ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: ΕΙΡΗΝΗ
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΦΥΡΑ
ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ
ΠΗΓΕΣ
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Η ΜΟΝΗ ΣΩΖΟΜΕΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΟΥ ΠΕΡΙΛΑΜΒΑΝΕΙ ΚΑΠΟΙΑ αφήγηοη για τη ζωή της Ειρήνης, της πρώτης από τις τρεις γυναίκες μας στην πορφύρα, είναι μια Χρονογραφία που αποδίδεται στον Θεοφάνη τον Ομολογητή, ηγούμενο της Μονής του Μεγάλου Αγρού. Αποτελεί μέρος μιας παγκόσμιας ιστορίας, η οποία καλύπτει την περίοδο από το 284 έως το 813 μ.Χ. Μετά τον Θρίαμβο της Ορθοδοξίας το 843, συντάχτηκε ένας Βίος της Ειρήνης για να εξυμνήσει την αγιότητα της Ειρήνης ως εικονολάτρη. Βασίζεται στις πληροφορίες του Θεοφάνη και δεν προσθέτει τίποτα το ενδιαφέρον. Άλλα ντοκουμέντα της βασιλείας της περιλαμβάνουν τους δύο νόμους της και ποικίλες επίσημες επιστολές με την υπογραφή της. Δεν είναι γνωστό αν όντως τις έγραψε η ίδια ή απλώς υπέγραψε κείμενα που είχαν συντάξει οι υπουργοί της. Αναφορές στη βασιλεία της απαντούν σε πολλά θεολογικά κείμενα της εποχής, όμως ο Θεοφάνης παραμένει η πιο σημαντική πηγή για ολόκληρη τη ζωή της.Μεγάλο μέρος της Χρονογραφίας συντάχτηκε από τον Γε- ώργιο ο οποίος ήταν σύγκελλος, βοηθός του πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως στα τέλη του Η' και στις αρχές του Θ' αιώνα. Ο Γεώργιος είχε συντάξει μια ιστορία που ανέτρεχε έως τη δημιουργία του κόσμου, την εποχή που ήταν μοναχός σε ένα παλιό μοναστήρι κοντά στην Ιερουσαλήμ, πριν αφιχθεί στη βυζαντινή πρωτεύουσα. Τόσο αυτός όσο και ο Θεοφάνης γνώριζαν προσωπικά την αυτοκράτειρα, τον γιο της και τους αυλικούς της.
Από τα γραπτά του Γεωργίου καθίσταται φανερό ότι διέθετε πρόσβαση σε αρκετά ανατολικά κείμενα γραμμένα στα συριακά, τα οποία είχαν διατηρήσει την παράδοση της συγγραφής μιας Παγκόσμιας Ιστορίας, και σε ένα κείμενο που πιθανότατα προερχόταν από τη Ρώμη· έτσι παρουσιάζεται πληροφορημένος για πολλά συμβάντα εκείνης της περιόδου εκτός Κωνσταντινουπόλεως. Μεταγενέστεροι Βυζαντινοί συγγραφείς διατήρησαν αυτό το ενδιαφέρον για ολόκληρη την Ιστορία από τη Δημιουργία και εφεξής, αντανακλώντας τη σοβαρή τους πρόθεση να κα- λύψουν όλο το εύρος του ανθρώπινου χρόνου. Στην παράδοση της χριστιανικής παγκόσμιας ιστορίας τα γεγονότα καταγράφονται σε σχέση με τον πρώτο χρόνο της Δημιουργίας, Anno Mundi, με την πρόσθετη χρήση της ινδικτιώνος, ενός συστήματος χρονολόγησης των ύστερων χριστιανικών χρόνων που σχετιζόταν με την απόδοση των φόρων. Το Έτος του Κυρίου, Anno Domini, χρησιμοποιείται επίσης μερικές φορές, αλλά οι Βυζαντινοί προτιμούν τις άλλες μεθόδους χρονολόγησης. Σε συνδυασμό με την ακλόνητη πίστη τους στην παροδική σημασία αυτού του κόσμου σε σύγκριση με τον επόμενο, ο οποίος υποσχόταν την αιώνια ζωή, αυτοί οι συγγραφείς τοποθετούν τα γεγονότα της εποχής τους σε μια ευρύτερη προοπτική.
Φαίνεται πιθανό ότι ο Θεοφάνης κληρονόμησε τις αφηγήσεις του Γεωργίου του συγκέλλου, τις οποίες επιμελήθηκε και τις επέκτεινε μέχρι το έτος 813. Το έτος 800 μ.Χ. ο κόσμος είχε φτάσει, σύμφωνα με το Anno Mundi, την έβδομη χιλιετία (έτος 6293). Εκείνη την εποχή η Ειρήνη ασκούσε μόνη της την αυτοκρατορική εξουσία, όπως γράφει ο Θεοφάνης. Και ενώ ο Θεοφάνης καταγράφει με τρόπο σαφή τα του βίου της, από την άλλη είναι προφανής η δυσκολία που προκύπτει από την ύπαρξη ελάχιστων άλλων κειμένων σχετικών με την αυτοκράτειρα. Υπάρχουν περιπτώσεις, ανάμεσα στο 780 και στο 802, που τις καλύπτει σιωπή, χωρίς να διαθέτουμε άλλες γραπτές ή μη μαρτυρίες που θα μας βοηθούσαν να συμπληρώσουμε την εικόνα· παράλληλα δεν διασώζεται καμία ιστορική ανάλυση.
Ευτυχώς, η Χρονογραφία έτυχε της προσεκτικής επιμέλειας του C. De Boor χαι σήμερα πλέον είναι έξοχα μεταφρασμένη στα αγγλικά από τον Cyril Mango χαι τον Roger Scott. Η εκδοχή τους, με τις χρήσιμες σημειώσεις τους, παρατίθεται συχνά στην παρούσα μελέτη. Οι Βίοι του Ταρασίου χαι του Νικηφόρου, εικονολατρών πατριαρχών, καθώς και άλλων υπερασπιστών των εικόνων έχουν επίσης μεταφραστεί πρόσφατα στα αγγλικά. Άλλα κείμενα εκείνης της εποχής, όπως οι Πράξεις της Β' Συνόδου της Νίκαιας, ο Codex Ca- rolinus που περιλαμβάνει την αλληλογραφία με τους Φρά- γκους και τον πάπα και τα Libri Cai'olini, δεν υπάρχουν σε αξιόπιστες αγγλικές μεταφράσεις. Μετέφρασα μόνη μου αποσπάσματα των παραπάνω καθώς και μεταγενέστερων βυζαντινών πηγών, όπως του συχνά αναφερόμενου Περί της Βασιλείου τάζεως. Μολονότι είναι αρκετές οι πηγές για την ιστορία του Θ' αιώνα που σώζονται ως τις μέρες μας, τα περισσότερα απ’ αυτά τα κείμενα γράφτηκαν πολύ αργότερα από τα γεγονότα που περιγράφουν και συχνά με την ολοφάνερη πρόθεση να παρουσιάσουν το παρελθόν κάτω από ένα συγκεκριμένο πρίσμα. Παρόμοιος σκοπός βρίσκεται πίσω από τις παγκόσμιες ιστορίες που συντέθηκαν τον ΙΑ' και τον ΙΒ' αιώνα, όταν οι πράξεις της Ειρήνης επανερμηνεύτηκαν προκειμένου να υπογραμμιστεί η σημασία της ως υπερμάχου της λατρείας των εικόνων. Αν και ο πειρασμός να αποδεχθούμε την επαινετική εικόνα που παρουσιάζουν είναι μεγάλος, είναι προφανές ότι συγγραφείς όπως ο Σκυλίτζης και ο Κεδρηνός αναγκάζονται να παραχαράξουν άλλα στοιχεία της Ιστορίας προκειμένου να φιλοτεχνήσουν ένα πορτραίτο της Ειρήνης, όπου εμφανίζεται αφοσιωμένη στην εικονολατρία από τη γέννησή της. Οι αναφορές στην Ειρήνη σε σύγχρονά της δυτικά κείμενα που σώζονται στη λατινική αποτελούν πολύ πιο αξιόπιστες πηγές, όσο και αν οι γνώσεις τους για τη βυζαντινή εποχή είναι διαστρεβλωμένες. Ορισμένες πολύ μεταγενέστερες συλλογές κειμένων στα συριακά, που αποδίδονται στον Μιχαήλ τον Σύρο και τον Bar Hebraeus, διασώζουν επίσης μερικές, ως έναν βαθμό μυθικές, παραδόσεις για την αυτοκράτειρα.Έτσι όταν οι ιστορικοί μετά τον Θ' αιώνα αναφέρονται στην Ειρήνη, προσπαθούν να συμπληρώσουν τα κενά στις σύγχρονός της ιστορικές καταγραφές παραγεμίζοντας τις στεγνές αφηγήσεις των πράξεών της με υποθέσεις. Αναπόφευκτα την παρουσιάζουν να δρα με βάση έναν προκαθορισμένο στόχο. Ο Μιχαήλ ο Σύρος, για παράδειγμα, διασώζει μια εξή- γηση για την αντιπαλότητα μεταξύ της Ειρήνης και του γιου της που είναι άγνωστη στον Θεοφάνη. Όμως επρόκειτο για μια εκδοχή που χρησιμοποιούνταν συχνά από τους άρρενες συγγραφείς, γιατί στηρίζεται στον ισχυρισμό ότι η αυτοκρά- τειρα διατηρούσε παράνομες σεξουαλικές σχέσεις με τους αυ- λικούς της. Η ανήθικη και ανάρμοστη συμπεριφορά είναι μια κατηγορία που απευθύνεται τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες, ωστόσο παρουσιάζεται περισσότερο φορτισμένη όταν το πρόσωπο που κατηγορείται είναι μια γυναίκα που έχει σφετεριστεί την αυτοκρατορική εξουσία. Εκτός από τους χρονογράφους, τα Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως διασώζουν πολλές αναφορές στην Ειρήνη, συχνά μυθικού χαρακτήρα. Αυτή η συλλογή σύντομων αφηγήσεων σχετικά με τα μνημεία της πρωτεύουσας είναι συμπίλημα του ΙΑ' αιώνα με βάση πολλές προγενέστερες πηγές. Αν και η διαδικασία ταύτισης του ιδρυτή ενός κτηρίου από επιγραφές, αγάλματα, εικόνες και μύθους που συνδέονται με αυτό είναι μια ελάχιστα αξιόπιστη ιστορική μέθοδος, η συγκεκριμένη πηγή περιέχει πολλές πολύτιμες νύξεις και εύλογες συσχετίσεις. Η απόρριψη ενός παρόμοιου κειμένου με το αιτιολογικό ότι συχνά παρουσιάζει μαρτυρίες οι οποίες αποδεικνύονται λανθασμένες, θα ισοδυναμούσε με τον παραμερισμό μιας από τις ελάχιστες συλλογές κειμένων που τηρούν μια σχετικά ουδέτερη στάση απέναντι στους ηγεμόνες της περιόδου της ει- κονομαχίας. Παραθέτω λοιπόν τα Πάτρια όπου οι σύντομες σημειώσεις τους τεκμηριώνουν μια αξιόπιστη αφήγηση.
Πριν από έναν αιώνα σχεδόν, ο Charles Diehl αφιέρωσε ένα βιβλίο του στις Βυζαντινές γυναίκες, περιλαμβάνοντας την Ειρήνη και τη Θεοδώρα στις Figures byzantines (Παρίσι, 1906). Μολονότι αυτά τα δοκίμια υπογραμμίζουν την ιδιαίτερη σημασία των αυτοκρατορισσών και των γυναικών της αριστοκρατίας, δεν μας εκπλήσσει το ότι σήμερα μας φαίνονται πολύ ξεπερασμένα. Οι ιστορίες τους κυριαρχούνται αναπόφευκτα από τα ασυνήθιστα χαρακτηριστικά της ζωής τους, αν και ο Diehl συνέταξε επίσης μια πολυσύνθετη εικόνα μιας τυπικής πλούσιας κατοίκου της πρωτεύουσας, που αντιπροσώπευε τις πιο συνηθισμένες Βυζαντινές γυναίκες. Πολλοί ιστορικοί βάδισαν στον δρόμο που άνοιξε ο Diehl, όπως ο Steven Runciman με την έξοχη συνεισφορά του στο The Byzantine Aristocracy (Οξφόρδη, 1984), όπου καταλήγει διερωτώμενος αν οι ικανότητες των Βυζαντινών γυναικών συνέβαλαν στην επιβίωση της Αυτοκρατορίας επί τόσους αιώνες, αλλά και ο Donald Nicol με το The Byzantine Lady. Ten Portraits 1250- 1500 (Καίμπριτζ, 1994), όπου τα δοκίμια του Diehl του χρησιμεύουν σαφώς ως μοντέλο.Αντίθετα με την πρώτη Θεοδώρα, τη σύζυγο του Ιουστινιανού Α', για την οποία έχουν γραφτεί πολυάριθμες βιογραφίες, οι τρεις γυναίκες στην πορφύρα που μελετώνται στο παρόν βιβλίο δεν έχουν επισύρει ιδιαίτερη προσοχή πέρα από την ιδιότητά τους ως εικονολάτρεις. Η Dominique Barbe στο Irene de Byzance. La femme empereur (Παρίσι, 1990) διείσ- δυσε βαθύτερα στον χαρακτήρα αυτής της αυτοκράτειρας, αλλά θεώρησε προτιμότερο να γράψει ένα ιστορικό μυθιστόρημα γι’ αυτήν. Πρόσφατα, η Lynda Garland περιέλαβε την Ειρήνη και τη Θεοδώρα στη μελέτη της Byzantine Empresses: Women and Power in Byzantium, AD 527-1204 (Λονδίνο, 1999), αλλά ενώ καλύπτει μια τόσο μεγάλη περίοδο, τα κεφάλαια
που αφιερώνει στην καθεμία είναι μάλλον σύντομα σκαριφήματα. Η Barbara Hill υιοθέτησε μια περισσότερο θεωρητική προσέγγιση για τις γυναίκες ηγεμόνες του ΙΑ' και του ΙΒ' αιώνα (Imperial Women in Byzantium, 1025-1204, Λονδίνο, 1998), που είναι χρήσιμη και για τις προγενέστερες αυτοκρά- τειρες. Το πρόσφατο γενικού ενδιαφέροντος βιβλίο του Michael Angold, Byzantium. The Bridge from Antiquity to the Middle Ages (Λονδίνο, 2001), αποδίδει ορισμένες πρωτοβουλίες στην Ειρήνη και τη Θεοδώρα, αντανακλώντας ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για τις γυναίκες του Βυζαντίου. Φαίνεται λοιπόν ότι η σοβαρή μελέτη για τις γυναίκες ηγεμόνες του Βυζαντίου θα συνεχιστεί.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Νικηφόρος, επιμ. de Boor, παράγρ. 88· μτφ. Mango, σελ. 163.
2. Θεοφάνης, AM 6261, de Boor I, σελ. 444· Mango-Scott, σελ. 613.
3. Ήδη το 787, οι καινούργιες επισκοπές της Αίγινας, της Μονεμβασίας και των δυτικών νησιών της Κέρκυρας, της Ζακύνθου και της Κεφαλλονιάς φανερώνουν την ίδια αποφασιστικότητα όσον αφορά την επαναφορά απομακρυσμένων περιοχών στην τροχιά της αυτοκρατορικής διακυβέρνησης· βλ. J. Darrouzes, «Les listes episcopates du Concile de Nicee (787)», REB 33 (1975), σελ. 5-76.
4. Τα χαράγματα του Παρθενώνοζ, επιμ. A. Κ. Ορλάνδος και Λ. Βρανούσης (Αθήνα, 1973), τεύχη 80, 83, 67, 82. Βλ. πιο γλαφυρές επιγραφές σε μαρμάρινα τεμάχια που κάποτε ανήκαν σε άλλες εκκλησιαστικές εγκαταστάσεις, γεγονός που υποδηλώνει την ύπαρξη και άλλων εκκλησιών.
5. Θεοφάνης, AM 6258, de Boor I, σελ. 440· Mango-Scott, σελ. 608.
6. Ο Ρ. Magdalino, Constantinople medievale (Παρίσι, 1996), σελ. 18-19, 58, υποστηρίζει ότι η επιδημία πανούκλας των μέσων του Η' αιώνος συνιστά το πιο χαμηλό σημείο σε δημο- γραφικούς όρους και ότι ύστερα απ’ αυτό η Κωνσταντινούπολη αρχίζει να επεκτείνεται πληθυσμιακά.
7. Οι περιοχές της Ασίας, του Πόντου και τ·ης Θράκης, που βρίσκονταν υπό Θεματική διοίκηση πολύ περισσότερα χρόνια, ήταν σε θέση να προμηθεύουν οικοδόμους, πλινθοποιούς, σοβατζήδες και 5.000 εργάτες για τις βαριές δουλειές.
8. F. Winkelmann, Quellen zur Herrschenden Klasse von Byzanzim 8. und 9. Jahrhundert (Βερολίνο, 1987), σελ. 215-218· E. Patlagean, uLes debuts d’une aristocratie byzantine et le te- moignage de l’historiographie: systeme de noms et liens de paren- te aux IXe-Xe siecles», στο M. Angold, The Byzantine Aristocracy: IX-XIII Centuries (Οξφόρδη, 1984), σελ. 23-43, ιδίως 29.
9. P. Schreiner, ((Reflexions sur la famille imperiale a Byzan- ce (VUIe-Xe siecles)», Byzantion 61 (1991), σελ. 181-193, ιδίως 191‘ R.-J. Lilie, Byzanz unter Eirene und Konstantin VI (780- 802) (Φρανκφούρτη, 1996), σελ. 36.
10. Winkelmann, Quellenstudien, σελ. 157, 193 Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 36-38, και βλ. σημ. 121 παρακάτω.
11. Ή πιθανόν και νωρίτερα από κάποιον άλλο σύνδεσμο, όπως προτείνει ο Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 40-41.
12. J. Ebersolt, Le grand palais de Constantinople (Παρίσι, 1910), σελ. 104-108.
13. Τιμητικός τίτλος από το αρσενικό αύγοοστος που χρησιμοποιείτο για τους αυτοκράτορες. Είχε δοθεί επιπροσθέτως στην Ευδοκία, μια και ήταν ήδη αυτοκράτειρα (βασίλισσα). Για τους επίσημους τίτλους των αυτοκρατορίσσων, βλ. S. Ma- slev, ((Die staatsrechtliche Stellung der byzantinischen Kaiserin- nen», Byzantinoslavica 27 (1966), σελ. 308-343' G. Rosch, ΟΝΟΜΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ (Βιένη, 1978), σελ. 1 10-111· D. Missiou,
«Uber die institutionelle Rolle der byzantinischen Kaiserinnen», JOB 30/2 (1982), σελ. 489-498· R. Hiestand, «Eirene Basileus - die Frau als Herrscherin im Mittelalter», στο H. Hecker (επιμ.), Der Herrscher. Leitbild und Abbild in Mittelalter und Renaissance (Ντίσελντορφ, 1 990), σελ. 253-283.
14. DC I, κεφ. 41, σελ. 208-216. Ενώ το κείμενο γράφτηκε αργότερα, αντλεί ολοφάνερα από προηγούμενα περιστατικά και μπορεί να χρησιμεύσει σαν οδηγός για τις πρώτες επίσημες πράξεις της Ειρήνης. Για τη στέψη και τον γάμο μιας αυτοκράτειρας υπάρχουν τέσσερα ξεχωριστά, άνισα σε διάρκεια μέρη: το πρώτο αφορά τη στέψη της νέας αυτοκράτειρας που τελείται στο Αυγουστείον, μια μεγάλη αίθουσα δεξιώσεων στη Δάφνη, το παλαιότερο ανάκτορο του κτηριακού συγκροτήματος του Μεγάλου Παλατιού. Ακολουθεί η παρουσίαση της νέας αυτοκράτειρας σε διάφορες ομάδες της Αυλής και η επίσημη ανακήρυξή της από τις φατρίες. Αυτό είναι το πιο μακροσκελές κείμενο και οι λεπτομέρειές του φανερώνουν ότι η τελετή συμπεριλάμβανε και προσδιόριζε κάθε ομάδα μέσα στην Αυλή. Το τρίτο μέρος αφορά τη σύντομη γαμήλια τελετή που τελείται από τον πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στο παρεκκλήσι του Ανακτόρου του Αγίου Στεφάνου. Τελευταίο είναι το γαμήλιο συμπόσιο που παρατίθεται στην αίθουσα συνεστιάσεων των Δεκαεννέα Ακουβίτων (κλινών). Για τα αυ- τοκρατορικά κοστούμια και εμβλήματα, βλ. Κ. Wessel, Reallexikon der byzantinischen Kunst, τόμ. Ill, σελ. 369-498.
15. Η τάξη δίνεται στο προηγούμενο κεφάλαιο, DC I, κεφ. 40, σελ. 203.17-18, όπου οι πατρίκιαι ζωσταί, τίτλος που δη- μιουργήθηκε τον Θ' αιώνα, κατέχουν την πρώτη θέση· βλ. κεφάλαιο 3.
16. DCI, κεφ. 40, σελ. 205-206. Η τελετή βασίζεται στο τελετουργικό της στέψης του αυτοκράτορα.
17. G. Vikan, «Art and Marriage in Early Byzantium», DOP 44 (1990), σελ. 145-166· βλ. Φ. Κουκουλές, Βυζαντινών Βίοζ και Πολιτισμόζ, 6 τόμοι (Αθήνα, 1948-1955), τόμ. 4, σελ. 134-
141· ευχαριστώ τον καθηγητή Barisa Krekic για την παρατήρησή του ότι τα στέμματα μοιάζουν πιθανόν με τα αρχαία διχτυωτά που τα έδεναν γύρω από το κεφάλι.
18. Η τελετή συμπληρώνεται από μερικά τμήματα του προηγούμενου κεφαλαίου του De Cerimoniis, που αφορούν τον γάμο του αυτοκρατορικού πρίγκιπα, DC I, κεφ. 39 (περί του γάμου ενός αυτοκράτορα, σελ. 196-202), όπου περιλαμβάνονται περιγραφές του νυμφώνα, σελ. 198-202.
19. DC I, κεφ. 41, σελ. 214-216.
20. Ο συμβολισμός αυτών των αντικειμένων δεν είναι εντελώς ξεκάθαρος: αν προορίζονται να παριστάνουν ρόδια, ο υπαινιγμός στις ιδιότητες αυτού του φρούτου σε σχέση με τη γυναικεία γονιμότητα θα ήταν απολύτως πρόσφορος. Ο Κουκουλές, Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός, τόμ. 4, σελ. 145-146, πιστεύει ότι οι ροδιώνες είναι χρυσά μήλα, σύμβολα της αγάπης.
21. Θεοφάνης, AM 6262, de Boor I, σελ. 445, για τη χρονολογία- AM 6289, de Boor I, σελ. 472, για τον κοιτώνα. Βλ. επίσης Judith Herrin, «The Imperial Feminine in Byzantium», Past and Present 169 (2000), σελ. 3-35, ιδίως 25-27.
22. G. Dagron, «Nes dans la pourpre», TM 10 (1994), σελ. 105-142.
23. DC II, κεφ. 21, σελ. 615-619.
24. To υπόδειγμα για τη βάπτιση του γιου του αυτοκράτορα περιλαμβάνεται στο DC II, κεφ. 22, σελ. 619-620.
25. Θεοφάνης, AM 6262, de Boor I, σελ. 445- Mango-Scott, σελ. 614.
26. Στη διάρκεια αυτών των τεσσάρων χρόνων δεν καταγράφεται τίποτα για την Ειρήνη και τον νεαρό γιο της. Πιθανότατα διέμεναν στο Μέγα Παλάτιο και παρευρίσκονταν σε όλες τις επίσημες τελετές.
27. Για παράδειγμα, όταν η Σοφία, χήρα του Ιουστίνου Β', αρνήθηκε να μετακομίσει και να επιτρέψει στον Τιβέριο και στη γυναίκα του να εγκατασταθούν εκεί- βλ. Averil Cameron, «The Empress Sophia», Byzantion 45 (1975), σελ. 5-21.
28. Θεοφάνης, AM 6268, de Boor I, σελ. 450· Mango-Scott, σελ. 621.
29. G. Dagron, Empereur et pretre. Etude sur le ucesaropa- pisme» byzantiniΠαρίσι, 1996), σελ. 98-99.
30. Θεοφάνης, AM 6291, de Boor I, σελ. 473-474· ο μεγαλύτερος, ο Νικηφόρος, είχε κιόλας τυφλωθεί το 792 (στο ίδιο, AM 6284, de Boor I, σελ. 468) όταν οι υπόλοιποι τέσσερις έχασαν τις γλώσσες τους. Πώς οι στασιαστές φαντάζονταν ότι αυτοί οι ακρωτηριασμένοι άνδρες θα ηγούντο ενός επιτυχημένου πραξικοπήματος δεν διευκρινίζεται. Ωστόσο ως γιοι του Κωνσταντίνου Ε' διέθεταν ιδιαίτερα αυτοκρατορικά διαπιστευτήρια. Ακόμη και υπό τον Μιχαήλ Α', το 812, αυτό ήταν κάτι που για ορισμένους είχε σημασία (βλ. παρακάτω).
31. Θεοφάνης, AM 6272, de Boor I, σελ. 453· βλ. I. Rochow, στο Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 12 και 332-333.
32. Πράγματι η Χρονογραφία του Θεοφάνη δεν αναφέρει τίποτα σχετικό με την Ειρήνη ή την οικογένειά της την περίοδο 776-780.
33. Κεδρηνός, τόμ. II, σελ. 19-20· βλ. W. Treadgold, «An Indirectly Preserved Source for the reign of Leo IV», JOB 34 (1984), σελ. 69-76.
34. Ο αποκαλούμενος Βίοζ της Ειρήνης, που βασίζεται στη Χρονογραφία του Θεοφάνη, υπογραμμίζει τις βαθιές εικονο- λατρικές πεποιθήσεις της με τον ίδιο τρόπο· βλ. W. Treadgold, «An Unpublished Saint’s Life of the Empress Irene (BHG 2205)», BF 8 (1982), σελ. 236-251.
35. Νόμος κατά της βρεφοκτονίας/έκτρωσης: Η εν Τρούλ- λω Σύνοδος, κανόνας 91, Γ. Ράλλης και Μ. Ποτλής (επιμ.), Σύνταγμα των θείων και ιερών κανόνων..., 6 τόμοι (Αθήνα, 1852-1859), τόμ. II, σελ. 518-519.
36. Θαύματα της Παρθένου της Ζωοδόχου Πηγής, AASS, Νοέμβριος III, σελ. 880· C. Mango, Art of the Byzantine Empire 312-1453 (Ίνγκλγουντ Κλιφς, Νιου Τζέρσι, 1972), σελ. 156-157.
37. Θεοφάνης, AM 6273, de Boor I, σελ. 454" Mango-Scott, σελ. 626.
38. Cecile Morrisson, «L’imperatrice Irene (780-802)», Bulletin (Club franpais de la Medaille) 84 (1984), σελ. 118-120- DOC III, σελ. 337, πίνακας XIII, τύπος 1 ■ A. Χριστοφιλοπούλου, «Η αντιβασιλεία εις το Βυζάντιον», Σύμμεικτα 2 (1970), σελ. 1-144, ιδίως 20-29.
39. Θεοφάνης, AM 6273, de Boor I, σελ. 455.
40. Θεοφάνης, AM 6274, de Boor I, σελ. 455- Royal Frankish Annals, anno 781 · Annales Mosellani, anno 781.
41. Michael McCormick, «Textes, Images et Iconoclasme dans le cadre des relations entre Byzance et Γ Occident Carolin- gien», σε Testo e Immagine nellAlto Medioevo, Settimane di Studio di Spoleto 41 (1994), σελ. 95-158, ιδίως 127-133.
42. Θεοφάνης, AM 6274, de Boor I, σελ. 456- Mango-Scott, σελ. 629.
43. N. Oikonomides, «Α Note on the Campaign of Staurakios in the Peloponnesos (783/784)», ZRVJ 38 (1999/2000), σελ. 61-66.
44. Θεοφάνης, AM 6276, de Boor I, σελ. 457- Mango-Scott, σελ. 631.
45. J. Darrouzes, «Les listes episcopales...»· η υπόδειξη ότι ο Κωνσταντίνος Ε' είχε δημιουργήσει περί τις οκτώ καινούργιες επισκοπές σε αυτή την περιοχή δεν επιβεβαιώνεται από μεταγενέστερες μαρτυρίες, όμως βλ. Ε. Kountoura-Galake, «New Fortresses, Bishops in eighth-century Thrace», REB 55 (1997), σελ. 279-289.
46. Θεοφάνης, AM 6276, de Boor I, σελ. 457-458· Mango- Scott, σελ. 631.
47. Ό. π., αυτό επιβεβαιώνεται στο The Life of the Patriarch Tarasios by Ignatios the Deacon, επιμ. και μτφ. Σ. Ευθυμιάδης (Άλντερσοτ, 1998), παράγρ. 10, όπου ο Ταράσιος υποδεικνύεται από τον Παύλο ως διάδοχός του.
48. Θεοφάνης, AM 6277, de Boor I, σελ. 458-460· Ευθυμιάδης (επιμ.), Life of Tarasios, παράγρ. 14.
49. Sakra divalis, Mansi, XII, σελ. 984E-986D (λατινική μτφ.)· στο ίδιο, σελ. ] .002D-1.007C (ελληνικά).
50. Mansi, XII, σελ. 986D-990B.
51. Στο ίδιο, XII, σελ. 1.077C-1.086B· βλ. την επιστολή του πάπα Αδριανού προς τους αυτοκράτορες, στο ίδιο, σελ. 1.055Α- 1.072 ■ Ε. Lamberz, «Studien zur Uberlieferung der Akten des VII. Okumenischen Konzils. Der Brief Hadrians I an Konstantin VI und Irene (JE 2448)», Deutsches Archiv 53 (1997), σελ. I - 43.
52. Θεοφάνης, AM 6278, de Boor I, σελ. 461-462' Ευθυ- μιάδης (επιμ.), Life of Tarasios, παράγρ. 26.
53. «Νίκα!» ήταν το σύνθημα των εξεγερμένων στη διάρκεια της στάσης κατά του Ιουστινιανού το 532, οπότε καταστράφηκε μεγάλο μέρος του κέντρου της Κωνσταντινούπολης· βλ. «Εισαγωγή».
54. Θεοφάνης, AM 6279, de Boor I, σελ. 462.
55. Ο τίτλος εκ προσώπου υπονοεί ότι ήταν προσωπικός της αντιπρόσωπος στη Σύνοδο της Νίκαιας, όμως η παρουσία του δεν καταγράφεται στα αρχεία των συνεδριάσεων και σώζεται μόνο σε μεταγενέστερες πηγές, βλ. Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 37.
56. Mansi, XII, σελ. 991-1.154 και XIII, σελ. 1-486, για τα πλήρη αρχεία- η Έκτη Συνεδρίαση (Mansi, XIII, σελ. 204-364) μεταφράστηκε από τον D. J. Sahas, Logos and Icon. Sources in Eighth-Century Iconoclasin (Τορόντο, 1986)· βλ. Judith Herrin, The Formation of Christendom (Λονδίνο, 1989), σελ. 417- 423- Nicee II, 787-1987. Douze siecles d’images religieuses, επιμ. F. Boespflug και N. Lossky (Παρίσι, 1987).
57. M.-F. Auzepy, «La place des moines a Nicee II (787)», Byzantion 58 (1988), σελ. 5-21.
58. Θεοφάνης, AM 6280, de Boor I, σελ. 463‘ Mansi, XIII, σελ. 416E.
59. Auzepy, «La Place des moines».
60. A. Kartsonis, «Protection against All Evil: Function, Use
and Operation of Byzantine Historiated Phylacteries», BF 20 (1994), σελ. 73-102, σχετικά με τα εγκόλπια με τη Σταύρωση· βλ. Κ. Corrigan, «Text and Image on an Icon of the Crucifixion at Mount Sinai», σε R. Ousterhout και L. Brubaker (επιμ.), The Sacred Image East and West (Σικάγο, 1995), σελ. 445-462 (λεπτομερειακή ανάλυση μιας πιο σύνθετης εικόνας με ένα επίγραμμα).
61. Ρ. Speck, Theodoros Studites. Jamben auf verschiedene Gegenstandei Βερολίνο, 1968).
62. Θεοφάνης περί γάμου, AM 6281, de Boor I, σελ. 463‘ βλ. Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 199-202· Speck, Kaiser Konstantin VI, σελ. 203-208.
63. Θεοφάνης, AM 6281, de Boor I, σελ. 464.
64. Θεοφάνης, AM 6282, de Boor I, σελ. 464.
65. Θεοφάνης, AM 6282, de Boor I, σελ. 464-465.
66. Θεοφάνης, AM 6282, de Boor I, σελ. 464.
67. Θεοφάνης, AM 6283, de Boor I, σελ. 465-466.
68. Θεοφάνης, AM 6283, de Boor I, σελ. 466' W. E. Kaegi, Jr., Byzantine Military Unrest, 471-843. An Interpretation (Άμστερνταμ, 1981), σελ. 246, 250-251, 260-262, 266-267.
69. Θεοφάνης, AM 6283, de Boor I, σελ. 466.
70. Speck, Kaiser Konstantin VI, σελ. 224-225, 226-228, 230-231.
71. Θεοφάνης, AM 6283, de Boor I, σελ. 466-467· σε μεταγενέστερες συριακές πηγές αναφέρεται η κατηγορία ότι ο Κωνσταντίνος σκανδαλίστηκε εξαιτίας της ερωτικής σχέσης της Ειρήνης με τον Ελπίδιο και τη χρησιμοποίησε ως πρόσχημα για να διατάξει να μην αποκαλείται στο εξής η μητέρα του αυτοκράτειρα: Μιχαήλ ο Σύρος, Χρονογραφία, βιβλίο XII, iii (τόμ. 3, ί, σελ. 9), και Bar Hebraeus, βιβλίο X, σελ. 119. Η εν λόγω αφήγηση είναι απελπιστικά μπερδεμένη με την κατά πολύ προγενέστερη εξέγερση του Ελπίδιου, στρατηγού της Σικελίας, που αυτομόλησε στους Άραβες, ενώ παράλληλα χρησιμοποιεί τη συνηθισμένη μέθοδο να προσάπτονται
κατηγορίες σε μια γυναίκα που κατέχει εξουσία τόσο για αδυναμία όσο και για μοιχεία (π.χ. η Ειρήνη συνήψε συμφωνία ειρήνευσης με τους Άραβες, «σύμφωνα με τα γυναικεία ήθη»).
72. Η χρονολογία της γέννησής της δεν καταγράφεται και πιθανόν να ήταν προγενέστερη, αφού ο Κωνσταντίνος και η Μαρία είχαν παντρευτεί τον Νοέμβριο του 788. Αλλά ακόμη και αν γεννήθηκε στην Αίθουσα της Πορφύρας, δεν της αναγνωρίστηκε ποτέ το προσωνύμιο πορφυρογέννητη, το οποίο είναι σίγουρο πως θα είχε αποδοθεί σ’ έναν γιο. Βλ. Dagron, «Nes dans la pourpre», σελ. 129-130, σχετικά με την ένταξη των θυγατέρων στην αυτοκρατορική οικογένεια. Μονάχα στις πορφυρογέννητες Ζωή και Θεοδώρα, τον ΙΑ' αιώνα, δόθηκε αυτό το επίθετο, Βλ. στο ίδιο, σελ. 118.
73. Θεοφάνης, AM 6284, de Boor I, σελ. 467.
74. Θεοφάνης, AM 6284-6285, de Boor I, σελ. 467, 468-469.
75. Θεοφάνης, AM 6284, de Boor I, σελ. 467-468· βλ. Θεόδωρος Κορρές, «Η βυζαντινοβουλγαρική αντιπαράθεση στις αρχές του Θ' αιώνα και η σφαγή των στρατευμάτων του Νικηφόρου Α' στη Βουλγαρία (Ιούλιος 811)», Βυζαντινά 18 (1995/ 1996), σελ. 167-193.
76. Θεοφάνης, AM 6284, de Boor I, σελ. 468.
77. Θεοφάνης, AM 6285, de Boor I, σελ. 469.
78. Θεοφάνης, AM 6287, de Boor I, σελ. 469· Ευθυμιάδης (επιμ.), Life of Tarasios, παράγρ. 39-44.
79. Θεοφάνης, AM 6287, de Boor I, σελ. 469 (σχετικά με την κουρά της Μαρίας), δες παρακάτω για το Μοναστήρι της Παρθένου στην Πρίγκιπο.
80. Θεοφάνης, AM 6287, de Boor I, σελ. 470" Ευθυμιάδης (επιμ.), Life of Tarasios, παράγρ. 45-46, όπου ο Ιγνάτιος παρομοιάζει τον πατριάρχη με τον Ιωάννη τον Βαπτιστή ο οποίος συγκρούστηκε με τον Ηρώδη εξαιτίας της αντίθεσής του για τον δεύτερο γάμο του.
81. Θεοφάνης, AM 6287, de Boor I, σελ. 469.
82. Θεοφάνης, AM 6288, de Boor I, σελ. 470-471.
83. Θεοφάνης, AM 6289, de Boor I, σελ. 471. Ο τάφος του δεν περιλαμβάνεται στον κατάλογο των αυτοκρατορικών μνημάτων στο Περί της Βασιλείου τάζεως.
84. Το γεγονός καταγράφεται από τον Κωνσταντίνο, Επίσκοπο της Τίου, βλ. παρακάτω.
85. Θεοφάνης, AM 6289, de Boor I, σελ. 472" Judith Herrin, «Blinding in Byzantium», στο Po{\pleuros Nous. Festschrift Peter Schreiner, επιμ. Georgios Makris και Cordula Scholz (Μό- ναχο-Λειψία, 2000), σελ. 56-58.
86. Θεοφάνης, AM 6198, de Boor I, σελ. 375" βλ. την επα- κολουθήσασα τύφλωση του αρχιεπισκόπου της Ραβένας, ο οποίος ήταν εξόριστος στον Πόντο αλλά επέστρεψε στη Ρα- βένα μετά τον θάνατο του Ιουστινιανού" βλ. Le Liber pontifi- calis, επιμ. L. Duchesne, 2 τόμοι (Ρώμη, 1886-1892), τόμ. I, σελ. 389" μτφ. R. Davis, The Book of the Pontiffs (Λίβερπουλ, 1989), σελ. 90, 91.
87. Σχετικά με τη Θεοδότη, βλ. Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 274-277.
88. Για τα νομίσματα, βλ. Morrisson, «L’imperatrice Irene»· DOC III, μέρος 1, σελ. 337-339, πίνακας XIV. Για μια πλήρη συζήτηση αυτής της χρήσης του τίτλου βασιλεύς, βλ. Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 277-279" L. Burgmann, «Die Novel- len der Kaiserin Eirene», Fontes niinores 4 (1981), σελ. 1-36.
89. Burgmann, «Die Novellen...», σελ. 16, 26.
90. Βλ. την πρόσφατη μελέτη που επιμελήθηκε ο A. Davids, The Empress Theophano (Καίμπριτζ, 1994), με σημαντικές συνεισφορές των Karl Leyser, Odilo Engels και Kriniye Ciggaar. Παρόμοια τάση είναι προφανής στην Αγγλία του ΙΑ' αιώνα, όπου η χήρα βασίλισσα Έμμα κυβέρνησε μαζί με τους δύο της γιους και μάλιστα πολύ καλύτερα απ’ όσο θα μπορούσαν μόνοι τους. Η εξουσία της εδραιώθηκε με το πέρασμα του χρόνου και ο λαός συνήθισε τη βασιλική συμπεριφορά της· βλ. Ρ. Stafford, «Queen Emma, women and power in eleventh- century England», στο Anne J. Duggan (επιμ.), Queens and
Queenship in Medieval Europe (Γούντμπριτζ, 1997), σελ. 3- 29, και το βιβλίο της, Queen Emma and Queen Edith (Καί- μπριτζ, 1997)· βλ. R. Hiestand, «Eirene-Basileus, die Frau als Herrscherin im Mittelalter», σε Hecker (επιμ.), Der Herrs- cher, σελ. 253-283.
91. Ο εν λόγω Νικηφόρος θα ηγηθεί του πραξικοπήματος εναντίον της το 802, βλ. Treadgold, Byzantine Revival, σελ. 119-122, 127-128.
92. Patria III, κεφ. 173" DC I, κεφ. 32, σελ. 173 για τον ξενώνα Magdalino, Constantinople medievale, σελ. 23-25" ο A. Berger δεν πιστεύει στην ύπαρξη ενός Ιπποδρόμου της Ύστερης Αρχαιότητας στην περιοχή, Untersuchungen zu den Patria Konstantinoupoleos (Βόνη, 1988), σελ. 588-590. Σχετικά με τα Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, βλ. σημείωση για τις «Πηγές» περί Ειρήνης.
93. Θεοφάνης, AM 6285, de Boor I, σελ. 469. Τα εργοδόσια στο Ανάκτορο του Ελευθερίου ίσως αποτελούσαν τμήμα της αρχικής κατασκευής, όμως σίγουρα επεκτάθηκαν μετά την πυρκαγιά, ακόμη και αν δεν αντικατέστησαν ολοκληρωτικά το Χρυσίον.
94. Για έναν πληρέστερο κατάλογο βυζαντινών μεταξωτών, βλ. A. Muthesius, Byzantine Silk Weaving AD 400 to AD 1200 (Βιένη, 1997).
95. Ευθυμιάδης (επιμ.), Life of Tarasios, παράγρ. 37, σελ. 187· περί το 815-817, ο Θεοφάνης ο Ομολογητής φυλακίστηκε σε ένα κελί στο Ανάκτορο του Ελευθερίου, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι το Ανάκτορο εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται από το κράτος.
96. Θεοφάνης, AM 6283, de Boor I, σελ. 467.
97. Θεοφάνης, AM 6295, de Boor I, σελ. 476.
98. Η συγκεκριμένη αφιέρωση αφήνει να εννοηθεί ότι το Μοναστήρι βρισκόταν επίσης υπό την προστασία της Θεοτόκου, βλ. Treadgold, «Unpublished Life of Irene», σελ. 245.
99. Βλ. κεφάλαιο 3 παρακάτω.
100. Patria III, κεφ. 85· Berger, Untersuchungen, σελ. 341, 634' Magdalino, Constantinople medievale, σελ. 30.
101. Θεοφάνης, AM 6293, de Boor I, σελ. 475. Επιπλέον, η Ειρήνη ακύρωσε τα κομμέρκια, τελωνειακά τέλη που επιβάλλονταν στην Άβυδο και στον Ιέρωνα σε όλα τα εμπορεύματα που διακινούνταν μέσω Βοσπόρου. Τα επανέφερε αργότερα ο Νικηφόρος Α'.
102. DC I, κεφ. 32, σελ. 173. Το κτηριακό συγκρότημα του ανακτόρου, ο Οίκος του Ελευθερίου, διατήρησε την ταυτότητά του και τελικά προσαρτήθηκε σε ένα γειτονικό κτήμα, βλ. Magdalino, Constantinople medievale, σελ. 25 σημ. 49.
1 03. Patria III, κεφ. 77.
104. Patria III, κεφ. 17 και 154.
105. Patria III, κεφ. 9· ο Berger, Untersuchungen, υπογραμμίζει ότι η κατηγορία εναντίον του Κωνσταντίνου Ε' είναι εντελώς ψευδής. Για την αφήγηση του Επισκόπου της Τίου, βλ. F. Halkin, Euphemiede Chalcedoine (Βριξέλες, 1965), σελ. 81-106.
106. Patria III, κεφ. 142 A4SS, Νοέμβριος III, 880B-C.
107. M.-F. Auzepy, «La destruction de l’icone du Christ de la Chalce par Leon III· propagande ou realite?», Byzantion 60 (1990), σελ. 445-492, για μια αξιολόγηση των μύθων γύρω από αυτή την υποτιθέμενη καταστροφή. Αφού η προϊστορία της εικόνας του Χριστού αμφισβητείται σε μεγάλο βαθμό από τους σύγχρονους ειδικούς, δεν είναι δυνατό να αποσαφηνιστεί ο ιδιαίτερος ρόλος της Ειρήνης.
1 08. Για τον Μιχαήλ Α' (81 1-813) αναφέρεται ότι υπήρξε πολύ γενναιόδωρος απέναντι στα εκκλησιαστικά ιδρύματα, όμως στη διάρκεια της σύντομης βασιλείας του δεν πιστώνεται με την κατασκευή κανενός σημαντικού κτίσματος.
109. Σύμφωνα με τα Patria, είχε υπηρετήσει επίσης ως κοι- τωνίτης (ευνούχος αξιωματούχος) της Ειρήνης- Patria III, κεφ. 156- Θεοφάνης, AM 6282-6283, de Boor I, σελ. 465, 466- βλ. Winkelmann, Quellenstudien, σελ. 156.
1 10. Ευθυμιάδης (επιμ.), Life of Tarasios, παράγρ. 21-23, σελ. 180-181.
111. Ε. Patlagean, «L’histoire de la femme deguisee en moine et revolution de la saintete feminine a Byzance», Studi Medieval,i, τρίτη σειρά, 17 (1976), σελ. 597-623, αναφέρεται ξανά στο βιβλίο της Structure Sociale, Famille, Chretiente a Byzance (Λονδίνο, 1981)· N. Delierneux, «Virilite physique et saintete feminine dans l’hagiographie orientale du IVe au Vile siecle», Byzantion 67 (1997), σελ. 1 79-243· Herrin, «The imperial feminine», σελ. 29-31.
112. Anna Wilson, «Female Sanctity in the Greek calendar: the Synaxarion of Constantinople», στο Richard Hawley και Barbara Lewick (επιμ.), Women in Antiquity. New Assessments (Λονδίνο, 1995), σελ. 233-247.
113. Ευθυμιάδης (επιμ.), Life of Tarasios, παράγρ. 66 (161.16), σελ. 203-204.
114. Θεοφάνης, AM 6282, de Boor I, σελ. 464.1 9-21 · Man- go-Scott, σελ. 639.
115. Στο ίδιο, de Boor I, σελ. 464.16-17' Mango-Scott, σελ. 638-639.
116. Στο ίδιο, de Boor I, σελ. 464-465· Mango-Scott, σελ. 656.
117. Στο ίδιο, de Boor I, σελ. 464.25· Mango-Scott, σελ. 639.
118. Θεοφάνης, AM 6295, de Boor I, σελ. 478.2' Mango- Scott, σελ. 656.
1 19. Θεοφάνης, AM 6290-1, de Boor I, σελ. 473-475' Win- kelmann, Quellenstudien, σελ. 157, 193. Η ακριβής σχέση ανάμεσα στην αυτοκράτειρα και στον Κωνσταντίνο είναι ασαφής, αλλά πρέπει να ήταν είτε αδελφός της, είτε κουνιάδος της είτε εξάδελφός της.
120. Θεοφάνης, AM 6304, de Boor I, σελ. 496.
121. Ωστόσο τους επόμενους αιώνες η οικογένεια Σαρα- ντάπηχου εκπροσωπείται με αρκετά μέλη της στη διοίκηση
της Κεντρικής Ελλάδας και της Πελοποννήσου, κάτι που σημαίνει ότι οι απόγονοι της Ειρήνης συνέχισαν να κατέχουν υψηλά δημόσια αξιώματα στην περιοχή της καταγωγής της· βλ. Judith Herrin, «Realities of Byzantine Provincial Government: Hellas and Peloponnesos 1180-1205», DOP 29 (1975), σελ. 253-284, ιδίως 270-271, 276.
122. Royal Frankish Annals, a. 798· Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 205 (υπογραμμίζει ότι η θέση της Ειρήνης ως αυτοκράτειρας ήταν πολύ ασθενέστερη από την αντίστοιχη του γιου της)· βλ. Speck, Kaiser Konstantin VI, σελ. 323-326, μια εμπεριστατωμένη ανάλυση της φροντίδας του Νικηφόρου να προβάλει αυτή την εικόνα η οποία δικαίωνε το πραξικόπημά του.
123. Θεοφάνης, AM 6291, de Boor I, σελ. 474‘ βλ. την πλήρη περιγραφή σε DC I, κεφ. 10 (σελ. 71-86) και κεφ. 5 (σελ. 47-52) για τις επευφημίες της ημέρας και τις εννέα δεξιώσεις που λάμβαναν χώρα σε διαφορετικά μέρη στην επιστροφή από τους Αγίους Αποστόλους, όπου οι Βένετοι και οι Πράσινοι επιδίδονταν σε νέες αναφωνήσεις.
124. Ν. Oikonomides, Les listes de preseance byzantins des Die et Xe siecles (Παρίσι, 1972), σελ. 349 (Μακεδονία), σελ. 352 (Κεφαλλονιά).
125. J. Darrouzes, Notitiae episcopatuuni ecclesiae Constanti- nopolitanae (Παρίσι, 1981), αρ. 2 (χρονολογημένο στην περίοδο του Νικηφόρου Α', 802-811).
126. Θεοφάνης, AM 6290, de Boor I, σελ. 473‘ Mango-Scott, σελ. 651.
127. Ο υπαινιγμός περιέχεται σε τέσσερις λέξεις («ut trade- rent ei imperium»)· βλ. Speck, Kaiser Konstantin VI, σελ. 326- 328, 739, σημείωση 29‘ Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 206.
128. Αυτή είναι η θεωρία του Paul Speck, Kaiser Konstantin VI, σελ. 328-333, σελ. 359-366, για την οποία βλ. παρακάτω.
129. Οι σύγχρονοι ιστορικοί έχουν την τάση να θεωρούν τα
χρόνια που η Ειρήνη άσκησε μόνη της την εξουσία ως περίοδο εξασθένισης της βυζαντινής ισχύος απέναντι στη Δύση: το κύρος του Καρόλου αυξάνει όσο ελαττώνεται το κύρος της Ειρήνης, βλ. Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 205· W. Ohnsorge, «Das Kaisertum der Eirene und die Kaiserkronung Karls des Grossen», Saeculuni 14 (1964), σελ. 221-247 [το επαναλαμβάνει στο βιβλίο του Konstantinopel und der Okzi- dent (Ντάρμσταντ, 1966) | και στο H. Hunger (επιμ.), Das byzantinische Herrscherbild (Ντάρμσταντ, 1975)· Janet L. Nelson, «Women at the court of Charlemagne: A Case of Monstrous Regiment?», στο John Carmi Parsons (επιμ.), Medieval Queenship (Στρουντ, 1994), σελ. 43-62. Αντίθετα, η πρόταση γάμου της Ειρήνης στον Καρλομάγνο αντιμετωπίζεται ως πολιτική συμμαχία που εμπνέεται από το παράδειγμα της Πουλχερίας τον Ε' αιώνα· βλ. Christine Angelidi, Pulcheria. La Castita al Potere (c.399-c.455) (Μιλάνο, 1996), σελ. 137-138. Η συγγραφέας παρατηρεί ότι στο Συναζάριον της Κωνσταντινουπόλεως η μνήμη των δύο αυτοκρατορισσών εορτάζεται την ίδια ημέρα, στις 7 Αυγούστου.
1 30. Opus Caroli Regis Contra Synoduni (Libri Carolini), επιμ. Ann Freeman, MGIJ, Concilia, II, συμπλ. I (Ανόβερο, 1998)· Ann Freeman, «Scripture and Image in the Libri Carolini», σε Testo e Imagine nell’Alto Medioevo, Settimane... 41 (1994), σελ. 163-188· M.-F. Auzepy, «Francfort et Nicee II», στο Das Frankfurter Konzil von 794. Kristallisationspunkt Ka- rolingischer Kultur, επιμ. R. Berndt, 2 τόμοι (Μάιντζ, 1997), τόμ. I, σελ. 279-300' Herrin, The Formation of Christendom, σελ. 434-444.
131. H Vita Hadrianis, παράγρ. 97, καταγράφει την ταφή του πάπα Αδριανού στις 26 Δεκεμβρίου της 4ης ινδικτιώνος (795) και η Vita Leonis, παράγρ. 1, την εκλογή του Λέοντα Γ' την επόμενη μέρα- βλ. Liber pontificalis, τόμ. I, σελ. 514, τόμ. II, σελ. 1· The Lives of the Eighth-Century Popes, μτφ. R. Davis (Λίβερπουλ, 1 992), σελ. 172, 1 79.
132. Das Constitutum Constantini, επιμ. H. Fuhrmann, MGH, Fontes iuris Germaniae (Ανόβερο, 1968). Για τις αποκαλυπτικές διαστάσεις της στέψης, βλ. W. Brandes, «“Tempora pericu- losa sunt”. Eschatalogisches ini Vorfeld der Kaiserkronung Karls des Grossen», σε Das Frankfurter Konzil, τόμ. I, σελ. 49-79.
133. D. Bullough, «Europae Pater», English Historical Review 85 (1970), σελ. 59-105· Herrin, The Formation of Christendom, σελ. 295, 446-453. Για το αν ο Κάρολος είχε την πρόθεση να οικοδομήσει τη δική του πόλη στο Πάντερμπορν με πρότυπο την πόλη του Κωνσταντίνου, με το όνομα Karls- burg, βλ. R. Collins, Charlemagne (Λονδίνο, 1998), σελ. 140.
134. 799. Kunst und Kultur der Karolingerzeit, 3 τόμοι, επιμ. C. Stiegemann και M. Wemhoff (Μάιντζ, 1999), ιδίως τα άρθρα του Μ. Becker, τόμ. I, σελ. 22-36, και D. Bullough, τόμ. III, σελ. 36-46· και Liber pontificalis, Vita Leonis, πα- ράγρ. 1 1-15, τόμ. II, σελ. 4-5, σχετικά με την πλεκτάνη και την απόφαση του Λέοντα να επισκεφτεί τον Κάρολο, μτφ. σελ. 184-187· και RFA, a. 799.
135. RFA, a. 800, 801, για λεπτομέρειες οι οποίες παραβλέ- πονται εντελώς στη Vita Leonis (όπου όλες οι τελετουργικές υποδοχές εστιάζονται στον Λέοντα μετά την επιστροφή του από τον Κάρολο το 799, παράγρ. 19-20, τόμ. II, σελ. 5, μτφ. σελ. 188-189)· βλ. επίσης Collins, Charlemagne, σελ. 144-147.
136. Ρ. Classen, «Karl der Grosse, das Papstum und Byzanz» στο Karl der Grosse: Lebenswerk und Nachleben, επιμ. W. Braunfels, 5 τόμοι (Ντίσελντορφ, 1965-1968), τόμ. I, σελ. 537- 608· και «Italien zwischen Byzanz und den Franken», Settimane di Studio... 27 (1981), σελ. 919-971. Για την πρόσφατη βιβλιογραφία, βλ. Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 206-210.
137. Speck, Kaiser Konstantin VI, σελ. 333-350, 359-366· βλ. την κριτική του Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 21 3- 215.
1 38. Herrin, The Formation of Christendom, σελ. 459-462.
139. Αφού η κόμμωση φανέρωνε επίσης νομιμοφροσύνη
προς την Ανατολική πρωτεύουσα, μια τελετουργική χτένα και ψαλίδια πιθανόν να συνόδευαν τα αυτοκρατορικά ρούχα- βλ. Herrin, The Formation of Christendom, σελ. 425. Σχετικά με τα βασιλικά εμβλήματα και τα επίσημα ενδύματα, βλ. Κ. Wessel, «Insignien», Real-lexicon der Byzantinischen Kunst, τόμ. Ill, σελ. 369-498.
140. Για το χρίσμα, βλ. Janet L. Nelson, «National Synods, Kingship as Office, and Royal Anointing: an Early Medieval Syndrome», SCH 7 (1971), σελ. 41-59· «Symbols in Context: Rulers’ Inauguration Rituals in Byzantium and the West in the Early Middle Ages», SCH 13 (1976), σελ. 97-119 [αμφότερα επαναλαμβάνονται στο βιβλίο της Politics and Ritual in Early Medieval Europe (Λονδίνο, 1986)].
141. Θεοφάνης, AM 6294, de Boor I, σελ. 475- RFA, a. 802, Lilie, Eirene und Konstantin VI, σελ. 210-212.
142. Θεοφάνης, AM 6295, de Boor I, σελ. 476-479.
143. Θεοφάνης, AM 6295, de Boor I, σελ. 480- Treadgold, «Unpublished Life of Irene», σελ. 245· βλ. Mango-Scott, σελ. 659 σημ. 16.
Πρώτη εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΦΥΡΑ
ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ
Η επεξεργασία, επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου