ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 8. Αύγουστος Αγιολόγιον - Εορτολόγιον

Παρασκευή 17 Ιουνίου 2016

8. Αύγουστος Αγιολόγιον - Εορτολόγιον




theotokos

ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ



Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 1
 

     Ἡ Πρόοδος τοῦ Τιµίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ

     Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ Μακκαβαῖοι, Ἀβεὶµ (ἢ Ἄβιβος), Ἀντώνιος (ἢ Ἀντωνῖνος), Γουρίας,

Ἐλεάζαρος, Εὐσεβώνας, Ἀχείµ, Μάρκελλος (ἢ Σάµωνας, ἢ Εὔλαλος ἢ Μᾶρκος), ἡ

µητέρα τους Σολοµονὴ καὶ ὁ διδάσκαλός τους Ἐλεάζαρος

     Οἱ Ἅγιοι Ἐννέα Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴν Πέργη τῆς Παµφυλίας, Λεόντιος, Ἄττος, Ἀλέξανδρος, Κινδέος, Μνησίθεος, Κυριακός, Μηναῖος, Κατοῦνος καὶ Εὔκλεος (ἢ Εὔκλης)

     Ὁ Ἅγιος Πάπας ὁ νέος

     Ὁ Ἅγιος Ἐλεάζαρος

     Ὁ Ἅγιος Κήρυκος

     Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος

     Ὁ Ἅγιος Πολύεκτος

     Οἱ Ἅγιοι Μηνὴς (ἢ Μηνός) καὶ Μηναῖος καὶ οἱ λοιποὶ ἐν τῷ Βιγλεντίῳ, πλησίον τοῦ χαλκοῦ Τετραπύλου


     Ἡ Ἁγία Ἐλέσα ἡ Ὁσιοµάρτυς ποὺ µαρτύρησε στὰ Κύθηρα

     Ὁ Ἅγιος Τιµόθεος ὁ Θαυµατουργὸς Ἀρχιεπίσκοπος Προκοννήσου

(Προικοννήσου)

     Ὁ Ἅγιος Ethelwald (Ἀγγλοσάξωνας)





Ἡ Πρόοδος τοῦ Τιµίου καὶ ζωοποιοῦ Σταυροῦ



Δηλαδὴ ἡ ἔξοδος τοῦ Τιµίου Σταυροῦ ἀπὸ τὸ παλάτι (ἢ κάτ΄ ἄλλους ἀπὸ τὸ σκευοφυλάκιο τῆς µεγάλης ἐκκλησίας) στὴν Πόλη. Βλέπε σχετικῶς καὶ προεόρτια τὴν

31η Ἰουλίου. Ὅµως, ὁ Πατµιακὸς Κώδικας 266 ἀναγράφει ὅτι κατὰ τὴν 1η Αὐγούστου στὴ Μεγάλη ἐκκλησία ἐτελεῖτο «ἡ Βάπτισις τῶν τιµίων Ξύλων».






Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ Μακκαβαῖοι, Ἀβεὶµ (ἢ Ἄβιβος), Ἀντώνιος (ἢ Ἀντωνῖνος), Γουρίας,

Ἐλεάζαρος, Εὐσεβώνας, Ἀχείµ, Μάρκελλος (ἢ Σάµωνας, ἢ Εὔλαλος ἢ Μᾶρκος), ἡ

µητέρα τους Σολοµονὴ καὶ ὁ διδάσκαλός τους Ἐλεάζαρος



«Αὐτοκράτωρ ἐστὶ τῶν παθῶν ὁ εὐσεβὴς λογισµός». Ὁ εὐσεβὴς λογισµὸς εἶναι κυρίαρχος καὶ ἐξουσιαστὴς ἐπὶ τῶν παθῶν. Αὐτὸ µὲ περίσσια ἀνδρεία ἀπέδειξαν οἱ ἑπτὰ ἀδελφοὶ Μακκαβαῖοι µὲ τὴν στάση τους ἀπέναντι στὸ βασιλιὰ τῆς Συρίας Ἀντίοχο, ὅταν αὐτὸς τοὺς ἔταξε δόξες, τιµὲς καὶ ἐπίγειες ἀπολαύσεις, ἂν αὐτοὶ

καταπατοῦσαν τὸ Μωσαϊκὸ νόµο καὶ ἔτρωγαν ἀπὸ τὰ ἀπαγορευµένα φαγητὰ ποὺ τοὺς πρόσφερε. Προηγήθηκε ὁ ἐνενηκονταετὴς διδάσκαλός τους, Ἐλεάζαρος, ποὺ ἐφάρµοσε στὸ ἔπακρο τὸ νόµο ποὺ τοὺς δίδασκε, µὲ ἀποτέλεσµα ὁ Ἀντίοχος νὰ τὸν ρίξει στὴ φωτιά. Ἐµπνεόµενα ἀπὸ τὴν θυσία τοῦ γέροντα διδασκάλου τους, τὰ ἑπτὰ ἀδέλφια

κράτησαν τὴν ἴδια γενναία στάση ἀπέναντι στὸ βασιλιά, ὅταν τοὺς κάλεσε µπροστά του. Στὴν ἀρχὴ ὁ Ἀντίοχος προσπάθησε νὰ τοὺς κολακεύσει µὲ διάφορα ἐγκώµια γιὰ τὴν νιότη τους. Τοὺς εἶπε ὅτι ἂν ἔτρωγαν ἀπὸ τὰ εἰδωλόθυτα ποὺ τοὺς πρόσφερε, θὰ ἀπολάµβαναν µεγάλες τιµές, καὶ φυσικὰ θὰ τοὺς ἔσῳζε ἀπὸ τὸ θάνατο. Τότε οἱ ἑπτὰ ἀδελφοὶ ἀπάντησαν στὸν Ἀντίοχο: «χαλεπώτερον γὰρ αὐτοῦ τοῦ θανάτου νοµίζοµεν εἶναι σου τὸν ἐπὶ τὴν παρανόµῳ σωτηρία ἡµῶν ἔλεον». Δηλαδή, εἶναι περισσότερο ἐπιβλαβὴς καὶ ἀπ΄ αὐτὸν τὸ θάνατο, νοµίζουµε, ἡ συµπάθειά σου γιὰ τὴν παράνοµη σωτηρία µας. Ἐξοργισµένος τότε ὁ Ἀντίοχος, µὲ τροχούς, φωτιὰ καὶ ἀκόντια, ἕναν-ἕναν τοὺς σκότωσε ὅλους. Ὅταν εἶδε αὐτὸ ἡ µητέρα τους Σολοµονή, ρίχτηκε µόνη της στὴ φωτιὰ καὶ ἔτσι ὅλοι µαζὶ πῆραν τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Οἱ Ἅγιοι Ἐννέα Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴν Πέργη τῆς Παµφυλίας, Λεόντιος, Ἄττος, Ἀλέξανδρος, Κινδέος, Μνησίθεος, Κυριακός, Μηναῖος, Κατοῦνος καὶ Εὔκλεος (ἢ Εὔκλης)



Οἱ Ἅγιοι αὐτοί, µαρτύρησαν στὴν Πέργη τῆς Παµφυλίας, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὶς ὄχθες τοῦ Κέστρου ποταµοῦ. Τὰ ὀνόµατά τους ἦταν τὰ ἑξῆς: Ἄττος, Ἀλέξανδρος, Εὔκλεος, Κατοῦνος, Κινδέος, Κυριακός, Λεόντιος, Μνησίθεος καὶ Μηναῖος. Ὅλοι στὸ ἐπάγγελµα ἦταν γεωργοί, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Μηναῖο ποὺ ἦταν µαραγκός. Κατὰ τοὺς διωγµοὺς ἐναντίον τῶν χριστιανῶν ποὺ ἔκανε ὁ Διοκλητιανός, στὴν Παµφυλία συνέβαινε νὰ εἶναι ἔπαρχος κάποιος Φλαβιανὸς (300 µ.Χ.), ποὺ ἐφάρµοζε µὲ σκληρότητα τὰ αὐτοκρατορικὰ διατάγµατα. Τότε, ἀπὸ τοὺς πιὸ θαρραλέους πιστούς, ποὺ µόνοι τους φανέρωσαν τὴν χριστιανική τους ἰδιότητα µπροστὰ στὸν ἔπαρχο, ἦταν καὶ οἱ ἐννέα αὐτοὶ Ἅγιοι. Ἀφοῦ ἔκαναν τὸ σηµεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ κοινώνησαν τῶν ἀχράντων µυστηρίων, ὅρµησαν ὅλοι µαζὶ στὴ φλόγα τοῦ κινδύνου. Παρουσιάστηκαν στὸν Φλαβιανό, ὁµολόγησαν τὸν Χριστὸ καὶ τὸν παρακάλεσαν νὰ πάψει ἐπιτέλους νὰ κακοποιεῖ τοὺς χριστιανούς. Ἐξοργισµένος ὁ Φλαβιανός, διέταξε νὰ τοὺς σύρουν στὸ ναὸ τῆς Ἀρτέµιδος γιὰ νὰ θυσιάσουν στοὺς θεούς. Ἐκεῖνοι, ὄχι µόνο ἀρνήθηκαν νὰ θυσιάσουν, ἀλλὰ µὲ τὴν προσευχή τους συνέτριψαν καὶ µερικὰ ἀπὸ τὰ εἴδωλα τοῦ ναοῦ. Ὁ ἔπαρχος γεµάτος µανία, ἀφοῦ ξέσκισε τὶς σάρκες τους µὲ σιδερένια νύχια καὶ ἔκαψε τὶς πληγές τους µὲ ἀναµµένες λαµπάδες, τοὺς φυλάκισε. Ἀλλ΄ ἐπειδὴ καὶ οἱ ἐννέα ἐπέµεναν νὰ ὁµολογοῦν τὸν Χριστό, τελικά τοὺς ἀποκεφάλισε.






Ὁ Ἅγιος Πάπας ὁ νέος



«Εἰς σάκκον βληθείς, καὶ θίβῃ ἐγκλεισθείς, καὶ εἰς θάλασσαν ριφθείς, τελειοῦται».






Ὁ Ἅγιος Ἐλεάζαρος



Μαρτύρησε, ἀφού του ἔκαψαν τὸ κεφάλι.

Ὁ Ἅγιος Κήρυκος



Μαρτύρησε διὰ ἀποκεφαλισµοῦ.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Πολύεκτος



Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν ἔχωσαν µέσα σὲ κοπριά.






Οἱ Ἅγιοι Μηνὴς (ἢ Μηνός) καὶ Μηναῖος καὶ οἱ λοιποὶ ἐν τῷ Βιγλεντίῳ, πλησίον τοῦ χαλκοῦ Τετραπύλου






Ἡ Ἁγία Ἐλέσα, ἡ Ὁσιοµάρτυς ποὺ µαρτύρησε στὰ Κύθηρα



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο καὶ ἦταν κόρη ἑνὸς πλούσιου Ἕλληνα, ποὺ ὀνοµαζόταν Ἑλλάδιος. Ἡ δὲ µητέρα της Εὐγενία, ἦταν στεῖρα ἀλλὰ θεοσεβὴς

χριστιανή. Ἔτσι διὰ τῆς προσευχῆς ἀπόκτησε θαυµατουργικὰ τὴν Ἐλέσα, ποὺ ἀνέθρεψε σύµφωνα µὲ τὶς ἐπιταγὲς τοῦ Εὐαγγελίου καὶ κάτω ἀπὸ τὶς δυσκολίες τοῦ εἰδωλολάτρη ἄντρα της. Σὲ ἡλικία 14 χρονῶν ἡ Ἐλέσα ἔµεινε ὀρφανὴ ἀπὸ µητέρα καὶ ἔτσι ἔµεινε

αὐτὴ κυρία τοῦ πλούσιου σπιτιοῦ τοῦ πατέρα της. Ἀµέτρητες τότε οἱ εὐεργεσίες καὶ οἱ ἐλεηµοσύνες ποὺ ἔκανε στοὺς στερηµένους καὶ πάσχοντες συνανθρώπους της. Κάποτε ὅµως ὁ πατέρας της τὴν παρακίνησε νὰ παντρευτεῖ κάποιον ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες ἄρχοντες, αὐτὴ ὅµως ἀρνήθηκε διότι ἡ κλήση της ἦταν ἄλλη, αὐτὴ τῆς ἀγγελικῆς πολιτείας. Ἔτσι ὅταν κάποτε ὁ πατέρας της ἔφυγε γιὰ κάποιο ταξίδι, ἡ Ἐλέσα µοίρασε ὅλα της τὰ ὑπάρχοντα στοὺς φτωχοὺς καὶ µὲ τὶς πιὸ πιστὲς δοῦλες της, διέφυγε στὰ Κύθηρα. Ἐκεῖ διὰ τῆς προσευχῆς, ἔκανε πολλὰ θαύµατα. Ὅταν ὅµως ὁ πατέρας της ἐπέστρεψε ἀπὸ τὸ ταξίδι καὶ ἔµαθε τὰ γεγονότα, θύµωσε πολὺ καὶ ἀφοῦ ἀνακάλυψε ποὺ βρισκόταν ἡ Ἐλέσα, ἀναχώρησε γιὰ νὰ τὴν φέρει πίσω. Ἀλλ΄ ἡ γνώµη τῆς Ἔλεσας ἦταν ἀντίθετη αὐτῆς τοῦ εἰδωλολάτρη πατέρα. Τότε αὐτός, ἀφοῦ ἀνελέητα τὴν βασάνισε, τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισε καὶ ἔτσι πανάξια ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. (Ἡ µνήµη τῆς συγκεκριµένης Ἁγίας δὲν ἀναφέρεται πουθενὰ στοὺς Συναξαριστές, τὴν βρίσκουµε σὰν µάρτυρα µόνο στὰ Κύθηρα).

Ὁ Ἅγιος Τιµόθεος ὁ Θαυµατουργὸς Ἀρχιεπίσκοπος Προκοννήσου (Προικοννήσου)



Ἔζησε στὰ µέσα του 6ου αἰῶνα, ἐπὶ βασιλέων Ὶουστίνου τοῦ Θρακός καὶ τοῦ ἀνεψιοῦ του Ἰουστινιανοῦ τοῦ Μεγάλου. Λόγω τῆς µεγάλης του ἀρετῆς, ἔγινε ἐπίσκοπος Προκοννήσου ἢ Προικοννήσου, καὶ ποὺ σήµερα λέγεται Μαρµαρᾶς. Τὰ ποιµαντικά του καθήκοντα ἐξάσκησε ἄριστα διὰ τῆς πραότητάς του καὶ διὰ τῆς προσευχῆς. Κάποτε

µάλιστα θεράπευσε καὶ τὴν κόρη τοῦ βασιλιᾶ Ἰουστινιανοῦ ἀπὸ δαιµόνιο. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 1η Αὐγούστου. Ἀργότερα ἡ βασίλισσα Θεοδώρα, πρὸς ἔνδειξη εὐγνωµοσύνης στὸν Ἅγιο, ἔκτισε Μονὴ στὸ ὄνοµά του, ἐκεῖ ὅπου βρέθηκε τὸ ἅγιο λείψανό του. Ἐκεῖ κοντὰ µάλιστα, βρέθηκε καὶ πηγὴ ἁγιάσµατος.






Ὁ Ἅγιος Ethelwald (Ἀγγλοσάξωνας)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτού του ἁγίου της ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθήναι 1985.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 2



     Ἀνακοµιδὴ τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Πρωτοµάρτυρος Στεφάνου

     Εὕρεσις τῶν Λειψάνων τῶν Ἁγ. Μαρτύρων Μαξίµου, Δάδα καὶ Κυντιλλιανοῦ

     Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου πλησίον τῆς ἁγιωτάτης

Μεγάλης Ἐκκλησίας

     Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς

     Ἡ Κοίµησις τοῦ εὐσεβοῦς βασιλέως Ἰουστινιανοῦ Β΄ ποὺ τάφηκε στοὺς Ἁγίους

Ἀποστόλους

     Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Νεοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὰ Δαρδανέλλια

     Ὁ Ἅγιος Βασίλειος, ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς καὶ θαυµατουργὸς στὴ Μόσχα (Ρῶσος)

     Ἡ Ὁσία Φωτεινὴ ἢ Φώτου ἡ Κυπρία







Ἀνακοµιδὴ τοῦ Λειψάνου τοῦ Ἁγίου Πρωτοµάρτυρος Στεφάνου



Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια ποὺ οἱ µεγάλοι διωγµοὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν εἶχαν κοπάσει καὶ αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος. Τότε, ὁ Ἅγιος Στέφανος φανερώθηκε τρεῖς φορὲς σὲ κάποιον εὐσεβῆ γέροντα ἱερέα, τὸ Λουκιανό, καὶ τοῦ ἀποκάλυψε τὸν τόπο, ὅπου ἦταν κρυµµένο τὸ λείψανό του. Αὐτὸς ἀµέσως τὸ ἀνέφερε στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύµων Ἰωάννη, ποὺ µὲ τὴν σειρά του πῆγε στὸν ὑποδεικνυόµενο τόπο καὶ πράγµατι βρῆκε τὸ Ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου. Κατὰ τὴν εὕρεση ἔγινε µεγάλος σεισµός, καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πληµµύρισε εὐωδιὰ τοὺς παρευρισκόµενους στὸν τόπο ἐκεῖνο. Λέγεται ὅτι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀκούστηκαν ἀγγελικὲς φωνές, ποὺ ἔλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Δηλαδή, δόξα ἂς εἶναι στὸ Θεό, στὰ ὕψιστα µέρη τοῦ οὐρανοῦ καὶ στὴν

ταραγµένη ἀπὸ τὴν ἁµαρτία γῆ ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη, διότι ὁ Θεὸς φανέρωσε τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺς ἀνθρώπους, µὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του. Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι ὁ πρωτοµάρτυρας Στέφανος µαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ

τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ. Ἀργότερα, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου µεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴµ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐναποτέθησαν στὸν - ἐπ΄ ὀνόµατι αὐτοῦ - ἀνεγερθέντα Ναὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.






Εὕρεσις τῶν Λειψάνων τῶν Ἁγ. Μαρτύρων Μαξίµου, Δάδα καὶ Κυντιλλιανοῦ



Οἱ ἅγιοι αὐτοὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιµιανοῦ (296 µ. Χ.), στὴν πόλη Δωρόστολο στὴ χώρα τῆς δεύτερης Μυσίας, ὅπως ἀναφέρει ὁ Ἅγ. Νικόδηµος ὁ Ἁγιορείτης. Ὅταν τοὺς συνέλαβε ὁ Ὑπατος Ταρκίνιος, διέταξε νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐπειδὴ ὅµως οἱ Ἅγιοι ἀρνήθηκαν νὰ ἐκτελέσουν τὴν διαταγή,

µαστιγώθηκαν ἀλύπητα. Ἔπειτα τοὺς ὁδήγησαν σ΄ ἕνα τόπο, ποὺ εἶχε τὴν ὀνοµασία Ὀζοβίας καὶ ἐκεῖ -13 Ἀπριλίου- τοὺς ἀποκεφάλισαν. Σ΄ αὐτὴ τὴν τοποθεσία λοιπόν, ἔµειναν γιὰ πολλὰ χρόνια κρυµµένα τὰ λείψανά τους. Ἀλλὰ τὴν 2α Αὐγούστου,

ἄγγελος Κυρίου φανέρωσε τὸν τόπο ὅπου ἦταν κρυµµένα τὰ ἅγια λείψανα τῶν τριῶν Μαρτύρων, καὶ µεταφέρθηκαν στὸ ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου (στὴν Κωνσταντινούπολη), στὸν τόπο Βιγλεντίου λεγόµενο, ὅπου καὶ πανηγυρίζουν στὴ

µνήµη τους.






Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου πλησίον τῆς ἁγιωτάτης Μεγάλης

Ἐκκλησίας






Ὁ Ἅγιος Φωκᾶς



Δὲν ὑπάρχει κανένα βιογραφικό του στοιχεῖο, ἁπλὰ ἀναφέρεται σὰν Ἅγιος τῆς

Ἐκκλησίας.






Ἡ Κοίµησις τοῦ εὐσεβοῦς βασιλέως Ἰουστινιανοῦ Β΄ ποὺ τάφηκε στοὺς Ἁγίους

Ἀποστόλους



Πρόκειται γιὰ τὸν Ἰουστινιανὸ Β΄ τὸν νέο τὸν Ρινότµητο, ποὺ βασίλευσε ἀπὸ τὸ ἔτος 685

ἕως τὸ ἔτος 695.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Νεοµάρτυρας ποὺ µαρτύρησε στὰ Δαρδανέλλια



Ἀσυµβίβαστος µέχρι θανάτου ἀπέναντι στὶς Τουρκικὲς προκλήσεις γιὰ τὴν πίστη του. Ὁ νεοµάρτυρας Θεόδωρος γεννήθηκε σ΄ ἕνα χωριὸ τῆς ἐπαρχίας Ἑλλησπόντου καὶ Τρωάδος, ποὺ Τούρκικα ὀνοµαζόταν Ἐρένκιοϊ. Ἀνατράφηκε δὲ ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Κυριακή. Σὲ νεαρὴ ἡλικία πῆγε στὴν πόλη Τανὰκ Καλὲ (Δαρδανέλλια), ὅπου ἔµαθε καὶ ἐξασκοῦσε τὴν τέχνη ἐπεξεργασίας σουσαµιοῦ. Ἂν καὶ ἦταν µόλις 20 χρονῶν, ὁ Θεὸς τὸν εἶχε προικίσει µὲ πλούσια ἀρετή. Αὐτὸ ὅµως τὸ πρόσεξε καὶ κάποιος πλούσιος Τοῦρκος τῆς πόλης, ποὺ θέλησε νὰ τὸν ἐξισλαµίσει καὶ νὰ τὸν κάνει γαµπρό του καὶ κληρονόµο του. Γι΄ αὐτὸ καὶ χρησιµοποίησε πολλὰ δόλια µέσα. Ἀλλ΄ ὁ

Θεόδωρος ἀπέρριψε ὅλες τὶς προτάσεις του. Τότε ὁ Τοῦρκος τὸν συκοφάντησε στὸν κριτὴ τῆς πόλης, ὅτι δῆθεν ὁ Θεόδωρος -µετὰ ἀπὸ µία ἀρρώστια του - εἶπε ὅτι θὰ γίνει

µωαµεθανός, ἂν γίνει ὑγιής. Ὁ Κριτὴς ρώτησε τὸν Θεόδωρο ἂν ἀληθεύουν ὅλα αὐτά. Τότε ὁ µάρτυρας ἀπάντησε: «Ἐγὼ εἶµαι χριστιανὸς ἀπ΄ τοὺς γονεῖς µου καὶ χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω. Τὸν Ἰησοῦ µου δὲν ἀρνοῦµαι καὶ τὴν µιαρὴ θρησκεία σας ἀπεχθάνοµαι». Ἀµέσως τότε τὸν ἅρπαξαν καὶ ὑπέστη πολλὰ καὶ φρικτὰ βασανιστήρια. Τελικὰ στὶς 2 Αὐγούστου 1690, στὶς 3.00΄ µ.µ. τὸν ἀποκεφάλισαν. Τὸ 1922 ἡ τίµια κάρα τοῦ Ἁγίου µεταφέρθηκε στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Ὁσίας Ξένης στὴ Νίκαια Πειραιῶς.

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς καὶ θαυµατουργὸς στὴ Μόσχα (Ρῶσος)






Ἡ Ὁσία Φωτεινὴ ἢ Φώτου ἡ Κυπρία

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 3



     Οἱ Ὅσιοι Δαλµάτιος, (ἢ Δαλµάτος) Φαῦστος καὶ Ἰσάκιος ἢ Ἰσαάκιος

     Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἱεροµάρτυρας Πάπας Ρώµης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ

     Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ὁµολογητὴς ἡγούµενος τῆς Μονῆς Πατελαρίας

     Ἡ Ἁγία Σαλώµη ἡ Μυροφόρος

     Ἡ Ὁσία Θεοκλητὼ ἡ θαυµατουργή

     Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Ἰωάννης ὁ Νέος, Ἐπίσκοποι Ἐφέσου

     Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ θαυµατουργὸς Ρωµαῖος Νοβογορδίας (Ρῶσος)

     Ὁ Ἅγιος Ὀλύµπιος ἔπαρχος, µάρτυρας

     Οἱ Ὁσίες Θεοδώρα ἡ ἐξ Αἰγίνης καὶ Θεοπίστη ἡ θυγατέρα της






Οἱ Ὅσιοι Δαλµάτιος, (ἢ Δαλµάτος) Φαῦστος καὶ Ἰσάκιος ἢ Ἰσαάκιος



Γιὰ τὸν Ἰσαάκιο γράψαµε τὴν 30η Μαΐου. Ἦταν αὐτὸς ποὺ µὲ γενναῖο φρόνηµα προεῖπε τὸ θάνατο τοῦ ἀρειανόφιλου βασιλιᾶ Οὐάλη. Πρᾶγµα ποὺ ἔγινε. Κατόπιν ὁ Ἰσαάκιος, ἐπὶ Μεγάλου Θεοδοσίου, ἦλθε µὲ µεγάλες τιµὲς στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καὶ

µόνασε. Ἡ φήµη τοῦ Ἁγίου ἔφερε κοντά του πολλούς, ἀκόµα καὶ ἀπὸ τὴν στρατιωτικὴ τάξη. Ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς ἦταν καὶ ὁ Δαλµάτιος. Ἄνδρας πλούσιος µε ἀξιόλογη µόρφωση, ἀνῆκε στὴ στρατιὰ τῶν σχολαρίων. Τόσο πολὺ εἵλκυσε τὴν ψυχή του ὁ Ἰσαάκιος, ὥστε ἀφοῦ πῆρε καὶ τὸ γιό του Φαῦστο, πῆγε στὴ Μονὴ ὅπου µόναζε ὁ Ἰσαάκιος. Ἐκεῖ, ὁ Δαλµάτιος δὲν ἄργησε νὰ διαπρέψει γιὰ τὸ µεγάλο του ζῆλο µεταξὺ τῶν συµµοναστῶν του. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ἰσαακίου, ἐξελέγη παµψηφεῖ ἡγούµενος τῆς Μονῆς. Τόσο δὲ

µεγάλη ὑπῆρξε ἡ φήµη του, ὥστε ἡ Μονὴ πῆρε τὸ ὄνοµά του. Ὅταν προαισθάνθηκε τὸ θάνατό του, κάλεσε τὸ γιὸ καὶ συµµοναστή του Φαῦστο, καὶ ἀφοῦ τὸν εὐλόγησε, τοῦ εἶπε: «Φρόντιζε πάντοτε νὰ καλλιεργεῖς καὶ νὰ διατηρεῖς ἐγκράτεια, ταπείνωση, ὑπακοὴ καὶ ἐλεηµοσύνη. Χωρὶς αὐτὰ ἡ µοναχικὴ ζωὴ ὄχι µόνο δὲ φέρει σωτηρία, ἀλλὰ καὶ προξενεῖ κατάπτωση καὶ µεγάλη ἀπώλεια». Ὁ Φαῦστος, ἀκολουθώντας τὶς ἅγιες συµβουλὲς τοῦ πατέρα του, ἀναδείχθηκε ἄξιος διάδοχός του καὶ τελείωσε τὴν ζωή του

µὲ πλήρη κατὰ Χριστὸν ἀρετή.






Ὁ Ἅγιος Στέφανος Ἱεροµάρτυρας Πάπας Ρώµης καὶ οἱ σὺν αὐτῷ



Ἦταν Ρωµαῖος καὶ ἀνέβηκε στὸ θρόνο τῆς Ρώµης κατὰ τὸ ἔτος 253 µ.Χ. Αὐτὸς κατηχοῦσε καὶ βάπτιζε χριστιανοὺς πολλοὺς εἰδωλολάτρες, ποὺ προσέρχονταν σ᾿ αὐτόν. Μερικοὺς ἀπ᾿ αὐτοὺς µάλιστα, χειροτόνησε πρεσβύτερους, διακόνους καὶ ἀναγνῶστες, ποὺ ἀργότερα µαρτύρησαν γιὰ τὸν Χριστό. Ὅταν συνελήφθη ὁ Στέφανος καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ναὸ τοῦ Ἄρη, προσευχήθηκε καὶ προκλήθηκε σεισµὸς µὲ ἀποτέλεσµα νὰ γκρεµιστεῖ µέρος τοῦ ναοῦ. Τότε οἱ στρατιῶτες φοβισµένοι ἔτρεξαν καὶ ἔφυγαν, ὁ δὲ Ἅγιος πῆγε στὸν τάφο τῆς Ἁγίας Λουκίας, ὅπου ἔκανε ἀναίµακτη θυσία. Ἐκεῖ τὸν βρῆκαν οἱ στρατιῶτες, ὅπου ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν

καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. (Ἡ µνήµη του, ἀπὸ ὁρισµένα Συναξάρια,

ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 7η Σεπτεµβρίου).






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ὁµολογητὴς ἡγούµενος τῆς Μονῆς Πατελαρίας






Ἡ Ἁγία Σαλώµη ἡ Μυροφόρος



Ἦταν πρώτη ἐξαδέλφη τῆς Παναγίας, µητέρας τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Εἶχε σύζυγο τὸν Ζεβεδαῖο καὶ γιοὺς τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη. Προικισµένη καὶ ἡ ἴδια µὲ ἔνθερµη εὐσέβεια, ἦταν ἀπὸ τὶς γυναῖκες ποὺ ἀκολουθοῦσαν τὸν Χριστό, καὶ συνεισέφεραν στὸ ταµεῖο τῆς ἀποστολικῆς ἀδελφότητας. Ἡ Σαλώµη ἦταν ἐκείνη, παρακινούµενη ἀπὸ µητρικὴ φιλοστοργία, ποὺ παρακάλεσε τὸν Κύριο ὅταν Αὐτὸς πήγαινε γιὰ τελευταία φορὰ στὴν Ἱερουσαλήµ, νὰ τιµηθοῦν οἱ γιοί της µὲ πρωτεύοντα ἀξιώµατα. Διότι εἶχε τὴν ἰδέα, ὅτι ὁ Ἰησοῦς στὴν Ἱερουσαλὴµ ἔµελλε νὰ ἀναστήσει τὸ θρόνο τοῦ Δαβίδ. Ὅµως ἡ Σαλώµη, τὶς στιγµὲς τοῦ φρικτοῦ πάθους τοῦ Κυρίου, καὶ ἐνῷ

µαθητὲς καὶ φίλοι ἀπὸ φόβο εἶχαν διασκορπιστεῖ, αὐτή, µαζὶ µὲ µερικὲς ἄλλες πιστὲς γυναῖκες ἦταν ἐκεῖ καὶ κτυποῦσαν ἀπὸ λύπη τὰ στήθη τους. Ἐπίσης ἡ Σαλώµη ἀξιώθηκε νὰ εἶναι µία ἀπὸ τὶς µυροφόρες, στὶς ὁποῖες ὁ ἄγγελος γνωστοποίησε τὴν ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ. Μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλήµ, ἡ Σαλώµη ἐξακολούθησε νὰ διακρίνεται γιὰ τὸ ζῆλο καὶ τὶς ἐλεηµοσύνες της. Ὁ διωγµὸς ἐναντίον τῆς ἐκκλησίας στὴν Ἱερουσαλήµ, προξένησε µεγάλη λύπη στὴ Σαλώµη. Ἡ καρδιά της ὑπέστη µεγάλο σπαραγµὸ τὴν ἡµέρα ποὺ ὁ Ἡρῴδης ἀποκεφάλισε τὸν πρωτότοκο γιό της Ἰάκωβο. Ἀλλ᾿ ἡ ἐλπίδα στὸν Χριστὸ τὴν ἐνίσχυσε καὶ µὲ τὴν προσδοκία τῶν αἰωνίων ἀγαθῶν παρέδωσε τὴν ψυχή της εἰρηνικά.






Ἡ Ὁσία Θεοκλητὼ ἡ θαυµατουργή



Ἔζησε κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Θεοφίλου τοῦ εἰκονοµάχου καὶ καταγόταν «ἐκ τοῦ θέµατος τῶν Ὀπτιµάτων» (Ὀψικίου). Οἱ γονεῖς της ὀνοµάζονταν Κωνσταντῖνος καὶ Ἀναστασία, καὶ ἦταν ἀρκετὰ πλούσιοι καὶ πρὸ πάντων εὐσεβεῖς χριστιανοί. Ἀνάλογη ἀνατροφὴ ἔδωσαν καὶ στὴν κόρη τους Θεοκλητώ, ποὺ ἦταν πιστή, εὐσεβής, σεµνὴ καὶ µελετοῦσε ἀκατάπαυστα τὸν θεῖο λόγο. Ὅταν παντρεύτηκε (τὸν Ζαχαρία, ἄνδρα εὐσεβῆ καὶ ἐλεήµονα), ὑπῆρξε πρότυπο χριστιανῆς συζύγου. Τὸ σπίτι της ἦταν συνεχῶς ἀνοικτὸ γιὰ τοὺς δυστυχεῖς, γιὰ τὶς χῆρες, τὰ ὀρφανὰ καὶ τοὺς φτωχοὺς οἰκογενειάρχες. Συχνὰ πήγαινε ἡ ἴδια στὰ φτωχόσπιτα καὶ µοίραζε ἁπλόχερα ἐλεηµοσύνη καὶ περιποίηση στοὺς ἀρρώστους. Ὁ θάνατος τὴν βρῆκε νὰ ἐκτελεῖ τέτοια θεάρεστα ἔργα. Τὸ δὲ λείψανό της ἀξιώθηκε νὰ γίνει ὄργανο πολλῶν ἰαµάτων. (Στὸν κώδικα 73 τῆς Μονῆς Παναγίας τῆς Χάλκης, καλεῖται Θεοκλήτη καὶ ἡ µνήµη της ἀναφέρεται τὴν 21η Αὐγούστου).

Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης καὶ Ἰωάννης ὁ Νέος Ἐπίσκοποι Ἐφέσου



Ἡ µνήµη τους φέρεται σὲ δυὸ Κώδικες, τὸν Πατµιακὸ 266 καὶ τὸν Παρισινὸ 152 Sap ὡς ἑξῆς: «Τῶν ἐν ἁγίοις πατέρων ἡµῶν καὶ ἀρχιεπισκόπων γενοµένων Ἐφέσου Ἰωάννου τοῦ µοναχοῦ καὶ Ἰωάννου τοῦ νέου». Σὲ Παρισινὸ Κώδικα ἡ µνήµη τους ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 4η Αὐγούστου.






Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ θαυµατουργὸς Ρωµαῖος Νοβογορδίας (Ρῶσος)






Ὁ Ἅγιος Ὀλύµπιος ἔπαρχος, µάρτυρας



Βυζαντινὸς ἄρχοντας ἐπὶ τῆς Βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Ἡρακλείου (610-641), ποὺ θανατώθηκε στὴ φυλακὴ ἀπὸ τὸν Πέρση βασιλιὰ Χοσρόη γιὰ τὴν ὁµολογία του στὴν χριστιανικὴ πίστη.






Οἱ Ὁσίες Θεοδώρα ἡ ἐξ Αἰγίνης καὶ Θεοπίστη ἡ θυγατέρα της



Ἡ Ὁσία Θεοδώρα γεννήθηκε στὴν Αἴγινα. Μετὰ τὸ γάµο της, ἦλθε στὴ Θεσσαλονίκη λόγω ἐπιδροµῶν τῶν Σαρακινῶν. Ἀσπάστηκε τὸν µοναχισµὸ µετὰ τὸν θάνατο τοῦ συζύγου της καὶ µπῆκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου µὲ τὴν θυγατέρα της Θεοπίστη. Ἔζησε µὲ πολλὴ ἀρετὴ καὶ κοιµήθηκε τὸ 892. Ἑορτάζονται τὴν 29η Αὐγούστου, ἀλλὰ ἡ γιορτὴ τους µεταφέρθηκε τὴν 3η Αὐγούστου λόγω τῆς γιορτῆς τῆς ἀποτοµῆς τῆς Τιµίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Προδρόµου.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 4



     Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ Παῖδες ἐν Ἐφέσῳ Μαξιµιλιανός, Ἐξακουστοδιανός, Ἰαµβιλίχος,

Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ἀντωνῖνος (κάτ΄ ἄλλους Ἰωάννης) καὶ Κωνσταντῖνος

     Ἡ Ὁσία Εὐδοκία καὶ ἡ ἀνακοµιδὴ τῶν λειψάνων της

     Ὁ Ἅγιος Θαλουὴλ

     Ἐγκαίνια τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς

Παντοκράτορος στὴν Κωνσταντινούπολη

     Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Προκοπίου






Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ Παῖδες ἐν Ἐφέσῳ Μαξιµιλιανός, Ἐξακουστοδιανός, Ἰαµβιλίχος,

Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ἀντωνῖνος (κάτ΄ ἄλλους Ἰωάννης) καὶ Κωνσταντῖνος



Στὰ µέσα τοῦ 3ου αἰῶνα µ.Χ., ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Δέκιος ἄναψε τὸ καµίνι τῶν διωγµῶν καὶ χωρὶς καµιὰ διάκριση βασάνιζε καὶ σκότωνε νέους καὶ γέρους, τότε καὶ ἑπτὰ παῖδες, Μαξιµιλιανός, Ἐξακουστοδιανός, Ἰαµβιλίχος, Μαρτινιανός, Διονύσιος, Ἀντωνῖνος καὶ Κωνσταντῖνος, γιὰ νὰ µὴν ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους, ἀφοῦ διαµοίρασαν τὰ ὑπάρχοντά τους στοὺς φτωχούς, ἔφυγαν ἀπὸ τὴν πόλη καὶ κρύφτηκαν σὲ κάποια σπηλιά, µέχρι νὰ πάψει ὁ διωγµός. Ἐπειδή, ὅµως, ὁ κίνδυνος ὁλοένα καὶ πλησίαζε στὴν κρυψῶνα τους, προσευχήθηκαν ὅλη τὴν νύκτα νὰ πάρει ὁ Θεὸς τὶς ψυχές τους, χωρὶς νὰ πέσουν στὰ χέρια τοῦ Δεκίου. Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν δέησή τους, καὶ τὸ πρωὶ κοιµήθηκαν χωρὶς νὰ ξυπνήσουν. Μετὰ 194 χρόνια, ἐπὶ Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ, στὴν Ἔφεσο κάποια αἵρεση διακήρυττε ὅτι δὲν ὑπάρχει ἀνάσταση νεκρῶν. Ἐκείνη, λοιπόν, τὴν ἐποχή, κάποιο παιδὶ στὴν ἀγορὰ τῆς Ἐφέσου ψώνισε ψωµὶ µὲ τὸ νόµισµα τῆς ἐποχῆς τοῦ Δεκίου. Αὐτὸ προκάλεσε ἔκπληξη. Πῆραν, λοιπὸν τὸ παιδὶ καὶ τὸ ἀνέκριναν. Κατόπιν, πῆγαν στὴ σπηλιὰ καὶ βρῆκαν ζωντανὰ καὶ τὰ ὑπόλοιπα παιδιά. Τότε ὅλοι κατάλαβαν ὅτι εἶναι θαῦµα Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι «ἀνάστασιν µέλλειν ἔσεσθαι νεκρῶν, δικαίων τε καὶ ἀδίκων». Δηλαδή, ὅτι µέλλει νὰ γίνει ἀνάσταση νεκρῶν, καὶ τῶν δικαίων καὶ τῶν ἀδίκων.






Ἡ Ὁσία Εὐδοκία καὶ ἡ ἀνακοµιδὴ τῶν λειψάνων της



Καταγόταν ἀπὸ τὰ µέρη τῆς Ἀνατολῆς. Σὲ µία ὅµως ἐκστρατεία τους οἱ Πέρσες αἰχµαλώτισαν καὶ αὐτὴν καὶ τὴν µετέφεραν στὴν Περσία. Ἐκεῖ ὑποχρεώθηκε νὰ ὑπηρετεῖ τὴν οἰκογένεια ἑνὸς ἀξιωµατικοῦ. Ἡ ζωὴ αὐτὴ δὲν δυσαρέστησε τὴν Εὐδοκία. Πίστευε ὅτι παντοῦ, ὅπου κι ἂν τύχουµε, µποροῦµε νὰ ἔχουµε µεγάλη ἀποστολὴ ὑπὲρ τοῦ ἔργου τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς ὠφελείας τοῦ πλησίον µας. Ἔτσι, εὐπειθής, πρόθυµη καὶ διακριτικὴ καθὼς ἦταν, ἀλλὰ καὶ µὲ πολλὴ φρόνηση καὶ λεπτότητα, κατάφερε αὐτὴ ἡ αἰχµάλωτη νὰ αἰχµαλωτίσει τοὺς κυρίους της. Τὴν ἀγάπησαν ὅλοι καὶ ἔγιναν χριστιανοί. Κατόπιν, µὲ πυρῆνα τὸ σπίτι τοῦ ἀξιωµατικοῦ, κατάφεραν νὰ ἐκχριστιανίσουν πολλὲς Περσίδες καὶ Πέρσες. Τὰ γεγονότα ὅµως αὐτὰ ἔφτασαν στ΄

αὐτιὰ τῶν ἀρχόντων, ποὺ ἐξοργισµένοι συνέλαβαν τὴν Εὐδοκία καὶ τὴν µαστίγωσαν ἀλύπητα. Ἔτσι πληγωµένη τὴν ἔριξαν στὴ φυλακή. Ἀλλὰ µετὰ δυὸ µῆνες τὴν ἔβγαλαν, ἔσχισαν τὶς σάρκες της µὲ ἀκανθωτὰ ραβδιά, τρύπησαν τὸ σῶµα της µὲ µυτερὰ

καλάµια καὶ κατόπιν ἕσφιξαν τόσο τὸ σῶµα της µὲ σχοινιά, ὥστε πολλὰ κόκκαλά της ἔσπασαν. Ἀλλ΄ ἐπειδὴ ἡ Εὐδοκία µὲ γενναῖο φρόνηµα ἐξακολουθοῦσε νὰ ὁµολογεῖ τὸν Χριστό, τὴν ἀποκεφάλισαν, γιὰ νά λάβει ἔτσι τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ µαρτυρίου. Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης ὅµως, ἔχει ἄλλη ἄποψη γιὰ τὸ Συναξάρι αὐτὸ καὶ λέει τὰ ἑξῆς: «Ἐν τῷ Συναξαριστῇ τοῦ Νικοδήµου γίνεται σύγχυσις τῆς ἀνακοµιδῆς τῶν λειψάνων τῆς

µάρτυρος ταύτης, τῆς ἑορταζόµενης τὴν 1η Μαρτίου, πρὸς ἄλλην ὁµώνυµον µάρτυρα τῆς 4ης Αὐγούστου, ὅτι περὶ τῆς ἀνωτέρω πρώην πόρνης καὶ εἴτα ὁσιοµάρτυρος Εὐδοκίας ὁ λόγος τῆς ἀνακοµιδῆς, µαρτυρεῖ ὁ ἀρχαῖος Παρισινὸς Κῶδιξ 13, ὅστις ἐν φ.

356α περὶ τῆς ἑορτῆς τῶν ἐν Ἐφέσῳ ἑπτὰ παίδων καὶ τῆς ἀνωτέρω µάρτυρος Εὐδοκίας ταῦτα σηµειοῖ: Ἴστεον ὅτι τινὰ τῶν Τυπικῶν κατὰ ταύτην τὴν ἡµέραν (ἤγουν τὴν 4ην Αὐγούστου) ἑορτάζουσι τοὺς ἁγίους τούτους (ἑπτὰ παίδας)· ἕτερα δὲ κατὰ τὴν β´ ἡµέραν τοῦ µηνός· κατὰ δὲ ταύτην τὴν ἁγίαν ὁσιοµάρτυρα Εὐδοκίαν, ἣς ἀκολουθία

ψάλλεται τὴν α΄ τοῦ Μαρτίου µηνός, εἶγε ἐστὶν αὕτη καὶ οὐχ ἑτέρα· ἐπεὶ ἡ τῆς µάρτυρος ἀκολουθία ταύτην εἶναι παρίστησιν ἡµεῖς δὲ τῷ πλείονι τῶν ψήφων νικώµενοι, ἐνταῦθα τοὺς ἁγίους ἑπτὰ παίδας τεθείκαµεν ἐναποµένει δὲ εἰς τὴν διάκρισιν». Πράγµατι δὲ ἡ

εἰς τὴν ἁγίαν Εὐδοκίαν ἀκολουθία τῆς ἀνακοµιδῆς τῶν λειψάνων, ἡ σωζόµενη εἰς τοὺς Λαυριωτικοὺς Κώδικας Δ 17 φ. 31 καὶ Δ 14 καὶ εἰς τὸν Παρισινὸν 1575 φ. 186α τοῦ Θεοφάνους ποίηµα, ἀναφέρεται εἰς τὴν πρώην πόρνην Εὐδοκίαν (της 1ης Μαρτίου) καὶ οὐχὶ εἰς τὴν ἀνωτέρω τῆς 4ης Αὐγούστου, ἣς τὴν µνήµην καὶ τὴν ἀνακοµιδὴν συγχρόνως ἀναγράφει ὁ Νικόδηµος. Φρονῶ, ὅτι ἡ Εὐδοκία αὐτὴ τοῦ Νικόδηµου εἶναι φανταστικὸν πρόσωπον, ἐκλαµβανόµενη ἀντὶ τῆς µάρτυρος Ἴας, τὴν ὁποίαν πολλοὶ Συναξαρισταὶ κατὰ τὴν ἡµέραν ταύτην σηµειοῦσιν, ἥτις ἔχει καὶ τὸ αὐτὸ ἀπαραλλάκτως ὑπόµνηµα· φαίνεται ὅτι ὁ ἀντιγραφεὺς τὸ ὄνοµα Ἴα ἐθεώρησε ἀκέφαλον καὶ συνεπλήρωσε αὐτὸ διὰ τῆς προσθήκης τῶν πέντε πρώτων γραµµάτων Εὐδοκ. Ἢ τὸ καὶ πιθανότερον ἐπειδὴ κατὰ τὴν ἡµέραν ταύτην µνεία γίνεται τοῦ ὀνόµατος τῆς Εὐδοκίας διὰ τὴν ἀνακοµιδὴν αὐτῆς, καὶ µνεία τῆς µάρτυρος Ἴας, τὸ συναξάριον τῆς τελευταίας ταύτης ἀπεδόθη ἐκ συγχύσεως εἰς τὴν Εὐδοκίαν καὶ οὕτω προῆλθε νέα µάρτυς ἀνύπαρκτος Εὐδοκία· διότι δὲν ἐξηγεῖται ἄλλως τὸ κοινὸν Συναξάριον τῆς Ἴας τῶν Συναξαριστῶν καὶ τῆς Εὐδοκίας τοῦ Νικόδηµου. (Πρβλ. Συναξαριστὴν Delehaye, σ. 868, 38 καὶ Νικόδηµου, σ. 235-236, Ἀπριλίου 4).






Ὁ Ἅγιος Θαλουὴλ



Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν κρέµασαν σὲ µία µηλιά.






Ἐγκαίνια τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος στὴν Κωνσταντινούπολη






Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Προκοπίου

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 5



     Προεόρτια (παραµονή) τῆς θείας Μεταµορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ

     Ὁ Ἅγιος Εὐσίγνιος

     Τὰ ἅγια ἀδέλφια Καττίδιος καὶ Καττιδιανός

     Ἡ Ἁγία Νόννα

     Ὁ Ἅγιος Σόλεβ ὁ Αἰγύπτιος

     Ὁ Ἅγιος Φάβιος (ἢ σωστότερα Φαβιανός) ὁ Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ρώµης

     Ὁ Ἅγιος Θέρισσος (ἢ Θύρσος) ἐπίσκοπος Καρπασίας

     Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ἅγιος Χρῆστος ἀπὸ τὴν Πρέβεζα

     Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ὁ Αἰτωλός






Προεόρτια (παραµονή) τῆς θείας Μεταµορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ






Ὁ Ἅγιος Εὐσίγνιος



Γεννήθηκε στὴν Ἀντιόχεια καὶ ἦταν στρατιωτικὸς γιὰ ἑξήντα ὁλόκληρα χρόνια. Στρατεύθηκε ὅταν βασίλευε ὁ Κώνστας ὁ Χλωρός, πατέρας τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Ἔζησε πολλὰ χρόνια καὶ πρόφθασε µέχρι καὶ τὴν βασιλεία τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη. Ὅταν κάποτε ὁ βασιλιὰς αὐτὸς ἔφθασε στὴν Ἀντιόχεια, ζήτησε νὰ τὸν δεῖ κάποιος γέροντας στρατιώτης 110 χρονῶν! Ὁ Ἰουλιανὸς ἀπὸ περιέργεια τὸν δέχθηκε, καὶ ἔµεινε ἔκπληκτος ὅταν εἶδε τὸ γέροντα στρατιώτη τόσων χρονῶν νὰ διατηρεῖ ἀλύγιστο τὸ σῶµα του. Διέταξε καὶ τὸν περιποιήθηκαν ὅσο τὸ

δυνατὸν καλύτερα. Ἀλλὰ ὁ Εὐσίγνιος δὲν ἱκανοποιήθηκε ἀπ΄ αὐτὲς τὶς περιποιήσεις τοῦ

Ἰουλιανοῦ καὶ τοῦ δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ ὅτι µάταια προσπαθεῖ νὰ

ζωντανέψει ἕνα πτῶµα, ὅπως εἶναι ἡ εἰδωλολατρία. Καὶ ἐπὶ τέλους, νὰ πάψει νὰ διώκει

τὸ Χριστό. Ὅταν ἄκουσε αὐτὰ ὁ Ἰουλιανὸς ἐξαγριώθηκε καὶ διέταξε ἀµέσως νὰ τὸν

ἀποκεφαλίσουν. Τότε ὁ Εὐσίγνιος, γεµάτος ἀπὸ χαρά, εἶπε: «Εὐχαριστῶ, βασιλιά. Ὁ

θάνατος µὲ σεβάστηκε στὸ πεδίο τῶν µαχῶν, γιὰ νὰ µὲ εὕρει τώρα καὶ νὰ µοῦ δώσει τὸ

κτύπηµα χάριν τοῦ Χριστοῦ. Τέτοιο τέλος εἶναι ἄξιο χριστιανοῦ στρατιώτη, καὶ

δοξολογῶ τὸν Ὑψιστο ποὺ εὐδόκησε νὰ µὲ φυλάξει γιὰ τέτοιο τέλος». Ἔτσι ὁ Εὐσίγνιος

ἔλαβε τὸν τίµιο θάνατο τοῦ µαρτυρίου µὲ ἀποκεφαλισµό.






Τὰ ἅγια ἀδέλφια Καττίδιος καὶ Καττιδιανός



Μαρτύρησαν διὰ λιθοβολισµοῦ.

Ἡ Ἁγία Νόννα



Ἡ Ἁγία αὐτὴ ἀνήκει στὴ µερίδα τῶν χριστιανῶν γυναικῶν καὶ µητέρων, ποὺ µὲ τὸ φῶς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ λάµπρυναν τὸ στερέωµα τῆς χριστιανικῆς Ἱστορίας. Εὐσεβής, ἁγνή,

µὲ θερµὴ πίστη, µὲ διαµαντένιο χαρακτῆρα, µὲ πολλὴ µελέτη καὶ ἀκριβὴ γνώση τῶν δογµάτων καὶ τῶν ἐντολῶν τῆς χριστιανικῆς θρησκείας, ἀναδείχτηκε ὁ καλὸς ἄγγελος τοῦ σπιτιοῦ της. Ὁ σύζυγός της Γρηγόριος εἶχε πέσει στὴν αἵρεση τῶν Ὑψισταρίων, ποὺ δεχόταν µονοπρόσωπο τὸν Ὑψιστο καὶ ἀπέρριπτε τὸν Τριαδικὸ Θεό. Ἀλλ΄ ἡ Νόννα µὲ τὶς προσευχές της καὶ τὴν πειθώ, ποὺ ἐξασκοῦσε µὲ σοφία καὶ στοργή, ἐπανέφερε τὸ σύζυγό της στὸν ὀρθόδοξο δρόµο, γιὰ νὰ ἀναδειχθεῖ στὴ συνέχεια ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ

εὐσεβεῖς ἐπισκόπους της Ἐκκλησίας µας. Ἔπειτα ἡ Νόννα, ἔδειξε τόσο µεγάλη προσοχὴ στὴν ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν της, ὥστε ἀνέδειξε πολύτιµες δυνάµεις καὶ ἔξοχα κοσµήµατα τῆς χριστιανικῆς πίστης. Καὶ αὐτὰ ἦταν, ὁ µεγάλος πατέρας τῆς Ἐκκλησίας

µας Γρηγόριος ὁ Θεολόγος, ὁ ἄλλος γιός της Καισάριος καὶ ἡ πασίγνωστη -γιὰ τὴν εὐσέβειά της- κόρη της Γοργονία. Ἔτσι ἡ Νόννα ἀποτελεῖ παράδειγµα γιὰ µίµηση στὶς κοινωνίες, ποὺ θέλουν νὰ ἀντλοῦν ἀπὸ τὴν οἰκογένεια χριστιανικὴ τόνωση, καὶ νικηφόρες δυνάµεις κατὰ τῶν ἀσεβῶν δοξασιῶν καὶ τῆς τυραννίας τῶν παθῶν. Ἡ Ἁγία Νόννα ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Σόλεβ ὁ Αἰγύπτιος



Μαρτύρησε διὰ τοξευόµενου βέλους.






Ὁ Ἅγιος Φάβιος (ἢ σωστότερα Φαβιανός) ὁ Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ρώµης



Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Στοὺς καταλόγους τῶν παπῶν µεταξὺ τῶν µαρτύρων συγκαταλέγεται ὁ πάπας Φαβιανὸς (236-350), ποὺ µαρτύρησε ἐπὶ Δεκίου τὴν 20η Ἰανουαρίου (Εὐσέβιου Ἐκκλ. Ἱστορία κεφ. κθ΄).






Ὁ Ἅγιος Θέρισσος (ἢ Θύρσος) ἐπίσκοπος Καρπασίας



Κύπριος Ἅγιος, ἐπ΄ ὀνόµατι τοῦ ὁποίου σῴζεται καὶ ἀρχαῖος ναὸς κοντὰ στὴ θάλασσα. (Περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται ἡ µνήµη του, ἀπὸ ὁρισµένα Ἁγιολόγια, καὶ τὴν 23η Ἰουλίου).






Ὁ Ἅγιος Εὐθύµιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Τὴ µνήµη του ἀναγράφει ὁ Γεδεὼν στὸ Ἑορτολόγιό του σελ. 149. Ὁ Εὐθύµιος αὐτὸς εἶναι, ποὺ πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 906-911 καὶ µετὰ τὴν παύση τοῦ Ἀλεξάνδρου, ἀδελφοῦ τοῦ Λέοντος τοῦ Σοφοῦ. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἀγαθοῦ, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 5η Αὐγούστου τοῦ 917.






Ὁ Ἅγιος Χρῆστος ἀπὸ τὴν Πρέβεζα



Ὁ ἥρωας αὐτὸς τῆς Ὀρθοδοξίας ἦταν ἀπὸ τὴν Πρέβεζα. Ἂν καὶ ναυτικὸς στὸ ἐπάγγελµα, καθόλου δὲν ἀποξενώθηκε ἀπὸ τὴν χριστιανοπρεπὴ διαγωγή του. Ὅταν κάποτε τὸ πλοῖο στὸ ὁποῖο δούλευε ἔφτασε ἀπὸ τὴν Κρήτη στὸ λιµάνι τῆς Κῶ, ὁ Χρῆστος ἀµέσως ἔτρεξε στὴν Ἐκκλησία, προσευχήθηκε, βρῆκε πνευµατικὸ καὶ ἐξοµολογήθηκε. Μετὰ ἀπὸ µέρες, ὅταν πήγαινε γιὰ τὸ πλοῖο του, συναντήθηκε µὲ γενίτσαρους, ποὺ ἄρχισαν νὰ τοῦ βρίζουν τὴν πίστη καὶ τὸ ἅγιο βάπτισµα. Ὁ Χρῆστος δὲν φοβήθηκε καὶ ἀπάντησε στοὺς Τούρκους, ὅτι ὁ Μωάµεθ εἶναι ὁ κολασµένος ἀντίχριστος. Γεµάτοι θυµὸ οἱ γενίτσαροι, ὅρµησαν ἐπάνω του καὶ µὲ ἄγρια χτυπήµατα

τοῦ εἶπαν ν΄ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του γιὰ νὰ σωθεῖ. Ὁ Χρῆστος ἀπάντησε ἀπαγγέλλοντας τὸ σύµβολο τῆς πίστης. Τότε αὐτοί, τὸν ἔβγαλαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη καὶ τὸν ἔκαψαν ζωντανό. Οἱ ἄπιστοι ἄφησαν τὸ σῶµα του ἄταφο γιὰ ἕνα µήνα. Ἀλλὰ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου ἔµεινε ἀναλλοίωτο καὶ στὶς πρῶτες νύχτες τὸ σκέπαζε κάποιο γλυκὸ φῶς, ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὸν οὐρανό. Μάλιστα, κατὰ τὸ διάστηµα αὐτὸ ἔκανε καὶ πολλὰ θαύµατα. Ὅλα αὐτὰ ἔγιναν στὶς 5 Αὐγούστου 1668.






Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ὁ Αἰτωλός



Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος Ἰωαννούλιος ἢ Γιαννούλης ὁ Αἰτωλός, γεννήθηκε τὸ 1595 ἢ 1596 στὸ Μέγα Δένδρο Ἀποκούρου ἀπὸ πτωχοὺς γονεῖς. Χειροτονήθηκε διάκονος τὸ 1616 στὴ Μονὴ Τατάρνας καὶ γιὰ µικρὸ χρονικὸ διάστηµα παρέµεινε στὴ Μονὴ Ξηροποτάµου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Τὸ 1619 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ Μονὴ Σινᾶ ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Κύριλλο Λούκαρη καὶ κατόπιν Οἰκουµενικὸ Πατριάρχη, µὲ

τὸν ὁποῖο ἔζησε πολλὲς ταλαιπωρίες γιὰ τὴν προσήλωσή του στὴν Ὀρθοδοξία καὶ γιὰ τὸ ἀδούλωτο πνεῦµα του. Ὁ Εὐγένιος ἔφτασε στὸ σηµεῖο, ἀκόµα καὶ νὰ καθαιρεθεῖ ἀπὸ τὸν Τουρκόφιλο καὶ Λατινόφρονα Πατριάρχη Κύριλλο Κοντάρη, ἀλλὰ ἀργότερα, τὸ

1639, ὁ Πατριάρχης Παρθένιος τὸν ἀποκατέστησε πανηγυρικά. Ὁ Ὅσιος Εὐγένιος ἀπὸ τὸ 1639 ὡς τὸ 1640 διηύθυνε τὴν Σχολὴ τῆς Ἄρτᾳς. Ἀργότερα πῆγε στὸ Καρπενήσι, ὅπου ἀνήγειρε µεγαλύτερο ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ στὸν περίβολό του Σχολὴ Ἀνωτέρων Γραµµάτων, ποὺ ἔγινε γιὰ τὴν Εὐρυτανία κέντρο πνευµατικῆς ἀναγέννησης καὶ ἀναδείχτηκαν ἀπὸ ἐκεῖ πολλοὶ σπουδαῖοι ἄντρες, ὅπως ἐπίσκοποι, Πατριάρχες κλπ. Ἐπίσης ὁ Ὅσιος ἵδρυσε Σχολὲς στὴ Μονὴ Ἁγίας Παρασκευῆς στὰ Βραγιαννὰ καὶ στὸ Αἰτωλικό. Πέθανε τὸ 1682 καὶ τάφηκε στὸ νάρθηκα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ἀφήνοντας ἀξιόλογο συγγραφικὸ ἔργο. Ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἁγιοποιήθηκε τὴν 1η Ἰουλίου

1982. (Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται τὴν 6η Αὐγούστου, ἀλλ΄ ἐπειδὴ συµπίπτει µὲ τὴν

µεγάλη ἑορτὴ τῆς Μεταµορφώσεως τοῦ Σωτῆρος ἑορτάζεται τὴν 5η Αὐγούστου).

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 6



     Ἡ Μεταµόρφωση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ

     Ἀνάµνηση ὀπτασίας Σοφιανῆς

     Ὁ Ἅγιος Ἀββακούµ, ὁ Νεοµάρτυρας







Ἡ Μεταµόρφωση τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ



Κατὰ τὴν διήγηση τῶν Εὐαγγελιστῶν, ὁ Κύριός µας Ἰησοῦς Χριστὸς πῆρε ἀπὸ τοὺς

µαθητὲς τὸν Πέτρο, τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν Ἰάκωβο καὶ ἀνέβηκε στὸ ὄρος Θαβὼρ γιὰ νὰ

προσευχηθεῖ. Οἱ τρεῖς µαθητές Του, ὅπως ἦταν κουρασµένοι ἀπὸ τὴ δύσκολη ἀνάβαση

στὸ Θαβὼρ καὶ ἐνῷ κάθισαν νὰ ξεκουραστοῦν, ἔπεσαν σὲ βαθὺ ὕπνο. Ὅταν, ὅµως,

ξύπνησαν, ἀντίκρισαν ἀπροσδόκητο καὶ ἐξαίσιο θέαµα. Τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου

ἄστραφτε σὰν τὸν ἥλιο, καὶ τὰ φορέµατά Του ἦταν λευκὰ σὰν τὸ φῶς. Τὸν

περιστοίχιζαν δὲ καὶ συνοµιλοῦσαν µαζί Του δυὸ ἄνδρες, ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας. Ἀφοῦ

οἱ µαθητὲς συνῆλθαν κάπως ἀπὸ τὴν ἔκπληξη, ὁ πάντα ἐνθουσιώδης, Πέτρος,

θέλοντας νὰ διατηρηθεῖ αὐτὴ ἡ ἁγία µέθη ποὺ προκαλοῦσε ἡ ἀκτινοβολία τοῦ Κυρίου,

ἰκετευτικὰ εἶπε νὰ στήσουν τρεῖς σκηνές. Μία γιὰ τὸν Κύριο, µία γιὰ τὸ Μωϋσῆ καὶ µία

γιὰ τὸν Ἠλία. Πρὶν προλάβει, ὅµως, νὰ τελειώσει τὴν φράση του, ἦλθε σύννεφο ποὺ

τοὺς σκέπασε καὶ µέσα ἀπ΄ αὐτὸ ἀκούστηκε φωνὴ ποὺ ἔλεγε: «Οὗτος ἐστὶν ὁ υἱός µου ὁ

ἀγαπητός· αὐτοῦ ἀκούετε». Δηλαδή, Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός µου ὁ ἀγαπητός, ποὺ τὸν

ἔστειλα γιὰ νὰ σωθεῖ ὁ κόσµος. Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε. Ὀφείλουµε, λοιπόν, καὶ ἐµεῖς ὄχι

µόνο νὰ Τὸν ἀκοῦµε, ἀλλὰ καὶ νὰ Τὸν ὑπακοῦµε. Σὲ ὁποιοδήποτε δρόµο µᾶς φέρει,

εἴµαστε ὑποχρεωµένοι νὰ πειθαρχοῦµε.






Ἀνάµνηση ὀπτασίας Σοφιανῆς



Ποὺ µετονοµάστηκε σὲ Σωφρονία Μοναχή, ἐν Ἀβύδῳ Βυζαντίου (1607).






Ὁ Ἅγιος Ἀββακούµ ὁ Νεοµάρτυρας



Γιὰ τὸν νεοµάρτυρα αὐτὸν δὲν ἔχουµε πολλὲς πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή του. Τὸ Νέο Μαρτυρολόγιο καὶ οἱ Συναξαριστὲς δὲν τὸν ἀναφέρουν. Μόνο στὸν Κώδικα Ω 89, φ. 155 τῆς Λαύρας, ἀναφέρονται ὅτι, στὶς 6 Αὐγούστου 1628 µαρτύρησε ὁ Ὅσιος καὶ νέος

µάρτυρας Ἀββακούµ στὴ µεγαλούπολη Θεσσαλονίκη, εἰς δόξαν καὶ καύχηµα τῶν Ὀρθοδόξων χριστιανῶν. Στὸ ἡµερολόγιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καὶ µάλιστα στὴν τοπικὴ ἁγιολογία τῆς Θεσσαλονίκης, δὲν ἀναφέρεται τίποτα γι᾿ αὐτὸν τὸν µάρτυρα.

Στὸ Μικρὸ Εὐχολόγιο ἡ µνήµη τοῦ Ἁγίου αὐτοῦ ἀναφέρεται στὶς 6 Αὐγούστου. (Ἐπειδὴ ὅµως ἡ µνήµη του συµπίπτει µὲ τὴν γιορτὴ τῆς Μεταµορφώσεως, ὁ Νεοµάρτυρας αὐτὸς

γιορτάζεται ἄλλοτε τὴν 5η καὶ ἄλλοτε τὴν 7η Αὐγούστου).

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 7



     Ὁ Ἅγιος Δοµέτιος ὁ Πέρσης καὶ οἱ δυὸ µαθητές του

     Ὁ Ἅγιος Ἀστέριος ὁσιοµάρτυρας καὶ θαυµατουργός

     Ὁ Ὅσιος Ὢρ

     Οἱ Ὅσιοι Μύριοι (10.000) ἀσκητὲς Θηβαίοι

     Ἡ Ὁσία Ποταµία ἡ Θαυµατουργός

     Ὁ Ἅγιος Νάρκισσος ὁ Ἱεροµάρτυρας Πατριάρχης Ἱεροσολύµων

     Ὁ Ὅσιος Ὑπερέχιος

     Ὁ Ἅγιος Σώζων ἀπὸ τὴν Νικοµήδεια

     Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ὁ νέος, ὁ ἰαµατικός

     Ὁ Ὅσιος Δοµέτιος ὁ σηµειοφόρος

     Ὁ Ὅσιος Νικάνωρ ὁ θαυµατουργός

     Μνήµη βαρβαρικῆς ἐπιδροµῆς

     Ὁ Ἅγιος Βαρτάν, ὁ ἐξ Ἀρµενίας µάρτυρας

     Ἐγκαίνια ναοῦ τῆς Θεοτόκου «ἐν Γοργιαναῖς»

     Ὁ Ὅσιος Ποιµὴν ἐν τῷ σπηλαίῳ (+ 1110) ὁ Πολυπαθής (Ρῶσος)

     Ὁ Ὅσιος Ποιµὴν ὁ Νηστευτὴς (Ρῶσος, 114ος αἰ.)

     Ἡ Ὁσία Κανδίδα ἡ Βυζαντία

     Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Γεροντογιάννης







Ὁ Ἅγιος Δοµέτιος ὁ Πέρσης καὶ οἱ δυὸ µαθητές του



Ὁ ὁσιοµάρτυρας Δοµέτιος ἦταν Πέρσης καὶ ἔζησε στὰ χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Διδάχθηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ κάποιο χριστιανό, ποὺ ὀνοµαζόταν Ἄβαρος. Ὅταν τὸ ἔµαθαν αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι τοῦ σπιτιοῦ του, ἐξεγέρθηκαν ἐναντίον του καὶ ὁ Δοµέτιος ἀναγκάσθηκε νὰ τοὺς ἐγκαταλείψει. Κατέφυγε στὴν πόλη Νισίβη στὰ βυζαντινὰ σύνορα, ὅπου κλείστηκε σὲ κάποια µονή. Ἀναχώρησε, ὅµως, κι ἀπὸ κεῖ, γιὰ νὰ ἔλθει στὴ Θεοδοσιούπολη, στὴ µονὴ Σεργίου καὶ Βάκχου, ὅπου ὁ Δοµέτιος καλλιέργησε σὲ µεγάλο βαθµὸ τὶς ἀρετὲς τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ προϊστάµενος τῆς µονῆς Οὖρβελ, βλέποντας τὴν πνευµατικὴ ἀνωτερότητα τοῦ Δοµετίου, θέλησε νὰ τὸν κάνει πρεσβύτερο. Ἀλλὰ ὁ ἀγῶνας τοῦ Δοµετίου δὲν ἦταν πῶς θὰ ἁρπάξει ἀξιώµατα, ἀλλὰ πὼς θὰ τὰ ἀποφύγει. Διότι ἔµαθε ἀπὸ τὸν Κύριό του Ἰησοῦ Χριστό, νὰ εἶναι «ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ» ποὺ σηµαίνει, ταπεινὸς στὸ φρόνηµα καὶ τὴν ἐσωτερικὴ διάθεση. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔφυγε στὰ ὄρη καὶ ζοῦσε µέσα σὲ µία σπηλιὰ µὲ δυὸ µαθητές του. Ὅταν κάποτε περνοῦσε ἀπὸ κεῖ ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης, διέταξε νὰ τὸν σκοτώσουν. Οἱ στρατιῶτες τοῦ Ἰουλιανοῦ βρῆκαν τὸ Δοµέτιο καὶ τοὺς µαθητές του νὰ ψάλλουν

µέσα στὴ σπηλιά, καὶ τοὺς φόνευσαν µὲ λιθοβολισµό.






Ὁ Ἅγιος Ἀστέριος ὁσιοµάρτυρας καὶ θαυµατουργός

Πότε καὶ ποῦ µαρτύρησε δὲν ἀναφέρουν οἱ Συναξαριστές. Στοὺς περισσότερους ἀπὸ τοὺς Κώδικες ἀναγράφεται ὡς «µάρτυς καὶ συγκλητικός, διὰ ξίφους τελειωθείς». Στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου ἀναφέρεται ὡς «ὁσιοµάρτυς καὶ θαυµατουργός».






Ὁ Ὅσιος Ὢρ



Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἀσκήτευε στὸ ὄρος τῆς Νιτρίας. Στὴν ἀρχὴ καὶ γιὰ λίγα χρόνια ἔκανε ἐρηµίτης µὲ νηστεία, προσευχὴ καὶ µελέτη τοῦ θείου λόγου. Κατόπιν ὅµως τὸν ἀνακάλυψαν χριστιανοὶ ποὺ ἐπιζητοῦσαν πνευµατικὸ ὁδηγὸ καὶ ἀπὸ τότε ἡ φήµη τῆς ἁγιότητάς του ἁπλώθηκε παντοῦ. Χιλιάδες ἐπισκέπτες πήγαιναν κοντά του γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν ἀπὸ τὴν διδασκαλία καὶ τὴν ταπεινοφροσύνη του. Στὴ συνέχεια ὁ Ὅσιος Ὢρ ἀνέπτυξε ἀδελφότητες καὶ ἵδρυσε µοναστήρια, στὰ ὁποῖα µὲ πολὺ ζῆλο καλλιεργοῦνταν ἡ πνευµατικὴ καὶ ἡ σωµατικὴ ἐργασία. Ἐπίσης ὁ Ὅσιος εἶχε τὸ χάρισµα τοῦ λόγου καὶ ἤξερε πότε νὰ σιωπᾷ καὶ πότε νὰ µιλάει. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ 90 χρονῶν, διατηρώντας τὴν διαύγεια τοῦ µυαλοῦ του µέχρι τελευταίας του πνοῆς.






Οἱ Ὅσιοι Μύριοι (10.000) ἀσκητὲς Θηβαίοι



Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.






Ἡ Ὁσία Ποταµία ἡ Θαυµατουργός



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Νάρκισσος ὁ Ἱεροµάρτυρας Πατριάρχης Ἱεροσολύµων



Ἀναδείχτηκε 30ος ἢ κατ᾿ ἄλλους 31ος ἐπίσκοπος Ἱεροσολύµων, ἀπὸ τὸν πρῶτο, ποὺ ἦταν ὁ Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος. Ἦταν ἄνδρας ἐγκρατής, φιλάνθρωπος, διδακτικὸς καὶ ἄκαµπτος στὴν ἐκτέλεση τοῦ καθήκοντός του, χωρὶς νὰ ἐµποδίζεται ἀπὸ τὴν ἀντίδραση τῶν µοχθηρῶν ἐχθρῶν του. Σὲ κάποια συκοφαντία ποὺ κάποτε ὀργανώθηκε ἐναντίον του, παρουσιάστηκαν τρεῖς ψευδοµάρτυρες. Ὁ πρῶτος, γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσει τὴν ψευδοκατάθεσή του, εἶπε ὅτι ἂν λέει ψέµατα νὰ πέσει φωτιὰ καὶ νὰ τὸν κάψει. Ὁ δεύτερος εἶπε νὰ γίνει σκωληκόβρωτος καὶ ὁ τρίτος νὰ τυφλωνόταν. Δὲν πέρασε λοιπὸν πολὺς καιρὸς καὶ οἱ ψευδοµάρτυρες τιµωρήθηκαν ὅπως τοὺς ἅρµοζε. Ὁ πρῶτος κάηκε ἀπὸ κεραυνό, ὁ δεύτερος ἀρρώστησε βαριὰ καὶ τὸ λεπρὸ σῶµα του ἔτρωγαν σκουλήκια καὶ ὁ τρίτος τυφλώθηκε. Ὁ Νάρκισσος ἀνέβηκε δυὸ φορὲς στὸ θρόνο καὶ πατριάρχευσε συνολικὰ 26 χρόνια. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 116 χρονῶν.

Ὁ Ὅσιος Ὑπερέχιος



Ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς µοναχούς, ποὺ µαζὶ µὲ τὴν πίστη, κατεῖχαν καὶ τοὺς θησαυροὺς τῆς χριστιανικῆς φιλοσοφίας. Ἦταν ἥρεµος, γλυκὸς καὶ σπάνια τὸν πλησίαζε ἡ φλόγα τῆς ὀργῆς. Ἔλεγε δὲ συχνά: «ὁ µὴ κρατῶν γλώσσης αὐτοῦ ἐν καιρῷ ὀργῆς, οὐδὲ παθῶν κρατήσει ὁ τοιοῦτος». Ἀπεβίωσε εἰρηνικά, γεµάτος χάρη ἀπὸ τὸν Θεό.






Ὁ Ἅγιος Σώζων ἀπὸ τὴν Νικοµήδεια



Τὸν ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ θαυµατουργικὰ µὲ τὴν θεία χάρη βγῆκε ἀβλαβής. Στὴ συνέχεια ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ὁ νέος, ὁ ἰαµατικός



Γεννήθηκε στὴν Ἀθήνα ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς χριστιανοὺς τὸ 862. Ἀπὸ µικρὸς εἶχε θερµὴ πίστη καὶ ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Ἀφοῦ ἔδωσε ὅλη του τὴν περιουσία στοὺς φτωχούς, ἀποφάσισε ν᾿ ἀποσυρθεῖ στὸν ἡσυχαστικὸ βίο, λίγο ἔξω ἀπὸ τὴν Ἀθήνα. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ἐκεῖ τὸν ἐνοχλοῦσαν πολλοὶ γνώριµοί του κατέφυγε στὸ Ἄργος, ὅπου ἔστησε τὸ ἡσυχαστήριό του. Ἐκεῖ ἐπίσης ἔκτισε καὶ ναὸ στὸ ὄνοµα τοῦ τιµίου Προδρόµου, ὅπου ἔτρεχαν πολλοὶ καὶ τὸν συµβουλεύονταν. Τὸν φθόνησαν ὅµως µερικοὶ Ἱερεῖς, ποὺ νόµιζαν ὅτι ἐλάττωνε τὰ εἰσοδήµατά τους καὶ τὸν κατάγγειλαν στὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἄργους Ἅγιο Πέτρο (3 Μαΐου). Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ὅµως Πέτρος, κατάλαβε τὴν ἀφιλοκερδία καὶ τὴν εὐσέβεια τοῦ Θεοδοσίου, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ τὸν ἐνισχύει συνεχῶς στὸ θεάρεστο ἔργο τῆς ἐλεηµοσύνης. Ἔτσι ὁ Θεοδόσιος ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ βαθιὰ γεράµατα καὶ στὴν κηδεία του θρήνησε ὅλος ὁ λαὸς καὶ ὁ κλῆρος τοῦ Ἄργους.






Ὁ Ὅσιος Δοµέτιος ὁ σηµειοφόρος



Ὁ Ὅσιος αὐτὸς ἦταν Ἁγιορείτης ἀσκητής, ποὺ ἀσκήτευε στὰ ὅρια τῆς Μονῆς Φιλόθεου, ἔκανε µάλιστα καὶ θαύµατα, καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Αὐτὸς εἶχε µαθητὴ τὸν ὁσιοµάρτυρα Δαµιανό.






Ὁ Ὅσιος Νικάνωρ ὁ θαυµατουργός



Ὁ Ὅσιος Νικάνωρ ἦταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἔζησε τὸν 14ο αἰῶνα. Οἱ γονεῖς του ὀνοµαζόταν Ἰωάννης καὶ Μαρία. Ἦταν πολὺ πλούσιοι ἀλλὰ καὶ πολὺ πνευµατικοὶ ἄνθρωποι. Ἀπόκτησαν µόνο ἕνα παιδὶ ποὺ τὸ ὀνόµασαν Νικόλαο, καὶ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ

προσπάθησαν νὰ τὸ ἀναθρέψουν σύµφωνα µὲ τὰ διδάγµατα τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀλλὰ ἐνῷ ὁ Νικόλαος ἦταν 20 χρονῶν, πεθαίνει ὁ πατέρας του καὶ µετὰ ἀπὸ λίγα χρόνια καὶ ἡ µητέρα του. Τότε αὐτός, διαµοίρασε ὅλη του τὴν µεγάλη κληρονοµιὰ στοὺς φτωχοὺς καὶ ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Νικάνωρ. Κατόπιν, µὲ τὴν ἐπιµονὴ τοῦ Ἀρχιερέως Θεσσαλονίκης, δέχτηκε νὰ γίνει καὶ ἱερέας. Στὸ ὄρος Βέρµιον Γρεβενῶν, ποὺ τὸ ἔλεγαν

«τοῦ Καλλιστράτου», ὑπῆρχε Μονὴ ποὺ ἔκτισε ὁµώνυµος µοναχός. Ἐκεῖ λοιπὸν πῆγε καὶ ὁ Νικάνωρ γιὰ νὰ µονάσει, καὶ ἀπὸ κεῖ κατέβαινε καὶ ἐµψύχωνε τὸ λαὸ τῶν γύρω πόλεων καὶ χωριῶν, νὰ µένουν σταθεροὶ στὴν πίστη τους ἀκόµα καὶ µὲ θυσία τῆς ζωῆς τους. Κάποια νύκτα καὶ ἐνῷ ὁ Νικάνωρ προσευχόταν, ἄκουσε φωνὴ νὰ τοῦ λέει νὰ πάει στὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους, καὶ ὅτι ἐκεῖ θὰ βρεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ Κυρίου. Πράγµατι τὴν ἑπόµενη ἡµέρα τὰ λεγόµενα τῆς φωνῆς ἐπαληθεύτηκαν καὶ ὁ Νικάνωρ στὸ σηµεῖο ἐκεῖνο ἔκτισε ἐκκλησία καὶ µοναστήρι στὸ ὄνοµα τῆς Μεταµόρφωσης τοῦ Κυρίου. Ἡ ἁγία ζωὴ τοῦ ὁσίου Νικάνορα, τερµάτισε τὴν 7η Αὐγούστου 1419 (κατ᾿ ἄλλους τὸ 1519). Τὸ σεβάσµιο λείψανό του τάφηκε στὸ παρεκκλῆσι τοῦ τιµίου Προδρόµου.






Μνήµη βαρβαρικῆς ἐπιδροµῆς



Ἡ ἐπιδροµὴ αὐτὴ τῶν Περσῶν δὲν ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νικόδηµο, τὴν ἀναφέρουν ὅµως ἀρκετοὶ Κώδικες. Ἐδῶ παραθέτουµε ἀκριβῶς τὰ γραφόµενα στὸν Λαυρεωτικὸ Κώδικα 73: «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ (ζ´ Αὐγούστου) µνήµην ἐπιτελοῦµεν τῆς ὑπὲρ λόγον καὶ παρὰ πᾶσαν ἐλπίδα δωρηθείσης ἡµῖν τελείας βοηθείας παρὰ Χριστοῦ τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ ἡµῶν κατὰ τῶν πανταχόθεν διά τε γῆς καὶ θαλάσσης κυκλωσάντων ἡµᾶς ἀθέων ἐχθρῶν, µεσιτευσάσης τὴν σωτηρίαν τῆς θεοφύλακτου ταύτης καὶ βασιλίδος πόλεως τῆς ἀσπόρως Αὐτὸν τεκούσης παναγίας ἀχράντου Δεσποίνης ἡµῶν Θεοτόκου καὶ

ἀειπάρθενου Μαρίας. Τοῦτο δὲ γέγονε κατὰ τοὺς χρόνους Ἡρακλείου του Βασιλέως, ὅτε Χοσρόης ὁ τῶν Περσῶν βασιλεὺς Σάρβαρον τὸν αὐτοῦ στρατηλάτην µετὰ δυνάµεως βαρείας κατὰ τῆς θεοφύλακτου ταύτης πόλεως ἐξέπεµψεν ὃς πᾶσαν τὴν Ἀνατολὴν ληισάµενος τὸν ἐν Χαλκήδονι πορθµὸν κατέλαβε, προσδοκῶν καὶ τὴν ἐν πόλεσι

µεγίσιην ἐλεεῖν. Ταῦτα ἰδὼν Ἡράκλειος διὰ τοῦ Εὐξείνου Πόντου τὴν Περσίδι κατέλαβε, πλείονα ἐν αὐτῇ ἐργασάµενος ᾗ ὢν ὁ Πέρσαι τῶν Ρωµαίων γῆν διερχόµενοι, τοὺς υἱοὺς αὐτοῦ ἐνταῦθα καταλιπῶν µετὰ τοῦ Σεργίου Πατριάρχου καὶ Βώνου τοῦ θαυµάσιου. Χαγάνος δὲ ὁ τῶν Ἀβάρων ἡγούµενος καὶ αὐτὸς µὲν τῶν ὁµόρων ἐθνῶν παραλαβὼν πλῆθος διὰ γῆς καὶ θαλάσσης καὶ αὐτὸς τὴν Κωνσταντινούπολιν προσέβαλεν ὥστε ἐξ ἀνατολῶν δὲ τοὺς Σκύθας, καὶ αὐτὴν πάντοθεν περιληφθεῖσαν εἴτα τὰ ἑαυτῶν ποιοῦντες ἐλεεῖν ἤλπιζαν πόλιν τῷ σταυρῷ καὶ τοῖς πάθεσι Χριστοῦ σεµνυνοµένην καὶ τὴν Θεοτόκῳ ὑπ᾿ αὐτοῦ δῶρον δεδοµένην. Πᾶσαν οὖν ἐλέπολιν καὶ τειχοµαχίαν τὴν

µὲν δρῶντες, τὴν δὲ µελετῶντες βαρβαρικώτεροι γενναίως ἦσαν ἀνθιστάµενοι. Βῶνος δὲ τούτους ἦν ὁ πρὸς µάχην διεγείρων καὶ πολὺς φόνος ἐξ ἑκάτερου µέρους ἐγένετο. Οὕτως οὖν τρὶς καὶ τετράκις συµβαλόντες καὶ τὴν τῆς Θεοτόκου συµµαχία, ἄπρακτοι διαµείναντες εἰς θυµὸν διεγείρονται µέγιστον. Ὅθεν τοῦτο οἱ τὴν πόλιν οἰκοῦντες διαγνόντες, πρεσβείας πρὸς Χαγάνον στέλλουσι µετὰ χρηµάτων συχνῶν εἰρηνικὰ γενέσθαι σπονδᾶς ἐξαιτούµενοι· ὁ δὲ φιλάργυρος τὴν γνώµην καὶ τὸν τρόπον ὢν, τὰ

µὲν χρήµατα ἔλαβε, τοὺς δὲ πρέσβεις ἀπράκτους ἀπέστειλε, «αὔριον, φήσας, τὴν πόλιν ὑµῶν ὡς νοσσιᾶν τὴν χειρί µου καταλήψοµαι καὶ πάντας µονοχίτωνας ἐξελθεῖν ἔασως πλεῖον γὰρ τούτου οὐ φιλανθρωπεύσοµαι πρὸς ὑµᾶς», πολλὰ πρότερον κατὰ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡµῶν καὶ τῆς Αὐτὸν τεκούσης βλασφηµήσας. Ταῦτα οἱ τὴν πόλιν οἰκοῦντες ἀκούσαντες καὶ ὅσον Ἱερατικόν, ὅσον τε λαϊκὸν καὶ συγκλητικὸν εἰς τοὺς θείους ναοὺς ἐλιτάνευον, τὰς χεῖρας εἰς οὐρανοὺς αἴροντες καὶ «Κύριε ἐξ ἁγίου κατοικητηρίου»,

λέγοντες, «ἔπιδε ἐπὶ τῷ µιαρῷ Χαγάνω καὶ ἐπὶ πᾶσι τοῖς ὑπ᾿ αὐτοῦ τολµωµένοις καὶ κατάβαλε αὐτό, ὁ ὑπερασπιστὴς ἡµῶν, ὅπως µὴ εἴπῃ, ποῦ ἐστὶν ὁ Θεὸς αὐτῶν», καὶ οἱ

µὲν ηὔχοντο κλαίοντες, οἱ δὲ διὰ τε γῆς καὶ θαλάσσης ἐν µίᾳ ἔγνων συρρηγνύειν τὸν πόλεµον ὁ δὲ ὑπ᾿ αὐτῶν βλασφηµούµενος Κύριος, τῇ πρεσβείᾳ τῆς Αὐτὸν τεκούσης, ἀνέµους σφοδροὺς καὶ στροβίλους τῇ θαλάσσῃ ἐκπέµψας καὶ πᾶσαν διαταράξας, αὔτανδρα τὰ σκυθικὰ πλοῖα τῇ θαλάσσῃ παρέπεµψεν ἐνθεὶς δὲ καὶ τοῖς ἐν πόλει θάρσος, ὅσον τούτοις δέος κατὰ τῶν βλάσφηµων ἐξέπεµψεν εἰς τοὺς βαρβάρους δὲ τοσούτον φόνον εἰργάσαντο, ὅσον οὐδὲ ἀριθµῆσαι τις δύναται. Ταῦτα οὐδὲ τοὺς Πέρσας ἔλαβεν οὕτω πραχθέντα, οἱ χεῖρα - ὡς λόγος - ἐπὶ στόµατος θέντες ὑπέστρεψαν ἀπρακτοι· ὁ δὲ Ἱεράρχης καὶ ἅπαν της ἐκκλησίας τὸ πλήρωµα σὺν δάκρυσιν ἐπινίκια ἦδον καὶ χαριστήρια. «Ἡ δεξιά σου, Κύριε, δεδόξασται ἐν ἰσχύι ἡ δεξιά σου χείρ, Κύριε, ἔθραυσεν ἐχθροὺς καὶ τῷ πλήθει τῆς δόξης σου συνέτριψας τοὺς ὑπεναντίους· πάντα τὰ ἔθνη ἐκύκλωσαν ἡµᾶς καὶ τῷ ὀνόµατί σου, Κύριε, ἠµυνάµεθα ταῦτα». Οὕτως ἡ παναγία καὶ ὑπεράµωµος Θεοτόκος, ἡ τῶν Χριστιανῶν ἀντίληψις, περὶ ἡµᾶς τὴν ἰσχὺν αὐτῆς ἀπεδείξατο καὶ τὴν µεγάλην καὶ παράδοξον σωτηρίαν ταύτην ἡµῖν ἐδωρήσατο. Διὰ ταῦτα τὴν παροῦσαν ἀνάµνησιν ἐτησίως πανηγυρίζοµεν ἐν τῷ σεβασµίῳ αὐτῆς οἴκῳ,

τῷ ὄντι ἐν Βλαχέρναις».






Ὁ Ἅγιος Βαρτάν, ὁ ἐξ Ἀρµενίας µάρτυρας






Ἐγκαίνια ναοῦ τῆς Θεοτόκου «ἐν Γοργιαναῖς»



Κατὰ τὸν Πατµιακὸ Κώδικα 266.






Ὁ Ὅσιος Ποιµὴν ἐν τῷ σπηλαίῳ (+ 1110) ὁ Πολυπαθής (Ρῶσος)






Ὁ Ὅσιος Ποιµὴν ὁ Νηστευτὴς (Ρῶσος, 14ος αἰ.)






Ἡ Ὁσία Κανδίδα ἡ Βυζαντία






Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Γεροντογιάννης



Οἱ γονεῖς τοῦ ὁσίου, Ἐµµανουὴλ καὶ Ζαµπία, εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετοι ἄνθρωποι, ζοῦσαν στὶς Λίθινες, ὀνοµαστὸ χωριὸ τῆς Σητείας Κρήτης. Ὁ Ὅσιος γεννήθηκε τὸ 1799 στὰ

ἐρειπωµένα κελλάκια τῆς Μονῆς Κάψα, ὅπου εἶχαν καταφύγει οἱ γονεῖς του, λόγω τουρκικῆς ἐπιδροµῆς. Ὁ Ἰωάννης Βιτσέντζος (ὅπως ἦταν τὸ κοσµικὸ ὄνοµα καὶ τὸ ἐπίθετο τοῦ ὁσίου) µέχρι νὰ µεγαλώσει βοηθοῦσε τὸν πατέρα του στὶς ἀγροτικὲς ἐργασίες. Ζωηρὸς καὶ ἀτίθασος στὸν χαρακτῆρα. Λόγω ἀπαγόρευσης τῆς λειτουργίας σχολείων, δὲν ἔµαθε γράµµατα. Ἦταν ὅµως φιλοµαθὴς καὶ ἔξυπνος. Σὲ νεαρὴ ἡλικία παντρεύτηκε τὴν χωριανή του Καλλιόπη τῆς οἰκογένειας Γεροντήδων καὶ ἀπέκτησε τέσσερα παιδιά. Τρεῖς κόρες καὶ ἕνα γιό. Ἡ ἀγροτικὴ ζωὴ καὶ οἱ συχνοὶ διαπληκτισµοὶ

µὲ τοὺς Τούρκους, τὸν ἀνάγκασαν νὰ µένει στὸ µετόχι ποὺ εἶχε στὴν τοποθεσία

«Κατσαρόλι», κοντὰ στὶς Λίθινες. Αὐτὴ ἡ ἀποµόνωση ἀγρίεψε περισσότερο τὸν ἤδη

δύστροπο χαρακτῆρα του. Ἔγινε εὐέξαπτος, σκληρός, ἐρειστικὸς καὶ ἀνελεήµων. Ἕνα

ἀτύχηµα ὅµως, µὲ τὸν θάνατο τῆς µικρῆς του κόρης Εἰρήνης, ἡµέρα Κυριακή, ποὺ αὐτὸς

εἶχε φύγει νὰ κάνει ἐµπόριο, ἄλλαξε ριζικὰ τὴν ζωή του. Καὶ κατόπιν σὰν µοναχὸς

συµβούλευε: «Κι᾿ ἂν θὲς ζωὴν παντοτεινὴ νὰ δῇς εἰς βασιλείαν Κυριακᾶς καὶ ἑορτᾶς

πράσσε (= σύχναζε) στὴν Ἐκκλησίαν». Μετὰ ἀπὸ διάφορες περιπέτειες, ἀφήνει τὴν

οἰκογένειά του στὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καὶ γίνεται µοναχὸς στὴ Μονὴ τοῦ Κάψα, τὴν

ὁποία ἀνακαινίζει καὶ ἀφιερώνεται ὁλόψυχα στὴν λατρεία τοῦ Θεοῦ. Ἀφοῦ ἔζησε

ἀρκετὰ χρόνια ζωὴ ἁγία, παρέδωσε ὁσιακὰ τὴν ψυχή του στὸν Θεὸ στὶς 8.00 τὸ πρωὶ τῆς

6ης Αὐγούστου 1874. Σύµφωνα µὲ παραδόσεις καὶ µαρτυρίες ντόπιων κατοίκων, ἀλλὰ

καὶ ἄλλων, ἐπετέλεσε πολλὰ θαύµατα πρὸ καὶ µετὰ τὸν θάνατό του. Εἶναι τοπικὸς

ἅγιος καὶ ἡ µνήµη του γιορτάζεται τὴν 7η Αὐγούστου. Ἡ ἀνακοµιδὴ τῶν λειψάνων του

ἔγινε µὲ ἄδεια τοῦ οἰκείου Μητροπολίτη τὴν 7η Μαΐου 1982 καὶ ἡ µνήµη της γιορτάζεται

τὴν Τρίτη πρὸς Τετάρτη τῆς Διακαινησίµου. Ἀκολουθία τοῦ ὁσίου αὐτοῦ συνέγραψε ὁ

µοναχὸς Γεράσιµος Μικραγιαννανίτης, τὴν ὁποία, µαζὶ µὲ τὸν βίο τοῦ ὁσίου, ἐξέδωσε ἡ

Ἱερὰ Μονὴ Τιµίου Προδρόµου Κάψα Σητείας Κρήτης, τὸ 1993.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 8



     Ὁ Ἅγιος Αἰµιλιανὸς ὁ Ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Κυζίκου

     Ὁ Ἅγιος Μύρων ὁ Θαυµατουργός, ἐπίσκοπος Κρήτης

     Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ἡγούµενος Ὀρόβων

     Οἱ Ἅγιοι Ἐλευθέριος, Λεωνίδης καὶ τὰ Ἅγια Νήπια

     Οἱ Ἅγιοι Δέκα Ὅσιοι καὶ ἀσκητὲς ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο

     Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Τύρο

     Ὁ Ἅγιος Στυράκιος

     Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ ἡ ἀνάµνησις τῶν ἐγκαινίων τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ

Παύλου

     Ἐγκαίνια ναοῦ τῆς Θεοτόκου (ἐν Ἱεροσολύµοις)

     Ὁ Ἅγιος Τριαντάφυλλος ἀπὸ τὴ Ζαγορά

     Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ἀπὸ τὴ Βουλγαρία

     Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ζωγράφος ὁ ἐν τῷ σπηλαίῳ (Ρῶσος)






Ὁ Ἅγιος Αἰµιλιανὸς ὁ Ὁµολογητής, ἐπίσκοπος Κυζίκου



Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος θέλοντας νὰ τονίσει τὴν µεγάλη σηµασία τῆς ὁµολογίας τῆς πίστης µας πρὸς τὸ Χριστό, εἶπε: « Ἔχοντες οὖν ἀρχιερέα µέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν υἷόν του Θεοῦ, κρατῶµεν τῆς ὁµολογίας». Ἀφοῦ, δηλαδή, ἔχουµε

µεγάλο Ἀρχιερέα, ποὺ ἔχει πλέον περάσει ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς καὶ µπῆκε στὴν αἰώνια κατάπαυση, ὅπου µᾶς περιµένει, ποὺ δὲν εἶναι ἁπλὸς ἄνθρωπος, ἀλλὰ εἶναι ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ἂς κρατᾶµε καλὰ τὴν ὁµολογία τῆς πίστης µας πρὸς Αὐτόν, τὸν Κύριο καὶ Σωτῆρα µας Ἰησοῦ Χριστό. Ἕνα τέτοιο παράδειγµα ὁµολογίας ἦταν καὶ ὁ Ἅγιος Αἰµιλιανός, ποὺ ἔζησε µεταξὺ 8ου καὶ τοῦ 9ου αἰῶνα. Ὁ Αἰµιλιανὸς ἦταν ἐπίσκοπος Κυζίκου µετὰ τὸ Νικόλαο, στὰ χρόνια 787-815. Ἀγωνίστηκε µὲ ὅλη τὴν δύναµη ποὺ τοῦ παρεῖχε ὁ Θεὸς γιὰ τὴν τιµητικὴ προσκύνηση τῶν ἁγίων εἰκόνων, ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ εἰκονοµάχος Λέων ὁ Ε´. Ἀθλητὴς τῆς Ὀρθοδοξίας, µιλοῦσε θερµότατα γι᾿ αὐτὴν καὶ ἐνίσχυε τοὺς πιστοὺς νὰ ὑποµένουν καρτερικὰ τοὺς ἀσεβεῖς διωγµούς. Ὑπέφερε πολλὲς κακοπάθειες καὶ θλίψεις καὶ πέθανε τελικὰ ἐξόριστος, σὰν γνήσιος Ὁµολογητὴς τῆς ὀρθῆς πίστης.






Ὁ Ἅγιος Μύρων ὁ Θαυµατουργός, ἐπίσκοπος Κρήτης



Ὁ Ἅγιος Μύρων γεννήθηκε κοντὰ στὴν Κνωσὸ τῆς Κρήτης. Εὐσεβὴς ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, παντρεύτηκε καὶ ὑπῆρξε πρότυπο συζύγου καὶ πατέρα. Διέπρεψε σ᾿ ὅλες τὶς ἀρετὲς καὶ ἀναδείχτηκε ἀπαράµιλλος στὴν ἐλεηµοσύνη καὶ τὴν φιλανθρωπία. Μία νύκτα, ὅταν πῆγε νὰ δεῖ τοὺς ἀγρούς του, τὴν ἐποχὴ τοῦ θέρους, βρῆκε µέσα κλέφτες νὰ κλέβουν τὸ βίος του. Ὁ Ἅγιος Μύρων λυπήθηκε ὄχι γιατί ἔκλεβαν τὸ βιός του, ἀλλὰ

γιατί δὲν ἦρθαν νὰ τοῦ ζητήσουν νὰ δώσει ὁ ἴδιος ὅ,τι ἤθελαν νὰ κλέψουν. Καὶ ὄχι µόνο

δὲν κατήγγειλε τὴν ἀδικία, ἀλλὰ καὶ προστάτεψε κατόπιν τοὺς δρᾶστες. Ἐκεῖνοι συγκινηµένοι µπροστὰ σὲ τόση ἀγαθότητα, ἔγιναν ἀργότερα ἀπὸ τοὺς καλύτερους χριστιανούς. Ὁ Μύρων χάρηκε ὑπερβολικά, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἔλεγε: «Ἄν οἱ πλούσιοι ἦταν καλύτεροι, δηλαδὴ πιὸ φιλάνθρωποι, οἱ φτωχοὶ δὲν θὰ εἶχαν τὴν ἀνάγκη νὰ ζητήσουν στὴν κλοπὴ τὸ ψωµί τους. Γι᾿ αὐτὸ ὅπου ἡ κλοπὴ ἀκµάζει, νὰ θεωρήσετε σὰ βέβαιο, ὅτι ἐκεῖ προηγήθηκε ἡ ὠµότητα καὶ ἡ πλεονεξία». Τὰ χρόνια ὅµως ἦταν σκληρὰ γιὰ τοὺς χριστιανούς. Συχνοὶ ἦταν οἱ διωγµοὶ ἐναντίον τους. Ὁ Μύρων διακρίθηκε στὴν ἐµψύχωση τῶν πιστῶν, καὶ τὸ ἔτος 180 µ.Χ. ἔγινε ἐπίσκοπος Κρήτης. Τὴν ἐπισκοπὴ διοίκησε ὅπως καὶ τὴν οἰκογένειά του, δηλαδὴ µὲ εὐσέβεια καὶ στοργή. Πέθανε 100 χρονῶν καὶ τὸν θρήνησε τόσο ἡ οἰκογένειά του, ὅσο καὶ τὸ ποίµνιό του, ποὺ ἐπίσης ἦταν οἰκογένειά του.






Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ἡγούµενος Ὀρόβων



Ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του ἔµαθε νὰ ἀγωνίζεται γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ σηµαίνει γιὰ τὴν ἀγάπη ὑπὲρ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον. Ὅταν πῆγε στὸ µοναστήρι ἐργάστηκε φιλότιµα γιὰ τὴν εὐσέβεια µέσα στὴ µοναχικὴ ἀδελφότητα, καθὼς ἐπίσης καὶ ὑπὲρ τῆς ταπεινοφροσύνης καὶ τῆς φιλαδελφείας. Καί, ὅταν ἔγινε ἡγούµενος, ἀνέδειξε τὸ

µοναστήρι του κέντρο φιλανθρωπικῆς ὑπηρεσίας.






Οἱ Ἅγιοι Ἐλευθέριος, Λεωνίδης καὶ τὰ Ἅγια Νήπια



Μαρτύρησαν διὰ πυρός. Ἡ σύναξή τους γίνεται στὴν Ἁγία Εἰρήνη στὶς Ἴουστινιαναις.






Οἱ Ἅγιοι Δέκα Ὅσιοι καὶ ἀσκητὲς ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο



Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Τύρο



Μαρτύρησαν, ἀφοῦ θανατώθηκαν συρόµενοι κατὰ γῆς.






Ὁ Ἅγιος Στυράκιος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Ὁρισµένα ἁγιολόγια µαζὶ µὲ τὴν µνήµη τοῦ ἁγίου Στυρακίου,

ἀναφέρουν καὶ αὐτὴ κάποιου µάρτυρα Ἑρµολάου).


Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ ἡ ἀνάµνησις τῶν ἐγκαινίων τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ

Παύλου



Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ ἡ ἀνάµνησις τῶν ἐγκαινίων τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου, ἐν τῷ περιτειχίῳ, τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ἔνδον τοῦ σεπτοῦ οἴκου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Μαρναίου καὶ τοῦ Ὁσίου Κασσιανοῦ. Καὶ ἡ ἀνάµνησις, ὅτε ἐγένετο ἡ τοῦ ἡλίου ἔκλειψις ἀπὸ ἕκτης ὥρας ἕως ἐνάτης, ὥστε καὶ τοὺς ἀστέρας φανῆναι, ἐν ἔτει ἀπὸ κτίσεως Κόσµου ἑξακισχιλιοστῷ τριακοσιοστῷ ἐνενηκοστῷ ἐνάτῳ, ἡλίου ἔχοντος κύκλους πεντεκαίδεκα, καὶ σελήνης κύκλους τοὺς αὐτούς, Ἰνδικτιῶνος ἐνάτης ἐπὶ τῆς βασιλείας Λέοντος τοῦ σοφοῦ καὶ Ἀλεξάνδρου τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ, τῶν εὐσεβῶν καὶ φιλοχρίστων βασιλέων.






Ἐγκαίνια ναοῦ τῆς Θεοτόκου (ἐν Ἱεροσολύµοις)



Σύµφωνα µὲ τὸν Λαυριωτικὸ Κώδικα Γ 74 (φ. 100β).






Ὁ Ἅγιος Τριαντάφυλλος ἀπὸ τὴν Ζαγορά



Ὁ ἔνδοξος νεοµάρτυρας τοῦ Χριστοῦ Τριαντάφυλλος ἦταν ἀπὸ τὴν Ζαγορὰ τῆς Μαγνησίας, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ Βόλο. Γεννήθηκε τὸ 1663. Ἐργαζόταν σὰ ναύτης στὰ πλοῖα, καὶ ὅταν ἦταν 17 χρονῶν συνελήφθη γιὰ ἄγνωστη σὲ µᾶς αἰτία, ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ποὺ τὸν ἐκβίαζαν νὰ γίνει µωαµεθανός. Ὁ Τριαντάφυλλος ὅµως, τὸ εὐωδιαστὸ αὐτὸ λουλούδι τῆς Ὀρθοδοξίας, προτίµησε µύριους θανάτους παρὰ ν᾿ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Βασανίστηκε ποικιλοτρόπως, ἀλλ᾿ ἔµεινε ἀµετακίνητος στὴν πίστη του φωνάζοντας: «Χριστιανὸς εἶµαι, δὲν ἀρνοῦµαι τὸν Σωτῆρα µου Χριστό». Τελικὰ τὸν θανάτωσαν στὸν ἱππόδροµο τῆς Κωνσταντινουπόλεως µὲ ἀποκεφαλισµὸ στὶς 8

Αὐγούστου 1680. Ἦταν τότε 18 χρονῶν. Ἔτσι ἡ µακαρία ψυχή του ἀνέβηκε στὸν οὐρανὸ καὶ πῆρε ἀπὸ τὸν ἀθλοθέτη Χριστὸ τὸ ἀµάραντο στεφάνι τῆς νίκης.






Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ἀπὸ τὴν Βουλγαρία



Πατρίδα του ἡ πόλη Ροδοβίσι τῆς ἐπαρχίας Στρούµιτζα τῆς Βουλγαρίας. Εἴκοσι χρονῶν ἦλθε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ δούλευε σὰν ὑπάλληλος σὲ κάποιο ἐµπορικὸ κατάστηµα. Κάποια µέρα, βοήθησε τὸ ἀφεντικό του γιὰ τὴν λαθραῖα ἐξαγωγὴ ἐνδυµάτων ἔξω ἀπὸ τὸ Κάστρο τῆς Θεσ/νίκης, γιὰ νὰ µὴ πληρώσει φόρους. Ὁ Ἀναστάσιος µάλιστα, φόρεσε καὶ µία τούρκικη στολὴ προκειµένου νὰ περάσει τὸ ἐµπόρευµα. Ἀλλ᾿ ἐνῷ περνοῦσε τὴν πύλη, Τοῦρκοι φοροειοπράκτορες, τὸν ρώτησαν ἂν εἶχε ἀνάλογα ἔγγραφα γιὰ τὴν ἐξαγωγὴ τῶν ἐνδυµασιῶν. Αὐτὸς µὲ ἀφέλεια ἀπάντησε ὅτι ἦταν Τοῦρκος. Γιὰ νὰ τὸ

ἐπιβεβαιώσει αὐτό, οἱ Τοῦρκοι ὑπάλληλοί του ζήτησαν νὰ κάνει «σαλαβάτι» (ὁµολογία). Ὁ νέος στὸ ἄκουσµα τοῦ αἰτήµατος αὐτοῦ ἔµεινε ἄφωνος. Ἀµέσως τότε τὸν ἅρπαξαν οἱ Τοῦρκοι καὶ µὲ ἄγρια χτυπήµατα τὸν ὁδήγησαν στὸν ἀγά. Ἐκεῖ ὁ Ἀναστάσιος, παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τὶς φοβέρες τοῦ ἀγά, ἔµεινε ἀκλόνητος στὴ χριστιανικὴ πίστη. Κατόπιν ὁδηγήθηκε στὸν κριτὴ καὶ ἔπειτα σ᾿ ἄλλον ἄρχοντα, ὅπου φυλακίστηκε καὶ

βασανίστηκε ἀνελέητα. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ καὶ πάλι ὁµολογοῦσε τὸν Χριστὸ τὸν καταδίκασαν σὲ θάνατο. Στὸ δρόµο γιὰ τὴν ἀγχόνη, ὁ Ἀναστάσιος ὑπέκυψε στὰ τραύµατά του καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸν Θεό, ἔξω ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη κοντὰ στὴν «καινούρια πόρτα», στὶς 8 Αὐγούστου 1794.






Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ζωγράφος ὁ ἐν τῷ σπηλαίῳ (Ρῶσος)

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 9



     Ὁ Ἅγιος Ματθίας ὁ Ἀπόστολος

     Οἱ Ἅγιοι 10 Μάρτυρες, Ἰουλιανός, Μαρκιανός, Ἰωάννης, Ἰάκωβος, Ἀλέξιος, Δηµήτριος, Φώτιος, Πέτρος, Λεόντιος καὶ Μαρία ἡ Πατρικία, ποὺ µαρτύρησαν στὴ Χάλκη

     Ὁ Ἅγιος Ἀντωνῖνος (στὰ Μηναῖα γράφεται Ἀντώνιος) ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια

     Ὁ Ὅσιος Ψόης

     Εὕρεσις τῆς Ἀχειροποιήτου Εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ στὰ Καµουλιανά

     Ἀνάµνηση Ἐγκαινίων Ναοῦ τῶν Ἁγίων Ζωῆς καὶ Ἑσπέρου ἐν τῷ Δευτέρῳ

     Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Α΄ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ἅγιος Oswald (Ἀγγλος)

     Ὁ Ὅσιος Γερµανὸς ὁ ἐν Ἀλάσκᾳ







Ὁ Ἅγιος Ματθίας ὁ Ἀπόστολος



Πῶς ὁ Ματθίας κατατάχθηκε στὸ χορὸ τῶν δώδεκα Ἀποστόλων, τὸ γνωρίζουµε ἀπὸ τὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων. Μετὰ τὴν προδοσία καὶ τὸν ἀπαγχονισµὸ τοῦ Ἰούδα καὶ µετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, οἱ ἕντεκα µαθητὲς µὲ τὴν Παναγία βρίσκονταν στὸ ὑπερῷον. Τότε ὁ Πέτρος πρότεινε νὰ ἐκλεγεῖ ἄλλος ἀντὶ τοῦ Ἰούδα, ἀπὸ τοὺς ἄνδρες ποὺ ἀκολουθοῦσαν ὑπηρετώντας τὸ Χριστό. Ἡ πρόταση ἔγινε δεκτὴ καὶ τέθηκαν δυὸ ὑποψήφιοι: ὁ Ἰωσὴφ ὁ καλούµενος Βαρσαββᾶς καὶ ὁ Ματθίας. Τότε ἔβαλαν κλῆρο, καὶ δίνοντας σὲ ὅλους ἐµᾶς παράδειγµα ἐναπόθεσης κάθε ἐκλογῆς µας στὸ Θεό, προσευχήθηκαν ὅλοι µαζὶ ὡς ἑξῆς: «Σὺ Κύριε, καρδιογνῶστα πάντων, ἀνάδειξαν ὃν ἐξελέξω ἐκ τούτων τῶν δυὸ ἕνα, λαβεῖν τὸν κλῆρον τῆς διακονίας ταύτης καὶ ἀποστολῆς». Δηλαδή: Σὺ Κύριε, ποὺ γνωρίζεις τὶς καρδιὲς ὅλων, φανέρωσε καθαρὰ ἐκεῖνον ποὺ ἐξέλεξες, ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς δυό, γιὰ νὰ ἐπωµισθεῖ τὸ ἀξίωµα τῆς ἀποστολικῆς διακονίας. Στὴ συνέχεια ὁ κλῆρος ἔπεσε στὸ Ματθία. Καὶ ἔτσι προστέθηκε στοὺς ἕντεκα Ἀποστόλους. Ἀπὸ τὴν µετέπειτα ζωὴ τοῦ Ματθία, γνωρίζουµε ὅτι κήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Αἰθιοπία, ὅπου καὶ τελείωσε τὴν ζωή του µαρτυρικά.






Οἱ Ἅγιοι 10 Μάρτυρες, Ἰουλιανός, Μαρκιανός, Ἰωάννης, Ἰάκωβος, Ἀλέξιος, Δηµήτριος, Φώτιος, Πέτρος, Λεόντιος καὶ Μαρία ἡ Πατρικία, ποὺ µαρτύρησαν στὴ Χάλκη



Τὸ µαρτύριο τῶν Ἁγίων αὐτῶν, ἀναφέρεται στὰ χρόνια του εἰκονοµάχου αὐτοκράτορα Λέοντα τοῦ Γ΄. Ὁ ὁποῖος, ὅπως εἶναι γνωστό, µὲ διάταγµά του τὸ 728 ἐµπόδισε ὁλοσχερῶς τὴν ἀνάρτηση ἁγίων εἰκόνων, ὄχι µόνο στὶς ἐκκλησίες ἀλλὰ σ΄ ὁποιοδήποτε ἄλλο µέρος. Στὸ διάταγµα αὐτὸ ἀντιστάθηκε ὁ Πατριάρχης Γερµανός, ἀλλὰ ὁ βασιλιὰς συγκάλεσε συνέδριο καὶ καταδίκασε τὴν στάση τοῦ Πατριάρχη. Τότε αὐτὸς παραιτήθηκε καὶ δυστυχῶς τὴν θέση του δέχτηκε νὰ πάρει ὁ σύγκελλος καὶ µαθητής

του Ἀναστάσιος. Ὁ ὁποῖος ἄρχισε ἀµέσως νὰ ἐκτελεῖ τὸ αὐτοκρατορικὸ διάταγµα. Τότε κάποιος ἀξιωµατικός, πολὺ προκλητικὰ πῆγε σὲ µία οἰκοδοµὴ ποὺ ἀποτελοῦσε κατὰ κάποιο τρόπο τὰ προπύλαια τῶν ἀνακτόρων, καὶ ὀνοµαζόταν Χάλκη Πύλη διότι ἡ

στέγη της ἦταν χάλκινη, καὶ µὲ ἕνα τσεκοῦρι ἄρχισε νὰ ξηλώνει τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἦταν πάνω σ΄ αὐτή. Ἐξοργισµένος ὁ ὀρθόδοξος λαὸς µπροστὰ σ΄ αὐτὸ τὸ ἔγκληµα, ἔριξε τὸν ἀσεβῆ ἀξιωµατικὸ ἀπὸ τὴν σκάλα, πάνω στὴν ὁποία ἦταν, µὲ ἀποτέλεσµα αὐτὸς νὰ σκοτωθεῖ. Τότε ὁ βασιλιὰς ἔστειλε τὴν φρουρά του καὶ σκότωσε πολλοὺς ἀπὸ τὸ ἔντονα διαµαρτυρόµενο πλῆθος. Μεταξὺ αὐτῶν ἦταν καὶ οἱ δέκα συγκεκριµένοι Μάρτυρες. Τὰ δὲ ὀνόµατά τους ἦταν τὰ ἑξῆς: Ἰουλιανός, Μαρκιανός, Ἰωάννης, Ἰάκωβος, Ἀλέξιος, Δηµήτριος, Φώτιος, Πέτρος, Λεόντιος καὶ Μαρία ἡ Πατρικία.






Ὁ Ἅγιος Ἀντωνῖνος (στὰ Μηναῖα γράφεται Ἀντώνιος) ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια



Πατρίδα του ἡ Ἀλεξάνδρεια, ὅπου µὲ ζῆλο κήρυττε δηµόσια τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ βασανίστηκε σκληρά. Στὴν ἀρχὴ τὸν κρέµασαν καὶ ξέσχισαν τὶς σάρκες του. Κατόπιν τὸν ἔριξαν µέσα σὲ ἀναµµένο καµίνι, ὅπου παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Θεό. Τὸ ἅγιο λείψανό του βρέθηκε µέσα στὸ καµίνι ἀπείραχτο, χωρὶς ἡ φωτιὰ νὰ βλάψει οὔτε µία τρίχα ἀπὸ τὰ µαλλιὰ τῆς κεφαλῆς του.






Ὁ Ὅσιος Ψόης



Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ προσευχόµενος.






Εὕρεσις τῆς Ἀχειροποιήτου Εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ στὰ Καµουλιανά



Ἡ ψευδεπίγραφη αὐτὴ διήγηση γιὰ τὴν εὕρεση τῆς ἀχειροποίητης εἰκόνας τοῦ Χριστοῦ,

ἀπὸ τὴν εἰδωλολάτρισσα Ἀκυλίνα καὶ µετέπειτα χριστιανὴ (σύµφωνα µὲ τὴν διήγηση),

µέσα σὲ κιβώτιο, ἀποδόθηκε στὸν Γρηγόριο Νύσσης, ἀπὸ κάποιον µεταγενέστερο,

προκειµένου νὰ δώσει κῦρος σ΄ αὐτή.






Ἀνάµνηση Ἐγκαινίων Ναοῦ τῶν Ἁγίων Ζωῆς καὶ Ἑσπέρου ἐν τῷ Δευτέρῳ






Ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος ὁ Α΄ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



Βλέπε βιογραφία του τὴν 29η Ἰουλίου.

Ὁ Ἅγιος Oswald (Ἀγγλος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.






Ὁ Ὅσιος Γερµανὸς ὁ ἐν Ἀλάσκᾳ



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο « Ἅγιοι τῆς Ἀλάσκας», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, ἐκδ. Ἑπτάλοφος», Ἀθῆναι.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 10



     Οἱ Ἅγιοι Λαυρέντιος Ἀρχιδιάκονος, Ξύστος Πάπας Ρώµης καὶ Ἰππόλυτος

     Ὁ Ἅγιος Ἤρων ὁ φιλόσοφος

     Οἱ Ἅγιοι ἕξι Μάρτυρες οἱ ἐν Βιζύῃ (κατ΄ ἄλλους Λιβύη)

     Ἡ Ἁγία Ἀγαθονίκη Παρθενοµάρτυς ἡ ἐν Καρχηδόνι

     Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος τῆς Καλούγας (Ρῶσος)






Οἱ Ἅγιοι Λαυρέντιος Ἀρχιδιάκονος, Ξύστος Πάπας Ρώµης καὶ Ἰππόλυτος



Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ µαρτύρησαν τὸ 253 µετὰ Χριστόν. Ὁ ἀρχιδιάκονος Λαυρέντιος ἦταν ἀπὸ τοὺς πιὸ γνωστοὺς κληρικοὺς τῆς ρωµαϊκῆς Ἐκκλησίας, καὶ τοῦ εἶχαν ἐµπιστευθεῖ τὴν διαχείριση τῆς περιουσίας της. Ὅταν ἔγινε ὁ διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ πάπας Ρώµης Ξύστος ἢ Σίξτος ὁ Β΄ πρῶτος πρόσφερε θυσία τὸν ἑαυτό του, ὁµολογώντας τὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίστηκε. Κατόπιν συνέλαβαν καὶ τὸ Λαυρέντιο. Ἐπειδὴ ἦταν διαχειριστὴς τῆς Ἐκκλησίας, τὸν διέταξαν νὰ παραδώσει τοὺς θησαυρούς της. Ὁ Λαυρέντιος δέχθηκε, καὶ µετὰ ἀπὸ λίγο ἐπέστρεψε µὲ µία µεγάλη φάλαγγα ἁµαξῶν, γεµάτες φτωχούς, ὀρφανὰ καὶ ἀναπήρους. Καὶ ἀπάντησε στὸν ἡγεµόνα ὅτι σὲ ὅλους αὐτοὺς τοὺς πάσχοντες εἶναι ἀποταµιευµένοι οἱ θησαυροὶ τῆς Ἐκκλησίας, «ὅπου οὔτε σῆς οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καὶ ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδὲ κλέπτουσιν». Δηλαδή, ὅπου οὔτε σκόρος, οὔτε σαπίλα καὶ σκουριὰ ἀφανίζουν αὐτοὺς τοὺς θησαυρούς, καὶ ὅπου οὔτε κλέφτες µποροῦν νὰ τρυπήσουν τοὺς τοίχους αὐτῶν τῶν θησαυροφυλακίων, γιὰ νὰ κλέψουν τὸ πολύτιµο περιεχόµενό τους. Ἐξαγριωµένοι τότε οἱ εἰδωλολάτρες, ἕψησαν τὸ Λαυρέντιο ζωντανό, πάνω σὲ σιδερένια σχάρα. Τὸ λείψανό του παρέλαβε κάποιος εὐσεβὴς χριστιανός, ὁ Ἰππόλυτος. Ὅταν, ὅµως, τὸ ἔµαθε αὐτὸ ὁ ἡγεµόνας, διέταξε καὶ τὸν ἔσυραν ἄγρια ἄλογα µέσα σὲ ἀγκάθια, καὶ ἔτσι µαρτυρικὰ τελείωσε τὴ ζωή του καὶ ὁ Ἰππόλυτος.






Ὁ Ἅγιος Ἤρων ὁ φιλόσοφος



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Ἐδῶ ὁρισµένα Ἁγιολόγια, ἀναφέρουν καὶ τὴν µνήµη κάποιου

µάρτυρος Ἠραΐδου).






Οἱ Ἅγιοι ἕξι Μάρτυρες οἱ ἐν Βιζύῃ (κατ΄ ἄλλους Λιβύη)



Μαρτύρησαν, ἀφοῦ ἄλλων συνέτριψαν τὰ ὀστὰ καὶ ἄλλων ξέσχισαν τὶς σάρκες.

Ἡ Ἁγία Ἀγαθονίκη Παρθενοµάρτυς ἡ ἐν Καρχηδόνι






Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος τῆς Καλούγας (Ρῶσος)



Διὰ Χριστὸν σαλός.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 11



     Ὁ Ἅγιος Εὖπλος ὁ Διάκονος, ὁ Μεγαλοµάρτυρας

     Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου τῆς Ἐλεούσης

     Διήγηση γιὰ τὴν Ἀχειροποίητο Εἰκόνα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ

     Οἱ Ἅγιοι Νεόφυτος, Ζήνων, Γάιος, Μᾶρκος, Μακάριος καὶ Γαϊανὸς

     Ὁ Ὅσιος Πασσαρίων

     Ὁ Ἅγιος Νήφων Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Ἀνάµνηση θαύµατος Ἁγίου Σπυρίδωνος

     Οἱ Ἅγιοι Ἀναστάσιος ὁ Πανερὰς καὶ Δηµήτριος ὁ Μπεγιάζης

     Οἱ Ἅγιοι Βασίλειος καὶ Θεόδωρος οἱ Ὁσιοµάρτυρες ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρώσοι)






Ὁ Ἅγιος Εὖπλος ὁ Διάκονος, ὁ Μεγαλοµάρτυρας



Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 3ου αἰῶνα µ.Χ., ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Διοκλητιανός. Γεννήθηκε στὴν Κατάνη τῆς Σικελίας, ὅπου ἦταν καὶ διάκονος τῆς ἐκεῖ Ἐκκλησίας. Θερµὸς κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου ὁ Εὖπλος, προσπαθοῦσε νὰ στερεώσει τὴν πίστη τῶν διωκόµενων χριστιανῶν καὶ τοὺς προέτρεπε νὰ προτιµοῦν τὰ πιὸ φρικτὰ µαρτύρια παρὰ νὰ ἀρνηθοῦν τὸ Χριστό. Διότι «εἰ ὑποµένοµεν, καὶ συµβασιλεύσοµεν εἰ ἀρνούµεθα κακεῖνος ἀρνήσεται ἡµᾶς». Ἐάν, δηλαδή, δείχνουµε ὑποµονή, τότε καὶ θὰ βασιλεύσουµε µαζὶ µ΄ αὐτὸν (τὸ Χριστό). Ἐάν, ὅµως, Τὸν ἀρνούµαστε, καὶ Ἐκεῖνος θὰ

µᾶς ἀρνηθεῖ. Οἱ εἰδωλολάτρες, βλέποντας αὐτὴ τὴν δραστηριότητα τοῦ Εὔπλου, τὸν κατήγγειλαν στὸν Ἔπαρχο Καλβισιανό. Αὐτὸς προσπάθησε µὲ συζήτηση νὰ πείσει τὸν Εὖπλο ὅτι ἦταν µωρία νὰ πιστεύει στὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ ἔπρεπε τὸ συντοµότερο νὰ Τὸν ἀρνηθεῖ. Ὁ Εὖπλος ἀκαταµάχητος συζητητής, διέλυσε ἕνα πρὸς ἕνα ὅλα τὰ ἐπιχειρήµατα τοῦ ἐπάρχου. Ὁ Καλβισιανός, ἀφοῦ εἶδε ὅτι δὲν τὰ ἔβγαζε πέρα µὲ τὸν Εὖπλο, διέταξε καὶ τοῦ ἔσχισαν τὶς σάρκες µὲ σιδερένια νύχια. Κατόπιν τοῦ ἔσπασαν τὶς κνῆµες µὲ σφυριὰ καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν. Ἐνῷ ὁ Εὖπλος ἐξακολουθοῦσε νὰ

µὴν ἀρνεῖται τὸ Χριστό, µέχρι καὶ τὴν τελευταία του πνοή.






Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Θεοτόκου τῆς Ἐλεούσης






Διήγηση γιὰ τὴν Ἀχειροποίητο Εἰκόνα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ



Πρόκειται γιὰ παρόµοια διήγηση µὲ αὐτὴ τῆς 9ης Αὐγούστου. Πάντα βέβαια σύµφωνα

µὲ τὴν παράδοση. Ἀναφέρονται λεπτοµερῶς καὶ οἱ δυὸ διηγήσεις στὸν Συναξαριστὴ τοῦ

Ἁγίου Νικόδηµου.

Οἱ Ἅγιοι Νεόφυτος, Ζήνων, Γάιος, Μᾶρκος, Μακάριος καὶ Γαϊανὸς



Μαρτύρησαν διὰ πυρός. «Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν Σύναξις ἐν τῷ ἑξαέρῳ οἴκῳ τῶν Ἁγίων καὶ ἐνδόξων Ἀναργύρων Κοσµᾶ καὶ Δαµιανοῦ ἐν τῆς Δαρείου».






Ὁ Ὅσιος Πασσαρίων



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Νήφων Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



Πρόκειται γιὰ τὸν Πατριάρχη Νήφωνα τὸν Β΄, ποὺ πατριάρχευσε τρεῖς φορές: α) 1486-

1489 β) 1497-1498 καὶ γ) 1502. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο καὶ γεννήθηκε ἀπὸ

τοὺς Μανουὴλ καὶ Μαρία. Τὸ κοσµικό του ὄνοµα ἦταν Νικόλαος. Προσκολλήθηκε σὲ

κάποιον µοναχὸ Ἀντώνιο καὶ ἔγινε µοναχὸς στὴν Ἐπίδαυρο µὲ τὸ ὄνοµα Νήφων. Μετὰ

τὸν θάνατο τοῦ γέροντά του, πῆγε στὸ κάστρο τῆς Νάρδας, ὅπου γνώρισε τὸν ἐνάρετο

Ἁγιορείτη Ζαχαρία, µὲ τὸν ὁποῖο ἐγκαταστάθηκε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου στὴν Ἀχρίδα.

Ὅταν ὁ Ζαχαρίας ἐκλέχτηκε ἀρχιεπίσκοπος Ἀχριδῶν, ὁ Νήφων ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον

Ὄρος, ὅπου χειροτονήθηκε διάκονος καὶ ἱερέας στὴ Μονὴ Διονυσίου. Ἀπὸ τὴν Μονὴ

αὐτὴ κλήθηκε νὰ γίνει Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης καὶ ἀπὸ ἐκεῖ, µετὰ τὸν θάνατο τοῦ

Συµεών, ἀνέλαβε τὸν οἰκουµενικὸ θρόνο. Ἀποµακρύνθηκε δυὸ φορὲς ἀπὸ τὸν θρόνο

καὶ κατέφυγε στὴ Βλαχία καὶ ἀπὸ κεῖ στὸ Ἅγιον Ὄρος στὴ Μονὴ Διονυσίου. Τὴν τρίτη

φορὰ ποὺ κλήθηκε στὸν Οἰκουµενικὸ θρόνο δὲν πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ

πέθανε στὴ Μονή, ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ἀσκητική.






Ἀνάµνηση θαύµατος Ἁγίου Σπυρίδωνος



Πρόκειται γιὰ τὴν ἐκδίωξη τῶν Ἀγαρηνῶν µε θαυµατουργικὸ τρόπο ἀπὸ τὸν Ἅγιο

Σπυρίδωνα, ὅταν αὐτοὶ ἀπειλοῦσαν µὲ ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ τὴν Κέρκυρα τὸ 1716.






Οἱ Ἅγιοι Ἀναστάσιος ὁ Πανερὰς καὶ Δηµήτριος ὁ Μπεγιάζης



Οἱ καλλίνικοι αὐτοὶ Ἅγιοι Νεοµάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, ὁ µὲν Ἀναστάσιος, ἡλικίας 20 χρονῶν, καταγόταν ἀπὸ τοὺς Ἀσωµάτους, ὁ δὲ Δηµήτριος, 18 χρονῶν, ἀπὸ τὴν Ἁγιάσο τοῦ νησιοῦ Λέσβου. Μαρτύρησαν καὶ οἱ δυὸ γιὰ τὴν Ἁγία Πίστη τοῦ Χριστοῦ στὸν Κασαµπὰ τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, τὸ ἔτος 1816 ἢ 1819. Οἱ νεοµάρτυρες αὐτοί, ἔκαναν στὸν Κασαµπὰ τὸ ἐπάγγελµα τοῦ καλαθοποιοῦ, πιθανῶς µάλιστα νὰ ἦταν καὶ συγγενεῖς.

Ἀλλὰ συγχρόνως µὲ τὴν ἐξάσκηση τοῦ ἐπαγγέλµατός τους, κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο στοὺς Χριστιανούς, ποὺ ἦταν κάτω ἀπὸ τὸν Τούρκικο ζυγό. Γι΄ αὐτὸ τὸ λόγο οἱ Τοῦρκοι τοὺς συνέλαβαν, τοὺς φυλάκισαν καὶ τοὺς βασάνισαν φρικτά. Ἐπειδὴ ὅµως συνέχιζαν νὰ ὁµολογοῦν καὶ νὰ κηρύττουν τὴν πίστη τους, τοὺς ἀπαγχόνισαν κάτω ἀπὸ ἕναν πλάτανο. Στὸ ὄνοµα καὶ τῶν δυὸ Ἁγίων, ἀνεγέρθηκε στὴν Ἁγιάσο µεγαλοπρεπὴς ναός, ὅπου καὶ γιορτάζεται ἡ µνήµη τους 11 Αὐγούστου.






Οἱ Ἅγιοι Βασίλειος καὶ Θεόδωρος οἱ Ὁσιοµάρτυρες ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρῶσοι)

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 12



     Οἱ Ἅγιοι Φώτιος καὶ Ἀνίκητος

     Ὁ Ὅσιος Παλάµων

     Οἱ Ἅγιοι 12 Στρατιῶται Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Κρήτη

     Ὁ Ὅσιος Κάστωρ

     Οἱ Ἅγιοι Πάµφιλος καὶ Καπίτων

     Οἱ Ὅσιοι Σέργιος καὶ Στέφανος







Οἱ Ἅγιοι Φώτιος καὶ Ἀνίκητος



Ὁ Φώτιος ἦταν ἀνεψιὸς τοῦ Ἀνίκητου. Κατάγονταν καὶ οἱ δυὸ ἀπὸ τὴν Νικοµήδεια. Ὅταν ὁ Διοκλητιανὸς θέλησε νὰ κινήσει διωγµὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, µίλησε µπροστὰ στὴ Σύγκλητο µὲ τοὺς πιὸ ὑβριστικοὺς λόγους ἐναντίον τους. Ἐκεῖ ἦταν παρὼν καὶ ὁ Ἀνίκητος, ποὺ ὅταν ἄκουσε αὐτὰ τὰ λόγια του βασιλιᾶ, ὄχι µόνο δὲν φοβήθηκε, ἀλλὰ σηκώθηκε µὲ θάρρος, δήλωσε ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ εἶπε στὸ Διοκλητιανό:

«Πλανᾶσαι, βασιλιά, ἂν νοµίζεις ὅτι µὲ τὰ µέτρα κατὰ τῶν Χριστιανῶν θὰ πετύχεις τοὺς ἀσεβεῖς σκοπούς σου. Μάθε ὅτι οἱ χριστιανοὶ ἀποτελοῦν σήµερα τὴν ὑγιέστερη

µερίδα τῆς ρωµαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Καὶ θὰ ἦταν ἀνόητοι καὶ ἀναίσθητοι ἂν πίστευαν στὰ εἴδωλα. Γι΄ αὐτὸ ὅποια µέτρα καὶ ἂν πάρεις ἐναντίον τους, στὸ τέλος ζηµιωµένος θὰ εἶσαι ἐσύ, ἐνῷ αὐτοὶ ἔνδοξοι µάρτυρες». Ὁ Διοκλητιανός, προσβεβληµένος ἀπὸ τὴν παρατήρηση τοῦ Ἀνίκητου, διέταξε καὶ τὸν ἔριξαν τροφὴ σὲ ἕνα τροµερὸ λιοντάρι. Ἀλλὰ τὸ λιοντάρι σταµάτησε τὴν ἄγρια ὁρµή του καὶ ἡµέρεψε σὰν πρόβατο. Τότε ἔγινε

µεγάλος σεισµὸς καὶ συνετρίβησαν πολλὰ εἰδωλολατρικὰ ἀγάλµατα. Κατόπιν τὸν ἔβαλαν σὲ τροχὸ µὲ ἀναµµένη φωτιὰ ἀπὸ κάτω. Ἀλλ΄ ὢ τοῦ θαύµατος, ὁ τροχὸς σταµάτησε καὶ ἡ φωτιὰ ἔσβησε. Τότε ἔτρεξε καὶ τὸν ἀγκάλιασε ὁ ἀνεψιός του Φώτιος. Μόλις εἶδαν αὐτὸ οἱ εἰδωλολάτρες, ἔδεσαν καὶ τοὺς δυὸ µέσα στὸ λεγόµενο λουτρὸ τοῦ Ἀντωνίου. Καὶ ἀφοῦ ὑπερθέρµαναν τὸ νερό, παρέδωσαν καὶ οἱ δυὸ ἔνδοξα τὸ πνεῦµα τους.






Ὁ Ὅσιος Παλάµων



Ἦταν γέροντας καὶ σοφὸς διδάσκαλος τοῦ µεγάλου Παχωµίου (15 Μάιου). Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι 12 Στρατιῶται Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Κρήτη



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.

Ὁ Ὅσιος Κάστωρ



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Πάµφιλος καὶ Καπίτων



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Οἱ Ὅσιοι Σέργιος καὶ Στέφανος



Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 13



     Ἡ Ἀνακοµιδὴ καὶ µετάθεσις τοῦ Λειψάνου τοῦ Ὁσίου Μαξίµου τοῦ Ὁµολογητοῦ

     Ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἡ βασίλισσα

     Ὁ Ὅσιος Σέριδος ἡγούµενος τῆς Μονῆς στὴ Γάζα

     Οἱ Ὅσιοι Δωρόθεος καὶ Δοσίθεος ὁ ὑποτακτικός του

     Μνήµη τῆς ἀοιδίµου καὶ παµµακαρίστου βασιλίσσης καὶ κτητορίσσης τῆς σεβασµίας Μονῆς τοῦ Παντοκράτορος Σωτῆρος Χριστοῦ Εἰρήνης τῆς

µετονοµασθείσης Ξένης µοναχῆς

     Ὁ Ἅγιος Κορωνᾶτος

     Ἀπόδοσις ἑορτῆς τῆς θείας Μεταµορφώσεως τοῦ Σωτῆρος

     Ὁ Ἅγιος Μάξιµος τῆς Μόσχας ( Ἀνακοµιδὴ λειψάνων)







Ἡ Ἀνακοµιδὴ καὶ µετάθεσις τοῦ Λειψάνου τοῦ Ὁσίου Μαξίµου τοῦ Ὁµολογητοῦ



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 21η Ἰανουαρίου.






Ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἡ βασίλισσα



Ἦταν κόρη τοῦ ἀθηναίου φιλοσόφου Λεοντίου καὶ γεννήθηκε τὸ 401 µ.Χ. Σπούδασε κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὴν γραµµατική, τὴ ρητορικὴ καὶ τὴ φιλοσοφία. Ὅταν πέθανε ὁ Λεόντιος, ἄφησε ὅλην τὴν περιουσία του στοὺς γιούς του, καὶ σ΄ αὐτὴν ἄφησε µόνο

100 χρυσὰ νοµίσµατα. Ὅταν, λοιπόν, ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ διεκδικήσει τὰ κληρονοµικά της δικαιώµατα, παντρεύτηκε τὸν Θεοδόσιο τὸν Β΄, µέσῳ τῆς ἀδελφῆς του Πουλχερίας, ποὺ εἶχε κατενθουσιαστεῖ ἀπὸ τὰ σπάνια χαρίσµατα τῆς ἀθηναίας κόρης. Ἔτσι βαπτίστηκε χριστιανὴ καὶ πῆρε τὸ ὄνοµα Εὐδοκία, ἀπὸ Ἀθηναΐδα ποὺ τὴν ἔλεγαν πρῶτα. Ἡ Εὐδοκία ἀπὸ τὴν φύση της γυναῖκα σεµνή, δὲν ἀνακατεύθηκε καθόλου µὲ τὶς βασιλικὲς ὑποθέσεις. Τὴν εἵλκυσε περισσότερο ἡ ἀλήθεια τοῦ Χριστοῦ, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπεδίωξε νὰ ἐπισκεφθεῖ τοὺς Ἁγίους Τόπους. Ὅταν ὁ σκοπός της πραγµατοποιήθηκε, αἰσθάνθηκε τὴν ψυχή της νὰ φτερουγίζει στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπιστροφή της, ὅµως, στὴ Βασιλεύουσα, ἐπεφύλασσε ἐκπλήξεις. Οἱ σχέσεις της µὲ τὸν Θεοδόσιο ψυχράνθηκαν, λόγω συκοφαντιῶν. Γι΄ αὐτό, µὲ τὴν ἄδειά του ἐπέστρεψε στὴν Ἱερουσαλήµ, ὅπου ἵδρυσε πολλὰ µοναστήρια. Καὶ µὲ προσευχή, µελέτη καὶ «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεµνότητι», τελείωσε τὴν ζωή της.






Ὁ Ὅσιος Σέριδος ἡγούµενος τῆς Μονῆς στὴ Γάζα



Ὁ µεγάλος αὐτὸς ἀσκητής, ὑπῆρξε ἡγούµενος τοῦ µεγάλου κοινοβίου, ποὺ βρισκόταν

κοντὰ στὴ Γάζα, ὅπου ἔλαµψαν µὲ τὴν πνευµατική τους ἄσκηση ὁ Βαρσανούφιος µὲ τὸν

µαθητή του Ἰωάννη, καθὼς καὶ ὁ µέγας ἀββᾶς Δωρόθεος. Ὁ Ὅσιος Σέριδος ἀπεβίωσε

εἰρηνικά.






Οἱ Ὅσιοι Δωρόθεος καὶ Δοσίθεος ὁ ὑποτακτικός του



Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος ἦταν ἀσκητὴς στὴν κοινοβιακὴ Μονὴ τοῦ ἀββᾶ Σέριδου, κοντὰ στὴ Γάζα. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἀββᾶ Ἰωάννη τοῦ προφήτη, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἵδρυσε δική του Μονή, ὅπου ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ δὲ Ὅσιος Δοσίθεος ἦταν ὑποτακτικὸς τοῦ ἀββᾶ Δωροθέου. Ἀναδείχθηκε καὶ αὐτὸς στὴν ἀσκητικὴ πάλη καὶ ἀφοῦ ἔζησε κατὰ τὸ παράδειγµα τοῦ γέροντά του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Μνήµη τῆς ἀοιδίµου καὶ παµµακαρίστου βασιλίσσης καὶ κτητορίσσης τῆς σεβασµίας Μονῆς τοῦ Παντοκράτορος Σωτῆρος Χριστοῦ Εἰρήνης τῆς

µετονοµασθείσης Ξένης µοναχῆς



Ἔζησε τὸν 12ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ ἦταν κόρη ὡραία καὶ ἐνάρετη. Αὐτὸ τὸ παρατήρησε ὁ βασιλιὰς Ἀλέξιος ὁ Κοµνηνὸς καὶ τὴν πάντρεψε µὲ τὸ γιό του Ἰωάννη, τὸν ἐπονοµαζόµενο Καλοϊωάννη λόγω τῶν πολλῶν του ἀρετῶν. Ἡ ἐνάρετη λοιπὸν βασίλισσα Εἰρήνη, ξόδευε µὲ ἁπλοχεριὰ σὲ φιλανθρωπικὰ ἔργα, µόνη µάλιστα πήγαινε σὲ φτωχικὲς καλύβες, γιὰ νὰ δώσει ὄχι µόνο χρήµατα, ἀλλὰ καὶ ἀνώτερη ἐνίσχυση καὶ παρηγοριὰ τῆς ἐλπίδας στὸ Χριστό. Ἐπίσης ἔκτισε γηροκοµεῖα καὶ ξενῶνες, καὶ ἄφησε σ΄ αὐτὰ µεγάλα χρηµατικὰ ποσὰ γιὰ τὴν ἀσφαλῆ καὶ ἄνετη συντήρησή τους. Στὴ συνέχεια ὅµως, ἡ Εἰρήνη δοκίµασε µεγάλες θλίψεις. Ὁ ἄντρας της σὲ µία ἐκστρατεία του στὴ Συρία τὸ 1143, πέθανε. Ἀργότερα τὸ ἴδιο συνέβη καὶ µὲ τὰ δυὸ ἀπὸ τὰ τέσσερα παιδιά της. Τότε ἡ Εἰρήνη θέλησε νὰ βρεῖ ἀνακούφιση στὶς θλίψεις της µέσα στὴ

µοναχικὴ ζωή. Ἀφοῦ λοιπὸν πῆρε καὶ τὴν συγκατάθεση τοῦ βασιλιᾶ γιοῦ της Μανουήλ, ἀποσύρθηκε στὴ µονὴ Παντοκράτορος, ὅπου καὶ ἔγινε µοναχή, µετονοµασθεῖσα Ξένη. Ἐκεῖ τὴν βρῆκε ὁ θάνατος καὶ τὴν κήδευσαν µὲ µεγάλη ἁπλότητα, ὅπως ἡ ἴδια τὸ ἐπιθυµοῦσε. Διότι λίγο πρὶν πεθάνει ἔλεγε, ὅτι ἡ βασίλισσα Εἰρήνη εἶχε πεθάνει πρὸ πολλοῦ, καὶ δὲν ἔµενε πλέον παρὰ µόνο ἡ µοναχὴ Ξένη.






Ὁ Ἅγιος Κορωνᾶτος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ἀπόδοσις ἑορτῆς τῆς θείας Μεταµορφώσεως τοῦ Σωτῆρος

Ὁ Ἅγιος Μάξιµος τῆς Μόσχας ( Ἀνακοµιδὴ λειψάνων)



Διὰ Χριστὸν σαλός.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 14



     Ὁ Προφήτης Μιχαίας

     Ὁ Ἅγιος Μάρκελλος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀπαµείας

     Ἀνακοµιδὴ Τιµίου Σταυροῦ στὸ Παλάτι

     Ὁ Ἅγιος Οὐρσίκιος

     Ὁ Ἅγιος Λούκιος ὁ στρατιώτης

     Ὁ Ἅγιος Συµεὼν ὁ Τραπεζούντιος, ὁ χρυσοχόος

     Ἡ Ἀνακοµιδὴ τῶν τιµίων Λειψάνων τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου ἡγουµένου τοῦ

Σπηλαίου (Ρῶσος)

     Προεόρτια (παραµονή) τῆς Κοιµήσεως τῆς Θεοτόκου







Ὁ Προφήτης Μιχαίας



Ὁ προφήτης Μιχαίας ἔζησε στὴν Ἱερουσαλὴµ τὸ 748-696 πρὸ Χριστοῦ, ἐπὶ τῶν βασιλέων Ἰωαθάµ, Ἄχαζ καὶ Ἐζεκίου. Ἀνῆκε στὴ φυλὴ τοῦ Ἰούδα καὶ γεννήθηκε στὴ Μορασθῆ, γι᾿ αὐτὸ καὶ ὀνοµάσθηκε καὶ Μορασθίτης. Ὁ Μιχαίας, σχεδὸν σύγχρονος µὲ τὸν προφήτη Ἡσαΐα, εἶναι ἕκτος ἀπὸ τοὺς µικροὺς λεγόµενους προφῆτες. Ἡ προφητεία του ἀποτελεῖται ἀπὸ ἑπτὰ κεφάλαια. Στὰ πρῶτα τρία, προαναγγέλλει τὴν καταστροφὴ τῆς Σαµάρειας. Στὰ ἑπόµενα δυὸ µιλάει γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ Μεσσία καὶ στὰ δυὸ τελευταῖα ἐλέγχει τὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ποὺ γιὰ νὰ ἐξιλεωθεῖ ζῆτα νὰ κάνει διάφορες θυσίες στὸ Θεό, ἐνῷ ὁ Μιχαίας τοῦ ὑπενθυµίζει τὸ πραγµατικὸ καθῆκον ποὺ ἔχει στὸ Θεό, µὲ τὴν ἑξῆς ἐρώτηση: «Τί Κύριος ἐκζητεῖ παρὰ σοῦ ἀλλ΄ ἢ τοῦ ποιεῖν κρῖµα καὶ ἀγαπᾶν ἔλεον καὶ ἕτοιµον εἶναι τοῦ πορεύεσθαι µετὰ Κυρίου Θεοῦ σου;». Δηλαδή, τί ζητάει ἀπὸ σένα ὁ Θεός, παρὰ µόνο νὰ εἶσαι δίκαιος, εὐσπλαγχνικὸς καὶ πρόθυµος νὰ πορεύεσαι

σύµφωνα µὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου; Μία διαχρονικὴ ὑπενθύµιση, ποὺ ἀνταποκρίνεται φυσικὰ καὶ στοὺς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς µας. Γενικά, τὸ βιβλίο τοῦ Μιχαία, ποὺ γράφηκε στὴν ἑβραϊκή, διακρίνεται γιὰ τὴν γλαφυρότητα καὶ τὴν σαφήνεια τῶν φράσεών του. Νὰ ἀναφέρουµε ἐπίσης, ὅτι ὁ Μιχαίας, λόγω τοῦ ὅτι ἦταν σφοδρὸς ἐλεγκτὴς τῶν παρανοµιῶν τοῦ Ἀχαάβ, βασιλιᾶ τοῦ Ἰούδα, καταδιώκετο ἀπ΄ αὐτὸν καὶ σῳζόταν φεύγοντας στὰ ὄρη. Ἀλλ΄ ὅταν βασίλευσε ὁ γιὸς τοῦ Ἀχαὰβ Ἰωράµ, συνελήφθη ἀπ΄ αὐτόν, µὴ ἀνεχόµενος τοὺς ἐλέγχους του, κρεµάστηκε καὶ ἔτσι θανατώθηκε. Τὸ δὲ σῶµα του περισυνέλεξαν οἱ συγγενεῖς του καὶ τὸ ἔθαψαν στὴ Μορασθῆ, κοντὰ στὸ πολυανδρίο Ἐνακείµ.






Ὁ Ἅγιος Μάρκελλος Ἱεροµάρτυρας ἐπίσκοπος Ἀπαµείας



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ µεγάλου Θεοδοσίου (379 µ.Χ.). Ἀνεπτυγµένος, εὐσεβής, δίκαιος, καὶ µὲ µεγάλη διοικητικὴ ἱκανότητα ὁ Μάρκελλος, στὴν ἀρχὴ διακρίθηκε στὴν πολιτική, ὅπου θὰ µποροῦσε νὰ εἶχε λαµπρὸ µέλλον. Ἀλλ΄ αὐτὸς προτίµησε νὰ ἀφιερώσει τὸν ἑαυτό του στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Τέτοιος

ταλαντοῦχος κληρικός, ἑπόµενο ἦταν ὅτι θὰ καταλάµβανε ἀρχιερατικὸ θρόνο. Ἔγινε λοιπὸν ὁ Μάρκελλος ἐπίσκοπος τῆς Ἀπαµείας, ποὺ βρίσκεται στὴ Συρία. Καὶ διακρίθηκε ὄχι µόνο γιὰ τὴν καθαρότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὴν διδακτικότητα, ἀλλὰ καὶ

γιὰ τὰ ἀρχηγικὰ καὶ διοικητικά του χαρίσµατα. Γνωρίζοντας νὰ ἐµπνέει καὶ νὰ διεγείρει τὸ εὐσεβὲς φρόνηµα, µόρφωσε πιστοὺς ἔνθερµους καὶ ἀνδρείους, ἕτοιµους νὰ χύσουν καὶ τὸ αἷµα τους γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Μπόρεσε ἀκόµα, νὰ ἑλκύσει στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου πολλοὺς ἐθνικούς. Ὅµως οἱ ἐπιτυχίες του αὐτές, προκάλεσαν ἐναντίον του τὴν µανία τῶν εἰδωλολατρῶν. Καὶ κάποια µέρα, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά. Ἔτσι ὁ Μάρκελλος, ἀφοῦ στὴ ζωή του πολιτεύτηκε σὰν ἅγιος, ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ πεθάνει καὶ σὰν µάρτυρας. (Κατὰ τὸν Delehaye, ἀναφέρεται σὰν ἐπίσκοπος Ἀπαµείας τῆς Συρίας µετὰ τῶν 70 µαθητῶν αὐτοῦ).






Ἀνακοµιδὴ Τιµίου Σταυροῦ στὸ Παλάτι



Κατὰ τὴν ἡµέρα αὐτὴ ἀπετίθετο καὶ πάλι ὁ Τίµιος Σταυρὸς στὰ ἀνάκτορα, ὁ ὁποῖος ἦταν ἐκτεθειµένος ἀπὸ τοῦ τέλους Ἰουλίου ἢ τὶς ἀρχὲς Αὐγούστου προκειµένου νὰ τὸν προσκυνήσουν οἱ πιστοί.






Ὁ Ἅγιος Οὐρσίκιος



Ὑπῆρξε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Μαξιµιανοῦ (286-305) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σιβεντοὺ τῆς Ἄνω Ἰλλυρίας. Ἦταν στρατιωτικὸς καὶ εἶχε φτάσει µέχρι καὶ τὸ βαθµὸ τοῦ τριβούνου. Καταγγέλθηκε στὸν Μαξιµιανὸ ἀπὸ κάποιον Οὔαλεντα ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ παραπέµφθηκε στὸν ἔπαρχο Ἀριστείδη γιὰ ἀνάκριση. Ἀλλ΄ ὁ Οὔρσικιος ὁµολόγησε

µὲ θάρρος τὴν χριστιανική του πίστη καὶ βασανίστηκε σκληρὰ καὶ ποικιλοτρόπως. Ἐπειδὴ ὅµως ἐπέµενε νὰ ὁµολογεῖ τὸν Χριστό, ἀποκεφαλίστηκε καὶ ἔτσι ἔλαβε ἔνδοξα τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Ὁ Ἅγιος Λούκιος ὁ στρατιώτης



Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Ὁ Ἅγιος Συµεὼν ὁ Τραπεζούντιος, ὁ χρυσοχόος



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζοῦντα, ἀλλὰ ζοῦσε καὶ ἔκανε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ χρυσοχόου στὴν Κωνσταντινούπολη. Κάποτε λοιπὸν βρέθηκε σὲ µία συµπλοκή, µεταξὺ

χριστιανῶν καὶ τουρκοεβραίων, καὶ συκοφαντήθηκε ὅτι δῆθεν µαχαίρωσε ἕνα τουρκοεβραῖο. Ὁπότε συνελήφθη καὶ κλείστηκε στὴ φυλακή, ὅπου παρέµεινε γιὰ 40 ἡµέρες. Μόλις βελτιώθηκε ἡ ὑγεία τοῦ τραυµατισµένου τουρκοεβραίου, ὑποχρεώθηκε ὁ

Συµεὼν νὰ καταβάλει στὸν παθόντα γιὰ νοσήλια 280 γρόσια. Μετὰ 10 ἡµέρες ἀπὸ τὴν ἀποφυλάκιση τοῦ Συµεών, ὁ τουρκοεβραῖος, παρὰ τὴν βελτίωση τῆς ὑγείας του, ὑπέκυψε στὰ τραύµατά του. Τότε ὁ Συµεὼν συνελήφθη καὶ πάλι, καὶ ὁ κριτὴς τὸν πίεζε νὰ γίνει µωαµεθανὸς προκειµένου ν΄ ἀποφύγει τὴν θανατικὴ καταδίκη. Ἀλλ΄ ὁ

µάρτυρας θαρραλέα ἀπάντησε: «Ἂν καὶ µύριους θανάτους µοῦ δώσετε, ἀπὸ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν Κύριό µου καὶ Θεό µου δὲν χωρίζω». Τότε στὶς 14-

8-1653 τὸν κρέµασαν κάτω ἀπὸ ἕναν πλάτανο στὴν Κωνσταντινούπολη. Μαρτύριο τοῦ

Ἁγίου αὐτοῦ νεοµάρτυρα συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καρυοφύλλης.






Ἡ Ἀνακοµιδὴ τῶν τιµίων Λειψάνων τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου ἡγουµένου τοῦ

Σπηλαίου (Ρῶσος)






Προεόρτια (παραµονή) τῆς Κοιµήσεως τῆς Θεοτόκου

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 15



     Ἡ Κοίµησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου

     Ἀνάµνηση θαύµατος Ὑπεραγίας Θεοτόκου

     Ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος







Ἡ Κοίµησις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου



Ὅπως εἶναι γνωστό, ἐπάνω ἀπὸ τὸ Σταυρὸ ὁ Κύριός µας Ἰησοῦς Χριστός, ἔδωσε ἐντολὴ καὶ τὴν Παναγία µητέρα του παρέλαβε ὁ Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστὴς στὸ σπίτι του, ὅπου διέµενε µαζὶ µὲ τὸν ἀδελφό του Ἰάκωβο καὶ τὴν µητέρα του Σαλώµη, συγγενῆ τῆς Θεοτόκου. Ὅταν δὲ ἦλθε ἡ στιγµὴ νὰ τελειώσει τὴν ἐπίγεια ζωή της, ἄγγελος Κυρίου τῆς τὸ ἔκανε γνωστὸ τρεῖς µέρες πρίν. Ἡ χαρὰ τῆς Θεοτόκου ὑπῆρξε µεγάλη, διότι θὰ συναντοῦσε τὸ µονογενῆ της Υἱὸ καὶ Θεὸ ὅλων τῶν ἀνθρώπων. Πῆγε, λοιπόν, καὶ προσευχήθηκε στὸ ὄρος τῶν Ἐλαίων, ὅπου συνήθιζε νὰ προσεύχεται καὶ ὁ Κύριος Ἰησοῦς. Ἔπειτα, γύρισε στὸ σπίτι τοῦ Ἰωάννη, ὅπου ἔκανε γνωστὴ τὴν ἐπικείµενη κοίµησή της. Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι τὴν τρίτη ἡµέρα ἀπὸ τὴν ἐµφάνιση τοῦ ἀγγέλου, λίγο πρὶν κοιµηθεῖ ἡ Θεοτόκος, οἱ Ἀπόστολοι δὲν ἦταν ὅλοι στὰ Ἱεροσόλυµα, ἀλλὰ σὲ µακρινοὺς τόπους ὅπου κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο. Τότε, ξαφνικὰ νεφέλη τοὺς ἅρπαξε καὶ τοὺς ἔφερε ὅλους µπροστὰ στὸ κρεβάτι, ὅπου ἦταν ξαπλωµένη ἡ Θεοτόκος καὶ περίµενε τὴν κοίµησή της. Ὅταν ἐκοιµήθη, µὲ ψαλµοὺς καὶ ὕµνους τὴν τοποθέτησαν στὸ µνῆµα τῆς Γεσθηµανῆ. Μετὰ τρεῖς ἡµέρες, ἄνοιξαν τὸν τάφο καὶ ἔκπληκτοι διαπίστωσαν ὅτι ἡ Παναγία ἀναστήθηκε σωµατικὰ καὶ ἀνελήφθη στοὺς οὐρανούς. Καὶ βέβαια, ὅλη ἡ ἀνθρωπότητα, µὲ εὐγνωµοσύνη γιὰ τὶς πρεσβεῖες της στὸ Σωτῆρα Χριστό, ἀναφωνεῖ: «Χαῖρε, ὦ Μῆτερ τῆς ζωῆς».






Ἀνάµνηση θαύµατος Ὑπεραγίας Θεοτόκου



Πρόκειται γιὰ συντριβὴ τῶν Σαρακηνῶν, µὲ θαυµατουργικὸ τρόπο ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο, στὰ χρόνια ποὺ βασιλιὰς τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἦταν ὁ Λέων ὁ Ἴσαυρος (716).






Ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος



Ὁ Ἅγιος µάρτυς Ταρσίζιος, µαρτύρησε στὴ Ρώµη, σὲ πολὺ νεαρὴ ἡλικία, τὸν καιρὸ ποὺ ἦταν αὐτοκράτορες ὁ Οὐαλεριανὸς καὶ Γαλιηνὸς (257 µ.Χ.). Ἦταν µαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἱεροµάρτυρος Στεφάνου, ἐπισκόπου Ρώµης, ποὺ ἡ Ἐκκλησία µας τιµᾶ τὴ µνήµη του στὶς τρεῖς Αὐγούστου. Ἀπὸ µικρὴ ἡλικία ὁ Ταρσίζιος βοηθοῦσε τοὺς ἱερεῖς στὶς λειτουργικὲς συνάξεις καὶ γι᾿ αὐτὸ τὸ λόγο, τὰ µαρτυρολόγια τὸν ἀναφέρουν ὡς

«Ἀκόλουθο», ποὺ σηµαίνει ἀκόλουθος-βοηθὸς τῶν ἱερέων στὸ ἔργο τους. Τὸ χαρακτηριστικὸ γεγονὸς µὲ τὸν Ταρσίζιο ἔχει ὡς ἑξῆς: ὅταν εἶχε ξεσπάσει διωγµὸς κατὰ τῆς Ἐκκλησίας ἐκεῖνα τὰ χρόνια, κάποια µέρα, ἐµπιστεύθηκαν στὸν Ταρσίζιο τὰ Τίµια Δῶρα, τὸ Σῶµα καὶ τὸ Αἷµα τοῦ Χριστοῦ, γιὰ νὰ τὰ µεταφέρει στοὺς συλληφθέντες

µελλοθάνατους χριστιανούς, ποὺ βρίσκονταν στὶς φυλακές. Στὸ δρόµο ὅµως, τὸν κύκλωσαν εἰδωλολάτρες καὶ τοῦ ζητοῦσαν ἐπίµονα νὰ τοὺς παραδώσει αὐτὸ ποὺ κρατοῦσε στὸ στῆθος του. Ὁ Ταρσίζιος ἀρνήθηκε σθεναρὰ καὶ τότε αὐτοὶ τὸν ξυλοκόπησαν µέχρι θανάτου. Ὅταν ὅµως ἔσκυψαν γιὰ νὰ πάρουν αὐτὸ ποὺ κρατοῦσε ὁ Ταρσίζιος, διαπίστωσαν ἔντροµοι, ὅτι τὰ Τίµια Δῶρα εἶχαν ἐξαφανιστεῖ θαυµατουργικὰ καὶ στὰ χέρια τοῦ νεαροῦ Ἁγίου ἦταν µόνο τὸ πανὶ ποὺ τὰ κάλυπτε. Οἱ χριστιανοὶ παρέλαβαν εὐλαβικὰ τὸ ἅγιο λείψανό του καὶ τὸ µετέφεραν στὸ κοιµητήριο (κατακόµβη) τοῦ τάφου τοῦ Ἁγίου Καλλίστου (στὴ Ρώµη), ὅπου µέχρι σήµερα δείχνουν τὸ σηµεῖο τοῦ τάφου του. Ἀργότερα ὁ ἐπίσκοπος Ρώµης Δάµασος τοποθέτησε πάνω στὸν τάφο του, τὸ ἑξῆς ἐπίγραµµα: «... Ἐνῷ ὁ Ἅγιος Ταρσίζιος ἔφερε τὰ µυστήρια τοῦ Χριστοῦ, κάποιος µὲ χέρι βέβηλο πῆγε νὰ τὰ µολύνει. Κεῖνος ὅµως προτίµησε νὰ δώσει τὴν ζωή του, παρὰ νὰ δώσει «τοῖς κυσίν... τοὺς θείους µαργαρίτες». Τὸ παραπάνω κείµενο στηρίζεται στὸ Ρωµαῖκο µαρτυρολόγιο: ACTA SANCTORUM, AUGUSTΙTOMUS ΙΙΙ. Σήµερα στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Καραβᾶ τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς, τελεῖται πανηγυρικὴ Σύναξις πρὸς τιµὴν τοῦ Ἁγίου Ταρσιζίου, τὸ πρῶτο Σάββατο µετὰ τὴν γιορτὴ τῆς Ὑπαπαντῆς ἀπὸ ὅλη τὴν Νεανικὴ Κίνηση τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Πειραιῶς.



Τὶς παραπάνω πληροφορίες, σχετικὰ µὲ τὴν βιογραφία του Ἁγίου Ταρσιζίου, µᾶς παραχώρησαν οἱ ἱερεῖς τοῦ προαναφερθέντος ἐνοριακοῦ Ἱεροῦ ναοῦ π. Γεώργιος Κρητικὸς καὶ π. Μεθόδιος Κρητικός.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 16



     Ὁ Ἅγιος Διοµήδης

     Ὁ Ὅσιος Χαιρήµων

     Ὁ Ἅγιος Ἀλκιβιάδης

     Οἱ Ἅγιοι 33 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη

     «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ ἡ ἀνάµνησις τῆς εἰσόδου τῆς ἀχειροτεύκτου µορφῆς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (δηλαδὴ τὸ ἅγιο Μανδήλιο) ἐκ τῆς Ἐδεσσηνῶν πόλεως, εἰς ταύτην τὴν θεοφύλακτον Βασιλίδα (Κωνσταντινούπολη) ἀνακοµισθείσης»

     «Ἡ ἐν τῷ Ναῷ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς ἐξάντλησις τοῦ ἁγιασµοῦ καὶ αὖθις ἀνάδοσις»

     «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ συνέφθασε καὶ ἡ µνήµη τῆς µετ΄ οἰκτιρµῶν ἐπενεχθείσης ἡµῖν ἐν τοῖς πάλαι χρόνοις φοβέρας ἀπειλῆς τοῦ σεισµοῦ, ἣς παρ΄ ἐλπίδα πᾶσαν ἐλυτρώσατο ἡµᾶς ὁ πανοικτίρµων Θεός»

     Ὁ Ἅγιος Μακάριος Ἀρχιεπίσκοπος

     Ὁ Ὅσιος Νεῖλος ὁ Ἐρικούσιος

     Ὁ Ἅγιος Νικόδηµος ὁ Μοναχός, ὁ ἐκ Μετεώρων

     Ὁ Ὅσιος Γεράσιµος ὁ νέος ἀσκητής, ποὺ ἀσκήτευσε στὴ νῆσο Κεφαλληνία

     Ὁ Ἅγιος Σταµάτιος ἀπὸ τὸ Βόλο

     Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος ὁ Νέος

     Οἱ Ἅγιοι Σεραφείµ, Δωρόθεος, Ἰάκωβος, Δηµήτριος, Βασίλειος καὶ Σαράντης -

εὕρεσις τῶν τιµίων λειψάνων τους

     Ὁ Ὅσιος Τιµόθεος ἐπίσκοπος Εὐρίπου κτίτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Πεντέλης

     Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ὁ Μετεωρίτης







Ὁ Ἅγιος Διοµήδης



Γεννήθηκε στὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας καὶ σπούδασε τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήµη. Ἡ ἐπιστηµονική του γνώση δὲν τὸν ἔκανε ὑπερήφανο, ἀλλὰ διατήρησε τὴν εὐσέβεια, στὴν ὁποία τὸν ἀνέθρεψαν οἱ γονεῖς του. Καὶ ὅπως ὁ Κύριος, ὁ Ἰατρὸς τῶν σωµάτων καὶ τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων, «ἐλάλει αὐτοῖς περὶ τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, καὶ τοὺς χρείαν ἔχοντας θεραπείας ἰάσατο», µιλοῦσε δηλαδὴ σ΄ αὐτοὺς γιὰ τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ καὶ γιάτρευε ἐκείνους ποὺ εἶχαν ἀνάγκη θεραπείας, ἔτσι καὶ ὁ Διοµήδης, µιµούµενος τὸν Κύριό του καὶ Θεό του, ἐξασκοῦσε ἀφιλοκερδῶς καὶ φιλάνθρωπα τὸ ἰατρικό του ἐπάγγελµα. Συγχρόνως, ὅµως, µὲ τὴν θεραπεία τῶν σωµάτων, ὁ Διοµήδης κήρυττε µὲ θέρµη στοὺς ἀσθενεῖς καὶ τὴν σωτηριώδη ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ βοήθησε πολλὲς ψυχὲς νὰ ὁδηγηθοῦν στὸ Σωτῆρα Χριστό. Ὁ θεῖος ζῆλος ἔφερε τὸ Διοµήδη µέχρι τὴν Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ὅπου καὶ ἐκεῖ θεράπευε ἀσθενεῖς, καὶ τὴν πίστη δίδασκε καὶ καλλιεργοῦσε. Ὅταν ὅµως ἄρχισε ὁ διωγµὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ θεοκίνητη δραστηριότητα τοῦ Διοµήδη καταγγέλθηκε στὸν αὐτοκράτορα. Τότε αὐτὸς διέταξε νὰ συλλάβουν τὸ Διοµήδη. Ἀλλὰ πρὶν συλληφθεῖ, ὁ Θεὸς τὸν κάλεσε κοντά Του

καὶ οἱ ἀπεσταλµένοι στρατιῶτες τὸν βρῆκαν νεκρό. Καὶ ὅµως, ἔτσι νεκρὸ τὸν ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ὅσιος Χαιρήµων



Ἀσκητὴς τῆς ἐρήµου. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν ὥρα ποὺ ἐργαζόταν.






Ὁ Ἅγιος Ἀλκιβιάδης



Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Οἱ Ἅγιοι 33 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.






«Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ ἡ ἀνάµνησις τῆς εἰσόδου τῆς ἀχειροτεύκτου µορφῆς τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ (δηλαδὴ τὸ ἅγιο Μανδήλιο) ἐκ τῆς Ἐδεσσηνῶν πόλεως, εἰς ταύτην τὴν θεοφύλακτον Βασιλίδα (Κωνσταντινούπολη) ἀνακοµισθείσης»



Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης, γιὰ τὴν περίπτωση αὐτή, γράφει τὰ ἑξῆς στὸ Ἁγιολόγιό του: «Ἡ τῆς ἀχειροποίητου εἰκόνος τοῦ Χριστοῦ ἀνακοµιδὴ ἐκ τῆς Ἐδέσσης, ἔνθα ἐφυλάττετο µετὰ τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Αὐγάρου, ἐγένετο ἐπὶ τῆς βασιλείας Ρωµανοῦ τοῦ Λεκαπηνοῦ τὸ 944 καὶ κατετέθη εἰς τὸν ἐν Βλαχέρναις ναὸν τῆς Θεοτόκου, ἐξ οὗ µετετέθη εἰς τὸν ἐν Φόρῳ ναὸν τῆς Θεοτόκου, κατὰ δὲ τὸ 967 Νικηφόρος ὁ Φωκᾶς µετεκόµισεν ἐξ Ἐδέσσης καὶ τὴν κέραµον, ἐφ΄ ἣς ἀπετυπώθη ὡσαύτως ἡ εἰκὼν τοῦ Χριστοῦ, διὰ τὸ εἶναι ταύτην πλησίον τῆς ἀχειροποίητου εἰκόνος ἐν Ἐδέσσῃ ἐν τῷ αὔτῳ τόπω. Τὴν περὶ τῆς εἰκόνος παράδοσιν διέσωσεν ὁ Ἱστορικὸς Εὐσέβιος (Ἔκκ. Ἴστ. βιβλ. Α΄, κεφλ. ἴγ΄). Ἡ εἴκων ἀπεστάλη ὑπὸ τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν τοπάρχην Ἐδέσσης Αὔγαρον διὰ τοῦ ἀποστόλου Ἀνανίου µέτ΄ ἐπιστολῆς τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν Αὔγαρον εἰς ἀπάντησιν προηγουµένης ἐπιστολῆς τοῦ τοπάρχου (ἴδ. ταύτας ἐν τοῖς Μηναίοις καὶ τοῖς Συναξαρισταῖς)».






«Ἡ ἐν τῷ Ναῷ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς ἐξάντλησις τοῦ ἁγιασµοῦ καὶ αὖθις ἀνάδοσις»

«Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ συνέφθασε καὶ ἡ µνήµη τῆς µέτ΄ οἰκτιρµῶν ἐπενεχθείσης ἡµῖν ἐν τοῖς πάλαι χρόνοις φοβερᾶς ἀπειλῆς τοῦ σεισµοῦ, ἣς παρ΄ ἐλπίδα πᾶσαν ἐλυτρώσατο ἡµᾶς ὁ πανοικτίρµων Θεός»






Ὁ Ἅγιος Μακάριος Ἀρχιεπίσκοπος



Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο (σελ. 103), χωρὶς νὰ δηλώνεται ἡ ἀρχιεπισκοπή του. Ἴσως νὰ ἦταν κάποιος ἀπὸ τοὺς Ἀρχιεπισκόπους τοῦ Ἱεροσολυµιτικοῦ θρόνου.






Ὁ Ὅσιος Νεῖλος ὁ Ἐρικούσιος



Γεννήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἦταν γιὸς τοῦ Ἰωάννου Λασκάρεως, ἀδελφοῦ τοῦ αὐτοκράτορα Θεοδώρου Λασκάρεως, ποὺ βασίλευσε στὴ Νίκαια τὸ 1204. Ὁ Ὅσιος Νεῖλος ἀπὸ τὸν διωγµὸ τῶν Λατίνων, κατέφυγε στὰ παράλια του Πόντου στὴ Μονὴ Ἀκοίµητων, ὅπου ἡγούµενος ἦταν ὁ Ὅσιος Μάρκελος, ὁ ὁποῖος τὸν χειροτόνησε Μοναχὸ µὲ τὸ ὄνοµα Νεῖλος, ἀπὸ Νικόλαος, ποὺ ἦταν τὸ ἀρχικό του. Μετὰ ἀπὸ χρόνια, τὸ 1261, ὁ Νεῖλος ἐπανῆλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, πῆρε χρήµατα ἀπὸ τὴν µητέρα του καὶ ἔφυγε στὰ Ἱεροσόλυµα, ὅπου ἔµεινε ἕξι χρόνια. Κατόπιν ἐπανῆλθε στὴν

Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ ἐξοριστεῖ ἀπὸ τὸν λατινόφρονα αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Α΄ τὸν

Παλαιολόγο στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ, στὴ Μονὴ Ἰβήρων ἔµεινε 10 χρόνια. Ἔπειτα,

κλήθηκε ἀπὸ τὸν Ἀνδρόνικο Παλαιολόγο καὶ ἀφοῦ ἔλαβε χρήµατα ἀπὸ τὴν ἀδελφή

του, ταξίδεψε σὲ πολλοὺς τόπους τῆς Μεσογείου. Κατέληξε σ΄ ἕνα ἐρηµονῆσι, τὴν

Ἐρικούσα, ἀπ΄ ὅπου πῆρε καὶ τὴν ἐπωνυµία Ἐρικούσιος. Τὸ νησὶ αὐτὸ ἦταν κοντὰ στὴν

Κέρκυρα καὶ ἀσκήτευσε ἐκεῖ 10 χρόνια. Κατόπιν πέρασε στὴν Ἤπειρο, ὅπου στὴ

Θεσπρωτία ἔκτισε τὴν Μονὴ Ἱεροµερίου. Ἐκεῖ, µετὰ ἀπὸ πολλοὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες,

ἔφθασε σὲ βαθιὰ γεράµατα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Νικόδηµος ὁ Μοναχός, ὁ ἐκ Μετεώρων



Ὁ νέος ὁσιοµάρτυρας Νικόδηµος, ἀπὸ τὰ Μετέωρα, µαρτύρησε γιὰ τὴν εὐσέβειά του στὶς 16 Αὐγούστου 1551. Ἄγνωστο ποῦ καὶ ὑπὸ ποιὲς συνθῆκες.






Ὁ Ὅσιος Γεράσιµος ὁ νέος ἀσκητής, ποὺ ἀσκήτευσε στὴ νῆσο Κεφαλληνία



Ὁ Ὅσιος Γεράσιµος ἀπεβίωσε τὴν 15η Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1579, ἀλλ΄ ἐπειδὴ τὴν

ἡµέρα αὐτὴ πανηγυρίζεται ἡ µνήµη τῆς Κοιµήσεως τῆς Θεοτόκου, τελεῖται ἡ γιορτή του

τὴν 20η Ὀκτωβρίου, τότε ποὺ ἔγινε ἡ ἀνακοµιδὴ τοῦ θαυµατουργοῦ λειψάνου του. Τὴν

ἡµέρα αὐτὴ ὅµως, ἀναγράφηκε ἡ µνήµη τῆς κοιµήσεώς του καὶ γίνεται στὴν Κεφαλονιὰ

µεγάλο πανηγύρι (βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 20η Ὀκτωβρίου).






Ὁ Ἅγιος Σταµάτιος ἀπὸ τὸν Βόλο



Ὁ ἅγιος αὐτὸς νεοµάρτυρας, καταγόταν ἀπὸ ἕνα χωριὸ τοῦ Βόλου, Ἅγιος Γεώργιος ὀνοµαζόµενο, τῆς ἐπαρχίας Δηµητριάδος. Ἦλθε κάποτε σὰν πρεσβευτὴς τῶν συγχωριανῶν του στὴν Κωνσταντινούπολη, προκειµένου νὰ παραπονεθεῖ γιὰ τὶς ἀδικίες κάποιου ἀγὰ σὲ βάρος τῶν συµπατριωτῶν του, κατὰ τὴν εἴσπραξη τῶν φόρων. Ἐκεῖ ὅµως, ἀντὶ νὰ δικαιώσουν τὴν παρουσία του, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν πίεζαν νὰ δεχτεῖ τὴν µουσουλµανικὴ θρησκεία. Ὁ Σταµάτιος, ἀφοῦ ἀπέρριψε ὅλες τὶς κολακεῖες, τὶς ὑποσχέσεις καὶ τοὺς φοβερισµοὺς τῶν Τούρκων, ἀποκεφαλίστηκε στὶς 16 Αὐγούστου

1680 ἡµέρα Δευτέρα, µπροστὰ στὸ παλάτι, στὴν Ἁγία Σοφία. Μαρτύριο τοῦ Ἁγίου, ποὺ συνέγραψε ὁ µοναχὸς Ἰάκωβος ὁ Ἁγιορείτης τὸ 1680, βρίσκεται στὸν ὑπ᾿ ἀριθµ. 805

Κώδικα τῆς Μονῆς Βατοπεδίου, φ. 12α-14.






Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος ὁ Νέος



Γεννήθηκε στὸν Ἅγιο Λαυρέντιο τοῦ Πηλίου τὸ 1667. Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν

Κώστας Σταµατίου καὶ ἡ µητέρα του Μέλω. Σὲ ἡλικία 15 χρονῶν ἔµεινε ὀρφανὸς καὶ τὸ

1682 πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἐργαζόταν σ᾿ ἕνα καπηλειό. Ὁ Ἀπόστολος,

ἐπειδὴ ἦταν καὶ τουρκοµαθής, ἀνέλαβε τὴν ὑποστήριξη τῶν ἀγρίως φορολογουµένων

συµπατριωτῶν του, καὶ ἀπέδωσε αὐτοπροσώπως ἀναφορά τους στὸν ἀρχιευνοῦχο.

Κατὰ τὴν ἐπίδοση αὐτή, ἀνέπτυξε καὶ προφορικὰ µὲ µεγάλη παρρησία τὰ δίκαια

παράπονα τῶν συµπατριωτῶν του. Λόγω αὐτῆς τῆς παρρησίας, φυλακίστηκε καὶ µὲ

ψεύτικες κατηγορίες καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Ἔτσι δέχτηκε τὸ στεφάνι τοῦ

µαρτυρίου, ἀποκεφαλισθεὶς στὶς 16 Αὐγούστου 1686 στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅταν

ἦταν 19 χρονῶν.






Οἱ Ἅγιοι Σεραφείµ, Δωρόθεος, Ἰάκωβος, Δηµήτριος, Βασίλειος καὶ Σαράντης -

εὕρεσις τῶν τιµίων λειψάνων τους



Γι᾿ αὐτοὺς δὲν ἀναφέρουν τίποτα οἱ Συναξαριστές. Ἀκολουθία τους συνέταξε ὁ π. Γεράσιµος Μικραγιαννανίτης. Ὑπάρχει ὅµως παλιὸ χειρόγραφο, ποὺ φυλάσσεται στὸν φερώνυµο Ναὸ τῶν Ἁγίων στὰ Μέγαρα Ἀττικῆς, ποὺ µᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἡ εὕρεσις τῶν τιµίων λειψάνων τους ἔγινε τὸ ἔτος 1798 σὲ τοποθεσίες τῆς πόλεως τῶν Μεγάρων, µετὰ ἀπὸ ἐµφάνισή τους σὲ ὄνειρο ἑνὸς ἐννιάχρονου παιδιοῦ, ποὺ ὀνοµαζόταν Παΐσιος.






Ὁ Ὅσιος Τιµόθεος ἐπίσκοπος Εὐρίπου κτίτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Πεντέλης

Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κάλαµος Ἀττικῆς τὸ ἔτος 1510. Ὁ πατέρας του ἦταν ἱερέας καὶ τοῦ δίδαξε τὰ πρῶτα χριστιανικὰ γράµµατα. Ἀπὸ παιδὶ ὁ Τιµόθεος διακρινόταν γιὰ τὸ ἁγνὸ ἦθος του καὶ τὴν εὐλάβειά του στὰ θεῖα. Σπούδασε τὰ ἱερὰ γράµµατα στὴν Ἀθήνα µὲ τὴν βοήθεια τοῦ τότε ἐπισκόπου Ὠρωποῦ. Μετὰ τὶς σπουδές του, ἐπέστρεψε στὸν Ὠρωπό, κοντὰ στὸν προστάτη του Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος τὸν χειροτόνησε Διάκονο καὶ κατόπιν ἱερέα. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου αὐτοῦ, τὴν θέση του ἀνέλαβε ὁ Τιµόθεος. Τόσο ὅµως µεγάλο ἦταν τὸ πνευµατικὸ ἔργο τοῦ Τιµοθέου στὸν λαὸ τοῦ

Θεοῦ, ὥστε ἀργότερα ἐκλέχτηκε Ἀρχιεπίσκοπος Εὐρίπου (Χαλκίδος). Οἱ δυσκολίες ὅµως τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἀνάγκασαν τὸν Τιµόθεο νὰ καταφύγει τὸ 1575 στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τὸν Κάλαµο Ἀττικῆς. Ἐκεῖ, ἀναχώρησε στὸ ὄρος τῆς Πεντέλης, ὅπου τὸ

1578 ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Κοιµήσεως τῆς Θεοτόκου, καὶ ἀργότερα πῆρε τὸ ὄνοµα τοῦ Ὅσιου αὐτοῦ Πατρός. Τὸ 1590 πῆγε στὸ νησὶ Κέα (Τζιά), ὅπου στὶς 16 Αὐγούστου παρέδωσε εἰρηνικὰ τὸ πνεῦµα του. Ἡ ἁγία του κάρα σῴζεται µέχρι σήµερα στὴν Ἱερὰ Μονὴ Πεντέλης.






Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ὁ Μετεωρίτης

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 17



     Ὁ Ἅγιος Μύρων

     Οἱ Ἅγιοι Στράτων, Φίλιππος, Εὐτυχιανὸς καὶ Κυπριανός

     Οἱ Ἅγιοι Παῦλος καὶ Ἰουλιανὴ καὶ οἱ µαζὶ µ΄ αὐτοὺς µαρτυρήσαντες

Στρατόνικος, Κοδρᾶτος καὶ Ἀκάκιος οἱ δήµιοι

     Οἱ Ἅγιοι Θύρσος, Λεύκιος, Κορωνᾶτος καὶ ἡ συνοδεία τους

     Ὁ Ὅσιος Αἴγλων

     Ὁ Ὅσιος Ἠλίας ὁ Νέος

     Ἡ Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Ἀρµατίου

     Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Ὁσιοµάρτυρας

     Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Μοναχὸς ἀπὸ τὴν Σαµαρίνα τῆς Πίνδου

     Ὁ Ὅσιος Ἀλύπιος Ζωγράφος ὁ ἐν Σπηλαίῳ (Ρῶσος)







Ὁ Ἅγιος Μύρων



Ὁ Ἅγιος Μύρων µαρτύρησε ὅταν αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Δέκιος, τὸ 250 µ.Χ. Καταγόµενος ἀπὸ πλούσια οἰκογένεια, θὰ µποροῦσε νὰ ζήσει ἄνετα, µὲ ὅλα τὰ ἐπίγεια ἀγαθὰ ποὺ θὰ ἐπιθυµοῦσε. Ὅµως ἡ µεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὸ Χριστό, ἔκανε τὸ Μύρωνα νὰ χειροτονηθεῖ ἱερέας. Ἀφιερώθηκε, λοιπόν, ὁλοκληρωτικὰ στὸ ποιµαντικό του καθῆκον καὶ δίδασκε, νουθετοῦσε καὶ βοηθοῦσε τὸ κάθε ἕνα µέλος τοῦ ποιµνίου του.

Μεριµνοῦσε καθηµερινὰ γιὰ τοὺς φτωχούς, τὶς χῆρες καὶ τὰ ὀρφανά. Κάποτε, ὁ ἔπαρχος Ἀχαΐας Ἀντίπατρος πῆγε στὸν τόπο ὅπου λειτουργοῦσε ὁ Μύρων καὶ συνέλαβε πολλοὺς χριστιανούς. Γιὰ νὰ ἐκβιάσει λοιπὸν τὸ Μύρωνα, νὰ ἀλλαξοπιστήσει, ἔφερε µπροστά του τὸ ποίµνιό του καὶ τοῦ εἶπε ὅτι, ἂν αὐτὸς ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, θὰ τοὺς ἀφήσει ὅλους ἐλεύθερους. Ὁ Μύρων µειδίασε καὶ ἀπάντησε: «Ἂν ἦταν γιὰ τὴν σωτηρία τῶν πνευµατικῶν µου παιδιῶν, πρόθυµα θὰ ἔδινα τὴν ζωή µου.

Τώρα ὅµως δὲν πρόκειται γι᾿ αὐτό. Ἂς δώσουν λοιπὸν οἱ ἴδιοι ἀπάντηση». Τότε ὅλοι µαζὶ φώναξαν: «Ὄχι. Μία ἀνθρώπινη ψυχὴ εἶναι ἀσύγκριτα πολυτιµότερη ἀπὸ µύρια

σώµατα καὶ ἀπὸ τὸν κόσµο ὅλο. Ποιὸς λοιπὸν ἀπὸ µᾶς θέλει νὰ δεχθεῖ, ὥστε νὰ χάσει τὴν ψυχή του ὁ πνευµατικός µας πατέρας, γιὰ νὰ ζήσουν λίγο περισσότερο στὸν πρόσκαιρο αὐτὸ κόσµο οἱ δικές µας σάρκες;». Ὁ ἔπαρχος, ἐξοργισµένος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση, ἀφοῦ βασάνισε µὲ φρικτὸ τρόπο τὸ Μύρωνα, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισε.






Οἱ Ἅγιοι Στράτων, Φίλιππος, Εὐτυχιανὸς καὶ Κυπριανός



Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν κάτοικοι τῆς Νικοµήδειας καὶ καθηµερινὰ πήγαιναν στὸ ἀµφιθέατρο καὶ συστηµατικὰ δίδασκαν καὶ κατηχοῦσαν εἰδωλολάτρες. Αὐτὸ εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα, πολλοὶ εἰδωλολάτρες νὰ πιστέψουν στὸν Χριστὸ καὶ τὸ ἀµφιθέατρο σχεδὸν ἀδείασε ἀπὸ θεατὲς ἄπρεπων θεαµάτων. Ὁ ἄρχοντας τῆς Νικοµήδειας

παρατήρησε τὴν ἀραίωση τῶν θεατῶν, ἔµαθε τὴν αἰτία καὶ διέταξε τὴν ἄµεση σύλληψη

τῶν τεσσάρων Ἁγίων. Αὐτοὶ δὲν δίστασαν καὶ µπροστά του νὰ ὁµολογήσουν τὸν Χριστὸ καὶ τὰ ἔργα ποὺ ἐπιτελοῦσαν γιὰ τὴν ἀγάπη Του. Ἐξοργισµένος ὁ ἄρχοντας διέταξε καὶ τοὺς βασάνισαν σκληρά. Κατόπιν τοὺς ἔριξαν ζωντανοὺς στὴ φωτιὰ καὶ ἔτσι ἔνδοξα ἔλαβαν ὅλοι τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου.






Οἱ Ἅγιοι Παῦλος καὶ Ἰουλιανὴ καὶ οἱ µαζὶ µ΄ αὐτοὺς µαρτυρήσαντες Στρατόνικος,

Κοδρᾶτος καὶ Ἀκάκιος οἱ δήµιοι



Ὁ ἅγιος Παῦλος καὶ ἡ ἁγία Ἰουλιανὴ ἦταν ἀδέλφια µεταξύ τους, καὶ ἔζησαν στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ (270-275). Οἱ γονεῖς τους τοὺς ἀνέθρεψαν µὲ ὅλη τὴ ζωὴ τῆς χριστιανικῆς πίστης, ἱκανοὺς δηλαδὴ ὄχι µόνο γιὰ νὰ πιστεύουν καὶ νὰ στολίζονται ἀπὸ τὴν χρηστότητα τῆς ζωῆς, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ φέρουν ἐπ΄ ὤµου τὸ σταυρό τους, καὶ νὰ εἶναι ἕτοιµοι καὶ πρόθυµοι γιὰ ὅλες τὶς θυσίες τῆς κατὰ Χριστὸν αὐταπάρνησης. Καὶ ὅταν ὁ πατέρας καὶ ἡ µητέρα τους ἔφυγαν ἀπ΄ αὐτὴν τὴ ζωή, ὁ Παῦλος καὶ ἡ Ἰουλιανὴ ἔµειναν στὸ θεοχάρακτο δρόµο τους. Ὁ Παῦλος διέπρεπε µεταξὺ τῶν νέων, στοὺς ὁποίους πολλὲς φορὲς γινόταν δάσκαλος µὲ τὶς φωτεινὲς γνώσεις του καὶ µὲ τὴν καθαρὴ ζωή του. Τὸ ἴδιο βέβαια καὶ ἡ Ἰουλιανὴ µεταξὺ τῶν νεαρῶν κοριτσιῶν. Ἔτσι, ἀδελφὸς καὶ ἀδελφὴ ἔγιναν ἀπὸ τὰ λαµπρότερα σεµνώµατα τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας στὴν Πτολεµαΐδα. Αὐτὸ ὅµως, προκάλεσε τὸ µῖσος τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ κατήγγειλαν τὰ δυὸ ἀδέλφια στὸν αὐτοκράτορα Αὐρηλιανό, ὅταν κάποτε αὐτὸς πέρασε ἀπὸ τὴν πόλη τους. Ὁ Αὐρηλιανός, µὴ µπορώντας καὶ αὐτὸς νὰ κλονίσει τὴν πίστη

τους, διέταξε νὰ βασανιστοῦν σκληρά. Καὶ ἐνῷ οἱ δήµιοι, Στρατόνικος, Κοδρᾶτος καὶ Ἀκάκιος, τοὺς βασάνιζαν, θαύµασαν τὴν ψυχική τους ἀνδρεία, ὁµολόγησαν τὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίστηκαν ἐπὶ τόπου. Τέλος, οἱ νέοι δήµιοι, ἀφοῦ ἔκαψαν τὶς σάρκες τους µὲ ἀναµµένες λαµπάδες καὶ εἶδαν ὅτι καὶ πάλι τὰ δυὸ ἀδέλφια ἔµεναν ἀµετακίνητα στὴν πίστη τους, τοὺς ἀποκεφάλισαν.






Οἱ Ἅγιοι Θύρσος, Λεύκιος, Κορωνᾶτος καὶ ἡ συνοδεία τους



Ἴσως νὰ συγχέονται µὲ αὐτοὺς τῆς 14ης Δεκεµβρίου καὶ τὸ ὄνοµα Καλλίνικος τοῦ τρίτου µάρτυρα νὰ ἔγινε Κορωνᾶτος. Πάντως γι᾿ αὐτοὺς τοὺς τρεῖς ἀναφέρεται ὅτι

«τελεῖται αὐτῶν ἡ σύναξις πλησίον τῶν Ἐλενιανῶν».






Ὁ Ὅσιος Αἴγλων



Ἦταν ἀναχωρητής, ποὺ ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ἠλίας ὁ Νέος

Ἱδρυτὴς Μονῆς, ἀναχωρητής. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Σικελία. Προφήτευσε τὴν ἅλωση τῆς Θεσσαλονίκης. Ταξίδεψε στὴν Πελοπόννησο καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καὶ ἀσθένησε καὶ κατὰ τὴν ἐπιστροφή του στὴ Θεσσαλονίκη κατέλυσε στὸν ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τοῦ Ἁγίου Δηµητρίου. Πέθανε τὴν 17η Αὐγούστου τοῦ 903, ὁπότε καὶ ἡ

µνήµη του.






Ἡ Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Ἀρµατίου






Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Ὁσιοµάρτυρας



Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸ Βυζαντινὸ Ἑορτολόγιο τοῦ Γεδεὼν (σελ. 158).Μαρτύρησε ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων στὰ χρόνια του αὐτοκράτορα Κοπρώνυµου τὸ 768. Ἦταν

µοναχὸς στὸ βουνὸ τοῦ Αὐξεντίου.






Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Μοναχὸς ἀπὸ τὴν Σαµαρίνα τῆς Πίνδου



Στῦλος καὶ ἑδραίωµα τῶν σκλαβωµένων Ἑλλήνων ὁ µοναχὸς Δηµήτριος, γεννήθηκε στὴ Σαµαρίνα τῆς Πίνδου στὰ τέλη τοῦ 18ου αἰῶνα. Ἔγινε µοναχὸς στὸ µοναστήρι τῆς πατρίδας του, ὅπου µὲ προσευχὴ καὶ νηστεία ἐξάγνισε τὸ σῶµα καὶ τὴν ψυχή του. Μετὰ τὴν κατάπνιξη, ἀπὸ τὸν Ἀλῆ Πασᾶ τὸ 1808, τῆς ἐπανάστασης ποὺ ὑποκίνησε ὁ παπα- Εὐθύµιος Βλαχάβας, ὁ Δηµήτριος βγῆκε ἀπὸ τὸ µοναστήρι του καὶ γύριζε τὰ χωριὰ κηρύττοντας τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ διδάσκοντας ὑποµονὴ στὶς θλίψεις. Μετὰ ἀπὸ συκοφαντία τὸν συνέλαβε ὁ Ἀλῆ Πασᾶς καὶ τὸν φυλάκισε. Κατόπιν διέταξε τὸν ἄγριο βασανισµό του. Ἔτσι οἱ δήµιοι µὲ καλαµένιες ἀκίδες τρύπησαν τοὺς βραχίονές του καὶ ἔπειτα τὶς ἔµπηξαν στὰ νύχια τῶν χεριῶν καὶ τῶν ποδιῶν του. Στὴ συνέχεια ἔσφιξαν τὸ κεφάλι του σὲ µέγγενη καὶ κατόπιν ἀφοῦ τὸν κρέµασαν ἀνάποδα τὸν ἔκαιγαν ἀπὸ

κάτω µὲ φωτιά. Βλέποντας κάποιος Τοῦρκος τὴν γενναιότητα τοῦ Δηµητρίου, πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ ἔπειτα µαρτύρησε. Ὑστερα ὁ Ἀλῆ Πασᾶς ἔκτισε τὸν Δηµήτριο µέσα σ΄ ἕναν τοῖχο, ἀφήνοντας µόνο τὸ κεφάλι του ἀπ΄ ἔξω γιὰ νὰ παρατείνει τὸ µαρτύριο. Ὁ Μάρτυρας ἄντεξε ἔτσι 10 ἡµέρες. Τελικὰ παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸν Θεό, τὸ ἔτος

1808. Τὸ µαρτύριό του συνέγραψε ὁ πρόξενος τῆς Γαλλίας στὰ Ἰωάννινα Ε. Pouqueville.



(Τὸ µαρτύριο τοῦ ὁσιοµάρτυρα Δηµητρίου, ἀντέγραψε κατόπιν ὁ µοναχὸς Γεράσιµος Μικραγιαννανίτης. Νὰ σηµειώσουµε ἐδῶ, ὅτι ὁ Δουκάκης καὶ ὁ Ἅγιος Νικόδηµος στοὺς Συναξαριστές τους καθὼς καὶ ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του δὲν ἀναφέρουν τὴν

µνήµη τοῦ νεοµάρτυρα αὐτοῦ. Στὴν τοπικὴ ἁγιολογία τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Γρεβενῶν, ἕνα Ἡµερολόγιο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (1963), σελ. 306, ἀναφέρει τὴν

µνήµη τοῦ Ἁγίου τὴν 18η Αὐγούστου. Τὸ Μέγα Εὐχολόγιο ὅµως, καθὼς καὶ ὁ Otto

Meinardus, ἀναφέρουν τὴν µνήµη του τὴν 17η Αὐγούστου).

Ὁ Ὅσιος Ἀλύπιος Ζωγράφος ὁ ἐν Σπηλαίῳ (Ρῶσος)

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 18



     Οἱ Ἅγιοι Φλῶρος καὶ Λαῦρος

     Τὸ Ἅγιο πλῆθος τῶν πενήτων (φτωχῶν)

     Οἱ Ἅγιοι Ἑρµός (ἢ Ἑρµῆς), Σεραπίων καὶ Πολύαινος

     Ἡ Ἁγία Ἰουλιανὴ πλησίον τοῦ Στροβίλου

     Ὁ Ἅγιος Λέων

     Οἱ Ἅγιοι τέσσερις Ὅσιοι ἀσκητὲς

     Οἱ Ἅγιοι Γεώργιος καὶ Ἰωάννης Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως

     Οἱ Ὅσιοι Βαρνάβας, Σωφρόνιος καὶ Χριστοφόρος

     Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ Ἁγιορείτης

     Ἀνακοµιδὴ Ἱερῶν Λειψάνων Ὁσίου Ἀρσενίου τοῦ νέου, ἐν Πάρῳ

     Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Μοναχὸς ἀπὸ τὴν Σαµαρίνα τῆς Πίνδου







Οἱ Ἅγιοι Φλῶρος καὶ Λαῦρος



Ἦταν δίδυµα ἀδέλφια καὶ ἦταν ἄρρηκτα ἑνωµένοι διὰ τῆς θερµῆς πίστεως καὶ ἀγάπης ποὺ εἶχαν πρὸς τὸ Χριστό. Κατάγονταν ἀπὸ τὸ Βυζάντιο καὶ εἶχαν διδαχθεῖ τὸ χριστιανισµὸ καὶ τὴν τέχνη τοῦ λιθοξόου ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πρόκλο (καὶ ὄχι Πάτροκλο, ὅπως λανθασµένα γράφεται ἀπὸ ὁρισµένους Συναξαριστές, καὶ ἡ µνήµη του ἔτσι λανθασµένα ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 21η Ἰανουαρίου) καὶ Μάξιµο, οἱ ὁποῖοι ὑπέστησαν καὶ µαρτυρικὸ θάνατο γιὰ τὸ Χριστό. Μετὰ τὸ θάνατο τῶν διδασκάλων τους, ὁ Φλῶρος καὶ ὁ Λαῦρος ἀναχώρησαν στὴν Ἰλλυρία καὶ διάλεξαν σὰν τόπο διαµονῆς

τους τὴν πόλη Οὐλπιάνα. Στὴν πόλη αὐτὴ ἐργάζονταν τὴν τέχνη τους, ἀλλὰ συγχρόνως µέσῳ αὐτῆς προσπαθοῦσαν γιὰ τὴν ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐκεῖ

ὑπῆρχε καὶ κάποιος ἱερέας εἰδώλων, ὀνοµαζόµενος Μερέντιος. Ὁ γιὸς αὐτοῦ Ἀθανάσιος ἀπὸ τὸ ἕνα του µάτι ἔπαθε τύφλωση, ποὺ ἀπὸ τὴν ἰατρικὴ ἐπιστήµη δὲ βρῆκε θεραπεία. Τότε πλησίασε τοὺς δυὸ τεχνῖτες ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι µὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόµατος τοῦ Χριστοῦ θεράπευσαν τὸ µάτι τοῦ γιοῦ τοῦ εἰδωλολάτρη ἱερέα, µὲ ἀποτέλεσµα νὰ πιστέψουν καὶ οἱ δυὸ στὸ Χριστό. Αὐτὸ µόλις τὸ ἔµαθε ὁ ἔπαρχος Λύκων, συνέλαβε τοὺς δυὸ ἀδελφοὺς καί, ἀφοῦ τοὺς βασάνισε φρικτά, τοὺς ἔριξε µέσα σὲ ἕνα πηγάδι, ὅπου καὶ παρέδωσαν τὸ πνεῦµα τους. Ἔτσι, οἱ δυὸ τεχνῖτες ἀδελφοὶ µπῆκαν στὴν αἰώνια πόλη,

«ἣς τεχνίτης καὶ δηµιουργὸς ὁ Θεός», τῆς ὁποίας, δηλαδή, τεχνίτης καὶ κτίστης εἶναι αὐτὸς ὁ Θεός.






Τὸ Ἅγιο πλῆθος τῶν πενήτων (φτωχῶν)



Θανατώθηκαν ἀπὸ τὸν Λικίνιο διὰ πυρός, ἐπειδὴ κατέστρεψαν τὰ εἴδωλα τοῦ ναοῦ. Τὸ ναὸ αὐτὸ ἔκτισαν οἱ Ἅγιοι Φλῶρος καὶ Λαῦρος. Τὰ χρήµατα ὅµως ποὺ τοὺς ἔδωσε ὁ βασιλιὰς αὐτὸς γιὰ τὴν ἀνέγερση τοῦ ναοῦ, οἱ ἅγιοι τὰ ἔδωσαν στὸ πλῆθος αὐτὸ τῶν φτωχῶν, οἱ ὁποῖοι, κατόπιν, µὲ προτροπὴ τῶν Ἁγίων Φλώρου καὶ Λούρου, κατέστρεψαν

τὰ εἴδωλα τοῦ ναοῦ καὶ τὸν µετέτρεψαν, τρόπον τινά, σὲ χριστιανικό.






Οἱ Ἅγιοι Ἑρµός (ἢ Ἑρµῆς), Σεραπίων καὶ Πολύαινος



Ἦταν τέκνα τῆς Ρώµης καὶ διακρίνονταν γιὰ τὸ ζῆλο τους στὴ διάδοση τῆς πίστης καὶ ἐναντίον τῆς πολεµικῆς τῶν εἰδωλολατρῶν. Καταγγέλθηκαν στὶς ἀρχὲς καὶ ἔµειναν σταθεροὶ στὴν ὁµολογία τῆς πίστης τους. Τότε, µία σειρὰ ἀπὸ ἄγρια βασανιστήρια τοὺς περίµεναν. Στὴν ἀρχὴ τοὺς ἔδειραν ἀλύπητα καὶ ἔπειτα τοὺς ἔριξαν σὲ µία φυλακὴ σκοτεινὴ καὶ δυσώδη. Ἐκεῖ τοὺς ταλαιπωροῦσαν µὲ πολλὲς στερήσεις καὶ κακοπάθειες. Ἀλλὰ τίποτα δὲν κατάφερε νὰ τοὺς κλονίσει. Τότε τοὺς ἔβγαλαν ἀπὸ κεῖ, καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδεσαν σφιχτὰ µὲ σχοινιά, τοὺς ἔσυραν οἱ ὄχλοι σὲ ἀνώµαλο ἔδαφος, γεµάτο µε πολλὲς καὶ κοφτερὲς πέτρες. Ἔτσι οἱ σάρκες τους κοµµατιάστηκαν καὶ τὰ κεφάλια τους

γέµισαν ἀπὸ πληγὲς καὶ αἵµατα. Οἱ ψυχές τους ὅµως ἀνέγγιχτες, πέταξαν στὸν

Σωτῆρα Χριστὸ γιὰ νὰ ἀναπαυτοῦν αἰώνια κοντά Του.






Ἡ Ἁγία Ἰουλιανὴ πλησίον τοῦ Στροβίλου



Μᾶλλον εἶναι ἡ ἴδια µὲ αὐτὴ τῆς 21ης Δεκεµβρίου, ποὺ µαρτύρησε στὴ Νικοµήδεια.






Ὁ Ἅγιος Λέων



Μαρτύρησε στὰ παράλια τῶν Μύρων τῆς Λυκίας. Πιθανῶς νὰ εἶναι ὁ ἴδιος µε αὐτὸν τῆς

18ης Φεβρουαρίου.






Οἱ Ἅγιοι τέσσερις Ὅσιοι ἀσκητὲς



Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Γεώργιος καὶ Ἰωάννης Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως



Ὁ Πατριάρχης Ἰωάννης ὁ Ε΄ διαδέχτηκε τὸν Θωµᾶ Β΄ τὸ ἔτος 668 καὶ πατριάρχευσε

µέχρι τὸ 674. Προηγούµενα, πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, εἶχε

ὑπηρετήσει σὰν πρωτέκδικος καὶ χαρτοφύλακας τοῦ Πατριαρχείου καὶ σκευοφύλακας

τῆς ἁγίας Σοφίας. Διακρίθηκε γιὰ τὸ ὀρθόδοξο φρόνηµά του καὶ ποίµανε τὴν ἐκκλησία

εἰρηνικὰ ἐπὶ Κων/νου τοῦ Πωγωνάτου. Ὑπῆρξε φιλάνθρωπος, ἀφιλοχρήµατος, ζοῦσε

µὲ µεγάλη µάλιστα ἁπλότητα καὶ πάντα ἔλεγε, ὅτι κανένα ἄλλο δὲν τιµᾷ τὸν κληρικὸ

καὶ µάλιστα τὸν Ἱεράρχη, ὅσο ἡ ἁπλότητα τῆς ζωῆς του καὶ ἡ διάθεση τῶν εἰσοδηµάτων του γιὰ τοὺς πεινασµένους καὶ γυµνούς. Ὁ δὲ Πατριάρχης Γεώργιος ὁ Α΄ πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 678 µέχρι τὸ 683. Προηγούµενα εἶχε κάνει Σύγκελος τοῦ Πατριαρχίου καὶ σκευοφύλακας τῆς Ἁγίας Σοφίας. Ἐπὶ Γεωργίου Α΄ συγκροτήθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἡ ἕκτη Οἰκουµενικὴ Σύνοδος, ποὺ ἀναθεµάτισε τοὺς αἱρετικοὺς

µονοθελητές. Γιὰ τὸν χαρακτῆρα τοῦ Πατριάρχη αὐτοῦ γράφτηκε ὅτι ἦταν «Νοµεὺς ἀγαθός του Θεοῦ νόµων φύλαξ».






Οἱ Ὅσιοι Βαρνάβας, Σωφρόνιος καὶ Χριστοφόρος



Δὲν ἔχουµε σαφῆ βιογραφικά τους στοιχεῖα. Μόνο ἀπὸ τὸ «Νέον Λειµωνάριον»

µαθαίνουµε ὅτι ἀπεβίωσαν εἰρηνικὰ κατὰ τὸ ἔτος 412. Ἀπ΄ αὐτοὺς ὁ Βαρνάβας ἦταν

ἱδρυτὴς τῆς Μονῆς Σουµελᾶ, ὁ Σωφρόνιος ἦταν ἀνεψιός του, καὶ οἱ δυὸ ἦταν στὴν

καταγωγὴ Ἀθηναῖοι. Ὁ δὲ Χριστοφόρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα καὶ ὑπῆρξε

νέος ἱδρυτὴς τῆς Μονῆς Σουµελᾶ, µετὰ τὴν ἐρήµωσή της.






Ὁ Ὅσιος Σωφρόνιος ὁ Ἁγιορείτης



Γεννήθηκε στὴν Ἤπειρο ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς τὸ 18ο αἰῶνα. Ἀπὸ µικρὸς διακρινόταν γιὰ τὴν σεµνὴ ζωή του καὶ τὸν σεβασµό του στὰ θεία. Ὅταν ἦλθε σὲ ἡλικία γάµου, οἱ γονεῖς τοῦ τὸν πάντρεψαν παρὰ τὴν θέλησή του µὲ µία σεµνὴ γυναῖκα. Ἀλλὰ τὴν νύχτα τοῦ γάµου, ἔφυγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ, στὴ σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννας δοκιµάστηκε καὶ

ἔκαρη µοναχός. Ἀργότερα χειροτονήθηκε Ἱερέας καὶ ἔφτασε σὲ µεγάλα ὕψη ἁγιότητας. Ἡ ζωὴ τοῦ ὑπῆρξε ἐνάρετη καὶ ἀγγελική. Ἡ πνευµατική του τελειότητα ἦταν παράδειγµα ὄχι µόνο στοὺς ἀδελφούς της Σκήτης τῆς Ἁγίας Ἄννας, ἀλλὰ καὶ σ΄ ὅλο τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἔτσι ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ἀνακοµιδὴ Ἱερῶν Λειψάνων Ὁσίου Ἀρσενίου τοῦ νέου, ἐν Πάρῳ



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα στὴν κυρίως µνήµη του τὴν 31η Ἰανουαρίου.






Ὁ Ἅγιος Δηµήτριος ὁ Μοναχὸς ἀπὸ τὴν Σαµαρίνα τῆς Πίνδου



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα στὶς 17 Αὐγούστου.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 19



     Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Στρατηλάτης καὶ οἱ 2593 Μάρτυρες, ποὺ µαρτύρησαν µαζὶ µ΄

αὐτόν

     Οἱ Ἅγιοι Τιµόθεος, Ἀγάπιος καὶ Θέκλα

     Οἱ Ἅγιοι Εὐτυχιανὸς ὁ στρατιώτης καὶ Στρατήγιος

     Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ νέος καὶ θαυµατουργός






Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Στρατηλάτης καὶ οἱ 2593 Μάρτυρες, ποὺ µαρτύρησαν µαζὶ µ΄

αὐτόν



Οἱ στρατιῶτες ἦταν κυριευµένοι ἀπὸ φόβο, λόγω του ὅτι ὁ ἐχθρὸς ἦταν πολυάριθµος καὶ εἶχε πολλὲς νῖκες στὸ ἐνεργητικό του. Ἡ ἀρχηγία τοῦ µικροῦ σώµατος στρατιωτῶν εἶχε ἀνατεθεῖ ἀπὸ τὸν ἀρχιστράτηγο Ἀντίοχο σὲ ἕνα γενναῖο χριστιανὸ ἀξιωµατικό, τὸν Ἀνδρέα. Βεβαίωσε λοιπὸν ὁ Ἀνδρέας τοὺς στρατιῶτες του πὼς ὁ θρίαµβος τῆς νίκης θὰ εἶναι µὲ τὸ µέρος τους, ἂν ὅλοι µε πραγµατικὴ πίστη ἐπικαλεσθοῦν τὸν παντοδύναµο Θεὸ τῶν χριστιανῶν. Διότι ὅλα τὰ κατορθώµατα τῶν χριστιανῶν ἐπιτυγχάνονται «σὺν τῇ δυνάµει τοῦ Κυρίου ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ», µὲ τὴν δύναµη, δηλαδή, τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Πράγµατι, τὰ λόγια τοῦ Ἀνδρέα ἀνύψωσαν τὸ ἠθικὸ τῶν στρατιωτῶν,

µὲ ἀποτέλεσµα νὰ συντρίψουν τὸ πολυπληθὲς στράτευµα τοῦ ἐχθροῦ. Ὁ Ἀντίοχος ἐπαίνεσε δηµόσια τὸ κατόρθωµα αὐτό, ἀλλὰ ὅταν ἔµαθε ὅτι οἱ στρατιῶτες εἱλκύσθησαν ἀπὸ τὸν Ἀνδρέα στὸ χριστιανισµό, ἔστειλε 1000 στρατιῶτες νὰ τοὺς ἀφοπλίσουν καὶ νὰ τοὺς στείλουν στὰ σπίτια τους. Ὁ Ἀνδρέας, ὅµως, µετὰ ἀπὸ συζήτηση εἵλκυσε κι αὐτοὺς στὸ χριστιανισµό. Ἐξοργισµένος τότε ὁ Ἀντίοχος, ἔστειλε εἰδικὸ σῶµα µὲ ἔµπιστους ἀξιωµατικοὺς καὶ σκότωσε ὅλους τοὺς χριστιανοὺς στρατιῶτες. Ἦταν στὸν ἀριθµὸ 2593.






Οἱ Ἅγιοι Τιµόθεος, Ἀγάπιος καὶ Θέκλα



Μαρτύρησαν καὶ οἱ τρεῖς στὴ Γάζα, ποὺ ἦταν ἀρχαία πόλη τῆς Χαναάν. Ἀπὸ τὰ ἀποστολικὰ χρόνια ἱδρύθηκε ἐκεῖ χριστιανικὴ ἐκκλησία, ποὺ εἶχε συνεχῆ πόλεµο ἀπὸ τὴν εἰδωλολατρεία. Ἡ ἐκκλησία αὐτὴ συνεχῶς αὐξανόταν σὲ δύναµη καὶ οἱ εἰδωλολάτρες κατὰ καιροὺς ἐξεγείρονταν κατὰ τῶν χριστιανῶν βιαιότεροι. Σὲ µία τέτοια λοιπὸν ἐξέγερση, συνελήφθη µὲ διαταγὴ τοῦ ἔπαρχου Οὐρβανοῦ καὶ ὁ Τιµόθεος. Καταγόταν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, καὶ ἦταν χριστιανὸς εὐσεβέστατος µὲ πολὺ ζῆλο ἐργαζόµενος γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Κέρδισε δὲ τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου, ἀφοῦ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιὰ µετὰ ἀπὸ πολλὰ ἄλλα βασανιστήρια. Τὸν ἴδιο καιρό,

µαρτύρησαν καὶ ὁ Ἅγιος Ἀγάπιος καθὼς καὶ ἡ παρθένος Θέκλα, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Βιζύη καὶ ἐργαζόταν καὶ αὐτὴ µεταξὺ τοῦ γυναικείου κόσµου, γιὰ τὴν διάδοση τῆς χριστιανικῆς πίστης. Καὶ οἱ δυό τους βασανίστηκαν σκληρὰ καὶ γιὰ πολὺ χρόνο. Τελικὰ πέθαναν ἔνδοξα, ἀφοῦ οἱ εἰδωλολάτρες τοὺς ἔριξαν γιὰ τροφὴ στὰ ἄγρια θηρία.

Οἱ Ἅγιοι Εὐτυχιανὸς ὁ στρατιώτης καὶ Στρατήγιος



Μαρτύρησαν διὰ πυρός.






Ὁ Ὅσιος Θεοφάνης ὁ νέος καὶ θαυµατουργός



Γεννήθηκε στὰ Ἰωάννινα, στὶς ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰῶνα. Πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου στὴ Μονὴ Δοχειαρίου ἐκάρη µοναχὸς καὶ ἀργότερα, λόγω τῆς ὁσιακῆς ζωῆς του, ἐξελέγη ἡγούµενος τῆς ἐν λόγῳ Μονῆς. Μετὰ ἀπὸ µία περιπέτεια µὲ τὸν ἀνεψιό του, κατέληξε σ΄ ἕνα ὄρος τῆς Νάουσας τῆς Μακεδονίας, ὅπου ἔκτισε Μονὴ καὶ ναὸ στὸ ὄνοµα τῶν Ἀρχαγγέλων. Ἡ ζωή του ὑπῆρξε πραγµατικὰ ἁγία καὶ γι᾿ αὐτὸ µετὰ τὸν θάνατό του, ἡ σεβάσµια κάρα του, ποὺ µεταφέρθηκε στὴ Μονὴ τῆς Νάουσας, ἔγινε ἀφορµὴ πολλῶν θαυµάτων.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 20



     Ὁ Προφήτης Σαµουήλ

     Οἱ Ἅγιοι 37 (κατ᾿ ἄλλους 40) Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Βιζύη τῆς Θρᾴκης

     Οἱ Ἅγιοι Σεβῆρος καὶ Μέµνων ὁ Κεντυρίων

     Ἡ Ἁγία Φωτεινὴ «ἔξω τῆς θύρας τῶν Βλαχερνῶν»

     Ὁ Ἅγιος Λούκιος ὁ βουλευτής

     Οἱ Ἅγιοι Ἡλιόδωρος καὶ Δοσά (ἢ Δοσαὶ ἢ Σοδᾶς)

     Οἱ Ἅγιοι Ρηγῖνος καὶ Ὀρέστης «οἱ ἐν Κύπρῳ»

     Ὁ Ἅγιος Θεοχάρης ὁ Νεαπολίτης, ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία

     Ὁ Ὅσιος Ἀβράµιος Ἀρχιµανδρίτης Σµολένσκης ὁ Θαυµατουργὸς (Ρῶσος)

     Ἅγιος Ἰερόθεος Α´ Ἐπίσκοπος Οὐγγαρίας, Ἅγιος Στέφανος Α´ Βασιλεὺς

Οὐγγαρίας







Ὁ Προφήτης Σαµουήλ



Γεννήθηκε στὴν Ἀρµαθαίµ Σιφᾶ στὸ ὄρος Ἐφραίµ, ἀπὸ τὴν φυλὴ τοῦ Λευΐ. Ἦταν γιὸς τοῦ Ἐλκανὰ καὶ τῆς Ἄννας, ἡ ὁποία ἦταν στεῖρα καὶ διὰ τῆς προσευχῆς ὁ Θεὸς τῆς χάρισε παιδί, τὸ Σαµουήλ, ποὺ τὸν ἀφιέρωσε στὸ Θεὸ γιὰ νὰ ἐκφράσει τὴν εὐγνωµοσύνη της. Ὁ Σαµουὴλ ὅταν µεγάλωσε, ὑπηρέτησε τὸν Κύριο καὶ ἔγινε µέγας προφήτης καὶ κριτὴς τοῦ λάου δικαιότατος. Αὐτὸς ἔχρισε βασιλεῖς, τὸ Σαοὺλ καὶ τὸ Δαυίδ, προφήτευσε 40 χρόνια καὶ πέθανε σὲ βαθειὰ γεράµατα. Ἂς ἀναφέρουµε, ὅµως,

µερικοὺς οἰκοδοµητικοὺς λόγους του, ποὺ ἐξεφώνησε στὸ λαὸ τοῦ Ἰσραήλ, ἀλλὰ ἰσχύουν καὶ γιὰ τοὺς λαοὺς κάθε ἐποχῆς. Λέει λοιπόν: «Ἐὰν φοβηθεῖτε τὸν Κύριον καὶ δουλεύσητε αὐτῷ καὶ ἀκούσητε τῆς φωνῆς αὐτοῦ καὶ µὴ ἐρίσητε τῷ στόµατι Κυρίου καὶ ἦτε καὶ ὑµεῖς καὶ ὁ βασιλεὺς ὁ βασιλεύων ἐφ᾿ ὑµῶν ὀπίσω Κυρίου πορευόµενοι ἐὰν δὲ

µὴ ἀκούσητε τῆς φωνῆς Κυρίου... ἔσται χεὶρ Κυρίου ἐφ᾿ ὑµᾶς καὶ ἐπὶ τὸν βασιλέα ὑµῶν». Δηλαδή, ἂν φοβᾶστε καὶ ὑπολογίζετε τὸν Κύριο, καὶ Τὸν λατρεύετε καὶ ὑπακούετε στὰ προστάγµατά Του, καὶ δὲν ἀντιδράσετε πρὸς αὐτὰ ποὺ σᾶς παραγγέλλει ὁ Κύριος, καὶ ἀκολουθεῖτε σταθερὰ καὶ σεῖς καὶ ὁ κυβερνήτης ποὺ σᾶς

κυβερνᾷ τὸ δρόµο ποὺ σᾶς ὑποδεικνύει ὁ Κύριος, σᾶς λέγω ὅλα θὰ πηγαίνουν καλά. Θὰ ἔχετε τὴν εὐλογία τοῦ Κυρίου. Ἂν ὅµως δὲν ὑπακούσετε στὰ προστάγµατα τοῦ Κυρίου, τότε θὰ πέσει ἐπάνω σὲ σᾶς καὶ τὸν κυβερνήτη σας, βαρὺ τὸ χέρι τοῦ Κυρίου καὶ θὰ τιµωρηθεῖτε.






Οἱ Ἅγιοι 37 (κατ᾿ ἄλλους 40) Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Βιζύη τῆς Θρᾴκης



Ἀπ᾿ αὐτοὺς τοὺς Ἁγίους, ἄλλοι µὲν ἦταν ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, ἄλλοι δὲ ἀπὸ τὴν Φιλιππούπολη. Συνελήφθησαν στὴ Βιζύη τῆς Θρᾴκης ἀπὸ τὸν ἔπαρχο Ἀπελλιανό, καὶ ἐπειδὴ ὁµολόγησαν µὲ θάρρος τὴν ἀληθινὴ πίστη τους στὸν Χριστό, στὴν ἀρχὴ τοὺς ἔκοψαν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια καὶ ἔπειτα τοὺς ἔκαψαν ζωντανοὺς µέσα σὲ ἀναµµένο

καµίνι. Ὁ δὲ Παρισινὸς Κώδικας 1587, ἀναφέρει καὶ κατάλογο ὀνοµάτων τους ὡς ἑξῆς: Σευῆρος, Ὠρίωνας, Ἀντιλῖνος, Μολίας, Εὐδαίµονας, Σιλουανός, Σαβίνος, Εὐστάθιος, Στράτωνας καὶ Βόσβας ἀπὸ τὸ Βυζάντιο, ἀπὸ δὲ τὴν Φιλιππούπολη Τιµόθεος, Παλµάτος, Μεστός, Νίκωνας, Δίφιλος, Δοµετιανός, Μάξιµος, Νεόφυτος, Βίκτωρας, Ρίνος, Σατορνίνος, Ἐπαφρόδιτος, Κερκᾶς, Γάιος, Ζωτικός, Κρονίονας, Ἀνθανάς, Εὖρος, Ζωΐλος, Τύραννος, Ἀγαθός, Πανσθένης, Ἀχιλλέας, Πανθήριος, Χρύσανθος, Ἀθηνόδωρος, Παντολέοντας, Θεοσεβής, Γενέθλιος καὶ Μέµνονας. Στὸ δὲ Πατµιακὸ Κώδικα 266, ἀναφέρονται τὴν 24η Αὐγούστου καὶ στὸ σύνολό τους 33 καὶ µὲ κάποιες διαφορὲς στὰ ὀνόµατά τους, σὲ σχέση µὲ τὸν Παρισινὸ Κώδικα. «Τῇ αὑτῇ ἡµέρᾳ ἄθλησις τῶν ἁγίων µαρτύρων Σεβήρου καὶ Μέµνονος τῶν ἐν Θρᾴκῃ µαρτυρησάντων,

ὧν τὰ ὀνόµατα εἴσι ταῦτα: Ρίων, Ἀνειτυλλιανός, Σαβῖνος, Εὐστάθιος, Στρατίων, Βόσβας, οὗτοι εἰσι Βυζάντιοι. Τιµόθεος δὲ καὶ Παλµάτιος, Μεστός, Νίκων, Δίφιλος, Δοµέτιος, Μάξιµος, Νεόφυτος, Βίκτωρ, Βίνος, Σατορνῖνος, Ἐπαφροδίτης, Κέρκος, Γάιος, Ζωΐλος, Τύραννος, Ἀγαθός, Παρθένος, Ἀχιλλεύς, Πανθήριος, Χρύσανθος, Ἀθηνόδωρος, Παντολέων, Θεόσεβρος, Γενέθλιος, Ὧρος, οὗτοι Θράκες ὑπῆρχον ἐπὶ Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιµιανοῦ τῶν βασιλέων».






Οἱ Ἅγιοι Σεβῆρος καὶ Μέµνων ὁ Κεντυρίων



Ὁ Σεβῆρος ἦταν ἀπὸ τὴν Σίδη τῆς Παµφυλίας, γιὸς τοῦ Θρακιώτη Πετρωνίου καὶ τῆς

Μυγδονίας. Αὐτὸς λοιπόν, ὅταν ἦλθε στὴ Φιλιππούπολη καὶ εἶδε τοὺς παραπάνω 37

Ἁγίους Μάρτυρες νὰ ἀγωνίζονται γενναῖα γιὰ τὸν Χριστό, µὲ θάρρος ὁµολόγησε καὶ

αὐτὸς τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό. Ἀµέσως τότε ξέσχισαν τὶς σάρκες του µὲ σιδερένια

πυρακτωµένα νύχια, κατόπιν τὸν πριόνισαν, ἔπειτα τοῦ φόρεσαν σιδερένια

πυρακτωµένη ζώνη καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν. Παρόµοια βασανιστήρια ὑπέστη

καὶ ὁ Μέµνων, ποὺ καὶ αὐτὸς µὲ τόλµη ὁµολόγησε τὸν Χριστό. Τελικὰ αὐτόν, τὸν

ἔκαψαν ζωντανὸ µέσα σὲ ἀναµµένο καµίνι.






Ἡ Ἁγία Φωτεινὴ «ἔξω τῆς θύρας τῶν Βλαχερνῶν»



Μᾶλλον πρόκειται περὶ ἐγκαινίων ναοῦ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς στὴν τοποθεσία αὐτή.






Ὁ Ἅγιος Λούκιος ὁ βουλευτής



Φόρεσε τὸ στεφάνι τοῦ µαρτυρίου στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (299 µ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Κυρήνη τῆς Λιβύης, καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς βουλευτές της. Ἂν καὶ εἰδωλολάτρης, ἀκολουθοῦσε τὸ νόµο τῆς συνείδησης καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν ἐπιεικῆ καὶ φιλάνθρωπη συµπεριφορά του. Ὅταν λοιπὸν ὁ ἐπίσκοπος Κυρήνης Ἱεροµάρτυρας Θεόδωρος -ποὺ γιορτάζουµε τὴν 4η Ἰουλίου- φανέρωσε στὸ µαρτύριό του τοὺς θαυµάσιους θησαυροὺς τῆς χριστιανικώτατης ψυχῆς του, ὁ Λούκιος ἑλκύστηκε καὶ δέχτηκε τὸ ἅγιο βάπτισµα. Ἀφοῦ ἄναψε µέσα τοῦ ἡ χριστιανικὴ φλόγα, µπόρεσε νὰ φέρει στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τὸν ἔπαρχο Διγνιανό. Καὶ οἱ δυὸ κατόπιν

πῆγαν στὴν Κύπρο, ὅπου ἐργάστηκαν γιὰ τὴν διάδοση τῆς πίστης. Ἀλλὰ καὶ ἐκεῖ ὁ διωγµὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν ἦταν στὸ ἀποκορύφωµά του. Ἐκεῖ λοιπὸν καὶ ὁ Λούκιος, ἀφοῦ συνελήφθη, πῆρε τὸ µαρτυρικὸ στεφάνι µὲ ἀποκεφαλισµό.






Οἱ Ἅγιοι Ἡλιόδωρος καὶ Δοσά (ἢ Δοσαὶ ἢ Σοδᾶς)



Ἔζησαν ἐπὶ βασιλείας Σαβωρίου, ποὺ ἦταν βασιλιὰς τῶν Περσῶν. Αὐτὸς λοιπόν, µὲ τὰ στρατεύµατά του, κατέλαβε µία πόλη τῶν Ρωµαίων καὶ ἄρχισε νὰ γκρεµίζει τοὺς ναοὺς τῶν χριστιανῶν καὶ νὰ καίει τὶς ἅγιες εἰκόνες. Τότε ὁ Ἠλιόδωρος, ποὺ τότε ἦταν 95 χρονῶν, µαζὶ µὲ τὸν Δοσά, παρουσιάστηκαν στὸν ἀσεβῆ βασιλιὰ καὶ τοῦ ἔκαναν δριµύτατες παρατηρήσεις, ὁµολογώντας συγχρόνως τὸν Χριστὸ Θεὸ ἀληθινό. Τότε ὁ Σαβὼρ τοὺς βασάνισε σκληρὰ καὶ ἀνελέητα. Ἀφοῦ ἔκοψε τὶς µύτες τους, τελικά τους θανάτωσε καίγοντας τὰ κεφάλια τους.






Οἱ Ἅγιοι Ρηγῖνος καὶ Ὀρέστης «οἱ ἐν Κύπρῳ»



Ἄγνωστοι στοὺς Συναξαριστές. Ἡ µνήµη τους γινόταν στὴν Κύπρο, ὅπου ὑπέστησαν

µαρτυρικὸ θάνατο ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Χαλκηδόνα (µᾶλλον

Καρχηδόνα), ὅπου συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν ἡγεµόνα καὶ διότι ἦταν χριστιανοὶ

φυλακίστηκαν. Ὅταν ἐλευθερώθηκαν κατέφυγαν στὴν Κύπρο, ὅπου, κοντὰ στὴ

Λεµεσό, µαρτύρησαν γιὰ τὴν χριστιανική τους πίστη. Οἱ πληροφορίες αὐτὲς σύµφωνα

µὲ τὴν Ἀκολουθία τους, ποὺ ἐκδόθηκε στὴ Λεµεσὸ τὸ 1902 (βλ. καὶ Delehaye, Les Saints

de Chypre, σελ. 271).






Ὁ Ἅγιος Θεοχάρης ὁ Νεαπολίτης, ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία



Τὸ ἔτος 1740, ἐπὶ Σουλτάνου Ἀχµὲτ καὶ Ἰµπραὴµ Πασᾶ γενικοῦ διοικητῆ τῆς Μ. Ἀσίας, ἐκδόθηκε διάταγµα συγκέντρωσης τῶν ἀγοριῶν τῶν χριστιανῶν σὲ στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μέσα σ᾿ αὐτὰ βρέθηκε καὶ ὁ ὀρφανὸς Θεοχάρης. Κάποια µέρα ὅµως, ὁ δικαστὴς τῆς Νεαπόλεως (Νέβσεχηρ) Καππαδοκίας, εἶδε τὸν Θεοχάρη µέσα στὸ στρατόπεδο, τοῦ ἄρεσε καὶ τὸν πῆρε στὸ σπίτι του νὰ περιποιεῖται τὰ ζῷα του. Ἡ εὐσέβεια καὶ ἡ ὀµορφιὰ τοῦ Θεοχάρη, ἔκαναν τὸν δικαστὴ νὰ τοῦ προτείνει νὰ γίνει γαµπρός του, ἀφοῦ ὅµως γίνει πρῶτα µωαµεθανός. Ὁ Θεοχάρης µὲ θάρρος ἀπάντησε:

«Ἀφέντη µου, ἐγὼ γεννήθηκα χριστιανός, καὶ δὲν µπορῶ νὰ ἀρνηθῶ τὴν πίστη τοῦ Σωτῆρα µου καὶ τῶν πατέρων µου». Ὁ Ὀθωµανὸς δικαστής, θεώρησε τὴν ἀπάντηση προσβλητικὴ καὶ τὸν ἀπείλησε µὲ βασανιστήρια. Τότε ὁ Θεοχάρης ἔτρεξε στὸν Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καὶ µετάλαβε τῶν ἀχράντων Μυστηρίων. Ὅταν τοῦ ἔκανε καὶ πάλι πρόταση γάµου µὲ τὴν κόρη του ὁ δικαστής, ὁ Θεοχάρης σταθερὰ ἀρνήθηκε. Τότε µετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια, τὸν ὁδήγησαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Νεαπόλεως, ὅπου τὸν λιθοβόλησαν καὶ κατόπιν τὸν ἀπαγχόνισαν, µεσηµέρι στὶς 20 Αὐγούστου 1740. Τὸ 1923 τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Θεοχάρη ἦλθαν στὴν Θεσσαλονίκη καὶ τοποθετήθηκαν στὸν

Ναὸ τῆς ἁγίας Αἰκατερίνης, ὅπου καὶ σήµερα βρίσκονται.


Ὁ Ὅσιος Ἀβράµιος Ἀρχιµανδρίτης Σµολένσκης ὁ Θαυµατουργὸς (Ρῶσος)






Ἅγιος Ἰερόθεος Α´ Ἐπίσκοπος Οὐγγαρίας, Ἅγιος Στέφανος Α´ Βασιλεὺς Οὐγγαρίας



Ἡ διακήρυξις τῆς ἁγιότητάς τους ἔγινε τὸ καλοκαῖρι τοῦ 2000 ἀπὸ τὸ Οἰκουµενικὸ

Πατριαρχεῖο.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 21



     Ὁ Ἅγιος Θαδδαῖος ὁ Ἀπόστολος

     Ἡ Ἁγία Βάσσα καὶ τὰ παιδιά της Θεόγνιος, Ἀγάπιος καὶ Πίστος

     Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος «ὁ ἐν Ἰκονίῳ»







Ὁ Ἅγιος Θαδδαῖος ὁ Ἀπόστολος



Ἑβραῖος ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα ὁ Θαδδαῖος καὶ πολὺ µορφωµένος στὶς θεῖες Γραφές, εἶχε ἀνεβεῖ στὴν Ἱερουσαλὴµ γιὰ προσκύνηµα τὴν ἐποχὴ τοῦ Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Ὅταν ἄκουσε τὸ κήρυγµά του καὶ εἶδε τὴν ἀγγελική του ζωή, τόσο πολὺ ἐντυπωσιάστηκε, ὥστε ἐπεδίωξε καὶ βαπτίστηκε ἀπ΄ αὐτόν. Μετὰ ὅµως, ὅταν ἄκουσε τὴν διδασκαλία καὶ εἶδε τὰ θαύµατα τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὸν ἀκολούθησε µέχρι τὸ σωτήριο Πάθος. Μετὰ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου, ἐπέστρεψε στὴν πατρίδα του Ἔδεσσα. Ἐκεῖ καθάρισε ἀπὸ τὴν λέπρα τὸν τοπάρχη Αὔγαρο καὶ κατόπιν τὸν βάπτισε χριστιανό.

Ἀφοῦ δίδαξε καὶ φώτισε µὲ τὸ λόγο τῆς ἀληθείας πολλοὺς καὶ ἵδρυσε πολλὲς ἐκκλησίες στὶς πόλεις τῆς Συρίας, ἔφθασε στὴ Βηρυτό. Ὁ Θαδδαῖος καὶ ἐκεῖ µὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ δίδαξε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ βάπτισε πολλούς. Τελικά, ἐκεῖ παρέδωσε εἰρηνικὰ τὸ πνεῦµα του, ἀφοῦ στὴ ζωή του ἐφάρµοσε πλήρως τὴν ἐντολὴ ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στοὺς

µαθητές Του: «Πορευθέντες µαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντας αὐτοὺς εἰς τὸ ὄνοµα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος». Πηγαίνετε, δηλαδή, καὶ κάνετε µαθητές σας ὅλα τὰ ἔθνη, βαπτίζοντας αὐτοὺς στὸ ὄνοµα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος.



Ὁ Μ. Γαλανός, γιὰ τὸν Ἀπόστολο αὐτὸ ἀναφέρει: «Μερικοὶ ὑποθέτουν, ὅτι πρόκειται γιὰ ἕναν ἀπὸ τοὺς 70 ἀποστόλους, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα, ἦταν ὅµως Ἰουδαῖος. Ἀλλὰ βέβαιο µπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ, ὅτι ὁ ἀπόστολος Θαδδαῖος εἶναι ὁ ὑπὸ τὸ ὄνοµα αὐτὸ φερόµενος µεταξὺ τῶν 12. Ὀνοµαζόταν δὲ ἀλλιῶς καὶ Λεββαῖος καὶ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ἰακώβου τοῦ µικροῦ. Σ΄ αὐτὸν ἀνήκει καὶ ἡ ἐπιστολὴ Ἰούδα στὸ Εὐαγγέλιο. Διότι καθ΄ αὐτὸ Ἰούδας ὀνοµαζόταν, τὰ δὲ ἄλλα δυὸ ὀνόµατα ἦταν πρόσθετα, ὅπως συµβαίνει πάντοτε στοὺς Ἰουδαίους µέχρι καὶ σήµερα. Ὁ Θαδδαῖος κήρυξε τὸ

Εὐαγγέλιο στὴ Μεσοποταµία, ὅπου καὶ ἔλαβε µαρτυρικὸ θάνατο».






Ἡ Ἁγία Βάσσα καὶ τὰ παιδιά της Θεόγνιος, Ἀγάπιος καὶ Πίστος



Ἡ ἁγία Βάσσα ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ, καὶ κατοικοῦσε στὴν Ἔδεσσα (τὸ πιθανότερο τῆς Μακεδονίας). Εἶχε παντρευτεῖ εἰδωλολάτρη ἱερέα, τὸν Οὐαλέριο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀπέκτησε τρεῖς γιούς, τὸν Θεόγνιο, τὸν Ἀγάπιο καὶ τὸν Πίστο. Στὴ Βάσσα ὅµως, ψυχὴ ποὺ ἀγαποῦσε τὴν ἀλήθεια καὶ τὴν ἀρετή, δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ διδαχθεῖ καὶ νὰ προσέλθει στὴ χριστιανικὴ πίστη. Μαζί της ἔφερε καὶ τοὺς τρεῖς γιούς της, ποὺ τὴν ἀγαποῦσαν µὲ ὅλη τους τὴν καρδιά. Ὅταν πληροφορήθηκε αὐτὸ τὸ πρᾶγµα ὁ Οὐαλέριος, προσπάθησε µὲ ποικίλα τεχνάσµατα νὰ τοὺς ἐπαναφέρει στὴν

εἰδωλολατρία. Μάταια ὅµως. Διότι ἀντίθετα ἡ Βάσσα, ἀγωνιζόταν αὐτὴ νὰ διαφωτίσει τὸν εἰδωλολάτρη ἄντρα της. Ἐξοργισµένος τότε ὁ Οὐαλέριος, κατάγγειλε καὶ τοὺς τέσσερις στὸν ἀνθύπατο Βικάριο, ποὺ ἀµέσως διέταξε τὴν σύλληψή τους. Καὶ ὁ µὲν πρωτότοκος Θεόγνιος, ὅταν ὁµολόγησε τὸν Ἰησοῦ ἀµέσως πέθανε, ἀφοῦ τοῦ ἔσχισαν τὰ στήθη καὶ τὶς πλευρές. Οἱ δὲ ὑπόλοιποι ρίχτηκαν στὴν φυλακή. Ἀλλ΄ ἐπειδὴ δὲν κάµφθηκε τὸ φρόνηµά τους, τὸν µὲν Ἀγάπιο τὸν σκότωσαν, ἀφοῦ τοῦ ἔγδαραν τὸ δέρµα ἀπὸ τὸ κεφάλι µέχρι τὸ στῆθος καὶ κατόπιν ἔκαψαν τὸ γδαρµένο σῶµα. Τὸ

µαρτύριο ἦταν φρικτό, ἀλλ΄ ὁ νεαρὸς ἀθλητὴς φώναξε: «οὐδὲν οὕτως ἡδύ, ὡς τὸ πάσχειν ὑπὲρ Χριστοῦ». Τὸν δὲ τρίτο γιό, τὸν Πίστο, τὸν ἀποκεφάλισαν. Τὴ µητέρα τὴν ἄφησαν ἐλεύθερη. Κατόπιν ὅµως τὴν συνέλαβε ὁ ἔπαρχος Κυζίκου, καὶ ἀφοῦ τῆς ἔσπασε πόδια καὶ χέρια, τὴν ἀποκεφάλισε.






Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος «ὁ ἐν Ἰκονίῳ»



Ἡ µνήµη του ἀναγράφεται στὸ Σιναϊτικὸ κώδικα 631.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 22



     Ὁ Ἅγιος Ἀγαθόνικος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν Ζωτικός, Ζήνων, Θεοπρέπιος,

Ἀκίνδυνος, Σεβηριανός καὶ Πρίγκηπας (στὸ ἀξίωµα)

     Ἡ Ὁσία Ἀνθοῦσα καὶ Ἀθανάσιος ὁ ἱεροµάρτυρας ποὺ βάπτισε αὐτήν, καὶ οἱ δυὸ ὑπηρέτες της Χαρίσιµος καὶ Νεόφυτος

     Οἱ Ἅγιοι Εἰρηναῖος, Ὢρ καὶ Ὄροψις

     Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου «ἐν τῷ Πυρσῷ τῆς Εὐρυτανίας»

     Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη ἡ Βασίλισσα






Ὁ Ἅγιος Ἀγαθόνικος καὶ οἱ µαζὶ µ᾿ αὐτὸν Ζωτικός, Ζήνων, Θεοπρέπιος, Ἀκίνδυνος,

Σεβηριανός καὶ Πρίγκηπας (στὸ ἀξίωµα)



Ὁ µάρτυρας Ἀγαθόνικος ἦταν ἀπὸ τὴν Νικοµήδεια, καὶ τὸν συνέλαβε ὁ κόµης Εὐτόλµιος, ὁ ὁποῖος, ὅταν ἐπέστρεφε ἀπὸ τὴν περιοδεία του στὸν Πόντο, ὅπου εἶχε πάει γιὰ νὰ καταδιώξει χριστιανούς, στὴν Κάρπη βρῆκε τὸν Ζωτικό, ποὺ τὸν θανάτωσε µαζὶ

µὲ τοὺς µαθητές του. Ἐκεῖ ἔµαθε ὅτι ὁ πρίγκιπας τῆς πόλης ἔγινε χριστιανὸς ἀπὸ κάποιον Ἀγαθόνικο. Τότε, συνέλαβε τὸν πρίγκιπα καὶ τὸν Ἀγαθόνικο, καὶ ἀφοῦ τοὺς τιµώρησε µαζὶ µὲ ἄλλους χριστιανούς, κατόπιν ὅλους µαζὶ τοὺς ὁδήγησε στὸ βασιλιά, ποὺ βρισκόταν στὴ Θρᾴκη. Ἀλλὰ στὸ δρόµο, κοντὰ σὲ ἕνα χωριὸ ὀνοµαζόµενο Ποταµός, σκότωσε τοὺς Ζήνωνα, Θεοπρέπιο, Ἀκίνδυνο καὶ Σεβηριανό. Διότι ἀπὸ τὶς πολλὲς πληγὲς ποὺ εἶχαν στὰ πόδια τους, δὲν µποροῦσαν πλέον νὰ βαδίσουν. Ὅταν ἔφθασε

στὸ χωριὸ Ἄµµους κοντὰ στὴ Σιλυβρία, µὲ βασιλικὴ διαταγὴ ἀποκεφάλισε, ἔτσι ὅπως τοὺς εἶχε δεµένους, τὸν Ἀγαθόνικο, τὸν πρίγκιπα καὶ τοὺς ἄλλους χριστιανούς. Ἔτσι, ὅλοι ἀκολούθησαν τὸ παράδειγµα τοῦ ἐσφαγµένου Ἀρνίου, τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἄξια θὰ συναριθµηθοῦν µ᾿ αὐτοὺς ποὺ θὰ εἶναι «γεγραµµένοι ἐν τῷ βιβλίῳ τῆς ζωῆς τοῦ ἀρνίου». Δηλαδή, µ᾿ αὐτοὺς ποὺ θὰ εἶναι γραµµένοι στὸ βιβλίο τῆς αἰώνιας ζωῆς τοῦ Ἀρνίου, δηλαδὴ τοῦ Χριστοῦ.






Ἡ Ὁσία Ἀνθοῦσα καὶ Ἀθανάσιος ὁ ἱεροµάρτυρας ποὺ βάπτισε αὐτήν, καὶ οἱ δυὸ ὑπηρέτες της Χαρίσιµος καὶ Νεόφυτος



Ἡ Ὁσία Ἀνθοῦσα ὑπῆρξε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Οὐαλεριανοῦ (253-259) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Σελεύκεια τῆς Συρίας. Ἦταν κόρη πλούσιων εἰδωλολατρῶν γονέων, τοῦ Ἀντωνίνου καὶ τῆς Μαρτυρίας (Μαρίας). Ἐπιθυµώντας νὰ δεῖ τὸν διδάσκοντα ἐπίσκοπο Ἀθανάσιο στὴν Ταρσὸ τῆς Κιλικίας, ἔπεισε τὴν µητέρα της νὰ µεταβεῖ ἐκεῖ µαζὶ µὲ δυὸ ὑπηρέτες της, τὸν Χαρίσιµο καὶ τὸν Νεόφυτο, µὲ τὴν πρόφαση ὅτι θὰ δεῖ τὴν τροφό της. Ὅταν βρῆκε τὸν Ἀθανάσιο, βαπτίσθηκε ἀπ᾿ αὐτὸν καὶ ἐκάρη µοναχή. Κατόπιν ἀποσύρθηκε στὴν ἔρηµο καὶ ἐκεῖ, ἀφοῦ γιὰ 23 ὁλόκληρα χρόνια ἔζησε ἀσκητικά, ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ δὲ ἅγιος Ἀθανάσιος, ὁδηγήθηκε στὸν Οὐαλεριανὸ καὶ ἐπειδὴ δὲν δέχτηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἀποκεφαλίστηκε. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ ὑπηρέτες τῆς

Ἀνθούσας, Χαρίσιµος καὶ Νεόφυτος, ὁµολόγησαν µὲ θάρρος τὸν Χριστὸ µπροστὰ στὸν βασιλιὰ καὶ ἀποκεφαλίστηκαν.






Οἱ Ἅγιοι Εἰρηναῖος, Ὢρ καὶ Ὄροψις



Ὁ Εἰρηναῖος διέπρεπε µεταξὺ τῶν ἱερέων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ. Δὲν στήριζε µόνο

µὲ τὴν διδασκαλία του καὶ τὸ παράδειγµά του τοὺς πιστούς, ἀλλὰ ἅπλωνε τὰ

πνευµατικά του δίχτυα καὶ στοὺς ἄπιστους καὶ πολλοὺς ἀπ᾿ αὐτοὺς ἔφερνε στὴν κιβωτὸ

τῆς σωτηρίας, δηλαδὴ στὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Γιὰ τὴν δραστηριότητά του αὐτή,

συνελήφθη καὶ ὑπέστη φρικτὰ µαρτύρια. Οἱ δυὸ ἄλλοι ὅµως, ὁ Ὢρ καὶ Ὄροψις, εἶχαν τὸ

θάρρος καὶ ἔκαναν δριµύτατη παρατήρηση στὸν ἔπαρχο, ποὺ ἦταν θεατὴς τῶν

βασανιστηρίων. Τότε καὶ αὐτοὶ εἶχαν τὴν ἴδια τύχη. Βασανίστηκαν µαζὶ µὲ τὸν ἱερέα,

καὶ οἱ τρεῖς κατόπιν ρίχτηκαν µέσα στὴ φωτιά. Ἀλλὰ ξαφνικά, ραγδαία βροχὴ ἔσβησε

τὴν φωτιὰ καὶ οἱ τρεῖς µάρτυρες βγῆκαν ἀνέγγιχτοι ἀπὸ τὸ καµίνι. Πανικόβλητος τότε ὁ

ἔπαρχος ἔδωσε διαταγὴ καὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν.






Σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου «ἐν τῷ Πυρσῷ τῆς Εὐρυτανίας»



Πρόκειται γιὰ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Προυσιώτισσας, ποὺ βρίσκεται στὸ Μοναστήρι τοῦ Προυσοῦ. Τὴ θαυµατουργὴ αὐτὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου λέγεται ὅτι τὴν ζωγράφισε ὁ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς καὶ ἦλθε ἀπὸ τὴν Προῦσα τῆς Μ. Ἀσίας (σύµφωνα

µὲ τὸ χειρόγραφο 3 τοῦ κώδικα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Προυσιωτίσσης). Τὴν ἔφερε ἀπὸ τὴν Προῦσα κάποιος εὐγενὴς νέος στὰ χρόνια τῆς εἰκονοµαχίας (829) ἐπὶ εἰκονοµάχου βασιλέως Θεοφίλου. Στὸ δρόµο ὅµως γιὰ τὴν Ἑλλάδα τὴν ἔχασε καὶ ἡ εἰκόνα ἀποκαλύφθηκε θαυµατουργικὰ σ᾿ ἕνα τσοπανόπουλο, µὲ µία στήλη φωτὸς σὰν πυρσὸς

- γι᾿ αὐτὸ πῆρε καὶ τὴν ἐπωνυµία Πυρσὸς - στὸ µέρος ὅπου ἦταν κρυµµένη. Ὁ νέος, ποὺ εἶχε ἐγκατασταθεῖ στὴν Πάτρα, ὅταν τὸ ἔµαθε θέλησε νὰ τὴν πάρει. Ἀλλ᾿ ἡ εἰκόνα θαυµατουργικὰ γύρισε καὶ πάλι στὸ ἄγριο µέρος τῆς Εὐρυτανίας, ὅπου ἀποκαλύφθηκε στοὺς ντόπιους βοσκούς. Τότε ὁ νέος, µαζὶ µ᾿ ἕναν ὑπηρέτη του, πῆγαν καὶ αὐτοὶ ἐκεῖ, ὅπου ἔγιναν µοναχοὶ µετανοµασθέντες Διονύσιος καὶ Τιµόθεος ἀντίστοιχα. Στὸ Μοναστήρι λοιπὸν αὐτό, γίνεται µέχρι καὶ σήµερα µεγάλο πανηγύρι καὶ πλῆθος κόσµου συρρέει γιὰ νὰ προσκυνήσει τὴν θαυµατουργὴ αὐτὴ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.






Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη ἡ Βασίλισσα



Ἄγνωστη στοὺς Συναξαριστές, ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye κατὰ τὸν

Κώδ. τοῦ Ὀξονίου Τ. ΙΙΙ. 16 καὶ τὸν Παρισινὸ Κώδ. 1617 (στὶς 23 Αὐγούστου).

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 23



     Ἀπόδοσις ἑορτῆς Κοιµήσεως Θεοτόκου (καὶ Μαρία ἡ Μαλεβή)

     Ὁ Ἅγιος Λοῦππος

     Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ἐπίσκοπος Σιρµίου

     Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ἐπίσκοπος Λουγδούνου

     Ὁ Ἅγιος Ποθεινὸς Ἱεροµάρτυρας, ἐπίσκοπος Λουγδούνου

     Ὁ Ὅσιος Καλλίνικος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Οἱ Ἅγιοι 38 Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Θρᾴκη

     Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐπίσκοπος Σάρδης

     Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ὁ Σικελιώτης ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος Νεοτάκου τῆς Εὐβοίας

     Ὁ Ὅσιος Χαράλαµπος ὁ Νεοφανής






Ἀπόδοσις ἑορτῆς Κοιµήσεως Θεοτόκου (καὶ Μαρία ἡ Μαλεβή)






Ὁ Ἅγιος Λοῦππος



Γιὰ τὸν Ἅγιο αὐτὸ δὲν ἀναφέρεται πουθενὰ βιογραφικό του ὑπόµνηµα στοὺς Συναξαριστές. Μόνο στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1617 ἀναγράφεται ὅτι, ὁ µάρτυρας αὐτὸς ὁµολόγησε µὲ θάρρος τὸν Χριστὸ µπροστὰ στὸν εἰδωλολάτρη ἄρχοντα, ὁ ὁποῖος µὲ διάφορες κολακεῖες προσπάθησε νὰ τὸν πείσει νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ δὲν τὰ κατάφερε τὸν βασάνισε µὲ τὸν πιὸ φρικιαστικὸ τρόπο καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε.






Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ἐπίσκοπος Σιρµίου



Ἡ ζωή του ὑπῆρξε ἀνάλογη µὲ τὴν θερµὴ πίστη του πρὸς τὸ Χριστό. Ἦταν ἐπίσκοπος Σιρµίου, πρωτεύουσας τῆς Παννονίας. Σὰν ποιµενάρχης ἦταν ἁγνός, δραστήριος, γεµάτος εἰλικρινῆ ἀγάπη γιὰ τὸ ποίµνιό του, τὸ ὁποῖο τόσο πολὺ ἀγαποῦσε, ὥστε ἦταν ἀποφασισµένος νὰ δώσει καὶ τὴν ζωή του γι᾿ αὐτό, σὰν γνήσιος µιµητὴς τοῦ ἀρχιποιµένα Χριστοῦ, ποὺ εἶπε: «ὁ ποιµὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων». Δηλαδή, ὁ καλὸς ποιµένας παραδίδει τὴν ζωή του γιὰ νὰ ἀποµακρύνει κάθε κίνδυνο ἀπὸ τὰ πρόβατά του καὶ γιὰ νὰ ὑπερασπισθεῖ τὴν ζωή τους. Ἀργότερα, ὁ Εἰρηναῖος καταγγέλθηκε στὸν ἡγεµόνα τῆς πόλης ὅτι παρέσυρε στὴ θρησκεία τοῦ Ἰησοῦ εἰδωλολάτρες. Τότε συνελήφθη καί, ὅταν ὁ ἡγεµόνας Πρόβος τὸν ρώτησε ἂν ἀληθεύει αὐτὸ γιὰ τὸ ὁποῖο τὸν κατηγοροῦν, αὐτὸς ἀντὶ ἄλλης ἀπαντήσεως προσευχήθηκε µπροστά του. Ὁ ἡγεµόνας ἀµέσως τὸν φυλάκισε καὶ ἔπειτα, ἀφοῦ τὸν

µαστίγωσε, τὸν ἀποκεφάλισε καὶ ἔριξε τὸ κεφάλι του στὸν ποταµὸ Σαῦο.

Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ἐπίσκοπος Λουγδούνου



Ὁ ἔνδοξος αὐτὸς Ἱεροµάρτυρας, ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Μάρκου Αὐρηλίου (160). (Πιθανὸν νὰ γεννήθηκε στὴ Σµύρνη, περὶ τὸ 140, διότι σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ συγγράµµατά του, Ἔλεγχος 3,3 λέει, ὅτι παιδὶ ἀκόµα γνώρισε τὸν ἐπίσκοπο Σµύρνης Πολύκαρπο. Ποιοῦ δασκάλου ὅµως µαθητὴς ὑπῆρξε καὶ πῶς µπῆκε στὸν ἱερὸ κλῆρο δὲν γνωρίζουµε). Ἦταν διάδοχος τῶν ἁγίων ἀποστόλων καὶ ἔκανε ἐπίσκοπος τῆς πόλης Λουγδούνου (σηµερινῆς Λυών) τῆς Γαλλίας (µετὰ τὸν µαρτυρικὸ θάνατο τοῦ προκατόχου του Ποθεινοῦ). Αὐτὸς ὅπως λένε, συνέγραψε πολλὰ συγγράµµατα κυρίως δογµατικά, καὶ µ᾿ αὐτὰ στήριξε πολλοὺς χριστιανοὺς στὴν ὀρθὴ πίστη, καὶ τοὺς γλίτωσε ἀπὸ τὶς πλάνες τῶν διαφόρων αἱρέσεων. Τέλος, ἀποκεφαλίστηκε καὶ αὐτὸς ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Σεβῆρο, τὸ ἔτος 202, παίρνοντας ἔτσι τὸ ἀµάραντο στεφάνι τοῦ

µαρτυρίου.






Ὁ Ἅγιος Ποθεινὸς Ἱεροµάρτυρας, ἐπίσκοπος Λουγδούνου



Ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Λουγδούνου (σηµερινῆς Λυὼν τῆς Γαλλίας) πρὶν τὸν πιὸ πάνω Ἅγιο Εἰρηναῖο. Ἔζησε µᾶλλον στὶς ἀρχὲς τοῦ 2ου αἰῶνα καὶ µαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστὸ κατὰ τὸ δεύτερο µισὸ τοῦ 2ου αἰῶνα.






Ὁ Ὅσιος Καλλίνικος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



Πρόκειται γιὰ τὸν Πατριάρχη Καλλίνικο τὸν Α´, ποὺ διαδέχτηκε τὸν Παῦλο τὸν Γ´. Ἦταν προηγουµένως πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, καὶ σκευοφύλακας τοῦ ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν. Ὁ Καλλίνικος ὁ Α´, εἶχε µεγάλα πλεονεκτήµατα λόγου καὶ ἤθους, καὶ γι᾿ αὐτὸν ὁ Ἐφραίµιος λέει ὅτι ἦταν «ἀνὴρ λόγῳ βίῳ τε καὶ καλῶς ἐµπρέπων». Στὰ χρόνια ὅµως τῆς πατριαρχίας του βασίλευε ἕνας ἀσύνετος αὐτοκράτορας ὁ Ἰουστινιανὸς ὁ Β´. Αὐτὸς λοιπόν, γιὰ νὰ κάνει µία πολυτελῆ βρύση κοντὰ στ᾿ ἀνάκτορά του, διάλεξε σὰν τόπο τὸ χῶρο ποὺ βρισκόταν ὁ ναὸς τῆς Θεοτόκου καὶ ἀπαίτησε ἀπὸ τὸν Καλλίνικο, νὰ δώσει εὐχὴ νὰ γκρεµίσουν τὸν ναό! Ὁ Καλλίνικος ἀπάντησε ὅτι, ἡ Ἐκκλησία ἔχει εὐχὲς γιὰ τὴν ἀνέγερση ναῶν καὶ ὄχι γιὰ τὸν κρηµνισµό. Στὴν πίεση ὅµως τοῦ αὐτοκράτορα, ὁ Καλλίνικος ἐξεφώνησε: «Ἂς εἶναι

δόξα εἰς σὲ Χριστέ µου, ὅτι πάντοτε ἀνέχεσαι καὶ ὑποµένεις». Ἦταν δηλαδὴ µία εὐχὴ

εἰς βάρος τοῦ αὐτοκράτορα. Πράγµατι τὸ 695 ὁ Ἰουστινιανὸς Β´ ἔπεσε ἀπὸ τὸν στρατηγὸ

Λεόντιο, καὶ µέσα στὸν Ἱππόδροµο τοῦ ἔκοψαν τὴν µύτη καὶ τὸν ἐξόρισαν στὴ

Χερσώνα. Ἀργότερα τὸ 705, ὅταν µὲ προδοσία µαζὶ µὲ τοὺς Βουλγάρους καὶ Σλαύους,

µπῆκε στὴ Κωνσταντινούπολη, τὸ πρῶτο του θῦµα ἦταν ὁ Πατριάρχης Καλλίνικος.

Δηλαδὴ τὸν καταδίκασε χωρὶς δίκη, τὸν τύφλωσε καὶ τὸν ἐξόρισε στὴ Ρώµη. Ὁ

Πατριάρχης Καλλίνικος ὁ Α´, πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 693 ὡς τὸ 705 µ.Χ.

Οἱ Ἅγιοι 38 Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Θρᾴκη



Ὅλοι µαρτύρησαν διὰ ξίφους. Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι µε αὐτοὺς τῆς 20ης Αὐγούστου.






Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐπίσκοπος Σάρδης



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται, µαζὶ µὲ τὸν Μάρτυρα Λοῦπο, στὸν Σιναϊτικὸ Κώδικα 631. Ὁ Ἀντώνιος αὐτὸς ἦταν ἐπὶ ἐποχῆς Νικολάου τοῦ Μυστικοῦ Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴ δεύτερη πατριαρχία του (912-925), ἔστειλε στὸν Ἀντώνιο θερµὴ φιλικὴ ἐπιστολή, ποὺ ἀναδηµοσίευσε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Σάρδεων Γερµανὸς στὸ Παράρτηµα τῆς µελέτης του, περὶ τῆς Ἐκκλησίας τῶν Σάρδεων σ. 106. Στὸν προαναφερθέντα Σιναϊτικὸ Κώδικα, ὑπάρχει κοινὸς Κανόνας Παρακλητικὸς στὸν Μάρτυρα Λοῦπο καὶ τὸν Ἀντώνιο ἐπίσκοπο Σάρδεων.






Ὁ Ὅσιος Νικόλαος ὁ Σικελιώτης ποὺ ἀσκήτευσε στὸ ὄρος Νεοτάκου τῆς Εὐβοίας






Ὁ Ὅσιος Χαράλαµπος ὁ Νεοφανής

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 24



     Ὁ Ἅγιος Εὐτυχὴς Ἱεροµάρτυρας µαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Θεολόγου

     Ὁ Ἅγιος Τατίων

     Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Λιµνιώτης, ὁ Ὁµολογητής

     Ὁ Ἅγιος Κοσµᾶς ὁ Αἰτωλός, νέος Ἱεροµάρτυρας καὶ Ἰσαπόστολος

     Ἀνακοµιδὴ Λειψάνου Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ζακυνθινοῦ

     Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ θαυµατουργὸς (Ρῶσος + 1550)







Ὁ Ἅγιος Εὐτυχὴς Ἱεροµάρτυρας µαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη Θεολόγου



Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής, θέλοντας νὰ δείξει τὸν ἄνθρωπο ποὺ ἔχει ἀληθινὰ πνεῦµα Θεοῦ, εἶπε: «Πᾶν πνεῦµα ὃ ὁµολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι». Δηλαδή, κάθε ἄνθρωπος ποὺ παρουσιάζεται µὲ χάρισµα Πνεύµατος, ἂν ὁµολογεῖ ὄχι µόνο µὲ λόγια ἀλλὰ καὶ µὲ ἔργα ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς πράγµατι σαρκώθηκε καὶ ἔζησε σὰν ἄνθρωπος φέροντας τὴν ἀνθρώπινη φύση, αὐτὸς ὁ

ἄνθρωπος εἶναι ἀπὸ τὸ Θεό. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος ἦταν καὶ ὁ Ἅγιος Εὐτυχής. Σὰν γνήσιος µαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, ἀπέδειξε περίτρανα στὴ ζωή του ὅτι εἶναι πραγµατικὰ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Κήρυξε µὲ ἀνδρεία τὸ Εὐαγγέλιο, γκρέµισε πολλοὺς ναοὺς εἰδώλων, ὑπέµεινε δαρµοὺς καὶ κακοπάθησε πολλὰ χρόνια δέσµιος

µέσα στὴ φυλακή. Κατόπιν τὸν ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ µετὰ στὰ πεινασµένα θηρία. Ἐπειδή, ὅµως, ἕνα ἀπὸ τὰ θηρία µίλησε µὲ ἀνθρώπινη φωνή, ἀλλὰ καὶ ἐπειδὴ στὴ συνέχεια ἔµεινε ἀβλαβὴς ἀπὸ τὰ ὑπόλοιπα µαρτύρια, ὅλοι ἐξεπλάγησαν. Ἐξ αἰτίας, λοιπόν, αὐτῶν τῶν θαυµάτων, τὸν ἄφησαν ἐλεύθερο νὰ γυρίσει στὴν πατρίδα του Σεβαστή, ὅπου εἰρηνικὰ παρέδωσε στὸν Κύριο τὸ πνεῦµα του.






Ὁ Ἅγιος Τατίων



Καταγόταν ἀπὸ τὸ Μαντίναιο τῆς Μητροπόλεως Κλαυδιουπόλεως στὴν Ἐρδέλια, τῆς ἐπαρχίας Ὀνωριάδος. Συνελήφθηκε διότι ἦταν χριστιανὸς καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεµόνα Οὐρβανό. Αὐτὸς τὸν ρώτησε ἂν ἐπιµένει νὰ ὁµολογεῖ τὸν Χριστὸ καὶ ὁ Τατίων µὲ τόλµη ἀπάντησε ὅτι θὰ τὸν ὁµολογεῖ µέχρι τελευταίας του πνοῆς. Ἀµέσως τότε τὸν ἔδειραν σκληρὰ καὶ τὸν ξέσχισαν µὲ σιδερένια νύχια. Κατόπιν τὸν ἔσυραν µέχρι θανάτου µέσα στὴν Κλαυδιούπολη, ἀφοῦ πρῶτα ἔκανε τὸ σηµεῖο τοῦ σταυροῦ.






Ὁ Ὅσιος Γεώργιος ὁ Λιµνιώτης, ὁ Ὁµολογητής



Ὁ Ὅσιος αὐτός, ἀπὸ µικρὸ παιδὶ ἀγάπησε τὴν µοναχικὴ ζωὴ καὶ ὅταν ἐνηλικιώθηκε ἔγινε µοναχὸς καὶ ἀσκήτευε στὸν Ὄλυµπο (τῆς Βιθυνίας). Στὰ χρόνια τοῦ εἰκονοµάχου

βασιλιᾶ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου (716), ὁ Γεώργιος ἀγωνίστηκε γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία καὶ ἔκανε δριµύτατες παρατηρήσεις στὸν ἀσεβῆ βασιλιά. Τότε ὑπέστη ἀπ΄ αὐτὸν πολλὰ βάσανα καὶ µάλιστα σὲ ἡλικία 95 χρονῶν. Στὸ τέλος τοῦ ἔκοψαν τὴν µύτη, ἔκαψαν τὸ κεφάλι του καὶ ἔτσι παρέδωσε τὸ πνεῦµα του στὸν Θεό.






Ὁ Ἅγιος Κοσµᾶς ὁ Αἰτωλός, νέος Ἱεροµάρτυρας καὶ Ἰσαπόστολος



Ὁ Ἅγιος Κοσµᾶς ὑπῆρξε φωτοφόρος ἀπόστολος τοῦ Εὐαγγελίου, στὰ µαῦρα χρόνια τῆς τουρκικῆς σκλαβιᾶς. Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ταξιάρχης τῆς ἐπαρχίας Ἀποκούρου ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὸ χωριὸ Μέγα Δένδρο Ναυπακτίας (τὸ 1714), ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, ποὺ τὸν ἀνέθρεψαν ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου. Εἴκοσι χρονῶν µετέβη στὸ Ἅγιον Ὄρος, γιὰ νὰ σπουδάσει στὸ ἐκεῖ νεοσύστατο σχολεῖο τοῦ Βατοπεδίου. Μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του, πῆγε στὴ Μονὴ Φιλόθεου, ὅπου ἔγινε µοναχὸς καὶ κατόπιν Ἱεροµόναχος. Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος δὲν ἡσύχαζε, φλεγόµενος νύχτα-µέρα ἀπὸ τὸν πόθο νὰ

βγεῖ καὶ νὰ διδάξει στοὺς σκλαβωµένους Ἕλληνες τὰ ἅγια Γράµµατα. Ὅµως, θεωροῦσε τὸν ἑαυτό του ταπεινὸ καὶ ἀδύνατο νὰ ἐπωµισθεῖ τέτοιο φορτίο. Ἀλλὰ µὲ θεία ἀποκάλυψη, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου συνάντησε τὸν ἀδελφό του Χρύσανθο, ποὺ ἦταν δάσκαλος. Αὐτὸς τοῦ ἔκανε µερικὰ µαθήµατα ρητορικῆς, ποὺ θὰ βοηθοῦσαν τὸν Κοσµᾶ στὸ κήρυγµα. Ἔπειτα, ἀφοῦ πῆρε τὴν ἄδεια τοῦ Πατριάρχη, ὄργωσε στὴν κυριολεξία τὴν Ἑλλάδα, διδάσκοντας στοὺς «ραγιάδες» τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ. Ἄπ΄ ὅπου περνοῦσε, ἔκτιζε σχολεῖα, ἐκκλησίες, καὶ πλῆθος λαοῦ συνέρεε καὶ

«ρουφοῦσε» τὸ «νέκταρ» τῆς ἁγίας διδασκαλίας του. Τελικά, ὁ φθόνος τῶν Ἑβραίων, σὲ συνεργασία µὲ τοὺς Τούρκους, εἶχε σὰν ἀποτέλεσµα τὸν ἀπαγχονισµὸ τοῦ Ἁγίου στὰ χώµατα τῆς Βορείου Ἠπείρου (τὸ 1779). Τὰ λόγια του ἦταν προφητικά, γεµάτα θεία χάρη καὶ ἁπλότητα. Κάποτε εἶπε στοὺς κατοίκους κάποιου χωριοῦ: «Ἦρθα στὸ χωριό σας καὶ σᾶς κήρυξα. Δίκαιο εἶναι λοιπὸν νὰ µὲ πληρώσετε γιὰ τὸν κόπο µου. Μὲ χρήµατα µήπως; Τί νὰ τὰ κάνω; ἡ πληρωµὴ ἡ δική µου εἶναι νὰ βάλετε τὰ λόγια του Θεοῦ στὴν καρδιά σας, γιὰ νὰ κερδήσετε τὴν αἰώνια ζωή».






Ἀνακοµιδὴ Λειψάνου Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ζακυνθινοῦ



Βλέπε Βιογραφικό του σηµείωµα τὴν 17η Δεκεµβρίου καὶ ἐκτενὲς ὑπόµνηµα γιὰ τὴν ἀνακοµιδὴ τοῦ λειψάνου στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ματθαίου Λαγγῆ (24 Αὐγούστου).






Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ὁ θαυµατουργὸς (Ρῶσος + 1550)

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 25



     Ὁ Ἅγιος Βαρθολοµαῖος ὁ Ἀπόστολος (Ἀνακοµιδὴ ἱεροῦ λειψάνου του)

     Ὁ Ἅγιος Τίτος ὁ Ἀπόστολος ἐπίσκοπος Γόρτυνος Κρήτης

     Ὁ Ἅγιος Σάββας Βενεθάλων

     Οἱ Ἅγιοι Ἐπιφάνιος, Ἰωάννης καὶ Γεννάδιος ὁ Σχολάριος Ἀρχιεπίσκοποι

Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ἅγιος Μηνᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καρπάθιος






Ὁ Ἅγιος Βαρθολοµαῖος ὁ Ἀπόστολος (Ἀνακοµιδὴ ἱεροῦ λειψάνου του)



Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Βαρθολοµαῖος µαρτύρησε µὲ σταυρικὸ θάνατο στὴν Ἀρµενία. Τὸ ἅγιο λείψανό του οἱ χριστιανοὶ τὸ ἔβαλαν µέσα σὲ µία πέτρινη θήκη καὶ τὸ ἔκρυψαν στὴν Οὐρβανούπολη. Ἐπειδή, ὅµως, ἡ θήκη γιάτρευε πολλὲς ἀσθένειες, συνέρεαν σ᾿ αὐτὴ πλήθη λαοῦ. Γι᾿ αὐτὸ οἱ εἰδωλολάτρες, ὅταν βρῆκαν τὴν κατάλληλη εὐκαιρία, πέταξαν τὴν θήκη στὴ θάλασσα, µαζὶ µὲ ἄλλες τέσσερις θῆκες µαρτύρων. Τότε ἔγινε κάτι τὸ θαυµαστό. Ἡ θήκη µὲ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Βαρθολοµαίου, συνοδεία τῶν ἄλλων τεσσάρων θηκῶν, ἀφοῦ πέρασαν τὴν Μαύρη Θάλασσα, τὰ στενά του Ἑλλησπόντου, τὸ Αἰγαῖο πέλαγος καὶ τὸ Ἀδριατικό, ἔφθασαν ἀριστερὰ τῆς Σικελίας, στὸ νησὶ Λιπαρά. Ἔπειτα, οἱ θῆκες ποὺ συνόδευαν τὴν θήκη τοῦ Ἁγίου Βαρθολοµαίου πῆγε ἡ κάθε µία σὲ διαφορετικοὺς τόπους τῆς Ἰταλίας. Τότε λοιπόν, ὁ Ἅγιος του Θεοῦ ἀποκαλύφθηκε στὸν ἐπίσκοπο τῆς Λίπαρος Ἀγάθωνα, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ κατέβηκε στὴν παραλία καὶ εἶδε τὴν θήκη, ἔµεινε ἐκστατικός. Μὲ σεβασµὸ τότε, συνόδευσαν τὴν θήκη

µὲ τὸ ἅγιο λείψανο ἐκεῖ ὅπου θαυµατουργικὰ ὑπέδειξε ὁ Ἀπόστολος τοῦ Θεοῦ καὶ ὅπου κτίστηκε µεγαλοπρεπὴς ναός. Δίκαια, ἔτσι, µπορεῖ νὰ πεῖ κανείς: «Θαυµαστὸς ὁ Θεὸς

ἐν τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ». Θαυµαστὸς εἶναι ὁ Θεὸς στὶς προστασίες ποὺ παρέχει στοὺς

Ἁγίους Του, ποὺ εἶναι ἀφοσιωµένοι σ᾿ Αὐτόν.






Ὁ Ἅγιος Τίτος ὁ Ἀπόστολος ἐπίσκοπος Γόρτυνος Κρήτης



Ὁ Τίτος ἦταν Ἕλληνας στὴν καταγωγή, καὶ µάλιστα ἀπὸ τοὺς πιὸ διακεκριµένους ὅσον ἀφορᾶ τὴν µόρφωση καὶ τὸ γένος. Ἔγινε χριστιανὸς ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, µὲ τὸν ὁποῖο καὶ συνεργάστηκε γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀκολούθησε τὸν ἀπ. Παῦλο στὴ δεύτερη ἄνοδό του στὴν Ἱερουσαλὴµ καὶ κατόπιν ἐπιφορτίσθηκε µὲ ἀποστολὴ στὴν Κόρινθο, γιὰ νὰ δεῖ ἀπὸ κοντὰ τὴν κατάσταση τῆς ἐκεῖ Ἐκκλησίας. Ὅταν ἐπέστρεψε συνάντησε τὸν ἀπ. Παῦλο στὴ Μακεδονία. Ἔπειτα µαζί του, περίπου τὸ ἔτος 58, πῆγαν στὴν Κρήτη, ὅπου ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κατέστησε τὸν Τίτο ἐπίσκοπο γιὰ νὰ κηρύξει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ ἐγκαταστήσει σ᾿ ὅλο τὸ νησὶ πρεσβύτερους. Ἀπὸ τὴν δεύτερη

πρὸς Τιµόθεον ἐπιστολὴ µαθαίνουµε, ὅτι ὁ Τίτος πῆγε καὶ στὴ Δαλµατία, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ σκοπό. Ὁ Παῦλος ἔστειλε καὶ τὴν γνωστὴ πρὸς Τίτον ἐπιστολή, ἀπὸ τὴν ὁποία

µαθαίνουµε, ὅτι ὁ Ἕλληνας µαθητής του τιτλοφορεῖται ἀπ᾿ αὐτὸν «τέκνον του γνήσιον». Ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ἐπίσης, µαθαίνουµε ὅτι ὁ Τίτος εἶχε λαµπροὺς συνεργάτες στὴν Κρήτη, δηλαδὴ τὸν Ζήνα τὸν νοµικὸ καὶ τὸν περίφηµο Ἀπολλώ. Ὁ Τίτος πέθανε στὴν Κρήτη, κατὰ τὸ ἔτος 105 µετὰ Χριστόν.






Ὁ Ἅγιος Σάββας Βενεθάλων



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ µνήµη του ἀναφέρεται στὸν Σιναϊτικὸ Κώδικα 631 (10ος - 11ος αἰών) ὡς ἑξῆς: «Τίτου καὶ κατάθεσις λειψάνου Βαρθολοµαίου ἐν Σηκῷ τῆς Λιπάρεως καὶ τοῦ ἁγίου µάρτυρος Σάβα Βενεθάλων» (Βλ. Τιµοθέου Θέµελη, Τὰ Μηναῖα ἀπὸ τοῦ ια´ - ιγ´ αἰῶνος, σελ. 115).






Οἱ Ἅγιοι Ἐπιφάνιος, Ἰωάννης καὶ Γεννάδιος ὁ Σχολάριος Ἀρχιεπίσκοποι

Κωνσταντινουπόλεως



Ὁ Ἔπιφανιος ἔγινε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως µετὰ τὸν παρακάτω Ἰωάννη τὸν Β´. Πατριάρχευσε 15 χρόνια καὶ τρεῖς µῆνες καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 535. Διάδοχός του ἔγινε ὁ Ἄνθιµος ὁ αἱρετικός. Ὁ δὲ Ἰωάννης ὁ Β´ ἔγινε Πατριάρχης µετὰ τὸν Τιµόθεο καὶ ἔµεινε στὸν θρόνο δυὸ χρόνια καὶ δέκα µῆνες. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 520 καὶ ἄφησε διάδοχό του τὸν παραπάνω Ἐπιφάνιο. Ὅσο γιὰ τὸν ἅγιο Γεννάδιο τὸν Σχολάριο, εἶναι ὁ πρῶτος Πατριάρχης µετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἡ πρώτη πατριαρχία του ἦταν ἀπὸ τὸ 1453-1456 καὶ ἡ δεύτερη ἀπὸ τὸ 1458-

1463.






Ὁ Ἅγιος Μηνᾶς Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ ἀνέβηκε στὸν θρόνο τὸ 536, ἐπὶ αὐτοκράτορας

Ἰουστινιανοῦ τοῦ µεγάλου. Χειροτονήθηκε Πατριάρχης ἀπὸ τὸν Πάπα Ρώµης Ἀγαπητό,

µετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ αἱρετικοῦ Ἀνθίµου. Ἐπὶ τῆς Πατριαρχείας τοῦ Μηνᾶ

συγκροτήθηκε καὶ ἡ Ε´ Οἰκουµενικὴ Σύνοδος (553). Πατριάρχευσε 16 χρόνια καὶ ἕξι

µῆνες. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ ἀφοῦ ποίµανε καλὰ τὸ ποίµνιο τοῦ Χριστοῦ.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Καρπάθιος



Δὲν ἔχουµε πολλὲς πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή του. Ἔζησε µᾶλλον τὸν 7ο αἰῶνα µ.Χ. καὶ στοὺς ναοὺς τοῦ νησιοῦ Κάρπαθος, ὑπάρχουν πολλὲς τοιχογραφίες καὶ φορητὲς εἰκόνες τοῦ Ἰωάννη σὰν Ἁγίου. Κατατάχθηκε ἐπίσηµα στὸ Ὀρθόδοξο Ἁγιολόγιο στὶς 20

Αὐγούστου 1985. Λέγεται ὅτι εἶναι ὁ συγγραφέας τοῦ ἔργου «Πρὸς τοὺς ἀπὸ τῆς Ἰνδίας προτρέψαντας µοναχοὺς παρακλητικός», (σὲ 100 κεφάλαια), ποὺ περιέχεται στὴ

Φιλοκαλία.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 26



     Οἱ Ἅγιοι Ἀδριανὸς καὶ Ναταλία

     Οἱ Ἅγιοι 23 Μάρτυρες

     Οἱ Ἅγιοι Ἀττικὸς καὶ Σισίνιος

     Ὁ Ὅσιος Ἰβιστίων

     Ὁ Ἅγιος Ἀδριανὸς

     Ὁ Ὅσιος Τιθόης

     Ὁ Ὅσιος Ἰωάσαφ γιὸς τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἰνδίας Ἀβενίρ

     Ὁ Ἅγιος Γελάσιος







Οἱ Ἅγιοι Ἀδριανὸς καὶ Ναταλία



«Αἱ ὁδοὶ τῶν δικαίων ὁµοίως φωτὶ λάµπουσι, προπορεύονται καὶ φωτίζουσιν». Ἡ ζωὴ καὶ ἡ συµπεριφορὰ τῶν δικαίων καὶ ἐνάρετων ἀνθρώπων εἶναι ὁλόλαµπρη σὰν τὸ φῶς. Βαδίζουν µπροστὰ καὶ φωτίζουν πάντοτε µὲ τὸ παράδειγµά τους καὶ µὲ τὰ λόγια τους. Πράγµατι, ὅταν ἐπὶ Διοκλητιανοῦ συνελήφθησαν 23 χριστιανοὶ καὶ ἦταν ἕτοιµοι νὰ

µαρτυρήσουν, ἐκεῖ κοντὰ ἦταν καὶ ἕνας 28χρονος νέος, ὁ Ἀδριανὸς (ἀπὸ τὴν Νικοµήδεια), ποὺ τοὺς ρώτησε ἂν ἀξίζει νὰ ὑποµένουν ὅλα αὐτὰ τὰ µαρτύρια. Τότε οἱ Ἅγιοι τοῦ ἀπάντησαν: «Ἐµεῖς ὑποµένουµε αὐτά, γιὰ νὰ κερδίσουµε τὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶναι ἑτοιµασµένα ἀπὸ τὸ Θεὸ γι᾿ αὐτοὺς ποὺ πάσχουν γιὰ τὴν ἀγάπη Του, καὶ τὰ ἀγαθὰ αὐτὰ οὔτε ἀκοὴ µπορεῖ νὰ ἀκούσει, οὔτε λόγος νὰ περιγράψει». Ἠλεκτρισµένος ἀπὸ τὸ θάρρος τους καὶ συνεπαρµένος ἀπὸ τὰ λόγια τους ὁ Ἀδριανός, ἄστραψε τὸ πρόσωπό

του ἀπὸ τὴν θεία χάρη καὶ δήλωσε στοὺς εἰδωλολάτρες χριστιανός. Αὐτοὶ ἀµέσως τὸν φυλάκισαν µαζὶ µὲ τοὺς ὑπόλοιπους. Ὅταν τὸ ἔµαθε αὐτὸ ἡ γυναῖκα του Ναταλία, χάρηκε πολὺ καὶ ἔτρεξε στὴ φυλακὴ νὰ ἐνθαρρύνει τὸν ἀγαπηµένο της σύζυγο. Ἔπειτα, ἀφοῦ τὸν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴν φυλακή, τοῦ ἔκοψαν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια, καὶ

µετὰ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά. Ἀλλὰ ἡ φωτιὰ µετὰ ἀπὸ δυνατὴ βροχὴ ἔσβησε. Ἡ Ναταλία

µαζὶ µὲ ἕνα εὐσεβῆ χριστιανό, τὸν Εὐσέβεια, παρέλαβαν τὸ λείψανο τοῦ Ἀδριανοῦ καὶ

τὸ ἔθαψαν µὲ εὐλάβεια. Ἀργότερα, µετακόµισε τὰ ὀστά του στὴν Κωνσταντινούπολη

καὶ τὰ κατέθεσε στὴν Ἀργυρόπολη. Ἔπειτα δίπλα του ἔθαψαν καὶ τὴν εὐσεβῆ σύζυγό

του Ναταλία.






Οἱ Ἅγιοι 23 Μάρτυρες



Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ µαρτύρησαν διὰ ξίφους µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Ἀδριανό. Τὰ ὀνόµατά τους εἶναι: Ἀνατόλιος, Ἄνθιµος, Ἀντίοχος, Γεντήλιος, Ἐλευθέριος, Ἐρµογένης, Εὐήθιος, Εὔρετος, Εὐτύχιος, Θεαγώνης, Θεόδωρος, Θύρσος, Ἰωάννης, Καρτερᾶς, Κλαύδιος, Κυριάκος, Μαρίνος, Μαρδώνιος, Μηνώδιος, Πλάτων, Συνετός, Τρωάδιος καὶ Φαρέτριος (+ 4ος αἰ).

Οἱ Ἅγιοι Ἀττικὸς καὶ Σισίνιος



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Ἴσως συνελήφθησαν µαζὶ µὲ τὸν Ἅγιο Ἀδριανὸ στὴ

Νικοµήδεια.






Ὁ Ὅσιος Ἰβιστίων



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Ἀδριανὸς



Ὁ ἅγιος Ἀδριανός, ἄλλος τοῦ προηγούµενου, ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιᾶ Λικινίου (313). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώµη καὶ ἦταν γιὸς τοῦ Πρόθου βασιλιᾶ τῆς Ρώµης, ποὺ βασίλευσε τὸ 276. Ὁ Ἀδριανὸς διέµεινε, µαζὶ µὲ τὸν ἀδελφό του Δοµέτιο -ἐπίσκοπο ἀργότερα τοῦ Βυζαντίου µετὰ τὸν Τίτο - στὸ Βυζάντιο. Ποθώντας νὰ µαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό, πῆγε στὴ Νικοµήδεια καὶ ἤλεγξε τὸν Λικίνιο, διότι µάταια ταλαιπωροῦσε τὰ ρωµαϊκὰ στρατεύµατα προφασιζόµενος ὅτι διώκει τοὺς χριστιανούς. Ὁπότε ὁ Λικίνιος τὸν βασάνισε µὲ διάφορους τρόπους καὶ στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισε. Ὁ δὲ ἀδελφός του Δοµέτιος, πῆρε τὸ ἅγιο λείψανό του καὶ τὸ ἔθαψε στὴν Ἀργυρόπολη, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὸ Βυζάντιο. Ἐκεῖ ἐπίσης βρίσκονταν καὶ τὰ ἅγια λείψανα τῶν Μαρτύρων Ἀδριανοῦ καὶ Ναταλίας, µαζὶ µὲ αὐτὰ τοῦ Ἀποστόλου Στάχυος, ποὺ ἔκανε πρῶτος ἐπίσκοπος Βυζαντίου µετὰ τὸν πρωτόκλητο Ἀνδρέα.






Ὁ Ὅσιος Τιθόης



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. (Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτό, γίνεται λόγος στὸν Εὐεργετινό).






Ὁ Ὅσιος Ἰωάσαφ γιὸς τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἰνδίας Ἄβενιρ



Γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ ὁσίου Ἰωάσαφ βρίσκουµε σὲ κάποιο διήγηµα, ποὺ ἐπιγράφεται

«Βαρλαάµ», καὶ ἀποδίδεται στὸν Ἰωάννη τὸ Δαµασκηνό. Τὸ περιεχόµενο συνοπτικὰ

ἔχει ὡς ἑξῆς: Ἐπὶ µεγάλου Κων/νου ὑπῆρχε στὶς Ἰνδίες κάποιος βασιλιάς, ποὺ τὸν

ἔλεγαν Ἄθενιρ. σ᾿ αὐτὸν λοιπόν, εἶπαν κάποιοι ἀστρολόγοι ὅτι ὁ νεογέννητος γιός του

Ἰωάσαφ, κάποτε θὰ ἀσπασθεῖ τὴν χριστιανικὴ θρησκεία. Γιὰ νὰ µαταιώσει αὐτὴ τὴν

«προφητεία» ὁ Ἄβενιρ, ἔκλεισε τὸ βασιλοπαῖδι σ᾿ ἕνα ἀποµακρυσµένο παλάτι µαζὶ µὲ

ὑπηρέτες καὶ δασκάλους, καὶ τοὺς συνέστησε νὰ µὴ ποῦν τίποτα στὸ παιδὶ γιὰ τὴν

πίστη τῶν χριστιανῶν. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάσαφ µεγάλωσε καὶ τοῦ δόθηκε µεγάλη µόρφωση.

Ἀλλὰ τοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὁ περιορισµὸς µέσα στὸν ὁποῖο ζοῦσε, καὶ ἀπαίτησε νὰ

µάθει τὴν αἰτία. Κανεὶς ὅµως δὲν τοῦ ἔλεγε τίποτα. Αὐτὸς ὅµως, µετὰ ἀπὸ πολλὲς

παρακλήσεις πρὸς τὸν πατέρα του, κατάφερε καὶ τὸν ἔπεισε νὰ βγαίνει ἔξω ἀπὸ τὸ

παλάτι ἀλλὰ ὑπὸ αὐστηρὴ ἐπιτήρηση. Σὲ κάποιο περίπατό του ὅµως, συνάντησε δυὸ

φτωχοὺς γέρους, ποὺ τοὺς ἔδωσε γενναία ἐλεηµοσύνη καὶ αὐτοὶ συγκινηµένοι τοῦ

ἀποκάλυψαν τὸ µυστικὸ τοῦ περιορισµοῦ του. Ἀπὸ τότε ὁ Ἰωάσαφ διψοῦσε νὰ µάθει γιὰ

τὴν χριστιανικὴ θρησκεία. Καὶ ὁ Θεὸς εὐλόγησε καὶ ἔµαθε, ἀπὸ κάποιο χριστιανὸ ἱερέα

τὸν Βαρλαάµ, ποὺ κατάφερε νὰ µπεῖ στὸ παλάτι µὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ πραγµατευτῆ.

Τελικὰ ὁ Ἰωάσαφ βαπτίστηκε, ἔκανε χριστιανὸ καὶ τὸν πατέρα του, ἀργότερα ἔγινε

µοναχὸς καὶ δίδαξε στὴ χώρα του τὸ Εὐαγγέλιο.






Ὁ Ἅγιος Γελάσιος

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 27



     Ὁ Ὅσιος Ποιµὴν

     Ὁ Ἅγιος Λιβέριος ὁ Ὁµολογητής, Πάπας Ρώµης

     Ὁ Ἅγιος Ὅσιος ἐπίσκοπος Κορδούης τῆς Ἱσπανίας

     Βάπτιση τοῦ Αἰθίοπα Εὐνούχου, ἀπὸ τὸν Ἅγιο Φίλιππο

     Ἡ Ἁγία Ἀνθοῦσα ἡ νέα

     Ὁ Ἅγιος Φανούριος ὁ Νεοφανής, ὁ Μεγαλοµάρτυρας

     Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ βασιλιάς

     Ὁ Ὅσιος Θεόκλητος







Ὁ Ὅσιος Ποιµὴν



Μαζὶ µὲ τὰ ἄλλα ἀδέλφια του ἔκαναν µικρὴ µοναχικὴ ἀδελφότητα σὲ µία µικρὴ σκήτη στὴν Αἴγυπτο. Ἡγούµενος αὐτῆς τῆς ἀδελφότητας ἦταν ὁ Ποιµήν, ποὺ εἶχε ὅλα τὰ προσόντα πραγµατικοῦ ποιµένα ψυχῶν. Ἡ φήµη του εἶχε φθάσει σὲ µακρινὲς περιοχὲς καὶ πολὺς κόσµος ἐρχόταν νὰ τὸν δεῖ καὶ νὰ τὸν συµβουλευθεῖ. Αὐτός, ὅµως, δεχόταν

µόνο τοὺς µικροὺς καὶ ταπεινούς. Ὅσοι ἔρχονταν ἀπὸ περιέργεια, δὲν τοὺς δεχόταν, ἔστω καὶ ἂν ἦταν ἄρχοντες. Κάποτε ἕνας ἀπ᾿ αὐτοὺς θύµωσε ποὺ δὲν τὸν δέχθηκε. Καὶ ἐπειδὴ ἦταν δικαστής, συνέλαβε τὸ µοναχογιὸ τῆς ἀδελφῆς τοῦ ὁσίου, µὲ τὴν ἰδέα ὅτι τώρα θὰ ἐρχόταν ὁ ἴδιος ὁ Ποιµὴν σ᾿ αὐτόν. Ὁ ὅσιος, ὅµως, ἔγραψε πρὸς αὐτόν:

«Ἐξέτασον τὸν ἀνεψιόν µου κατὰ τοὺς νόµους. Εἶναι ἔνοχος; Τιµώρησέ τον. Ἐὰν ὅµως δὲν εἶναι, κᾶµε ὅπως θέλεις». Ὁ δικαστὴς θαύµασε τὰ γραφόµενα τοῦ ὁσίου καὶ ἀµέσως ἀπέλυσε τὸν ἀνεψιό του. Ὅλα αὐτά, βέβαια, τὰ κατάφερνε ὁ Ποιµήν, διότι

καλλιεργοῦσε τὸ θεµέλιο τῶν ἀρετῶν, τὴν ταπεινοφροσύνη. Συχνὰ µάλιστα ἔλεγε: «Ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τὴν ταπείνωσιν, ὅσην ἀπὸ τὸν ἀέρα τὸν ὁποῖον εἰσπνέει. Ἡ ταπεινοφροσύνη τοῦ πνεύµατος εἶναι ἡ ζωὴ τῆς ψυχῆς». Ὁ Ὅσιος Ποιµὴν πέθανε εἰρηνικά, προκύπτοντας σὲ ὅλες τὶς χριστιανικὲς ἀρετές.






Ὁ Ἅγιος Λιβέριος ὁ Ὁµολογητής, Πάπας Ρώµης



Διαδέχτηκε στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ρώµης τὸν Πάπα Ἰούλιο. Ὅπως αὐτὸς ἔτσι καὶ ὁ Αἰθέριος, ἦταν συνήγορος τοῦ Ἀθανασίου τοῦ Μεγάλου στοὺς ἀγῶνες, ποὺ ὁ πρόµαχος ἐκεῖνος τῆς ὀρθοδοξίας διεξήγαγε κατὰ τοῦ Ἀρειανισµοῦ καὶ ὑπὲρ τοῦ Ὀρθοδόξου Συµβόλου. Ἀκόµα, ὁ Αἰθέριος προστάτεψε τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως Παῦλο τὸν Α´, ὅταν ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος (337 µ.Χ.) ἐπανειληµµένα καταδίωξε γιὰ τὴν ὀρθόδοξη συµπεριφορά του. Καὶ ὅταν ὁ Πάπας Λιβέριος ἦλθε τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ διαφώνησε στὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήµατα µὲ τὸν προστάτη τοῦ Ἀρειανισµοῦ αὐτοκράτορα Κωνστάντιο, αὐτὸς τὸν ἐξόρισε στὴ Θεσσαλονίκη. Κατόπιν ὅµως ἐπανῆλθε στὸ θρόνο του, καὶ ὁ θάνατος τὸν βρῆκε νὰ ποιµαίνει πάντοτε

θεάρεστα τὴν ἐκκλησία του. Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης, γιὰ τὸν ἅγιο Αἰθέριο, ἀναφέρει ὅτι

ἦταν «ἐκ τῶν ὀρθοδόξων παπῶν τῆς Ρώµης, τῶν πολεµησάντων τὸν Ἀρειανισµόν. Ἀπὸ τοῦ 352 ἐπίσκοπος τῆς Ρώµης, συνετέλεσε νὰ καταλάβωσι τοὺς οἰκείους θρόνους οἱ πρὸς αὐτὸν καταφυγόντες Ἀλεξανδρείας Ἀθανάσιος καὶ Παῦλος ὁ ὁµολογητής· ἀλλ᾿ ὁ

Ἀρειανὸς αὐτοκράτωρ Κωνστάντιος µετὰ τὸν θάνατον τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ Κώνσταντος,

µετεκάλεσεν αὐτὸν εἰς Κωνσταντινούπολη καὶ προσεπάθησε νὰ τὸν ἑλκύση εἰς τὴν

αἵρεσιν τοῦ Ἀρείου, καὶ µὴ πεισθέντα ἐξώρισεν εἰς Θρᾴκην (354) ἐπανῆλθεν εἰς τὸν

θρόνον τῷ 358, τῇ ἀξιώσει τῶν χριστιανῶν τῆς Ρώµης, καὶ ἀπέθανεν ἐν εἰρήνῃ τῷ 365

(κατ᾿ ἄλλους τὸ 366)».






Ὁ Ἅγιος Ὅσιος ἐπίσκοπος Κορδούης τῆς Ἱσπανίας



Ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν γενναία συµµετοχή του στοὺς ἀγῶνες ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Πῆρε µέρος στὴν Α´ Οἰκ. Σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια, καθὼς καὶ σ᾿ αὐτὴ τῆς Σαρδικῆς τὸ ἔτος 347. Ἐπίσης συνέπραξε στὸ ν᾿ ἀθῳωθεῖ ὁ Μέγας Ἀθανάσιος ἀπὸ τὶς ἐναντίον του κατηγορίες ἐκ

µέρους τῶν Ἀρειανῶν. Ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ὁ αὐτοκράτορας Κωνστάντιος καταδίωκε ἀµείλικτα τὸν Ἀθανάσιο, τὸ ἴδιο ἔκανε καὶ στὸν Ἱεράρχη τῆς Κορδούης Ὅσιο, ποὺ ὑπέβαλε σὲ πολλὲς ἐξορίες καὶ κακοπάθειες. Ὁ Ὅσιος ὅµως, κράτησε ὄρθιο τὸ ὀρθόδοξο φρόνηµά του µέχρι τέλους. Δίκαια λοιπὸν τὸν ἐγκωµιάζει γι᾿ αὐτὰ ὁ Θεοδώρητος, ὁ δὲ Μέγας Ἀθανάσιος τὸν τιτλοφορεῖ πατέρα τῶν Ἐπισκόπων.






Βάπτιση τοῦ Αἰθίοπα Εὐνούχου, ἀπὸ τὸν Ἅγιο Φίλιππο



Βλέπε Η´ Κεφάλαιο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, στίχοι 5 ἕως 12.






Ἡ Ἁγία Ἀνθοῦσα ἡ νέα



Μαρτύρησε, ἀφοῦ τῆς ἔβαλαν τρίχινο κουρέλι καὶ µία µεγάλη πέτρα στὸ λαιµὸ καὶ τὴν ἔριξαν µέσα σ᾿ ἕνα πηγάδι.






Ὁ Ἅγιος Φανούριος ὁ Νεοφανής, ὁ Μεγαλοµάρτυρας



Ἄγνωστος στοὺς ἀρχαίους Συναξαριστές. Ἔγινε γνωστὸς ἀπὸ τυχαία εὕρεση τῆς εἰκονας του τὸν 14ο αἰῶνα στὴ Ρόδο, ὅταν ἔσκαβαν παλιὰ σπίτια στὸ νότιο µέρος τοῦ παλιοῦ τείχους. Ἐκεῖ βρέθηκε ἀρχαῖος ναὸς µὲ πολλὲς κατεστραµµένες εἰκόνες καὶ

µεταξὺ αὐτῶν καὶ ἡ καλὰ διατηρηµένη εἰκόνα ἐπὶ τῆς ὁποίας ὁ τότε µητροπολίτης Ρόδου Νεῖλος ὁ Β´ ὁ Διασπωρινός(;) (1355-1369) διάβασε τὸ ὄνοµα τοῦ Ἁγίου «ὁ ἅγιος Φανῶ». Ὁ Ἅγιος παριστανόταν σὰν νεαρὸς στρατιώτης, κρατώντας στὸ δεξιό του χέρι σταυρό, πάνω στὸν ὁποῖο ἦταν λαµπάδα ἀναµµένη, γύρω δὲ ἀπὸ τὴν εἰκόνα τὰ 12

µαρτύρια του. Τὸν ἀρχαῖο αὐτὸ ναὸ ἀνοικοδόµησε ὁ Νεῖλος καὶ τὸν ἀφιέρωσε στὸ ὄνοµα τοῦ ἁγίου Φανουρίου, ποὺ ὅπως φαίνεται συνέταξε καὶ τὴν Ἀκολουθία του. (Ἡ ἀναφορὰ στὸ Νέο Λειµωνάριο ὅτι ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου βρέθηκε τὸ 1500, εἶναι λανθασµένη. Διότι ὁ ἐπίσκοπος Ρόδου Νεῖλος ἔζησε τὸν 14ο αἰῶνα).






Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ βασιλιάς



Κανεὶς ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρει τὸν βασιλιὰ Ἄρκαδιο (395-408) σὰν Ἅγιο. Συναντᾶται ἡ µνήµη του µόνο στὸ Ἱεροσολυµιτικὸ Κανονάριο (σελ. 105 ἔκδ. Καλλίστου ἀρχιµ.) µαζὶ µὲ τὸν ἅγιο Μαρτύριο. Ἴσως ἡ Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύµων νὰ εἶχε κάποιους σηµαντικοὺς λόγους νὰ τὸν κατατάξει µεταξὺ τῶν Ἁγίων της.






Ὁ Ὅσιος Θεόκλητος



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Συναντᾶται στὸν Πατµιακὸ Κώδικα 266 ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὐτῇ ἡµέρᾳ τοῦ ὁσίου Θεοκλήτου. Οὗτος ἦν ἀπὸ Κωνσταντινουπόλεως, ἀξίαν ἔχων

µαγίστρου, καὶ καταλιπῶν τὸν κόσµον ἀνῆλθεν ἐν τῷ ὄρει τοῦ Ὀλύµπου, κακεῖσε ἀποταξάµενος καὶ ἀσκήσας ἔτεσι πλείστοις ἐκοιµήθη».

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 28



     Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς ὁ Αἰθίοπας

     Οἱ Ἅγιοι Διοµήδης καὶ Λαυρέντιος

     Ὁ Δίκαιος βασιλιᾶς Ἐζεκίας

     Ἡ Ἁγία Ἄννα θυγατέρα τοῦ Φανουήλ

     Οἱ Ἅγιοι 33 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Ἡράκλεια

     Ὁ Ἅγιος Δάµων ἱεροµάρτυρας







Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς ὁ Αἰθίοπας



Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς ἔζησε στὴν Αἴγυπτο καὶ στὴν ἀρχὴ ἦταν λῃστής. Ἀλλὰ τὸ φῶς τῆς γνώσης καὶ τῆς µετάνοιας δὲν ἄργησε νὰ φωτίσει τὸ δρόµο του. Ἡ µεγάλη ἐπιείκεια ποὺ ἔδειξε πρὸς αὐτὸν κάποιος χριστιανός, ἐνῷ αὐτὸς τὸν εἶχε βλάψει, ἐπέφερε στὸν Μωϋσῆ ψυχικὴ ἀνακαίνιση. Πίστεψε, ἔγινε χριστιανὸς καὶ κατόπιν µοναχός. Ἀγωνίστηκε σκληρὰ µέσα στὴν ἔρηµο καὶ ἀπέκτησε µεγάλη πνευµατικὴ σύνεση καὶ ἀρετή. Ἡ φήµη του ἔφερνε στὸ ἐρηµητήριό του πολλοὺς χριστιανούς, ποὺ ἄκουγαν µὲ δέος τὴν διδασκαλία του κατὰ τῆς ὑπερηφάνειας καὶ τῆς κατάκρισης. Εἶµαι, ἔλεγε, ὁ χειρότερος τῶν ἁµαρτωλῶν. Τὰ περασµένα µας ἁµαρτήµατα πρέπει νὰ τὰ ἔχουµε πάντα µπροστά µας καὶ νὰ λυπούµαστε γι᾿ αὐτά. Αὐτὸ εἶναι ἡ καλύτερη µέθοδος γιὰ νὰ φυλάξουµε τὸν ἑαυτό µας µὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἀσφαλῆ. Ἂν νοµίσουµε ὅτι

εἴµαστε πνευµατικὰ ὄρθιοι, τότε ἀκριβῶς εἶναι ὁ µεγάλος κίνδυνος µήπως πέσουµε. Γιὰ νὰ µὴ φοβόµαστε τὸ Θεό, ὀφείλουµε νὰ φοβόµαστε πολὺ τὸν ἑαυτό µας, δηλαδὴ τὶς ἀδυναµίες καὶ τὰ πάθη µας. Μὲ τέτοια ἁγία ζωή, ὁ Μωϋσῆς ἔφθασε στὸ 75ο ἔτος τῆς ἡλικίας του. Ὥσπου ξαφνικά, εἰδωλολάτρες λῃστὲς εἰσέβαλαν στὸ σπήλαιό του καὶ τὸν σκότωσαν µὲ µαχαίρια. (Σύµφωνα ὅµως µὲ τὴν Συναξαριακὴ πηγὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδηµου, ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς ἀπεβίωσε εἰρηνικά).






Οἱ Ἅγιοι Διοµήδης καὶ Λαυρέντιος



Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς θανάτωσαν µὲ βέλη, δεµένους σ΄ ἕνα πλάτανο.






Ὁ Δίκαιος βασιλιᾶς Ἐζεκίας



Ἦταν γιὸς τοῦ ἀποστάτη βασιλιᾶ τοῦ Ἰούδα Ἄχαζ, ποὺ µὲ τόση µανία ὑποστήριζε τὴν λατρεία τῶν εἰδώλων. Ἀλλὰ ἀπ΄ αὐτὴν τὴν ἀγκαθιά, ἐπέτρεψε ὁ Θεὸς καὶ βγῆκε λουλούδι. Διότι ὁ γιὸς καὶ διάδοχός του ἀκολούθησε δρόµο ἐντελῶς ἀντίθετο ἀπὸ τὸν πατρικό. Καταπολέµησε τὴν εἰδωλολατρία, ἔδωσε στὴ γιορτὴ τοῦ ἰουδαϊκοῦ Πάσχα περισσότερη µεγαλοπρέπεια, καὶ ὑποστήριξε µὲ τὸ προσωπικό του παράδειγµα καὶ τὸ

βασιλικό του κῦρος τὴν λατρεία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Καὶ ὁ Θεὸς ὅµως, βοήθησε τὸν ἐκλεκτό του βασιλιᾶ σ΄ ὅλα τὰ ἔργα του. Ἔτσι ὁ Ἐζεκίας, ὄχι µόνο τοὺς Φιλισταίους κατόρθωσε νὰ νικήσει, ἀλλὰ καὶ τὸ ζυγὸ τῶν Ἀσσυρίων ἀποτίναξε, κατατροπώνοντας τὸ βασιλιά τους Σεναχιρεὶµ σὲ κάποια ἐκστρατεία του. Συµβούλους στὴ δηµόσια ζωή του ὁ Ἐζεκίας, εἶχε τοὺς προφῆτες Ἡσαΐα καὶ Μιχαία. Ἐπίσης, ὑποστήριξε τὴν γεωργία καὶ τὸ ἐµπόριο, ὀχύρωσε τὴν Ἱερουσαλήµ, ἐµπλούτισε τὸ πόσιµο νερό της, ἔφερε σὲ ἀνθηρότατη θέση τὸ βασιλικὸ θησαυρό, δηλαδὴ τὸ δηµόσιο ταµεῖο, καὶ στόλισε λαµπρὰ τὸν ναὸ τῆς Ἱερουσαλήµ. Ἀλλὰ στὸν Ἐζεκία ὀφείλεται καὶ ἡ σύσταση ἐπιτροπῆς, ποὺ συνάθροισε τὰ διάφορα µνηµεῖα τῆς ἰουδαϊκῆς ἐθνικῆς γραµµατολογίας. Ὁ Ἐζεκίας πέθανε τὸ 696 π.Χ. καὶ τάφηκε µὲ µεγάλη ποµπὴ στὸν ὑψηλότερο τάφο τῶν υἱῶν τοῦ Δαβίδ. Διότι ὑπῆρξε ὁ καλύτερος, µοναδικὰ καλύτερος, ἀπὸ ὅλους τους βασιλεῖς τοῦ Ἰούδα.






Ἡ Ἁγία Ἄννα θυγατέρα τοῦ Φανουήλ



Βλέπε βιογραφικό της σηµείωµα στὶς 3 Φεβρουαρίου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως µνήµη της.






Οἱ Ἅγιοι 33 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Ἡράκλεια



Μαρτύρησαν διὰ πυρός.






Ὁ Ἅγιος Δάµων ἱεροµάρτυρας



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστὲς καὶ τὰ Μηναῖα. Ἡ µνήµη του ἀναγράφεται στὸ

Σιναϊτικὸ Κώδικα 631, ὅπου ὑπάρχουν καὶ δυὸ Στιχηρὰ (τροπάρια) στὸν Ἅγιο Δάµωνα.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 29



     Ἀποτοµὴ Κεφαλῆς Τιµίου Προδρόµου (Νηστεία ἐκ πάντων)

     Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ

     Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ θαυµατουργὸς ἐπίσκοπος Ἀρσινόης Κύπρου

     Κατάθεσις Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ὁσίου Ἰωσὴφ τοῦ Ἡγιασµένου, τοῦ Σαµάκου

     Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μακεδὼν ὁ αὐτοκράτορας

     Ὁ Ἅγιος Sebbi (Ἄγγλος)


Ἀποτοµὴ Κεφαλῆς Τιµίου Προδρόµου (Νηστεία ἐκ πάντων)



«Οὐκ ἔξεστι σοὶ ἔχειν, τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου». Δὲν σοῦ ἐπιτρέπεται ἀπὸ τὸ νόµο τοῦ Θεοῦ νὰ ἔχεις τὴν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ σου, ὁ ὁποῖος ζεῖ ἀκόµα. Λόγια του Τιµίου Προδρόµου, ποὺ ἀποτελοῦσαν µαχαιριὲς στὶς διεφθαρµένες συνειδήσεις τοῦ βασιλιᾶ Ἡρῴδη Ἀντίπα καὶ τῆς παράνοµης συζύγου του Ἡρῳδιάδος, ποὺ ἦταν γυναῖκα τοῦ ἀδελφοῦ του Φιλίππου. Ὁ Ἡρῴδης, µὴ ἀνεχόµενός τους ἐλέγχους τοῦ Προδρόµου, τὸν φυλάκισε. Σὲ κάποια γιορτὴ ὅµως τῶν γενεθλίων του, ὁ Ἡρῴδης ὑποσχέθηκε µὲ ὅρκο νὰ δώσει στὴν κόρη τῆς Ἡρῳδιάδος ὅ,τι ζητήσει, διότι τοῦ ἄρεσε πολὺ ὁ χορός της. Τότε ἡ αἱµοβόρος Ἡρῳδιὰς εἶπε στὴν κόρη της νὰ ζητήσει στὸ πιάτο τὸ κεφάλι τοῦ Ἰωάννη. Πρᾶγµα ποὺ τελικὰ ἔγινε. Ἔτσι, ὁ ἔνδοξος Πρόδροµος τοῦ Σωτῆρα θὰ παραµένει στοὺς αἰῶνες ὑπόδειγµα σὲ ὅλους ὅσους θέλουν νὰ ὑπηρετοῦν τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ

ἀγωνίζονται κατὰ τῆς διαφθορᾶς, ἀνεξάρτητα ἀπὸ κινδύνους καὶ θυσίες. Καὶ νὰ τί λένε οἱ 24 πρεσβύτεροι τῆς Ἀποκάλυψης στὸ Θεὸ γιὰ τοὺς διεφθαρµένους: «ἦλθεν... Ὁ καιρὸς τῶν ἐθνῶν κριθῆναι... καὶ διαφθεῖραι τοὺς διαφθείροντας τὴν γῆν». Ἦλθε, δηλαδή, ὁ καιρὸς τῆς ἀνάστασης τῶν νεκρῶν γιὰ νὰ κριθεῖ ὁ κόσµος καὶ νὰ καταστρέψεις (Θεέ

µου) ἐκείνους, ποὺ µὲ τὴν διεφθαρµένη ζωὴ τοὺς διαφθείρουν καὶ καταστρέφουν τὴ γῆ.






Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ



Βλέπε βιογραφικό της σηµείωµα στὶς 5 Ἀπριλίου. Ὁ ἅγιος Νικόδηµος στὸν Συναξαριστή του ἔχει καὶ τὴν προσθήκη «ἐξ Αἰγίνης καταγόµενης». Ἡ ὁποία - ἐξ Αἰγίνης - γιορτή

της, µαζὶ µ΄ αὐτὴν τῆς θυγατέρας της Θεοπίστης µεταφέρθηκε τὴν 3η Αὐγούστου, ὅπου καὶ τὸ βιογραφικό της σηµείωµα.






Ὁ Ἅγιος Ἀρκάδιος ὁ θαυµατουργὸς ἐπίσκοπος Ἀρσινόης Κύπρου



Γεννήθηκε στὴν Ἀρσινόη τῆς Κύπρου καὶ ἦταν γιὸς εὐσεβῶν καὶ πλουσίων γονέων, τοῦ Μιχαὴλ καὶ τῆς Ἄννας. Ὁ Ἄρκαδιος µορφώθηκε πολὺ καλὰ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐπανῆλθε στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του Ἀρσινόη. Ἔγινε πολὺ γνωστὸς γιὰ τοὺς

ἀσκητικούς του ἀγῶνες καὶ γιὰ τὶς µεγάλες του ἀρετές. Ἔτσι ὅταν πέθανε ὁ ἅγιος Νίκων, ὁ Ἄρκαδιος ἐκλέχθηκε διάδοχός του στὸ θρόνο τῆς Ἀρσινόης. Ἀφοῦ ποίµανε τὸ ποίµνιό του θεάρεστα, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὴν 29η Αὐγούστου. Αὐτὸς εἶχε καὶ ἀδελφὸ τὸν ἅγιο Θεοσέβειο τὸν Ἀρσινοήτη.






Κατάθεσις Ἱεροῦ Λειψάνου τοῦ Ὁσίου Ἰωσὴφ τοῦ Ἡγιασµένου, τοῦ Σαµάκου



Βλέπε βιογραφικό του σηµείωµα στὶς 22 Ἰανουαρίου.






Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μακεδὼν ὁ αὐτοκράτορας



Στοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρεται, ἡ µνήµη του βρίσκεται στὸ Βυζαντινὸ Ἑορτολόγιο τοῦ Γεδεὼν(σελ. 161). Σὰν κτήτορας καὶ ἀνακαινιστὴς πολλῶν ναῶν καὶ µονῶν, ὁ Βασίλειος (867-886) βρῆκε θέση σὲ κάποια Μηνολόγια µεταξὺ τῶν Ἁγίων γιὰ τὴν εὐσέβειά του καὶ γιὰ τὸν ἐµπλουτισµὸ τῆς πρωτεύουσας µὲ ἱερὰ κτίσµατα, πρὸς δόξαν Θεοῦ.






Ὁ Ἅγιος Sebbi (Ἄγγλος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 30



     Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ νέος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

     Ὁ Ὅσιος Φαντῖνος ὁ θαυµατουργός

     Οἱ Ἅγιοι ἕξι Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Μελιτινή

     Ὁ Ὅσιος Σαρµατᾶς

     Ἡ Ὁσία Βρυαίνη

     Οἱ Ἅγιοι 16 Μάρτυρες οἱ Θηβαῖοι

     Ὁ Ἅγιος ἱεράρχης Εὐλάλιος

     Οἱ Ἅγιοι Φήλιξ, Φουρτουνᾶτος, Σεπτιµῖνος καὶ Ἰανουάριος

     Ὁ Ὅσιος Φύλαξ

     Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος ἡγεµόνας τῆς Ρωσίας







Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



Ἦταν, ὅπως λέγουν, «ἀποστολικοῖς χαρίσµασι λαµπρυνόµενος». Σὰν πρεσβύτερος ἀκόµα, διακρινόταν γιὰ τὴν µεγάλη του εὐσέβεια, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν ἀγαθότητά του. Στὴν Α΄ Οἰκουµενικὴ σύνοδο, ποὺ ἔγινε στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας, ὁ τότε Πατριάρχης τὸν ἐξέλεξε ἀντιπρόσωπό του. Καὶ ὅταν στὴ Σύνοδο αὐτὴ καταδικάστηκε ὁ Ἄρειος, ὁ Ἀλέξανδρος, ἂν καὶ γέροντας 70 χρονῶν, δέχθηκε νὰ περιοδεύσει στὴ Θρᾴκη,

Μακεδονία, Θεσσαλία καὶ στὴν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα, γιὰ νὰ διδάξει καὶ νὰ γνωστοποιήσει τὰ ὀρθὰ δόγµατα τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου τῆς Νίκαιας. Ἀλλὰ ἐνῷ βρισκόταν στὴν περιοδεία αὐτή, ὁ πατριάρχης Μητροφάνης ἀπεβίωσε. Ὅρισε ὅµως διάδοχό του τὸν Ἀλέξανδρο, διότι, παρὰ τὸ γῆρας του, εἶχε τὰ κατάλληλα ἐφόδια γιὰ τὴν διακυβέρνηση τῆς ἀρχιεπισκοπῆς τῆς πρωτεύουσας. Πράγµατι, σὰν Πατριάρχης ὁ Ἀλέξανδρος ἀνταποκρίθηκε σωστὰ στὶς δύσκολες περιστάσεις τῶν καιρῶν. Τότε ὁ Ἄρειος εἶχε ἐξαπατήσει τὸ βασιλιὰ Κωνσταντῖνο ὅτι δῆθεν πιστεύει ὀρθά. Καὶ ὁ βασιλιὰς διέταξε τὸν Ἀλέξανδρο νὰ ἀφήσει τὸν Ἄρειο νὰ µετέχει τῆς Θείας Κοινωνίας. Ὁ Ἀλέξανδρος, λυπηµένος, προσευχήθηκε στὸ Θεὸ καὶ ζήτησε τὴν βοήθειά Του. Ἡ δέηση τοῦ Ἱεράρχη εἰσακούσθηκε. Καὶ τὸ πρωὶ ποὺ ὁ Ἄρειος µὲ ποµπὴ θὰ πήγαινε στὴν ἐκκλησία, βρέθηκε τὸ σῶµα του σχισµένο καὶ σκωληκόβρωτο! Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ

340 µ.Χ.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



Πρόκειται µᾶλλον γιὰ τὸν Ἰωάννη τὸν ὀνοµαζόµενο Ξιφιλίνο, ποὺ διαδέχτηκε τὸν Πατριάρχη Κωνσταντῖνο τὸν Γ΄. Γεννήθηκε τὸ 1006 στὴν Τραπεζούντα καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν µεγάλη του παιδεία καὶ τὰ µεγάλα πολιτικὰ ἀξιώµατα ποὺ εἶχε καταλάβει. Κατόπιν ὅµως ἀποσύρθηκε σὲ κάποια µονὴ τῆς Βιθυνίας, ὅπου µόνασε 10 χρόνια. Ἀπὸ

κεῖ προσκλήθηκε γιὰ νὰ καταλάβει τὸν πατριαρχικὸ θρόνο. Χειροτονήθηκε ἱερέας, καὶ

µετὰ µία ἑβδοµάδα -τὴν 1η Ἰανουαρίου 1064- ἐπίσκοπος. Ὁ Ἰωάννης λειτουργοῦσε καὶ

κήρυττε κάθε µέρα στοὺς ναοὺς τῆς πρωτεύουσας, ἐπισκεύασε τὶς εἰκόνες τῆς ἁγίας

Σοφίας, καὶ µοίραζε δωρεὰν ψωµὶ καὶ σιτάρι στοὺς φτωχούς. Πέθανε τὸ 1075, καὶ νὰ

πὼς τὸν περιγράφει ἕνας ἀπὸ τοὺς συγχρόνους του: «ἀνεφάνη ἀνὴρ πρώτον µὲν

καθαρώτατος καὶ ἁγνότατος καὶ πρὸ παντὸς ρύπου σωµατικοῦ καθάπαξ ἀπεχόµενος.

Ἔπειτα δὲ τὰ εἰς καταφρόνησιν χρηµάτων καὶ ἀκτηµοσύνην τελείαν καὶ τὴν πρὸς τοὺς

πένητας φιλανθρωπίαν καὶ µετάδοσιν κατ΄ οὐδὲν ἐλάττων τοῦ περιβόητου ἐκείνου

Ἐλεήµονος, καὶ ταῖς ἄλλοις δὲ ἀρεταῖς πάσαις συλλήβδην εἰπεῖν ἀφθόνως

κοσµούµενος, ἀλλὰ καὶ τῷ λόγῳ πολύς, καὶ παιδεύσεως πάσης µετειληχῶς καὶ

νοµοµαθείς ἐξαίρετος».






Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ νέος, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως



Γιὰ τὸν Πατριάρχη Παῦλο δὲν ἔχουµε σαφεῖς καὶ συγκεκριµένες πληροφορίες. Μερικοὶ νοµίζουν ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν Παῦλο τὸν Γ΄. Αὐτὸς πατριάρχευσε τὸ 686-693. Προήδρευσε τῆς Πανθέκτης λεγοµένης Συνόδου. Ἄλλοι νοµίζουν, ὅτι πρόκειται γιὰ τὸν Πατριάρχη Παῦλο τὸν Δ΄. Αὐτὸς καταγόταν ἀπὸ τὴν Κύπρο καὶ ἔλαµψε, κατὰ τὸν Θεοφάνη, στὰ λόγια καὶ στὰ ἔργα. Ἀνέβηκε στὸν θρόνο τὸ 770 παραιτήθηκε δὲ στὰ τέλη Αὐγούστου τοῦ 784 καὶ ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ Φλώρου, ὅπου ἔζησε σὰν ἁπλὸς µοναχὸς

µόνο δυὸ ἢ τρεῖς µῆνες ἀπὸ τὴν παραίτησή του. Ἀνῆκε στοὺς ζηλωτὲς τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ διακρίθηκε γιὰ τὶς ἐλεηµοσύνες του. (Ἡ µνήµη του - σὲ ὁρισµένους Συναξαριστὲς - περιττῶς ἐπαναλαµβάνεται καὶ τὴν 2α Σεπτεµβρίου).






Ὁ Ὅσιος Φαντῖνος ὁ θαυµατουργός



Καταγόταν ἀπὸ τὴν Καλαβρία τῆς Ἰταλίας. Ὁ πατέρας του ὀνοµαζόταν Γεώργιος, ἡ δὲ

µητέρα του Βρυαίνη. Ἀπὸ µικρὸς ἀφοσιώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῆς πίστης καὶ ἦταν τόσο

ἐνάρετος καὶ µορφωµένος, ὥστε νὰ τὸν παρακολουθοῦν καὶ πολλοὶ µαθητές, ποὺ τοὺς

δίδασκε τὴν ἔµπρακτη εὐσέβεια. Σὲ ἡλικία 60 χρονῶν, ἀφοῦ πῆρε δυὸ ἀπὸ τοὺς µαθητές

του, τὸν Βιτάλιο καὶ τὸν Νικηφόρο, πῆγε στὴν Πελοπόννησο, ὅπου ἐγκαταστάθηκε γιὰ

λίγο καιρὸ στὴν Κόρινθο καὶ ἔφερε πολλὲς ψυχὲς στὴ Σωτηρία. Κατόπιν ἐπισκέφθηκε

τὴν Ἀθήνα, ὅπου προσκύνησε στὸν ναὸ τῆς Θεοτόκου. Ἔπειτα πῆγε στὴ Λάρισα καὶ

ἀπὸ κεῖ στὴ Θεσσαλονίκη. Ἐδῶ ἔµεινε ὀκτὼ ὁλόκληρα χρόνια ὑπηρετώντας τὸ

Εὐαγγέλιο καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ ὑπέργηρος (974).






Οἱ Ἅγιοι ἕξι Μάρτυρες ποὺ µαρτύρησαν στὴ Μελιτινή



Μαρτύρησαν, ἀφού τους ἔπνιξαν µέσα στὴ θάλασσα.

Ὁ Ὅσιος Σαρµατᾶς



Ἀσκητὴς τῆς ἐρήµου. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ἡ Ὁσία Βρυαίνη



Ἴσως εἶναι αὐτὴ ἡ µητέρα τοῦ Ὁσίου Φαντίνου. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι 16 Μάρτυρες οἱ Θηβαῖοι



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος ἱεράρχης Εὐλάλιος



Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἴσως νὰ εἶναι Κύπριος.






Οἱ Ἅγιοι Φήλιξ, Φουρτουνᾶτος, Σεπτιµῖνος καὶ Ἰανουάριος



Καὶ οἱ τέσσερις διακρίθηκαν γιὰ τὸν ἀγῶνα τους ἐναντίον τῆς ἀπιστίας. Συνελήφθησαν καὶ ἀνακρίθηκαν γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστηµα. Ὁ ἔπαρχος γιὰ νὰ τοὺς

ἀλλαξοπιστήσει, ἔφερε ἐθνικοὺς φιλοσόφους, ποὺ προσπάθησαν µπροστά τους νὰ ἀποδείξουν ὅτι ὁ Χριστιανισµὸς εἶναι µωρία. Ἀλλ΄ οἱ ἄξιοι ὑπηρέτες τοῦ Χριστοῦ, ἀνέτρεπαν ἕνα πρὸς ἕνα ὅλα τὰ ἀµαθῆ καὶ σοφιστικὰ ἐπιχειρήµατα καὶ ἐνέµειναν στὴν ὁµολογία τοῦ Χριστοῦ. Τότε ὑπεβλήθησαν σὲ φρικτὰ βασανιστήρια καὶ στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ὅσιος Φύλαξ



Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἀναφέρεται στὸν Ἱεροσολυµιτικὸ Κώδικα 1096 φ. 123 ὡς ἑξῆς: «Μνήµη τῶν ὁσίων πατριαρχῶν Ἀλεξάνδρου, Ἰωάννου καὶ Παύλου τοῦ νέου καὶ τοῦ ὁσίου Φύλακος» (βλ. Δηµητριεύσκη, τυπικὰ Β΄ σελ. 55).






Ὁ Ὅσιος Ἀλέξανδρος ἡγεµόνας τῆς Ρωσίας

Ὑπῆρξε ἄρχοντας Βλαδηµηρίας καὶ Νεαπόλεως τῆς Ρωσίας καὶ ἔγινε µοναχὸς µὲ τὸ ὄνοµα Ἀλέξιος. Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1263. Ἀκολουθία τοῦ Ὅσιου αὐτοῦ συνέταξε ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόµος.

Ἁγιολόγιον - Αὔγουστος 31



     Κατάθεσις Τιµίας ζώνης τῆς Θεοτόκου

     Ἀνακαίνιση Ναοῦ τῆς Θεοτόκου ἐν τῷ Νεωρίῳ

     Οἱ Ἅγιοι τέσσερις Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παµφυλίας

     Οἱ Ἅγιοι Μηνᾶς, Φαῦστος, Ἀνδρέας καὶ Ἠράκλειος

     Ὁ Ἅγιος Φιλέορτος

     Ὁ Ἅγιος Διάδοχος

     Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ παρθένοι ἀπὸ τὴν Γάζα

     Οἱ Ἅγιοι 366 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Νικοµήδεια

     Ὁ Ἅγιος Aidan (Σκωτσέζος)

     Ἡ Ἁγία Cuthburge (Βρετανίδα)






Κατάθεσις Τιµίας ζώνης τῆς Θεοτόκου



Ἡ ἀνακοµιδὴ τῆς τίµιας Ζώνης τῆς Θεοτόκου, ἄλλοι λένε ὅτι ἔγινε ἀπὸ τὸ βασιλιὰ Ἀρκάδιο καὶ ἄλλοι ἀπὸ τὸ γιό του Θεοδόσιο τὸν Β΄. Ἡ µεταφορὰ ἔγινε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴµ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν τοποθέτησαν σὲ µία χρυσὴ θήκη, ποὺ ὀνοµάσθηκε ἁγία Σωρός. Ὅταν πέρασαν 410 χρόνια, ὁ βασιλιὰς Λέων ὁ Σοφὸς ἄνοιξε τὴν ἁγία αὐτὴ Σωρὸ γιὰ τὴν βασίλισσα σύζυγό του Ζωή, ποὺ τὴν διακατεῖχε πνεῦµα ἀκάθαρτο. Ὅταν λοιπὸν ἄνοιξε τὴν ἁγία Σωρό, βρῆκε τὴν τίµια Ζώνη τῆς Θεοτόκου νὰ ἀκτινοβολεῖ ὑπερφυσικά. Καὶ εἶχε µία χρυσὴ βοῦλα, ποὺ φανέρωνε τὸ χρόνο καὶ τὴν ἡµέρα ποὺ µεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἀφοῦ λοιπὸν τὴν προσκύνησαν, ὁ Πατριάρχης ἅπλωσε τὴν τιµία Ζώνη ἐπάνω στὴ βασίλισσα, καὶ ἀµέσως αὐτὴ ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ δαιµόνιο. Ὁπότε ὅλοι δόξασαν τὸ Σωτῆρα Χριστὸ καὶ εὐχαρίστησαν τὴν πανάχραντη Μητέρα Του, ἡ ὁποία εἶναι γιὰ τοὺς πιστοὺς φρουρός, φύλαξ, προστάτις, καταφυγή, βοηθός, σκέπη, σὲ κάθε καιρὸ καὶ τόπο, ἡµέρα καὶ νύκτα.






Ἀνακαίνιση Ναοῦ τῆς Θεοτόκου ἐν τῷ Νεωρίῳ



Ὁ ἀνακαινισθείς ναὸς τῆς Θεοτόκου στὸ Νεώριο, ἦταν κτῆµα τοῦ πατρικίου Ἀντωνίου, ποὺ βρισκόταν µέσα στὴν αὐλὴ τοῦ σπιτιοῦ του. Κατὰ τὴν ἀναπαλαίωση ὁ ναὸς ἔλαβε θαυµατουργικὴ χάρη καὶ ἔκανε πολλὰ θαύµατα σὲ πολλοὺς ποὺ προσέρχονταν σ΄ αὐτὸν µὲ πίστη. Ὅταν πέθανε ὁ πατρίκιος Ἀντώνιος, ὁ ναὸς ἐγκαταλείφθηκε καὶ ἐρήµωσε. Ὅταν δὲ ὁ βασιλιὰς Ρωµανὸς Α΄ Λεκαπηνὸς ἑτοιµαζόταν νὰ τὸν γκρεµίσει, ὁ ἐπιστάτης τῆς κατεδαφίσεως τοῦ ναοῦ ἐµποδίστηκε µὲ ὀπτασία τῆς Θεοτόκου. Τότε ἀποφασίστηκε νὰ ἀνακαινισθεῖ ὁ ναὸς καὶ µὲ χρυσόβουλο ἐξασφαλίστηκε ἐτήσια χορήγηση γιὰ τὴν συντήρησή του.






Οἱ Ἅγιοι τέσσερις Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παµφυλίας

Μαρτύρησαν, ἀφοῦ τοὺς ἀνάγκασαν νὰ τρέξουν µέσα στὴ φωτιά.






Οἱ Ἅγιοι Μηνᾶς, Φαῦστος, Ἀνδρέας καὶ Ἠράκλειος



Εἶναι οἱ ἴδιοι µε αὐτοὺς τῆς 12ης Ἰουλίου. Ἐδῶ περιττῶς ἐπαναλαµβάνονται.






Ὁ Ἅγιος Φιλέορτος



Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Διάδοχος



Δὲν βρίσκουµε καµιὰ πληροφορία γιὰ τὴν ζωή του.






Οἱ Ἅγιοι Ἑπτὰ παρθένοι ἀπὸ τὴν Γάζα



Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Οἱ Ἅγιοι 366 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Νικοµήδεια



Ὅλοι µαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Aidan (Σκωτσέζος)



Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.






Ἡ Ἁγία Cuthburge (Βρετανίδα)

Λεπτοµέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, µπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρεττανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κοµµοδάτου, ἐπισκόπου Τελµησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.

Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |