Δευτέρα 18 Ιουλίου 2016
Παλαιόν και Νέον Ημερολόγιον
Θεοδωρήτου Ιερομόναχουν
Αγιορείτου
ΠΑΛΑΙΟΝ ΚΑΙ NEON
’Από τήν ημερολογιακή
καινοτομία του 1924 στήν σημερινή συγκριτιστική αίρεση του Οίκουμενισμού
Έκδοσις β' βελτιωμένη
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ - ΑΘΗΝΑΙ 2000
Περιεχόμενα
ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ 2
Ό άνθρωπος καί ό χρόνος 3
Ή καινοτόμος Ρώμη 5
Τά πρό της αλλαγής 6
Α 'Ή πατριαρχική
Εγκύκλιος τού 1920 10
Β' Τό «Πανορθόδοξον» Συνέδριον τοΰ 1923 11
Ή αλλαγή 12
Τά μετά τήν άλλαγήν 15
Ή πατριαρχεία του
Άθηναγόρου 20
Ή Πατριαρχεία του
Δημητρίου 22
Πατριαρχεία Βαρθολομαίου 25
Τά ψεύδη των
νεοημερολογιτων 28
ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΑΠΟ
ΤΟΝ ΜΑΚΡΥΝΟ ΚΑΝΑΔΑ 29
Πρό συνοδικής άποφάσεως 31
Τό πρόβλημα τής κοινωνίας 33
Ή κατάκριτος ένότης... 35
Η ΑΓΩΝΙΑ ΕΝ ΤΩ ΚΗΠΩ
ΓΕΣΘΗΜΑΝΗ 37
’Αδύνατη ή σωτηρία των
αιρετικών καί των κοινωνούντων μέ αυτούς 41
Τό παλαιοημερολογιτικόν 49
Νεοημερολογιτισμός ϊσον
Οικουμενισμός 52
Τό μικρόν ποίμνιον 54
ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ 56
ΠΑΡΑΠΟΜΠΑΙ 60
ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ 62
ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ
'Όταν ομιλούμε γιά παλαιό
ημερολόγιο δεν έννοοϋμε τίποτα άλλο, παρά ιήν κατά Θεόν άντίδρασιν του πιστού
λαοϋ στήν ημερολογιακήν καινοτομία του 1924.
Ό τρόπος με τόν οποίον
έγινε ή εισαγωγή του παπικού ημερολογίου, τό πότε έγινε καί οι διωγμοί πού
ύπέστησαν oi άντιδράσαντες, άποδεικνύει περίτρανος τό άντορθόδοξον καί
άντικανονικόν του έγχειρήματος.
Τό κείμενα πού ακολουθούν
περιγράφουν με άντικειμενικότητα καί ιστορικήν άκρίβειαν δλα τό γεγονότα πού
έδη μιούργησαν τήν ημερολογιακήν καινοτομίαν. Άποδεικνύεται έπίσης σαφώς δτι
μητέρα τού νεοημερολογιτισμοϋ είναι ή σύγχρονος αϊρεσις του Οικουμενισμοϋ, στήν
όποιαν δυστυχώς έχουν ύποκύψει αι περισσότεροι ’Ορθόδοξοι Έκκλησίαι.
Ετσι ό αγαπητός άναγνώστης θά άντιληφθη οτι ό άγων
τών ένισταμένων κατά της αιρέσεως του αιώνος μας παλαιοη - μερολογιτών δεν
γίνεται γιά τίς 13 ήμερες, άλλα διά νά διατηρηθούν οι άγωνιζόμενοι μακράν τής
αιρέσεως καί έντός τής ’Ορθοδοξίας.
Τό θλιβερόν είναι δτι τό
Ιερατείον τού νέου ημερολογίου καίτοι γνωρίζει ότι «λύκοι βαρείς» μέ σχήμα Ιερατικόν
λυμαίνονται τήν αλήθειαν της ’Ορθοδοξίας, εν τούτοις διά ποικίλους λόγους καί
άμαρτωλάς προφάσεις παραμένει ύπό τάς ευλογίας τών λυκοποιμένων του! Οτι δέν
ύπερβάλλομεν τό άποδεικνύει τό κατωτέρω κείμενον πού έγράφη στήν γνωστήν
έφημερίδα «’Ορθόδοξος Τύπος», ηδη πρό εικοσαετίας περίπου.
«’Από τήν έποχή πού στόν
πατριαρχικό θρόνο τής Βασιλεύουσας ανέβηκε ό Μελέτιος Μεταξάκης, ένας έσμός
προδοτών, με εξαίρεση τόν πατριάρχη Μάξιμο τόν Ε', λυμαίνεται τό Πατριαρχείο. Ό
Άθηναγόρας ήταν εκείνος πού έβλαψε περισσότερο από όλους ιήν ’Ορθοδοξία καί τό
Φανάρι. Καί μετά τόν θάνατό του κανένας δέν βρέθηκε νά σταματήσει τό δύσμοιρο
Πατριαρχείο από τό κατρακύλισμά του. "Ετσι, σήμερα, τό Πατριαρχείο
περιστοιχίζεται άπό άτομα, πού είναι εντελώς άγευστα από τήν ’Ορθοδοξία, πού
είναι αμφίβολο άν πιστεύουν καί σ’ αυτόν τόν Θεόν, πού δέν παύουν όμως νά τόν
έμπορεύονται καί έμπαίζουν σαρκαστικά. Γιατί, άν πίστευαν, κανένας τους δέν θά
τολμούσε νά παριστάνη τόν κληρικό άπό αυτούς. Καί γι’ αυτό... ξεπουλούν τήν
’Ορθοδοξία σέ τιμή εύκαιρίας».
Κατόπιν τούτου τό λόγια
δέν ωφελούν πιά. Χρειάζεται πραξις, δηλαδή άντίστασις στήν αϊρεσι πού
κατορθώνεται μόνον μέ τήν διακοπήν πόσης έκκλησιαστικης κοινωνίας μέ τούς
κακόδόξους πατριάρχας καί όσους τούς παραδέχονται, κοινωνοϋν καί έγκωμιάζουν.
Τό κείμενα πού άκολουθούν
τήν διαπραγμάτευσιν τού ημερολογιακού θέματος ασχολούνται ακριβώς μέ τήν
σύγχρονον πραγματικότητα· τίς δραστηριότητες τών οικουμενιστών καί τήν ένδοτική
καί συνεπώς άντιπαραδοσιακήν στάσιν τών... υποτακτικών τους, επισκόπων καί
θεολόγων...
Ή ύποχρέωσις συνεπώς όσων
έπιθυμούν νά παραμείνουν ορθόδοξοι είναι μία άντίστασις μέχρι θανάτου πρός τήν
κακόδοξίαν καί ή συσπείρωσίς τους γύρω άπό γνησίους ποιμένας πού άκολουθούν τό
πάτριον έορτολόγιον.
Έάν καί μιά ψυχή τό
άντιληφθη αυτό καί άκολουθήση τήν πορεία τών γνησίων ’Ορθοδόξων τού αίώνος μας,
ο σκοπός της παρούσης έκδόσεως θά έχη επιτύχει.
Έγραφον έν Άγίω Ορει κατ’ Αύγουστον του σωτηρίου έτους 1999
Ίερομ. Θεοδώρητος
Ό άνθρωπος καί ό χρόνος
Ήμερολόγιον καί Πασχάλιον
Ό άνθρωπος από των
αρχαιότατων χρόνων άσχολήθηκε μέ τήν μέτρησιν τοϋ χρόνου, ένώ συγχρόνως
έρρυθμιζε όλες τίς άπασχολήσεις του μέ τήν βοήθεια του. Καί ένω στήν αρχή είχε
ώς φυσικό ρολόι τήν κίνησιν τοϋ ήλιου καί των άστρων, άργότερα έφεΰρε τά
μηχανικού τύπου ώρολόγια, διά νά φθάση στά σημερινά ήλεκτρονικά ακρίβειας.
Αλλά καί ό ίδιος ό Θεός,
όπως βλέπουμε στό Λευιτικό τοϋ Μωυσέως, ώρισε πότε νά γίνωνται ώρισμέναι έορταί
εις τό Ισραήλ. Διαβάζουμε λοιπόν σχετικως:
α) «Έν τω πρώτω μηνί έν
τή τεσσαρεσκαιδεκάτη ήμέρα του μηνός... πάσχα τω Κυρίω... καί προσάξετε
ολοκαυτώματα τω Κυρίω έπτά ήμέρας- καί ή ήμέρα ή έβδομη κλητή αγία έσται
ύμίν...» (Λευ. κγ', 5-8).
β) «Καί άριθμήσατε ύμΐν
άπό τής έπαύριον των σαββάτων... έπτά έβδομάδας όλοκλήρους... άριθμήσατε
πεντήκοντα ήμέρας καί προσοίσετε θυσίαν νέαν τω Κυρίω... καί καλέσετε ταύτην
τήν ήμέραν κλητήν αγία έσται ύμΐν...» (Λευ. κγ', 15, 21).
γ) Λάλησον τοΐς υίοΐς
Ισραήλ λέγων τοϋ μηνός τοϋ έβδομου μιά
τοϋ μηνός έσται ύμΐν άνάπαυσις, μνημόσυνον σαλπίγγων, κλητή αγία έσται ύμίν».
(Λευ. κγ', 24).
δ) «Καί τή δεκάτη τού
μηνός τού έβδομου ήμέρα έξιλασμού, κλητή αγία έσται ύμίν». (Λευ. κγ', 27).
ε) «Λάλησον τοϊς υίοϊς
Ισραήλ λέγων· τή πεντεκαιδεκάτη τοϋ μηνός τοϋ έβδομου τούτου έορτή σκηνών έπτά
ήμέρας τω Κυρίω. (Λευ. κγ', 34).
"Οπως βλέπουμε σαφώς
ό Θεός ό ίδιος ώρισε έν τω Ισραήλ τάς έορτάς τού Πάσχα, Πεντηκοστής, Εξιλασμού,
Σκηνοπηγίας, κ.λ.π., ως καί τόν χρόνον πού θά έτελούντο.
’Επίσης τά διάφορα
γεγονότα πού σχετίζονται μέ τήν επίγειον δράσιν τού Κυρίου, όπως ή γέννησις τού
Προδρόμου, ό Ευαγγελισμός, ή Γέννησις τού Κυρίου, ή Περιτομή, ή Υπαπαντή, έχουν
μίαν αλληλουχίαν, έξαρτώμενα άπαντα από τήν ήμερομηνίαν συλλήψεως τού
Τιμίου Προδρόμου. Βλέπομεν δηλαδή ότι όχι
μόνον τάς καθημερινάς άσχολίας του ρυθμίζει ό άνθρωπος μέ τόν χρόνον, άλλά καί
αυτήν τήν λατρείαν τού Θεού είχε καί έχει ώρισμένες ήμέρες καί ώρες πού τήν
τελεί.
Ή Εκκλησία τού Χριστού
άπ’ αρχής έχρησιμοποίησε τήν έβδομάδα μέ τήν έόρτιον Κυριακήν καί τόν έορτασμόν
τού Πάσχα κατά τό έβραϊκόν σύστημα μετρήσεως τού χρόνου. Δηλαδή τήν Κυριακήν
μετά τήν πρώτην πανσέληνον τής έαρινής ισημερίας, οι Χριστιανοί έώρταζον τό
Πάσχα. Ποιος όμως θά τούς έλεγε πότε είναι ή έαρινή ισημερία; ’Ασφαλώς ή
αστρονομία διά τού ήμερολογίου της, τό όποιον τότε εις όλην τήν Ρωμαϊκήν
αυτοκρατορίαν ήτο τό λεγόμενον Ίουλιανόν. 'Ωρίσθη έτσι συμβατικώς στόν αιώνα ώς
έαρινή ισημερία ή 21 Μαρτίου.
Στόν β' όμως αιώνα μ.Χ.
παρετηρήθη ότι άλλοτε έώρταζον αί έκκλησίαι τής Μ. Ασίας τό Πάσχα καί άλλοτε αί
έκκλησίαι της ’Ανατολής καί της Δύσεως. Καί της μέν Μ. Ασίας έώρταζον τό Πάσχα
τήν 14ην τοϋ μηνός Νισάν, οποια ήμέρα καί αν έπεφτε, ένω αί λοιπαί έκκλησίαι
καί ή Δύσις πάντοτε τήν Κυριακήν μετά τήν 14η Νισάν. Τό γεγονός αύτό δεν ήτο
καθόλου εύχάριστον, είχε δέ ώς άποτέλεσμα δι ώρισμένον διάστημα τήν διακοπήν
σχέσεων μεταξύ Δύσεως καί Μ. ’Ασίας ή
άνωμαλία έπρεπε οπωσδήποτε νά τακτοποιηθή.
Με τό σοβαρόν αύτό θέμα
ήσχολήθη έπισταμένως ή Α' Οικουμενική Σύνοδος ή όποια έγινε τό 325 μ.Χ. εις τήν
Νίκαιαν τής Βιθυνίας, κατόπιν έπιθυμίας τοϋ Μ. Κωνσταντίνου.
Άφοϋ δηλαδή ή μεγάλη
έκείνη Σύνοδος καθήρεσε τόν Αρειον, έν συνεχεία έρρύθμισε καί τό θέμα τοϋ άπό
κοινοϋ έορτασμοϋ τοϋ Σωτηρίου Πάσχα.
Ό αύτοκράτωρ Μ.
Κωνσταντίνος εις τήν επιστολήν του άναφορικώς πρός τήν έπιτευχθεΐσαν συμφωνίαν
γράφει: «...δεινόν τε (έστί) καί άπρεπές κατά τάς αύτάς ήμέρας, έτέρους μέν
ταίς νηστείαις σχολάζειν, έτέρους δέ συμπόσια συντελεΐν» (ΒΕΠΕΣ, 24, 153). Ή δέ
άγια Σύνοδος εις επιστολήν της πρός τούς απανταχού έπισκό πους, πού δέν
μπόρεσαν νά έλθουν εις τήν Νίκαιαν, μεταξύ των άλλων τονίζει: «Εύγγελιζόμεθα δέ
πρός ύμάς καί περί τής συμφωνίας τοϋ άγιου Πάσχα, ότι ύμετέ- ραις εύχαΐς
κατωρθώθη καί τούτο τό μέρος, ώστε πάντας τούς έν τή Έφα (Ανατολή) αδελφούς,
τούς μετά των Ιουδαίων τό πρότερον ποιοϋντας καί ήμΐν πάσιν τοϊς έξ άρχής
φυλάττουσι τό Πάσχα, έκ τοϋ δεύρο μεθ’ ήμών άγειν».(1)
Ετσι ή Έκκλησία απέλαβε
καί πάλιν τήν ειρήνην της, έορτάζουσα συμπασα άπό κοινού την εορτήν των εορτών,
τό σωτήριον Πάσχα. Ή διά τοΰ Ίουλιανοΰ ήμερολογίου καθωρισθεΐσα συμβατ ικώς ώς
εαρινή ισημερία 21 Μαρτίου έγινε ό όδηγός εις τους Πατέρας τής Α' Οικ. Συνόδου,
ώστε νά ώρίσουν αιώνιον Πασχάλιον, τό όποίον οϋδέποτε έπέτρεπε νά έορτασθή τό
Χριστιανικό Πάσχα μαζί ή πρό τού Ίουδαϊκού Πάσχα, άλλά πάντοτε μετά άπό αύτό.
Ή καινοτόμος Ρώμη
Ή Ρώμη άποσχισθεϊσα της
Ανατολής τό 1054 ήκολούθησε έκτοτε ίδική της πορεία εις πλεΐστα θέματα πίστεως
καί λατρείας, άλλ’ έσυνέχιζε νά διατηρή τό Ίουλιανόν Ήμερολόγιον. Τό 1582 ό
πάπας Γρηγόριος ΙΓ'άλλαξε τό ήμερολόγιον δημιουργήσας τό Γρηγοριανόν, τό όποιον
άνέτρεπε τόν Πασχάλιον Κανόνα τής Α'Οικουμενικής Συνόδου.
"Οταν άντελήφθη ότι
οί ’Ορθόδοξοι δεν ήκολούθησαν τήν καινοτομίαν του (2) καί έτσι μόνος του έθεσε ένα ακόμη φραγμόν
μεταξύ ’Ορθοδοξίας καί παπισμού, ήθέλησε διά διαφόρων πρεσβειών, έπιστολών καί
δώρων νά παρασύρη τό Οικουμενικόν Πατριαρχεΐον πρός τό μέρος του.
Ό τότε Πατριάρχης
Ιερεμίας Β'άντέκρουσε έπιτυχώς τά έπιχειρήματα των παπικών καί έν συνεχεία
συνεκάλεσε Πανορθόδοξον Σύνοδον εις Κων/πολιν τό 1853, όπου μετείχαν καί οί
Πατριάρχαι ’Αλεξάνδρειάς Σύλβεστρος καί Ιεροσολύμων Σωφρόνιος, κατά τήν οποίαν
κατεδικάσθη ή ήμερολογιακή άλλαγή. Τό αυτό έπραξε ό Ιερεμίας καί τό 1587 καί τό
1593, λόγω τής έμμονής τών παπικών νά παρασύρουν τούς ’Ορθοδόξους.
Τά έτη περνούσαν άλλά ή
παπική προπαγάνδα έσυνεχίζετο, διά τοϋτο τό 1848 ό Κων/λεως "Ανθιμος
έξέδωκε Εγκύκλιον πού ύπεγράφετο καί ύπό των λοιπών τριών πατριάρχων, διά τής
όποιας κατεδικάζετο κάθε νεωτερισμός ώς «ύπαγόρευμα τού διαβόλου».
Τό 1902 άνεκινήθη καί
πάλιν τό θέμα διά της πραγματείας τού έκ Σμύρνης μαθηματικού Πολυδώρου, ό
όποιος ισχυρίζετο ότι τό Γρηγοριανόν ήμερολόγιον είναι έπιστημονικώς όρθότερον
καί συνεπώς προτιμητέον. Ή Επιτροπή πού έξήτασε τό θέμα άπέρριψε άπάσας τάς
θέσεις τού Πολυδώρου, ύποστηρίξασα ότι «...εύπροσδέκτως τώ Θεώ έορτάζουσιν ούχί
οι αστρονομικήν άκρίβειαν έπιτηδεύοντες περί τήν τήρησιν τών καιρών, άλλ’ οι
άκριβείς περί τήν ευσέβειαν». Ό πατριάρχης Ιωακείμ έζήτησε έν συνεχεία καί τήν
γνώμην τών λοιπών ’Ορθοδόξων Εκκλησιών διά τήν Εισήγησιν Πολυδώρου, αί όποΐαι
μέ τήν σειράν των τήν άπέρριψαν.
Ή σπουδαιοτέρα όμως
καταδίκη τού Γρηγοριανού ήμερολογίου έγένετο ύπό τού πατριάρχου ’Ιωακείμ Γ' εις
τήν άνταπάντησίν του πρός τούς προκαθημένους τών ’Ορθοδόξων ’Εκκλησιών, όπου
γράφονται καί τά έξης σημαντικά: «...τό δέ παραφυλάσσοντας τό Ίουλιανόν
έορτολόγιον ημών άμετακίνητον ύπερπηδήσαι μόνον δεκατρείς ήμέρας, ώστε
συμπίπτειν τάς μηνολογίας ήμών τε καί τών έτέρω (Γρηγοριανω) ήμερολογίω
κατακολουθούντων άνόητον καί άσκοπον είναι... Ημείς γάρ ούδαμώς από
εκκλησιαστικής άπόψεως ύποχρεούμεθα μεταλλάττειν ήμερολόγιον». (Ί. Καρμίρη,
ΔΣΜ, Β', 946 ιβ).
’Αλλά καί έσχάτως ή
Εισήγησις τής Εκκλησίας της Ελλάδος πρός τήν μέλλουσαν νά συνέλθη Πανορθόδοξον
Σύνοδον, άναφέρουσα τό άνωτέρω κείμενον, συμπεραίνει: «Άτυχώς ή φωνή αύτη τής
συνέσεως ήγνοήθη καί μηδενός ’Εκκλησιαστικού λόγου συνωθοϋντος διωρθώθη τό
Ίουλιανόν Ήμερολόγιον καί ή Εκκλησία διηρέθη εις δεχομένας την διόρθωσιν καί
άποριπτούσας αυτήν», (σελ. 31).
Τά πρό της αλλαγής
'Όπως είδαμε μέχρι τό
1902 τό Οικ. Πατριαρχεΐον όχι μόνον άπέρριπτε κάθε πρότασιν αλλαγής τοϋ
ημερολογίου, αλλά σθεναρώς καί μετά παρρησίας ώμολογοΰσε, ότι ή ’Ορθοδοξία
αποτελεί την ’Εκκλησίαν, τήν μοναδικήν καί σώζουσαν. Εις τήν άνωτέρω
άνταπάντησιν τοϋ παριάρχου ’Ιωακείμ γράφονται καί τά έξης σημαντικά,
ύπενθυμίζοντα ήμέρας δόξης τής ’Ορθοδόξου ’Εκκλησίας.
«Έξ ήμών (των ’Ορθοδόξων)
δέον νά ύπάρχη στερρά ομολογία τής άληθείας τής ήμετέρας ΟΙκουμενικής
’Εκκλησίας ώς τού μόνου φύλακος τής κληρονομιάς τοϋ Χριστού καί τής μόνης
σωτηρίου κιβωτοϋ τής θείας Χάριτος». (σ. 31) «Τό τής χάριτος κράτος... τή
’Εκκλησία αϋτοϋ πρός κυβέρνησιν παραδοθέν, κυβερνάται μόνον ύπό τής ’Εκκλησίας
τής τηρησάσης άμόλυντον τήν πίστιν καί τήν όμολογίαν» (σ. 45).
«Έν καί μόνον είδος
εισόδου υπάρχει είς τήν οδόν, τήν άλήθειαν καί τήν ζωήν, καί τούτό έστιν ή
ειλικρινής πίστις άμόλυντος καί σταθερά, όπως παρελάβομεν αύτήν παρά τού Κυρίου
καί σωτήρος ήμών Ίησοϋ Χριστοϋ καί των άγιων Αύτοϋ μαθητών δογματισθεΐσαν έν
ταίς έπτά έκείναις Οικουμενικαΐς Συνόδοις, τόσο ύπό τήν έποψιν τής διδασκαλίας,
όσον καί ύπό τήν έποψιν τής έκκλησιαστικής κανονικής πειθαρχίας... Ή έπιθυμία
ήμών έστίν ή αύτή, όπως πάντες οί έτερόδοξοι έλθωσιν εις τον κόλπον τής
’Ορθοδόξου Εκκλησίας τοΰ Χριστοί), της μόνης δυναμένης δούναι αύτοίς τήν
σωτηρίαν», (σ. 48). (3)
Καί αλλαχού:
«Έν τώ παρόντι έσμέν
ήνηγκασμένοι, ϊνα σκεπτώμεθα ού τοσούτον περί της άπαλύνσεως των ήμετέρων
σχέσεων πρός τους χριστιανούς της Δύσεως καί της φιλα- δέλφου προσελκύσεως των
κοινοτήτων αυτών εις τήν μεθ’ ήμών ένότητα, όσον περί άκαταπαύστου καί άγρυπνου
ύπερασπίσεως των πεπιστευμένων ήμϊν λογικών προβάτων άπό των αδιάλειπτων έπιβουλών
καί πολυειδών δελεασμάτων των λατίνων καί των Προτεσταντών». (σ. 28). (4)
Τά άνωτέρω μάς
υπενθυμίζουν άριστα τό πνεύμα τής Εγκυκλίου τού Οικουμενικού Πατριαρχείου τού
έτους 1895 πρός τόν πάπα τής Ρώμης Λέοντα. Ή αυτή ομολογία, ό αύτός παλμός! Πώς
κατόπιν αύτών κατωρθώθη ή άντικανονική αλλαγή τού ήμερολογίου; Τί έμεσολάβησε;
Καθ’ ημάς δύο σπουδαία γεγονότα πού άπετέλεσαν σταθμούς διά τήν μετέπειτα
άνορθόδοξον πορείαν τού Φαναριού: Ή Πατριαρχική ’Εγκύκλιος τού 1920 καί τό
«Πανορθόδοξον» Συνέδριον τού 1923 εις Κων/λιν. Πρίν τά δούμε όμως
λεπτομερέστερον θά πρέπη νά γνωρίσωμε τί είναι ή λεγόμενη Οικουμενική Κίνησις ή
Οικουμενισμός, καρπός τών όποιων είναι τά άνωτέρω γεγονότα.
Όδηγός μας στήν γνωριμία
μας μέ τόν Οικουμενισμόν θά είναι τό έργον: «Ό Οικουμενισμός χωρίς μάσκα» τού
γνωστού νεοημερολογίτου άρχιμ. Χαραλ. Βασιλοπούλου (+), ώστε να μή νομίση
κανείς έκ τών άναγνωστών μας ότι ύπερβάλλομεν, ή ότι τά βλέπομεν τά πράγματα
«στενά», έκ της παλαιοημερολογιτικής καί μόνο σκοπιάς.
«Ό θρησκευτικός Οικουμενισμός της σήμερον
είναι Κίνησις διά την ένωσιν των αιρετικών ομολογιών τής Δύσεως μετά τής
’Ορθοδοξίας κατ’ άρχάς καί εις δεύτερον στάδιον διά την ένωσιν όλων τών
θρησκειών εις ένα τερατώδες κατασκεύασμα, εις μίαν Πανθρησκείαν. Τελικόν όμως
σκοπόν έχει νά έξαφανίση μέσα σ’ αυτό τό χωνευτήρι τόν Χριστιανισμόν καί ιδίως
τήν ’Ορθοδοξίαν, πού κατέχει τήν άλήθειαν. Σκοπεύει δέ εις τήν τελική φάσι τού
σκοτεινού του σχεδίου νά άντικαταστήση τήν λατρεία τού ένός Θεού μέ τήν λατρεία
τού Σατανά! Αύτό φαίνεται έκ πρώτης όψεως απίστευτο. Καί όμως, αύτό κυρίως
έπιδιώκει ό πολυδαίδαλος μηχανισμός τής οικουμενικής Κινήσεως, διά τήν
δραστηριότητα τής όποιας τόσον συχνά άκοϋμε στίς ημέρες μας νά γίνεται λόγος.»
Ό Οικουμενισμός, όπως
άποδεικνύεται άπό στοιχεία σοβαρά καί αδιάσειστα, πού θά διαβάσης, άναγνώστα,
στήν συνέχεια, είναι ένα σατανικό κατασκεύασμα τών σκοτεινών Δυνάμεων. Είναι
μιά μεγάλη, φοβερή καί τρομερή αϊρεσις ή μάλλον παναίρεσις. Είναι μία σύνθεσις
θρησκειών, φιλοσοφιών καί παραδόσεων σέ μιά τραγελαφική ένότητα. Είναι μιά
δολία πλάνη, καταστρωμένη μέ σατανικό σχέδιο, ή οποία υποστηρίζει, ότι πουθενά
δέν υπάρχει ή μοναδική, ή άπόλυτος, ή ένιαία άλήθεια. Ούτε καί στήν ’Ορθοδοξία!
Έτσι ό Οικουμενισμός
καταντά ένα τέρας, πού καταβροχθίζει τά πάντα. Καταντά ένα καμίνι, πού
προσπαθεί νά χωνέψη καί συγκεράση όλες τίς θρησκείες. Είναι ένας νεώτερος
αιρετικός Συγκρητισμός πού υπόσχεται νά λύση όλα τά προβλήματα. Ό δέ Θεός γιά
τόν Οίκουμενισμό, είναι ένας άόριστος θεός, πού δέχεται έξ ίσου την λατρείαν
όλων των θρησκειών.
Γιά τόν Οίκουμενισμόν δέν
υπάρχει προσωπικός Θεός. Ό Οικουμενισμός δέν πιστεύει τίποτε, αλλά καί τίποτε
δέν άπορρίπτει στό άνακάτεμα καί στή νέα σύνθεση της θρησκείας, την όποιαν
έπιδιώκει νά κατασκευάση. Δέν ύπάρχουν γιά τόν Οικουμενισμό Θρησκείες καί
Πατρίδες. Μέ τρόπο έπιδέξιο καί δήθεν γιά λόγους ειρηνικής συνεργασίας
προβάλλει έμμεσα τό σύνθημα: Κάτω τά σύνορα! "Ολα λοιπόν συνθλίβονται,
άφομοιώνονται καί έξαφανίζονται στό άβυσσαλέο στόμα τού Οίκουμενισμοϋ.
Ό Οικουμενισμός είναι μιά
φοβερή λαϊλαψ πού προετοιμάζεται νά ξεθεμελιώση, όπως φαντάζεται, την «Μίαν,
Αγίαν, Καθολικήν καί Άποστολικήν Εκκλησίαν» τοϋ Χριστού. Είναι άγριος τυφών των
δυνάμεων τοϋ σκότους, πού συγκεντρώνει τήν καταστροφική του μανία έναντίον
κυρίως τής ’Ορθοδοξίας, μέ τόν σκοτεινό του πόθο νά τήν έκμηδενίση καί νά τήν
άφανίση. Καί τούτο, διότι γνωρίζει, ότι μόνη ή ’Ορθοδοξία κρατεί ανόθευτη τήν
’Αλήθεια καί Μόνη αύτή μπορεί νά σώση τόν άνθρωπο. «Τίς πέτρες τίς πετοϋν στίς
καρυδιές πού έχουν καρύδια», έλεγε παραστατικά ό Κολοκοτρώνης. Έτσι καί ό
Οίκουμενισμός χτυπά τήν ’Ορθοδοξία, διότι αύτή έχει άξια, κατέχει τόν θησαυρό
τής ’Αλήθειας.
’Αλλά ένω είναι τόσο
τρομερά τά σχέδια τοϋ Οίκουμενισμοϋ, έν τούτοις τά κρύβει έπιμελέστατα κάτω από
ένα αριστοτεχνικό μανδύα άθωότητος. "Ολα προχωρούν μέ μελέτη, μέ σύστημα,
μέ όργάνωσι. Ό Οικουμενισμός σήμερα είναι ή έξέλιξις τοϋ φοβερού σχεδίου των
οργάνων τοϋ Σατανά στό πιό κρίσιμο σημείο.
Μέ τόν Οικουμενισμό
χτυπούν σήμερα μέ όλας τάς δυνάμεις, τήν ’Εκκλησία τοϋ Χριστού οί άσπονδοι και
δόλιοι εχθροί της. Σκοτεινές δυνάμεις καί άόρατα έπι- τελεΐα έχουν συγκεντρώσει
τά πυρά τους στό σκοπό αυτό. Πόλεμος γίνεται, καί πόλεμος μεγάλος πού δυστυχώς
οί πολλοί δεν τόν έχουν πάρει κάν είδησι.
«Όλοι οί έχθροί τοϋ
Χριστού ένωμένοι κάτω άπό ένα άόρατο έπιτελεΐο, πού κρύβεται πίσω άπό ώραϊες
λέξεις, σοβαροφανείς όργανισμούς καί ένωτικά συνθήματα άγάπης, δουλεύουν ημέρα
καί νύκτα γιά νά άφανίσουν την άγίαν του Εκκλησίαν, νά νοθεύσουν την Αλήθεια
πού μάς άπεκάλυψε ό Θεάνθρωπος καί νά ματαιώσουν έτσι τήν σωτηρία τού ανθρώπου,
νά βάλουν δέ στή θέσι τού Χριστού, ώς άρχηγό τού κόσμου, τόν διάβολο, «ώστε
αυτόν εις τόν Ναόν τού Θεού ώς Θεόν καθίσαι, άποδεικνύντα έαυτόν, ότι έστί
Θεός». (Β' Θεσσ. β' 4).
Αί δυνάμεις τού σκότους
έθεσαν τελευταίως σέ ενέργεια όλα τά μέσα γιά νά μπορέσουν νά ξεθεμελιώσουν τήν
Εκκλησία τού Χριστού. Γενική, λοιπόν, έπίθεση έπι- χειρούν έναντίον τής
Εκκλησίας έφ’ όλων των μετώπων κάτω άπό τήν άθώα επωνυμία τού Οικουμενισμού.
Ό Οικουμενισμός μέ λίγα
λόγια, είναι ένα καταχθόνιο παγκόσμιον Κίνημα, πολιτικόν καί θρησκευτικόν, μέ
σκοπόν τήν υποταγήν τής άνθρωπότητος κάτω άπό μίαν παγκόσμιον Κυβέρνησιν... καί
τήν ένωσιν όλων των θρησκειών εις μίαν Πανθρησκείαν, ώστε νά έξαφανισθή ό
Χριστιανισμός, νά έξαφανισθή ή σώζουσα ’Ορθόδοξος πίστις καί νά λατρεύεται στό
τέλος, άντί τού άληθινοΰ Θεού ό Σατανάς.
Δέν έξηγεϊται διαφορετικά
αύτό τό πάθος τής ένώσεως, αύτή ή άσάφεια τού «Διαλόγου τής άγάπης», αυτή ή
τρομερή άπομάκρυνσις άπό τό δόγμα τής Μιας, 'Αγίας, Καθολικής καί Άποστολικής
’Εκκλησίας. Δέν μπορεί διαφορετικά νά έξηγηθή αυτός ό καλλιεργούμενος σήμερα
κλονισμός τής Πίστεως στην Παράδοσι καί ή άθέτησις των άποφάσεων των
Οικουμενικών Συνόδων.
Ό ’Αρχιεπίσκοπος τοϋ
Μοντρεάλ καί Καναδά Βιτάλιος, στην Έκθεσί του πρός την Σύνοδο των Επισκόπων τής
Ρωσικής Εκκλησίας τής Διασποράς, έγραφε παλαιότερα: «Αυτοί οί τρεις όργανισμοί:
Χριστιανική Άδελφότης Νέων (Χ.Α.Ν.), Προσκοπισμός καί Παγκόσμιον Συμβούλιον των
Εκκλησιών (Π.Σ.Ε.), είναι έως σήμερον οί τρεις στύλοι έπί τών οποίων στηρίζεται
όλόκληρος ή Οικουμενική Κίνησις καί έκ τών όποιων σταθερώς συμπληρώνει τούς
πυρήνες τών συνεργατών της, τών έργατών της καί γενικώς τό σύνολον τοϋ λαού, τό
όποιον διάκειται εύμενώς πρός αύτήν». (5) Καί εις άλλην περίπτωσιν, πρός τούς
αυτούς επισκόπους: «Έν τώ Παγκοσμίω Συμβουλίω τών ’Εκκλησιών, ώς διά
ταχυδακτυλουργίας έχουν συνδεθή καί ένωθή όλαι αί βλασφημίαι, πλάναι καί
αντιθέσεις όλοκλήρου τής πνευματικής ιστορίας τής άνθρωπίνης φυλής από τοϋ Κάϊν
καί Χάμ μέχρι τοϋ ’Ιούδα τοϋ προδότου, Κάρλ Μάρξ, τοϋ διαφθορέως Φρόϋδ καί
γενικώς όλων τών μικροτέρων καί μεγαλυτέρων συγχρόνων βλασφήμων». (6)
Καί ποιός κρύβεται πίσω
άπό τήν Οίκουμενικήν Κίνησιν;
Πίσω άπό αυτούς τούς
’Οργανισμούς, Χ.Α.Ν., Προσκοπισμός, Π.Σ.Ε. δουλεύει ή Μασωνία καί στήν
τελευταία άνάλυσι ό Διεθνής Σιωνισμός. Διότι μή ξεχνάτε, ότι δημιούργημα τοϋ
Σιωνισμοϋ είναι ή Μασωνία καί εκείνου τό έργον υπηρετεί... Ή μασωνία λοιπόν, τό
όργανο αυτό τοΰ Διεθνούς Σιωνισμού, κατευθύνει μέ τά δυσδιάκριτα νήματα τοΰ
Οικουμενισμού επιδιώξεις καί σκοπούς, πού είναι εναντίον της Εκκλησίας τοΰ
Χριστού. Την συνταρακτική αύτή αλήθεια δέν τήν κρύβουν οί Μασώνοι, αλλά μέ
ύπερηφάνεια τήν διακηρύσσουν φανερώς καί δημοσίως. «Στό περιοδικό Le temple πού
έκδίδεται στό Παρίσι καί πού είναι έπίσημο όργανο τής Μασωνίας τού Σκωτικού
τελετουργικού έδημοσιεύθη τό 1946 άρθρο μέ θέμα: «ή ένωσις των ’Εκκλησιών», εις
τό όποιον μεταξύ των άλλων έγράφετο «... Τό πρόβλημα τό όποιον ήγέρθη υπό τού
σχεδίου τής ένώσεως των Εκκλησιών, αί όποΐαι όμολογούν τόν Χριστόν, ένδιαφέρει
ζωηρώς τήν Μασωνίαν καί είναι συγγενές πρός τήν Μασωνίαν, καθ’ όσον περιέχει έν
έαυτω τήν ιδέαν τής παγκοσμιότητος». (7)
Μετά τά άνωτέρω στοιχεία
περί τής αίρέσεως τού αίώνος μας άπό νεοημερολογιτικήν γραφίδα, - γιά νά μή
νομισθή ότι είναι υπερβολές παλαιοημερολογιτών - άς ίδωμεν έν όλίγοις ποια
γεγονότα ώδήγησαν τό Οικ. Πατριαρχεΐον νά έμπλακή όχι μόνον στά δίκτυα τής άνωτέρω
παναιρέσεως, άλλά καί νά γίνη θερμός ύποστηρικτής καί συνεργός της!
Α ' Η πατριαρχική
Εγκύκλιος τού 1920
Μέ τήν άνωτέρω
διδασκαλίαν τού Οικουμενισμοϋ διεβρώθησαν πολλοί ορθόδοξοι κληρικοί, μεταξύ τών
οποίων καί ό πολύς Μελέτιος Μεταξάκης, Χρυσόστομος Παπαδόπουλος κ.ά. Έτσι ό
πρώτος γίνεται τό 1918 άντικανονικώς Μητροπολίτης ’Αθηνών καί σέ συνεδρίαση της
Συνόδου (23.1.1919) προτείνει την αλλαγή τοϋ Ημερολογίου, προσθέτοντας όμως ότι
την πρωτοβουλίαν πρέπει ν’ άναλάβη τό Οίκ. Πατριαρχεϊον.
Πράγματι τό 1920
έκδίδεται από τό Οίκ. Πατριαρχεϊον τό περίφημο «Διάγγελμα τοΰ Οίκ. Πατριαρχείου
πρός τάς άπανταχοΰ Εκκλησίας τοϋ Χρίστου» (Καρμίρη, σ. 950), τό όποιον τελείως
ανορθόδοξα χαρακτηρίζει τίς αιρετικές όμολογίες τής Δύσεως «σεβάσμιας
Χριστιανικάς ’Εκκλησίας» καί τάς όποιας θεωρεί όχι «ώς ξένας καί άλλοτρίας,
άλλ’ ώς συγγενείς καί οικείας έν Χριστώ» καί «συγκληρονόμους καί συσσώμους τής
έπαγγελίας τοΰ Θεοΰ έν Χριστώ»!!!
Εις τό ανωτέρω Διάγγελμα
προετείνοντο 11 τρόποι διά τήν προσέγγισιν των ’Εκκλησιών μέ πρώτον βήμα την
«παραδοχήν ένιαίου ήμερολογίου πρός ταυτόχρονον έορτασμόν τών μεγάλων
χριστιανικών έορτών υπό πασών τών ’Εκκλησιών» καί όχι γιατί τό άπαιτοϋσαν, ώς
ψευδώς έλεγον, ή έπιστήμη, καί αί έμπορικαί καί διεθνείς σχέσεις. Κάτι
παράλληλον μέ τάς προφάσεις τής Είκονο- μαχίας, ή οποία καταπολεμούσα τάς ιεράς
εικόνας έδικαιολογεΐτο ότι πράττει τοϋτο διά μίαν «πνευματικωτέραν λατρείαν»!
Εις τό Διάγγελμα δέν
ύπάρχει ούδείς σεβασμός πρός τήν όρθόδοξον Παράδοσιν· άντιθέτως έπιθυμεΐ
«άμοιβαΐον σεβασμόν τών κρατουντών έν ταϊς διαφόροις Έκκλησίαις ήθών καί
έθίμων» (σ. 959), ένώ συγχρόνως τάς ορθοδόξους παραδόσεις άποκαλεϊ «παλαιάς
προλήψεις καί έξεις... τοσάκις τέως τό έργον τής ένώσεως ματαιώσασαι...»(σ.
957)
Τό 1921 ό Μεταξάκης
καθαιρεϊται από την Εκκλησίαν της Ελλάδος γιά νά γίνη ένα χρόνο αργότερα Οικ.
πατριάρχης Κων/λεως! Ιδού τά έργα της Μασονίας, μέλος της όποιας ήτο από τό
1909. (Βλ. «Πυθαγόρας - Γνώμων», Αύγ. 1935 καί Παύλου Μοναχού Κυπρίου,
Νεοημερολογιτισμός-Οικουμενισμός, σ. 49-59, Άθήναι 1982.).
Τό 1923 μέ τήν έπέμβαση
της Πολιτείας γίνεται άρχιεπίσκοπος ’Αθηνών ό Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, στενός
συνεργάτης τού Μεταξάκη.
Β' Τό «Πανορθόδοξον» Συνέδριον τού 1923
Τόν Μάϊον τού 1923
συνέρχεται εις Κων/λιν μέ πρόσκλησιν τού πατριάρχου Μεταξάκη τό αύτοτιτλοφορηθέν
«Πανορθόδοξον Συνέδριον», ένώ στήν ουσία, όπως άπεδείχθη άργότερον, ήτο
άντορθόδοξον καί καταλυτικόν των Ιερών παραδόσεων. Κανένα άλλο πατριαρχεΐον
πλήν της Κων/λεως δέν έλαβε μέρος μέ αποτέλεσμα νά στερηθή έξ ύπαρχης της
σοβαρότητος πού έπεδίωκεν. ’Αλλά καί έκ των 6 Μητροπολιτών πού έλαβον μέρος «οί
4 ήσαν άποδεδειγμένως Μασώνοι, ήτοι ό Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος
Μεταξάκης, ό ’Αμερικής ’Αλέξανδρος, ό Νίκαιας Βασίλειος καί ό Δυρραχίου
Ίακωβος» (8)
Τό Συνέδριον «συνήλθε μέ
σκοπόν τήν προϋπόθεσιν τής παγχριστιανικής ένότητος» (Πρακτικά, σ. 27). Εις
αυτό άπεφασίσθη όχι μόνον «ή μεταρρύθμισις τού ήμερολογίου» (σ. 21), άλλά καί ή
αλλαγή τού Πασχαλίου καί τής θεοπαραδότου έβδομάδος (σ. 53, 57), ανεξαρτήτως αν
δέν επέτυχε τοϋ σκοπού του, λόγφ της άντιδράσεως των εν Κων/λει καί αλλαχού
’Ορθοδόξων.
Κατά την ε' συνεδρίαν τοΰ
Συνεδρίου (23 Μαΐου) παρευρέθη καί ό ’Αγγλικανός επίσκοπος GORE, ειδικός επί
θεμάτων των ’Ανατολικών ’Εκκλησιών, ό όποιος μεταξύ άλλων έδήλωσε καί τά έξης
σημαντικά. «...Έγένετό τι τό όποιον αφόρα την προσέγγισιν τών δύο ’Εκκλησιών,
της ’Ορθοδόξου καί τής Άγγλικανικής, καί τό όποιον έπλήρωσε χαράς την καρδίαν
μου. Τό γεγονός τούτο άποτελεΐ ένα βήμα πρός την ένωσιν·(9) τό δεύτερον βήμα θά
μάς κάμη τό ήμερολογιακόν ζήτημα, τό όποιον θά μάς φέρη εις τόν συνεορτασμός
τών έορτών... Χθες έπέδωκα εις τήν Ύμετέραν Παναγιότητα δύο έγγραφα· τό έν
φέρει ύπογραφάς 5 χιλιάδων ’Αγγλικανών ιερέων δηλούντων ότι δέν εύρίσκουσι
δυσκολίαν εις τήν πλήρη ένωσιν... τό δεύτερον έγγραφον είναι είσήγησις περί τών
όρων τής ένώσεως» (σ. 87)
Έρωτώμεν: πότε
συνεκεντρώθησαν αί άνωτέρω ύπογραφαί; ’Ασφαλώς πρό Ικανού χρόνου καί μετά τήν
άνα- γνώρισιν υπό τοϋ Οικ. Πατριαρχείου τής ίερωσύνης τών ’Αγγλικανών, μέ
σκοπόν τήν ένωσίν των μετά τών Όρθοδόξων, χρησιμοποιουμένου τοϋ Συνεδρίου ώς
καταλλήλου όργάνου. Καί μόνον τό άνωτέρω άπόσπασμα είναι Ικανόν νά δικαίωση τόν
λαόν τοϋ Θεού, ό όποιος μέ προφητικήν φωνήν διεσάλπισε άμα τή αλλαγή «μάς
έφράγκεψαν», άντιδράσας έν συνεχεία μέ όλην τήν δύναμιν τής ψυχής του έναντίον
τών έσωτερικών καί έξωτερικών έχθρών τής πίστεως καί τών παραδόσεων του.
Ό Εύρωπαϊκός τύπος
έπήνεσε τάς αποφάσεις τοϋ Συνεδρίου ό δέ φιλόδοξος πατριάρχης έσπευσε νά δηλώση
ότι «τό πανορθόδοξον Συνέδριον είναι μία πανηγυρική διάψευσις της κατά της
’Ανατολής προσαπτομένης κατηγορίας ώς αμεταβλήτου».
Ή αλλαγή
Καιρός τώρα νά
παρακολουθήσωμεν πώς έγινε ή άλλαγή τοΰ ήμερολογίου στήν Έλλαδική Εκκλησία τό
1924 καί ποιους τρόπους έχρησιμοποίησαν οί πρωταγωνισταί τής καινοτομίας,
προκειμένου νά τήν έπιβάλουν στόν λαόν τοΰ Θεοΰ.
«Άφοϋ προηγήθησαν μέ
οικουμενιστικό πνεύμα αποστασίας» «ή Σύνοδος τής Δ' 'Ιεραρχίας τής Εκκλησίας
τής Ελλάδος» (16-21 Απριλίου 1923), τό «Πανορθόδοξον Συνέδριον τής
Κωνσταντινουπόλεως» (10 Μαΐου-8 ’Ιουνίου 1923) καί «ή Σύνοδος τής 'Ιεραρχίας
τής ’Εκκλησίας τής Ελλάδος» (24 Δεκ. - 2 Ίαν. 1924) καί προητοίμασαν
«καταλλήλως» τό έδαφος μέ πρωτεργάτη τόν αρχιεπίσκοπο ’Αθηνών Χρυσόστομο
Παπαδόπουλο, ό όποιος συνεργάσθηκε μέ τόν όμόφρονά του πατριάρχη Μελέτιο
Μεταξάκη καί κατόπιν μέ τόν πατριάρχη Γρηγόριο Ζ', άπεφασίσθη τελικώς ή
μονομερής καί όλεθρία έπιβολή- έφαρμογή τοΰ νέου ήμερολογίου στήν Ελλάδα, παρ’
όλες τίς αντιδράσεις τών άλλων ’Ορθοδόξων ’Εκκλησιών καί τήν έλλειψιν
πανορθοδόξου συμφωνίας έπί τοΰ θέματος.
Έτσι, τήν 1 Μαρτίου 1924
ό Χρυσόστομος Παπαδόπουλος υπέγραφε ώς «μόνος εκπρόσωπων τήν ’Εκκλησίαν τής
Ελλάδος», σχετική «’Εγκύκλιον» (Άριθμ. Πρωτ. 430/ 1.3.1924) υπέρ τής
καινοτομίας, καί τήν 3η Μαρτίου 1924 ύπέγραψε καί άπέστειλε «πρός τούς
Σεβασμιωτάτους Ίεράρχας της Αυτοκέφαλου ’Εκκλησίας της Ελλάδος» σχε τική
«Τηλεγραφική Εντολή» (Άρ. Πρ. 430/3.3.1924).(10) 11 Ή Β'Κυριακή των Νηστειών
(10/23 Μαρτίου 1924) ήταν ή ι ήμερα πού άρχιζε ή έφαρμογή τής καινοτομίας.
Εκείνη τήν ήμερα έμφανίστηκε στίς
εφημερίδες ή μνημονευθεισα j «’Εγκύκλιος 430/1.3.1924) καί συγχρόνως
δημοσιεύθηκε σχετικό ενημερωτικό «Ανακοινωθέν». (Ι1) Τά τρία αύτά κείμενα, έργα
καί στόν τύπο καί στήν ούσία τοΰ μονοκράτορος αρχιεπισκόπου Χρυσοστόμου
Παπαδοπούλου, είναι κείμενα παραπλανητικά, άποκρύπτουν τήν ιστορική άλήθεια καί
ανατρέπουν τήν ’Ορθόδοξη Παράδοσι. νΑς ρίξουμε μιά σύντομη ματιά στίς θέσεις
πού υποστηρίζουν.
α) «Ή Εγκύκλιος
430/1.3.1924» όμιλεϊ «περί τού ζωηρως άπασχολούντος τήν Ελληνικήν κοινωνίαν
ζητήματος τού ημερολογίου». Ή Ελληνική κοινωνία όμως ποτέ δέν άπασχολήθηκε, καί
μάλιστα ζωηρως, μέ τό ζήτημα αυτό. Οί ευσεβείς έγνώριζαν, ότι τό ήμερολογιακό -
έορτολογικό θέμα είχε λύσει όριστικως ή 'Αγία Έκκλησία μας μέ Συνοδικές
αποφάσεις. Ζήτημα έδημιουργούσαν μόνο οί δυτικόπληκτοι καινοτόμοι καί οικουμε
νιστές.
β) Ή «Εγκύκλιος 430/1.3.1924»
λέγει, ότι «ό Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ζ' μετά τής περί αυτόν Τέρας
Ένδημούσης Συνόδου τής ’Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως» άπεφάσισε τήν άλλαγή
«πρός πρόληψιν τής περαιτέρω δεινής καί έπιζημιωτάτης ήμερολογιακής συγχύσεως
καί ανωμαλίας».
Είναι ψεϋδος ότι ύπήρχε
σύγχυσις καί ανωμαλία μεταξύ των ευσεβών. «Περαιτέρω δεινή καί έπιζημιωτάτη
ήμερολογιακή σύγχυσις καί άνωμαλίά» έπήλθε άκριβώς μετά την καινοτομία τοΰ
1924, οπότε έδιχάσθη ό ευσεβής λαός, έδιώκοντο άπηνώς οι ’Ορθόδοξοι, έχύθησαν ακόμη
καί αίματα ευσεβών καί γενικώς άνεβίωσε ή αντίθεη Εικονομαχία!
γ) Ή «’Εγκύκλιος
430/1.3.1924» υποστηρίζει, ότι «παρεδέχθη» τήν αλλαγή «χάριν τοΰ ορθοδόξου
Ελληνικού λαοΰ», διότι «κατέστη άπαραίτητος». Πότε ό ευσεβής ’Ορθόδοξος
Ελληνικός λαός έδήλωσε τήν επιθυμία του γιά νά μετατραπή άπαραιτήτως ή
’Ορθόδοξος Ημερολογιακή Παράδοσις; Ποτέ! Μόνο οί οικουμενιστές τής Εγκυκλίου
τοΰ 1920, ό Μελέτιος Μεταξάκης καί ό Χρυσόστομος Πα- παδόπουλος έδημιούργησαν
θέμα εκ τοΰ μηδενός καί άνεστάτωσαν τούς ’Ορθοδόξους, ένεργοϋντες έτσι «χάριν»
τών αιρετικών τής Δύσεως καί πιεζόμενοι άπό τίς σκοτεινές δυνάμεις, πού ήθελαν
τήν διαίρεση καί άποδυνάμωση τής ’Αγίας ’Εκκλησίας μας.
δ) Ή «’Εγκύκλιος
430/1.3.1924» άφήνει τεχνηέντως νά έννοηθή ότι τό Οικουμενικό Πατριαρχείο
«άπεδέχθη» άνεπιφυλάκτως «τήν πρότασιν τής Ίεράς Συνόδου» τής ’Εκκλησίας τής
Ελλάδος γιά τήν άλλαγή. Τό Πατριαρχείο όμως είχε δηλώσει, ότι ή άποδοχή τοΰ
νέου ήμερολογίου έπρεπε νά γίνη «υπό πασών τών αδελφών ’Ορθοδόξων ’Εκκλησιών»
καί ήταν απαραίτητη «ή αναγκαία δήλωσις τής συναινέσεως Αυτών». (12)
ε) Ή «’Εγκύκλιος
430/1.3.1924» γράφει, ότι «ή Εκκλησία της Ελλάδος παρεδέχθη» (καί ή
«Τηλεγραφική ’Εντολή 430/3.3.1924» πληροφορεί τούς ίεράρχας τής Ελλάδος, ότι ή
«’Εκκλησία τής Ελλάδος «άπεδέχθη») τήν ήμερομηνία τής έφαρμογής τής
καινοτομίας. Αλλά οί ιεράρχες δεν εύρίσκοντο έξω από τήν άποφασίσασα Έκ -
κλησία τής Ελλάδος! Στήν ουσία δηλαδή άλλος άπεφά- σισε, ό μόνος ύπογράφων
πρόεδρος ’Αθηνών Χρυσόστομος, καί οί άρχιερεΐς έπαιρναν «έντολήν» νά έκτελέσουν
τήν άπόφασι!...
στ) Ή «’Εγκύκλιος
430/1.3.1924» (καί ή σχετική «Τηλεγραφική Εντολή») όμιλοϋν περί «διορθώσεως τοΰ
Ίουλιανοΰ ημερολογίου». Στήν πραγματικότητα όμως δεν έγινε «διόρθωσις», άλλά
καθιέρωσις καί γιά τήν ’Εκκλησία τοΰ παπικού ημερολογίου. Οί ίδιοι πρωτεργάτες
τής καινοτομίας ώμολογούσαν, ότι «ή διαφορά μεταξύ τοΰ νέου ήμερολογίου καί τοΰ
Γρηγοριανοΰ είναι τόσον μικρά, ώστε μόνον μετά 877 έτη θά παρατηρηθή διαφορά
ημερομηνιών» δηλαδή «κατά τό έτος 2.800»! Τούτο ύπε- στήριξε τό κακόδοξο
λεγόμενο «Πανορθόδοξον Συνέδριον έν Κωνσταντινουπόλει» έπί Μελετίου Μεταξάκη
(10.5- 8.6.1923)(13) άλλά καί ή ψυχή τής καινοτομίας, δηλαδή ό μητροπολίτης
Βιζύης Ανθιμος.(14)
ζ) Τό «’Ανακοινωθέν»
λέγει ψευδώς καί παραπλανητικώς, ότι «δεν ήτο δυνατόν βεβαίως τό Οικουμενικόν
Πατριαρχειον, αί Έκκλησίαι τής ’Ελλάδος καί τής Κύπρου, ΐνα άλλας ’Ορθοδόξους
’Εκκλησίας παραλίπωμεν, ίνα προβώσι εις πράξιν προσκρούσασαν εις την ’Ορθοδοξίαν.
Ούδεμία παρ’ Ορθοδόξου Εκκλησίας διαμαρτυρία ήκούσθη».
Είναι προφανής ή
προσπάθεια έξαπατήσεως τοϋ ευσεβούς λαοϋ, τήν στιγμή πού καμμία άλλη Εκκλησία
δέν αποδέχθηκε τότε τήν καινοτομία, αλλά καί έγνώριζε, (καί τό άπέκρυπτε) ό
Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ότι όλες οί ’Ορθόδοξες Εκκλησίες ήσαν αντίθετες πρός
τήν απόφασι τής Εκκλησίας τής Ελλάδος. Τούτο προκύπτει αβιάστως άπό όσα
έλέχθησαν λίγο πρό τής καινοτομίας, δηλαδή κατά τήν «Σύνοδον τής Ε' Ιεραρχίας
τής Εκκλησίας τής Ελλάδος» (24.12.1923-2.1.1924). Τότε τά έγραφα των
Πατριαρχείων γιά τό έορτολογικό δέν άνε- κοινώθησαν στήν Σύνοδο, αν καί
έζητήθη· ό ’Αθηνών επιμελώς τό άπέφυγε. (15) ’Αργότερα άναληθώς είπε, ότι δέν
ύπήρχαν τέτοια έγγραφα (16). Κατόπιν ό ίδιος αύτοαναιρούμενος λέγει, ότι ήσαν
γνωστές οί γνώμες τών Πατριαρχών! (17)
’Αλλά καί στήν ίδια Σύνοδο ώμολόγησε, ίτι «ύπάρχει σοβαρά άντίρρησις» άπό τίς
κατά τόπους Ορθόδοξες ’Εκκλησίες (18)
η) Τό «’Ανακοινωθέν»
παραδόξως λέγει, ότι «ή ένότης τών ’Ορθοδόξων ’Εκκλησιών δέν παραβλάπτεται» μέ
την εφαρμογή τής καινοτομίας.
Δηλαδή τό γεγονός, ότι
άπό τό 1924 καί έξής δέν Συνεορτάζουν όλες μαζί οί άνά τόν κόσμο ’Ορθόδοξες
Εκκλησίες τίς μεγάλες Δεσποτικές καί Θεομητορικές έορτές, άλλά μέ διαφορά 13
ήμερών, δέν είναι «παράβλαψις τής ένότητος» των Όρθοδόξων; Στην ιστορία της
Εκκλησίας είναι πρωτάκουστο το γεγονός, νά άποφασίζεται με Συνοδική άπόφασι
μιας τοπικής Εκκλησίας ό λατρευτικός διχασμός των Όρθοδόξων! Οι Αγιοι Πατέρες
καί μάλιστα τής A' Οικουμενικής Συνόδου, έπεδίωκαν τήν ένότητα των Όρθοδόξων,
διότι έγνώριζαν ότι τά σχίσματα μεταξύ των Χριστιανών έγίνοντο αιτία γιά νά
τούς χλευάζουν οί ειδωλολάτρες, οί όποιοι έβλεπαν άλλους Χριστιανούς νά
έορτάζουν καί νά τρώγουν, καί άλλους νά νηστεύουν καί νά πενθούν. Ό Μ.
Κωνσταντίνος στην περίφημη επιστολή πού έστειλε στούς Έπισκόπους, οί όποιοι δεν
παρευρέθησαν στήν 'Αγία Α'Οικουμενική Σύνοδο, μεταξύ των άλλων αυτό τονίζει:
«...έστι δεινόν τε καί απρεπές κατά τάς αύτάς ημέρας έτέρους μέν έν ταις
νηστείαις σχολάζειν ετέρους δέ συμπόσια συντελεϊν, καί μετά τάς τού Πάσχα ημέρας
άλλους μέν έν έορταΐς καί άνέσεσιν έξετάζεσθαι, άλλους δέ ταϊς ώρισμέναις
έκδεδόσθαι νηστείαις». (19)
’Αλλά καί ό άγιος
Έπιφάνιος Κύπρου λέγει χαρακτηριστικώς, ότι «πρό τού (Μεγάλου) Κωνσταντίνου τά
σχίσματα ήν, καί ήν χλεύη, Ελλήνων (ειδωλολάτρων) λεγόντων, καί χλευαζόντων τήν
έν τή Εκκλησία διαφωνίαν». (20) Καί σήμερα στίς τρεις μεγάλες έορτές τής Αγίας
Πίστεώς μας (Χριστούγεννα, "Αγια Θεοφάνεια καί Κοίμησι τής Θεοτόκου) άλλοι
νηστεύουν καί πενθούν, καί άλλοι τρώγουν καί πανηγυρίζουν, καί αυτό λέγουν οί
καινοτόμοι, ότι δέν είναι «παράβλαψις τής ένότητος των Όρθοδόξων
’Εκκλησιών»!...
θ) Λέγει τέλος, γιά νά
παραλείψουμε σωρεία άλλων πλανών καί κακοδοξιών χάριν συντομίας, τό τραγικό
«’Ανακοινωθέν», ότι ή αλλαγή τοϋ ήμερολογίου «ουδέ καν προσκρούει ούτε εις
δόγμα, άλλ’ούτε εις Κανόνα τινά τής ’Εκκλησίας».
Ή άλλαγή προσκρούει
οπωσδήποτε σέ δόγματα καί Κανόνες, γιά τούς έξης λόγους. Ή άγια ’Εκκλησία μας
πάντοτε τηρούσε τό Ίουλιανό Ημερολόγιο ώς ’Εκκλησιαστικό Ημερολόγιο, «διά τό
είναι Πατροπαράδοτον καί Έκκλησιαστικώς άνέκαθεν κεκυρωμένον».(21) Κάθε
έπέμβασις (διόρθωσις ή συμπλήρωσις ή άλλαγή) έπί τοϋ ’Εκκλησιαστικού αύτοϋ
Ήμερολογίου έχει άμεση έπίπτωση σέ όλο τό ’Ορθόδοξο Εορτολόγιο καί ειδικά στό
«Πασχάλιο», πού είναι ό κυριώτερος ρυθμιστικός παράγοντας τοϋ Εορτολογίου.
νΕτσι σέ περίπτωσι έπεμβάσεως είναι δυνατόν νά συμβοϋν δύο πράγματα: Αν
μεταρρυθμισθή τό Ίουλιανό Ημερολόγιο, πρέπει άνα - γκαίως νά μετακινηθή - γιά
νά προσαρμοσθή στό νέο ήμερολόγιο - καί τό Πασχάλιον των Αγίων Πατέρων, όπότε
οπωσδήποτε άθετοϋνται καί οί «Διορισμοί» τοϋ Πάσχα, οί όποιοι εφαρμόζονται μόνο
μέ βάσι τό Ίουλιανό Ήμερολόγιο. II) "Αν μεταρρυθμισθή τό Ίουλιανό
Ήμερολόγιο, άλλά γιά τό Πάσχα έξακολουθήσει νά έφαρ- μόζεται τό Ίουλιανό (όπως
σήμερα στήν Ελλάδα) στήν ούσία θά έχουμε σέ χρήσι δύο ήμερολόγια, μέ άποτέλεσμα
νά προκληθή μεγάλη άταξία καί σύγχυσις καί άνατροπή τής Πατροπαραδότου θείας
τάξεως Εορτών, Νηστειών, Τυπικών κλπ. Γιά τούς λόγους αύτούς ή ’Ορθοδοξία, όταν
κατεδίκασε τόν 16ον αιώνα τό νέο παπικό ήμερολόγιο, κατεδίκασε ταυτοχρόνως καί
κάθε μεταβολή εκκλησιαστικές στό Ίουλιανό Ημερολόγιο. Όάγιώτατος Πατριάρχης
’Αλεξάνδρειάς Μελέτιος Πηγάς (1590-1601) μέ ακαταμάχητη αγωνιστικότητα καί
ισχυρότατα επιχειρήματα κατέκρινε τό παπικό ημερολόγιο, διότι προσέκρουε:
1. Στίς διατάξεις της
αρχαίας Εκκλησίας γιά την έορτή τοϋ Πάσχα·
2. Στόν Ζ 'Άποστολικό Ί.
Κανόνα·
3. Στην άπόφασι της
'Αγίας A' Οικουμενικής Συνόδου καί
4. Στόν Α'Κανόνα της
Συνόδου της ’Αντιόχειας. Επομένως προσκρούει στους Ιερούς Κανόνας η καινοτομία.
Τό παράδοξον είναι ότι ό καινοτόμος άρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος
αποδεχόταν τίς απόψεις τού Ιερού Μελετίου Πηγά!...(22)
’Αλλά καί στά δόγματα
προσκρούει ή καινοτομία τού νέου ημερολογίου: έφ’ όσον τό νέο διασπά την
έορτολογική καί λατρευτική ένότητα της ’Εκκλησίας καί διαιρεί την ’Ορθοδοξία,
δέν προσβάλλει έτσι ευθέως καί τό Δόγμα της Μιας, 'Αγίας, Καθολικής καί
Άποστολικης ’Εκκλησίας, της οποίας, στοιχείο ένότητος είναι «ή Λατρεία» (23) καί συνεπώς καί τό 'Εορτολόγιο καί τό
’Εκκλησιαστικό 'Ημερολόγιο;
’Αξιοπαρατήρητο, ότι ή
Μεγάλη Σύνοδος πού συνήλθε στήν Κωνσταντινούπολι τό έτος 1503, παρόντων των
Πατριάρχων Κωνσταντινουπόλεως Ίερεμίου Β', ’Αλεξάνδρειάς Μελετίου Πηγά,
(άντιπροσωπεύοντος καί τόν ’Αντιόχειας ’Ιωακείμ Ζ) καί Ιεροσολύμων Σωφρονίου
Δ'καί σαράντα ακόμη έν ένεργεία ’Αρχιερέων «άπεβάλετο ταύτην τήν παράβασιν
μάλλον ή διόρθωσιν τοϋ αγίου Πάσχα (τοϋ πάπα Γρηγορίου ΙΓ) ώς έπισφαλή, ώς μή
άναγκαίαν, ώς άντικειμένην τοϊς ίεροϊς Κανόσι καί ώς πρόξενον πολλών σκανδάλων
εις πάντα τά Χριστιανικά έθνη...» (24)
Τά μετά τήν άλλαγήν
«Ποιον είναι σήμερον τό
άποτέλεσμα τής αυθαιρέτου, τής άσεβοΰς, τής κρημνιστικής Κανόνων καί Παραδόσεων
πραξικοπηματικής πράξεως τοϋ άρχηγοϋ τής Ελληνικής Εκκλησίας, διά τήν έπιβολήν
τής όποιας έξηπατήθη όλη ή Ιεραρχία, έξηπατήθη ή κοινή γνώμη, ήσκήθη δέ καί
έκβίασις ού μόνον έπί τής Ιεραρχίας, άλλά καί έπ’ αύτοϋ τοϋ Οικουμενικού
Πατριάρχου; Τί άπέφερεν ή προσβολή αύτη τοϋ δόγματος τής Ένότητος έν τή
λατρεία, ή περιφρόνησις καί καταπάτησις των παραδόσεων τής ’Εκκλησίας, ή άσεβής
άνυπακοή πρός τούς Κανόνας Οικουμενικών καί τοπικών Συνόδων καί πρός τά
κελεύσματα τόσων Πατέρων τής ’Εκκλησίας;
Τί άπέφερεν ό
κοσμοπολίτικος αυτός νεωτερισμός εις τήν ’Εκκλησίαν; Σκάνδαλον μεταξύ τών
πιστών, διαίρεσιν αύτών εις δύο στρατόπεδα, άπόσχισιν τής ’Εκκλησίας τής Ελλάδος άπό τοϋ σώματος
τής όλης Όρθοδοξίας, σύγχυσιν εις έορτάς καί νηστείας, κατάργησιν τοϋ
ταυτοχρόνου έορτασμοϋ των δεσποτικών καί άλλων έορτων Θεομητορικών καί αγίων
εις άπάσας τάς ’Ορθοδόξους Εκκλησίας· έορταστικόν χωρισμόν της ’Εκκλησίας της
Ελλάδος άπό τής άγιωτάτης Μητρός των ’Ορθοδόξων ’Εκκλησιών, της Ιερουσαλήμ, καί
κίνδυνον επισήμου σχίσματος τής Εκκλησίας της Ελλάδος, σχίσματος υφισταμένου
καί ήδη ούσιαστικώς, τυπικώς δε μόνον μή κηρυσσομένου ύπό τών λοιπών Εκκλησιών.
(25)
«Είναι αύτό ένότης
πίστεως; Είναι αυτό «Μία» ’Εκκλησία; Είναι κοινή λατρεία; κοινή έορτή; κοινή
άνάμνησις; κοινή θρησκεία; Καί μόνο αυτό έμείωσε πολύ τήν ’Ορθοδοξία στά μάτια
όλων τών αιρετικών, τών άλλοθρήσκων καί αυτών ακόμη τών άπιστων». (26)
Καί νά σκεφθη κανείς ότι
ό ίδιος Χρυσόστομος Παπαδόπουλος ώς αρχιμανδρίτης τό 1922, συμμετέχων εις τήν
Επιτροπήν έπιστημόνων διά τό θέμα τοϋ Ημερολογίου, είχε υπογράψει τήν Εκθεσιν
που έστειλαν οί ανωτέρω επιστήμονες στό Υπουργικό Συμβούλιο, ή οποία μεταξύ τών
άλλων έγραφε:
«... Ή Εκκλησία της
Ελλάδος, ώς καί αί λοιπαί ορθόδοξοι αυτοκέφαλοι Έκκλησίαι, άν καί ανεξάρτητοι
έσωτερικώς, είναι όμως στενώς συνδεδεμέναι πρός άλλήλας καί ήνωμέναι διά τής
αρχής της πνευματικής ένότητος τής Εκκλησίας, άποτελοϋσαι μίαν καί μόνην, τήν
’Ορθόδοξον ’Εκκλησίαν, καί συνεπώς ούδεμία τούτων δύναται νά χωρισθη τών λοιπών
καί άποδεχθη νέον ήμερολόγιον, χωρίς νά καταστη σχισματική άπέναντι τών άλλων.
"Οθεν καί ή ’Εκκλησία τής Ελλάδος, όπως μεταβάλη το έκκλησιαστικόν
ήμερολόγιον αυτής, είναι άπαραίτητον καί οφείλει, (ίνα μή άποσχισθή των λοιπών
όρθοδόξων Εκκλησιών, τοΰθ’ όπερ, ον μόνον την ένότητα καί αρμονίαν της όλης
’Ορθοδόξου Εκκλησίας θέλει καταστρέψει καί την δυναμιν αυτής μειώσει αλλά καί
από ’Εθνικής άπόψεως είναι άσύμφορον καί έπιζήμιον), νά συνεννοηθή
προηγουμένως, ώς άποφαίνεται ανωτέρω καί ή Ιερά Σύνοδος ημών,μετά των λοιπών
όρθοδόξων Εκκλησιών». (27)
Ό άρχιεπίσκοπος όμως όχι
μόνο δέν ύπελόγισε τά γνώμας τών λοιπών ’Ορθοδόξων Πατριαρχείων καί αύτο-
κεφάλων ’Εκκλησιών, αί όποϊαι ήρνοΰντο την αλλαγήν, άλλά τό έγκληματικώτερον,
τάς άπέκρυψε άπό τήν 'Ιεραρχίαν ώστε νά γίνη τό παράνομον θέλημά του!
Ό Δημητριάδος Γερμανός
άναφερόμενος άργότερον εις μίαν συνεδρίαν της Ιεραρχίας εις τήν άπόκρυψιν
αυτήν, λέγει τά έξης μεταξύ τών άλλων: «Έζήτησα δέ τρίς νά κατατεθώσι τά
έγγραφα τών Πατριαρχείων καί δέν κατετέθησαν, διά τούτο ουδέ άνεγνώσθησαν, ϊνα
διαφωτισθώ καί έγώ καί ή Ιεραρχία. Καί άναφέρεται εις τά Πρακτικά ότι έζήτησα
τά έγγραφα ταϋτα, άλλά δέν άναγράφεται άληθώς ότι κατετέθησαν. Δυστυχώς ό,τι
έφοβούμην έγένετο. Τά τρία Πατριαρχεία έμμένουσιν εις τό Παλαιόν Ήμερολόγιον
καί έφθάσαμεν εις τό σημεϊον νά διακοπή ή ένότης τών ’Εκκλησιών καί νά
έορτάζωμεν τήν Γέννησιν τού Κυρίου δέκα τρεις ήμέρας ένωρίτερον άπό τήν Βηθλεέμ
καί τά άλλα πατριαρχεία». (28)
’Ιδού ή συμπεριφορά τού
καινοτόμου Άρχ/που πρός τούς συναδέλφους του Τεράρχας Αν λοιπόν πρός αυτούς
συμπεριεφέρθη κατά τοιοϋτον τρόπον δέν πρέπει νά έκπλησσώμεθα διατί έν συνεχεία
με τάς διαταγάς του καί τήν βοήθειαν πάντοτε τοϋ χωροφύλακος έγινε ό ήθικός
αυτουργός των άνατριχιαστικών διωγμών εικονομαχικοϋ τύπου εναντίον των πιστών
τού παλαιού.
Κατά τούς διωγμούς
έκείνους «... τελούμενης τής φρικτής ίεργουργίας έρριψαν έπί τοϋ έδάφους τά
Τίμια Δώρα καί κατεπάτησαν τό Σώμα τό Δεσποτικόν, καί άνε- τίναξαν έκκλησίαν
διά δυναμίτιδος, καί ιερείς διά τής βίας άπεσχημάτισαν καί έκακοποίησαν εις τά
ύπόγεια τής αρχιεπισκοπής, καί καλογραίας διεκωμώδησαν, ένφ οί ιερείς των διά
πελέκεων συνέτριβον δίκην νέων Ίσαύρων καί άπέσπων εικόνας τών
παλαιοημερολογιτικών ναών καί συνέτριβαν τούς επιταφίους καί έβεβήλωναν τού
ένταφιασθέντος Χριστού τό όμοίωμα «έπισσωρεύοντες έαυτοϊς οργήν έν ημέρα οργής
καί δικαιοκρισίας τοϋ Σωτήρος Χριστού». Ούαί ύμΐν ότι κόπτεσθε διά τάς
έπιθέσεις τών Ούνιτών Τσεχοσλοβάκων κατά τών ’Ορθοδόξων καί ύμεϊς, ύποτιθέμενοι
όρθόδοξοι, έκακοποιήσατε ορθοδόξους λευίτας καί τά άγια τών άγιων έβεβηλώσατε».
(29)
Ταϋτα πάντα δέν τά
έβλεπαν οί καλοπροαίρετοι έκ τών νεοημερολογιτών κληρικών ή οί σημερινοί
διάδοχοί των; ’Ασφαλώς ναί, άλλά ή όμολογία τής άληθείας χρειάζεται
αύταπάρνησιν καί ήρωϊσμόν, άρεταί σπάνιαι στόν αιώνα μας.
Υπήρξαν πάντως καί αί
καλαί έξαιρέσεις, όπως έκείνη τοϋ Καθηγουμένου τής Λογγοβάρδας π. Φιλόθεου
Ζερβάκου, ό όποιος πλειστάκις δι’ υπομνημάτων καί έπιστο- λών πρός τούς
έκκλησιαστικούς παράγοντας προέτρεπε εις την έπιστροφήν τοϋ παλαιού. Τελευταία
μάλιστα, σέ μιά επιστολή του πρός τόν επίσκοπον Φλωρίνης Αυγουστίνον, γράφει
μεταξύ των άλλων:
«... Επειδή τό παλαιόν
έορτολόγιον είναι παράδοσις έγγραφος, επειδή τό νέον είναι καινοτομία παπικής
καί μασονικής προελεύσεως, όσοι καταφρονούν τό παλαιόν έορτολόγιον καί
ακολουθούν τό νέον είναι υποκείμενοι τώ άναθέματι. Κάθε πρόφασις καί
δικαιολογία είναι άδικαιολόγητος καί «πρόφασις έν άμαρτίαις». Καί συνεχίζει:
«Ήναγκάσθη τήν
παρελθούσαν Κυριακήν νά άνέλθω εις τήν κορυφήν των Αγίων Πάντων καί τού
προφήτου Ήλιού... καί γονυπετήσας έμπροσθεν τής πανσέπτου είκόνος αυτών μετά
δακρύων έζήτησα παρ’ αυτών νά μοί άποκαλύψουν ποιον έορτολόγιον οφείλω κάγώ ό
έλάχιστος καί οί αδελφοί μου, τά πνευματικά μου τέκνα καί πάντες οί Όρθόδοξι
χριστιανοί νά άκολουθώμεν. Πρίν έτι τελειώσω τήν οίκτράν ταπεινήν μου δέησιν,
ήκουσα φωνής ένδοθέν μοι λεγούσης: «τό παλαιόν έορτολόγιον νά ακολουθήσετε, τό
όποιον σάς παρέδωκαν οί τάς έπτά άγιας Οικουμενικάς Συνόδους συγκροτήσαντες καί
τήν όρθόδοξον πίστιν στηρίξαντες θεοφόροι Πατέρες, καί ούχί τό νέον τών παπών
τής Δύσεως, των τήν Μίαν, 'Αγίαν, Καθολικήν καί Άποστολικήν ’Εκκλησίαν
σχισάντων καί τάς Άποστολικάς καί πατρικάς παραδόσεις καταφρονησάντων»
Τοιαύτην συγκίνησιν,
τοιαύτην χαράν, τοιαύτην έλπίδα, τοιαύτην άνδρείαν καί μεγαλοψυχίαν ήσθάνθην
τήν στιγμήν έκείνην, οϊαν σπανίας στιγμάς ήσθάνθην είς όλην τήν ζωήν έν ώρα
προσευχής...
«Μή νομίζομεν ώς
μηδαμινόν, τό ότι άκολουθοΰμεν τό παπικόν έορτολόγιον. Είναι παράδοσις καί ώς
παράδοσιν όφείλομεν νά τήν φυλάξωμεν διότι ύποκείμεθα εις ανάθεμα. «Εΐ τις
πάσαν παράδοσιν έγγραφον ή άγραφον αθετεί, ανάθεμα», ορίζει ή Ζ΄ Όικ.
Σύνοδος... Λοιπόν δέν είναι καιρός νά σιωπάτε πλέον... μή άναβάλλετε,
σπεύσατε». (Πάρος, 6/19 ’Ιουνίου 1968)(30)
Καί εις άλλο σημεϊον τής
αυτής έπιστολής άναφέ- ρει, ότι ό Χρυσόστομος Παπαδόπουλος τοϋ είπε σε μιά
συνάντησί τους: «Νά μή τό έσωνα, νά μή τό έσωνα. Αυτός ό διεστραμμένος ό
Μεταξάκης μέ πήρε στό λαιμό του»! Ό όποιος Μεταξάκης, «βασανιζόμενος υπό τής
άσθενείας καί τυπτόμενος υπό τής συνειδήσεως εις τάς τελευταίας στιγμάς τοϋ
θανάτου του είπε:
«Βασανίζομαι διότι έσχισα τήν Εκκλησίαν»
Δυστυχώς δέν έσπευσεν
ούτε ό Σεβ. Φλωρίνης, ούτε άλλος εκ των λεγομένων «συντηρητικών» έπισκόπων καί
κληρικών, μέ άποτέλεσμα νά συνεχίζουν τήν παραμονήν τους στήν ήμερολογιακή
καινοτομία καί τήν αΐρεσιν τοϋ Οικουμενισμοΰ. Ας εύχηθώμεν νά άνανήψουν τό
συντομώτερον, διότι είναι τραγικόν νά όμιλή κανείς όλη του τήν ζωήν διά
’Ορθοδοξίαν καί Παραδόσεις καί στήν ούσία νά εύρίσκεται μακράν αύτών!
Συμπεραίνοντες δυνάμεθα
νά γράψωμεν, ότι ό τρόπος τής άλλαγής άφ’ ένός καί οί διωγμοί κατά τών πιστών
άφ’ έτέρου, φανερώνουν καθαρά ποΰ στόχευαν οί καινό- τόμοι, οί ύποκριτικώς
κοπτόμενοι υπέρ τής αγάπης καί υπέρ τοϋ συνεορτασμοϋ μετά τών δυτικών
«αδελφών». Εύ καί καλώς· άγάπη, λοιπόν, καί συνεορτασμός. Πώς
δμως συμβιβάζονται αυτά
μέ τούς έπαίσχυντους διωγμούς εναντίον των ορθοδόξων άδελφών τους, οί όποιοι
άκριβώς γι’ αυτό ήγωνίζοντο, ώστε να μή διακοπή ό μετά των λοιπών ορθοδόξων
’Εκκλησιών συνεορτασμός, άφού ώς γνωστόν, αύται, ώς καί οί παλαιοημερολογΐται,
έμειναν πισταί εις τό πατρώον έορτολόγιον;
'Ώστε, ώς τά πράγματα
καθαρά δείχνουν, οί καινοτόμοι, έπεδίωκον τόν μετά τών αιρετικών συνεορτασμόν
καί την μετ’ αυτών αγάπην, έστω καί άν αύτό άπαιτοϋσε νά χωρισθοϋν έκ τών
όρθοδόξων άδελφών τους, τούς θερμοτέρους τών οποίων καθαιρούσαν καί έδίωκαν καί
έφυλάκιζαν, προκειμένου νά διατηρήσουν τόν μετά τών αιρετικών δυτικών έν άγάπη
συνεορτασμόν!
Έρωτώμεν: εις τί διαφέρει
ή διαγωγή των αύτή τής τών Είκονομάχων καί λοιπών αιρετικών; Καί νά σκεφθή
κανείς ότι μέχρι σήμερα πλεϊστοι έκ τών έπισκόπων τής Νεοημερολογιτικής
’Εκκλησίας διατηρούν τήν αύτήν στάσιν, έλλείψει γνησίου όρθοδόξου βιώματος καί
άληθοϋς Δημοκρατίας εις τήν Πολιτείαν.
* * *
Πλήν όμως τούτων ή
’Εκκλησία τής Ελλάδος καί άπό Νομικής άπόψεως είναι παράνομος καί άντισυνταγ-
ματική, διότι ή καινοτομία της έγένετο κατά παράβασιν τού Νομοθετικού
Διατάγματος τής 18ης Ίαν. 1923, τό όποιον έπικυρώνει τό Ίουλιανόν Ήμερολόγιον,
ώς έξής: «Διατηρείται έν ισχύι τό Ίουλιανόν Ήμερολόγιον, όσον αφορά έν γένει
τήν ’Εκκλησίαν καί τάς θρησκευτικός έορτάς». Σημειωτέον ότι τό άνωτέρω Διάταγμα
ουδέποτε άνεκλήθη!
«’Αλλά καί Συνταγματικως
έν τη ουσία δέν δύναται ό Νεοημερολογιτισμός νά ισχυρισθή δτι είναι ή
«’Ορθόδοξος Εκκλησία της Ελλάδος», διότι δέν τηρεί «άπαρασαλεύτως τούς Ιερούς
Άποστολικούς καί Συνοδικούς Κανόνας καί τάς Ίεράς Παραδόσεις», ώς προβλέπεται
ύφ’ άπάντων των μέχρι σήμερον Συνταγμάτων τής Χώρας...
Ό Σύμβουλος τής
’Επικράτειας κ. Άν. Μαρίνος, εις εισηγητικήν του Έκθεσιν τής 10.3.1981 λέγει
σχετικώς:
«Ή 'Ιερά Σύνοδος τής
’Ιεραρχίας είναι έλευθέρα νά παραβιάζη τούς Ιερούς Κανόνας, διότι ισχύει έν
Έλλάδι ή θρησκευτική έλευθερία. ’Εν τοιαύτη όμως περιπτώσει δύναται τό Κράτος
νά προβή ώς διδάσκει καί ό Καθηγητής Σβώλος (βλ. Άλ. Σβώλου-Γ. Βλάχου, Τό
Σύνταγμα τής Ελλάδος, Άθήναι 1954, τόμ. Α', σελ. 60) εις άρσιν τοϋ
χαρακτηρισμού αύτής ώς Συνόδου τής Εκκλησίας τής έπικρατούσης θρησκείας, διότι
’Εκκλησία τής έπικρατούσης θρησκείας είναι μόνον έκείνη ή Σύνοδος, ή όποια
«τηρεί» καί δή «άπαρασαλεύτως», ώς καί αί λοιπαί ’Ορθόδοξοι Έκκλησίαι, κατά τό
άρθρον 3 τοϋ Συντάγματος, τούς μή δεκτικούς μεταβολής κανόνας, ούχί δέ καί ή
Εκκλησία έκείνη ή οποία παραβιάζει τούς τοιούτους Κανόνας.
Δηλαδή θά ήτο δυνατόν νά
ύποστηριχθή ότι έάν ή Σύνοδος τής Έλλαδικής ’Εκκλησίας συνέχιση νά παραβιάζη
τούς τοιούτους κανόνας οίοι είναι καί οι άφο- ρώντες εις τήν έν τη έκκλησία
θέσιν τοϋ έπισκόπου, τότε είναι ένδεχόμενον νά προκληθή διακοπή τής κοινωνίας
μετά των λοιπών όρθοδόξων ’Εκκλησιών, οπότε πλέον έκλιπούσης τής ύπό τοϋ άρθρου
3 τοϋ Συντάγματος τεθείμένης προυποθέσεως περί απαρασάλευτου τηρήσεως των Ί.
Κανόνων ή Πολιτεία δικαιούται, ένδεχομένως δέ καί ύποχρεοϋται, νά άρη τόν
χαρακτηρισμόν της Ίερας Συνόδου της Εκκλησίας της έπικρατούσης θρησκείας καί νά
άπονείμη τούτον εις την Σύνοδον έτέρας ορθοδόξου Κοινότητος, ή όποια θά διατηρη
κοινωνίαν μετά των άλλων ορθοδόξων Εκκλησιών. Καί ή μεταβολή αύτη είναι δυνατόν
νά έπέλθη δι’ άπλοϋ νόμου, άνευ τροποποιήσεως τοϋ Συντάγματος, δοθέντος δτι τό
Σύνταγμα δέν προστατεύει τήν συγκεκριμένην έκάστοτε Σύνοδον άλλά την Σύνοδον
την τηρούσαν τούς Κανόνας. Προτιμά τήν λύσιν αυτήν ή Ιερά Σύνοδος τής
Ιεραρχίας;» (31)
Αδικαιολόγητος, λοιπόν, ή
ήμερολογιακή καινοτομία ώς άντικανονική, άντιπαραδοσιακή καί άντισυνταγματική!
Καί όμως!
Καίτοι έγράφησαν πλειστα
περί αύτής, τά όποια τήν έστέρησαν παντός έρείσματος καί δικαιολογίας, έν
τούτοις μέχρι σήμερα οί κληρικοί καί θεολόγοι τής καινοτόμου Έλλαδικής
Εκκλησίας παραμένουν άγευστοι των τρομακτικών συνεπειών της, τών δολίων σκοπών
της, χλευάζοντες είρωνικώς - έλλείψει έπιχειρημάτων τούς τηρητάς τών πατρώων παραδόσεων.
’Ακριβώς γι’ αυτό τόν
λόγο έπέτρεψεν ό Θεός νά άκολουθούν μέχρι σήμερον τήν παναίρεσιν τού
Οικουμενισμού, τής όποιας πρώτη πρακτική έφαρμογή άποτελεΐ ή ημερολογιακή
καινοτομία. Έτσι πραγματοποιείται γιά μιά ακόμη φορά αυτό πού είπε τό άψευδές
στόμα τού Κυρίου: «ό πιστός έν έλαχίστω καί έν πολλώ πιστός έστι, καί ό έν
έλαχίστω άδικος καί έν πολλώ άδικός έστιν»!
(Λκ. 16.10)
Ή πατριαρχεία του
Άθηναγόρου
Καί αυτά μέν περί της
ημερολογιακής καινοτομίας, ή όποια άποτελεΐ, ώς γνωστόν, τήν πρώτην πρακτικήν
έφαρμογήν της αίρέσεως τοϋ Οικουμενισμοϋ.
’Αλλά ό Οικουμενισμός, ό
πατήρ τοϋ νεοημερολογιτισμοΰ, άσφαλώς δέν εϊχει σκοπόν νά σταματήση έως έδώ·
αυτό ήτο άπλώς τό πρώτο βήμα. Με τήν άντικανονικήν άνοδο τοϋ Άθηναγόρου τό 1949
εις τόν Οικουμενικόν Θρόνον, άρχίζει νέα εποχή διά τό Φανάρι, έποχή κακοδοξίας
καί αποστασίας πού συνεχίζεται ρωμαλέως καί στίς ήμέρες μας.
Προκειμένου νά γίνη ή
κατάληψις τοϋ Θρόνου «έξηνάγκασαν εις παραίτησιν τόν νόμιμον πατριάρχην κ.
Μάξιμον καί έτοποθέτησαν τόν μασώνον 33ου βαθμοϋ κ. Άθηναγόραν. Ούτος εις τόν
ένθρονιστήριον λόγον του έξεπέρασε τούς όρους της ... μασονικής δυσσεβοϋς
εγκυκλίου τοϋ 1920 καί διεκήρυξεν καί τό δόγμα της «παν- θρησκείας». Ειπεν ό κ.
Άθηναγόρας: «Άπατώμεθα καί άμαρτάνομεν, εάν νομίζομεν ότι ή ορθόδοξος πίστις
κατήλθεν εξ ούρανοϋ καί ότι τά άλλα δόγματα είναι άνάξια. Τριακόσια έκατομμύρια
ανθρώπων εξέλεξαν τόν μουσουλμανισμόν διά νά φθάσουν εις τόν Θεόν καί άλλαι
έκατοντάδες έκατομμυρίων είναι Διαμαρτυρόμενοι, Καθολικοί, Βουδισταί. Σκοπός
κάθε θρησκείας είναι νά βελτιώση τόν άνθρωπον»! (Έφημερίς «Χρόνος» Κων/λεως 20
Μαρτίου 1949 καί «’Ορθόδοξος Τύπος» φ. 94, Δεκ. 1968).
Δυστυχώς όμως ούδείς
συνεκινήθη άπό τάς άνωτέρω βλασφημίας! Καμμία άντίδρασις άπό τούς έπισκόπους
καί τάς θρησκευτικάς οργανώσεις! Άπό τό 1967 εις τό άνόσιον έργον του θά έχη
ικανόν σύμμαχον, τόν παρομοίως μέ αυτόν άνελθόντα εις τόν αρχιεπισκοπικόν
θρόνον των ’Αθηνών μέ «άριστίνδην» Σύνοδον Ιερώνυμον Κοτσώνην. Ό κανονικός
άρχ/πος ’Αθηνών Χρυσόστομος έπαύθη διά νόμου τοϋ Κράτους, διότι άντετάχθη εις
τό σχέδιον τής ένώσεως! Ή άντίδρασίς του έξεδηλώθη ιδιαιτέρως μετά τήν
συνάντησιν πάπα - Άθηναγόρου, εις τό Φανάρι. Εις Συνοδικήν άνακοίνωσιν, μεταξύ
άλλων είπε, ότι «αί άντορθόδοξοι ένέργειαι τοϋ Πατριάρχου κατατείνουν εις τήν
πλήρη ύποδούλωσιν τής ’Ορθοδοξίας είς τόν πάπαν...» (Μεσημβρινή 8.3.1967). Ή
διαγωγή του αύτή του έστοίχισε τόν Θρόνον!
Ό διάδοχός του 'Ιερώνυμος
Κοτσώνης, γνωστός οικουμενιστής, σπεύδει άμέσως νά πάη εις τό Φανάρι
προκειμένου νά «εύλογηθή» άπό τόν Πατριάρχην καί νά χαράξουν κοινήν γραμμήν...
προδοσίας. Μετά μάλιστα τό ταξίδι τοΰ Άθηναγόρου εις Ρώμην καί τάς γενομένας
εκεί προδοτικός συμπροσευχάς καί άνακοινώσεις, ό Ιερώνυμος έκδίδει τό άκόλουθον
άνακοινωθέν:«... ή συνάντησις έπραγματοποιήθη κατά τήν διάπυρον ευχήν καί
προσδοκίαν τής 'Ιεράς Συνόδου καί τοΰ εύσεβοΰς πληρώματος τής ’Εκκλησίας»! Έτσι
ό Άθηναγόρας μέ ικανούς συμμάχους, τήν Έλλαδικήν 'Ιεραρχίαν καί τήν 'Ιεράν
Κοινότητα τοϋ Αγίου "Ορους προχωρεί άκάθεκτος πρός τάς άγκάλας τοϋ
παπισμού.
Ό άρχιεπίσκοπος ’Αθηνών
μάλιστα διά τάς προδοτικός του ένεργείας τόν άποκαλεϊ «προφηταπόστολον», οί δέ
Άγιορεΐται χαρακτηρίζουν μέ τήν σειρά τους «ασθενείς τήν συνείδησιν,
παρασυναγώγους καί άγνοοϋντας τό πολίτευμα τής ’Εκκλησίας»,(32) όσους έκ των
Μοναχών αντιδρούν εις την ένωτικήν πολιτικήν τοϋ Φαναριού.
Ό Άθηναγόρας
έπραγματοποίησε συνολικώς τρεις συναντήσεις με τόν ποντίφηκα τής Ρώμης,
συμπροσευχηθείς μετ’ αύτοΰ, ένώ οί χορωδίες έψαλλον τόν πολυχρονισμόν τοϋ πάπα
καί μέσα εις αυτόν τόν Ναόν των Πατριαρχείων!
Ποιος θά τό έπίστευε ότι
65 χρόνια μετά τήν ’Εγκύκλιον τοϋ ’Ιωακείμ Γ', εις τήν όποιαν προέτρεπε τούς
άπανταχοϋ ορθοδόξους ίεράρχας «εις άκατάπαυστον καί άγρυπνον ύπεράσπισιν των
πεπιστευμένων αύτοΐς λογικών προβάτων άπό των άδιαλείπτων έπιβουλών καί
πολυειδών δελεασμάτων των λατίνων...», ό Οικουμενικός θρόνος τής Κων/λεως θά
άπεκάλει τόν πάπαν «Άγιώτατον», «πρώτον έν τή ’Εκκλησία τοϋ Χριστοϋ», μέ
μυστήρια καί Άποστολικήν διαδοχήν!!...
Δέν θά έπιμείνωμε όμως
περισσότερον εις τάς κακοδόξους ένεργείας τοϋ Άθηναγόρα, διότι θά τίς δοϋμε έν
συνεχεία λεπτομερέστερον νά άναζοϋν στίς δραστηριότητες τοϋ δήθεν ταπεινοϋ καί
ήσυχου Δημητρίου, τοϋ «άγιου», ώς τόν άποκαλοϋν οί άφελεΐς θαυμασταί του.
Δέν μας έξηγοϋν όμως πώς
είναι δυνατόν νά είναι άγιος καί ταπεινός, άφοϋ άκολουθεΐ πιστώς τήν κακόδοξον
πορείαν τοϋ προκατόχου του; Σ’ αύτό δέν μάς άπαντούν οί θαυμασταί του καί είναι
εύεξήγητον τό διατί· όταν έχουν μάθει νά σιγοϋν μπροστά στήν προδοσία τής
πίστεως, γιατί ν’ άπολογηθοϋν τώρα πρός ήμάς; Λησμονοϋν όμως ότι «ό τήν
αλήθειαν σιγών κρύπτει Χριστόν έν τάφω», όπως οί φονευταί τοϋ Κυρίου Εβραίοι.
"Οταν δέ μαζί μέ τήν σιγή τους προσθέσωμεν καί τόν διωγμόν πού ένεργοϋν
έναντίον έκείνων πού θέλουν να διαμαρτυρηθοΰν, τότε αντιλαμβάνεται ό καθένας τό
μέγεθος της εύθύνης των.
Καιρός όμως νά
παρακολουθήσωμεν στό έπόμενο κε φάλαιο τήν πανώλεθρον διά την ’Ορθοδοξίαν
δραστηριότητα τοϋ Πατριάρχου Δημητρίου, τόν όποιον «ή διεθνής μασονία πού
κυβερνά καί τήν Τουρκία, τόν ένέταξεν εις τήν «μητέρα στοάν» τής Τουρκίας, τής
οποίας φέρει καί τόν 33ον βαθμόν! Ό κ. Δημήτριος είναι έπίσης μέλος τής έν
Τουρκία έλληνοφώνου μασονικής στοάς «χουλούς» (ειλικρίνεια) ώς καί τής στοάς
«χακικάτ» (άλήθεια), μέσω των όποιων άπό άρκετοϋ χρόνου εύρίσκεται εις έπα φήν
καί μέ τήν «μητέρα» στοάν τής Έλλάδος.
(33)
Ή Πατριαρχεία του
Δημητρίου
1 . Οτι ό πατριάρχης Δημήτριος έξέκλινε τής ορθοδόξου πίστεως
καί άληθείας κακοδόξων καί λατινοφρονων δημοσία, θά ήρκει νά τό άποδείξη καί
μόνον ό ένθρονι στήριος αύτοΰ λόγος. Εις αυτόν, άνευ συστολής τίνος ή διπλόης,
καίτοι οί πάντες έγνώριζον τό φθοροποιόν καί κακόδοξον έργον τοϋ μασώνου καί
οικουμενιστοϋ πρόκατόχου του Άθηναγόρου, έν τούτοις έδήλωσεν άνερυθριάστως πρός
άπαντα τόν κόσμον τά κάτωθι: «Καί διαδηλοϋμεν τήν πρόθεσιν ήμων, όπως έν
πιστότητι πρός τήν μέχρι τούδε γραμμήν τοϋ Οικουμενικού Πατριαρχείου,
άκολουθήσωμεν τήν άγίαν καί μεγάλην γραμμήν τοϋ μεγάλου προκατόχου ήμών, τοϋ
άοιδίμου πατριάρχου Άθηναγόρου τοϋ A » Καί μετ’ ολίγον, ευκαιρίας δοθείσης: «Τό
έργον τό όποιον μετά τόσης ειλικρίνειας καί ζήλου ήρχισεν ό μακαρίας μνήμης
μεγάλος προκάτοχος ημών Πατριάρχης Άθηναγόρας θά συνεχισθή μετά τής ιδίας
συνέπειας καί καθ’ όλον τό διάστημα που ό Θεός θά έπιτρέψη νά ευρισκώμεθα εις
τήν διακονίαν ταυτην»! (Έπίσκεψις, No 90, σ. 14). Υπάρχει δμως καί ή άξιοθρή- νητος
συνέχεια.
2. Δι ειδικού Διαγγέλματος επί τή 25ετία τοϋ Π.Σ. Εκκλησιών ό
κ. Δημήτριος επαινεί τούς διευθύνοντας τοΰτο, εύχόμενος «μακράν καί εύλογημένην
έφ’ έξης πορείαν»! Έν συνεχεία εκφράζει τήν βαθεΐαν ίκανοποίησίν του, ώς καί
τής περί αυτόν Συνόδου, διά τάς ένεργείας των προκατόχων των. Έκ των ανωτέρω
ένεργειων ίδιαιτέρως τονίζεται «Ή εγκύκλιος πρός τάς απανταχού Εκκλησίας τού
Χριστού» τού 1920. Κατ’ αυτήν, ώς γνωστόν, «επιβάλλεται ϊνα άναζωπυρωθή καί
ένισχυθή πρό παντός ή άγάπη μεταξύ των Εκκλησιών, μή λογιζομένας άλλήλας ώς
ξένας καί άλλοτρίας, άλλ’ ώς συγγενείς καί οικείας έν Χριστώ καί συγκληρονόμους
καί σύσσωμους τής επαγγελίας τοϋ Θεού έν τω Χριστώ»! (Έπίσκεψις, No 90, σ. 14).
Έρωτωμεν τούς ύπερασπιστάς Δημητρίου: Έάν πας ό αποδεχόμενος καί μόνον τήν
ανωτέρω έγκύκλιον, καθίσταται αυτόχρημα αιρετικός, ό καί έπαινών αύτήν, καί
μάλιστα έκ τοϋ βήματος τοϋ Οικ. Θρόνου, πως δέον νά χαρακτηρισθή;
3. Μνημονεύει τοϋ πάπα έν τοϊς διπτύχοις, έξακολουθών τό
άνόσιον έργον τοϋ προκατόχου του. (Όρθ. Τύπος, 1.12/69, άρθρον τοϋ Μητροπολίτου
Φιλαρέτου τής Ρ. Διασποράς).
4. Άνεγνώρισε τόν παπισμόν ώς Εκκλησίαν, όργανον δηλ. σωτηρίας
των ανθρώπων, ώς τυγχάνει καί ή Όρθόδοξος Εκκλησία. (Έπίσκεψις, No 90, σ. 18)
5. Διό καί δέχεται τόν πάπαν ώς «σεβάσμιον άδελφόν» καί «πρώτον
έν τη καθόλου Εκκλησία του Χρίστου» έφ’ όσον τυγχάνει κατά τούς Ιδιους του
λόγους: «όμότροπος καί όμόζηλος των πρωτοκορυφαίων Πέτρου καί Παύλου»!
(Έπίσκεψις, 15.12/77, σ. 3 καί 4 καί No 139, 159, 161, 214 ένθα τονίζονται αί
αύταί κακόδοξοι θέσεις).
6. Συνεχάρη έγκαρδίως τόν οικουμενιστήν Μητροπολίτην Θυατείρων
Άθηναγόραν, διά την συγγραφήν τοΰ έργου του «Όμολογία Θυατείρων», εις τήν
όποιαν περι- έχονται μεταξύ των άλλων καί αί κάτωθι βλασφημίαι: «Οί χριστιανοί
πιστεύουν ότι άληθινή χειροτονία καί Ίερωσύνη έχουν καί μεταδίδουν, οί
’Ορθόδοξοι έπίσκοποι, οί Κοπτοαρμένιοι καί Αίθίοπες έπίσκοποι, οί ’Αγγλικανοί
έπίσκοποι... Δι’ αύτό καί τά μυστήρια των ’Αγγλικανών είναι μυστήρια τής Μιας,
'Αγίας, Καθολικής καί Άπο- στολικής ’Εκκλησίας, ώς είναι καί τά μυστήρια τών
Ρωμαιοκαθολικών»!! Καί ίνα παραλείψωμεν άλλας κακοδοξίας του, άναφέρομεν τό
μασονικόν σύνθημά του: «Δι’ αύτό ή ιδέα ότι ή Μασονία είναι θρησκεία είναι
λανθασμένη»! Παρομοίαν πως στάσιν απέναντι τής Μασονίας έτήρησε καί ό έπαινέτης
του κ. Δημήτριος, άποφυγών νά καταδικάση τήν Μασονίαν καί νά άποσείση τήν κατ’
αύτοϋ δημοσίαν κατηγορίαν έπί μασονισμώ. (Μητρ. Θυατείρων, Άθηναγόρου
Κοκκινάκη, «Ή Όμολογία Θυατείρων», Λονδΐνον 1975, σ. 203, 273, 283).
7. Παρουσία του, έπί τή έπισκέψει τοΰ πάπα εις τό Πατριαρχεΐον,
έψάλη έν τώ πατριαρχικώ ναώ ή φήμη τοΰ αιρετικού ποντίφηκος. Έν συνεχεία
έτελέσθη ένωτική Λειτουργία, χοροστατοϋντος τού Δημητρίου καί παρισταμένου τού
πάπα καί τών σύν αύτώ. Κατ’ αύτήν ό πάπας άπήγγειλε τό Πάτερ ήμών, καί εν τώ
«άγαπήσωμεν άλλήλους» οί δύο προκαθήμενοι άλληλοησπάσθησαν! (Έπίσκεψις,
1.12/79, σ. 4, 12, 18).
8. Τό 1982 ύπεδέχθη τόν άρχηγόν των Αγγλικανών, ένώ ή χορωδία
τοϋ Πατριαρχείου έψαλλε την φήμην του αιρετικού προτεστάντου! (Έπίσκεψις
1.9.1982, σ. 2)
9. Δέχεται ότι «όλοι οί χριστιανοί οί πιστεύοντες εις τόν
Ίησούν Χριστόν ώς Υιόν τού Θεού καί σωτήρα τού κόσμου εΐμεθα έν σώμα...»· «κατ’
απόλυτον οικονομίαν» ένας ’Ορθόδοξος μπορεί «νά μεταλάβη» σε Ρωμαιοκαθολική
Εκκλησία»· «Έκατέρα των Εκκλησιών ήμών (’Ορθοδόξου καί Παπικής) έχει παραλάβει
καί τελεί τά αυτά ιερά μυστήρια»· «δεν υπάρχει μεταξύ μας (’Ορθοδόξων καί
Παπικών) διαφορά εις τό θέμα τής άποστολικής διαδοχής. Άναγνωρίζομεν τόν Πάπαν
ώς διάδοχον τών ’Αποστόλων, όπως ήμεϊς είμεθα διάδοχος τών ’Αποστόλων».(34)
10. Τή ευλογία του συμπροσηυχήθη έν Άσσίζη
(1986) ώς εκπρόσωπός του ό Θυατείρων Μεθόδιος, μετά πάντων τών αιρετικών
αντιπροσώπων όλων τών χριστιανικών όμολογιών καί θρησκειών, μέχρι καί αυτών τών
μάγων καί πυρολατρών τής Άμερικής!(35)
11. Δέχεται τίς άντορθόδοξες δηλώσεις τού
Αυστραλίας κ. Στυλιανού, ότι «εις τάς ρωμαιοκαθολικάς ακολουθίας είναι παρών ό
ίδιος Κύριος ’Ιησούς» καί ότι «τό πανσθενουργόν Πνεύμα είναι τό τελειούν όλας
τάς ιερουργίας καί τά μυστήρια έν τή Εκκλησία άμφοτέρων, ’Ορθοδόξων καί
Παπικών».(36)
12. Δέχεται όσα ασεβή διεκήρυξε καί μάλιστα
στον έσπερινό της ’Ορθοδοξίας τοΰ 1988, καί ένώπιον διαφόρων αιρετικών, πολλών
επισήμων, άλλα καί έπισκόπων τοΰ Πατριαρχείου Κων/λεως ό μητροπολίτης Περγάμου
κ. Ιωάννης Ζηζιούλας, περί «ναρκισσευομένης ’Ορθοδοξίας» καί περί «διευρύνσεως
τής ’Ορθοδόξου ’Εκκλησίας πέρα των ορίων της»!(37)
13. Έπήνεσε δημοσία τήν ούνιτική έβδομαδιαία
έφη- μερίδα Καθολική γιά τά 60 χρόνια αγρίου προσηλυτισμού ύπ’ αυτής των
’Ορθοδόξων, πράγμα που έπραξε καί ό άρχιεπίσκοπος ’Αθηνών Σεραφείμ!(38)
14. Συνελειτούργησε εις Ρώμην τόν Δεκέμβριον
τοΰ 1987 μετά τοϋ πάπα Παύλου Β' άποδείξας πλέον φανερώς καί μετά παρρησίας ότι
θεωρεί τόν παπισμόν ’Εκκλησίαν, έν άντιθέσει πρός τούς άγιους Πατέρας πού τόν
θεωρούν άντιεκκλησίαν.(39)
15. Κατά τήν πρόσφατον έπίσκεψίν του εις
’Αμερικήν (Ίουλ. ’89) «συμπροσηυχήθη» «μέ... γυναίκας ίέρειας(!Η) Τζόαν Κάμπελ
καί Πατρίτσια Μάκ Κλέργκ μέ πάνκς, καί προτεστάντες είς Η.Π.Α.» (Μεσημβρινή, 16
’Ιουλίου 1990).
Τό δέ τραγικόν είναι ότι
μετά τήν διακωμώδησιν αύτήν τής πίστεώς μας έπήγε καί εις Αγιον "Ορος διά
νά «εύλογήση» τούς πατέρας, οί όποιοι, δυστυχώς, των προσεκύνησαν χωρίς καμμίαν
διαμαρτυρίαν, (!) πλήν, έννοεΐται, των ζηλωτών πατέρων τής Ί. Μονής Έσφιγμένου
καί τών διαφόρων κελλίων τοΰ "Ορους.
Αί άνωτέρω ένέργειαι τοΰ
Πατριάρχου, ένώ τόν καθιστοΰν καθαιρετέον καί άφωριστέον, δεσμοΰν συγχρόνως έν
ποικίλη ευθύνη, έπιτιμίω καί άκοινωνησία καί τούς άπανταχού συμμάχους,
έπαινέτας καί κοινωνούς του, ώς καί τούς έν σιγή θεατάς της πρός Ρώμην τε καί
Γενεύην πορείας του, έξ ών ή Έλλαδική Ιεραρχία κατέχει έπίζηλον θέσιν...
Πατριαρχεία Βαρθολομαίου
Αλλά μήπως ό πατριάρχης
Βαρθολομαίος (Όκτ. 1991) ύπήρξε καλύτερος τοΰ Δημητρίου; "Οχι μόνον
ήκολούθησε καί έπεσφράγισεν ό,τι έκεϊνος αντικανονικόν καί παράνομον διέπραξεν,
όπως είναι καί ή άναγνώρισις των αιρετικών Μονοφυσιτών (Σαμπεζύ 1990), άλλά τό
1993 με την εύλογίαν του ύπεγράφη εις τόν Λίβανον ή ένωσις των ’Ορθοδόξων μετά
των αιρετικών Ουνιτών καί παπικών, ώστε νά θεωρούνται τοΰ λοιπού «άδελφές
Εκκλησίες»!! Καί εις άπόδειξιν τούτου τό 1995, συλλειτουργεί στό Βατικανόν με
τόν πάπαν Βοϊτύλαν, ύπογράψας έν συνεχεία
κοινήν δήλωσιν ότι «έχουν άμφότεραι αί έκκλησίαι των, ίερωσύνην,
μυστήρια καί είναι άδελφαί έκκλησίαι»!!!
Ετσι ένω ή ’Εκκλησία
έντέλλεται διά της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου νά λέγουν οι Χριστιανοί «όλοις τοΐς
αίρετικοΐς άνάθεμα», ό κ. Βαρθολομαίος πράττει ακριβώς τό άντίθετον,
άναγνωρίζων αύτούς ώς μέλη τίμια τής ’Εκκλησίας τού Χριστού!
Τέλος στήν θρονική έορτή
τού Φαναριού (30.11.98), προσφωνών τήν παπικήν αντιπροσωπείαν, έτόνισε τήν
άνάγκην πλήρους ένώσεως μετά τής Ρώμης. Άναζητών έν συνεχεία τούς υπαιτίους τού
σχίσματος θεωρεί συνυπευθύνους γι’ αυτό παπικούς καί ορθοδόξους, τονίζοντας ότι
«ή μετάνοια ημών διά τό παρελθόν είναι άπαραίτητος» προσέθεσε δέ καί κάτι πού
ούδέποτε έτόλμησαν νά προφέρουν όρθόδοξα χείλη καί μάλιστα άρχιερατικά: «Οί κληροδοτήσαντες
είς ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών, υπήρξαν άτυχη θύματα τοΰ άρχεκάκου
δφεως καί εύρίσκονται ήδη εις χείρας τοΰ δικαιοκρίτου Θεοΰ»!!! (Έκκλ. ’Αλήθεια,
16.12/98)
Συνεπώς κατ’ αυτόν δλοι
οί άγιοι Πατέρες άπό την έποχήν τοΰ τελικού σχίσματος (1054) μέχρι σήμερα, οί
άγωνισθέντες διά την παραμονήν τής ’Ορθοδοξίας είς τήν αλήθειαν καί άρνηθέντες
τήν υποταγήν της είς τήν παπικήν αϊρεσιν υπήρξαν θύματα τού Διαβόλου! Ποιος
ορθόδοξος θ’ άνεχθη νά βλασφημοϋνται κατ’ αύτόν τόν κυνικόν τρόπον οί άγιοι Πατέρες
του; Πώς είναι δυνατόν νά παραμένη στόν οικουμενικόν Θρόνον ένας τέτοιος
ιεράρχης καί νά τιμάται μάλιστα ιδιαζόντως ύπό τού άρχιεπισκόπου ’Αθηνών κ.
Χριστοδούλου; Νά μνημονεύεται δέ άπό όλόκληρον τήν Έλλαδικήν ιεραρχίαν καί τό
"Αγιον Ορος ώς «όρθοτομών τόν λόγον τής αλήθειας»; Καί ύστερα
διαμαρτυρόμεθα διατί θερίζουν τήν νεολαία τά ναρκωτικά καί τό sex. "Οταν
βλέπουν τήν ύποκρισίαν καί τήν κακοδοξίαν τών ποιμένων τους, ποιος θά τολμήση
νά τούς μιλήση γιά ιδανικά καί ήθικές άξιες τής ’Ορθοδοξίας;
Συνεπώς γιά τούς
ένωτικούς Φαναριώτες καί τούς ποικίλους δορυφόρους τους δλες οί αιρέσεις
οδηγούν στόν Χριστόν! Καί αυτό διότι «οί ένωτικοί είναι συγκρητισταί. Δέν τούς
ενδιαφέρει ή συγχώνευσις, άλλά ή συνύπαρξις. " "Ολοι στό Θεό
πηγαίνουμε, ό καθένας άπό τό δικό του δρόμο.” Αύτό τό μασονικό μοτίβο είναι ή
πεμπτουσία τοϋ συγκρητισμοί)... Γιά τούς ανθρώπους πού θά ποτισθούν μέ τό
δηλητήριο τού συγκρητισμού ό Χριστός είναι ένας μεγάλος μύστης, ένας μεγάλος
φιλόσοφος... Είναι ένας δρόμος, όχι όμως Ο ΔΡΟΜΟΣ. Είναι μιά άλήθεια, όχι όμως
Η ΑΛΗΘΕΙΑ...».
«Ή ’Ορθοδοξία είναι ένας
δρόμος, δέν είναι όμως ό δρόμος. 'Υπάρχουν άλλοι δρόμοι έξ ίσου καλοί. Δέν
πρόκειται νά γίνη συγχώνευση. Ό καθένας άς κράτηση τόν δρόμο του. Φθάνει νά μην
είναι φανατικός, νά μη νομίζη πώς μόνο ή ’Ορθοδοξία ύπάρχει στόν κόσμο καί
τίποτε άλλο. Νά μη νομίζη πώς μόνο οί ’Ορθόδοξοι ’Επίσκοποι είναι ’Επίσκοποι
καί οί αιρετικοί δέν είναι τίποτε. Νά μη νομίζη πώς μόνο έν Χριστώ γνωρίζει
κανείς τόν Θεό καί ότι τόσα έκατομμύρια Εβραίοι, Μωαμεθανοί, Βουδ- δισταί κλπ.
είναι μακρυά άπό τόν Θεόν.
«Αύτή είναι ή αίρεση μέ
την οποίαν παλεύουν οί πιστοί ’Ορθόδοξοι σήμερον καί όχι γιά κάποιαν ένωσι μέ
τόν πάπα πού ακόμη φαινομενικώς δέν έγινε πλήρως. Είναι ή άρνησις τού Χριστού
καί τής ’Εκκλησίας του. Ή αΐρεσις αύτή έχει διαποτίσει άπ’ άκρου σέ άκρο τόν
έλληνικό χώρο, έγινε πιά τρόπος τού σκέπτεσθαι καί βίωμα των Ρωμιών. Καί όμως
έν γνώσει τής καταστάσεως νανουρίζουν οί δάσκαλοι αυτοί τά πνευματικά τους
παιδιά μέ τό: «"Αν ό πατριάρχης προχωρήση άκόμη, άν προβή εις "ένώσεις”,
τότε θά ίδης...».
»Άλλά «ένώσεις» τέτοιες
δέν πρόκειται ποτέ νά γίνουν καί οί άφελεΐς μαθηταί τους δέν πρόκειται ποτέ νά
ίδούν...» (Ά. Καλομοίρου, Τό σύγκριμα, σελ. 23-5, Θεσσαλονίκη 1976).
"Αλλο έπίσης σύνθημα
πού πιπιλίζουν οί νεοημερολογϊται κληρικοί πρός τούς πιστούς των, προκειμένου
νά μή φύγουν από κοντά τους, είναι τό γνωστόν: «Άνευ έπισκόπου Εκκλησία ού
καλείται». Βεβαίως δέν καλείται, όταν ό έπίσκοπος όρθοδοξή, όταν όμως κακόδοξη,
τότε ό Μ. ’Αθανάσιος προτρέπει τούς πιστούς νά φεύγουν μακράν του! « Έάν ό
έπίσκοπος ή ό πρεσβύτερος οί δντες οφθαλμοί της ’Εκκλησίας, κακώς άναστρέφωνται
καί σκανδαλίζωσι τόν λαόν, χρή αυτούς έκβάλλεσθαι. Συμφέρον γάρ άνευ αυτών
συναθροίζεσθαι είς εύκτήριον οίκον ή μετ’ αύτών έμβληθηναι, ώς μετά Άννα καί
Καϊάφα, εις την γέεννα τοϋ πυρός»! (ΒΕΠΕΣ: 33, 199). ’Επειδή όμως τό θέμα είναι
σοβαρόν παραθέτομεν ένα σχετικόν σχόλιον ορθοδόξου περιοδικού, πού βάζει πολύ
ώραϊα τά πράγματα στη θέσι τους.
«Γιατί όμως αισθάνονται
οί Χριστιανοί τόσο πολύ έντονα τήν άνάγκη νά καταφύγουν οπωσδήποτε σέ μιά
διοικητικά όργανωμένη ’Εκκλησία; Αυτό γίνεται γιατί ή 'Ιστορία έχει μεγάλη
δύναμη στήν ψυχή μας. ’Επειδή τήν ’Εκκλησία μέσα στούς αιώνες τήν γνωρίσαμε
όργανωμένη σέ Πατριαρχεία καί σέ Συνόδους, τήν ταυτίσαμε μέ τήν όργάνωσή της αυτήν,
ξεχνώντας ότι, κατά τήν διάρκειαν τών αιρέσεων, ή οργάνωση αυτή χανόταν γιά
τούς ’Ορθοδόξους καί γινόταν τό όπλο τής κακοδοξίας έναντίον τους. "Ομως,
στούς αποκαλυπτικούς καιρούς πού ζοϋμε, έχουμε άφήσει πιά πίσω τήν 'Ιστορία καί
μπήκαμε στήν ’Εσχατολογία. Ή πνευματική μας επιβίωση έξαρτάται άπό τήν
συνειδητοποίηση αυτού τού γεγονότος. Έπεσαν πιά όλα τά Ιστορικά μας
άντερείσματα. Ή άποστασία άλλαξε τούς ποιμένας σέ λύκους καί ή όργανωμένη
’Εκκλησία πού ξέραμε είναι πιά σήμερα άγέλη λύκων καί θάνατος προβάτων. Ό
διάβολος είναι πιά λυμένος. Γιά νά έπιβιώσουμε πρέπει νά δούμε τήν Έκκλησία στη
μυστική καί μυστηριακή της ουσία, γυμνωμένη από τη διοικητική της όργάνωση πού
γνωρίσαμε στήν 'Ιστορία. Στήν αρένα οί μάρτυρες γυμνοί αντιμετώπιζαν τά θηρία.
Γυμνή καί ή στρατευομένη Εκκλησία των έσχάτων καιρών θά παλέψει μαζί τους,
χωρίς Συνόδους, χωρίς Πατριαρχεία, χωρίς σύνδεσμο των κατά τόπους μικρών
Εκκλησιών άλλον άπό τόν Χριστόν καί τήν κοινωνία τους μέ τή θριαμβεύουσα
’Εκκλησία.
»Τό συνηθισμένο λοιπόν
έρώτημα: «Καλά νά φύγουμε άπό τόν Οικουμενισμό, αλλά σέ ποιά Εκκλησία νά πάμε;»
δέν έχει τή θέση του σήμερα. Γιατί δέν πρόκειται νά πάμε πουθενά άλλά νά
μείνουμε στήν Εκκλησία τού Χριστού, στήν ’Εκκλησία τών Πατέρων· ν’ άρνηθούμε
τίς παραποιήσεις καί νά μείνουμε στήν άλήθεια πού άπό άπαλών όνύχων γνωρίσαμε,
άλλά δυσκολευόμαστε πιά ν’ άναγνωρίσουμε σ’ αύτό πού μας λέγουν ότι είναι δήθεν
’Εκκλησία. Αύτή τήν άρνηση τού ψεύδους καί τών παραποιήσεων θά τήν
πραγματοποιήσουμε έκεϊ πού βρισκόμαστε, διακόπτοντας άπλά κάθε κοινωνία μαζί
της. Καί τότε, όταν θά έχουμε κάνει τό πρώτο βήμα πού περιμένει άπό μας ό Θεός,
θά έλθει ό ίδιος σέ συνάντησή μας, καί θ’ ανοίξει τά μάτια μας, πού μέχρι τότε
όνομα είχαν ότι βλέπουν, άλλά ήταν άνίκανα νά δούν τόν άληθινό Χριστό. Καί όταν
τόν δούμε θά τρέξουμε στόν πιό άκριβό μας φίλο, όπως έτρεξε ό Φίλιππος στόν
Ναθαναήλ καί θά τόν καλέσουμε νά ’ρθή νά δει κι αύτός, όσο κι άν άμφιβάλλει γιά
τό καλό πού μπορεί νά έρθει άπό τή Ναζαρέτ. Έτσι σχηματίζεται τό «μικρό
ποίμνιο», ή μικρή τοπική έκκλησία. Οί άληθινοί ’Ισραηλίτες βρίσκουν ό ένας τόν
άλλον καί έρχονται μαζί στόν Χριστό, λαϊκοί καί ιερείς καί ’Επίσκοποι.
«Αύτή ή δραματική αλλά
ευλογημένη διαδικασία είναι ήδη από δεκαετίες γνωστή στή Ρωσία. Ή λεγομένη
«Εκκλησία των Κατακομβών» δέν έχει καμιά έξωτερική ομοιότητα μέ τίς όργανωμένες
Εκκλησίες που ξέρουμε, καί μόνον μέ τίς Εκκλησίες τής έποχής των μεγάλων
διωγμών ομοιάζει. Ή κατάσταση πού έπικρατεϊ τώρα στή Ρωσία σιγά-σιγά θά
γενικευθεϊ παντού. ’Ορθόδοξοι Επίσκοποι έλάχιστοι, διάσπαρτοι στόν κόσμο,
κρυμμένοι καί άγνωστοι στους πολλούς. Ιερείς μετρημένοι θά έκτελούν άποστολικές
περιοδείες άπό πόλη σέ πόλη, άπό ένορία σέ ένορία, άπό χώρα σέ χώρα,
άνακουφίζοντας τίς πνευματικές άνάγκες τών πιστών καί ένώνοντάς τους όλους,
γνωστούς καί άγνώστους μεταξύ τους, μέ τούς άφθαρτους δεσμούς τού άναστημένου
Σώματος καί Αίματος τού Χριστού...
Καί ή έποχή τού
’Αντίχριστου θά προχωρεί πρός τήν άποκορύφωση της. Τό ποίμνιο τού Χριστού όλο
καί θά μικραίνει. "Ομως όσο πιό δυνατός ό πόνος τών ήμερών πού έρχονται,
τόσο κοντύτερά μας θά είναι ό Κύριος, φθάνει νά μείνουμε πιστοί μέχρι τό τέλος.
Τό πλοίο πού μας έφερε μέχρι έδώ, ή συνοδική, διοικητική, όργανωμέ- νη μορφή
τής ’Εκκλησίας έξώκειλε στά ρηχά τής άπο- στασίας καί διαλύεται άπό τή βία τών
κυμάτων...». (Περιοδικόν «οι Ρίζες», Δεκ. 1982, σ. 3-4).
Διά τήν κηρυττομένη,
λοιπόν, καί μόνον αϊρεσιν τού Συγκρητισμού τό Φανάριον είναι άξιον πάσης
άκοινωνησίας. Τό ότι κοινωνεϊ συγχρόνως καί τοϊς αίρετικοΐς λατίνοις τούτο
είναι άλλο κεφάλαιον, τό όποιον έπαυ- ξάνει καί δέν έλαττώνει τήν άνωτέρω
ύποχρέωσιν τών πιστών.
Πάντα ταύτα ήνάγκασαν καί
μή «ζηλωτικά» δημοσιογραφικά φύλλα των ’Αθηνών νά έπιτεθοΰν δριμέως κατά τοΰ
πατριάρχου καί της Συνόδου του, γράφοντες μεταξύ άλλων καί τά έξης:
«Κλαύσατε καί
αναγγείλατε: Πέπτωκε Δημήτριος καί οί σύν αύτω· καί διαθέσει καί φρονήματι καί
λόγω καί πράξει. Ήθέτησε ό δυστυχής, καί θεοπαράδοτα δόγματα καί θείους νόμους
καί αγίους Πατέρας καί Ίεράν Παρά- δοσιν καί ’Ορθόδοξον Εκκλησίαν καί γενικώς
την πίστιν της ’Ορθοδοξίας. Ό κοινωνών Δημητρίω αίρέσει κοινωνεΐ. Ό μνημονεύων
Δημήτριον συναπάγεται μετά τούτου τή αιρετική άπωλεία... Ό πατριάρχης, λοιπόν,
Δημήτριος καί οί σύν αύτω κατά τούς Ί. Κανόνας είναι καί άφωρισμένοι καί
καθηρημένοι... Οί μή κοινωνοϋντες Δημητρίω καί τοϊς σύν αύτω είναι «τιμής καί
άποδοχής άξιοι, ώς οί ’Ορθόδοξοι», παραγγέλουσιν οί άγιοι διά τοΰ άγιου
Σωφρονίου Ιεροσολύμων (Ε.Π. 87, 3369-3372) καί τοΰ ΙΕ' Κανόνος τής
Πρωτοδευτέρας Συνόδου». (Καλή 'Ομολογία, 1.1/80).
Μετά τά άνωτέρω
άντιλαμβάνεται κανείς πόσο ματαιοπονούν όσοι προσπαθούν, κληρικοί ή λαϊκοί, νά
δικαιολογήσουν τήν άντικανονικότητα τής ημερολογιακής καινοτομίας. Μεταξύ αύτών
καί ό ’Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος, ό όποιος σέ σχετική μελέτη του άπό τό
1982 προσπαθεί νά άμνηστεύση τάς ένεργείας τού συναδέλφου του Χρυσ. Παπαδοπούλου
καί νά καταδικάση συγχρόνως τήν άντίδρασιν τού πιστού λαού!
’Εσχάτως τόν έμιμήθη καί
ό κ. Δ. Κόκορης, τονίζων σέ σχετική μελέτη του, ότι ήτο επιβεβλημένη ή άλλαγή
τού ήμερολογίου, άδιαφορών άν μέχρι σήμερα τό 80% τού όρθοδόξου πληρώματος τής
γης άκολουθεΐ τό παλαιόν έορτολόγιον! Έρωτώμεν: ’Αφού ήτο λοιπόν έπιβεβλημένη
καί όρθή ή αλλαγή, τότε διατί έώρτασαν τό 1999 όλοι οί «όρθόδοξοι» Προκαθήμενοι
ατά 'Ιεροσόλυμα μέ τό παλαιόν τά Χριστούγεννα; Δυστυχώς τό πείσμα τής
καινοτομίας έχει πάντοτε ώς κατάληξιν τήν κακοδοξίαν, πού τόσο φανερά
άκολουθούν σήμερα οί καινοτόμοι...
Τά ψεύδη των
νεοημερολογιτων
Τό δυστύχημα είναι, ότι
ένώ οί νεοημερολογιτες κληρικοί καί λοιποί θεολόγοι βλέπουν τήν προδοσία τής
Πίστεως πού συντελεϊται πλέον άπροκαλύπτως, όχι μόνο δέν διαμαρτύρονται καί δέν
διαχωρίζουν ευθύνες, άλλά γιά νά συγκρατήσουν τόν εύσεβή Λαό τού Θεού πού
σκανδαλίζεται από τίς παρασπονδίες των ποιμένων του, ψεύδονται καί άλλου.
Διαδίδουν δηλαδή, ψευδόμενοι έν γνώσει τους, ότι των «Παλαιοημερολογιτών» τά μυστήρια
δέν άναγνωρίζονται άπό τήν Πολιτεία.
Δυστυχώς όμως γι’ αύτούς
καί μέ αύτό τό ένσυνείδητο ψεύδος τους δείχνουν πόσο ή καινοτομία τού
ήμερολογίου καί ή αϊρεσις τού «Οικουμενισμού» τούς έχουν άπομακρύνει άπό τήν
άλήθεια καί τήν άγάπη τού Χριστού, διότι οί Κληρικοί τών Παλαιοημερολογιτών:
α) Αναγνωρίζονται άπό τό
κράτος ώς ’Ορθόδοξοι Κληρικοί. (40)
β) Τελούν άνεμπόδιστα
όλες τίς ’Ορθόδοξες 'Ιεροπραξίες σέ ιδιαιτέρους Ναούς, οί όποιοι λειτουργούν ή
άνεγείρονται μέ κανονική άδεια. (41)
γ) Τά τελούμενα άπό
αυτούς Ιερά Μυστήρια (Βαπτίσεις, Γάμοι) άναγνωρίζονται υπό τής Ελληνικής
Δικαιοσύνης.
δ) Καί καταχωρούνται στά
Ληξιαρχικά Βιβλία τοϋ Κράτους.
ε) Όλα αύτά τά
έπιβεβαιώνει ή δήλωσις τού Υπουργείου Παιδείας καί Θρησκευμάτων, πού αποτελεί
μέρος τού νέου Ελληνικού Συντάγματος (1975): «Οί ούτως αύτοαποκαλούμενοι
Γνήσιοι ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί Παλαιόημερολογιται δύνανται νά τελούν άκωλύτως τά
λατρευτικά των καθήκοντα» (Μητρ. Κυπριανού, μν. έργ., σ. 33).91/1.6.1982.
Επίσης Εγκυκλίους 'Υπουργείου Δικαιοσύνης ύπ. άριθμ. 132010/17.12.1966,
40289/14.4.1967 καί 33159:18.3.1969. Καί τό κυριώτερον τήν γνωμοδότησιν της
Όλομελείας ιών Νομικών Συμβούλων Διοικήσεως ύπ. άριθμ. 749/1986 καί υπό
ημερομηνίαν 17ης Σεπι. 1986 (γενομένην δεκτήν καί άπό άρμόδιον Υπουργόν), διά
της οποίας έκρίθη, καί μάλιστα διά συντριπτικής πλειοψηφία, ότι διά τήν
άνέγερσιν Ιερών Ναών Γνησίων ’Ορθοδόξων Χριστιανών άρκεί ή έφαρμογή τών Γενικών
Πολεοδομικών Διατάξεων καί μόνον. (Μητρ. Κυπριανού, μν. έργον, σ. 33).
ΜΗΝΥΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΑΠΟ
ΤΟΝ ΜΑΚΡΥΝΟ ΚΑΝΑΔΑ
Μετά μεγάλης χαράς καί
ίκανοποιήσεως δημοσιεύομεν κατωτέρω την συνέντευξιν πού παρεχώρησε ό κ. Δ.
Οικονομόπουλος, κάτοικος Μοντρεάλ, (=Μ) εις τόν διευθυντήν τοϋ Ελληνικού
Ραδιοφωνικού Σταθμού τού Βανκούβερ (=Β) κ. Παρίσην Σάββαν.
Ή μοναδικότης τής
συνεντεύξεως αυτής έγκειται εις τό δτι διά πρώτην φοράν μετεδόθη άπό
Ραδιοφωνικόν Σταθμόν τού Καναδά τό ορθόδοξον μήνυμα τής άποτει- χίσεως
(=άπομακρύνσεως) των πιστών άπό τούς κακοδοξούντας ποιμένας των μέ σαφήνειαν
καί παραδοσιακήν θεμελίωσιν. Τά έπιχειρήματα τής συνεντεύξεως έκφρά- ζουν
άπολύτως τό πατερικόν - άγωνιστικόν πνεύμα τής ’Ορθοδοξίας, καί έρχονται εις
μίαν κρίσιμον ώραν νά βοηθήσουν όσους διατελούν άκόμη έν κοινωνία μέ τούς
οικουμενιστάς ψευδοποιμένας των, φοβούμενοι νά τούς άποδοκιμάσουν, μήπως καί
εύρεθούν... «εκτός ’Εκκλησίας»! Δυστυχώς μερικοί έκ τών «δοκούντων όρθοδοξεΐν»
έχουν ταλαιπωρήσει καί συνεχίζουν νά ταλαιπωρούν τούς πιστούς πού έπιθυμούν
καθαράν ’Ορθοδοξίαν, χωρίς συμβιβασμούς καί άντορθόδοξες «ομολογίες», πού έχουν
ώς άποτέλεσμα τήν... παραμονήν τού ποιμνίου υπό τον κακόδοξον ποιμένα του!
Ή ευθύνη των όμογενών
’Ορθοδόξων του Καναδα όσων ήκουσαν την
συνέντευξιν γίνεται πλέον μεγαλυτέρα,
έάν τυχόν αδιαφορήσουν στό μήνυμά της. Ό "Αγιος Νικόδημος ό 'Αγιορείτης
έγραψε, ότι όταν οί 'Ιεράρχαι δέν όρθοδοξούν, τότε τόν λόγον νά τόν έχουν οί
Μοναχοί. Καιρός νά προστεθή: καί όταν καί αύτοί στήν πλειονότητά των
άδιαφορήσουν, τότε τόν λόγον νά τόν έχη ό πιστός λαός τοΰ Θεοί), όπως άκριβώς
έκφράζεται διά της Εγκυκλίου των Πατριάρχων τής ’Ανατολής (1848).
Εις τήν ανωτέρω Εγκύκλιον
σαφώς τονίζεται ότι «... υπερασπιστής τής Θρησκείας έστίν αυτό τό σώμα τής
Εκκλησίας, ήτοι αύτός ό λαός, όστις έθέλει τό θρήσκευμα αυτού αιωνίως
άμετάβλητον καί όμοειδές τώ των πατέρων αύτού...».
’Από τήν Ελλάδα στέλλομεν
τά θερμά μας συγχαρητήρια στά δύο εκλεκτά καί εύσεβή τέκνα της, διά τήν
μεγίστην προσφοράν των πρός τούς έν Καναδα Όρθοδό - ξους ομογενείς. Εύχόμεθα έκ
καρδίας ό λόγος των νά εύρη άπήχησιν στίς ψυχές των πιστών καί συντόμως νά
προστεθούν πολλοί έξ αύτών - είθε οί πάντες - στό ήδη από τήν δεκαετίαν τοΰ
1970 άγωνιζόμενον μέτωπον τής έν Καναδα άκαινοτομήτου ’Ορθοδοξίας.
Είθε, έπίσης, ή
συνέντευξις αυτή νά γίνη αιτία αυτοκριτικής τών έν Έλλάδι ορθοδόξων, κληρικών
καί λαϊκών, οί όποιοι έπί δεκαετίες τώρα κοινωνούν άταράχως μετά τών ’Επισκόπων
των, τών ύποστηρικτών καί δορυφόρων τής αίρέσεως τοΰ αιώνος μας.
Τό κείμενον πού ακολουθεί
αποτελεί μέρος τής συνεντεύξεως, τήν όποια έλπίζομεν νά όλοκληρώσωμεν προσεχώς.
Β.- ’Αδελφέ Δημήτριε, ή
Ιερά ύποχρέωσις εις τό νά συμβάλλω εις τό ξεσκέπασμα των δολιοφθορέων της
όρθοδόξου πίστεώς μας καί των εχθρών αυτής πού σκευω - ροϋν έναντίον της
’Ορθοδοξίας καί ή έπιθυμία μου όπως οί όρθόδοξοι "Ελληνες γνωρίσουν
βαθύτερον τήν αλήθειαν, με φέρνει γιά μιά άκόμη φορά σέ τηλεφωνική έπικοινωνία
μαζί σας, γιά νά συζητήσωμε τό πάντα έπίκαιρόν θέμα τοϋ Οικουμενισμοΰ.
Μ.- ’Αδελφέ μου Παρίση,
όπως πάντα έτσι καί τώρα είμαι πρόθυμος νά συζητήσωμεν έξετάζοντες καί τίς
άλλες πλευρές τοϋ περί Οικουμενισμοΰ θέματος χάριν τής αλήθειας, ή γνώσις τής
όποιας έλευθερώνει τόν άνθρωπον άπό πάσης πλάνης καί παγίδος.
Β.- ’Αρχίζω μέ τήν πρώτην
έρώτησιν: Τί ζητεί ό Θεός καί ή Εκκλησία νά πράξουν οί ’Ορθόδοξοι χριστιανοί,
κληρικοί καί λαϊκοί, όταν ό επίσκοπός των είναι ύποστηρικτής τής παναιρέσεως
τοΰ Οικουμενισμοΰ;
Μ.- Δεδομένου ότι ή
’Εκκλησία είναι μία, μία είναι καί ή ευθύνη πού βαρύνει όλους, όλα τά μέλη τής
’Εκκλησίας, έναντι τής κηρυττομένης κακοδοξίας. Στήν προκειμένη περίπτωσιν οί
πιστοί παρακολουθούν μέ αγωνία νά δουν πώς θά άντιδράση ό έπίσκοπός των, ή
άλλοι έπίσκοποι άλλων ορθοδόξων ’Εκκλησιών, διά νά ένερ- γήσουν άναλόγως.
Β. - Δηλαδή άν ό
έπίσκοπός των άντιδράση πατερικώς, τότε ύποχρεοΰνται νά τοϋ συμπαρασταθούν μέ
κάθε δυνατόν τρόπον, αυτό δέν θέλετε νά πήτε;
Μ.- Ναί, αυτό άκριβώς.
Β.- ”Αν όμως δέν
άντιδράση ό έπίσκοπός των, ούτε οί συνεπίσκοποί του καί άντιδράσουν έπίσκοποι
άλλων ορθοδόξων ’Εκκλησιών, ύποχρεοΰνται νά συμπαρασταθούν σ’ αυτούς;
Μ.- Πιστεύω δτι
ύποχρεοΰνται. Καί μάλιστα άν οι αντιδράσεις των ορθοδόξων έκείνων επισκόπων
κλιμακωθούν καί καταλήξουν εις διακοπήν τής έκκλησια- στικής κοινωνίας μετά των
κακοδόξων οικουμενιστών, τότε οί πιστοί, όσοι κληρικοί καί λαϊκοί παραμείνουν
πιστοί εις τήν ’Ορθοδοξίαν, ύποχρεοΰνται νά έχουν έκκλησιαστικήν κοινωνίαν
μόνον μέ όρθοδόξους έπισκόπους, είτε αύτοί είναι Έλληνες, είτε Ρώσοι, είτε
Σέρβοι κ.λπ., αρκεί νά είναι ορθόδοξοι καί όχι οικουμενισταί. Οί πατέρες τής
έκκλησίας τονίζουν ότι έχθροί τού Θεού είναι όχι μόνον οί διάφοροι αιρετικοί,
άλλά καί οί έχοντες εκκλησιαστικήν κοινωνίαν μετ’ αύτών.
Β.- Υποστηρίζουν μερικοί,
ότι οί πιστοί πρέπει νά περιμένουν πρώτα τήν Συνοδικήν καταδίκην τού επισκόπου
έκείνου πού κηρύττει αιρεσιν καί κατόπιν νά άποσχισθοϋν απ’ αύτόν. Διότι, άν
άποσχισθοΰν πρό συνοδικής διαγνώμης δημιουργούν τάχα σχίσμα εν τή Εκκλησία.
’Εσείς πώς τό σχολιάζετε αύτό;
Μ. - Οί λέγοντες αύτά
έρχονται εις άντίθεσιν μέ τούς άγιους πατέρας. Οί πατέρες τής Έκκλησίας στήν
εποχή τους, σέ παρόμοιες περιπτώσεις, δέν ήθελαν καμμίαν έκ- κλησιαστικήν
κοινωνίαν μέ τούς αιρετικούς. Ή άπόσχισις άπαγορεύεται, όταν ό έπίσκοπος σφάλλη
ώς άτομον, στήν ιδιωτική του ζωή. "Οταν όμως σφάλλη περί τήν πίστιν, ή
άποτείχισιςσυνιστάται έκ μέρους των πατέρων τής Έκκλησίας, τών Ί. Κανόνων καί
τής 'Αγίας Γραφής.
Πρό συνοδικής άποφάσεως
Β.- Παρακαλώ νά μας
αναφέρετε ονόματα αγίων πατέρων πού άπεσχίσθησαν αμέσως από τού αιρετικού
έπισκόπου, προτού νά καταδικασθη ό αιρετικός επίσκοπος υπό της Συνόδου.
Μ.- Σάς άναφέρω τόν
άγιώτατον πατριάρχην ’Αλεξάνδρειάς Κύριλλον, ό όποιος προέτρεπε τούς πιστούς
της Κων/λεως, κληρικούς καί λαϊκούς, νά άπέχουν της κοινωνίας τού αιρετικά
κηρύσσοντος Νεστορίου, αν καί δέν είχε συνέλθη άκόμη σύνοδος πρός καταδίκην
του. Καί σημειώσατε, ότι όταν ό θείος Κύριλλος προέτρεπε μέ τά λόγια αύτά τούς
πιστούς της Κων/λεως, αύτοί είχαν προηγουμένως διακόψει κοινωνίαν μέ τόν
κακόδοξον ποιμενάρχη των, τόν Νεστόριον. Επίσης ό άγιος Ύπάτιος, πού μόλις
έπληροφορήθη την κακοδοξίαν τού Νεστορίου, διέκοψε τό μνημόσυνό του, πρίν καν
συνέλθη Σύνοδος πρός καταδίκην τού αιρετικού Νεστορίου. νΑλλο παράδειγμα: Ό
άγιος Μάξιμος ό ομολογητής διέκοψε πάσαν έκκλησιαστικήν κοινωνίαν πρό συνοδικής
διαγνώμης, μεθ’ όλων σχεδόν των θρόνων ’Ανατολής καί Δύσεως, ένεκα της αίρέσεως
τού Μονοθελητισμού, ώστε νά θεωρηται υπό των άντιπάλων του ώς ευρισκόμενος τάχα
εκτός ’Εκκλησίας. Τού έλεγαν: Ποιάς Εκκλησίας είσαι; Τού Βυζαντίου, τής Ρώμης,
τής ’Αντιόχειας, τής ’Αλεξάνδρειάς; ποιας; όλαι αύταί έχουν ένωθή. Έάν λοιπόν
είσαι μέλος τής Εκκλησίας ένώσου καί σύ. Καί τότε ό άγιος άπήντησεν: «μέλη τής
’Εκκλησίας είναι όσοι έχουν την ομολογίαν τής ’Ορθοδόξου πίστεως· χάριν αύτής
είμαι έτοιμος καί νά άποθάνω». Καί τέλος, οί πρό τής έβδομης Οϊκ. Συνόδου
άθλήσαντες είκονόφιλοι, κληρικοί καί λαϊκοί, διετέλεσαν έν άκοινωνησία πρός
τους είκονομάχους επί ολοκλήρους δεκαετίας γιά την καλή όμολογία τής πίστεως.
Β.- Μέ αύτά πού μου
είπατε, κ. Οικονομόπουλε, μοΰ ύπενθυμίσατε τόν άγ. Θεόδωρον τόν Στουδίτην, πού
έγραψε ότι: «μολυσμόν έχει ή κοινωνία εκ μόνου τοΰ μνημονεύειν τόν εικονομάχον
έπίσκοπον, έστω καί άν ό μνημονεύων είναι ’Ορθόδοξος».
Μ.- Πολύ σωστά. Ας μή
ματαιοπονούν λοιπόν, όλοι εκείνοι πού κακώς προσπαθούν νά δικαιολογήσουν τά
άδικαιολόγητα.
Β. - Κύριε ΟΙκονομόπουλε,
σχετικώς μέ όλα αύτά θεω - ρώ άναγκαΐον νά έξετασθή ό τρόπος μέ τόν όποιον ή
Εκκλησία αντιμετώπιζε τίς έκάστοτε έμφανιζόμενες αίρέσεις, πρίν δημιουργηθούν
οί σχετικοί ιεροί Κανόνες.
Μ.- Πρίν δημιουργηθούν οί
Κανόνες, τίς αιρέσεις ή Εκκλησία τάς άντιμετώπιζεν βάσει τής άγ. Γραφής, ή
όποια λέγει: «Αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν καί δευτέραν νουθεσίαν παραιτού»
(Τιτ. 3, 10). Καί πάλιν: «Άλλ’ άν ήμεϊς ή άγγελος έξ ουρανού εύαγγελίζεται ύμϊν
παρ’ ό εύαγγελισάμεθα ύμϊν, άνάθεμα έστω». (Γαλ. 1, 8). Επίσης γράφει: «Κρατεϊν
τάς παραδόσεις άς έδιδάχθημεν, είτε διά λόγου, είτε δι’ έπιστολής τών
αποστόλων, καί μένειν έν οίς έμάθομεν καί έπιστώθημεν. Καί μή πλα- νάσθαι υπό
τών άντικειμένων, άλλά γρηγορεϊν, στήκειν έν τή πίστει, έδραίους γίγνεσθαι,
άμετακινήτους». Καί ό άγιος ’Ιγνάτιος λέγει: «Φεύγετε τάς αίρέσεις, διότι είναι
τού διαβόλου εφευρέσεις». Καί ό άγ. Έπιφάνιος: «Άποστρεφεσθε πάσας τάς αιρέσεις
σάν θηρία έχοντα θανατηφόρον δηλητήριον».
Β. - Δηλαδή αιρετικοί
είναι όχι μόνον οι άρνούμενοι τά θεία δόγματα, άλλα καί οί άρνούμενοι τόν
Ευαγγελικόν νόμον, οί άρνούμενοι τά Γραφικά εδάφια πού μάς άναφέρατε.
Μ.- Μάλιστα. Καί ό άγ.
Χρυστόστομος λέγει: «Υπάρχει καί καλό σχίσμα, υπάρχει καί κακή όμόνοια, άλλά
καί καλή διαφωνία». Λοιπόν όσοι συμφωνούν άπολύτως μέ την άγ. Γραφήν, μέ τούς
Ιερούς Κανόνας καί γενικά μέ τήν
Παράδοσιν τής Εκκλησίας τού Χριστού, άντιλαμβάνοναι ότι ή συνέχισις
εκκλησιαστικής κοινωνίας μέ τούς οικουμενιστάς έπισκόπους καθιστά τόν οίονδήποτε
μετά τής μερίδος τού αιρετικού. Άντιθέτως, οί μή κοινωνούντες μέ τούς
κακοδόξους οικουμενιστάς, δημιουργούν τήν ύγιά άντίδρασιν τής Εκκλησίας.
’Αποτελούν μέ άλλα λόγια τό ύγιές μέρος αύτής. Αύτό διδάσκει ή ιστορία τής
’Ορθοδόξου Εκκλησίας, αυτά παρελάβομεν υπό των άγ. Πατέρων. Ενώπιον αύτής τής
διδασκαλίας έπρεπε ό κάθε άντιφρονών νά ταπεινώση τόν έαυτόν του καί νά μή
σοφίζεται περιττά καί άδικα άκολουθων δική του πολιτικήν, διά τής όποιας
βλάπτει καί τόν έαυτόν του καί όσους καλή τή πίστει συμφωνούν μαζί του. Ό Θεός
καί ή Εκκλησία του επιθυμούν τήν άπομάκρυνσιν των πιστών έκ των αίρετιζόντων
οικουμενιστών καί τήν μέχρι θανάτου όμολογίαν τής ορθοδόξου πίστεως.
Β. - Συνεπώς σήμερον πού
ή αΐρεσις κηρύσσεται ύπό των οικουμενιστών έπί τή βάσει προδοτικού σχεδίου καί
αί αίρετικαί παρασυναγωγαί χαρακτηρίζονται ώς «ά- δελφαί έκκλησίαι» πώς είναι
δυνατόν τά ορθόδοξα μέλη τής Εκκλησίας νά δικαιολογηθούν διά τήν κατάκριτον
σιωπήν των καί τή μετά τών προδοτών τής πίστεως οίκου- μενιστών κοινωνίαν των;
Μ.- Τό έρώτημά σας πρέπει
νά άπασχολήσει όλους τούς ορθοδόξους, διότι ή προδοσία έχει λάβει πολύ μεγάλας
διαστάσει. Ιδού διατί:
α) Έγινε άναγνώρισις των δυτικών ώς «αδελφών
έκκλησιών»·
β) έξίσωσις ’Ορθοδοξίας,
Παπισμού καί Μονοφυσιτισμού-
γ) ό πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος έχαρακτήρισεν
τούς ιερούς κανόνας ώς «τεί χη αίσχους»·
δ) οι οίκουμενισταί
άπηγόρευσαν τόν άναβαπτισμόν των αιρετικών καί άρα τήν μετάνοιαν αύτών·
ε) επιδιώκεται αρχοντιά
έν τη Εκκλησία έκ μέρους τού κ. Βαρθολομαίου ώς πάπα της Ανατολής... Ολοι αύτοί
οί οίκουμενισταί καταδικάζουν ορθοδόξους δίχως νά δικάζουν. Οί οίκουμενισταί
έκοινώνησαν έκκλησιαστικώς μετά τών άμετανοήτων αιρετικών Παπικών,
Προτεσταντών, Μονοφυσιτών- συνεώρτασαν, συμπροσευχήθησαν, συλλειτούργησαν,
άλληλοευλογήθησαν, καί όλα αυτά άντίθετα πρός τήν όρθόδοξον πίστιν! Λάβετε ύπ’
όψιν σας, ότι ό άγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης λέγει ότι οί έχοντες έκκλησιαστικήν
κοινωνίαν μέ αιρετικούς, δέν λογίζονται πιστοί.
Τό πρόβλημα τής κοινωνίας
Β. - Κατόπιν όλων αύτών
είναι σοβαρώτατον καί έπιτακτικώτατον τό ζήτημα τής κοινωνίας, εννοώ τήν σχέσιν
τών ορθοδόξων πιστών έναντι τών οίκουμενιστών έπισκόπων καί Ιερέων. Πολλοί
όρθόδοξοι χριστιανοί εύρίσκονται σέ άπορία. Δέν γνωρίζουν τί νά κάνουν καί
εξακολουθούν έκκλησιαζόμενοι σέ ναούς, όπου λειτουργούν κληρικοί οίκουμενισταί.
"Αλλοι πάλιν γνωρίζοντες βαθύτερον τό θέμα καί έπιθυμούντες νά όρθοδοξούν,
όχι μόνον θεωρητικώς άλλά καί πρακτικώς καί μέ συνέπεια, άποτειχίζονται έκ τών
οίκουμενιστών καί έκκλησιάζονται σέ ναούς πού λειτουργούν Ιερείς όχι οίκουμενισταί,
άλλά ορθόδοξοι, οι όποιοι πολεμούν καί αναθεματίζουν τόν Οίκουμενισμόν, είτε οί
κληρικοί αυτοί είναι Έλληνες, είτε Ρώσοι της Διασπορας κ.λπ., άρκεϊ νά είναι
πραγματικοί ’Ορθόδοξοι. Πώς τό βλέπετε αύτό;
Μ.- ’Αδελφέ μου,
ύποστηρίζω ότι καλώς πράττουν όλοι έκεϊνοι πού άπομακρύνθησαν από τούς
αίρετικούς καί προδότας οικουμενιστάς, διότι ακριβώς αύτό κηρύσσει καί ή 'Αγία
Γραφή καί οί Πατέρες... Λοιπόν οί ’Ορθόδοξοι πρέπει νά συντασσώμεθα μέ την
ορθόδοξον πίστιν καί νά έχωμε κοινωνίαν μόνον μέ όρθοδόξους κληρικούς.
Β.- Διερωτώμαι γιά ποιό
λόγον έπικρατεΐ στίς ήμέρες μας τόσο φοβερή άδράνεια, τόση αφασία γιά τά θέματα
τής πίστεως, άφασία πού άπό καιρό έχει περάσει πιά στήν περιοχή τής
καταφρονήσεως τών ίερών καί όσιων, καί δέν ένδιαφέρονται νά διορθώσουν διά τού
σωτηρίου ελέγχου καί τής καταλλήλου άντιδράσεως τούς κακοδόξους οικουμενιστάς;
Μ.- "Ολοι οί πιστοί,
κληρικοί καί λαϊκοί, άπό τήν στιγμήν πού θά πληροφορηθούν τήν κηρυττομένη
κακοδοξίαν καθίστανται συνυπεύθυνοι μέ τόν αιρετικόν, έάν δέν κάνουν τό παν γιά
νά τόν έπιστρέψουν στήν άλήθεια τής ’Ορθοδόξου τού Χριστού ’Εκκλησίας. "Η,
έφ’ όσον παραμένει άμετανόητος, νά τόν άποβάλουν τό συντο- μώτερον άπό τό σώμα
της. Είναι άποκαρδιωτική ή άδρά νεια καί συνοδοιπορία τόσων καί τόσων
καθησυχαστών, οί όποιοι ένώ στηλιτεύουν τούς προδότας, δέν άποχωρί ζονται άπ’
αύτών!
Διακηρύσσουν ότι λύκοι
βαρείς μέ ένδυμα προβάτου κατέχουν τούς πατριαρχικούς θρόνους καί τούς
περισσότέρους Μητροπολιτικούς, άλλά δέν άπομακρύνονται άπ’ αυτών, ούτε καί τά
λογικά πρόβατα, τά αισθανόμενα την παρουσίαν των λύκων, άφήνουν νά
άποτειχισθοΰν, άλλα καί παροτρύνουν νά μείνουν εις την τάξιν τού ποιμνίου μαζί
μέ τούς λύκους!... Μακρυά από τούς χριστοκαπήλους, χριστεμπόρους καί προδότας
της πίστεως! Ύπακοή στους οίκουμενιστάς ίσοδυναμεΐ μέ παρακοή πρός τούς
θεοφόρους πατέρας καί συνεπώς απείθεια πρός τό "Αγιον Πνεύμα διά τού
όποιου έλάλησαν οί Πατέρες. "Αλλως τε πώς θά φανή ή διαφορά μεταξύ εκείνων
πού προδίδουν καί έκείνων πού δέν προδίδουν, έάν καί οί μέν καί οί δέ
συμπροσεύχωνται καί συλλειτουργούν;
Μέ τέτοιους βοηθούς πού
συλλειτουργούν καί τόν μνημονεύουν ό Βαρθολομαίος, προχωρεί άνεμπόδιστα.
"Ακούσε άδελφέ μου, τήν ευθύνην πού έχουν σήμερον οί προσφέροντες στην
νεότητα πορνό καί ναρκωτικά, τήν ιδίαν έχουν καί οί σιωπώντες καί μνημονεύοντες
τούς ψευδεπισκόπους τού ΟΙκουμενισμοϋ. Καί άς έχωμε ύπ’ δψει μας ότι μνημόσυνον
σημαίνει έκκλησιαστικήν κοινωνίαν.
Β.- Τό άσχημο είναι ότι
μερικοί κληρικοί δέν θέλουν νά παραδεχθούν ότι δέν πηγαίνουν καλά. "Οχι
μόνον άρνούνται τόν δίκαιον έλεγχον, αλλά χαρακτηρίζουν ώς φανατικόν καί
άδιάκριτον καί «έκτος Εκκλησίας» τόν έλέγχοντα.
Μ.- Μά αυτό άκριβώς θέλει
καί ό κάθε πραγματικά ’Ορθόδοξος χριστιανός· θέλει νά είναι εκτός μιας τέτοιας
Εκκλησίας πού δέν παραδέχεται τήν μοναδικότητά της, άλλ’ αγκαλιάζει ώς «άδελφή
’Εκκλησία» τήν παπωσύνην, τό ταμεϊον αύτό τών αιρέσεων.
Β. - Πώς άναπαύουν τήν
συνείδησίν των οί κληρικοί αύτοί, άλλά καί τούς πιστούς πού άνησυχούν;
Μ. - ’Αδελφέ μου, έχουν
βρή ένα κακόηχον τροπάριον. ’Αργότερα, λέγουν, θά άντιδράσωμεν όταν θά έλθη ό κατάλληλος καιρός. Μέχρι τώρα
έλεγαν, άν γίνη συλλειτουργό μέ τόν πάπαν, θά διαχωρίσωμεν τίς εύθϋνες μας κατόπιν άλλαξαν τό χρονικόν σημεΐον
άντιδράσεως. Τώρα λέγουν ότι θά άντιδράσουν άν ό Βαρθολομαίος τολμήση καί
άλλάξη τό Πασχάλιον... Αί συναθροίσεις των Θρησκειών σκοπεύουν εις την
κατάργησιν της ’Ορθοδόξου Εκκλησίας. Τόν ’Οκτώβριον τοϋ 1996 συνήλθον εις τήν
Ρώμην 200 εκπρόσωποι 12 διαφορετικών θρησκειών, μεταξύ τών όποιων καί ό
έκπρόσωπος τοϋ πα- τριάρχου Βαρθολομαίου Μητροπολίτης Ελβετίας κ. Δαμασκηνός...
Εις αυτήν τήν δαιμονικήν συνάθροισιν παρέστησαν άκόμη καί πυρολάτραι Σατανισταί
καί μετεμψυχωταί μάγοι τοϋ Βούδα. Καί τώρα τίθεται τό ερώτημα: Πώς είναι
δυνατόν νά μνημονεύεται ένας πατριάρχης πού συμμετέχει δι’ εκπροσώπου του εις
σατανικός συναθροίσεις;
Ή κατάκριτος ένότης...
Β.- Μερικοί κληρικοί
λέγουν ότι θά άντιδράσουν άλλά αργότερα, όταν θά έλθη κατά τήν γνώμην των ό
κατάλληλος καιρός. "Οταν π.χ. τολμήσουν τήν άλλαγήν τοϋ Πασχαλίου πού
συζητειται ή κάτι άλλο. Καί ερωτώ: Ποιος τούς έγγυαται ότι θά ζήσουν μέχρι
τότε, ή ότι μέ τήν τακτική τους αυτή, έξασφαλίζουν τήν σωτηρία των, άφοϋ
γίνονται αιτία νά προχωρή ή παναίρεσις τοϋ οίκουμενισμοϋ καί νά χάνωνται ψυχαί;
Μ. - "Εχετε δίκηο.
"Αλλως τε όταν ό Κύριος είπε, αυτός πού θά φανή πιστός εις τό ολίγον, θά
φανή πιστός καί εις τό πολύ, αυτό δέν ήθελε νά διδάξη; "Οτι δηλαδή μόνον
αύτός πού πολεμά άμέσως χωρίς άναβολή, τό οίοδήποτε κακό, θά φανη τελικά
νικητής τού κακού; Έπ’ αύτοΰ προσέξατε τί λέγει ό άγιος Χρυστόστομος: «Διότι
έάν οί τολμώντες νά καταργήσουν τούς θείους θεσμούς καί παραδόσεις, έστω καί
κατά μικρόν, έδέχοντο εγκαίρως τόν αρμόδιον έλεγχον, δέν θά έγίνετο ή παρούσα
συμφορά, ούτε θά κατελάμβανε τήν Εκκλησίαν τέτοιος χειμώνας. Καί τούτο, διότι ό
άνατρέπων καί τό έλάχιστον τής ορθής πίστεως, καταστρέφει τό όλον».
Δυστυχώς, αδελφέ μου,
έχουν δημιουργήσει μίαν έκκλησιολογίαν κατά τήν όποιαν ήμπορεΐ ό έπίσκοπος νά
έχη διαφορετικήν πίστιν άπό τόν πατριάρχην του καί ό Ιερέας διαφορετικήν πίστιν
άπό τόν επίσκοπόν του, καί αύτό νά μή γίνεται αιτία σχίσματος, προκειμένου νά
διατηρηθή ή ένότης! ’Αλλά μιά τέτοια ένότης δέν είναι τού Θεού, είναι τής
παπωσύνης, άνευ αλήθειας καί άνευ Πνεύματος αγίου.
Β.- Διερωτώμαι: τί
συμβαίνει μέ τούς ρασοφόρους έκείνους πού είναι όρθόδοξοι, καί έχουν μόρφωσιν
καί φήμην ώς πνευματικοί πατέρες, ως άνθρωποι τής προσευχής, όλοι αύτοί δέν θά
έπρεπε νά σαλπίσουν συναγερμόν, ώστε νά καταλάβουν τά λογικά πρόβατα τόν κίνδυνον;
Μ.- Συμβαίνει τό έξής.
Αύτοί αναπαύονται στήν προσευχή μέ τό κομβοσχοίνι τους. Αδιαφορούν γιά τό τί
γίνεται γύρω τους, γιά τό ποιούς μνημονεύουν· γιά τό τί λέγουν σχετικώς οί ί.
Κανόνες γιά κείνους πού κρατούν μιά τέτοια στάσι σέ καιρό κηρυσσομένης αίρέσεως,
όπως σήμερα...
Αν την ίδια στάσι πού
κρατούν σήμερα οί ’Ορθόδοξοι αυτοί, πού μνημονεύουν οίκουμενιστάς έπισκόπους,
την κρατούσαν στήν εποχή τους καί ό Μ. ’Αθανάσιος, ό άγ. Μάξιμος, ό άγ.
Θεόδωρος ό Στουδίτης, οί λαμπροί αυτοί όμολογηταί, ή ακόμη καί οί έπί Βέκκου
μαρτυρήσαντες Αγιορείτες Πατέρες, θά είχαμε έμείς σήμερα ’Ορθοδοξία;
Στίς ήμέρες μας αύτοί πού
μνημονεύουν οίκουμενιστάς έπισκόπους, κρατούν θέσιν θεατού καί μόνον. Θεατού
βυθισμένου στόν κόσμον του, στίς απόψεις του, στόν ανθρώπινο νού του.
"Ομως οί ιεροί Κανόνες καί οί άγιοι
τής τού Χριστού ’Εκκλησίας, προτρέπουν τόν εύσεβή κλήρον καί λαόν, νά φεύγουν
άμέσως μακρυά από τόν ποιμένα πού θά κακοδοξούσε, γενόμενος ούτω λύκος αντί
καλού ποιμένος. Ό άγιος Μάξιμος ό 'Ομολογητής λέγει ότι «κανείς νά μή νοθεύη
τόν λόγον τού Θεού καί νά μήν άποκρύπτη τήν αλήθειαν, γιά νά μή γίνη ύπόδικος
διά τήν παράβασιν τού λόγου τού Θεού».
Β.- Δηλαδή ή Εκκλησία
τούς έκανε έπισκόπους διά νά διδάξουν καί φυλάξουν τόν λόγον τής αλήθειας της
ακέραιον καί άνόθευτον, κρατώντας συγχρόνως τά πρόβατά της μακράν άπό τά
λιβάδια των αιρετικών, καί αύτοί τά έγκαταλείπουν άπροστάτευτα μέχρι τό στόμα
τού λύκου! Πότε θά άντιληφθοΰν όλοι αυτοί, ότι ένα ΟΧΙ στήν αϊρεσι αξίζει
περισσότερο άπό κάθε ιεραποστολική δράσι καί ότι γι’ αυτό τό ΟΧΙ έφόρεσαν τό
ράσο;
Μ.- Οί ποιμένες τής
Εκκλησίας πρέπει νά άντιληφθούν τήν φοβερή ευθύνη τους καί νά άποφασίσουν νά
δώσουν τό παρόν εις τό ώραϊον μέτωπον τής ομολογίας καί ν’ άναδειχθούν
στρατιώται τής άληθείας πρός δόξαν τού Χριστού καί τής ’Ορθοδοξίας καί σωτηρία
τού λαού.
Εκκλησιαστική κοινωνία
μετά των αιρετικών δεν είναι αρετή· είναι αμαρτία ίση πρός μοιχείαν κατά τόν
άγιον Θεόδωρον Στουδίτην. Διά ταΰτα, ούδεμία κοινωνία μέ τους αιρετικούς.
«Αρνησις μέχρι θανάτου.»
Εις τάς ήμέρας μας ό
παπισμός άνεγνωρίσθη υπό τοΰ Οικουμενικοί) πατριαρχείου - μέ τήν ανοχή καί των
άλλων ’Ορθοδόξων Εκκλησιών «ώς σεβασμία
άδελφή Εκκλησία». Ποιος; ό παπισμός! Ό δε πάπας ώς πρώτος έπίσκοπος ολοκλήρου
της Εκκλησίας τοΰ Χρίστου! Παρά ταϋτα, ποιμένες καί ποιμαινόμενοι εκ τών
’Ορθοδόξων, αγωνίζονται ποιος θά φανή άπαθέστερος καί εΰγενέστερος στό
ξεπούλημα τής ’Ορθοδοξίας. Καί ας διαμαρτύρεται ό άγιος Μάξιμος ό 'Ομολογητής
γράφων, ότι πάσα αποδοχή τών αιρετικών, ισοδύναμεί πρός προδοσίαν τής πίστεως.
Καί ότι ή άγάπη πρός άμετανοήτους αιρετικούς άποτελεϊ «μισανθρωπίαν»! (7 Φεβρ.
1997).(«Αγιορείτης», Άπρ. '97)
Η ΑΓΩΝΙΑ ΕΝ ΤΩ ΚΗΠΩ
ΓΕΣΘΗΜΑΝΗ
Τό κατωτέρω κείμενον
αποτελεί τήν εισαγωγήν τής λαμπράς μελέτης: «Ή αγωνία έν τω κήπω Γεσθημανή» του
θεολόγου κ. Σταύρου Καραμήτσου (Έκδ. β' 1999, σ. 484), τήν όποιαν θερμώς
συνιστώμεν.
Ή ανωτέρω εισαγωγή έχει
γραφή από τόν επιμελητήν τοϋ έργου, Καθηγητήν Αιδεσιμολογιώτατον π. Νικόλαον
Δημαράν, Διδάκτορα τής Νομικής καί έφημέριον τοϋ 'Ιερού Ναού των 'Αγίων Πάντων
Πατρών. (Γ.Ο.Χ.)
Τήν συμπεριελάβαμε σχεδόν
αύτουσίαν εις τήν παρούσαν έκδοσιν, λόγω τής σπουδαιότητός της καί διά τήν
Κανονική της ακρίβειαν, σφαιρικότητα, πατερικήν ζωντάνια καί ομολογιακήν
παρρησίαν.
Ή πίστις τών ’Ορθοδόξων
καί ή άλλοίωσίς της από τούς Νεοημερολογίτες-Οικουμενιστές
Έχει γίνει πλέον φανερό
σέ όλους, καί στους πλέον αδαείς, ότι οί Νεοημερολογίτες - Οικουμενιστές
ψευδοποιμένες δέν έχουν τήν ίδια Πίστιν μέ μάς τούς ’Ορθοδόξους. ’Εμείς μένουμε
πιστοί στήν ένιαίαν Παράδοσιν τών 'Αγίων Πατέρων καί φυλάσσουμε ώς κόρη οφθαλμού
«τήν άπαξ τοϊς άγίοις παραδοθεϊσαν πίστιν». Καί κυρίως δέν έχουμε καμμίαν
κοινωνίαν μέ τά μολυσμένα θυσίαστήριά τους, κατά τόν "Αγιον Θεόδωρον τόν
Στουδίτην, έχοντας κανονικώς άποτειχισθεΐ άπό τούς σχισματο- αιρετικούς αύτούς,
σύμφωνα με τόν ΛΑ' Κανόνα των 'Αγίων ’Αποστόλων καί τόν ΙΕ'της Πρωτοδευτέρας
Συνόδου.
Οί πρώταρχοι της αίρέσεως
τοϋ Οίκουμενισμοΰ στό Φανάρι «πατριάρχης» Βαρθολομαίος καί οί όμοιοι του
«μητροπολίτες» των νέων λεγομένων χωρών πού τόν μνημονεύουν άρνοϋνται τό
Σύμβολον της Πίστεως Νίκαιας - Κωνσταντινουπόλεως. Έστω καί άν τό προφέρουν μέ
τά χείλη, όμως ή πράξις καί ή επ’ Εκκλησίας κήρυξις της αίρέσεως τοϋ
Νεοημερολογιτικοϋ-Οίκουμενισμοΰ αυτό πιστοποιούν.
Οί αιρετικές δηλώσεις καί
διακηρύξεις των Οίκουμενιστών-Νεοημερολογιτών έχουν ξεπεράσει σέ κακοδοξία καί
άλαζονία όλους τούς αιρετικούς των προηγουμένων αιώνων, Άρείους, Νεστορίους,
Μακεδονίους, Διοσκόρους, Πύρρους, Πέτρους καί Είκονομάχους:
- Γιατί ή νέα αυτή αϊρεσις τοϋ Οίκουμενισμοΰ ανατρέπει έκ
θεμελίων όλη την ’Ορθόδοξη Έκκλησιολογία.
- Στρέφεται κατά τοϋ έργου τοϋ 'Αγίου Πνεύματος διά μέσου
των αιώνων.
- Ή καινούργια αυτή Παναίρεσις τοϋ Οίκουμενισμοΰ, δέν είναι
μία αίρεσις πού τά όριά της είναι καθορισμένα, αλλά ξεπερνάει πλέον τά όρια τοϋ
παραδοσιακού Χριστιανικού κόσμου καί ανοίγεται χωρίς κανέναν ενδοιασμό στόν
διαθρησκειακό Οίκουμενισμό·
Ό «πατριάρχης»
’Αντιόχειας ’Ιγνάτιος γράφει: « Ασφαλώς υπάρχουν διαφορές μεταξύ των θρησκειών,
ή μάλλον αντιθέσεις... ’Εμείς μπορούμε νά θαυμάζουμε όλες τίς θεοφάνειες...»
(!!!)
Κατά δέ τόν «μητροπολίτη»
Ελβετίας Δαμασκηνό: «Μία εκκλησία ή ένα τέμενος... αποβλέπουν στην ίδια
πνευματική καταξίωσιν τοΰ ανθρώπου»... (!!!)
Ό νεοεκλεγείς
«πατριάρχης» Αλεξάνδρειάς Πέτρος ακολουθεί κατά πόδας τόν καί σωματικά πλέον
νεκρόν, μασωνον προκάτοχό του Παρθένιον, δηλώνοντας: «Ή Οικουμενική πορεία
είναι ή φύσις καί ή παράδοσις της έκκλησίας... Χρέος μας είναι ό ένας Ποιμήν, ό
Χριστός, καί ή μία Ποίμνη, ή ένότητα της πίστεως όλων των Εκκλησιών, όλης της
Οικουμένης. Εις αυτήν την πορείαν πρός την ένωσιν δέν πρόκειται ή μία Εκκλησία
νά ύποτάξη τήν άλλην, αλλά όλαι μαζί πρός τόν κοινόν Χριστόν καί Σωτήρα μας νά
βαδίσωμεν καί νά έπανιδρύσωμεν τήν άρχαίαν Μίαν, 'Αγίαν, Καθολικήν καί
Άποστολικήν Έκκλησίαν.(!!!) Καί ό διάλογος αυτός τής ένότητος νά προχωρήση εις
μήκος καί εις βάθος μεθ’ όλων των θρησκειών καί προπάντων των Μονοθεϊστικών
Θρησκειών, ώς τό Ίσλάμ καί ό Μωαμεθανικός κόσμος...»
Σύγκλησις ψευδοσυνόδου τό
2000
Γι’ αυτό τό λόγο
συγκαλεΐται «πανορθόδοξος» οίκουμενιστική «σύνοδος» από τόν κακόδοξο καί
οίκουμενιστή π. Βαρθολομαίο, ό όποιος εμφορείται από τό ίδιον οίκου- μενιστικόν
πνεύμα μέ τόν προκάτοχόν του, τυμπανιαΐον μασωνον Άθηναγόρα. Ό Άθηναγόρας ήταν
ό πρώτος ό όποιος μίλησε γιά τήν «έπανίδρυσιν» τής Μίας, 'Αγίας, Καθολικής καί
Άποστολικής Έκκλησίας. (!!!) (βλ. σχετικά «’Ορθόδοξον Τύπον» άριθμ. φύλλ. 1244
σελ. 1 καί «Χριστιανικήν» τής 25.09.97).
Νά ή κήρυξις της
αίρέσεως. Αυτοί κηρύσσουν ότι... θά έπανιδρύσουν τήν Εκκλησίαν τοΰ Χρίστου!!!
«Διαψεύδεται» ό Κύριός μας πού είπε ότι ούτε οί πύλες τού Αδου δεν θά
κατισχύσουν της ’Εκκλησίας Του (!!!) αφού χρειάζεται... έπανίδρυσις της
εκκλησίας...
«Ή "σύνοδος” πού
προγραμματίζεται γιά τό 2000 πρόκειται νά συνέλθη όχι γιά νά λύση προβλήματα,
αλλά γιά νά άνανεωθή ή έκκλησιαστική ζωή», νά προσαρμοσθή δηλ. στήν νέα εποχή.
«Καί αύτό θά ίκανοποιήση κυρίως τό Βατικανόν πού τήν άναμένει έναγωνίως». (βλ.
έφημερίδα «Επενδυτήν» τής 12.10.97).
«Μέ έντεινομένην
προπαγάνδαν έκ μέρους των οίκουμενιστών προετοιμάζεται διορθοδόξως
οικουμενιστική συνδιάσκεψις», γράφει ό «Ο.Τ.» (άριθμ. φύλ. 1255), μέ
πρωτοσέλιδο τίτλο:
«Άπόφασις Βαρθολομαίου,
έκτέλεσις Δαμασκηνού (Ελβετίας), Μυστική διπλωματία. Ή ευθύνη τού Σώματος τής
’Εκκλησίας».
Καί ενώ χαρακτηρίζονται
όλοι αύτοί ώς αιρετικοί Οικουμενιστές καί άπό τούς πάλαι ποτέ συντηρητικούς
«ορθοδόξους», δέχονται οί Νεοημερολογϊτες νά είναι άκόμη κοινωνικοί πρός
αύτούς!!!
Νά κοινωνούν άπό τά χέρια
τους καί άπό τό ίδιο ποτήριο!!!
Νά τούς φιλούν τό χέρι!!!
Νά τούς άποκαλούν
«παναγιωτάτους»!!!
Νά τούς μνημονεύουν επ’
’Εκκλησίας!!!
"Οντως τραγική
σχιζοφρένεια...
Δέν μάς νοιάζει, λένε, τί
κάνουν καί τί πιστεύουν αύτοί, άρκεί πού εμείς είμαστε «ορθόδοξοι», (όρθόδοξοι
άπό μέσα τους!), πού πιστεύουμε ορθά, πού δέν κάνουμε
συλλείτουργα καί
συμπροσευχές μέ τούς λατίνους, τούς προτεστάντες καί τούς μονοφυσΐτες, δπως οί
πατριάρχες μας καί οί έπίσκοποί μας!!!
Καί έτσι άναπαύουν, ή
μάλλον αποκοιμίζουν την συνείδησίν τους, αφού στήν πράξιν κοινωνοϋν μέ τήν
αϊρεσιν μνημονεύοντας τέτοιους επισκόπους καί συλλειτουργώντας μαζί τους, καί
μ’ αύτόν τόν τρόπον «όρθοδοξοΰν» μόνο θεωρητικά. (!!!)
Είναι άξίωμα
έκκλησιολογικό καί παράδοσις αιώνια της 'Αγίας μας ’Ορθοδοξίας ότι ύπάρχει
ταύτισις καί πλήρης κοινωνία μνημονευομένων έπισκόπων καί μνημονευτών ιερέων
καί λαού. Άπό τό μνημόσυνον, (τήν αναφοράν δηλαδή τού ονόματος), τού ’Ορθοδόξου
Άρχιερέως γνωρίζεται ή ’Ορθόδοξος ’Εκκλησία μέ τήν οποία βρίσκονται σέ κοινωνία
οί ’Ορθόδοξοι πιστοί.
Έάν μνημονεύεται
Οίκουμενιστής-Νεοημερολογίτης «επίσκοπος», τότε καί οί κοινωνοΰντες καί
μνημονεύοντες αυτούς κοινωνοϋν μέ τήν σατανικήν αϊρεσίν τους, γιατί αποτελούν
ένα σώμα: «ό κολλώμενος τή πόρνη (αίρέσει), έν σώμα έστιν».
Αύτές τίς απλές
έκκλησιολογικές άλήθειες τίς έχουν ξεκαθαρίσει οί άγιοι Πατέρες καί τίς γνώμες
τους τίς έχουμε κατ’ έπανάληψιν άναφέρει.
Γιά όσους νομίζουν ότι
αρκεί ή θεωρητική άρνησις τής αίρέσεως, ενώ στήν πράξιν κοινωνοϋν μέ αυτήν μέσω
τού αιρετικού έπισκόπου πού μνημονεύουν, ό "Αγιος Θεόδωρος ό Στουδίτης
λέει: «έστω καί άν αύτοί δέν καταποντίστηκαν μέ τούς λογισμούς, (παραμένουν
δηλαδή άπό «μέσα τους ορθόδοξοι»!!!), όμως μέ τήν κοινωνία τής αίρέσεως
χάνονται (τή κοινωνία τής αίρέσεως συνόλλυνται).
Ό ΙΕ' Ιερός Κανόνας της
ΑΒ' Συνόδου έπιβάλλει στους πιστούς, κλήρο καί λαό, την άμεση διακοπή τής
κοινωνίας καί τοϋ μνημοσύνου του δημοσίςχ καί απ’ έκκλησίας αιρετικά
κηρύσσοντος προέδρου, είτε έπίσκοπος είναι αυτός είτε ίερεύς, είτε πνευματικός
ηγούμενος, γέροντας.
Ό πρόεδρος
(=προϊστάμενος) τής Εκκλησίας, ή τής ένορίας ή καί μικρής όμάδος ’Ορθοδόξων),
είτε πατριάρ χης είναι, είτε μητροπολίτης, είτε έπίσκοπος, είτε καθη - γούμενος
Μοναστηριού, είτε γέροντας συνοδίας, είτε γέροντας ένός μοναχού, είτε
πνευματικός ένός πιστού, όταν κηρύσση δημοσίςχ γυμνή τή κεφαλή μίαν κακοδοξίαν
κατεγνωσμένην (=κατεδικασμένην) ύπό Συνόδου ή υπό 'Αγίων Πατέρων, τότε ό κλήρος
καί ό λαός πού ποιμαίνεται απ’ αυτόν, άλλα καί όλοι όσοι λαμβάνουν γνώσιν των
κακοδοξιών του Χριστιανοί, άποκτούν άμέσως τό δικαίωμα καί έχουν καθήκον άπό
τόν Ιερό Κανόνα νά τόν άποκηρύξουν καί νά άπομακρυνθούν άπό τήν κοινωνίαν του,
έάν θέλουν νά είναι καί νά λέγονται ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί καί όχι αιρετικοί,
(ώς «αιρετικόν περιποιούμενοι», κατά τόν άγιον Δοσίθεον των Ιεροσολύμων). (Βλ.
σχετικά: Περί εκκλησιαστικής κοινωνίας καί μνημοσύνου καί τού σχετικού αύτοϊς
ΙΕ "Ιερού Κανόνος τής Α' καί Β' 'Αγίας Συνόδου, έκδ. «Αγιος ’Αγαθάγγελος
Έσφιγμενίτης», Άγιον "Ορος 1993, σελ. 19).
Πάνω λοιπόν άπό κάθε
πρόεδρον έθεσαν οι Πατέρες μας τίς Ιερές Γραφές, τήν Αγίαν Παράδοσιν τής
’Εκκλησίας μας, τίς αποφάσεις των Αγίων Συνόδων, τό Σύνταγμα των Θείων Κανόνων
καί τούς Αγίους, τούς όποιους καί άκολούθησαν, χωριζόμενοι τής κοινωνίας τού
αιρετικού προέδρου καί διακόπτοντες τό μνημόσυνόν του. Οι αδιάφοροι γιά την
'Αγίαν Πίστιν, οι κόλακες, οί τυχοδιώκτες καί γενικών όλο τό σύστημα τών
ύπηρετών ένοχων σκοπιμοτήτων τοϋ αιώνος τούτου άκολουθοΰσαν τούς λυκοποιμένες,
βοηθώντας τους στό ψυχοφθόρο τους έργο (ό.π. σελ. 22).
Τούς αγίους όμως Πατέρες
καί Διδασκάλους μιμήθηκαν καί οί 'Αγιορείτες Όσιομάρτυρες πού μαρτύρησαν έπί
Βέκκου τού Λατινόφρονος καί έγραψαν την περίφημη έκείνη έπιστολή πρός τόν
Αύτοκράτορα Μιχαήλ τόν Παλαιολόγον, ή οποία είναι θεολογικωτάτη καί πλήρης
Θείων άληθειών. Στήν έπιστολή αυτή μεταξύ άλλων περιλαμβάνονταν καί τά έξης:
«Εμπεριέχεται δέ καί στόν
ΙΕ' Κανόνα της άγιας καί μεγάλης Α'καί Β'έπονομασθείσης Συνόδου, ότι όχι μόνον
άνεύθυνοι είναι, άλλά καί ότι πρέπει νά έπαι- νοΰνται αύτοί οί όποιοι
άποσχίζονται άπό αύτούς πού είναι προφανώς αιρετικοί καί διδάσκουν δημόσια,
αιρετικά διδάγματα, καί πρίν νά ύπαρξη συνοδική καταδίκη τους», ακριβώς επειδή
ή ’Ορθόδοξος τοϋ Χριστού Εκκλησία τήν αναφοράν τού ονόματος τού άρχιερέως, κατά
την τέλεσιν της άναιμάκτου θυσίας, τήν θεωρούσε πάντοτε συγκοινωνίαν τελείαν με
τόν μνημονευόμενον άρχιερέα καί τό φρόνημά του. Διότι έχει γραφεί στήν έξήγησιν
τής Θείας Λειτουργίας, ότι άναφέρε ιό ιερουργών καί τό όνομα τού άρχιερέως...
καί ότι είναι κοινωνός αυτού καί της πίστεως καί διάδοχος τών Θείων
μυστηρίων... (καί) ότι μολυσμόν έχει ή κοινωνία με μόνην τήν άναφοράν αυτού,
έστω καί αν είναι ορθόδοξος ό άναφέρων». (Δοκίμιον 'Ιστορικόν, Μοναχού
Καλλίστου Βλαστού, σελ. 109).
’Αδύνατη ή σωτηρία των
αιρετικών καί των κοινωνούντων μέ αυτούς
«Ή ’Ορθόδοξος Εκκλησία
θεωρούσε πάντοτε ότι ή αϊρεσις είναι θανατηφόρος αμαρτία, καί τόν άνθρωπον τόν
μολυσμένον μέ την τρομερή άρρώστια τής αίρέσεως ότι είναι πνευματικά νεκρός,
ξένος πρός την Θείαν Χάριν καί Σωτηρίαν, σέ κοινωνία μέ τόν διάβολον καί την
ολέθρια συνοδία του.
Αίρεσις είναι αμαρτία τοΰ
νοός. Αιρεσις είναι πιό πολύ δαιμονική παρά ή ανθρώπινη αμαρτία· είναι ή κόρη
του διαβόλου, ή κληρονομιά του, ή ασέβεια του, σχεδόν ειδωλολατρεία.
Οί Πατέρες τής Εκκλησίας,
ονομάζουν τήν είδωλολατρεία ασέβεια καί τήν αϊρεσι διαφθορά. Στην είδωλολατρεία
ό διάβολος λαμβάνει τήν λατρείαν πού οφείλεται στόν Θεό, από τυφλωμένους
ανθρώπους, ένώ στίς αιρέσεις συσσωματοποιεϊ τήν τυφλωμένη ανθρωπότητα στήν
κυριώτερη αμαρτία του: τήν βλασφημία.
Έάν κανείς διαβάση τίς
Πράξεις των Συνόδων μέ προσοχή θά πεισθή ότι ό χαρακτήρας των αιρετικών είναι
σατανιστικός. Διαβάζουμε γιά τήν τρομακτική τους ύπόκρισιν, γιά τήν άμετρη
ύπερηφάνειά τους. Βλέπουμε τήν συμπεριφορά τους νά ύποκινήται άπό συνεχή ψέμματα.
Παρατηρούμε ότι είναι αιχμάλωτοι στά μεγαλύτερα πάθη. "Οπότε είναι δυνατόν
εις αυτούς διαπράττουν τά χειρότερα έγκλήματα καί τίς πιό τρομακτικές
θηριωδίες. Τό άσύγκριτο μίσος τους πρός τά μέλη τής ’Ορθοδόξου ’Εκκλησίας είναι
ιδιαιτέρως παρατηρημένο. Ή αιρεσις συνοδεύεται άπό μία σκλήρυνσι τής καρδίας,
άπό μία φοβερά σκοτίζουσα βλάβη τοΰ νοός, άπό μίαν ισχυρόγνώμονα έπιθυμία της
ψυχής νά παραμένη μολυσμένη, καί από μία δυσκολία στη θεραπεία τοΰ προσώπου που
πάσχει από αύτή τήν ασθένειαν.
Κάθε αΐρεσις είναι
βλασφημία κατά τοΰ 'Αγίου Πνεύματος. Ή αΐρεσις δεν βλάσφημε! μόνον τό δόγμα
περί τοΰ 'Αγίου Πνεύματος ή τήν ένέργειά Του, αλλά βλάσφημε! τό "Αγιον
Πνεΰμα στην ολότητά Του. Ή ουσία όλων των αιρέσεων είναι ή βλασφημία.
"Ολες οι παλαιές
αίρέσεις, κάτω άπό διάφορες βιτρίνες, άπέβλεπαν σέ ένα μονάχα στόχο: Ήρνοϋντο
τήν Θεότητα τοΰ Θεοΰ Λόγου καί διέστρεφον τό δόγμα της ένσαρκώσεώς Του. Οί
νεώτερες αιρέσεις αποβλέπουν στήν άποκήρυξιν τής ένεργείας τοΰ 'Αγίου
Πνεύματος», (βλ. «"Αγιοι Κολλυβάδες» άριθμ. φυλ. 7, σελ. 3-4 μέ τήν
σχετικήν διδασκαλίαν τοΰ 'Αγίου ’Ιγνατίου Μπριαντσάνινωφ + 1867).
Γιά τήν σημερινή φοβερή
αΐρεσιν τοΰ Οίκουμενισμοΰ είχε προφητικώς μιλήσει καί ό μεγάλος στάρετς τής
Οπτινα άγιος Άνατόλιος:
«... Ό εχθρός τοΰ
άνθρωπίνου γένους θά ένεργή μέ πονηριά, μέ σκοπό νά έλκύση έντός τής αίρέσεως,
έάν ήτο δυνατόν άκόμη καί τούς έκλεκτούς. Δέν θά άρχίση κατ’ ευθείαν ώμώς νά
άπορρίπτη τά δόγματα τής 'Αγίας Τριάδος, τήν Θεότητα τοΰ Ίησοΰ Χριστοΰ καί τήν
άρετήν τής Θεοτόκου, άλλά θά άρχίση άνεπαισθήτως νά διαστρέ - φη τίς
διδασκαλίες καί τούς θεσμούς τής ’Εκκλησίας καί τό πραγματικό νόημά τους, όπως
μάς παρεδόθησαν άπό τούς Αγίους Πατέρες έν άγίω Πνεύματι. ’Ολίγοι θά
άντιληφθοΰν αύτές τίς πανουργίες τοΰ έχθροΰ, έκεϊνοι μόνον οί πλέον
πεπειραμένοι εις τήν πνευματικήν ζωήν. Οί αιρετικοί θά πάρουν τήν έξουσίαν έπί
τής έκκλησίας καί θά τοποθετήσουν ιδικούς τους υπηρέτες παντού, οί δε πιστοί θά
καταφρονοΰνται... Γι’ αυτό παιδί μου, δταν ίδης τήν παράβασιν τής πατερικής
παραδόσεως καί τής Θείας Τάξεως, που έγκαθιδρύθη από τόν ίδιον τόν Θεόν,
γνώριζε ότι οί αιρετικοί έχουν ήδη έμφανισθεΐ, αν καί πρός τό παρόν μπορεί νά
άποκρύπτουν τήν άσέβειά τους. ’Ακόμη θά διαστρέφουν τήν αγίαν Πίστιν
(’Ορθοδοξίαν) άνεπαισθήτως, μέ σκοπό νά έπιτύχουν καλλίτερα νά παραπλανήσουν
καί δελεάσουν τούς άπειρους στά δίκτυά τους. Ό διωγμός δέν θά στρέφεται μόνον
εναντίον των ποιμένων, αλλά έναντίον όλων των υπηρετών τοϋ Θεοϋ, διότι όλοι
εκείνοι πού θά κυβερνώνται άπό τήν αΐρεσιν δέν θά ανέχονται τήν εύσέβειαν. Νά
άναγνωρίζης αύτούς τούς λύκους μέ ένδυμα προβάτου άπό τίς υπερήφανες διαθέσεις
τους καί τήν άγάπη τους γιά τήν έξουσία. Θά είναι συκοφάντες, προδότες,
ένσπείροντες πανταχού έχθραν καί κακίαν· γι’ αύτό ό Κύριος είπεν ότι άπό τούς
καρπούς αύτών θά τούς άναγνωρίζετε. Οί άληθινοί ύπηρέτες τοϋ Θεού είναι
ταπεινοί, αγαπούν τόν πλησίον καί είναι υπήκοοι εις τήν ’Εκκλησίαν...
Οί πιστοί τότε πού δέν
έχουν δείξει τίποτε άλλες άρετές θά λάβουν στεφάνους μόνον καί μόνον, έπειδή
έστάθησαν στερεοί εις τήν πίστιν.
Νά φοβάσαι τόν Κύριον
παιδί μου. Νά φοβάσαι μήπως άπωλέσης τόν στέφανον πού έτοιμάσθηκε γιά σένα. Νά
φοβάσαι μήν άποβληθής παρά τοϋ Κυρίου εις τό σκότος τό εξώτερον καί τήν αιώνιον
κόλασιν. Στέκε άνδρείως εις τήν πίστιν, καί αν είναι άναγκαϊον ύπόμενε διωγμούς
καί άλλες θλίψεις, διότι ό Κύριος θά είναι μαζί σου· καί οί "Αγιοι
Μάρτυρες καί Όμολογητές θά βλέπουν μέ χαρά τούς άγώνες σου. "Ομως
άλλοίμονον στους μονάχούς σ’ αυτές τίς ήμερες πού θά είναι δεμένοι μέ υπάρχοντα
καί πλούτη, οί όποιοι ένεκεν τής αγάπης τής «ειρήνης» θά είναι έτοιμοι νά ύποταχθούν
εις τούς αιρετικούς. Αυτοί θά αποκοιμίζουν τήν συνείδησίν τους μέ τό νά λένε:
«έμεΐς συντηρούμε καί σώζουμε τό μοναστήρι, καί ό Κύριος θά μάς συγχωρήση». Οί
ταλαίπωροι καί τυφλοί δέν αντιλαμβάνονται ότι διά μέσου τής αίρέ- σεως οί
δαίμονες θά εισέρχονται στό μοναστήρι, τό όποιον δέν θά είναι πλέον τότε ένα
μοναστήρι, αλλά γυμνοί τοίχοι από όπου ή χάρις θά άποχωρή.
Ό Θεός είναι οπωσδήποτε
ισχυρότερος άπό τούς έχθρούς καί ποτέ δέν θά έγκαταλείψη τούς ύπηρέτες του.
’Αληθινοί Χριστιανοί θά εύρίσκονται έως τέλους τοϋ αιωνος τούτου, μόνον πού θά
προτιμούν νά ζοϋν σέ άπομακρυσμένους καί έρημικούς τόπους. Νά μήν φοβάσαι τίς
θλίψεις αλλά μάλλον νά φοβάσαι τήν ολέθρια αιρεσιν, διότι αυτό είναι πού μάς
γυμνώνει άπό τήν Θείαν Χάριν καί μάς χωρίζει άπό τόν Χριστόν. Αύτός είναι καί ό
λόγος διά τόν όποιον ό Κύριος μάς έδωσε τήν εντολήν νά θεωρούμε τούς αιρετικούς
ώς Χριστοκαπήλους καί ειδωλολάτρες. Καί έτσι παιδί μου ένδυναμού μέ τήν Χάριν
τού ’Ιησού Χριστού. Βιάσου νά όμολογήσης υπέρ τής Πίστεως καί νά ύπομένης θλίψεις
ώς καλός στρατιώτης τού Κυρίου ’Ιησού Χριστού (Β'Τιμόθ. β', 1- 3), ό Όποιος
είπε: «γίνου πιστός άχρι θανάτου, καί δώσω σοι τόν στέφανον τής ζωής» (Άποκ.
β', 10). Εις Αυτόν σύν τω Πατρί καί τω Άγίω Πνεύματι άς είναι δόξα τιμή καί
κράτος εις αιώνας αιώνων. ’Αμήν.» (’Από ένα γράμμα τού Αγίου Άνατολίου τής
Όπτινα, + 1927, πού μεταφράστηκε άπό τήν 'Ιεράν Μονήν Έσφιγμένου).
Διά μέσου των αιώνων δλοι
δσοι θέλησαν νά άκολουθήσουν τόν Χριστόν μας καί την Εκκλησίαν Του ύπέστησαν τά
πάνδεινα. Διώξεις, έξορίες, φυλακίσεις, βασανισμούς καί θάνατον.
Αυτό συνέβη κατ’
έπανάληψιν στήν ιστορίαν της Εκκλησίας καί συμβαίνει ακόμη καί στίς ήμέρες μας,
γιατί βεβαίως ό μισόκαλος διάβολος δέν έπαψε νά πολεμά την Νύμφην τοΰ Χρίστου,
την ’Ορθόδοξον Εκκλησίαν μας. Έτσι μέσα στόν εικοστό αιώνα, στήν Ελλάδα μας,
αλλά καί σέ πολλές σλαυικές χώρες, κατά τά σκοτεινά χρόνια τής ήμερολογιακής
καινοτομίας καί τής οικουμενιστικής αλλοφροσύνης, οι Γνήσιοι ’Ορθόδοξοι
διώχθηκαν.
Οι ’Ορθόδοξοι
Παλαιοημερολογίτες Ιερείς άπεσχηματίσθησαν. Οι έκκλησίες σφραγίσθηκαν ή
κατεδαφίστησαν. Οι πιστοί σύρθηκαν στίς φυλακές. Αιμα ’Ορθοδόξων αγωνιστών
έβαψε τό χώμα στήν ’Ορθόδοξη Ελλάδα. Τό ίδιο συνέβη παντού, όπου θέλησαν οι
’Ορθόδοξοι νά παραμείνουν πιστοί στίς παρακαταθήκες τών προγόνων τους, νά διακρατήσουν
τό Πάτριον Έορτολόγιον καί νά μή κοινωνήσουν μέ τόν ολέθριο
Νεοημερολογιτικό-Οίκουμενισμό καί τούς προδότες «αρχιερείς» καί «Ιερείς» πού
τόν υπηρέτησαν καί τόν υπηρετούν πιστά μέχρι σήμερα.
"Εφτασαν οΐ
Οικουμενιστές Νεοημερολογΐτες μέχρι τού σημείου νά ανατρέψουν ’Επιταφίους, νά
συντρίψουν μέ τσεκούρια ώς άλλοι εικονομάχοι "Ισαυροι τίς σεπτές Εικόνες
τών Παλαιοημερολογιτικών Ναών, ακόμη καί νά χύσουν στή γή καί νά καταπατήσουν
τό Δεσποτικόν Σώμα καί τό Τίμιον Αίμα τού Χριστού τήν ώραν τής φρικτής Τελεσιουργίας
τής Θείας Λειτουργίας, έπισωρεύοντες οργήν έπί τάς κεφαλάς αυτών εν τή ήμέρα
τής Φοβέρας Κρίσεως. (βλ. σχετικά «Τά πάτρια», σεβ. Επισκόπου Πενταπόλεως κ.
Καλλιοπίου, Πειραιεύς 1987. Μέχρι σήμερα τόμοι 11, βλ. έφημερ. «Σκρίπ»,
9/22-11-97).
Οι Καινοτόμοι-Νεοημερολογΐτες
έχουν βαμμένα τά χέρια τους στό αίμα. Ή Νεοημερολογιακή άλλαγή καί ή φοβερή
παναίρεσις τοϋ Οίκουμενισμού στηρίχτηκε στό αιμα, στή βία καί στους διωγμούς.
Γι’ αύτό άπέστρεψε ό Θεός τό πρόσωπόν Του από τούς Νεοημερολογΐτες καί ευλόγησε
όλους έκείνους πού αγωνίζονται τόν αγώνα τόν καλόν τής πίστεως καί τής
ομολογίας.
Σέ πίστωσιν τοΰ δικαίου
άγώνος των Παλαιοημερολογιτών έφάνη καί ό Τίμιος Σταυρός τήν νύχτα τής
παραμονής τής Παγκοσμίου Ύψώσεώς Του, όταν μαζεύτηκαν οί Παλαιοημερολογίτες πιστοί
μέσα σέ κλίμα φόβου καί διωγμού γιά νά άγρυπνήσουν καί νά έορτάσουν τήν μεγάλην
Εορτήν μέ τό Πάτριον έορτολόγιον τό 1925.
Χρησιμοποίησαν οί
Καινοτόμοι καί περιφρονητές των Όσιων καί των 'Αγίων καί... τίς «καθαιρέσεις»
γιά νά κάμψουν τούς άγωνιστές. Γιά νά μπορούν νά σύρουν «έπί άντιποιήσει»
δέσμιους στίς φυλακές τούς Γνησίους ’Ορθοδόξους Ιερείς καί ’Αρχιερείς, τούς
καλούς Ποιμένες, πού τήν ψυχήν αυτών έθυσαν ύπέρ τού Χριστού καί τών φίλων
αυτού...
Πόσα δάκρυα, πόσος πόνος,
πόσες άκολουθίες έμει ναν ατελείωτες, γιατί σύρθηκαν μέ τή βία οί
Παλαιοημερολογίτες Ιερείς καί ’Αρχιερείς στίς φυλακές δέσμιοι!
Πόσο μεγάλη είναι ή
ευθύνη όλων έκείνων τών λεγομένων συντηρητικών «ορθοδόξων» πού μένουν άκόμη καί
σήμερα σέ κοινωνία μέ τούς διώκτες τής ’Ορθοδοξίας! Καί όχι μόνον αύτοί δέν
περνάνε στό χώρο τής ομολογίας,αλλά καί έκείνους πού θέλουν νά άγωνισθοΰν
κρατούν μέσα στό καρκινογόνο σώμα τού θανατηφόρου Οίκουμενισμού.
Έτσι, δεσμευμένοι οί
καλοπροαίρετοι πιστοί από τούς «μεγάλους καί όνομαστούς πνευματικούς» Νεοημερολογϊτες
δέν μπορούν νά άναπνεύσουν τόν μυρωμένο άέρα της φιλτάτης ’Ορθοδοξίας. Δέν
μπορούν νά μεταλάβουν τού 'Αγιασμού τής ’Ορθοδοξίας καί άσφυκτιούν άπό τόν
θανάσιμο εναγκαλισμό της αίρέσεως. Δηλητηριάζονται κοινωνώντας εις κρίμα καί
εις κατάκριμα άπό τά μολυ- σμένα καί κακόδοξα θυσιαστήρια των Νεοημερολογιτών -
Οίκουμενιστών τού Φαναριού καί όλων έκείνων πού είναι κοινωνικοί μέ αύτό.
Οί «γνωστικοί» καί
«σοβαροί» Γεροντάδες άποκοι- μίζουν τά πνευματικοπαίδια τους καί καθησυχάζουν
τίς συνειδήσεις τους πιστεύοντας καί κηρύσσοντας ότι οί Παλαιοημερολογίτες δέν
έχουν ίερωσύνη, γιατί είναι καθηρημένοι καί ότι δέν άναγνωρίζονται τά Μυστήριά
τους άπό τήν Πολιτεία (!!!).
Μά πιστεύουν οί άνθρωποι
αυτοί ότι ό Θεός είναι δούλος των καινοτόμων καί αιρετικών «’Αρχιερέων»; 'Ότι
είναι υποχρεωμένος νά άφαιρή τήν Χάριν Του άπό δικαίους καί ’Ορθοδόξους όποτε
τού τό ζητήσουν αύτοί;
Καί όμως, πράγματι τό
κηρύσσουν αύτό, γιατί ή έκκλησιολογία τους δέν είναι ορθόδοξη, άλλά παπική.
Γι’ αυτούς τό ιερατείο,
άδιάφορο άπό τό τί πιστεύει, άπό τό αν είναι ορθόδοξοι οί άρχιερεΐς καί οί
Ιερείς, είναι ό διαχειριστής τής Χάριτος τού Χριστού καί «οί καθαιρέσεις τους
είναι καθαιρέσεις», έστω καί αν είναι άδικες καί επιβάλλονται άπό αιρετικούς
γιά νά φιμώσουν τούς ’Ορθοδόξους!!!
Μά τά ίδια δέν λέει καί ό
πάπας;
Εμείς όμως γνωρίζουμε άπό
την Εκκλησιαστική μας παιδεία καί τήν εμπειρία δτι ή αϊρεσις περισσότερο άπό
κάθε άλλη αμαρτία αποξενώνει τούς ανθρώπους άπό τόν Θεό. Ό αιρετικός, αυτός
δηλαδή πού κηρύσσει αϊρεσιν, καί όσοι τόν ακολουθούν έν γνώσει τοϋ ότι κηρύσσει
αϊρεσιν, βρίσκονται σε άντίθεσιν με τήν Εκκλησία. Ή αιρεσις είναι σκότος. Τό
σκοτάδι δεν μπορεί νά συνυπάρξει μέ τό φως τής Χάριτος τοΰ Θεού.
«Ό Θεός φως έστιν καί
σκοτία έν αύτώ ούκ έστιν ούδεμία», γράφει ό αγαπημένος μαθητής τοΰ Κυρίου μας.
«Έάν εϊπωμεν ότι κοινωνίαν έχωμεν μετ’ Αύτοϋ καί έν τω σκότει περιπατώμεν,
ψευδόμεθα καί ου ποιοΰμεν τήν αλήθειαν έάν δέ έν τω φωτί περιπατώμεν, ώς Αυτός
έστιν έν τω φωτί, κοινωνίαν έχομεν μετ’ άλλήλων, καί τό αίμα ’Ιησού Χριστού,
τοϋ Υιού Αύτοϋ, καθαρίζει ήμάς άπό πάσης άμαρτίας». (Α'Ίωάν. α', 5-7). «Πας ό
παραβαίνων καί μή μένων έν τή διδαχή τοϋ Χριστού, Θεόν ούκ έχει ό μένων έν τή
διδαχή τοϋ Χριστού, ούτος καί τόν Πατέρα καί τόν Υιόν έχει». Προϋπόθεσις γιά νά
έχουν οι άνθρωποι τήν Χάριν τοϋ Θεού είναι τό νά έχουν τήν ’Αλήθεια, γιατί όπως
λέγει ό "Αγιος Συμεών ό Νέος Θεολόγος:
«Ή Αλήθεια δέν είναι άλλο
τι, παρά ή Χάρις τοϋ Χριστού» (Λόγ. 22ος). Πώς λοιπόν μπορεί νά έχη τό αίμα τοϋ
Χριστού πού καθαρίζει άπό πάσης άμαρτίας ό αιρετικός πού βρίσκεται σέ άντίθεσιν
μέ τήν ’Αλήθειαν καί έπομένως μέ τήν ’Εκκλησίαν, ή όποια είναι στύλος καί
έδραίωμα τής άληθείας;
"Ενας ’Ορθόδοξος καί
δίκαιος άνθρωπος έφ’ όσον είναι ένωμένος μέ τήν ’Αλήθεια, είναι καί μέ τήν
Καθόλου Εκκλησίαν ένωμένος καί βρίσκεται μέ σιγουριά μέσα στην Εκκλησία. Σέ
όσους άφορισμούς, σέ όσα αναθέματα, σέ όσες καθαιρέσεις καί αν ύποβληθή από
τους καινοτόμους καί αιρετικούς στέκεται ζωντανός καί άκλόνητος μέσα στήν
Εκκλησία τοϋ Χριστού, έλέγχων καί ύπ’ ούδενός έλεγχόμενος.
«Έάν παρά τόν σκοπόν τοϋ
Θεού, άφορίση ό Ιεράρχης, ούχ έπεται αύτφ τό θειον κρίμα», λέγει ό "Αγιος
Μάξιμος ό 'Ομολογητής πού κάτι ήξερε άπό τέτοιους άφορισμούς.
Καί ό "Αγιος
Διονύσιος ό ’Αρεοπαγίτης γράφει: «Ούτω καί τάς άφοριστικάς έχουσιν οί ίεράρχαι
δυνάμεις, ώς έκφαντορικοί των θείων δικαιωμάτων, ούχ ώς ταϊς αύτών άλόγοις
όρμαΐς τής πανσόφου θεαρχίας, εύφήμως είπεϊν ύπηρετικώς έπομένης, άλλ’ ώς αύτών
ύποφοιτικώς ύποκι- νοΰντι τφ τελεταρχικφ πνεύματι, τούς κεκριμένους Θεφ, κατ’
αξίαν άφοριζόντων». («Περί τής ’Εκκλησιαστικής Ιεραρχίας», κεφ. Ζ).
Ό Θεός δέν είναι υπηρέτης
των κακοδόξων «’Αρχιερέων», ώστε καθ’ ύπόδειξίν τους νά άφαιρέση τήν Χάριν τής
Τερωσύνης άπό κατά πάντα ’Ορθοδόξους καί δικαίους 'Ιερείς καί ’Αρχιερείς.
Πώς είναι δυνατόν νά
φαντασθή κανείς ότι ό Θεός τιμωρεί τούς δούλους Του, επειδή κάνουν ύπακοή στό
άγιο θέλημά Του καί όχι στό θέλημα τών παρανομούντων καί κακοδόξων
«Ιεραρχών»;...
Καί έάν στό παρελθόν τά
πράγματα δέν ήσαν τόσο ξεκάθαρα γι’ αυτούς πού έπέμεναν νά συγκρατήσουν μέ κάθε
θυσία τό ποίμνιο «έντός τών τειχών», σέ κοινωνία δηλ. μέ τούς
σχισματο-αιρετικούς ψευδοποιμένες, μιά καί τήν εκκλησία τήν ταύτισαν μέ τούς
διοικητές της, γιατί αύτό τούς βόλευε καί τούς βολεύει, σήμερα όλοι αυτοί
διαψεύδονται από τά αδιάψευστα καί συγκλονιστικά γεγονότα σέ παγκόσμια κλίμακα.
Σήμερα είναι κραυγαλέα ή κήρυξις τής ψυχοκτόνου αίρέσεως τοϋ
Νεοημερολογιτικοΰ-Οικουμενισμοϋ:
Ό Νεοημερολογίτης
ψευδοποιμένας Σωτήριος τοϋ Καναδά, είσοδεύει μετά τοϋ Ευαγγελίου μέ άλλόθρη-
σκους καί μέ γυναίκες σέ οίκουμενιστική τελετουργία. Ό Στυλιανός της
Αυστραλίας, εισέρχεται στην δαιμονικήν συνάθροισιν στήν Καμπέρα μέ γυναίκα
Ιέρεια πού χορεύει καί άκολουθεΐ ό τότε «Χαλκηδόνος» καί νϋν «πατριάρχης»
Βαρθολομαίος. Στήν δαιμονικήν αύτήν συνάθροισιν συμμετέχουν καί ό Μελέτιος
Καλαμαράς καί ό «Δημητριάδος» Χριστόδουλος. Ό «’Αλβανίας» ’Αναστάσιος
συμμετέχει λατρευτικά σέ πανθρησκειακή συμ- προσευχή καί τελετουργία άνάβοντας
κεριά στό βωμό των δαιμόνων. Ό κακόδοξος Δαμασκηνός Ελβετίας κηρύσσει πλέον
άνοιχτά ότι ή «έκκλησία» θά πρέπει νά έπανιδρυθή άπό τίς έπιμέρους ομολογίες.
Ό π. Βαρθολομαίος στίς 6
Νοεμβρίου κάνει δοξολογία μέ τόν παπικό «Αρχιεπίσκοπο» τοϋ Σάν Φραντσίσκο καί
μετά τήν τελετή άκολουθεΐ μεγάλο χορευτικό πρόγραμμα. ’Ενώ στίς 5 Νοεμβρίου
είχε λάβει μέρος σέ οικουμενι- στική τελετή στήν «Πλατεία των Ευχαριστιών», μία
πλατεία πού δημιουργήθηκε τό 1977 ώς ένα πολύ-πολυτισμικόν καί ερευνητικόν
Κέντρον λατρείας γιά τήν προσευχή καί τήν εύχαριστιακή παράδοσιν τής Αμερικής.
Ή τελετή περιλάμβανε ομάδες παιδιών άπό τήν Ισλαμική ’Ακαδημία, τήν ’Ακαδημία
των Πρώτων Βαπτιστών καί τό Σχολείο τής Ελληνορθόδοξης ’Εκκλησίας τής 'Αγίας
Τριάδος. ’Επίσης έλαβαν μέρος ένας Βουδιστής φλαουτίστας, ένα μέλος τής
κοινότητας Σίχ, πού έπαιξε μούσικά όργανα των Ινδιών καί μία μπάντα τοΰ Σαλβέισον
"Αρμυ. "Αλλες θρησκείες καί όμολογίες πού έκπροσωπή - θηκαν ήταν οί
Ζωροαστριανοί, Ρωμαιοκαθολικοί, Έπισκοπελιανοί, Ίνδουιστές, Βαπτιστές,
Μεθοδιστές, Χάρε Κρίσνα καί «Τζαϊνίτες» με βαθυκίτρινες ρόμπες», (βλ.
«’Ορθόδοξος Τύπος», 21.11.97, σελ. 3 καί 4).
Κατά τά άλλα δέν τρέχει
τίποτε!!! 'Όλα πάνε καλά γιά τούς Νεοημερολογΐτες!!!
Καί μετά μάς λένε νά
μείνουμε ακόμη σέ κοινωνία μέ όλους αύτούς τούς ψευδοποιμένες καί
ψευδοπατριάρχες γιά νά κοινωνοϋμε τοΰ ποτηριού της αίρέσεως, τοΰ οποίου
κοινωνοΰν καί αυτοί!!!
Γι’ αύτό κάνουμε έκκλησι
γιά πολλοστή φορά σέ όλους τούς καλοπροαίρετους πιστούς τού Νέου Ημερολογίου νά
διακόψουν κάθε κοινωνία μέ τούς αιρετικούς ποιμένες τους. Νά κοινωνήσουν τοΰ
'Αγιασμού της ’Εκκλησίας τοΰ Χριστού. Νά περάσουν στό χώρο της 'Ομολογίας καί
της Χάριτος. Νά μετάσχουν τού γλυκυτάτου Φωτός της Άμωμήτου ’Ορθοδοξίας. Μεγάλη
εύθύνη έχουν πρωταρχικά οί κληρικοί καί οί «πνευματικοί», πού δέν θά πρέπει νά
φοβούνται τίς «καθαιρέσεις» πού δέν «πιάνουν», όπως λέει καί ό λαός μας, όταν
αυτές γίνονται άπό τούς παρανομούντες, άπό τούς αιρετικούς Οίκουμε νιστές καί
τούς Λατινόφρονες...
Ή άναγνώρισις των Ιερών
Μυστηρίων των τελουμένων υπό Παλαιοημερολογιτών Ιερέων
Σύμφωνα μέ τό άρθρο 13
τού Συντάγματος παρ. 1: «Ή έλευθερία της θρησκευτικής συνειδήσεως είναι
άπαραβίαστη. Ή απόλαυση των ατομικών καί πολιτικών δικαιωμάτων δέν έξαρτάται
από τίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τοΰ καθενός».
Κατά δε την παρ. 2: «Κάθε
γνωστή θρησκεία είναι έλεύθερη καί τά τής λατρείας της τελούνται άκωλύτως κάτω
άπό τήν προστασία των νόμων».
Επίσης σύμφωνα με τή
διεθνή σύμβαση τής Ρώμης τής 4ης Νοεμβρίου 1950 «Γιά τήν προάσπιση των
δικαιωμάτων τοΰ άνθρώπου καί των θεμελιωδών ελευθεριών» καί τό άρθρο 9 : § 1.
«Κάθε πρόσωπο έχει
δικαίωμα στήν ελευθερία τής σκέψεως, συνειδήσεως καί θρησκείας καί τό δικαίωμα
αυτό έπάγεται... καί τήν έλευθερίαν έκδηλώσεως τής θρησκείας ή καί των
πεποιθήσεων ή μεμονωμένως ή συλλογικώς δημοσία ή κατ’ ιδίαν μέ τήν λατρείαν,
τήν παιδείαν καί τήν άσκησιν των θρησκευτικών καθηκόντων καί τελετουργιών».
Κατά δέ τήν παρ. 2:
«κανένας άλλος περιορισμός δέν μπορεί νά έπιβληθή πέρα άπό έκείνους πού είναι
άναγκαΐοι γιά τήν δημόσια άσφάλεια, τήν προάσπιση τής δημοσίας τάξεως, τής
υγείας καί τής ήθικής, ή γιά τήν προάσπιση τών δικαιωμάτων καί τών ελευθεριών
των άλλων». Ή σύμβαση αύτή έχει έπικυρωθή μέ Νόμο καί κατά συνέπεια αποτελεί
άναπόσπαστο μέρος τοΰ έσω- τερικοϋ Ελληνικού Δικαίου καί υπερισχύει κάθε άλλης
άντίθετης διατάξεως Νόμου κατά τό άρθρο 28 παρ. 1 τού Συντάγματος.
Καί σύμφωνα μέ τό άρθρο 3
παρ. 1 τού Συντάγματος οί Γνήσιοι ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί, οι όποιοι τηρούν
άπαρασαλεύτως τούς ιερούς Άποστολικούς καί Συνοδικούς Κανόνες καί τίς ιερές
Παραδόσεις τής ’Ανατολικής Όρθοδόξου τοΰ Χριστού Εκκλησίας, απολαμβάνουν όχι μόνο άνεμπόδιστα
κάθε θρησκευτικής έλευθερίας, άλλά καί άποτελοϋν μέλη της έπικρατούσης
θρησκείας στην Ελλάδα.
Εφαρμόζοντας μέ συνέπεια
τίς παραπάνω συνταγματικές επιταγές τοΰ θεσπισθέντος τότε Συντάγματος καί
σύμφωνα μέ τήν διεθνή σύμβαση της Ρώμης, στά έπίσημα Πρακτικά, της
Ε'Αναθεωρητικής Βουλής τών Ελλήνων περιελήφθη ειδική δήλωσις τοΰ άρμοδίου
Ύπουργοΰ κατά τήν όποια: «Οί οντως αντοαποκαλούμενοι Γνήσιοι ’Ορθόδοξοι
Χριστιανοί Παλαιοημερολογΐται δύνανται νά τελοϋν άκωλύτως τά λατρευτικά τους
καθήκοντα». (Συνεδρία β' της Τετάρτης, 23ης ’Απριλίου 1975, βλ. καί Υπόμνημα Π.
Σμαΐλη, έπιτ. Γεν. Διευθυντοϋ Ύπουργείου Δικαιοσύνης, Γνωμοδότησιν, Φ.
Σπυρόπουλου, καθηγητοΰ τοΰ Συνταγματικού Δικαίου τοΰ Πανεπιστημίου ’Αθηνών καί
Θ. Θεοδωρόπουλου, Δικηγόρου παρ’ Άρείω Πάγω στά «Πάτρια», ’Επισκόπου
Πενταπόλεως, Καλλιοπίου Γιαννακουλοποΰλου, Πειραιεύς 1994, σελ. 119 έπ.).
’Αναγνωρίζονται άπό τό
κράτος ώς ’Ορθόδοξοι Κληρικοί. (Άπόφασις 30.09.1985 Υπουργείου Υγείας Προνοίας
καί Κοινωνικών Ασφαλίσεων).
Τελοϋν άνεμπόδιστα όλες
τίς ’Ορθόδοξες 'Ιεροπραξίες σέ ιδιαίτερους Ναούς, οί όποιοι λειτουργούν ή άνε-
γείρονται μέ κανονική κρατική άδεια. (Εγκύκλιοι Υπουργείου Χ.Ο.Π. 137/15.10.81
καί 91/01.06.82).
Τά τελούμενα άπό αυτούς
Ιερά Μυστήρια, (Βαπτίσεις, Γάμοι), άναγνωρίζονται άπό τήν Ελληνική Δικαιοσύνη.
ΓΑγγ. Μπουρόπουλου, Εισαγγελέως, Γνωμοδότησις ύπ. άριθ. 1/71/1947 Θέμις, έτ.
ΝΗ' 1.2-15.3.1947σελ. 70-1, άπόφασις Πολυμελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς,
1513/1947 κ.λπ.)·
Καί καταχωροΰνται στά
Ληξιαρχικά Βιβλία τοϋ Κράτους μέ τήν άπόφασι τοϋ Υπουργείου των ’Εσωτερικών.
(Βλ. εγκύκλιο ύπ. άριθμ. 62/5.4/1969 μέ θέμα «Καταχώρησις έν τοίς Ληξιαρχικούς
Βιβλίοις Γάμων καί Βαπτίσεων τελουμένων υπό Παλαιοημερολογιτών Έφημερίων». Τά
Μυστήρια τά τελούμενα από Παλαιοημερολογίτες κληρικούς καταχωροΰνται μέ βάσιν
πρόσφατη απόφαση τοϋ Υπουργού των Εξωτερικών κ. Θ. Πάγκαλου καί στά Ληξιαρχικά
Βιβλία τών Ελληνικών Προξενείων τοϋ εξωτερικού). (613/2.4/96)
Σύμφωνα μέ τίς αποφάσεις
τής όλομελείας τοϋ Άρειου Πάγου 378 καί 379 τοϋ 1980, οί Παλαιοημερολογίτες δέν
είναι ούτε σχισματικοί ούτε αιρετικοί.
Σύμφωνα, τέλος, μέ τίς
αποφάσεις 494/1997 καί 495/ 1997 τοϋ Συμβουλίου της ’Επικράτειας δέν είναι ή
Νεοημερολογιτική Σύνοδος τής Εκκλησίας τής Ελλάδος αρμόδια νά άποφαίνεται γιά
τήν ιδιότητα τών κληρικών καί τών μοναχών τών Παλαιοημερολογιτών. Μέ βάση τίς
αποφάσεις αυτές καί ό Υπουργός ’Εθνικής Άμύνης κ. ’Απόστολος-’Αθανάσιος
Τσοχατζόπουλος έξέδωκε άπόφασιν μέ τήν όποιαν καθορίζεται «όπως στό έξής
αρμόδια άρχή γιά ν’ άποφαίνεται σχετικά μέ τήν Ιδιότητα τοϋ θρησκευτικού
λειτουργού ή μοναχού τής θρησκευτικής κοινότητος τών όπαδών τοϋ παλαιού
έορτολογίου (Παλαιοημερολογιτών), είναι ή οίκεία 'Ιερά Μητρόπολη στήν όποια
αύτή άνήκει. Γιά τήν έγκυρότητα τής παραπάνω ιδιότητος θά άποφαίνεται ή άρμόδια
'Ιερά Σύνοδος τής προαναφερομένης κοινότητος».
Αυτό σημαίνει ότι
εξισώνονται πλέον καί στό θέμα αυτό οί Παλαιοημερολογίτες μέ τούς
Νεοημερολογΐτες καί απαλλάσσονται από την υποχρέωση στρατεύσεως οί κληρικοί, οί
μοναχοί καί οί δόκιμοι μοναχοί πού ακολουθούν τό ’Ορθόδοξον Έορτολόγιον.
Σύμφωνα, λοιπόν, μέ τό
Συνταγματικό Δίκαιο, την κείμενη κοινή Νομοθεσία καί την πάγια Νομολογία των
Ελληνικών Δικαστηρίων ή νομική θέση τής ’Εκκλησίας τού Πατρίου Εορτολογίου
είναι σαφής καί δέν χρήζει καμμιάς περαιτέρω άναγνωρίσεως. Οί
Παλαιοημερολογίτες δύνανται νά τελούν άκωλύτως τά λατρευτικά τους καθήκοντα,
σύμφωνα πρός τούς «ιερούς Άποστολικούς καί Συνοδικούς Κανόνες καί τίς ιερές
Παραδόσεις», όπως έκεΐ αύτά ρυθμίζονται καί προβλέπονται.
Ή άναγνώριση των
Παλαιοημερολογιτών άπό τήν Πολιτεία είναι υπαρκτή καί δεδομένη κατά τό
Σύνταγμα.
Εκείνο τό όποιο
άπαιτεΐται είναι νά τηρούν καί νά σέβονται όλα τά όργανα τής Πολιτείας τίς
Συνταγματικές καί τίς σχετικές διατάξεις τού κοινού Δικαίου καί νά διασφαλίζουν
έτσι τήν άκώλυτη άσκηση τών λατρευτικών δικαιωμάτων τών ’Ορθοδόξων
Παλαιοημερολογιτών.
Αυτό είναι πρώτιστο
καθήκον τής Πολιτείας, γιατί σύμφωνα μέ τό άρθρο 25 § 1 τού Συντάγματος: «Τά
δικαιώματα τού άνθρώπου, ώς άτόμου καί ώς μέλους τού κοινωνικού συνόλου, τελούν
υπό τήν εγγύηση τού Κράτους· όλα τά κρατικά όργανα ύποχρεούνται νά διασφαλίζουν
τήν άνεμπόδιστη άσκησή τους».
Τό παλαιοημερολογιτικόν
Λίγοι έχουν, δυστυχώς,
έννοήσει τήν σημασία του «παλαιοημερολογιτικοϋ», όπως ονομάζεται, ζητήματος. ΟΙ
περισσότεροι αποδίδουν σέ στενοκεφαλιά τοϋ άγραμ - μάτου λαού τήν άντίδρασι των
Παλαιοημερολογιτών, δείγμα κι αυτό τής βαθειάς περιφρονήσεως πού τρέφουν οι
οίηματίες εγγράμματοι πρός τούς άγραμμάτους. "Ομως οί αγράμματοι αυτοί,
γιά νά άντιδράσουν όπως άντέδρασαν, θά έπρεπε νά έχουν, αν μή τι άλλο,
θρησκευτικόν ζήλο καί ένδιαφέροντα πνευματικά, πού τά έστερεΐτο ή μάζα τών
αδιαφορών πού άκολούθησαν, χωρίς καν νά γνωρίζουν πώς τίθεται τό πρόβλημα, τήν
πλειοψηφία τών Ιεραρχών. Κανείς άπό τούς φωτισμένους θεολόγους καί όπαδούς των
δέν έδειξε πάντως σημεία άγωνίας μπροστά στό φαινόμενο τοϋ διαχωρισμού τής
έλληνικής Εκκλησίας, ούτε ζήτησε νά βρή μιά άπάντησι στήν γεμάτη πόνο κραυγή
τόσων χιλιάδων πιστών. Ή πλειοψηφία ήταν μέ τό μέρος των. Οί αριθμοί πάντοτε
τούς έδιναν τό αίσθημα τής άσφαλείας. Στήν πραγματικότητα όμως, ούτε τούς
άριθμούς δέν είχαν μέ τό μέρος των. Γιατί αν ήταν λίγες χιλιάδες οί
Παλαιοημερολογίτες καί έκατομμύρια οί άκολουθήσαντες τό νέο Ημερολόγιο, όμως
αυτές οί λίγες χιλιάδες ήταν χιλιάδες πιστών, πονούντων τήν ’Εκκλησία. Ένώ μέσα
στά έκατομμύρια τών άδιαφόρων, τών ύλιστών, τών άθέων, όπαδών τοϋ νέου
Ημερολογίου, ήταν ζήτημα άν μπορούσες νά βρής λίγες χιλιάδες πραγματικών
πιστών. Έχλεύασαν μόνον τούς απλοϊκούς αύτούς νέους όμολογητάς τής ’Ορθοδοξίας,
λέγοντας ότι από δεισιδαιμονία δέν θέλουν νά διορθώσουν τό ώρολόγι τους πού δέν
πάει καλά.
"Ομως δέν ήταν έκεϊ
τό πρόβλημα. Δέν είχαν δίκιο νά κατηγορούν τούς Παλαιοημερολογίτες, ότι
μαλώνουν γιά ένα Ημερολόγιο. Τό ζήτημα δέν ήταν ποιό άπό τά δύο Ημερολόγια
είναι σωστό. Είναι γνωστό, ότι καί τά δύο Ημερολόγια είναι άνακριβή. Ούτε οί
Παλαιοημερολογίτες έπέμειναν στό παλιό Ημερολόγιο, ούτε οί Νεοημερολογϊτες
έφεραν τό νέο Ημερολόγιο γιά λόγους άστρονομικής ακρίβειας.
Ή αλλαγή τού ημερολογίου
ήταν ή πρώτη πράξη τού Οικουμενισμού, ή πρώτη έμπράγματη εφαρμογή του. Μέ τήν
εισαγωγή τού δυτικού έορτολογίου στήν Εκκλησία τής Ελλάδος πραγματοποιήθηκε ή
έορτολογική ένωσή της μέ τούς Παπικούς καί τούς Προτεστάντες. Τά στάδια τής
ένώσεως των ’Ανατολικών μέ τούς Δυτικούς είχαν περιγράφει επίσημα στήν περίφημη
έγκύκλιο «πρός τάς απανταχού ’Εκκλησίας τού Χριστού», πού κυκλοφόρησε τό
Οικουμενικό Πατριαρχείο σ’ όλες τίς αιρετικές καί ορθόδοξες Εκκλησίες τό 1920,
τέσσερα χρόνια πρίν άπό τήν αλλαγή τού ημερολογίου στήν Ελλάδα (βλέπε I.
Καρμίρη, «Δογματικά καί Συμβολικά Μνημεία τής Όρθοδόξου ’Εκκλησίας», τόμος β).
Στήν έγκύκλιο αύτή, ή αλλαγή τού έορτολογίου περιγράφεται σάν τό πρώτο βήμα, ή
πρώτη φάση τής ένώσεως των ’Εκκλησιών, πού πρέπει νά προηγηθή όλων τών άλλων.
Ό λόγος όμως τής άρνήσεως
τών Παλαιοημερολογιτών νά συμμορφωθούν ήταν θεολογικώτατος καί έπήγαζε από
βαθειά έκκλησιαστική συνείδησι. Πράγματι, ή λειτουργική αρμονία τής Εκκλησίας
τοϋ Χριστού διεκυβεύετο χάριν πολιτικών συμφερόντων. Με τήν αλλαγή τοΰ
Ημερολογίου έπήρχετο διάσπασις τής λειτουργικής σύμπνοιας μεταξύ τής έλληνικής
Εκκλησίας καί όλων των άλλων όρθοδόξων Εκκλησιών, οί όποιες διατηρούν μέχρι
σήμερα τό παλιό Ημερολόγιο. Καί δεν έπρόκειτο μόνον γιά μιά ακαταστασία στή
λειτουργική ζωή τής στρατευομένης Εκκλησίας, αλλά διεκόπτετο καί ή συνέχεια τής
λειτουργικής ζωής τής στρατευομένης μέ τήν θριαμβεύουσα Εκκλησία.
'Όταν στήν Ελλάδα οί
καμπάνες καλούν τούς πιστούς νά γιορτάσουν τά Χριστούγεννα καί οί ψαλτάδες
ψέλνουν χαρμόσυνα τό «Χριστός γεννάται, δοξάσατε», τά εκατομμύρια τών Όρθοδόξων
αδελφών μας σ’ όλόκληρο τόν υπόλοιπο κόσμο καί στό "Αγιον Όρος βρίσκονται
ακόμη στήν Σαρακοστή, καί δέν άκούν τίς καμπάνες, ούτε ψέλνουν μαζί μας τούς
χαρούμενους ύμνους τών Χριστουγέννων.
Τί χειρότερο μπορεί νά
φαντασθή κανείς γιά τήν Εκκλησία άπό τή διάσπασι αύτήν τής λειτουργικής
σύμπνοιας, πού μας άπομακρύνει ψυχικά, όχι μόνον άπό τούς άλλους ’Ορθοδόξους,
άλλά καί άπό τούς πρό ήμών ’Ορθοδόξους, άπό τήν θριαμβεύουσα ’Εκκλησία τών έν
Χριστφ κοιμηθέντων, άπό τούς άγιους πού έώρταζαν καί λειτουργούσαν μέ τό παλιό
Ημερολόγιο, πού άρνηθήκαμε εμείς;
Τόσοι κόποι τών Πατέρων
μας, τόσαι Σύνοδοι χρειάσθηκαν γιά νά θεσπισθή τό έορτολόγιο αύτό. Καί όλα αύτά
γιά νά ύπάρξη λειτουργική εύρυθμία μεταξύ τών Χριστιανικών ’Εκκλησιών. Γιατί
αύτή ή εύρυθμία και σύμπνοια έκφράζει την έσωτερική λειτουργική ένότητα τής
’Εκκλησίας. Αυτή είναι πού κάνει τήν Εκκλησία καί αίσθητώς Μία, παρά τήν
πολλαπλότητα των κατά τόπους Εκκλησιών. Τήν Εκκλησία δέν τήν ένοποιεΐ, όπως
νομίζει ό Παπισμός, ή σκληρή πειθαρχία καί ή ύπακοή σέ μιά καθωρισμένη
ιεραρχία, πού έχει για κορυφή ένα καί μόνο άτομο, πού ισχυρίζεται, ότι
άντικαθιστά τόν Χριστό έπί τής γής, άλλά ή μυστική κοινωνία στό σώμα καί στό
αίμα τοϋ Χριστού. Κάθε έκκλησία, όπου τελείται ή Θεία Εύχαριστία καί όπου είναι
συναγμένοι οι πιστοί «έπί τό αύτό», αποτελεί τήν ώλοκληρωμένη είκόνα τής Μιας,
'Αγίας, Καθολικής καί Άποστολικής ’Εκκλησίας. Αύτό πού κάνει, ώστε μία ένορία
νά άποτελή ένα σώμα με τίς άλλες ενορίες καί μία επισκοπή νά άποτελή ένα σώμα
μέ τίς άλλες επισκοπές, είναι ή μυστική κοινωνία όλων στό σώμα καί τό αίμα τού
Χριστού, έν Άγίω Πνεύματι καί άληθεία.
Ή ένότης λοιπόν τής
’Εκκλησίας είναι δεσμός μυστικός, πού χαλκεύεται κατά τήν Θεία Ευχαριστία, όταν
οί πιστοί μεταλαμβάνουν τό σώμα καί τό αίμα τού Χριστού. Οί Χριστιανοί είναι
ένα σώμα, τόσο όσοι ζούνε σήμερα έπάνω στή γή, όσο καί αυτοί πού έζησαν πρίν
άπό μάς στούς αιώνες πού πέρασαν, καί όσοι θά ζήσουν στά χρόνια πού θάρθουν, κι
αύτό γιατί έχουμε κοινή ρίζα, τό σώμα τού Χριστού. «Εις άρτος, έν σώμα οί
πολλοί έσμεν· οί γάρ πάντες έκ τού ένός άρτου μετέχομεν». (A' Κορι. ι', 17).
Δέν είναι λοιπόν
διοικητική, δέν είναι πειθαρχική, ούτε όργανωτική ή ένότης τής ’Εκκλησίας, άλλά
λειτουργική. Γι’ αύτό έχει τόσο μεγάλη σημασία τό έορτολόγιο. Ή ένότης πού
πηγάζει άπό τήν Θεία Εύχαριστία, την μία Πίστι καί τό ένα Βάπτισμα, παύει νά
είναι έξωτερικά έκδηλη, δταν υπάρχει λειτουργική αναρχία. Ή μορφή καί τά λόγια
τής Λειτουργίας έχουν καθορισθή, ώστε όλες οι έκκλησίες νά λατρεύουν κατά τόν
ίδιο τρόπο τόν Θεό. Καί τά μηναία περιέχουν, τό τί θά ψαλή σέ κάθε έορτή. Έτσι
καμμιά παραφωνία δεν μπορεί νά διαταράξη τήν λειτουργική άρμονία, γιατί ή
μουσική καί ή εικονογραφία, πού λέγονται κι αύτές λειτουργικές τέχνες, έχουν τό
ίδιο καθορισθή, ώστε νά μή μπορή ό κάθε άγιογράφος ή ό κάθε ψάλτης νά
εικονογραφή ή νά ψάλλη κατά τήν φαντασία του, άλλά νά είναι αναγκασμένος νά
προσαρμόση τήν προσωπική του τέχνη καί τήν Ικανότητα στά πρότυπα τοϋ πιό
αυστηρού πνευματικού ρεαλισμού. ’Έτσι έχει καθορισθή καί τό έορτολόγιο, γιά νά
μή μπορή ό κάθε ίερεύς νά έορτάζη, όποτε θέλη τίς έορτές πού θέλει, άλλά νά
ύπάρχη πλήρης κοινωνία προσευχών άνάμεσα σ’ όλους τούς πιστούς τής γής.
"Ο,τι λοιπόν κάνει ό
ζωγράφος, πού ζωγραφίζει κατά τά δικά του γούστα τίς εικόνες τής Εκκλησίας,
περιφρονώντας τήν παράδοσι, όπως καταστρέφει τήν λειτουργική εύρυθμία ό ψάλτης,
πού άντί νά ψάλλη, τραγουδάει μέσα στήν έκκλησία θεατρικά, έτσι έχάλασαν τήν
λειτουργική άρμονία τής ’Ορθοδόξου Εκκλησίας οί Έλληνες ίεράρχαι, πού
άποφάσισαν νά άκολουθούν στήν Ελλάδα άλλο έορτολόγιο, διαφορετικό άπό έκεινο
πού άκολουθούν οί άλλες ’Ορθόδοξες Έκκλησίες καί τό "Αγιον "Ορος.
Έτσι άλλον άγιον έορτάζουν καί άλλα τροπάρια ψάλλουν στό "Αγιον
"Ορος, καί άλλον άγιον έορτάζουν καί άλλα τροπάρια ψάλλουν στήν
Θεσσαλονίκη· άλλη μέρα έορτάζεται ή Μεταμόρφωσις τού Κυρίου στήν ’Αθήνα καί
άλλη στά Ιεροσόλυμα, στην ’Αντιόχεια ή στη Μόσχα.
Τό πόσο τραγική είναι
αυτή ή παραφωνία, είναι δύσκολο νά γίνη άντιληπτό στή χώρα μας, λόγω των
αποστάσεων. Γίνεται όμως πολύ οδυνηρά άντιληπτό άπ’ αύτόν πού ταξιδεύει στήν
Ευρώπη, καί ό όποιος βλέπει μέσα στήν ίδια πόλι, σέ γειτονικές συνοικίες, τούς
μέν Ρώσους νά έορτάζουν άλλη έορτή, τούς δέ Έλληνας άλλη. "Η άκούει τίς
καμπάνες τής έλληνικής Εκκλησίας νά καλούν τούς πιστούς, όταν οί καμπάνες τής
ρωσικής ’Εκκλησίας παραμένουν βουβές. Καί διερωτάται τότε, άν καί οί δύο
’Εκκλησίες είναι ’Ορθόδοξες.
Δέν έγινε λοιπόν
άντιληπτό στήν Ελλάδα, τό πόσο σοβαρά ύποχώρησις υπήρξε πρός τά στοιχεία τοϋ
κόσμου, καί τί πλήγμα κατεφέρετο κατά τής ’Εκκλησίας μέ τήν κατάργησι τοϋ
παλιού καί τήν εισαγωγή τοϋ νέου έορτολογίου. ’Αλλά καί άν μερικοί τό
άντελήφθησαν, δέν είχαν τήν δύναμι νά σηκώσουν τό άνάστημά τους καί νά κηρύξουν
τήν άλήθεια. Κανένας σοφός καί κανένας δυνατός, κατά κόσμον, δέν βρήκε λέξεις
νά διαμαρτυρηθή. Έτσι άπεδείχθη γιά πολλοστή φορά, ότι «ό Θεός τά άσθενή τοϋ
κόσμου έξελέξατο, ϊνα καταισχύνη τά ισχυρά» καί ότι «έμώρανεν ό Θεός τήν σοφίαν
των σοφών». Γιατί, ένώ οί σοφοί σιωπούσαν καί άπεδέχοντο, οί άγράμματοι πιστοί
έξεγείροντο. Καί αυτοί «ούχ ώσπερ οί μωροί τοϋ κόσμου σοφοί μωρά έλάλησαν». Δέν
άναλύθηκαν σέ αστρονομικές θεωρίες καί μαθηματικούς ύπολογισμούς, αλλά μίλησαν
στό όνομα τής παραδόσεως, τήν οποία αίσθάνονταν σάν πράγμα Ιερό, πού δέν μπορεί
κανείς νά τό καταπατή, χάριν τής συνεχώς άπαρνουμένης τίς άπόψεις της έπιστήμης
ή τοϋ πολιτικού καί οικονομικού συμφέροντος μιας χώρας.
’Αλλά «τούς διδακτούς
Θεού οί μαθηταί των σοφών τοϋ αιώνος τούτου άνθρώπων ηγούνται μωρούς». Έτσι άπό
την αρχή καί μέχρι σήμερα τούς Παλαιοημερολογί - τας τούς θεωρούν μωρούς,
θρησκόληπτους, δεισιδαίμονας κ.τ.τ. καί χαίρονται γιά τήν δική τους γνώσι, πού
τούς κάνει νά στέκωνται πάνω άπό αύτές τίς «λεπτομέρειες» καί νά μή δημιουργούν
ζητήματα γιά τό «τίποτε».
Νεοημερολογιτισμός ίσον
Οικουμενισμός
Οί Νεοημερολογϊτες
ισχυρίζονται, ότι διώρθωσαν τό ήμερολόγιο γιά καθαρά άστρονομικούς λόγους.
Ήταν, λέγουν, ντροπή νά άκολουθούμε ένα λανθασμένο καί απηρχαιωμένο ήμερολόγιο.
Πολύ καλά. Τήν ’Εκκλησία βέβαια δέν τήν ενδιαφέρει ή άστρονομική άκρίβεια τού
ήμερολογίου, τήν ένδιαφέρει μόνον ή λειτουργική καί έ- ορτολογική ένότητα καί
τάξη των κατά τόπους ’Εκκλησιών. ’Αλλά έστω, ας υποθέσουμε, ότι πράγματι γιά
τήν έπιστημονική άκρίβεια άγωνιούσαν οί άνθρωποι αύτοί. Τότε, γιατί δέν
διώρθωσαν πράγματι τό ήμερολόγιο μέ βάση τά έπιστημονικά δεδομένα τού 20ου
αιώνος, άλλά έφήρμοσαν ένα έπίσης λανθασμένο ήμερολόγιο χρονολογούμενο άπό τόν
16ο αιώνα, τό ήμερολόγιο τού Πάπα Γρηγορίου τού ΙΓ';
Γιατί δέν έφήρμοσαν τό
τόσο μελετημένο τού Πέτρου Δραγγίτς, πού υπεβλήθη στό δήθεν πανορθόδοξο
συνέδριο τής Κωνσταντινουπόλεως τού 1923;
Διότι ό πραγματικός
σκοπός δέν ήταν ή έπιστημονική διόρθωση τού ήμερολογίου, πράγμα έντελώς άχρηστο
άπό έκκλησιαστικής άπόψεως. Ό πραγματικός σκοπός ήταν ή έορτολογική ένωση των
«Εκκλησιών», καί αυτή δεν μπορούσε νά πραγματοποιηθή, παρά μόνον με τήν
προσχώρηση των ’Ορθοδόξων στό Γρηγοριανό ημερολόγιο των Παπικών καί τών
Προτεσταντών, γιά νά έχουν όλοι τό ίδιο έορτολόγιο καί νά άρχίση άπό κάπου νά πραγματοποιηται
τό πρώτο στάδιο τοϋ Οικουμενισμοϋ: ή ένωση τών Χριστιανικών λεγομένων
’Εκκλησιών.
Δέν είναι λοιπόν άπό
παθολογική άγάπη πρός δεκατρείς (13) χαμένες ήμέρες, πού οί Παλαιοημερολογίτες
έκοψαν τήν εκκλησιαστική κοινωνία μέ τήν καινοτόμο ’Εκκλησία, αλλά γιά νά
μείνουν ’Ορθόδοξοι. Νεοημερολογιτισμός ίσον Οίκουμενισμός, ίσον άρνηση τής
’Αλήθειας, άρνηση τής ’Εκκλησίας τής Μιας καί 'Αγίας, άρνηση τής Ίεράς
Παραδόσεως, άρνηση τής συνεχούς παρουσίας τοϋ 'Αγίου Πνεύματος μέσα στήν
’Εκκλησία. Οί Νεοημερολογΐτες έκήρυξαν λανθασμένη τήν έορτολογική τάξη τών
Πατέρων τής ’Εκκλησίας, άνέτρεψαν τήν έορτολογική σχέση μεταξύ πασχαλίου καί
άκινήτων έορτών, κατήργησαν νηστείες, μετέτρεψαν άκίνητες έορτές σέ
κινητές π,χ. τοϋ 'Αγ. Γεωργίου κατέστρεψαν τήν έορτολογική άρμονία καί
ένότητα τής ’Εκκλησίας τής Ελλάδος καί τών άλλων ’Ορθοδόξων ’Εκκλησιών, πού δέν
άλλαξαν έορτολόγιο, καί όλα αυτά γιά νά συνεορτάζουν μέ τούς αιρετικούς τής
Δύσεως. Προτίμησαν νά έορτάζουν, όταν οί άλλοι άδελφοί τους ’Ορθόδοξοι
νηστεύουν, γιά νά πανηγυρίζουν μέ τούς Παπικούς καί τούς Προτεστάντες. Καί τί
έγινε μέ τίς άποφάσεις τών Συνόδων τοϋ 1583, τοϋ 1587 καί τοϋ 1593, οί όποιες
επανειλημμένος «είχον άφορίσει, πάντας όσους θά έδέχοντο τήν γρηγοριανήν
μεταρρύθμισιν»; Έκαναν, πώς δέν τίς ήξεραν, ή τίς περιφρόνησαν μέ τήν
μεγαλύτερη άδιαντροπιά.
Αγωνιζόμαστε, λοιπόν, γιά
νά μείνουμε ’Ορθόδοξοι, παρά τή σύγχρονη αίρεση τού Οίκουμενισμού, πού έχει
διαβρώσει τά πάντα μέσα στην κρατική ’Εκκλησία. Μή πιστέψετε ποτέ αύτούς πού θά
θελήσουν νά σας άπατή - σουν μέ τό συνηθισμένο ψέμα γιά τούς άφελεΐς. Θά σας
πουν: «Τί σ’ ένδιαφέρει εσένα, αν ό Πατριάρχης είναι αιρετικός καί αν ό
’Αρχιεπίσκοπος καί οί Μητροπολίτες μνημονεύουν τόν Πατριάρχη; ’Αρχηγός μας δέν
είναι ό Πατριάρχης, άλλά ό Χριστός. ’Εμείς ξέρουμε τήν καρδιά μας καί τήν πίστη
μας. Είμαστε ’Ορθόδοξοι. Ό Πατριάρ χης άς κηρύττη, όποια αίρεση θέλει. Ό
’Αρχιεπίσκοπος άς μνημονεύη, όποιον αιρετικό θέλει. Αύτοί θά δώσουν λόγο γιά
τήν ψυχή τους κι εμείς γιά τήν δική μας. Έξ άλλου, έμείς είμαστε πρόβατα καί
δέν μάς πέφτει λόγος. Έχουσι γνώσιν οί ποιμένες»! Ό Χριστός είπε, ότι πρός τόν
Πατέρα δέν μπορεί νά πλησιάση κανείς, παρά μόνον διά τοϋ Υιού. Έτσι καί πρός
τόν Υίό δέν μπορεί νά πλη- σιάση κανείς παρά μόνον διά τής ’Εκκλησίας.
Χριστιανός δέν μπορεί νά ύπάρξη σάν άτομο, υπάρχει μόνο σάν μέλος τής
Εκκλησίας. Καί ή ’Εκκλησία υπάρχει μόνον, όπου όμολογείται ή ’Αλήθεια. ’Εκεί
όπου όμολογείται ό Οικουμενισμός, δηλαδή τό ψεύδος, δέν υπάρχει Έκκλησία, δέν
ύπάρχει Χριστός. Καί μή νομίσετε, ότι χρειάζεται νά άνεβή κανείς στόν άμβωνα
καί νά κάνη οίκουμενιστικό κήρυγμα, άν καί πόσο συχνά δέν γίνεται κι αυτό. Στήν
’Εκκλησία ομολογούμε τήν πίστη μας μέ τό όνομα τού ’Επισκόπου πού μνημονεύουμε.
Οί ’Ορθόδοξοι μνημονεύουν ’Ορθόδοξο ’Επίσκοπο, οί Άρειανοί Άρειανό, οί Μονοφυσΐτες
Μονοφυσίτη, οί Εικονοκλάστες Εικονοκλάστη, οί Ούνΐτες Ουνίτη καί οί
Οίκουμενιστές Οίκουμενιστή. Μπορεί τά πάντα νά φαίνωνται ορθόδοξα μέσα στην
Εκκλησία, όμως ό Επίσκοπος πού θά μνημονεύση ό παππάς, θά μάς κάνη νά
καταλάβουμε ποϋ βρισκόμαστε. Σέ μιά Ουνιτική εκκλησία τά πάντα φαίνονται
όρθόδοξα. Ίσως μάλιστα καί ή γενειάδα καί τά μαλλιά τοϋ παππά νά είναι πιό
μακρυά από των ’Ορθοδόξων καί ή ψαλμωδία πιό βυζαντινή καί οί εικόνες πιό
αυστηρές καί τό «Πιστεύω» ακόμη νά είναι χωρίς τό «φιλιόκβε». Όμως ό παππάς
μνημονεύει τόν ’Επίσκοπο των Ούνιτών καί ό ’Επίσκοπος των Ουνιτών μνημονεύει
τόν Πάπα καί όλη ή φαινομενική ’Ορθοδοξία πάει περίπατο. Μπορείτε νά πήτε, ότι
δέν σάς ένδιαφέρει, τί μνημονεύει ό παππάς, άφοϋ εσάς ή καρδιά σας είναι
’Ορθόδοξη; Θά μένατε νά κοινωνήσετε σέ μιά Ούνίτικη έκκλησία; Όμως σέ μιά
Νεοημερολογιτική έκκλησία μένετε. Όλα φαίνονται όρθόδοξα. Ό παππάς μπορεί νά
έχη άκόμη στήν ένορία σας γένεια καί μαλλιά καί μπορεί νά μή σάς έχουν στείλει
άκόμη «προοδευτικόν» Ιεροκήρυκα. Όμως ποιόν ’Επίσκοπο μνημονεύει ό παππάς; Καί
αυτός ό Έπίσκοπος ποιούς Πατριάρχας καί ’Αρχιεπισκόπους καί Συνόδους μνημονεύει
έκφώνως ή στά δίπτυχα; Μνημονεύουν τόν Κωνσταντινουπόλεως Δημήτριο - άν μάλιστα
εΐσαστε στή Βόρειο Ελλάδα, όταν λειτουργή ’Επίσκοπος θά ακούσετε τό μνημόσυνο
τοϋ Δημητρίου έκφώνως. Καί ό Δημήτριος (καί ό σημερινός Βαρθολομαίος) ποιόν
έχει γραμμένον στά δίπτυχα καί τόν μνημονεύει σέ κάθε λειτουργία; Τόν
«πρεσβύτερο άδελφό του», όπως τόν όνομάζει σέ κάθε ευκαιρία, τόν Πάπα Ρώμης
Παύλο τόν ΣΤ'ή τόν σημερινό Βοϊτύλα. Γιατί λοιπόν φεύγετε άπό τούς Ουνίτες,
άφοϋ έτσι καί άλλιώς τόν Πάπα μνημονεύετε;
Τό μικρόν ποίμνιον
Πρόβατα είμαστε, άλλά
πρόβατα λογικά. Επομένως μάς πέφτει λόγος. 'Όσο γιά τούς ποιμένες, ό Ποιμήν ό
καλός μάς έχει προειδοποιήσει, ότι πολλοί άπ’ αυτούς είναι κλέπται καί λησταί,
μή εισερχόμενοι διά τής θύρας. Τά λογικά πρόβατα ακολουθούν τόν καλό ποιμένα,
«ότι οΐδασι την φωνήν αύτοϋ άλλοτρίω δέ ού μή ακόλουθήσωσιν, άλλά φεύξονται άπ’
αύτοϋ, ότι ούκ οΐδασι των άλλοτρίων τήν φωνήν».
Ό Οίκουμενισμός είναι
φωνή άλλοτρίων. Οί οίκουμενισταί ποιμένες, όσο καί άν θέλουν νά φαίνωνται
’Ορθόδοξοι, γιά νά έξαπατήσουν, είναι στήν πραγματικότητα «λύκοι εν προβάτου
δορά φθοράν προβάτων κατεργαζόμενοι». Τά πρόβατα τού Χριστού κατάλαβαν μέ
ποιούς έχουν νά κάνουν καί έφυγαν μακρυά άπό τούς λυκοποιμένες, κατά τήν έντολή
τού Χριστού, των ’Αποστόλων, των Πατέρων. Καί ή παρεμβολή των λυκοποιμένων τούς
ονόμασε χλευαστικά «Παλαιοημερολογίτες», όπως ώνόμαζαν κάποτε χλευαστικά τούς
Χριστιανούς «Ναζωραίους». «Ό όχλος ούτος ό μή γινώσκων τόν νόμον»! Άλλά
ξέχασαν, ότι «τά άσθενή τού κόσμου καί τά έξουθενημένα έξελέξατο ό Θεός, ΐνα
τούς σοφούς καταισχύνη». Οί ’Ορθόδοξοι, οί γνήσιοι ’Ορθόδοξοι, ήσαν πάντοτε τό
μικρόν ποίμνιον, πάντοτε χλευαζόμενοι, πάντοτε διωκόμενοι. Άλλ’ ό Κύριος είπε:
«Μή φοβοϋ τό μικρόν ποίμνιον ότι ηύδόκησεν ό Πατήρ μου δούναι ύμΐν τήν
βασιλείαν». Τί ήταν οί πρώτοι Χριστιανοί γιά τούς Εβραίους πού δέν πίστεψαν,
δηλαδή τήν μεγάλη πλειο- ψηφία; Τί ήταν γιά τούς αύτοθαυμαζόμενους γιά τήν
κοσμική σοφία τους Εθνικούς; Ρωτήστε τήν συνείδησή σας καί θά σας άπαντήση:
«Ηταν κάτι σάν τούς σημερινούς Παλαιοημερολογίτες».
Πόσο μικρό ήταν πάντοτε
τό ποίμνιο τού Χριστού! «Τό μικρόν ποίμνιον». Καί τί σαθρά πήλινα καί όστράκινα
σκεύη είναι όλοι αυτοί, πού έμειναν νά μαρτυρούν στόν σύγχρονο κόσμο τήν
’Αλήθεια. Ό αγράμματος όχλος, «ό μή γινώσκων τόν νόμον», μέ τά πάθη του, καί
τίς διαιρέσεις του, τίς στενοκεφαλιές του. «Μή τις εκ των άρχόντων έπίστευσεν
εις αύτόν, ή έκ των Φαρισαίων;» ρωτούν οί Γραμματείς των Νεοημερολογιτών. «Άλλ’
ό όχλος οϋτος, ό μή γινώσκων τόν νόμον, έπικατάρατοί εισι». «Έγινε μήπως
κανένας θεολόγος Παλαιοημερολογίτης; Έγινε κανένας καθηγητής Πανεπιστημίου
Παλαιοημερολογίτης; Έγινε κανένας από τούς σημερινούς «καθαρούς» ’Επισκόπους
Παλαιοημερολογίτης; .Οχι, κανένας σοφός καί κανένας ισχυρός τού αίώνος τούτου
δέν ακολούθησε τόν αγράμματο όχλο των Παλαιοημερολογιτών, αυτούς τούς «ολίγους»
Γαλιλαίους πού φωνάζουν, πώς δήθεν - άκουσον, άκουσον - ή Έλλαδική ’Εκκλησία
συμφωνεί μέ τόν Άθηναγόρα καί τόν Δημήτριο (καί τόν σημερινό Βαρθολομαίο) καί
κτυπούν τό ξύλο, όπως άλλοτε ό Νώε γιά νά μπουν τά ζώα μέσα στήν Κιβωτό τους.
Κοιτάξτε γύρω σας τί ήσυχα πού κάθονται οί άνθρωποι, τί φρόνημα πού πάνε νά
παντρευτούν καί νά βαπτισθοϋν στίς μεγάλες έκκλησίες, καί μέ τί κατάνυξη βάζουν
στά παιδιά τους τό μύρο τού «πλέον άπαισίου συγκρητιστού Άθηναγόρα», κοιτάξτε
τί πλήθος είναι όλοι αυτοί, καί τί σπουδαίοι άνθρωποι, Ιερείς καί ’Αρχιερείς,
επιστήμονες, άρχοντες, Γραμματείς, Φαρισαίοι, Νομοδιδάσκαλοι. Δέν ξέρουν όλοι
αύτοί καί ξέρουν οί αγράμματοι Παλαιοημερολογίτες;
Οί αγράμματοι
Παλαιοημερολογίτες μπορεί νά μή ξέρουν τίποτε. "Ενα μόνον ξέρουν: ότι
συμφωνούν μέ τούς νεομάρτυρες, τούς ομολογητές, τούς Πατέρες, τούς άνα-
χωρητές, τούς παλιούς μάρτυρες, τούς Αποστόλους. Δέν τούς ένδιαφέρει, άν είναι
λίγοι, γιατί λίγοι ήταν πάντοτε οί πραγματικοί Χριστιανοί, δέν τούς ένδιαφέρει,
άν είναι άδύνατοι, γιατί άδύνατοι ήταν καί οί Απόστολοι, δέν τούς πειράζει πού
είναι άγράμματοι. Γιά ένα πράγμα μόνο άγωνιοϋν: πως νά μείνουν πιστοί στήν
’Ορθοδοξία, πώς νά μείνουν μέσα στήν Εκκλησία, πώς νά τρέξουν στήν Κιβωτό.
Στούς δέ διδασκάλους τών Νεοημερολογιτών, πού ενθαρρύνουν τούς όπαδούς τους μέ
τά πλήθη τής «άνά τήν Οικουμένην Εκκλησίας», άπαντοϋν μέ τόν "Αγιο Θεόδωρο
τόν Στουδίτη: «Εις ευδόκιμων εις τό Θειον, προτιμότερος υπέρ μυριάδας αύθαδεία
σεμνυνομένας. ’Αλλά σύ μέν προτίμησον, ει δοκεΐ, τοϋ σωζομένου Νώε τό
υποβρύχιον πλήθος· έμοί δέ συγχώρησον τοίς όλίγοις τή Κιβωτω προσδραμεΐν».
Ό άγώνας τών
Παλαιοημερολογιτών ήταν καί είναι γιά τήν ’Ορθοδοξία. Ή άλλαγή τοϋ έορτολογίου
δέν ήταν μόνο μία καταπάτηση κανόνων. Ήταν ή άρχή τής κατε- δαφίσεως τών τειχών
τής ’Ορθοδοξίας, μιας κατεδαφίσεως πού προετοιμαζόταν άπό τήν έποχή άκόμη τοϋ
Θεοκλήτου Φαρμακίδη. "Αν οί άγωνισταί τής ’Ορθοδοξίας άπεκλή- θησαν
Παλαιοημερολογίτες, αυτό όφείλεται στό γεγονός, ότι οί εχθροί τής ’Ορθοδοξίας
άπεφάσισαν νά άρχίσουν τήν άνατροπή της μέ τήν εισαγωγή τοϋ παπικοϋ
έορτολογίου. "Αν είχαν άρχίσει άπό άλλοϋ, άλλη θά ήταν τώρα ή μορφή τοϋ
άγώνος καί άλλο τό όνομα τών άγωνιστών τής ’Ορθοδοξίας, πού σήμερα ονομάζονται
Παλαιοημερολογίτες.
Οι έχθροί της ’Ορθοδοξίας
κάνουν, πώς δεν καταλαβαίνουν τό νόημα τοΰ άγώνος των Παλαιοημερολογιτών.
«Πράγμα μεγέθους ό Χριστιανισμός, λέγουν, πνίγεται παρ’ αύτοϊς εις 13 σταγόνας
ύδατος. Αί 13 ήμέραι τοΰ ημερολογίου διαφορά τρομακτική, θέμα σωτηρίας, δόγμα
πίστεως». Κλασσική έκδήλωση άδυναμίας μπροστά στήν άλήθεια ή διαστρέβλωσή της.
Οί Παλαιοημερολογίτες ποτέ δεν αγωνίστηκαν γιά δεκατρείς ήμέρες καί γιά
ήμερολόγια. Ή άστρονομική ακρίβεια ήταν ή δικαιολογία των Νεοημερολογιτών. Οί
’Ορθόδοξοι στήν Ελλάδα τό 1924 είδαν νά άνατρέπεται ή λατρευτική αρμονία της
άνά τόν κόσμο ’Εκκλησίας τοΰ Χριστοΰ, αρμονία που βασίλευε 16 ολόκληρους
αιώνες. Είδαν τήν περιφρόνηση πρός τίς παραδόσεις της Εκκλησίας, είδαν τήν
συγκρητιστική έρωτοτροπία μέ τούς αιρετικούς της Δύσεως, πού ήταν ή πραγματική
αιτία της εισαγωγής τοΰ δυτικοΰ καλενδαρίου, καί τό χειρότερο απ’ όλα είδαν τήν
κρυμμένη άρνηση τοΰ αλάθητου τών άποφάσεων τής Έκκλησίας, πού τελικά φανερώθηκε
σέ όλη της τή δόξα μέ τήν άρση τοΰ αναθέματος κατά τοΰ Παπισμοΰ τό 1965. Μέ
άλλα λόγια άντιλήφθηκαν, ότι τό σκάφος της Έλλαδικης ’Εκκλησίας είχε
προσκρούσει σέ ύφαλο καί άρχισε νά κάνη νερά.
Ή άλλαγή τοΰ ημερολογίου
ήταν ή πρώτη μπαλταδιά στον κορμό τής ’Εκκλησίας, τής οποίας τό κόψιμο
σχεδιαζόταν από μακροΰ. Θά έπρεπε νά είναι τυφλός κανείς γιά νά μή δή καί νά μή
καταλάβη, ότι αύτοί πού έδωσαν τήν πρώτη μπαλταδιά δέν θά σταματούσαν, αλλά θά
συνέχιζαν. Σκοπός τους δέν ήταν ή πρώτη μπαλταδιά, αλλά τό ρίξιμο τοΰ δένδρου.
"Οσοι είχαν εύσέβεια τό κατάλαβαν αυτό πολύ καλά καί βλέπουμε τώρα, ότι
είχαν δίκιο.
Ή αλλαγή τοϋ έορτολογίου
δέν ήταν ένα απλό καί ανεξάρτητο γεγονός, δέν ήτο μιά τυχαία έμπνευση ένός
’Αρχιεπισκόπου ήταν ή πρώτη έκρηξη ένός ήφαιστείου, που έβραζε άπό καιρό έκρηξη
που προμήνυε τίς άλλες εκρήξεις πού άκολούθησαν καί των οποίων είμαστε
μάρτυρες. Έτσι είδαν τό έορτολογικό ζήτημα οι Παλαιοημερολογίτες καί οι καιροί
έδειξαν, ότι είδαν σωστά.
Σημείωσις : ’Αποσπάσματα
έκ των άνθενωτικών έργων τοϋ ΐατροϋ Άλεξ. Καλόμοιρου(+): «Κατά ενωτικών» καί
«Τό σύγκριμα».
ΕΠΙΛΕΓΟΜΕΝΑ
«Ό κόσμος καί ό διάβολος
οδηγούν τήν Εκκλησία σέ τόσο φοβερές δοκιμασίες πού μπορεί νά έλθη ήμερα, δλοι
οί Επίσκοποι μιας χώρας νά έλθουν σέ κοινωνία μέ ιούς αίρετικούς. Τί θά κάνουν
τότε οϊ πιστοί; Τί θά κάνουν οί λίγοι έκεΐνοι πού θά έχουν ιόν ήρωϊσμό νά μήν
ακολουθήσουν τήν μαζα, νά μήν ακολουθήσουν τούς συγγενείς, τούς γειτόνους καί
τούς συμπολίτας των;
Θά πρέπη όλοι οί πιστοί
νά καταλάβουν ότι ή Εκκλησία δέν είναι έκεϊ πού φαίνεται. Οί Λειτουργίες θά
έξακολουθήσουν νά γίνωνται καί οϊ ναοί νά γεμίζουν από πιστούς, όμως ή Εκκλησία
δέν θά έχη καμμία σχέσι μέ τούς ναούς έκείνους, ούτε με εκείνα τά ράσα κι
έκείνους τούς πιστούς. Ή Εκκλησία είναι έκεϊ όπου υπάρχει η άλήθεια. Πιστοί
είναι έκεΐνοι πού συνεχίζουν τήν αδιάκοπη παράδοσι της ’Ορθοδοξίας, τό έργο
αυτό του 'Αγίου Πνεύματος. 'Ιερείς είναι έκεΐνοι πού σκέπτονται, ζούν καί
διδάσκουν όπως οί Πατέρες καί οί 'Αγιοι της Εκκλησίας, ή τουλάχιστον πού δέν
τούς άρνοϋνται μέ τήν διδαχή τους. "Οπου δέν υπάρχει αύτή ή συνέχεια
σκέψεως καί ζωής, είναι πλάνη νά ομιλούμε γιά Εκκλησία, έστω καί αν όλα τά
έξωτερικά φαινόμενα μιλούν γι’ αύτήν.
Πάντα θα βρεθη ένας
κανονικός ίερεύς, χειροτονημένος από έναν κανονικό Επίσκοπο, πού νά άχολουθή
τήν Παράδοση. Γύρω σέ τέτοιους ίερεϊς θά συσπειρώνονται οί μικρές ομάδες των
πιστών πού θά άπομείνουν στό τέλος των καιρών. Αυτές οϊ μικρές ομάδες, θά είναι
ή κάθε μία τους καί από μία τοπική «Καθολική» Εκκλησία του Θεού. Ό πιστός θά
βρίσκη μέσα σ’ αύτές όλο τό πλήρωμα της Χάριτος του Θεού. Δεν θά έχουν ανάγκη
από διοικητικούς η άλλους δεσμούς, γιατί ή κοινωνία πού θά υπάρχη μεταξύ τους
θά είναι ή τελειότερη πού μπορεί νά ύπάρξη. Θά είναι ή κοινωνία στό Σώμα καί τό
Αίμα του Χριστού, ή Κοινωνία στά Πνεύμα τό Άγιο. Οι χρυσοί κρίκοι της
αναλλοίωτης ’Ορθοδόξου Παραδόσεως θά συνδέουν τίς Εκκλησίες αύτές μεταξύ τους
καθώς καί μέ τίς Εκκλησίες τού παρελθόντος, μέ τήν θριαμ βεύουσα Εκκλησία των
ουρανών. Μέσα σ’ αύτές τίς μικρές όμάδες θά διατηρηθή άκέραιη ή Μία, 'Αγία, Καθολική καί Άποστολική
’Εκκλησία.
Βέβαια είναι θαυμάσιο νά
μπορή νά υπάρχη τάξις καί συντονισμός στίς έξωτερικές έκδηλώσεις των διαφόρων
Έκκλησιών, καί oi όλιγώτερο σημαντικές Εκκλησίες νά παίρνουν κατευθύνσεις καί
οδηγίες από τίς πιό σημαντικές, όπως γίνεται τώρα όνάμεσα στίς Επισκοπές, τίς
Μητροπόλεις, τίς ’Αρχιεπισκοπές καί τά Πατριαρχεία. *Όμως στό τέλος των καιρών
τέτοιες έξωτερικές σχέσεις καί έπαφές θά είναι τίς περισσότερες φορές άδύνατες.
Θά υπάρχη τέτοια σύγχυσις στόν κόσμο, πού ή μία ’Εκκλησία δέν θά μπορή νά είναι
τόσο σίγουρη γιά τήν ορθοδοξία της άλλης, λόγφ τού πλήθους τών ψευδοπροφητών
πού θά έχουν γεμίσει τόν κόσμο, καί θά λέγουν «έδώ ό Χριστός καί έκεί ό
Χριστός». Μόνον μέσα σέ μικρές ομάδες θά διατηρήται ή βεβαιότης τής ορθής
πίστεως καί ζωής. Μπορεί νά ύπάρχουν καί παρεξηγήσεις άνάμέσα σέ πραγματικά
’Ορθόδοξες ’Εκκλησίες λόγφ τής «συγχύσεως τών γλωσσών» πού υπάρχει στήν
σύγχρονο Βαβέλ. ’Όμως τίποτε άπ’ αύτά δέν θά διασπά τήν ουσιαστική ένότητα τής
’Εκκλησίας.
Στό τέλος τών καιρών όλοι
θά ίσχυρίζωνται ότι είναι Χριστιανοί ’Ορθόδοξοι καί ότι ή ’Ορθοδοξία είναι όπως
τήν καταλαβαίνουν αυτοί. Παρ’ όλα αύτά όμως, όσοι θά έχουν καθαρή καρδιά καί
φωτισμένο άπό τή θεία Χάρι νού, θά άναγνωρίζουν τήν ’Ορθόδοξο ’Εκκλησία παρ’
όλες τίς φαινομενικές διαιρέσεις καί τήν ολοσχερή έλλειψη έξωτερικης αίγλης. Θά
συσπειρώνωνιαι γύρω στους πραγματικούς ιερείς καί θά γίνωνται οι στύλοι της
Εκκλησίας. Ας κάνουν ό,τι θέλουν oi άνθρωποι τού κόσμου. Ας γίνωνται
οικουμενικά συνέδρια, άς ένώνωνται οι «Εκκλησίες», άς νοθεύεται ό Χρι
στιανισμός, άς άλλοιώνεται ή παράδοσις καί ή ζωή, άς ένώνωνται οι θρησκείες. Ή
Εκκλησία τοϋ Χριστού θά μένη άναλλοίωτη,
γιατί, δπως λέγει ό Χρυσόστομος, έστω καί ένας στύλος της άν παραμείνη όρθιος ή
Εκκλησία δέν θά πέση. «Ούδέν Εκκλησίας ισχυρότερου. Τού ούρανού ύψηλοτέρα έστί,
της γης πλατυτέρα έστίν. Ουδέποτε γήρα, άεί δέ άκμάζει».
Στύλος της Εκκλησίας
είναι ό κάθε πραγματικός πιστός πού μένει κολλημένος στην Παράδοσι των Πατέρων,
παρ’ όλα τά φοβερά ρεύματα τού κόσμου πού δοκιμάζουν νά τόν παρασύρουν. Τέτοιοι
στύλοι θά υπάρχουν μέχρι τήν συντέλεια τού κόσμου, δ,τι καί νά γίνη. Έξ άλλου
όταν φθάσουν νά γίνουν αυτά τά πράγματα, ό έρχομός ιού Κυρίου δέν θά είναι
μακριά. Αυτή ή κατάστασις θά είναι τό πιό φοβερό σημάδι ότι κοντεύει ό έρχομός
Του. Τότε ακριβώς «ήξει τό τέλος».
Oi γλυκανάλατοι καί συναισθηματικοί
Χριστιανοί θεωρούν τά παραπάνω σάν υπερβολική καί άποκρουστική άπαισιοδοξία.
Σύμμαχοι τού κόσμου, δέν μπορούν νά ιδούν τήν σφραγίδα τού διαβόλου σ’ αυτό πού
οι ίδιοι επικροτούν. Ούτε μπορούν νά άναμετρήσουν τό τεράστιο χάος πού χωρίζει
τόν κόσμο άπό τόν Θεό, γιατί τότε θά είναι αναγκασμένοι νά παραδεχθούν ότι τό
ίδιο χάος χωρίζει καί τούς ίδιους άπό τόν Θεό.
Δέν μπορούν λοιπόν νά
άνεχθούν νά είναι κανείς άπαισιόδοξος γιά τήν σύγχρονη Βαβέλ. Είναι τόσο
ικανοποιημένοι άπό τήν εποχή τους. Βλέπουν τό μέλλον τόσο λαμπρό. Ό
Χριστιανισμός γι’ αυτούς είναι τόσο συμβατός μέ τόν κόσμο καί είναι τόσο
ευχαριστημένοι γι’ αυτό, πού δέν θά σέ συγχωρήσουν αν τούς δείξης ότι
πλανώνται.
'Οραματίζονται στό μέλλον
μιά παγκόσμια ένωμένη Εκκλησία, μέ όλους τούς άνθρώπους ένωμένους μέ ιόν δεσμό
της άγάπης. Οί αιρετικοί των διαφόρων αποχρώσεων είναι γι αύτούς «οί αδελφοί
τους Χριστιανοί», από τούς οποίους τούς έχώρισαν οί έγωϊσμοί καί οί
στενοκεφαλιές πάρωχημένων έποχών...
Γιά τούς άνθρώπους του
κόσμου, αύτή ή προοπτική του παγκοσμίου κράτους καί της παγκοσμίου θρησκείας
είναι κάτι τό πολύ εύχάριστο. Τό ίδιο συμβαίνει καί γιά δσους ποθουν σήμερα τήν
ενωσι των «Εκκλησιών», καί δεν δίδουν σημασία στήν αλήθεια. Γιά τούς
τελευταίους αύτούς τό δογματικά θέματα είναι μισερές βυζαντινολογίες. Άλλα «διά
τούτο πέμψει αύτοίς ό Θεός ένέργειαν πλάνης είς τό πιστεύσαι αύτούς τώ φεύδει,
Ινα κριθώσι πάντες oi μή πιστεύσαντες τη άληθεία, άλλ’ εύδοκήσαντες έν τη
άδικία».
Μέσα σ’ αυτήν τήν
κοινωνία του Αντίχριστου, οί λίγοι πού θά μείνουν γνήσιοι ’Ορθόδοξοι Χριστιανοί
θά άποτελοϋν τήν πέτρα του σκανδάλου, τήν μόνη παραφωνία μέσα στήν τόση
διαβολική άρμονία. Γι αύτούς οί μέρες έκείνες θά είναι ημέρες θλίψεως μεγάλης.
«Καί έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων των εθνών διά τό δνομά μου». Θά είναι μία νέα
περίοδος μαρτυρίου, μαρτυρίου περισσότερο ψυχικού παρά σωματικού. Οί ’Ορθόδοξοι
Χριστιανοί θά είναι μέσα στό άπέραντο παγκό - σμιο κράτος οί άπόκληροι της
κοινωνίας. «Καί ποιήση, όσοι άν μή προσκυνήσωσι τη είκόνι τού θηρίου, ϊνα
άποκτανθώσι. Καί ποιεί πάντας, τούς μικρούς καί τούς μεγάλους, καί τούς
πλουσίους καί τούς πτωχούς, καί τούς έλευθέρους καί τούς δούλους, ϊνα δώσωσιν
αύτοϊς χάραγμα έπί της χειρός αύτών της δεξιάς, ή έπί τών μετώπων αύτών, καί
ϊνα μή τις δύναται άγοράσαι ή πωλησαι ειμή ό έχων τό χάραγμα, τό όνομα τού
θηρίου ή τόν αριθμόν τού ονόματος αύτοΰ». (Άποκ. 13, 15)
Ό Χριστιανισμός δέν
έτοιμάζει λοιπόν καμμιά έπίγεια βασιλεία, καμμιά έπίγεια πολιτεία, δέν έχει
τίποτε τό κοινό μέ τούς πολιτισμούς καί τό έγκόσμια συστήματα, δέν έχει τίποτε
τό κοινό μέ τούς καίσαρες καί τούς παποκαίσαρες.
'Όλα αυτά πού έπιδιώκουν
οί άνθρωποι χοϋ κόσμου, βρίσκονται στό έπίπεδο της φθοράς. Ό Χριστιανός
σκέπτεται, ζη καί κινείται μέσα στον κόσμο της αφθαρσίας.
Αυτοί πού θέλουν νά
ένώσουν τίς χριστιανικές λεγάμενες «Εκκλησίες» δέν πιστεύουν στην Εκκλησία, δέν
πιστεύσουν στή θρησκεία του Χριστού. Τήν χρησιμοποιούν απλώς. Τήν χρησιμοποιούν
γιά τούς δικούς τους σκοπούς. Σκοπός τους είναι ή έπίγεια Πολιτεία στην οποία
θέλουν νά υποτάξουν όλους τούς άνθρώπους.
Δέν υπάρχει στήν
πραγματικότητα θέμα ένώσεως των Χριστιανών. Οι πραγματικοί Χριστιανοί, ήταν,
είναι καί θά είναι πάντοτε ένωμένοι. Ηταν, είναι καί θά είναι μία ποίμνη μέ
έναν Ποιμένα. Oi άνθρωποι όποιοδήποτε όνομα κι άν έχουν, σέ όποιαδήποτε
θρησκεία καί άν άνήκουν, έχουν έναν προορισμό: νά βρουν τήν Μία, 'Αγία,
Καθολική καί Άποστολική Εκκλησία του Χρίστου, καί νά πιουν άπό τό ύδωρ τό
«άλλόμενον εις ζωήν αιώνιον». Ή Εκκλησία είναι Μία. Οι άνθρωποι είναι πολλοί,
καί λίγοι άπ’ αυτούς είναι παιδιά της.»
«Όσο περνάει ό καιρός
τόσο πιό άδικαιολόγητοι είναι όσοι έθελοτυφλουν. Ή Εκκλησία του Χρίστου ήταν
πάντα τό μικρό, τό περιφρονημένο, τό καταδιωγμένο ποίμνιο, τό φτωχό, τό χωρίς
κοσμική δόξα καί κατά κόσμον σοφία. «Ού πολλοί σοφοί, ού πολλοί συνετοί αλλά τά
μωρά του κόσμου καί τά έξουθενημένα έξελέξατο ό Θεός ϊνα τούς σοφούς
καταισχύνη». Ή σοφία τών σοφών καί τών συνετών του αιώνος τούτου δέν τούς
χρησιμέυσε παρά μόνο γιά νά φθάσουν στήν οίηση, τήν οίηση πού καταφρονεί τούς
λίγους πού έμειναν διασώζοντες τήν άλήθειαν». Αυτός ό διαχωρισμός σέ
Νεοημερολογίτες καί Παλαιοημερολογίτες είναι γιά τήν Εκκλησία σωτήριος. Οί
πολλοί πού έχουν τό πνεύμα του κόσμου θά μείνουν Νεοημερολογίτες ξεκαθαρίζοντας
έτσι τήν Εκκλησία του Χριστού άπό όλους αυτούς πού είναι «Χριστιανοί» έπειδή
έτυχε νά γεννηθούν σέ χριστιανική χώρα. Στήν Εκκλησία τού Χριστού θά καταφύγουν
οί λίγοι πού έχουν τό πνεύμα τών άλιέων. Στις μέρες μας παρισιάμεθα μάρτυρες
ενός Ιστορικού γεγονότος: ή γνήσια Εκκλησία του Χρίστου στην Ελλάδα, στή
Ρωσσία, στον κόσμο όλόκληρο γλυτώνει από τόν ασφυκτικό έναγκαλισμό του κόσμου
πού πάντοτε στάθηκε έχθρός του Θεού. ’Απαγκιστρωμένη από τις αρχές καί τίς
έξουσίες πού τούς τελευταίους αιώνες της είχαν προσφέρει μιά τυραννική φιλία,
βγαίνει ματωμένη, πληγωμένη, φέρουσα τόν όνειδισμόν του Χριστού καί τά στίγματά
του στό Σώμα της, άλλά άεί ζώσα καί άγωνιζόμενη. Ό κόσμος όμως, έχοντας
άποτινάξει τίς θεοκρατικές έξουσίες του άπώτερου παρελθόντος, πέταξε μαζί τους
τίς μάσκες καί τά προσχήματα καί βαδίζει άφηνιασμένος τόν δρόμο της έσχατης
αποστασίας. Ό κόσμος αύτός θά κρατήση στήν αγκαλιά του όσους είναι κατά βάθος
δικοί του έστω καί αν φέρουν τό όνομα τού ’Ορθόδοξου Χριστιανού, λαϊκούς,
μοναχούς, Ιερείς καί άρχιερεϊς καί θά τούς αφομοίωση σιγά- σιγά μέ διαβολική
μεθοδικότητα.
’Άνθρωποι μέ τό πνεύμα
τού κόσμου ύπάρχουν καί μέσα στούς Παλαιοημερολογίτες πολλοί. Αυτοί, όταν θά
αντιληφθούν ότι έχασαν τήν θαλπωρή της αγκαλιάς αυτού τού κόσμου θά πάψουν νά
είναι ’Ορθόδοξοι καί θά έπιστρέψουν «έπί τό ίδιον έξέραμα». Καί άλλοι πολλοί Νεοημερολογίτες,
πού άσφυκτιούν σήμερα κάτω από τούς μεγαλοπρεπείς τρούλλους μιας
έκκοσμικευμένης «’Εκκλησίας», θά βρούν τόν δρόμο τους πίσω στήν ταπεινή,
φτωχική καί περιφρονημένη ’Εκκλησία τών άλιέων. ’Ανακατατάξεις θά γίνουν. Ή
’Εκκλησία όμως θά παραμείνη αυτή πού ήταν πάντα, μέχρι τήν ήμέρα τού Κυρίου,
τήν φοβερή καί ένδοξη».
ΠΑΡΑΠΟΜΠΑΙ
1. Άρχιμ. Σπ. Μήλια, Πρακτικά Συνόδων, τόμ. Α'σελ. 190.
2. Οχι μόνον ή ’Ορθοδοξία, άλλά καί ή Εύρώπη άνιέδρασεν
ίσχυρώς, αφοΰ μόλις τό 1700 έδέχθησαν to νέον Ήμερολόγιον οί Γερμανοί, τό 1752
οί Άγγλοι καί τό 1953 οί Σουηδοί.
3. Χρ. Άνδρούτσου, Μελέται καί Διατριβαί, χόμ. Α' σ. 106, Θεσσ.
1964.
4. Αύτόθι, σ. 126.
5. Άρχιμ. Χαρ. Βασιλοπούλου (+), Ό Οίκουμευισμός χωρίς μάσκα,
σ. 54 - 5, Άθήναι 1971.
6. Θεοδώρητου Μοναχού, Διάλογοι της Ερήμου περί Οίκουμενισμοΰ,
σ. 288, Άθηναι 1971. Επίσης «Όρθ. Τύπος», φύλλ. 10 Φε8ρ.-20 Μαΐου 1970.
7. Χαρ. Βασιλοπούλου, μν. έργ· 58.
8. Ε. Γκουτζίδη, Συνοπτική θεώρησις του έορτοήλογικοΰ θέματος
υπό τό φως της ’Ορθοδοξίας, σ'. 13, Άθηναι 1989.
9. Εννοεί τήν άναγνώρισιν τών ’Αγγλικανών χειροτονιών ύπό τοϋ
Οίκ. Πατριαρχείου τό 1922.
10. Άρχιμ. Θεοκλήτου Στράγκα, Εκκλησίας
Ελλάδος Ιστορία..., τόμ. Β'σ. 1246-49.
11. Γρηγ· Εύστρατιάδου, Ή πραγματική αλήθεια
περί του Εκκλησιαστικοί) Ημερολογίου, σ. 69 έξ., Άθηυαι 1929.
12. Βλ. τό Πατριαρχικό Γράμμα ύπ. άριθμ.
πρωτ. 221/20.1.1924 έν ανωτέρω έργα Εύστρατιάδου, σ. 47-50 (έν Άρχιμ. Θεοκλήτου
Στρόγκα, ένθ. ανωτ., τόμ. Β'σ. 1243 -4 φέρεται ως άριθμ. Σ.Π. 320/14.2.1924).
13. Βλ. Πρακτικά καί ’Αποφάσεις τοΰ έν
Κων/λει Πανορθοδόξου Συνεδρίου, 10 Μαΐου - 8 ’Ιουνίου 1923, σ. 212-3, έν
Κων/λει 1923.
14. Βλ. Μηιροπ. Βιζύης ’Ανθίμου, Τό
Ημερολογιακόν Ζήτημα, σελ. 95-96, 98, 99, έν Κων/λει 1922.
15. ΒΑ. Άρχιμ. Θεοκλ. Στράγκα, ένθ. άνωτ. σ.
1194, 1146-49, 1193-4.
16. Βλ. Χρυσ. Παπαδοπούλου, Ημερολογιακών
κατηγοριών έλεγχος, σελ. 3, 28, Άθηναι 1937.
17. Αυτόθι.
1 8. Βλ. σημ. 15.
19. ΒΕΠΕΣ, ιόμ. 24, σ. 153.
20. Βλ. Π.Η. τ. 42, σ. 369, 372.
21. Βλ. Πατριαρχικήν καί Συνοδική Εγκύκλιον
ηρός άπάσας χάς ’Ορθοδόξους Εκκλησίας (1902, έπί ’Ιωακείμ ΓΟ έν Ί. Καρμίρη,
ΔΣΜ, τ. Β' σ. 946ζ.
22. Βλ. Χρυσ. Παπαδοπούλου, Ιστορία της
Εκκλησίας ’Αλεξάνδρειάς, σ. 628-9, ’Αλεξάνδρεια 1935.
23. «Καθόσον δέν γένει ή λατρεία είναι ή
έκφρασις αμα καί βεβαίωσις της πίστεως, είναι προφανές ότι καί ή τήρησις της
αυτής λατρείας, έφ’ δοον αυτή στηρίζεται έπί δογματικών βάσεων, είναι έτερον
γνώρισμα αμα καί στοιχείου ένότητος της πίστεως» (Βλ. Χρ. Άνδρούτσου,
Δογματική..., σ. 274, Έν Άθήναις 1907).
24. Βλ. Δοσιθέου 'Ιεροσολύμων, Δωδεκάβιβλος,
βιβλ. ΙΑ' κφ. Η', σ. 57, Θεσσ. 1983. Απαντα του παρόντος κεφαλαίου περί της
όλλαγης έλήφθησαν έκ της μελέτης τοϋ Μητρ. Ώρωποΰ καί Φυλής Κυπριανού, Τί είναι
οί «Παλαιοημερολογϊτες» καί τί έπιδιώκουν; σελ. 14-9, Κοινότης Αγ. Γεωργίου
Ηλείας 1988.
25. Γρηγ· Εύστρατιάδου, μν. εργον, σ. 174-5.
26. Μητρ. Ώρωποΰ καί Φυλής Κυπριανού, μν.
εργον, σ. 19.
27. Αύτόθι, σ. 21.
28. Άρχιμ. Θεοκλ. Στράγκα, μν. εργον, ι. Γ'σ.
1533-4 καί 1646-7.
29. Θεοδώρητου 'Ιερομονάχου, Τό αντίδοτον
(Άναίρεσις τών κατά τοϋ ζηλώτισμοϋ άρθρων του βιλίου: ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ τοϋ άρχιμ.
Έηιφανίου Θεόδωρό- πούλου) σ. 35, Άθηναι 1990.
30. Βλ. «Αγιορείτης», Ίαν. 1985, σ. 3-4.
31. Έλ. Γκουτζίδου, μν. έργον, σ. 21-2.
32. Ύπό αγιορειτών Μοναχών: 'Όταν οί φύλακες
προδίδουν, σελ. 28, Άθπναι 1974.
33. 'Η προδοσία ιοΰ «πατριάρχου» Δημητρίου,
σ. 15, έκδ. περιοδικού: "Αγιος Αγαθάγγελος Έσφιγμενίτης.
34. Βλ. Έπίσκεψις, άρ. 380/15.6.1987-
Καθημερινή, 6.8.1987 καί Μακεδονία, 7.8.1987· Καθολική, 22.12.1987, σ. 5·
Κ.Γ.Ο. Δεκ. ’87, σ. 11.
35. «Φωνή τών Πατέρων», περ. Β', άρ. 1, Νοέ.
1987.
36. Βλ. «Καθολική», 23.6.1987.
37. Βλ. «Εκκλησία» αρ. 7/1.5.1988.
38. Βλ. «Καθολική», 15.11/88· 13.12/88·
3.1/89· 10.1/89.
39. Βλ. «Καθολική», 22. ί2/87.
40. Βλ. Υπουργείου 'Υγείας, Προνοίας καί
Κοινωνικών ’Ασφαλίσεων, Άπόφασις 30.9.1985.
41. Βλ. Εγκυκλίους 'Υπουργείου Χ.Ο.Π. ύπ.
αριθμ. 137/15.10.1981
42. Άλεξ. Καλομοίρου,
Κατά Ενωτικών, σ. 93 εξ.2) Τού αυτού, Τό σύγκριμα, σ. 80-1
ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ
1. Ό "Αγιος Νεκτάριος, ο Ιεράρχης, ο λόγιος, δ άσκητής.
Άθηναι 1970, σσ. 238. Έκδ. 6', Άθηναι 1977.
2. Διάλογοι τβς έρημου περί ΟϊκουμενισμοΟ. Άθηναι 1971, σσ.
308.
3. Ή Εύχαριστηριακά συμμετοχή έν Άγίω ’Όρει. Άθηναι 1972, σσ.
278.
4. Ημερολογιακά - Οικουμενικά. Άθηναι - Θεσσαλ. 1972-6, σσ.
308.
5. Ευχαριστιακά, Άθηναι-Θεσσαλ. 1973-4, σσ. 48.
6. Αποκαλυπτήρια μι3ς άγιομάχου Μοναχβς, Άθηναι 1976, σσ. 104.
7. Μοναχισμός καί αΥρεσις, Άθηναι 1977, σσ. 276.
8. ’Ορθοδοξία καί αΥρεσις, Άθηναι 1982, σσ. 112.
9. Άββακουμ δ άνυπόδητος, Άθηναι 1986, σσ. 76.
10. Απολογία ένός Αγιορείτου, Άθηναι 1986,
σσ. 48.
11. Τό Αντίδοτου, Άθηναι 1990, σσ. 220.
12. Ό Αντίχριστος καί τό χάραγμά του. Άθηναι
1998, σσ. 96.
Έπιμελεία
1. Νεοφύτου Καυσοκαλυβίτου - Ίεροδιακόνου, Περί τϋς συνεχούς
μεταλήψεως, Άθηναι, αχ., σσ. 232.
2. ’Ορθόδοξος μαρτυρία, Άθηναι 1985, σσ. 84.
3. Αθανασίου ίου Παρίου, Δήλωσις τϋς έν ιφ Άγίω ’Όρει ταραχών
άληθείας, Άθηναι 1988, σσ. 126.
4. Νεοφύτου Μοναχού του εξ Εβραίων, ’Ανατροπή τϋς θρησκείας
τ&ν Εβραίων, Άθηναι 1980, σσ. 178.
Επιμέλεια κειμένου και
εισαγωγή στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο : Ν.Β.Β
27/7/2015 11:17:22 μμ
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου