Κυριακή 7 Αυγούστου 2016
8. Ιερά Μονή Ξηροποτάμου
Η Ιερά Μονή Ξηροποτάμου, κλασικό δείγμα
αγιορειτικής αρχιτεκτονικής, γεωγραφικά εντοπίζεται περίπου στο μέσο της χερσονήσου
του Άθω σε θέση περίβλεπτη, και σε ύψος
200 μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας.
Αποτελεί ένα από τα αρχαιότερα μοναστήρια,
αλλά η πρώιμη ιστορία του παραμένει ασαφής όσον αφορά στον ακριβή χρόνο ίδρυσής
του και τον κτίτορα του μοναστηριού. Η προφορική παράδοση θέλει ιδρυτή της μονής
την αυτοκράτειρα Πουλχερία που ζει τον 5ο αιώνα, ενώ σύμφωνα με άλλη πηγή ιδρυτές
θεωρούνται οι αυτοκράτορες Κωνσταντίνος Ζ΄ ο Πορφυρογέννητος και ο Ρωμανός Α΄ ο
Λεκαπηνός κατά τον 10ο αιώνα. Σε χειρόγραφα και διάφορα έγγραφα υπάρχει μια ασάφεια
όσον αφορά στο όνομα της μονής και την προσωπικότητα του οσίου Παύλου που είναι
πιθανότατα ο κύριος κτίτορας της μονής. Πρόκειται μάλλον για κάποιον ασκητή
μοναχό ο οποίος έχαιρε μεγάλης εκτίμησης στον Άθω, υπήρξε σύγχρονος του αγίου
Αθανασίου και με βάση την προφορική παράδοση ταυτίζεται με τον γιο του Μιχαήλ
Α΄ του Ραγκαβέ.
Η ευημερούσα πορεία της μονής ανακόπηκε
κατά το 13ο αιώνα, στα χρόνια της Φραγκοκρατίας όταν ενέσκηψαν οικονομικές
δυσκολίες και πειρατικές επιδρομές. Δεν άργησε ωστόσο να τύχει και πάλι της
υποστήριξης των βυζαντινών αυτοκρατόρων, ιδίως μετά την πυρκαγιά του 1280, που
με δωρεές και χρυσόβουλλα επιβεβαιώθηκαν κυριαρχικά δικαιώματα της μονής (13ος‐14ος
αιώνας). Δωρεές από τις ηγεμονίες της Βλαχίας και της Ουγγροβλαχίας υπήρξαν πηγή
ανανέωσης και μακροημέρευσης της ζωής του μοναστηριού. Ανάμεσα στους μεγάλους
ευεργέτες της μονής αριθμείται και ο σουλτάνος Σελίμ Α΄. Η Ξηροποτάμου, όπως κάθε
μοναστήρι, γνώρισε και έντονες στιγμές κάμψης. Οι δύο καταστροφικές πυρκαγιές
στις αρχές του 16ου και 17ου αιώνα και το βάρος των χρεών κατά το 18ο αιώνα γονάτισαν
τη μονή. Το διάστημα 1821‐1830 η μονή είχε καταληφθεί από τουρκικό
στράτευμα ενώ στα νεώτερα χρόνια, το 1950 και 1973 ξαναχτυπήθηκε από πυρκαγιές.
Σήμερα η μονή Ξηροποτάμου κατέχει την όγδοη
θέση στην ιεραρχία των κοινοβίων. Σʹ
αυτήν ανήκει το λιμάνι της Δάφνης και τα 6
σωζώμενα Ξηροποταμινά Κελλιά. Η μονή έχει
7 παρεκκλήσια και 9 εξωκκλήσια. Το Καθολικό
της τιμάται στους αγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες και οικοδομήθηκε το 18ο αιώνα επάνω
σε παλαιότερο. Έξω από το Καθολικό βρίσκεται η φιάλη του αγιασμού φτιαγμένη από
ερυθρό μάρμαρο το τελευταίο τέταρτο του
18ου αιώνα με δωρεά του λόγιου αδελφού της
μονής Καισάριου Δαπόντε. Στη βιβλιοθήκη της μονής υπάρχουν 409 χειρόγραφα και
περίπου 6,000 έντυπα βιβλία. Γνωστά κειμήλια της μονής είναι ο δίσκος της
Πουλχερίας κατασκευασμένος από στεατίτη λίθο, λείψανα
αγίων, χρυσοκέντητα ιερά άμφια και πολύτιμες
επισκοπικές ράβδοι. Το πολυτιμότερο όμως
κειμήλιο της Ξηροποτάμου είναι τα δύο τεμάχια
Τιμίου Ξύλου από τον σταυρό του Χριστού, τα μεγαλύτερα που υπάρχουν στον κόσμο,
που φέρουν και την οπή από τα καρφιά της σταυρώσεως. Σήμερα η μονή αριθμεί περί
τους εικοσιπέντε αγαθούς και ησύχιους μοναχούς.
Η Ιερά Μονή Ζωγράφου βρίσκεται κτισμένη σε
αθέατη δασωμένη πλαγιά της νοτιοδυτικής πλευράς της χερσονήσου. Σύμφωνα με την
παράδοση ιδρυτές της μονής θεωρούνται τρεις μοναχοί, ο Μωυσής, ο Ααρών και ο Ιωάννης
από την Αχρίδα, που μόνασαν στον Άθω τον
10ο αιώνα. Σύμφωνα με άλλη εκδοχή κτίτορας
της μονής είναι ο «Γεώργιος ο Ζωγράφος» που αναφέρεται στο Τυπικό του Τσιμισκή
(972). Η μονή είναι αφιερωμένη στον άγιο Γεώργιο, του οποίου και σώζεται μια
παλαιά αχειροποίητη εικόνα, που είναι ένα από τα σπουδαιότερα κειμήλια της μονής.
Για την πρώιμη ιστορία της μονής δε μας
διασώθηκαν έγκυρες πληροφορίες. Υπολογίζεται ότι στα μέσα του 13ου αιώνα η Ζωγράφου
έλαβε βουλγαρικό χαρακτήρα, ενώ στα τέλη του ίδιου αιώνα ο αυτοκράτορας Μιχαήλ
Η΄ και ο πατριάρχης Βέκκος ευθύνονται για τον μαρτυρικό θάνατο 26 Ζωγραφιτών
μοναχών, που αρνήθηκαν την ένωση των δύο Εκκλησιών και την ενωτική πολιτική της
πολιτειακής και εκκλησιαστικής αρχής. Το 1873 χτίστηκε και κενοτάφειο σε μνήμη
αυτών των Ζωγραφιτών μαρτύρων.
Το μοναστήρι ταλαιπωρήθηκε από επιδρομές
Καταλανών πειρατών, αλλά ανέκαμψε σύντομα με τις χορηγίες και την υποστήριξη
των Παλαιολόγων αυτοκρατόρων και των ηγεμόνων των Παραδουνάβιων χωρών. Το 15ο
αιώνα ο Στέφανος ο Καλός βοήθησε αποφασιστικά τη μονή και της πρόσφερε μια σειρά
από μονύδρια. Η Ζωγράφου είχε μετόχια σε περιοχές της Ρουμανίας, Βουλγαρίας,
Ρωσίας και Τουρκίας, όμως σήμερα της έμειναν μόνο όσα βρίσκονται στον ελλαδικό
χώρο.
Ως και τις αρχές του 19ου αιώνα στη μονή
μαζί με τους βουλγάρους μοναχούς συμβίωναν και μοναχοί ελληνικής και σερβικής
καταγωγής, αλλά από το 1845 και έπειτα έμειναν μόνο βούλγαροι. Μεταξύ 1862‐69
ανακαινίστηκε σχεδόν η μισή μονή. Τότε προστέθηκαν και τα βαριά κτίρια της βόρειας
πλευράς με τα κελλιά των μοναχών, το πρόπυλο και η δυτική πτέρυγα. Σε στιγμές
εθνικιστικής έξαρσης, κυρίως στις αρχές του αιώνα μας, ορισμένοι βούλγαροι
μοναχοί κράτησαν ανθελληνική στάση. Ποτέ, ωστόσο, δεν απομακρύνθηκαν από την
κανονική εκκλησιαστική τους αρχή, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Το 1974 γνώρισε
μια πυρκαγιά μικρών διαστάσεων καταστρέφοντας τη νότια πλευρά. Η μονή κατέχει
την ένατη θέση στην ιεραρχία των αθωνικών καθιδρυμάτων.
Το Καθολικό της μονής χτίστηκε στην άνοιξη
του 19ου αιώνα. Βορειοδυτικά του ναού είναι τοποθετημένη και η φιάλη του
αγιασμού. Η μονή έχει 8 παρεκκλήσια και άλλα τόσα εξωκκλήσια. Στη βιβλιοθήκη
της περιλαμβάνει 126 ελληνικά και 388 σλαβικά χειρόγραφα, καθώς επίσης και περί
τα 10,000 έντυπα βιβλία. Ανάμεσα στα γνωστά κειμήλια της Ζωγράφου είναι και οι
δύο θαυματουργές εικόνες της Θεοτόκου, η του Ακαθίστου και η Επακούουσα. Σήμερα
οι μοναχοί της είναι περί τους 15.
Η Ιερά Μονή Δοχειαρίου είναι το πρώτο
παραθαλάσσιο μοναστήρι που συναντούμε καθώς παραπλέουμε τη χερσόσησο του Άθω
κατευθυνόμενοι από την Ουρανούπολη προς τη Δάφνη.
Ως ιδρυτής της μονής φέρεται ο όσιος Ευθύμιος,
ο οποίος υπήρξε συνασκητής του Αθανασίου του Αθωνίτου και δοχειάρης της Μεγίστης
Λαύρας. Ο όσιος ίδρυσε πιθανότατα ένα μονύδριο κοντά στο λιμάνι της Δάφνης το
δεύτερο μισό του 10ου αιώνα αφιερωμένο στον άγιο Νικόλαο αλλά στις αρχές του
11ου αιώνα πειρατικές επιδρομές οδήγησαν κάποιους μοναχούς και τον όσιο Ευθύμιο
στην σημερινή θέση της μονής. Λίγο αργότερα το Καθολικό της μονής αφιερώθηκε
στους Αρχαγγέλους. Η ιεραρχία της μονής στα διάφορα Τυπικά ποικίλλει και σήμερα
κατέχει την δέκατη θέση.
Στις δύσκολες στιγμές της μονής κατά τον
14ο αιώνα ο αυτοκράτορας Ιωάννης Ε΄ Παλαιολόγος και ο ηγεμόνας της Σερβίας Στέφανος
Δουσάν την ενίσχυσαν πολλαπλώς. Τον 15ο αιώνα η Δοχειαρίου πέρασε μια περίοδο
παρακμής, η μόνη ανασταλτική φάση στη ζωή της, μια και δε γεύθηκε ποτέ την
καταστροφική μανία της πυρκαγιάς. Τον 16ο αιώνα ο ιερέας Γεώργιος από την
Αδριανούπολη αφιέρωσε στη μονή τόσο τα υπάρχοντα όσο και
τον εαυτό του. Επίσης, την ίδια περίοδο,
με τη συνδρομή του ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας
Αλεξάνδρου και της συζύγου του Ρωξάνδρας
ανακτήθηκε η περιουσία της μονής από τους Τούρκους. Στις αρχές του 17ου αιώνα
ανακαινίστηκε ο πύργος της μονής ενώ το 1660 αναγνωρίσθηκε σταυροπηγιακή, και
στην πορεία του 18ου αιώνα κτίστηκε το κωδωνοστάσιό της. Την περίοδο της
Επαναστάσεως οι Τούρκοι αφού βασάνισαν τους μοναχούς κατόρθωσαν να αποσπάσουν
τα κειμήλιά της.
Το σημερινό ωραίο και φωτεινό Καθολικό της
Δοχειαρίου είναι κτίσμα του 16ου αιώνα με εξαιρετικές τοιχογραφίες της Κρητικής
σχολής. Το πλούσιο τέμπλο του Καθολικού κατασκευάστηκε το 1783. Στη μονή βρίσκονται
12 παρεκκλήσια και 4 εξωκκλήσια. Το σπουδαιότερο είναι της Παναγίας της
Γοργοϋπηκόου, όπου φυλάγεται η ομώνυμη θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου.
Στη μονή φυλάγεται ένα κομμάτι Τίμιο Ξύλο,
λείψανα αγίων, ιερά σκεύη και άμφια. Η
βιβλιοθήκη έχει 545 χειρόγραφα, 62 εκ των
οποίων είναι περγαμηνά, και περισσότερα από
5,000 έντυπα βιβλία. Σήμερα μονάζουν περί
τους 30 φιλόκαλους και φίλεργους μοναχούς.
Η Ιερά Μονή Καρακάλλου βρίσκεται κτισμένη
πάνω σε πλαγιά μεταξύ των μονών Μεγίστης Λαύρας και Ιβήρων. Από τις παραδόσεις
που αναφέρονται στην ίδρυσή της η πιο πιθανή είναι αυτή που θέλει ως κτίτορα
της μονής κάποιο μοναχό με το όνομα Καρακάλας ή Καρακαλάς στις αρχές του 11ου
αιώνα. Η αναφορά της μονής σε πράξη του Πρώτου Νικηφόρου (1018) και η παράλειψή
της στο Β΄ Τυπικό είναι δείγμα της πολυτάραχης πορείας του μαναστηριού.
Τον 13ο αιώνα μετά την επέλαση πειρατών
και Λατίνων η Καρακάλλου οδηγείται σε παντελή ερήμωση. Η σωτήρια επέμβαση των
Παλαιολόγων αυτοκρατόρων Ανδρονίκου Β΄ και Ιωάννη Ε΄ και του πατριάρχη ΚΠόλεως
Αθανασίου ξανάδωσε ζωή στο μοναστήρι. Ο αριθμός των μοναχών αυξήθηκε και η μονή
ανακαινίστηκε. Ωστόσο η μονή έγινε και πάλι στόχος πειρατικών επιδρομών. Τον
16ο αιώνα με τη συμβολή του ηγεμόνα της Βλαχίας Ιωάννη‐Πέτρου
‐ο οποίος και μόνασε τελικά στη μονή ‐
και κατόπιν άδειας του Σουλτάνου Σουλεϊμάν, η μονή ξανακτίστηκε. Τον 17ο αιώνα
στην Καρακάλλου δωρήθηκε το μετόχι του αγίου Νικολάου στην Ισμαηλία.
Στη διάρκεια της δεύτερης οικοδομικής φάσης
της μονής επισκευάστηκαν παλαιότερες κατασκευές και έγιναν προσθήκες. Τέλος
δημιουργήθηκε ανάγκη ανακατασκευής μεγάλου μέρους των κτηριακών της εγκαταστάσεων
μετά την σαρωτική πυρκαγιά του
1875. Στους αγώνες κατά των Τούρκων η
Καρακάλλου πήρε ενεργό μέρος. Από τα κτίσματά της πολύ αξιόλογο έργο είναι ο πύργος
του Πέτρου, που κτίστηκε τον 16ο αιώνα και είναι ο μεγαλύτερος απʹ όλους τους
αγιορείτικους πύργους.
Η μονή κατέχει την ενδέκατη θέση ανάμεσα
στις αγιορειτικές μονές. Έχει 5 παρεκκλήσια,
2 εξωκκλήσια και 18 Κελλιά. Το Καθολικό
της είναι κτίσμα του 16ου αιώνα με επιπλέον προσθήκες στους μετέπειτα αιώνες
και τιμάται στη μνήμη των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Η σημερινή τράπεζα
της μονής είναι κτίσμα του 1875 αλλά η αρχική της
μορφή είναι πολύ παλαιότερη. Στα κειμήλια
της μονής εντάσσονται άμφια και λειτουργικά σκεύη, η κάρα του αγίου αποστόλου
Βαρθολομαίου και του αγίου Χριστοφόρου και ένα τεμάχιο Τιμίου Ξύλου. Στη
βιβλιοθήκη της Καρακάλλου φυλάσσονται 279 χειρόγραφα και περίπου 2,500 έντυπα
βιβλία. Σήμερα αριθμεί περί τους 30 μοναχούς.
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου