Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Ή ζωή του, Ή δράση του, Οι συγγραφές του
+ Στυλ.Παπαδόπουλου
Τόμος Α΄
Δ΄ Η ΕΞΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ
Ή διαταγή εξορίας καί ή φυγή
Οί δολοφονικές απόπειρες καί τό ένδιαφέρον τοΰ Χρυσοστόμου νά μην οξύνει τά πνεύματα είχαν ώς αποτέλεσμα την άπόφασή του νά μείνει άπόλυτα έγκλειστος. Γιά δυό μήνες δέν έμφανίσθηκε καθόλου δημόσια (Σωκράτους, Έκκλησ. Ιστορία, ΣΤ' 18. Ζωσίμου, Ιστορία νέα, VI 18). Ή σύνεσή του αύτή δέν συνέτισε καί τούς έχθρούς του, οί όποιοι όχι μόνο έπέμεναν στήν άποδοχή τής παλαιας καταδίκης τοΰ Χρυσοστόμου, άλλά, προβάλλοντας τώρα καί λόγους άσφάλειας καί κινδύνους νέων ταραχών, έπεισαν τόν αύτοκράτορα ότι δέν θά ήρεμήσει ό λαός, άν δέν έξοριστει ό Χρυσόστομος.
Οί άναφορές τών πηγών στά μετά τό Πάσχα (17 Απριλίου) γεγονότα έμφανίζουν διαφορές, πού δέν είναι, νομίζουμε, άνυπέρβλητες. Ό Παλλάδιος (Διάλογος, I' 19- 33) τοποθετεί μέ γενικό τρόπο τήν έπέμβαση τών έχθρών τοΰ Χρυσοστόμου (Ακακίου, Σεβηριανοΰ, Άντιόχου καί Κυρίνου) στόν Άρκάδιο, τήν άποδοχή άπό τόν Άρκάδιο τής ιδέας νά έξοριστει ό Χρυσόστομος καί τήν άποστολή τοΰ νοταρίου Πατρικίου, γιά ν’ άναγγείλει τήν άπόφαση στόν Χρυσόστομο «πέντε ημέρας» μετά τήν Πεντηκοστή (5 ’Ιουνίου). Ό Σωκράτης τοποθετεί την εξορία άμέσως μετά τούς δύο μήνες άπό τό Πάσχα, διάστημα κατά τό όποιο έμεινε ό Χρυσόστομος έγκλειστος (Έκκλησ. ιστορία, ΣΤ' 18).
’Άρα, γιά την έξορία ό Χρυσόστομος άναχώρησε μετά την 17η Ιουνίου. Σημειώνεται όμως άπό τόν ’ίδιο Ιστορικό Σωκράτη ότι ό Χρυσόστομος άναχώρησε την ημέρα της πυρκαγιάς στόν ναό της Αγίας Σοφίας, δηλαδή την 20η ’Ιουνίου (Ζώσιμος). Παράλληλα ό Ψευδο- Μαρτύριος άφήνει σαφώς τήν έντύπωση ότι ό αύτοκρα- τορικός νοτάριος μετέφερε τήν εντολή γιά έξορία στόν Χρυσόστομο τήν 20ήν ’Ιουνίου (ΑΒ 99 [1981] 343).Ό Παλλάδιος επομένως συμπτύσσει άπλώς τίς διαδικασίες καί προπαντός ένδιαφέρεται νά τονίσει τήν πίεση στόν Άρκάδιο, πού άσκησαν ό Ακάκιος, οί όμόφρονές του καί oi συνεργάτες του, οί όποιοι μάλιστα έμμεσα έξεβίασαν τόν αύτοκράτορα καί άνέλαβαν τήν εύθύνη γιά τίς όποίες συνέπειες της έξορίας τού Χρυσοστόμου.
«Βασιλεύ, σύ ύμΐν παρά Θεού ούκ έξονσιαζόμενος, άλλ’ έξουσιάζων των πάντων, έξεστί σοι δ θέλεις ποιήσαι. Μή γίνου πρεσβυτέρων πραότερος καί έπισκόπων όσιώ- τερος. Είπομέν σοι έπί πάντων " έπί τήν κεφαλήν ημών” ή τού Ίωάννου καθαίρεσις. Μή τοίνυν φείση ένός άνθρώπου, άφειδήσας πάντων ημών...» (Παλλαδίου, Διάλογος, I').Ή έπέμβαση αυτή έγινε στις 9 ή 10 ’Ιουνίου καί άσφαλώς μεσολάβησε χρόνος γιά νά συνεννοηθεΐ ό Άρκάδιος μέ τούς άνώτατους αύτοκρατορικούς υπαλλήλους (ώστε ή άπόφαση νά λάβει μορφή) νά συνταχθέί καί νά υπογράφει τό διάταγμα έξορίας, νά σταλεί αύτό στόν προορισμό του καί νά έτοιμασθεΐ ό Χρυσόστομος γιά τήν άναχώρηση. Οί δέκα ημέρες (άπό 10 έως 20 ’Ιουνίου) είναι χρόνος εύλογος γιά διαδικασία άνάλογη.Σύμφωνα μέ τά παραπάνω, ό Άρκάδιος, πρός τό βράδυ τής 20ής Ιουνίου, έστειλε τόν νοτάριο Πατρίκιο μέ σχετικό έγγραφο, διατάσσοντας τόν Χρυσόστομο νά έγκαταλείψει τήν Κωνσταντινούπολη καί τήν Εκκλησία. Φαίνεται όμως ότι τις κινήσεις αυτές παρακολουθούσαν οί στρατιωτικές άρχές -έτοιμες νά έπέμβουν- άλλά καί πολλοί πιστοί στόν Χρυσόστομο. Γι’ αύτό, ένας άπό τούς άρχοντες, όταν πλέον ό νοτάριος Πατρίκιος είχε κάνει τήν επίσκεψή του στό έπισκοπεΐο, πληροφόρησε τόν Χρυσόστομο ότι στό μεγάλο δημόσιο λουτρό έχει παραταχθεί μέ στρατιώτες ό άξιωματικός Αοΰκιος. Αύτός είχε σταλεί έκεΐ μέ τόν σκοπό νά έπέμβει, άν άρνηθεΐ νά φύγει ό Χρυσόστομος, οπότε θά τόν συνελάμβανε. Στις διαθέσεις, βάσει έντολών φυσικά, τού Λουκίου ήταν καί ή επίθεση κατά τού λαού, έάν αύτός έπιχειροΰσε νά έμποδίσει τήν έξορία τού έπισκόπου του.Όλ’ αύτά δέν άφηναν περιθώρια στόν έπίσκοπο ’Ιωάννη, πού άλλωστε φρόντιζε μέ άπειρη άγάπη τό ποίμνιό του καί καταδίκαζε αυστηρά καί πάντοτε τό σχίσμα στήν ’Εκκλησία. Έτσι, κατέβηκε άπό τό έπισκοπεΐο στόν ναό, συνάντησε τούς ύποστηρικτές του έπισκόπους, ζήτησε νά προσευχηθούν μαζί, τούς άποχαιρέτισε μέ δάκρυα καί προχώρησε στό Βαπτιστήριο. Έκεΐ άποχαιρέτισε τις διακόνισσες συνεργάτιδές του μέ πρώτη τήν ’Ολυμπιάδα. Τούς είπε μάλιστα καί τά εξής:«... τά κατ’ έμέ τέλος έχει, ώς όρώ. Τόν δρόμον μου τετέλεκα καί ίσως ούκέτι όψεσθε τό πρόσωπόν μου. Τούτο δέ έστιν ο παρακαλώ· μή τις υμών άνακοπή τής συνήθους εύνοιας τής περί τήν Εκκλησίαν. Καί δς άν άκων άχθή επί τήνχειροτονίαν... κλίνατε τήν κεφαλήν υμών ώς Ιωάννη (ού δύναται γάρ ή Εκκλησία άνευ έπισκόπου είναι) καί ούτως έλεηθήτε» (Παλλαδίου, Διάλογος, I : PG 47,35).Ή τελευταία υποθήκη τοΰ Χρυσοοτόμου άναφερόταν στην ύπακοή στον αντικαταστάτη του έπίσκοπο, γιά ν’ αποφευχθεί τό σχίσμα. Στό μεταξύ τό σκοτάδι της νύχτας πύκνωσε καί μεγάλωνε στούς γύρω χώρους ή άναταραχή καί ή συγκέντρωση πιστών. Είχαν μάλλον όλοι πληροφο- ρηθεΐ τά διατρέξαντα καί οί πολλοί συνάχθηκαν στήν δυτική πύλη τοΰ ναού, απ’ όπου μέ άμαξάκι, πού έσερνε μουλάρι («όναζνγιον»), έφευγε συνήθως ό Χρυσόστομος. Ήλπιζαν νά τόν κρατήσουν έκεΐ μέ τήν βία. Καί ό ίδιος άφησε τήν εντύπωση ότι άπό κεΐ θ’ άναχωροΰσε, ένώ άθόρυβα καί κρυφά βγήκε άπό τήν άνατολική πύλη καί παραδόθηκε στούς φρουρούς.
Ή σύγχυση καί ή πυρκαγιά πού ακολούθησαν τήν φυγάδευση
Ή έξοδος καί ή φυγάδευση τοΰ Χρυσοστόμου δέν έμειναν τελείως άπαρατήρητες, οπότε, άπό τό συναγμένο πλήθος, άλλοι μπήκανε στόν ναό άναζητώντας τόν Χρυσόστομο καί άλλοι, πού κατάλαβαν ότι οδηγείται στό λι- μανάκι, τρέξανε νά τόν προλάβουν εκεί. Oi στρατιώτες όμως τόν είχαν ήδη έπιβιβάσει σέ πλοιάριο. Οι πολλοί στρατιώτες γύρω άπό τόν ναό, νομίζοντας ότι θ’ άποτρέ- ψουν καλύτερα τίς ταραχές, έκλεισαν βίαια τίς θύρες τοΰ ναοΰ. Τότε, όσοι βρίσκονταν εντός ώθοΰσαν μέ βία τίς θύρες γιά νά έξέλθουν. Καί όσοι βρίσκονταν εκτός, ώθοΰσαν έπίσης μέ βία γιά νά είσέλθουν, έλπίζοντας νά εΰρουν έκεΐ τόν Χρυσόστομο. Άπό τούς τελευταίους, άλλοι σκόπευαν νά κρατήσουν στόν ναό τόν Χρυσόστομο καί άλλοι νά ευκολύνουν τήν φυγάδευσή του γιά εξορία. Άλλοι δηλαδή ένεργοΰσαν υπέρ καί άλλοι κατά τοΰ Χρυσοστόμου. Έξω άπό τόν ναό συγκεντρώθηκαν όχι μόνο ύποστηρικτές, άλλά καί μερικοί εχθροί τοΰ Χρυσοστόμου. Οί πύλες τελικά παραβιάστηκαν καί τήν στιγμή πού έξέρχονταν οί εντός άναψε πυρκαγιά στόν ναό, «φλόξ άπό μέσου τού θρόνον, εν ω είώθει ό ’Ιωάννης καθέζε- σθαι» γράφει ό Παλλάδιος.Ή φωτιά μεταδόθηκε παντού, έκαψε όλο τόν ναό καί τό κακό έφτασε καί κατέστρεψε μέχρι καί τό γειτονικό κτίριο της Συγκλήτου, πού ήταν κτισμένο στήν νότια πλευρά τής Αγίας Σοφίας. Άπό τήν φοπιά δέν προσβλήθηκε μόνο τό οίκημα τού ναού, πού χρησίμευε ώς θησαυροφυλάκιο καί όπου φυλάσσονταν τά πολύτιμα σκεύη, ό χρυσός καί ό άργυρος τού ναού. Ή πυρκαγιά μαινόταν πολλές ώρες: «άπό έκτης ώρας μέχρι ένάτης» σημειώνει ό Παλλάδιος. «’Από δείλης όχρίας μέχρις έω» (= δηλαδή άπό τό βράδυ μέχρι τό πρωί) λέει ό Σωζομενός, πού ώς κωνσταντινοπολίτης πρέπει νά γνώριζε καλύτερα (Έκ- κλησ. ιστορία, Η' 22,6).Τό φοβερό γεγονός τής μεγάλης πυρκαγιάς επόμενο ήταν οί εχθροί καί οί φίλοι τού Χρυσοστόμου νά τό άποδώσουν οί μέν στούς δέ. Οί έχθροί ισχυρίζονταν ότι έβαλαν τήν φοπιά οί φίλοι τού Χρυσοστόμου (τούς όποιους μάλλον άπό τό Πάσχα ονόμαζαν Ίωαννίτες), γιά νά έκδι- κηθοΰν τόν διωγμό τού άγιου έπισκόπου τους. Οί Ίωαννίτες θεωρούσαν τήν φοπιά έργο προκλήσεως (provo- cacionis), ώστε νά κατηγορηθούν εύκολα (οί Ίωαννίτες), πού όντως μέ τήν γενική αύτή κατηγορία διώχτηκαν άπό τήν επόμενη μέ τόν σκληρότερο τρόπο. Ό έθνικός, μάλιστα, Ζώσιμος σημειώνει (Ιστορία νέα, Ε' 24) ότι οί φίλοι τού Χρυσοστόμου, θέλοντας δήθεν νά έμποδίσουν τήν έκλογή νέου έπισκόπου καί νά έκδικηθούν γιά τόν διωγμό τού Χρυσοστόμου, θελήσανε νά κάψουνε τήν πόλη καί άρχισαν άπό τόν ναό τής Άγιας Σοφίας. Ή άλήθεια, βέβαια, δέν μπορεί σέ τέτοιες περιστάσεις νά βρεθεί καί συνετό είναι νά δεχθούμε ότι ή πυρκαγιά την νύχτα έκείνη υπήρξε μάλλον τυχαίο γεγονός, άν δεν ήταν καί σημάδι τού Θεού.
Ένώ πλέον ό Χρυσόστομος με τό πλοιάριο έφθανε στήν άπένανιι άκτή, στην Βιθυνία, οί συλλήψεις καί oι διωγμοί των ύποστηρικτών του πύκνωσαν. Με πρόφαση καί τήν πυρκαγιά οί έπίσκοποι καί άλλοι κληρικοί, πού βρίσκονταν κατά τίς κρίσιμες ώρες κοντά του, συνελήφθησαν καί φυλακίστηκαν στήν Χαλκηδόνα, ένώ άλλοι, λαίκοί καί κληρικοί, συλλαμβάνονταν οπουδήποτε στήν Κωνσταντινούπολη κι έκβιάζονταν ν’ άναθεματίσουν τόν Χρυσόστομο. Συνέλαβαν μάλιστα καί οδήγησαν στήν Κωνσταντινούπολη νά δικάσουν τούς έπισκόπους Εύλύσιο καί Κυριάκό, πού συνοδέυσαν τόν Χρυσόστομο φεύγοντα. Κατηγόρησαν καί τούς δύο ώς υπεύθυνους τής πυρκαγιάς.Οί άντιχρυσοστομικοί έπίσκοποι φρόντισαν γρήγορα (26 Ιουνίου: Σωκράτους, Έκκλησ. Ιστορία, ΣΤ' 19) νά χειροτονήσουν έπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως τόν πρεσβύτερο Άρσάκιο, ευλαβή άλλ’ άπαίδευτο καί άπραγο γέροντα, άδελφό τοΰ Νεκτάριου (+ 397). Αυτός έπισκόπευσε άπό 27 Ιουνίου μέχρι 11 Νοεμβρίου. Τούτον διαδέχθηκε, τόν Μάρτιο τού 406, ό Αττικός, δραστήριος έχθρός τοΰ Χρυσοστόμου, άπαίδευτος καί σκληρός διώκτης τών Ίωαννιτών.Όσο γιά τόν Χρυσόστομο γνωρίζουμε ότι έως τίς 4 ’Ιουλίου άνέμενε στήν Νίκαια τής Βιθυνίας (Έπιστ. 221: «τη τετάρτη τού Πανέμον μηνάς, μέλλων άπό της Νίκαιας διεξορμάν») τό διάταγμα τού Άρκαδίου, πού θά όριζε τόν τόπο εξορίας του. Αρα, άπό 21 Ιουνίου μέχρι 4 Ίουλίου παρέμεινε σε κάποιο χωριό μεταξύ Βοσπόρου καί Νίκαιας καί στην ίδια την Νίκαια. Ή ’Επιστολή του 221, της 4ης ’Ιουλίου, άφήνει περιθώριο γιά όλιγοήμερη άκόμα παραμονή στην Νίκαια («μέλλων... διεξορμάν»). Ώς τόπος έξορίας ορίστηκε ή μικρή πόλη Κουκουσός της Αρμενίας, οπήν σημερινή τουρκική πόλη Goksun, έκατόν εβδομήντα περίπου χιλιόμετρα άπό τά ’Άδανα, στους πρόποδες των βουνών τής Ίσαυρίας. Προτιμούσε τήν περιοχή αυτή, άπό έκεΐνες πού ψιθυρίζονταν ώς πιθανοί τόποι έξορίας του, όπως ή Σκυθία καί ή Σεβάστεια (Έπιστ. 13: PG 52,611).
Ό,τι γνωρίζουμε γιά τό ταξίδι του άπό τήν Νίκαια (Isnik) έως τήν Κουκουσό (Goksun) οφείλεται σχεδόν άποκλειστικά στις Επιστολέςτου τής περιόδου αύτής καί δή στίς 17, πού έστειλε στήν διακόνισσα ’Ολυμπιάδα (PG 52,549-623). Αύτές γράφηκαν άπό τό τέλος ’Ιουνίου τού 404 ώς τις άρχές τού 407.Στήν Νίκαια ό Χρυσόστομος συνήλθε άπό τις έντονες συγκινήσεις, άνέκτησε κάπως τίς δυνάμεις του, πού είχαν μειωθεί πολύ άπό τήν υπερένταση των δραματικών στήν Κωνσταντινούπολη γεγονότων, ήρέμησε καί μάλιστα βρήκε χρόνο νά ένδιαφερθεΐ γιά τήν ιεραποστολή (στήν Φοινίκη, τήν ’Αραβία καί τήν Κύπρο), τήν οποία ένίσχυσε μέ χρήματα καί περισσότερο μέ δοκιμασμένους Ιερομόναχους ( Έπιστ. 221- 53 καί 123). Αργότερα, θά ένδιαφερθεΐ καί γι’ άλλες Ιεραποστολές, όπως τής μακρυνής Περσίας, ένώ θά έντείνει τίς προσπάθειές του γιά τόν έκχριστιανισμό τών Γότθων ή τής έπιστροφής τους στήν ’Ορθόδοξη πίστη (Έπιστ. 14: PG52,618).Τό πολύπλευρο αυτό έργο είχε άρχίσει ένωρίτερα καί τώρα τό προωθούσε μέ Ιεραπόστολους καί χρήματα. Ή δραστηριότητα αύτή προύποθέτει κάποια ελευθερία τού δέσμιου Χρυσοστόμου νά δέχεται επισκέψεις άκόμα καί δώρα.Ό δέσμιος Χρυσόστομος θ’ άκολουθοΰσε τόν έπίσημο ελληνορωμαίκό δρόμο (Ο. Cuntz, Itineraria Romana: Itinerarium Antonianum, Leipzig 1929). Άπό τά δυτικά, την Νίκαια, θά βάδιζε άνατολικά, θά διέσχιζε δλη την κεντρική καί σκληροτράχηλη Μικρασία. Θά περνούσε άπό τήν ’Άγκυρα καί θά συνέχιζε ως τήν Καισάρεια. Μετά θά κατέβαινε πρός τά βουνά τής Ίσαυρίας, γιά νά σταματήσει στήν Κουκουσό.Τό ταξίδι τούτο είχε στιγμές θριάμβου καί στιγμές πόνου, έξαντλήσεως καί περιφρονήσεων. Σέ πολλά σημεία της πορείας κληρικοί καί λαίκοί υποδέχονταν τόν Ιερό δέσμιο μέ τιμές ηρώα, μάρτυρα καί αγίου. Προσφέρο- νταν μέ πολλούς τρόπους νά τόν άνακουφίσουν καί τό γεγονός άποτελούσε ΰψιστη παρηγοριά γιά τόν Χρυσόστομο. Πολλές φορές, γράφοντας πρός τήν ’Ολυμπιάδα, μιλάει γιά έξαιρετική εύεξία του. Νομίζουμε όμως ότι ως ένα βαθμό τούτο συνιστά προσποίηση καί υπερβολή, γιά νά παρηγορεί τήν ’Ολυμπιάδα, πού είχε περιπέσει, ένεκα των γεγονότων καί δή τού έναντίον της διωγμού, σέ μελαγχολία («άθυμία»).Όσο άπομακρυνόταν άπό τά παράλια -καί αύτό έγινε πολύ σύντομα- τό ταξίδι γινόταν δυσκολότερο. Εναλλαγές έντονες κλιματολογικών συνθηκών κι έλλειψη τών άναγκαίων. Πονοκέφαλοι, προβλήματα στομάχου, άλλοτε καύσωνας καί άλλοτε -τίς νυκτερινές ώρες- πολύ ψύχος καί υπερβολική κούραση άπό τήν πεζοπορία.Φθάνοντας στήν Άγκυρα δοκίμασε άπέραντη πικρία, διότι ό έπίσκοπός της Λεόντιος τού συμπεριφέρθηκε πολύ έχθρικά. Μέχρι τήν Καισάρεια (έφθασε στις αρχές Αύγουστου) εζησε τίς πιό ποικίλες κι έντονες άπογοητεύ- σεις, ένεκα των δυσκολιών τού ταξιδιού καί των άσθενειών, ιδίως τού υψηλού πυρετού. Πρίν άκόμα φθάσει διαδιδόταν ότι ό έκεΐ έπίσκοπος Φαρέτριος άνέμενε μέ χαρά τόν Χρυσόστομο. Συνέβη τό άντίθετο.
Ό Φαρέτριος δέν έμφανίσθηκε στην άφιξη τού αγίου στην Καισάρεια, όπου έφθασε σχεδόν ημιθανής (Έπιστ. 9 καί 12). Ευτυχώς όμως , παρουσιάστηκαν κληρικοί καί λαίκοί, έπίσημοι καί άπλοι, πού τόν υποδέχθηκαν μέ πολύ σεβασμό καί μεγάλη άγάπη. Ή συμπεριφορά τού Φαρετρίου άνάγκασε τόν Χρυσόστομο νά καταλύσει στό άκρο τής πόλεως, σέ σπίτι πού τού προσέφεραν. Στήν ’Eπιστολή του 14 (πρός ’Ολυμπιάδα) διηγείται λεπτομερώς τά σχετικά γεγονότα (PG 52, 612-615). Τόν φρόντισαν σπουδαίοι γιατροί καί άνέλαβε κάπως δυνάμεις (PG 52,609).Παρά ταύτα δέν έπαυε νά είναι κλινήρης. Στήν κατάσταση αύτή εύρισκόμενος, έντάθηκαν ο'ι επιθέσεις ληστοσυμμοριών άξεστων ίσαύρων, πού λυμαίνονταν τήν περιοχή καί τήν ίδια τήν Καισάρεια. Έτσι, ό κίνδυνος γιά τήν ζωή τού Χρυσοστόμου ήταν μεγάλος κι έγινε μεγαλύτερος, διότι ομάδα φανατικών μοναχών εισέβαλε στό κατάλυμα τού αγίου καί τόν έξεβίαζαν μέ άπειλές νά έγκαταλείψει τήν περιοχή. Αύτοί υποκινούνταν άπό τόν έπίσκοπο Φαρέτριο, πού άπειλοΰσε καί όσο υς κληρικούς έπισκέπτονταν τόν άγιο. Γι’ αύτό, στό τέλος τής σύντομης έκεΐ παραμονής του δέν έβλεπε κληρικούς καί σκεπτόταν τί νά έπιλέξει. Τήν άναχώρηση, πού είχε τόν κίνδυνο νά τόν προλάβουν οί άπειλητικοί ισαυροι, ή τήν παραμονή, κατά τήν όποία θά τόν κακοποιούσαν οί μοναχοί. Προτίμησε τόν κίνδυνο τών ίσαύρων.Τόν έβαλαν στό φορείο («λεκτίκιον»), γιατί δέν μπορούσε νά σταθεί όρθιος, καί άναχώρησαν άπό τήν Καισάρεια. Πείσθηκε όμως νά μείνει γιά λίγο σ’ έναν οικισμό, σε άπόσταση «πέντε μιλιών» άπό την πόλη. Έκει, θαυμαστές του έκαμαν ό,τι μπορούσανε νά τόν άσφαλί- σουν άπό τούς ίσαύρους. Δεν ησύχασε όμως ό Φαρέ- τριος. Έστειλε άνθρώπους καί δη τόν άξεστο πρεσβύτε- ρο Εύήθιο, πού νύχτα μπήκε στό κατάλυμα τού Χρυσοστόμου καί τόν άνάγκασε νά έγκαταλείψει τήν περιοχή την ίδια ώρα, μεσάνυχτα, χωρίς σελήνη, δήθεν ένεκα έπικείμενης έπιθέσεως των ίσαύρων. Ό άγιος κατάλαβε τόν άπειλητικό εκβιασμό τού Φαρετρίου. ’Άν καί δεν υπήρχαν δίπλα του άνθρωποι νά βοηθήσουν, άποφάσισε τήν άμεση άναχώρηση, μολονότι κινδύνευε κυριολεκτικά νά πεθάνει σε τέτοιο χάλι βρισκόταν ό οργανισμός του.
Έφθασε στην Κουκουσό ήμιθανής
Μέ πολλή δυσκολία σηκώθηκε. Τόν υποβάσταζαν καί άρχισε ή φοβερή πεζοπορία σέ δρόμο άνώμαλο, στόν δύσβατο καί τρομερό Ταύρο. Ή πορεία του υπήρξε μαρτυρική, άλλά κάποτε, στίς 20 Σεπτεμβρίου, έφθασε στήν Κουκουσό. Στήν Επιστολή του 234 μιλάει γιά ταξίδι εβδομήντα ήμερων, κάτι πού έξηγεΐται άν έφυγε δύο - τρεις ημέρες μετά τήν 4η Ιουλίου άπό τήν Νίκαια.
Στήν τότε άρμενική Κουκουσό τόν φρόντισαν μέ ιδιαίτερη άγάπη πολλοί παράγοντες καί μάλιστα ό εύγενής γαιοκτήμονας Διόσκορος, πού προσέφερε καί τό κάπως άνετο σπίτι του γιά διαμονή τού Χρυσοστόμου. Έδώ αισθανόταν τόσο καλά, ώστε, ένθυμούμενος τό ταξίδι του, έγραφε ότι προτιμάει χίλιες έξορίες άπό τήν πεζοπορία πού έκαμε (’Επιστ. 13: PG52,611). Τό έγραψε αύτό, διότι καταβάλλονταν στήν Κωνσταντινούπολη προσπάθειες άλλαγής τού τόπου έξορίας. Δέν προτιμούσε, λοιπόν, άλλον τόπο, εκτός άν έπρόκειτο γιά παραθαλάσσιο μέρος, όπως ή Κύ- ζικος καί ή Νικομήδεια, πού ήταν ευνοίκότερες γιά την άθλια κατάσταση της υγείας του (αυτόθι: PG 52,612). Την ίδια έποχή, έφθασε στην Κουκουσό καί ή Σαβινιανή, διακόνισσα ηλικιωμένη, μάλλον θεία τοΰ άγιου, τόν όποιο βοήθησε πολύ.
Έδώ είχε πολλές υποχρεώσεις ό Χρυσόστομος, διότι τόν επισκέπτονταν πολλοί, κληρικοί καί λαίκοί, έπίσημοι καί απλοί, άπό διάφορα μέρη γειτονικά καί μακρυσμένα, ιδιαίτερα άπό τήν Αντιόχεια. Όφειλε άκόμη νά παρακολουθεί τίς Ιεραποστολικές δραστηριότητες, πού άνθρωποί του ένεργοΰσαν, νά στέλνει έκεΐ χρήματα καί άνθρώπους, νά πληρώνει λύτρα σέ ίσαύρους γι’ άπελευθέρωση αιχμαλώτων, νά παρηγορεΐ όσο υς διώκονταν στήν ΚΠολη καί άλλου ώς φίλοι του, νά συμβουλεύει καί νά κατευθύνει παλαιούς καί νέους συνεργάτες του. Γιά όλ’ αύτά είχε άρκετά χρήματα, πού τοΰ έστελναν φίλοι καί πνευματικά τέκνα μέ πρώτη τήν ’Ολυμπιάδα.Ή κατάσταση αύτή άλλαξε μέ τήν πρώιμη έλευση τοΰ χειμώνα (404-405). ΟΙ άρρώστιες έπανηλθαν. Πυρετοί, έμετοί, στομαχόπονοι, κεφαλαλγίες καί άυπνίες, ένεκα των όποιων δέν μπορούσε άρχικά νά γράφει (Έπιστ. 6). Ή έξαρση των άσθενειών του έμφανίστηκε περισσότερο άπό τό φθινόπωρο τοΰ 405. Στίς άρχές τοΰ 406 άναγκάστηκε νά μεταφερθεΐ στήν Άραβισσό ένεκα έπιθέσεων των Ίσαύρων. Έδώ ή άπουσία χρειωδών καί δή φαρμάκων ήταν μεγάλη, άλλά ή άπειλή τών Ίσαύρων μεγαλύτερη (Έπιστ. 146). Γι’ αύτό καί οδήγησαν τόν άγιο πρός τό πλησιέστερο αύτό φρούριο, στήν Άραβισσό, (Έπιστ. 69), τέσσερα περίπου χιλιόμετρα άπό τήν Κουκουσό, άφοΰ περιπλανήθηκαν κρυπτόμενοι άπό τούς ίσαύρους. Παρά τήν άθλια κατάσταση της υγείας του, άρχισε πάλι νά γράφει ’Επιστολές, καί μάλιστα στόν Ρώμης Ίννοκέντιο καί σέ δυτικούς έπισκόπους, αναφορικά μέ την γενική Σύνοδο, άπό τήν οποία άνέμενε κρίση τής δλης καταστάσεως. Στην Κουκουσό ή κάπου πλησίον, έπανήλθε ό άγιος μάλλον τό καλοκαίρι τού 406. Φαίνεται όμως ότι, έστω γιά λίγο, κατέφυγε σέ περιοχή μεταξύ Κουκουσοΰ καί Άραβισσού καί άπό έκεΐ πάλι στήν Κουκουσό.Στό διάστημα της έξορίας του, άκριβέστερα άπό τήν έποχή τής άφίξεώς του στήν Νίκαια μέχρι τό καλοκαίρι τού 407, έγραψε τίς περίπου 240 Επιστολές του, παρά τίς άντίξοες, ώς έπί τό πλέΐστον, συνθήκες στίς όποίες ζοΰσε. Τίς έγραψε γιά πρακτικούς λόγους, γιά νά κατευθύνει, νά συμβουλεύσει καί νά παρηγορεί διάφορα πρόσωπα. Γράφοντας όμως , διηγούμενος, άλλοτε λεπτομερώς καί άλλοτε άδρομερώς, τίς δσες μαρτυρικές ταλαιπωρίες ύφίστατο, ένιωθε καί ό ίδιος κάποια παρηγοριά, σέ κάποιο βαθμό άνακουφιζόταν καί κάθε τόσο έλεγε κι έγραφε τό
«δόξα τώ Θεω πάντων ένεκεν».
Στήν Κουκουσό καί δή μεταξύ 406 καί 407 συνέταξε καί δύο πολυσυζητημένα έργίδια, σέ τύπο διατριβής. ’Έχουν καί τά δύο ώς θέμα τίς κακοπάθειες καί τά βάσανα των άνθρώπων, οί όποιοι δέν πρέπει ν’ άποθαρρύνονται, άλλά ν’ άντιμετωπίζουν δλες τίς δυσκολίες ώς δοκιμασίες τού Θεού πρός δφελός τους πνευματικό. Πρόκειται γιά τά έργα «"Οτι τόν έαυτόνμή άδικούντα ούδείς παραβλάψαι δύναται» (PG 52,460-480) καί «Πρός τούς σκανδαλισθέντας έπί ταίς δυσημερίας...» (PG 52,479- 528).
Σελίδες 87-98
Πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Ή ζωή του, Ή δράση του, Οι συγγραφές του
+ Στυλ.Παπαδόπουλου
Τόμος Α΄
Η επεξεργασία, επιμέλεια και μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου