ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΦΥΡΑ
ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΑ:
Η πτώση της Θεοδώρας από την εξουσία (856) και η δολοφονία του Θεόκτιστου
Η απομάκρυνση της Θεοδώρας από την Αυλή (858)
Η δολοφονία του Βάρδα (866)
Ο θάνατος του Μιχαήλ Γ' (867)
Ο θάνατος και η ταφή της Θεοδώρας
Συμπέρασμα: Η εικόνα της Θεοδώρας
Μολονότι οι χρονογραφίες, που γράφτηκαν κατά κύριο λόγο έναν αιώνα μετά τα συγκεκριμένα γεγονότα, διαφωνούν στις λεπτομέρειες, στην πλειονότητά τους επιβεβαιώνουν ότι αυτός που συνωμότησε για την ανατροπή του Θεόκτιστου ήταν ο Βάρδας, ο θείος τού Μιχαήλ. Όπως είδαμε προηγουμένως, ο Βάρδας δυσφορούσε βλέποντας τον Θεόκτιστο να κατέχει την εξουσία και αισθανόταν παραμερισμένος από τον έμπειρο, ηλικιωμένο κυβερνήτη. Έτσι κάποια στιγμή μετά το 855, πιθανόν μετά τον αυτοκρατορικό γάμο που σηματοδότησε την ενηλικίωση του Μιχαήλ, προειδοποίησε τον ανιψιό του ότι η Θεοδώρα σχεδίαζε να τοποθετήσει κάποιον άλλο στον θρόνο, είτε μέσω ενός νέου γάμου είτε παντρεύοντας μία από τις αδελφές της με τον κατάλληλο γαμπρό. Αν συνέβαινε κάτι παρόμοιο, ο Μιχαήλ θα τυφλωνόταν και δεν θα γινόταν ποτέ αυτοκράτορας. Στο σημείο αυτό ο Βάρδας ποντάρει στο γνωστό προηγούμενο της Ειρήνης και του γιου της Κωνσταντίνου ΣΤ'. Παράλληλα λοιδορεί τον νεαρό πρίγκιπα επειδή, παρότι έχει πια ενηλικιωθεί και θα μπορούσε να κυβερνά για λογαριασμό του, δεν ασκεί καμιά εξουσία. Έτσι ο Μιχαήλ πείθεται να συνωμοτήσει μαζί του για την ανατροπή του Θεόκτιστου.89 Αν και το αρχικό σχέδιο προέβλεπε την εξορία του Θεόκτιστου, οι συνωμότες καταλήφθηκαν από πανικό και ο ευνούχος δολοφονήθηκε τη στιγμή που προσπαθούσε να κρυφτεί κάτω από μια κλίνη μες στο ανάκτορο.90
Η δολοφονία του προξένησε μεγάλη λύπη στη Θεοδώρα. Σε μιαν από τις πιο εμπεριστατωμένες μεταγενέστερες χρονογραφίες εμφανίζεται να επιπλήττει τον γιο της για τον φόνο εκείνου που «του είχε σταθεί σαν δεύτερος πατέρας». Αν και η συγκεκριμένη παρατήρηση μας κάνει να υποπτευόμαστε τον πραγματικό στόχο των Συνεχιστών του Θεοφάνη, αποτελεί παράλληλα ένα ενδιαφέρον σχόλιο για την υποτιθέμενη συμπεριφορά του Θεόκτιστου απέναντι στον νεαρό πρίγκιπα, όσο και για τις απόψεις της Θεοδώρας για τον ευνοούμενο της. Η θλίψη και ο θυμός της αποδίδονται στο γεγονός ότι η θέση της στην Αυλή αποδυναμώνεται σε μεγάλο βαθμό με τον θάνατό του. Πράγματι, ο Μιχαήλ θα διεκδικήσει στο εξής την κληρονομιά του ως ενήλικος και κατόπιν θα την εμπιστευτεί στον θείο του, τον αδελφό της Θεοδώρας, Βάρδα. Οι ανησυχίες της αυτοκράτειρας είναι δικαιολογημένες. Ο Βάρδας, αφού πρώτα εκδικήθηκε τον αξιωματούχο που τον εξόρισε το 844 και δεν του επέτρεψε να συμμετάσχει στην αντιβασιλεία, βάζει τώρα τον Μιχαήλ και τη Σύγκλητο να ανακοινώσουν ότι ο αυτοκράτορας ενηλικιώθηκε και στο εξής θα κυβερνά για λογαριασμό του.92 Στην πραγματικότητα όμως ο Μιχαήλ αναθέτει την καθημερινή διαχείριση της διακυβέρνησης στον Βάρδα, που έτσι αντικαθιστά τόσο τον Θεόκτιστο όσο και τη Θεοδώρα.
Μολονότι παραμερίζεται μετά τη δολοφονία του πρωθυπουργού της, η Θεοδώρα αρπάζεται από τα απομεινάρια της εξουσίας που είχε ασκήσει ως αντιβασίλισσα. Τα επόμενα δύο χρόνια διατηρεί τον έλεγχο των διαμερισμάτων της στο Μέγα Παλάτιο. Είναι ένα παράδειγμα του συνήθους προβλήματος της διαδοχής η παλιά μητέρααυτοκράτειρα δεν επιτρέπει στην καινούργια να καταλάβει τα διαμερίσματα που της ανήκουν δικαιωματικά στον αυτοκρατορικό γυναικωνίτη. Με το πείσμα της η Θεοδώρα καταστρέφει κάθε συναισθηματικό δεσμό ανάμεσα σε γιο και μητέρα. Αντίθετα με την Ευφροσύνη που αποφάσισε να αποχωρήσει στα γρήγορα το 830, η Θεοδώρα αρνείται να εγκαταλείψει το ανάκτορο. Ακόμη χειρότερα, όταν ο αυτοκράτορας απαιτεί από τον πατριάρχη Ιγνάτιο να την κείρει μοναχή, ο πατριάρχης αρνείται τηρώντας τους κανόνες της Εκκλησίας, σύμφωνα με τους οποίους καμιά γυναίκα δεν μπορεί να υποχρεωθεί να περιβληθεί το μοναστικό σχήμα η υιοθέτηση του μοναστικού βίου πρέπει να είναι εθελούσια. Ο Ιγνάτιος αναμφίβολα έχει υπόψη του το σχίσμα που επακολούθησε μετά την υποχρεωτική κουρά της Μαρίας της Άμνιας και τον δεύτερο γάμο του συζύγου της. Αρνείται λοιπόν να χρίσει τη Θεοδώρα και τις κόρες της μοναχές ενάντια στη θέλησή τους.93 Η Εκκλησία έρχεται σε ρήξη με το Μέγα Παλάτιο, πράγμα που σημαίνει ότι η εκθρόνιση του Ιγνατίου από το πατριαρχικό αξίωμα, τον Νοέμβριο του 858, συνδέεται κατά πάσα βεβαιότητα με την εκδίωξη της Θεοδώρας από τα ανάκτορα, γεγονός που πιθανότατα συνέβη το προηγούμενο καλοκαίρι, τον Αύγουστο ή τον Σεπτέμβριο του 858.
Στη αρχή ο Μιχαήλ επιδιώκει να εξευμενίσει τη μητέρα του. Ύστερα προσπαθεί να την απομακρύνει εξοβελίζει τρεις από τις αδελφές του σε ένα μοναστήρι, κατά πάσα πιθανότητα τον Καριανό, ενώ τη μικρότερη, την Πουλχερία, που ήταν η αγαπημένη της Θεοδώρας, τη στέλνει στη Μονή τα Γαστρίου.94 Παράλληλα προβιβάζει τον Βάρδα σε διοικητή της ανακτορικής φρουράς (δομέστικο των σχολών), ανοίγοντάς του έτσι τον δρόμο που θα τον οδηγήσει στην κορυφή της βυζαντινής γραφειοκρατίας. Τελικά αναγκάζει τη Θεοδώρα να εγκαταλείψει το ανάκτορο, το οποίο εξούσιαζε για είκοσι έξι συναπτά χρόνια, και τη στέλνει να συναντήσει την αγαπημένη της κόρη στο Μοναστήρι. Σύμφωνα με τον Βίο της Θεοδώρας, ο φόνος του Θεόκτιστου υπήρξε η αιτία των βασάνων της. Ο Βίος δεν καταγράφει τίποτα το συγκεκριμένο για τον θάνατο του ευνούχου, απλώς αναφέρει: «Ο Βάρδας τον μισούσε και τον σκότωσε άδικα», και ταυτόχρονα δίνει έμφαση στη λύπη της Θεοδώρας για τη δολοφονία του ευνοουμένου της.95 Αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων ήταν ότι η αυτοκράτειρα υποχρεώθηκε να φύγει από το ανάκτορο παρά τη θέλησή της, αντίθετα με την απόφαση της Ευφροσύνης να αποχωρήσει με δική της πρωτοβουλία.96
Η απομάκρυνση της Θεοδώρας από την Αυλή (858)
Οσο θυμό κι αν ένιωθε εξαιτίας της αναγκαστικής εξορίας της από την Αυλή, η Θεοδώρα δεν μπορούσε να κάνει τίποτα όσο ο Βάρδας κρατούσε τα ηνία της εξουσίας. Ορισμένοι ιστορικοί πιστεύουν πως η Θεοδώρα σχεδίαζε τη δολοφονία του τόσο σφοδρά ήταν τα αισθήματά της. Ο Βίος της αφήνει να εννοηθεί ότι αρκετοί συγκλητικοί επιθυμούσαν να την επαναφέρουν στην εξουσία αλλά εκείνη αρνιόταν.97 Ο αδελφός της είχε σφετεριστεί τη θέση της ως επικεφαλής της κυβέρνησης και ήταν φυσικό να νιώθει κακεντρέχεια απέναντι του. Το Συμβούλιο Αντιβασιλείας στην ουσία παραμερίστηκε όταν ο Μιχαήλ ανέλαβε την πρώτη του εκστρατεία μαζί με τον άλλο του θείο, τον Πετρωνά η Θεοδώρα, προς μεγάλη της λύπη, είδε τον γιο της και τον αδελφό της να θριαμβεύουν. Για προφανείς λόγους διαθέτουμε ελάχιστες μαρτυρίες γι’ αυτή την περίοδο της ζωής της. Ο Βίος της αναφέρει σχετικά: «Μετά την απομάκρυνσή της από την εξουσία, η ευλαβής και θεοσεβής αυτοκράτειρα Θεοδώρα φρόντισε αρκετούς ανθρώπους που αποτάθηκαν σε εκείνη για προστασία και τους βοήθησε με την καλή της την καρδιά, τον ενάρετο χαρακτήρα της και την πονετική της φύση, γιατί ήταν μια σπουδαία από πολλές απόψεις γυναίκα».98
Η Θεοδώρα πιθανόν να ωφελήθηκε έμμεσα από τη μεγάλη νίκη που εορτάστηκε με θρίαμβο το 863, όταν ο Πετρωνάς περικύκλωσε τις δυνάμεις του Εμιράτου της Μελιτηνής και φόνευσε τον αρχηγό τους. Φαίνεται ότι μετά απ’ αυτό οι περιορισμοί που είχαν επιβληθεί στα θηλυκά μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας χαλάρωσαν και η Θεοδώρα και οι κόρες της μπόρεσαν να επανέλθουν στην κοσμική ζωή. Η Θεοδώρα ανέκτησε πιθανότατα τον τίτλο της αυγούστας, εφόσον το όνομά της περιλαμβάνεται στα θριαμβευτικά acta τα οποία τεκμηριώνουν την ύπαρξη μιας πλειάδας αυτοκρατορισσών." Το γεγονός επιβεβαιώνεται από μια επιστολή του πάπα Νικολάου Α' προς τη Θεοδώρα, τον Νοέμβριο του 866. Σε αυτή ο πάπας αντιμετωπίζει θετικά το αίτημα του πατριάρχη Ιγνατίου, ο οποίος υποστηρίζει ότι εκθρονίστηκε μόνο και μόνο επειδή αρνήθηκε να κείρει την αυτοκράτειρα και τις θυγατέρες της ενάντια στη θέλησή τους.100 Η ανάμιξη του Επισκόπου της Ρώμης στα εσωτερικά της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης έμελλε να οδηγήσει σε τεράστιες δυσκολίες και διενέξεις· είναι λοιπόν ενδιαφέρον να σημειώσουμε τη μεγάλη σημασία που απέδιδε ο νόμιμος πατριάρχης στις σχέσεις του με τη Θεοδώρα.
Άραγε να επανέκτησε τουλάχιστον ένα μέρος του επίσημου ρόλου της ως αυτοκράτειραςμητέρας; Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται πιθανό. Στην πραγματικότητα η βασική απόδειξη για την αποκατάσταση των αυτοκρατορικών γυναικών είναι ότι η Θέκλα, η μεγαλύτερη αδελφή, μεταφέρθηκε από το Μοναστήρι του Καριανού για να γίνει ερωμένη του Βασιλείου.101 Ο Βασίλειος την εγκατέλειψε το 867 και εκείνη βρήκε άλλον εραστή στο πρόσωπο του Ιωάννη Νητοκομήτη. Όταν όμως το πληροφορήθηκε ο Βασίλειος, διέταξε να τους δείρουν και τους δύο και ανάγκασε τον Ιωάννη να γίνει μοναχός. Τελικά η Θέκλα ίδρυσε ένα παρεκκλήσι που το αφιέρωσε στην πρωτομάρτυρα Θέκλα, στο σπίτι της στις Βλαχέρνες. Λεγόταν πως ήταν εξαιρετικά όμορφο και διακοσμημένο με περίσσια τέχνη. Η Θέκλα πέθανε κατάκοιτη. Από το γεγονός αυτό νομίζω πως μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Θέκλα υπέφερε πολύ όντας εστεμμένη αυγούστα χωρίς καμιά εξουσία, μια πορφυρογέννητη που φιλοδοξούσε να διαδραματίσει αυτοκρατορικό ρόλο και που τελικά στερήθηκε κάθε δυνατότητα πολιτικής επιρροής.102
Ο Βάρδας είχε πλέον σταθεροποιήσει την εξουσία του και τη δεκαετία μετά την πτώση της Θεοδώρας (856) είναι ο υπέρτατος ηγεμόνας του Βυζαντίου.103 Ο Μιχαήλ προάγει πειθήνια τον θείο του στα υψηλότερα αξιώματατο 862 τον διορίζει καίσαρα, πράγμα που σημαίνει ότι ο Βάρδας θα τον διαδεχθεί στον αυτοκρατορικό θρόνο αν συμβεί το απευκταίο στον Μιχαήλ. Ο Γενέσιος αναφέρει ότι η Θεοδώρα εκδήλωσε τον θυμό της προς τον αδελφό της στέλνοντάς του έναν χιτώνα που του έπεφτε πολύ κοντός πάνω στο ρούχο υπήρχε μια χρυσή πέρδικα, σύμβολο εξαπάτησης.104 Το περιστατικό πρέπει να συνέβη περί το 866, γιατί θεωρήθηκε προφητικό και δεν έγινε ευχαρίστως αποδεκτό.
Στο μεταξύ ο Βασίλειος ανερχόταν παράλληλα με τον Βάρδα. Ο Μιχαήλ εκμεταλλεύθηκε την παραίτηση κάποιων αξιωματικών για να προβιβάσει τον φίλο του σε υψηλότερες θέσεις, όπως αυτή του στράτορος (του αυτοκρατορικού ιπποκόμου) και αργότερα σε ένα αξίωμα που κανονικά κατεχόταν από ευνούχο (του παρακοιμώμενου). Όταν ο Βασίλειος ανέλαβε αυτή τη θέση του αρχιθαλαμηπόλου που έχει την ευθύνη να προστατεύει το υπνοδωμάτιο του αυτοκράτορα, απέκτησε πρόσβαση στον στενό κύκλο των προσωπικών υπηρετών του ηγεμόνα. Οι γαμήλιες συμφωνίες που όφειλε να τηρεί, του απέφεραν υψηλά αξιώματα και ακόμη μεγαλύτερη γειτνίαση με τον αυτοκράτορα. Παραμένοντας πιστός του φίλος και εκπληρώνοντας όλες του τις επιθυμίες, ο Μακεδόνας κατόρθωσε να αποκτήσει μια πολύ ισχυρή θέση ανάμεσα σε εκείνους που είχαν άμεση επαφή με τον Μιχαήλ.
Έχοντας τώρα εξασφαλίσει μια γερή βάση, ο Βασίλειος άρχισε να διαβάλλει τον Βάρδα στον φίλο του λέγοντας ότι ο θείος του συνωμοτούσε εναντίον του και πως εκείνος (ο Βασίλειος δηλαδή) θα μπορούσε να αποτρέψει αυτές τις απειλές. Ο Βάρδας είχε υπό τον έλεγχό του όλους τους διοικητικούς τομείς είχε αναδειχθεί έξοχος οργανωτικός νους και διορατικός πάτρωνας του πολιτισμού και της παιδείας. Η ανώτερη εκπαίδευση είχε μεταμορφωθεί εκ βάθρων με τον διορισμό ανθρώπων όπως ο Λέων ο Μαθηματικός, ο οποίος δημιούργησε καινούργιες σχολές για την εκπαίδευση της νέας γενιάς στις επτά κλασικές ελεύθερες τέχνες. Αλλά εκτός από την κυβερνητική του δραστηριότητα, ο Βάρδας ενθάρρυνε την άνθηση της ιεραποστολικής δράσης σε νέες περιοχές. Χάρη στη δική του επιμονή εκθρονίστηκε ο Ιγνάτιος και διορίστηκε πατριάρχης ένας συγγενής της αυτοκρατορικής οικογένειας, ο Φώτιος. Παρότι η διαδικασία της αντικατάστασης προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις, και ιδίως του πάπα Νικολάου Α' στον οποίο προσέφυγε ο Ιγνάτιος, ο Φώτιος κατάφερε αμέσως να ασκήσει μεγάλη επιρροή μέσα από τον καινούργιο του ρόλο. Το 866, η συμπαράστασή του στους αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο απέφερε καρπούς με τον προσηλυτισμό των Βουλγάρων και την υιοθέτηση του χριστιανισμού στην Ορθόδοξη μορφή του στη Μοραβία και άλλες περιοχές του σλαβικού κόσμου.
Η δολοφονία του Βάρδα (866)
I σως να ήταν αυτή ακριβώς η επιτυχία που εξόργισε τον Βασίλειο. Η αντιπαλότητά του προς τον θείο τού Μιχαήλ οξύνθηκε σε σημείο να προειδοποιήσει τον φίλο του για μια υποτιθέμενη συνωμοσία: ο Βάρδας έτρεφε αυτοκρατορικές φιλοδοξίες και σύντομα θα αναλάμβανε δράση για να ξεφορτωθεί τον Μιχαήλ, τον νόμιμο αυτοκράτορα. Αληθινές ή όχι, οι φήμες έπεισαν όχι μόνο τον Μιχαήλ αλλά και άλλους που πιθανόν να είχαν υποφέρει στα χέρια του αυταρχικού κυβερνήτη του κράτους. Οι συνωμότες οργανώθηκαν και κατέστρωσαν την ανατροπή του καίσαρα, όπως αποκαλείτο ο Βάρδας. Η ευκαιρία δόθηκε χάρη σε μια εκστρατεία κατά της Κρήτης, όπου θα συμμετείχαν ο Βάρδας και ο Μιχαήλ.
Το σχέδιο υλοποιείται όταν το εκστρατευτικό σώμα φτάνει στους Κήπους, στις ακτές του Θέματος των Θρακησίων, απ’ όπου επρόκειτο να αποπλεύσουν τα πλοία για την Κρήτη. Εκεί ο Συμβάτιος, ο γαμπρός του Βάρδα, δίνει το σύνθημα για τη δολοφονική επίθεση στις 21 Απριλίου του 866.105 Μόλις ο Βάρδας πέφτει νεκρός, οι συνωμότες κομματιάζουν το σώμα του και καρφώνουν τα γεννητικά του όργανα σε ένα κοντάρι, έτσι ώστε να υποφέρει και μετά θάνατον, και τα περιφέρουν σε όλο το στρατόπεδο με τον πιο εξευτελιστικό τρόπο.10*’ Η δολοφονία και η άθλια μεταχείριση του νεκρού προξενούν διχόνοια στο στράτευμα. Ο Βάρδας έχαιρε εκτίμησης σε ορισμένους κύκλους. Μετά τον θάνατό του, η εκστρατεία κατά της Κρήτης ακυρώνεται αμέσως και ο Μιχαήλ με τον Βασίλειο επιστρέφουν στην Κωνσταντινούπολη. Έτσι δίνεται η εντύπωση ότι η εκστρατεία είχε σχεδιαστεί μόνο και μόνο για τη διευκόλυνση της δολοφονίας.
Μολονότι δεν γνωρίζουμε τίποτα σχετικά, κάποιος θα βρέθηκε να μαζέψει τα απομεινάρια και να θάψει το ακρωτηριασμένο πτώμα του Βάρδα. Πιθανόν η Θεοδώρα να φρόντισε για την ταφή του στη Μονή τα Γαστρίου, όπου αργότερα αναφέρεται ότι βρισκόταν ο τάφος του. Αν όντως έγινε έτσι, το κύρος του οικογενειακού ιερού προφανώς αποδείχτηκε ισχυρότερο από το μίσος που έτρεφε η Θεοδώρα για τον αδελφό της. Ίσως πάλι να την είχαν εντυπωσιάσει τα επιτεύγματα της δεκάχρονης ηγεμονίας του. Μετά τον θάνατό του, η Θεοδώρα δεν θέλησε να λησμονηθεί η μνήμη του και τον έθαψε ανάμεσα στους συγγενείς της στο ιερό, όπου ήδη αναπαυόταν η μητέρα τους Θεοκτίστη. Με αυτόν τον τρόπο η Θεοδώρα προχώρησε στη συστηματική δημιουργία ενός τόπου όπου θα μνημονευόταν η οικογένειά της και όπου τελικά θα θαβόταν και η ίδια.
