ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΦΥΡΑ
ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
Ενότητες
Θεοδώρα: Η νύφη απο την Παφλαγονία
Η Παφλαγονία στις αρχές του Θ' αιώνα
Ιδιαιτερότητες της Παφλαγονίας
Η οικογενειακή προέλευση της Θεοδώρας
Η ανατροφή της Θεοδώρας
Τα γαμήλια «καλλιστεία»
Η Θεοδώρα αυτοκράτειρα (830-842)
Ο Θεόφιλος και η εικονομαχία
Λαϊκή υποστήριξη της εικονομαχίας
Η Θεοδώρα ως πάτρωνας
Ο Θεόφιλος ως πάτρωνας
Τα τελευταία χρόνια του Θεόφιλου
Η Θεοδώρα ως αντιβασίλισσα (842-856)
Η ανατροπή της εικονομαχίας
Η μετάνοια του Θεόφιλου
Η δεύτερη αναστήλωση των εικόνων (843)
ΣΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΙΙΣ ΘΕΟΔΩΡΑΣ ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΠΡΟσκήνιο η τρίτη μας αυτοκράτειρα κόρη ενός ζευγαριού από την αγροτική Παφλαγονία, η οικογένεια της οποίας απέκτησε φήμη και περιουσία χάρη στη δική της ομορφιά. Όπως είδαμε, ο νεαρός Θεόφιλος την επέλεξε για γυναίκα του ύστερα από έναν διαγωνισμό ομορφιάς ανάμεσα στις υποψήφιες νύφες του. Επειδή κάποιες πλευρές της ιστορίας των αρχών του Θ' αιώνα φωτίζουν ως έναν βαθμό την καταγωγή της Θεοδώρας, ας εξετάσουμε πρώτα ό,τι μας είναι γνωστό για τον τόπο της γέννησής της και την οικογένειά της.
Η Παφλαγονία στις αρχές του Θ' αιώνα
Η Παφλαγονία είναι μια ορεινή περιοχή της βόρειας Μικράς Ασίας που συνορεύει με τη Μαύρη Θάλασσα. Τότε, όπως και σήμερα, ήταν πηγή ξυλείας για τη ναυπήγηση πλοίων και στη μεγάλη τους πλειονότητα οι κάτοικοι αυτής της παράκτιας επαρχίας ήταν ναυτικοί. Προμήθευε επίσης την πρωτεύουσα με σιτηρά, χοιρινό κρέας και άλλα «χρειώδη». Σύμφωνα με τον Βίο της Θεοδώρας, η Παφλαγονία διέθετε τη δική της αφθονία αγαθών από τα οποία επωφελούνταν όλα τα μέρη του κόσμου.1 Βρισκόταν ανάμεσα στο Θέμα των Βουκελλαρίων στα δυτικά και στο τεράστιο Θέμα των Αρμενιακών στα ανατολικά που εκτεινόταν ως τα ανατολικά σύνορα της Αυτοκρατορίας. Δεν είναι βέβαιο αν η περιοχή αποτελούσε στο παρελθόν τμήμα ενός από αυτά τα δύο μεγαλύτερα Θέματα ή αν ήταν μοιρασμένη μεταξύ τους.2
Η Παφλαγονία ιδρύθηκε ως ξεχωριστή επαρχία με δικό της στρατηγό το 819/820. Αιτία γι’ αυτή την υποδιαίρεση υπήρξαν οι πολυάριθμες εξεγέρσεις στρατιωτών που ήταν εγγεγραμμένοι στους στρατιωτικούς καταλόγους του Θέματος των Αρμενιακών. Στα τέλη του Η' αιώνα είχαν στασιάσει περισσότερες από μία φορές κατά του Κωνσταντίνου ΣΤ' και είχαν φερθεί εχθρικά κατά των στρατευμάτων του Θέματος των Ανατολικών. Το 819, ο Λέων Ε', πρώην στρατηγός των Ανατολικών, αποφάσισε να χαλιναγωγήσει τη δύναμη που είχαν αποκτήσει τα στρατεύματα του Θέματος των Αρμενιακών στην ανακήρυξη των βασιλέων. Για να το επιτύχει δημιούργησε δύο νέες επαρχιακές μονάδες στην περιοχή του Θέματος των Αρμενιακών: το δουκάτο της Χαλδίας στο ανατολικό άκρο και την Παφλαγονία στα δυτικά (βλ. χάρτη 3). Έτσι μείωσε την έκταση του Θέματος των Αρμενιακών στο ένα τρίτο περίπου της αρχικής.
Ο στρατηγός του νέου Θέματος των Αρμενιακών διατήρησε τη θέση του στην ιεραρχία του στρατεύματος και ο μισθός του ήταν πολύ μεγαλύτερος από τον αντίστοιχο των επικεφαλής των νέων επαρχιών στο εξής είχε την ευθύνη ενός ιδιαιτέρως ευαίσθητου τομέα των συνόρων με τους Άραβες, με κέντρο την Κάμαχο, και παράλληλα ενός πολύ μικρότερου τμήματος της ακτής της Μαύρης Θάλασσας. Η Χαλδία, με πρωτεύουσα την Τραπεζούντα, περιλάμβανε μια μακριά λωρίδα της ακτογραμμής και η Παφλαγονία, με την εκτεταμένη ενδοχώρα νότια της πρωτεύουσάς της, της Γάγγρας, δέσποζε σε ένα κεντρικό τμήμα της Μικράς Ασίας. Και τα δύο καινούργια Θέματα διέθεταν ναυτικές δυνάμεις, οι οποίες περιπολούσαν στις θαλάσσιες οδούς που ήταν τόσο ζωτικές για το εμπόριο.3 Οι τελευταίες απειλούνταν από εχθρικές δυνάμεις που εξορμούσαν από τα βόρεια παράλια όπου οι «Ρως» Βίκινγκς από τη Σκανδιναβία οι οποίοι είχαν διεισδύσει μέσω του ποτάμιου δικτύου της Ρωσίας είχαν αρχίσει να αποτολμούν επιθέσεις κατά των νοτίων παραλίων της Μαύρης Θάλασσας. Αφηγήσεις επιθέσεων των Ρως σε παραλιακές πόλεις της Παφλαγονίας, όπως η Άμαστρις, υπογραμμίζουν τον απροσδόκητα τρομοκρατικό χαρακτήρα τους, ωστόσο οι επιδρομές φαίνεται να σταματούν γύρω στο 839. Η εμφάνιση θαλασσινών επιδρομέων από τον βορρά καθιστά ακόμη πιο εμφανή τη σημασία των νέων Θεμάτων κατά μήκος της νότιας ακτής της Μαύρης Θάλασσας.4
Ιδιαιτερότητες της Παφλαγονίας
Στα μέσα του I' αιώνα, η περιοχή της Παφλαγονίας ήταν φημισμένη για την παραγωγή χοιρινού (το χοιρινό ήταν το πιο συνηθισμένο κρέας στη διατροφή των Βυζαντινών) και ειδικότερα για το μπέικον. Ήταν επίσης γνωστή ως πηγή ευνούχων (όχι ξένων αλλά αυτοχθόνων Βυζαντινών). Αυτός ο συνδυασμός στάθηκε η αφορμή για άσχημα αστεία σε βάρος των Παφλαγόνων (οι Βυζαντινοί τους αποκαλούσαν «οπίσθια χοίρων»), καθώς και για δυσμενή σχόλια σχετικά με την παράνομη εφαρμογή του ευνουχισμού. Γύρω στο 900, οι ευνούχοι από την Παφλαγονία κατείχαν πολύ σημαντικά αξιώματα στην Αυλή. Φαίνεται ωστόσο ότι ο ακρωτηριασμός που προετοίμαζε τους νεότερους γιους για καριέρα στην Αυλή ή την Εκκλησία είχε καθιερωθεί στην περιοχή αρκετά νωρίτερα.5 Ο Νικήτας, ο οποίος επρόκειτο να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στα τέλη του Η' και στις αρχές του Θ' αιώνα, είχε σταλεί από τους γονείς του από την Παφλαγονία στην Αυλή της Ειρήνης τη δεκαετία του 770.6 Τον είχαν προηγουμένως ευνουχίσει. Από αυτή ακριβώς τη στιγμή της ιστορίας του Η' αιώνα η Παφλαγονία αναφέρεται ως πηγή προμήθειας ντόπιων ευνούχων για τη βυζαντινή Αυλή.7
Ο Νικήτας είχε γεννηθεί το 761/762 και έφτασε στην Κωνσταντινούπολη γύρω στο 778, σε ηλικία δεκαεπτά ετών. Εισήλθε στα διαμερίσματα της Ειρήνης ως νεαρός ευνούχος υπηρέτης (οικείος) και παρευρέθηκε στη Σύνοδο του 787. Αργότερα κατέλαβε υψηλές θέσεις στον στρατό στη διάρκεια της βασιλείας της. Η Ειρήνη του χάρισε ένα σημαντικό μέρος των λειψάνων της αγίας Ευφημίας, όταν αυτά μεταφέρθηκαν στην ομώνυμη εκκλησία κοντά στον Ιππόδρομο. Το 797 ο Νικήτας αναφέρεται ως στρατηγός της Σικελίας, γεγονός που μας βάζει στον πειρασμό να τον συνδέσουμε με την οικοδόμηση ενός ναού της Αγίας Ευφημίας στο νησί. Όμως η συγκεκριμένη εκκλησία αποδίδεται σ’ έναν Νικήτα που φέρει το οικογενειακό όνομα Μονομάχος.8 Ενώ ο Νικήτας υπηρετούσε στη Δύση, επισκέφτηκε τη Ρώμη όπου απέκτησε μια εικόνα του Χριστού. Στη σχετικά προχωρημένη ηλικία των πενήντα εκάρη και εντάχτηκε σε μια μοναστική κοινότητα στην πρωτεύουσα, προφανώς με τη θέλησή του. Μολονότι πολλές πλευρές της σταδιοδρομίας του παραμένουν ασαφείς, δεν αμφισβητείται η προσήλωσή του στην υπόθεση της εικονολατρίας. Ο Νικήτας εδιώχθη από τον Λέοντα Ε' και τον Θεόφιλο εξαιτίας της εικονολατρικής στάσης του και πιθανότατα πέθανε εξόριστος το 836.
Παρόμοια καριέρα εξασφάλισε και ένας άλλος ευνούχος από την Παφλαγονία, ο Λέων, που είναι γνωστός τόσο με το όνομα του αξιώματος που κατείχε για πολλά χρόνια ως «Λέων ο σακελλάριος» (θησαυροφύλακας) όσο και ως Λέων από τη Σινώπη.9 Αν και η Σινώπη, που βρίσκεται στην ακτή της Μαύρης Θάλασσας, προσαρτήθηκε στο Θέμα των Αρμενιακών κατά τη διάρκεια της ανακατανομής του Θ' αιώνα, η απόστασή της από τα σύνορα της νέας επαρχίας της Παφλαγονίας είναι τόσο μικρή, που δύσκολα την ξεχωρίζει κανείς. 'Οπως και ο Νικήτας, έτσι και ο Λέων υποστηρίχτηκε από την Ειρήνη και έφτασε στην κορυφή του υπουργείου των Οικονομικών το 802, οπότε και υποστήριξε το πραξικόπημα του Νικηφόρου Λ'. Οι εικονολατρικές συμπάθειές του γίνονται φανερές από τη φιλία του με τον Θεόδωρο Στουδίτη και από την προσπάθειά του να συμφιλιώσει τον εξόριστο πατριάρχη με τον Μιχαήλ Β' το 824. Ο Θεόφιλος τον διατήρησε στο ίδιο αξίωμα. Γνωρίζουμε επίσης ότι ο Λέων παρακάλεσε τον άγιο Ιωαννίκιο να προσευχηθεί υπέρ αυτού όταν, περί το 838, επισκέφτηκε τον άγιο στη Βιθυνία. Όπως και οι μεταγενέστεροι Παφλαγόνες που συνήθιζαν να ευνουχίζουν τους γιους τους, οι γονείς του Λέοντα και του Νικήτα τους είχαν κιόλας προετοιμάσει μια σταδιοδρομία, γεγονός που συνέβαλε στη δημιουργία μιας εδραιωμένης παράδοσης. Ωστόσο η οικογένεια της Θεοδώρας δεν ακολούθησε αυτό το πρότυπο.
Η οικογενειακή προέλευση της Θεοδώρας
Οι γονείς της Θεοδώρας κατάγονταν από το χωριό Εβίσσα και ο πατέρας της, Μαρίνος, ήταν εγγεγραμμένος στον στρατιωτικό κατάλογο. Ένα διάστημα υπήρξε τουρμάρχης ή δρουγγάριος, τίτλος του επικεφαλής τμήματος της επαρχίας (είτε του Θέματος των Αρμενιακών πριν από το 819 είτε της ίδιας της Παφλαγονίας). Ωστόσο το 830 ο Μαρίνος έχει ήδη πεθάνει, εξ ου και η ασάφεια που επικρατεί σχετικά με τον ακριβή του ρόλο στον στρατό. Η μητέρα της Θεοδώρας, η Φλώρινα, είχε έξι παιδιά, και η Θεοδώρα ήταν πιθανόν το τέταρτο. Μια και οι πηγές δεν καταγράφουν καμιά χρονολογία γέννησης, η ηλικία της Θεοδώρας όσο και των αδελφών της πρέπει να υπολογιστεί με βάση άλλα στοιχεία που τους αφορούν · οι χρονολογίες των γάμων είναι μια σημαντική ένδειξη. Η χήρα Φλώρινα πιθανότατα είχε αφοσιωθεί στον μοναστικό βίο, υιοθετώντας το όνομα Θεοκτίστη αντί του μάλλον μη χριστιανικού βαπτιστικού της ονόματος.10
Στοιχεία για την κοινωνική θέση της οικογένειας της Θεοδώρας υπάρχουν σε διάσπαρτες αναφορές: οι συγγενείς της πιθανότατα ασχολούνταν με το ναυτικό εμπόριο στη Μαύρη Θάλασσα, ίσως μάλιστα είχαν ιδιόκτητα πλοία. Συναναστρέφονταν ορισμένες αρμενικές οικογένειες στην πρωτεύουσα και αποτελούσαν τμήμα της «μαφίας» των Ανατολιτών που βρήκαν ευνοϊκό περιβάλλον στον στρατό του Μιχαήλ Β' και στην εικονομαχική Αυλή. Ένας απ’ αυτούς ήταν θείος της Θεοδώρας, ο Μανουήλ ο Αρμένιος, ο οποίος είχε διοριστεί ως στρατηγόςδιοικητής και των πέντε ασιατικών επαρχιών, πράγμα ασυνήθιστο, για ένα σύντομο διάστημα το 819/820. Ο Μιχαήλ Β' τον διατήρησε στην υπηρεσία του, όμως όταν ο Θεόφιλος αναρρήθηκε στον θρόνο το 829, ο Μανουήλ κατηγορήθηκε για προδοσία από τον Μύρωνα, τον λογοθέτη του δρόμου, και αυτομόλησε στους Άραβες. Κατόρθωσε τελικά να επιστρέφει στην Αυτοκρατορία και αποκαταστάθηκε στο αξίωμα του πρώτου στρατιωτικού συμβούλου του νεαρού αυτοκράτορα.
Φαίνεται ότι οι συγγενείς της Θεοδώρας ήταν γνωστοί ως «άνθρωποι των επιχειρήσεων» και έτσι η φήμη της οικογένειάς της δεν αμαυρώθηκε από τον συσχετισμό με τη χοιροτροφία.11 Εκτός από τον Μανουήλ, δεν είναι σαφές αν η οικογένεια ήταν σημαντική και αν διέθετε ισχυρές διασυνδέσεις πριν από το 830: ο τίτλος του δρουγγάριου δεν είναι ιδιαιτέρως υψηλός στην ιεραρχία ενός Θέματος, άλλωστε ο Μαρίνος είχε ήδη πεθάνει. Όμως το γεγονός και μόνο της καταχώρισης στους στρατιωτικούς καταλόγους με οποιονδήποτε τίτλο αποτελούσε ένδειξη πλούτου και δυνατοτήτων.12 Πιθανόν οι δύο αδελφοί της Θεοδώρας να προορίζονταν να ακολουθήσουν τα βήματα του πατέρα τους στον στρατό: ο Πετρωνάς αναδείχθηκε αργότερα ικανός αξιωματικός και ο άλλος, ο Βάρδας, αναρριχήθηκε συν τω χρόνω σε πολύ υψηλά αξιώματα. Οι αδελφές της έκαναν εξαιρετικούς γάμους, όμως απ’ ό,τι φαίνεται αυτοί οι δεσμοί με βλαστούς της υψηλής κοινωνιας της Κωνσταντινούπολης δεν θα πρέπει να θεωρηθούν επιτυχίες της οικογένειας αλλά να αποδοθούν στα σχέδια της Ευφροσύνης. Ωστόσο δεν διαθέτουμε μαρτυρίες για τους λόγους που επιλέχτηκε να τιμηθεί με την ύψιστη τιμή του αυτοκρατορικού γάμου η οικογένεια της Θεοδώρας και όχι κάποια άλλη.
Η ανατροφή της Θεοδώρας
Από τη στιγμή που δεν υπάρχει καμία μαρτυρία για τα παιδικά χρόνια της Θεοδώρας, το μόνο που μπορούμε να υποθέσουμε είναι ότι μεγάλωσε με τις παραδόσεις του «αδραχτιού και της ροκάς», κλώθοντας το νήμα και υφαίνοντας ρούχα, ό,τι πιο ταιριαστό για ένα κορίτσι. Τι άλλο να μάθαινε στην Εβίσσα; Το πολύ να μάθαινε τα σχετικά με τις εποχιακές εργασίες των αγροτών, μια και το Βυζάντιο ήταν μια κατ’ εξοχήν αγροτική κοινωνία, και επιπλέον, στην περίπτωση της παραθαλάσσιας Παφλαγονίας, να αποκτούσε κάποιες γνώσεις σχετικά με το ψάρεμα και τη ναυσιπλοΐα. Η χριστιανική λειτουργία προφανώς κυριαρχούσε στη ζωή των περισσότερων κατοίκων της επαρχίας, αφού καθόριζε τις αργίες (Κυριακές και μεγάλες εορτές της Εκκλησίας) και τους δίδασκε τις ιστορίες της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, καθώς και τους βίους των αγίων μέσω της τακτικής ανάγνωσης στους ναούς. Παρά την επικράτηση της εικονομαχίας στη διάρκεια των παιδικών χρόνων της Θεοδώρας, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και εκείνη διδάχτηκε όλα τα βασικά στοιχεία της χριστιανικής εκπαίδευσης και γνώριζε τα θεολογικά ζητήματα όπως και κάθε άλλο κορίτσι που μεγάλωνε σε αγροτικό περιβάλλον.
Ο Βίος της καταγράφει επιμελώς ότι οι γονείς της παρέμειναν αφοσιωμένοι στις εικόνες σε όλη την περίοδο της επίσημης εικονομαχίας και βοηθούσαν πάντα όσους υπέφεραν από τους διωγμούς των εικονομάχων.13 Ωστόσο η Φλώρινα επέτρεψε σε δύο από τις κόρες της να παντρευτούν άνδρες που ήταν φανατικοί υποστηρικτές της εικονομαχικής πολιτικής της Συνόδου της Αγίας Σοφίας (815). Μία από τις αδελφές της Θεοδώρας, η Καλομαρία, που ήταν μάλλον μεγαλύτερή της, παντρεύτηκε τον Αρσαβήρ, αδελφό του Ιωάννη Γραμματικού, του παιδαγωγού που είχε αναλάβει την αμιγώς εικονομαχική παιδεία του Θεόφιλου. Ο συγκεκριμένος γάμος υποδηλώνει ότι η οικογένεια ήταν γνωστή για τη σταθερή της προσήλωση στην επίσημη κρατική πολιτική κατά των εικόνων που εφαρμοζόταν μετά το 815.
Όταν η Ευφροσύνη καλεί τα όμορφα νεαρά κορίτσια να τη συναντήσουν στο Μέγα Παλάτιο, οι πηγές δεν μας πληροφορούν για κάποιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που να καθιστούσε τη Θεοδώρα κατάλληλη για τον πλέον περίβλεπτο γάμο. Ενδέχεται ωστόσο η γονιμότητα της οικογένειάς της και η καλή της υγεία να τη βοήθησαν ώστε να αναλάβει τον αυτοκρατορικό ρόλο που έμελλε να εκπληρώσει με μεγάλη επιτυχία: την τεκνοποίηση. Πράγματι η Θεοδώρα γεννάει παιδιά με θαυμαστή κανονικότητα, επτά εγκυμοσύνες σε λιγότερο από δέκα χρόνια, μέχρι τον Ιανουάριο του 840, οπότε και γεννιέται ο γιος της Μιχαήλ. ΓΓ αυτό το καθήκον δεν χρειάζεται καμία εκπαίδευση, τη βοηθούν τα γονίδιά της το προηγούμενο της Φλώρινας πιθανότατα είχε εκτιμηθεί ιδιαιτέρως από την Ευφροσύνη. Είναι επίσης ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι, όπως η Ειρήνη η Αθηναία και η Μαρία από την Άμνια, ένα ορφανό κορίτσι έχει τις ίδιες πιθανότητες με τις άλλες υποψήφιες. Μήπως εδώ υποβόσκει η αντίληψη ότι ένας ακμαίος και ισχυρός πατέρας ήταν δυνατόν να δημιουργήσει προσκόμματα στην καινούργια αυτοκρατορική νύφη; Ίσως τελικά ο Κωνσταντίνος Ε' το 769, η Ειρήνη το 788 και η Ευφροσύνη το 830 να προτίμησαν ένα κορίτσι που ο βασικός άρρην συγγενής του δεν ζούσε πια κι έτσι δεν μπορούσε να απαιτήσει την ανταμοιβή του ως επιτυχημένος πατέρας της νύφης.
Τα γαμήλια «καλλιστεία»
Από τη στιγμή που η Θεοδώρα και η οικογένειά της φτάνουν στην πρωτεύουσα μαζί με τις άλλες νεαρές καλλονές, η Ευφροσύνη τις παρουσιάζει στον θετό της γιο και τον καλεί να επιλέξει τη μελλοντική του σύζυγο. Αντίθετα από τον Κωνσταντίνο ΣΤ' που δεν είχε περιθώρια επιλογής, ο Θεόφιλος καλείται τουλάχιστον να παίξει τον ρόλο του Πάρι. Σώζονται δύο διαφορετικές παραλλαγές του γεγονότος. Στον Βίο της Θεοδώρας ο Θεόφιλος επιθεωρεί όλες τις υποψήφιες και τους μοιράζει από ένα μήλο. Την άλλη μέρα τους ζητάει να του επιστρέψουν τα μήλα και ενώ όλες οι κοπέλες σαστίζουν, η Θεοδώρα είναι η μόνη που δεν έχει φάει το δικό της. Δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στην επίσκεψή της στον Ησαΐα, έναν άγιο άνθρωπο που ζούσε τη ζωή του στυλίτη στην κορυφή ενός πύργου κοντά στη Νικομήδεια. Η Θεοδώρα λέει στον Θεόφιλο πώς και εκείνος της είχε προσφέρει ένα μήλο και είχε προφητεύσει την επιτυχία της. Έτσι παρουσιάζει δύο μήλα στον αυτοκράτορα, που όπως λέει αντιπροσωπεύουν την παρθενία της και τη γονιμότητά της (την υπόσχεση πως θα του γεννήσει έναν γιο), δύο βασικές προϋποθέσεις για μια αυτοκρατορική νύφη.14
Στη δεύτερη παραλλαγή, η συζήτηση του Θεόφιλου με μία άλλη υποψήφια, την Κασσία, είναι το κυρίαρχο στοιχείο της διαδικασίας επιλογής. Όταν ο αυτοκράτορας ανοίγει τη συνομιλία δηλώνοντας πως η γυναίκα είναι η πηγή όλων των κακών ένας αξιοθρήνητος τρόπος για να κερδίσει κάποιος τη συμπάθεια της μελλοντικής του συζύγου, η Κασσία του υπενθυμίζει ότι η γυναίκα είναι η πηγή του μεγαλύτερου αγαθού. Ο διάλογος αποτελεί μέρος ενός γνωστού αποσπάσματος όπου αντιπαρατίθενται οι ρόλοι της Εύας και της Παρθένου Μαρίας.15 Εξαιτίας του πρώτου αμαρτήματος της ανυπακοής της Εύας, οι γυναίκες καταδικάζονται να είναι κατώτερες από τον άνδρα. Όμως μέσω του εκπληκτικού ρόλου της αειπαρθένου Θεοτόκου, τους παρέχεται μια δεύτερη ευκαιρία να λυτρωθούν ακολουθώντας το παράδειγμα της αγνότητας και της αφοσίωσης στον Χριστό. Ο Θεόφιλος, που δεν του αρέσει να του υπενθυμίζουν με τέτοια σπουδή τη λυτρωτική δύναμη των Χριστιανών γυναικών, προχωράει στη δεύτερη υποψήφια, τη Θεοδώρα, στην οποία προσφέρει το χρυσό μήλο. Δεν αναφέρεται καμία συζήτηση μεταξύ τους, αντίθετα τονίζεται η ομορφιά και των δύο κοριτσιών.
Και στις δύο παραλλαγές των γαμήλιων καλλιστείων, με τις απίθανες συζητήσεις ανάμεσα στον αυτοκράτορα και στις υποψήφιες συζύγους του, ο στόχος του διαγωνισμού είναι σημαντικότερος από τον τρόπο διεξαγωγής του. Τα γαμήλια καλλιστεία αποκτούν βαρύτητα με τις λεπτομέρειες και τις προδιαγραφές τους προκειμένου να εμπεδώσουν την πίστη του λαού σε αυτή τη μέθοδο επιλογής. Πρέπει να ενθαρρύνεται η προσδοκία κάθε οικογένειας, σε πείσμα των πιθανοτήτων, ότι μπορεί να κερδίσει το ποθητό έπαθλο. Με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνονται προηγούμενες περιπτώσεις όπου κάποιος νεαρός πρίγκιπας είχε παντρευτεί με τη συγκεκριμένη διαδικασία επιπλέον αυτές οι αφηγήσεις θα εξακολουθήσουν να τρέφουν τους προκρίτους της επαρχίας με μεγάλες προσδοκίες τους επόμενους αιώνες. Πιθανόν και οι δύο υποτιθέμενες συζητήσεις να αποτελούν αφηγηματικές εξεργασίες πάνω στη διαδικασία της επιλογής, οι οποίες επινοήθηκαν εν μέρει για να συμπληρώσουν ένα γεγονός που δεν είναι δυνατόν να τεκμηριωθεί αλλιώς αφού δεν συνέβη ποτέ. Ή, ίσως, για να δανειστώ μια σύγχρονη στερεότυπη έκφραση, μπορούμε να πούμε ότι τα γαμήλια καλλιστεία δεν συνιστούν γεγονός αλλά διαδικασία. Είναι αδύνατο να πούμε τι ρόλο έπαιξαν στην τελική επιλογή τα προσόντα της οικογένειας ή ο χαρακτήρας της νύφης. Μένουμε ωστόσο με την έκδηλη εντύπωση πως ο γάμος είχε κανονιστεί εκ των προτέρων, αλλά η Ευφροσύνη επέτρεψε στον Θεόφιλο να έχει την αίσθηση ότι επιλέγει εκείνος. Η Θεοδώρα στέφθηκε αυτοκράτειρα στις 5 Ιουνίου του 830 σύμφωνα με τα ειωθότα και ακολούθησαν οι γαμήλιοι εορτασμοί.
Η Θεοδώρα αυτοκράτειρα (830-842)
Σ το πρώτο διάστημα της βασιλείας του Θεόφιλου, η Θεοδώρα είναι ολοκληρωτικά αφοσιωμένη στην τεκνοποιία. Μένει έγκυος και γεννάει σχεδόν κάθε χρόνο, αν και δεν διαθέτουμε στοιχεία για τις χρονολογίες γέννησης των τριών πρώτων θυγατέρων της και του πρώτου της γιου. Όμως κρίνοντας και από τα λιγοστά γεγονότα που μπορούν να χρονολογηθούν στη δεκαετία του 830840, τη Θεοδώρα την απασχολούσαν αρκετά τα παιδιά της. Η πρωτότοκη, η Θέκλα, βαπτίστηκε με το όνομα της γιαγιάς της απ’ τη μεριά του πατέρα της, η οποία είχε πεθάνει πολλά χρόνια πριν και είχε ταφεί με τον σύζυγό της, τον Μιχαήλ Β', στους Αγίους Αποστόλους. Προς τιμήν της μικρούλας Θέκλας κόβονται νομίσματα για να αναγγείλουν τη γέννησή της και τη στέψη της. Αργότερα ο πατέρας της θα την προτείνει ως υποψήφια νύφη του Λουδοβίκου Β', του γιου τού Λοθάριου και εγγονού του Λουδοβίκου του Ευσεβούς. Παρότι αυτή η διπλωματική πρόταση δεν ευτύχησε, μας υπενθυμίζει τη σημασία που είχε για τους αυτοκράτορες η ύπαρξη πολλών παιδιών, θυγατέρων όσο και γιων. Και πράγματι, αντίθετα με τον Κωνσταντίνο ΣΤ', ο Θεόφιλος παρουσιάζεται περήφανος για τις κόρες του. Το 833 διατάζει την απεικόνιση των επόμενων δύο, της Άννας και της Αναστασίας, στην πίσω όψη των χρυσών νομισμάτων του, ενώ στην μπροστινή τον περιστοιχίζουν η Θεοδώρα και η Θέκλα.16 Εμφανίζεται λοιπόν περιβαλλόμενος από τέσσερις γυναίκες, ένα πολύ σπάνιο είδος αυτοκρατορικών νομισμάτων.
Η χαρά του για την έλευση του πρώτου του γιου, το 834, αποτυπώνεται επίσης σε νομίσματα. Παρ’ όλο που το αρσενικό παιδί έπρεπε να ονομαστεί Μιχαήλ, όπως και ο παππούς του από τη μεριά του πατέρα του, ο Θεόφιλος παραβιάζει τον κανόνα και του δίνει το όνομα Κωνσταντίνος, πιθανόν για να τιμήσει τόσο τον ιδρυτή της Κωνσταντινούπολης όσο και τον μεγάλο εικονομάχο αυτοκράτορα, τον πέμπτο με αυτό το όνομα. Ο αυτοκράτορας στέφει τον γιο του συναυτοκράτορα με την προσδοκία ότι θα κληρονομήσει τον θρόνο του. Όμως δυστυχώς ο Κωνσταντίνος δεν έμελλε να επιβιώσει: γύρω στο 835 ξεφεύγει από την επιτήρηση της τροφού του, πέφτει μέσα σε μια στέρνα στους κήπους του Μεγάλου Παλατιού και πνίγεται. Αυτό το τραγικό συμβάν σημαδεύεται από μια τελετουργική ταφή στο μαυσωλείο του Ιουστινιανού, στον ναό των Αγίων Αποστόλων, όπου η μικρή σαρκοφάγος του Κωνσταντίνου τοποθετείται πλάι σε αυτές των παππούδων του, του Μιχαήλ Β' και της πρώτης του συζύγου, της Θέκλας. Οι θλιμμένοι γονείς ελπίζουν ωστόσο στην απόκτηση ακόμη ενός γιου, αν και τα επόμενα παιδιά τους είναι και τα δύο κορίτσια: η Μαρία και η Πουλχερία. Η υπομονή τους τελικά ανταμείβεται, όταν η Θεοδώρα γεννάει στις 9 Ιανουάριου του 840 ένα αρσενικό παιδί που βαπτίζεται Μιχαήλ και στέφεται από τον πατέρα του, πιθανότατα τα επόμενα Χριστούγεννα.
Στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας η Θεοδώρα θα θάψει την τέταρτη κόρη της Μαρία, που πεθαίνει το 839 και πηγαίνει να συναντήσει τον αδελφό της Κωνσταντίνο στο αυτοκρατορικό μαυσωλείο. Η μητέρα της ΦλωρίναΘεοκτίστη πεθαίνει χωρίς να αναφέρεται το έτος του θανάτου της και θάβεται στο μοναστήρι που είχε κάνει σπίτι της, τα Γαστρίου. Η αυτοκράτειρα ίσως κιόλας να σκέφτεται να μετατρέψει αυτή τη Μονή σε οικογενειακό ιερό ακολουθώντας το παράδειγμα της Ευφροσύνης. Παρότι ο πατέρας της Μαρίνος προφανώς είχε ταφεί στην Παφλαγονία και οι αδελφές της πιθανότατα θα αναπαυθούν στους τάφους των συζύγων τους, είναι αξιοσημείωτο ότι πολλοί συγγενείς της Θεοδώρας θα ταφούν τελικά στη Μονή τα Γαστρίου.
Ιδιωτικά, η Θεοδώρα φαίνεται ότι συνέχιζε ορισμένες δραστηριότητες τις οποίες δεν ενέκρινε ο άνδρας της. Η πιο παράξενη αφορά το υποτιθέμενο ενδιαφέρον της για το εμπόριο, δραστηριότητα που συνδέεται με την ιστορία που θέλει τον Θεόφιλο να διατάζει το κάψιμο ενός εμπορικού πλοίου μαζί με το φορτίο του όταν πληροφορείται ότι ανήκει στη γυναίκα του.17 Αν πρόκειται να δώσουμε την παραμικρή πίστη στο συγκεκριμένο επεισόδιο, αυτό σημαίνει ότι η Θεοδώρα διατήρησε τα εμπορικά ενδιαφέροντα της οικογένειάς της στην έγγαμη ζωή της και ότι κέρδισε πολλά χρήματα από το εμπόριο. Ο αυτοκράτορας καταδίκασε αυτή τη δραστηριότητα ως ασυμβίβαστη με την αυτοκρατορική ιδιότητα. Είναι όμως πιο πιθανό η ιστορία να επινοήθηκε για να αποδείξει την έλλειψη κρίσης του Θεόφιλου. Πάντως δεν παύει να είναι ένα παράξενο γεγονός, αφού αφήνεται να εννοηθεί ότι η εμπορική ναυτιλία δεν είχε ακόμη εδραιωθεί σε σημείο ώστε ο αυτοκράτορας να κάνει τα στραβά μάτια για τα βαρυφορτωμένα φορτηγά πλοία που διέπλεαν τον Βόσπορο. Αν ωστόσο το συγκεκριμένο επεισόδιο αφορούσε το εμπόριο ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο, το γεγονός θα έπρεπε να σταθεί αφορμή για πανηγυρισμούς, αφού η αναγέννηση του εμπορίου σηματοδοτούσε μια θετική εξέλιξη για την αυτοκρατορία του Θεόφιλου. Τα νομίσματα της βασιλείας του κυκλοφορούσαν πολύ πιο εκτεταμένα από τα νομίσματα προηγούμενων αυτοκρατόρων, γεγονός που υποδηλώνει διευρυμένες επαφές ανάμεσα στις επαρχίες και στην πρωτεύουσα.18
Μια λιγότερο ενοχλητική δραστηριότητα της αυτοκράτειρας ήταν η αφοσίωσή της στο ιερό της Θεοτόκου των Βλαχερνών, το οποίο επισκεπτόταν συχνά τόσο για να προσευχηθεί όσο και για να λουστεί στα περίφημα λουτρά του.19 Το γεγονός καταγράφεται στις χρονογραφίες αλλά και στα Πάτρια, σαν να παραλληλίζεται με τις εβδομαδιαίες επισκέψεις του αυτοκράτορα στην ίδια εκκλησία. Στον δρόμο προς τις Βλαχέρνες, ο Θεόφιλος επέτρεπε σε όσους το επιθυμούσαν να τον πλησιάσουν και να υποβάλουν τα αιτήματά τους για τυχόν αδικίες. Ο λαός φαίνεται ότι εκτιμούσε τη στάση του και συχνά οι άνθρωποι ζητούσαν την παρέμβασή του, με αποτέλεσμα αρκετοί ανώτεροι αξιωματούχοι να τιμωρούνται για κατάχρηση εξουσίας είτε επειδή δεν εφάρμοζαν σωστά τον νόμο. Οι επισκέψεις της Θεοδώρας στο ιερό των Βλαχερνών δεν είχαν παρόμοιο δημόσιο χαρακτήρα και ήταν περισσότερο θέμα προσωπικής πίστης. Όπως και πολλές άλλες γυναίκες, ίσως να ένιωθε μια ιδιαίτερη έλξη για τη λατρεία της Παρθένου. Επιπλέον, οι δύο επισκέψεις που υποτίθεται πως συνδέονταν με εγκυμοσύνες της Θεοδώρας είναι πιθανόν να έγιναν με αφορμή ένα σημαντικό ιερό κειμήλιο, τη ζώνη της Παρθένου, η οποία ήταν φημισμένη για τις θεραπευτικές της ιδιότητες. Ειδικότερα θεωρείτο ότι παραστεκόταν στις εγκύους και συνεπώς είναι πιθανόν να βοήθησε τη Θεοδώρα στους πολυάριθμους τοκετούς της.20
Ωστόσο η πιο σημαντική πλευρά της προσωπικής ζωής της Θεοδώρας είναι η εικαζόμενη αφοσίωσή της στις ιερές εικόνες η οποία, αν όντως αληθεύει, θα είχε προκαλέσει έριδες ανάμεσα στην αυτοκράτειρα και στον αυτοκράτορα. Έχουμε ήδη σημειώσει ότι η Θεοκτίστη, η μητέρα της Θεοδώρας, λάτρευε κρυφά τις εικόνες στα διαμερίσματά της στη Μονή τα Γαστρίου (βλ. κεφάλαιο 3). Η Θεοκτίστη πιστώνεται επίσης με τον εξέχοντα ρόλο της προστάτιδας των υπερμάχων της εικονολατρίας, όπως ο Μεθόδιος, ο οποίος αντιστάθηκε στις διώξεις του Θεόφιλου. Όμως αυτή η ταύτιση γίνεται από μεταγενέστερες εικονολατρικές πηγές, που επιδιώκουν διακαώς τη διαιώνιση των φυλετικών στερεοτύπων στα οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως. Για τη Θεοδώρα αναφέρεται πως πήγαινε τις κόρες της επίσκεψη στη γιαγιά τους, η οποία τις δίδασκε την εικονολατρία, και πως έκανε ό,τι μπορούσε για να ανακουφίσει από τα βάσανά τους τα θύματα των ποινών που επέβαλλαν οι εικονομάχοι. Στα τελευταία χρόνια της βασιλείας του, κατόρθωσε να πείσει τον σύζυγό της να επιτρέψει στον Λάζαρο, έναν εικονολάτρη αγιογράφο, να αναρρώσει από τις κακουχίες της φυλακής σ’ ένα μοναστήρι όπου κρατούνταν αρκετοί ήρωες της αντίστασης κατά της εικονομαχίας (βλ. παρακάτω). Από τη στιγμή που οι πηγές δίνουν έμφαση στην έκταση της εικονομαχικής καταστολής και στον αντίστοιχο ρόλο των γυναικών της αυτοκρατορικής οικογένειας που εναντιώνονται σε αυτή με διάφορους τρόπους, οφείλουμε στο σημείο αυτό να κάνουμε μια σύντομη παρέκβαση.
Ο Θεόφιλος και η εικονομαχία
Π αρότι ο νεαρός αυτοκράτορας επικύρωσε την πολιτική του πατέρα του κατά των εικόνων με την προαγωγή του Ιωάννη Γραμματικού, δεν υπάρχουν μαρτυρίες ότι στην αρχή τουλάχιστον της βασιλείας του πίστευε πως θα ήταν απαραίτητοι και άλλοι διωγμοί κατά των εικονολατρών. Πολλοί ηγέτες της μοναστικής κοινότητας είχαν συλληφθεί και είχαν φυλακιστεί σε διάφορα μέρη σε απομονωμένα αγροτικά φρούρια, σε μοναστήρια υπό τον έλεγχο εικονομάχων μοναχών, ακόμη και σε κελιά στα υπόγεια του Μεγάλου Παλατιού. Μετά τον θάνατο του Θεόδωρου Στουδίτη το 826, δεν πρόβαλε άλλη ηγετική προσωπικότητα ικανή να τον αντικαταστήσει. Οι αυτοκρατορικές Αρχές ίσως είχαν πιστέψει ότι η πολιτική τους θριάμβευσε.
Στα τέλη του 831, ωστόσο, άρχισαν να κυκλοφορούν υβριστικές φυλλάδες σχετικά με τον δήθεν επικείμενο θάνατο του Θεόφιλου. Παρόμοιες «προφητείες» είχαν προηγηθεί του θανάτου τόσο του Λέοντα Ε', όσο και του Μιχαήλ Β', γεγονός που αποκαλύπτει μια ιδιαίτερη εικονολατρική τάση. Οι επίσημοι κύκλοι θεωρούσαν ότι προέρχονταν από τον Μεθόδιο που καταγόταν από τις Συρακούσες της Σικελίας και είχε επιλεγεί από τον πάπα Πασχάλη Α' ως απεσταλμένος του στην προσπάθεια της Ρώμης να ασκήσει την επιρροή της στον Μιχαήλ Β' για το ζήτημα των εικόνων. Ο Μεθόδιος είχε φυλακιστεί επειδή πρότεινε την επιστροφή στις εικονολατρικές παραδόσεις και την αποκατάσταση του πρώην πατριάρχη Νικηφόρου, όμως αφέθηκε ελεύθερος το 829, όταν ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Β' συνειδητοποίησε πως πλησίαζε ο θάνατός του. Αλλά ο Θεόφιλος διέταξε και πάλι τη σύλληψή του και μαζί τη σύλληψη του Ευθύμιου, τέως (εικονολάτρη) επισκόπου των Σάρδεων. Στη διάρκεια της ανάκρισής τους, ο Ευθύμιος ισχυρίστηκε ότι η πεθερά του αυτοκράτορα, η Θεοκτίστη, τους είχε επισκεφτεί στη φυλακή. Αυτός ο ισχυρισμός υπήρξε μία από τις αφορμές για τον άγριο ξυλοδαρμό του εβδομηνταεπτάχρονου επισκόπου με αποτέλεσμα τον θάνατό του,21 γεγονός που απ’ ό,τι φημολογείται αναστάτωσε την αυτοκράτειρα. Ο Μεθόδιος επέζησε από τα βασανιστήρια και εξορίστηκε ξανά στο νησί της Αφουσίας, όπου και πέρασε τα επόμενα επτά χρόνια.
Με τη λήψη ανάλογων μέτρων κατά συγκεκριμένων ατόμων, φαίνεται πως η αντίσταση είχε καμφθεί. Ο Θεόφιλος προσπάθησε να αποτρέψει τη διδασκαλία της εικονολατρίας αποσύροντας τις εικόνες από την Κωνσταντινούπολη και τα περίχωρά της και απαγορεύοντας την δημιουργία εικόνων. Τον Ιούνιο του 833, διέταξε τον πατριάρχη Αντώνιο Κασσιματά να συγκαλέσει σύνοδο και να επαναβεβαιώσει το εικονομαχικό Ορθόδοξο δόγμα του 815.22 Αρκετοί σημαίνοντες εικονολάτρες, όπως ο Ιωσήφ της Θεσσαλονίκης και ο πατρίκιος Νικήτας (ο ευνούχος από την Παφλαγονία που είχε σταλεί στην Αυλή της Ειρήνης), εξορίστηκαν εκείνη την εποχή μαζί με ηγέτες της μοναστηριακής αντιπολίτευσης, όπως ο Ιωάννης από τα Κάθαρα, ο Μακάριος από την Πελεκητή και ο Πέτρος από την Ατρόα.23 Ωστόσο όλοι τους θα πεθάνουν μέχρι το 837 από φυσικά αίτια και όχι εξαιτίας των διωγμών. Οι περισσότεροι εικονολάτρες επίσκοποι ήταν επίσης νεκροί.
Όμως επί Ιωάννη Γραμματικού, ο οποίος ανακηρύχθηκε πατριάρχης στις 21 Απριλίου του 838, την Κυριακή μετά το Πάσχα, οι διωγμοί κατά των αμετανόητων εικονολατρών εντάθηκαν.24 Η καταγραμμένη τιμωρία δύο μοναχών που είχαν φτάσει στην Κωνσταντινούπολη ως απεσταλμένοι των Ανατολικών Πατριαρχείων, των αδελφών Θεοφάνη και Θεόδωρου, και του Λάζαρου, ενός Χαζάρου αγιογράφου και μοναχού, φανερώνει την αποφασιστικότητα των Αρχών της εικονομαχίας να εμποδίσουν τη φιλοτέχνηση νέων εικόνων. Οι δύο ανυποχώρητοι αδελφοί από την Ιερουσαλήμ δάρθηκαν ανηλεώς και στιγματίστηκαν στο μέτωπό τους με ιάμβους προτού εξοριστούν στην Απάμεια, στην επαρχία του Οψικίου.25 Με τη σειρά του σημαδεύτηκε και ο Λάζαρος, έτσι ώστε να μην μπορεί να χρησιμοποιεί τα χέρια του για να ζωγραφίσει. Σε αυτό το στάδιο υποτίθεται πως επενέβη η Θεοδώρα για να εξασφαλίσει ότι τουλάχιστον θα τον φυλάκιζαν σε ένα κάπως πιο συμπαθητικό περιβάλλον η αυτοκράτειρα κατάφερε να σταλεί στο Μοναστήρι του Φοβερού στον Βόσπορο, γνωστό μέρος κράτησης των εικονολατρών.
Παράλληλα ο Θεόφιλος διέταξε την απελευθέρωση του Μεθοδίου από τη φυλακή του στην Αφουσία και τη μεταφορά του στη συνέχεια στην πρωτεύουσα, όπου τον είχε σύμβουλο για αστρολογικά θέματα. Ένας λόγος πιθανόν να ήταν και οι γνώσεις λατινικών του μοναχού από τη Σικελία. Αλλά είναι βέβαιο ότι και οι δυο τους ενδιαφέρονταν για τον αποκρυφισμό. Έτσι, και παρά τις θεολογικές τους διαφορές, ο Μεθόδιος εγκαταστάθηκε στο νεόδμητο Ανάκτορο του Σίγμα όπου και συζητούσε επανειλημμένα με τον αυτοκράτορα. Άραγε να συναντήθηκε και με την αυτοκράτειρα και να συζήτησε μαζί της εντελώς διαφορετικά θέματα; Είναι πολύ πιθανό αφού, μετά το 842, η Θεοδώρα είχε ξεκάθαρη άποψη για το πρόσωπο που επιθυμούσε να τοποθετήσει στον πατριαρχικό θρόνο του Ιωάννη Γραμματικού. Η πεποίθησή της ότι ο Μεθόδιος ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος ενδεχομένως να είχε τις ρίζες της στην περίοδο του εγκλεισμού του τελευταίου στο Ανάκτορο του Σίγμα.
Λαϊκή υποστήριξη της εικονομαχίας
Από αυτή τη σύντομη επισκόπηση καθίσταται σαφές ότι δεν γνωρίζουμε αν ο Θεόφιλος ενδιαφερόταν σοβαρά για τις εικόνες και τον τρόπο με τον οποίο επηρέαζαν τους υπηκόους του ή αν η Θεοδώρα ήταν όντως αφοσιωμένη στις πρακτικές της εικονολατρίας. Δύσκολα λοιπόν μπορεί να εκτιμηθεί η σοβαρότητα της διαφωνίας τους γύρω απ’ αυτό το ζήτημα. Μεταγενέστερες πηγές των μέσων του I' αιώνα δίνουν έμφαση στον υποτιθέμενο ανταγωνισμό τους, αντιπαρατάσσοντας τον σκληρό αιρετικό στην αγία αυτοκράτειρα για λόγους που έχουν ήδη εξηγηθεί. Όμως στην εποχή τους τα πάθη υπέρ όσο και κατά της εικονομαχίας πιθανόν να μην ήταν τόσο έντονα. Η συμμόρφωση με τη θέληση του αυτοκράτορα ήταν ένα πράγμα η φλογερή αφοσίωση στην εικονολατρία κάτι το εντελώς διαφορετικό. Αυτή η μέση οδός μπορεί να παρατηρηθεί στη συμπεριφορά ενός από τους πλέον έμπιστους αξιωματούχους του Θεόφιλου, του λογοθέτη Θεόκτιστου, ο οποίος σαν έμπειρος και ικανός αυλικός φρόντιζε να μην προσβάλλει τον αυτοκράτορα. Ανεξάρτητα από τις προσωπικές του απόψεις, ο Θεόκτιστος καθώς και άλλοι αξιωματούχοι, όπως ο Λέων ο σαχελλάριος, ασκούσε έναν σημαντικό ρόλο αδιαφορώντας για το αν ο ηγεμόνας ήταν εικονομάχος ή εικονολάτρης. Τον Δ' αιώνα, ο ειδωλολάτρης φιλόσοφος Θεμίστιος είχε επιδείξει παρόμοιες ικανότητες για να ευχαριστεί τους Χριστιανούς ηγεμόνες, ενώ πολύ αργότερα ο Ταλεϋράνδος θα μεταμορφώσει αυτή τη δεξιότητα σε αληθινή τέχνη.
Έχοντας υπόψη ότι αυτό το πολύ υπολογίσιμο τμήμα του πληθυσμού συντασσόταν με την επίσημη πολιτική, είναι άραγε δυνατόν να αποτιμήσουμε τον βαθμό της αφοσίωσης των γυναικών στην εικονολατρία; Παραμερίζοντας την παραδοσιακή μομφή ότι οι γυναίκες είναι ανίκανες να κατανοήσουν τη θεολογία και συνεπώς έχουν ανάγκη από οπτικά βοηθήματα για να εμπνέονται στη χριστιανική τους πίστη, ήταν άραγε πιθανό να επιμένουν σε μια πολιτική που καταδικαζόταν τόσο από την Εκκλησία όσο και από το κράτος ως ειδωλολατρία; Ασφαλώς όχι. Εκείνες για τις οποίες οι εικόνες είχαν γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της πίστης τους πιθανόν να τις έκρυβαν, προκειμένου να διατηρήσουν τους οικείους τρόπους προσευχής μπροστά στα εικονίσματα. Στα ιδιωτικά διαμερίσματα μιας κλειστής κοινότητας, όπως η Μονή τα Γαστρίου, η Θεοκτίστη και η Ευφροσύνη μπορούσαν άνετα να κρύβουν τις προσωπικές τους εικόνες (βλ. κεφάλαιο 3). Η προνομιακή τους θέση, η οικονομική τους ευχέρεια και η σεβάσμια ηλικία τους σίγουρα θα τις βοηθούσαν στη μυστική τους λατρεία. Όμως για τον υπόλοιπο πληθυσμό, που είχε ακούσει είτε είχε δει τι συνέβη στους αδελφούς Θεοφάνη και Θεόδωρο, τους επονομαζόμενους γραπτούς εξαιτίας των τατουάζ που τους χάραξαν στο δέρμα, ο κίνδυνος ήταν πολύ μεγάλος.
Η Θεοδώρα ως πάτρωνας
Οι πληροφορίες για τη δεκαετία του 830 είναι ελάχιστες κι έτσι είναι πολύ λίγα τα όσα γνωρίζουμε για τα επιτεύγματα της Θεοδώρας ως αυτοκράτειρας. Όμως ένα συγκεκριμένο ίδρυμα φαίνεται να συνδέεται ξεκάθαρα με αυτή την περίοδο επειδή σχετίζεται με τις επανειλημμένες εγκυμοσύνες της αυτοκράτειρας. Ανεξάρτητα από την αξιοπιστία του κειμένου των Πατρίων, η ιστορία αναφέρει ότι περισσότερο από μία φορά το άλογο της αυτοκράτειρας, στον δρόμο της για το ιερό των Βλαχερνών, σκόνταψε τη στιγμή που διάβαινε το προστώο (έμβολος) μπροστά από τον νάρθηκα της εκκλησίας στη Διεγέστα. Έτσι κι αλλιώς η αναπήδηση την έχανε να συνειδητοποιήσει πως ήταν έγκυος. Ύστερα από την απρόσκοπτη γέννηση της Άννας, η Θεοδώρα οικοδόμησε μια εκκλησία σε αυτό το μέρος και την αφιέρωσε στην ομώνυμη αγία.26 Η ιστορία αυτή συνοψίζει μια ολόκληρη μεθοδολογία που τη χρησιμοποίησαν γενιές συγγραφέων: όποτε ανακάλυπταν ένα μνημείο του οποίου ο ιδρυτής δεν ήταν γνωστός, έψαχναν να βρουν μια ιστορία που θα μπορούσε να συνδεθεί με την περιοχή και να επινοήσουν ένα κίνητρο ή μια ετυμολογία. Μια και άλλες εκκλησίες αφιερωμένες στην αγία Άννα αποδίδονται επίσης στον Ιουστινιανό Β' και στη γυναίκα του Θεοδώρα, κόρη του Τέρβελ του Βουλγάρου (Πάτρια III, 79), ή στην Άννα, τη θεωρούμενη ως σύζυγο (και στην πραγματικότητα κόρη) του Λέοντα Γ' (Πάτρια III, 107), εύλογα αμφιβάλλουμε για τον ρόλο της Θεοδώρας εν προκειμένω. Ενδιαφέρον ωστόσο παρουσιάζει το γεγονός ότι, μέσα σε αυτό το κουβάρι από αναξιόπιστες αφηγήσεις, οι συγγραφείς γνώριζαν πως η αυτοκράτειρα του Θ' αιώνα επισκεπτόταν τακτικά τις Βλαχέρνες, πέρα από τις επίσημες επισκέψεις που πραγματοποιούσε για την εκπλήρωση των τελετουργικών της καθηκόντων.
Για το δεύτερο κτίσμα που αποδίδεται ειδικά στην αυτοκράτειρα η σύγχυση είναι μικρότερη. Τα Πάτρια αναφέρουν ότι η Θεοδώρα ανοικοδόμησε το Μοναστήρι του Αγίου Παντελεήμονος, το οποίο ονομαζόταν Αρμαμεντάρης επειδή είχε χρησιμοποιηθεί ως αποθήκη όπλων κατά τη βασιλεία του Μαυρίκιου: «Ύστερα από 247 έτη, η Θεοδώρα το μετέτρεψε σε μοναστήρι και το προίκισε με πολλά κτήματα».27 Και αφού ο Μαυρίκιος βασίλευσε από το 582 ως το 602, η ημερομηνία αντιστοιχεί στην περίοδο ανάμεσα στο 829 και το 849, η οποία ταιριάζει στην εντέλεια χωρίς ωστόσο να αποσαφηνίζεται αν η Θεοδώρα ανέλαβε το έργο πριν ή μετά τον θάνατο του συζύγου της. Δεν καταγράφεται άλλη οικοδομική δραστηριότητα, πράγμα που υποδηλώνει ότι η αυτοκράτειρα δεν ήταν ιδιαιτέρως δραστήρια πάτρωνας όπως οι δύο προηγούμενες προκάτοχοί της.
Ο Θεόφιλος ως πάτρωνας
Τ ο παραπάνω πιθανότατα οφείλεται στο ότι ο Θεόφιλος υπήρξε ακαταπόνητος κτίτωρ· τα νέα κτίσματα και οι επισκευές παλαιοτέρων κτηρίων έκαναν το έργο των προηγούμενων αυτοκρατόρων να ωχριά μπροστά στο δικό του. Ο αυτοκράτορας σπατάλη σε υπερβολικά ποσά για έργα μέσα στον περίβολο του Μεγάλου Παλατιού, όπου κατασκευάστηκαν καινούργιες αίθουσες δεξιώσεων, ολοκαίνουργα συγκροτήματα δωματίων, μια νέα αίθουσα θρόνου με το παρεκκλήσι της, υπαίθριες βεράντες για τους αυτοκρατορικούς χορούς και υπέροχα σιντριβάνια για τη διακόσμηση των κήπων που διαρρυθμίστηκαν εξαρχής. Ξεκίνησε επίσης εξαρχής ολόκληρη τη διακόσμηση του Ανακτόρου της Μαγναύρας, η οποία περιλάμβανε μια αίθουσα θρόνου γεμάτη χρυσάφι δύο χρυσά όργανα, χρυσούς λέοντες που βρυχώνταν και πουλιά που κελαηδούσαν πάνω σ’ ένα χρυσό δέντρο, καθώς και καινούργια χρυσά αυτοκρατορικά ενδύματα για τον αυτοκράτορα και την αυτοκράτειρα που τα φορούσαν όποτε βρίσκονταν εκεί. Μεταξύ 834 και 836 προστέθηκε το Πενταπύργιον, ένα κτήριο εκθέσεων με πέντε πύργους, το οποίο περιείχε πολύτιμα αντικείμενα, όπως αυτοκρατορικά γαμήλια στέμματα και ενδυμασίες.
Κτίστηκε επίσης ενα καινούργιο ανακτορικό συγκρότημα, που ονομάστηκε Καριανός χάρη στις σκάλες από μάρμαρο Καρίας, επειδή ο Θεόφιλος ήθελε να ευχαριστήσει τις ανύπαντρες κόρες του. Ίδρυσε επίσης ένα ολοκαίνουργο ανακτορικό συγκρότημα στην ασιατική πλευρά του Βοσπόρου, σε μια τοποθεσία που ονομαζόταν Βρυάς, όπου πρόσφατες ανασκαφές αποκάλυψαν τα θεμέλια μιας εκκλησίας με τρεις αψιδωτούς σηκούς οι οποίοι αντιστοιχούν στις γραπτές περιγραφές του ανακτόρου. Λέγεται μάλιστα ότι τα ισλαμικά ανάκτορα της Βαγδάτης αποτέλεσαν το πρότυπο γι’ αυτό το οικοδομικό συγκρότημα.28 Μετά την πρώτη πρεσβεία του Θεόφιλου προς το Χαλιφάτο, ο Ιωάννης Γραμματικός επέστρεψε εντυπωσιασμένος από τη μεγαλοπρέπεια των ισλαμικών κτηρίων της νέας μουσουλμανικής πρωτεύουσας. Ο αυτοκράτορας επιθυμούσε διακαώς να τα ανταγωνιστεί με τα δικά του ένδοξα κτήρια. Επιπλέον ο Θεόφιλος επισκεύασε και ενίσχυσε τα θαλάσσια τείχη κατά μήκος της ακτής του Μαρμαρά σχετικές επιγραφές καταγράφουν τον ρόλο του. Κατασκεύασε επίσης έναν καινούργιο ξενώνα για τους επισκέπτες της πόλης, που είναι γνωστός ως ζενών του Θεόφιλου.29
Σε μερικές από αυτές τις δραστηριότητες αναφέρεται ιδιαιτέρως το όνομα της αυτοκράτειρας. Για παράδειγμα, όταν ο Θεόφιλος παράγγειλε νέες χάλκινες θύρες για τον νοτιοδυτικό προθάλαμο της Αγίας Σοφίας το 838, το μονόγραμμά της συνόδευε αυτά του αυτοκράτορα και του πατριάρχη. Ωστόσο δύο χρόνια αργότερα, επ’ ευκαιρία της στέψεως του γιου του Μιχαήλ τα Χριστούγεννα του 840, ο αυτοκράτορας διέταξε να αντικατασταθεί το μονόγραμμα του πατριάρχη με αυτό του Μιχαήλ. Οι επιγραφές ανέφεραν τώρα:
Κύριε, βοήθησε τον Θεόφιλο τον ηγεμόνα Θεοτόκε, βοήθησε την αυγούστα Θεοδώρα Χριστέ, βοήθησε τον Μιχαήλ τον ηγεμόνα, έτος από κτίσεως κόσμου 6349, τετάρτη ινδικτιών.30
Η χρονολογία αντιστοιχεί με το 840/841 μ.Χ. Περισσότερο από μια χιλιετία μετά, το 1975, οι συγκεκριμένες θύρες επισκευάστηκαν και ξανατοποθετήθηκαν στην αρχική τους θέση. Ο Ernest Hawkins, που υπήρξε υπεύθυνος της αναστήλωσης πολλών βυζαντινών ψηφιδωτών και τοιχογραφιών στην Κωνσταντινούπολη, με κάλεσε να παραστιό ως μάρτυρας σ’ αυτή τη δύσκολη επιχείρηση, όπου ένας τεράστιος γερανός ανύψωσε τις βαριές θύρες και τις κρέμασε στους αρχικούς μεντεσέδες τους. Το εγχείρημα ήταν ακόμη πιο δύσκολο, επειδή το λιθόστρωτο της Αγίας Σοφίας είχε ανυψωθεί περί το ενάμισι μέτρο από τον Θ' αιώνα. Έπρεπε να σκαφτούν βαθιά χαντάκια και από τις δύο πλευρές της σκεπαστής εισόδου και οι θύρες έπρεπε να κατεβούν μέσα σε αυτά και συγχρόνως να στερεωθούν στους μεντεσέδες τους. Ευτυχώς οι θύρες μένουν μονίμους ανοιχτές ώστε να φαίνονται τα μονογράμματα, παρότι το χαμηλότερο τέταρτο είναι σχεδόν θαμμένο στα χαντάκια παράλληλα με τους πλευρικούς τοίχους του προθαλάμου.
Οι κύριες δραστηριότητες που ενώνουν το αυτοκρατορικό ζεύγος είναι φυσικά ο ετήσιος κύκλος τελετών που καθορίζεται από το ημερολόγιο της Αυλής και της Εκκλησίας. Αν και η Θεοδώρα δεν τις είχε παρακολουθήσει προτού κληθεί να τις διεκπεραιώσει, φαίνεται πως κατάφερε να αφομοιώσει τις απαιτούμενες ενέργειες με τη βοήθεια πιθανόν της Ευφροσύνης. Συμμετέχει επίσης στα στρατιωτικά κατορθώματα του άνδρα της, τα οποία εορτάζονται με θριάμβους το 831 και το 837.31 Ο δημόσιος ρόλος της περιλαμβάνει μια ειδική υποδοχή του Θεόφιλου και των στρατηγών του στο Ανάκτορο της Ιέρειας στην ασιατική ακτή του Βοσπόρου μετά την πρώτη του νίκη. Πρόκειται για μια ιδιωτική τελετή καλωσορίσματος όπου συμμετέχουν μόνο οι ανώτατοι αξιωματούχοι της Αυλής και οι σύζυγοί τους, καθώς και η αυτοκρατορική οικογένεια. Όταν φτάνουν οι Άραβες αιχμάλωτοι για να πάρουν μέρος στη νικητήρια παρέλαση, τότε ακολουθεί ο δημόσιος εορτασμός.
Τα νικηφόρα βυζαντινά στρατεύματα με τα πολεμικά λάφυρα προηγούνται της πομπής με όλους τους αιχμαλώτους, ενώ ο αυτοκράτορας ακολουθεί επικεφαλής μιας ξεχωριστής συνοδείας. Κάνουν τον κύκλο της πόλης για να εισέλθουν από την παλιά αψίδα των θριάμβων της Χρυσής Πύλης. Η νίκη εορτάζεται κατά μήκος της Μέσης Οδού με το συνηθισμένο τυπικό, τις επευφημίες και τις υποδοχές σε διάφορα μέρη, ενώ η πομπή κατευθύνεται στην Αγία Σοφία όπου αναπέμπονται ευχαριστήριες προσευχές. Ο Θεόφιλος απευθύνεται στους συγκεντρωμένους πολίτες, τους ενημερώνει για την επιτυχημένη εκστρατεία και υπόσχεται στρατιωτικές προαγωγές και αρματοδρομίες στον Ιππόδρομο τις επόμενες μέρες. Ένα καινούργιο χάλκινο νόμισμα κόβεται, πιθανόν με την επιγραφή: «Ω εσύ κατακτητή, Αύγουστε Θεόφιλε», όπου ο αυτοκράτορας παρουσιάζεται να φοράει ένα αρχαίο θριαμβευτικό κάλυμμα της κεφαλής το οποίο ονομάζεται τούφα. Όμως αυτό που ικανοποιούσε περισσότερο τους κατοίκους της πρωτεύουσας ήταν οι ιπποδρομίες, οι αγώνες και τα δημόσια θεάματα στον Ιππόδρομο. Για πρώτη φορά στην καταγραμμένη βυζαντινή ιστορία υπάρχει ένας αγώνας που θυμίζει κονταρομαχία, όταν ο ευνούχος Κρατερός προκαλεί έναν Άραβα αιχμάλωτο και φυσικά κατορθώνει να τον ρίξει από το άλογό του.
Σε ποιο βαθμό συμμετέχει η Θεοδώρα σε όλα αυτά δεν είναι σαφές, ωστόσο σημειώνεται η παρουσία της στη γιορτή για το καλωσόρισμα του νικηφόρου αυτοκράτορα στην ασιατική ακτή του Βοσπόρου. Το καλοκαίρι του 831, αν όντως ήταν αυτή η χρονολογία του θριάμβου, η Θεοδώρα είτε είναι έγκυος στο πρώτο τους παιδί είτε έχει κιόλας γεννήσει, οπότε είναι πιθανό να μην παρευρίσκεται στη στρατιωτική παρέλαση και στους αγώνες στον Ιππόδρομο. Όμως στον δεύτερο θρίαμβο συμμετέχει κατά πάσα βεβαιότητα στην υποδοχή στο Ανάκτορο της Βρυάδος, το καινούργιο κτίσμα του Θεόφιλου στην ασιατική ακτή, μετά την οποία ακολουθεί μια ακόμη θριαμβευτική είσοδος στην Κωνσταντινούπολη, όπου παιδιά περιμένουν με λουλούδια στα χέρια να ράνουν τους στρατιώτες. Σε αυτή την περίσταση, πιθανότατα το 837, ο Θεόφιλος δεν αρκείται στη διοργάνωση μεγάλων αγώνων στον Ιππόδρομο, αλλά συμμετέχει στην πρώτη αρματοδρομία με τα χρώματα των Βένετων. Οδηγεί ένα άρμα που το σέρνουν λευκά άλογα και οι υπόλοιποι αρματηλάτες τον αφήνουν να νικήσει, ενώ οι δύο φράξιες ζητωκραυγάζουν: «Καλωσόρισες, απαράμιλλε αρχηγέτη!»32 Δεν καταγράφεται ποιος στεφάνωσε τον νικητή, αλλά θα ήταν απολύτως ταιριαστό αν η αυτοκράτειρα είχε επιτελέσει αυτό το αυτοκρατορικό καθήκον από το κάθισμα. Και πράγματι η συμμετοχή της Θεοδώρας στις διασκεδάσεις του Ιπποδρόμου προκαλεί τον ιδιαίτερο σχολιασμό ενός Άραβα απεσταλμένου, ο οποίος εκπλήσσεται με τη δημόσια εμφάνιση της συζύγου του ηγεμόνα σε αυτόν τον χώρο. Σε ανύποπτο χρόνο, μια αμερόληπτη πηγή επιβεβαιώνει ότι η αυτοκράτειρα Θεοδώρα παρακολουθούσε τους αγώνες που γίνονταν επ’ ευκαιρία των θριάμβων και έτσι κάλλιστα θα μπορούσε να είχε στεφανώσει τον σύζυγό της ως νικητή το 837.33
Οφείλουμε σε Άραβες απεσταλμένους αρκετές από τις συναρπαστικές περιγραφές της βυζαντινής Αυλής την εποχή της βασιλείας του Θεόφιλου και της Θεοδώρας. Ένας απ’ αυτούς ήταν από την Κόρδοβα, την πρωτεύουσα της μουσουλμανικής Ισπανίας, και ονομαζόταν Γιαχία αλΓκαζάλ · ήταν ποιητής και είχε σταλεί στην Αυλή του Θεόφιλου το 839840. Στη γοητευτική αφήγησή του βλέπουμε το αυτοκρατορικό ζεύγος σε λιγότερο τελετουργικές συνθήκες. Ο ποιητής παρουσιάζεται βαθιά εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της Θεοδώρας. Δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια του από πάνω της όταν βρίσκονταν στον ίδιο χώρο και προχωρά σε μια λεπτομερή περιγραφή των χαρακτηριστικών της λέγοντας «πως τον είχε σαγηνεύσει με τα μαύρα της μάτια».34 Σύγχρονοι σχολιαστές επισημαίνουν ότι πιθανότατα δεν ήταν συνηθισμένος να βλέπει γυναίκες με ακάλυπτο πρόσωπο και ίσως να κοίταζε κάπως άκομψα την αυτοκράτειρα. Αλλά αφού οι γυναίκες των Αράβων στο ισπανικό Χαλιφάτο δεν κάλυπταν ποτέ το πρόσωπό τους στο σπίτι, κάτι τέτοιο δεν ευσταθεί. Αντίθετα μας φαίνεται λογικό να εκλάβουμε τη μαρτυρία του πρέσβη κατά λέξη, έστω και αν σκοπός του ήταν να κολακέψει τον σύζυγο της Θεοδώρας. Γιατί η Θεοδώρα ήταν όντως όμορφη, παρότι δεν ήταν αυτός ο κύριος λόγος που είχε επιλεγεί για αυτοκράτειρα.35
Είναι πολύ πιο ενδιαφέρον ωστόσο να υπογραμμίσουμε ότι ο Γ ιαχία καταγράφει χωρίς επικριτικά σχόλια την παρουσία της αυτοκράτειρας σε συναντήσεις του συζύγου της με ξένους πρέσβεις. Η Θεοδώρα παρίστατο σε ανάλογες επίσημες διπλωματικές συναντήσεις μαζί με τους διερμηνείς και άλλους αυλικούς. Ο Γιαχία σημειώνει ότι εμφανιζόταν φορώντας όλα τα χρυσαφικά της, «όμορφη σαν ήλιος που ανατέλλει»· ίσως φορούσε τα καινούργια επίσημα χρυσαφένια της ρούχα που είχαν σχεδιαστεί από τον αυτοκράτορα για να τα φοράει το αυτοκραχορικό ζεύγος στο πρόσφατα ανακαινισμένο με χρυσό Ανάκτορο της Μαγναύρας. Αλλά ακόμη και αν φορούσε λιγότερο τελετουργικά ενδύματα, είναι πιθανόν ο απεσταλμένος από την Ισπανία να μην είχε ξαναδεί τα αυτοκρατορικά μεταξωτά, τα χρυσοκέντητα και γεμάτα κοσμήματα ρούχα. Όπως και να έχει, ο θαυμασμός του ήταν απεριόριστος και έτσι ο Γιαχία διέσωσε μια γοητευτική εικόνα του αυτοκράτορα που καμαρώνει την πανέμορφη γυναίκα του.
Τα τελευταία χρόνια του Θεόφιλου
Ο λόγος της επίσκεψης του Γιαχία στην Κωνσταντινούπολη ήταν ότι το προηγούμενο έτος, το 838, ο Θεόφιλος είχε απολέσει το Αμόριο κάτω από συνθήκες που απειλούσαν τη βασιλεία του (βλ. κεφάλαιο 3). Ύστερα από την καταστροφή της πόλης και την αιχμαλωσία τόσων επιφανών στρατιωτικών ηγετών, ο Θεόφιλος άρχισε διαπραγματεύσεις με το Χαλιφάτο των Ομεϋαδών της Ισπανίας και τον Δυτικό αυτοκράτορα Λουδοβίκο τον Ευσεβή, ελπίζοντας να τους πείσει να ενώσουν τις δυνάμεις τους με την Αυτοκρατορία. Αλλά καμία πρεσβεία δεν αποδείχτηκε επιτυχής βραχυπρόθεσμα. Αργότερα, δυνάμεις με επικεφαλής τον Δυτικό αυτοκράτορα συμμετείχαν σε εκστρατείες στη Νότια Ιταλία με στόχο τη συγκράτηση της επέκτασης του αραβικού ελέγχου. Και παρ’ όλο που η αποστολή στην Κόρδοβα δεν οδήγησε σε παρόμοια συνδυασμένη στρατιωτική δράση, η διπλωματική πρωτοβουλία των Βυζαντινών είχε ως αποτέλεσμα την πρεσβεία του Γιαχία και την αποκατάσταση των καλών σχέσεων της Κωνσταντινούπολης με την Ισπανία.
Τον Ιανουάριο του 842, ο Άραβας νικητής της εκστρατείας κατά του Αμόριου πέθανε και έτσι τερματίστηκε μια περίοδος εχθρότητας ανάμεσα στο Χαλιφάτο της Βαγδάτης και στην Αυτοκρατορία. Το αν ο Θεόφιλος πρόλαβε να ευχαριστηθεί με τα καλά νέα δεν το γνωρίζουμε, γιατί και ο ίδιος πέθανε τον ίδιο μήνα. Όταν συνειδητοποίησε οτι επρόκειτο να πεθάνει, παρ’ όλο που ήταν ακόμη τόσο νέος, ο Θεόφιλος κάλεσε τους αυλικούς του, τη Σύγκλητο και τους ανώτερους αξιωματικούς του στρατού και τους μίλησε στη Μαγναύρα. Υπογράμμισε σε όλους τους παρευρισκόμενους ότι όφειλαν να προστατεύσουν τα δικαιώματα του γιου του στον θρόνο και διόρισε άρρενες επιτρόπους να κυβερνήσουν με τη Θεοδώρα έως την ενηλικίωση του Μιχαήλ. Εκτός από τον αυλικό ευνούχο Θεόκτιστο, ο οποίος κατείχε το αξίωμα του επί του καυικλείου (κατόχου του μελανοδοχείου), διορίστηκαν και δύο από τους άρρενες συγγενείς της αυτοκράτειρας: ο θείος της Μανουήλ (αν και κάποιες πηγές καταγράφουν τον θάνατό του ήδη από το 838) και ο αδελφός της Βάρδας.3*’
Η Θεοδώρα ως αντιβασίλισσα (842-856)
Στις 20 Ιανουάριου του 842, ο Θεόφιλος πεθαίνει από δυσεντερία είτε πλησιάζει να συμπληρώσει το εικοστό ένατο έτος της ηλικίας του, είτε μόλις έχει γιορτάσει τα γενέθλιά του. Η Θεοδώρα είναι γύρω στα είκοσι επτά ή είκοσι οκτώ, και από τα πέντε παιδιά της το μεγαλύτερο είναι έντεκα, η πρωτότοκη Θέκλα, και δύο μόλις χρόνων ο μικρός Μιχαήλ. Ο γιος της θα χρειαστεί προστασία για τουλάχιστον δεκατέσσερα χρόνια, ώσπου να συμπληρώσει τα δεκαέξι του και να ενηλικιωθεί. Και πράγματι, το 856 ο Μιχαήλ θα αναλάβει μόνος του την εξουσία. Όμως τον Ιανουάριο του 842 η Θεοδώρα πρέπει να εξασφαλίσει ότι κανείς δεν θα σφετεριστεί τα αυτοκρατορικά δικαιώματα του γιου της. Ο Θεόφιλος θάβεται στο αυτοκρατορικό μαυσωλείο κοντά στον γιο του που είχε πεθάνει βρέφος και στην κόρη του, και η Αυλή τηρεί το επίσημο πένθος που σηματοδοτείται από τα μνημόσυνα την τρίτη, την ένατη και την τεσσαρακοστή μέρα μετά τον θάνατό του. Το πρώτο καθήκον της Θεοδώρας είναι η αναγγελία ότι η διαδοχή περνάει στον Μιχαήλ Γ' μέσω της κοπής χρυσών νομισμάτων που σχεδιάζονται για να δημοσιοποιηθεί το γεγονός. Τα πρώτα νομίσματα παρουσιάζουν τον μικρό Μιχαήλ δεξιά από τον σταυρό, με την αδελφή του Θέκλα στα αριστερά να δείχνει πολύ μεγαλύτερη και ψηλότερη από εκείνον, και την αυτοκράτειρα Θεοδώρα στην πίσω όψη. Με αυτό το αληθινά δυναστικό νόμισμα, η Θεοδώρα επιβεβαιώνει τις διευθετήσεις για τον Μιχαήλ Γ', τον νέο αυτοκράτορα. Η ίδια και η Θέκλα συνδέονται με την αυτοκρατορική εξουσία και η Θεοδώρα κυβερνά εξ ονόματος του (βλ. εικόνα 1δ).
Όπως έχουμε δει, έτσι συνήθως πληροφορούνται την αλλαγή του ηγεμόνα οι κάτοικοι της Αυτοκρατορίας, οι σύμμαχοι και οι γείτονες. Όπως και η Ειρήνη στο παρελθόν, η Θεοδώρα ξεκαθαρίζει ότι η οικογένεια του συζύγου της εξακολουθεί να διατηρεί τον έλεγχο παρότι ο Μιχαήλ είναι πολύ μικρός και συνεπώς η αντιβασιλεία θα διαρκέσει ακόμη περισσότερο από την αντίστοιχη του
Κωνσταντίνου ΣΤ'. Πάντως η διαδοχή ακολουθεί το ίδιο πρότυπο. Ο Μιχαήλ στέφθηκε από τον πατέρα του Θεόφιλο δώδεκα μήνες νωρίτερα, η μεγαλύτερη αδελφή του Θέκλα είχε επίσης στεφθεί και η μητέρα τους Θεοδώρα, αυγούστα από το 830, είναι επικεφαλής της κυβέρνησης. Μολονότι δεν υπάρχουν νόμιμοι διεκδικητές, ο Μιχαήλ έχει ισχυρούς θείους και η Θεοδώρα πρέπει να διαισθάνεται τις φιλοδοξίες τους. 'Ομως στο πρόσωπο του αφοσιωμένου στη δυναστεία Ιωάννη Γραμματικού βρίσκει ένα πανίσχυρο στήριγμα ο Ιωάννης θα υποστηρίξει τα δικαιώματα του Μιχαήλ και θα τον εκπαιδεύσει ως εικονομάχο. Επίσης στο πρόσωπο του Θεόκτιστου, ο οποίος έχει οριστεί αντιβασιλιάς, η Θεοδώρα διαθέτει έναν έμπιστο ευνούχο αξιωματούχο που υπηρέτησε πιστά τον σύζυγό της. Το 842 φαίνεται πως είναι ο πιο ισχυρός άρρην αντιβασιλιάς στον οποίο η Θεοδώρα μπορεί να βασίζεται.
Η ανατροπή της εικονομαχίας
Μόλις δεκατέσσερις μήνες μετά τον θάνατο του Θεόφιλου, τον Μάρτιο του 843, οι εικόνες αναστηλώνονται, γεγονός που αποδεικνύει ότι πρόκειται για ένα ζήτημα που έχει μέγιστη σημασία για τη Θεοδώρα, ένα ζήτημα που κατεπείγει και στο οποίο αφιερώνει όλη της την ενεργητικότητα. Αν θέλει να ανατρέψει την εικονομαχική πολιτική του συζύγου της, πρέπει να εξασφαλίσει την υποστήριξη της πλειοψηφίας στον στρατό, στην Αυλή, γενικότερα στον λαουτζίκο και πάνω απ’ όλα στην Εκκλησία. Η ιεραρχία των επισκόπων υπό τον πατριάρχη Ιωάννη είναι αναφανδόν υπέρ της εικονομαχίας, πιστή στη Διακήρυξη της Πίστεως της Συνόδου του 815 (η οποία επαναβεβαιώθηκε το 833 και το 838). Εικονομάχοι μοναχοί ελέγχουν τα σημαντικότερα μοναστήρια, ωστόσο στα βουνά της Βιθυνίας επιβιώνουν μοναστικές κοινότητες που αντιτίθενται στην επίσημη πολιτική.
Λίγα είναι γνωστά για τις θρησκευτικές προτιμήσεις των βασικών στρατιωτικών μονάδων. Ωστόσο η αποτυχία τους στο Αμόριο το 838 σε συνδυασμό με την απώλεια τόσο πολλών αξιωματικών και στρατιωτών που αιχμαλωτίστηκαν από τους Άραβες, όσο και η μακροχρόνια αιχμαλωσία τους, είχαν προκαλέσει ρήγμα στις τάξεις των πιο ενθουσιωδών οπαδών της εικονομαχίας. Παρά τις μεταρρυθμίσεις που επιχείρησε ο Θεόφιλος για να επανακτήσει την εμπιστοσύνη των στρατιωτικών, ο κρίκος που συνέδεε στενά την εικονομαχία και τις στρατιωτικές νίκες είχε σπάσει. Η κράτηση τόσο πολλών αιχμαλώτων πολέμου στο Χαλιφάτο και οι πιέσεις που τους ασκούνταν για να προσηλυτιστούν στο Ισλάμ υπενθύμιζαν μόνιμα την καταστροφή. Παρά τις προσπάθειες για την απελευθέρωσή τους, πολλοί ανώτεροι αξιωματικοί έμειναν φυλακισμένοι ώσπου βρήκαν μαρτυρικό θάνατο το 845. Φαίνεται πιθανόν ότι εκείνοι που πολέμησαν στο Αμόριο ένιωθαν αποκαρδιωμένοι εξαιτίας της παρατεινόμενης απουσίας των εν όπλοις συντρόφων τους, ενώ παράλληλα αυτοί που είχαν πρόσφατα προαχθεί σε ανώτερες θέσεις δεν εμφορούνταν από την πατροπαράδοτη πίστη στη δύναμη της εικονομαχίας. Το 843, η πολιτική του Κωνσταντίνου Ε' δεν αποτελεί πλέον εγγύηση στρατιωτικών θριάμβων κατά του Ισλάμ.
Αντίθετα, όσοι υποστηρίζουν την εικονολατρική πρακτική βρίσκουν στις αμαρτίες των Χριστιανών έναν σοβαρότερο λόγο για την αποτυχία. Ο Θεός τιμωρεί εκείνους που αρνούνται τη λατρεία των ιερών εικόνων. Ανάμεσα στις πειστικές φωνές όσων υποστηρίζουν την υπόθεση της εικονολατρίας, η Θεοδώρα σίγουρα ακούει τον Μεθόδιο καθώς και τους εικονολάτρες μοναχούς που θεωρούν τον θάνατο του Θεόφιλου καταλύτη αλλαγών. Εκείνοι που είχαν φυλακιστεί από τον σύζυγό της απελευθερώνονται: είναι μοναχοί, όπως οι αδελφοί Θεοφάνης και Θεόδωρος, ο αγιογράφος Λάζαρος, τον οποίο η Θεοδώρα είχε βοηθήσει, καθώς και ο Ιωαννίκιος, ο Αρσάκιος και ο Ησα'ΐας, που κατονομάζονται στον Βίο της ως εξέχοντες υποστηρικτές της. Ο Ησα'ΐας είναι ο στυλίτης άγιος που υποτίθεται πως προφήτευσε τον θρίαμβό της στα αυτοκρατορικά γαμήλια καλλιστεία.37 Αναφορές στους «πάμπολλους άγιους Πατέρες» που ωστόσο παραμένουν ανώνυμοι δημιουργούν σκιές αμφιβολίας για την ύπαρξή τους. Δεν υπάρχουν τόσο πολλοί φανατικοί εικονολάτρες στους οποίους να μπορεί να στραφεί, ενώ η αντίσταση του πατριάρχη Ιωάννη είναι αταλάντευτη, τεκμηριωμένη με επιχειρήματα και δύσκολα αντιμετωπίζεται.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, η Θεοδώρα προχωρά με μεγάλη σύνεση. Επειδή οι πηγές που τεκμηριώνουν την αναστήλωση των εικόνων είναι τοις πάσι γνωστό ότι μεροληπτούν και βρίθουν από μεταγενέστερες παρεμβολές, ενώ ταυτόχρονα βασίζονται περισσότερο στον θρύλο παρά στην πραγματικότητα, είναι δύσκολο να διακρίνουμε τα βήματα της πορείας προς την επιτυχημένη αλλαγή της θρησκευτικής πολιτικής. Για να αναφερθούμε σε ένα μόνο παράδειγμα: πολλοί συγγραφείς καταλογίζουν με ενθουσιασμό στην αυτοκράτειρα εκείνες μόνο τις πρωτοβουλίες τις οποίες θεωρούν ότι ταιριάζουν σε μια γυναίκα αντιβασίλισσα. Ακολουθώντας το φυλετικό πρότυπο περί αδυνάτων γυναικών που λατρεύουν τις εικόνες και σκληρών ανδρών που τις μισούν, οι πηγές του Γ κατά κύριο λόγο αιώνα αποδίδουν στη Θεοδώρα μεγάλο μερίδιο για τη διευθέτηση της κατάστασης. Επιθυμούν να βλέπουν στο πρόσωπο της νεαρής χήρας αυτοκράτειρας μια αφοσιωμένη εικονολάτρη που περίμενε υπομονετικά να έρθει η ώρα της, όσο ο άνδρας της καταδίωκε τους εικονολάτρες. Της αναγνωρίζουν έτσι πολύ μεγαλύτερη ευθύνη για τη χάραξη της νέας πολιτικής απ’ ό,τι θα ήταν φυσιολογικό. Η μαρτυρία τους είναι συνεπώς διαβλητή και πρέπει να ελεγχθεί με την παραβολή της με άλλες αφηγήσεις σχεδόν σύγχρονες με τα γεγονότα του 843 ή τουλάχιστον λιγότερο προκατειλημμένες.
Έχοντας υπόψη μας αυτή την τάση, νομίζω ότι μπορούμε να διαπιστώσουμε πως η Θεοδώρα κάνει κάτι αρκετά πρωτότυπο. Προβλέπει όχι μόνο τα προβλήματα που θα προκόψουν από μια θεμελιώδη μεταβολή της θρησκευτικής πολιτικής της Αυτοκρατορίας, αλλά επίσης και τις συνέπειες αυτής της αλλαγής για τον γιο της. Αν η εικονομαχία καταδικαστεί ως αίρεση, ως μη Ορθόδοξη διδασκαλία, εσφαλμένο δόγμα, ο νεκρός σύζυγός της θα θεωρηθεί εν μέρει υπεύθυνος. Όμως, λαμβάνοντας υπόψη το προηγούμενο που εφαρμόστηκε το 787 και το 815, είναι δυνατόν να αποφευχθεί η ονομαστική καταγγελία του ως υπευθύνου των διώξεων και η καταδίκη του ως αμαρτωλού αιρετικού. Στις προηγηθείσες αλλαγές πολιτικής, οι εκκλησιαστικές Αρχές θεώρησαν πιο αποτελεσματικό να απαγγείλουν κατηγορίες περί εσφαλμένης πίστης στους συγγραφείς κειμένων που άσκησαν ιδιαίτερη επιρροήπροτίμησαν επίσης να κατονομάσουν τους πατριάρχες (καλούς και κακούς) παρά τους ηγέτες του κράτους. Έτσι η Θεοδώρα γνωρίζει ότι ο πραγματικός κίνδυνος στην προτεινόμενη αλλαγή πολιτικής είναι η απλή παράλειψη του ονόματος του συζύγου της. Το όνομά του δεν θα περιλαμβάνεται στους αιρετικούς, ούτε θα συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνους που θα μνημονεύονται ως υπερασπιστές της Ορθοδοξίας. Δεν θα μνημονεύεται στα επίσημα δίπτυχα στα οποία καταγράφονται προσευχές για όλους τους Ορθόδοξους. Όμως έτσι δημιουργείται ένα επικίνδυνο ρήγμα που πιθανόν να επηρεάσει δυσμενώς τον γιο της Μιχαήλ και τις πιθανότητές του να διεκδικήσει την κληρονομιά του.
Για να απομακρύνει ένα παρόμοιο ενδεχόμενο, η Θεοδώρα αποφασίζει να βρει έναν τρόπο για να δικαιολογήσει τη συμπεριφορά του Θεόφιλου. Ενδεχομένως όμως να τη συνέχουν και άλλοι φόβοι: η υποστήριξη της αίρεσης εκ μέρους του συζύγου της ίσως να έκανε μεγάλο κακό στην αθάνατη ψυχή του, μπορεί να πήγαινε στην Κόλαση και να υπέφερε φοβερά βασανιστήρια εξαιτίας της στάσης του κατά των εικόνων. Τι σημαίνει αυτό για την πίστη των Βυζαντινών στη μετά θάνατο ζωή, την απειλή της φωτιάς της Κόλασης και την αιώνια καταδίκη, δεν είναι εύκολο να το πούμε. Αν λάβουμε υπόψη μας την αφοσίωση της Θεοδώρας στη Θεοτόκο, η οποία παίζει έναν τόσο σημαντικό ρόλο στον απολογισμό της Τελικής Κρίσεως, είναι πιθανόν να υπάρχει κάποια σχέση ανάμεσα στην εικονολατρία και τη μεταθανάτια μοίρα.38 Είναι άραγε πιθανό αυτή η άποψη να οδήγησε την αυτοκράτειρα να θεωρήσει ότι η συγγνώμη ήταν πολύ σημαντική για το χριστιανικό πεπρωμένο του Θεόφιλου; Το 842, στρατηγική της Θεοδώρας είναι να επινοήσει έναν τρόπο για να συγχωρηθεί ο μακαρίτης άνδρας της για την υποστήριξη που παρείχε στην εικονομαχία.
Η μετάνοια του Θεόφιλου
Ο θρύλος για τη μετάνοια του Θεόφιλου στο νεκροκρέβατό του είναι η απάντηση. Παρουσιάζεται ως η πρωταρχική προϋπόθεση πριν από οποιαδήποτε συζήτηση περί αποκατάστασης της λατρείας των εικόνων. Καθώς αναζητά τρόπους να πετύχει μια συμφωνία με τον Ιωάννη Γραμματικό, η Θεοδώρα θέτει σε κυκλοφορία τις ευσεβείς φήμες για την υποτιθέμενη μεταστροφή του Θεόφιλου προς τις εικόνες λίγο πριν από τον θάνατό του. Έτσι ελπίζει ότι θα εξασφαλίσει τη μεταθανάτιο συγγνώμη, ώστε να μην υποφέρει και να μην αμαυρωθεί η μνήμη του. Προφανώς κάτι τέτοιο απαιτεί την αποκατάσταση του Θεόφιλου που θεωρείτο από τους συγχρόνους του ένθερμος εικονομάχος διώκτης.39 Η διαδικασία αρχίζει με αφηγήσεις για την αγωνία και τις αμφιβολίες του αυτοκράτορα στο νεκροκρέβατό του, τους εφιάλτες που τον βασανίζουν καθώς βλέπει να τον μαστιγώνουν εξαιτίας των διωγμών του κατά των εικονολατρών, την αλλοφροσύνη των στερνών του ημερών, τον θρήνο, τα ουρλιαχτά ο Θεόφιλος αδυνατεί να γαληνέψει. Η ίδια η Θεοδώρα ήταν παρούσα σε αυτό το τρομακτικό μαρτύριο και ικέτευε τη Θεοτόκο να βοηθήσει τον άνδρα της. Όταν ο Θεόκτιστος μπήκε στο δωμάτιο φορώντας το εγκόλπιό του, ένα περιδέραιο όπου ήταν κρεμασμένη μια μικροσκοπική εικόνα, ο αυτοκράτορας βάλθηκε να χειρονομεί φρενιασμένα και να ψελλίζει ακατάληπτα. Η Θεοδώρα δεν μπορούσε να καταλάβει τι έλεγε. Αλλά καθώς ο ευνούχος πλησίασε στην κλίνη του, ο Θεόφιλος άδραξε την εικόνα από την αλυσίδα, την έφερε στα χείλη του και την ασπάστηκε. Αμέσως έπαψαν τα βάσανά του και γλίστρησε σ’ έναν ειρηνικό ύπνο, πεισμένος πλέον για την αξία της προσκύνησης των ιερών εικόνων!40 Μέχρι να πεθάνει λίγες μέρες αργότερα, η Θεοδώρα ισχυρίζεται ότι είχε απαρνηθεί εντελώς την υποστήριξή του στην εικονομαχία, είχε μετανοήσει αληθινά και είχε αλλάξει αντιλήψεις.
Καθώς η ιστορία διαδίδεται από στόμα σε στόμα, τα όνειρα και τα οράματα παίζουν σημαντικό ρόλο· για παράδειγμα, όταν η Θεοδώρα πέφτει να κοιμηθεί στο πλευρό του άνδρα της, βλέπει την επουράνια Αυλή και τις τιμωρίες που είχαν επιβληθεί στον αυτοκράτορα. Εικονολάτρες που δεν είχαν πειστεί από τον θρύλο δέχτηκαν αργότερα θεϊκά σημάδια που τους προέτρεπαν να τον αποδεχθούν. Σε μια περαιτέρω επεξεργασία της ιστορίας της συγγνώμης, η Θεοδώρα κάνει έκκληση στον Μεθόδιο και στους συγκεντρωμένους επισκόπους να λυπηθούν τον άνδρα της. Εκείνοι καταρτίζουν έναν κατάλογο με τα ονόματα των εικονομάχων αιρετικών, όπου περιλαμβάνεται και ο αυτοκράτορας, τον αποθέτουν στην Τράπεζα της Αγίας Σοφίας τη νύχτα και ως εκ θαύματος το επόμενο πρωί το όνομα του Θεόφιλου έχει εξαφανιστεί. Αυτή η εξάρτηση από αναπόδεικτα γεγονότα, τα οποία μαρτυρούνται μονάχα από τα ενδιαφερόμενα μέρη, αποκαλύπτει την αδυναμία τους να βασιστούν σε πραγματικά στοιχεία. Όμως η πίστη σε χρησμούς, προφητείες και άλλα θεϊκά σημεία, τα οποία απαιτούν ερμηνεία από γνώστες, είναι διαδεδομένη όχι μόνο στο Βυζάντιο αλλά και στις περισσότερες μεσαιωνικές κοινωνίες. Παρόμοιες φανταστικές αφηγήσεις βρίθουν στις ιστορίες και στους βίους των αγίων της εποχής.
Το γεγονός ότι τα κείμενα που αναφέρονται στη μετάνοια του Θεόφιλου γράφτηκαν πολύ αργότερα δεν μας βοηθάει να εκτιμήσουμε με ακρίβεια τη συμμετοχή της Θεοδώρας στην όλη ιστορία. Όμως μονάχα εκείνη είχε συμφέρον να αποκατασταθεί η μνήμη του συζύγου της.41 Είναι λοιπόν το βασικό πρόσωπο που θα επωφεληθεί από την επινόηση αυτού του ευλαβούς μυθεύματος. Η αγωνία της είναι αυθεντική, αφού ο σύζυγός της κινδυνεύει με αιώνια καταδίκη ως αιρετικός και διώκτης των πιστών. Μόνη αυτή επιθυμεί να τον απαλλάξει από μια τέτοια τύχη και το κείμενο πιθανότατα αντανακλά την αποφασιστικότητά της. Η στάση της αυτή γίνεται φανερή και στις Πράξεις των αγίων Δαβίδ, Συμεών και Γεωργίου, στο απόσπασμα όπου εκθειάζεται ο σημαντικός ρόλος του Συμεών στην αναστήλωση των εικόνων.42 Σε αυτή την εκδοχή ο Συμεών θυμωμένος εκφράζει την περιφρόνησή του για τα χρήματα που η Θεοδώρα ισχυρίζεται πως είχε αφήσει ο άνδρας της στο νεκροκρέβατό του ως αποζημίωση για εκείνους που υπέφεραν από τους διωγμούς του. Το γεγονός πλημμυρίζει θλίψη και εχθρότητα την αυτοκράτειρα. Ο αδελφός τού Συμεών, ο Γεώργιος, και ο Μεθόδιος, ο μελλοντικός πατριάρχης, προσπαθούν να τον πείσουν να αλλάξει γνώμη (όπως και γίνεται, εν μέρει εξαιτίας ενός ονείρου όπου του εμφανίστηκε ο Θεόφιλος ικετεύοντάς τον: «Ω μοναχέ, βοήθα με!»). Τελικά ο Συμεών αποδέχεται το αίτημα της Θεοδώρας να δοθεί άφεση στον άνδρα της.
Και ενώ παρόμοιοι θεοσεβείς θρύλοι επινοούνται για να εξουδετερώσουν το βάρος της καταδίκης που επικρέμαται πάνω από τον αυτοκράτορα, όλοι οι εικονολάτρες που υπέφεραν για χάρη της πίστης τους, οι εξόριστοι μοναχοί και οι επίσκοποι που είχαν ταπεινωθεί από τον αυτοκράτορα επιθυμούν πάση θυσία την αποκήρυξη του αιρετικού. Παρότι ο πατριάρχης Ιωάννης και οι ανένδοτοι εικονομάχοι αντιτίθενται σε μια παρόμοια εξέλιξη, βρίσκονται ωστόσο σε δύσκολη θέση γιατί αντιλαμβάνονται πλέον ότι η παράταξή τους τελικά θα ηττηθεί. Τον πρώτο χρόνο της βασιλείας της, η θέληση της αυτοκράτειρας να αποκατασταθεί ο Θεόφιλος τους προϊδεάζει για μια επικείμενη θεμελιακή αλλαγή στο ζήτημα των ιερών εικόνων. Στην επιμονή της για τη μεταστροφή του άνδρα της την τελευταία στιγμή βλέπουμε ξεκάθαρα μια γυναίκα εν δράσει, και μάλιστα τη σύζυγο ενός αυτοκράτορα. Στη βάση του μυθεύματος βρίσκεται η έγνοια της για τη μνήμη του άνδρα της. Πρέπει ωστόσο να πείσει και τους υπόλοιπους ότι πράγματι έτσι συνέβη.
Η δεύτερη αναστήλωσα των εικόνων (843)
Επιτηρώντας τη διαδικασία της αλλαγής, η Θεοδώρα βρίσκει έναν πρόθυμο σύμμαχο στο πρόσωπο του Θεόκτιστου, το εγκόλπιο του οποίου σημάδι της μυστικής του αφοσίωσης στις εικόνες θεωρείται υπεύθυνο για τη μεταστροφή του Θεόφιλου. Θα χρειαστεί ωστόσο παραπάνω από ένας χρόνος για να τεθεί σε εφαρμογή ο μηχανισμός αποκατάστασης των εικόνων. Η τελική επιτυχία δεν θα έρθει πριν από τις 11 Μαρτίου του 843, καθυστέρηση που αντανακλά τις περίπλοκες διαπραγματεύσεις οι οποίες ήταν απαραίτητο να προηγηθούν. Όπως συμβαίνει συχνά, όταν τελικά καταγράφεται η έκβαση αυτών των ευαίσθητων καταστάσεων οι εκδοχές για τα γεγονότα είναι πολλές και αρκετά διαφορετικές. Γίνονται υπαινιγμοί για συζητήσεις που προηγήθηκαν της τελετής διαβούλια όπου η απαραίτητη προϋπόθεση της απομάκρυνσης από τον πατριαρχικό θρόνο του Ιωάννη Γραμματικού αποτελεί αντικείμενο σφοδρής αντιπαράθεσης. Τελικά ο πατριάρχης θα αντικατασταθεί από τον Μεθόδιο, που εκτός του ότι είναι από τους επικρατέστερους υποψήφιους είναι και ο εκλεκτός της Θεοδώρας. Στον Μεθόδιο θα ανατεθεί η αποστολή να αντιμετωπίσει τους εικονομάχους κληρικούς. Επιπλέον, ο νέος πατριάρχης θα συνθέσει μια καινούργια λειτουργία, με την οποία τίθεται οριστικά τέλος στην εικονομαχία και αποκαθίστανται οι ιερές εικόνες στη σεβαστή θέση που τους αρμόζει στο πλαίσιο της χριστιανικής λατρείας και του τυπικού της Εκκλησίας.
Παρά τη σύγχυση που δημιουργούν οι άφθονες παραλλαγές αυτής της ιστορίας, φαίνεται ότι η αναστήλωση επιτεύχθηκε χάρη κυρίως στο Μέγα Παλάτιο και με την ενεργό συμμετοχή της αυτοκράτειρας. Μια αρκετά αμερόληπτη αφήγηση περιγράφει πώς οι αυτοκράτορες (ο Μιχαήλ Γ' και η Θεοδώρα) ανακάλεσαν τους εικονολάτρες από την εξορία και τις φυλακές και συγκάλεσαν μια σύνοδο στην οικία του Θεόκτιστου. Σε αυτή την «ιερή τοπική σύνοδο», ο Ιωάννης Γραμματικός απαλλάσσεται των καθηκόντων του και διορίζεται νέος πατριάρχης ο Μεθόδιος. Επικυρώνονται οι επτά οικουμενικές σύνοδοι και αποκαθίστανται οι ιερές εικόνες.43 Η σύντομη περιγραφή φαίνεται να συμπυκνώνει αρκετά γεγονότα, για παράδειγμα το ότι ο Μεθόδιος εξελέγη πατριάρχης στις 4 Μαρτίου και η τελετή ενθρόνισης έλαβε χώρα μια εβδομάδα αργότερα στην Αγία Σοφία. Δεν μνημονεύεται ένα αυτοκρατορικό συμπόσιο που παρέθεσε η Θεοδώρα εκείνη την εβδομάδα. Δεν περιγράφεται η αγρυπνία στην εκκλησία των Βλαχερνών, προτού ο κλήρος πορευτεί στον μητροπολιτικό ναό, όπου συνάντησε τους αυτοκράτορες και όλους τους αυλικούς με εικόνες, κεριά και σταυρούς στα χέρια. Δεν αναφέρεται επίσης λέξη για την πολύωρη λειτουργία εκείνης της Κυριακής, της πρώτης της Σαρακοστής, οπότε και εορτάστηκε επίσημα η αναστήλωση των εικόνων. Σε αυτή την εκδοχή, ο Θεόκτιστος, ο παλατιανός ευνούχος, παίζει ρόλοκλειδί ως ο αξιωματούχος που ανέλαβε να συγκαλέσει την κρίσιμη συνεδρίαση στο σπίτι του. Μια παρόμοια αφήγηση περιλαμβάνεται στον Βίο της Θεοδώρας, αν και δεν μνημονεύεται η ίδια η σύνοδος.44
Μια εντελώς διαφορετική εκδοχή των γεγονότων αναγνωρίζει στους Στουδίτες μοναχούς έναν σημαντικό ρόλο και παράλληλα αποδίδει στον θείο της αυτοκράτειρας, τον Μανουήλ, μεγαλύτερη εξουσία. Ο Μανουήλ πιέζει τη Θεοδώρα να αποκαταστήσει τις εικόνες, όμως εκείνη είναι απρόθυμη θέλοντας να μείνει πιστή στην πολιτική του άνδρα της. Σε αυτή τη μεταγενέστερη παραλλαγή, οι εικονολάτρες μοναχοί που ήταν συνδεδεμένοι στο παρελθόν με τη Μονή Στουδίου εξωθούν την κατάσταση. Μόλις αποπέμπεται ο Ιωάννης και αναλαμβάνει πατριαρχικά καθήκοντα ο Μεθόδιος, μοναχοί από όλες τις σημαντικές μοναστικές κοινότητες, περιλαμβανομένων εκείνων που βρίσκονταν στα όρη Όλυμπος, Άθως, Ίδη και Κύμινας, προσέρχονται στην πόλη την πρώτη Κυριακή της Ορθοδοξίας σε μια συνέλευση όπου ανακηρύσσουν την ορθή πίστη.45 Είναι ολοφάνερη η προσπάθεια που καταβάλλεται σε αυτή την εκδοχή για την εξύψωση του ηρωικού ρόλου των εικονολατρών προσφύγων μοναχών, που είχαν διασκορπιστεί και εξασθενίσει σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας των επανειλημμένων εξοριών και ποινών.
Ανάμεσα σε αυτούς τους αντικρουόμενους ισχυρισμούς, κάθε αγιογραφικό κείμενο για κάθε άγιο αυτής της περιόδου διασώζει τη δική του άποψη για το τι ακριβώς συνέβη και αυτές οι αναξιόπιστες αφηγήσεις επηρεάζουν με τη σειρά τους τους μεταγενέστερους χρονογράφους. Ο Βίος της Θεοδώρας, που προορίζεται να μεγεθύνει τον κεντρικό της ρόλο, αποτελεί ολοκάθαρο παράδειγμα. Παρότι η χρονολόγησή του είναι αβέβαιη, ωστόσο τονίζεται ότι τα βασικά βήματα στη διαδικασία της αναστήλωσης των εικόνων έγιναν με επίσημα διατάγματα. Η εικονομαχία καταδικάζεται με αυτοκρατορικό διάταγμα· με τον ίδιο τρόπο επιτυγχάνεται η ανάκληση «όλων των Πατέρων που είχαν εξοριστεί είτε είχαν καταδικαστεί σε βαριές ποινές ... μαζί με μεγάλο πλήθος μοναχών και κάποιους νομικούς τους οποίους ο ασεβής Θεόφιλος εξόρισε, αφού πρώτα είχε κατάσχει με αυταρχικό τρόπο τις περιουσίες τους και τους είχε ακρωτηριάσει». Τελικά με ένα διάταγμα των Ορθοδόξων αυτοκρατόρων και των αγίων Πατέρων ανακηρύσσεται η αναστήλωση των εικόνων. Όλες αυτές οι επίσημες διαταγές υποδηλώνουν την ενεργό ανάμιξη της Θεοδώρας.46
Πιθανόν να μην μπορέσουμε ποτέ να συγκροτήσουμε μιαν αδιαμφισβήτητη εξιστόρηση της δεύτερης αναστήλωσης των εικόνων, όμως όλα τα στοιχεία που προαναφέρθηκαν συγκλίνουν στην εξύμνηση των θεόπνευστων ηγεμόνων (δηλαδή μόνον της Θεοδώρας, αφού ο Μιχαήλ είναι μόλις τριών ετών το 843) και στην αφοσίωση εκείνων που υπέφεραν για την πίστη τους, δηλαδή των καταδιωχθέντων μοναχών.47 Η Θεοδώρα, που αρχικά δεν νιώθει σίγουρη για την επικράτηση των σχεδίων της, αναθέτει στον Θεόκτιστο να συγκαλέσει μια συνέλευση στο σπίτι του, να βολιδοσκοπήσει τους εικονολάτρες που μόλις έχουν επιστρέφει από την εξορία και να βρει έναν τρόπο να απομακρύνει τον Ιωάννη Γραμματικό. Και από τη στιγμή που συμφωνείται ότι ο Μεθόδιος θα πάρει τη θέση του ως κεφαλή της Εκκλησίας, ανοίγει ο δρόμος για την επόμενη σημαντική συνεδρίαση. Η επίκληση της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου ως απόδειξης των αρχαίων παραδόσεων της εικονολατρίας δεν θα επιτρέψει στο εξής καμία αμφισβήτηση σχετικά με τον ρόλο των εικόνων. Κατόπιν μια νέα λειτουργία θα αναθεματίσει την εικονομαχία και θα αποκαταστήσει τις ιερές εικόνες.
Πρώτη εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΗΝ ΠΟΡΦΥΡΑ
ΤΖΟΥΝΤΙΘ ΧΕΡΙΝ
Η επεξεργασία, επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου