Τά επτά θανάσιμα αμαρτήματα
Σέλμα Λάγκερλεφ
Ό Διάβολος, θέλοντας κάποτε νά ξεγελάσει καί νά κοροϊδέψει έναν Ιερομόναχο, φόρεσε μιά εύρύχωρη κάπα κι ένα μεγάλο καπέλο μέ φαρδύ κατεβασμένο γύρο, πού τού σκέπαζε τόσο πολύ τό πρόσωπο, ώστε ήταν πολύ δύσκολο νά τόν άναγνωρίσει κανείς.
’Έτσι λοιπόν μεταμφιεσμένος πήγε στή Μητρόπολη, όπου, εκείνη την ήμέρα, ό Ιερομόναχος περίμενε στό έξομολογητήριο τούς πιστούς, πού ήθελαν νά ζητήσουν συγχώρηση γιά τ’ άμαρτήματά τους.Σεβαστέ μου πάτερ, είπε ό Διάβολος, είμαι γεωργός καί κατάγομαι από αγροτική οικογένεια. Ξυπνώ από τά χαράματα, χωρίς ποτέ νά παραλείψω νά κάνω τήν πρωινή μου προσευχή. Κατόπιν έργάζομαι δλη τήν ημέρα στους άγρούς. Τρέφομαι μέ ψωμί καί μέ γαλακτερά. Κι όταν, καμιά φορά, καλώ στό σπίτι τούς φίλους μου, τούς φιλεύω φρούτα καί μέλι. Οί γέροι γονείς μου έμένα έχουν μοναδικό τους στήριγμα. Δέν παντρεύτηκα γιατί οί γυναίκες δέ μοϋ προκαλοϋν καμιά συγκίνηση. Πηγαίνω ταχτικά στήν εκκλησία καί κάνω πάντα ελεημοσύνη στοάς φτωχούς. Σεβαστέ μου πάτερ, ακόυσες τήν εξομολόγησή μου. Θά μοΰ δώσεις συγχώρεση;
Τέκνον μου,απάντησε ό ιερομόναχος, είσαι ό πιό ένάρετος άνθρωπος πού γνώρισα ποτέ στή ζωή μου. Εύχαρίστως θά σέ συγχωρέσω. ’Άφησέ με μόνο νά σοϋ διηγηθώ ένα γεγονός, πού συνέβη πρόσφατα έδώ, στήν περιοχή μας. Αυτή ή αφήγηση θά σ’ εύχαριστήσει, γιατί θ’ ακούσεις νά γίνεται λόγος γιά πολλές πράξεις άξιέπαινες, αλλά στό τέλος θά μπορέσεις νά διαπιστώσεις πώς αυτοί πού τίς διέπραξαν ήταν μπροστά σου δυστυχισμένοι αμαρτωλοί.
Πάτερ, τά λόγια σου μέ οδηγούν στό δρόμο τής αλαζονείας, είπε ό Διάβολος.
Θεός φυλάξοι από ένα τέτοιο αμάρτημα! απάντησε ό Ιερομόναχος. Όταν θ’ ακούσεις τή διήγησή μου, θ’ αλλάξεις γνώμη.
Κι άρχισε:
Read More ->>