Οδοιπορικό ενός μοναχού στον πόλεμο του '40
Αρχιμανδρίτου ΘΕΟΚΤΙΣΤΟΥ ΑΛΕΞΟΠΟΥΛΟΥ
Καθηγουμένου Ι. Μ. Τιμίου Προδρόμου Γορτυνίας
3. Πορεία προς το Μέτωπο
Σάββατον 11 – 1 - 41
Εσηκώθημεν πολύ πρωί και αφού αποχαιρετήσαμε τον αδελφόν π. Ευσέβιον Μπιλάλην, όστις καθ'όλον το διάστημα της εν Αθήναις παραμονής μας μας είχε φανεί πολύ χρήσιμος, σαν πραγματικός εν Χριστώ αδελφός μας, προ των 8 είμεθα στον λόχο μας. Αφού μας έκαμαν προσκλητήριον, μας κατήρτισαν λόχον και μας έδωσαν τροφήν δια τρεις ημέρας γαλέταν, τυρόν, ρέγγας, ελαίας και χαλβάν και μας ωμίλησεν ολίγον ο Λοχαγός μας κ.λ.π. Δια γεύμα μας έδωσαν φακά σούπα και δια βράδυ ελαίας.
Από τας 8 έως τας 2 μ.μ. Ήμεθα στην γραμμήν και αναμέναμεν διαταγήν δια να αναχωρούσαμεν.
Στας 2 μ.μ. μας συνεκέντρωσαν άπαντας τους της αποστολής, οίτινες ήμεθα 1.100 άνδρες, και μας ωμίλησε ο συνταγματάρχης κ. Νικολόπουλος. Εις τον λόγον του έκαμε νύξιν και δι' ημάς: “Μεταξύ σας ευρίσκονται και ιερωμένοι, οίτινες θα είναι το καλόν παράδειγμα κ.τ.λ.”. Κατά τας 3μ.μ. αναχωρούσαμε υπό τας ζητωκραυγάς των εναπομεινάντων συναδέλφων μας και εκ των εμπέδων και την 4ην φτάσαμε στον σταθμόν του Ρουφ. Καθ' όλην αυτήν την ποδαριοδιαδρομήν δεν βλέπαμε άλλο τίποτα από τον πολύν κόσμον, όστις αλλάλαζε από ενθουσιασμόν κ.τ.λ. Από πολλάς οικίας μας πετούσαν γλυκά, κάλτσες, γάντια και άλλα. Εγώ δε υπέφερα πολύ καθ' όλην αυτήν την διαδρομήν, διότι με πονούσαν πολύ οι πόδες μου, λόγω του ότι τα υποδήματά μου ήσαν καινουργή και διότι είχα δέσει σφικτά τας περικνημίδας μου, όταν όμως ατένιζα και έβλεπα τα πλήθη συνεκινούμην, πολλάκις εδάκρυσα. Εις τον εξώστην της “Μ. Βρετάνιας” μας ευχήθη κ.λ.π. ο πρωθυπουργός Ι. Μεταξάς. Ήταν καταβεβλημένος και είπα εις τον Λεόντιον: “¨Δεν τον βλέπω στα καλά του”.
Read More ->>