὸν Μάρκελλο. Ἡ διοίκησή του ἦταν ἄριστη. Σύµφωνα µὲ ἄλλη γνώµη, τὴ µονὴ Ἀκοιµήτων εἶχε κτίσει αὐτὸς ὁ Ὅσιος Μάρκελλος, πιθανῶς στὴ θέση τοῦ σηµερινοῦ Τσιµπουκλί. Ἔτσι µὲ

αὐτὴν τὴ θεία καὶ ὁσία ζωή του κοιµήθηκε καὶ ἀναπαύτηκε ὁ Μάρκελλος στὴ Μονή του.






Ὁ Ὅσιος Θαδδαῖος ὁ Ὁµολογητής



Ἦταν Σκύθης καὶ ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτη, στὴ Μονὴ τοῦ ὁποίου ὁ Θαδδαῖος ἔγινε µοναχὸς καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση. Κάποτε λοιπόν, ὅταν συνόδευε στ΄ ἀνάκτορα τὸν ἡγούµενο τοῦ Θεόδωρο, ἤλεγξε τὸν βασιλιὰ Μιχαὴλ (820-

829) (ὁ Μ. Γαλανὸς ἀναφέρει τὸν Λέοντα τὸν Ε΄) µπροστὰ στὴ σύγκλητο γιὰ τὴν ἀσέβειά του ἀπέναντι στὶς ἱερὲς εἰκόνες. Τότε ὁ Βασιλιὰς τὸν ἐξανάγκαζε νὰ ποδοπατήσει τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, πρᾶγµα ποὺ ὁ Ὅσιος ὄχι µόνο δὲν ἔπραξε, ἀλλὰ ἀποκάλεσε τὸν βασιλιὰ πληρωµένο τύραννο καὶ ἀκάθαρτο. Τότε βασανίστηκε σκληρά, σύρθηκε ἀπὸ τὰ πόδια στοὺς δρόµους τῆς πόλης, ὁπότε µετὰ τρεῖς µέρες πέθανε.






Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα



«πλησίον τοῦ Χαλκοῦ Τετραπύλου».






Ὁ Ὅσιος Βενιαµίν



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ δὲ Ἅγιος Νικόδηµος, ἀναφέρει ὅτι πέθανε ἀπὸ ὑδρωπικία καὶ ὅτι


στὸν Εὐεργετινὸ ὑπάρχει ἀπόφθεγµά του.






Ὁ Ὅσιος Ἀθηνόδωρος



Στὸν Κώδικα 1578 τῶν Παρισίων, ὁ Ἀθηνόδωρος συνοδεύεται καὶ ἀπὸ ἄλλους ὁσίους πατέρες, τοὺς Βαβύλα καὶ Βενιαµίν. Πάντως ἦταν ἀσκητής, (ἄγνωστο πού) καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ἐπίσκοπος Νικοµήδειας ποιητὴς ἀσµατικῶν Κανόνων καὶ

Τροπαρίων



Ἔζησε στὴ θορυβώδη καὶ µεγάλη γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ἐποχὴ τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου (857-891), µὲ τὸν ὁποῖο καὶ διατηροῦσε ἀλληλογραφία. Σύνθεσε δυὸ ἐγκώµια στὴ γιορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου καὶ µελοποίησε τὴν Ἀκολουθία τους. Μελοποίησε ἐπίσης τὸν προεόρτιο Κανόνα στὸν Εὐαγγελισµό, καθὼς καὶ ἄλλους Κανόνες στὴ Θεοτόκο. Συνέγραψε µάλιστα καὶ πανηγυρικοὺς λόγους, ὅπως στὰ Εἰσόδια, στὴ σύλληψη τῆς Ἁγίας Ἄννας καὶ στὸ «Εἰστήκεισαν παρὰ τῷ Σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ». (Στοιχεῖα τῆς βιογραφίας του συγχέονται µ΄ αὐτὰ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ἐπισκ. Ἀµάστριδος, κυρίως ὅσον ἀφορᾷ τὴν ποίηση τῶν ἀσµατικῶν Κανόνων. Ἴσως βέβαια, νὰ συµβαίνει καὶ τὸ ἀντίθετο).


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 30



     Ἡ Ἁγία Ἀνυσία, ἡ Ὁσιοµάρτυς ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη

     Ἡ Ὁσία Θεοδώρα «ἡ ἀπὸ Καισαρίδος»

     Ὁ Ἅγιος Φιλέταιρος

     Μνήµη τοῦ κόµη καὶ ἕξι στρατιωτῶν

     Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ Ἀρχιµανδρίτης

     Ὁ Ἅγιος Γεδεών ὁ Νέος Ὁσιοµάρτυρας

     Ὁ Ἅγιος Ἀνύσιος Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης






Ἡ Ἁγία Ἀνυσία, ἡ Ὁσιοµάρτυς ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη



Ἡ Ἁγία Ἀνυσία ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (298 µ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἦταν θυγατέρα γονέων εὐσεβῶν καὶ πολὺ πλουσίων. Ὅταν πέθαναν οἱ γονεῖς της, ἡ Ἀνυσία στάθηκε κυρία τοῦ ἑαυτοῦ της. Οὔτε τὰ πλούτη ποὺ κληρονόµησε τὴν µέθυσαν, οὔτε ἡ ὀρφάνια της τὴν παρέσυρε. Ἀλλὰ µὲ φρόνηση καὶ ἐγκράτεια, προσπαθοῦσε πάντα νὰ µαθαίνει «τί ἐστὶν εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ». Τί δηλαδή, εἶναι εὐχάριστο καὶ εὐπρόσδεκτο στὸν Κύριο. Ἡ εὐσέβειά της αὐτή, τὴν ἔκανε γνωστὴ στοὺς εἰδωλολάτρες. Μία φορὰ λοιπόν, ἐνῷ πήγαινε στὴν ἐκκλησία, τὴν συνάντησε κάποιος εἰδωλολάτρης στρατιώτης. Ἀφοῦ τὴν ἔπιασε βίαια, τὴν ἔσυρε στοὺς βωµοὺς

τῶν εἰδώλων καὶ τὴν πίεζε νὰ θυσιάσει στοὺς Θεούς. Ἡ Ἀνυσία ὁµολόγησε ὅτι πιστεύει στὸν Ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, καὶ Αὐτὸν ἀγωνίζεται νὰ εὐχαριστεῖ κάθε

µέρα. Ὁ στρατιώτης ἐξαγριωµένος, ἄρχισε νὰ βλασφηµεῖ τὸ Θεὸ καὶ τότε ἡ Ἀνυσία τὸν ἔφτυσε στὸ πρόσωπο. Ντροπιασµένος αὐτός, ἔσυρε τὸ σπαθί του καὶ διαπέρασε τὰ πλευρά της. Ἔτσι ἡ Ἀνυσία, πῆρε τὸ ἁµαράντινο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Ἡ Ὁσία Θεοδώρα «ἡ ἀπὸ Καισαρίδος»



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου (717-741). Ἦταν ἀπὸ γένος λαµπρὸ καὶ ἐπίσηµο, τὸν πατέρα της ἔλεγαν Θεόφιλο καὶ ἦταν πατρίκιος, τὴν δὲ µητέρα της Θεοδώρα. Ἡ Θεοδώρα ἦταν στεῖρα καὶ κατόπιν µεγάλης προσευχῆς πρὸς τὸ Θεό, ἀπέκτησε τὴν Ὁσία. Ὅταν ἡ κόρη Θεοδώρα ἔφτασε σὲ κατάλληλη ἡλικία, ἀφιερώθηκε στὴ Μονὴ τῆς Ἁγίας Ἄννας, τὴν ὀνοµαζόµενη Ῥιγιδίου. Ἐκεῖ διέµενε ἀσκούµενη στὴν ἀρετή, µέχρι τὴν στιγµή, ποὺ ὁ βασιλιὰς Λέων τὴν ἅρπαξε ἀπὸ τὴν Μονὴ γιὰ νὰ τὴν δώσει γυναῖκα στὸν γιό του Χριστόφορο. Τὴν ἡµέρα ὅµως τοῦ γάµου, ὁ Χριστοφόρος ἐξεστράτευσε µαζί µε τὸν πατέρα του κατὰ τῶν Σκυθῶν καὶ στὴ συµπλοκὴ σκοτώθηκε. Ἔτσι ἡ Θεοδώρα, ἀφοῦ πῆρε ὅσα πολύτιµα πράγµατα εἶχε, ἐπέστρεψε στὴ Μονή της, ὅπου ἐκάρη µοναχή. Ἐκεῖ ἔζησε µὲ µεγάλη ἐγκράτεια καὶ σκληραγωγία καὶ ἀπεβίωσε

µὲ ὁσιακὸ τρόπο.


Ὁ Ἅγιος Φιλέταιρος



Μεταξὺ τῶν χριστιανῶν τῆς Νικοµήδειας, στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (286 µ.Χ.), διακρινόταν γιὰ τὸ µεγαλοπρεπὲς παράστηµα καὶ τὴν ὡραιότητά του, νέος, ποὺ ὀνοµαζόταν Φιλέταιρος (ἦταν γιὸς κάποιου ἔπαρχου Τατιανοῦ). Καὶ αὐτὸς µέν, οὔτε πρόσεχε καθόλου στὰ ἐξωτερικά του αὐτὰ χαρίσµατα. Μία µόνο προσοχὴ καὶ προσπάθεια εἶχε, πὼς νὰ γίνεται ἀπὸ µέρα σὲ µέρα θεοσεβέστερος. Καὶ γι᾿ αὐτὸ πρόκοβε ὁλοένα στὴν ταπεινοφροσύνη, ξέροντας καλὰ ὅτι χωρὶς αὐτή, κάθε ἀρετὴ νοθεύεται καὶ ἐξαφανίζεται. Οἱ εἰδωλολάτρες ὅµως, ποὺ πρόσεχαν τὰ σωµατικά του προτερήµατα, τὸν θαύµαζαν καὶ τὸν σύστησαν στὸν Διοκλητιανό. Αὐτὸς τὸν κάλεσε

µπροστά του καὶ τοῦ εἶπε, ὅτι θὰ τὸν κάνει βασιλικὸ ἀκόλουθο ἂν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Φιλέταιρος µὲ εὐγένεια ἀπάντησε, ὅτι ἦταν πρόθυµος νὰ ὑπηρετήσει τὸν βασιλιά, ἀλλὰ µὲ τὴν προύποθεση ὅτι θὰ ὁµολογεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Διοκλητιανὸς δὲν κράτησε τὴν ὀργή του καὶ ἀφοῦ τὸν τιµώρησε τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. Κατόπιν ὅταν ἀνέλαβε ὁ σκληρὸς Μαξιµιανός, ὁ Φιλέταιρος καταδιώχθηκε καὶ βασανίστηκε ποικιλοτρόπως. Διασώθηκε ὅµως καὶ πῆγε στὴ Νίκαια, ὅπου καὶ ἐκεῖ φανέρωσε τὴν πίστη του καὶ συνελήφθη.

Ἀλλὰ τὰ λόγια του καὶ οἱ τρόποι του ἔκαναν χριστιανοὺς τοὺς φύλακες, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ τὸν ἐλευθερώσουν καὶ νὰ τὸν συνοδέψουν µέχρι τὴν Μηδία. Ἐκεῖ, σ΄ ἕνα ὄρος ἐπάνω, στὰ µέρη τῆς Σιγριανῆς, συνάντησαν ἕνα ἅγιο ἄνθρωπο τὸν Εὐβίοτο. Καὶ ὅλοι µαζὶ ἔζησαν στὸ ὄρος αὐτὸ µὲ ἀδελφικὴ ἀγάπη, συµµελέτη καὶ συµπροσευχή.






Μνήµη τοῦ κόµη καὶ ἕξι στρατιωτῶν



Αὐτοὶ πίστεψαν στὸν Χριστό, διὰ τοῦ Ἁγίου Φιλεταίρου καὶ ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ Ἀρχιµανδρίτης



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Γεδεών ὁ Νέος Ὁσιοµάρτυρας



Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κάπουρνα τῆς Δηµητριάδος (Νοµὸς Μαγνησίας). Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του ὀνοµαζόταν Αὐγερινὸς καὶ Κυράτζα. Ὁ Γεδεὼν, κατὰ κόσµον ὀνοµαζόταν Νικόλαος. Δώδεκα χρονῶν, µὲ τὴν οἰκογένειά του ἦλθε στὸ χωριὸ Γιερµὴ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Βελεστίνο, ὅπου ἐργαζόταν κοντὰ στὸ θεῖο του. Τὸν ἅρπαξε ὅµως κάποιος Τοῦρκος καὶ τὸν ἐξισλάµισε µὲ τὸ ὄνοµα Ἰµπραήµ. Ἀλλ΄ ὁ Νικόλαος, κατόρθωσε καὶ δραπέτευσε καὶ ἐπανῆλθε στὴν οἰκογένειά του. Ὁ πατέρας του τὸν φυγάδευσε στὸ χωριὸ Κεραµίδι, ὅπου κοντὰ σὲ κάποιους οἰκοδόµους πῆγε στὴν Κρήτη. Ἐκεῖ ἐξοµολογήθηκε σὲ κάποιο ἱερέα καὶ βρῆκε ἄσυλο στὸ ἐξωκλῆσι του. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἱερέα, ὁ Νικόλαος ἔφυγε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ πάλι ἐξοµολογήθηκε, ἔλαβε τῶν ἀχράντων µυστηρίων καὶ στὴ Μονὴ Καρακάλου, ἐκάρη µοναχός µε τὸ ὄνοµα Γεδεὼν. Στὴ Μονὴ αὐτὴ ἔµεινε 35


χρόνια. Μὲ τὸν πόθο ὅµως τοῦ µαρτυρίου, ἦλθε στὸ Βελεστίνο, ὅπου µέσα στὴν ἀγορὰ

µὲ θάῤῥος ὁµολόγησε τὸν Χριστό. Διωκόµενος ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἦλθε στὴν Ἀγυιά,

ὅπου συνελήφθη. Οἱ Τοῦρκοι, ἀφοῦ τὸν διαπόµπευσαν στοὺς δρόµους τοῦ Τιρνάβου,

κατόπιν τοῦ ἔκοψαν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔριξαν στὰ

ἀποχωρητήρια. Ἐκεῖ, µέσα σὲ φρικτοὺς πόνους, παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὶς 30

Δεκεµβρίου 1818. Ἡ τίµια κάρα τοῦ µάρτυρα ἀποθησαυρίστηκε στὴν ἁγία Τράπεζα τοῦ

Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ Τυρνάβου, Παναγίας Φανερωµένης.






Ὁ Ἅγιος Ἀνύσιος, Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης



Ὑπῆρξε Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης καὶ µαθητής, καθὼς καὶ διάδοχος τοῦ Ἅ(σ)χολίου, Ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης. Ἔπαιξε σηµαντικὸ ῥόλο γιὰ τὴν δικαίωση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόµου. Ὁ Ἀνύσιος τοποθετήθηκε στὸν θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης, ὡς Βικάριος τοῦ Πάπα Δαµάσου, ὡς τὸ τέλος τοῦ θανάτου του τὸ 406 ἡ 407.


Ἁγιολόγιον - Δεκέµβριος 31



     Ἡ Ὁσία Μελάνη ἡ Ῥωµαία

     Ὁ Ἅγιος Ζωτικός ὁ Ὀρφανοτρόφος

     Ὁ Ὅσιος Γελάσιος

     Ὁ Ὅσιος Γάιος

     Οἱ Ἁγίες δέκα (10) Παρθένες

     Ἡ Ἁγία Ὀλυµπιοδώρα

     Ὁ Ἅγιος Βούσιρις

     Ἡ Ἁγία Νέµη

     Ὁ Ἅγιος Γαυδέντιος

     Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Θαυµατουργὸς καὶ λεγόµενος µαχαιρωµένος

     Ἀπόδοσις τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων







Ἡ Ὁσία Μελάνη ἡ Ῥωµαία



Ἔζησε στὰ χρόνια ποὺ βασιλιὰς ἦταν ὁ Ὀνώριος, δεύτερος γιὸς τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου. Οἱ γονεῖς της, εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι, τὴν πάντρεψαν σὲ µικρὴ ἡλικία καὶ ἀπέκτησε δυὸ παιδιά. Ὅµως µεγάλες δοκιµασίες τὴν περίµεναν. Τὴν µητρική της καρδιὰ σπάραξε ὁ θάνατος τῶν δυὸ παιδιῶν της. Μετὰ ἀπὸ λίγο καὶ ἐντελῶς ξαφνικά, πέθανε ὁ σύζυγός της. Καὶ γιὰ νὰ γεµίσει τὸ πικρὸ ποτήρι τῆς λύπης, χάνει καὶ τοὺς γονεῖς της. Οἱ στιγµὲς δύσκολες. Ποιὸς θὰ τὴν παρηγορήσει; Μὰ ποιὸς ἄλλος; Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέει: «τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑποµένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες». (Ἀπολυτίκιον, τὸ ἴδιο µὲ αὐτὸ τῆς Ἁγίας Ἀνυσίας, 30 Δεκεµβρίου). Δηλαδή, ἡ ἀκλόνητη ἐλπίδα σας στὰ µέλλοντα ἀγαθά, νὰ σᾶς γεµίζει χαρὰ καὶ νὰ σᾶς ἐνισχύει γιὰ νὰ δείχνετε ὑποµονὴ στὴ θλίψη. Καὶ νὰ ἐπιµένετε στὴν προσευχή, συνεχίζει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ λαµβάνετε σπουδαία βοήθεια στὶς δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς σας. Ἔτσι καὶ ἡ Μελάνη, ἀδιάφορη γιὰ τὶς κοσµικὲς ἀπολαύσεις, ἀποσύρθηκε σὲ ἕνα ἐξοχικό της κτῆµα, ὅπου ἀφοσιώθηκε στὴ µελέτη καὶ τὴν προσευχή. Ἐκεῖ ἐπίσης καλλιγραφοῦσε ἱερὰ βιβλία καὶ τὰ ἔδινε νὰ τὰ διαβάζουν οἱ πιστοί. Διέθεσε ὅλη της τὴν περιουσία γιὰ τὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν καὶ ἀσθενῶν. Καὶ ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε πολλοὺς τόπους βοηθῶντας τοὺς πάσχοντες, κατέληξε στὴν Ἱερουσαλήµ, ὅπου καὶ πέθανε ἀπὸ πλευρίτιδα. Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης γράφει τὰ ἑξῆς γιὰ τὴν Ἁγία αὐτή: »...Αὐτὴ ἣν ἐπὶ τῆς βασιλείας Ὀνωρίου (395-423) Ῥωµαία πλουσία καὶ ἐκ γένους περιφανοῦς καὶ ἐνδόξου. Συζευχθεῖσα παρὰ τὴν θέλησιν αὐτῆς, ἀπεσύρθη µετὰ τὸν θάνατον τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῶν δυὸ αὐτῆς τέκνων εἰς ἓν προάστειον

τῆς Ῥώµης, ἐπιµελουµένη τῶν πτωχῶν, ὑποδεχόµενη τοὺς ξένους, ἐπισκεπτόµενη τοὺς ἐξόριστους καὶ ἐν φυλακαῖς καὶ θεραπεύουσα τοὺς νοσοῦντας. Μετὰ τὴν ἐκποίησιν τῶν κτηµάτων αὐτῆς καὶ διανοµὴν τῶν προσόντων εἰς µονὰς καὶ ἐκκλησίας, διὰ τῆς

Ἀφρικῆς καὶ Ἀλεξανδρείας κατέλαβε τὰ Ἱεροσόλυµα καὶ ἐνεκλείσθη εἰς πενιχρὸν κελλίον ἐκεῖ ἔκτισε καὶ µονὴν εἰς ἣν συνήγαγεν ἐνενήκοντα παρθένους, ἐξ ἰδίων διὰ τὴν διατροφὴν αὐτῶν δαπανῶσα· µικρὸν ἀσθενήσασα ἐκ πλευρίτιδας, µετέλαβε τῶν

ἀχράντων µυστηρίων ἐκ τῶν χειρῶν τοῦ ἐπισκόπου Ἐλευθερουπόλεως καὶ ἀνεπαύθη ἐν

Κυρίῳ».



Ὁ Ἅγιος Ζωτικός ὁ Ὀρφανοτρόφος



Γεννήθηκε καὶ ἀνατράφηκε στὴ Ῥώµη, ἀπὸ εὐγενῆ οἰκογένεια, µὲ πολλὴ εὐλάβεια καὶ παιδεία. Τὸν στόλιζε πολλὴ φιλανθρωπία καὶ τὸν διέκρινε ἡ εἰλικρινὴς προσπάθεια στὸ νὰ ὑπηρετεῖ τὸν Χριστό, πράττοντας τὶς ἐντολές Του. Γι΄ αὐτὰ τοῦ τὰ χαρίσµατα, ὁ Ζωτικὸς ἦταν πολὺ ἀγαπητὸς στὸν Μεγάλο Κωνσταντῖνο (330 µ.Χ.). Ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἔκτισε τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν ἀνέδειξε πρωτεύουσα τοῦ κράτους του, προσκάλεσε σ΄ αὐτὴ τὸν Ζωτικό µε ἄλλους εὐσεβεῖς ἄνδρες, γιὰ νὰ τοὺς ἔχει ἐκεῖ πολύτιµους ἐργάτες τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης. Ὁ Ἅγιος Ζωτικὸς διακρίθηκε κυρίως στὴν περιποίηση τῶν λεπρῶν. Τοὺς ὁποίους πλησίαζε χωρὶς φόβο, δίνοντας σ΄ αὐτοὺς βοηθήµατα καὶ παρηγοροῦσε τὴν δυστυχία τους µὲ ἀδελφικὴ ἀφοσίωση. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ὁ γιός του Κωνστάντιος ἀκολούθησε ἄλλους δρόµους καὶ κακοµεταχειρίστηκε τὸν Ζωτικό. Μὲ ἀποτέλεσµα ὁ φιλάνθρωπος αὐτὸς ἄνδρας νὰ πεθάνει ἀπὸ τὶς κακουχίες καὶ τὶς ταλαιπωρίες. Ἀλλ΄ ὁ θάνατός του κίνησε τὴν µετάνοια τοῦ Κωνσταντίου. Ἀφοῦ µεταµελήθηκε, τίµησε τὴν µνήµη του κτίζοντας ἕνα λεπροκοµεῖο γιὰ τὴν περίθαλψη τῶν λεπρῶν. Καὶ τὸ προίκισε µὲ πολλὰ κτήµατα

καὶ εἰσοδήµατα. Ἀπὸ τότε, πολλοὶ αὐτοκράτορες, ὅπως ὁ Κωνσταντῖνος Ζ΄ ὁ Πορφυρογέννητος (945), ὁ Ἰωάννης ὁ Τσιµισκὴς (963-976), ὁ Ῥωµανὸς ὁ Γ΄ (1028-1034), ἐξασφάλιζαν τὴν καλὴ λειτουργία του καὶ ἐξυπηρετοῦσε πλῆθος λεπρῶν, χάρη στὴν ἀρχικὴ φιλανθρωπικὴ ἐνέργεια τοῦ ἁγίου Ζωτικοῦ.






Ὁ Ὅσιος Γελάσιος



Ἦταν Ἀββᾶς τῆς ἐρήµου, τοῦ ὁποίου διήγηµα περὶ κλοπῆς κάποιου βιβλίου βρίσκεται στὸν Εὐεργετινό. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Γάιος



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἁγίες δέκα (10) Παρθένες



Αὐτὲς µαρτύρησαν στὴ Νικοµήδεια (ἴσως ἐπὶ Μαξιµιανοῦ (286-305), τότε ποὺ πλῆθος χριστιανῶν µαρτύρησε σ΄ αὐτὴ τὴν πόλη). Αὐτὲς λοιπόν, ἀφοῦ τοὺς ἔβγαλαν τὰ µάτια, κατόπιν ἔγδαραν τὸ σῶµα τους καὶ ἔτσι παρέδωσαν τὸ πνεῦµα τους στὸ Θεό.


Ἡ Ἁγία Ὀλυµπιοδώρα



Μαρτύρησε διὰ πυρὸς.






Ὁ Ἅγιος Βούσιρις



Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν γυναῖκες µὲ σαΐτες ποὺ ὑφαίνουν.






Ἡ Ἁγία Νέµη



Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Κάτ΄ ἄλλους Ἅγιος Νέµης).



Ὁ Ἅγιος Γαυδέντιος



Δὲν βρίσκουµε πουθενὰ βιογραφικά του στοιχεῖα.



Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Θαυµατουργὸς καὶ λεγόµενος µαχαιρωµένος



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές, γνωστὸς ὅµως τοπικὸς Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας τῆς

Κύπρου στὸν Ἀναλιόντα (Πατµιακὸς Κώδικας 266).


Ἀπόδοσις τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων






Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |