Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016
3. Μάρτιος Αγιολόγιον - Εορτολόγιον
ΜΑΡΤΙΟΣ
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 01
●
Ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἡ ἀπὸ Σαµαρειτῶν, Ὁσιοµάρτυς
●
Ἡ Ὁσία Δοµνίνα ἡ Νέα
●
Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα
●
Οἱ Ἅγιοι Μάρκελλος καὶ Ἀντώνιος
●
Οἱ Ἅγιοι Σίλβεστρος καὶ Σωφρόνιος
●
Ὁ Ἅγιος Νεστοριανός
●
Οἱ Ἅγιοι Χαρίσιος, Νικηφόρος καὶ Ἀγάπιος
●
Ὁ Ἅγιος Σίλβεστρος Πατριάρχης
●
Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος καὶ ὁ Ὅσιος Εὐδόκιµος
●
Ὁ Ἅγιος Παρασκευὰς ὁ Τραπεζούντιος, νεοµάρτυρας
●
Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ ὁσιοµάρτυρας
●
Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ νεοµάρτυς (Ἀντρέγιεβνα) (Ρωσίδα)
●
Ὁ Ἅγιος Danid (Οὐαλλός)
Ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἡ ἀπὸ Σαµαρειτῶν, Ὁσιοµάρτυς
Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἠλιούπολη τῆς Συρίας καὶ ἔζησε
ἐπὶ Τραϊανοῦ (98-117 µ.Χ.). Περνοῦσε τὴν ζωή της µέσα στὴν πορνεία καὶ τὶς ἀκολασίες.
Ἡ ἐκθαµβωτικὴ καλλονή της εἵλκυε πολλοὺς ἐραστὲς καὶ ἔτσι συγκέντρωσε πολὺ πλοῦτο.
Τὸ θεῖο ἔλεος ὅµως εὐδοκεῖ, ὥστε καὶ οἱ ψυχὲς ποὺ παρεκτράπησαν ἠθικὰ νὰ µὴ
χάνουν ὁλότελα τὴν ἠθικὴ συναίσθηση, ἀλλὰ νὰ µένει κάτι ἀπὸ τὸν ἠθικὸ πόθο. Ἔτσι
καὶ ἡ Εὐδοκία. Μετὰ ἀπὸ µία ἀρρώστια της, εἴτε ἀπὸ κορεσµό, εἴτε ἀπὸ ἐγωισµὸ πρὸς
τοὺς φίλους της, διότι τὴν περίοδο ποὺ ἦταν ἄρρωστη τὴν εἶχαν ἐγκαταλείψει, δὲ
συνέχισε τὴν προηγούµενη ζωή της. Ἐγκατέλειψε τὴν πόλη καὶ ἐπέστρεψε µετὰ ἀπὸ ἕνα
χρόνο. Θέλησε νὰ µείνει ἄγνωστη καὶ γι᾿ αὐτὸ ἐγκαταστάθηκε στὰ τελευταῖα σπίτια
τῆς πόλης. Ἐκεῖ, γνωρίζει µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο τοὺς χριστιανοὺς τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας.
Ἀναπαύεται τόσο πολὺ ἀπὸ τὴν διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου (καὶ νουθεσιῶν κάποιου
µοναχοῦ ὀνόµατι Γερµανοῦ), ποὺ ἀµέσως βαπτίζεται χριστιανὴ (ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο
Θεόδοτο) καὶ µὲ τὴν
µετάνοιά της καθαρίζεται ἀπὸ τὰ ἔκτροπα τῆς
προηγούµενης ζωῆς. Ἀπὸ τότε ἀλλάζει ζωή. Δίνει τὴν περιουσία της στὰ ὀρφανὰ καὶ
τοὺς φτωχοὺς καὶ γίνεται πιστὴ ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου. Καὶ µάλιστα µέχρι
µαρτυρικοῦ θανάτου. Ἔτσι ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἔρχεται νὰ µᾶς θυµίσει τὰ αἰώνια λόγια
του Κυρίου µας: ὅτι «οἱ τελῶναι καὶ αἱ πόρναι προάγουσιν ὑµᾶς εἰς τὴν βασιλείαν
τοῦ Θεοῦ». Οἱ τελῶνες, δηλαδή, καὶ οἱ πόρνες, ποὺ στὴν ἀρχὴ ἔδειξαν ἀπείθεια στὸ
Νόµο τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ µετὰ µετενόησαν καὶ πίστεψαν ἔµπρακτα σ᾿ Αὐτόν, θὰ
προλάβουν στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐσᾶς, ποὺ µόνο στὰ λόγια πιστεύετε στὸ Θεό, ἐνῷ
στὴν πράξη εἶστε ἄπιστοι.
Ἡ Ὁσία Δοµνίνα ἡ Νέα
Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Κῦρο τῆς Συρίας καὶ
ἔζησε κατὰ τὸ πρῶτο µισό του 5ου αἰῶνα. Οἱ γονεῖς της, εὐσεβεῖς καὶ πλούσιοι, τὴν
εἶχαν ἀναθρέψει χριστιανικότατα, καὶ τῆς παρεῖχαν τὰ µέσα γιὰ ἐλεηµοσύνες καὶ ἄλλα
καλὰ ἔργα. Ὁ ἐπίσκοπος Θεοδώρητος, βλέποντας τὴν τόσο ζωντανὴ εὐσέβειά της, τὴν
ἐκτιµοῦσε πολὺ καὶ τὴν
χρησιµοποιοῦσε σὰν παράδειγµα στὶς
πλούσιες νέες, ποὺ νόµιζαν, ὅτι µποροῦσαν νὰ συµβιβάσουν τὴν χριστιανοσύνη τους
µὲ τὶς κοσµικὲς ἐπιδείξεις καὶ µαταιότητες. Καί, ὅσες φορὲς ἔβλεπε κόρη, ποὺ
ποθοῦσε νὰ ἀκολουθήσει τὸν Εὐαγγελικὸ δρόµο, τῆς συνιστοῦσε νὰ συναναστρέφεται
τὴν Δοµνίνα. Ἡ δὲ Δοµνίνα, καθοδηγοῦσε µὲ πολλή ἀδελφικὴ στοργὴ καὶ
ταπεινοφροσύνη, προσπαθώντας νὰ µὴ φαίνεται, ὅτι ὑπερτερεῖ, πολλὲς φορὲς
µάλιστα κάνοντας τὴν µικρότερη. Κατὰ τὰ δειλινά, ἡ Δοµνίνα συνήθιζε νὰ πηγαίνει
στὴ γειτονική της ἐκκλησία, ὅπου ἔκανε δεήσεις µέσα στὴ σιγὴ τοῦ ναοῦ. Ἔτσι, µὲ
τέτοιες ἅγιες ἀσχολίες, τελείωσε ἡ Δοµνίνα τὴν ζωή της καὶ πῆγε στὰ ἀθάνατα
σκηνώµατα, ποὺ ἀποτέλεσαν τὸ διαρκῆ καὶ διακαῆ πόθο της σ᾿ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς
ἐπίγειας ζωῆς της.
Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα
Ἔζησε στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα
Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας. Θερµὴ χριστιανή, ἐργαζόταν
γιὰ τὴν ἐξάπλωση τῆς πίστης µεταξὺ τῶν γυναικῶν τῆς εἰδωλολατρείας.
Καταγγέλθηκε καὶ ὁµολόγησε ἀµέσως τὴν θεάρεστη δραστηριότητά της. Τότε τὴν ὑποχρέωσαν
νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἀλλὰ ἡ Ἀντωνίνα ἀρνήθηκε σθεναρὰ καὶ µάλιστα συνηγόρησε
µπροστὰ στὸν ἔπαρχο ὑπὲρ τῆς χριστιανικῆς θρησκείας. Μετὰ ἀπὸ βασανιστήρια, τὴν
ἔριξαν σὲ σκοτεινὴ ἀποµόνωση
µὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ καµφεῖ τὸ φρόνηµά
της. Ὅταν τὴν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακή, ἡ Ἀντωνίνα ἀντέταξε τὴν ἴδια ἄρνηση στὶς
προτροπὲς καὶ τὶς ἀπειλὲς τοῦ κριτῆ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τότε τὴν ἔβαλαν µέσα
σ᾿ ἕνα σακὶ καὶ τὴν ἔριξαν µέσα στὴ λίµνη τῆς Νίκαιας, παίρνοντας ἔτσι τὸ ἀθάνατο
στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. (Ἡ µνήµη της ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 12η Ἰουνίου).
Οἱ Ἅγιοι Μάρκελλος καὶ Ἀντώνιος
Μαρτύρησαν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν µέσα στὴ
φωτιά.
Οἱ Ἅγιοι Σίλβεστρος καὶ Σωφρόνιος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Νεστοριανός
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Οἱ Ἅγιοι Χαρίσιος, Νικηφόρος καὶ Ἀγάπιος
Δὲν ὑπάρχει καµία πληροφορία γιὰ τὴν ζωή
τους.
Ὁ Ἅγιος Σίλβεστρος Πατριάρχης
Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ
Κανονάριο σελ. 36 ὡς ἑξῆς: «Ἐν τὴν Ἀναστάσει, τοῦ ἁγίου πατριάρχου Σιλβέστρου».
Ἡ πανήγυρή του γινόταν στὸν ναὸ τῆς Ἀναστάσεως, ἀλλὰ ἄγνωστο ποιᾶς πόλης
Πατριάρχης ἦταν ὁ Σίλβεστρος, ποὺ τὴν
µνήµη του γιορτάζει ἡ ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύµων.
Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος καὶ ὁ Ὅσιος Εὐδόκιµος
Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἦταν στὴ Σκήτη τοῦ Κολιτζοῦ
τῆς περιοχῆς Βατοπαιδίου. Ὅµως, σὲ µία ἐπιδροµή τοης οἱ Ἀγαρηνοὶ πειρατὲς τὸν αἰχµαλώτισαν
καὶ τὸν πούλησαν σὰν δοῦλο σ᾿ ἕναν ἄλλο Ἀγαρηνό. Αὐτὸς τὸν εἶχε δεµένο µὲ ἁλυσίδες,
γιὰ τὸν φόβο µὴν ἀποδράσει, καὶ τὸν χρησιµοποιοῦσε στὶς πιὸ σκληρὲς καὶ βαριὲς ἐργασίες.
Διὰ τῆς προσευχῆς καὶ κατὰ τὴν στιγµὴ ποὺ βρισκόταν στὴ φυλακή, ἡ Ὑπεραγία
Θεοτόκος τὸν ἐλευθέρωσε. Τότε ὁ Ὅσιος ἀµέσως γύρισε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὸν
Γέροντά του. Ἀλλ᾿ ὁ Γέροντας, µόλις τὸν εἶδε, τοῦ ἔκανε παρατήρηση διότι ἔφυγε
κρυφὰ χωρὶς τὴν ἔγκριση τοῦ κυρίου του, καὶ τοῦ εἶπε ἀµέσως νὰ γυρίσει πίσω. Ὁ Ὅσιος
Ἀγάπιος ἔκανε ὑπακοὴ καὶ ἐπέστρεψε στὸν Ἀγαρηνὸ κύριό του. Ἡ ἐνέργειά του αὐτὴ
συγκίνησε τὸν Ἀγαρηνό, µὲ ἀποτέλεσµα αὐτὸς καὶ οἱ δυὸ γιοί του, µαζὶ µὲ τὸν ὅσιο
Ἀγάπιο, νὰ ἔλθουν στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ νὰ γίνουν µοναχοί. Γιὰ δὲ τὸν ὅσιο Εὐδόκιµο,
βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 5η Ὀκτωβρίου.
Ὁ Ἅγιος Παρασκευὰς ὁ Τραπεζούντιος,
νεοµάρτυρας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς νεοµάρτυρας δὲν ἀναφέρεται ἀπὸ
τοὺς Συναξαριστές. Ἦταν ἀπὸ τοὺς προύχοντες τῆς Τραπεζούντας καὶ µαρτύρησε τὴν
1η Μαρτίου 1659 µὲ ἀπαγχονισµό. Τὸ σῶµα του παρέλαβαν οἱ χριστιανοὶ καὶ τὸ ἔθαψαν
στὸν ναὸ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Νύσσης. Κατόπιν ἀνακοµίσθηκε στὴ Μονὴ
Θεοσκεπάστου τῆς Τραπεζούντας.
Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ ὁσιοµάρτυρας
Ἄγνωστο ποὺ καὶ πότε µαρτύρησε, µᾶλλον ὅµως
ἐπὶ τῶν εἰκονοµάχων, ἀφοῦ οἱ
Συναξαριστὲς σηµειώνουν ὅτι ὑπὲρ τῶν ἁγίων
εἰκόνων διὰ τοῦ πυρὸς ἐτελειώθη.
Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ νεοµάρτυς (Ἀντρέγιεβνα)
(Ρωσίδα)
Διὰ Χριστὸν σαλή.
Ὁ Ἅγιος Danid (Οὐαλλός)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν
Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 02
●
Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Συγκλητικός
●
Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ἐπίσκοπος Κυρήνειας Κύπρου Ὁµολογητὴς καὶ Ἱεροµάρτυρας
●
Ὁ Ἅγιος Κόϊντος Ὁµολογητὴς καὶ Θαυµατουργός
●
Οἱ Ἅγιοι Νέστορας καὶ Τριβίµιος (ἢ Τριβιµίνος)
●
Ὁ Ἅγιος Τρωάδιος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν µαρτυρήσαντες
●
Ἡ Ἁγία Εὐθαλία ἡ Παρθενοµάρτυς
●
Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία
●
Ὁ Ἅγιος παπα-Νικόλας Πλανᾶς
●
Ὁ Ἅγιος Chad (Σκωτσέζος)
Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Συγκλητικός
Ἔζησε στὰ χρόνια του Γαλερίου Μαξιµιανοῦ,
στὶς ἀρχὲς τοῦ Δ´ αἰῶνα µ.Χ., καὶ κατεῖχε τὸ ἀξίωµα τοῦ Συγκλητικοῦ. Ὅταν
κηρύχθηκε ὁ διωγµὸς ἐνάντια στοὺς χριστιανούς, τοῦ προτείνεται νὰ σώσει τὴν ζωή
του καὶ τὶς τιµές του, ἀρνούµενος τὴν πίστη του. Ὁ Ἡσύχιος µὲ θάρρος καὶ ἠρεµία
ἐµµένει στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Μαξιµιανός,
ἀφοῦ δὲν µπόρεσε νὰ τὸν µεταπείσει µὲ
συµβουλές, ὑποσχέσεις καὶ ἀπειλές, ἀφαιρεῖ τὰ τιµητικά του σύµβολα καὶ τὸν
γελοιοποιεῖ µπροστὰ σ᾿ ὅλους τοὺς ἀξιωµατούχους. Ὁ Ἡσύχιος ἀτάραχος, ἀπάντᾳ µὲ
τὰ λόγια του Κυρίου: «Δόξαν παρὰ ἀνθρώπων οὐ λαµβάνω». Δηλαδή, δόξα ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους
δὲν ἐπιδιώκω νὰ πάρω. Ἐξοργισµένος ὁ Μαξιµιανός, διέταξε τὸ θάνατό του. Τότε
µία στρατιωτικὴ συνοδεία τὸν ὁδήγησε στὸν ποταµὸ Ὀρόντη. Ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν µεγάλη
πέτρα στὸ λαιµό, τὸν ἔριξαν στὸ πιὸ βαθὺ
µέρος. Ἔτσι παρέδωκε τὸ πνεῦµα του στὸ Θεὸ
τῆς δόξης, γιὰ νὰ τὸν δοξάσει καὶ Αὐτὸς στὴ µέλλουσα κρίση. Ἀλλὰ ἔδειξε καὶ σ᾿ ὅλους
ἐµᾶς δυὸ µεγάλες ἀρετές, τὴν καταφρόνηση τῆς κοσµικῆς δόξας καὶ τὴν θυσία τῆς
ζωῆς.
Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ἐπίσκοπος Κυρήνειας
Κύπρου Ὁµολογητὴς καὶ Ἱεροµάρτυρας
Ἔζησε στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου µ.Χ. αἰῶνα, ὅταν ἡ
εἰδωλολατρία κινδύνευε νὰ ἐκπνεύσει. Καὶ ζητοῦσε, ὅπως τὰ θανάσιµα πληγωµένα
θηρία, νὰ πέσει µὲ ὅσες δυνάµεις τῆς ἀπέµειναν, νὰ ἐξοντώσει τὴν Ἐκκλησία. Ὁ ἅγιος
Θεόδοτος, ἐπίσκοπος στὴν Κυρήνεια τῆς Κύπρου, µὲ τὸ µεγάλο ζῆλο του ὑπὲρ τῆς
χριστιανικῆς πίστης καὶ γιὰ τὶς κατακτήσεις ποὺ ἐπιτύγχανε µέσα στὸν εἰδωλολατρικὸ
κόσµο, προκάλεσε τὴν ὀργὴ τοῦ ἡγεµόνα Σαβίνου. Ἀφοῦ τὸν συνέλαβε, προσπάθησε νὰ
τὸν πείσει ν᾿ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του στὸ Χριστό. Ὁ Θεόδοτος ὄχι µόνο δὲν ἀρνήθηκε
τὴν πίστη του, ἀλλὰ καὶ µίλησε θαρραλέα στὸν ἡγεµόνα κατὰ τῆς εἰδωλολατρικῆς
πλάνης καὶ τὸν ἐξόρκισε ν᾿ ἀρνηθεῖ τοὺς ψεύτικους θεούς. Τότε ὁ Σαβίνος τὸν
βασάνισε σκληρά, ἀλλὰ µπροστὰ στὴν ἐξέγερση τοῦ χριστιανικοῦ πληθυσµοῦ,
φοβήθηκε καὶ διέταξε νὰ µεταφερθεῖ ὁ καταπληγωµένος Ἱεράρχης στὴ φυλακή. Ἀλλὰ
καὶ στὴ φυλακὴ ὁ Θεόδοτος δὲν
ἐγκατέλειψε τὸ ἔργο του. Βρῆκε ἀνθρώπους, ὅπου
τοὺς µετέδωσε τὴν ἀλήθεια καὶ ἔτσι ἔκανε µέσα στὴ φυλακὴ ἕνα µικρὸ ποίµνιο. Ἀργότερα,
ἐπὶ Μεγάλου Κων/νου ἐλευθερώθηκε καὶ συνέχισε µὲ περισσότερο ζῆλο τὸ ἔργο του.
Μετὰ δυὸ χρόνια ὅµως πέθανε, ἀφοῦ ἄφησε ἀλησµόνητο ὑπόδειγµα σὲ κλῆρο καὶ λαό.
(Ἡ µνήµη του - ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστὲς - περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται τὴν 17η
καὶ τὴν 19η Ἰανουαρίου).
Ὁ Ἅγιος Κόϊντος Ὁµολογητὴς καὶ
Θαυµατουργός
Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ. στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα
Λευκτίου Αὐρηλιανοῦ τοῦ Σιδηρόχειρα, καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Φρυγία. Εἰδωλολάτρης
πρίν, ἀλλὰ µὲ ἀγάπη πρὸς τὴν ἀλήθεια καὶ πόθο πρὸς τὴν ἀρετή, δὲν δυσκολεύτηκε
νὰ ἀσπασθεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη, ὅταν ἄκουσε τὴν διδασκαλία της καὶ εἶδε τὶς ἀρετὲς
τῶν πιστῶν της. Κάποτε λοιπόν, πῆγε σὲ κάποιο χωριό, τὴν Αἰολίδα, καὶ µοίραζε ἐλεηµοσύνη
στοὺς φτωχούς. Ὁ δὲ ἡγεµόνας Ῥοῦφος, τὸν συνέλαβε, καὶ ὅταν τόν διέταξε νὰ
θυσιάσει στὰ εἴδωλα ἀµέσως κατέλαβε τὸν ἡγεµόνα δαιµόνιο. Τότε ὁ Ἅγιος,
παρακάλεσε τὸν Θεὸ καὶ ὁ ἡγεµόνας ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ δαιµόνιο. Ὁ δὲ Ῥοῦφος, ὄχι
µόνο ἄφησε ἐλεύθερο τὸν Κόϊντο, ἀλλὰ τοῦ ἔδωσε καὶ πολλὰ δῶρα γιὰ τὸ εὐεργέτηµα
ποὺ τοῦ ἔκανε. Κατόπιν πῆγε σὲ µία ἄλλη πόλη, τὴν Κύµη, ὅπου µὲ τὴν βία οἱ εἰδωλολάτρες
τὸν εἰσήγαγαν σὲ εἰδωλολατρικὸ ναὸ προκειµένου νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Καὶ ἐπειδὴ
διὰ τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου ἔγινε σεισµὸς καὶ γκρεµίστηκε ὁ ναὸς τῶν εἰδώλων, ἔντροµοι
οἱ
εἰδωλολάτρες ἄφησαν ἐλεύθερο τὸν Ἅγιο. Μετὰ
40 µέρες, συνέλαβε τὸν Ἅγιο ὁ ἄρχοντας Κλέαρχος, ποὺ ἦταν φανατικὸς εἰδωλολάτρης
καὶ διέταξε νὰ συντρίψουν τὰ σκέλη τοῦ Μάρτυρα. Ὅταν δὲ ἔγινε αὐτό, ἀµέσως αὐτὰ
ἔγιναν σῶα καὶ ὑγιῆ, µὲ τὴν δύναµη τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ὁ Κόϊντος πήγαινε
σὲ διάφορες πόλεις καὶ χωριά, γιὰ 10 ὁλόκληρα χρόνια καὶ γιάτρευε κάθε ἀσθένεια
καὶ βοηθοῦσε τοὺς φτωχούς. Ἔτσι,
µὲ τέτοια θαύµατα καὶ θεάρεστα ἔργα ποὺ ἔπραξε,
παρέδωσε τὴν µακάρια ψυχή του στὸν Κύριο. (Ἡ µνήµη του περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται
καὶ τὴν 2α Ἰουλίου).
Οἱ Ἅγιοι Νέστορας καὶ Τριβίµιος (ἢ
Τριβιµίνος)
Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παµφυλίας. Στὰ
χρόνια του βασιλιᾶ Δεκίου (249-251) καταγγέλθηκαν ὅτι ἦταν χριστιανοὶ καὶ
µαστιγώθηκαν σκληρὰ µὲ µαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιοῦ. Ἔπειτα τοὺς κρέµασαν καὶ τοὺς
ἔσχισαν µέχρι τὰ σπλάχνα. Ἐπειδὴ ὅµως ἔµειναν ἀµετακίνητοι στὴν πίστη τους, ἀποκεφαλίστηκαν
καὶ ἔτσι πῆραν τὰ στεφάνια τοῦ µαρτυρίου. (Πολὺ πιθανό, ὁ Ἅγιος Νέστορας, νὰ εἶναι
ὁ ἴδιος µε αὐτὸν τῆς 28ης Φεβρουαρίου, διότι οἱ βιογραφίες τους συµπίπτουν).
Ὁ Ἅγιος Τρωάδιος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν
µαρτυρήσαντες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους στὰ χρόνια του
βασιλιᾶ Δεκίου (249-251).
Ἡ Ἁγία Εὐθαλία ἡ Παρθενοµάρτυς
Ἡ Ἅγια Εὐθαλία ζοῦσε στὴ Σικελία καὶ εἶχε
µητέρα αἱµορροοῦσα, ποὺ ὀνοµαζόταν καὶ αὐτὴ Εὐθαλία. Κάποτε λοιπὸν ἡ µητέρα
της, εἶδε στὸ ὄνειρό της τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες Ἀλφειό, Φιλάδελφο καὶ Κυπρῖνο, ποὺ
τὴν µνήµη τους γιορτάζουµε στὶς 10 Μαΐου, οἱ ὁποίοι τῆς εἶπαν: «Ἂν πιστέψεις στὸν
Χριστὸ καὶ βαπτισθεῖς, θὰ γιατρευτεῖς καὶ θὰ σωθεῖς. Ἂν ὅµως ὄχι, τότε φύγε
µακριά µας». Ὅταν ξύπνησε ἡ µητέρα Εὐθαλία
πείστηκε απὸ τὰ λόγια τῶν Ἁγίων Μαρτύρων. Ἔτσι,
µαζὶ µὲ τὴν θυγατέρα της Εὐθαλία, πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκαν. Ὑπῆρχε ὅµως
καὶ ὁ γιός της Σερµιλιανός, ὁ ὁποῖος κόντεψε νὰ τὴν πνίξει, µόλις ἔµαθε ὅτι ἡ
µητέρα του ἔγινε χριστιανή. Γλύτωσε
τὸ βέβαιο θάνατο, µὲ τὴν βοήθεια κάποιας ὑπηρέτριας
καὶ ἔφυγε. Ἡ δὲ θυγατέρα της, ἡ Ἁγία Εὐθαλία, ἔκανε δριµύτατη παρατήρηση στὸν ἀδελφό
της, ποὺ θέλησε νὰ σκοτώσει τὴν µητέρα τους. Αὐτὸς δὲ τῆς εἶπε: «Μήπως καὶ σὺ εἶσαι
Χριστιανή;». Ἡ Ἁγία ἀποκρίθηκε: «Ναί, Χριστιανὴ εἶµαι καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ εἶµαι ἕτοιµη
νὰ πεθάνω πρόθυµα». Τότε ὁ αἰσχρὸς ἀδελφός της, ἀφοῦ τὴν ἔδειρε δυνατά, ἔπειτα
τὴν παρέδωσε
σ᾿ ἕναν δοῦλο του νὰ τὴν βιάσει.
Προσευχοµένη τότε ἡ Ἁγία τύφλωσε τὸν δοῦλο. Ὁ δὲ ἀδελφός της µόλις εἶδε τὸ γεγονός,
σὰν ἄλλος Κάϊν, ἀποκεφάλισε τὴν ἀδελφή του καὶ ἔτσι ἡ µακαρία πῆρε τὸ ἀµάραντο
στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. (Σὲ κάποιον κώδικα Νὸ 73 τῆς Μονῆς Παναγίας στὴ Χάλκη, ἡ
µνήµη τῆς ἁγίας φέρεται κατὰ τὴν 27η Αὐγούστου).
Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Ἴσως νὰ εἶναι οἱ ἴδιοι
µε αὐτοὺς τῆς 9ης Ὀκτωβρίου).
Ὁ Ἅγιος παπα-Νικόλας Πλανᾶς
Γεννήθηκε στὴ Νάξο τὸ 1851 ἀπὸ τὸν Ἰωάννη
Πλανᾷ καὶ τὴν Αὐγουστίνα Μελισσουργοῦ-Πλανᾷ. Ἀπὸ µικρὸ παιδὶ ἀφιερώθηκε στὰ θεῖα
καὶ τὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ 12 χρονῶν ὑπῆρξε ὑπηρέτης τοῦ Ἱεροῦ, σήκωνε
τὰ ἁγία ἑξαπτέρυγα, ἀγρυπνοῦσε στὶς ὁλονυκτίες, καὶ ἀπὸ τῆς ἡλικίας ἐκείνης εἶχε
ἐκδηλωθεῖ τὸ φιλέσπλαχνο τοῦ χαρακτῆρα του καὶ τὰ ἀλτρουιστικά του αἰσθήµατα. Τὸ
ψωµὶ ποὺ τοῦ ἔδινε ἡ µητέρα του, τὸ µοιραζόταν µὲ τὰ ἄλλα παιδιὰ τοῦ χωριοῦ
του, καὶ πολλὲς φορὲς εἶχε δώσει καὶ τὰ ῥοῦχα του ἀκόµα στὰ φτωχὰ παιδιά. Τὴ
δεκαετία 1870-1880 ἦλθε στὴν Ἀθήνα. Ὅπου στὶς 4 Ἀπριλίου, τῶν Μυροφόρων,
παντρεύτηκε τὴν Ἑλένη Προβελεγγίου ἀπὸ τὰ Κύθηρα. Καὶ τὸ 1880 ἀπέκτησε ἕνα παιδὶ
τὸν Ἰωάννη. Ἡ γυναῖκα του, µετὰ ἀπὸ λίγο πέθανε. Τὸ 1879 ὅµως, 22 Ἰουλίου,
χειροτονήθηκε διάκονος στὴ Μεταµόρφωση τοῦ Σωτῆρος στὴν Πλάκα καὶ τὸ 1884
χειροτονήθηκε Ἱερέας στὸ ναΐδριο τοῦ Προφήτη Ἐλισσαίου κοντὰ στὸν Παλαιὸ Στρατῶνα,
ὅπου ἔψαλλε κάθε Κυριακὴ ὁ ἀείµνηστος διηγηµατογράφος Ἀλέξανδρος Παπαδιαµάντης.
Λειτούργησε στὸν ναὸ τῆς Μεταµορφώσεως λίγο διάστηµα, καὶ κατόπιν τοποθετήθηκε
στὸ τότε ἐξωκλῆσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Προδρόµου, µετόχι τῆς Μονῆς Σινᾶ. Ἡ ζωή του ὑπῆρξε
πραγµατικὰ ζωὴ καλοῦ Σαµαρείτη. Πολλὲς οἱ ἀγαθοεργίες του καὶ τὰ θαύµατά του
(ποὺ γιὰ εὐνόητους
λόγους δὲν µποροῦν νὰ παρατεθοῦν στὸ ἐν
λόγῳ Ἁγιολόγιο, µπορεῖ ὅµως ὁ ἀναγνώστης νὰ βρεῖ πολλὲς ἐκδόσεις µὲ πλήρη τὴν
βιογραφία του). Πέθανε στὶς 2
Μαρτίου 1932 στὴν Ἀθήνα καὶ τὸν ἔθαψαν
µπροστὰ στὸν Ἁη Γιάννη τοῦ Ἀγροῦ, ὅπου ὑπηρετοῦσε 50 χρόνια συνέχεια. Ἁγιοποιήθηκε
τὸ 1992.
Ὁ Ἅγιος Chad (Σκωτσέζος)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν
Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 03
●
Οἱ Ἅγιοι Εὐτρόπιος, Κλεόνικος καὶ Βασιλίσκος
●
Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἱεροµάρτυρας, πρεσβύτερος Ἀντιοχείας
●
Οἱ Ὅσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος
●
Ἡ Ὁσία Πιαµοῦν ἡ Παρθένος
●
Ὁ Προφήτης Ἰωὰδ ἢ Ἰωήλ
●
Ἡ Ὁσία Ἀλεξάνδρα ἡ ἐξ Ἀλεξανδρείας (4ος αἰ.)
Οἱ Ἅγιοι Εὐτρόπιος, Κλεόνικος καὶ
Βασιλίσκος
Ἡ καταγωγὴ αὐτῶν τῶν τριῶν πνευµατικῶν
βλασταριῶν ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀµάσεια τοῦ Πόντου (ὁρισµένοι συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι
ἦταν καὶ συγγενεῖς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος). Ὅταν ὁ Διοκλητιανὸς ἐξαπέλυσε
ἄγριο διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἔπαρχος Ἀσκληπιοδότης ἀµέσως τοὺς συνέλαβε
καὶ τοὺς ἀνέκρινε ἂν πράγµατι ἦταν χριστιανοί. Καὶ οἱ τρεῖς, χωρὶς κανένα
δισταγµό, ὁµολόγησαν Χριστὸν Ἐσταυρωµένον. Ἀµέσως, ὁ ἔπαρχος διέταξε νὰ τοὺς
βασανίσουν ἀνελέητα. Τὰ βασανιστήρια δὲν ἐπηρέασαν καθόλου τὸ θάῤῥος καὶ τὴν
συνείδησή τους. Ἐνῷ τοὺς ἔδερναν καὶ τοὺς ἔκαιγαν ἀλύπητα, αὐτοὶ ζητοῦσαν τὴν
βοήθεια τοῦ Χριστοῦ καὶ Τὸν ὑµνοῦσαν. Ἔτσι, οἱ µὲν Εὐτρόπιος καὶ Κλεόνικος
πέθαναν µὲ σταυρικὸ θάνατο, ὁ δὲ Βασιλίσκος, ἀφοῦ φυλακίστηκε, πέθανε µετὰ ἀπὸ
µύριες στερήσεις καὶ κακουχίες, χωρὶς νὰ καµφθεῖ τὸ φρόνηµά του καθόλου.
Παρέµεινε µέχρι τελευταίας πνοῆς πιστὸς στὸ Χριστό. Μ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ οἱ
τρεῖς τεκµηρίωσαν τὰ θεόπνευστα λόγια τοῦ
Ἰωάννη στὴν Ἀποκάλυψη, ὅτι «οὐκ ἤγαπησαν τὴν
ψυχὴν αὐτῶν ἄχρι θανάτου». Γιὰ τὴν
µαρτυρία δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ
δὲν ἀγάπησαν τὴν ζωή τους, ἀλλὰ
τὴν περιφρόνησαν µέχρι θανάτου.
Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἱεροµάρτυρας,
πρεσβύτερος Ἀντιοχείας
Ἦταν τὰ θλιβερὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ
παραβάτη, ποὺ ὁ ἀσεβὴς αὐτὸς αὐτοκράτορας ἐξεδίωκε τὴν Ἐκκλησία, προσπαθώντας
ν΄ ἀναστηλώσει τὴν εἰδωλολατρία. Οἱ διωγµοὶ αὐτοὶ βέβαια, ἐπεκτάθηκαν καὶ στὴν Ἀντιόχεια
τὴν Μεγάλη. Πολλοὶ ὅµως ἀπὸ τοὺς κληρικούς της, ἔµειναν ἀκλόνητοι στὴν παράταξή
τους, προστατεύοντας καὶ ἐνθαῤῥύνοντας τὸ ποίµνιο µὲ τὴν παρουσία τους. Μεταξὺ
τῶν ἡρῴων αὐτῶν ἦταν καὶ ὁ Θεοδώρητος. Συνελήφθη λοιπὸν ἀπὸ τὸν ἔπαρχο τῆς
πόλης (Ἰουλιανὸ ὀνοµαζόµενο, ποὺ κατὰ τὸν Σ. Εὐστρατιάδη ἦταν θεῖος τοῦ Ἰουλιανοῦ
τοῦ Παραβάτη), ἀλλὰ διατήρησε ὅλη τὴν ἀκεραιότητα τοῦ θάῤῥους του. Ὁ ἔπαρχος στὴν
ἀρχὴ τὸν περιποιήθηκε. Καὶ τόνισε τὴν µεγάλη ἀξία τοῦ Θεοδωρήτου, τὴν εὐφυΐα καὶ
τὴν παιδεία του. Κατέληξε δὲ προτρέποντας τὸν Θεοδώρητο νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸ Χριστό,
καὶ νὰ προσέλθει στὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων. Ὁ Θεοδώρητος τὸν ἄκουσε µὲ ὑποµονή,
καὶ κατόπιν µεταξὺ ἄλλων εἶπε στὸν ἔπαρχο: «Πῶς νὰ προδώσω τὴν ἀλήθειαν, πῶς νὰ
λιποτακτήσω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησίαν τῆς πίστεως
καὶ τῆς ζωῆς, πῶς νὰ ἀφήσω τὴν χριστιανικὴν ἐλπίδα, τὴν χύνουσαν τόσον φῶς καὶ
τόσην παρηγοριὰν εἰς τοὺς ζοφώδεις ὁρίζοντας τοῦ βίου, πῶς νὰ φανῶ τόσον ἀχάριστος
πρὸς τὸν Χριστόν µου, ὁ ὁποῖος ὑπὲρ ἐµοῦ ἔχυσε τὸ αἷµα του; Εἶµαι καὶ θὰ µείνω
χριστιανός». Ὁ ἔπαρχος, ἐξεπλάγη µὲν ἀπὸ τὸ θάῤῥος του, διέταξε ὅµως καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.
Οἱ Ὅσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.
Ἡ Ὁσία Πιαµοῦν ἡ Παρθένος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἔζησε τὸν 4ο
αἰῶνα µ.Χ. Νωρὶς στερήθηκε τὸν πατέρα της, ἀλλὰ ἡ µητέρα της τὴν ἀνέθρεψε καὶ τὴν
πότισε µὲ τὰ νάµατα τῆς χριστιανικῆς εὐσέβειας. Μητέρα καὶ κόρη δόθηκαν µὲ ὅλη
τους τὴν καρδιὰ σὲ ἔργα εὐσπλαχνίας καὶ φιλαδελφίας. Μὲ τὸ µικρὸ τοὺς εἰσόδηµα
καὶ µὲ κόπους τῶν χεριῶν τους, παρηγοροῦσαν ἀσθενεῖς καὶ θλιβοµένους. Ἐπίσης
στήριζαν τὴν κλονισµένη πίστη τῶν γυναικῶν καὶ ἡ διαγωγὴ τους ἐνέπνεε ἀγάπη καὶ
σεβασµό. Ὅταν πέθανε ἡ µητέρα της, ἡ Πιαµοῦν αὔξησε τοὺς κόπους της στὶς ὑπηρεσίες
τῶν εὐαγγελικῶν ἀγαθῶν. Ἡ ἁγιότητά της εἶχε φθάσει καὶ σὲ ἄλλες πόλεις. Κάποτε
µάλιστα, κατάφερε µόνη της νὰ σώσει τὴν γενέτειρα πόλη της ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, ὅταν
δήλωσε σ΄ αὐτοὺς τὸ ὄνοµά της. Στὸ ἄκουσµα ἐκεῖνοι θυµήθηκαν τὸν Θεὸ καὶ ἀποχώρησαν
εἰρηνικά. Ἡ Ἁγία πέθανε
µέσα σὲ ἄπειρες εὐλογίες καὶ γενικὸ ἦταν τὸ
πένθος τὴν ἡµέρα τῆς κηδείας της.
Ὁ Προφήτης Ἰωὰδ ἢ Ἰωήλ
Περιττῶς ἐδῶ ἐπαναλαµβάνεται ἡ µνήµη του.
Βλέπε βιογραφία του τὴν 30η Μαρτίου,
ὅπου καὶ ἡ κυρίως µνήµη του.
Ἡ Ὁσία Ἀλεξάνδρα ἡ ἐξ Ἀλεξανδρείας (4ος αἰ.)
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 04
●
Ὁ Ἅγιος Γεράσιµος ὁ Ἰορδανίτης
●
Οἱ Ἅγιοι Παῦλος καὶ Ἰουλιανή
●
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Ἀκάκιος καὶ Στρατόνικος
●
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Κύπρου
●
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Ἄσσου τῆς Ἀνατολῆς
Ὁ Ἅγιος Γεράσιµος ὁ Ἰορδανίτης
Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς στὴ Λυκία, τὸν
7ο µετὰ Χριστὸν αἰῶνα. Ὁ σατανάς, ὅµως, τοῦ ἔπαιξε πονηρὸ παιγνίδι. Κατάφερε καὶ
τὸν παρέσυρε στὴν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν. Ἀλλ΄ ὁ Θεός, ποὺ γνώριζε τὶς ἀγαθές
του προθέσεις, εὐδόκησε νὰ λάµψει στὸ πνεῦµα του ἡ ἀλήθεια. Ὅταν κάποτε ἐπισκέφθηκε
τὸν Ἅγιο Εὐθύµιο, ποὺ ἦταν βαθὺς γνώστης τῶν Γραφῶν, καὶ τὸν ἄκουσε µὲ ταπεινὸ
φρόνηµα, κατάφερε καὶ
ἀναγνώρισε τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια. Σὰν
χαρακτῆρας, ὁ Γεράσιµος ἦταν πολὺ αὐστηρός
µε τὸν ἑαυτό του. Ἔτρωγε καὶ κοιµόταν
τόσο, ὅσο χρειαζόταν. Ἔλεγε, µάλιστα, ὅτι
ὁποῖος θέλει νὰ ζήσει περισσότερο, πρέπει
νὰ κοιµᾶται λιγότερο. Ὄχι µόνο διότι ὁ
πολὺς ὕπνος κάνει τρυφηλό, ἄρα ἀνίσχυρο
στοὺς κόπους τὸ σῶµα, καὶ πολὺ εὐάλωτο
στὶς ἀσθένειες, ἀλλὰ καὶ διότι ζωὴ εἶναι
κυρίως τὸ µέρος τοῦ χρόνου ποὺ ἔχουµε
συνείδηση. Πότε αὐτὸ συµβαίνει; Ὅταν εἴµαστε
ξύπνιοι. Καὶ πρόσθετε: «Εἶπαν οἱ σοφοὶ
τὸν ὕπνο ἀδελφὸ τοῦ θανάτου. Θέλεις λοιπὸν
νὰ βρίσκεσαι περισσότερα χρόνια στὴ
ζωή; Μεῖνε λιγότερες ὧρες στὸ κρεβάτι σου.
Διότι αὐτὸ εἶναι ἕνα εἶδος φερέτρου καὶ
ἐµποδίζει ἀπὸ τὴν ἐνέργεια, ποὺ εἶναι ἡ
θεµελιώδης βάση τῆς ζωῆς». Ἀργότερα ὁ
Γεράσιµος, κοντὰ στὸν Ἰορδάνη, ἵδρυσε
κοινοβιακὴ ἀδελφότητα, ὅπου ὅλοι µαζὶ ἦταν
µία ψυχὴ καὶ µία καρδιά. (Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ,
ὅτι τὰ στοιχεῖα, ἀπὸ τοὺς
Συναξαριστές, γιὰ τὸν χρόνο ποὺ ἔζησε ὁ Ἅγιος
Γεράσιµος, στεροῦνται ἱστορικῆς
βάσεως, διότι ὁ Μέγας Εὐθύµιος µὲ τὸν ὁποῖο
συναντήθηκε ὁ Ἅγιος Γεράσιµος, ἔζησε
τὸν 5ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ ὄχι τὸν 7ο ποὺ ὑποτίθεται
ὅτι γεννήθηκε ὁ Ἅγιος Γεράσιµος.
Ἑποµένως ὁ χρόνος τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου
Γερασίµου, παρατίθεται ἐδῶ µὲ ἐπιφύλαξη).
Οἱ Ἅγιοι Παῦλος καὶ Ἰουλιανή
Ἔζησαν στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ.
Πατρίδα τους ἦταν ἡ Πτολεµαΐδα, καὶ εἶχαν εὐσεβεῖς γονεῖς, ποὺ τοὺς ἀνέθρεψαν µὲ
πολλὴ εὐσέβεια καὶ ἔνθερµη ἀφοσίωση πρὸς τὴν στρατευόµενη Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Παῦλος, µεγαλύτερος τῆς ἀδελφῆς του Ἰουλιανῆς, ὅταν καταρτίστηκε καλὰ γύρω ἀπὸ
τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια, ἐπεδίωκε συναναστροφὲς εἰδωλολατρῶν συνοµηλίκων του, µὲ
τὴν προοπτικὴ νὰ τοὺς φέρει πρὸς τὸ χριστιανικὸ φῶς. Τὸ παράδειγµά του ἀκολούθησε
καὶ ἡ ἀδελφή του.Ὅταν ὅµως ὁ αὐτοκράτωρ Αὐρηλιανὸς ἦλθε στὴν Πτολεµαΐδα, οἱ ἐκεῖ
εἰδωλολάτρες, κατήγγειλαν τοὺς δυὸ χριστιανοὺς ἀδελφούς, ὅτι ἦταν πολὺ θρασεῖς
καὶ προσβλητικοὶ ἐναντίον τῶν εἰδώλων. Ὁ αὐτοκράτωρ τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς
διέταξε ν΄ ἀπαρνηθοῦν
τὸ Χριστό. Τὰ δυὸ ἀδέλφια ἀπάντησαν, ὅτι ἡ
ψυχή τους καὶ ἡ θρησκευτική τους συνείδηση ἀνήκουν στὸ Χριστό, καὶ ὅτι µόνο ἀπ΄
Αὐτὸν µποροῦσαν νὰ παίρνουν
τέτοιου εἴδους διαταγές. Ἀκολούθησε τότε ἐναντίον
τους, σειρὰ ἀνεκδιήγητων σκληρῶν βασανισµῶν. Ὑπέµειναν ὅµως µὲ καταπληκτικὸ θάῤῥος
καὶ ἀλύγιστη καρτερία, τόση, ὥστε καὶ αὐτοὶ οἱ δήµιοί τους Κοδρᾶτος, Ἀκάκιος καὶ
Στρατόνικος, ἀφοῦ πέταξαν τὰ βασανιστικὰ ὄργανα, ἔπεσαν στὰ πόδια τοὺς ὁµολογώντας
τὸ Χριστό. Ὅµως, νέοι
δήµιοι ξέσχισαν τὰ σώµατα τῶν µαρτύρων µὲ
σιδερένια ὄργανα καὶ ἔτσι ἔλαβαν
µαρτυρικὸ θάνατο. (Ἡ µνήµη τους περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται
τὴν 17η Αὐγούστου καὶ
τὴν 27η ἢ 28η Μαΐου ἀπὸ ὁρισµένους
Συναξαριστές).
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Ἀκάκιος καὶ Στρατόνικος
Αὐτοὶ ἦταν δήµιοι στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Αὐρηλιανοῦ
(270-275). Πίστεψαν στὸν Χριστὸ κατὰ τὸ µαρτύριο τῶν Ἁγίων Παύλου καὶ Ἰουλιανῆς
στὴν Πτολεµαΐδα, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ ἀποκεφαλιστοῦν.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Κύπρου
Στὸν Πατµιακὸ κώδικα 266 ἡ µνήµη του
συνοδεύεται µὲ αὐτὴ τοῦ Ἀδριανοῦ, καὶ λέγεται ἐπίσκοπος Κωνσταντίας τῆς Κύπρου.
Ἴσως καὶ ὁ Ἀδριανὸς αὐτός, ποὺ δὲν
µνηµονεύεται πουθενὰ ἀλλοῦ, νὰ ἦταν καὶ αὐτὸς
ἐπίσκοπος Κύπρου. Ὁ ἅγιος
Γρηγόριος ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ (κατὰ τὸν DeΙ.
5 Μαρτίου).
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Ἀσσου τῆς Ἀνατολῆς
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη, ἀπὸ τὸ χωριὸ Ἀκόρνη
(1150µ.Χ.), ποῦ βρίσκεται κοντὰ στὴν Ἱερὰ (ἀρχαία πόλη τῆς Λέσβου, ποὺ ἐρείπιά
της βρίσκονται στὸ βόρειο ἄκρο τῆς δυτικῆς πλευρᾶς τοῦ στοµίου τοῦ κόλπου τῆς
Γέρας). Εἶχε γονεῖς εὐσεβεῖς τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Μαρία, ποὺ παρακαλοῦσαν τὸν Θεὸ
µὲ δάκρυα νὰ τοὺς δώσει παιδί. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὶς προσευχές τους καὶ τοὺς ἔδωσε
ἕνα ἀγοράκι ποὺ τὸ ὀνόµασαν Γεώργιο (τὸν µετέπειτα Γρηγόριο). Καὶ τὸ µεγάλωναν
µὲ µεγάλη ἐπιµέλεια, µαθαίνοντάς του τὰ θεῖα καὶ ἱερὰ γράµµατα. Κατόπιν γιὰ νὰ
συµπληρώσει τὶς σπουδές του πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου γνωρίστηκε µὲ τὸν Ἱεροµόναχο
Ἀγάθωνα, ἡγούµενο σ΄ ἕνα ἀπὸ τὰ µοναστήρια τῆς Ἀνατολῆς. Ἀργότερα ὁ Γρηγόριος πῆγε
στὸ µοναστήρι τοῦ Ἀγάθωνα καὶ ἔµεινε κοντά του τρία χρόνια, ἀσκούµενος στὴν ἀρετή.
Ἔπειτα ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε γιὰ προσκύνηµα στὰ Ἱεροσόλυµα,
καὶ προχώρησε στὰ ἡσυχαστήρια τοῦ Ἰορδάνη, ὅπου ἔγινε µοναχὸς καὶ ἀργότερα Ἱεροµόναχος.
Μὲ τὶς συστάσεις τοῦ Ἀγάθωνα, ἔγινε ἐπίσκοπός της Ἄσσου τῆς Μυσίας, ποὺ ἀπεῖχε ἕνα
χιλιόµετρο ἀπὸ τὴν ἀκτὴ τοῦ Ἀδραµυτηνοῦ κόλπου. Ἐκεῖ ὁ Γρηγόριος ἔδωσε ὅλο του
τὸν ἑαυτό, γιὰ τὴν πνευµατικὴ ἀναβάθµιση τῆς ἐπισκοπῆς του. Ἀλλ΄ οἱ
κακοµαθηµένοι καὶ φθονεροὶ πρόκριτοι τῆς πόλης, τὸν ἀνάγκασαν νὰ παραιτηθεῖ. Στὴν
ἀρχὴ πῆγε στὴν Τένεδο, ὅπου ἡσύχασε γιὰ ἀρκετὸ καιρὸ σὲ µία Μονή. Ἀργότερα ἀφοῦ
πέρασε ἀπὸ τὴν
πατρίδα του, κατέληξε στὸ ὄρος Πρηῶν τῆς
Δ. Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου ἵδρυσε ἡσυχαστήριο καὶ κατόπιν ναὸ στὸ ὄνοµα τῆς
Θεοτόκου. Ἐκεῖ λοιπόν, µὲ µία µικρὴ συνοδεία περνοῦσε τὸν καιρό του µὲ προσευχὴ
καὶ λατρεία. Κάποτε- κάποτε κατέβαινε στὶς πόλεις καὶ κήρυττε τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸν Κύριο ὁ ταπεινόφρων Γρηγόριος.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 05
●
Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Ἴσαυρος
●
Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Κηπουρός
●
Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητὴς καὶ Θαυµατουργός
●
Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀθηναῖος
●
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος
●
Ὁ Ἅγιος Εὐλάµπιος
●
Ὁ Ἅγιος Ἀρχέλαος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν 152 Μάρτυρες
●
Οἱ Ἅγιοι Φώτιος καὶ Κύριλλος
●
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Βουλγαρία
●
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν Ραψάνη
Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Ἴσαυρος
Ὁ Ἅγιος Κόνων ἔζησε στὰ ἀποστολικὰ χρόνια
καὶ καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ (τὴ Βιδανή) τῆς Ἰσαυρίας. Οἱ γονεῖς του Νέστωρ καὶ
Νάδα στὴν ἀρχὴ ἦταν εἰδωλολάτρες. Ἀλλ᾿ ἔπειτα δέχθηκαν τὴν χριστιανικὴ πίστη,
µαζὶ µὲ τὸν ὡραῖο, ἔφηβο τότε, γιό τους. Ὁ Κόνων νυµφεύθηκε µία χριστιανὴ κόρη
(τὴν Ἄννα), µέσα ἀπὸ τὸ χριστιανικὸ ὅµιλο τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ
συµφώνησαν καὶ οἱ δυὸ νὰ ζοῦν σὰν ἀδέλφια καὶ νὰ ἀφιερωθοῦν στὴ διάδοση τῆς
χριστιανικῆς ἀλήθειας. Οἱ εἰδωλολάτρες συµπολῖτες τοῦ Κόνωνα ἔβλεπαν µὲ πολὺ
δυσαρέσκεια τὶς χριστιανικές του δραστηριότητες. Ἔφεραν τοὺς πιὸ δυνατοὺς στὸ
λόγο ἐθνικοὺς γιὰ νὰ τὸν ἀποστοµώσουν, ἀλλὰ αὐτὸς µὲ τὸ φωτισµὸ τοῦ Ἁγίου
Πνεύµατος, τοὺς φίµωνε. Ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ ἀπὸ ἐγωισµὸ γίνονταν
χειρότεροι. Μία µέρα, πῆγε σ᾿ ἕναν εἰδωλολατρικὸ
ναὸ καὶ ἔκανε γιὰ τὴν ἰδιαίτερη αὐτὴ περίσταση αὐτὸ ποὺ λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ:
«Διὰ πάσης προσευχῆς καὶ δεήσεως, προσευχόµενοι ἐν παντὶ καιρῷ ἐν Πνεύµατι». Νὰ
παρακαλεῖτε, δηλαδή, τὸ Θεό, µὲ κάθε εἶδος προσευχῆς καὶ αἴτησης. Νὰ
προσεύχεσθε σὲ κάθε καιρό, µὲ τὸ φωτισµὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος. Προσευχήθηκε,
λοιπόν, καὶ ὁ Κόνων στὸ Χριστό, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ γίνει κοµµάτια τὸ εἴδωλο τοῦ
ναοῦ. Φωνὴ θρηνώδης ἀκούστηκε ἀπ᾿ ὅλους καὶ ὁµολόγησαν
τὸ Χριστὸ ὡς Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ὁ Κόνων µὲ
τὰ ἔργα του, καὶ κυρίως µὲ τὴν προσευχή, πέτυχε νὰ σωθοῦν πολλὲς ψυχὲς ἀπὸ τὴν
εἰδωλολατρία. Ἄλλη δὲ µαρτυρία ἀναφέρει, ὅτι ἐπὶ ἡγεµόνος τῆς Ἰσαυρίας Μάγνου,
συνελήφθη καὶ κακοποιήθηκε. Ἀλλ᾿ οἱ χριστιανοὶ ποὺ φωτίστηκαν ἀπὸ τὸν Ἅγιο, ἔτρεξαν
ἐπὶ τόπου καὶ ἀπείλησαν νὰ σκοτώσουν τὸν ἡγεµόνα, ὁ ὁποῖος φοβήθηκε, ἔφυγε καὶ ἄφησε
ἐλεύθερο τὸν Κόνωνα. Μετὰ τὸ περιστατικὸ αὐτό, ἔζησε ἀλλὰ δυὸ χρόνια καὶ ἀπεβίωσε
εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Κηπουρός
Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ
τὴν Ναζαρέτ. Ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν πατρίδα του καὶ πῆγε στὴν πόλη Μάνδρα τῆς
Παµφυλίας, καὶ ἔµενε σὲ κάποια
τοποθεσία ποὺ ὀνοµαζόταν Κάρµηλα ἢ
Κάρµενα. Ἐκεῖ καλλιεργοῦσε κῆπο, φυτεύοντας διάφορα λάχανα γιὰ νὰ ἐξοικονοµήσει
τὰ ἀναγκαῖα της ζωῆς. Ἦταν τόσο ἀκέραιος στὸ φρόνηµά του καὶ ἁπλός, ὥστε ὅταν
συνάντησε ἐκείνους ποὺ εἶχαν διαταγὴ νὰ τὸν συλλάβουν καὶ εἶδε ὅτι τὸν χαιρετοῦσαν,
ἀνταποκρίθηκε καὶ αὐτὸς µὲ ὅλη του τὴν καρδιά. Ὅταν τοῦ εἶπαν ὅτι τὸν καλεῖ ὁ ἡγεµόνας
Πούπλιος, ἐκεῖνος ἀπάντησε: «Τί χρειάζοµαι ἐγὼ στὸν ἡγεµόνα, τὴν στιγµὴ µάλιστα
ποῦ εἶµαι χριστιανός; Ἂς καλέσει καλύτερα τοὺς ὁµοϊδεάτες του». Τότε δεµένο τὸν
ἔφεραν στὸν ἡγεµόνα, ποὺ τὸν παρακινοῦσε µὲ τὴν βία νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Μὲ
βαριὰ καρδιὰ ὁ Ἅγιος, ἔβρισε τὸν τύραννο καὶ τοῦ εἶπε ὅτι εἶναι ἀληθινὸς
χριστιανὸς καὶ ὅσα βασανιστήρια νὰ τοῦ
κάνουν δὲν θὰ ἀλλαξοπιστήσει. Ἀµέσως τότε
κάρφωσαν τὰ πόδια του καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ τρέχει µπροστὰ ἀπὸ τὴν ἅµαξα τοῦ ἡγεµόνα
µέχρι ποὺ ξεψύχησε. Ἔτσι ἔλαβε τὸ αἰώνιο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.
Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀσκητὴς καὶ Θαυµατουργός
Ἦταν Ἀθηναῖος καὶ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα µ.Χ.
Στὴν Ἀθήνα ἔλαβε ἀξιόλογη µόρφωση, καὶ
µαζὶ µὲ τὴν ἐπίδοσή του στὴν ἑλληνικὴ
φιλοσοφία διακρίθηκε καὶ στὴ µελέτη τῶν
ἁγίων Γραφῶν. Κατόπιν ἀναχώρησε ἀπὸ τὴν Ἀθήνα
καὶ πῆγε στὴν Ἀντιόχεια. Ἐκεῖ τὸν
ἔφερε ἡ µεγάλη φήµη τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ
Χρυσοστόµου, κοντὰ στὸν ὁποῖο καὶ
µαθήτευσε. Παρέµεινε µέσα στὴν κοσµικὴ
κοινωνία, καταρτίζοντας τὸν ἑαυτό του
τελειότερα στὴ σπουδὴ καὶ τὴν γνώση τῶν ἀνθρωπίνων
πραγµάτων µέχρι τοῦ
τεσσαρακοστοῦ ἔτους τῆς ἡλικίας του. Ἔπειτα
ἀποσύρθηκε σὲ µία µικρὴ κοινοβιακὴ
συντροφιά, ὅπου διακρίθηκε γιὰ τὴν
φιλάδελφη καὶ προσεκτικὴ συµπεριφορά του.
Ἔγραψε ἀρκετὰ συγγράµµατα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα σῴζονται
µόνο µερικοὶ λόγοι καὶ
ἐπιστολές, καθὼς καὶ συµβουλευτικὲς
πραγµατεῖες. Εἶναι δὲ τόση ἡ πρακτικότητα καὶ ἡ
ὠφέλειά τους, ὥστε ἐλέχθη γιὰ τὸν
συγγραφέα τους, ὅτι: «Πάντα πώλησαν καὶ Μᾶρκον
ἀγόρασαν». Νὰ ὅµως, καὶ µερικὰ ἀπὸ τὰ
πολύτιµα παραγγέλµατά του: «Προτιµότερον,
λέγει, νὰ σὲ βλάπτουν οἱ ἄνθρωποι παρὰ νὰ
σὲ ἐξουσιάζουν οἱ δαίµονες. Ὁ ἁπλοῦς,
ἀλλὰ ταπεινόφρων ἄνθρωπος εἶναι σοφώτερος ἀπὸ
τοὺς σοφούς. Ὅποιος ἐνθυµεῖται τὰ
προηγούµενα σφάλµατά του, προφυλάσσεται ἀπὸ
τὰ µέλλοντα. Ἐὰν δὲν ὑπέστῃς
θλίψεις νὰ µὴ νοµίζῃς ὅτι ἔχεις ἄρετην.
Διότι δὲν εἶναι τίποτε ὅ,τι φύεται µέσα εἰς τὴν
ἄνεσιν».
Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀθηναῖος
Συγκεχυµένες καὶ ἀσαφεῖς οἱ πληροφορίες γιὰ
τὴν ζωή του. Ἀπὸ διήγηση τοῦ Ὁσίου Σεραπίωνος µαθαίνουµε ὅτι ἀσκήτευσε τὸν 4ο αἰῶνα
µ.Χ. στὴν ἔρηµο πέραν τῆς χώρας τῶν Χετταίων, µᾶλλον πέραν τῆς Αἰγύπτου, στὸ ὄρος
τῆς Θρᾴκης (ὄχι βέβαια τῆς ἑλληνικῆς) γιὰ 95 ὁλόκληρα χρόνια. Πατρίδα του ἦταν ἡ
Ἀθήνα. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἴσως νὰ εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο µὲ τὸν προηγούµενο ὅσιο
Μᾶρκο τὸν Ἀσκητή.
Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος
Μαρτύρησε στὴν Παλαιστίνη διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Εὐλάµπιος
Μαρτύρησε στὴν Παλαιστίνη διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Ἀρχέλαος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν 152
Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Στὸ Κουτλουµουσιανὸ
Μηναῖο οἱ µάρτυρες ἀριθµοῦνται 142).
Οἱ Ἅγιοι Φώτιος καὶ Κύριλλος
Μᾶλλον ἀνῆκαν στοὺς 152 Μάρτυρες, ποὺ
µαρτύρησαν µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Ἀρχέλαο.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν
Βουλγαρία
Ἦταν ὡραῖος στὸ σῶµα καὶ ἐγγράµµατος.
Κάποτε µπλέχτηκε σὲ µία περιπέτεια καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Οἱ τύψεις
συνειδήσεως ὅµως, γιὰ τὴν ἀποστασία του, τὸν ἔφεραν ἀπὸ τὴν Βουλγαρία στὸ Ἅγιον
Ὄρος. Ἐκεῖ ὑποτάχθηκε σ᾿ ἕναν µονόχειρα µοναχό, τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου.
Ἦταν 18 χρονῶν ὅταν ἔφυγε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ
ντύθηκε τούρκικα ροῦχα, µπῆκε στὸ τέµενος τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ ἔκανε µπροστὰ
στοὺς Τούρκους τὸ σηµεῖο τοῦ Σταυροῦ, καὶ προσκύνησε µὲ χριστιανοπρέπεια. Οἱ Τοῦρκοι
ἀµέσως τὸν συνέλαβαν καὶ ἐπειδὴ δὲν
µπόρεσαν νὰ τὸν µεταστρέψουν στὴ θρησκεία
τους, τὸν ἀποκεφάλισαν στὴν αὐλὴ τῆς
Ἁγίας Σοφίας στὶς 5 Μαρτίου 1784.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος νεοµάρτυρας ἀπὸ τὴν
Ραψάνη
Ὁ νεοµάρτυς ἅγιος Γεώργιος ὁ ἐκ Ραψάνης, ἦταν
γόνος τῆς σπουδαίας οἰκογενείας τῶν Χατζηλασκαρέων καὶ ἀπόφοιτος τῆς φηµισµένης
σχολῆς τῆς πατρίδος του. Ἄσκησε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ γραµµατοδιδασκάλου στὴ
γενέτειρά του. Ἡ ἀλλαγὴ ἑνὸς νεαροῦ ἀλλοθρήσκου ἀπετέλεσε τὴν αἰτία τοῦ
µαρτυρίου τοῦ Γεωργίου. Τὸ συνέλαβαν, τὸν δίκασαν σύντοµα καὶ τὸν κατεδίκασαν
τελεσίδικα σὲ θάνατο µὲ βασανιστήρια. Παρέδωσε µὲ ἀποκεφαλισµὸ τὸ πνεῦµα του στὶς
5 Μαρτίου τοῦ 1818 σὲ ἡλικία 20 ἐτῶν. Ὁ θάνατος ἀπετέλεσε «τὴν γενέθλιον ἡµέραν»
τῆς ζωῆς του καὶ οἱ θαυµαστὲς
ἀποκαλύψεις του πιστοποίησαν ἀκόµα µία φορὰ
ὅτι «τοῖς ἁγίοις τοῖς ἐν τῇ γῇ αὐτοῦ ἐθαυµάστωσεν ὁ Κύριος». Τὰ δὲ λείψανα τοῦ ἁγίου
µετεφέρθησαν ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του µάρτυρος εἰς Ραψάνην καὶ εὑρίσκονται
σήµερον εἰς τὴν οἰκίαν «Καραβασίλη» ὅπου καίει µπροστά τους ἀκοίµητη κανδήλα,
καὶ εἶναι προσιτὰ εἰς κάθε εὐλαβὴ προσκυνητή.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 06
●
Οἱ Ἅγιοι 42 Μάρτυρες ἀπὸ τὸ Ἀµόριο
●
Οἱ Ἅγιοι Θεόδωρος, Κωνσταντῖνος, Κάλλιστος, Θεόφιλος, Βασσόης (ἢ
Βασσώης),
Ἀέτιος, Δύο (2) Κρατεροί, Μελισσηνὸς καὶ
Κύριλλος
●
Ὁ Ὅσιος Ἀρκάδιος
●
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Θαυµατουργός
●
Ὁ Ὅσιος Μάξιµος Ὁσιοµάρτυρας
●
Ὁ Ἅγιος Εὐφρόσυνος
●
Ἡ Εὕρεσις τοῦ Τιµίου Σταυροῦ παρὰ τῆς µακαρίας Ἑλένης
●
Ἡ Εὕρεσις τῶν Τιµίων Ἥλων (Καρφιῶν)
●
Οἱ Ἅγιοι Ἰουλιανὸς καὶ Εὔβουλος
Οἱ Ἅγιοι 42 Μάρτυρες ἀπὸ τὸ Ἀµόριο
Τὸ Ἀµόριο, πόλη τῆς Φρυγίας, ἀπὸ τὸν 6ο αἰῶνα
ἦταν ἐπίσηµο στρατιωτικὸ κέντρο τοῦ βυζαντινοῦ κράτους στὴν κεντρικὴ Ἀσία. Ὅταν
τὸ 838 κυριεύθηκε ἀπὸ τοὺς Ἄραβες, µὲ πολιορκητὴ τὸ χαλίφη Μουτασίµ, ὕστερα ἀπὸ
προδοσία, λέγεται ὅτι σκοτώθηκαν καὶ αἰχµαλωτίσθηκαν ἑβδοµήντα χιλιάδες πολῖτες.
Μεταξὺ τῶν αἰχµαλώτων ἦταν καὶ 42 διαπρεπέστατοι πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοὶ εὐγενῶν
βυζαντινῶν οἰκογενειῶν. Αὐτοὺς τοὺς πῆγαν στὴ Βαγδάτη καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακὴ
ἁλυσοδεµένους, µέσα στὸ σκοτάδι καὶ τὴν ὑγρασία. Ἐκεῖ, χωρὶς νερὸ καὶ ψωµί, ἔκαναν
συνεχῶς προσευχὴ νὰ πεθάνουν τὸ γρηγορότερο. Κάποια µέρα, τοὺς ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν
φυλακὴ καὶ τοὺς παρουσίασαν στὸ χαλίφη. Αὐτός, µὲ ὕφος φιλικό, ἔταξε νὰ τοὺς ἀποκαταστήσει
στὰ ἀξιώµατά τους ἂν γίνονταν µουσουλµάνοι. Οἱ γενναῖοι ἄνδρες, χωρὶς ἀναβολή,
εἶπαν στὸ χαλίφη ὅτι αὐτὸ δὲ γίνεται οὔτε κατὰ φαντασία. Τότε ὁ χαλίφης, ἐκνευρισµένος,
διέταξε καὶ τοὺς θανάτωσαν µὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο. Ἔτσι, ἡ θυσία αὐτῶν τῶν ἁγίων
µαρτύρων διδάσκει αὐτὸ ποὺ λέει καὶ ὁ Ἀπόστολος
Παῦλος. Ὅτι, δηλαδή, οἱ ἀγωνιστὲς τῆς πατρίδας καὶ τῆς πίστης εἶναι διπλὰ ἱεροὶ
καὶ ἀποτελοῦν ἐκλεκτὴ παράταξη στὸ χορὸ τῶν ἁγίων του Θεοῦ.
Οἱ Ἅγιοι Θεόδωρος, Κωνσταντῖνος,
Κάλλιστος, Θεόφιλος, Βασσόης (ἢ Βασσώης),
Ἀέτιος, Δύο (2) Κρατεροί, Μελισσηνὸς καὶ
Κύριλλος
ΟΙ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν µεταξὺ τῶν πιὸ πάνω 42
µαρτύρων ἀπὸ τὸ Ἀµόριο. Ὁ Θεόδωρος ἦταν στρατηγὸς καὶ πρωτοσπαθάριος, ὁ
Θεόφιλος στρατηγὸς καὶ πατρίκιος, ὁ Κάλλιστος τουρµάρχης, ὁ Κωνσταντῖνος
δρουγγάριος, ὁ Βασσόης δροµεύς, οἱ Μελισσηνὸς καὶ Ἄετιος στρατηγοί, ὁ Κρατερὸς
Εὐνοῦχος, ὁ ἄλλος Κρατερὸς στρατηγὸς καὶ ὁ Κύριλλος ἐπίσης στρατηγός.
Ὁ Ὅσιος Ἀρκάδιος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Θαυµατουργός
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλατία,
ἀπὸ ἕνα χωριὸ ποὺ ὀνοµαζόταν Ἀνδρακίνα (κατὰ τὸν Μ. Γαλανὸ Νέα Κλαυδιούπολη). Ἀπὸ
νεαρὴ ἡλικία, εἶχε κλήση πρὸς τὴν µοναχικὴ πολιτεία. Γι΄ αὐτὸ καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὴν
πατρίδα του, καὶ πῆγε πρὸς τὰ παραθαλάσσια µέρη τῆς Ἀρδανίας, πρὸς τὸ ὄρος τοῦ
Μαΐωνος. Ἐκεῖ ἔκτισε καλύβα καὶ ζοῦσε ἀπὸ τὴν καλλιέργεια τῶν γύρω ἐρηµικῶν
τοποθεσιῶν. Ἐπειδὴ ὅµως ὁ τόπος ἦταν ἄνυδρος, κατέβηκε στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ,
ὅπου βρῆκε πηγὴ νεροῦ καὶ ἐκεῖ ἔκτισε ναὸ ἐπ΄ ὀνόµατι τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα. Ἔζησε αὐστηρότατη
ἀσκητικὴ ζωὴ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισµα νὰ κάνει θαύµατα. Πέθανε σὲ µεγάλη
ἡλικία καὶ τάφηκε µέσα στὸ ναὸ ποὺ ἔκτισε ὁ ἴδιος, κοντὰ στὴ δεσποτικὴ πύλη καὶ
µέσα σὲ πέτρινη λάρνακα. Ἐπὶ δὲ τῆς βασιλείας Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης κατὰ τὸ ἔτος
781, ὁ ἐπίσκοπος Ἀµάσειας Θεοφύλακτος, µετέφερε τὸ Ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ τοῦ
µεγάλου ἀσκητῆ στὴν Ἀµάσεια, καὶ ἐναπόθεσε αὐτὸ στὸ δεξιὸ µέρος τοῦ
θυσιαστηρίου.
Ὁ Ὅσιος Μάξιµος Ὁσιοµάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισµοῦ.
Ὁ Ἅγιος Εὐφρόσυνος
Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν περιέλουσαν µὲ βραστὸ
νερό.
Ἡ Εὕρεσις τοῦ Τιµίου Σταυροῦ παρὰ τῆς
µακαρίας Ἑλένης
Βλέπε 14η Σεπτεµβρίου, Ὕψωση Τιµίου Σταυροῦ.
Ἡ Εὕρεσις τῶν Τιµίων Ἥλων (Καρφιῶν)
Βλέπε 14η Σεπτεµβρίου, Ὕψωση Τιµίου Σταυροῦ.
Οἱ Ἅγιοι Ἰουλιανὸς καὶ Εὔβουλος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 07
●
Οἱ Ἅγιοι Ἐφραίµ, Βασιλεύς, Εὐγένιος, Ἀγαθόδωρος, Ἐλπίδιος, Καπίτων καὶ
Αἰθέριος
●
Οἱ Ἅγιοι Ἀρκάδιος καὶ Νέστωρ ἐπίσκοποι Τριµυθοῦντος Κύπρου
●
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ἁπλός
●
Ὁ Ἅγιος Ἐφραίµ Πατριάρχης Ἀντιοχείας
●
Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος κτήτορας τῆς Ἱ. Μονῆς Φανερωµένης στὴ Σαλαµῖνα
●
Οἱ Ἅγιοι Αἰµιλιανὸς ὁ Ρωµαῖος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Ἰάκωβος καὶ Μαριανός
●
Ὁ Ἅγιος John Beverley (Ἀγγλοσάξωνας)
Οἱ Ἅγιοι Ἐφραίµ, Βασιλεύς, Εὐγένιος, Ἀγαθόδωρος,
Ἐλπίδιος, Καπίτων καὶ Αἰθέριος
Ὅλοι πέθαναν µαρτυρικὰ γιὰ τὴν διάδοση τοῦ
χριστιανισµοῦ στὴ Χερσώνα, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Καπίτωνα ποὺ διέφυγε τὸν κίνδυνο µὲ τὴν
ἐπέµβασή του Μεγάλου Κων/νου καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ µετὰ ἀπὸ πολλοὺς κόπους. Ὁ δὲ
Ἐλπίδιος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ Ἱεροµάρτυρες ποὺ ἐστάλησαν ἀπὸ τὸ θρόνο τῆς Ἐκκλησίας
στὴν Ἱερουσαλήµ, γιὰ νὰ κηρύξουν τὸ λόγο τοῦ Εὐαγγελίου στὴ Χερσώνα, στὰ ὅρια τῆς
Κριµαίας. Ἔζησε ἐπὶ Διοκλητιανοῦ (296). Ἐκεῖ, ἡ ἐργασία τοῦ Ἐλπιδίου γινόταν µὲ
πολλὴ δυσκολία καὶ καθηµερινοὺς κινδύνους. Διότι εἶχε νὰ κάνει µὲ βαρβάρους εἰδωλολάτρες.
Ἡ αὐταπάρνηση µὲ τὴν ὁποία ἐργάστηκε δὲν ἄργησε νὰ φέρει τοὺς πρώτους χριστιανοὺς
ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες στὸν ἀµπελῶνα τοῦ Κυρίου µας. Ὅµως, ἡ ἀγριότητα τῶν ἀπίστων
δὲν ἄργησε καὶ αὐτὴ νὰ φανεῖ. Μία µέρα, ἐνῷ ὁ Ἐλπίδιος κήρυττε, τὸν ἔπιασαν καὶ
τὸν ἔδεσαν πίσω ἀπὸ µία ἅµαξα. Τὸν ἔσυραν µὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο στοὺς
δρόµους, µέχρι ποὺ πέθανε. Ἔτσι πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου, χύνοντας τὸ
τίµιο αἷµα του σὰν πιστὸς ἐργάτης τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὁ «µισθός» του στοὺς οὐρανοὺς
θὰ εἶναι ἀφάνταστα µεγάλος. Καὶ δίκαια, διότι κατὰ τὴν ρήση τοῦ Κυρίου, «ἄξιος ὁ
ἐργάτης τοῦ
µισθοῦ αὐτοῦ». Δηλαδή, εἶναι ἄξιος ὁ ἐργάτης
τοῦ µισθοῦ τῆς ἐργασίας του, ποὺ ἐργάσθηκε γιὰ τὴν πνευµατικὴ ὠφέλεια τῶν
συνανθρώπων του.
Οἱ Ἅγιοι Ἀρκάδιος καὶ Νέστωρ ἐπίσκοποι
Τριµυθοῦντος Κύπρου
Ὅταν οἱ Ἅγιοι αὐτοί, ἀνέλαβαν ἐπίσκοποι
Τριµυθοῦντος, ἡ Κύπρος ἦταν ἄκρως εἰδωλολατρική. Μετὰ ἀπὸ πολλοὺς κόπους καὶ
βάσανα, κατόρθωσαν νὰ φέρουν πολλοὺς στὸ δρόµο τῆς Ἀληθείας καὶ τῆς Ἐκκλησίας
(Λαυριωτικὸς Κώδικας 70). Τελικὰ ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ἁπλός
Ὀνοµάστηκε ἁπλός, διότι ἦταν ἀµαθὴς γεωργὸς
ποὺ δὲν γνώριζε τίποτα ἀπὸ τὶς ἐθιµοτυπίες τοῦ κόσµου. Τὸν στόλιζε ὅµως ἄκακο ἦθος
καὶ ἦταν τέλειος ἀγαθὸς ἰσραηλίτης, χωρὶς καµµιὰ πονηριὰ καὶ δόλο. Μέχρι τὰ ἑξήντα
του, οἱ γεωργικὲς ἐργασίες ἦταν ἡ κύρια ἀσχολία του. Ἀλλ΄ ἡ σύζυγός του ἦταν ἐντελῶς
διαφορετική. Αὐτὴ ἔκανε τὴν δῆθεν εὐγενῆ, διότι ἔζησε κάποτε σὰν ὑπηρέτρια στὴν
πόλη. Κορόϊδευε λοιπὸν τὸν Παῦλο σὰν κουτὸ καὶ ἀνόητο, ποὺ χάνεται µὲ τοὺς
σταυροὺς καὶ ξόδευε τὴν ὥρα τῆς ἄνεσής του µὲ προσευχὲς καὶ ψαλµούς. Μέχρι ποὺ ἔφτασε
στὸ σηµεῖο νὰ
προδώσει τὴν συζυγική της πίστη! Ὁ Παῦλος,
ὅταν βεβαιώθηκε αὐτό, γέµισε ἀπὸ πολλὴ θλίψη καὶ πίκρα. Στέναξε βαθειά,
προσευχήθηκε καὶ ἀποφάσισε νὰ τὴν ἀφήσει καὶ νὰ φύγει µακριά. Πῆγε δὲ στὴν ἔρηµο,
κοντὰ στὸν Μέγα Ἀντώνιο. Στὸ νέο αὐτὸ στάδιο τῆς ζωῆς τοῦ ὁ Παῦλος, ἀνέπτυξε ἐξαίρετες
ἀσκητικὲς ἀρετές. Θερµὸς στὴν εὐσέβειά του, ἄδολος στὴν καρδιά του, ταπεινὸς στὰ
φρονήµατά του, πρᾶος στὸ ἦθος του, στολιζόταν ἀπὸ τὰ ὡραιότερα χριστιανικὰ ἄνθη
καὶ εἵλκυσε τὴν ἀγάπη τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου. Ὁ
Θεὸς µάλιστα, τοῦ ἔδωσε καὶ τὸ χάρισµα νὰ
θαυµατουργεῖ, καὶ ἔτσι θεράπευσε πολλοὺς δαιµονισµένους. Πέθανε σὲ βαθιὰ
γεράµατα στὰ βάθη τῆς ἐρήµου καὶ ἔµεινε σὰν τὸ γνησιότερο κάτοπτρο τῆς θείας ἀγαθότητας.
Ὁ Ἅγιος Ἐφραίµ Πατριάρχης Ἀντιοχείας
Ἦταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἄµιδα (πόλη τοῦ τουρκικοῦ
Κουρδιστᾶν καὶ λιµάνι στὸν ποταµὸ Τίγρη, σήµερα ὀνοµάζεται Διαρβεκίρ). Στὴν ἀρχὴ
ὑπῆρξε κόµης τῆς Ἀντιοχείας ἐπὶ αὐτοκράτορα Ἰουστίνου τοῦ Θρακὸς (518-527). Ἀπὸ
λαϊκός, µὲ ὑπόδειξη τοῦ βασιλιᾶ, ἀνέβηκε στὸν Πατριαρχικὸ Θρόνο τῆς Ἀντιοχείας.
Ἀνέπτυξε µεγάλη δραστηριότητα σὰν Πατριάρχης, προκειµένου νὰ καθαρίσει τὴν ἐπαρχία
του ἀπὸ τοὺς Μονοφυσῖτες. Ἐναντίον τοὺς ἔγραψε ἔντονα, ὅπως χαρακτηριστικὰ λέει
ὁ Φώτιος στὴ Μυριόβιβλο (σελ. 228-229). Αὐτὸς καὶ κάποιον Στυλίτη, φανατικὸ
Μονοφυσίτη, ποὺ ἀσκήτευε στὴν Ἱεράπολη, µὲ θαῦµα ἐπανέφερε στὴν ὀρθὴ πίστη. Γιὰ
18 χρόνια ποίµανε τὸν λαὸ ὅπως ἔπρεπε καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Λαυρέντιος κτήτορας τῆς Ἱ. Μονῆς
Φανερωµένης στὴ Σαλαµῖνα
Γεννήθηκε στὰ Μέγαρα ἀπὸ τὸν Δηµήτριο καὶ
τὴν Κυριακή. Παντρεύτηκε µὲ τὴν Βασίλω καὶ ἀπόκτησε δυὸ γιούς, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν
Δηµήτριο. Ἦταν γεωργὸς στὸ ἐπάγγελµα καὶ οἰκοδόµος. Μὲ ὑπόδειξη τῆς Θεοτόκου πῆγε
στὴ Σαλαµῖνα, ὅπου βρῆκε τὴν σεπτὴ εἰκόνα της καὶ στὰ ἐρείπια παλιᾶς Μονῆς οἰκοδόµησε
νέα (1682). Ἐκεῖ ἔγινε
µοναχὸς καὶ µετονοµάστηκε σὲ Λαυρέντιος. Ἀργότερα
ἔγινε µοναχὴ καὶ ἡ γυναῖκα του,
µετονοµασθεῖσα σὲ Βασσιανή. Διὰ τῆς
Θεοτόκου ἔκανε ἀρκετὰ θαύµατα καὶ πέθανε
εἰρηνικὰ στὶς 6 Μαρτίου 1707. Ἡ µνήµη του
τελεῖται στὶς 7 Μαρτίου.
Οἱ Ἅγιοι Αἰµιλιανὸς ὁ Ρωµαῖος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ
Ἰάκωβος καὶ Μαριανός
Οἱ ἐν Ρώµῃ (+ 259).
Ὁ Ἅγιος John Beverley (Ἀγγλοσάξωνας)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν
Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 08
●
Ὁ Ὅσιος Θεοφύλακτος ἐπίσκοπος Νικοµήδειας
●
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος Πλουσιάδος
●
Ὁ Ἅγιος Ἑρµῆς ὁ Ἀπόστολος
●
Ὁ Ἅγιος Δίων
●
Ὁ Ὅσιος Δοµέτιος
Ὁ Ὅσιος Θεοφύλακτος ἐπίσκοπος Νικοµήδειας
Ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα, στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα
Λέοντα τοῦ Δ΄. Ἦταν ἀπὸ τὰ µέρη τῆς Ἀνατολῆς, καὶ ἡ µεγάλη του παιδεία τὸν ἔφερε
στὴ Βασιλεύουσα. Ἐκεῖ δηµιούργησε φιλικὲς σχέσεις µὲ πολλοὺς ἐπισήµους, µεταξὺ
αὐτῶν καὶ µὲ τὸν ἔπειτα Πατριάρχη Ταράσιο. Ὅταν πλέον ἔγινε Πατριάρχης ὁ
Ταράσιος, παρακίνησε τὸ Θεοφύλακτο καὶ ἔγινε µοναχός. Εἰσῆλθε σ΄ ἕνα µοναστήρι
στὸν Εὔξεινο Πόντο. Μετὰ ἀπὸ λίγο, ἀναδείχθηκε ἐπίσκοπος Νικοµήδειας. Στὴ νέα
του θέση ὁ Θεοφύλακτος διέπρεψε σ΄
ὅλα τὰ καθήκοντά του. Διακρίθηκε κυρίως στὰ
ἔργα τῆς ἐλεηµοσύνης καὶ τῆς φιλανθρωπίας. Μὲ τὶς θερµές του προτροπὲς καὶ τὴν ἠθική
του ἐπιβολή, ἵδρυσε πολλὰ νοσοκοµεῖα. Δηµιούργησε ταµεῖα γιὰ τὶς ἄπορες χῆρες
καὶ τὰ ὀρφανά. Ἀκολουθώντας τὸ λόγο τοῦ Χριστοῦ «ὁ δὲ µείζων ὑµῶν ἔσται ὑµῶν
διάκονος», δηλαδή, ἐκεῖνος ποὺ
µεταξύ σας εἶναι µεγαλύτερος στὴ γνώση καὶ
τὸ ἀξίωµα, πρέπει νὰ ὑπηρετεῖ τοὺς ἄλλους καὶ µὲ κάθε τρόπο νὰ γίνεται χρήσιµος
καὶ ὠφέλιµος σ΄ αὐτούς. Ὁ Θεοφύλακτος πήγαινε πολλὲς φορὲς στὶς καλύβες τῶν
δυστυχῶν οἰκογενειῶν καί, ἀφοῦ τὶς παρηγοροῦσε µὲ τὴν χριστιανικὴ ἐλπίδα καὶ µὲ
τὴν παροχὴ χρηµατικοῦ βοηθήµατος, ἔκανε ὁ ἴδιος τὸν νοσοκόµο, περιποιούµενος τοὺς
ἀῤῥώστους. Ὁ Θεοφύλακτος γιὰ τοὺς ἀγῶνες του κατὰ τῶν εἰκονοµάχων ἐξορίσθηκε στὸ
Στρόβιλο, καὶ ἀπὸ τὶς πολλὲς κακουχίες παρέδωσε τὸ πνεῦµα του µετὰ 30 χρόνια ἐξορίας.
Ἐπὶ βασιλίσσης ὅµως Θεοδώρας (842-857) καὶ πατριάρχου Μεθοδίου (842-846),
µετακοµίστηκε τὸ τίµιο λείψανό του στὴ
Νικοµήδεια καὶ κατετέθη στὸν Ἱερὸ νάο Κοσµᾶ καὶ Δαµιανοῦ, ποὺ ὁ ἴδιος εἶχε
κτίσει.
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος
Πλουσιάδος
Ἔζησε καὶ αὐτὸς κατὰ τὴν περίοδο τῆς εἰκονοµαχίας
καὶ διακρίθηκε µεταξὺ τῶν ἀκούραστων ὑπερασπιστῶν καὶ ἀτρόµητων φρουρῶν καὶ
συνηγόρων τῆς Ὀρθοδοξίας. Πλήθη ὁµοφρόνων του διώκονταν, ἐξορίζονταν,
βασανίζονταν, φυλακίζονταν, σκοτώνονταν, ἄλλοι ἦταν µὲ κοµµένη τὴν µύτη καὶ τὴν
γλῶσσα ἱερὰ θύµατα τοῦ
µαρτυρίου ὑπὲρ τῶν Εἰκόνων. Ἀλλ΄ ἡ
πιθανότητα, ὅτι θὰ ἔπασχε καὶ αὐτὸς τὰ ἴδια, δὲν ἀναχαίτισε τὴν εὐσεβὴ ζέση τοῦ
Παύλου. Πήγαινε λοιπὸν σὲ διάφορα µέρη καὶ ἐνεθάῤῥυνε τὴν ἀντίσταση κατὰ τῶν αὐτοκρατορικῶν
διαταγῶν. Δίδασκε, ὅτι οἱ χριστιανοὶ κανένα σεβασµὸ δὲν ὀφείλουν καὶ καµιὰ ὑπακοὴ
σὲ Πατριάρχες καὶ Ἐπισκόπους εἰκονοµάχους καὶ διαµαρτυρόταν κατὰ τῆς ἀνίερης ἀνατροπῆς,
ποὺ
ἤθελαν νὰ ἐπιβάλουν στὴν Ἐκκλησία. Γιὰ τὴν
διαγωγή του αὐτὴ καταδιώχθηκε, φυλακίστηκε καὶ ἐξορίστηκε. Ἀλλ΄ αὐτὸς ἔµεινε ἀκλόνητος
στὸν τίµιο ἀγῶνα του καὶ παρέδωσε τὴν πνοή του µαχόµενος µέχρι τελευταίας στιγµῆς.
Ὁ Ἅγιος Ἑρµῆς ὁ Ἀπόστολος
Αὐτὸν ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς
Ρωµαίους ἐπιστολή του (ιστ΄ 14). Κατὰ τὴν παράδοση ἔγινε ἐπίσκοπος Δαλµατίας καὶ
ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Στὸν Συναξαριστὴ Delehaye καλεῖται Ἑρµῦλος. Στὸν δὲ Παρισινὸ
Κώδικα 13 φ. 296 ἡ µνήµη του φέρεται κατὰ τὴν 8η Ἀπριλίου µετὰ τοῦ Ἠρωδίωνος, Ἀσύγκριτου,
Φλέγοντος, Ρούφου, Ἔπαφρα καὶ Ἀγάβου.
Ὁ Ἅγιος Δίων
Μαρτύρησε διὰ µαχαίρας.
Ὁ Ὅσιος Δοµέτιος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 09
●
Οἱ Ἅγιοι σαράντα Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Σεβάστεια
●
Ὁ Ἅγιος Οὐρπασιανός
●
Ὁ Ἅγιος Καισάριος ἀδελφὸς Γρηγορίου Θεολόγου
●
Οἱ Ἅγιοι παππούς, γιαγιά, πατέρας, µητέρα καὶ τὰ Δύο παιδιά τους
Οἱ Ἅγιοι σαράντα Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν
στὴ Σεβάστεια
Καὶ οἱ 40 αὐτοὶ Ἅγιοι ἦταν στρατιῶτες στὸ
πιὸ ἐπίλεκτο τάγµα τοῦ στρατοῦ τοῦ Λικινίου. Ὅταν αὐτὸς ἐξαπέλυσε διωγµὸ κατὰ τῶν
χριστιανῶν, οἱ Ἅγιοι 40 συλλαµβάνονται ἀµέσως ἀπὸ τὸν ἔπαρχο Ἀγρικόλα (στὴ
Σεβάστεια). Στὴν ἀρχὴ τοὺς ἐπαινεῖ καὶ τοὺς ὑπόσχεται ἀµοιβὲς καὶ ἀξιώµατα, γιὰ
νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους. Τότε ἕνας ἀπὸ τοὺς 40, ὁ Κάνδιδος, ἀπαντᾷ: «Εὐχαριστοῦµε
γιὰ τοὺς ἐπαίνους τῆς ἀνδρείας µας. Ἀλλὰ ὁ Χριστός, στὸν ὁποῖο πιστεύουµε, µᾶς
διδάσκει ὅτι στὸν καθένα ἄρχοντα πρέπει νὰ τοῦ προσφέρουµε ὅ,τι τοῦ ἀνήκει. Καὶ
γι᾿ αὐτὸ στὸ βασιλέα προσφέρουµε τὴν στρατιωτικὴ ὑπακοή. Ἄν, ὅµως, ἐνῷ ἀκολουθοῦµε
τὸ Εὐαγγέλιο, δὲν ζηµιώνουµε τὸ κράτος, ἀλλὰ µᾶλλον τὸ ὠφελοῦµε µὲ τὴν ὑπηρεσία
µας, γιατὶ µᾶς ἀνακρίνεις γιὰ τὴν πίστη ποὺ µορφώνει τέτοιους χαρακτῆρες καὶ ὁδηγεῖ
σὲ τέτοια ἔργα;». Ὁ Ἀγρικόλας κατάλαβε ὅτι δὲν µποροῦσε νὰ τοὺς ἐπιβληθεῖ µὲ ἤρεµο
τρόπο καὶ διέταξε νὰ τοὺς βασανίσουν. Ὁπότε, µία παγωµένη χειµωνιάτικη νύχτα,
τοὺς ρίχνουν στὰ κρύα νερὰ µίας λίµνης. Τὸ µαρτύριο ἦταν φρικτό. Τὰ σώµατα ἄρχισαν
νὰ
µελανιάζουν. Ἀλλ΄ αὐτοὶ ἐνθάῤῥυναν ὁ ἕνας
τὸν ἄλλο, λέγοντας: «Δριµὺς ὁ χειµών, ἀλλὰ γλυκὺς ὁ παράδεισος. Λίγο ἂς ὑποµείνουµε
καὶ σὲ µία νύχτα θὰ κερδίσουµε ὁλόκληρη τὴν αἰωνιότητα». Ἐνῷ προχωροῦσε τὸ
µαρτύριο, ἕνας µόνο λιποψύχησε καὶ βγῆκε ἀπὸ τὴν λίµνη. Τὸν ἀντικατέστησε ὅµως ὁ
φρουρὸς (Ἀγλάιος), ποὺ εἶδε τὰ στεφάνια πάνω ἀπὸ τὰ κεφάλια τους. Ὁµολόγησε τὸ
Χριστό, µπῆκε στὴ λίµνη καὶ µαζί
µε τοὺς 39 παίρνει καὶ αὐτὸς τὸ στεφάνι τοῦ
µαρτυρίου, ἀφοῦ µισοπεθαµένους τους ἔβγαλαν τὸ πρωὶ ἀπὸ τὴν λίµνη καὶ τοὺς
συνέτριψαν τὰ σκέλη.
Κατὰ τοὺς Παρισινοὺς Κώδικες 1575 καὶ 1476
τὰ ὀνόµατά τους ἦταν: Κυρίων, Κάνδιδος (ἢ Κλαύδιος), Δόµνας, Εὐτύχιος (ἢ Εὐτυχής),
Σεβηριανός, Κύριλλος, Θεόδουλος, Βιβιανός, Ἀγγίας, Ἡσύχιος, Εὐνοϊκός, Μελίτων, Ἠλιάδης
(ἢ Ἠλίας), Ἀλέξανδρος, Σακεδὼν (ἢ Σακερδών), Οὐάλης, Πρίσκος, Χουδίων, Ἡράκλειος,
Ἐκδίκιος, (ἢ Εὐδίκιος), Ἰωάννης, Φιλοκτήµων, Φλάβιος, Ξάνθιος, (ἢ Ξανθίας), Οὐαλέριος,
Νικόλαος, Ἀθανάσιος, Θεόφιλος, Λυσίµαχος, Γάϊος, Κλαύδιος, Σµάραγδος, Σισίνιος,
Λεόντιος, Ἀέτιος, Ἀκάκιος, Δοµετιανὸς (ἢ Δοµέτιος), 2 Γοργόνιοι, Ἰουλιανός, (ἢ Ἐλιανὸς
ἢ Ἠλιανός), καὶ Ἀγλάιος ὁ καπικλάριος. (Ὁρισµένοι Κώδικες ἀναφέρουν καὶ ἐπιπλέον
τῶν 40 ὀνόµατα, ὅπως αὐτὰ τῶν Ἁγίων Ἀειθαλᾶ, ἄλλου Γοργονίου κ.λπ.).
Ὁ Ἅγιος Οὐρπασιανός
Ἀνῆκε στὴν τάξη τῶν συγκλητικῶν, καὶ ἔζησε
στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰῶνα στὸ σφοδρὸ διωγµὸ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Ὅταν ὁ
Διοκλητιανὸς ἐξαπέλυσε τὸ διάταγµά του κατὰ τῶν χριστιανῶν, προσκάλεσε πρῶτα τοὺς
συγκλητικοὺς καὶ δήλωσε ὅτι, ἂν κανεὶς ἀπ΄ αὐτοὺς ἦταν χριστιανός, θὰ τὸν
συγχωροῦσε, ἀφοῦ τὸ δηλώσει ἀµέσως καὶ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Οὐρπασιανὸς ἄκουσε
τὴν δήλωση τοῦ βασιλιᾶ, στὸ τέλος δέ, ἀντὶ ἄλλης ἀπάντησης, ἀφαίρεσε µόνος του
τὰ σήµατα τοῦ ἀξιώµατός του καὶ τὰ παρέδωσε σ΄ αὐτόν. Ὁ Διοκλητιανὸς θύµωσε καὶ
διέταξε νὰ τὸν βασανίσουν. Στὴν ἀρχὴ τὸν
µαστίγωσαν µὲ νεῦρα ἀπὸ βόδι καὶ
µισοπεθαµένο τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Κατόπιν διάφοροι φίλοι του συγκλητικοί,
προσπάθησαν νὰ τὸν πείσουν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα καὶ νὰ κρατήσει τὸ ἀξίωµά
του. Ἀλλ΄ ὁ Οὐρπασιανὸς ἔµεινε πιστὸς στὴν ἀπόφασή του. Τότε ἀποφασίστηκε ὁ
θάνατός του. Τοῦ ἄνοιξαν λοιπὸν τὶς πλευρὲς µὲ σιδερένια ὄργανα, καὶ ὕστερα ἔβαλαν
στὶς πληγές του ἀναµµένες λαµπάδες. Τόσο δὲ τὰ ἐγκαύµατα ὅσο καὶ ὁ καπνὸς ἐπέφεραν
τὸ µαρτυρικό του τέλος.
Ὁ Ἅγιος Καισάριος ἀδελφὸς Γρηγορίου
Θεολόγου
Ἦταν ὁ µικρότερος ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου
Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καὶ γεννήθηκε στὴ Ναζιανζὸ τῆς Καππαδοκίας τὸ ἔτος 330.
Γονεῖς του ἦταν ὁ ἐπίσκοπος Ναζιανζοῦ Γρηγόριος καὶ ἡ εὐσεβέστατη Νόννα.
Μεγαλύτερη ἀδελφή του ἦταν ἡ ἁγία Γοργονία. Μετὰ τὴν βασική του ἐκπαίδευση, ὁ
Καισάριος ἀκολούθησε τὸν µεγαλύτερο ἀδελφό του γιὰ ἀνώτερες σπουδὲς στὴν
Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καὶ τῆς Παλαιστίνης καὶ κατόπιν στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου
σπούδασε µαθηµατικά, ἀστρονοµία, φιλοσοφία, ῥητορικὴ καὶ ἰδιαίτερα ἰατρική, ποὺ
ἀγάπησε καὶ περισσότερο. Ἔπειτα πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ὁ βασιλιὰς
Κωνστάντιος καὶ ὁ λαὸς τὸν δέχτηκαν µὲ τιµές,
καὶ διορίστηκε γιατρὸς τῶν ἀνακτόρων. Οἱ εὐεργεσίες
ποὺ πρόσφερε σ΄ ὅλους ἦταν
µεγάλες. Ὅταν ἀνέλαβε τὴν ἐξουσία ὁ Ἰουλιανὸς
ὁ Παραβάτης, ὁ Καισάριος δὲν
συµβιβάστηκε µαζί του καὶ ἀφοῦ ἐγκατέλειψε
ὅλες τὶς τιµὲς καὶ τὶς ἐξουσίες ποὺ τοῦ
πρόσφερε ὁ Ἰουλιανός, ἐπέστρεψε στὴν
πατρίδα του Ναζιανζό, ὅπου ἔκανε τὸ
ἐπάγγελµα τοῦ γιατροῦ, εὐεργετώντας πλῆθος
συνανθρώπων του. Ὅταν ἀνέλαβε τὴν
ἐξουσία ὁ Οὐάλης (364), ὁ Καισάριος ἐπέστρεψε
πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ
ἀναδείχθηκε «ἐπιµελητὴς θησαυρῶν καὶ
ταµίας τῶν δηµοσίων χρηµάτων» στὴ Νίκαια
τῆς Βιθυνίας. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε σὲ νέες εὐεργεσίες
πρὸς τοὺς φτωχοὺς καὶ τοὺς
πάσχοντες. Ἡ ἀσκητική του ἐγκράτεια ὅµως,
καθὼς καὶ οἱ πολλὲς µέριµνες καὶ
δοκιµασίες, προσέβαλαν τὴν ὑγεία του. Ἀῤῥώστησε
βαριὰ καὶ στὶς 10 Μαρτίου 368
πέθανε. Τὸ ἱερό του λείψανο µεταφέρθηκε στὴν
Ἀριανζὸ καὶ ἐναποτέθηκε σὲ τάφο, ποὺ
εἶχε λατοµηθεῖ γιὰ τοὺς γονεῖς του.
Οἱ Ἅγιοι παππούς, γιαγιά, πατέρας, µητέρα
καὶ τὰ Δύο παιδιά τους
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 10
●
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Ἀνεκτός, Παῦλος, Διονύσιος, Κυπριανὸς καὶ Κρήσκης
●
Ἡ Ὁσία Ἀναστασία, ἡ Πατρικία
●
Ὁ Ἅγιος Μαρκιανός
●
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Μαυρουδῆς
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Ἀνεκτός, Παῦλος,
Διονύσιος, Κυπριανὸς καὶ Κρήσκης
Μαρτύρησαν στὴν Κόρινθο στὸ διωγµὸ κατὰ τῆς
Ἐκκλησίας, στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Δεκίου (249-251). Ἦταν ὅλοι φίλοι καὶ
βρίσκονταν στὸ ἄνθος τῆς ἡλικίας τους. Διδάσκονταν δὲ τὴν εἰς Χριστὸν πίστιν ὑπὸ
τοῦ Κοδράτου. Ὁ ἔπαρχος Ἰάσων προσπάθησε µὲ κάθε τρόπο νὰ τοὺς πείσει νὰ ἀρνηθοῦν
τὴν χριστιανικὴ πίστη. Προσπάθησε νὰ τοὺς δελεάσει µὲ ὅλες τὶς κοσµικὲς
γλυκύτητες ποὺ ἔδινε ἡ εἰδωλολατρικὴ ἐλευθερία -γιὰ τὴν σάρκα - στὴ νεότητα.
Δείχνοντας σ΄ αὐτοὺς τὶς ὡραῖες ἀκτὲς τοῦ Κορινθιακοῦ κόλπου καὶ τὰ γαλανὰ νερά
του, ποὺ µύρωναν τὶς καλλονὲς τῆς ἄνοιξης, τοὺς ἐξόρκιζε νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα
γιὰ νὰ σώσουν τὴν ζωή τους. Ἐκεῖνοι, ὅµως, ἀποκρίνονται ὅτι ἡ αἰώνια καὶ ἀπαράµιλλη
Ἄνοιξη εἶναι κοντὰ στὸν Κύριό τους καὶ Θεό τους. Καὶ πιστοὶ στὴν ὁµολογία τους,
ἐπισφράγισαν αὐτὴ µὲ τὴν θυσία τοῦ αἵµατος, ποὺ ἔχυσαν ὅλοι οἱ φίλοι µαζί. Ἔτσι,
γιὰ πάντα ἔγιναν καὶ φίλοι Θεοῦ. Διότι ὁ Κύριός µας λέει: «ὑµεῖς φίλοι µου ἔστε,
ἐὰν ποιῆτε ὅσα ἐγὼ ἐντέλλοµαι ὑµῖν». Δηλαδή, σεῖς εἶστε φίλοι µου, καὶ θὰ ἐξακολουθεῖτε
νὰ εἶστε φίλοι µου, ἂν πράττετε ὅσα ἐγώ σας παραγγέλλω.
Ἡ Ὁσία Ἀναστασία, ἡ Πατρικία
Καταγόταν ἀπὸ εὐγενεῖς καὶ πλούσιους γονεῖς
καὶ ἦταν µία ἀπὸ τὶς πιὸ θεοφοβούµενες κόρες τοῦ Βυζαντίου, στὰ χρόνια του Ἰουστινιανοῦ
τοῦ µεγάλου (527-565). Ὑπῆρξε ἡ πρώτη ἀκόλουθος τῆς Βασίλισσας Θεοδώρας, καὶ ὁ Ἰουστινιανὸς
γιὰ τὴν ὑπέροχη ἀξία της, τῆς ἔδωσε τὸν τίτλο τῆς πατρικίας. Οἱ ἀρετές της ὅµως,
προκάλεσαν τὸ φθόνο τῆς βασίλισσας. Ἡ Ἀναστασία, προκειµένου νὰ σβήσει κάθε ἀφορµὴ
τοῦ φθόνου, πῆρε
µέρος τῆς περιουσίας της καὶ κατέφυγε στὴν
Ἀλεξάνδρεια. Ἐκεῖ ἔκτισε Μονή, ποὺ ὀνοµάστηκε Μονὴ τῆς Πατρικίας, καὶ ζοῦσε ζωὴ
ἀσκητική. Ἀλλ΄ ὅταν ἔµαθε ὅτι τὴν ἀναζητεῖ ὁ Ἰουστινιανός, ἄφησε τὴν µονὴ καὶ πῆγε
στὴ Σκήτη τοῦ ἀββᾶ Δανιήλ, στὸν ὁποῖο καὶ διηγήθηκε τὰ συµβαίνοντα. Αὐτὸς ἀφοῦ
τὴν ἕντυσε ἀνδρικὰ καὶ τὴν
µετονόµασε Ἀναστάσιο, τὴν τοποθέτησε σ΄ ἕνα
σπήλαιο δίπλα στὴ Σκήτη καὶ δυὸ
µοναχοὶ τῆς ἔφερναν αὐτὸ ποὺ χρειαζόταν.
Συνάµα δὲ τῆς εἶπε νὰ µὴ βγεῖ ποτὲ ἀπὸ τὸ
σπήλαιο, οὔτε νὰ δεχθεῖ κανένα. Ἐκεῖ ἔµεινε
κλεισµένη 28 χρόνια. Ὅταν
προαισθάνθηκε τὸ τέλος της, προσκάλεσε τὸν
ἀββᾶ Δανιὴλ καί, ἀφοῦ κοινώνησε τῶν
ἀχράντων µυστηρίων, παρέδωσε τὴν δίκαια
ψυχή της.
Ὁ Ἅγιος Μαρκιανός
Μαρτύρησε ἀφοῦ τοῦ ἔσπασαν τὰ σωµατικά του
µέρη µὲ ξύλα.
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Μαυρουδῆς
Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Γρανίτσα τῶν Χ. Λ. Ἀγράφων.
Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν Δηµήτριος καὶ ἡ µητέρα του Στατῆρα. Ἦταν καὶ οἱ δυὸ
θεοσεβεῖς καὶ φιλακόλουθοι. Ἀπὸ µικρὸ ἀνέτρεφαν τὸν Μιχαὴλ µὲ σεµνότητα καὶ
ταπεινοφροσύνη. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, πῆγε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ἔκανε
τὸ ἐπάγγελµα τοῦ ἀρτοπώλη, µὲ ζωὴ φιλελεήµονα καὶ χριστιανική. Κάποια µέρα
προσπάθησε, στὸ ἀρτοπωλεῖο του, νὰ κατηχήσει στὴ χριστιανικὴ πίστη ἕνα
τουρκόπουλο, τὸ ὁποῖο κατάγγειλε τὸν Μιχαὴλ στὶς ἀρχὲς καὶ ὁδηγήθηκε βίαια στὸ
κριτήριο. Ἀνακρινόµενος ἐκεῖ, προσπάθησε µὲ µακρὰ θεολογικὴ εὐθύτητα στὰ
θρησκευτικὰ ζητήµατα, νὰ προσηλυτίσει τοὺς δικαστές. Γιὰ τὸ θάῤῥος του αὐτό,
ρίχτηκε στὴ φυλακή, ὅπου ὁ Μητροπολίτης Θεοφάνης ἢ Μητροφάνης τὸν ἐνίσχυσε πρὸς
τὸ µαρτύριο. Ὅταν καὶ πάλι ὁδηγήθηκε στὸν κριτή, ὁµολόγησε σταθερὰ καὶ µὲ πολλὴ
δύναµη τὴν χριστιανική του πίστη. Ἀπὸ τὴν ὁµολογία του συγκινήθηκε ἀκόµα καὶ αὐτὸς
ὁ Τοῦρκος κριτής. Τελικὰ καταδικάστηκε σὲ θάνατο καὶ τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ στὴ
Θεσσαλονίκη στὶς 21
Μαρτίου 1547. Τὸ µαρτύριο τοῦ Ἁγίου, µεταξὺ
ἄλλων, ἀναφέρεται καὶ στὸν ὑπ΄ ἀριθ.
727 Κώδικα τοῦ XVIII αἰῶνα στὴ Μονὴ Ξενοφῶντος
Ἁγίου Ὄρους, καὶ στὸν ὑπ΄ ἀριθ.
2142(129) Κώδικα τοῦ XVIII αἰῶνα τῆς Μονῆς
Ἐσφιγµένου. Τὸ Μ. Εὐχολόγιο ἀναφέρει
τὴν µνήµη του 10 Μαρτίου 1544.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 11
●
Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων
●
Ὁ Ἅγιος Πιόνιος ὁ Πρεσβύτερος καὶ ἡ Ἁγία Σαβίνα
●
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Νεοφανής, ὁ θαυµατουργός
●
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Σιναΐτης
●
Οἱ Ἅγιοι Τρόφιµος καὶ Θαλλὸς ποὺ µαρτύρησαν στὴ Λαοδικεία
●
Ἀνακοµιδὴ Λειψάνων Ἁγίου Ἐπιµάχου στὴν Κωνσταντινούπολη
●
Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ Βασίλισσα
●
Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος ὁ Θαυµατουργὸς Ῥῶσος
●
Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ ἔγκλειστος
Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων
Γεννήθηκε στὴ Δαµασκὸ τῆς Συρίας, περίπου
τὸ 575, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Πλινθὰ καὶ τὴν Μυρῶ (κατὰ τοὺς Συναξαριστές).
Δὲν ἄργησε, ὅµως, νὰ ἐπικρατήσει µέσα του ἡ θεολογικὴ καὶ ἐκκλησιαστικὴ κλίση.
Πῆγε στὴν Ἱερουσαλήµ, ὅπου µόνασε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε
στὶς θεολογικὲς καὶ ἐκκλησιαστικὲς µελέτες. µαζὶ
µὲ τὸ συµµοναστή του Ἰωάννη Μόσχο, ἐπισκέφθηκε
διάφορα ἀσκητικὰ καὶ µοναχικὰ κέντρα τῆς Παλαιστίνης. Πολέµιος τῆς αἵρεσης τοῦ
Μονοθελητισµοῦ, ἀγωνίστηκε σκληρὰ ἐναντίον του στὶς πόλεις - κέντρα Ἀλεξάνδρεια
καὶ Κωνσταντινούπολη. Τὸ 634 ἐκλέγεται Πατριάρχης Ἱεροσολύµων, σὲ διαδοχὴ τοῦ ἀποθανόντος
Μοδέστου. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτή, ὁ Σωφρόνιος ἐξακολουθεῖ τὸν ἀγῶνα του κατὰ τοῦ
Μονοθελητισµοῦ.
Γράφει πολλοὺς ὕµνους καὶ λόγους ποὺ τοὺς
διακρίνει ἀξιόλογη λογοτεχνικὴ ἀξία. Σὰν Πατριάρχης, εἶχε τὴν ἀτυχία νὰ
πολιορκηθεῖ ἡ Ἱερουσαλὴµ ἀπὸ τὸ χαλίφη τῶν Ἀράβων Ὀµάρ. Ὅταν παραδόθηκε ἡ πόλη
(637), ἡ πολλή του θλίψη µετριάσθηκε λίγο ἀπὸ τὸ ὅτι πῆρε ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ
κατακτητῆ τὸν ἱστορικὸ Ἀκτίναµε, µὲ τὸ ὁποῖο προστατεύθηκαν ὑπὲρ τῶν Ὀρθόδοξων
τὰ ἱερὰ χριστιανικὰ προσκυνήµατα. Ἡ ψυχή του, ὅµως, εἶχε
πάθει βαθὺ τραῦµα, καὶ µετὰ ἕνα χρόνο ἀπεβίωσε
(638).
Ὁ Ἅγιος Πιόνιος ὁ Πρεσβύτερος καὶ ἡ Ἁγία
Σαβίνα
Ἔζησε στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Δεκίου,
τοῦ σκληροῦ διώκτη τῶν χριστιανῶν κατὰ τὰ µέσα τοῦ τρίτου αἰῶνα. Ὅταν συνελήφθη
ἔµεινε ἀµετακίνητος στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὅταν συζήτησε µὲ τοὺς ἱερεῖς
τῶν εἰδώλων Πολέµονα καὶ Ἐλπίδιο, κατέδειξε τὴν πλάνη τῆς πολυθεϊστικῆς
θρησκείας. Μάταια ζήτησε ἔπειτα ὁ ἀνθύπατος Κιντιλιανὸς νὰ τὸν κερδίσει µὲ ὑποσχέσεις,
καὶ νὰ τὸν πειθαναγκάσει µὲ ἀπειλές. Ὁ Πιόνιος, ὁ πιστὸς ἱερέας τοῦ Χριστοῦ, ἐξακολουθοῦσε
νὰ Τὸν ὁµολογεῖ. Καταδικάστηκε τότε νὰ ριχθεῖ στὴ φωτιὰ καὶ µέσα στὶς φλόγες
της βρῆκε τὸ µαρτυρικὸ θάνατο. Γιὰ δὲ τὴν Ἁγία Σαβίνα βλέπε Α.Χ.Ε.Χ. (Ἡ µνήµη
τους, ἀπὸ ὁρισµένα Ἁγιολόγια περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται στὶς 14 καὶ 15 Μαρτίου).
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Νεοφανής, ὁ
θαυµατουργός
Ἔζησε στὴν Ἀνατολὴ στὰ µέσα τοῦ 10ου αἰῶνα.
Ἐγκατέλειψε γυναῖκα, παιδιὰ καὶ συγγενεῖς, γιὰ νὰ γίνει µοναχός. Ἀφοῦ ντύθηκε τὸ
µοναχικὸ σχῆµα, γύριζε πόλεις, χωριὰ καὶ ἐρήµους, στερούµενος, θλιβόµενος καὶ
κακουχούµενος. Ὅταν τοῦ ἀποκάλυψε ὁ Θεὸς τὸν θάνατό του, ἦλθε στὴν
Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ, στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ποὺ βρίσκεται
στὴν τοποθεσία Διίπειον, ἀσκήτεψε ἑπτὰ ἡµέρες καὶ ἀναπαύθηκε ἐν Κυρίῳ. Ὅταν οἱ
χριστιανοὶ πῆγαν νὰ τὸν θάψουν, εἶδαν ἔκπληκτοι ὅτι ὁ Γεώργιος ἔφερε πάνω του
βαρύτατα σίδερα. Ἀφοῦ τὸν ἔβαλαν σὲ
µαρµάρινη θήκη τὸν ἔθαψαν στὸν Νάρθηκα τοῦ
Ναοῦ τοῦ Ἀποστόλου Ἰωάννου. Ἀπὸ τότε τὸ µέρος ἐκεῖνο ἀνάβλυζε µύρο, ποὺ
θεράπευε διάφορες ἀσθένειες καὶ ἔκανε πολλὰ ἄλλα θαύµατα.
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Σιναΐτης
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἰουστινιανοῦ
τοῦ Α´ (527-565) καὶ ὅταν Πατριάρχης Ἱεροσολύµων ἦταν ὁ Πέτρος ὁ Α´ (524-552). Ὁ
Γεώργιος µόναζε στὸ ὄρος Σινᾶ καὶ ἦταν νηστευτὴς καὶ πολὺ ἐνάρετος. Λέγεται
µάλιστα ὅτι κάποτε ἐπεθύµησε νὰ µεταλάβει
στὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ στὴν Ἱερουσαλήµ.
Τότε, µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο βρέθηκε ἀµέσως, ἀπὸ τὸ Σινᾶ, στὴ θεία Λειτουργία
τοῦ ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως, καὶ κοινώνησε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ
Πατριάρχη Πέτρου. Μετὰ τὴν κοινωνία ὁ Πατριάρχης ρώτησε τὸν οἰκονόµο του Μηνᾶ,
πότε ἦλθε αὐτὸς ὁ Ἀββᾶς Σιναΐτης, διότι δὲν τὸν εἶχε δεῖ προηγουµένως. Ἀλλὰ καὶ
ὁ οἰκονόµος του δὲν γνώριζε. Τότε ὁ Πατριάρχης εἶπε στὸν Μηνὰ νὰ πεῖ στὸν Ἀββᾶ
νὰ καθίσει στὸ τραπέζι γιὰ νὰ συµφάγουν. Ὁ οἰκονόµος προσκάλεσε τὸν Γεώργιο, ἀλλὰ
αὐτός, ἀφοῦ προσευχήθηκε, βρέθηκε ἀµέσως πάλι στὸ κελλί του στὸ Σινᾶ. Ὁ
Πατριάρχης θίχτηκε διότι ὁ Γεώργιος δὲν παρακάθισε στὸ τραπέζι του καὶ ἔστειλε
γράµµα στοὺς Πατέρες τοῦ Σινᾶ γιὰ τὸ συµβάν. Ἀλλ᾿ ὅταν πληροφορήθηκε ὅτι ὁ Ἅγιος
δὲν βγῆκε ποτὲ ἀπὸ τὸ κελλί του, τότε κατάλαβε ὅτι πρόκειται περὶ ἁγίου ἀνδρὸς
καὶ δόξασε τὸν Θεό. Λέγεται ὅτι, ὁ Ὅσιος Γεώργιος καὶ ὁ Πατριάρχης Πέτρος Α´, ἀπεβίωσαν
εἰρηνικὰ µαζὶ µετὰ ἀπὸ ἕξι µῆνες, γεγονὸς ποὺ εἶχε προφητέψει ὁ Ὅσιος Γεώργιος.
Οἱ Ἅγιοι Τρόφιµος καὶ Θαλλὸς ποὺ
µαρτύρησαν στὴ Λαοδικεία
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ µαρτύρησαν στὰ χρόνια του
Διοκλητιανοῦ (284-305). Κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη Στρατονίκη ἢ Στρατονίκεια, ποὺ
βρισκόταν στὴν ἐπαρχία Καριᾶς τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ σήµερα τούρκικα ὀνοµάζεται Ἀιδενέλλι.
Τὸν καιρὸ λοιπὸν ἐκεῖνο, κατὰ τὸν διωγµὸ ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, συνελήφθησαν
καὶ οἱ Ἅγιοι αὐτοί, ἐπειδὴ ὁµολόγησαν τὸν Χριστό, καὶ λιθοβολήθηκαν γιὰ ἀρκετὴ ὥρα.
Μὲ ἐνέργεια τῆς θείας χάριτος ὅµως, ἔµειναν ἀβλαβεῖς. Βλέποντας αὐτὸ ὁ ἡγεµόνας
τῆς Λαοδικείας Ἀσκληπιός, τοὺς ἄφησε ἐλεύθερους. Ἀλλ᾿ ἀργότερα καὶ πάλι τοὺς
συνέλαβαν καὶ τοὺς
πίεζαν ν᾿ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Αὐτοὶ ὅµως,
µὲ ἀκόµα περισσότερο θάῤῥος ὁµολόγησαν τὴν πίστη τους καὶ µπροστὰ σ᾿ ὅλους ἐνέπαιξαν
τὰ εἴδωλα καὶ τοὺς προστάτες τους. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα νὰ ἐρεθίσει πολὺ τὸν
τύραννο καὶ ἔδωσε διαταγὴ νὰ τοὺς δέσουν γυµνοὺς σὲ ξύλο καὶ νὰ σχίσουν τὶς
σάρκες τους. Τελικὰ
µαρτύρησαν µὲ σταυρικὸ θάνατο καὶ ἔτσι ἔλαβαν
τὰ ἔνδοξα στεφάνια τοῦ µαρτυρίου. Εὐσεβεῖς χριστιανοί, πῆραν τὰ ἅγια λείψανά
τους καὶ τὰ ἔθαψαν σὲ τόπο ἱερό. Τότε καὶ ἡ γυναῖκα τοῦ ἄρχοντα Ἀσκληπιοῦ, πῆγε
καὶ ράντισε µὲ µύρα τὴν θήκη τῶν ἁγίων λειψάνων καὶ ἅπλωσε πάνω σ᾿ αὐτὸ
πολύτιµο σεντόνι. Τέλος, οἱ εὐλαβεῖς καὶ πιστοὶ
χριστιανοὶ συµπατριῶτες τῶν Ἁγίων, Ζώσιµος
καὶ Ἀρτέµιος, πῆραν τὴν θήκη τῶν ἁγίων λειψάνων καὶ τὴν µετέφεραν στὴν ἰδιαίτερη
πατρίδα τους Στρατονίκη, καὶ τὴν ἀποθησαύρισαν ἕνα µίλι ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, στὴν
τοποθεσία Λατοµεῖα.
Ἀνακοµιδὴ Λειψάνων Ἁγίου Ἐπιµάχου στὴν
Κωνσταντινούπολη
Ἡ κυρίως µνήµη του τελεῖται τὴν 31η Ὀκτωβρίου.
Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ Βασίλισσα
Ἦταν θυγατέρα τοῦ Ἰωάννη τοῦ Πετραλίφη, ποὺ
ἐπὶ Ἀλεξίου τοῦ Κοµνηνοῦ εἶχε διοριστεῖ ἄρχοντας τῆς Θεσσαλονίκης. Ἡ µητέρα της
καταγόταν ἀπὸ µία τῶν εὐγενεστέρων οἰκογενειῶν τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ
Θεοδώρα ἦταν πολὺ ὄµορφη στὸ σῶµα, ἀλλὰ καὶ στὴν ψυχή. Πῆρε σύζυγο τὸν Μιχαὴλ
Δούκα, ποὺ ἀναδείχτηκε ἄρχοντας τῆς Ἠπείρου. Καὶ στὸ ἀξίωµά της αὐτό, ἡ
Θεοδώρα, διατήρησε ὅλη τὴν ταπεινοφροσύνη της καὶ τὴν χριστιανικὴ ἁπλότητα. Ἀγαποῦσε
νὰ καταγίνεται µὲ φροντίδες γιὰ τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀσθενεῖς, τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά.
Ἀλλὰ µεγάλη δοκιµασία περίµενε τὴν ἁγία αὐτὴ ψυχή. Ὁ σύζυγός της Μιχαὴλ Δούκας,
µπλέχτηκε µὲ
µία πόρνη, ποὺ ὀνοµαζόταν Γαγρίνη. Τόσο
πολὺ ξεµυαλίστηκε ἀπ᾿ αὐτή, ὥστε παραγκώνισε ἐντελῶς τὴν Θεοδώρα καὶ γλεντοκοποῦσε
χωρὶς φειδὼ µὲ τὴν Γαγρίνη. Ἡ Θεοδώρα, ἐδῶ ἔδειξε τὸ ψυχικό της µεγαλεῖο καὶ ἔµεινε
ἀτάραχη, προσευχοµένη στὸν Θεὸ γιὰ τὸν σύζυγό της. Καὶ ὁ Θεὸς εὐλόγησε, ὥστε ὁ
Μιχαήλ, κάτω ἀπὸ τὴν πίεση τῆς ἀγανάκτησης τοῦ λαοῦ καὶ τῶν προκρίτων τῆς Ἠπείρου,
νὰ συνέλθει καὶ νὰ διώξει τὴν πόρνη ἀπὸ κοντά του. Μὲ δάκρυα ζήτησε συγγνώµη ἀπὸ
τὴν Θεοδώρα καὶ ἀπὸ τότε ἔζησαν µὲ πνεῦµα Θεοῦ µέσα στὸ παλάτι. Ὅταν µετὰ ἀπὸ
καιρὸ πέθανε ὁ Μιχαήλ, ἡ Θεοδώρα ἀποσύρθηκε στὸ µοναστήρι τοῦ ἁγίου Γεωργίου,
ποὺ ἡ ἴδια εἶχε κτίσει, καὶ
ἐκεῖ παρέδωσε τὴν ἁγία της ψυχή.
Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος ὁ Θαυµατουργὸς Ῥῶσος
Ἀρχιεπίσκοπος Νοβογοροδίας.
Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ ἔγκλειστος
Ῥῶσος, 13ος αἰ.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 12
●
Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ὁµολογητὴς τῆς Συγριανῆς
●
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Α´ ὁ Διάλογος Πάπας Ῥώµης
●
Οἱ Ἅγιοι Ἐννέα Μάρτυρες
●
Ὁ Δίκαιος Φινεές
●
Ὁ Ἅγιος Συµεὼν ὁ Νέος Θεολόγος
●
Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος
Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ Ὁµολογητὴς τῆς Συγριανῆς
Ὁ γνωστὸς χρονογράφος καὶ εὐθαρσὴς Ὁµολογητής,
γεννήθηκε τὸ 760 µ.Χ. Τὸν πατέρα του ἔλεγαν Ἰσαὰκ καὶ τὴν µητέρα του Θεοδότη. Σὲ
ἡλικία ὀκτὼ ἐτῶν ἔµεινε ὀρφανὸς ἀπὸ πατέρα, ἀλλὰ ἡ µητέρα του κατόρθωσε νὰ τὸν
µορφώσει καλὰ καὶ νὰ τὸν παντρέψει σὲ νεαρὴ ἡλικία, µὲ ἐνάρετη καὶ πλούσια
κόρη, τὴν Μεγαλῶ, τὴν ἔπειτα
µοναχὴ καὶ µετονοµασθεῖσα Εἰρήνη. Ὁ
Θεοφάνης ὅµως, εἶχε µοναχικὴ κλίση καὶ ἔτσι ὁ γάµος διαλύθηκε. Καὶ ἡ µὲν
σύζυγός του µὲ τὴν θέλησή της κλείστηκε στὴ γυναικεία
µονὴ τῆς νήσου τοῦ Πρίγκηπος, καὶ αὐτὸς σ᾿
ἕνα µοναστήρι κοντὰ στὸ βουνὸ τῆς Συγριανῆς, τὸ Πολίχνιο. Ἀπὸ τὴν µονὴ αὐτή,
προσεκλήθη µαζὶ µὲ ἄλλους ἡγουµένους στὴ Ζ´ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια, ὅπου
καὶ διέπρεψε. Ὅταν ἐπέστρεψε, ἐγκατέστησε ἡγούµενο τὸ µοναχὸ Στρατήγιο καὶ ἀποχώρησε
στὴν ἀπέναντι νῆσο Κολώνυµο. Ἐκεῖ ἵδρυσε νέα µεγάλη µονὴ καὶ ἐπὶ ἕξι χρόνια
καλλιγραφοῦσε καὶ συνέγραψε. Ἡ ὑγεία του ὅµως, προσβλήθηκε ἀπὸ ὀξεῖα λιθίαση.
Καὶ ἐπειδὴ δὲ συµµερίστηκε τὶς αἱρετικὲς ἰδέες τῶν εἰκονοµάχων Λέοντα τοῦ Ἀρµενίου
καὶ Ἰωάννου τοῦ πατριάρχου, ἐξορίσθηκε στὴ Σαµοθράκη ὅπου µετὰ 23 ἡµέρες πέθανε
(815 ἢ κατ᾿ ἄλλους τὸ 818). Ἀργότερα οἱ µαθητές του, µετακόµισαν τὰ λείψανά του
στὴ µονή του (822).
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Α´ ὁ Διάλογος Πάπας Ῥώµης
Ὁ Γρηγόριος γεννήθηκε στὴ Ῥώµη τὸ 540, ἀπὸ
πλούσια καὶ χριστιανικὴ οἰκογένεια.
Σπούδασε νοµικὰ καὶ φιλοσοφία. Μετὰ τὸ
θάνατο τοῦ πατέρα του, κληρονόµησε
µεγάλη περιουσία. Αὐτὸς ὅµως ἄφησε τὰ τοῦ
κόσµου, ἔκτισε ἕξι µοναστήρια στὴ
Σικελία καὶ ἕνα στὴ Ῥώµη, ὅπου µόνασε καὶ ὁ
ἴδιος. Τὸ 590 διαδέχεται τὸν Πάπα
Πελάγιο τὸν Β´. Ὅταν ἀνέλαβε Πάπας ὁ
Γρηγόριος, ἡ ἐκκλησιαστικὴ καὶ ἡ πολιτικὴ
κατάσταση τῆς ἐποχῆς εἶχε µεγάλες ἀθλιότητες.
Καὶ γράφει χαρακτηριστικὰ σὲ µία
ἐπιστολή του: «Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ὡσὰν ἕνα
καράβι παλαιόν, ποὺ κυµατίζεται
σφοδρότατα καὶ κάµνει νερὰ σὲ ὅλα του τὰ
µέρη, µὲ τὰ ξύλα του σαρακοφαγωµένα,
καθηµερινῶς πληττόµενον ἀπὸ τὴν τρικυµίαν
καὶ κινδυνεῦον νὰ χαθεῖ». Ἐπιπλέον, ὁ
Γρηγόριος ἦταν καὶ πολὺ ἀσθενικὸς στὸ σῶµα.
Τί νὰ κάνει; Ἀµέσως τότε, πέρασαν ἀπὸ
τὸ µυαλό του τὰ λόγια του Κυρίου µας: «Ἀρκεῖ
σοι ἡ χάρις µου· ἡ γὰρ δύναµίς µου ἐν
ἀσθενείᾳ τελειοῦται». Δηλαδή, σοῦ εἶναι ἀρκετὴ
ἡ χάρη ποὺ σοῦ δίνω. Διότι ἡ δύναµή
µου ἀναδεικνύεται τέλεια, ὅταν ὁ ἄνθρωπος
εἶναι ἀσθενής, καὶ µὲ τὴν ἐνίσχυσή µου
κατορθώνει µεγάλα καὶ θαυµαστά. Πράγµατι,
µέσα στὰ 14 χρόνια ποὺ ἡ Ἐκκλησία
ποιµάνθηκε ἀπὸ τὸ Γρηγόριο, κατάφερε νὰ ὀρθοποδήσει,
καὶ καλλιεργήθηκε σωστὰ ἡ
ὅλη ἐκκλησιαστικὴ παράδοση. Πέθανε εἰρηνικὰ
στὶς 12 Μαρτίου τοῦ ἔτους 604.
Οἱ Ἅγιοι Ἐννέα Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός. (Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι
µ᾿ αὐτοὺς ποὺ µαρτύρησαν µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο ἐπίσκοπο Αὐδᾶ στὴν Περσία, ποὺ ἡ
µνήµη τους ἑορτάζεται τὴν 31η Μαρτίου).
Ὁ Δίκαιος Φινεές
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Συµεὼν ὁ Νέος Θεολόγος
Ἦταν ἀπὸ τὴν Παφλαγονία καὶ ἔζησε τὸν 10ο
αἰῶνα. Οἱ γονεῖς του Βασίλειος καὶ Θεοφανῶ, φρόντισαν γιὰ τὴν καλή του ἐκπαίδευση,
τὶς δὲ σπουδές του συµπλήρωσε στὴν Κωνσταντινούπολη µὲ τὴν κηδεµονία ἰσχυροῦ
θείου του στὴν Αὐλή. Μὲ τὴν ἐπιµονὴ τοῦ θείου του, µπῆκε καὶ αὐτὸς στὴν Αὐλή. Ὅταν
ὅµως πέθανε ὁ θεῖος του, ἄφησε τὴν Αὐλὴ τοῦ Παλατιοῦ καὶ ζήτησε νὰ εἰσαχθεῖ στὴν
περίφηµη Μονὴ τοῦ Στουδίου. Δὲν τὸν δέχτηκαν λόγω τοῦ νεαροῦ της ἡλικίας του. Ἀργότερα
ὅµως τὸν δέχτηκαν. Ἐκεῖ µαθήτευσε κοντὰ στὸν ὁµώνυµο προίσταµενό του Συµεών, µὲ
τὶς ὁδηγίες τοῦ ὁποίου εὐδοκιµοῦσε στὶς θεολογικὲς µελέτες καὶ στὴν πνευµατικὴ
ζωή. Συναντᾶµε κατόπιν τὸν Συµεὼν στὴ Μονὴ τοῦ ἁγίου Μάµαντα, ὅπου πῆρε τὸ
µοναχικὸ σχῆµα καὶ στὴ συνέχεια ἔγινε ἡγούµενός της. Ἐπειδὴ ὅµως θέλησε νὰ ἐπιβάλει
τοὺς
µοναστικοὺς κανόνες τοῦ Μεγάλου Βασιλείου,
συνάντησε ζωηρὴ ἀντίδραση καὶ παραιτήθηκε. Ἀσχολήθηκε ἀποκλειστικὰ µὲ θεολογικὲς
µελέτες καὶ συγγραφές. Κατηγορήθηκε ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Νικοµήδειας Στέφανο ὅτι,
γιόρταζε ἀπὸ µόνος του σὰν ἐπίσηµο Ἅγιο τὸν γέροντά του Συµεὼν καὶ ἡ περιπέτεια
αὐτὴ τοῦ κόστισε ἕξι χρόνια ταλαιπωρίες. Τελικά, διατάχθηκε νὰ πάει σ᾿ ἕνα
µοναχικὸ παρεκκλῆσι τῆς ἁγίας Μαρίνας, στὴν Ἀσιατικὴ ὄχθη τῆς Προποντίδας, ὅπου
καὶ πέθανε σὲ γεροντικὴ ἡλικία (κατὰ τὸ 1020). Ἀπὸ τὶς συγγραφές του σῴζονται
92 λόγοι, 282 πρακτικὰ καὶ θεολογικὰ κεφάλαια, καθὼς καὶ θρησκευτικὰ ποιήµατα.
Γιὰ τὴν θεολογική του δεινότητα ὀνοµάστηκε Νέος Θεολόγος.
Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος
Ἀνήκει καὶ αὐτὸς στὸ χορὸ τῶν 300 Μαρτύρων
καὶ Ὁσίων της Κύπρου, τοὺς ἐπονοµαζόµενους Ἀλαµανούς. Βλέπε καὶ Μάρτυρες 300 Ἀλαµανοὶ
στοὺς Α.Χ.Ε.Χ.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 13
●
Ἀνακοµιδὴ Λειψάνου Ἁγίου Νικηφόρου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
●
Ὁ Ἅγιος Πούπλιος ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν
●
Οἱ Ἅγιοι Ἀφρικανός, Πούπλιος καὶ Τερέντιος
●
Ὁ Ἅγιος Ἄβιβος ἀπὸ τὴν Ἐρµούπολη
●
Ἡ Ἁγία Χριστίνα ἡ ἐν Περσίᾳ
●
Ὁ Ἅγιος Μάριος ἐπίσκοπος Σεβαστείας
●
Ὁ Ἅγιος Λέανδρος (Ἰσπανός)
Ἀνακοµιδὴ Λειψάνου Ἁγίου Νικηφόρου
Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Ἡ µνήµη του ἑορτάζεται στὶς 2 Ἰουνίου.
Χειροτονήθηκε Οἰκουµενικὸς Πατριάρχης στὶς
12 Ἀπριλίου τοῦ ἔτους 802. Ἐπὶ Λέοντος τοῦ
Ε΄ σφοδροῦ πολεµίου τῶν ἁγίων εἰκόνων,
ἀναγκάσθηκε νὰ παραιτηθεῖ, στὰ µέσα
Μαρτίου τοῦ 815. Ἀφοῦ ἀποχαιρέτησε τὸ
ποίµνιό του, πέρασε νύχτα τὸ Βόσπορο καὶ ἦλθε
ἐξόριστος σὲ κάποια Μονή. Ὅταν
πέθανε ὁ Λέων, ὁ Νικηφόρος ἐπανῆλθε στὴν
Κωνσταντινούπολη, ἐπὶ Μιχαὴλ τοῦ Α΄. Ὁ
βασιλιὰς αὐτὸς ὑποσχέθηκε στὸ Νικηφόρο νὰ
τὸν ἐπαναφέρει στὴν Πατριαρχεία, µὲ
τὸν ὅρο νὰ µὴν ἀνακινήσει πλέον τὸ ζήτηµα
περὶ τῶν ἁγίων εἰκόνων. Ὁ Νικηφόρος δὲν
συµφώνησε καὶ ἀποµακρύνεται καὶ πάλι ἀπὸ τὴν
πρωτεύουσα. Πέθανε τὴν 2α Ἰουνίου
τοῦ ἔτους 828. Ἀλλ᾿ ὁ ἀγῶνας ὑπὲρ τῶν εἰκόνων
κάποτε θριάµβευσε. Καὶ τότε, µὲ
αἴτηση τοῦ Πατριάρχη Μεθοδίου στὴ
βασίλισσα Θεοδώρα, ἐνεκρίθη ἡ ἀνακοµιδή του
λειψάνου του στὴ βασιλεύουσα καὶ ἀναγνωρίστηκε
σὰν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἐνδοξότερους
ἀθλητὲς τῆς Ὀρθοδοξίας. Μάλιστα, ἡ
βασίλισσα παραχώρησε καὶ βασιλικὸ πλοῖο, µὲ τὸ
ὁποῖο ὁ Πατριάρχης παρέλαβε τὸ λείψανο τοῦ
Ἁγίου Νικηφόρου (τὸ ὁποῖο γιὰ 19 χρόνια
ἔµεινε ἀκέραιο καὶ ἄθικτο). Κατὰ τὴν ἐπιστροφή,
µεγάλο πλῆθος λαοῦ καὶ ἐπισήµων
κάλυπτε τὴν παραλία. Τὸ ἅγιο λείψανο
κατετέθη µὲ ἱερὴ ποµπὴ στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων
Ἀποστόλων (13 Μαρτίου 846).
Ὁ Ἅγιος Πούπλιος ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν
Πολλὲς λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωή του δὲν ἔχουµε.
Ξέρουµε µόνο, ὅτι ἔκανε ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν (µετὰ τὸν Νάρκισσο) κατὰ τὸν δεύτερο αἰῶνα
µετὰ Χριστόν. Κυβέρνησε τὸ ποίµνιό του σὰν καλὸς ποιµένας, τελευταία δὲ ἔδωσε
καὶ τὴν ζωή του ὑπὲρ τῶν λογικῶν προβάτων, ἀφοῦ τελείωσε αὐτὴ µὲ µαρτυρικὸ
θάνατο κατὰ τὸν ἐπὶ Μάρκου Αὐρηλίου (161-180) διωγµό.
Οἱ Ἅγιοι Ἀφρικανός, Πούπλιος καὶ Τερέντιος
Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει:
«Ἄνευ ὑποµνήµατος. Τελεῖται ἡ σύναξις αὐτῶν ἐν τῷ Πετρίῳ, κατὰ δὲ τὸν
Συναξαριστὴν Νικοδήµου, ἐν τῷ Παυλοπετρίῳ». Θεόδωρος ὁ Ἀναγνώστης λέγει (Ἐκκλ. Ἱστορ.
Β, 62) ὅτι ἡ ἀνακοµιδὴ τῶν Ἱερῶν τούτων λειψάνων ἐγένετο ἐπὶ Θεοδοσίου Α΄ «εἰς
τὴν ἁγίαν Εὐφηµίαν ἐν τῇ Πέτρᾳ» ὅπου ἐτελεῖτο φαίνεται καὶ ἡ τούτων σύναξις.
Συµµάρτυρας τρεῖς ὢν διὰ ξίφους τέλος ἴσα στεφάνοις τοῖς Ἰάµβοις χρὴ στέφειν. Ἐν
τῷ Λαυριωτικῷ κώδ. 70 εἰς τοὺς ἀνωτέρω ἁγίους ἀριθµεῖται καὶ ὁ Σαβίνος καὶ οἱ σὺν
αὐτῷ· τὸ δὲ δίστιχον ἔχει οὕτως: Μάρτυρας πολλοὺς ὢν διὰ ξίφους στέφος ἴσα
στεφάνοις τοῖς ἰάµβοις χρὴ στέφειν. Ἐν
τῷ αὐτῷ κώδ. κεῖται καὶ τὸ ἑξῆς ὑπόµνηµα:
«Οὖτοι οἱ ἅγιοι διὰ τὴν εἰς Χριστὸν ὁµολογίαν προσήχθησαν τῷ ἄρχοντι τῆς αὐτῶν
πόλεως καὶ ὁµογνωµίᾳ ψυχῆς καὶ προαιρέσει καθαρωτάτῃ ἐνέπτυσαν εἰς τὸ πρόσωπον
τοῦ τυράννου καὶ τὰ εἴδωλα τὰ παρ΄ ἐκείνου σεβόµενα καθύβρισαν καὶ ἐβδελύξαντο·
ὁ δὲ ἐκπυρωθεὶς τῷ θυµῷ ἔµεινεν ἔνεος καὶ ὅλος οὐκ ἐναισθάνετο τίνας τιµωρίας αὐτοῖς
προσενεγκεῖν καὶ δεινὸς
µάστιγας, ὑπὲρ τῆς ἀµώµητου πίστεως, ἧς ἔλεγον
ἐµµένοντες αὐτῷ καὶ ἀπειλοῦντες. Ὕστερον διανοηθεὶς ἐµηχανήσατό τι τοιοῦτον
λουτρὸν ἐξανάπτει σφοδρότατον ἐπὶ τρισὶν ἡµέραις καὶ πάλους σιδηροὺς µέσον αὐτῶν
καταπήξας, τοὺς ἁγίους δεδεµένους ἁλύσεσι βαρυτάταις, ἐν τῷ λουτρῷ ἀναφθέντι ἐνέβαλεν
ἐν τοῖς σιδηροῖς πάλοις δεδεµένους, καὶ κατακλείσας αὐτοὺς εἴασεν ἐκεῖσε.
Παρελθουσῶν δὲ ἡµερῶν τριῶν ἐκέλευσεν ἀναφραχθῆναι ἡ κάµινος καὶ εὑρόντες τοὺς ἁγίους
ἀβλαβεῖς ἐκ πυρὸς ἐπίστευσαν εἰς τὸν Χριστὸν πάντες οἱ ἀπελθόντες ἐκεῖσε· οἳ καὶ
τὰς κεφαλὰς παρὰ τοῦ τυράννου ἀπετµήθησαν εἴτα ἐνέκλεισεν αὐτοὺς ἐν εἱρκτῇ
ζοφώδει· καὶ ἡµέρας ποιησάντων ἐπὶ πλεῖον ἐν αὐτῇ ἐξήγαγεν αὐτοὺς ἔξω καὶ ἁπλοῖ
αὐτοὺς ἐπάνω ἀνθρακίων καὶ ἄνωθεν µετὰ ῥάβδων τυπτοµένους· εἶτα καταξένει τὰς
προσληφθεῖσας σάρκας πλήκτροις σιδηροῖς καὶ τοὺς ὄνυχας αὐτῶν ἐκριζοῖ καὶ
θαυµατουργησάντων πάλιν συνέπεσον τὰ εἴδωλα καὶ συνετρίβησαν ἐν τῇ γῇ καὶ
διελύθησαν ὡσεὶ κηρὸς ἀπὸ πυρός. Καὶ ἐκ πάντων ἐξαπορηθεὶς ὁ ἡγεµών, δειλιάσας
δὲ µήπως πλέον ἀπὸ τῶν εἰδωλολατρῶν ἐπιστρέψωσι πρὸς τὴν ἀληθινὴν πίστιν τὴν εἰς
τὸν Κύριον ἡµῶν Ἰησοῦν Χριστὸν ἀπὸ τῶν ἀπείρων θαυµατουργιῶν ὧν ἔφρων γεγενηµένων
ὑπὸ τῶν ἁγίων, ἐκέλευσε ξίφει τὰς κεφαλὰς αὐτῶν ἀποτµηθῆναι· καὶ οὕτως ἐτελειώθη
αὐτῶν ἡ
µαρτυρία καὶ τῶν ἐν οὐρανοῖς ἀγαθῶν καὶ
στεφάνων ἁµαραντίνων ἀπέλαβον. Τελεῖται δὲ αὐτῶν ἡ σύναξις ἐν τῷ Πετρίῳ εἰς
δόξαν Θεοῦ».
Ὁ Ἅγιος Ἄβιβος ἀπὸ τὴν Ἐρµούπολη
Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἐρµούπολη τῆς Αἰγύπτου καὶ πῆρε
τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν µεγάλη πέτρα στὸ σῶµα, καὶ κατόπιν τὸν
ἔριξαν στὸ ποτάµι. (Ἴσως εἶναι τὸ ἴδιο πρόσωπο µὲ τὸν Ἅγιο Σαβίνο τὸν Αἰγύπτιο,
βλ. 16 Μαρτίου).
Ἡ Ἁγία Χριστίνα ἡ ἐν Περσίᾳ
Μαρτύρησε ἀφοῦ τὴν µαστίγωσαν µέχρι
θανάτου.
Ὁ Ἅγιος Μάριος ἐπίσκοπος Σεβαστείας
Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ
«Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας, 1956, χωρὶς ἄλλες
πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη του.
Ὁ Ἅγιος Λέανδρος (Ἰσπανός)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωµένη Εὐρώπη»,
τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ.
«Ἑπτάλοφος», Ἀθῆναι 1997.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 14
●
Ὁ Ὅσιος Βενέδικτος
●
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ ἐν Πίδνῃ
●
Ὁ Ἅγιος Εὔσχηµος ἢ Εὐσχήµων ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος Λαµψάκου
●
Οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδρος καὶ Διονύσιος οἱ «Βασιλικοί» - Βασίλειος καὶ Εὐφράτης
●
Οἱ Ἅγιοι Φρόντων καὶ Φρόνιµος
●
Ὁ Ὅσιος Θεόγνωστος ὁ Ἕλλην
●
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τοῦ Γιούρεβιτς (Ῥῶσος)
●
Ὁ Ἅγιος Boniface (Σκωτσέζος)
Ὁ Ὅσιος Βενέδικτος
Ὁ Ὅσιος Βενέδικτος γεννήθηκε στὴ Νουρσία τῆς
Ἰταλίας καὶ ἔζησε τὸν 6ο αἰῶνα µ.Χ. Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι, ἀλλὰ
καὶ ἀφοσιωµένα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτὸ καὶ στὸ παιδί τους, µὲ ἀγάπη καὶ
ταπεινὸ φρόνηµα, ἐφάρµοσαν τὴν διαπαιδαγώγηση ποὺ συνιστᾷ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Ἐκτρέφετε
αὐτὰ ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου». Ν᾿ ἀνατρέφετε, δηλαδή, τὰ παιδιά σας, µὲ
παιδαγωγία καὶ νουθεσία, σύµφωνα µὲ τὸ θέληµα τοῦ Κυρίου. Ἔτσι καὶ οἱ γονεῖς αὐτοὶ
ἀνέθρεψαν τὸ γιό τους Βενέδικτο µὲ θερµότατη εὐσέβεια καὶ φρόντισαν νὰ τοῦ ἀνάψουν
τὸ ζῆλο νὰ ἐργασθεῖ σὲ κάτι µεγάλο καὶ καλὸ ὑπὲρ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Βενέδικτος ὅταν
ἐνηλικιώθηκε, πράγµατι ἀνταποκρίθηκε στὶς προσδοκίες τῶν γονέων του. Ἀφοῦ ἀποχώρησε
σ᾿ ἕνα φαράγγι στὰ Ἀπέννινα ὄρη, ἐπιδόθηκε στὴν προσευχὴ καὶ τὴν µελέτη. Ἡ τόσο
ἁγία ζωὴ ποὺ ἔκανε, ἔγινε αἰτία νὰ ἀποκτήσει µεγάλη φήµη στοὺς γύρω ὀρεινοὺς
πληθυσµούς. Μέσα σὲ διάστηµα εἴκοσι χρόνων, ἦλθαν κοντά του 164 µοναχοί. Ὁπότε
τὸ ἔτος 540 ἵδρυσε µοναστήρι, ἐπάνω στὸ ὄρος CASSΙNO. Ὑπῆρξε Ἱδρυτὴς τοῦ
µοναχικοῦ τάγµατος τῶν Βενεδικτίνων, ποὺ ὑπάρχει µέχρι καὶ σήµερα στὴ δυτικὴ Ἐκκλησία.
Ὁ Ὅσιος Βενέδικτος πέθανε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 543, σὲ ἡλικία 62 χρονῶν.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ ἐν Πίδνῃ
Ὁ Ἅγιος αὐτός, στὴν ἀρχὴ βρισκόταν στὸ
σκοτάδι τῆς πλάνης. Ἀργότερα ὅµως, ἔλαµψε σὰν ἀστέρας πολύφωτος µὲ τὴν καλή του
ὁµολογία. Διότι ἔκανε δριµύτατο ἔλεγχο στὴν πλάνη τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ
καταπλήγωσε µὲ τὰ λόγια του τὸν νοητὸ διάβολο. Ὁπότε οἱ πλανεµένοι εἰδωλολάτρες,
µὴ µπορώντας νὰ ὑποφέρουν τὸ θάῤῥος καὶ τὴν δύναµη τοῦ Ἁγίου, προσπάθησαν νὰ
νικήσουν τὴν µεγαλοψυχία του µὲ διάφορους τρόπους καὶ κολακεῖες. Ἐπειδὴ ὅµως δὲν
µπόρεσαν, τὸν ἀποκεφάλισαν. Ὁ Θεὸς ὅµως τὸν ἀντάµειψε
µὲ τὸ ἰαµατικὸ χάρισµα, διότι τὸ ἱερὸ
λείψανό του γιατρεύει κάθε ἀσθένεια ἐκείνων ποὺ προστρέχουν σ᾿ αὐτὸ µὲ πίστη.
Ὁ Ἅγιος Εὔσχηµος ἢ Εὐσχήµων ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος
Λαµψάκου
Ἔζησε στὰ χρόνια τῶν εἰκονοµάχων. Παρ᾿ ὅλο
ποὺ οἱ βασιλικὲς διαταγὲς ἐπέβαλλαν αὐστηρότατες ποινές, ἐναντίον αὐτῶν ποὺ ὑπερασπίζονταν
τὶς ἅγιες εἰκόνες, ὁ ἅγιος Εὔσχηµος ἐξετέλεσε τὸ καθῆκον του ὑπὲρ αὐτῶν, µὲ ὅλο
του τὸ θάῤῥος. Καταγγέλθηκε, ἐξορίστηκε καὶ φυλακίστηκε. Ἀλλ᾿ ὑπέστη τὸ διωγµὸ
µὲ ὅλη τὴν χαρά, ποὺ ἔφερε σ᾿ αὐτὸν ἡ συναίσθηση, ὅτι µαχόταν γιὰ τὴν ἁγία µας Ἐκκλησία.
Ὁ σεπτὸς ἐπίσκοπος διακρίθηκε καὶ γιὰ τὰ φιλάνθρωπα αἰσθήµατά του. Οἱ φτωχοὶ ἀνακουφίζονταν
πατρικότατα µὲ τὶς πατρικές του φροντίδες. Καὶ σ᾿ αὐτὴ ἀκόµα τὴν ἐξορία του, εὐσεβεῖς
ἐπισκέπτες τοῦ δώριζαν διάφορα χρηµατικὰ ποσά, ποὺ ὅλα τὰ διέθετε γιὰ τοὺς
ἀπόρους. Ὑπῆρξε λοιπὸν ἐπίσκοπος γνήσιος
καὶ ἀληθινός, ποιµένας φιλόστοργος καὶ ἡρωικός, καὶ δίκαια ἡ Ἐκκλησία τὸν
κατέταξε µεταξὺ τῶν ἁγίων της ὁµολογητῶν.
Οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδρος καὶ Διονύσιος οἱ
«Βασιλικοί» - Βασίλειος καὶ Εὐφράτης
Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, ἴσως τῶν
πρώτων χριστιανικῶν χρόνων. Δὲν ὑπάρχουν ἐπαρκεῖς βιογραφικὲς πληροφορίες. Ἡ
µνήµη τους τὴν 13η ἢ 14η Μαρτίου.
Οἱ Ἅγιοι Φρόντων καὶ Φρόνιµος
Δὲν ὑπάρχουν πληροφορίες γιὰ τὸν χρόνο τοῦ
µαρτυρίου τους. Μόνο ὅτι µαρτύρησαν στὴ Θεσσαλονίκη ἐπὶ Μαξιµιανοῦ, µαζὶ µὲ τοὺς
πιὸ πάνω µάρτυρες.
Ὁ Ὅσιος Θεόγνωστος ὁ Ἕλλην
Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Ῥωσίας (+
1358).
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τοῦ Γιούρεβιτς (Ῥῶσος)
Διὰ Χριστὸν σαλός.
Ὁ Ἅγιος Boniface (Σκωτσέζος)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν
Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων.
Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι
1985.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 15
●
Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος, Πλήσιος, Ῥωµύλος, Τιµόλαος, δυὸ Ἀλέξανδροι καὶ δυὸ
Διονύσιοι
●
Ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος ἐπίσκοπος Βρετανίας
●
Ὁ Ἅγιος Νίκανδρος ὁ ἐν Αἰγύπτῳ
●
Ὁ Ἅγιος Μανουὴλ ἀπὸ τὰ Σφακιά
●
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν τῷ φρέατι
●
Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ὁ ἐν Σκήτῃ Κολιτζοῦ
●
Ὁ Ἅγιος Παρθένιος Νεοµάρτυρας
Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος, Πλήσιος, Ῥωµῦλος,
Τιµόλαος, δυὸ Ἀλέξανδροι καὶ δυὸ Διονύσιοι
Ἔζησαν καὶ κέρδισαν τὰ ἀθάνατα βραβεῖα,
κατὰ τὸ διωγµὸ τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-304) ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἀγάπιος ἦταν
ἀπὸ τὴν Γάζα τῆς Παλαιστίνης, ὁ Τιµόλαος ἀπὸ τὴν Μαύρη Θάλασσα, οἱ δυὸ
Διονύσιοι ἀπὸ τὴν Τρίπολη τῆς Φοινίκης, ὁ Ρωµύλος - ὑποδιάκονος- ἀπὸ τὴν Λύδδα ἢ
Διόσπολη, ὁ Πλήσιος καὶ οἱ δυὸ Ἀλέξανδροι ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Κατηγορήθηκαν ὅτι εἶναι
χριστιανοὶ καὶ ὁδηγήθηκαν µπροστὰ στὸν ἔπαρχο τῆς Καισαρείας Οὐρβανό, ὅπου µὲ
παῤῥησία ὁµολόγησαν τὸ Χριστό. Μάταιες
ἀπόπειρες ἔκανε ἐκεῖνος γιὰ νὰ τοὺς
δελεάσει ἢ καὶ νὰ τοὺς ἐκφοβίσει. Διότι στὸ µυαλὸ ὅλων ἐπικρατοῦσε ὁ λόγος τοῦ
Θεοῦ: «Τὸν φόβον αὐτῶν µὴ φοβηθῆτε µηδὲ ταραχθῆτε». Δηλαδή, µὴ φοβηθεῖτε τὸ
φόβο µὲ τὸν ὁποῖο ζητοῦν οἱ ἄπιστοι νὰ σᾶς πτοήσουν καὶ µὴ ταραχθεῖτε καθόλου ἀπ᾿
αὐτόν. Πέθαναν ὅλοι µαρτυρικὰ µὲ ἀποκεφαλισµό, δίνοντας
σ᾿ ὅλους τοὺς ἀγωνιστὲς χριστιανοὺς µήνυµα
θάῤῥους καὶ ἐλπίδας.
Ὁ Ἅγιος Ἀριστόβουλος ἐπίσκοπος Βρετανίας
Ἀνῆκε στὸ χορὸ τῶν 70 ἀποστόλων καὶ ἀκολούθησε
σὲ µερικὲς περιοδεῖες τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Ἐκτιµώντας δὲ αὐτὸς τὴν διδακτικὴ ἱκανότητα
τοῦ Ἀριστοβούλου, καθὼς καὶ τὰ διοικητικά του χαρίσµατα ποὺ συνοδεύονταν µὲ
γνήσιο ζῆλο γιὰ τὴν πίστη, τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο τῆς Βρετανίας. Οἱ τότε κάτοικοί
της ἦταν ἐντελῶς ἀπολίτιστοι καὶ βάρβαροι, προσκολληµένοι τυφλὰ στὶς χυδαῖες καὶ
ἀνόητες δεισιδαιµονίες τους. Γι᾿ αὐτὸ τὸ ἔργο τοῦ Ἀριστοβούλου, συνάντησε
µεγάλη ἀντίσταση. Πολλὲς φορὲς κινδύνευσε ἡ ζωή του, ὑπέφερε δὲ ἀµέτρητα βάσανα
καὶ θλίψεις. Ἀλλ᾿ ἡ θεία χάρη, δὲν ἄφησε χωρὶς ἀποτέλεσµα τὶς προσπάθειές του. Ἀρκετοὶ
ἀπὸ τοὺς κατοίκους πίστεψαν στὸ Χριστό,
καὶ στὰ ἄγρια ἐκεῖνα µέρη ἱδρύθηκε
χριστιανικὴ Ἐκκλησία. Αὐτὴν καλλιεργώντας µὲ ἄγρυπνη ἐπιµέλεια καὶ ἐπεκτείνοντας
µὲ ἀκούραστη φιλοπονία πέθανε ὁ ἅγιος Ἀριστόβουλος, σ᾿ ὅλα ἀντάξιος τοῦ ἀδελφοῦ
του καὶ Ἀποστόλου ἐπίσης Βαρνάβα. (Ἡ
µνήµη του ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 31η Ὀκτωβρίου,
µαζὶ µὲ ἄλλους ἀποστόλους ἐκ τῶν 70).
Ὁ Ἅγιος Νίκανδρος ὁ ἐν Αἰγύπτῳ
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ
(284-305). Θερµὸς ζηλωτὴς τῆς πίστης, θαύµαζε µὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ ἐκείνους, ποὺ
ἔχυναν γι᾿ αὐτὴν τὸ αἷµα τους. Καὶ ὅσες φορὲς µάθαινε τὸν θάνατο µαρτύρων,
πήγαινε ἐπὶ τόπου, παραλάµβανε τὰ Ἅγια λείψανά τους καὶ τὰ ἔθαβε καταβρέχοντας
αὐτὰ µὲ τὰ δάκρυά του. Στὴν ἐκτέλεση τοῦ ἱεροῦ αὐτοῦ ἔργου συνελήφθη καὶ
δικάστηκε. Ἐπειδὴ ὅµως ἔµεινε πιστὸς στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ, καταδικάστηκε σὲ
σκληρότατο θάνατο. Μὲ διαταγὴ τοῦ τυράννου, ἔγδαραν τὸ δέρµα του καὶ ἔπειτα τὸ ἔκαψαν
µὲ ἀναµµένες λαµπάδες.
Ὁ Ἅγιος Μανουὴλ ἀπὸ τὰ Σφακιά
Ὁ νεοµάρτυρας αὐτὸς γεννήθηκε στὰ Σφακιὰ τῆς
Κρήτης, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Σὲ
µικρὴ ἡλικία αἰχµαλωτίστηκε ἀπὸ τοὺς
Τούρκους, µὲ τὴν βία ἐξισλαµίστηκε καὶ στὴ
συνέχεια παρέµεινε στὴν ὑπηρεσία τους. Βρῆκε
ὅµως τὴν εὐκαιρία καὶ δραπέτευσε ἀπὸ
τὸ σπίτι τῶν κυρίων του, καὶ πῆγε στὴ
Μύκονο, ὅπου ἐξοµολογήθηκε καὶ ζοῦσε µὲ
χριστιανοπρέπεια. Ἐκεῖ παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε
ἕξι παιδιά. Ἐπειδὴ ὅµως ἡ σύζυγός
του πρόδωσε τὴν συζυγική της τιµή,
µετακόµισε αὐτὸς µὲ τὰ ἕξι παιδιά του σὲ ἄλλο
σπίτι χωρὶς νὰ τὴν διαποµπεύσει. Ἀλλ᾿ ὁ ἀδελφός
τῆς ἄπιστης συζύγου του, ποὺ
ὑπηρετοῦσε στὸν Τουρκικὸ στόλο, κατάγγειλε
τὸν Μανουὴλ στὸν Τοῦρκο πλοίαρχο ὅτι,
ἐνῷ εἶχε γίνει µουσουλµάνος, ἐπανῆλθε στὴ
χριστιανικὴ θρησκεία. Ὅταν συνελήφθη
ἀπὸ τὸν Τοῦρκο πλοίαρχο, ὁ Μανουὴλ µὲ θάῤῥος
ὁµολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό.
Μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια, παραδόθηκε στὸν
Τοῦρκο Ναύαρχο, ποὺ βρισκόταν
στὴ Χίο. Αὐτὸς τὸν ἀνέκρινε καὶ ἐξέδωσε θανατικὴ
ἀπόφαση. Ὁπότε οἱ ὑπηρέτες τοῦ
Ναυάρχου, πῆραν τὸν Μανουὴλ καὶ τὸν ὁδήγησαν
στὸν τόπο τῆς ἐκτέλεσης, ποὺ
ὀνοµαζόταν Παλαιὰ Βρύση. Καὶ ἐνῷ ὁ
µάρτυρας ἔσκυψε τὸ κεφάλι του, ὁ δήµιος, ποὺ
εἶχε ὁρισθεῖ νὰ τὸν ἐκτελέσει, δείλιασε,
πέταξε τὸ σπαθὶ καὶ ἀποµακρύνθηκε. Τότε
ἅρπαξε τὸ σπαθὶ κάποιος ὑπαξιωµατικός, ὁ ὁποῖος
ἀφοῦ δὲν µπόρεσε µετὰ ἀπὸ πολλὰ
κτυπήµατα στὸ λαιµὸ τοῦ µάρτυρα νὰ τὸν ἀποκεφαλίσει,
τὸν ἔριξε κάτω καὶ τὸν
ἔσφαξε µὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο σὰν
πρόβατο. Ὅλα αὐτὰ ἔγιναν στὴ Χίο, στὶς 15
Μαρτίου 1792, ἡµέρα Δευτέρα καὶ ὥρα
τέσσερις µ.µ. Τὸ δὲ τίµιο λείψανό του, οἱ Τοῦρκοι,
ἀφοῦ τὸ ἔδεσαν µὲ ὀγκόλιθους τὸ ἔριξαν στὴ
θάλασσα. Χειρόγραφο µαρτύριο τοῦ Ἁγίου
αὐτοῦ, βρίσκεται στὴ βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς
Ξενοφῶντος τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν τῷ φρέατι
Βλέπε βιογραφία του τὴν 30η Μαρτίου.
Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ὁ ἐν Σκήτῃ Κολιτζοῦ
Ὁ Ἅγιος Παρθένιος Νεοµάρτυρας
Διάκονος ἐν Διδυµοτείχῳ (+ 18ος αἰ.).
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 16
●
Ὁ Ἅγιος Σαβίνος ὁ Αἰγύπτιος
●
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν Ρουφιαναῖς
●
Ὁ Ἅγιος Ῥωµανὸς ὁ ἐν τῷ Παρίῳ
●
Ὁ Ἅγιος Πάπας
●
Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ἀπὸ τὴν Κιλικία
●
Οἱ Ἅγιοι δέκα Μάρτυρες οἱ ἐν Φοινίκῃ
●
Ὁ Ὅσιος Ἀνίνας ὁ Θαυµατουργός
●
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος πάπας Ῥώµης
●
Ὁ Ὅσιος Χριστόδουλος ὁ Θαυµατουργός, ὁ ἐν Πάτµῳ
Ὁ Ἅγιος Σαβίνος ὁ Αἰγύπτιος
Ἡ καταγωγή του ἦταν ἀπὸ τὴν Ἐρµούπολη τῆς
Αἰγύπτου. Ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Διοκλητιανὸς (284-304) διέταξε ἄγριο διωγµὸ κατὰ τῶν
χριστιανῶν, ὁ ἐκεῖ ἔπαρχος Ἀῤῥιανὸς ἀπὸ τοὺς πρώτους ζήτησε τὸ Σαβίνο,
γνωστότατο γιὰ τὶς ἐνέργειές του ὑπὲρ τῆς πίστης. Οἱ ὑπόλοιποι, ὅµως,
χριστιανοί, τῶν ὁποίων αὐτὸς ἦταν στήριγµα καὶ παρηγοριά, τὸν πίεσαν νὰ
διαφυλάξει τὴν ζωή του, γιὰ τὸ καλό της Ἐκκλησίας. Ὁ Σαβίνος πείστηκε καὶ
φυλάχθηκε µὲ λίγους ἄλλους χριστιανοὺς σ΄ ἕνα σπίτι ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη. Ἀλλὰ τὰ ὄργανα
τῆς ἐξουσίας τὸν ἀνακάλυψαν καὶ τὸν ἔφεραν µπροστὰ
στὸν ἔπαρχο. Αὐτὸς µεταχειρίσθηκε κάθε εἴδους
κολακείας καὶ ὑποσχέσεως, γιὰ νὰ τὸν κάνει νὰ ἀρνηθεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ἀλλὰ
ἀπέτυχε. Ἐπίσης, ναυάγησαν καὶ οἱ ἀπειλές του. Ὁ Σαβίνος σὲ κάθε ἐρώτηση ἀπαντοῦσε
µὲ τὴν θαῤῥαλέα καὶ ἀποφασιστικὴ ἐκείνη ἀπάντηση τῶν µαρτύρων: «Χριστιανὸς εἰµί».
Δηλαδή, «ΝΑΙ ΕΙΜΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ». Τὸ µαρτύριό του ὑπέµεινε µὲ µεγάλη γενναιότητα.
Ἔσχισαν τὶς σάρκες του καὶ ἔκαψαν τὶς πληγές του µὲ ἀναµµένες λαµπάδες. Τελικὰ
τὸν ἔριξαν στὰ νερὰ
τοῦ Νείλου, ὅπου τὸ σῶµα του βρῆκε τὸ
θάνατο, ἐνῷ ἡ ψυχή του πετοῦσε στὴν αἰώνια ζωή. (Ἡ µνήµη του περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται
- ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστές- τὴν
28η καὶ τὴν 31η Μαρτίου).
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν Ρουφιαναῖς
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Ῥωµανὸς ὁ ἐν τῷ Παρίῳ
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Πάπας
Δόξασε τὴν χώρα τῆς Λυκαονίας. Ἦταν θερµὸς
κήρυκας τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσµο τῆς εἰδωλολατρίας καὶ καταδικάστηκε σὲ θάνατο.
Στὴν ἀρχὴ τὸν χτύπησαν µὲ λεπτὲς εὐλύγιστες βέργες. Κατόπιν ἔσχισαν τὰ πλευρά
του µὲ σιδερένια νύχια. Στὴν κατάσταση ποὺ ἦταν τοῦ φόρεσαν σιδερένια παπούτσια
καὶ τὸν βίαζαν νὰ βαδίζει. Τέλος, µισοπεθαµένο τὸν κρέµασαν σ΄ ἕνα δένδρο, ὅπου
παρέδωσε τὴν τελευταία του πνοὴ ψιθυρίζοντας µέχρι τέλους: «Χριστιανὸς εἰµί». (Μᾶλλον
εἶναι ὁ ἴδιος ἅγιος µ΄ αὐτὸν τῆς 14ης Σεπτεµβρίου).
Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ἀπὸ τὴν Κιλικία
Βλέπε τὴν βιογραφία του 21 Ἰουνίου, ὅπου εἶναι
καὶ ἡ κυρίως µνήµη του.
Οἱ Ἅγιοι δέκα Μάρτυρες οἱ ἐν Φοινίκῃ
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ὅσιος Ἀνίνας ὁ Θαυµατουργός
Ὀρφανὸς σὲ ἡλικία 15 χρονῶν, πῆγε κοντὰ στὸν
διάσηµο ἐρηµίτη Μαϊουµᾶ. Ἐκεῖ ὁ Ἀνίνας, πέτυχε στὸν ἑαυτό του µεγάλη εὐσέβεια µὲ
τὴν ἄσκηση καὶ τὶς συµβουλὲς τοῦ γέροντά του. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ ὁ γέροντάς του ἀναχώρησε
σ΄ ἄλλο τόπο, ὁ δὲ Ἀνίνας ἔµεινε. Τὸ δὲ κελλί του, ἦταν πέντε µίλια µακριὰ ἀπὸ
τὸν ποταµὸ Εὐφράτη. Πολλοὶ διερχόµενοι ἀπὸ ἐκεῖ, γνώρισαν καὶ ἑλκύστηκαν ἀπὸ τὴν
ἀγαθότητα καὶ τὴν προθυµία του, καὶ θαύµασαν τὴν ἀσκητικὴ ἀρετή του καὶ τὰ
πνευµατικά του χαρίσµατα. Ὁ Ὅσιος προικίστηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ µὲ θαυµατουργικὴ
δύναµη. Καὶ ἀποδείχτηκε σ΄ ὅλα ἄξιος της µὲ τὴν µεγάλη του ταπεινοφροσύνη. Ἐπίσης,
ἵδρυσε καὶ µία µικρὴ ἀδελφότητα, ποὺ τὴν κατάρτιζε µὲ τὰ διδάγµατα τῆς ζωντανῆς
εὐσέβειας. Πέθανε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 110 χρονῶν.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος πάπας Ῥώµης
Ἀπὸ τὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήµου καὶ
τὰ Μηναῖα, καλεῖται Ἀλεξανδρίων. Ἀλλὰ µὲ τέτοιο ὄνοµα πάπας Ῥώµης δὲν ὑπῆρξε
ποτέ. Πρόκειται λοιπὸν γιὰ τὸν πάπα Ἀλέξανδρο τὸν Α΄ (105-115).
Ὁ Ὅσιος Χριστόδουλος ὁ Θαυµατουργός, ὁ ἐν
Πάτµῳ
Αὐτὸς ἔκτισε τὴν Μονὴ στὴν Πάτµο τοῦ Εὐαγγελιστῆ
Ἰωάννη. Γεννήθηκε τὸ 1020 στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβέστατους,
καὶ ὀρθοδόξους, τὸν Θεόδωρο καὶ τὴν Ἄννα. Τὸ βαπτιστικό του ὄνοµα ἦταν Ἰωάννης.
Ἡ σχολική του ἐπίδοση ὑπῆρξε ἀξιοσηµείωτη, καὶ ἀπὸ νεαρὸς ἀκόµα ἀνατράφηκε στὴ
µοναχικὴ ζωή. Εἶχε πλοῦτο λαµπρῶν πλεονεκτηµάτων καὶ ἀρετῶν. Διότι δὲν ἦταν
µόνο εὐσεβὴς ψυχή, ἀγαθὴ καρδιά, χρηστὸς χαρακτῆρας, ἀλλὰ καὶ δυναµικός, εὐφυής,
δραστήριος καὶ τολµηρός. Ἀργότερα, µὲ συνδροµὴ τοῦ βασιλιᾶ Ἀλεξίου τοῦ Κοµνηνοῦ
(1081-1118),
ἔκτισε τὴν Μονὴ στὴν Πάτµο, ὅπου καὶ
µόνασε. Ἀλλὰ οἱ ἐπιδροµὲς τῶν βαρβάρων καὶ συγκεκριµένα τῶν Ἀράβων, τὸν ἀνάγκασαν
νὰ πάει στὴν Εὔβοια. Ἡ διαµονή του στὴν Εὔβοια διήρκεσε 7-8 χρόνια, ὅπου καὶ
πέθανε τὸ 1101. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Χριστοδούλου, µετακοµίστηκε ἀργότερα στὴ
Μονὴ τῆς Πάτµου, ὅπου σῴζεται µέχρι σήµερα.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 17
●
Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ
●
Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ Μνήµη τῆς µετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης ἡµῖν φοβερᾶς ἀπειλῆς
τοῦ Σεισµοῦ κατὰ τοὺς χρόνους Κωνσταντίνου τοῦ Βασιλέως
●
Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος ὁ Ὁµολογητής
●
Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Ὁσιοµάρτυρας
●
Ὁ Ἅγιος Μαρῖνος
●
Ὁ Ἅγιος καὶ Δίκαιος Λάζαρος ὁ φίλος τοῦ Χριστοῦ
●
Ὁ Ὅσιος Μακάριος
●
Ὁ Ἅγιος Patrick (Ἰρλανδός)
Ὁ Ὅσιος Ἀλέξιος ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ
Γεννήθηκε στὴ Ῥώµη, στὰ χρόνια του Ἀρκαδίου
καὶ Ὀνωρίου, γιῶν τοῦ Μ. Θεοδοσίου (378-395). Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν Εὐφηµιανὸς
καὶ ἡ µητέρα του Ἀγλαΐα. Ἦταν εὐσεβέστατοι χριστιανοὶ καὶ εἶχαν µεγάλη
περιουσία, ποὺ διέθεταν στὰ ὀρφανὰ καὶ στοὺς φτωχούς µε µεγάλη προθυµία καὶ
γενναιοδωρία. Τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἀνατροφὴ ἔδωσαν καὶ στὸ γιὸ τους Ἀλέξιο. Μὲ τὸ
δικό του χέρι µοίραζαν τὰ περισσότερα ἐλέη τους. Ὅταν ἔφτασε σὲ κατάλληλη ἡλικία
ὁ Ἀλέξιος, θέλησαν νὰ τὸν νυµφεύσουν, πρᾶγµα ποὺ ὁ ἴδιος δὲν ἐπιθυµοῦσε. Ἀλλὰ
στὴν ἐπιµονὴ τῶν γονέων του, ὁ Ἀλέξιος νυµφεύθηκε µία γυναῖκα ποὺ κι αὐτὴ ἤθελε
νὰ µείνει ἄγαµη. Ὁπότε συµφώνησαν νὰ διατηρήσουν καὶ οἱ δυὸ τὴν παρθενία τους.
Αὐτό, ὅµως, τὸ κατάλαβαν οἱ γονεῖς τοῦ Ἀλεξίου καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀναγκάζεται νὰ
φύγει σὲ µακρινὸ µέρος, στὴν Ἔδεσσα τῆς Συρίας. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὴ µελέτη τοῦ
θείου λόγου καὶ στὶς ἀσκήσεις, ἀλλὰ καὶ στὴ βοήθεια
καὶ φροντίδα τῶν φτωχῶν. Μετὰ 17 χρόνια, ἐπέστρεψε
στὴν πατρίδα του καὶ βρῆκε στὴ ζωὴ τοὺς γονεῖς του καὶ τὴν σύζυγό του. Αὐτοὶ ὅµως
δὲν τὸν ἀναγνώρισαν. Ἔµεινε κοντά τους, συνεχίζοντας καὶ καλλιεργώντας τὸ
θεάρεστο ἔργο του. Ὅταν πέθανε, ἀποκάλυψε ποιὸς ἦταν. Αὐτὸ στὴν ἀρχὴ λύπησε τοὺς
δικούς του, ἀλλὰ ἔπειτα χάρηκαν, διότι ὁ Ἀλέξιος µέχρι τέλους ἦταν «ἄρτιος του
Θεοῦ ἄνθρωπος», δηλαδή, τέλειος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ.
Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ Μνήµη τῆς µετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης
ἡµῖν φοβερᾶς ἀπειλῆς τοῦ Σεισµοῦ κατὰ τοὺς χρόνους Κωνσταντίνου τοῦ Βασιλέως
Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει:
Ἐν τοῖς ἐντύποις Συναξαρισταῖς καὶ τοῖς Μηναίοις σηµειοῦται κατὰ τὴν ἡµέραν
ταύτην, ἄνευ ὑποµνήµατος, «µνήµη τῆς
µετὰ φιλανθρωπίας ἐπενεχθείσης ἡµῖν φοβερᾶς
ἀπειλῇς τοῦ σεισµοῦ, κατὰ τοὺς χρόνους Κωνσταντίνου τοῦ βασιλέως». Περὶ τοῦ
σεισµοῦ τοῦ ἐπὶ Κωνσταντίνου τοῦ Πορφυρογεννήτου (780-797) συµβάντος, ὁ Κεδρηνὸς
(Β΄, σ. 23) λέγει, ὅτι ἐγένετο κατὰ τὸ δέκατον ἔτος τῆς βασιλείας αὐτοῦ, χωρὶς
νὰ ὁρίζῃ τὴν ἡµέραν, ἥτις, κατὰ πᾶσαν
πιθανότητα, εἶναι ἡ κατὰ τὴν 17ην Μαρτίου
µνηµονευοµένη ὑπὸ τῶν Συναξαριστῶν. Ὁ Λαυριωτικὸς Κώδ. 70 συµπληροῖ τὴν ἀνωτέρω
σύντοµον µνείαν τοῦ σεισµοῦ οὕτω:
«τότε γὰρ πολὺ µέρος τῶν τειχῶν τῆς πόλεως
κατέπεσε καὶ θεῖοι ναοὶ διεῤῥάγησαν καὶ οἶκοι διάφοροι καὶ τριόροφοι ἕως ἐδάφους
κατέπεσον καὶ ἢν κλονουµένη πᾶσα ἡ γῆ ἐπὶ πλεῖστας ἡµέρας· ὁ δὲ βασιλεύς, σὺν τῷ
Πατριάρχῃ καὶ παντὶ τῷ λαῷ µετὰ λιτῶν καὶ τῶν σεπτῶν εἰκόνων καὶ ζωοποιῶν σταυρῶν
καὶ τῶν ἁγίων λειψάνων σὺν δάκρυσι καὶ νηστείαις καὶ προσευχαῖς ἐξιλεούµενοι τὸ
θεῖον καὶ παρακλητεύοντες [καί] ἐπιβοῶντες
«ρῦσαι Κύριε, τῆς δικαίας σου ὀργῆς καὶ µὴ
κατὰ τὰς ἁµαρτίας ἡµῶν παραδώῃς ἡµᾶς εἰς θάνατον ἀλλὰ κατὰ τὸ πολὺ ἔλεός σου ἐλέησον
τὸν σὸν ὑποκείµενον λαόν» ὁ δὲ πολυέλεος καὶ µακρόθυµος Θεὸς ἀποστρέψας τὴν ὀργὴν
αὐτοῦ, παρ΄ ἐλπίδα τοὺς τότε πάντας ἐῤῥύσατο καὶ τὸν κλόνον καὶ τρόµον τῆς γῆς
κατέπαυσε.
Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος ὁ Ὁµολογητής
Γεννήθηκε στὴν Τρίγλια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας
(κωµόπολη τῆς Βιθυνίας στὰ παράλια της Προποντίδας) στὶς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰῶνα. Εὐσεβὴς
καὶ φιλοµόναχος ἀπὸ µικρός, ἀµέσως ὅταν τελείωσε τὴν βασική του ἐκπαίδευση, πῆγε
στὴν ἐκεῖ κοντὰ Μονὴ Πελεκητή, ὅπου ἐκάρη µοναχὸς καὶ ἀργότερα ἔγινε καὶ ἡγούµενός
της. Ὅταν ἐπὶ Κων/νου Ε΄ τοῦ Κοπρωνύµου (741-775) ξέσπασε ὁ φοβερὸς διωγµὸς κατὰ
τῶν εἰκόνων, ὁ αὐτοκράτορας πρόσταξε τὸν ἡγεµόνα τῆς Ἀσίας Μιχαὴλ τὸ
Λαχανοδράκοντα, νὰ τιµωρήσει µὲ κάθε τρόπο σκληρὰ αὐτοὺς ποὺ προσκυνοῦν τὶς ἅγιες
εἰκόνες. Τότε αὐτός, πῆγε στὴ Μονὴ Πελεκητῆς τὴν Μεγάλη Πέµπτη καὶ κατὰ τὴν ὥρα
τῆς Θ. Λειτουργίας, συνέλαβε τοὺς
µοναχοὺς καὶ ἄλλους σκότωσε µὲ βάρβαρα
βασανιστήρια καὶ ἄλλους, µεταξὺ αὐτῶν καὶ τὸν Θεοστήρικτο, ἀφοῦ πάλι σκληρὰ
βασάνισε τοὺς ἔστειλε στὶς φυλακὲς τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀργότερα, ὅταν ὁ Ἅγιος
βγῆκε ἀπὸ τὴν φυλακή, γέροντας πλέον, ἐπέστρεψε στὴν κατεστραµµένη Μονὴ Πελεκητῆς,
ὅπου συναντήθηκε µὲ τὸν ὅσιο καὶ ὁµολογητὴ Νικήτα, ἡγούµενο τῆς κοντινῆς Μονῆς
Μηδικίου. Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος συνέθεσε καὶ «Κανόνα Παρακλητικὸν εἰς τὴν Ὑπεραγίαν
Θεοτόκον». Ἔζησε σὲ βαθιὰ γεράµατα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Ὁσιοµάρτυρας
Ἦταν ἀπὸ τὴν Κρήτη καὶ ἔζησε στὰ φοβερὰ
χρόνια τοῦ εἰκονοµάχου αὐτοκράτορα Κων/
νου Ε΄ Κοπρωνύµου. Τότε λοιπὸν καὶ ὁ Ἅγιος
Παῦλος, συνελήφθη ἀπὸ τὸν στρατηγὸ
τῆς Κρήτης Θεοφάνη Λαρδατύρη, ποὺ τὸν ἐκβίαζε
νὰ ποδοπατήσει τὴν εἰκόνα τοῦ
Ἐσταυρωµένου. Ὁ Ἅγιος ὅµως τὴν προσκύνησε
καὶ τὴν ἀσπάστηκε εὐλαβικά.
Ἐξαγριωµένος ὁ στρατηγός, τοῦ πέρασε µὲ
φρικτὸ τρόπο σίδερα σ΄ ὅλο του τὸ σῶµα, καὶ
κατόπιν ἀφοῦ τὸν κρέµασε µὲ τὸ κεφάλι πρὸς
τὰ κάτω, τὸν ἔκαψε. Ἔτσι ὁ Ἅγιος
Παῦλος, πῆρε τὸ ἀµάραντο καὶ αἰώνιο
στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Μαρῖνος
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια τῶν διωγµῶν τῆς Ἐκκλησίας.
Χριστιανὸς ἀπὸ τὴν γέννησή του, ἀνατράφηκε µὲ πολλὴ ἐπιµεληµένη εὐσέβεια καὶ µὲ
θερµότατο ζῆλο γιὰ τὴν πίστη. Ὅταν συνελήφθη σὰν χριστιανός, ὁµολόγησε µὲ θάῤῥος
τὴν πίστη του καὶ ἤλεγξε τοὺς εἰδωλολάτρες γιὰ τὶς ἀνόητες θυσίες τους, ὅταν αὐτοὶ
ἔβρισαν τὴν χριστιανικὴ
θρησκεία. Τότε τὸν βασάνισαν ἄγρια. Τὸν ἔδειραν
µὲ µαστίγια, τοῦ ἔσπασαν κατόπιν τὸ στόµα καὶ τὰ δόντια, καὶ τελευταῖα πῆρε τὸ
στεφάνι τῆς µαρτυρικῆς τελείωσης µὲ ἀποκεφαλισµό.
Ὁ Ἅγιος καὶ Δίκαιος Λάζαρος ὁ φίλος τοῦ
Χριστοῦ
Τὴ µνήµη του ἀναφέρουν ὁ Συναξαριστὴς τοῦ
Delehaye καὶ ὁ Λαυριωτικὸς Κώδικας 70,
µνήµη ποὺ δὲν ἀναφέρουν ὁ Συναξαριστὴς τοῦ
Ἁγίου Νικοδήµου καὶ τὰ ἔντυπα
Μηναῖα. Στὸν ἀνωτέρω λοιπὸν Κώδικα ἀναφέρεται
ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ ἡ
ἀνάστασις τοῦ ἁγίου καὶ δικαίου Λαζάρου τοῦ
φίλου τοῦ Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ,
ὃν ἐκ νεκρῶν ἤγειρεν ἐν τῇ πόλει Βηθανίᾳ
πλησίον Ἱεροσολύµων, ὅτε σαρκὶ
περιεπολεύετο ἐν τῇ γῇ ὁ ἀγαθὸς Θεὸς ἡµῶν
διὰ τὴν σωτηρίαν». Γιὰ τὴν ἀνάσταση τοῦ
Λαζάρου βλέπε στὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον,
κεφ. ια΄ στ. 1 - 44.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος
Ἡγούµενος Κολιαζίνης στὴ Ῥωσία.
Ὁ Ἅγιος Patrick (Ἰρλανδός)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν
Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκοποῦ Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985, καθὼς
ἐπίσης καὶ στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωµένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ.
«Ἑπτάλοφος», Ἀθῆναι 1997.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 18
●
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων
●
Οἱ Ἅγιοι Τρόφιµος καὶ Εὐκαρπίων
●
Οἱ Ἅγιοι µύριοι (10.000) Μάρτυρες
●
Ὁ Ὅσιος Ἀνανίας ὁ Θαυµατουργός
●
Ὁ Ἅγιος Edward (Ἄγγλος)
Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀρχιεπίσκοπος Ἱεροσολύµων
Ὁ Κύριλλος ἀποτελεῖ µία ἀπὸ τὶς
λαµπρότερες φυσιογνωµίες τῶν Πατέρων καὶ
Διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας µας. Γεννήθηκε στὴν
Ἱερουσαλήµ, περίπου τὸ 312-315. Τὸ
334 ἔγινε διάκονος καὶ τὸν ἑπόµενο χρόνο ὁ
Μάξιµος, ἐπίσκοπος Ἱεροσολύµων, τὸν
χειροτόνησε πρεσβύτερο. Ὁ Κύριλλος ἀπὸ
τότε διαπρέπει γιὰ τὶς θεολογικές του
γνώσεις καὶ τὸν ὀρθόδοξο ζῆλο του. Γι΄ αὐτὸ
καὶ τοῦ ἀνατίθεται στὴν ἐπισκοπὴ
Ἱεροσολύµων νὰ κηρύττει τὸ θεῖο λόγο καὶ νὰ
διδάσκει τοὺς κατηχουµένους. Τὸ 351 ὁ
Μάξιµος πεθαίνει καὶ τότε ὁ Θεὸς ἀξιώνει τὸν
Κύριλλο νὰ χειροτονηθεῖ ἐπίσκοπος
Ἱεροσολύµων. Αὐτός, ὅµως, δὲν ἀναπαύεται
στὶς δάφνες του, ἀλλὰ πολλαπλασιάζει
τοὺς κόπους του γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Καὶ ἀναδεικνύεται
ποιµὴν καὶ διδάσκαλος «πρὸς
καταρτισµὸν τῶν ἁγίων εἰς ἔργον διακονίας,
εἰς οἰκοδοµήν του σώµατος τοῦ Χριστοῦ»,
δηλαδή, µὲ σκοπὸ νὰ καταρτίζονται οἱ
χριστιανοὶ καὶ νὰ ἐπιτελεῖται ἔργο διακονίας,
ποὺ οἰκοδοµεῖ τὸ σῶµα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ
Κύριλλος τρεῖς φορὲς ἐξορίσθηκε (τὸ 357, 360 καὶ
367) γιὰ τὸ ὀρθόδοξο φρόνηµά του καὶ ὑπέστη
πολλὲς κακοπάθειες (ἀπὸ τοὺς
ἀρειανίζοντες αὐτοκράτορες Κωνστάντιο καὶ
Οὐάλη). Τὸ 386 πεθαίνει, ἀφήνοντας πίσω
του µία ἀκµάζουσα Ἐκκλησία Ἱεροσολύµων,
καθὼς ἐπίσης, πολλὰ θεολογικὰ
συγγράµµατα, ποὺ τὸ κυριότερο εἶναι οἱ 23
λεγόµενες Κατηχήσεις.
Οἱ Ἅγιοι Τρόφιµος καὶ Εὐκαρπίων
Ἦταν στρατιῶτες καὶ οἱ δυὸ στὴ Νικοµήδεια
καὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ.
Εἰδωλολάτρες στὴν ἀρχή, ἐδίωκαν σκληρὰ τοὺς
χριστιανούς, συνέπρατταν µάλιστα
στὶς φυλακίσεις καὶ τοὺς βασανισµούς τους.
Ἀλλ΄ ὁ Χριστὸς ἔκανε τὸ θαῦµα του καὶ ἐπὶ
τῶν διωκτῶν αὐτῶν. Ἡ χάρη Του ἄνοιξε τὰ
µάτια τους καὶ τοὺς ἔφερε στὴν πίστη Του.
Ἔνθερµοι δὲ τώρα χριστιανοὶ καὶ κήρυκες τοῦ
Λυτρωτῆ τους, διαλαλοῦσαν ἐλεύθερα τὸ
ὄνοµά Του καὶ προσπαθοῦσαν νὰ
πολλαπλασιάζουν τὶς φάλαγγες τῶν ὀπαδῶν Του.
Ὅταν καταγγέλθηκαν στὴ Νικοµήδεια, ἔµειναν
σταθεροὶ στὴν ὁµολογία τους καὶ
καταδικάστηκαν σὲ θάνατο. Στὴν ἀρχὴ ἔσχισαν
τὶς σάρκες τους µὲ σιδερένια ὄργανα,
καὶ κατόπιν τοὺς θανάτωσαν ἀφοῦ τοὺς ἔριξαν
µέσα σὲ ἀναµµένο καµίνι.
Οἱ Ἅγιοι µύριοι (10.000) Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους, Ἴσως στὴ
Νικοµήδεια.
Ὁ Ὅσιος Ἀνανίας ὁ Θαυµατουργός
Ἡ µνήµη του ἀναγράφεται στὸ Λαυριωτικὸ
Κώδικα 70. Ἀπὸ µικρὸ παιδὶ ὁ Ὅσιος Ἀνανίας ἀφιέρωσε τὴν ζωή του στὸν ἀσκητικὸ
µοναχισµὸ καὶ λόγω τῆς µεγάλης του ἀρετῆς ὁ Θεὸς τὸν ἀξίωσε νὰ θαυτουργῇ. Ὁ
συγκεκριµένος Κώδικας γράφει ὅτι µὲ τὴν προσευχή του νέκρωσε ἕναν δράκοντα, ἐπίσης
ἀνέστησε νεκρὸ ἄνθρωπο, ἔβγαλε πολλὰ δαιµόνια ἀπὸ δαιµονισµένους καὶ ἀφοῦ προεῖδε
καὶ τὸν θάνατό του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Edward (Ἄγγλος)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν
Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 19
●
Οἱ Ἅγιοι Χρύσανθος καὶ Δαρεία
●
Οἱ Ἅγιοι Κλαύδιος ὁ Τριβοῦνος, Ἰλαρία ἡ σύζυγός του, τὰ παιδιά τους Ἰάσων
καὶ
Μαῦρος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτοὺς θανατωθέντες
Στρατιῶται
●
Ὁ Ἅγιος Παγχάριος
●
Οἱ Ἅγιοι Διόδωρος ὁ Πρεσβύτερος καὶ Μαριανός ὁ Διάκονος
●
Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Τορναρᾶς
●
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καραµάνος ἢ Κασσέτης
●
Ὁ Ἅγιος Ἀνεκτός
Οἱ Ἅγιοι Χρύσανθος καὶ Δαρεία
ΟΙ Ἅγιοι αὐτοὶ ἔζησαν στὰ χρόνια του
βασιλιᾶ Νουµεριανοῦ (284). Ὁ Χρύσανθος, γιὸς εἰδωλολάτρη ἄρχοντα τῆς Ἀλεξανδρείας
(τοῦ Πολέµωνος), κατηχήθηκε στὴ χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ ἕνα χριστιανὸ ἐπίσκοπο. Ἡ
πληροφορία αὐτὴ ἐξόργισε πολὺ τὸν πατέρα του, ποὺ προσπάθησε µὲ πολλοὺς τρόπους
νὰ τὸν µεταπείσει. Μάταια ὅµως. Τότε, µὲ τὴν
βία τοῦ δίνει σύζυγο µία Ἑλληνίδα εἰδωλολάτρισσα
κόρη, τὴν Δαρεία, µὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι θὰ ἐπηρεάσει καὶ θὰ ἐπαναφέρει τὸ γιό του
στὴν εἰδωλολατρία. Ἀλλὰ ὁ Χρύσανθος εἶχε καὶ αὐτὸς τὸ σχέδιό του. Στὶς
συζητήσεις ποὺ εἶχε µὲ τὴν σύζυγό του, κατάφερε τελικὰ νὰ τὴν πείσει ὅτι ἡ ἀλήθεια
βρίσκεται στὴ χριστιανικὴ πίστη, ἐπαληθεύοντας τὰ λόγια του Κυρίου µας, ποὺ εἶπε:
«κἀγὼ ἐὰν ὑψωθῶ ἐκ τῆς γῆς, πάντας ἑλκύσω πρὸς ἑµαυτόν», δηλαδή, ἂν ἐγὼ ὑψωθῶ
διὰ τοῦ σταυροῦ ἀπὸ τὴν γῆ καὶ ἀναληφθῶ στοὺς οὐρανούς, θὰ ἑλκύσω πρὸς τὸν ἑαυτό
µου ὅλους, ὄχι µόνο τοὺς Ἰουδαίους, ἀλλὰ καὶ τοὺς Ἕλληνες εἰδωλολάτρες, ποὺ θὰ
πιστέψουν σ᾿ ἐµένα. Πράγµατι, ἡ Ἑλληνίδα εἰδωλολάτρισσα Δαρεία, ἑλκυόµενη ἀπὸ τὸ
ἠθικὸ ἄρωµα τῆς χριστιανοσύνης, ποὺ τόσο στόλιζε τὸ σύζυγό της, µόνη της
παρακάλεσε καὶ τὴν βάπτισαν χριστιανή. Συµφώνησαν τότε νὰ
µείνουν καὶ οἱ δυὸ παρθένοι καὶ ἐπιδόθηκαν
στὴ χριστιανικὴ Ἱεραποστολή. Στὸ τέλος,
µάλιστα, ὑπέστησαν µαρτυρικὸ θάνατο γιὰ τὸ
ἅγιο ἔργο τους.
Οἱ Ἅγιοι Κλαύδιος ὁ Τριβοῦνος, Ἰλαρία ἡ
σύζυγός του, τὰ παιδιά τους Ἰάσων καὶ
Μαῦρος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτοὺς θανατωθέντες
Στρατιῶται
Ὁ Κλαύδιος ἦταν Τριβοῦνος στὸ ἀξίωµα στὰ
χρόνια του βασιλιᾶ Νουµεριανοῦ (283-84). Σ᾿ αὐτὸν παρέδωσε ὁ ἔπαρχος Κελαρῖνος
τοὺς Ἁγίους Χρύσανθο καὶ Δαρεία, γιὰ νὰ τοὺς τιµωρήσει. Ἀλλ᾿ ὅταν εἶδε ὅτι τὸ Ἅγιο
ζευγάρι ἔµενε ἀβλαβὲς ἀπὸ τὰ βασανιστήρια, πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίστηκε
µαζὶ µὲ τὴν σύζυγό του Ἰλαρία καὶ τὰ παιδιά του Ἰάσονα καὶ Μαῦρο. Καθὼς ἐπίσης,
τὸ ἴδιο ἔπραξαν καὶ οἱ στρατιῶτες τῆς φρουρᾶς του. Τότε, τὸν µὲν Κλαύδιο, ἀφοῦ
τοῦ ἔδεσαν ἕνα ὀγκόλιθο στὸ σῶµα τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα καὶ ἔτσι βρῆκε ἔνδοξο
µαρτυρικὸ τέλος. Τοὺς δὲ γιούς του, µαζὶ µὲ τοὺς στρατιῶτες, τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Ἡ µητέρα τους Ἰλαρία παρέλαβε τὰ λείψανά
τους καὶ τὰ ἔθαψε. Σὲ µία ἀπὸ τὶς ἐπισκέψεις
της στὸν τάφο τους, τὴν συνέλαβαν οἱ στρατιῶτες τοῦ ἐπάρχου καὶ τὴν ἔσυραν γιὰ
νὰ τὴν θανατώσουν. Ἡ Ἰλαρία τους παρακάλεσε νὰ τὴν ἀφήσουν πρῶτα νὰ προσευχηθεῖ,
καὶ ἔτσι κατὰ τὴν διάρκεια τῆς προσευχῆς ἐξέπνευσε. Οἱ ὑπηρέτριές της παρέλαβαν
τὸ σῶµα της καὶ τὸ ἔθαψαν στὸν τάφο τῶν γιῶν της. Σύµφωνα µὲ ἄλλη παράδοση
πέθανε µὲ ἀποκεφαλισµό.
Ὁ Ἅγιος Παγχάριος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν χώρα τῶν θυσάνων καὶ
συγκεκριµένα ἀπὸ τὴν πόλη Βιλλασάτη (ἢ κατ᾿ ἄλλους Βιθλαπάτη ἢ Βιλλαπάτη). Οἱ
γονεῖς του τὸν εἶχαν ἀναθρέψει στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ διακρινόταν γιὰ τὸ ἀνδρικὸ
παράστηµα καὶ τὴν ὡραιότητά του. Ὅταν ἦλθε στὴ Ῥώµη, κίνησε τὴν προσοχὴ τῶν ἀνακτορικῶν
γιὰ τὸ ἔξοχο παρουσιαστικό του καὶ τὸ σπινθηροβόλο πνεῦµα του. Αὐτὸ δὲ ἔφθασε
µέχρι τὸν Διοκλητιανό, ποὺ τὸν προσέλαβε κοντά του καὶ τὸν ἔκανε συγκλητικό. Οἱ
τιµὲς ὅµως καὶ ἡ βασιλικὴ εὔνοια, ἔκαναν τὸν Παγχάριο ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ὅταν
τὸ ἔµαθαν αὐτὸ ἡ µητέρα του καὶ ἡ ἀδελφή του, λυπήθηκαν πολύ. Τοῦ ἔγραψαν τότε
µία συγκινητικότατη ἐπιστολή, ποὺ τὸν ἱκέτευαν νὰ ἐπανέλθει στὴν πίστη τοῦ
Χριστοῦ, ἔστω καὶ µὲ θυσία τῆς ζωῆς του. Εὐτυχῶς ἡ ἐπιστολὴ ἐπανέφερε τὸ νεαρὸ
Παγχάριο στὸν ἑαυτό του. Κατάλαβε τὸ ὀλίσθηµα στὸ ὁποῖο ἔπεσε, καὶ τὸ ρεῦµα τῆς
µετανοίας κατέκλυσε τὴν ψυχή του. Τότε χωρὶς καθυστέρηση, ὁµολόγησε µπροστὰ στοὺς
ἀνακτορικοὺς τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ὁ Διοκλητιανός, ὑπόθεσε στὴν ἀρχὴ ὅτι ὁ
Παγχάριος ὑπέστη κάποια διανοητικὴ τρέλα. Ἀλλ᾿ ὅταν πείστηκε γιὰ τὴν σοβαρότητα
τοῦ πράγµατος, ἐξοργισµένος, διέταξε καὶ ἀποκεφάλισαν τὸν Παγχάριο.
Οἱ Ἅγιοι Διόδωρος ὁ Πρεσβύτερος καὶ
Μαριανός ὁ Διάκονος
Μαρτύρησαν ἀφοῦ τοὺς ἔκλεισαν ἑρµητικὰ
µέσα σὲ µία σπηλιά.
Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Τορναρᾶς
Ὁ νεοµάρτυρας αὐτὸς συναναστρεφόταν πολὺ µὲ
Τούρκους καὶ ἤλεγχε τὴν πίστη τους. Κάποια µέρα ὅµως, οἱ Τοῦρκοι, µὲ φθονερὰ
κίνητρα, τὸν πίεσαν νὰ γίνει Τοῦρκος. Ἐπειδὴ ὁ Δηµήτριος δὲν θέλησε, τὸν ἔφεραν
στὸν κριτὴ καὶ ψευδοµαρτύρησαν ὅτι δῆθεν ἔβρισε τὴν πίστη τους. Ὁ δὲ κριτὴς
διέταξε νὰ τὸν δείρουν ἀνελέητα, µέχρι νὰ γίνει Τοῦρκος. Οἱ Τοῦρκοι τότε τὸν
βασάνισαν µὲ µεγάλη σκληρότητα, ἀλλὰ βλέποντας τὴν ἀµετάθετη γνώµη τοῦ
Δηµητρίου, καὶ µὲ ἀπόφαση τοῦ κριτῆ τὸν ἀποκεφάλισαν τὸ 1564 καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ ἀµάραντο
στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Καραµάνος ἢ Κασσέτης
Ὁ νεοµάρτυρας Νικόλαος Καραµάνος ἦταν ἔγγαµος
καὶ ζοῦσε στὴ Σµύρνη, καὶ ὅταν κάποτε βρέθηκε σὲ κατάσταση θυµοῦ εἶπε ὅτι θὰ
γίνει Τοῦρκος. Μόλις ἄκουσαν αὐτὸ οἱ ἐκεῖ παρευρισκόµενοι Τοῦρκοι τὸν ἅρπαξαν
καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Ἀνακρινόµενος ὁ Νικόλαος, ἀρνήθηκε νὰ γίνει Τοῦρκος,
παρὰ τὰ βασανιστήρια ποὺ ἀκολούθησαν καὶ παρὰ τὶς πιέσεις τῆς µητέρας του καὶ τῆς
συζύγου του. Τότε ὁ κριτὴς διέταξε καὶ τοῦ ἔκαναν περιτοµὴ µὲ τὴν βία, ἀλλὰ ὁ
Νικόλαος συνεχῶς διακήρυττε ὅτι εἶναι χριστιανός. Ἀκολούθησαν γιὰ 36 συνεχεῖς ὁλόκληρες
ἡµέρες φρικτὰ
βασανιστήρια, ποὺ κατέπληξαν καὶ αὐτοὺς ἀκόµα
τοὺς ξένους στὴ Σµύρνη. Μεταξὺ αὐτῶν καὶ τὸν Ἰησουΐτη Νabois, ποὺ ἔγραψε καὶ τὸ
µαρτύριο τοῦ Ἁγίου. Τελικά, ἀφοῦ ὁ Νικόλαος ἔµεινε σταθερὸς στὴν πίστη του, ἀπαγχονίστηκε
στὶς 19 Μαρτίου 1657, στὴ Σµύρνη, Μ. Πέµπτη καὶ ὥρα 9 τὸ πρωί, σὲ ἡλικία 34
χρονῶν. Τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου, ἀφοῦ τὸ ἔδεσαν µὲ ἕνα ὀγκόλιθο, τὸ ἔριξαν στὴ
θάλασσα. Ἀλλὰ κάποιος Λατῖνος, ποὺ βρισκόταν στὴ Σµύρνη, τὸ ἔβγαλε καὶ τὸ πῆγε
στὴν Εὐρώπη. Στοὺς Συναξαριστὲς ἡ
µνήµη τοῦ Ἁγίου ἀναφέρεται τὴν 6η
Δεκεµβρίου.
Ὁ Ἅγιος Ἀνεκτός
Λανθασµένα ἀναφέρουν τὴν µνήµη του αὐτὴ τὴν
µέρα, ὁρισµένοι Συναξαριστές. Ἡ κυρίως µνήµη τοῦ συγκεκριµένου Ἁγίου Ἀνεκτοῦ εἶναι
στὶς 10 Μαρτίου, µαζὶ µ᾿ αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Κοδράτου καὶ τῶν λοιπῶν µαζὶ µ᾿ αὐτὸν
µαρτυρησάντων Ἁγίων.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 20
●
Οἱ Ὅσιοι (44 κατὰ τὴν παράδοση) ἀναιρεθέντες Ἀββάδες τῆς Μονῆς Ἁγίου
Σάββα
●
Οἱ Ἁγίες Ἀλεξανδρία, Κλαυδία, Εὐφρασία, Ματρώνα, Ἰουλιανή, Εὐφηµία καὶ
Θεοδώρα (κατ΄ ἄλλους Θεοδοσία), ποὺ µαρτύρησαν στὴν Ἀµισὸ τῆς Καππαδοκίας
●
Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδος
●
Ὁ Ἅγιος Ῥοδιανός
●
Ὁ Ἅγιος Ἀκύλας ὁ Ἔπαρχος
●
Ὁ Ἅγιος Λολλίων ἢ Δολλίων
●
Ὁ Ἅγιος Ἐµµανουήλ
●
Ὁ Ἅγιος Σεϊµβλᾶς
●
Ὁ Ἅγιος Μύρων ὁ Κρητικός, νεοµάρτυρας
●
Ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος (Ῥῶσος)
●
Ὁ Ἅγιος Cuthbert (Σκωτσέζος)
Οἱ Ὅσιοι (44 κατὰ τὴν παράδοση) ἀναιρεθέντες
Ἀββάδες τῆς Μονῆς Ἁγίου Σάββα
Ἡ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα βρίσκεται στὴν Ἱερουσαλήµ.
Στὰ χρόνια του Ἡρακλείου (620-
641), ἐπέδραµαν σ΄ αὐτὴ βάρβαροι Ἄραβες,
διότι νόµιζαν ὅτι ἡ Μονὴ εἶχε πολλοὺς
θησαυρούς. Ὅµως, διαψεύσθηκαν. Οἱ µοναχοὶ
τὸ µόνο πλοῦτο ποὺ εἶχαν, ἦταν οἱ
ἀρετές τους. Ἡ συντήρησή τους ἦταν λιτὴ καὶ
γινόταν µὲ τὸν ἱδρώτα τοῦ προσώπου
τους. Οἱ ἐπιδροµεῖς, ὅταν διαπίστωσαν ὅτι
δὲν ὑπῆρχαν λάφυρα στὸ µοναστήρι,
ἐκνευρίστηκαν πολὺ κατὰ τῶν µοναχῶν. Καὶ ἀφοῦ
τοὺς συγκέντρωσαν, τοὺς εἶπαν νὰ
ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους στὸ Χριστό. Ἐπειδή,
ὅµως, κανένας δὲν δέχθηκε νὰ ἀρνηθεῖ
τὴν πίστη του, ἀποφάσισαν νὰ τοὺς
σκοτώσουν. Ἔτσι, ἄλλους ἀποκεφάλισαν, ἄλλους
ἔσχισαν στὴ µέση, ἄλλους ἔκοψαν σὲ πολλὰ
κοµµάτια καὶ ἄλλους κάρφωσαν µὲ τὰ
ξίφη τους. Μ΄ αὐτὸν τὸν τρόπο, οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ
πατέρες, ποὺ µέχρι τέλους κράτησαν
σταθερὴ τὴν πίστη τους, πῆραν τὸ δρόµο γιὰ
τὴν αἰωνιότητα, κοντὰ στὸ Χριστό. Ἀλλ΄
αὐτὴ ἡ µεγάλη πίστη τῶν µοναχῶν δίνει ἀφορµὴ
νὰ θυµηθοῦµε τὰ λόγια τοῦ
Ἀποστόλου Παύλου, ὅτι «ὁ δίκαιος ἐκ
πίστεως ζήσεται», ὁ δίκαιος, δηλαδή, θὰ ζήσει καὶ
θὰ σωθεῖ διὰ τῆς πίστεως. (Ἡ µνήµη τῶν ὁσιοµαρτύρων
αὐτῶν ἐπαναλαµβάνεται καὶ
τὴν 16η Μαΐου).
Οἱ Ἁγίες Ἀλεξανδρία, Κλαυδία, Εὐφρασία,
Ματρώνα, Ἰουλιανή, Εὐφηµία καὶ
Θεοδώρα (κατ΄ ἄλλους Θεοδοσία), ποὺ
µαρτύρησαν στὴν Ἀµισὸ τῆς Καππαδοκίας
Ἔζησαν στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ, ὅταν ὁ
διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν συµπεριέλαβε καὶ τὴν Ἀµισὸ τῆς Καππαδοκίας. Μπροστὰ
στὸ πλῆθος τῶν θυµάτων τῆς εἰδωλολατρικῆς τυραννίας οἱ ἑπτὰ αὐτὲς γυναῖκες, ἀγανακτισµένες
γιὰ τὴν βαρβαρότητα τῶν εἰδωλολατρῶν, παρουσιάστηκαν στὸν ἔπαρχο καὶ
διαµαρτυρήθηκαν
γιὰ τοὺς συνεχεῖς βασανισµοὺς καὶ
θανάτους. Ἡ ἐνέργειά τους αὐτή, τὶς ὁδήγησε στὸ κριτήριο. Ἀλλὰ καὶ µπροστὰ στὸν
βέβαιο κίνδυνο, διατήρησαν ὅλη τὴν εὐσεβὴ φλόγα τους. Ἡ ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ ἀκούστηκε
ἀπὸ τὰ στόµατά τους ἐπανειληµµένη, συχνή, θαῤῥαλέα, σταθερή. Τότε τὶς
µαστίγωσαν, ἔσχισαν ἔπειτα τὶς σάρκες τους καὶ στὸ τέλος τὶς ἔριξαν µέσα στὸ
καµίνι καὶ τὶς ἔκαψαν ζωντανές.
Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδος
Ὁ ἀθλητὴς αὐτὸς τῆς χριστιανικῆς πίστης, ἔζησε
στὰ χρόνια τῶν εἰκονοµάχων. Ἡ εὐσέβεια καὶ οἱ ὑπόλοιπες ἀρετές του, τὸν ἔφεραν
στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ἀπολλωνιάδος, πόλης τῆς Βιθυνίας, ποὺ ὑπαγόταν στὴ
Μητρόπολη Νικοµήδειας. Ἀκριβὴς γνώστης τῶν ἁγίων Γραφῶν, διδάσκαλος καὶ κήρυκας
εὔγλωττος καὶ πρακτικότατος, διακρινόταν καὶ γιὰ τὴν ἄκρα ἀφιλοκέρδεια καὶ τὰ
φιλάνθρωπα ἔργα του. Ἡ θύελλα τῶν εἰκονοµάχων, ζήτησε νὰ τὸν παρασύρει στὸ
κίνηµά της κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων. Γιὰ τὴν ἄρνησή του καταδιώχθηκε καὶ ἐξορίστηκε,
ὑποβλήθηκε δὲ καὶ σὲ πολλὲς ταλαιπωρίες καὶ κακουχίες. Ἀσθένησε ὅµως βαρειὰ καὶ
παρέδωσε τὴν ψυχή του στὸ Θεό, ἀφοῦ ἀξιώθηκε νὰ πάρει τὸ τίµιο στεφάνι τοῦ ὁµολογητῆ
καὶ τῆς παντοτινῆς µνήµης ἀπὸ µέρους τῆς ἁγίας µας Ἐκκλησίας.
Ὁ Ἅγιος Ῥοδιανός
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Ἀκύλας ὁ Ἔπαρχος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Λολλίων ἢ Δολλίων
Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν χτύπησαν µὲ γροθιὲς
µέχρι θανάτου. Δὲν ἀποκλείεται νὰ εἶναι ὁ ἴδιος Ἅγιος µ΄ αὐτὸν τῆς 15ης Ἰουλίου,
ποὺ ἀναφέρεται ὡς Λολλιανός.
Ὁ Ἅγιος Ἐµµανουήλ
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος
µε αὐτὸν τῆς 26ης Μαρτίου, ποὺ φέρεται ὡς
Μανουήλ. Ἀπὸ ὁρισµένα Ἁγιολόγια, περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται
καὶ τὴν 27η Μαρτίου ἡ
µνήµη του.
Ὁ Ἅγιος Σεϊµβλᾶς
Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται ἐπιγραµµατικὰ στὸ
«Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασµατάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας» 1959, χωρὶς ἄλλες
πληροφορίες. Πουθενὰ ἀλλοῦ δὲν ἀναφέρεται ἡ µνήµη του.
Ὁ Ἅγιος Μύρων ὁ Κρητικός, νεοµάρτυρας
Καταγόταν ἀπὸ τὸ Μεγάλο Κάστρο τῆς Κρήτης
(σηµερινὸ Ἡράκλειο). Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ εὐγενεῖς γονεῖς, ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν
Δηµήτριος, ὁ δὲ ἴδιος ἦταν πολὺ σεµνός, φρόνιµος καὶ ἀγαποῦσε ὑπερβολικὰ τὴν
παρθενία. Ἔκανε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ ῥάφτη καὶ ἐπειδὴ ἦταν πολὺ εὐσυνείδητος ἐπαγγελµατίας,
οἱ φθονεροὶ Τοῦρκοι τὸν συκοφάντησαν, ὅτι δῆθεν ἀποπλάνησε µία τουρκοπούλα. Ὅταν
ὁδηγήθηκε στὸ κριτήριο, ἀπολογούµενος ἀπέῤῥιψε τὴν συκοφαντία, ἀλλὰ τοῦ ἐτέθη τὸ
δίληµµα τοῦ ἐξισλαµισµοῦ ἢ τοῦ θανάτου. Ὁ µάρτυρας ἀποκρίθηκε ὅτι ὄχι µόνο δὲν ἀρνεῖται
τὸν Χριστό, ἀλλὰ εἶναι ἕτοιµος καὶ νὰ πεθάνει γι᾿ Αὐτόν. Τότε τὸν βασάνισαν
σκληρὰ καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Ὅταν καὶ πάλι ὁδηγήθηκε στὸν κριτή, ὁ Μύρων ὁµολόγησε
γιὰ
δεύτερη φορὰ, σταθερά, τὴν πίστη του στὸν
Χριστό. Ὅταν τὸν ὁδηγοῦσαν στὸν τόπο τῆς καταδίκης, ὁ µάρτυρας µὲ τὴν ἄδεια τῶν
δηµίων του, πλησίασε τὸν πατέρα του, ποὺ παρακολουθοῦσε τὸ µαρτύριο, ἔπεσε στὰ
πόδια του καὶ τὰ φίλησε. Ἔπειτα πῆρε τὴν εὐχή του καὶ τράβηξε γιὰ τὸ µαρτύριο.
Μετὰ ἀπὸ λίγο, δέχτηκε τὸ στεφάνι τοῦ
µαρτυρίου µὲ ἀγχόνη, τὸ ἔτος 1793.
Ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος (Ῥῶσος)
Ὁ Ἅγιος Cuthbert (Σκωτσέζος)
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν
Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 21
●
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος
●
Ὁ Ἅγιος Θωµᾶς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
●
Οἱ Ἅγιοι Φιλήµων καὶ Δοµνῖνος
●
Ὁ Ὅσιος Βήρυλλος ἐπίσκοπος Κατάνης
●
Ὁ Ὅσιος Σεραπίων ὁ Σιδώνιος
●
Ἡ Ἁγία Μαρία «ἡ ἐν Πέργῃ»
●
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Μαυρουδής
●
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεοµάρτυρας (+ 1800)
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος
Ἀσκητὴς ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος,
διακρίθηκε γιὰ τὴν καθαρὴ ζωὴ καὶ τὴν ὁλόψυχη προσήλωσή του στὰ διδάγµατα καὶ τὶς
ἐντολὲς τῆς πίστης. Ἀναδείχθηκε ἐπίσκοπος στὰ χρόνια τῶν εἰκονοµάχων καὶ
διώχθηκε σκληρά, µέχρι τοῦ σηµείου νὰ στερηθεῖ ἀκόµα καὶ αὐτὸ τὸ ψωµί. Ἀλλὰ ὅλη
ἡ στέρηση καὶ ἡ κακοπάθεια ποὺ ὑπέστη, δὲ λύγισε καθόλου τὸ φρόνηµά του. Ἔµεινε
σταθερὸς µέχρι τὴν τελευταία του πνοή, ἐνθυµούµενος τὰ λόγια του Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν:
«Σὺ οὖν κακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ». Σύ, λοιπόν, κακοπάθησε
σὰν καλὸς στρατιώτης τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ὁ Ἅγιος Θωµᾶς Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως
Πρόκειται γιὰ τὸ Θωµᾶ τὸν Α´ ποὺ
διαδέχτηκε τὸν Πατριάρχη Κυριακὸ στὶς 23
Ἰανουαρίου τοῦ 607. Ὁ Θωµᾶς αὐτὸς
χειροτονήθηκε διάκονος καὶ προήχθη σὲ
Σακελλάριο ἀπὸ τὸν προκάτοχο τοῦ Κυριακοῦ,
Ἰωάννη τὸ Νηστευτῆ. Ἡ ὑπόληψη καὶ ἡ
ἐκτίµηση τοῦ ἁγνοῦ ἐκείνου ἄνδρα πρὸς τὸν
Θωµᾶ, ἀποτελεῖ τὴν καλύτερη µαρτυρία
τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ὑπόλοιπης ἀρετῆς
του. Ὁ Πατριάρχης Θωµᾶς Α´, ἔκτισε στὸ
Πατριαρχεῖο, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν ἁγία
Σοφία, τὸν µέγα τρίκλινο, ποὺ ἀπὸ τ᾿ ὄνοµά
του ὀνοµάστηκε «Θωµαΐτης», καὶ ἀπὸ κάτω
του ἦταν ἡ βιβλιοθήκη τοῦ Πατριαρχείου.
Στὴν ἁγνότητα καὶ τὴν φιλευσπλαχνία τῆς
προσωπικῆς του ζωῆς, πρόσθεσε τὴν δόξα
τοῦ ἀγωνιστῆ καὶ ἀκοίµητου φύλακα τῆς ὀρθόδοξης
ἀλήθειας. Πέθανε δὲ τὴν 20η
Μαρτίου τοῦ 610 καὶ κηδεύτηκε τὴν 22α τοῦ ἴδιου
µήνα, ἡµέρα Κυριακή.
Οἱ Ἅγιοι Φιλήµων καὶ Δοµνῖνος
Κατάγονταν καὶ οἱ δυὸ ἀπὸ τὴν Ῥώµη καὶ ἔζησαν
στὰ χρόνια τῆς µεγάλης καὶ σκληρῆς
πάλης τῆς εἰδωλολατρίας κατὰ τοῦ
χριστιανισµοῦ. Μὲ τὴν φλόγα τοῦ ζήλου τους γιὰ
τὸν Χριστό, πήγαιναν σὲ διάφορες πόλεις τῆς
Ἰταλίας καὶ κήρυτταν τὸν αἰώνιο λόγο τῆς
σωτηρίας τῶν ψυχῶν. Συνελήφθησαν καὶ ἀφοῦ
τοὺς ἔδειραν ἀνελέητα, κατόπιν τοὺς
φυλάκισαν. Ἀλλ᾿ ἡ ἀφοσίωσή τους στὴ
χριστιανικὴ πίστη ἐξακολουθοῦσε ἀκέραια, καὶ
ἔτσι κάτω ἀπὸ τὰ ξίφη τῶν δηµίων ἀξιώθηκαν
τοῦ µαρτυρικοῦ στεφάνου.
Ὁ Ὅσιος Βήρυλλος ἐπίσκοπος Κατάνης
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια καὶ ἦταν µαθητὴς
τοῦ ἀποστόλου Πέτρου. Ὅταν πῆγε
µαζί του στὴ Δύση, χειροτονήθηκε ἀπ᾿ αὐτὸν
ἐπίσκοπος Κατάνης τῆς Σικελίας. Ἐκεῖ ὁ
Βήρυλλος, ποίµανε µὲ τὸν καλύτερο τρόπο τὸ
ποίµνιό του καὶ ἔφερε ἀρκετοὺς στὴ
χριστιανικὴ πίστη. Ἐπίσης ἀξιώθηκε καὶ νὰ
θαυµατουργεῖ. Κάποτε λοιπόν, ὑπῆρχε µία
πηγὴ στὴν Κατάνη, ποὺ ἔβγαζε πικρὸ νερό. Ὁ
Ἅγιος διὰ τῆς προσευχῆς του, µετέβαλε
τὸ πικρὸ νερό, σὲ γλυκό. Ὅταν εἶδε τὸ θαῦµα
αὐτὸ κάποιος φανατικὸς εἰδωλολάτρης,
πίστεψε στὸν Χριστό, καὶ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν ἀρκετοὶ
ἄλλοι. Ὁ Ὅσιος Βήρυλλος πέθανε σὲ
βαθιὰ γεράµατα καὶ τὸ λείψανό του ἐνταφιάστηκε
µὲ τιµὲς στὴν Κατάνη, ὅπου µέχρι
σήµερα ἀναβλύζει µύρο καὶ θεραπεύει ἀσθένειες
σ᾿ αὐτοὺς ποὺ προσέρχονται σ᾿ αὐτὸ
µὲ πίστη.
Ὁ Ὅσιος Σεραπίων ὁ Σιδώνιος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σιδῶνα καὶ ἔζησε κυρίως
στὴν Αἴγυπτο, ὅπου ἔλαµπε µεταξὺ τῶν ἀσκητῶν της. Ἀποδείχτηκε κορυφαῖος στὰ ἔργα
ἐλεηµοσύνης. Δὲν ἔδωσε µόνο ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα, προκειµένου νὰ ἀφιερωθεῖ στὴν
ἀσκητικὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ κατόπιν ἐξακολουθοῦσε τὴν φιλάνθρωπη ζωή του µὲ θαυµαστὸ
τρόπο. Μοίραζε στοὺς φτωχοὺς ὅσα εὐσεβεῖς χριστιανοὶ τοῦ ἔδιναν γιὰ τὸν ἑαυτό
του, ἡ δὲ ἀγάπη του στοὺς στερηµένους τὸν ὠθοῦσε σὲ ὑπερβολές. Τὸ ἐνδιαφέρον
του γιὰ τὴν ἐπέκταση τοῦ Εὐαγγελίου, ἐκδηλώθηκε µὲ σπάνιο τρόπο. Ὅταν τὸν ἔπιαναν
οἱ λῃστὲς γιὰ νὰ τὸν πουλήσουν σὰν δοῦλο, αὐτὸς µὲ τὴν πειθὼ ποὺ τὸν διέκρινε, ἔκανε
τοὺς λῃστὲς δούλους Χριστοῦ. Κάποτε ὅµως τὸν πούλησαν σὲ κάποιον Λακεδαιµόνιο
πρόκριτο, ποὺ µαζὶ µὲ τὴν οἰκογένειά του πρέσβευε τὴν αἵρεση τῶν Μανιχαίων. Στὴν
ἀρχὴ ὁ αἱρετικὸς ἐνέπαιξε τὸν Σεραπίωνα, ὁ ὁποῖος ὅµως ἀνταπέδωσε µόνο ὑποµονὴ
καὶ γλυκύτητα. Μετὰ δυὸ χρόνια ὁ δοῦλος νίκησε τὸν κύριο, ὁ ὁποῖος οἰκογενειακὰ
προσῆλθε στὴνὈρθοδοξία. Ἔπειτα ὁ Σεραπίων πῆγε στὴν Ἀθήνα, ὅπου κέρδισε πολλὲς
ψυχές. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Ῥώµη, ὅπου κατόρθωσε νὰ φέρει στὴν ἐγκράτεια πολλοὺς
κοιλιόδουλους. Τελικὰ ὅµως ἐπέστρεψε στὴν ἀγαπηµένη του ἔρηµο καὶ ἐκεῖ πέθανε εἰρηνικὰ
σὲ βαθιὰ γεράµατα, ἀξιοµίµητο παράδειγµα στοὺς ἐκεῖ µοναχούς.
Ἡ Ἁγία Μαρία «ἡ ἐν Πέργῃ»
Ἄγνωστη ἡ µάρτυς αὐτὴ στοὺς Συναξαριστές. Ἡ
µνήµη της ἀναφέρεται στὸν
Λαυριωτικὸ Κώδικα Δ 25 φ. 64 α, καθὼς καὶ ἡ
ἀσµατική της Ἀκολουθία, ποὺ ἡ
ἀκροστιχίδα τοῦ Κανόνα της ἀρχίζει: «Δέχου
τὸν ὕµνον εὐµενῶς µακαριωτάτη».
Μᾶλλον εἶναι ποίηµα τοῦ Θεοφάνους καὶ ἐξυµνεῖται
σὰν καλλίνικος µάρτυς.
Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Μαυρουδής
Κανονικά, σύµφωνα µὲ τὴν ἡµέρα του
µαρτυρίου του 21 Μαρτίου 1547, ἔπρεπε νὰ ἑορτάζεται αὐτὴ τὴν ἡµέρα ὁ Ἅγιος. Τὸ
Μ. Εὐχολόγιο ὅµως, ἄγνωστο πώς, ἀναφέρει τὴν
µνήµη του 10 Μαρτίου 1544, ὅπου καὶ
παραθέτουµε τὴν βιογραφία του.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεοµάρτυρας (+ 1800)
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 22
●
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος Ἱεροµάρτυρας Πρεσβύτερος Ἀγκύρας
●
Ἡ Ἁγία Δροσίδα καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὴν πέντε Κανονικές
●
Οἱ Ἁγίες Καλλινίκη (καὶ κατ᾿ ἄλλους Καλλίνικος) καὶ Βασίλισσα
●
Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος ὁ Πελοποννήσιος
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος Ἱεροµάρτυρας Πρεσβύτερος
Ἀγκύρας
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ του
Παραβάτη (360-363). Τὸν κατήγγειλαν στὸν ἔπαρχο Σατουρνῖνο, ὅτι κατηγοροῦσε τὶς
ἐνέργειες τοῦ Ἰουλιανοῦ κατὰ τῆς Ἐκκλησίας. Τότε διατάχθηκε ἀπὸ τὸν ἔπαρχο νὰ
δηλώσει δηµόσια ἄρνηση τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ὁ πιστὸς Ἱερέας χαµογέλασε στὴν ἀπαίτηση
αὐτὴ τοῦ ἐπάρχου καὶ δήλωσε ὅτι ἡ ζωή του ὅλη ἀνῆκε στὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Σωτῆρα
τῶν ψυχῶν. Ὅταν ὁ ἔπαρχος ἀπείλησε ὅτι θὰ τὸν βασανίσει σκληρὰ ἂν δὲν ἀρνηθεῖ τὸ
Χριστό, τότε αὐτὸς ἀπάντησε: «Πῶς δέ, ἐνόµισας ὅτι ἐγὼ θὰ ἠρνούµην τὸν Χριστόν,
ἀφοῦ καὶ ὁ τελευταῖος ἐκ τῶν πιστευόντων εἰς Αὐτὸν λαϊκῶν της ἐνορίας µου, εἶναι
πρόθυµος νὰ χύση τὸ αἷµα του διὰ τὴν ἁγίαν
µας πίστιν;». Ὁ Σατουρνῖνος, τότε, τὸν
βασάνισε καὶ τὸν φυλάκισε. Μετὰ ἀπὸ µερικὲς ἡµέρες, πέρασε ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα ὁ Ἰουλιανός.
Πληροφορήθηκε γιὰ τὸν πρεσβύτερο Βασίλειο καὶ διέταξε νὰ τὸν φέρουν µπροστά
του. Ἀλλὰ διαπίστωσε ὅτι ἡ πίστη τοῦ χριστιανοῦ Ἱερέα ἦταν ἀκόµη ἰσχυρότερη.
Τότε ἔδωσε διαταγὴ καὶ τὸν θανάτωσαν µὲ
µαρτυρικὸ τρόπο.
Ἡ Ἁγία Δροσίδα καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὴν πέντε
Κανονικές
Στὸ τέλος τῆς πρὸς Φιλιππησίους ἐπιστολῆς
του, ὁ Παῦλος στέλνει ἐν Χριστῷ ἀσπασµοὺς καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκ τῆς Καίσαρος οἰκίας.
Φαίνεται ἀπ᾿ αὐτὸ ὅτι κατὰ τὴν πρώτη διαµονή του στὴ Ῥώµη, κατόρθωσε νὰ φέρει
στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ ἀπὸ τὸ προσωπικὸ τῶν ἀνακτόρων. Αὐτὴ τὴν γνώµη ἔχει ὁ
Λατῖνος Ἱερώνυµος, καὶ τὸ ρωµαϊκὸ
µαρτυρολόγιο ἀναφέρει µάρτυρες καὶ ἀπὸ τὸ
περιβάλλον τῶν Καισάρων. Κάτι τέτοιο ἔγινε καὶ ἐπὶ αὐτοκράτορας Τραϊανοῦ
(99-117 µ.Χ.). Ἕνας ὅµιλος πέντε Κανονικῶν, δηλαδὴ παρθένων ἀφιερωµένων στὸ
Χριστὸ διὰ ἐκκλησιαστικῆς κουρᾶς, µπόρεσαν νὰ φέρουν στὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ
τὴν θυγατέρα τοῦ Τραϊανοῦ, Δροσίδα. Καὶ οἱ µὲν Κανονικὲς πέθαναν µὲ µαρτυρικὸ
θάνατο, τὴν δὲ Δροσίδα, ἀφοῦ ἔφυγε νύκτα ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα, τὴν ἔκρυψαν
χριστιανοί, καὶ ἡ ψυχή της πῆγε στὸ Θεό, ἐνῷ προσευχόταν,
µετὰ ὀκτὼ ἡµέρες.
Οἱ Ἁγίες Καλλινίκη (καὶ κατ᾿ ἄλλους
Καλλίνικος) καὶ Βασίλισσα
Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἐπὶ
λέξει, γράφει: Οἱ ἔντυποι Συναξαρισταὶ καὶ τὰ Μηναῖα καὶ πολλοὶ τῶν Κωδίκων κατὰ
τὴν 2αν (καὶ 21ην) Μαρτίου σηµειούσι* «τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ αἱ ἅγιαι µάρτυρες
Καλλίνικη καὶ Βασίλισσα ξίφει τελειοῦνται», ἄνευ τινὸς σχετικοῦ ὑποµνήµατος ἀλλὰ
οἱ Κώδικες τῆς Πετρουπόλεως (200), τοῦ Ὀξονίου (Τ. ΙΙΙ,
16), τῆς Βιέννης (Theol.gr. 300) καὶ ὁ τῆς
Λαύρας 70 Καλλίνικον ὀνοµάζουσι τὴν
Καλλινίκην: «τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ ἄθλησις τῶν ἁγίων
µαρτύρων Καλλινίκου καὶ
Βασιλίσσης». Ὁ δὲ τῆς Λαύρας 70 συνοδεύει
(αὐτὸς καὶ µόνος) τὴν µνήµην αὐτῶν καὶ δι᾿
ὑποµνήµατος, τὸ ὁποῖον παραθέτω ὡς ἔχει: Οὗτοι
διὰ τὴν τοῦ Χριστοῦ ὁµολογίαν
παρέστησαν τῷ ἄρχοντι τῆς πόλεως καὶ τὸν
Χριστὸν Θεὸν εἶναι ὠµολόγησαν ὁ δὲ
ἄρχων κολακευτικοῖς τισι ῥήµασι τούτους
µεταβαλεῖν ἀπὸ τῆς αὐτῶν πίστεως
µετεχειρίζετο· ὡς οὖν ἀνένδοτον αὐτὸν ἐώρα
τὸν ἅγιον Καλλίνικον, πρῶτον ῥάβδοις
τύψας καὶ ἐν ξύλῳ µετεωρίσας ἐπεχείρει
ξέειν αὐτοῦ τὰς σάρκας· ἡ δὲ Βασίλισσα
ἀπελθοῦσα, τοῦ αἵµατος τὰς ῥανίδας ἀπολαβοῦσα
κατησπάζετο· ὁ δὲ ἄρχων καὶ ταύτην
κελεύσας συνδεθῆναι µετὰ τοῦ ἁγίου
Καλλινίκου µυρίοις ποιναῖς καὶ βασάνοις αὐτοὺς
ἐκδέδωκεν εἴτα ἐν εἱρκτῇ κατακλείει αὐτούς,
ἔνθα ἐπιστὰς θεῖος ἄγγελος τροφὴν
αὐτοῖς οὐράνιον προσήνεγκε, οἳ καὶ ηὐφράνθησαν
τὰ µέγιστα· τὴν [δέ] ἕωθεν καθήσας
ὁ ἄρχων ἐξήγαγε τοὺς ἁγίους ἀπὸ τῆς φυλακῆς
καὶ µὴ πεισθέντας προσελθεῖν τῷ
αὐτοῦ θελήµατι ξίφει τὰς κεφάλας αὐτῶν ἀπέτεµε
καὶ οὕτως ἐπληρώθη αὐτῶν ἡ
µαρτυρία».
Καλλινίκην τέµνουσι σὺν Βασιλίσσῃ τὰς
καλλινίκους καὶ πόλου βασιλίδας. [Προφανῶς ὁ ποιήσας τὸ δίστιχον εἶχεν ὑπ᾿ ὄψιν
τὴν Καλλινίκην µάρτυρα ὡς καὶ τὸ
δίστιχον ἄρχεται: Καλλινίκην τέµνουσι σὺν
Βασιλίσση. Ἐν τῷ Βιενναίῳ Κώδ. (Theol.
gr.300) ἡ µνήµη κατὰ τὴν 21ην Μαρτίου].
Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος ὁ Πελοποννήσιος
Καταγόταν ἀπὸ πλούσια οἰκογένεια τῆς
Δηµητσάνας καὶ ὀνοµαζόταν Ἐλευθέριος. Ἐκπαιδεύτηκε στὴ σχολὴ τῆς πόλης του καὶ
συµπλήρωσε µὲ τὸν ἀδελφό του Ἰωάννη τὶς σπουδές του στὴν Πατριαρχικὴ Ἀκαδηµία τῆς
Κωνσταντινουπόλεως, καὶ ἔπειτα πῆγαν
µαζὶ στὸ Ἰάσιο, ὅπου βρισκόταν ὁ πατέρας
τους µαζὶ µὲ τὰ µεγαλύτερα ἀδέλφια τους
Γεώργιο καὶ Χρῆστο. Ἐκεῖ ὁ Ἐλευθέριος ἀποφάσισε
νὰ πάει στὸ Ἅγιον Ὄρος γιὰ νὰ γίνει
µοναχός, ἐπειδὴ ὅµως δὲν µπόρεσε λόγω εἰδικῶν
συνθηκῶν, πῆγε στὸ Βουκουρέστι,
ὅπου παρέµεινε κοντὰ σ᾿ ἕναν Γάλλο πρόξενο
καὶ κατόπιν κοντὰ σ᾿ ἕναν Ῥῶσο
ἀνώτερο ὑπάλληλο. Ἀργότερα προσκολλήθηκε
κοντὰ σὲ κάποιους Τούρκους καὶ στὸ
δρόµο γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη, ἐξισλαµίστηκε
καὶ ὀνοµάστηκε Ῥεσίτης. Ἀµέσως
µετὰ τὴν περιτοµή, ὁ Ἐλευθέριος κατάλαβε τὸ
ἀνοσιούργηµά του καὶ ζητοῦσε τὴν
εὐκαιρία νὰ ἐπανέλθει στὴν πατρῴα πίστη.
Στὴν Κωνσταντινούπολη, ἡ Ῥωσικὴ
πρεσβεία τὸν διευκόλυνε νὰ φύγει στὸ Ἅγιον
Ὄρος, ὅπου συνάντησε τὸν Πατριάρχη
Γρηγόριο τὸν Ε´, στὸν ὁποῖο καὶ ἐξοµολογήθηκε
τὴν ἀποστασία του. Μὲ µετάνοια καὶ
µετὰ ἀπὸ πολλὴ νηστεία, ἀγρυπνία καὶ
προσευχή, ἐκάρη µοναχός µε τὸ ὄνοµα
Εὐθύµιος. Ἀργότερα µὲ τὴν συνοδεία τοῦ
µοναχοῦ Γρηγορίου, στὶς 19 Μαρτίου 1814,
ἦλθε στὸν Γαλατὰ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀφοῦ
µετάλαβε, ἔβγαλε τὴν µοναχικὴ
ἐνδυµασία, ἔβαλε τούρκικη καὶ µὲ τὴν εὐχὴ
τοῦ συνοδοῦ τοῦ Γρηγορίου, βάδισε γιὰ τὸ
µαρτύριο. Αὐτὰ ἔγιναν τὴν Κυριακὴ τῶν
Βαΐων. Παρουσιάστηκε στὸν Βεζίρη Ῥουσοὺτ
πασὰ καὶ ἀφοῦ καταπάτησε µπροστά του τὸ
τούρκικο φέσι του, ὁµολόγησε ὅτι εἶναι
Χριστιανὸς καὶ ὅτι ἡ θρησκεία τοῦ Μωάµεθ εἶναι
µία µεγάλη ἀπάτη. Τότε βασανίστηκε φρικτὰ καὶ κλείστηκε στὴ φυλακή. Δυὸ φορὲς ἀκόµα
ὁδηγήθηκε µπροστὰ στὸν κριτή,
µήπως καὶ ἀλλάξει γνώµη, ὁ Εὐθύµιος ὅµως
στάθηκε σταθερὸς καὶ ἀµετακίνητος στὴν πίστη του. Τότε στὶς 22 Μαρτίου 1814 τὸν
ἀποκεφάλισαν. Οἱ συµπατριῶτες του, γιὰ νὰ τὸν τιµήσουν, ἔκαναν ναὸ στὸ ὄνοµά
του µαζὶ µὲ αὐτὸ τοῦ ἐθνοµάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου Ε´ στὴν Δηµητσάνα.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 23
●
Ὁ Ἅγιος Νίκων Ἱεροµάρτυρας καὶ οἱ 199 µαθητές του
●
Ὁ Ἅγιος Δοµέτιος
●
Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἀδριανουπολίτης
●
Οἱ Ὅσιοι Ῥῶσοι Πατέρες Ἐφραίµ ὁ ἐν σπηλαίῳ, Θεοδόσιος ὁ ἐν τῆς Τοτίµῃ
Μονῆς τοῦ Σωτῆρος δοµήτωρ καὶ ἀρχηγὸς καὶ νεοφανὴς Θαυµατουργὸς καὶ Νίκων ἡγούµενος
τοῦ Σπηλαίου
●
Ὁ Ὅσιος Παχώµιος (Ῥῶσος)
Ὁ Ἅγιος Νίκων Ἱεροµάρτυρας καὶ οἱ 199
µαθητές του
Ὁ Νίκων γεννήθηκε στὴ Νεάπολη τῆς Ἰταλίας,
ἀπὸ πατέρα εἰδωλολάτρη καὶ µητέρα χριστιανή, ἡ ὁποία δὲν παρέλειπε νὰ µιλάει στὸ
γιό της γιὰ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ τὸν παιδαγωγεῖ σύµφωνα µὲ τὰ εὐαγγελικὰ
διδάγµατα. Ὅταν µεγάλωσε ὁ Νίκων, ἔγινε στρατιωτικὸς καὶ ἡ ἀνδρεία του ἦταν
παραδειγµατική. Ἄνοιγε λαµπρὸ µέλλον γι᾿
αὐτόν, στὸ στρατιωτικὸ στάδιο. Δὲν τὸ
θέλησε, ὅµως. Ἡ καρδιά του δὲν ἤθελε νὰ δουλεύει σὲ αὐτοκράτορες ποὺ πολεµοῦσαν
τὴν χριστιανικὴ θρησκεία. Ἀφοῦ, λοιπόν, συζήτησε µὲ τὴν µητέρα του, ἀναχώρησε
γιὰ τὴν Ἑλλάδα, στὸ νησὶ Χίος. Ἐκεῖ δέχθηκε τὸ ἅγιο Βάπτισµα καὶ ἀφιερώθηκε στὴν
ἀσκητικὴ ζωή, µὲ ἐγκράτεια, προσευχὴ καὶ ἱερὴ
µελέτη. Ὁ ἐκεῖ ἐπίσκοπος διέκρινε τὰ
χαρίσµατά του καὶ τὸν χειροτόνησε πρεσβύτερο. Κατόπιν, τὸν ἔθεσε ἡγούµενο 190 ἀδελφῶν,
γιὰ νὰ τοὺς καθοδηγεῖ. Ὅταν ὅµως πέθαναν οἱ γονεῖς του, πῆγε καὶ ἐγκαταστάθηκε
στὴ Σικελία, ὅπου ἦλθαν καὶ οἱ 190
µαθητές του. Μαζί µε ἄλλους ἐννέα,
σχηµάτισαν µία εὐσεβέστατη ἀδελφότητα. Καὶ ὅταν ὁ ἡγεµόνας τῆς Σικελίας διέταξε
νὰ ἀλλαξοπιστήσουν, αὐτοὶ «τὴν αὐτὴν ἀγάπην ἔχοντες, σύµψυχοι τὸ ἓν φρονοῦντες»
δηλαδή, ἔχοντας ὅλοι τὴν ἴδια ἀγάπη µεταξύ τους, µὲ µία ψυχὴ καὶ µὲ τὸ ἴδιο
φρόνηµα, ἔλαβαν µαρτυρικὸ θάνατο.
Ὁ Ἅγιος Δοµέτιος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Ἡ µνήµη του περιττῶς
ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 30ην
Ὀκτωβρίου).
Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ἀδριανουπολίτης
Γεννήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀθανάσιο καὶ τὴν
Δοµνίτσα στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης. Σὲ ἡλικία ἕξι χρονῶν ἔµεινε ὀρφανὸς ἀπὸ
πατέρα καὶ ἡ µητέρα του τὸν παρέδωσε σ΄ ἕναν Ζαγοραῖο πραγµατευτή, µὲ τὸν ὁποῖο
ἐγκαταστάθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ὅταν
ἦταν 13 χρονῶν ὁ Λουκᾶς, φιλονίκησε µ΄ ἕνα
τουρκόπουλο ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ κυρίου του καὶ τὸ ἔδειρε. Αὐτὸ τὸ εἶδαν οἱ ἐκεῖ
παρευρισκόµενοι Τοῦρκοι καὶ ὅρµησαν µὲ θυµὸ ἐναντίον τοῦ Χριστιανόπουλου. Ὁ
Λουκᾶς γιὰ ν΄ ἀποφύγει τὴν τιµωρία εἶπε στοὺς Τούρκους: «Ἀφῆστε µε κι ἐγὼ θὰ
τουρκέψω». Τότε καταλάγιασε ὁ θυµὸς τῶν Τούρκων καὶ τὸν πῆγαν σ΄ ἕνα εὐγενῆ Τοῦρκο,
ποὺ πέτυχε τὸν ἐξισλαµισµό του. Ἐλεγχόµενος ὅµως ἀπὸ τὴν συνείδησή του, ὁ Λουκᾶς
ζήτησε τὴν βοήθεια τοῦ κυρίου του ἀπὸ τὴν Ζαγορά, ὁ ὁποῖος καὶ προσπάθησε νὰ τὸν
ἀπελευθερώσει µὲ τὴν ἐπέµβαση τῆς Ῥωσικῆς Πρεσβείας. Ἀλλ΄ ἡ Ῥωσικὴ Πρεσβεία, γιὰ
ν΄ ἀποφύγει τυχὸν ἀνωµαλίες, εἶπε ὅτι θὰ δεχόταν τὸν Λουκᾶ µόνο ἂν αὐτὸς
διέφευγε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Τούρκου ἀφέντη του. Πράγµατι µετὰ ἀπὸ λίγες ἡµέρες ὁ
Λουκᾶς κατόρθωσε καὶ ἀπέδρασε ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ ἀφέντη του καὶ ἀφοῦ ἐπιβιβάστηκε
σὲ πλοῖο πῆγε στὴ Σµύρνη, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Θήρα. Ἐκεῖ µὲ τὴν συµβουλὴ ἑνὸς
πνευµατικοῦ ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου παρέµεινε
ἀρκετά. Ἐκεῖ ἀφοῦ γύρισε διάφορες Σκῆτες
καὶ Μονές, τελικὰ ἐκάρη µοναχὸς στὴ Μονὴ Σταυρονικήτα. Τὸν κατέλαβε ὅµως ὁ
πόθος τοῦ µαρτυρίου καὶ ἀναχώρησε γιὰ τὴν Μυτιλήνη κατὰ τὸν Μάρτιο τοῦ 1802.
Λόγω κάποιου γεγονότος, ἡ Μυτιλήνη ἐκείνη τὴν ἐποχὴ βρισκόταν σὲ µεγάλη ἀναταραχή.
Ὁ Λουκᾶς, µὲ τὶς εὐχὲς τῶν Πατέρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους, παρουσιάστηκε στὸν κριτὴ τῆς
πόλης καὶ ὁµολόγησε µὲ θάῤῥος τὸν Χριστό. Παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τοὺς φοβερισµοὺς
τῶν Τούρκων, ὁ Θρακιώτης µάρτυρας παρέµεινε ἀµετακίνητος στὴν πίστη καὶ τὴν ἀπόφασή
του νὰ µαρτυρήσει.
Ὁδηγούµενος πρὸς τὸν Ναζήρη, στὸ δρόµο
συνάντησε τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης, ποὺ τὸν πήγαιναν στὸ κριτήριο, ἔσκυψε τοῦ
φίλησε τὸ χέρι καὶ ζήτησε τὶς προσευχές του. Γιὰ τὴν ἐνέργεια τοῦ αὐτή, οἱ
συνοδοὶ Τοῦρκοι τὸν ἔδειραν ἀνελέητα. Μπροστὰ στὸν Ναζήρη, ὁ Λουκᾶς µὲ εὐτολµία
κήρυξε τὸν Χριστὸ καὶ κατηγόρησε τὴν
µουσουλµανικὴ θρησκεία. Μετὰ ἀπὸ τριήµερη
προθεσµία, ποὺ ἐξέπνευσε χωρὶς ἀποτέλεσµα γιὰ τοὺς Τούρκους, ὁ Ναζήρης ἐξέδωσε
καταδικαστικὴ ἀπόφαση. Ἔτσι στὶς
23 Μαρτίου 1802, ὁ Λουκᾶς ἀπαγχονίστηκε στὴ
Μυτιλήνη καὶ ἔλαβε τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Τὸ Ἅγιο λείψανό του
παρέµεινε γιὰ τρεῖς µέρες στὴν ἀγχόνη, κατόπιν τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.
Οἱ Ὅσιοι Ῥῶσοι Πατέρες Ἐφραίµ ὁ ἐν σπηλαίῳ,
Θεοδόσιος ὁ ἐν τῆς Τοτίµῃ Μονῆς τοῦ Σωτῆρος δοµήτωρ καὶ ἀρχηγὸς καὶ νεοφανὴς
Θαυµατουργὸς καὶ Νίκων ἡγούµενος τοῦ Σπηλαίου
Ὁ Ὅσιος Παχώµιος (Ῥῶσος)
Κτήτωρ Μονῆς Ἁγίας Τριάδος.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 24
●
Ὁ Ὅσιος Ἀρτέµων ἐπίσκοπος Σελευκείας τῆς Πισιδίας καὶ Προεόρτια του
Εὐαγγελισµοῦ τῆς Θεοτόκου
●
Ὁ Ἅγιος Ἀρτέµων Ἱεροµάρτυρας, πρεσβύτερος Λαοδικείας
●
Ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας
●
Οἱ Ἅγιοι ὀκτὼ Μάρτυρες οἱ ἐν Καισαρείᾳ τῆς Παλαιστίνης
●
Ὁ Ὅσιος Μαρτῖνος ὁ Θηβαῖος
●
Ὁ Ὅσιος Ἀβραὰµ ποὺ µόνασε στὸ ὄρος Λάστρος
●
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ξυλινίτης
●
Ὁ Ἅγιος Παρθένιος ὁ Γ΄ (ἢ Παρθενάκης) Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
●
Ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας ὁ Ῥῶσος
●
Οἱ Ἅγιοι Στέφανος καὶ Πέτρος µάρτυρες
Ὁ Ὅσιος Ἀρτέµων ἐπίσκοπος Σελευκείας τῆς
Πισιδίας καὶ Προεόρτια του
Εὐαγγελισµοῦ τῆς Θεοτόκου
Ὁ Ὅσιος Ἀρτέµων ἔζησε στοὺς ἀποστολικοὺς
χρόνους, ὅταν γιὰ πρώτη φορὰ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ διαδιδόταν στὶς εἰδωλολατρικὲς
κοινωνίες. Ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν Παῦλος πῆγε στὴ Σελεύκεια τῆς Πισιδίας, κήρυξε
τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ εἵλκυσε ἐκλεκτὲς ψυχές, ποὺ ἀποτέλεσαν τὴν πρώτη Ἐκκλησία
τῆς πόλης ἐκείνης. Μεταξὺ τῶν νεοφωτισθέντων ἔλαµπε περισσότερο ὁ Ἀρτέµων, ποὺ ὁ
Παῦλος τὸν ἀνέδειξε καὶ ἐπίσκοπο. Στὸ διάστηµα τῆς ἐπισκοπῆς του, δικαίωσε τὴν
προτίµηση καὶ τὶς ἐλπίδες ποὺ στήριξε σ΄ αὐτὸν ὁ Παῦλος. Καλλιέργησε τὴν
διδασκαλία, φρόντισε γιὰ τοὺς φτωχούς, ἦταν παράδειγµα στοὺς πιστούς µε λόγια
καὶ ἔργα, πατέρας αὐτῶν καὶ βοηθός, καύχηµα καὶ παρηγοριά. Πέθανε εἰρηνικὰ καὶ
τὸν θρήνησε ὅλο τὸ ποίµνιό του, σὰν µία οἰκογένεια. Διότι ἔκανε πράξη, αὐτὸ ποὺ
εἶπε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Τύπος
γίνου τῶν πιστῶν ἐν λόγῳ, ἐν ἀναστροφῇ, ἐν
ἀγάπῃ, ἐν πνεύµατι, ἐν πίστει, ἐν ἁγνείᾳ». Γίνε, δηλαδή, παράδειγµα τῶν πιστῶν
καὶ στὰ λόγια σου καὶ στὴ συµπεριφορά σου καὶ στὴν ἀγάπη ποὺ θὰ δείχνεις καὶ στὴν
πνευµατικὴ ζωὴ ποὺ θὰ ζεῖς καὶ στὴν πίστη καὶ στὴν καθαρότητα τῆς ζωῆς.
Ὁ Ἅγιος Ἀρτέµων Ἱεροµάρτυρας, πρεσβύτερος
Λαοδικείας
Ἀναδείχτηκε στὰ χρόνια τοῦ διώκτη τοῦ
χριστιανισµοῦ Διοκλητιανοῦ, καὶ ἦταν πάνω ἀπὸ 100 χρονῶν, Διότι εἶχε κάνει 16
χρόνια ἀναγνώστης, 28 διάκονος καὶ 33 χρόνια σὰν ἱερέας. Ὅταν λοιπὸν ἄρχισε ὁ
διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ αὐτοκράτορας ἔστειλε στὴ Λαοδίκεια ἔκτακτο ἀπεσταλµένο
του, τὸν Πατρίκιο, γιὰ νὰ ἐφαρµόσει καὶ ἐκεῖ τὰ σκληρὰ µέτρα τοῦ κατὰ τῶν
Χριστιανῶν. Αὐτὸς λοιπὸν κάλεσε τὸν γέροντα Ἱερέα Ἀρτέµονα καὶ τοῦ εἶπε νὰ
σταµατήσει τὴν δραστηριότητα ἐµψύχωσης τῶν χριστιανῶν, διότι δὲν θὰ σεβαστεῖ
καθόλου τὰ γεράµατά του καὶ θὰ τὸν καταδικάσει σὲ θάνατο. Ὁ
Ἀρτέµων ὄχι µόνο δὲν ὑπάκουσε στὰ ἀπειλητικὰ
λόγια του Πατρικίου, ἀλλὰ συνέχισε
µὲ περισσότερη ὁρµὴ τὴν δραστηριότητά του.
Καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ κατορθώµατά του ἦταν,
ὅτι µπόρεσε νὰ φέρει στὴ χριστιανικὴ πίστη
τὸν ἱερέα τῶν εἰδώλων Βιτάλιο. Καὶ ὄχι
µόνο. Ἀλλὰ βγῆκε καὶ σ΄ ἄλλες πόλεις τῆς
Μικρᾶς Ἀσίας, στηρίζοντας τοὺς πιστοὺς καὶ
προσελκύοντας στὴ χριστιανικὴ πίστη πολλοὺς
εἰδωλολάτρες. Τελικὰ ὑπέστη
µαρτυρικὸ θάνατο καὶ ἔτσι τελείωσε τὴν ζωή
του στὴν πρώτη γραµµὴ τῆς χριστιανικῆς
παράταξης, παρὰ τὰ βαθιὰ γεράµατά του. (Ἡ
µνήµη του, ἀπὸ ὁρισµένα Συναξάρια,
ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 8η Ὀκτωβρίου).
Ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας
Διέπρεψε στὴ µοναχικὴ ζωή, τῆς ὁποίας ἀποτέλεσε
καύχηµα. Ἀπαράµιλλη πρὸ πάντων ὑπῆρξε ἡ ταπεινοφροσύνη του, χάρη τῆς ὁποίας ὁ
Θεός, τὸν στόλισε µὲ µεγάλη πνευµατικὴ ὑπεροχή. Τόσο ὥστε καὶ αὐτοὶ οἱ
περίφηµοι ἀββάδες Μακάριος καὶ Μωϋσῆς τὸν πλησίαζαν µὲ πολὺ σεβασµὸ καὶ ἔρχονταν
πάντοτε νὰ ὠφεληθοῦν ἀπὸ τὰ λόγια του, τὰ φωτισµένα ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦµα. Κατὰ τὴν
ὥρα τοῦ θανάτου του, ὁ ὁποῖος ἦλθε ἥσυχος καὶ γαλήνιος, θάνατος ἀληθινοῦ
δικαίου, τὸν περιστοίχιζαν ἀδελφικὰ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀββάδες. Κατὰ τὶς τελευταῖες
του δὲ στιγµές, ἐνῷ ὁ Ζαχαρίας ἦταν σιωπηλός, ἀνέβλεψε κάπως µυστήρια πρὸς τὰ
πάνω, ἀνέβλεψε τότε καὶ ὁ ἀββᾶς Ἰσίδωρος καὶ θαῤῥεῖς ἀπὸ κάποια οὐράνια ἔµπνευση,
εἶπε: «Εὐφραίνου, τέκνον µου Ζαχαρία, ὅτι ἠνεώχθησάν σοι αἱ πύλαι τῆς οὐρανῶν
βασιλείας».
Οἱ Ἅγιοι ὀκτὼ Μάρτυρες οἱ ἐν Καισαρείᾳ τῆς
Παλαιστίνης
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. (Σ΄ ἄλλα Μηνολόγια ὁ
ἀριθµὸς τῶν ἐν λόγῳ Μαρτύρων ἀνέρχεται σὲ 35 καὶ ὅτι µαρτύρησαν διὰ ἀποκεφαλισµοῦ
ἐπὶ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτου (360-363). Ἐνῷ σ΄ ἄλλα Συναξάρια ὁ ἀριθµός τους ἀνεβαίνει
στοὺς 50).
Ὁ Ὅσιος Μαρτῖνος ὁ Θηβαῖος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Ἀβραὰµ ποὺ µόνασε στὸ ὄρος Λάστρος
Ἐλάχιστα βιογραφικὰ στοιχεῖα γιὰ τὸν Ὅσιο
αὐτό, βρίσκουµε στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα
70. Ὁ Ὅσιος Ἀβραάµ, ἀπὸ µικρὸ παιδὶ
διάλεξε τὴν ἀγγελικὴ ζωὴ τοῦ µοναχοῦ καὶ ἔτσι
µοίρασε στοὺς φτωχοὺς ὅ,τι περιουσία εἶχε
καὶ ἔγινε ὑπόδειγµα µοναχοῦ. Ἡ φήµη τῆς
µεγάλης του ἀρετῆς δὲν ἄργησε νὰ διαδοθεῖ
στὴ χώρα ὅπου ἀσκήτευε καὶ γι᾿ αὐτὸ
ἔτρεχαν πολλοὶ κοντά του γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν
πνευµατικά. Ἀλλ΄ ὁ Ἀβραάµ, ἐπειδὴ δὲν
τοῦ ἄρεσε ἡ ἐπίδειξη καὶ ἡ φασαρία, ἀνέβηκε
στὸ ὄρος τοῦ Λάτρου, ὅπου µὲ αὐστηρότερη ἐγκράτεια, ἀγρυπνία καὶ προσευχή,
προόδευε σὲ µεγάλα ὕψη ἀρετῆς καὶ ὠφελοῦσε τοὺς ἐκεῖ ἀσκητές. Ἔτσι, µ΄ αὐτὸ τὸν
θεάρεστο τρόπο ἀφοῦ ἔζηοε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ξυλινίτης
Ἰδιαίτερο βιογραφικὸ ὑπόµνηµα γιὰ τὸν Ὅσιο
αὐτό, ὑπάρχει στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα
70 καὶ τὸ ὁποῖο παραθέτουµε αὐτολεξεῖ ὅπως
ἔχει: «Ὁ δὲ τίµιος Στέφανος, οὗ τὸ
ἐπικλὴν Ξυλινίτης, καὶ αὐτὸς τὴν ἀσκητικὴ
πολιτεία ἑαυτὸν ἐκδοὺς περιῆλθε γυµνὸς τὸ
σῶµα καὶ ἀνυπόδητος τόπους ἐκ τόπων
περιερχόµενος καὶ πελαζόµενος κατὰ Κύριον
καὶ ὕπνον τοῖς ὄφθαλµοις τὸ καθόλου µὴ
προσενεγκῶν, µηδὲ τοῖς κροτάφοις
ἀνάπαυσιν παρ΄ ὅλον τὸν τῆς ζωῆς αὐτοῦ
χρόνον ἐντεῦθεν ἠξιώθη καὶ προφητικῶν
χαρισµάτων τοῦ προλέγειν τοῖς ἄνθρωποις τὰ
συµβησόµενα, προεΐδε τοίνυν καὶ τὴν
αὑτοῦ τελευτὴν καὶ πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς
αὐτοῦ ἐν τῷ ὄρει τοῦ Λάτρου καὶ αὐτὸς
ἀπελθῶν ἀσκητικῶς ἔκεισε τὸν βίον διήνυσε
καὶ πολλοῖς τύπος καὶ ὑπογραµµὸς
ἀναδειχθεὶς καὶ τὰ πρὸς σωτηρίαν
καθοδηγήσας πρὸς Κύριον ἐξεδήµησεν».
Ὁ Ἅγιος Παρθένιος ὁ Γ΄ (ἢ Παρθενάκης)
Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ νέος αὐτὸς Ἱεροµάρτυρας, καταγόταν ἀπὸ τὴν
Μυτιλήνη καὶ ἦταν γιὸς θεοσεβῶν γονέων. Ὁ Παρθένιος ἀφοσιώθηκε στὶς µελέτες καὶ
ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς σοφοὺς τοῦ
17ου αἰῶνα, Χειροτονήθηκε ἱερέας καὶ ἀργότερα
ἔγινε Ἀρχιερέας καὶ ποιµένας τῆς Χίου.
Στὰ τέλη τοῦ 1656 ἔγινε Πατριάρχης
Κωνσταντινουπόλεως, σὰν διάδοχος τοῦ
Πατριάρχη Παρθενίου τοῦ Β΄. Σὰν
Μητροπολίτης, ἀλλὰ καὶ σὰν Πατριάρχης
ἀναδείχτηκε ἄνδρας εὐλαβής, χρηστός,
λόγιος καὶ ζηλωτὴς τῶν καλῶν πραγµάτων καὶ
τῆς εὐσέβειας. Σὰν Πατριάρχης, ἀνέπτυξε ἰδιαίτερα
τὴν Ἑλληνικὴ παιδεία. Κάποια
ἐπιστολή του ὅµως, ἔπεσε στὰ χέρια τῆς ὑψηλῆς
Πύλης, ποὺ θεώρησε τὸ περιεχόµενό
της ἐπαναστατικό. Ἔτσι ὁ τότε Σουλτάνος Ἰµπραὴµ
ὁ Α΄, διέταξε τὴν θανάτωση τοῦ
Πατριάρχη Παρθενίου. Ἔτσι συνελήφθη καὶ τὸν
πίεζαν νὰ δεχτεῖ τὸν ἰσλαµισµὸ γιὰ νὰ
σωθεῖ. Ἀλλ΄ ὁ Παρθένιος ἔµεινε ἀµετακίνητος
στὴν πίστη του. Τότε τὸ Σάββατο τοῦ
Λαζάρου, στὶς 24 Μαρτίου 1657, τὸν
κρέµασαν στὴν Καγκελωτὴ πύλη Παρµὰκ - Καπου.
Μὲ διαταγὴ τοῦ Μ. Βεζίρη Μεχµὲτ Κιουπουλοῦ
τὸ λείψανο, παρέµεινε κρεµασµένο γιὰ
τρεῖς µέρες καὶ κατόπιν τὸ ἔριξαν στὴ
θάλασσα. Ἀργότερα τὸ παρέλαβαν οἱ χριστιανοὶ
καὶ τὸ ἔθαψαν σ΄ ἕνα νησὶ «τὴ λεγοµένη τῶν
Πριγκίπων». Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ,
συνέγραψε ὁ Συρίγου Μελέτιος.
Ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας ὁ Ῥῶσος
Οἱ Ἅγιοι Στέφανος καὶ Πέτρος µάρτυρες
Οἱ ἐν Καζάν (+ 1552).
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 25
●
Ὁ Εὐαγγελισµὸς τῆς Θεοτόκου καὶ Ἐπέτειος Ἐθνικῆς Παλιγγενεσίας 1821
●
Ὁ Ὅσιος Σεννούφιος ὁ Σηµειοφόρος
●
Οἱ Ἁγίες Πελαγία καὶ Θεοδοσία
●
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς ἀπὸ τοὺς δήµιους
Ὁ Εὐαγγελισµὸς τῆς Θεοτόκου καὶ Ἐπέτειος Ἐθνικῆς
Παλιγγενεσίας 1821
Εἶναι τὸ χαρµόσυνο µήνυµα τῆς θείας ἐνσάρκωσης,
ποὺ µὲ τόσο σαφῆ τρόπο µας τὸ παρουσιάζει ὁ εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὸ Εὐαγγέλιό
του (κεφ. Α´ στίχ. 26-38). Τὴν ἡµέρα αὐτή, ὁ θεόσταλτος ἀρχάγγελος Γαβριὴλ
παρουσιάζεται καὶ λέει στὴν Παρθένα Μαρία ὅτι θὰ γεννήσει υἱό, ποὺ θὰ εἶναι ὁ
Σωτὴρ τοῦ κόσµου. Ἀξίζει, ὅµως, νὰ δοῦµε πὼς οἱ ἐµπνευσµένοι ὑµνῳδοὶ τῆς Ἐκκλησίας
µας ἔψαλαν τὸ κοσµοσωτήριο ἄγγελµα:
«Σήµερον χαρᾶς Εὐαγγέλια παρθενικὴ
πανήγυρις τὰ κάτω τοῖς ἄνω συνάπτεται· ὁ Ἀδὰµ καινουργεῖται ἡ Εὔα τῆς πρώτης λύπης
ἐλευθεροῦται καὶ ἡ σκηνὴ τῆς καθ᾿ ἡµᾶς οὐσίας τῇ θεώσει τοῦ προσληφθέντος
φυράµατος ναὸς Θεοῦ κεχρηµάτικεν. Ὦ
µυστήριον! Ὁ τρόπος τῆς κενώσεως ἄγνωστος,
ὁ τρόπος τῆς συλλήψεως ἄφραστος. Ἄγγελος λειτουργεῖ τῷ θαύµατι, παρθενικὴ γαστὴρ
τὸν Υἷον ὑποδέχεται, Πνεῦµα ἅγιον καταπέµπεται, Πατὴρ ἄνωθεν εὐδοκεῖ, καὶ τὸ
συνάλλαγµα κατὰ κοινὴν πραγµατεύεται βούλησιν, ἐν ᾧ καὶ δι᾿ οὗ σωθέντες, συνῳδᾷ
τῷ Γαβριήλ, πρὸς τὴν Παρθένον βοήσωµεν· χαῖρε, κεχαριτωµένη, ὁ Κύριος µετὰ σοῦ,
ἐξ ἧς ἡ σωτηρία, Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡµῶν, τὴν
καθ᾿ ἡµᾶς προσλαβόµενος φύσιν πρὸς ἑαυτὸν ἐπανήγαγεν».
Ὁ Ὅσιος Σεννούφιος ὁ Σηµειοφόρος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος µε τὸν
ἀσκητὴ τῆς Νιτρίας Σεννούφιο.
Οἱ Ἁγίες Πελαγία καὶ Θεοδοσία
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς ἀπὸ τοὺς δήµιους
Αὐτὸς γνώρισε τὸν Χριστὸ καὶ µαρτύρησε ἀφοῦ
τὸν ἔκλεισαν σὲ βρωµερὴ ἀποµόνωση καὶ πέθανε µᾶλλον ἀπὸ ἀσφυξία.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 26
●
Σύναξις Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ
●
Οἱ Ἅγιοι 26 Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Γοτθία, ἀπὸ τοὺς ὁποίους οἱ δυὸ
εἶναι Πρεσβύτεροι, Βαθούσης (ἢ Ἀαθούσης) καὶ Οὐίρκας (ἢ Οὐήρικας) µὲ τοὺς δυὸ
γιούς του καὶ τὶς τρεῖς θυγατέρες του καὶ Ἀρπύλας ὁ µοναχός, λαϊκοὶ δέ, Ἄβηπας,
Ἁγνὸς (ἢ Ἀγγίας), Ρύαξ (ἢ Ρυΐας), Ἠγάθραξ, Ἠσκόος (ἢ Ἠσκόης), Σύλλας, Σίγητζας
(ἢ Σίδητζας), Σουηρίλας, Σεϊµβλᾶς, Ὀέρµας (ἢ Ὀέρθας), Φίλγας καὶ
ἀπὸ τὶς γυναῖκες Ἄννα, Ἀλλᾶς, Βάρις (ἢ
Βάρκα), Μωίκω, Μαµίκα, Οὐΐρκω (ἢ
Οὐήκω) καὶ Ἀνιµαΐς
●
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Θεοδόσιος, Μανουὴλ καὶ ἄλλοι σαράντα (40) ἀπὸ τὴν
Ἀνατολή
●
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁµολογητής, ἡγούµενος Τρίγλιας
●
Διήγηση ὠφέλιµη Μάλχου µοναχοῦ, ποὺ αἰχµαλωτίστηκε
●
Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Νέος ἀδελφὸς τοῦ Ὁσίου Παύλου τοῦ ἐν τῷ Λάτρῳ
●
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας
●
Ὁ Ἅγιος Πούλιος ὁ Ἀναγνώστης
Σύναξις Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ
Γαβριὴλ σηµαίνει ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Στὴν Ἁγία
Γραφή, τὸν ἀρχάγγελο αὐτὸ τοῦ Θεοῦ συναντᾶµε µία φορὰ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ
δυὸ φορὲς στὴν Καινή. Στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, µᾶς τὸν παρουσιάζει ὁ Δανιὴλ σὲ µία ὅρασή
του (Η´ 16-17), ὅταν ζητάει ἀπ᾿ αὐτὸν τὴν ἐξήγησή της. Ἐκεῖ παρουσιάζεται
µπροστά του κάποιος ἄνθρωπος, ποὺ εἶναι ὁ Γαβριήλ, καὶ τοῦ ἐξηγεῖ ὅτι τὸ κριάρι
µὲ τὰ δυὸ κέρατα σήµαινε τοὺς βασιλεῖς τῆς Μηδίας καὶ τῆς Περσίας. Ὁ δὲ τριχωτὸς
τράγος, τὸ βασιλιὰ τῆς Ἑλλάδας. Στὴν Καινὴ Διαθήκη, ὁ ἀρχάγγελος Γαβριὴλ
στέλνεται στὸ Ζαχαρία (Λουκ. Α´, 11-19) καὶ τοῦ ἀναγγέλλει ὅτι ἡ γυναῖκα του Ἐλισάβετ
θὰ συλλάβει καὶ θὰ γεννήσει τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδροµο. Ὁ Γαβριήλ, ἐπίσης, εἶναι αὐτὸς
ποὺ εὐαγγελίζεται στὴν Παρθένο Μαρία τὴν ἄσπορη σύλληψη καὶ γέννηση τοῦ Σωτῆρα
Χριστοῦ.
Οἱ Ἅγιοι 26 Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ
Γοτθία, ἀπὸ τοὺς ὁποίους οἱ δυὸ εἶναι Πρεσβύτεροι, Βαθούσης (ἢ Ἀαθούσης) καὶ Οὐίρκας
(ἢ Οὐήρικας) µὲ τοὺς δυὸ γιούς του καὶ τὶς τρεῖς θυγατέρες του καὶ Ἀρπύλας ὁ
µοναχός, λαϊκοὶ δέ, Ἄβηπας, Ἁγνὸς (ἢ Ἀγγίας), Ρύαξ (ἢ Ρυΐας), Ἠγάθραξ, Ἠσκόος (ἢ
Ἠσκόης), Σύλλας, Σίγητζας (ἢ Σίδητζας), Σουηρίλας, Σεϊµβλᾶς, Ὀέρµας (ἢ Ὀέρθας),
Φίλγας καὶ ἀπὸ τὶς γυναῖκες Ἄννα, Ἀλλᾶς, Βάρις (ἢ Βάρκα), Μωίκω, Μαµίκα, Οὐΐρκω
(ἢ Οὐήκω) καὶ Ἀνιµαΐς
Ἔζησαν στὰ χρόνια του βασιλιᾶ τῶν Γότθων Ἰουγγουρίχου
καὶ βασιλέως τῶν Ῥωµαίων
Γρατιανοῦ (375-383). Ὅλοι αὐτοὶ οἱ Ἅγιοι ὁµολόγησαν
τὸν Χριστὸ καὶ κάηκαν ζωντανοὶ
ἀπὸ τὸν προαναφερθέντα βασιλιὰ τῶν Γότθων.
Τότε συνέβη καὶ κάτι τὸ ἀξιοσηµείωτο. Κάποιος χριστιανός, ἔφερε στὴν Ἐκκλησία
πρόσφορο, ἀλλὰ ἐκείνη τὴν στιγµὴ τὸν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες καὶ ἀφοῦ ὁµολόγησε
τὸν Χριστὸ ἔγινε ὁ ἴδιος πρόσφορο στὸν Θεό, παίρνοντας τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου
µέσα στὸ καµίνι τῆς φωτιᾶς.
Οἱ Ἅγιοι Κοδρᾶτος, Θεοδόσιος, Μανουὴλ καὶ ἄλλοι
σαράντα (40) ἀπὸ τὴν Ἀνατολή
Ὑπῆρξαν ὅλοι στὰ χρόνια τῶν διωγµῶν τῆς Ἐκκλησίας,
ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες αὐτοκράτορες. Ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν, τοὺς πίεζαν ν᾿ ἀρνηθοῦν
τὸν Χριστό. Ἀλλ᾿ αὐτοὶ ἐπανέλαβαν πολλὲς φορὲς τὴν ὁµολογία τους καὶ δήλωσαν, ὅτι
ποτὲ δὲν θὰ λιποτακτοῦσαν ἀπὸ τὴν σηµαία τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀπελπισµένος ὁ
δικαστής, διέταξε νὰ διανοίξουν τὶς πλευρές τους. Ὅταν καὶ αὐτὸ τὸ βασανιστήριο
στάθηκε ἀνίσχυρο νὰ
µεταβάλει τὴν ἀφοσίωσή τους στὸν Χριστό,
διέταξε τὸν ἀποκεφαλισµό τους.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ὁµολογητής, ἡγούµενος
Τρίγλιας
Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Ἀρµενίου
(813-820). Ἀφοσιώθηκε µὲ θέρµη στὴν ἀσκητικὴ ζωή, καὶ δὲν ἄργησε νὰ διακριθεῖ
γιὰ τὴν ὑπέροχη ἀρετή του. Σὰν ἡγούµενος τῆς µονῆς Τρίγλιας, διακρίθηκε ὄχι µόνο
γιὰ τὴν συνετὴ καὶ χρηστὴ διοίκησή του, ἀλλὰ καὶ διότι φρόντιζε µὲ ζῆλο γιὰ τὸ
πνευµατικὸ µέρος τῆς
µοναστηριακῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι καὶ ὁ
κυριότερος σκοπός της. Ἀλλ᾿ ὅταν ὁ εἰκονοµάχος Λέων ὁ Ε´ ἐξέδωσε διαταγὲς ἐναντίων
τῶν ἁγίων εἰκόνων, τότε ὁ ἡγούµενος Στέφανος ἄφησε τὸ µοναστήρι του καὶ
κατέβηκε στὶς πόλεις. Ἐκεῖ στήριζε τοὺς διωκόµενους καὶ ἐνίσχυε τὴν ἄκαµπτη ἀντίστασή
τους. Γιὰ τὶς ἐνέργειές του αὐτὲς συνελήφθη καὶ ὑποβλήθηκε σὲ φυλακίσεις καὶ ἐξορίες.
Μέσα δὲ σ᾿ αὐτὲς τὶς κακοπάθειες, ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. (Ἡ µνήµη του ἀπὸ
ὁρισµένους Συναξαριστὲς ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 3η Σεπτεµβρίου).
Διήγηση ὠφέλιµη Μάλχου µοναχοῦ, ποὺ αἰχµαλωτίστηκε
Μὲ δυὸ λόγια ἡ διήγηση αὐτὴ ἔχει ὡς ἑξῆς: ὁ
Μάλχος, ποὺ ἦταν µοναχὸς σὲ κάποιο
µοναστήρι, ἔκανε παρακοὴ στὸν Γέροντά του
καὶ ξεκίνησε γιὰ τὴν πατρίδα του τὴν
Μαρώνεια τῆς Συρίας, γιὰ νὰ παραλάβει τὴν
κληρονοµιὰ τῶν πεθαµένων γονιῶν του.
Στὸ δρόµο τὸν συνέλαβαν Σαρακηνοὶ καὶ µαζὶ
µὲ µία γυναῖκα τοὺς πούλησαν σ᾿ ἕναν
Αἰθίοπα. Ἐκεῖ ὁ Μάλχος ἔδειξε ἄριστο
παράδειγµα ὑπηρέτου. Καὶ ὁ κύριος του γιὰ νὰ
τὸν ἀνταµείψει, τοῦ πρότεινε νὰ παντρευτεῖ
τὴν συναιχµάλωτό του γυναῖκα. Ὁ Μάλχος
τοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶναι µοναχὸς καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπεται
νὰ παντρευτεῖ. Ὁ Αἰθίοπας ὅµως
τὸν ἀπείλησε καὶ ἔτσι ὁ Μάλχος ἔκανε εἰκονικὸ
γάµο µὲ τὴν γυναῖκα αὐτή. Κάποια
νύχτα, κατόρθωσαν καὶ δραπέτευσαν, ἀλλ᾿ ὁ
Αἰθίοπας µαζὶ µ᾿ ἕναν ὑπηρέτη του τοὺς
κυνήγησαν. Αὐτοὶ γιὰ νὰ σωθοῦν µπῆκαν σὲ
µία σπηλιά, ποὺ ἦταν γεµάτη ἄγρια
θηρία. Ἔκαναν τὸ σηµεῖο τοῦ Σταυροῦ καὶ τὰ
θηρία δὲν τοὺς ἄγγιξαν καθόλου. Μόλις
ὅµως µπῆκε στὴ σπηλιὰ ὁ Αἰθίοπας µὲ τὸν ὑπηρέτη
του, γιὰ νὰ σφάξουν τὸν Μάλχο µὲ
τὴν γυναῖκα, ὅρµησε µία λέαινα καὶ τοὺς
κατασπάραξε. Τότε ὁ Μάλχος µὲ τὴν γυναῖκα,
ἀφοῦ εὐχαρίστησαν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία
τους, ἡ µὲν γυναῖκα µπῆκε σὲ γυναικεῖο
µοναστήρι, ὁ δὲ Μάλχος γύρισε στὸ δικό
του, συλλογιζόµενος ὅτι ἡ παρακοὴ τὸν
ὁδήγησε σὲ ἄσχηµες περιπέτειες, καὶ πὼς ὁ ἀσφαλέστερος
δρόµος εἶναι αὐτὸς τῆς
ὑπακοῆς.
Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Νέος ἀδελφὸς τοῦ Ὁσίου
Παύλου τοῦ ἐν τῷ Λάτρῳ
Ἡ βιογραφία του σῴζεται χειρόγραφη στὴ
Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας τοῦ Ἁγίου Ὄρους,
ἀλλὰ καὶ ἀλλοῦ.
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς
Βουλγαρίας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς Γεώργιος καταγόταν ἀπὸ τὴν
Σόφια τῆς Βουλγαρίας καὶ κάποτε βρέθηκε στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης. Ἐκεῖ πῆγε
σὲ κάποιο Ἀγαρηνὸ τοξοποιὸ γιὰ νὰ φτιάξει τὸ τόξο του. Σὲ κάποια στιγµὴ ὅµως ὁ Ἀγαρηνὸς
τοξοποιὸς ἔβρισε τὸν Χριστὸ καὶ ὁ Γεώργιος µὲ δυνατὴ φωνὴ τοῦ εἶπε ὅτι, «µέγας
µόνος Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Θεὸς ἡµῶν...». Αὐτὸ ἄκουσαν οἱ ἐκεῖ
παρευρισκόµενοι Τοῦρκοι, ὅρµησαν ἐπάνω του καὶ τὸν χτύπησαν σκληρά. Κατόπιν τὸν
ὁδήγησαν στὸν ἡγεµόνα, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ὁ γενναῖος Γεώργιος ὁµολόγησε τὸν Χριστό.
Τότε ἀκολούθησε µία σειρὰ φρικτῶν βασανιστηρίων καὶ αὐστηρῆς ἀποµόνωσης.
Κατόπιν µὲ ὑποσχέσεις καὶ κολακεῖες προσπάθησαν νὰ κάµψουν τὸ φρόνηµά του, ἀλλὰ
καὶ πάλι ὁ Γεώργιος, ποὺ ἦταν ἐγγράµµατος, µὲ εὔστοχες ἀπαντήσεις ὁµολογοῦσε τὸν
Χριστὸ Θεὸ ἀληθινό. Τελικὰ τὴν Μ. Τρίτη στὶς 26
Μαρτίου 1437 τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ µὲ φρικτὸ
τρόπο καὶ ἔτσι πῆρε τὸ στεφάνι τοῦ
µαρτυρίου. Ἦταν σὲ ἡλικία 30 χρονῶν.
Ὁ Ἅγιος Πούλιος ὁ Ἀναγνώστης
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 27
●
Ἡ Ἁγία Ματρώνα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ
●
Ὁ Ὅσιος Κήρυκος ὁ ἐν τῷ Ἄσπρῳ
●
Οἱ Ἅγιοι Φίλητος, Λυδία, τὰ δυό τους παιδιὰ Θεοπρέπιος καὶ Μακεδόνας,
Ἀµφιλόχιος ὁ δούκας καὶ Κρονίδης ὁ
Κοµενταρήσιος
●
Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Βαρούχιος
●
Ὁ Προφήτης Ἀνάνι
●
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ἐπίσκοπος Κορίνθου
●
Ὁ Ὅσιος Εὐτύχιος
Ἡ Ἁγία Ματρώνα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ
Ἡ Ματρώνα ἔζησε στὰ ἀρχαῖα χριστιανικὰ
χρόνια καὶ ἦταν ὑπηρέτρια, στὸ σπίτι ἑνὸς ἀνωτέρου ἀξιωµατούχου Ἑβραίου, στὴ
Θεσσαλονίκη. Αὐτὸς ἦταν παντρεµένος µὲ µία, ἐπίσης Ἑβραία, ποὺ ὀνοµαζόταν
Παντίλλα. Ἡ Ματρώνα, χωρὶς νὰ τὸ ξέρουν οἱ κύριοί της, ἔγινε χριστιανή. Τὸ
γεγονὸς αὐτὸ ἔµεινε κρυφὸ γιὰ πολὺ καιρό, διότι ἐκτελοῦσε µὲ πολλή ἀκρίβεια τὴν
ὑπηρεσία της καὶ εἶχε τὴν εὐµένεια τῆς κυρίας της. Μὲ τὸν καιρό, ὅµως, ἀποκαλύφθηκε.
Ἐνῷ ἡ Ἑβραία κυρία πήγαινε στὴ συναγωγή, ἡ Ματρώνα ἐκµεταλλευόµενη τὴν εὐκαιρία
ἐκτελοῦσε τὰ θρησκευτικά της καθήκοντα στὴ χριστιανικὴ Ἐκκλησία. Τὴν
κατασκόπευσαν, ὅµως, οἱ ἄλλες ὑπηρέτριες καὶ τὴν πρόδωσαν στὴν Παντίλλα. Ἡ
σκληρὴ Ἑβραία τὴν κάλεσε νὰ τῆς πεῖ ἂν ὅλα αὐτὰ ἀληθεύουν. Ἡ Ματρώνα τότε ὁµολογεῖ
τὴν πίστη της καὶ κακοποιεῖται ἄγρια ἀπὸ τὴν Παντίλλα. Χωρὶς καµιὰ µνησικακία ἡ
Ματρώνα, ὁµολογεῖ καὶ πάλι ὅ,τι ὑπαγορεύει ἡ συνείδησή της, δηλαδὴ Χριστὸν Ἐσταυρωµένον.
Διότι ἡ ψυχή της εἶχε µέσα «ἀγάπη ἐκ καθαρᾶς καρδίας καὶ συνειδήσεως ἀγαθῆς καὶ
πίστεως ἀνυπόκριτου». Δηλαδή, ἀγάπη ἀπὸ καθαρὴ καὶ ἀνιδιοτελῆ καρδιὰ καὶ
συνείδηση ἀγαθή, ἐλεύθερη ἀπὸ κάθε τύψη, καὶ πίστη ἀληθινή. Ἡ Παντίλλα τότε µὲ
περισσότερη ὠµότητα τὴν µαστιγώνει καὶ τὴν ρίχνει στὴ φυλακή. Ἐκεῖ µέσα ἡ
Ματρώνα παρέδωσε τὸ πνεῦµα της στὸ Θεό.
Ὁ Ὅσιος Κήρυκος ὁ ἐν τῷ Ἄσπρῳ
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Οἱ Ἅγιοι Φίλητος, Λυδία, τὰ δυό τους παιδιὰ
Θεοπρέπιος καὶ Μακεδόνας,
Ἀµφιλόχιος ὁ δούκας καὶ Κρονίδης ὁ
Κοµενταρήσιος
Σὲ καιρὸ διωγµοῦ, καὶ ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν
ὁ Ἀδριανὸς (117-138), ὁ Φίλητος µὲ τὴν
σύζυγό του Λυδία καὶ τὰ δυό τους παιδιά,
συνελήφθησαν καὶ τοὺς ζητήθηκε ν΄ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό. Ἀλλὰ γονεῖς καὶ παιδιά, ἔµειναν
πιστοὶ στὴν ὁµολογία Του. Οὔτε ταράχτηκαν καθόλου, ὅταν δόθηκε ἡ διαταγὴ νὰ τοὺς
θανατώσουν µὲ βασανιστήρια. Ἀντίθετα, τὰ ἀπέµειναν µὲ θαυµαστὴ καρτερία. Τέτοια
δὲ ὑπῆρξε ἡ σταθερότητα καὶ ἡ πραότητά τους ἀπέναντι στοὺς δηµίους, ὥστε οἱ
παρευρισκόµενοι ἄρχοντες, Ἀµφιλόχιος καὶ Κρονίδης, ἦλθαν καὶ αὐτοὶ στὴ
χριστιανικὴ θρησκεία. Καὶ ἐπειδὴ ἐπέµεναν, διατάχθηκε νὰ θανατώσουν µαρτυρικὰ
καὶ αὐτούς. Κατόπιν, σειρὰ βασανιστηρίων ἐφαρµόστηκαν ἐναντίον τῆς οἰκογένειας,
ποὺ µὲ παρέµβαση τῆς θείας
δυνάµεως δὲν εἶχαν ἀποτέλεσµα. Τελικά τους
βρῆκε ὁ θάνατος καὶ κατατάχθηκαν ὅλοι στὸν ἔνδοξο µαρτυρικὸ χορό.
Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Βαρούχιος
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Προφήτης Ἀνάνι
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Ἰούδα (955
π.Χ.). Ὁ βασιλιὰς Ἀσὰ µὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, εἶχε στὴν ἀρχὴ ἀποκρούσει
νικηφόρα τὴν ἐναντίον του ἐπιδροµὴ τοῦ βασιλιᾶ τῆς Συρίας. Κατόπιν ὅµως ὁ Ἀσὰ
συνθηκολόγησε µὲ τὸν βασιλιὰ τῆς Συρίας καὶ τοῦ ἔστειλε χρυσὸ καὶ ἀσῆµι, γιὰ νὰ
τὸν βοηθήσει στὸν πόλεµο ἐναντίον τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰσραήλ. Τότε ὁ Προφήτης Ἀνάνι,
παρουσιάστηκε στὸν Ἀσὰ καὶ τοῦ ἔκανε δριµύτατη
παρατήρηση (Β΄ Παραλειπ. ιστ΄ 7-10). Ὁ Ἀσὰ
ὀργισµένος, φυλάκισε τὸν Προφήτη.
Τελικὰ ὅµως αὐτὸς ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ὅσιος Παῦλος ἐπίσκοπος Κορίνθου
Ἦταν ἀδελφὸς τοῦ ἐπισκόπου Ἄργους καὶ
Ναυπλίου Πέτρου, βλέπε σχετικῶς 3 Μαΐου.
Ὁ Ὅσιος Εὐτύχιος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 28
●
Ὁ Ὅσιος Ἰλαρίων ὁ Νέος
●
Ὁ Ἅγιος Ἠρωδίων
●
Οἱ Ἅγιοι Ῥῶσοι Στέφανος ὁ Θαυµατουργὸς καὶ Εὐστράτιος Ὁσιοµάρτυρας, ὁ
Σπηλαιώτης
●
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Ἱεροσολυµίτης
Ὁ Ὅσιος Ἰλαρίων ὁ Νέος
Ὑπῆρξε ἡγούµενος τῆς Μονῆς Πελεκητὴς στὴν
Τρίγλια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Ἠρωδίων
Εἶπε ὁ Κύριος: «Ὅστις θέλει ὀπίσω µου ἀκολουθεῖν,
ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω µοι». Δηλαδή, ἐκεῖνος
ποὺ θέλει νὰ µὲ ἀκολουθεῖ σὰν µαθητής µου, ἂς διακόψει κάθε σχέση µὲ τὸ
διεφθαρµένο ἀπὸ τὴν ἁµαρτία ἑαυτό του καὶ ἂς πάρει τὴν ἀπόφαση νὰ ὑποστεῖ γιὰ
µένα ὄχι µόνο κάθε θλίψη καὶ δοκιµασία, ἀλλὰ ἀκόµη καὶ σταυρικὸ θάνατο. Καὶ
τότε ἂς µὲ ἀκολουθεῖ, µιµούµενος τὸ
παράδειγµά µου. Ἕνας τέτοιος µαθητής, µέσα
στοὺς 70 µαθητὲς τοῦ Κυρίου, ἦταν καὶ ὁ Ἠρωδίων. Μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, ὁ
Ἠρωδίων ἀφοσιώθηκε στὸ κήρυγµα τοῦ Εὐαγγελίου, συνεργάτης τῶν 12 Ἀποστόλων, καὶ
ἰδιαίτερα τοῦ Πέτρου. Μετὰ τὸ
µαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα τοῦ
Πρωτοκλήτου, στὴν Ἐκκλησία τῆς Πάτρας ἐπίσκοπος ἔγινε ὁ Ἠρωδίων. Τὰ καθήκοντα τῆς
νέας του θέσης, ὁ Ἠρωδίων τὰ ἐπιτελοῦσε µὲ ἀληθινὸ ἀποστολικὸ ζῆλο. Ἀλλὰ ἡ
λύσσα τῶν εἰδωλολατρῶν ἔµελλε νὰ χτυπήσει καὶ αὐτόν. Ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν, ἄγρια τὸν
ἔδειραν καὶ τὸν λιθοβόλησαν. Ἔπειτα, µὲ τὸν πιὸ ὠµὸ τρόπο τὸν ἔσφαξαν. Ἔτσι, ἡ
ζωή του ἐπισφραγίσθηκε µὲ τὴν ἔσχατη αὐταπάρνηση καὶ τὸ αἷµα του πότισε τὸν
σπόρο τοῦ Εὐαγγελίου καὶ συνετέλεσε στὴ γρηγορότερη καρποφορία του στὴν ἑλληνικὴ
γῆ. (Ἡ µνήµη του ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 8η Ἀπριλίου).
Οἱ Ἅγιοι Ῥῶσοι Στέφανος ὁ Θαυµατουργὸς καὶ
Εὐστράτιος Ὁσιοµάρτυρας, ὁ
Σπηλαιώτης
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Ἱεροσολυµίτης
Συγγραφεὺς ἀνεκδότων συγγραµµάτων (+ 5ος αἰ.).
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 29
●
Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος ἐπίσκοπος Ἀρεθουσίων, Κύριλλος Διάκονος, καὶ τῶν ἐν
Ἀσκαλώνι καὶ Γάζῃ παρθένων γυναικῶν καὶ ἱερωµένων
ἀνδρῶν
●
Οἱ Ἅγιοι Ἰωνᾶς, Βαραχήσιος καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς Ζανιθᾶς, Λάζαρος, Μαρουθᾶς,
Ναρσῆς, Ἠλίας, Μαρῆ (κατ᾿ ἄλλους Μαρής), Ἄβιβος, Σιµιάθη (κατ᾿ ἄλλους Σιµιάθης)
καὶ Σάβα ἢ Σώθα (κατ᾿ ἄλλους Σάββας)
●
Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος Χίου Βιθυνίας
●
Ὁ Ἅγιος Διάδοχος ἐπίσκοπος Φωτικῆς
●
Οἱ Ὅσιοι Ἰωνᾶς καὶ Μᾶρκος
●
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος
Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος ἐπίσκοπος Ἀρεθουσίων,
Κύριλλος Διάκονος, καὶ τῶν ἐν
Ἀσκαλώνι καὶ Γάζῃ παρθένων γυναικῶν καὶ ἱερωµένων
ἀνδρῶν
Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ἦταν ἐπίσκοπος στὰ χρόνια
του Μ. Κων/νου. Μία µέρα, κινούµενος ἀπὸ θεῖο ζῆλο, γκρέµισε ἕνα ναὸ τῶν εἰδώλων
καὶ τὸν ἔκανε ἐκκλησία. Ὅταν ὅµως ἀνέλαβε αὐτοκράτωρ ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης,
συνέλαβε τὸ Μάρκο, διότι γκρέµισε τὸν εἰδωλολατρικὸ ναό. Τότε οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ
τὸν γύµνωσαν καὶ τὸν µαστίγωσαν ἀλύπητα, τὸν ἔριξαν µέσα σὲ χαντάκια µὲ βρώµικο
νερό. Μετὰ τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ τὸν παρέδωσαν σὲ µικρὰ παιδιά, νὰ τὸν
τρυποῦν µὲ βελόνες. Ἔπειτα, ἔβρεξαν τὸ
σῶµα του µὲ ἅλµη. Κατόπιν τὸν ἄλειψαν µὲ
µέλι καὶ τὸν κρέµασαν ἀνάποδα στὸν ἥλιο, γιὰ νὰ εἶναι τροφὴ στὶς µέλισσες καὶ
στὶς σφῆκες. Ὅλα αὐτὰ τὰ βάσανα ὁ Μᾶρκος τὰ ὑπέστη µὲ ἀνδρεία καὶ πολλὴ ὑποµονή.
Ὁπότε, βλέποντας οἱ εἰδωλολάτρες αὐτὴ τὴν ἀνδρεία καὶ µεγαλοψυχία τοῦ γέροντα
Μάρκου, ἔγινε στὶς ψυχὲς τοὺς µέγα θαῦµα. Ἀφοῦ τὸν κατέβασαν ἀπὸ ἐκεῖ ποὺ τὸν εἶχαν
κρεµασµένον, µετενόησαν, ἔγινε διδάσκαλός τους καὶ ἔµαθαν ἀπ᾿ αὐτὸν τὴν ἀληθινὴ
πίστη. Ἔρχεται, ἔτσι, νὰ µᾶς ὑπενθυµίσει ὁ Ἅγιος Μᾶρκος τὸ θεόπνευστο λόγο τῆς Ἁγίας
Γραφῆς: «ἀνδρίζου καὶ ἴσχυε, µὴ φοβοῦ µηδὲ δειλιάσῃς µηδὲ πτοηθῇς ἀπὸ προσώπου
αὐτῶν». Νὰ ἔχεις, δηλαδή, ἀνδρεία καὶ θάῤῥος. Μὴ φοβᾶσαι, οὔτε νὰ δειλιάσεις. Οὔτε
νὰ τροµάξεις
µπροστὰ στοὺς ἐχθρούς σου.
Ἐπὶ Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη ἔλαµψε καὶ ὁ
Διάκονος Κύριλλος, καύχηµα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Φοινίκης. Ἐπειδὴ στάθηκε ἀµετακίνητος
στὴ χριστιανικὴ ὁµολογία καὶ κήρυττε κατὰ τῶν εἰδώλων, κίνησε τὴν µανία τῶν εἰδωλολατρῶν,
οἱ ὁποῖοι µὲ ξίφη ἄνοιξαν τὴν κοιλιά του καὶ χύθηκαν τὰ σπλάχνα του. Μὲ τὸν ἴδιο
θάνατο τελείωσαν τὴν ζωή τους καὶ ἀρκετὲς παρθένες γυναῖκες στὴν Ἀσκάλωνα καὶ τὴν
Γάζα, καθὼς καὶ
µερικοὶ ἱερωµένοι, τῶν ὁποίων ἡ µνήµη
συνεορτάζεται τὴν ἡµέρα αὐτή.
Οἱ Ἅγιοι Ἰωνᾶς, Βαραχήσιος καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς
Ζανιθᾶς, Λάζαρος, Μαρουθᾶς,
Ναρσῆς, Ἠλίας, Μαρῆ (κατ᾿ ἄλλους Μαρής), Ἄβιβος,
Σιµιάθη (κατ᾿ ἄλλους
Σιµιάθης) καὶ Σάβα ἢ Σώθα (κατ᾿ ἄλλους
Σάββας)
Ἦταν ἀσκητὲς καὶ µαρτύρησαν περίπου τὸ 330
µ.Χ., ὅταν βασιλιὰς τῶν Περσῶν ἦταν ὁ Σαβώριος καὶ τῶν Ῥωµαίων ὁ Μέγας Κων/νος.
Αὐτοὶ λοιπόν, ἀναχώρησαν ἀπὸ τὴν Μονὴ ποὺ µόναζαν καὶ πῆγαν σὲ κάποια κωµόπολη,
ποὺ ὀνοµαζόταν Μαρβιαβὼχ (ἢ Μαρµιαβώχ). Ἐκεῖ ἐπισκέφθηκαν ἐννιὰ κρατούµενους
Μάρτυρες στὴν εἱρκτή, τὸν Ζανιθά, Λάζαρο, Μαρουθά, Ναρσή, Ἠλία, Μαρῆ, Ἄβιβο,
Σιµιάθη καὶ Σάβα (ἢ Σώβα) καὶ τοὺς ἐνθάῤῥυναν στὸ µαρτύριο. Ἀµέσως τότε
συνέλαβαν καὶ αὐτοὺς καὶ τοὺς ὁδήγησαν
µπροστὰ σὲ τρεῖς ἄρχοντες τῶν Περσῶν, τὸν
Μασδράθ, τὸν Σιρῶ καὶ Μαρµισή. Αὐτοὶ συµβούλευσαν τοὺς Ἰωνᾶ καὶ Βαραχήσιο ν᾿ ἀρνηθοῦν
τὸν Χριστὸ καὶ νὰ προσκυνήσουν τὴν φωτιά, τὸ νερὸ καὶ τὸν ἥλιο. Ἐπειδὴ ὅµως οἱ Ἅγιοι
στάθηκαν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, τοὺς βασάνισαν φρικτὰ καὶ τοὺς θανάτωσαν ἀφοῦ
κατατεµάχισαν τὰ σώµατά τους. Τὰ ἁγία λείψανά τους τὰ ἀγόρασε κάποιος χριστιανὸς
καὶ τὰ ἔθαψαν µαζὶ µὲ
αὐτὰ τῶν ἐννιὰ προαναφερθέντων Μαρτύρων.
Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Ὁµολογητὴς ἐπίσκοπος
Χίου Βιθυνίας
Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ µακροῦ καὶ
πολυθόρυβου ἀγῶνα τῆς εἰκονοµαχίας. Ἀπὸ νέος βάδισε τὸ δρόµο τῆς εὐσέβειας,
στολισµένος µὲ βαθειὰ καὶ ἔνθερµη πίστη. Ἦταν συγχρόνως καὶ ἀκριβὴς τηρητὴς τῶν
ἐντολῶν, τὶς ὁποῖες δὲν γνώριζε µόνο ἀλλὰ καὶ ἐφάρµοζε. Τὴ ζωντανὴ αὐτὴ εὐσέβειά
του καλλιέργησε ἀκόµα περισσότερο, ὅταν ἔγινε
µοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε ὕστερα Ἱερέας. Ἡ
κοινὴ ἀναγνώριση τῶν προτερηµάτων αὐτῶν, τὸν ἀνέβασε στὴν ἐπισκοπὴ τῆς Κίου στὴ
Βιθυνία. Στὴ νέα του αὐτὴ διακονία, ἔδειξε περισσότερα ποιµαντικὰ χαρίσµατα καὶ
ἐργάστηκε µὲ µεγαλύτερη ἀφοσίωση στὴ φιλανθρωπικὴ ἀποστολή του. Ἀπέναντι στοὺς
εἰκονοµάχους, ὁ εἰρηνικὸς ποιµενάρχης φάνηκε δυναµικὸς καὶ ἀκοίµητος φρουρὸς τῆς
Ὀρθοδοξίας. Οὔτε πτοήθηκε, ὅταν εἶδε µπροστὰ τοῦ τὸν ἄγριο διωγµό. Φυλακίστηκε
καὶ στὴ συνέχεια ἐξορίστηκε. Ἀλλ᾿ ἀπὸ παντοῦ συµµετεῖχε στὴν ἄµυνα τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ὑπέµεινε δὲ ἀπερίγραπτες στερήσεις πείνας, γυµνότητας καὶ ἄλλων κακουχιῶν.
Τελικὰ παρέδωσε τὸ πνεῦµα τοῦ στὸ Θεό, τοῦ ὁποίου ἔλαµψε πιστὸς καὶ γνήσιος ὑπηρέτης,
ποὺ προτίµησε τὶς ταλαιπωρίες καὶ τὸ θάνατο ἀπὸ τὴν ἐγωϊστικὴ διατήρηση τοῦ ἀξιώµατός
του.
Ὁ Ἅγιος Διάδοχος ἐπίσκοπος Φωτικῆς
Δὲν τὸν ἀναφέρουν οἱ Συναξαριστές. Συναντᾶται
στὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα Δ 34 φ. 68α,
µαζὶ µὲ τὸν πρεσβύτερο Μᾶρκο τὸν µεγάλο ἀσκητὴ
(+5 Μαρτίου), ὅπου ὑπάρχει καὶ
κοινὸς Κανόνας τῶν δυὸ µὴ ὁλοκληρωµένος. Ὁ
Ἅγιος Διάδοχος, ἐπίσκοπος Φωτικῆς τῆς
Παλαιᾶς Ἠπείρου, ἔζησε τὸν 5ο αἰῶνα µ.Χ.
καὶ εἶχε τὸ χάρισµα τῆς εὐγλωττίας, ἀλλὰ
καὶ τῆς συναρπαστικῆς συγγραφῆς. Τὰ 100
γνωστικὰ ἀσκητικὰ κεφάλαια ποὺ ἔγραψε,
διαβάζονταν µὲ ἀπληστία ἀπὸ τοὺς µοναχούς.
Ἐπίσης ἔγραψε καὶ ἄλλα, ὅπως τὴν
«Ὅραση» καὶ λόγο στὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου.
Οἱ Ὅσιοι Ἰωνᾶς καὶ Μᾶρκος
(Ῥώσοι, +15ος αἰ.).
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος
Ὁ Σιναΐτης Ἡγούµενος Ἱ. Μονῆς Σινᾶ (+ 7ος
αἰ.).
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 30
●
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης συγγραφέας τῆς Κλίµακος
●
Ὁ Προφήτης Ἰωὴλ ἢ Ἰωάδ
●
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν τῷ φρέατι
●
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Πατριάρχης Ἱεροσολύµων
●
Ἡ Ἁγία Εὐβούλη
●
Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας Μητροπολίτης Κορίνθου
●
Ὁ Ἅγιος Βίκτωρ
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης συγγραφέας τῆς Κλίµακος
Ἦταν γιὸς πλούσιας καὶ εὐσεβέστατης οἰκογενείας
καὶ εἶχε πάρει πολὺ καλὴ µόρφωση. Νέος ἀκόµα, ἀφοσιώθηκε στὴν προσευχή, τὶς
µελέτες καὶ τὴν συγγραφικὴ ἐργασία. Πῆγε στὸ ὄρος Σινᾶ, κοντὰ σ᾿ ἕναν ἀπὸ τοὺς
καλύτερους ἀναχωρητές, τὸν Μαρτύριο, ὁ ὁποῖος καθοδηγοῦσε πνευµατικὰ καὶ ἀσκητικὰ
τὸ νεαρὸ Ἰωάννη. Μετὰ τέσσερα χρόνια, ἔγινε µοναχὸς καὶ ἡ φήµη τῶν ἀρετῶν καὶ τῆς
σοφίας του εἶχε διαδοθεῖ εὐρύτατα. Πολλοὶ µοναχοὶ καὶ λαϊκοὶ ἔρχονταν κοντά του
γιὰ νὰ ζητήσουν τὴν συµβουλή του. Μετὰ ἀπὸ ἐπίµονη ἀπαίτηση τῶν ἀδελφῶν τῆς Μονῆς
Σινᾶ, δέχθηκε καὶ ἔγινε γιὰ
µερικὰ χρόνια ἡγούµενός τους. Ἡ νοσταλγία,
ὅµως, τῆς ἐρηµικῆς ζωῆς ἔκανε τὸν Ἰωάννη νὰ ἀποσυρθεῖ καὶ νὰ ἀφοσιωθεῖ πάλι στὶς
µελέτες του. Πέθανε περίπου τὸ 650 καὶ ἄφησε δυὸ σπουδαιότατα συγγράµµατα, τὴν
Κλίµακα καὶ τὸν Λόγον πρὸς τὸν Ποιµένα. Νὰ µερικοὶ λόγοι του, ἀπὸ τὴν Κλίµακα,
σχετικὰ µὲ τὸ θεµέλιο τῶν ἀρετῶν, τὴν ταπεινοφροσύνη: 1) «Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι
οὐράνιος ἀνεµοστρόβιλος ποὺ
µπορεῖ νὰ ἀνεβάση τὴν ψυχὴ ἀπὸ τὴν ἄβυσσο
τῆς ἁµαρτίας στὰ ὕψη τοῦ οὐρανοῦ». 2)
«Μητέρα τῆς πηγῆς εἶναι ἡ ἄβυσσος τῶν ὑδάτων,
πηγὴ δὲ τῆς διακρίσεως ἡ ταπείνωσις».
Ὁ Προφήτης Ἰωὴλ ἢ Ἰωάδ
Ἰωὰδ κατὰ τοὺς συναξαριστές, Ἰωὴλ κατὰ τὴν
Β´ Παραλειποµένων (θ´ 29). Ἀπὸ τὴν Σαµάρεια καταγόµενος κατὰ τοὺς συναξαριστὲς ἀπὸ
τὸν Ἰούδα κατὰ τὴν Γραφή (Γ´ Βασιλ. 10). Αὐτὸς λοιπὸν ἐστάλη ἀπὸ τὸν Θεὸ πρὸς τὸν
βασιλιὰ Ἱεροβοὰµ γιὰ νὰ
ἐλέγξει αὐτὸν γιὰ τὶς δαµάλεις (Γ´ Βασιλ.
ιγ´ 2). Ὅταν δὲ ἅπλωσε τὸ χέρι του ὁ Ἱεροβοὰµ γιὰ νὰ κρατήσει τὸν προφήτη,
ξεράθηκε τὸ χέρι του καὶ ἀποκαταστάθηκε πάλι διὰ τῆς προσευχῆς τοῦ προφήτου. Ἐπειδὴ
ὅµως ὁ προφήτης πῆρε ὄρκο στὸν Θεὸ νὰ µὴ φάει καὶ πιεῖ, αὐτὸς ἔφαγε παραπλανηθεὶς
ἀπὸ τὸν ψευδοπροφήτη Ἐνβέ. Γι᾿ αὐτὸ κατασπαράχθηκε, γιὰ τὴν παρακοή του, ἀπὸ ἕνα
λιοντάρι, χωρὶς ὅµως τὸ θηρίο νὰ φάει τὸ σῶµα του. Τάφηκε δὲ κοντὰ στὸν τάφο τοῦ
πλανήσαντος αὐτὸν ψευδοπροφήτου Ἐνβέ. Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ ὅτι, ἄλλος εἶναι ὁ
προφήτης Ἰωὴλ ποὺ τὴν µνήµη του γιορτάζουµε τὴν 19η Ὀκτωβρίου.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν τῷ φρέατι
Γεννήθηκε στὰ χρόνια τῶν διωγµῶν τῆς Ἐκκλησίας
ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ἡ εὐσεβὴς
µητέρα του τὸν πότισε µὲ τὰ νάµατα τῆς
χριστιανικῆς θρησκείας, καὶ ἀργότερα ὁ
Ἰωάννης κατέφυγε στὴν ἔρηµο ὅπου ἀφοσιώθηκε
στὴ µελέτη καὶ τὴν πνευµατικὴ
ἄσκηση. Ἐπειδὴ ὅµως τὸ µέρος ποὺ ἔµενε ἦταν
µία µικρὴ σπηλιά, ἀναγκάσθηκε ὁ
εὐσεβὴς ἐρηµίτης νὰ χρησιµοποιήσει σὰν ἀσκητήριο,
ἕνα ξεροπήγαδο. Γι᾿ αὐτὸ καὶ
ἐπωνοµάστηκε: Ἰωάννης ὁ ἐν τῷ φρέατι. Μετὰ
ἀπὸ καιρό, ἦλθαν κι ἄλλοι στὸν τόπο
ἐκεῖνο, ὅπου ἔκτισαν µικρὰ κελιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό
τους. Ἀλλ᾿ ὁ Ἰωάννης, δὲν ἤθελε πλέον
νὰ φύγει ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ ξεροπήγαδο, ποὺ εἶχε
συνδεθεῖ µὲ τόσα χρόνια της ζωῆς του.
Ἐπικοινωνοῦσε ὅµως µὲ τοὺς νεοελθόντες καὶ
χρησίµευε ὡς πολύτιµος σύµβουλος καὶ
καθοδηγός τους. Ἔτσι ὥστε ἡ µικρὴ ἐκείνη ἀδελφότητα,
καταρτιζόταν καὶ προαγόταν
κατὰ Χριστὸν ἀπ᾿ αὐτόν. Ὁ Ἰωάννης πέθανε εἰρηνικὰ
σὲ βαθιὰ γεράµατα.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Πατριάρχης Ἱεροσολύµων
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ἡ Ἁγία Εὐβούλη
Ἦταν µητέρα τοῦ Ἁγίου Παντελεήµονα καὶ ἀπεβίωσε
εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας Μητροπολίτης Κορίνθου
Ἦταν Ἐπίσκοπος Κορίνθου καὶ συκοφαντήθηκε ἀπὸ
τοὺς Τούρκους ὅτι συνεργαζόταν
µὲ τοὺς Ἐνετούς, κατὰ τὴν ἐκστρατεία τοῦ
Μοροζίνη στὴν Ἑλλάδα, γιὰ τὴν
ἀπελευθέρωση τῶν Ἑλλήνων. Συνελήφθη καὶ ἀφοῦ
βασανίστηκε σκληρὰ ὁδηγήθηκε
στὸν κριτή, ὁ ὁποῖος τὸν προέτρεψε νὰ ἀρνηθεῖ
τὸν Χριστὸ καὶ νὰ γίνει µουσουλµάνος.
Ὁ Ζαχαρίας, µὲ ἀηδία ἄκουσε τὴν πρόταση αὐτὴ
τοῦ κριτῆ καὶ γι᾿ αὐτὸ βασανίστηκε
φρικτά. Καταδικάστηκε νὰ καεῖ ζωντανὸς στὴ
φωτιὰ περιστρεφόµενος! ΟΙ χριστιανοὶ
τῆς Κορίνθου κατόρθωσαν, ἀφοῦ πρόσφεραν
µεγάλο χρηµατικὸ ποσὸ στὸν Τοῦρκο
ἔπαρχο, νὰ µεταβληθεῖ ὁ φρικτὸς αὐτὸς
τρόπος τῆς θανατικῆς καταδίκης. Ἔτσι ὁ νέος
ἱεροµάρτυρας Ζαχαρίας ἀποκεφαλίστηκε στὴν
Κόρινθο, 30 Μαρτίου 1684, Κυριακὴ τῆς
Σταυροπροσκυνήσεως.
Ὁ Ἅγιος Βίκτωρ
Μαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη ἐπὶ Μαξιµιανοῦ,
µαζὶ µὲ ἕντεκα ἄλλους µάρτυρες. Ἡ
µνήµη του ἐπαναλαµβάνεται τὴν 30η Μαρτίου ἢ
τὴν 1η Ὀκτωβρίου.
Ἁγιολόγιον - Μάρτιος 31
●
Ὁ Ἅγιος Ὑπάτιος ἐπίσκοπος Γαγγρῶν
●
Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Μελιτηνῆς
●
Οἱ Ἅγιοι Αὐδᾶς ἐπίσκοπος, οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν Ἐννέα Μάρτυρες καὶ ἄλλοι
πολλοὶ
Ἅγιοι, ποὺ µαρτύρησαν στὴν Περσία
●
Ὁ Ἅγιος Μένανδρος
●
Ὁ Ὅσιος Βλάσιος
●
Οἱ Ἅγιοι τριάντα ὀκτὼ (38) Μάρτυρες
●
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Θαυµατουργός
●
Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ποὺ µαρτύρησε στὴν Κρήτη
●
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς Μητροπολίτης πασῶν τῶν Ῥωσιῶν
●
Ὁ Ὅσιος Ἰννοκέντιος Βενιαµίνωφ Μητροπολίτης, Μέγας Ἱεραπόστολος Ἀλάσκας
Ὁ Ἅγιος Ὑπάτιος ἐπίσκοπος Γαγγρῶν
Ὁ Ὑπάτιος ἦταν µορφὴ ἀπὸ ἐκεῖνες ποὺ
δόξασαν τὴν Ἐκκλησία στοὺς πρώτους αἰῶνες της καὶ ἀγωνίσθηκαν γιὰ τὸ θρίαµβο τοῦ
χριστιανισµοῦ καὶ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἦταν ἐπίσκοπος Γαγγρῶν στὰ χρόνια του Μεγ.
Κων/νου καὶ συµµετεῖχε στὴν Α´ Οἰκουµενικὴ Σύνοδο στὴ Νίκαια, κατὰ τῆς πλάνης
τοῦ Ἀρείου. Στὸ ποιµαντικό του ἔργο, ἐξακολούθησε νὰ διδάσκει καὶ νὰ καθοδηγεῖ
τὸ ποίµνιό του, ἀλλὰ κυρίως ἀντιµαχόταν τὶς αἱρέσεις, καὶ ἰδιαίτερα τὴν αἵρεση
τῶν Ναυτιανῶν. Ἡ ἐπιτυχία µὲ τὴν ὁποία καταπολεµοῦσε τοὺς Ναυτιανούς, ξεσήκωσε
τὰ ἄγρια πάθη τους καὶ ζητοῦσαν τὴν ἐξόντωσή του. Τότε, οἱ προβατόσχηµοι αὐτοὶ
λύκοι µὲ δόλιο τρόπο, ἀφοῦ χρησιµοποίησαν σὰν ὄργανα ἀχρείους εἰδωλολάτρες, στὴν
κατάλληλη εὐκαιρία, σὲ µία κρηµνώδη περιοχή, µὲ ρόπαλα, µαχαίρια καὶ ξύλα,
χτύπησαν τὸν Ὕπάτιο µέχρι θανάτου. Ἔτσι, ἀποδήµησε ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν ζωή, µὲ τὸν
τρόπο ποὺ ἀποδήµησαν οἱ περισσότεροι Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας µας: «Ἐλιθάσθησαν, ἐπρίσθησαν,
ἐπειράσθησαν, ἐν φόνῳ µαχαίρας ἀπέθανον». Δηλαδή, λιθοβολήθηκαν, πριονίσθηκαν,
δοκίµασαν πολλοὺς πειρασµούς, πέθαναν µὲ θάνατο ἀπὸ µαχαῖρι. Ἀλλὰ σηµασία ἔχει ὅτι
στὸ τέλος τὸ ἀποτέλεσµα ἦταν ἡ περίτρανη νίκη τους.
Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Ὁµολογητής, ἐπίσκοπος
Μελιτηνῆς
Ἔζησε τὸν πέµπτο αἰῶνα µ.Χ. περίπου τὸ
431. Διακρινόταν πολὺ γιὰ τὶς ἀρετές του, τὴν παιδεία του καὶ τὸν ὀρθόδοξο ζῆλο
του. Ὅταν τάραξε τὴν Ἐκκλησία ἡ αἵρεση τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως
Νεστορίου, ὁ Ἀκάκιος διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐπιµεληµένη καὶ συστηµατικὴ ἐργασία
του, γιὰ τὴν προφύλαξη τοῦ ποιµνίου του ἀπ᾿ αὐτὴ τὴν αἱρετικὴ πλάνη. Ἐπιθυµώντας
µάλιστα νὰ προσβάλει αὐτὴ εὐρύτερα καὶ νὰ συντελέσει στὴ γενικὴ ἀπόκρουσή της ἀπὸ
τὴν Ἐκκλησία, ἔγραψε κατὰ τοῦ Νεστορίου. Ὁ Ἀκάκιος ἦταν καὶ ἰκανότατος ὁµιλητὴς
καὶ διδάσκαλος τοῦ λαοῦ. Σῴζεται δὲ µία
ὁµιλία του, ἡ ὁποία ἐξεφωνήθη στὴν Ἔφεσο. Ὁ
δὲ Σ. Εὐστρατιάδης, ἰσχυρίζεται ὅτι ὑπῆρξε καὶ Ἀκάκιος Β´ ἐπίσκοπος Μελιτηνῆς
καὶ τοποθετεῖ τὴν γιορτή του στὶς 18
Ἀπριλίου.
Οἱ Ἅγιοι Αὐδᾶς ἐπίσκοπος, οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν
Ἐννέα Μάρτυρες καὶ ἄλλοι πολλοὶ
Ἅγιοι, ποὺ µαρτύρησαν στὴν Περσία
Ὁ ἅγιος ἱεροµάρτυρας Αὐδᾶς, ὁ ἐπίσκοπός
της Περσίας καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν ἑορταζόµενοι Ἅγιοι Μάρτυρες ἦταν στὰ χρόνια
του βασιλιᾶ τῶν Ῥωµαίων Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408-450) καὶ Ἰσδιγέρδου τοῦ
βασιλιᾶ τῶν Περσῶν (399-420). Τὸ ἔτος 412 ὁ Ἰσδιγέρδης κίνησε σκληρὸ διωγµὸ κατὰ
τῶν Χριστιανῶν, µὲ τὴν ἑξῆς ἀφορµή. Ὁ Αὐδᾶς, ποὺ ἦταν στολισµένος µὲ πολλὰ εἴδη
ἀρετῶν, ἀπὸ ἱερὴ ἀγανάκτηση, γκρέµισε τὸν ναό, στὸν ὁποῖο οἱ Πέρσες λάτρευαν τὴν
φωτιά. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ βασιλιὰς ἀπὸ τοὺς
µάγους, ἔστειλε καὶ ἔφεραν µπροστά του τὸν
Αὐδᾶ. Στὴν ἀρχὴ κατηγόρησε µὲ ἠπιότητα τὴν πράξη του καὶ τὸν πρόσταξε νὰ
ξανακτίσει τὸν ναό. Ὁ Αὐδᾶς ἀρνήθηκε. Τότε ὁ Ἰσδιγέρδης γκρέµισε ὅλες τὶς ἐκκλησίες
τῶν χριστιανῶν καὶ θανάτωσε τὸν Αὐδᾶ µαζὶ
µὲ ἄλλους ἐννιὰ προκρίτους χριστιανούς.
Μετὰ 30 χρόνια, κινήθηκε νέος διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὅπου πολλοὶ Ἅγιοι
θυσιάστηκαν στὸ βωµὸ τῆς ἀληθινῆς πίστης. Ὅπως λ.χ. ὁ εὐγενικῆς καταγωγῆς Ὀρµίσδης,
ὁ διάκονος Βενιαµὶν ὁ µεγαλοµάρτυρας κ.ἄ. Ὅλων αὐτῶν, ποὺ ἀγωνίστηκαν καὶ
θυσιάστηκαν κατὰ τὸν διωγµὸ αὐτό, ὅρισε µνήµη τιµητικὴ ἡ ἁγία µας Ἐκκλησία µαζὶ
µ᾿ αὐτὴ τοῦ Ἐπισκόπου Αὐδᾶ, γιὰ νὰ δείξει, ὅτι γνωστοὶ καὶ ἄγνωστοι στοὺς ἀνθρώπους
ἥρωες τῆς πίστης, ἔχουν κοινὴ τιµὴ στὸν οὐρανὸ καὶ κοινὰ θὰ ἀπολαύσουν τὰ
στεφάνια τῶν µεγάλων ἀγώνων καὶ τῆς ἀθάνατης δόξας τους. (Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ, ὅτι
ἡ µνήµη τοῦ Ἁγίου Αὐδᾶ ἐπαναλαµβάνεται - σὰν Ἀβδαῖος - καὶ τὴν 5η Σεπτεµβρίου).
Ὁ Ἅγιος Μένανδρος
Μαρτύρησε ἀφοῦ τὸν ἔσυραν γυµνό, πάνω σὲ αἰχµηρὲς
πέτρες. [Στὸν Λαυριωτικὸ
Κώδικα 170 ἡ µνήµη του φέρεται κοινὴ µετὰ
τοῦ Ἁγίου Σαβίνου (βλ. 16 Μαρτίου) τὴν
28η Μαρτίου].
Ὁ Ὅσιος Βλάσιος
Γεννήθηκε στὴν πόλη τοῦ Ἀµορίου καὶ ἀπεβίωσε
εἰρηνικά.
Οἱ Ἅγιοι τριάντα ὀκτὼ (38) Μάρτυρες
Ἦταν ὅλοι συγγενεῖς µεταξύ τους καὶ
µαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Θαυµατουργός
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ὁρισµένα Μηνολόγια,
τοποθετοῦν τὴν µνήµη του καὶ τὴν 28η
Δεκεµβρίου).
Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ποὺ µαρτύρησε στὴν Κρήτη
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Τὴ µνήµη του
βρίσκουµε στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1575
καὶ στοὺς Λαυριωτικοὺς Η 76, Δ 25 καὶ Δ
45, ὅπου ὑπάρχει καὶ πλήρης ἀκολουθία του.
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς Μητροπολίτης πασῶν τῶν Ῥωσιῶν
Γνωστὸς στὴ ῥωσικὴ Ἐκκλησία, ἄγνωστος στοὺς
Συναξαριστές. Εἶναι γιὰ τοὺς Ῥώσους ὅ,τι εἶναι γιὰ µᾶς ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς
(1375-1461). Τὴν ἀκολουθία του συνέταξε ὁ Ἱεροδιάκονος Θεόφιλος Πασχαλίδης καὶ
τὴν ἐξέδωσε στὴν Πετρούπολη τὸ 1897.
Ὁ Ὅσιος Ἰννοκέντιος Βενιαµίνωφ
Μητροπολίτης, Μέγας Ἱεραπόστολος Ἀλάσκας
Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς
Ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «ΑΛΑΣΚΑ-Ὀρθόδοξο Συναξάρι»
τοῦ Γεωργίου Ε. Πιπεράκη, τῶν ἐκδόσεων «ΠΑΡΟΥΣΙΑ».
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου