ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 8. Σὲ ἀναζήτησι τής ἀληθείας

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2016

8. Σὲ ἀναζήτησι τής ἀληθείας


symeon

Πολλά εἶναι τά ἀρνητικά πού χαρακτηρίζουν μιά ἐποχή. Καί βέβαια θά ἔλεγε κανείς ὅτι οἱ ἄνθρωποι εἶναι σχεδόν πάντοτε οἱ ἴδιοι σ᾿ ὅλες τίς ἐποχές (ἴδια ἡ φύσις, τά ἴδια πάθη, ἐγωισμοί, ματαιοδοξίες κλπ.). Ὡστόσο ὑπάρχουν πολλές διαφορές ἀπό γενεά σέ γενεά, ἀπό ἐποχή σέ ἐποχή.
Ζῶντας στήν ἐποχή μας καί βλέποντας καί πίσω στήν Ἱστορία, νομίζω ὅτι μποροῦμε νά εὕρουμε κάτι πού σύμφωνα μέ τήν ταπεινή γνώμη μου χαρακτηρίζει κατά πολύ τήν γενιά πού διερχόμαστε. Φρονῶ ὅτι αὐτό εἶναι ἡ ἄνευ ὅρων καταξίωσις τοῦ ὑποκειμενικοῦ, ἤ ἡ ἀπολυτοποίησις τοῦ σχετικοῦ. Μέ ἄλλα λόγια δηλαδή, πολλοί ἄνθρωποι σχεδόν παραδέχονται ἀπουσία τῆς ἀπολύτου Ἀληθείας στόν κόσμο.
Ἔτσι τοποθετεῖται ἀπό πολλούς στήν ἴδια μοῖρα τό ψευδές μέ τό ἀληθές, ἐξισώνεται τό καλό μέ τό κακό, γίνεται ἀποδεκτό ἐπί ἴσοις ὅροις τό φαῦλο, τό ἄσχημο, τό διαστρεβλωμένο, τό ἐξωπραγματικό μέ τό ἀγαθό, τό ὡραῖο, τό ἀκέραιο, τό πραγματικό.
Χωρίς νά ἐπιθυμοῦμε νά ἀναλύσουμε ἐδῶ σέ βάθος τά αἴτια αὐτοῦ τοῦ φαινομένου, νομίζουμε ὅτι πηγάζει ἀπό μιά ἐπίπλαστη καί πονηρή ἀνεκτικότητα τῶν κάθε εἴδους ἰδεῶν καί γνωμῶν, μέ σκοπό τήν ἐξασφάλισι μιᾶς κατ᾿ ἐπίφασιν ἐλευθερίας καί κοσμικῆς ἀταραξίας πού εἶναι συνυφασμένη μέ τήν εὐμάρεια καί τήν φιλαυτία.
Καί τό ἀποτέλεσμα εἶναι, οἱ νέοι (κι ὄχι μόνο) ἄνθρωποι νά πέφτουν σέ σύγχυσι μή μπορῶντας νά διακρίνουν μέσα σ᾿ αὐτήν τήν ζάλη καί τρικυμία τό γνήσιο, τό αὐθεντικό ἀπό τό νόθο. Καί συχνά πέφτουν πολλοί ἀπ᾿ αὐτούς θύματα διαφόρων ἀρνητικῶν ἐπιρροῶν, πού μέ τεχνητούς συγχρόνους τρόπους προσπαθοῦν γιά ἰδιοτελεῖς σκοπούς νά «πείσουν», νά ξεγελάσουν, νά ἀγρεύσουν ὀπαδούς.
Σκεπτόμενος κανείς ὅλα τά ἀνωτέρω, δέν μπορεῖ παρά νά ἐνθυμηθῆ μιά ἐρώτησι πού ἐτέθη στήν ἱστορία ἀπό φιλοσοφοῦντα ἄρχοντα τῶν Ρωμαίων: «Τί ἐστιν ἀλήθεια;»102 καί στήν ὁποία ἐρώτησι δέν δόθηκε ποτέ ἀπάντησις ἀπό τόν Ἐρωτώμενο πρός τόν ἐρωτῶντα Ἡγεμόνα.
Στό πρόσωπο τοῦ Ἡγεμόνος ἐκείνου φαίνεται νά ἐρωτᾶ, ἄλλοτε ἐναγωνίως κι ἄλλοτε χωρίς νά περιμένη συγκεκριμένη ἀπάντησι, ὁ σημερινός ἄνθρωπος:
«Τί εἶναι ἀλήθεια; Ποιός μᾶς πείθει γιά τό τί πράγματι εἶναι τό ἀληθινό, τό σωστό, τό ἀντικειμενικά ὡραῖο, ἀγαθό, ἀκέραιο, τό ἀπόλυτο;
Ὑπάρχει κανείς πού νά μπορῆ νά τά ὁρίση ὅλ᾿ αὐτά;
Τί εἶναι τέλος πάντων αὐτή ἡ ἀλήθεια;»
Κάθε ἄνθρωπος πού σέβεται τόν ἑαυτό του, ἀργά ἤ γρήγορα ἔρχεται ἀντιμέτωπος μέ τά ἐρωτήματα αὐτά.
Σημασία βέβαια ἔχει, νά μή ἐρωτοῦμε ἀδιάφορα, σχεδόν νυσταγμένα, ὅπως ἐρώτησε τότε ἐκεῖνος ὁ Ρωμαῖος Ἡγεμόνας.
Περιμένουμε πράγματι ἀπάντησι;
Πιστεύουμε ὅτι μπορεῖ ἀπ᾿ αὐτήν τήν ἀπάντησι νά κριθοῦν πολλά, νά ἀλλάξη ἐνδεχομένως ὅλη ἡ ζωή μας;
Εἴμαστε ἕτοιμοι νά ἀπαρνηθοῦμε τήν γνώμη μας, τά δικά μας, τόν ἑαυτό μας τόν ἴδιο, ἄν ὄντως εἰλικρινά πεισθοῦμε ἀπό τήν ἀπάντησι αὐτή;
Ἤ μήπως ρωτοῦμε κι ἐμεῖς ἄραγε σάν ἐκεῖνον τόν Ἡγεμόνα;
«Τί ἐστιν ἀλήθεια;»
Τί κι ἄν πάρουμε ἀπάντησι; Δέν ἀλλάζει τίποτε στήν ζωή μας.
Ἐμεῖς γνωρίζουμε ἀπό πρίν τί θά κάνουμε, ἀκόμη κι ἄν ἐλέγχωνται ὡς ψεύτικα τά δικά μας, οἱ γνῶμες μας:
« - Ἐγώ σ᾿ ἐρωτῶ. Ἀπάντησέ μου ἐσύ, ἄσχετα ἄν δέν πρόκειται ποτέ νά παραιτηθῶ ἀπό τά δικά μου.
Θά μοῦ λέγης ἐσύ, θά ἀπαντῶ ἐγώ κάτι ἄλλο. Θά ὑπερασπίζωμαι τήν γνώμη μου, μόνο καί μόνο γιά νά μή σ᾿ ἀφήσω νά νομίσης, ὅτι δέν ἔχω κι ἐγώ κάποια γνώμη, κάτι δικό μου. Δέν μέ πειράζει πού μοῦ τό ἀποδεικνύεις ὅτι εἶναι λάθος. Ἐγώ εἶμαι πιό «δημοκρατικός». Κρατῶ τό δικό μου, ἀλλά δέχομαι καί τό δικό σου, ἔστω κι ἄν φαίνεται ὅτι ἀναιρεῖ τό δικό μου. Δέν μποροῦν στό κάτω-κάτω νά συνυπάρξουν καί τά δύο; Γιατί νά μή μποροῦν νά ζήσουν τό ἀληθινό μαζί μέ τό ψεύτικο; Ἐμένα μέ βολεύει τό δεύτερο. Ἐσύ κράτα τό πρῶτο. Στήν σημερινή «ἐλεύθερη ἀπό ἠθικές δεσμεύσεις" κοινωνία μας ὅλα εἶναι ἀποδεκτά, φιλικά, ὄμορφα. Μή μοῦ λές λοιπόν νά θάψω τήν γνώμη μου, γιατί ἔχω ἐπενδύσει σ᾿ αὐτήν, κι ἄς εἶναι νεκρή. Εἶναι ὅμως δική μου. Ἄφησέ με στήν ἡσυχία μου. Δέν θά ἀπαρνηθῶ τόν ἑαυτό μου. Δέν πρόκειται νά μέ πείσης, κἄν μέ πείσης».
«Ὁ δέ Ἰησοῦς ἐσιώπα»103.
Δέν λαμβάνουμε ποτέ ἀπάντησι, ὅταν ἐρωτοῦμε μέ παρόμοιο τρόπο καί νόημα.
Οἱ ἀληθινά μεγάλοι ἄνθρωποι δέν ἐρωτοῦν ἔτσι. Δέν λέγουν τέτοια λόγια.
Δέν μίλησε ἔτσι ὁ Σωκράτης, γι᾿ αὐτό καί δέν δέχτηκε νά ζήση μέ ὑποκρισίες, ἀναιρῶντας τόν ἑαυτό του καί συμβιβαζόμενος. Πίστευε σχεδόν προφητικά ὅτι θά τόν δικαίωνε, ὅποτε ἔκρινε σωστό, Ἐκεῖνος πού θά ἐρχόταν γιά νά ξυπνήση τούς Ἀθηναίους καί ὅσους ἄλλους ἐκοιμῶντο τόν ὕπνο τῆς ἀγνωσίας104.
Δέν ἀντέδρασε ἔτσι ὁ Πλάτων, πού συγκλονίστηκε ἀπό τήν εἰλικρινῆ, ἁπλῆ ἀποδεικτική μέθοδο τοῦ διδασκάλου του· ἀντιθέτως ἐγκατέλειψε ὅλα ὅσα ἔκαμε ἕως τότε καί τόν ἀκολούθησε στήν φιλοσοφία.
Δέν ἔπραξαν ἔτσι ὁ Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης καί ἡ Δάμαρις, οἱ Ἀθηναῖοι, ὅταν ἄκουσαν γιά καινούριο Θεό καί καινή κτίσι, ἐν μέσῳ τοῦ εἰδωλολατρικοῦ κόσμου τους.
Δέν ἐδίστασαν οἱ πτωχοί ἀλλά ἁγνοί ἁλιεῖς τῆς Γαλιλαίας, ὅταν ἐκλήθησαν νά γίνουν ἁλιεῖς ἀνθρώπων.
Δέν ἔμεινε σέ δικαιολογίες καί προφάσεις ὁ Σαούλ, ὅταν ἐννόησε ὅτι ἐβάδιζε ἀκριβῶς ἀντίθετα ἀπό ὅ,τι ἔπρεπε, κι ὅτι ὁ ζῆλος του μέχρι τότε ἦταν «οὐ κατ᾿ ἐπίγνωσιν».
Δέν παρέμειναν στίς πρώην εἰδωλολατρικές τους πεποιθήσεις τόσοι καί τόσοι εὐσυνείδητοι ἄνθρωποι, ἀλλά μόλις ἀντελήφθησαν τήν πλάνη τῶν εἰδώλων, προσέτρεξαν μέ ἀληθινή μετάνοια καί πόθο πολύ στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Αὐτό πράγματι ἔκαναν ὁ ἅγιος Κυπριανός (πρώην μάγος καί θαυματοποιός), οἱ ἅγιοι Καλλίνικος, Ἴνδης, Ἀθανάσιος, Ἀναστάσιος (πρώην ἱερεῖς τῶν εἰδώλων), ἡ ἁγία Δόμνα (πρώην ἱέρεια τῶν εἰδώλων), ὁ ἅγιος Πορφύριος ὁ ἀπό μίμων (γελωτοποιός).
Ἐπιλήψει με ὁ χρόνος διηγούμενον τόσα καί τόσα παραπλήσια παραδείγματα, μαζί μ᾿ αὐτά τά ἐλάχιστα πού ἀνέφερα, ἀνθρώπων τῶν ὁποίων σημαδεύτηκε καί ἄλλαξε ριζικά ἡ ζωή, ἀπό τό χρονικό σημεῖο πού ἔγινε ἡ συνάντησίς τους μέ τήν Ἀλήθεια. Καί ἡ ἀλλαγή τους αὐτή εἶχε πολλές κι ὄχι εὔκολες συνέπειες. Συνοδεύτηκε ἀπό εἰρωνεῖες, διωγμούς, βασανιστήρια, θάνατο. Ἐπειδή ὅλοι αὐτοί οἱ συνεπεῖς στήν ἀπόλυτη Ἀλήθεια ἄνθρωποι ἐθεωρήθησαν προδότες τῶν πατρώων παραδόσεων, ἐπιλήσμονες τῶν ἰδανικῶν τῆς φυλῆς τους, ἀποβλητέα ὄντα ἀπό τήν κοινωνία τῶν συμπατριωτῶν τους, παραδείγματα πρός ἀποφυγή, βδελυκτές προσωπικότητες πού ἔπρεπε νά στιγματισθοῦν καί νά διωχθοῦν.
Καί γίνονται ὅλοι αὐτοί Μάρτυρες τῆς Ἀληθείας.
Ἔκαναν μία ἡρωική ἔξοδο πρός τήν ὄντως ἐλευθερία. Ἐξῆλθαν ἀπό τήν μέχρι τότε δική τους γνώμη, τά πιστεύω τους, τίς θεωρίες, τίς παραδόσεις. Ἐπειδή ἄκουσαν τήν φωνή τῆς Ἀληθείας νά τούς παραγγέλλη: «ἔξελθε ἐκ τῆς γῆς σου καί ἐκ τῆς συγγενείας σου καί ἐκ τοῦ οἴκου τοῦ πατρός σου καί δεῦρο εἰς τήν γῆν ἥν ἄν σοι δείξω... καί εὐλογήσω σε καί μεγαλυνῶ τό ὄνομά σου καί ἔσῃ εὐλογημένος... »105
Σ᾿ αὐτούς καί τόσους ἄλλους πού πραγματικά (μέ συνέπεια) καί εἰλικρινῆ προαίρεσι καί ζῆλο ἐρώτησαν «τίς ἐστιν ἡ ἀλήθεια», «Ποιός" καί ὄχι ἁπλῶς "τί" εἶναι ἡ ἀλήθεια, ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐναργῶς ἀπάντησε στήν καρδία τους:
«Ἐγώ εἰμι ἡ Ἀλήθεια»106.
Καί εὐλογήθηκε ἡ ζωή τους, ἡ πορεία τους, ὁ λόγος τους. Ἐπειδή δέν ἐδίστασαν νά περιφρονήσουν τήν σχετική ἀνθρωπίνη γνώμη τους, γιά νά ὑπακούσουν στήν ἀπόλυτη Ἀλήθεια, πού πράγματι ἐλευθέρωσε τούς ἴδιους, καί μ᾿ αὐτούς ὅλους ἐμᾶς τούς μεταγενεστέρους .
«Γνώσεσθε τήν ἀλήθεια καί ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς»107.
Περί αὐτοῦ τοῦ πράγματος ἔγραφε καί ὁ μακαριστός Ρῶσσος ἅγιος Γέροντας Σωφρόνιος τοῦ Essex, πρώην Ἁγιορείτης, ὁ ὁποῖος καί ἄφησε στήν ἐσχάτη αὐτή γενιά μας, ὡς ἀτίμητη κληρονομία τήν μακαρία ἐμπειρία του περί τῆς Ἀληθείας:
«Δέν προτίθεμαι νά γράψω περί τινος Ἀληθείας ἀνακαλυφθείσης ὑπ᾿ ἐμοῦ καί ἀγνώστου μέχρι τοῦδε εἰς τόν κόσμον. Γράφω περί τοῦ πῶς ἐδόθη εἰς ἐμέ νά ζήσω τήν μετάνοιάν μου. Τό πνεῦμα ἡμῶν πεινᾷ καί διψᾷ νά γνωρίσῃ τήν Ἀλήθειαν, τουτέστιν ἐκεῖνο τό Πρωταρχικόν Ὄν, ὅπερ ὑπό οὐδενός περιορίζεται: τό ἀπόλυτον ὄντως Ὄν, περί τοῦ ὁποίου ὡμίλησαν οἱ Προφῆται τῆς Παλαιᾶς καί ἐμαρτύρησαν οἱ Ἀπόστολοι τῆς Καινῆς Διαθήκης...
... Δέν δημιουργοῦμεν ἡμεῖς τόν Θεόν «κατ᾿ εἰκόνα ἡμετέραν καί καθ᾿ ὁμοίωσιν». Ἐν εὐλαβεῖ προσευχῇ ἀναμένομεν ὅτι Οὗτος θά εἰσακούσῃ τῆς κραυγῆς ἡμῶν καί θά δώσῃ εἰς ἡμᾶς περί Ἑαυτοῦ «σημεῖον». Ἐν τῇ ὀδύνῃ ἡμῶν διανοίγομεν ἑαυτούς, ἵνα λάβωμεν ἀπάντησιν-ἀποκάλυψιν προερχομένην ἐξ Αὐτοῦ. Ἐπιθυμοῦμεν νά "γνωρίσωμεν" Αὐτόν, τόν Αἴτιον τοῦ εἶναι ἡμῶν, «καθώς ἐστιν». Ἀπεκαλύφθη εἰς τούς πατέρας καί προπάτορας ἡμῶν, καί ἡμεῖς εὐλαβῶς διαφυλάττωμεν ὡς πολύτιμον μαργαρίτην τήν κληρονομηθεῖσαν ἐξ αὐτῶν μαρτυρίαν. Ἐμπιστευόμενοι εἰς αὐτούς δίδομεν πίστιν εἰς τήν παρακαταθήκην αὐτῶν, ἀλλά συγχρόνως, ὡς ὁ Μωϋσῆς, κράζομεν πρός Αὐτόν: «Δός ἡμῖν τοῦ γνῶναί Σε, καθώς Σύ εἶ ἐν τῇ αἰωνιότητί Σου». Ἄλλο πρᾶγμα εἶναι «ἡ πίστις ἐξ ἀκοῆς" (Ρωμ. ι’, 17) καί ἐντελῶς ἄλλο «τό γνῶναί Σε"»108.
Γι᾿ αὐτήν τήν ἀπόλυτη Ἀλήθεια, τήν ἐνυπόστατη Ἀλήθεια, τόν Θεό τῆς Ἀγάπης, τόν Ναζωραῖο, Γαλιλαῖο (ἤ ὅπως ἀλλοιῶς εἰρωνικά καί χλευαστικά θέλουν νά Τόν προσφωνοῦν καί οἱ Νεο-παγανιστές Ἕλληνες), τόν Κύριο Ἰησοῦν, τόν σταυρωθέντα καί ἀναστάντα, κι ἐμεῖς γίναμε καί μένουμε Χριστιανοί.
Δίπλα στούς μεγάλους, τούς ἁγίους, κι ἐμεῖς οἱ σημερινοί Χριστιανοί τοῦ 21ου αἰῶνος, ἀνάλογα μέ τά πνευματικά μέτρα μας, ζοῦμε καί χαιρόμαστε τήν Πίστι μας μέ μιά ταπεινή, ἀλλά ἀληθινή κι ὄχι πλαστή ἐμπειρία, τήν ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας μας.
Ἀπευθυνόμενοι σ᾿ ὅλους τούς συμπατριῶτες μας Ἕλληνες πού δέν γνώρισαν ἀκόμη ἀπό κοντά τόν Χριστό, ἀλλά καί κυρίως στούς συμπαθεῖς Νεο-εἰδωλολάτρες, πιστεύουμε ὅτι, ὅσοι ἀπ᾿ αὐτούς καλοπροαίρετα ψάχνουν τήν Ἀλήθεια, μέ τήν ἀνήσυχη καί εἰλικρινῆ Ἑλληνική καρδιά τους, δέν θά ἀργήσουν νά συναντήσουν στήν Ἐκκλησία τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν τόν Προσωπικό ἀληθινό Θεό. Αὐτός θά τούς βοηθήση νά εὕρουν τόν χαμένο πολύτιμο ἑαυτό τους, τήν ὄντως ἐλευθερία τους, τήν ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο, γιά νά ἀναπαυθοῦν μέ μιά βαθειά ἀνάπαυσι, πού δέν εἶναι «ἐκ τοῦ κόσμου τούτου».
Ἡ πίστις στόν Χριστό, εἶναι ἡ μόνη ἀληθινή πίστις πού μπορεῖ νά ἀπαντήση στά σύγχρονα ἐρωτήματα τῶν ἀνθρώπων, νά ἐξαγάγη ἀπό ἀδιέξοδα καί ἀπελπισίες, νά λυτρώση ἀπό διλήμματα, ἀπό τρικυμίες καί ζάλες τῆς ζωῆς τόν κάθε ἄνθρωπο.
Τούς προτείνουμε κι ἐμεῖς τόν διαχρονικῆς ἀξίας λόγο ἀγάπης τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, ἁγίου Παύλου, πρός τούς Ἀθηναίους109. Αὐτόν ἄς ἀναγνώσουν μέ μεγάλη προσοχή, χωρίς προκαταλήψεις νά μελετήσουν, νά ἐμβαθύνουν καί μέ ταπείνωσι νά φυλάξουν στήν ψυχή τους. Καί εἴμαστε βέβαιοι ὅτι τά σπέρματα τῆς ἀληθείας δέν θά ἀργήσουν νά ἀποδώσουν ἀγαθούς καρπούς εὐσεβείας.
________________________________________





ΝΕΟ-ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ
ΚΑΙ  Η ΑΛΗΘΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
Συγγραφή: Ἱερομόναχος π. Φιλόθεος Γρηγοριάτης

© Ἱερὰ Μονὴ Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους. ISBN 960-7553-18-7.
Δημοσιεύεται στὸ Διαδίκτυο κατόπιν εὐλογίας ποὺ ἔδωσε ὁ Καθηγούμενος
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης 


ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |