Γύρισα πίσω και μόλις έφθασα στο σπίτι του αξιωματικού όλοι οι κατάδικοι ήσαν έτοιμοι για να ξαναρχίσουν τον δρόμο τους. Επήγα γρήγορα κοντά σ' αυτούς τους δυο στρατιώτες και τους έδωσα το ρούβλι λέγοντας: «Μετανοείτε και προσεύχεστε· ο Χριστός αγαπά όλους τους ανθρώπους και δεν θα σας εγκαταλείψει ποτέ» κι αμέσως τους άφησα κι εξακολούθησα τον δρόμο μου. Μετά από 40 χιλιομέτρων πορεία στον αμαξωτό δρόμο, έκοψα σ' ένα μονοπάτι για νάχω περισσότερη ησυχία και να διαβάσω. Περπάτησα κάμποσο μέσα από την καρδιά του δάσους και πολύ σπάνια συναντούσα κανένα συνοικισμό. Μερικές φορές, καθόμουν όλη την ημέρα κάτω από τα δένδρα και διάβαζα με μεγάλη προσοχή την Φιλοκαλία, απ' την οποία έπαιρνα πολλές, πάρα πολλές γνώσεις. Η καρδιά μου φλεγόταν από την επιθυμία να ενωθεί με τον Θεό με την εσωτερική προσευχή και ανυπομονούσα να μάθω σχετικώς για την ένωση αυτή, με το μέτρο και την καθοδήγηση του βιβλίου μου αυτού. Συγχρόνως ήμουν και λυπημένος γιατί δεν είχα μια κατοικία που θα μπορούσα να διαβάζω ήσυχος αυτά που ήθελα. Διάβαζα κι απ' το Ευαγγέλιο και αισθανόμουν ότι καταλάβαινα καθαρότερα τώρα από άλλοτε, μερικά που δεν ημπορούσα να εννοήσω καθαρά και που με έκαναν να πέσω θύμα των διαφόρων αμφιβολιών
Read More ->>