Παύλος Νιρβάνας
Το Αγριολούλουδο
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α'
Στη βεράντα της ερημικής βίλλας της κ. Κράλη δεν ήτανε η συνηθισμένη πολυθόρυβη συντροφιά, το ανοιξιάτικο αυτό βράδυ. Μολονότι είχε νυχτώσει πια, τα ηλεκτρικά λουλούδια, που άνθιζαν άλλοτε με χίλια χρώματα τέτοιαν ώρα, ανάμεσα στα φυλλώματα των πυκνών περιπλοκάδων, ήσαν σβηστά ακόμα. Είχαν ξεχάσει να τ’ ανάψουν ή τα είχαν αφήσει σβησμένα επίτηδες.
Τρεις άνδρες, σκυφτοί γύρω από ένα ψάθινο τραπεζάκι, ξεχώριζαν μέσα στις σκιές, με ύφος ανθρώπων που μιλούσαν εμπιστευτικά για κάποια σπουδαία υπόθεση: Ο κ. Βιτούρης, ετεροθαλής αδελφός της κ. Κράλη, ζωντοχήρας εδώ και πέντε χρόνια, που κατοικούσε μαζί της, ο Άλκης Κράλης, ανιψιός της, και ο κ. Νικολαΐδης, γιατρός και παλιός φίλος της οικογενείας. Εκείνοι που μιλούσαν όμως ήτανε κυρίως ο κ. Βιτούρης και ο γιατρός. Ο Άλκης, νέος ως είκοσι πέντε ετών, πολύ μελαχρινός, πολύ χλωμός και πολύ αδύνατος, ακουμπισμένος στο τραπεζάκι, με το κεφάλι στηριγμένο μελαγχολικά στη δεξιά του παλάμη, φαινότανε ν’ ακούει, περισσότερο αφηρημένος παρά προσεχτικός, τους δύο άλλους, που πότε μιλούσαν μεταξύ τους και πότε γύριζαν το λόγο σ’ αυτόν, για να του κάνουν κάποια ερώτηση ή να του ζητήσουν τη γνώμη του για το θέμα της ομιλίας. Ήτανε φανερό πως το θέμα της ομιλίας ήταν αυτός και κάποια σπουδαία υπόθεσή του.
Read More ->>