Μετά το 866, ωστόσο, και αφού έχει πια εξουδετερωθεί ο Βάρδας, ο Βασίλειος βλέπει να του ανοίγεται ο δρόμος για την εξουσία. Πείθει τον Μιχαήλ Γ' να τον κάνει εταίρο του στέφοντάς τον συναυτοκράτορα, με το επιχείρημα ότι αυτός, ο Βασίλειος, είχε σώσει τον Μιχαήλ από τον θάνατο στην επίθεση που σχεδίαζε εναντίον του ο Βάρδας. Ο Μιχαήλ υποχωρεί και τον χρίζει συναυτοκράτορα φορώντας του το στέμμα, αφού πρώτα το ευλογεί ο πατριάρχης Φώτιος στο ιερό της Αγίας Σοφίας. Λεπτομερής περιγραφή σώζεται στη χρονογραφία που αποδίδεται στον Λέοντα Γραμματικό και φαίνεται απολύτως αξιόπιστη: το Σάββατο της Πεντηκοστής του 866, στήθηκαν δύο θρόνοι αν και υπήρχε ένας αυτοκράτορας και την επόμενη μέρα, Κυριακή, οι δύο αυτοκράτορες κάθονταν πλάι πλάι στους θρόνους τους.107
Ο πατριάρχης Φώτιος τους προσφώνησε με αυτή τους την ιδιότητα σε δύο κηρύγματά του: το πρώτο επ’ ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων του ψηφιδωτού της Παρθένου και του Θείου Βρέφους στην Αγία Σοφία στις 29 Μαρτίου του 867, το δεύτερο με το οποίο συνόψισε τη σύνοδο που συνεκλήθη το καλοκαίρι του ιδίου έτους. «Αξιαγάπητο ζεύγος ευσεβών αυτοκρατόρων, που ακτινοβολείτε μες στην πορφύρα, συνδεδεμένοι με τα πλέον αγαπητά ονόματα του πατρός και του υιού ... νοιάζεστε περισσότερο για την Ορθοδοξία παρά για την αλαζονεία του αυτοκρατορικού διαδήματος ...». Και αργότερα: «Ο Κύριος φρόντισε τον λαό Του και την κληρονομιά Του και τον ελέησε, διορίζοντας και ανυψώνοντας το αληθινό αυτοκρατορικό μεγαλείο του κράτους τον αγαπητό Του υιό Βασίλειο. Γιατί είναι φανερό ότι τα κατορθώματα του πατρός, που τα λόγια σκιρτούν από αγαλλίαση όταν τα διηγούνται, εκείνος τα κληρονόμησε προίκα του και υπερηφάνεια του ...))108 Καθισμένος σ’ έναν αυτοκρατορικό θρόνο στο υπερώο της εκκλησίας και ακούγοντας τα λόγια του Φωτίου για την ήττα των εικονομάχων (ο Θεόφιλος, ο πατέρας τού Μιχαήλ, δεν κατονομάζεται αλλά υπονοείται) και των άλλων αιρετικών, ο Βασίλειος αντιλαμβάνεται ότι όλη αυτή η δύναμη μπορεί να γίνει δική του αν φερθεί με τον δέοντα τρόπο.
Δεν είναι δύσκολο να φανταστούμε την αντίδραση της Θεοδώρας σε αυτή την εξέλιξη. Πράγματι, μερικοί μεταγενέστεροι ιστορικοί αναφέρουν την πρόβλεψή της ότι αυτός ο Βασίλειος θα έβαζε τέλος στη δυναστεία της οικογένειάς της.109 Η Θεοδώρα μισούσε τον φιλόδοξο και ύπουλο ιπποδαμαστή. Έβλεπε με πόση ευκολία είχε πείσει τον Μιχαήλ να ακολουθήσει τη συμβουλή του. Αλλά δεν γνωρίζουμε κατά πόσο η Θεοδώρα ήξερε για τη συμφωνία που τους έδενε από το 855, όταν ο Βασίλειος είχε δεχτεί να παντρευτεί την Ευδοκία Ιγγερινή για να εξυπηρετήσει τον Μιχαήλ. Πιθανόν να μη φανταζόταν τους δεσμούς που ένωναν τον γιο της και τον πιστό του φίλο. Προφανώς θα στενοχωριόταν για την αποτυχία της Ευδοκίας Δεκαπολίτισσας να γεννήσει παιδιά, αφού έτσι αποδυναμωνόταν σοβαρά η δυναστεία.
Μετά την απελευθέρωσή της το 863 από τα Γαστρίου, δεν διαθέτουμε πληροφορίες για την καθημερινή ζωή της Θεοδώρας. Ως πρώην αυτοκράτειρα και μητέρα του αυτοκράτορα είχε ορισμένα προνόμια και προφανώς θα παρευρισκόταν σε κάποιες τελετές στο Μέγα Παλάτιο. Δεν υπάρχουν μαρτυρίες για το αν ο Μιχαήλ απένειμε στη μητέρα του τον τίτλο της πατρικίας ζωστης, τίτλο που είχε δώσει ο Θεόφιλος στην πεθερά του. Ωστόσο η Θεοδώρα ζούσε άνετα όπως άρμοζε σε μια αρχόντισσα της σειράς της και αφιέρωνε τον χρόνο της σε χριστιανικές ασχολίες. Τον Σεπτέμβριο του 867 κατοικούσε σε ένα ανάκτορο γνωστό ως Οίκος του Ανθεμίου το είχε οικοδομήσει ο γαμπρός της Αλέξιος, ο οποίος είχε μνηστευθεί τη Μαρία, την αυτοκρατορική πριγκίπισσα που πέθανε γύρω στο 839, και στη συνέχεια αποτραβήχτηκε στο δικό του μοναστήρι στο προάστιο του Ανθεμίου. Όποια και αν ήταν τα συναισθήματά της για την προαγωγή του Βασιλείου σε συναυτοκράτορα, η Θεοδώρα είχε τώρα καλύτερες σχέσεις με τον γιο της. Πράγματι, τον προσκάλεσε σε γεύμα στις 25 Σεπτεμβρίου του 867 και εκείνος δέχτηκε τη πρόσκληση και είχε μάλιστα φροντίσει ώστε να περάσουν ευχάριστα. Έτσι μητέρα και γιος είχαν συμφιλιωθεί ως ένα σημείο. Όμως το γεύμα που σχέδιασαν δεν θα γινόταν ποτέ.
Ο θάνατος του Μιχαήλ Γ' (867)
Την προηγουμένη, 24 Σεπτεμβρίου του 867, ο Μιχαήλ Γ' είχε προσκαλέσει τον συναυτοκράτορά του Βασίλειο και την αυτοκρατορική ερωμένη Ευδοκία Ιγγερινή να δειπνήσουν στον Άγιο Μάμα, το Ανάκτορο στο προάστιο όπου του άρεσε να περνάει τον καιρό του συμμετέχοντας σε αρματοδρομίες και απολαμβάνοντας τη Θαλασσινή αύρα του Βοσπόρου. Την επομένη σκόπευε να γευματίσει με τη μητέρα του, γι’ αυτό είχε στείλει τον αρχιθαλαμηπόλο του, τον Ρεντάκιο τον πρωτοβεστιάριο, για κυνήγι. Ήθελε να πάει κάτι ιδιαίτερο στο τραπέζι της μητέρας του. Έτσι ο αξιωματούχος που ήταν υπεύθυνος για την αυτοκρατορική ιματιοθήκη απούσιαζε από το ανάκτορο στις 24 Σεπτεμβρίου. Όλες αυτές οι λεπτομέρειες καταγράφονται στις χρονογραφίες· δεν αναφέρονται όμως στον Βίο της Θεοδώρας, όπου τα στερνά χρόνια της αυτοκράτειρας παρουσιάζονται με μια εντελώς διαφορετική εκδοχή.
Ωστόσο, πάντα σύμφωνα με τις χρονογραφίες του I' αιώνα, στο γεύμα της 24ης Σεπτεμβρίου ο Βασίλειος πότισε τον αυτοκράτορα με κρασί και όταν ο τελευταίος άρχισε να ζαλίζεται, ο Βασίλειος γλίστρησε κρυφά στο υπνοδωμάτιο και τράβηξε την αμπάρα ώστε να μην κλειδώνει η πόρτα. Συνέχισαν την οινοποσία, η Ευδοκία άφησε μόνους τους άνδρες και όταν ο Μιχαήλ μέθυσε εντελώς, ο Βασίλειος τον παρότρυνε τρυφερά να πέσει για ύπνο. Ο αυτοκράτορας αποσύρθηκε διατάζοντας έναν άλλο αξιωματούχο να κοιμηθεί στη θέση του αρχιθαλαμηπόλου που δεν είχε γυρίσει ακόμη από το κυνήγι. Όμως ο αντικαταστάτες δεν τα κατάφερε καλά στον ρόλο του προστάτη του αυτοκράτορα.110 Ο Μιχαήλ, πιωμένος και ανύποπτος, κοιμήθηκε βαθιά. Για τον Βασίλειο και τους άλλους συνωμότες ήταν εύκολο πια να παραβιάσουν την πόρτα του υπνοδωματίου ο πιστός, πάνω από δέκα χρόνια, φίλος ήταν ο πρώτος που επιτέθηκε στον κοιμισμένο αυτοκράτορα. Για τη δολοφονία του Μιχαήλ, ο Βασίλειος χρησιμοποίησε τους συνενόχους του στη δολοφονία του Βάρδα όλοι τους εξαφανίστηκαν αργότερα κάτω από μυστηριώδεις συνθήκες. Αν δεχτούμε κατά λέξη αυτές τις λεπτομερείς αφηγήσεις, ο Βασίλειος σχεδίασε τον φόνο, κατόρθωσε να δολοφονήσει τον Μιχαήλ και ύστερα ανακηρύχθηκε μοναδικός αυτοκράτορας. Αφού ήταν ήδη εστεμμένος, δεν χρειαζόταν καμιά ιδιαίτερη τελετή. Έπρεπε απλώς να τον επευφημήσουν ο στρατός, η Σύγκλητος και ο λαός, πράγμα που κατάφερε χωρίς δυσκολία.111
Στην παράδοση των χρονογραφιών, αυτό το στυγερό έγκλημα επιβεβαιώνεται από τη Θεοδώρα, η οποία περίμενε τον γιο της για να δειπνήσουν μαζί την επόμενη μέρα. Μόλις πληροφορείται ότι ο Βασίλειος ανακηρύχθηκε μοναδικός αυτοκράτορας, σπεύδει στο Ανάκτορο τα Αγίου Μάμα όπου ανακαλύπτει το πτώμα του Μιχαήλ τυλιγμένο σ’ ένα χαλί. Σύμφωνα με τον Λέοντα Γραμματικό και τον Συνεχιστή του Γεωργίου του Μοναχού, η Θεοδώρα και οι κόρες της, που ειδοποιούνται αμέσως για τον φόνο, πενθούν μαζί τον θάνατο του Μιχαήλ. Μεταφέρουν το πτώμα σ’ ένα μοναστήρι στη Χρυσούπολη, στην ασιατική ακτή του Βοσπόρου απέναντι από το Ανάκτορο τα Αγίου Μάμα, όπου θάβεται χωρίς τιμές ο αυτοκράτορας. Εκεί, μητέρα και κόρες τελούν τα μνημόσυνα του αυτοκράτορα σε έναν διόλου αυτοκρατορικό τάφο. Αν όντως αληθεύει η περιγραφή, οι στιγμές θα πρέπει να υπήρξαν ιδιαιτέρως οδυνηρές για την ηλικιωμένη χήρα.112
Ο θάνατος και η ταφή της Θεοδώρας
Ο Βίος της Θεοδώρας διασώζει μια εντελώς διαφορετική εκδοχή των χρόνων μετά το 856, όπου ο Μιχαήλ Γ' εμφανίζεται να ζει και μετά τον θάνατο της μητέρας του. Περιλαμβάνει μια μακροσκελή περιγραφή των τελευταίων στιγμών της Θεοδώρας, μια υπέροχη ομιλία της με την οποία ευλογεί την οικογένειά της και αναφέρει μια επίσκεψη του Μιχαήλ και της συζύγου του Ευδοκίας Δεκαπολίτισσας. Ακόμη και αν είναι εντελώς επινοημένη, η παραπάνω περιγραφή δημιουργεί το επιθυμητό αποτέλεσμα: μια άγια γυναίκα, που απευθύνει τα στερνά της λόγια στους συγκεντρωμένους απογόνους της σε μιαν αρμονική και ειρηνική ατμόσφαιρα. Ωστόσο αν η Θεοδώρα είχε πεθάνει πριν από τον γιο της, ο Μιχαήλ ως αυτοκράτορας θα την είχε θάψει πλάι στον σύζυγό της, τον πατέρα του Θεόφιλο, στο αυτοκρατορικό μαυσωλείο. Όμως αυτό δεν συνέβη, αφού η Θεοδώρα τάφηκε στη Μονή ταΓαστρίου, το ίδρυμα όπου η μητέρα της και πιθανόν ο αδελφός της αναπαύονταν ήδη. Αντίθετα, όπως είδαμε, μοιάζει πιο πιθανό ότι η Θεοδώρα έθαψε τον γιο της σ’ ένα άσημο μοναστήρι την ώρα που ο Βασίλειος επευφημούνταν ως αδιαφιλονίκητος αυτοκράτορας.
Όπως και τόσες άλλες χήρες αυτοκρατόρων, η Θεοδώρα έζησε πολλά χρόνια αγνοημένη και περιφρονημένη από τον Βασίλειο. Μετά το πένθος της πάνω από το νεκρό σώμα του γιου της, οι χρονογραφίες δεν κάνουν άλλη μνεία στη Θεοδώρα ώσπου να πεθάνει η χρονολογία του θανάτου της δεν έχει επιβεβαιωθεί. Οι χρονογραφίες ισχυρίζονται ότι ο Βασίλειος Α' την έθαψε στο Μοναστήρι της τα Γαστρίου. Καμιά από τις δύο αντικρουόμενες παραλλαγές του θανάτου της Θεοδώρας δεν είναι κατατοπιστική. Η αγιογραφική αφήγηση τη θέλει να θάβεται στο μέρος όπου επιθυμούσε, το δικό της μοναστήρι. Οι χρονογραφίες υποθέτουν ότι πέθανε κάπου αλλού και η σορός της μεταφέρθηκε στα Γαστρίου από τον αυτοκράτορα. Ωστόσο ύστερα από τη δολοφονία του γιου της η Θεοδώρα προφανώς γνώριζε ότι δεν θα επιτρεπόταν η ταφή της δίπλα στον άνδρα της, τον Θεόφιλο, και πιθανότατα εξέφρασε την επιθυμία της να ταφεί πλάι στη μητέρα της, στη Μονή τα Γαστρίου. Οι κόρες της, που πιθανότατα της παραστέκονταν στο νεκροκρέβατό της, σεβάστηκαν την επιθυμία της και φρόντισαν για την ορθή τέλεση των μνημοσυνών στον τάφο της στο Μοναστήρι.113 Και οι ίδιες άλλωστε θα ταφούν τελικά στο ίδιο Μοναστήρι, εκτός από την Άννα που είχε επιλέξει να ταφεί με την Ευφροσύνη στο δικό της μοναστήρι. Δεν υπάρχει λοιπόν λόγος να ανακατεύουμε τον Βασίλειο Α' σε αυτή την υπόθεση. Μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Βασίλειος ένιωθε τύψεις απέναντι στην αυτοκράτειρα ύστερα από τις συμφορές που προκάλεσε στην οικογένειά της, ωστόσο οι αυλικοί του φροντίζουν για την εδραίωση της εξουσίας του και παρουσιάζουν την αγαθοεργή ηγεμονία του ως ένα θαύμα που απάλλαξε την Αυτοκρατορία από τον μέθυσο Μιχαήλ Γ'. Τον Γ αιώνα, η διάταξη των μελών της οικογένειας που είναι θαμμένα στο Μοναστήρι τα Γαστρίου καταγράφεται ως εξής:
Στα δεξιά, κοιτώντας προς ανατολάς, η ευλογημένη Θεοδώρα, σύζυγος Θεοφίλου, και οι τρεις κόρες της. Απέναντι, σε μια πέτρινη λάρνακα, ο Πετρωνάς, που ήταν δομέστιχοζ των σχολών και αδελφός της ευλογημένης αυτοκράτειρας Θεοδώρας. Και στον νάρθηκα της αυτής εκκλησίας, η Θεοκτίστη (η μητέρα της) και δίπλα η Ειρήνη, η θυγατέρα του καίσαρα Βάρδα, και πιο πέρα στο κατωμάγουλον ο ίδιος ο Βάρδας.114
Η διαρρύθμιση φαίνεται ότι σχεδιάστηκε από την ίδια τη Θεοδώρα, όταν συνειδητοποίησε πως η οικογένεια για την οποία έκανε ό,τι μπορούσε για να τη στηρίξει είχε τελικά αντικατασταθεί από τον Βασίλειο τον Μακεδόνα.
Όπως είδαμε, η μεγαλύτερη κόρη της Θεοδώρας, η Θέκλα, λέγεται ότι πέθανε στην οικία της στις Βλαχέρνες, την οποία είχε μετατρέψει σε μοναστήρι αφιερωμένο στη Θέκλα, την ομώνυμη Χριστιανή πρωτομάρτυρα. Στη δική της περίπτωση, η σορός της προφανώς θα μεταφέρθηκε στα Γαστρίου για να ταφεί στο οικογενειακό ιερό. Οι άλλες δύο, η Αναστασία και η Πουλχερία, τη συνάντησαν όταν πέθαναν, σύμφωνα με ό,τι είχε προσχεδιάσει η Θεοδώρα. Ανεξάρτητα με τις προθέσεις της Θεοδώρας, οι δύο της αδελφοί τελικά αναπαύτηκαν στο οικογενειακό ιερό. Ακόμη και η κόρη του Βάρδα που αλλιώς μας είναι παντελώς άγνωστη και η οποία πιθανόν να είχε πάρει το όνομα της θείας της Ειρήνης της Χρυσόβαλάντου συνάντησε τον πατέρα της εκεί. Έτσι τουλάχιστον στη Μονή τα Γαστρίου η οικογένεια από την Παφλαγονία επανενώθηκε σ’ ένα ιερό αφιερωμένο στη μνήμη της. Και ως αγία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο τάφος της Θεοδώρας έμελλε να γίνει κέντρο λατρείας, γεγονός που ανύψωνε το κύρος όλων ανεξαιρέτως των συγγενών της.
Συμπέρασμα: Η εικόνα της Θεοδώρας
Ε κτός από τον ρόλο της ως αγίας που τόσο επίμονα καλλιεργείται από τον εγκωμιαστικό Βίο της, σε ορισμένες χρονογραφίες η Θεοδώρα παρουσιάζεται ως η ατρόμητη ηγεμόνας που στάθηκε αντιμέτωπη, ίση προς ίσον, απέναντι στους Άραβες και τους Βουλγάρους. Ωστόσο η ιδέα ότι έστειλε πρεσβεία στον βασιλιά των Βουλγάρων Βόγορι απειλώντας τον πως θα οδηγούσε η ίδια τις βυζαντινές δυνάμεις εναντίον του αν εκείνος τολμούσε να εισβάλει στην Αυτοκρατορία, μας φαίνεται πολύ ευφάνταστη. Μια δόση αλήθειας ίσως εντοπίζεται στα λόγια που της αποδίδονται, ότι η νίκη εναντίον ενός στρατού με επικεφαλής γυναίκα δεν θα ήταν και μεγάλο κατόρθωμα. Δεν νομίζουμε πάντως ότι αυτό ήταν κάτι που φόβισε τον Βόγορι και τον έπεισε να ανανεώσει τη συνθήκη ειρήνης, γιατί ταυτόχρονα η Θεοδώρα πρότεινε την επαναχάραξη των συνόρων προς όφελος των Βουλγάρων. Με τέτοιους όρους γιατί να μη συμφωνούσε ο Βόγορις;115 Ωστόσο πίσω απ’ όλα αυτά αισθανόμαστε την παρουσία της Θεοδώρας, την εμπειρία της στη διαχείριση της αυτοκρατορικής εξουσίας και την αποφασιστικότητά της να διευθύνει το Συμβούλιο της Αντιβασιλείας με τον αρμόζοντα τρόπο, αρετές που της προσέδιδαν ξεχωριστό κύρος.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Bar Hebraeus, ο οποίος αναφέρει ότι οι Άραβες πίστεψαν πως θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την παρουσία μιας χήρας αυτοκράτειρας και του ανήλικου γιου της, η Θεοδώρα όρθωσε το ανάστημά της και εναντίον των χαλίφηδων. «Βλέποντας μια γυναίκα να κυβερνά τη χώρα, οι Άραβες ένιωσαν περιφρόνηση για τους Ρωμαίους και καταστρατήγησαν τις συνθήκες της ειρήνης. Αλλά η βασίλισσα Θεοδώρα έστειλε στρατό στη Σικελία το 861 μ.Χ. και υποδούλωσε όλη την περιοχή της Αναζάρβου». Ακολουθεί η αφήγηση των διαπραγματεύσεών της με τον Άραβα πρέσβη, έναν ευνούχο ονόματι Νασίφ, στον οποίο η βασίλισσα πρότεινε ειρήνη απαιτώντας την ανταλλαγή 20.000 Χριστιανών αιχμαλώτων πολέμου με 20.000 Άραβες αιχμάλωτους. Όταν όμως ο Νασίφ προσπάθησε να τους αποσπάσει με δόλιο τρόπο, «η Θεοδώρα τους σκότωσε. Άλλοι ωστόσο λένε ότι ο Νικόλαος, ο ευνούχος της, τους σκότωσε χωρίς τη διαταγή της βασίλισσας».116 Αυτή η «εικόνα» της αυτοκράτειραςμητέρας ως ηγεμόνος που διαπραγματεύεται προκειμένου να επιτύχει το μέγιστο όφελος μετά από μία επιτυχημένη εκστρατεία δύσκολα συμβιβάζεται με το προφίλ μιας αδύναμης γυναίκας. Ο πρέσβης σίγουρα είχε εντυπωσιαστεί.
Μια παρόμοια προσωπογραφία της σώζεται στις Πράξεις του Δαβίδ, του Συμεών και του Γεωργίου, όταν ο Συμεών αρνείται να δεχτεί την «αποζημίωση)) που είχε προσφέρει ο Θεόφιλος για τους εικονολάτρεςθύματά του. Σε αυτή την αφήγηση, όπου δεν είναι ανάγκη να εξαρθεί η εξουσία της αυτοκράτειρας, η αντίδραση της Θεοδώρας απέναντι στον άγιο είναι αταλάντευτη. Θυμώνει όταν εκρήγνυται ο Συμεών και τον διώχνει λέγοντας: «Σκοπεύω να κυβερνήσω με πυγμή, όπως διδάχτηκα από τον άνδρα και σύζυγό μου. Θα το διαπιστώσεις».117 Έστω κι αν τα λόγια αυτά δεν είναι τίποτα παραπάνω από μια απειλή, απευθύνονται ωστόσο σε έναν από τους πλέον ευσεβείς συμβούλους της, έναν εικονολάτρη που πρέπει να αλλάξει γνώμη και να δεχτεί την αξίωσή της να δοθεί άφεση στον Θεόφιλο. Συνεπώς το επεισόδιο συνιστά ταπείνωση του Συμεών: ο τελευταίος θα αποσύρει το ανάθεμα κατά του Θεόφιλου και θα υποκλιθεί στη θέληση της αυτοκράτειρας. Αν λάβουμε υπόψη μας την έντονα απολογητική φύση του κειμένου, που πάνω απ’ όλα στοχεύει να αποδείξει τη διορατική σοφία των αγίων, την ένθερμη αντίστασή τους στην εικονομαχία και τον ρόλο τους στην επαναφορά της εικονολατρίας, η στάση της Θεοδώρας σε αυτό το σημείο ίσως αντανακλά μια βραχύβια σύγκρουση. Τελικά θα νικήσει η αυτοκράτειρα.
Ένα άλλο κείμενο της εποχής αντλεί από μια παλαιότερη παράδοση προκειμένου να εξυμνήσει την αυτοκράτειρα, εγκωμιάζοντας την «ανδροπρεπή αρχοντιά της κάτω από τα γυναικεία της ρούχα)).’18 Όσο τυπικά σεξιστική και αν είναι η παραπάνω διατύπωση, που χρησιμοποιείται συχνά για γυναίκες οι οποίες εμφανίζονται να δρουν ως άνδρες, το κείμενο υπογραμμίζει την αποφασιστικότητα της αυτοκράτειρας να βάλει τέλος στο σχίσμα που είχαν προκαλέσει οι εικονομαχικοί διωγμοί και «να αποκαταστήσει τη σταθερή και αδιαμφισβήτητη ορθότητα της πίστεως». Αυτό το επιτυγχάνει με την αποκατάσταση της εικονολατρίας και έτσι η αντίληψή της περί «ορθής διακυβέρνησης» εμφανίζεται άρρηκτα συνδεδεμένη με την αναστήλωση των εικόνων. Παρά την προπαγανδιστική φύση παρόμοιων κειμένων, η Θεοδώρα προβάλλει ως δεινή ηγεμόνας και αργότερα χαρακτηρίζεται ως «η μεγάλη Ορθόδοξη αυτοκράτειρα».119
Σε συνδυασμό με τις ευνοϊκές περιγραφές του ενδιαφέροντος που επέδειξε η Θεοδώρα για τα δημόσια οικονομικά της Αυτοκρατορίας και την αναντίρρητη φιλοτιμία που επιδεικνύει στη χρηστή της διοίκηση, τα παραπάνω παραδείγματα φανερώνουν μια ιδιαιτέρως θεληματική γυναίκα καμία σχέση με τον τύπο που άγεται και φέρεται από τους ευνούχους συμβούλους της. Επιπλέον, ο κεντρικός ρόλος της στην αναστήλωση των εικόνων και οι επιτυχείς προσπάθειές της που ώθησαν την Εκκλησία να συγχωρήσει τον εκλιπόντα σύζυγό της μπορούν να τεκμηριωθούν σε μια πρωτότυπη εικόνα της Ορθοδοξίας που χρονολογείται από τον Θ' αιώνα. Αυτή η εικόνα ταιριάζει με τις περισσότερες πηγές οι οποίες είναι αποφασισμένες να αγιοποιήσουν τη Θεοδώρα. Όμως από τη στιγμή που προτού παντρευτεί τον αυτοκράτορα δεν ήταν παρά μια απλή επαρχιώτισσα, οι προσπάθειες των συγγραφέων προς αυτή την κατεύθυνση απαιτούν πολλά τεχνάσματα, με αποτέλεσμα τη διαστρέβλωση των κειμένων τα οποία αφορούν τις πράξεις της.
Το πιο χτυπητό παράδειγμα αυτής της πρακτικής απαντά στην παρηγορητική σκηνή του θανάτου της στον Βίο της, όπου η Θεοδώρα, περιστοιχισμένη από τα επιζώντα παιδιά της, τα αποχαιρετά σαν αγία. Αντιθέτως, το πιθανότερο είναι ότι πέθανε πικρά απογοητευμένη, μια πρώην αυτοκράτειρα εντελώς περιθωριοποιημένη στην Αυλή του Βασιλείου Α', όπου κυριαρχούσε πλέον η Ευδοκία Ιγγερινή. Πόσο ταπεινωτικό θα ήταν αλήθεια για τη Θεοδώρα να παρακολουθεί την πρώην ερωμένη του γιου της, την οποία είχε προσπαθήσει να παραμερίσει με τη διοργάνωση των γαμήλιων καλλιστείων το 855, να αναρριχάται στην κορυφή της εξουσίας. Ακόμη χειρότερα, ο γιος της, για χατίρι του οποίου μόχθησε ώστε να διατηρήσει τα δικαιώματά του στον θρόνο, είχε δολοφονηθεί. Και αφού ο Μιχαήλ δεν είχε νόμιμους απογόνους από τη νόμιμη σύζυγό του Ευδοκία Δεκαπολίτισσα, ο θάνατός του σήμανε το τέλος της δυναστείας του Αμορίου. Άλλωστε καμία από τις τέσσερις θυγατέρες της Θεοδώρας δεν είχε απογόνους που θα μπορούσαν να διεκδικήσουν τη συνέχεια της δυναστείας που ίδρυσε ο Μιχαήλ Β'. Η κυβερνώσα οικογένεια, στην οποία αφιέρωσε ολόκληρη τη ζωή της, τέθηκε στο περιθώριο από έναν δολοφόνο και σφετεριστή. Ο Βασίλειος Α' ακύρωσε όλες της τις ελπίδες για το μέλλον. Δεν είναι περίεργο λοιπόν όταν αποδίδονται στη Θεοδώρα και συνδέονται μέσω αυτής με τον Θεόφιλο οι προβλέψεις για τον κακοήθη ρόλο του Βασιλείου. Σύμφωνα με αυτές τις αφηγήσεις, ακόμη και πριν πεθάνει το 842, ο Θεόφιλος είχε προφητεύσει ότι ο Βασίλειος θα έβαζε τέλος στη δυναστεία.120
'Ομως, ο Μακεδόνας σφετεριστής δεν κατάφερε να καταστρέψει τη δυναστεία του Αμορίου. Είναι ένα απ’ αυτά τα προκλητικά παράδοξα της Ιστορίας. Γιατί, αν ο Λέων ήταν πράγματι γιος του Μιχαήλ και όχι του Βασιλείου, το αίμα της Θεοδώρας κυλούσε μες στις φλέβες του. Ο αυτοκράτορας που κυβέρνησε ως Λέων ΣΤ' (886912) και επονομάστηκε «ο Σοφός» ήταν στην πραγματικότητα εγγονός του Θεόφιλου και της Θεοδώρας. Ύστερα από πολλές δυσκολίες, ο δικός του γιος, Κωνσταντίνος Ζ' ο Πορφυρογέννητος, θα κατάφερνε με τη σειρά του να δώσει συνέχεια στην ίδια γενεαλογική γραμμή. Έτσι η οικογένεια από το Αμόριο, στην οποία η Θεοδώρα είχε αφιερώσει όλη της την αγάπη και τις πολιτικές της δεξιότητες, εξακολούθησε να βασιλεύει μέχρι τα μέσα του ΙΑ' αιώνα. Η δυναστεία θα κλείσει τον κύκλο της μόνο όταν πεθάνει η συνονόματή της αυτοκράτειρα Θεοδώρα, μια ακόμη πορφυρογέννητη, το 1056.
Η Θεοδώρα βέβαια δεν γνώριζε ότι τα είχε καταφέρει σε πείσμα όλων των αντιξοοτήτων. Ωστόσο η αμφίθυμη στάση του Βασιλείου απέναντι στον γιο του Λέοντα πιθανότατα αντικατοπτρίζει την αλήθεια. Ευνοούσε πάντα τον πρωτότοκο, τον Κωνσταντίνο, ο οποίος είχε στεφθεί συναυτοκράτορας αλλά πέθανε πρόωρα στα είκοσι του αφήνοντας τον Λέοντα επόμενο στη σειρά διαδοχής. Παρότι κάποιο διάστημα βρέθηκε φυλακισμένος, όταν ο Βασίλειος αρνήθηκε να αναγνωρίσει τα δικαιώματά του, ο Λέων έγινε τελικά αυτοκράτορας και έμεινε στην Ιστορία ως συγγραφέας όχι μόνον θρησκευτικών έργων (κηρυγμάτων, ύμνων) αλλά και μιας στρατιωτικής πραγματείας, καθώς και μιας σημαντικής συλλογής νόμων. Αν όντως ήταν γιος του Μιχαήλ Γ', απόγονος των εικονομάχων από το Αμόριο, αυτό ήταν κάτι που πιστώνεται σε μεγάλο βαθμό στη γιαγιά του Θεοδώρα.
Ακόμη κι αν το παραπάνω δεν πρόκειται να αποδειχτεί ποτέ, τα επιτεύγματα της Θεοδώρας παραμένουν σημαντικά. Ανέτρεψε τη θρησκευτική πολιτική της οικογένειας του άνδρα που είχε παντρευτεί και συνέβαλε ώστε η εικονομαχία να μην ξαναγίνει ποτέ πια επίσημη κρατική πολιτική. Κράτησε το «πηδάλιο του κράτους», όπως αρέσκονταν να λένε για τους ηγεμόνες τους οι Βυζαντινοί, και οδήγησε σταθερά την Αυτοκρατορία σαν πλοίο σε ένα ασφαλές και κατάλληλο λιμάνι. Στα δεκατέσσερα χρόνια δεν επέτρεψε σε κανέναν να αμφισβητήσει τα δικαιώματα του γιου της στον θρόνο και εκείνος της το ανταπέδωσε αποτυγχάνοντας να πάρει στα σοβαρά τις αυτοκρατορικές του ευθύνες. Επίσης επέμεινε ο γιος της να διαλέξει νύφη της αρεσκείας της, γεγονός που οδήγησε στο περίπλοκο οικογενειακό έπος γύρω από την παρουσία της Ευδοκίας Ιγγερινής στην Αυλή. Όμως χάρη σε αυτό το σφάλμα της η δυναστεία του Αμορίου πιθανότατα επιβίωσε για αιώνες κάτω από άλλο όνομα.
Ο μεταθανάτιος θρίαμβός της ως αγίας της βυζαντινής Εκκλησίας, η μνήμη της οποίας εορτάζεται κάθε χρόνο στις 11 Φεβρουάριου, εγγυάται την εξέχουσα θέση της στην ιστορία της Αυτοκρατορίας. Τη συγκεκριμένη ημέρα, ο Βίος της Θεοδώρας αναγιγνώσκεται σε όλες τις Ορθόδοξες εκκλησίες και οι πιστοί προσκυνούν τις εικόνες της. Αν και τα γραπτά μνημεία περιλαμβάνουν ορισμένες διαστρεβλώσεις των πραγματικών επιτευγμάτων της, ο ρόλος της στον Θρίαμβο της Ορθοδοξίας το 843 της εξασφάλισε μια ιδιαίτερη εξύμνηση την πρώτη Κυριακή της Σαρακοστής κάθε χρόνο. Όπως και η Ειρήνη πριν απ’ αυτήν, η Θεοδώρα ακύρωσε τις πουριτανικές μεταρρυθμίσεις της εικονομαχίας και επανεπιβεβαίωσε τη θέση ότι η δύναμη των θρησκευτικών εικόνων είναι κεντρικό δόγμα της Εκκλησίας.
Για να επιτύχει αυτή τη δραματική αλλαγή στην εκκλησιαστική πολιτική, η Θεοδώρα διεκδίκησε το δικαίωμά της να κυβερνήσει ως γυναίκα, χρησιμοποιώντας όλη την ισχύ ενός αυτοκράτορα για να ανυψώσει ορισμένα άτομα σε θέσεις εξουσίας, να καταδικάσει άλλους σε εξορία, να κατάσχει περιουσίες και να προκαλέσει ακόμη και τον θάνατο ορισμένων. Μολονότι απέτυχε να εδραιώσει την ηγεμονία της και δεν κατόρθωσε να προβλέψει τη συνωμοσία του αδελφού της για την απομάκρυνσή της, διατήρησε ωστόσο με επιτυχία την αυτοκρατορική κληρονομιά και τη μεταβίβασε στον γιο της, τον Μιχαήλ. Η ανεπάρκεια του τελευταίου δεν είναι ολοκληρωτικά δική της ευθύνη. Είναι ωστόσο αλήθεια ότι δεν τον προετοίμασε να κυβερνήσει: πρώτα ο Βάρδας και κατόπιν ο Βασίλειος πέτυχαν να τον πείσουν πως εκείνοι θα τα κατάφερναν καλύτερα. Όμως ο Μιχαήλ ήταν ο μοναδικός αυτοκράτορας μέχρι το 866. Η Θεοδώρα πάντως στάθηκε ανήμπορη να απομακρύνει τον Μιχαήλ από την ερωμένη του και ο τελευταίος βρήκε τον τρόπο, τη στιγμή που παντρευόταν την ευνοούμενη της μητέρας του, να πετύχει μια περίπλοκη συμφωνία η οποία εδραίωσε τη φιλία του με τον Βασίλειο και τελικά οδήγησε στην πτώση του.
Τι ακριβώς και σε ποιο βαθμό άντλησε η Θεοδώρα από την κληρονομημένη γνώση που της άφησε η Ειρήνη με τα επιτεύγματά της από το 787 και μετά, δεν αποσαφηνίζεται στις πηγές της εποχής της. Ωστόσο η προηγούμενη αυτοκράτειρα καθιέρωσε ένα πρότυπο ζωής και η Σύνοδος του 787, που είχε επιτύχει τον σκοπό της με τη δεύτερη προσπάθεια, πρόσφερε μια μέθοδο με την οποία η εικονομαχία έμελλε να ανατραπεί μια και καλή. Η Θεοδώρα είχε άλλωστε στη νεαρή της ηλικία την καθοδήγηση της εγγονής τής Ειρήνης, της Ευφροσύνης, η οποία έζησε την εποχή της επιτυχημένης εικονολατρικής αναγέννησης που επακολούθησε τη Σύνοδο του 787. Η Ευφροσύνη υποστήριξε την αντίθεση της Θεοδώρας στους εντεινόμενους εικονομαχικούς διωγμούς, τους οποίους αποδοκίμαζαν και οι δυο τους, και της πρόσφερε το πρότυπο του οικογενειακού μεταθανάτιου ιερού που οικοδομείται μέσα σε προσωπικά μοναστικά ιδρύματα. Μια και η ίδια η Θεοδώρα δεν διέθετε προφανώς αυτοκρατορικά διαπιστευτήρια και ήταν ελάχιστα προετοιμασμένη για τον ρόλο της αυτοκράτειρας, τα παραπάνω ασφαλώς θα τη βοήθησαν τα μέγιστα. Κτίζοντας πάνω στη δύναμη που είχαν αναπτύξει τέσσερις γενιές γυναικών, η Θεοδώρα κατόρθωσε να εδραιώσει τα εικονολατρικά αισθήματα τα οποία ήταν βαθιά ριζωμένα στη βυζαντινή κοινωνία. Πρόκειται για ένα αξιοσημείωτο κατόρθωμα.
Πρώτη εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΦΥΡΑ
ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ
Η επεξεργασία, επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου