ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΦΥΡΑ
ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ
Ενότητες
Η ενθρόνιση της Ειρήνης ως αυτοκράτειρας: Στέψη και γάμος
Ο πρώτος χρόνος της αυτοκράτειρας
Η Ειρήνη ως μητέρα και αυτοκράτειρα
Λέων Δ' και εικονομαχία
Η Ειρήνη ως αντιβασίλισσα (780-790)
Γαμήλιες διαπραγματεύσεις με τους Φράγκους
Η επίσημη περιοδεία στη Θράκη και τη Μακεδονία
Η αναστήλωσα των εικόνων
Η ενθρόνιση της Ειρήνης ως αυτοκράτειρας: Στέψη και γάμος
Ο Κωνσταντίνος Ε' έδινε μεγάλη σημασία στον γάμο του γιου του, γιατί έτσι επικυρωνόταν η υπεροχή του Λέοντα ως πρωτότοκου και κληρονόμου του Θρόνου. Βρέφος ακόμη, ο Λέων είχε στεφθεί συναυτοκράτορας, θέση που επιβεβαιώθηκε το 769 όταν ορίστηκε μέλλων βασιλεύς και η Ειρήνη στέφθηκε και επευφημήθηκε ως βασίλισσα. Με αυτόν τον τρόπο, ο Κωνσταντίνος απέκλειε από τη διεκδίκηση των δικαιωμάτων της διαδοχής τους πέντε γιους του από την Ευδοκία, την τρίτη του σύζυγο. Οι πέντε ετεροθαλείς αδελφοί του Λέοντα είναι γνωστοί συλλογικά ως «οι καίσαρες», επειδή προήχθησαν όλοι στο υψηλό αξίωμα του καίσαρος. Όμως παρά τον τίτλο τους και παρότι η μητέρα τους στέφθηκε αυγουστα13 τον περασμένο Μάρτιο, ο μεγαλύτερος ετεροθαλής αδελφός τους, ο Λέων ο Χάζαρος, και η γυναίκα του έμελλε να μοιραστούν τη μελλοντική δόξα της διακυβέρνησης της Αυτοκρατορίας. Για τον ίδιο τον γάμο της Ειρήνης και του Λέοντα, καθώς και για τη στέψη της Ειρήνης ως αυτοκράτειρας δεν υπάρχουν γραπτές μαρτυρίες, ωστόσο το Περί της Βασιλείου τάζεως παρέχει σαφείς και λεπτομερείς οδηγίες για την ορθή εκτέλεση παρόμοιων τελετών.14
Το 769, ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Ε' τελεί τη στέψη με τη βοήθεια του συναυτοκράτορα και υιού του, Λέοντα. Είναι μια σχεδόν ιδιωτική τελετή. Οι συγκλητικοί και οι αυλικοί, αφού πρώτα τους δεξιώνονται οι αυτοκράτορες, αποχωρούν από το Αυγουστείον. Τότε εισέρχεται ο πατριάρχης με τους κληρικούς του ο ρόλος του περιορίζεται στην ευλογία της αυτοκρατορικής χλαμύδας, του στέμματος και των περπενδουλίων του. Κατόπιν η νύφη και εκλεγμένη αυτοκράτειρα αναγγέλλεται στη Μεγάλη Αίθουσα φορώντας αυτοκρατορική ενδυμασία (στιχάριου) και ένα πέπλο που της το αφαιρούν οι αυτοκράτορες. Τότε ο πατριάρχης παρουσιάζει τα ευλογημένα αντικείμενα στους αυτοκράτορες, οι οποίοι ντύνουν την Ειρήνη με τον χιτώνα, τοποθετούν το στέμμα στο κεφάλι της και επισυνάπτουν σε αυτό τα περπενδούλια, τις μακριές σειρές από μαργαριτάρια που διακρίνονται ολοκάθαρα στις ζωγραφικές απεικονίσεις του επίσημου στέμματος της αυτοκράτειρας. Η Ειρήνη έχει πλέον επίσημα στεφθεί, όμως το ουσιαστικό τμήμα της διαδικασίας είναι η επιδοκιμασία της διά βοής ως αυτοκράτειρας. Για τους Βυζαντινούς, το πιο σημαντικό κομμάτι αυτής της τελετής που διαρκεί μια ολόκληρη μέρα είναι ο εορτασμός που επακολουθεί και είναι αφιερωμένος σε δεξιώσεις, όπου η Ειρήνη παρουσιάζεται στην Αυλή, τη Σύγκλητο, σε όλους τους αξιωματούχους κατά σειρά αξιώματος, καθώς και στις συζύγους τους.
II πρώτη δεξίωση λαμβάνει χώρα αμέσως μετά τη στέψη της στο Αυγουστείον: όταν ο πατριάρχης και οι κληρικοί αποσύρονται, φέρνουν έναν πρόσθετο θρόνο για την καινούργια αυτοκράτειρα και τον τοποθετούν πλάι στους θρόνους των αυτοκρατόρων. Κατόπιν παρελαύνει ολόκληρη η Αυλή. Της συστήνονται με τη σειρά οι διάφορες ομάδες ανδρών αξιωματούχων, οι οποίοι κάνουν μια βαθιά υπόκλιση μέχρι το πάτωμα (προσκύνησις) και φιλούν τα γόνατα των αυτοκρατόρων και της αυτοκράτειρας. Με ένα νεύμα του τελετάρχη επευφημούν την Ειρήνη και έπειτα αποχωρούν από την αίθουσα. Ύστερα είναι η σειρά των θηλυκών μελών της ιεραρχίας της Αυλής να κάνουν τρεις βαθιές υποκλίσεις και να φιλήσουν τα γόνατα των ηγεμόνων. Πρώτες προσέρχονται οι σύζυγοι των πιο υψηλόβαθμων αξιωματούχων (πατρίκιαι) και κατόπιν με τη σειρά όλες οι σύζυγοι των αυλικών μέχρι την ενδέκατη τάξη (προτεκτόρισσαι και κεντάρχισσαι).15 Το φίλημα των γονάτων είναι ενσωματωμένο στο βυζαντινό τελετουργικό. Εμπεριέχει όλες τις παραδηλώσεις του υπέρτατου σεβασμού, το «σέβας» που τηρείται κατά γράμμα, ενώ παράλληλα επιτρέπει μια απόμακρη φυσική επαφή, παρόμοια με την έννοια του φιλήματος του ποδόγυρου του ενδύματος ενός διακεκριμένου αρχιερέα.
Μετά απ’ αυτή την πρώτη δεξίωση, οι συμμετέχοντες μεταφέρονται στο προστώο του Αυγουστείου που ονομάζεται Χρυσή Χειρ (πιθανόν επειδή υπήρχε εκεί ένα χέρι που ευλογούσε ή καλωσόριζε). Οι σύζυγοι των πατρικίων και των συγκλητικών συνοδεύουν την καινούργια αυτοκράτειρα μέχρι αυτό το σημείο, όπου το προσωπικό των κοιτώνων της αναλαμβάνει τον ρόλο του συνοδού και η Ειρήνη προχωράει μαζί τους στην περιοχή του Ονοποδίου. Εκεί την περιμένουν οι πατρίκιοι, παρατεταγμένοι σε ημικύκλιο, σχηματισμός που ονομάζεται κονσιστώριο, δηλαδή αυτοκρατορικό συμβούλιο μόλις φτάνει η αυτοκράτειρα, πέφτουν στο έδαφος και την επευφημούν φωνάζοντας τρις: «Εις πολλά και καλά έτη!» Τη συνοδεύουν με τη σειρά τους στο Δικιόνιον (το μέρος όπου ένα τεράστιο πέτασμα κρέμεται ανάμεσα σε δύο κίονες), όπου μια άλλη ομάδα συγκλητικών περιμένει για να υποκλιθεί βαθιά και να τη ζητωκραυγάσει καθώς προχωρούν για την τελική δεξίωση, στο άνδηρο του Τριβουναλίου (που ανήκει στο κτηριακό συγκρότημα των Δεκαεννέα Ακουβίτων2). Και ενώ οι συγκλητικοί παρατάσσονται στις δύο πλευρές της σκάλας, οι αρχηγοί των επίλεκτων στρατιωτικών μονάδων (ταγμάτων) ανεβαίνουν στο άνδηρο του Τριβουναλίου, όπου έχουν ήδη τοποθετηθεί ο Σταυρός, τα σκήπτρα, τα στρατιωτικά εμβλήματα και τα πολεμικά λάβαρα. II Ειρήνη προσέρχεται στο κέντρο του ανδήρου συνοδευόμενη από δύο υψηλόβαθμους αυλικούς. Εκεί περιμένουν οι φατρίες του Ιπποδρόμου για να την επευφημήσουν με τη μακρά σειρά των επίσημων προσφωνήσεων της στέψης.
Αυτό είναι το αποκορύφωμα του τελετουργικού της στέψης της αυτοκράτειρας. Όταν παρουσιάζεται στο συγκεντρωμένο πλήθος, η Ειρήνη εκτελεί ένα σημαντικό τελετουργικό: προχωρεί στο κέντρο του χαμηλού κιγκλιδώματος και ανάβει κεριά τα οποία προσφέρει στον Σταυρό που είναι τοποθετημένος εκεί. Τη στιγμή που η Ειρήνη υποκλίνεται τελετουργικά στον Σταυρό, όλα τα στρατιωτικά λάβαρα των ενόπλων δυνάμεων, οι σημαίες, τα εμβλήματα, τα σκήπτρα και τα άλλα ιερά αντικείμενα χαμηλώνουν, τα υλικά σύμβολα της αυτοκρατορικής εξουσίας μιμούνται την πράξη της προσκύνησης του Σταυρού και της νέας αυτοκράτειρας. Σε αυτό το σημείο της τελετής, η Ειρήνη εμφανίζεται σαν την εικόνα της αυτοκρατορικής ισχύος, βασιλική, επιβλητική, αγαλματώδης. Αλλά ακόμη πιο σημαντικό, προσωποποιεί τον τρόπο με τον οποίο η αυτοκρατορική εξουσία μεταβιβάζεται από τη μια γενιά στην άλλη. Εγγυάται ότι η εξουσία του αυτοκράτορα, του συζύγου της, θα μεταβιβαστεί νόμιμα στα παιδιά της. Υπόσχεται τη συνέχεια της ηγεμονεύουσας δυναστείας.
Για την Ειρήνη, αυτή είναι η στιγμή κατά την οποία μορφοποιείται ο ρόλος της. Καθώς στέκεται όρθια, με τα χρυσά αυτοκρατορικά της άμφια, τα ποικιλμένα με πολύτιμους λίθους και διακοσμημένα με χρυσές και ασημένιες κλωστές, οι φατρίες τραγουδούν μια μακρά σειρά επευφημιών σε μορφή αντιφωνήσεων. Αφού πρώτα επικαλούνται την προστασία του Θεού για την Αυτοκρατορία και τους λαούς της, οι ψάλτες και ο λαός επαναλαμβάνουν, από τρεις φορές, έναν μακρύ κατάλογο προσφωνήσεων.
Αυτή είναι η μεγάλη μέρα του Κυρίου, η μέρα σωτηρίας των Ρωμαίων, ετούτη η μέρα είναι η χαρά και η δόξα του κόσμου γιατί το στέμμα της Αυτοκρατορίας τοποθετήθηκε δίκαια στο κεφάλι σου. Δόξα στον Θεό που είναι ο κύριος των πάντων! Δόξα στον Θεό που σε έκανε αυτοκράτειρα! Δόξα στον Θεό που έστεψε την κεφαλή σου, είθε Εκείνος που σε έστεψε, Ειρήνη, με το χέρι Του να σε κρατήσει στην πορφύρα για πολλά χρόνια, προς δόξα και αγαλλίαση των Ρωμαίων.1Β
Για πρώτη φορά η Ειρήνη προσφωνείται ως βασίλισσα, το θηλυκό αντίστοιχο του βασιλέως (που ήταν ο πλέον επίσημος όρος για τον ηγεμόνα). Συνδέεται με την πορφύρα που φορούν οι ηγεμόνες και το όνομά της εισάγεται στον ύμνο, έτσι ώστε η νέα αυτοκράτειρα ονομάζεται και επισήμως Ειρήνη. Μετά απ’ αυτή την ανταλλαγή επευφημιών, η αυτοκράτειρα χαιρετά και τις δύο φατρίες και τα συγκεντρωμένα πλήθη με μια βαθιά υπόκλιση και προς τις δύο πλευρές, και φεύγει από το άνδηρο. Καθώς αποχωρεί συνοδευόμενη από τους συγκλητικούς, δέχεται ξανά τις ζητωκραυγές και τους χαιρετισμούς των ομάδων των αξιωματούχων. Όταν φτάνει στο Αυγουστείον, όλο το προσωπικό των ιδιαίτερων αυτοκρατορικών διαμερισμάτων της, κυρίως ευνούχοι που φροντίζουν για τις ιματιοθήκες και τους κοιτώνες, την υποδέχονται προσφωνώντας τη στα λατινικά «Bene, bene!» κατάλοιπο από τον ΣΤ' αιώνα, όταν η λατινική ομιλούνταν ακόμη κανονικά στο Βυζάντιο.
Το τυπικό μέρος της στέψης έχει πλέον τελειώσει και η αυτοκράτειρα προσέρχεται στην εκκλησία του Αγίου Στεφάνου, στο Ανάκτορο της Δάφνης, όπου την περιμένουν οι αυτοκράτορες για τη γαμήλια τελετή. Ο Λέων φοράει το αυτοκρατορικό του στέμμα, όπως άλλωστε και η Ειρήνη. Αν και η γαμήλια τελετή πραγματοποιείται στην εκκλησία με τις ευλογίες των ιερέων και θεωρείται ιερό μυστήριο, δεν αντιμετωπίζουν ακόμη τον γάμο ως θρησκευτική τελετή. Η ουσία οποιουδήποτε γάμου έγκειται στη συμφωνία ανάμεσα σε δύο οικογένειες οι οποίες εκπροσωπούνται από τους γονείς:.στην ανταλλαγή συμβολαίων που συνοδεύονται από την προίκα και τα γαμήλια δώρα.
Στη διάρκεια της λειτουργίας, το αυτοκρατορικό ζεύγος φεύγει από την εκκλησία και επιστρέφει μόνο για να παραλάβει τα γαμήλια στέφανα από τον πατριάρχη. Μοιάζουν το πιθανότερο με χρυσά πλέγματα που μπορούν να φορεθούν μαζί με τα αυτοκρατορικά στέμματα.17 Ο πατριάρχης ενώνει τις δεξιές τους και ανταλλάσσονται δαχτυλίδια, ωστόσο ελάχιστα στοιχεία της τελετής θυμίζουν τον σύγχρονο ελληνορθόδοξο γάμο. Μόλις τελειώσει η τελετή, οι νεόνυμφοι βγαίνουν από την εκκλησία, όπου τους περιμένει νέα υποδοχή και ζητωκραυγές. Στη συνέχεια προχωρούν αργά μέσα από διάφορα τμήματα του ανακτόρου και κατευθύνονται στον νυμφώνα τους, στη Μαγναύρα, που απέχει αρκετά από το Ανάκτορο της Δάφνης: ακολουθούν μια διαδρομή ανάμεσα στους κήπους, στα δέντρα και στους στάβλους. Οι φατρίες παίζουν μουσική, οι τραγουδιστές στέκουν εκατέρωθεν και τους χαιρετούν μελωδικά κι ύστερα συνοδεύουν το νιόπαντρο αυτοκρατορικό ζεύγος μέχρι το υπνοδωμάτιό του. Ο Λέων και η Ειρήνη αποθέτουν τα αυτοκρατορικά τους στέμματα στο νυφικό κρεβάτι και προσέρχονται στο γαμήλιο συμπόσιο το οποίο παρατίθεται στην Αίθουσα των Δεκαεννέα Ακουβίτων. Φορώντας ακόμη τα γαμήλια στέφανα συμμετέχουν στο γλέντι μαζί με όλους τους καλεσμένους του αυτοκράτορα.
Όμως η τελετή δεν τελειώνει εδώ.18 Για τη αυτοκράτειρα υπάρχει ακόμη ένα και εξαιρετικά σημαντικό τελετουργικό, το οποίο λαμβάνει χώρα την τρίτη μέρα μετά τον γάμο.19 Είναι η επίσημη «ημέρα του λουτρού», όπου η αυτοκράτειρα επισκέπτεται με τη συνοδεία της ένα από τα πολλά λουτρά του Μεγάλου Παλατιού. Οι φατρίες παρατάσσονται εκατέρωθεν του δρόμου που θα ακολουθήσει η πομπή, με τρία μουσικά όργανα στρατηγικά τοποθετημένα για να συνοδεύουν την ακολουθία. Είθισται να συνοδεύει μια ολόκληρη ορχήστρα με μουσική όσους αξιωματούχους είναι υπεύθυνοι για να μεταφέρουν με ασφάλεια ορισμένα απαραίτητα για την τελετή αντικείμενα το κουτί με τα αρώματα, δοχεία, πετσέτες και τα αναγκαία για την πλύση στο λουτρό και στον ναό της Αγίας Χριστίνας. Αυτό το κτηριακό συγκρότημα φαίνεται ότι αποτελούσε τμήμα του Ανακτόρου της Μαγναύρας, ωστόσο η πομπή από τον νυμφώνα δεν παύει να είναι χρονοβόρα διαδικασία λόγω του πλήθους των ατόμων που συμμετέχουν και της θορυβώδους μουσικής συνοδείας.
Όταν τα αντικείμενα φτάσουν στο λουτρό, η αυτοκράτειρα βγαίνει από τον νυμφώνα ακολουθούμενη από την Μεγάλη Κυρία επί των τιμών, την παρακαθίστρα, και δύο ακόμη κυρίες επί των τιμών που κουβαλούν διακοσμητικούς γρανάτες από πορφυρίτη (πιθανότατα μικρές σκαλιστές απομιμήσεις ροδιών) ποικιλμένους με πολύτιμους λίθους.20 Η εμφάνιση της Ειρήνης προκαλεί τις επευφημίες των παρευρισκομένων, πρώτα των Βένετων και μετά των Πράσινων, που ζητωκραυγάζουν εναλλάξ συνοδεία και των τριών οργάνων. Μέλη της Συγκλήτου συνοδεύουν αυτή την ασυνήθιστη πομπή καθώς διασχίζει το Ανάκτορο της Μαγναύρας και μέχρι το κεφαλόσκαλο που οδηγεί στο λουτρό. Εκεί παίζει μουσική το ένα όργανο και οι ύπατοι αναλαμβάνουν τον ρόλο των συνοδών, καθώς η Ειρήνη κατεβαίνει την ελικοειδή σκάλα που οδηγεί στο λουτρό της Αγίας Χριστίνας. Όταν βγαίνει από το λουτρό, τη συνοδεύουν και πάλι οι συγκλητικοί, ενώ τα μέλη των φατριών ακολουθούν τραγουδώντας σε όλη τη διαδρομή πίσω προς τον νυμφώνα. Εκεί παρατάσσονται σε ημικύκλιο ώσπου να φτάσει η Ειρήνη στο δεξί τμήμα της αψίδας του κοιτώνα, και φεύγουν όταν τελειώσει και ο τελευταίος ύμνος. Με αυτόν τον τρόπο δίνεται έμφαση στον στόχο του γάμου και ανανεώνεται η ελπίδα για τη γέννηση απογόνων. Για μια αυτοκράτειρα οι επευφημίες που επαναλαμβάνονται αδιάκοπα: «Πολλά τα έτη, πολλά τα έτη, πολλά τα έτη!» ενδέχεται να υποκρύπτουν μιαν αδιόρατη απειλή: αν αποτύχει να γεννήσει το πολυπόθητο αρσενικό παιδί, άραγε θα μπορέσει να απολαύσει πολλά έτη στον αυτοκρατορικό θρόνο;
Ο πρώτος χρόνος της αυτοκράτειρας
Στις 20 Δεκεμβρίου, την Κυριακή πριν από τα Χριστούγεννα, η Ειρήνη βρέθηκε στο επίκεντρο της προσοχής της Αυλής χάρη στην προαναφερθείσα τελετή του λουτρού. Η επερχόμενη γιορτή της γέννησης του Χριστού και η περίοδος ευωχίας που διαρκούσε μέχρι τα Επιφάνεια (6 Ιανουάριου) ήταν γιορτή χαράς για όλους τους Χριστιανούς του Μεσαίωνα. Έτσι η αυτοκράτειρα είχε την ευκαιρία να δει την Αυλή στην πιο λαμπρή μορφή της. Ήταν άλλωστε και ο ερχομός του Νέου Έτους που εορταζόταν σχεδόν ειδωλολατρικά με αρματοδρομίες στον Ιππόδρομο. Αυτοκρατορικά συμπόσια παραθέτονταν καθημερινά. Όμως στο μυαλό της Ειρήνης κυριαρχούσε πάνω απ’ όλα το καθήκον της τεκνοποίησης: όφειλε να χαρίσει έναν γιο, έναν διάδοχο στον Λέοντα, για να εξασφαλιστεί η συνέχεια της Συριακής δυναστείας με την οποία την είχε συνδέσει ο γάμος της. Ο Λέων πιθανότατα πέρασε την πρώτη νύχτα του γάμου με τη γυναίκα του, όμως αφού ο καθένας είχε τα δικά του διαμερίσματα ίσως να μη ζούσαν μαζί επί μονίμου βάσεως. Ωστόσο την επισκεπτόταν, προφανώς συχνά, ώσπου η εγκυμοσύνη της έγινε πια φανερή. Έξι μήνες μετά, η Ειρήνη ήξερε ότι έμελλε να εκπληρώσει τον πρωταρχικό σκοπό του γάμου της. Η υγεία της και η υγεία του αγέννητου μωρού της αποτελούσαν έκτοτε το κέντρο του ενδιαφέροντος στο ανάκτορο.
Όλο αυτόν τον καιρό η Ειρήνη περιφερόταν στα διαμερίσματά της, πιθανότατα στην περιοχή του Χρυσοτρίκλινου. Ήταν η αυθέντης αυτού του μικρού τμήματος του ανακτόρου και οι αξιωματούχοι που είχαν την ευθύνη αυτών των χώρων ήταν υποχρεωμένοι να υπακούουν στις διαταγές της. Αν και δεν ήταν μεγαλύτερη από δεκαέξι ετών, η θέληση και ο χαρακτήρας της δοκιμάζονταν στο έπακρο. Και αφού ο Λέων διέμενε στα πιο διακεκριμένα διαμερίσματα των ανακτόρων, μπορούσε να έχει την ησυχία της. Άλλωστε και οι πέντε ετεροθαλείς αδελφοί του συζύγου της είχαν τα δικά τους διαμερίσματα και τους προσωπικούς τους υπηρέτες. Τα μέλη της ευρύτερης οικογένειας δεν συναντιούνταν συχνά όλα μαζί, αλλά ασφαλώς παρευρίσκονταν στις εκκλησιαστικές και τις κοσμικές τελετές του Πάσχα και σε άλλες σημαντικές θρησκευτικές εορτές. Στη διάρκεια όλου του έτους 770, η Ειρήνη συμμετείχε σε αυτές τις συνάξεις παρατηρώντας τα τεκταινόμενα. Ειδικότερα παρακολουθούσε πολύ στενά την πεθερά της, την Ευδοκία, αφού και η ίδια θα επωμιζόταν τον ρόλο της πρεσβύτερης αυτοκράτειρας μια μέρα. Είτε η Ευδοκία τη βοηθούσε είτε δεν της έδινε σημασία επειδή πιθανόν τη θεωρούσε απειλή για τις αυτοκρατορικές βλέψεις των δικών της γιων, των καισάρων, η νεαρή νύφη, όπως άλλωστε πολλές άλλες στη θέση της, μάθαινε τον ρόλο της παρακολουθώντας. Παρατηρώντας ό,τι συνέβαινε, ακούγοντας προσεκτικά τις τυποποιημένες προσφωνήσεις και τις οδηγίες του τελετάρχη που διηύθυνε τα διάφορα στάδια, η Ειρήνη παρευρισκόταν στις τελετές για να μάθει τον ρόλο που θα καλούνταν να παίξει με το πλήρωμα του χρόνου.
Στις 14 Ιανουάριου του 771, η Ειρήνη γέννησε έναν γιο στην Αίθουσα της Πορφύρας του ανακτόρου.21 Ήταν η δεύτερη μόλις φορά που γεννιόταν ένα παιδί στην ειδική αίθουσα την επενδεδυμένη με πορφυρά υφάσματα στο εξής θα έφερε το προσωνύμιο πορφυρογέννητος. Η Αίθουσα της Πορφύρας, που απέπνεε τους αυτοκρατορικούς συνειρμούς των πορφυρών μεταξωτών υφασμάτων και των πορφυρών πολύτιμων λίθων, προοριζόταν για τη χρήση των θηλυκών συγγενών του αυτοκράτορα. Το κυρίαρχο χρώμα της, που οφειλόταν στα πορφυρά πετάσματα, έδινε έμφαση στα πιο πολυτελή υλικά που αποτελούσαν αποκλειστικό προνόμιο της αυτοκρατορικής βυζαντινής οικογένειας. Αν και δεν γνωρίζουμε τη χρονολογία κατασκευής της Αίθουσας, ο τίτλος πορφυρογέννητος συναντάται πρώτη φορά σ’ ένα χειρόγραφο του 763 που αναφέρεται στον Λέοντα Δ', τον σύζυγο της Ειρήνης.22 Ο ίδιος ο
Λέων είχε γεννηθεί σ’ αυτό το δωμάτιο το 750. Είναι λοιπόν πιθανό η Αίθουσα της Πορφύρας είτε να κτίστηκε από τον Κωνσταντίνο Ε' ή τον πατέρα του Λέοντα Γ', είτε να προσαρμόστηκε στις ανάγκες αυτής της συγκεκριμένης χρήσης ένας άλλος κοιτώνας, ο οποίος προϋπήρχε. Αν και δεν αποκλείεται τα ετεροθαλή αδέλφια του Λέοντα Δ' να είχαν γεννηθεί στην Αίθουσα της Πορφύρας, κανένα τους δεν αναφέρθηκε ποτέ με αυτό το περίβλεπτο επίθετο.
Η μεγάλη τύχη της Ειρήνης, που έγινε μητέρα ενός αρσενικού παιδιού, μελλοντικού κληρονόμου της εξουσίας του πατέρα του, γιορτάστηκε αμέσως από την Αυλή και ολόκληρη την πόλη της Κωνσταντινούπολης. Ένα τόσο ευτυχές γεγονός συνοδευόταν πάντοτε με τις ανάλογες δημόσιες επευφημίες, οι οποίες ήταν καταχωρισμένες στο Περί της Βασιλείου τάξεως ως οι πλέον ταιριαστές για τη γέννηση ενός διαδόχου.23 Επιπλέον στάθηκε η αφορμή για τελετές που συνδέονταν με την ονοματοδοσία του παιδιού, στις οποίες η Ειρήνη δεν συμμετείχε. Σε αυτές περιλαμβάνονται τα συγχαρητήρια της Συγκλήτου προς τον αυτοκράτορα, η λιτανεία προς τη Μεγάλη Εκκλησία για την πατριαρχική προσευχή των ευχαριστιών για τον επιτυχημένο τοκετό και μία δεξίωση στην Αίθουσα του Σίγμα, όπου οι φατρίες ζητούν να εορταστεί το γεγονός με αγώνες στον Ιππόδρομο. Κατόπιν οι φατρίες αναρτούν μια σημαία, σημάδι ότι οι ιπποδρομίες θα διεξαχθούν την επομένη, και όλοι οι κάτοικοι προσκαλούνται να συγκεντρωθούν στον Ιππόδρομο για να μάθουν το όνομα του νεογέννητου πορφυρογέννητου. Την επομένη και αφού ανακοινώνεται το αναμενόμενο όνομα Κωνσταντίνος, ακολουθούν επευφημίες και διεξάγονται οι ιπποδρομίες.
Στη συνέχεια ο αυτοκράτορας κερνάει ένα ειδικό ποτό που το έλεγαν λοχόζεμα (κατά λέξη «ζωμός της λεχώνας»), το οποίο διανέμεται δωρεάν σε όλο τον πληθυσμό. Μέσα στο ανάκτορο, οι προπόσεις για τον νέο πρίγκιπα λαμβάνουν χώρα στο προστώο της Αίθουσας των Δεκαεννέα Ακουβίτων, όπου τα μέλη της κάθε τάξης έρχονται με τη σειρά να πιουν λοχόζεμα. Στην πόλη το ίδιο ποτό διανέμεται κατά μήκος της Μέσης Οδού, από τη Χαλκή Πύλη του ανακτόρου μέχρι την Αγορά του Βοός· οι φτωχοί μάλιστα «οι εν Χριστώ αδελφοί μας» καλούνται ιδιαιτέρως να έρθουν και να πιουν εις υγείαν του παιδιού για επτά ολόκληρες μέρες. Ο αυτοκράτορας κερνάει γενναιόδωρα τους υπηκόους του όποτε η γυναίκα του γεννάει ένα υγιές αγόρι. Ακόμη και αν οι ζητωκραυγές δεν έφταναν στα διαμερίσματά της, η Ειρήνη ασφαλώς θα είχε πληροφορηθεί τα τεκταινόμενα.
Στη συνέχεια, η αυτοκράτειρα πρέπει να προετοιμαστεί για τη σημαντική τελετή στη διάρκεια της οποίας θα δεχτεί τα συγχαρητήρια σύσσωμης της Αυλής. Πρόκειται για μια μεγαλοπρεπή τελετή που προβλέπεται για την όγδοη μέρα μετά τον τοκετό. Ο κοιτώνας της αυτοκράτειρας διακοσμείται ειδικά για την περίσταση με χρυσάφι πετάσματα από άλλα δωμάτια του ανακτόρου, που τα απλώνουν στο κρεβάτι και τα κρεμούν στους τοίχους, ενώ παράλληλα ανάβουν λύχνους με πολλά κεριά. Η μητέρα κάθεται όσο πιο αναπαυτικά γίνεται και το μωρό ντύνεται με ένα ειδικό φόρεμα. Κατόπιν το προσωπικό του κοιτώνα, οι ευνούχοι που είναι υπεύθυνοι για τα ιδιαίτερα αυτοκρατορικά διαμερίσματα, συγχαίρουν την αυτοκράτειρα. Αμέσως μετά προσέρχονται οι κυρίες της Αυλής ανάλογα με τη σειρά τους (πρώτα οι γυναίκες, αφού η γέννηση ενός παιδιού είναι βασικά γυναικεία υπόθεση, έστω και αν ο αυτοκράτορας δέχεται πρώτος τα συγχαρητήρια. Ακόμη και οι χήρες των αξιωματούχων που έχουν αποβιώσει περνούν πριν από τους άνδρες). Κάθε ομάδα συγχαίρει και εύχεται στη μητέρα, στην οποία και προσφέρει από ένα μικρό δώρο. Ύστερα ακολουθούν οι άνδρες της Αυλής, πρώτα τα μέλη της Συγκλήτου και κατόπιν οι υπόλοιποι αξιωματούχοι κατά σειρά αξιώματος. Μπορεί να πρόκειται απλώς για μια πιο μεγαλοπρεπή παραλλαγή των εορτασμών που επιφυλάσσονται για κάθε επιτυχημένο τοκετό, όμως για την Ειρήνη είναι μια πολύ σημαντική στιγμή, αφού με τη γέννηση του γιου της διασφαλίζεται η συνέχεια της Συριακής δυναστείας.
Επί σαράντα ημέρες, η Ειρήνη, όπως και όλες οι λεχώνες, θεωρείτο ακάθαρτη και παρέμεινε περιορισμένη στα διαμερίσματά της. Η σταδιακή επιστροφή της στους δημόσιους χώρους αποκορυφώθηκε με την εκκλησιαστική τελετή του καθαρμού, οπότε έγινε και πάλι δεκτή στην εκκλησιαστική κοινότητα. Η τελετή του καθαρμού ήταν απαραίτητη για κάθε γυναίκα που είχε γεννήσει. Μετά από τον καθαρμό, η Ειρήνη συμμετείχε στη βάπτιση του γιου της που τέλεσε και πάλι ο πατριάρχης, αυτή τη φορά στον μητροπολιτικό ναό της Αγίας Σοφίας.24 Σύμφωνα με την παράδοση, το αγόρι πήρε το όνομα του παππού του Κωνσταντίνου Ε', του ηγεμονεύοντος αυτοκράτορα. Στη Χρονογραφία του, ο Θεοφάνης υπαινίσσεται ότι ήταν αρκετά ασυνήθιστο για έναν παππού να παρίσταται στη γέννηση του γιου του παιδιού του.25 Σπάνια ένας αυτοκράτορας ζούσε αρκετά ώστε να χαρεί ένα τόσο ευτυχές γεγονός πολλοί πέθαιναν στα πεδία των μαχών ή έπεφταν θύματα δολοφόνων, συχνά σε πολύ νεότερη ηλικία απ’ αυτή του Κωνσταντίνου Ε', ο οποίος είχε βασιλεύσει τριάντα συναπτά έτη. Το 771, ο γιος της Ειρήνης, Κωνσταντίνος, δεν αντιπροσώπευε μόνο την τέταρτη γενιά μιας ιδιαιτέρως επιτυχημένης δυναστείας, αλλά έδινε παράλληλα την υπόσχεση μιας ειρηνικής συνέχειας της εξουσίας της στο μέλλον. Ένα μέλλον που διαγραφόταν λαμπρό για την Ειρήνη, καθώς προχωρούσε εν πομπή με τη συνοδεία της προς την Αγία Σοφία για τα βαφτίσια του πρωτότοκου γιου της. Είχε εκπληρώσει το πρώτο και σημαντικότερο καθήκον μιας αυτοκρατορικής πριγκίπισσας.
Η Ειρήνη ως μητέρα και αυτοκράτειρα
Μεταξύ 771 και 775, στην εξωτερική πολιτική του Κωνσταντίνου Ε' κυριάρχησαν οι εκστρατείες κατά των Αράβων και των Βουλγάρων, ενώ στο εσωτερικό ο αυτοκράτορας εξακολουθούσε να καταδιώκει όσους εικονολάτρες ήσαν γνωστοί. Έτσι ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τον δεσμό ανάμεσα στους στρατιωτικούς του θριάμβους (κατά των Αράβων στη Συκή, το 771, και στη Μοψουεστία, το 772, και κατά των Βουλγάρων το 773) και στην επίσημη εικονομαχία, γεγονός που εμφυσούσε αυτοπεποίθηση στους στρατιώτες του. Στους διωγμούς κατά των εικονολατρών διέπρεψε ο στρατηγός του Θέματος των Θρακησίων Μιχαήλ Λαχανοδράκων. Πολλοί μοναχοί οι οποίοι αρνούνταν να δεχτούν το Σύμβολο της Πίστεως που είχε εκδώσει η εικονομαχική Σύνοδος του 754 βασανίστηκαν, τυφλώθηκαν και εξορίστηκαν όσοι δεν αντιστέκονταν υποχρεώνονταν να παντρευτούν καλόγριες. Οι επίσημοι διωγμοί των εικονολατρών, των βιβλίων τους, των εικόνων τους και των μοναστηριών τους συνεχίστηκε με σφοδρότητα, τουλάχιστον σε αυτή την περιοχή, με την αμέριστη συγκατάθεση του αυτοκράτορα. Η κατάσταση άλλαξε το 774, όταν μια ναυτική συμφορά κατέστρεψε πολλά πολεμικά πλοία που είχαν σταλεί κατά της Βουλγαρίας και στάθηκε η αφορμή για μια τελική εκστρατεία το 775 με στόχο την οριστική συντριβή των Βουλγάρων. Όμως στη διάρκεια αυτής της επίθεσης ο Κωνσταντίνος τραυματίστηκε στον μηρό και πέθανε κατά τη μεταφορά του από τη Σηλυβρία στην πρωτεύουσα.2
Μετά τον θάνατό του, τον Αύγουστο του 775, ο Κωνσταντίνος Ε' τάφηκε με τιμές στο αυτοκρατορικό μαυσωλείο πλάι στον ναό των Αγίων Αποστόλων από τη σύζυγό του Ευδοκία και τους γιους του. Ο πρωτότοκος, ο Λέων, ανακηρύχθηκε μοναδικός αυτοκράτορας. Στη διάρκεια της διαδικασίας της διαδοχής μια σειρά από σημαντικές διαβατή ριες τελετουργίες συμπλήρωνε τα προφανή στην αντικατάσταση του ενός αυτοκράτορα από τον άλλον. Ως αποτέλεσμα της ανακήρυξης του Λέοντα, η Ειρήνη έγινε αυτοκράτειρα και η χήρα Ευδοκία υποβιβάστηκε σε αυτοκράτειραμητέρα. Όταν συντελείται μια τόσο μεγάλη αλλαγή, η παλαιότερη αυτοκράτειρα οφείλει να παραμερίσει για χάρη της νέας παραχωρώντας της τα διαμερίσματα και τους κοιτώνες που προορίζονται για την ηγεμονεύουσα αυτοκράτειρα. Σε μερικές περιπτώσεις τα πράγματα δεν γίνονταν με αυτόν τον τρόπο και το νέο αυτοκρατορικό ζεύγος βρισκόταν αποκλεισμένο από τα επίσημα διαμερίσματα.27 Το 775 δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Ευδοκία ακολούθησε αυτό το παράδειγμα, πράγμα που θα οδηγούσε σε ενοχλητικές συγκρούσεις. Πιθανότατα μετακόμισε σε ένα ξεχωριστό ανάκτορο ή σε κάποιο μοναστήρι της περιοχής. Όμως οι πέντε γιοι της, οι καίσαρες, ίσως να μην ήταν το ίδιο πρόθυμοι να παραιτηθούν από το δικαίωμα πρόσβασης στο Μέγα Παλάτιο. Αλλά βέβαια ο θάνατος του πατέρα τους, η ανακήρυξη του Λέοντα ως μοναδικού ηγεμόνα του Βυζαντίου, καθώς και η ύπαρξη του γιου του Κωνσταντίνου μείωναν στο ελάχιστο τις πιθανότητες για οποιονδήποτε από αυτούς να γίνει κάποτε αυτοκράτορας.
Ωστόσο υπάρχουν σημαντικές ενδείξεις ότι ορισμένοι στρατιωτικοί επαρχιακοί διοικητές ανησυχούσαν και ήθελαν να απαλλαγούν από το ζήτημα της αυτοκρατορικής κληρονομιάς και τους πέντε καίσαρες. Πήγαν στην πρωτεύουσα για τον επόμενο εορτασμό του Πάσχα μαζί με ένα μεγάλο πλήθος που συγκεντρωνόταν καθημερινά στον Ιππόδρομο. Ολόκληρη τη Μεγάλη Εβδομάδα του 776, από την Κυριακή των Βα'ΐων μέχρι τη Μεγάλη Πέμπτη, οι διαδηλωτές διατράνωναν την αφοσίωσή τους στους ηγεμόνες, στον Λέοντα και τον νεαρό του γιο, τον Κωνσταντίνο. Τη Μεγάλη Παρασκευή, ο Λέων συγκάλεσε τη Σύγκλητο, τον στρατό και τον λαό και τους υπενθύμισε τον όρκο που είχαν δώσει να αποδεχθούν μόνο τον ίδιο, τον γιο του Κωνσταντίνο και τους απογόνους του ως ηγεμόνες. Ο όρκος επαναλήφθηκε προφορικά παρουσία των κατάλοιπων του Τίμιου Σταυρού που φυλάσσονταν στην Αγία Σοφία, ενώ παράλληλα αποτυπώθηκε γραπτούς. Για να εξασφαλιστεί η οικογενειακή ενότητα και η συναίνεση των ετεροθαλών αδελφών του, ο νεότερος, ο Ευδόκιμος, προβιβάστηκε την επομένη, το Μεγάλο Σάββατο, στο αξίωμα του νοβελίσσιμου. Ύστερα οι καίσαρες συνοδέυσαν τον Λέοντα Δ' στην Αγία Σοφία, όπου τέλεσαν την καθιερωμένη λειτουργία της αλλαγής του καλύμματος της Αγίας Τράπεζας. Κατόπιν οι συγκλητικοί ακολουθούμενοι από στρατιωτικούς και εκπροσώπους του λαού απόθεσαν τους καταλόγους που περιλάμβαναν τον γραπτό όρκο αφοσίωσης στον αυτοκράτορα πάνω στην Αγία Τράπεζα, το ιερότερο μέρος της ιερότερης εκκλησίας του Βυζαντίου. Ο Λέων ανέβηκε στον άμβωνα μαζί με τον πατριάρχη και παρακάλεσε τους παριστάμενους να δεχτούν τον γιο του Κωνσταντίνο σαν αυτοκράτορα, «από την Εκκλησία και το χέρι του Χριστού». «Να είσαι βέβαιος, Τιέ του Θεού, ότι δεχόμαστε τον αφέντη Κωνσταντίνο ως αυτοκράτορά μας από το χέρι Σου και θα τον προστατεύουμε και θα πεθάνουμε για χάρη του!» αναφώνησαν όλοι.28 Όμως τότε δεν ήξεραν ότι ούτε το χέρι του Θεού δεν θα κατάφερνε να τον σώσει από το χέρι της γυναίκας.
Έτσι επισφραγίστηκε μια ξεχωριστή αυτοκρατορική διαδοχή. Όλα τα απαραίτητα συστατικά στοιχεία, Εκκλησία, στρατός, Σύγκλητος και λαός, έδωσαν τη συγκατάθεσή τους. Μια καινούργια τελετή ανακήρυξης διά βοής εισήχθη στη λειτουργία του Μεγάλου Σαββάτου, προκειμένου να οριστεί ο γιος του Λέοντα, ο Κωνσταντίνος, διάδοχος του θρόνου. Αφού λοιπόν ο Λέων εξασφάλισε αυτό που ήθελε, ζήτησε από τον πατριάρχη να τακτοποιήσει τα της στέψεως που έλαβε χώρα την αυγή της Κυριακής του Πάσχα, 14 Απριλίου του 776. Μια φορητή Αγία Τράπεζα τοποθετήθηκε στο αυτοκρατορικό θεωρείο που δέσποζε στον Ιππόδρομο. Εδώ, κάτω από τα βλέμματα του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί στις κερκίδες του απέραντου ιπποδρομίου, ο πατριάρχης ευλόγησε τα αυτοκρατορικά εμβλήματα και ο Λέων Δ' έστεψε συναυτοκράτορα τον πεντάχρονο γιο του Κωνσταντίνο. Μετά απ’ αυτή τη δημόσια χειρονομία, μετέβησαν όλοι εν χορώ στην Αγία Σοφία για να γιορτάσουν την πιο σημαντική χριστιανική γιορτή, την Ανάσταση του Χριστού, που υπόσχεται στους αληθινούς πιστούς τη σωτηρία και την αιώνια ζωή. Μια πρόσφατη ανάλυση αυτού του σημαντικού γεγονότος υπογραμμίζει ότι, στο πλαίσιο της εορτής του Πάσχα, οι Βυζαντινοί ενδεχομένως να θεώρησαν την εκ μέρους του Λέοντα προσφορά του γιου του στον λαό της Κωνσταντινούπολης ως παραλληλισμό της θείας δωρεάς του Υιού του Θεού προς τον κόσμο.29 Ο πατριάρχης παρίσταται σε κάθε στάδιο της διαδικασίας για να εγγυηθεί τη διαδοχή του Κωνσταντίνου, απ’ την οποία αποκλείονται οι θείοι του. Έτσι η Εκκλησία παρέχει την υποστήριξή της στα δικαιώματα του πρωτότοκου και επιχειρεί να εξαλείψει τις ενδεχόμενες απαιτήσεις των καισάρων, των παιδιών της Ευδοκίας.
Είναι σημαντικό ότι η Ειρήνη συμμετείχε στη λειτουργία του Πάσχα του 776 στον μητροπολιτικό ναό ως μητέρα του παιδιούαυτοκράτορα που είχε πλέον οριστεί ως μοναδικός κληρονόμος της αυτοκρατορικής εξουσίας. Έφτασε στη νοτιοανατολική γωνία του υπερώου (κατηχούμενα) μέσω της ιδιωτικής ανυψωμένης διόδου που συνέδεε το ανάκτορο με την εκκλησία, συνοδευόμενη από μέλη της αυτοκρατορικής φρουράς (σχολαί) που κρατούσαν σκήπτρα. Βέβαια η συμμετοχή της ήταν αναμενόμενη· οι αυτοκράτορες έπαιρναν πάντοτε μέρος στην κεντρική εορτή της Εκκλησίας. Αλλά το 776, μετά την ανακήρυξη του γιου της στο αξίωμα του συναυτοκράτορα, η παρουσία της Ειρήνης δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη, ούτε άλλωστε η άφιξή της χωριστά από τους άνδρες της αυτοκρατορικής οικογένειας.
Ωστόσο, όσες προσπάθειες κι αν έγιναν για να τους φράξουν τον δρόμο προς την αυτοκρατορική εξουσία, οι φιλοδοξίες των καισάρων δεν ξεριζώθηκαν. Αντίθετα, συνέχισαν να δολοπλοκούν όσο διήρκεσε η βασιλεία του πατέρα τους, με στόχο τη διαδοχή. Η Ειρήνη ήταν προφανώς ενήμερη γι’ αυτή την αντιπαλότητα, όπως και για το ότι η γέννηση του γιου της είχε αναστείλει τις απαιτήσεις τους. Η στέψη του νεαρού πρίγκιπα Κωνσταντίνου ως αυτοκράτορα πιθανόν να τους ώθησε να ξεφορτωθούν το ταχύτερο τον ετεροθαλή αδελφό τους Λέοντα. Γιατί μόλις μερικές εβδομάδες αργότερα, τον Μάιο του 776, ο Νικηφόρος, ο μεγαλύτερος από τους καίσαρες, κατηγορήθηκε ότι εξύφαινε συνωμοσία. Το αυτοκρατορικό συμβούλιο συνεδρίασε και αφαίρεσε τους τίτλους ευγένειας από όλα τα αδέλφια, τα οποία εξορίστηκαν στη Χερσώνα με το αιτιολογικό ότι παρέβησαν τον όρκο που είχαν δώσει στον πατέρα τους, Κωνσταντίνο Ε'. Αυτή ήταν η πρώτη από τις πολλές περιόδους εξορίας, κατά τη διάρκεια των οποίων τα ετεροθαλή αδέλφια του Λέοντα Δ' συνέχισαν να συνωμοτούν εναντίον του και αργότερα εναντίον του Κωνσταντίνου ΣΤ'. Κατά τα έτη 781/782, 792 και 799 αποτέλεσαν το επίκεντρο εξεγέρσεων, οι οποίες όμως όλες κατεστάλησαν. Δεν αποκλείεται κάποιες δυσαρεστημένες φατρίες να εκμεταλλεύονταν τους καίσαρες και οι τελευταίοι να μη δρούσαν με δική τους πρωτοβουλία για να κερδίσουν τον θρόνο. Μετά από είκοσι τρία χρόνια, το 799, έπαψαν οριστικά να είναι εν δυνάμει αυτοκρατορικοί διεκδικητές, όταν η Ειρήνη διέταξε να τυφλωθούν οι τέσσερις νεότεροι.30
Ας επιστρέφουμε όμως στο 776, όταν οι καίσαρες εξορίστηκαν στη βόρεια ακτή της Μαύρης Θάλασσας. Την ίδια χρονιά ένα ακόμη γεγονός αποδεικνύει το πόσο σημαντική ήταν ήδη η Ειρήνη ως αυτοκράτειρα. Όταν ο Βούλγαρος ηγεμόνας Τελέριχος αναζήτησε καταφύγιο στην Κωνσταντινούπολη, ο Λέων Δ' τον δέχτηκε φιλόξενα. Ο Τελέριχος βαπτίστηκε Χριστιανός με ανάδοχό του τον αυτοκράτορα, προβιβάστηκε σε πατρίκιο και παντρεύτηκε μια συγγενή της Ειρήνης. Δεν γνωρίζουμε το όνομά της, όμως σαν εξαδέλφη, ανιψιά ή αδελφή της αυτοκράτειρας βρέθηκε στους εξέχοντες κύκλους της Αυλής. Η συμμαχία απέφερε στον Τελέριχο μια σύζυγο με υψηλή θέση, που ανταποκρινόταν στη νέα του θέση στη βυζαντινή ιεραρχία. Παρόμοια μέτρα καταγράφονται συχνά, αφού η αυτοκρατορική Αυλή συνήθιζε να υποθάλπει τους ανταγωνισμούς σε απομακρυσμένες περιοχές.
Ανάλογη ήταν η περίπτωση του Άδαλγι, γιου του τελευταίου βασιλιά των Λομβαρδών Δεσιδέριους, ο οποίος έχασε τον θρόνο του μετά την κατάκτηση της Παβίας από τον Καρλομάγνο (774). Ύστερα από είκοσι χρόνια στην Κωνσταντινούπολη, όπου ήταν γνωστός με το όνομα Θεόδοτος, στάλθηκε στην Ιταλία για να απαιτήσει τον τίτλο του (ανεπιτυχώς, όπως αποδείχτηκε). Ο γιος του Γκριμάλδος πήρε επίσης νύφη από το Βυζάντιο, συγγενή της αυτοκρατορικής οικογένειας. Καλωσορίζοντας και υποστηρίζοντας εκπεσόντες ηγεμόνες, οι αυτοκράτορες ήλπιζαν ότι μια μέρα οι προστατευόμενοί τους θα τους ανταπέδιδαν τη γενναιόδωρη φιλοξενία τους επιβάλλοντας φιλοβυζαντινή πολιτική στις χώρες τους. Το έθιμο αυτό μας υπενθυμίζει το πλήθος των ικετών και των ξένων τους οποίους συντηρούσε η αυτοκρατορική Αυλή και οι οποίοι παράλληλα παρίσταντο στις περισσότερες εκδηλώσεις και έτσι επηρεάζονταν από το βυζαντινό ύφος εξουσίας. Αυτές οι μέθοδοι δεν ήταν βέβαια καινοφανείς: οι περισσότεροι αρχαίοι πολιτισμοί είχαν αναπτύξει παρόμοιες συνήθειες, όμως στην πρώιμη μεσαιωνική περίοδο η Αυλή της Κωνσταντινούπολης ήταν από τις ελάχιστες που μπορούσαν να συντηρούν έναν λαμπρό κύκλο τελετουργικής ζωής, τον οποίο οι αλλοδαποί έβρισκαν πολύ εντυπωσιακό.
Ο γάμος μιας συγγενούς της Ειρήνης με τον Βούλγαρο πρίγκιπα επιβεβαιώνει τη σπουδαιότητα της οικογένειας της (για την οποία γνωρίζουμε ελάχιστα). Η ευμενής υποδοχή του Τελέριχου από τους Βυζαντινούς φαίνεται ότι αποδυνάμωσε τους Βουλγάρους, οι οποίοι δεν αποπειράθηκαν να εκστρατεύσουν εναντίον της Αυτοκρατορίας για πολλά χρόνια. Όμως οι ανατολικές περιοχές δέχονταν επανειλημμένες εισβολές και υπέφεραν από τις λεηλασίες των Αράβων. Το 777, ο Λέων Δ' έστειλε τις συνδυασμένες δυνάμεις όλων των ανατολικών Θεμάτων κατά της Γερμανίκειας στη Βόρειο Συρία, όπου και κατήγαγαν περιφανή νίκη η οποία εορτάστηκε με θρίαμβο στο Ανάκτορο των Σοφιανών. Οι Σοφιανές ήταν ένα αυτοκρατορικό οίκημα στην ασιατική ακτή του Βοσπόρου, όπου κατά παράδοση τα στρατεύματα δέχονταν τα συγχαρητήρια μετά τις μάχες και μοιράζονταν μέρος της πολεμικής λείας. Ο νεαρός πρίγκιπας Κωνσταντίνος συνοδέυσε τον πατέρα του και οι δυο τους καθισμένοι στους θρόνους τους επέβλεψαν τη διανομή των λαφύρων. Αργότερα πραγματοποιήθηκε η νικητήρια παρέλαση μέσα στην πόλη ακολουθώντας την προκαθορισμένη πορεία: έμπαιναν στην Κωνσταντινούπολη από τη Χρυσή Πύλη, παρήλαυναν μπροστά από πολλά σημαντικά μνημεία και κατέληγαν στον Ιππόδρομο, όπου οι αυτοκράτορες χαιρετούσαν τον στρατό και το πλήθος από το αυτοκρατορικό τους θεωρείο.
Λέων Δ' και εικονομαχία
Τόσο στην εσωτερική όσο και στην εξωτερική πολιτική του, ο Λέων Δ' εμφανίζεται συνεχιστής των παραδόσεων του πατέρα του και υπέρμαχος της εικονομαχιας, παρότι μετά τον θάνατο του πατριάρχη Νικήτα τον αντικατέστησε με έναν αναγνώστη (λέκτορα) από το προσωπικό του Πατριαρχείου, τον Παύλο, ο οποίος αργότερα υποστήριξε ότι δεν συμφωνούσε με τους εικονομάχους. Στη διάρκεια της βασιλείας του Λέοντα, επετράπη σε λίγους εικονολάτρες να επιστρέφουν από την εξορία. Όμως στο εσωτερικό του ανακτόρου, όταν όπως λέγεται ο Λέων ανακάλυψε τη συνωμοσία ορισμένων ευνούχων αξιωματούχων που διακινούσαν ιερές εικόνες, πήρε πολύ σκληρά μέτρα.31 Οι εικόνες είχαν καταργηθεί και η λατρεία τους είχε καταδικαστεί από τη Σύνοδο του 754, συνεπώς οι υπαίτιοι γνώριζαν πως διακινδύνευαν. Ύστερα από έρευνες συνέλαβαν τον Ιάκωβο τον παπία (υπεύθυνο ασφαλείας του Μεγάλου Παλατιού), τέσσερις κουβικουλάριους (όλοι τους ευνούχοι του ανακτόρου) και κάμποσους ανώνυμους θεοσεβείς, τους οποίους μαστίγωσαν και εξευτέλισαν δημοσίως υποχρεώνοντάς τους να βαδίσουν αλυσοδεμένοι στην κεντρική λεωφόρο της πόλης μέχρι το ΙΙραιτώριο, όπου και τους φυλάκισαν. Τους είχαν κουρέψει, σημάδι πως διέπραξαν σοβαρό έγκλημα. Ο Θεοφάνης, ένας από τους συλληφθέντες, πέθανε από τις κακουχίες και αργότερα ανακηρύχθηκε μάρτυρας ως εικονολάΤρης'
Η Ειρήνη δεν συνδέθηκε με αυτό το επεισόδιο.32 Ωστόσο μεταγενέστερες πηγές προσθέτουν το όνομά της στους συνωμότες· μάλιστα μια εκδοχή του ΙΒ' αιώνα που οφείλεται στον Γεώργιο Κεδρηνό αναφέρεται γραφικά σε μια σύγκρουση ανάμεσα στον αυτοκράτορα και στη συμβία του, την οποία ο Λέων κατηγορεί ότι είναι κρυφή εικονολάτρης. Ο αυτοκράτορας την αποδοκιμάζει και της λέει πως δεν πρόκειται να ξανακοιμηθεί μαζί της.33 Πρόσφατα η αφήγηση αυτή αποδόθηκε επιδέξια σε μια πηγή σχεδόν σύγχρονη με τα γεγονότα που περιγράφονται. Έτσι υποτίθεται ότι η αφήγηση είναι αληθινή και η Ειρήνη εμφανίζεται να έχει εικονολατρικές συμπάθειες πριν από το 780.34 Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή, η Ειρήνη ήταν γνωστή εικονολάτρης και πριν από τον γάμο της με τον Λέοντα Δ'. Ο πεθερός της Κωνσταντίνος Ε' την έβαλε να ορκιστεί στα Άγια Ευαγγέλια ότι δεν θα έφερνε ποτέ εικόνες μες στο ανάκτορο και ότι θα ακολουθούσε την εικονομαχική του πολιτική εσαεί. Όμως εκείνη καταστρατήγησε τον όρκο της και στα κρυφά λάτρευε τις ιερές εικόνες. Οι ευνούχοι του αυτοκρατορικού κοιτώνα συνελήφθησαν να μεταφέρουν εικόνες που είχε παραγγείλει η Ειρήνη. Μόλις αποκαλύφτηκε η πραγματική της ταυτότητα, ο Λέων Δ', ορκισμένος εικονομάχος, στράφηκε εναντίον της. Από τη μεριά της, η Ειρήνη, προκειμένου να επισπεύσει την αναστήλωση των εικόνων, δεν έκανε τίποτα για να εμποδίσει τον θάνατο του συζύγου της, ο οποίος αποδίδεται στους ψευδάνθρακες που ο αυτοκράτορας έβγαλε στο μέτωπό του εξαιτίας ενός πανέμορφου πολυτελούς στέμματος που φορούσε.
Η παραπάνω περιγραφή προσπαθεί να εμφανίσει την Ειρήνη αφοσιωμένη και θεοσεβούμενη εικονολάτρη από την παιδική της ηλικία, ανένδοτη οπαδό της καταδικασμένης λατρείας παρά την αντίθεση του Κωνσταντίνου Ε', σε βαθμό που να διατηρεί τις δικές της εικόνες στο ανάκτορο. Κάτι τέτοιο είναι ταυτόχρονα πολύ κολακευτικό για τη νεαρή αυτοκράτειρα και ταπεινωτικό για τον αυτοκράτορα. Προφανώς τίποτα από τα δύο δεν ισχύει απολύτως, όμως η επιμονή να αποδειχτεί η Ειρήνη εικονολάτρης από τα γεννοφάσκια της ενδέχεται να καταλήξει στη διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας. Το επιχείρημα σχετικά με την υποτιθέμενη πηγή του Η' αιώνα, η οποία κατέγραψε επακριβώς τα λόγια της Ειρήνης, είναι προφανώς επινόηση συγγραφέων που έζησαν πολύ αργότερα και αναζητούσαν πρόσθετους τρόπους για να αμαυρώσουν το όνομα του Κωνσταντίνου, τον οποίο αντιμετώπιζαν ως αιρετικό εικονομάχο ηγεμόνα. Δεν μπορούμε ωστόσο να διανοηθούμε ότι ένας τόσο ισχυρός αυτοκράτορας θα διάλεγε για τον πρωτότοκο γιο του μια νύφη οπαδό της ειδωλολατρίας (αφού τέτοια θεωρούσαν οι εικονομάχοι τη λατρεία των εικόνων). Η υποτιθέμενη προσπάθειά του να εκμαιεύσει τη συγκατάθεση μιας νεαρής πριγκίπισσας (δεν ήταν παραπάνω από δεκαπέντε ετών), βάζοντάς τη να ορκιστεί στη Βίβλο ότι δεν θα ακολουθούσε εικονολατρικές πρακτικές, τον παρουσιάζει σαν ανόητο και την Ειρήνη σαν πεισματάρικο κορίτσι. Όμως, αντίθετα, ήταν ο πιο ισχυρός άνδρας στο Βυζάντιο και εκείνη μια εξαιρετικά τυχερή νεαρή γυναίκα που επελέγη για να γίνει μέλος της Αυλής. Και αφού η επιλογή της νύφης ήταν στο χέρι του Κωνσταντίνου, η Ειρήνη είχε τον ρόλο του αδύναμου, αυτού που τιμήθηκε με την επιλογή του αυτοκράτορα, επιλογή που εξάλλου έγινε για πολιτικούς λόγους. Η άποψη ότι είχε φτάσει στην πρωτεύουσα για να διαφωνήσει με τον αυτοκράτορα σε ένα τόσο σημαντικό θεολογικό ζήτημα παραβλέπει πως κάτι τέτοιο θα της είχε αυτομάτως στερήσει κάθε πιθανότητα να παντρευτεί τον γιο του.
Έτσι δεν είναι δυνατό να κομίζεται η μαρτυρία του Κεδρηνού, γραμμένη μάλιστα τρεις αιώνες αργότερα, ως απόδειξη της πρώιμης εικονολατρίας της Ειρήνης. Όπως και όλοι οι μεταγενέστεροι ιστορικοί που αναθεώρησαν την ιστορία του Βυζαντίου κατά τον Η' αιώνα, ο Κεδρηνός ανακάλυψε ανεξήγητα κενά στη σωζόμενη αφήγηση του Θεοφάνη και επεδίωξε να τα καλύψει. Είναι μια διαδικασία που εκτυλίσσεται ανάμεσα στον Θ' και τον ΙΒ' αιώνα και αποκαλύπτει την ανάπτυξη εικονολατρικών παραδόσεων που επεφύλασσαν για την Ειρήνη τον ρόλο μιας από τις ηρωίδες τους. Η επινοημένη ιστορία του θυμού του Λέοντα για την εικονολάτρη σύζυγό του οδηγεί ωστόσο την προσοχή μας σε κάτι που αποσιωπά ο Θεοφάνης στη Χρονογραφία του και έχει ιδιαίτερη σημασία. Δεν γίνεται πουθενά μνεία για άλλους απογόνους της Ειρήνης και του Λέοντα· ο Κωνσταντίνος παρέμεινε το μοναδικό τους παιδί. Είναι όντως κάτι πολύ ασυνήθιστο, αν και όχι χωρίς προηγούμενο. Για τους ηγεμόνες του Μεσαίωνα το πλήθος των απογόνων ήταν το ζητούμενο για την εξασφάλισή τους, έστω και αν κατέληγε σε αδελφική αντιζηλία. Ο τυχαίος θάνατος ενός μοναχογιού θα ήταν πράγματι τραγωδία για έναν αυτοκράτορα, γι’ αυτό οι περισσότεροι ήθελαν να κάνουν πολλά παιδιά και οι γυναίκες τους γεννούσαν κατά κανόνα κάθε δύο περίπου χρόνια. Γιατί λοιπόν ο Λέων και η Ειρήνη δεν απέκτησαν άλλους απογόνους;
Ο Κεδρηνός βρίσκει την απάντηση στην ιστορία που λέει ότι ο αυτοκράτορας θύμωσε τόσο πολύ με τη σύζυγό του, ώστε αρνήθηκε να ξανακοιμηθεί μαζί της. Αλλά αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί σοβαρή εξήγηση. Αν η Ειρήνη είχε πραγματικά βρεθεί ένοχη εικονολατρίας, τότε θα είχε σίγουρα τιμωρηθεί όπως και οι άλλοι παλατιανοί αξιωματούχοι. Το διαζύγιο και η εξορία θα ήταν οι αρμόζουσες ποινές για μια αυτοκράτειρα που θα είχε συλληφθεί να αψηφά τους κανόνες της Εκκλησίας με τέτοιο τρόπο. Ύστερα ο Λέων θα μπορούσε να ξαναπαντρευτεί και να κάνει πολλά παιδιά, όπως είχε πράξει και ο πατέρας του μετά τον θάνατο της πρώτης και της δεύτερης συζύγου του. Όμως μονάχα οι ευνούχοι του παλατιού μαρτύρησαν για τη λατρεία των εικόνων. Είναι βέβαιο λοιπόν ότι ο Λέων εξακολούθησε να κοιμάται με τη γυναίκα του, ελπίζοντας ότι η Ειρήνη θα του χάριζε και άλλους γιους.
Μια πιθανή αιτία για την έλλειψη άλλων απογόνων ίσως να κρύβεται πίσω από τη γυναικεία επιτηδειότητα που γνώριζε τρόπους να αποφεύγει τη σύλληψη ή να προκαλεί αποβολή. Ενδεχομένως παρόμοιες γυναικολογικές γνώσεις να ήταν εκείνη την εποχή πρωτόγονες, ωστοσο χρησιμοποιούνταν και ήταν μάλιστα αρκετά αποτελεσματικές, ώστε να καταδικάζονται τόσο από τον αστικό όσο και από τον εκκλησιαστικό νόμο.35 Βέβαια είναι εξίσου πιθανό να μην κατάφερε η Ειρήνη να συλλάβει ανάμεσα στο 772 (αφήνοντας ένα διάστημα περίπου δεκαοκτώ μηνών μετά τη γέννηση του Κωνσταντίνου) και το 780, έτος θανάτου του συζύγου της. Ίσως ο τοκετός του πρώτου της παιδιού να είχε τέτοιες επιπλοκές που να δυσκόλεψαν πολύ την ικανότητά της να συλλάβει για δεύτερη φορά. Μια μεταγενέστερη πληροφορία για την υγεία της Ειρήνης πιθανόν να είναι σχετική με το θέμα. Ανάμεσα στο 780 και το 790 η Ειρήνη θεράπευσε τις αιμορραγίες της στα ιαματικά λουτρά της εκκλησίας της Παρθένου της Ζωοδόχου Πηγής. Έβαλε μάλιστα να κατασκευάσουν ψηφιδωτές εικόνες σε ένδειξη ευγνωμοσύνης.36 Είναι άγνωστο αν αυτή η θεραπεία αφορούσε γυναικολογικά προβλήματα. Ωστόσο αν λάβουμε υπόψη μας την πίεση που ασκούνταν στα αυτοκρατορικά ζευγάρια να αποκτήσουν πολλά παιδιά και την προσδοκία ότι μια νεαρή και προφανώς υγιής αυτοκράτειρα θα γεννούσε περίπου ανά δύο χρόνια, η έλλειψη γονιμότητας εκ μέρους της παραμένει μυστήριο. Και δεν λύνεται με την υπόθεση ότι ο Λέων Δ' επέλεξε με τη θέλησή του να μη συνουσιάζεται μαζί της.
Μια ακόμη ένσταση για την ιστορία όπως την παραθέτει ο Κεδρηνός αποτελεί το γεγονός ότι ο Θεοφάνης δεν φαίνεται να γνωρίζει τίποτε για τις κρυφές εικονολατρικές πεποιθήσεις της Ειρήνης. Ωστόσο, η ευνοϊκή μεταχείριση της αυτοκράτειρας από τον χρονογράφο μάς επισημαίνει ότι, αν διέθετε στοιχεία που θα του επέτρεπαν να επιδείξει τη γενναιότητα και την πυγμή της όσο ήταν εν ζωή ο σύζυγός της, δεν θα είχε διστάσει να τα χρησιμοποιήσει. Δεν κάνει όμως κανένα σχόλιο για τις θρησκευτικές αντιλήψεις της Ειρήνης μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 780 και αφήνει τους αναγνώστες να υποθέτουν ότι η αυτοκράτειρα τηρούσε τους κανονισμούς της εικονομαχίας, όπως έκανε και η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού ανεξάρτητα από τα πιστεύω του καθενός. Στα δεκαπέντε χρόνια που μεσολάβησαν από την άφιξή της, το 769, έως το 784 περίπου, οπότε διόρισε τον αρχιγραμματέα της πατριάρχη, η Ειρήνη στάθηκε μάρτυρας πολλών αλλαγών. Οι προσωπικές της απόψεις πιθανότατα διαμορφώθηκαν λιγότερο από προκαταλήψεις και περισσότερο από πολιτικούς και κοινωνικούς παράγοντες. II συνωμοσία των παλατιανών αξιωματούχων ενδεχομένως να της αποκάλυψε για πρώτη φορά το βαθύ υπόγειο ρεύμα της εικονολατρίας που δεν είχε καμφθεί από την καταδίκη των εικόνων το 754. Είτε επηρέασε την Ειρήνη είτε όχι, τη βοήθησε να αντιληφθεί τις σοβαρές διενέξεις στους κόλπους της βυζαντινής Εκκλησίας, καθώς και ανάμεσα στην Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης και στα υπόλοιπα πατριαρχεία όπου η πρακτική της εικονολατρίας είχε διατηρηθεί.
Οι προσωπικές απόψεις του Λέοντα Δ' για τις εικόνες παραμένουν ασαφείς. Έμεινε προσηλωμένος στις θεολογικές αντιρρήσεις του πατέρα του, καθώς και στην πολιτική της Εκκλησίας που καταδίκαζε τους εικονολάτρες και προφανώς δεν επέτρεπε την ύπαρξη εικόνων στα ιδιωτικά του διαμερίσματα, στην καρδιά της ίδιας του της εξουσίας. Για τον λόγο αυτό, για παραδειγματισμό απέλυσε τους ευνούχους που είχαν αμφισβητήσει το κύρος του και μετέτρεψε την τιμωρία τους σε δημόσιο θέαμα. Όμως δεν διαθέτουμε αποδείξεις ότι όντως πίστευε πως οι εικόνες ήταν απαραιτήτως ειδωλολατρικές. Το γεγονός ότι οι συνωμότες δεν καταδικάστηκαν σε θάνατο ίσως να σημαίνει μια ελαφριά απόκλιση στην εφαρμογή της αυτοκρατορικής πολιτικής της εικονομαχίας. Λέγεται μάλιστα ότι ορισμένοι εικονολάτρες εξόριστοι επέστρεψαν στην Αυτοκρατορία στη διάρκεια της βασιλείας του. Ο Λέων ήταν περισσότερο απασχολημένος με τον πόλεμο κατά των Αράβων και την επέκταση του αυτοκρατορικού ελέγχου στις διάφορες περιοχές της Αυτοκρατορίας μέσω του συστήματος επαρχιακής διακυβέρνησης των Θεμάτων. Διέταξε τη μετακίνηση των αιρετικών Σύριων Ιακωβιτών από τα ανατολικά σύνορα στη Θράκη, για να ενισχύσει μια αραιοκατοικημένη περιοχή που αποκτούσε ολοένα και μεγαλύτερη σημασία για την προμήθεια σε τρόφιμα της πρωτεύουσας. Η θεολογία δεν φαίνεται να ενδιέφερε ιδιαιτέρως τον Λέοντα Δ'.
Η βασιλεία του πάντως υπήρξε σύντομη και ο θάνατός του στα τριάντα του ξαφνικός και απροσδόκητος. Ο Λέων είχε υπέρμετρη αδυναμία στα χρυσαφικά και πρωτίστους σε ένα χρυσοποίκιλτο στέμμα που ανήκε στη Μεγάλη Εκκλησία (Αγία Σοφία). Όμως η συνεχής χρήση του προκάλεσε την ανάπτυξη ψευδανθράκων στο κεφάλι του, που με τη σειρά τους του προξένησαν υψηλό πυρετό από τον οποίο και πέθανε. Το γεγονός ήταν αδόκητο και δεν το είχε προβλέψει κανείς, έτσι ουδείς γνώριζε από τι πέθανε ο αυτοκράτορας μια ακόμη μυστηριώδης υπόθεση για την οποία μεταγενέστεροι ιστορικοί έψαχναν να βρουν αλλού τα αίτια. Η ανάμιξη της Ειρήνης στον πρώιμο θάνατο του συζύγου της υποβάλλεται από τα μεταγενέστερα επιτεύγματά της: πιθανόν ο θάνατος του αυτοκράτορα να οφειλόταν σε αργή δηλητηρίαση, ή στην αποχή από τις συζυγικές σχέσεις. Πάντως οι ιστορικοί που είναι σχεδόν σύγχρονοι με τη συγκεκριμένη περίοδο δεν της αποδίδουν καμία κατηγορία, έστω και αν δεν δίνουν εξηγήσεις για τον θάνατο του Λέοντα.
Ο ξαφνικός θάνατος του συζύγου της στις 8 Σεπτεμβρίου του 780 δημιούργησε μια εντελώς νέα κατάσταση για την Ειρήνη. Η άμεση έγνοια της ήταν να εξασφαλίσει τη διαδοχή του γιου της Κωνσταντίνου που είχε στεφθεί συναυτοκράτορας. Όμως ο ανήλικος ηγεμόνας δεν μπορούσε να κυβερνήσει σε ηλικία εννιάμισι ετών και θα χρειαζόταν κηδεμονία για τουλάχιστον έξι χρόνια ακόμη. Σαν μητέρα του, η Ειρήνη διορίστηκε αυτομάτως στο Συμβούλιο της Αντιβασιλείας, αφού θεωρείτο ως το πλέον κατάλληλο άτομο για να προστατεύσει από καρδιάς τα συμφέροντα του ανήλικου αυτοκράτορα. Η Ειρήνη ως χήρα ήταν ελεύθερη να ασκήσει μεγαλύτερη εξουσία απ’ ό,τι ως σύζυγος, όχι μόνο εξ ονόματος του γιου της αλλά και για λογαριασμό της. Το 780, ενώ παράλληλα συμμετείχε στις επικήδειες τελετές για τον Λέοντα Δ' και φρόντιζε τα της ταφής του στο αυτοκρατορικό μαυσωλείο πλάι στον πατέρα του, η Ειρήνη σκεφτόταν τον τρόπο με τον οποίο θα διασφάλιζε τη θέση της, καθώς και τη θέση του γιου της. Ήταν είκοσι πέντε ετών περίπου.
Η Ειρήνη ως αντιβασίλισσα (780-790)
Κάτω από την επικεφαλίδα «Έτος 62-73 από κτίσεως κόσμου», ο συγγραφέας της Χρονογραφίας που αποδίδεται στον Θεοφάνη κάνει μια βαρυσήμαντη δήλωση: ο Θεός επέτρεψε σε μια χήρα και στο ορφανό της να τον δοξάσουν όπως στο παρελθόν το είχαν πράξει «τα αδύναμα χέρια των ψαράδων και των αγραμμάτων».37 Η σύγκριση μιας γυναίκας με τους Αποστόλους ήταν προφανώς ασυνήθιστη, όμως στην εγκωμιαστική αφήγηση της βασιλείας της ο Θεοφάνης επιδαψιλεύει επαίνους στην «ευσεβεστάτη Ειρήνη». Αυτό βέβαια είναι απόρροια της μετέπειτα προσφοράς της στην Εκκλησία με την αποκατάσταση της λατρείας των εικόνων. Όμως ο συγγραφέας διαβλέπει εκ των υστέρων στη στιγμή του θανάτου του Λέοντα τη θαυματουργή θεία επέμβαση.
Στο Συμβούλιο της Αντιβασιλείας πρέπει να συμμετείχε ο πατριάρχης Παύλος μαζί με άλλους ηγέτες της πολιτικής και της στρατιωτικής γραφειοκρατίας, οι οποίοι κυβερνούσαν εν ονόματι του νεαρού αυτοκράτορα και με γνώμονα την προστασία των αυτοκρατορικών δικαιωμάτων του Κωνσταντίνου. Η Ειρήνη είχε τη θέση της δίπλα τους παράλληλα ανακηρύχθηκε συνηγεμόνας της Αυτοκρατορίας μαζί με τον γιο της. Τα πρώτα νομίσματα που εκδόθηκαν το 780 παρουσιάζουν τον Κωνσταντίνο ΣΤ' στα δεξιά του Σταυρού, στη θέση του πρεσβύτερου αυτοκράτορα, με τη μητέρα του Ειρήνη στα αριστερά. Στην οπίσθια όψη απεικονίζονταν οι τρεις προηγούμενες γενιές της Συριακής δυναστείας: ο Λέων Δ', ο Κωνσταντίνος Ε' και ο Λέων Γ'. Έτσι όποιος κρατούσε στο χέρι του τα νέα νομίσματα μπορούσε να δει ότι το νεαρό αγόριαυτοκράτορας, που είχε στεφθεί από τον πατέρα του το 776, ασκούσε την αυτοκρατορική εξουσία την οποία μοιραζόταν με τη μητέρα του Ειρήνη (βλ. εικόνα Ια).38
Τα νομίσματα ήταν ένας πολύ αποδοτικός μηχανισμός νομιμοποίησης της βυζαντινής εξουσίας. Το χρήμα ήταν αρκετά διαδεδομένο οι στρατιώτες αμείβονταν με χρυσά νομίσματα, οι φόροι πληρώνονταν με χρυσούς σο'λιδους, τα χάλκινα νομίσματα χρησιμοποιούνταν στις καθημερινές συναλλαγές και τα αναμνηστικά νομίσματα κόβονταν σε ασήμι. Οι επίσημες ανακοινώσεις για τη διαδοχή ενός ηγεμόνα συχνά χρειάζονταν αρκετές εβδομάδες για να φτάσουν στις μακρινές περιοχές της Αυτοκρατορίας, γι’ αυτό τα νομίσματα ήταν σημαντικοί φορείς των νέων εξελίξεων και παράλληλα ζωτικό στοιχείο της αυτοκρατορικής προπαγάνδας. Η κυκλοφορία των νέων νομισμάτων ενίσχυε το μήνυμα που ήθελε να γνωστοποιήσει η Ειρήνη : ότι δηλαδή η Συριακή δυναστεία εξακολουθούσε να διατηρεί τον σταθερό έλεγχο της Αυτοκρατορίας με την τέταρτη ήδη γενιά της, με τη συγκυβέρνηση του Κωνσταντίνου ΣΤ' και της ίδιας.
Όπως πρέπει να είχε προβλέψει η Ειρήνη, οι ελπίδες των καισάρων αναθερμάνθηκαν όταν πληροφορήθηκαν τον θάνατο του ετεροθαλούς αδελφού τους. Αμέσως μετά τις σαράντα ημέρες πένθους που ακολούθησαν την ταφή του, αμφισβήτησαν την Ειρήνη συνωμοτώντας με στόχο την ανακήρυξη του πρεσβύτερου, του Νικηφόρου, ως αυτοκράτορα. Όμως η συνωμοσία ξεσκεπάστηκε και συνελήφθησαν αρκετοί εξέχοντες αξιωματούχοι, όπως ο Βάρδας, πρώην στρατηγός του Θέματος των Αρμενιακών, ο Γρηγόριος, λογοθέτης του δρόμου (υπουργός Εξωτερικών), ο Κωνσταντίνος, δομέστικος των εξκουβιτόρων (αρχηγός των ιππικών συνταγμάτων), και ο Θεοφύλακτος, γιος του ναυάρχου (δρουγγάριου) της Δωδεκανήσου Ραγκαβέ. Η Ειρήνη έβαλε να τους μαστιγώσουν και να τους ξυρίσουν το κεφάλι και κατόπιν τους εξόρισε.39 Τον Νικηφόρο και τους αδελφούς του τους τιμώρησε χρίοντάς τους κληρικούς (πράγμα που σήμαινε υποχρεωτική αγαμία) και υποχρεώνοντάς τους να ιερουργήσουν στη Μεγάλη Εκκλησία, την Αγία Σοφία, στην εορτή των επομένων Χριστουγέννων. Αποφάσισε επίσης στη διάρκεια των εορτασμών της γεννήσεως του Χριστού να τελέσει την τελετουργική αποκατάσταση του στέμματος που υποτίθεται ότι είχε προκαλέσει τον θάνατο του συζύγου της στη θέση που του άρμοζε. Κατ’ εντολήν της μάλιστα το στέμμα στολίστηκε με περισσότερα μαργαριτάρια. Είτε επρόκειτο για το λεγόμενο «στέμμα του Μαυρίκιου», το οποίο ο εν λόγω αυτοκράτορας είχε αναρτήσει στο ιερό της Αγίας Σοφίας το Πάσχα του 601, είτε ήταν κάποιο άλλο που είχε προσφέρει αργότερα ο Ηράκλειος, ανήκε πράγματι στα άγια σκευή του μητροπολ ιτικού ναού. Έτσι επιστρέφοντάς το, η αυτοκράτειρα το αποκατέστησε στην αρμόζουσα θέση του και μάλιστα έχοντας προσθέσει κάτι παραπάνω στην ομορφιά και την αξία του.
Χρησιμοποιώντας ένα εκκλησιαστικό γεγονός για την πραγματοποίηση μιας πολιτικής χειρονομίας που την έφερε στο προσκήνιο, ενώ παράλληλα επεδείκνυε τη γενναιοδωρία της, η Ειρήνη απέδειξε την ιδιαίτερη κλίση της στη δημοσιότητα που έμελλε να γίνει ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της διακυβέρνησής της. Προφανώς ήξερε να αξιοποιεί στο έπακρο ένα κρατικό λειτούργημα και να το μετατρέπει σε προσωπική της υπόθεση. Σε αυτή την περίσταση, η γιορτή των Χριστουγέννων απαιτούσε την παρουσία της στον μητροπολιτικό ναό. Ο αυτοκρατορικός της ρόλος στον εορτασμό της γεννήσεως του Χριστού ενισχύθηκε σε μεγάλο βαθμό όταν εκείνοι που της είχαν προσφάτως εναντιωθεί υποχρεώθηκαν ως κληρικοί να προσφέρουν τη Θεία Κοινωνία στον λαό. Η Ειρήνη κατανοούσε πολύ καλά τη δημόσια επίδραση που ασκούσε η παρουσία της πλάι τους: οι γιοι του Κωνσταντίνου Ε', ντυμένοι με ράσα, να ιερουργούν στο κιγκλίδωμα του ιερού, ενώ εκείνη καμάρωνε μέσα στο πολύχρωμο χρυσοκέντητο αυτοκρατορικό της φόρεμα τη στιγμή που επέστρεφε το στέμμα στην καθαγιασμένη θέση του πάνω από το ιερό. Η χρήση του συμβολισμού είναι υποδειγματική, αν και αμφιβάλλουμε κατά πόσο ένας σύγχρονός της σχολιαστής μπορούσε να σκεφτεί με αυτούς τους όρους. Ωστόσο διαβάζοντας το κείμενο του Θεοφάνη σήμερα, μένουμε έκθαμβοι για τον ευφυέστατο τρόπο με τον οποίο η Ειρήνη ξεφορτώθηκε τους καίσαρες που τόλμησαν να αμφισβητήσουν την εξουσία της ίδιας και του γιου της.
Για να σταθεροποιήσει τη θέση της, η Ειρήνη διόρισε στρατιωτικούς διοικητές και τοποθέτησε τους έμπιστους υπηρέτες της σε θέσειςκλειδιά. Αναφορές στους «ευνούχους του νοικοκυριού της» υποδηλώνουν ότι πράγματι προβίβασε αυτούς τους εκπροσώπους του τρίτου φύλου και τους χρησιμοποίησε προκειμένου να θωρακίσει την εξουσία της. Ο Ιωάννης ο σαχελλάριος (ο θησαυροφύλακας) έγινε αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων και τις οδήγησε πολλές φορές εναντίον των Αράβων επιδρομέων ο Θεόδωρος, ένας πατρίκιος, στάλθηκε στη Σικελία για να καταστείλει μια εξέγερση και ο πατρίκιος Σταυράκιος διορίστηκε επικεφαλής της δημόσιας διοίκησης. Έτσι η Ειρήνη αξιοποίησε το έμπιστο προσωπικό της αναθέτοντας στους ανθρώπους της στρατιωτικές και διοικητικές ευθύνες, ενώ παράλληλα διατήρησε στις θέσεις τους και άλλους στρατηγούς που είχαν υπηρετήσει αποτελεσματικά τον σύζυγό της. Έναν από αυτούς, τον Ελπίδιο, ο οποίος στο παρελθόν είχε διατελέσει κυβερνήτης (στρατηγός) της Σικελίας, η Ειρήνη τον έστειλε στην παλιά του θέση, αλλά μετά από δύο μήνες ανακάλυψε ότι είχε υποστηρίξει την ανταρσία των καισάρων. Έστειλε λοιπόν έναν άλλο αξιωματικό να συλλάβει τον Ελπίδιο και όταν οι Σικελοί αρνήθηκαν να τον παραδώσουν, έβαλε να μαστιγώσουν τη γυναίκα και τα παιδιά του και κατόπιν να τους ξυρίσουν τα κεφάλια όπως και στους μοναχούς στη συνέχεια τους έριξε στη φυλακή. Ο Ελπίδιος τελικά αυτομόλησε στους Άραβες, στη Βόρειο Αφρική, εγκαταλείποντας προφανώς την οικογένειά του. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες ότι η Ειρήνη καθαίρεσε κάποιον εικονομάχο στρατηγό, όπως για παράδειγμα τον Μιχαήλ Λαχανοδράκοντα, αν δεν είχε συνταχτεί με τους καίσαρες είχε όντως ανάγκη να διατηρήσει όλους εκείνους που διέθεταν στρατιωτική εμπειρία, αν λάβουμε υπόψη μας το πλήθος των συνωμοτών που συνελήφθησαν.
Η αντιμετώπιση αυτής της συνωμοσίας απέδειξε ικανότητες που ελάχιστοι είχαν υποπτευθεί ότι διέθετε η νεαρή «Ειρήνη η Αθηναία», η οποία δεν είχε προηγούμενη πείρα στην πολιτική, παρ’ όλο που στα έντεκα χρόνια που μεσολάβησαν είχε τη δυνατότητα να παρακολουθεί τον τρόπο με τον οποίο οι αυτοκράτορες χειρίζονταν την αντιπολίτευση. Μετά τον θάνατο του Λέοντα το 780, πολλοί ανώτατοι αξιωματούχοι νόμισαν ότι θα τους ήταν εύκολο να την ξεφορτωθούν σύντομα και να ανακηρύξουν αυτοκράτορα τον Νικηφόρο, ο οποίος, ως άνδρας, ήταν περισσότερο της αρεσκείας τους. Γελάστηκαν όμως πιστεύοντας πως είχαν να κάνουν με μια αδύναμη γυναίκα και όχι με μια φιλόδοξη αντιβασίλισσα με δυνατό αίσθημα αυτοσυντήρησης. Με την αποφασιστική της δράση κατά των συνωμοτών και τον μετέπειτα διασκορπισμό τους σε διάφορους τόπους εξορίας, αφού πρώτα τους είχε αναγκάσει να χριστούν κληρικοί, επέδειξε αλάθητη κρίση και αδάμαστη θέληση να προστατεύσει την αυτοκρατορική κληρονομιά του γιου της.
Γαμήλιες διαπραγματεύσεις με τους Φράγκους
Τον δεύτερο χρόνο της επίσημης συγκυβέρνησής τους, η Ειρήνη απέστειλε πρεσβευτές στη Δύση για να διαπραγματευθούν την εύρεση μιας νύφης για τον Κωνσταντίνο. Το 781 οι απεσταλμένοι της Ειρήνης συναντήθηκαν με τον Κάρολο στη Ρώμη, εγκαινιάζοντας έτσι τις επαφές ανάμεσα στη βυζαντινή Αντιβασιλεία και στον Φράγκο μονάρχη. Έναν χρόνο αργότερα αναγκάστηκαν να κάνουν το μακρινό θαλάσσιο ταξίδι στη Βενετία και κατόπιν να διαβούν τις Άλπεις, για να φτάσουν στη μόνιμη κατοικία του βασιλιά. Ύστερα από επιτυχημένες συζητήσεις με τον Κάρολο, μία από τις κόρες του, η Ροτρούδη (που στα ελληνικά αποδόθηκε ως Ερυθρώ, η Κόκκινη), αρραβωνιάστηκε με τον νεαρό αυτοκράτορα του Βυζαντίου. Αφού ο Κωνσταντίνος ήταν μόλις έντεκα χρόνων, η Ροτρούδη πρέπει να ήταν συνομήλικη ή μικρότερή του. Ένας ευνούχος της Αυλής, ο νοτάριος (συμβολαιογράφος) Ελισαίος, έμεινε στη Δύση για να τη διδάξει ελληνικά.40 Αποστολή του ήταν να διδάξει στη Ροτρούδη τα «έθιμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας» τα οποία διατηρούνταν στην Κωνσταντινούπολη, έτσι ώστε να είχε κάποια ιδέα του βυζαντινού κόσμου όταν θα ερχόταν η ώρα να ταξιδέψει στην Ανατολή.
Οι πρεσβείες πηγαινοέρχονταν ανάμεσα στις Αυλές των Φράγκων και του Βυζαντίου για πολλά χρόνια και με μεγαλύτερη συχνότητα μετά την κατάκτηση της Βόρειας Ιταλίας από τους Φράγκους, γεγονός που είχε αφήσει το Βυζάντιο χωρίς προκεχωρημένο φυλάκιο στην περιοχή.41 Ο Κωνσταντίνος Ε' στο παρελθόν είχε προτείνει ένα είδος γαμήλιας συμμαχίας σαν αυτή που η Ειρήνη ήλπιζε τώρα να πετύχει για τον γιο της. Όμως το σχέδιο της Ειρήνης να συμμαχήσει με τον πιο ισχυρό ηγεμόνα της Δύσης, που μόλις είχε κατακτήσει την Παβία και είχε αυτοανακηρυχθεί βασιλιάς των Λομβαρδών φορώντας την παραδοσιακή σιδερένια κορόνα τους, ήταν πολύ φιλόδοξο. Ο Κάρολος διατηρούσε επίσης πολύ καλές σχέσεις με τον Αδριανό, τον Επίσκοπο της Ρώμης, ο οποίος εξακολουθούσε να αρνείται να δεχτεί τις αποφάσεις της εικονομαχικής Συνόδου του 754. Επιπλέον, η Ειρήνη είχε υπόψη της τις φραγκικές φιλοδοξίες στην Ιταλία: ο Κάρολος διέθετε τώρα τη βάση για να εξαπολύει επιθέσεις στα λομβαρδικά δουκάτα νότια της Ρώμης, πολιτική που πιθανόν να απειλούσε τις βυζαντινές επαρχίες της Νότιας Ιταλίας, ακόμη και τη Σικελία.
Μέσω της γαμήλιας συμμαχίας η Ειρήνη ήλπιζε να αποτρέψει τις στρατιωτικές φιλοδοξίες του Καρόλου. Ίσως να λογάριαζε επίσης ότι μ’ αυτόν τον τρόπο θα απάλυνε το σχίσμα με τη Ρώμη, αφού τόσο ο Κάρολος όσο και ο πάπας Αδριανός αντιμάχονταν την εικονομαχία. Όμως κύριος στόχος της πρεσβείας του 782 ήταν η εξασφάλιση μιας νύφης για τον Κωνσταντίνο, ενός κατάλληλου κοριτσιού που μια μέρα θα γινόταν αυτοκράτειρα όπως και η Ειρήνη. Όταν επέστρεψε η πρεσβεία, ο Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε τα σχετικά με τη μνηστή του και με την εμφάνισή της. Δεν αποκλείεται την πολιτική αυτή να την υπέδειξαν οι σύμβουλοί της, ωστόσο είναι φανερό ότι η Ειρήνη ανέλαβε την ευθύνη για την υλοποίησή της. Συνήθως ο αυτοκράτορας ήταν αυτός που συνήπτε συμμαχίες με ξένες δυνάμεις μέσω παρόμοιων γάμων. Τώρα η Ειρήνη ανέλαβε την ευθύνη σχεδιάζοντας το μέλλον του γιου της με τον παραδοσιακό αυτοκρατορικό τρόπο.
Η Ειρήνη όμως εμφανίζεται να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και σε άλλες πτυχές της εξωτερικής πολιτικής. Μετά το φιάσκο στη Σικελία, έστειλε μια σημαντική ναυτική δύναμη υπό τον Θεόφιλο, έναν άλλο ευνούχο πατρίκιο, για να τιμωρήσει τον Ελπίδιο. Όταν ο τελευταίος διέφυγε στην Αφρική, ο βυζαντινός έλεγχος σε αυτό το σημαντικό νησί αποκαταστάθηκε. Στο μεταξύ στην Ανατολή, ο Άραβας ηγεμόνας Μαχντί έστειλε τον γιο του, Χαρούν αλΡασίντ, να εισβάλει σε βυζαντινά εδάφη. Το 781 οι Άραβες είχαν ηττηθεί από τον Ιωάννη τον σακελλάριο· τώρα όμως έχοντας συγκροτήσει ισχυρότερη στρατιωτική δύναμη προέλασαν μέχρι την ασιατική ακτή του Βοσπόρου απέναντι από την πρωτεύουσα. Παρότι δεν ήταν η πρώτη φορά που εχθρικός στρατός είχε φανεί στη Χρυσούπολη, αυτή η εισβολή ήταν ιδιαιτέρως απειλητική. Οι μάχες συνεχίζονταν πίσω από την προελαύνουσα αραβική δύναμη: ο Λαχανοδράκων ηττήθηκε ο Τατζάτιος, ένας Αρμένιος στρατηγός επικεφαλής των Βουκελλαρίων, προσχώρησε στους Άραβες. Προτάθηκε μια συνθήκη ειρήνης, αλλά οι Βυζαντινοί αξιωματούχοι δεν χειρίστηκαν σωστά τις διαπραγματεύσεις και οι όροι που τελικά επιβλήθηκαν δεν ήταν ευνοϊκοί για το Βυζάντιο. Έπρεπε να καταβληθούν υπέρογκοι φόροι υποτελείας, μολονότι οι Άραβες αποσύρθηκαν χωρίς να καταλάβουν καμία πόλη. Ο Θεοφάνης αφηγούμενος αυτό τον καταστροφικό πόλεμο τονίζει ότι η αυτοκράτειρα και ο Χαρούν, ο αρχηγός των Αράβων, επισφράγισαν τη συνθήκη με πολλά δώρα και συμφώνησαν προσωπικά τους όρους της. Δεν συναντήθηκαν, όμως η Ειρήνη ανέλαβε προσωπικά την ευθύνη από την πλευρά των Βυζαντινών, σώζοντας με αυτόν τον τρόπο τους ξεροκέφαλους αξιωματούχους της.
Με την πράξη της αυτή φανέρωσε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της για τον πρωθυπουργό της Σταυράκιο, ο οποίος ήταν «επικεφαλής των πάντων και διοικούσε τα πάντα».42 Όμως ο Τατζάτιος δεν συμμεριζόταν αυτή την εκτίμηση και το μίσος του για τον ευνούχο στάθηκε η αιτία να αυτομολήσει στους Άραβες. Η παντοδυναμία και η αδιαλλαξία του Σταυράκιου προκάλεσαν σύμφωνα με τις φήμες αυτή την ακραία ενέργεια, γεγονός που υποδηλώνει ότι η εμμονή της Ειρήνης να τοποθετεί τους προσωπικούς της υπηρέτες σε θέσεις εξουσίας της κόστισε την υποστήριξη των στρατιωτικών. Ακόμη χειρότερα, ο Σταυράκιος ήταν ο ένας από τους δύο αξιωματούχους που αιχμαλωτίστηκαν από τους Άραβες μετά την αποτυχία των διαπραγματεύσεων. Με τη συμπεριφορά του ο Σταυράκιος θα έκανε κάποιον άλλο αυτοκράτορα να αμφιβάλλει για τις ικανότητές του. Όμως η Ειρήνη τον έστειλε τον επόμενο χρόνο να εκστρατεύσει κατά των σλαβικών φύλων που είχαν εγκατασταθεί στη Θράκη και την Ελλάδα. Αφού έφτασε μέχρι την Πελοπόννησο, ο Σταυράκιος επέστρεψε κουβαλώντας πολλά λάφυρα και αιχμαλώτους η Ειρήνη οργάνωσε προς τιμήν του θρίαμβο στον Ιππόδρομο, τον Ιανουάριο του 784-43 Έτσι, και παρά τις αποτυχίες του την περίοδο 781-782, ο Σταυράκιος επανέκτησε την εύνοιά της και η Ειρήνη τον χρησιμοποίησε σε σημαντικές θέσεις μέχρι τον θάνατό του.
Η συμμαχία ανάμεσα σε μια γυναίκα ηγεμόνα και στους ευνούχους υπηρέτες της ήταν διαφορετικής φύσης από τις άλλες σχέσεις. Η Ειρήνη αισθανόταν ότι μπορούσε να βασίζεται σε εκείνους που προηγουμένως είχαν υπηρετήσει στον κοιτώνα της. Στηριζόταν στην αφοσίωσή τους, αφού της όφειλαν τα πάντα. Στις περισσότερες περιπτώσεις αποδείχτηκε πως η Ειρήνη είχε δίκιο. Οι ευνούχοι σύμβουλοί της παρέμειναν σταθερά πιστοί υποστηρικτές της εξουσίας της. Στην περίπτωση του Σταυράκιου, ο οποίος εκστρατεύοντας κατά των Σκλαβηνιών δεν αντιμετώπισε τις ίδιες δυσκολίες που είχε συναντήσει στις ανάλογες εκστρατείες κατά των Αράβων, έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε την επιμονή της Ειρήνης να τον ανταμείψει με έναν θρίαμβο. Ο θρίαμβος, εκτός από την επίδειξη των λαφύρων και των αιχμαλώτων και την παρέλαση των νικηφόρων στρατευμάτων, χάριζε στους αυτοκράτορες που δεν είχαν συμμετάσχει στην εκστρατεία μια ξεχωριστή στιγμή δόξας. Όρθιοι στο αυτοκρατορικό θεωρείο που δέσποζε στον Ιππόδρομο δέχονταν τις επευφημίες όλων, γιατί ο Θεός χάριζε εξίσου τη νίκη στους ηγεμόνες όσο και στους στρατηγούς που είχαν πολεμήσει στα πεδία των μαχών. Μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η Ειρήνη εκμεταλλεύθηκε την ευκαιρία για να κάνει μία ακόμη εντυπωσιακή δημόσια εμφάνιση. Ίσως γι’ αυτό να θεώρησε πρόσφορο έναν θρίαμβο, αφού παρόμοια τιμή κανονικά επιφυλασσόταν μόνο για τις μεγάλες στρατιωτικές νίκες και όχι για μια παρατεταμένη επιδρομή σε εδάφη διεκδικούμενα από την Αυτοκρατορία, τα οποία μάλιστα ήταν τυπικά υπό αυτοκρατορικό έλεγΧ°·
Η επίσημη περιοδεία στη Θράκη και τη Μακεδονία
Μετά την εκστρατεία του Σταυράκιου στις δυτικές επαρχίες της Αυτοκρατορίας, η Ειρήνη και ο Κωνσταντίνος πραγματοποίησαν μια θεαματική περιοδεία στη Θράκη τον επόμενο Μάιο (784). Η περιγραφή της υπογραμμίζει τον πανηγυρικό της χαρακτήρα με μουσική συνοδεία κλπ. αλλά είχε επίσης έναν σοβαρό στόχο: την ανοικοδόμηση των πόλεων που είχαν καταστραφεί κατά τους πρόσφατους βουλγαρικούς πολέμους. Πρώτη ήταν η Βέροια, η οποία οχυρώθηκε με κραταιά τείχη και μετονομάστηκε σε Ειρηνούπολη. Είναι τυπικό δείγμα αυτοκρατορικής οίησης αυτού του είδους η απόδοση τιμών στην αυτοκράτειρα, η οποία βαπτίζει μια πόλη με το όνομά της στο παρελθόν πολλές πόλεις είχαν ονομαστεί για να τιμήσουν διάσημους ηγεμόνες, όπως η Ελενούπολις, η Αρκαδιούπολις, η Αδριανούπολις. Το λογοπαίγνιο με το όνομα της Ειρήνης, αφού η Ειρηνούπολις ήταν ταυτόχρονα η ειρηνική πόλη, στόχευε πιθανότατα να τονίσει την ειρήνευση της περιοχής. Μόλις είκοσι χρόνια πριν, ο Κωνσταντίνος Ε' και οι Βούλγαροι πολεμούσαν σε αυτά τα μέρη αφήνοντάς τα κατεστραμμένα και έρημα. Η αποκατάσταση της οχύρωσης στη Βέροια ήταν ένα μέσον για να πείσουν τον πληθυσμό να επιστρέφει είτε να προσελκύσουν νέους, πιστούς στην Αυτοκρατορία κατοίκους.
Δεύτερος σταθμός της περιοδείας τους ήταν η Φιλιππούπολις και τρίτος η Αγχίαλος στην ακτή της Μαύρης Θάλασσας, όπου το 765 είχε καταστραφεί ο στόλος του
Κωνσταντίνου Ε'. Σπάνια επισκέπτονταν οι αυτοκράτορες αυτά τα μέρη, εκτός και αν συμμετείχαν σε εκστρατείες έτσι η μεγαλοπρεπής και μετά μουσικής άφιξη της Ειρήνης και του Κωνσταντίνου θα πρέπει να ξάφνιασε ευχάριστα τους ντόπιους. Άρχισαν να ανοικοδομούν την Αγχίαλο, σημαντικό λιμάνι και βάση στρατιωτικών επιχειρήσεων, επισκευάζοντας πιθανώς το λιμάνι και τα τείχη της πόλης, και ενδεχομένως μνημεία εντός των τειχών. Σε αυτή τη βασιλική περιοδεία, η Ειρήνη και ο Κωνσταντίνος παρουσιάστηκαν στους κατοίκους και επιβεβαίωσαν το κύρος τους ως ηγεμόνες σε μια περιοχή ζωτικής σημασίας για την πρωτεύουσα: η Θράκη ήταν ο σιτοβολώνας της Κωνσταντινούπολης, εκτός κι αν η στρατιωτική δράση εμπόδιζε τη συγκομιδή. Ωστόσο εδώ και διακόσια χρόνια, ο αυτοκρατορικός έλεγχος δεν ήταν αποτελεσματικός στις δυτικές περιοχές της Θράκης και η αξίωση που πρόβαλαν με την περιοδεία τους η Ειρήνη και ο Κωνσταντίνος το 784 σύντομα θα γινόταν πραγματικότητα με τη δημιουργία του Θέματος της Μακεδονίας.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στη Χρονογραφία του ο Θεοφάνης, πήγαν στη Φιλιππούπολη ανενόχλητοι και επέστρεψαν εν ειρήνη στην πρωτεύουσα.44 Η περιοδεία τούς επέτρεψε να επιδείξουν τα αυτοκρατορικά εμβλήματα της κυβέρνησης: τους ηγεμόνες της Αυτοκρατορίας αυτοπροσώπως και τον κύκλο τους, εν χορδαίς και οργάνοις, καθώς και με τις επευφημίες που δεν έλειπαν όποτε υπήρχαν μουσικοί στην ακολουθία. Αυτή η μη στρατιωτικού χαρακτήρα επίσκεψη συνεπαγόταν ότι η ειρήνη είχε αποκατασταθεί και ότι ο ντόπιος πληθυσμός θα ήταν στο εξής περισσότερο συνδεδεμένος με το Βυζάντιο. Ωστόσο καμία από τις πόλεις που επισκέφτηκαν οι αυτοκράτορες Βέροια, Φιλιππούπολις και Αγχίαλος δεν απέστειλε επίσκοπο στη Σύνοδο του 787, πράγμα που σημαίνει ότι η χριστιανική παρουσία σε αυτές τις περιοχές ήταν ακόμη πολύ περιορισμένη.45 Παρόμοιες όμως επιδείξεις της αυτοκρατορικής εξουσίας συντελούσαν αποφασιστικά στην εξάπλωση του χριστιανισμού. Ακόμη μια φορά, η Ειρήνη απέδειξε την ευφυΐα της στην προαγωγή των αυτοκρατορικών της αξιώσεων, ενώ ταυτόχρονα διαμόρφωνε ένα καινούργιο αυτοκρατορικό καθήκον. Το στοιχείο της παράστασης και της δημόσιας επίδειξης είναι προφανές.
Παρότι ο Θεοφάνης δεν κάνει καμία μνεία για τη Θεσσαλονίκη, φαίνεται πιθανό ότι η Ειρήνη και ο Κωνσταντίνος ενδιαφέρθηκαν γι’ αυτή τη σημαντική πόλη, ακόμη και αν δεν επέκτειναν την επίσημη περιοδεία τους προς τα δυτικά για να την επισκεφτούν. Η αυτοκρατορική παρουσία επιβεβαιώνεται από την αρχαιολογική ανακάλυψη των μονογραμμάτων των δύο αυτοκρατόρων στον αψιδωτό τρούλο του καθεδρικού ναού της πόλης, που ήταν επίσης αφιερωμένος στην αγία Σοφία. Αν και η πρότερη ιστορία της εκκλησίας ως πεντάκλιτης βασιλικής δεν είναι πλέον ορατή, στα τέλη του Ζ' αιώνα, πιθανότατα όταν ο Ιουστινιανός Β' επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη, μετατράπηκε σε τρίκλιτη μετά τρούλου. Το γεγονός ενδεχομένως να σχετίζεται με τη δωρεά μιας αλυκής και των εισοδημάτων της στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Ο πρόσφατος καθαρισμός επιβεβαιώνει ότι η επέκταση και η εξαρχής διακόσμηση του σηκού της εκκλησίας και του εγκάρσιου τρούλου μπροστά απ’ αυτόν πρέπει να αποδοθούν στην Ειρήνη και στον Κωνσταντίνο ή τουλάχιστον στην πατρωνία τους. Οι υψηλής ποιότητας χρυσές ψηφίδες του σηκού αποκαλύπτουν τη σκιά ενός μεγάλου σταυρού (όμοιου με αυτόν που σώζεται στην Αγία Ειρήνη στην Κωνσταντινούπολη). Και αυτός πιθανόν να προέρχεται από την αυτοκρατορική επίσκεψη του 784. Αν όντως αυτός ο μνημειακός σταυρός οφείλεται στην πατρωνία της Ειρήνης, τότε ταιριάζει απόλυτα με τις κρατούσες αντιλήψεις της εποχής, όταν η εικονομαχία αποτελούσε την επίσημη πολιτική της Εκκλησίας. Οι επενδύσεις της Ειρήνης στη Θεσσαλονίκη, που πιθανόν να συνδέονται επίσης με την επέκταση της επαρχιακής διοίκησης στη Μακεδονία, αποκαλύπτουν ότι η αυτοκράτειρα εξακολουθούσε να εφαρμόζει αποτελεσματική διακυβέρνηση σε περιοχές που στο παρελθόν δεν βρίσκονταν κάτω από τον αυτοκρατορικό έλεγχο. Τα παραπάνω αποτελούσαν τμήμα της αργής διαδικασίας επαναφοράς των Βαλκανίων με τους πολυπληθείς σλαβικούς πληθυσμούς στην τροχιά της Κωνσταντινούπολης. Είναι επίσης πιθανόν η Ειρήνη να είχε προικίσει εκκλησίες και στην Ελλάδα, αν και δεν διαθέτουμε ρητές πληροφορίες για κάτι τέτοιο.
Συμπερασματικά, οι ενέργειές της τα τρία πρώτα χρόνια της αντιβασιλείας της υποδηλώνουν ότι η Ειρήνη ήλεγχε στιβαρά την αυτοκρατορική κυβέρνηση. Τοποθέτησε τους υποστηρικτές της, συχνά ευνούχους του κοιτώνα της, σε θέσειςκλειδιά και αντάμειβε όσους έφερναν σε πέρας με επιτυχία τα καθήκοντά τους. Η εμπιστοσύνη της σε αυτούς τους υπηρέτες σε συνδυασμό με την αξιοποίηση έμπειρων εικονομάχων στρατηγών, όπως ο Μιχαήλ Λαχανοδράκων, δεν αφήνουν περιθώρια για τους συγγενείς της. Εκτός από τη συγγενή της που παντρεύτήκε τον Βούλγαρο ηγέτη Τελέριχο, δεν αναφέρεται κανένας άλλος για πολλά χρόνια. Είναι βέβαιο ότι δεν τους ενθάρρυνε να έρθουν στην Κωνσταντινούπολη. Η επιλογή της να συμμαχήσει με τον βασιλιά των Φράγκων και των Λομβαρδών και παράλληλα Ρωμαίο πατρίκιο ήταν μια τολμηρή κίνηση, η οποία εξασφάλιζε στον γιο της μια κατάλληλη νύφη αριστοκρατικής καταγωγής από τη Δύση, ενώ ταυτόχρονα άνοιγε πάλι τους διαύλους επικοινωνίας με τους εικονολάτρες Δυτικούς. Η απόφαση της Ειρήνης να προβιβάσει τους ευνούχους του υπηρετικού της προσωπικού εφιστά την προσοχή μας στην αυξανόμενη δύναμή τους, αλλά και στην επιθυμία της αυτοκράτειρας να διατηρήσει τον έλεγχο της κυβέρνησης.
Στη διάρκεια αυτής της περιόδου δεν διαθέτουμε μαρτυρίες για τη στάση της Ειρήνης απέναντι στις ιερές εικόνες. Διατήρησε τους εικονομάχους στις θέσεις τους και δεν υπήρξε καμιά αλλαγή στην επίσημη πολιτική της εικονομαχίας. Αλλά όποια κι αν ήταν τα προσωπικά της αισθήματα για το συγκεκριμένο ζήτημα, δεν μπορούσε να παραβλέψει το γεγονός ότι η συγκεκριμένη πολιτική είχε διχάσει την Εκκλησία και είχε οδηγήσει πολλούς στην εξορία. Η αναταραχή εκδηλώθηκε ανοιχτά πλέον το καλοκαίρι του 784, όταν ο πατριάρχης Παύλος αρρώστησε και αποσύρθηκε σ’ ένα μοναστήρι. Προαισθανόμενος τον επικείμενο θάνατό του, ο Παύλος θέλησε να παραιτηθεί από τη θέση του ως αρχηγού της Εκκλησίας και να πεθάνει ως μοναχός.46 Όταν η αυτοκράτειρα και ο γιος της πήγαν να τον επισκεφτούν και να διαμαρτυρηθούν για την εντελώς παράτυπη παραίτησή του (μια και οι πατριάρχες, όπως και οι πάπες, είναι ισόβιοι μέχρι τον θάνατό τους), ισχυρίστηκε ότι είχε χριστεί πατριάρχης παρά τη θέλησή του. Ήθελε τώρα να εκφράσει την αποδοκιμασία του κατά της επίσημης πολιτικής και να δηλώσει την ειλικρινή του πίστη στις εικόνες. Ο πατριάρχης είπε στους αυτοκράτορες ότι ένιωθε μεγάλη ντροπή επειδή είχε ηγηθεί της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης, ενώ οι υπόλοιπες εξέχουσες επισκοπές την καταδίκαζαν, και ότι θα έπρεπε να συγκληθεί μια οικουμενική σύνοδος για την ανατροπή της εικονομαχίας. Αυτά τα συναισθήματα, που αναφέρονται στη Χρονογραφία του Θεοφάνη και επιβεβαιώνονται από μεταγενέστερες πηγές, υπηρετούν τέλεια την ιστορία των εικονολατρών. Αλλά ανεξάρτητα από τα λόγια του Παύλου, σίγουρα υπέβοσκε ένα σημαντικό ρεύμα που ευνοούσε την ακύρωση της Συνόδου του 754, η οποία είχε καθιερώσει την εικονομαχία ως επίσημη πολιτική. Η Ειρήνη προφανώς διαισθάνθηκε ότι αυτός ήταν ο δρόμος για να επανενώσει τις αντίπαλες φατρίες και να εδραιώσει τη θέση της στους κόλπους της Εκκλησίας.
Η αναστήλωσα των εικόνων
Η επίσκεψη στον πατριάρχη υπήρξε ένα κομβικό σημείο στον ρόλο της Ειρήνης ως αντιβασίλισσας. Συνειδητοποίησε ότι όφειλε να πείσει όλα τα μέλη του Συμβουλίου της Αντιβασιλείας να υποστηρίξουν την πρόταση του Παύλου. Έστειλε λοιπόν τους συγκλητικούς στο μοναστήρι για να ακούσουν τα επιχειρήματά του. Εκείνοι έκπληκτοι διαμαρτυρήθηκαν για τη μεταστροφή του. Δεν είχε χρισθεί πατριάρχης για να υποστηρίξει την κρατούσα εικονομαχική πολιτική; Ναι, απάντησε ο Παύλος λυπημένα, «όμως έμεινα σιωπηλός και δεν κήρυξα την αλήθεια επειδή φοβόμουν τον θυμό σας».47 Γνωρίζοντας ότι η Σύγκλητος επέμενε στην επίσημη γραμμή στο θέμα των εικόνων, ήθελε τώρα να μείνει μόνος για να θρηνήσει και να μετανοήσει. Ύστερα από λίγο, ο Παύλος πέθανε και η Ειρήνη όφειλε να αναπληρώσει το κενό με κάποιον που θα συμφωνούσε με τις δικές της θέσεις.
Η μέθοδος που ακολούθησε για να σκηνοθετήσει την αντικατάσταση δεν διέφερε από το μοντέλο που παρατηρήσαμε στις προηγούμενες δημόσιες εμφανίσεις της. Κάλεσε τους συμβούλους της να της προτείνουν έναν υποψήφιο, έχοντας προηγουμένως φροντίσει να γίνει γνωστό το όνομα του ευνοουμένου της, του Ταράσιου, ο οποίος τότε ήταν επικεφαλής ενός τομέα της δημόσιας διοίκησης (πρωτασηκρήτης). Αλλά όταν αυτοί της υπέδειξαν, κατά το δέον, ότι ο Ταράσιος θα ήταν ο πιο κατάλληλος, η Ειρήνη παραπονέθηκε ότι εκείνος αρνιόταν να υπακούσει στις αυτοκρατορικές εντολές και να δεχτεί τον διορισμό του. Αφού προσκλήθηκε να δώσει εξηγήσεις για την απροθυμία του, ο Ταράσιος το έπραξε πρώτα σε προσωπικό επίπεδο (με την απαιτούμενη δήλωση της προσωπικής του αδυναμίας, η οποία σε αυτή την περίπτωση ήταν πιο αληθινή απ’ ό,τι συνήθως) και κατόπιν με τους όρους που εξέθεσε ο Παύλος στο νεκροκρέβατό του. Χωρίς μια οικουμενική σύνοδο που θα είχε την έγκριση ολόκληρης της πενταρχίας της χριστιανοσύνης, θα ήταν αδύνατο να ξεριζωθεί η σατανική αίρεση της εικονομαχίας.48 Στην ομιλία του υπογράμμισε τον κίνδυνο να παραμείνουν οι Χριστιανοί του Βυζαντίου αφορισμένοι και αναθεματισμένοι από τις άλλες Εκκλησίες και συνεπώς την ανάγκη να αποκατασταθεί η χριστιανική ενότητα στο ζήτημα των ιερών εικόνων.
Όλοι οι παριστάμενοι συμφώνησαν ότι αυτό έπρεπε να γίνει, δηλαδή ό,τι ακριβώς επιθυμούσε η Ειρήνη. Φυσικά στις μεροληπτικές σωζόμενες πηγές δεν γίνεται μνεία για τυχόν αντιδράσεις των εικονομάχων. Έλαβαν λοιπόν τα αναγκαία μέτρα στο όνομα του νεαρού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου ΣΤ' και της μητέρας του Ειρήνης και οι επικεφαλής της πενταρχίας, των πέντε πατριαρχείων και αποστολικών Εκκλησιών, της Αλεξάνδρειας, της Αντιόχειας, της Ιερουσαλήμ, της Ρώμης και φυσικά της Κωνσταντινούπολης, προσκλήθηκαν σε μια οικουμενική σύνοδο η οποία έμελλε να ακυρώσει τις αποφάσεις της Συνόδου του 754 και να αποκαταστήσει τις εικόνες στη θέση λατρείας που τους άρμοζε. Η επιστολή που στάλθηκε στον πάπα Αδριανό Α' αμέσως μετά απ’ αυτή τη συνεδρίαση χρονολογείται τον Σεπτέμβριο του 784.49 Θα ήταν ενδιαφέρον να γνωρίζαμε αν η Ειρήνη είχε συμμετάσχει στη σύνταξή της, παρότι θα μπορούσε κάλλιστα να είχε εκχωρήσει αυτή την ευθύνη στον Ταράσιο, ο οποίος ήταν ακόμη κρατικός γραφειοκράτης με ιδιαίτερες ικανότητες σε αυτόν ακριβώς τον τομέα. Τελικά ο Ταράσιος στέφθηκε πατριάρχης την ημέρα των Χριστουγέννων του 784, οπότε και έστειλε στον πάπα Αδριανό την επίσημη επιστολή της ανακήρυξής του και τη διακήρυξη της θρησκευτικής του πίστης.50 Ο πάπας απάντησε ευμενώς, αλλά καταδίκασε τη διαδικασία με την οποία ένας νομομαθής είχε προαχθεί σε ελάχιστο χρονικό διάστημα σε όλους τους απαραίτητους βαθμούς της ιεροσύνης.51 Επιπλέον, δεδομένου ότι η συνθήκη ειρήνης ήταν ακόμη εν ισχύι, κατέστη δυνατό να αποσταλούν πρεσβείες στα πατριαρχεία που βρίσκονταν υπό αραβικό πολιτικό έλεγχο και εκείνα συμφώνησαν να στείλουν εκπροσώπους τους στην οικουμενική σύνοδο. Όταν μαθεύτηκαν τα νέα, πολλοί εικονολάτρες, που είχαν καταφύγει σε μακρινά μέρη για να αποφύγουν τις διώξεις, έσπευσαν να επιστρέφουν στην Κωνσταντινούπολη.
Έτσι η αντικατάσταση του πατριάρχη Παύλου άνοιξε τον δρόμο για την αλλαγή της θρησκευτικής πολιτικής, αλλαγή που η Ειρήνη θεωρούσε απαραίτητη για να αυξήσει τη δύναμή της και να εδραιώσει τις σχέσεις με τη Δύση. Οι εικονολάτρες που είχαν εξοριστεί και καταδιωχθεί θα της ήταν αιώνια ευγνώμονες. Πιθανόν μάλιστα να διατηρούσε ήδη επαφές με ορισμένους από εκείνους που είχαν επιστρέφει όσο ακόμη βασίλευε ο Λέων Δ'. Με τη βοήθειά τους η Ειρήνη κατάφερε να αντιμετωπίσει καλύτερα τους δογματικούς εικονομάχους. Ίσως μάλιστα να είχε προβλέψει πως οι εικονολάτρες θα την ανακήρυσσαν αγία, και όντως έτσι περιγράφεται σε αρκετά εικονολατρικά κείμενα. Ωστόσο δεν υπάρχουν μαρτυρίες ότι προσωπικά η Ειρήνη εφάρμοζε είτε πίστευε στη λατρεία των εικόνων η ίδια είχε πιθανότατα ανατραφεί σε εικονομαχικό περιβάλλον. Η Ειρήνη δεν απομάκρυνε τους πιο ισχυρούς εικονομάχους από τις επίσημες θέσεις τους, αν και περίμενε πως εκείνοι που ήταν επικεφαλής επισκοπών θα σαρώνονταν από τον άνεμο της αλλαγής.
Παρότι οι προσωπικές απόψεις της Ειρήνης για την εικονομαχία παραμένουν άγνωστες, η πολιτική της εμφανίζεται ευθυγραμμισμένη με τη γενικότερη υπαγωγή των θεολογικών ζητημάτων στις πολιτικές ανάγκες του Βυζαντίου στη διάρκεια του Η' αιώνα. Όταν ο αυτοκράτορας ανέπτυξε τα πολύπλοκα θεολογικά του επιχειρήματα κατά της απεικόνισης του Χριστού με ανθρώπινη μορφή, η πλειονότητα των κρατικών αξιωματούχων υποστήριξε την αντίθεσή του στις εικόνες. Σε γενικές γραμμές, οι κρατικοί αξιωματούχοι δεν εξέφραζαν σταθερές απόψεις ούτε υπέρ ούτε κατά των εικόνων. Η χριστιανική τους πίστη δεν διαφοροποιούνταν σε μεγάλο βαθμό από την ανανεωμένη έμφαση στη λατρεία εν πνεύματι και αλήθεια. Αλλά και οι επίσκοποι συμφωνούσαν ότι οι εικόνες πιθανόν να ενθάρρυναν την ειδωλολατρική συμπεριφορά ανάμεσα στους αμόρφωτους, αυτούς που συνήθως αναφέρονται σαν «πτωχοί τω πνεύματι» στα εκκλησιαστικά κείμενα (με άλλα λόγια, τις γυναίκες και τα παιδιά). Άραγε θα κατόρθωνε ο καινούργιος πατριάρχης Ταράσιος να αναστρέψει την κατάσταση; Πολλοί κατ’ όνομα εικονομάχοι των μεσαίων στρωμάτων πιθανόν να ήταν ήδη πρόθυμοι να αλλάξουν στρατόπεδο και να ακολουθήσουν την επίσημη γραμμή ανεξάρτητα με τις προσωπικές τους δοξασίες.
Έτσι συνεχίστηκαν πυρετωδώς οι προετοιμασίες για την Ζ' Οικουμενική Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης. Ο Ταράσιος και ο Αδριανός, ο Επίσκοπος της Ρώμης, αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τη σύνοδο που είχε συγκαλέσει ο Κωνσταντίνος Ε' για να επιβάλει την εικονομαχία, το 754, η οποία είχε φυσικά αυτοκαθοριστεί ως Ζ' Οικουμενική. Σκοπός τους τώρα ήταν να εκμηδενιστούν οι αποφάσεις αυτής της συνόδου με την αναίρεση της τελικής της Διακήρυξης Πίστεως (Όρος). Η έναρξη της νέας συνόδου είχε οριστεί για τον Σεπτέμβριο του 786, στον ναό των Αγίων Αποστόλων στη Βασιλεύουσα. Η ημερήσια διάταξη των εργασιών της συντάχτηκε από τον Ταράσιο, λαμβάνοντας υπόψη κάποιες υποδείξεις του πάπα
Αδριανού που περιέχονταν στην επίσημη επιστολή του για την κατάργηση του σχίσματος, όπου ετίθεντο ορισμένοι όροι: η εικονομαχία έπρεπε να καταδικαστεί ως αίρεση, οι οπαδοί της όφειλαν να ομολογήσουν την πλάνη τους και να απαρνηθούν την προηγούμενη πίστη τους. Όλα αυτά είχαν προσχεδιαστεί.
Ωστόσο ο νέος πατριάρχης και η αυτοκράτειρα είχαν υποτιμήσει τόσο την πίστη ορισμένων επισκόπων όσο, και ακόμη περισσότερο, την αφοσίωση του στρατού στην πολιτική του Κωνσταντίνου Ε'. Η στρατιωτικοπολιτική ταύτιση της εικονομαχίας με τις πολεμικές νίκες ήταν ακόμη πολύ έντονη και εκδηλώθηκε αμέσως με την έναρξη των εργασιών της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου. Τη στιγμή που οι αντιπρόσωποι των πατριαρχείων της πενταρχίας έπαιρναν τις θέσεις τους παρουσία των αυτοκρατόρων, οι οποίοι παρακολουθούσαν από τον εξώστη τους, οι σχολάριοι, οι εξκούβιτοι και οι επικεφαλής των επαγγελματικών στρατιωτικών σωμάτων των ταγμάτων τράβηξαν τα σπαθιά τους και απείλησαν να σκοτώσουν τον πατριάρχη. Υποστηριζόμενη από εικονομάχους επισκόπους, η ενέργειά τους αυτή ήταν ολοφάνερα προσχεδιασμένη και αποδείχτηκε αποτελεσματική. Ψάλλοντας το εικονομαχικό Πιστεύω όρμησαν κατά του πατριάρχη και των οπαδών του που βρίσκονταν στον σηκό της εκκλησίας και αρνήθηκαν να αποσυρθούν ακόμη και όταν η αυτοκράτειρα έστειλε δικούς της ανθρώπους για να παρέμβουν.52 Έτσι αντί για την πειθαρχημένη συνεδρίαση που είχε σχεδιάσει ο Ταράσιος, μέσα στον ναό ξέσπασε μια χαοτική εξέγερση. Αντί να καθίσουν παρακολουθώντας τα χειρότερα, η Ειρήνη και ο Κωνσταντίνος εγκατέλειψαν τη Σύνοδο και επέστρεψαν στο ανάκτορο. Παρέμειναν μόνο οι εικονομάχοι επίσκοποι που ήταν αφοσιωμένοι στη Διακήρυξη της Πίστεως του 754 μαζί με τους στρατιωτικούς που τραγουδούσαν «Νίκα!», μια λέξη που ξυπνούσε τόσο σημαντικούς συνειρμούς στην πρωτεύουσα.53 Κάτω απ’ αυτές τις αντίξοες συνθήκες η Σύνοδος ματαιώθηκε. Οι επίσκοποι επέστρεψαν στις έδρες τους βέβαιοι ότι δεν θα γίνονταν αλλαγές στην επίσημη πολιτική της εικονομαχίας.
Ίσως ο Ταράσιος να μην είχε συνειδητοποιήσει πόσο βαθιά ήταν δεμένοι οι στρατιωτικοί με την εικονομαχίαη προηγούμενη εμπειρία του ως πολιτικού στην πρωτεύουσα δεν του παρείχε παρά περιορισμένη πρόσβαση σε αυτήν την περιοχή της βυζαντινής κοινωνίας. Η Ειρήνη, όμως, θα έπρεπε να ήταν ενήμερη χάρη στους πολυπληθείς υπηρέτες και αξιωματούχους που είχαν ως καθήκον τους να ανιχνεύουν τα αισθήματα που κυριαρχούσαν στους κόλπους του στρατεύματος για την ύπαρξη ενός συμπαγούς ρεύματος υποστήριξης του δόγματος που είχε συνδεθεί με τον Κωνσταντίνο Ε'. Σε κάθε περίπτωση, η Σύνοδος των Αγίων Αποστόλων αποκάλυψε ότι τόσο εκείνη όσο και ο νέος πατριάρχης δεν είχαν δώσει τη δέουσα σημασία στο ενδεχόμενο μιας ισχυρής αντιπολίτευσης. Το φιάσκο των Αγίων Αποστόλων θα έπεισε την Ειρήνη ότι η εκκλησιαστική ενότητα δεν ήταν δυνατόν να επιβληθεί χωρίς τη λήψη πιο αυστηρών μέτρων. Το πρώτο δραστικό βήμα ήταν λοιπόν η διάλυση των μονάδων του επαγγελματικού στρατού (των ταγμάτων) που είχαν στραφεί εναντίον της Συνόδου. Αλλά πρώτα όφειλε να εξασφαλίσει τη στρατιωτική θωράκιση της πρωτεύουσας. Για τον λόγο αυτό, διέταξε τον Σταυράκιο να πάρει με το μέρος του τις δυνάμεις των ασιατικών Θεμάτων που στάθμευαν εκείνη την εποχή στη Θράκη. Μόλις εξασφάλισαν την υποστήριξή τους, κατά συνέπεια και τον έλεγχο της Κωνσταντινούπολης, διέταξε τους διοικητές των ταγμάτων να προσέλθουν στα Μαλάγινα, τον τόπο όπου παραδοσιακά συγκεντρώνονταν οι στρατιωτικές δυνάμεις πριν εκστρατεύσουν κατά των Αράβων. Για να καταδείξει τη σοβαρότητα των προθέσεών της, πρόσταξε να μεταφερθούν στη Μικρά Ασία όλα τα αυτοκρατορικά εφόδια που απαιτούνταν για την ευόδωση του εγχειρήματος. Εκεί, αντί να διατάξει τον στρατό να βαδίσει κατά των Αράβων, διέλυσε τα τάγματα και αποζημίωσε τους στρατιώτες. Οι σύζυγοι και τα παιδιά των στρατιωτικών εκδιώχθηκαν από την Κωνσταντινούπολη και τους δόθηκαν εντολές να επιστρέφουν στις περιοχές απ’ όπου κατάγονταν.54
Αφού αποστράτευσε τα πλέον αφοσιωμένα στην υπόθεση της εικονομαχίας στρατεύματα, η Ειρήνη διόρισε στρατιωτικούς διοικητές που της ήταν προσωπικά πιστοί. Τον Μάιο του 787, όταν πια ήταν σίγουρη ότι ήλεγχε τον στρατό, έστειλε τις προσκλήσεις για μια δεύτερη σύγκληση της Συνόδου, που τώρα θα διεξαγόταν στη Νίκαια. Μέσα σε οκτώ μήνες είχε εκμηδενίσει την πιο άγρια αντιπολίτευση, εξουδετερώνοντας συλλογικά τα στρατιωτικά συντάγματα που ήταν ανέκαθεν πιστά στον πεθερό της, τον Κωνσταντίνο Ε'. Οι υπηρέτες της και οι ευνούχοι του προσωπικού της τη βοήθησαν να φέρει σε πέρας αυτή την ανατροπή, η οποία άνοιξε τον δρόμο για την επίσημη αποκατάσταση της λατρείας των εικόνων. Οι παπικοί λεγάτοι είχαν κιόλας φτάσει στη Σικελία επιστρέφοντας στη Ρώμη, αλλά πείστηκαν να επιστρέφουν στην Ανατολή. Οι εκπρόσωποι των Ανατολικών Πατριαρχείων είχαν μείνει υπό κράτηση στην Κωνσταντινούπολη. Όλοι οι επίσκοποι πληροφορήθηκαν ότι θα έπρεπε να μεταβούν στη Νίκαια. Προσκλήθηκε επίσης ένας μεγάλος αριθμός μοναχών, εκπρόσωποι ομάδων εικονολατρών, αλλά και μεμονωμένα άτομα που είχαν εξοριστεί από τους εικονομάχους.
Εισαγωγή και πρώτη αποκλειστική δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΦΥΡΑ
ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία , επιμέλεια και μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου