Όσιος Πέτρος ο
Δαμασκηνός: Βιβλίο Δεύτερο
Λόγος ο΄ (15ος) έως Λόγος
ψ΄ (23ος)
(Φιλοκαλία των Ιερών
Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Η φύλαξη των θείων
εντολών,
της αγάπης του Θεού
τεκμήριο και του πλησίον είναι.
Γι' αυτό λόγος σχετικός
με την αγάπη είναι ο παρών,
κι έχει το όμικρον
στοιχείο
που είναι στο αλφάβητο
δέκατο πέμπτο·
γιατί η αγάπη είναι αρχή
και τέλος Νόμου.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την
ανάγνωση, πάτερ.
Όποιος θέλει να μιλήσει
για την αγάπη, τολμά να μιλήσει για το Θεό, σύμφωνα με το Θεολόγο Ιωάννη που
λέει: «Ο Θεός είναι αγάπη, κι όποιος μένει μέσα στην αγάπη, μένει μέσα στο
Θεό»(Α΄ Ιω. 4, 16). Και το θαυμαστό είναι ότι αυτή η κυριότερη απ' όλες τις αρετές
είναι φυσική. Γι' αυτό και ο Νόμος την είπε πρώτη: «Θα αγαπήσεις τον Κύριο, το
Θεό σου κλπ.»(Δευτ. 6, 5). Εγώ λοιπόν μόλις άκουσα το "με όλη σου την
ψυχή», έμεινα εκστατικός και δε χρειάσθηκα τα παρακάτω.
Γιατί το "με όλη σου
την ψυχή" σημαίνει όλα τα μέρη της ψυχής, το λογιστικό, το θυμικό και το
επιθυμητικό. Από αυτά τα τρία αποτελείται η ψυχή, και το πρώτο, ο νους,
συλλογίζεται πάντοτε τα θεία, η επιθυμία μόνο το Θεό επιθυμεί ακατάπαυστα, και
κανέναν άλλο, γιατί ο Νόμος είπε "με όλη κλπ.", ενώ ο θυμός εκ φύσεως
κινείται εναντίον των εμποδίων αυτής της επιθυμίας και μόνο.
Σωστά λοιπόν είπε η Γραφή
ότι ο Θεός είναι αγάπη. Αν λοιπόν ο Θεός βλέπει τις τρεις αυτές δυνάμεις της
ψυχής, Αυτόν μόνο να ποθούν, σύμφωνα με την εντολή Του, είναι επόμενο και Αυτός
ως αγαθός, όχι μόνο να αγαπά, αλλά και να κατοικήσει μέσα σ' έναν τέτοιο
άνθρωπο και να πορευθεί μαζί του(Λευϊτ. 26, 11-12), καθώς είπε, με την
επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος.
Το δε σώμα και χωρίς να
θέλει θα υποταχθεί στο λογικό, σαν άλογο που είναι, και δε θα επιθυμεί πλέον η
σάρκα κατά του Πνεύματος(Γαλ. 5, 17) όπως λέει ο Απόστολος, αλλά όπως ο ήλιος
και η σελήνη, παρόλο που είναι άψυχα, κινούνται με πρόσταγμα του Θεού για να
φωτίζουν τον κόσμο, έτσι και το σώμα, με τη θέληση της ψυχής εργάζεται τα έργα του
φωτός.
Και όπως ο ήλιος κινείται
καθημερινά από την ανατολή μέχρι τη δύση και συμπληρώνεται μία ημέρα, ενώ όταν
λείψει γίνεται νύχτα, έτσι και κάθε αρετή που κάνει ο άνθρωπος φωτίζει την
ψυχή, ενώ όταν λείψει, γίνεται πάθος και σκοτάδι, μέχρις ότου αποκτήσει πάλι
αρετή και επανέλθει το φως.
Και όπως ο ήλιος καθώς
μετακινείται σιγά-σιγά από την άκρη της ανατολής μέχρι την άλλη άκρη,
δημιουργεί το χρόνο, έτσι και ο άνθρωπος προοδεύοντας από την αρχή των αρετών,
γίνεται απαθής. Και όπως η σελήνη μεγαλώνει και μικραίνει κάθε μήνα, έτσι ο
άνθρωπος αυξομειώνεται κάθε μέρα στην κάθε αρετή μέχρις ότου φτάσει στην έξη
κάποιας αρετής.
Και άλλοτε λυπάται κατά
Θεόν, ενώ άλλοτε χαίρεται και ευχαριστεί το Θεό, νιώθοντας ανάξιος για την
απόκτηση των αρετών. Και πότε πάλι φωτίζεται, πότε σκοτίζεται, μέχρις ότου
τελειώσει ο δρόμος.
Όλα αυτά γίνονται κατά
θεία οικονομία, για να αποφύγει ο άνθρωπος την έπαρση και την απόγνωση. Όπως
στον κόσμο αυτό ο ήλιος έχει μεταβολές και η σελήνη αυξομειώσεις, ενώ στον
μέλλοντα θα είναι πάντοτε φως για τους δικαίους(Παροιμ. 13, 9) και σκοτάδι,
αλοίμονο, για τους όμοιους μ' εμένα αμαρτωλούς, έτσι και τώρα πριν από την
τέλεια αγάπη και την ένθεη θεωρία, η ψυχή έχει ανάμικτες τις μεταβολές με τις
αρετές, και ο νους τους σκοτισμούς με τις γνώσεις, μέχρις ότου αξιωθεί ο
άνθρωπος να ασκεί την εργασία της μέλλουσας ζωής με την τέλεια αγάπη, για την
οποία γίνεται όλος ο κόπος.
Για την αγάπη υπακούει
στην εντολή ο υποτακτικός, και γι' αυτήν γίνεται ακτήμων και δούλος ο πλούσιος
και ελεύθερος, για να παραχωρεί και τον εαυτό του ακόμη σ' εκείνους που θέλουν
να έχουν τα υπάρχοντά του. Επίσης και όποιος νηστεύει, για να τρώνε άλλοι τις
τροφές, που θα έτρωγε αυτός.
Και γενικά κάθε
πνευματική εργασία γίνεται για την αγάπη ή του Θεού ή του πλησίον. Όσα είπαμε
και τα όμοιά τους, γίνονται για την αγάπη του πλησίον. Η αγρυπνία, η ψαλμωδία
και τα όμοια γίνονται για την αγάπη του Θεού. Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα, η τιμή
και η εξουσία στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
--------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 219-221)
(Φιλοκαλία των Ιερών
Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Στοιχείο το πι, λόγος
δέκατος έκτος,
με συντομία ομιλεί για
του Θεού τη γνώση.
Και τούτο επειδή πολλοί
περί θεολογίας
είπαν πολλά με κανόνες
και λόγους.
Και τώρα ευλόγησε την
ανάγνωση, πάτερ.
Όλα όσα δημιούργησε ο
Θεός έχουν αρχή• και αν Αυτός θελήσει, έχουν και τέλος, γιατί έγιναν από το μη
ον. Ο Θεός όμως ούτε αρχή έχει ούτε τέλος. Επίσης και οι αρετές Του δεν έχουν
ούτε αρχή ούτε τέλος, γιατί ποτέ δεν ήταν χωρίς αυτές, αλλά πάντοτε είναι
υπεράγαθος, δίκαιος, πάνσοφος, παντοδύναμος, αήττητος, απαθής, απερίγραπτος,
αόριστος, ανεξιχνίαστος, ακατάληπτος, ατελεύτητος, αιώνιος, άκτιστος, άτρεπτος,
αναλλοίωτος, αληθινός, ασύνθετος, αόρατος, αψηλάφητος, απεριόριστος, τέλειος,
υπερούσιος, ανέκφραστος, ακατανόητος, πολυέλεος, πανοικτίρμων, πολυεύσπλαχνος,
παντοκράτωρ, παντεπόπτης.
Όχι βέβαια, όπως λέει ο
Μέγας Διονύσιος, πως ο Θεός έχοντας τις αρετές, βιάζει τον εαυτό Του να πράττει
καθεμία, όπως οι ενάρετοι, αλλά θεληματικά πράττει την αρετή και τη
μεταχειρίζεται σαν εργαλείο με εξουσία, κατά τη θεία Του θέληση.
Οι άγγελοι λοιπόν και οι
ενάρετοι άνθρωποι πήραν από Αυτόν κατά χάρη και την ύπαρξη και τις αρετές, με
τις οποίες, μιμούμενοι το Θεό, έγιναν δίκαιοι, αγαθοί και σοφοί. Και καθώς
είναι κτίσματα, έχουν ανάγκη από την επικουρία και τη βοήθεια του Παντοκράτορα,
χωρίς τον Οποίο ούτε αρετή, ούτε σοφία μπορούν να έχουν, επειδή τα κτίσματα
είναι δεκτικά μεταβολής και λέγονται σύνθετα γιατί αποτελούνται από διάφορα
μέρη.
Ο Θεός όμως είναι
ασώματος, απλός, άναρχος, ένας Θεός που προσκυνείται και δοξάζεται ως Πατέρας,
Υιός και Άγιο Πνεύμα από όλη την κτίση. Και εκείνος που τον μιμήθηκε, έχει ένα
θέλημα και όχι πολλά και σύνθετα· έχει το νου του απλό και σχολάζει πάντοτε
διατηρώντας τον ελεύθερο από κάθε μορφή, όσο μπορεί, και κατ' οικονομίαν
κατεβαίνει χωρίς να θέλει από την κατάσταση αυτή στη θεωρία κάποιου ρητού της
Γραφής, ή των κτισμάτων.
Και για να μην
καταδικαστεί, φροντίζει για το σώμα, όχι γιατί το αγαπά και θέλει να το
ζωογονεί, αλλά για να μην το αχρηστέψει τελείως και καταδικαστεί γι' αυτό, όπως
είπαμε. Γιατί όπως τότε ο νους δεν αποβάλλει τα σχετικά μ' αυτόν πάθη, αλλά τα
χρησιμοποιεί κατά φύση, έτσι ούτε και η ψυχή αποβάλλει το σώμα, αλλά το
χρησιμοποιεί για κάθε καλό έργο.
Και όπως ο νους κυριαρχεί
στις άλογες ορμές των παθών και τις κατευθύνει προς το θέλημα του Θεού, έτσι
και όταν κυριαρχεί ο άνθρωπος στα μέλη του σώματος, γίνεται με ένα θέλημα και
όχι πολλά. Γιατί ούτε τα τέσσερα στοιχεία του σώματος, ή τα πολλά μέλη του θα
αφήσει να κάνουν ό,τι θέλουν, ούτε τις τρεις δυνάμεις της ψυχής θα αφήσει να
λογίζονται απερίσκεπτα και ακόλαστα ή να παρακινούν στην πράξη το σώμα, αλλά
προνοώντας με την πνευματική σοφία, κάνει αχώριστο το θέλημα των τριών δυνάμεων
της ψυχής.
Οι μορφές αυτής της
πνευματικής σοφίας είναι τέσσερις: η φρόνηση, η σωφροσύνη, η ανδρεία και η
δικαιοσύνη, για τις οποίες έγραψε υψηλοστόχαστα ο Θεολόγος με το φωτισμό του
Ιησού Χριστού, του Κυρίου μας, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η εξουσία στους
αιώνες. Αμήν.
------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 221-222)
(Φιλοκαλία των Ιερών
Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Τώρα ιδού δέκατος έβδομος
λόγος
που με μιά γενική αρετή
ασχολείται.
Στο γράμμα ρο έχομε πλέον
φτάσει·
απ' τις τέσσερις, η
φρόνηση είν' η πρώτη.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την
ανάγνωση, πάτερ.
Είναι πιο εύκολο όσοι
θέλουν, να μάθουν για τις τέσσερις γενικές αρετές από τον Θεολόγο Γρηγόριο·
αλλά κι εμείς εδώ θα πούμε λίγα για κάθε μία. Γιατί κάθε μερική αρετή έχει
ανάγκη από τις τέσσερις αυτές αρετές και χωρίς αυτές δε γίνεται. Πώς, για
παράδειγμα, να γίνει το κάθε πράγμα χωρίς φρόνηση; Αυτή γεννιέται από το λογικό
και βρίσκεται μεταξύ της δεινότητας (=υπερφροσύνης) και της αφροσύνης.
Η πρώτη παρασύρει τη
φρόνηση προς τα πάνω για να πονηρεύεται και να βλάπτει πολύ και την ψυχή όποιου
την έχει και όσους άλλους μπορεί, ενώ η άλλη κάνει τον άνθρωπο αναίσθητο και
άχρηστο, και ούτε για τα θεία αφήνει το νου να φροντίζει, ούτε για κάτι που
συμφέρει την ψυχή ή τον πλησίον.
Και μοιάζει η μεν
υπερφροσύνη με βουνό υψηλότατο, η δε αφροσύνη με βάραθρο. Εκείνος που βαδίζει
στην πεδιάδα που είναι ανάμεσα, είναι φρόνιμος. Ενώ όποιος ξεφεύγει από το
δρόμο, ή πέφτει κάτω στο βάραθρο, ή επιχειρεί να ανεβεί πολύ πάνω, και μη
βρίσκοντας πέρασμα, γκρεμίζεται πάλι χωρίς να θέλει στο βάραθρο, και δεν μπορεί
να σταθεί γιατί δε θέλει να στραφεί από το ύψος του βουνού στη φρόνηση με τη
μετάνοια.
Αυτός τώρα που έπεσε στο
βάραθρο, παρακαλεί με ταπείνωση Εκείνον που μπορεί να τον οδηγήσει στο βασιλικό
δρόμο της αρετής. Ο φρόνιμος όμως, ούτε ανεβαίνει υπερηφανευόμενος και ζητώντας
να βλάψει κανένα, ούτε κατεβαίνει ασυλλόγιστα για να τον βλάψει κάποιος άλλος,
αλλά συλλέγοντας τα καλύτερα, τα φυλάγει με τη χάρη του Χριστού, του Κυρίου
μας. Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες. Αμήν.
--------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 222-223)
(Φιλοκαλία των Ιερών
Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Το σίγμα είναι το δέκατο
όγδοο στοιχείο,
κι ο λόγος είναι ο παρών
περί της σωφροσύνης.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την
ανάγνωση, πάτερ.
Σωφροσύνη είναι "σώο
φρόνημα", δηλαδή χωρίς έλλειψη. Και ούτε στην ακολασία αφήνει να πέφτει
εκείνον που την έχει, ούτε στην ηλιθιότητα• αλλά φυλάει τα καλά που συλλέγει η
φρόνηση και αποβάλλει όλα τα χειρότερα και συγκεντρώνει στον εαυτό της το
λογισμό, και διά μέσου της τον ανυψώνει στο Θεό.
Σαν καλός ποιμένας
περιφρουρεί τα πρόβατα, δηλαδή τα θεία νοήματα, και σκοτώνει την ακολασία, σαν
λυσσασμένο σκύλο, με την αποχή των βλαβερών, ενώ την ηλιθιότητα την διώχνει σαν
άγριο λύκο που δεν τον αφήνει να απομονώσει και να κατασπαράζει τα πρόβατα,
αλλά τον παρατηρεί ακατάπαυστα και τον φανερώνει στο λογιστικό μέρος της ψυχής
για να μην κρυφτεί στο σκοτάδι και συναγελάζεται με τα νοήματά του. Η σωφροσύνη
γεννιέται από το επιθυμητικό μέρος της ψυχής. Χωρίς αυτήν δε διατηρείται κανένα
αγαθό, ανίσως και πραγματοποιηθεί.
Γιατί χωρίς σωφροσύνη, ή
προς τα πάνω στρέφονται τα τρία μέρη της ψυχής, ή προς τα κάτω, δηλαδή προς την
ηλιθιότητα ή την ακολασία. Ακολασία δεν εννοώ μόνο το να φροντίζει κανείς για
την γαστριμαργία, αλλά για κάθε πάθος και λογισμό, που δε λογίζεται εκουσίως
κατά Θεόν. Η σωφροσύνη τα τιμωρεί όλα αυτά και κυριαρχεί στις άλογες ορμές της
ψυχής και του σώματος, και τις κατευθύνει προς το Θεό. Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα
στους αιώνες. Αμήν.
--------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 223)
(Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Γράμμα το ταυ, για την
ανδρεία ο λόγος
που δέκατος ένατος είναι
στην τάξη.
Από το θυμικό γεννιέται η
ανδρεία,
βρίσκεται δε μεταξύ
δειλίας και θράσους.
Και τώρα ευλόγησε την
ανάγνωση, πάτερ.
Το ιδίωμα της ανδρείας
δεν είναι να νικά κανείς και να καταπιέζει τον πλησίον. Αυτό είναι θρασύτητα
και είναι πάνω από την ανδρεία. Ούτε πάλι από φόβο των πειρασμών να αποφεύγει
τις κατά Θεόν εργασίες και τις αρετές, γιατί αυτό είναι δειλία και είναι κάτω από
την ανδρεία. Αλλά, ανδρεία είναι το να υπομένει κανείς σε κάθε έργο αγαθό και
να νικά τα πάθη της ψυχής και του σώματος.
Εμείς δεν έχομε να
παλέψομε με "αίμα και σάρκα", δηλαδή με ανθρώπους, όπως παλιά οι
Ιουδαίοι, για να θεωρείται ότι κάνει έργο Θεού όποιος νικά τους αλλοφύλους· η
πάλη μας είναι προς "τις αρχές και τις εξουσίες"(Εφ. 6, 12), δηλαδή
προς τους αόρατους δαίμονες, και εκείνος που νικά, νικά νοερά ή νικιέται από τα
πάθη.
Εκείνος ο πόλεμος των
Ιουδαίων, ήταν τύπος του δικού μας πολέμου. Γιατί αυτά τα δύο πάθη, αν και
φαίνονται αντίθετα μεταξύ τους, εντούτοις και τα δύο ταράζονται από την
αδυναμία. Η θρασύτητα παρασύρει προς τα πάνω και φοβερίζει χτυπώντας τάχα, σαν
αδύνατη αρκούδα, ενώ η δειλία φεύγει σαν κυνηγημένο σκυλί.
Γιατί κανείς από εκείνους
που έχουν ένα από αυτά τα δύο πάθη, δεν ελπίζει στον Κύριο. Γι' αυτό δεν μπορεί
να σταθεί για πόλεμο, επειδή είτε θρασύνεται, είτε δειλιάζει. Όμως ο δίκαιος
είναι σαν λιοντάρι έχοντας πεποίθηση(Παροιμ. 28, 1) στον Ιησού Χριστό, τον
Κύριό μας, στον Οποίο ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες. Αμήν.
----------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 224)
Λόγος υ΄ (20ος)
(Φιλοκαλία των Ιερών
Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Ύψιλον το γράμμα και
εικοστός ο λόγος
για των αρετών το σύνολο,
τη δικαιοσύνη.
Αυτή είναι που απονέμει
το ίσο,
κι η ίδια πάλι από το νου
γεννιέται.
Τώρα ευλόγησε λοιπόν την
ανάγνωση, πάτερ.
Ο Θεός υμνείται, λέει ο
Μέγας Διονύσιος, και με τη δικαιοσύνη. Και είναι εύλογο. Γιατί δίχως αυτήν όλα
είναι άδικα, και χωρίς αυτήν δε στέκονται. Λέγεται διάκριση και απονέμει το ίσο
σε κάθε περίπτωση, για να μη γίνει μήτε έλλειψη με τη μειωτική κρίση, μήτε
υπερβολή με την πλεονεξία.
Γιατί αν και αυτές οι δύο
φαίνονται αντίθετες, αφού βρίσκονται πάνω και κάτω από τη δικαιοσύνη, εντούτοις
κλίνουν το ένα τους μέρος στην αδικία και οι δύο. Η γραμμή είτε κύρτωμα έχει,
είτε κοίλωμα, φεύγει από την ευθεία.
Και ο δίσκος της ζυγαριάς
που γέρνει, πλεονεκτεί από τον άλλο. Εκείνος τώρα που μπορεί να κρατά τη
δικαιοσύνη, δεν πέφτει ούτε κάτω, με την αφροσύνη, την ακολασία, τη δειλία και
την πλεονεξία, ώστε να σέρνεται με την κοιλιά σαν το φίδι(Γεν. 3, 14), τρώγοντας
χώμα και δουλεύοντας στα πάθη της ατιμίας, ούτε πάλι πάνω, με τη δεινότητα, τη
θρασύτητα, την ηλιθιότητα και την έλλειψη, ώστε να υπερηφανεύεται και να φρονεί
από πονηρία πάνω από ό,τι αξίζει, αλλά έχει φρόνημα σωφροσύνης(Ρωμ. 12, 3) και
υπομένει με ταπείνωση, γνωρίζοντας πώς ό,τι έχει, το έλαβε κατά χάρη, κατά τον
Απόστολο(Α΄ Κορ. 4, 7), και δεν το αρνείται.
Γιατί αδικεί τον εαυτό
του και τον πλησίον, ή μάλλον το Θεό, όταν νομίζει ότι είναι δικά του τα
κατορθώματα. Αλλά αν νομίζει ότι έχει από τον εαυτό του κάποιο αγαθό, θα του
αφαιρεθεί και αυτό(Ματθ. 13, 12), όπως λέει ο Κύριος. Σ' Αυτόν ανήκει η δόξα
και η εξουσία στους αιώνες. Αμήν.
----------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 224-225)
Λόγος φ΄ (21ος)
(Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Στοιχείο το φι, λόγος
εικοστός πρώτος
για την τέλεια των
λογισμών ειρήνη,
όπως από τον Κύριο οι
μαθητές την πήραν(Ιω. 14, 27)•
γιατί τέτοια είναι αυτή
που ο Θεός παρέχει.
Τώρα λοιπόν ευλόγησε την
ανάγνωση, πάτερ.
Λέγοντας ο Κύριος προς
τους Αποστόλους: «Σας δίνω τη δική μου ειρήνη»(Ιω. 14, 27), πρόσθεσε: «όχι όπως
τη δίνει ο κόσμος», δηλαδή όχι με τα λόγια, όπως οι άνθρωποι της χώρας εκείνης
χαιρετούν και λένε "ειρήνη σ' εσάς", και όπως είπε η Σωμανίτισσα,
"ειρήνη σε σένα"(Δ΄ Βασ. 4, 23)• ή πάλι όπως ο Ελισσαίος είπε στον
Γιεζή: «Θα της πεις, έχεις ειρήνη; Δηλαδή, έχει ειρήνη ο άνδρας σου; Έχει
ειρήνη το παιδί σου;»(Δ΄ Βασ. 4, 26).
Αλλά ο Κύριος εννοεί την
ειρήνη που υπερβαίνει κάθε νου(Φιλιπ. 4, 7), την οποία δίνει ο Θεός σ' εκείνους
που τον αγαπούν με όλη τους την ψυχή, για τους πολέμους και τους κινδύνους που
δοκίμασαν προηγουμένως. Γι' αυτό πάλι είπε ο Κύριος: «Ενωμένοι μαζί μου, θα
έχετε ειρήνη»(Ιω. 16, 33), και πρόσθεσε: «Στον κόσμο θα έχετε θλίψη, αλλά να
έχετε θάρρος, γιατί εγώ έχω νικήσει τον κόσμο».
Δηλαδή και αν
αντιμετωπίζει κανείς πολλές θλίψεις και κινδύνους από δαίμονες και ανθρώπους,
έχει όμως την ειρήνη του Κυρίου, όλα αυτά τα θεωρεί μηδέν. Και πάλι είπε:
«Ειρηνεύετε μεταξύ σας»(Μαρκ. 9, 50). Όλα αυτά τα είπε από πρωτύτερα ο Κύριος
στους μαθητές, γιατί ήταν να μπουν σε πολέμους και να υποφέρουν θλίψεις για
χάρη Του.
Εφαρμόζοντας τώρα αυτά σ'
εμάς, βλέπομε ότι ο καθένας από εμάς τους πιστούς έχει τα πάθη που τον πολεμούν
και τον σκανδαλίζουν, και αν έχει ειρήνη με το Θεό και τον πλησίον, νικά τα
πάντα.
Γιατί αυτά είναι ο
κόσμος, τον οποίο παρήγγειλε ο Ιωάννης ο Θεολόγος να μισούμε(Α΄ Ιω. 2, 15)· όχι
τα κτίσματα, αλλά οι κοσμικές επιθυμίες. Η ψυχή έχει ειρήνη με το Θεό, όταν
ειρηνεύει μέσα της και γίνει όλη όπως θέλει ο Θεός.
Και γίνεται τέτοια όταν
ειρηνεύει με όλους τους ανθρώπους, και ας παθαίνει πολλά κακά απ' αυτούς. Γιατί
με την ανεξικακία δεν ταράζεται διόλου, αλλά όλα τα δέχεται, θέλει το καλό όλων
και αγαπά όλους τους ανθρώπους για το Θεό και γιατί όλοι έχομε την ίδια φύση.
Και για τους απίστους,
που βαδίζουν στην απώλεια, θρηνεί, όπως έκαναν ο Κύριος και οι Απόστολοι, ενώ
για τους πιστούς προσεύχεται και κοπιάζει· και έτσι αποκτά την ειρήνη των
λογισμών και ζει νοερά μέσα στη θεωρία και στην καθαρή προσευχή προς το Θεό. Σ'
Αυτόν ανήκει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 225-226)
Λόγος χ΄ (22ος)
(Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Λόγος εικοστός δεύτερος,
που έχει γράμμα το χι,
και λέει ότι η χαρά
γεννιέται απ' την ειρήνη.
Για την οποία λίγα θα πω
και σύντομα,
διότι υπάρχει χαρά
πνευματική,
υπάρχει όμως και άλλη.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν
την ανάγνωση, πάτερ.
Ο Απόστολος λέει: «Να
έχετε τη χαρά που δίνει ο Κύριος»(Φιλιπ. 3, 1). Σωστά το διατύπωσε έτσι· γιατί
αν η χαρά δεν προέρχεται από τον Κύριο, όχι μόνο δε χαίρεται κανείς, αλλά
σχεδόν ποτέ δεν θα χαρεί. Γιατί και ο Ιώβ, εξετάζοντας τον ανθρώπινο βίο, βρήκε
ότι περιέχει κάθε θλίψη(Ιώβ 14, 1). Επίσης και ο Μέγας Βασίλειος.
Ο δε Γρηγόριος Νύσσης
είπε ότι τα όρνεα και τα άλλα ζώα χαίρονται, επειδή είναι αναίσθητα· ο λογικός
όμως άνθρωπος δεν μπορεί διόλου να χαίρεται, εξαιτίας του πένθους. Γιατί, λέει,
δεν αξιωθήκαμε να έχομε τη γνώση ούτε αυτών των αγαθών από τα οποία ξεπέσαμε.
Γι' αυτό και η φύση
διδάσκει να πενθούμε μάλλον, επειδή η ζωή είναι πολύ οδυνηρή και πολύ
κοπιαστική και εξορία γεμάτη αμαρτίες. Αν όμως κανείς έχει ακατάπαυστα τη μνήμη
του Θεού, ευφραίνεται, σύμφωνα με τον Ψαλμωδό που λέει: «Έφερα στο νου μου το
Θεό και ένιωσα ευφροσύνη»(Ψαλμ. 76, 4).
Γιατί καθώς ευφραίνεται ο
νους από τη μνήμη του Θεού, λησμονεί τις θλίψεις του κόσμου, και ελπίζει σ'
Αυτόν, και γίνεται αμέριμνος. Και η αμεριμνία φέρνει χαρά και ευχαριστία. Η δε
ευχαριστία που είναι ενωμένη με την ευγνωμοσύνη, αυξάνει τις δωρεές και τα
χαρίσματα. Και όσο πληθαίνουν οι ευεργεσίες, αυξάνει η ευχαριστία και η καθαρή
προσευχή μαζί με τα δάκρυα της χαράς, και σιγά-σιγά ο άνθρωπος απαλλάσσεται από
τα δάκρυα της λύπης και των παθών και από τα πάθη.
Κατόπιν με κάθε τρόπο
φτάνει στην πνευματική χαρά. Για τα ευχάριστα ταπεινώνεται και ευχαριστεί· από
τους πειρασμούς γίνεται μέσα του βέβαιη η ελπίδα του μέλλοντος. Και με τα δύο
αυτά χαίρεται και αγαπά το Θεό και όλους με φυσικότητα σαν ευεργέτες. και δε
βρίσκει σε όλη την κτίση τίποτε που μπορεί να τον βλάψει, αλλά φωτιζόμενος από
τη γνώση του Θεού, από όλα τα κτίσματα παίρνει χαρά που εμπνέει ο Κύριος και
θαυμάζει την επιμέλεια που έχει για τα κτίσματά Του.
Γιατί όποιος έφτασε σε
πνευματική γνώση, δε θαυμάζει μόνο εκείνα που φαίνονται αξιέπαινα, αλλά
αισθάνεται και εκείνα που δεν φαίνονται στους απείρους αναγκαία, και
καταλαμβάνεται από έκπληξη. Και θαυμάζει όχι μόνο την ημέρα για το φως, αλλά
και τη νύχτα.
Γιατί σε όλους είναι
ωφέλιμη η νύχτα. Στους πρακτικούς δίνει ησυχία και ευκαιρία προσευχής· τους
πενθικούς τους οδηγεί στη μνήμη του θανάτου και του άδη· και εκείνους που
επιδιώκουν την ηθική, τους οδηγεί στην ακριβέστερη μελέτη και έρευνα των θείων
ευεργεσιών και στην τακτοποίηση των ηθών, όπως λέει ο Ψαλμωδός: «Όσα λέτε μέσα
στις καρδιές σας, να τα εξετάζετε με κατάνυξη στην κλίνη σας»(Ψαλμ. 4, 5).
Δηλαδή στην ησυχία της
νύχτας να αναλογίζεσθε με κατάνυξη τα ολισθήματα που έγιναν από σας στη σύγχυση
της ημέρας. Και να νουθετείτε τον εαυτό σας με ύμνους και πνευματικά
άσματα(Κολ. 3, 16), δηλαδή να διδάσκετε τον εαυτό σας να περνά με προσευχές και
ψαλμωδίες, προσέχοντας και εμβαθύνοντας στα αναγνώσματα.
Γιατί έτσι κατορθώνεται η
ηθική πράξη, με το να μελετά κανείς τα συμβάντα της ημέρας, ώστε να τα
συναισθανθεί στην ησυχία της νύχτας και να μπορέσει να πενθεί τις αμαρτίες του.
Και όταν με τη χάρη προκόψει και διαπιστώσει, στ' αλήθεια και όχι φανταστικά,
ότι κάποιες από τις ηθικές πράξεις της ψυχής ή του σώματός του γίνονται με έργα
ή λόγια σύμφωνα με την εντολή του Χριστού, ευχαριστεί με φόβο και ταπείνωση και
αγωνίζεται με προσευχή και πολλά δάκρυα προς το Θεό να διατηρεί το χρηστό
εκείνο ήθος, συμβουλεύοντας τον εαυτό του να κράτα τη μνήμη του, για να μη
χαθεί πάλι αυτό από τη λησμοσύνη. Γιατί με την πολυκαιρία κατορθώνεται μέσα μας
το χρηστό ήθος· και εκείνο που κατορθώθηκε με πολύν κόπο και χρόνο, μπορεί σε
μιά στιγμή να χαθεί. Αυτά για τους πρακτικούς.
Για τους θεωρητικούς
τώρα, η νύχτα έχει πολλές θεωρίες, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος. Κάθε φορά που
έρχεται, τους υπενθυμίζει την κοσμοποιΐα, επειδή το σκοτάδι της κάνει αφανή όλη
την κτίση, όπως ήταν προηγουμένως.
Όταν πάλι τα σύννεφα
κρύβουν τ' αστέρια, ο θεωρητικός οδηγείται σε πνευματική θεωρία, πώς ο ουρανός
ήταν πρώτα άδειος και χωρίς αστέρια. Όταν μπεί στο κελί του, και τον τυλίξει το
σκοτάδι, θυμάται το σκοτάδι εκείνο που πλανιόταν πάνω από την άβυσσο(Γεν. 1,
2).
Όταν πάλι ο ουρανός
ξαφνικά ξαστερώσει, ένας τέτοιος μοναχός, βγαίνοντας από το κελί του,
κυριεύεται από έκπληξη για τον άνω κόσμο και δοξολογεί το Θεό, παρόμοια με τους
Αγγέλους που, όπως λέει ο Ιώβ, δοξολόγησαν το Θεό μόλις πρωτοείδαν τα άστρα(Ιώβ
38, 7). Θεωρεί ακόμη τη γη αόρατη και ακατασκεύαστη(Γεν. 1, 2), όπως ήταν τότε,
και τους ανθρώπους να κοιμούνται σαν να μην υπάρχουν και έχει την αίσθηση ότι
είναι μόνος σαν τον Αδάμ, και υμνεί τον Κτίστη και Δημιουργό της κτίσεως με
γνώση μαζί με τους Αγγέλους. Όταν γίνονται βροντές και αστραπές συλλογίζεται
την ημέρα της Κρίσεως.
Ακούγοντας τις φωνές των
ορνέων, είναι σαν ν' ακούει την τότε φωνή της σάλπιγγας(Α΄ Θεσ. 4, 16). Από την
ανατολή του αυγερινού και της αυγής κατανοεί τη φανέρωση του τιμίου και
ζωοποιού Σταυρού(Ματθ. 24, 30). Από το ξύπνημα των ανθρώπων από τον ύπνο,
συμπεραίνει την κοινή ανάσταση, ενώ από την ανατολή του ηλίου, την έλευση του
Κυρίου.
Παρατηρεί, πώς άλλοι τον
προϋπαντούν με ύμνους, όπως πάνω σε σύννεφα(Α΄ Θεσ. 4, 17) οι Άγιοι τότε, ενώ
άλλοι αμελούν και κοιμούνται, όπως εκείνοι που μέλλουν τότε να κατακριθούν. Οι
πρώτοι ευφραίνονται όλη την ημέρα με τη δοξολογία, τη θεωρία, την προσευχή και
τις λοιπές αρετές, και ζουν μέσα στο φως της γνώσεως, όπως οι τότε δίκαιοι, ενώ
οι άλλοι μένουν στα πάθη και το σκοτάδι της άγνοιας, όπως οι τότε αμαρτωλοί.
Και γενικά εκείνος που
έχει πνευματική γνώση, βρίσκει όλα τα πράγματα να συντελούν στη σωτηρία της
ψυχής και τη δόξα του Θεού, για την οποία και δημιουργήθηκαν από τον Κύριο, το
Θεό των γνώσεων(Α΄ Βασ. 2, 3), όπως είπε η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ.
Γι' αυτό ας μην καυχιέται
ο σοφός για τη σοφία του κλπ., αλλά όποιος καυχιέται, να καυχιέται επειδή
αντιλαμβάνεται και γνωρίζει τον Κύριο(Α΄ Βασ. 2, 10), δηλαδή για το ότι
αντιλαμβάνεται και γνωρίζει καλά τον Κύριο από τα κτίσματά Του και τον
μιμείται, κατά το δυνατόν, με τη φύλαξη των θείων Του εντολών, με τις οποίες
τον γνωρίζει, και για να μπορέσει να κάνει κρίση και να αποδώσει δικαιοσύνη
επάνω στη γη, όπως Εκείνος.
Γιατί τα λόγια αυτά τα
είπε η μητέρα του προφήτη Σαμουήλ προφητεύοντας για τη σταύρωση και την
ανάσταση του Κυρίου. Αντίστοιχα λοιπόν και ο πιστός πρέπει να συμμετάσχει στο
πάθος του Χριστού με την απόκτηση των αρετών, ώστε να γίνει συμμέτοχος και στη
δόξα(Ρωμ. 8, 17) της αναστάσεώς Του με την απάθεια και τη γνώση, και να το έχει
καύχημα που αξιώθηκε να γίνει δούλος τέτοιου Κυρίου και μιμητής της ταπεινώσεώς
Του, ενώ είναι ανάξιος.
Και τότε θα δοθεί ο
έπαινος από τον Κύριο(Α΄ Κορ. 4, 5). Πότε τότε; Όταν θα πεί στους από τα δεξιά
Του: «Ελάτε οι ευλογημένοι να κληρονομήσετε τη βασιλεία»(Ματθ. 25, 34). Αυτήν
είθε όλοι να αξιωθούμε με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου, στον Οποίο
ανήκει η δόξα και η εξουσία στους αιώνες. Αμήν.
----------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 226-229)
(Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, γ΄ τόμος)
Ο λόγος περί των Γραφών
είναι ο εικοστός τρίτος,
ώστε ολότελα καμιά σ'
αυτές διαφωνία,
όσοι θέλουν να ερευνούν,
ποτέ να μην ευρίσκουν,
αλλά να τις κατανοούν
ορθά και όπως πρέπει.
Και τώρα ευλόγησε λοιπόν
την ανάγνωση, πάτερ.
Να ψάλλετε με
σύνεση»(Ψαλμ. 46, 8), λέει ο Προφήτης, και «Να ερευνάτε τις Γραφές»(Ιω. 5, 39)
λέει ο Κύριος. Εκείνος λοιπόν που ακούει φωτίζεται, εκείνος που παρακούει
σκοτίζεται. Γιατί αν κανείς δεν προσέχει στα λεγόμενα, δεν ωφελείται τόσο από
τις θείες Γραφές, και αν ίσως ψάλλει και διαβάζει πολλές φορές. «Σχολάσετε και
μάθετε»(Ψαλμ. 45, 11), λέει η Γραφή• γιατί η σχολή συγκεντρώνει το νου, κι αν
θελήσει κανείς και να προσέξει λίγο, αποκτά μερική γνώση(Α΄ Κορ. 13, 12), όπως
λέει ο Απόστολος, και μάλιστα εκείνος που δεν είναι άμοιρος από ηθική πράξη,
γιατί αυτή κάνει το νου πολύπειρο με τον πόλεμο κατά των παθών.
Δε γνωρίζει όμως όλα τα
μυστήρια που κρύβει κάθε λόγος της Γραφής, αλλά όσα μπορεί να δέχεται η
καθαρότητα του νου του από τη χάρη. Και αυτό γίνεται φανερό από το ότι
γνωρίζομε πολλές φορές κάποιο ρητό της Γραφής θεωρητικά, καθώς και ένα ή δύο
από τους σκοπούς για τους οποίους έχει γραφεί.
Έπειτα όμως από καιρό,
καθώς ίσως γίνεται καθαρότερος ο νους, αξιώνεται και άλλη γνώση για το ρητό,
υψηλότερη από την πρώτη, ώστε να απορεί και να θαυμάζει τη χάρη του Θεού και
την ανείπωτη σοφία Του και να φτάνει να φρίττει και να τρέμει ενώπιον του Θεού
των γνώσεων, όπως είπε η προφήτισσα Άννα, ότι ο Κύριος είναι Θεός γνώσεων(Α΄
Βασ. 2, 3).
Δεν εννοώ βέβαια τη γνώση
όταν ακούσει κανείς από κάποια Γραφή, ή από έναν άνθρωπο, γιατί αυτό δεν είναι
καθαρότητα του νου, ούτε αποκάλυψη• αλλά όταν δεχθεί τη γνώση και δεν έχει
εμπιστοσύνη στον εαυτό του, μέχρις ότου βρεί τη θεία Γραφή ή κάποιον από τους
Αγίους να συμφωνεί με την αυτόματη γνώση που έλαβε περί του ρητού της Γραφής, ή
κάποιου αισθητού ή νοητοΰ πράγματος. Και αν ίσως αντί ένα σκοπό βρίσκει
πολλούς, ή ακούσει πολλούς από τη θεία Γραφή ή τους αγίους Πατέρες, ας μην
απιστήσει και το νομίσει αυτό διαφωνία.
Γιατί συχνά υπάρχουν
πολλοί σκοποί του ιδίου πράγματος, όπως για παράδειγμα του ενδύματος. Αν ο ένας
λέει ότι το ένδυμα ζεσταίνει, ο άλλος ότι ευπρεπίζει, ο άλλος ότι σκεπάζει, και
οι τρεις λένε την αλήθεια, γιατί το ένδυμα είναι και για ζεστασιά, και για
σκέπασμα, και για ευπρεπισμό. Και οι τρεις έχουν βρεί το θείο σκοπό του
ενδύματος κι έχουν σύμφωνη τη θεία Γραφή και τη φύση των πραγμάτων.
Αν τώρα κανείς είναι
άρπαγας ή κλέφτης και πει με το νου του ότι το ένδυμα είναι χρήσιμο για αρπαγή
ή κλοπή, οπωσδήποτε ψεύδεται, γιατί ούτε η Γραφή ούτε η φύση των πραγμάτων
μαρτυρούν ότι έγινε γι' αυτό το σκοπό, αφού και οι νόμοι τιμωρούν αυτές τις πράξεις.
Το ίδιο ισχύει και για
κάθε αισθητό ή νοητό πράγμα ή λόγο της θείας Γραφής. Γιατί οι Άγιοι, ούτε κάθε
σκοπό του Θεού για κάθε πράγμα ή γραφικό λόγο γνωρίζουν, ούτε πάλι όσα
γνωρίζουν τα γράφουν. Αυτό απ' τη μία οφείλεται στο ότι ο Θεός είναι ακατάληπτος
και η σοφία Του δεν έχει όρια, ώστε να τη χωρέσει όλη ένας άγγελος ή ένας
άνθρωπος· όπως λέει ο Χρυσόστομος για κάποια θεωρία: «Εγώ είπα τώρα όσα πρέπει
να πω, ο Θεός όμως, εκτός απ' αυτά που είπα, γνωρίζει και άλλα που δεν
κατανοούνται».
Και από την άλλη στο ότι
δεν συμφέρει να λένε οι Άγιοι όσα γνωρίζουν, εξαιτίας της αδυναμίας των
ανθρώπων και για να μη μακραίνει ο λόγος και γίνεται μισητός ή ακατανόητος από
τη σύγχυση, αλλά να λέγονται μετρημένα τα λόγια, κατά τον Θεολόγο Γρηγόριο. Γι'
αυτό και βλέπομε έναν Άγιο, για το ίδιο πράγμα άλλά να λέει σήμερα και άλλα
αύριο.
Και αυτό δεν είναι
διαφωνία, αν ο ακροατής έχει γνώση ή πείρα των λεγομένων. Και πάλι ο ένας λέει
τούτα και ο άλλος αλλά για τον ίδιο λόγο της θείας Γραφής, γιατί πολλές φορές η
θεία χάρη δώρισε και αυτά και εκείνα κατά τους ανθρώπους και τον καιρό. Εκείνο
που απαιτείται είναι το κάθε τι να γίνεται ή να λέγεται κατά τον θείο σκοπό και
να στηρίζεται στις θείες Γραφές, για να μην ακούσει από τον Απόστολο το
"ανάθεμα", ακόμη και αν είναι άγγελος(Γαλ. 1, 8), αφού διδάσκει άλλο
σκοπό, έξω από το θείο σκοπό ή από τη φύση των πραγμάτων, όπως λένε ο Μέγας
Διονύσιος, ο Αντώνιος και ο Ομολογητής Μάξιμος. Γι' αυτό λέει ο Χρυσόστομος, δε
μας τα παρέδωσαν αυτά οι Έλληνες σοφοί, αλλά η αγία Γραφή.
Δεν είναι π.χ. διαφωνία
το να πει η Γραφή για κάποιον ότι δεν είδε την Βαβυλώνα κατά την αιχμαλωσία,
και αλλού ότι πήγε και αυτός στη Βαβυλώνα μαζί με τους άλλους. Γιατί όποιος
διαβάζει προσεκτικά τη Γραφή, θα βρει σε άλλο μέρος της Γραφής να λέγεται για
τον ίδιο ότι τον τύφλωσαν και έτσι τον αιχμαλώτισαν, και άρα πήγε στη Βαβυλώνα,
αλλά δεν την είδε(Δ΄ Βασ. 25, 7· Ιερ. 52, 11).
Και πάλι μερικοί από
απειρία λένε ότι η προς Εβραίους επιστολή δεν είναι του Αποστόλου Παύλου, ή ότι
ένας από τους λόγους του Αγίου Διονυσίου δεν είναι δικός του. Αλλά αν προσέχει
κανείς σ' αυτούς τους λόγους, βρίσκει την αλήθεια. Γιατί οι Άγιοι, όταν
πρόκειται για φυσικό πράγμα, από τη διόραση (δηλαδή τη φυσική γνώση ή θεωρία
των όντων, των κτισμάτων, που πηγάζει από την καθαρότητα του νου), λένε με κάθε
ακρίβεια το σκοπό του Θεού, ερευνώντας τις Γραφές, όπως λέει ο Χρυσόστομος,
όμοια μ' εκείνους που ψάχνουν να βρουν στα μεταλλεία της γης το χρυσάφι, και
βρίσκουν ακόμη και τις λεπτότατες φλέβες, για να μην χαθεί ούτε ένα "ιώτα
ή μία κεραία"(Ματθ. 5, 18) όπως λέει ο Κύριος.
Το ιώτα είναι το δέκατο
ψηφίο του αλφαβήτου, και η κεραία είναι η λεγομένη οξεία, χωρίς την οποία δεν
μπορούμε να γράφομε σωστά. Αυτά τα είπαμε περί των φυσικών πραγμάτων· όταν όμως
πρόκειται για υπερφυσικό πράγμα, αισθητό ή νοητό, ή για λόγο της Γραφής, τότε
οι Άγιοι το γνωρίζουν με την προόραση και την αποκάλυψη, αν τους δοθεί γνώση
περί αυτού από το Άγιο Πνεύμα.
Αν ίσως δεν τους δίνεται,
αλλά προς το συμφέρον τους μένει ακατάληπτο, δεν ντρέπονται να λένε την αλήθεια
και να ομολογούν την ανθρώπινη αδυναμία, λέγοντας σαν τον Απόστολο: «Δεν ξέρω,
ο Θεός ξέρει»(Β΄ Κορ. 12, 2). Ή όπως λέει ο Σολομών: «Τρία αγνοώ και το τέταρτο
δεν γνωρίζω»(Παροιμ. 24, 18), και ο Χρυσόστομος: «Εγώ δε γνωρίζω, αλλά αν οι
αιρετικοί με πουν άπιστο, ας με πουν και μωρό».
Και γενικά όλοι αυτοί που
είχαν και επίγεια και ουράνια σοφία, προτίμησαν την ουράνια, χρησιμοποίησαν
όμως και την κοσμική παιδεία σοφά με μέτρο, ακολουθώντας το αποστολικό
υπόδειγμα, για να μην καυχηθούν ξεπερνώντας τα μέτρα τους(Β΄ Κορ. 10, 13), όπως
έκαναν οι Αιγύπτιοι εκείνοι που χλεύαζαν την απλότητα του λόγου του Αποστόλου
Βαρνάβα, μη γνωρίζοντας ότι το κήρυγμά του περιείχε λόγια που οδηγούν στην
αιώνια ζωή(Ιω. 6, 68), όπως λένε τα Κλημέντια.
Πολλοί το παθαίνομε αυτό,
όταν ακούσομε κανένα να μιλά σε άλλη γλώσσα και γελούμε, ακόμη κι αν εκείνος
είναι σοφός στη γλώσσα του, και ομιλεί περί φρικτών μυστηρίων. Αλλ' αυτό
γίνεται από απειρία. Οι Πατέρες όμως θεληματικά έγραψαν και απλά, ανάλογα με το
χρόνο και τους ανθρώπους προς τους οποίους έγραφαν.
Λέει ο άγιος Γρηγόριος
Νύσσης, εγκωμιάζοντας τον άγιο Εφραίμ, ότι ενώ ήταν σοφός, έγραψε απλά· λέει
ακόμη με θαυμασμό για το πώς ο άγιος Εφραίμ, όντας πολύπειρος στα δόγματα,
κόλλησε με επιτηδειότητα τα φύλλα των καταραμένων βιβλίων κάποιου αιρετικού με
νηπιώδες φρόνημα, και πώς, από υπερηφάνεια εκείνος μη μπορώντας να υποφέρει την
ντροπή, ξεψύχησε.
Γιατί η αγία ταπείνωση
είναι υπέρ τη φύση και δεν μπορεί να την έχει ο άπιστος, αλλά τη νομίζει παρά
φύση, όπως λέει ο Μέγας Διονύσιος προς τον άγιο Τιμόθεο, γράφοντας ότι «στους
παλιούς φαίνεται παρά φύση η ανάσταση των νεκρών σ' εμένα όμως και σε σένα και
στην αλήθεια δεν είναι παρά φύση, αλλά υπέρ τη φύση. Και αυτό όσον άφορα σ'
εμάς. Όσον αφορά στο Θεό, η ανάσταση δεν είναι υπερφυσική, αλλά φυσική. Γιατί η
διαταγή του Θεού, είναι φύση του Θεού».
Οι Πατέρες αγαπούν
περισσότερο την ταπείνωση με έργο και με λόγο, όπως για παράδειγμα ο συγγραφέας
του Γεροντικού. Αυτός, αν και ήταν επίσκοπος και εξορισμένος για το Χριστό,
μιλώντας για κάποια μοναχή λέει ότι «κι εγώ πήρα απ' αυτήν κάποιο κουρέλι, για να
ευλογηθώ». Και οι άγιοι πατέρες Δωρόθεος και Κασσιανός έγραψαν απλά, ενώ ήταν
σοφοί.
Αυτό το λέω για να μη
νομίσει κανείς ότι από υπερηφάνεια μερικοί έγραψαν στρυφνά, ή αντιθέτως άλλοι
από αφέλεια, απλά. Αλλά το περιεχόμενο και των δύο είναι ένα και προέρχεται από
το ίδιο Άγιο Πνεύμα· ενώ ο σκοπός ήταν για την ωφέλεια όλων. Αν δηλαδή έγραφαν
όλοι απλά, κανένας από τους λογίους δε θα ωφελούνταν ποτέ, γιατί θα τα θεωρούσε
ανάξια λόγου για την απλότητά τους.
Ούτε πάλι κανείς από τους
πιο απλούς θα ωφελούνταν, αν έγραφαν όλοι στρυφνά, γιατί δε θα κατανοούσε το
νόημα των λόγων. Εκείνος τώρα που έχει πείρα των Γραφών, γνωρίζει ότι το
περιεχόμενο του πιο απλού ρητού της Γραφής και του πιο σοφού είναι ένα και
αποβλέπει στο να σώσει τον άνθρωπο.
Εκείνος όμως που δεν έχει
τέτοια πείρα, συχνά σκανδαλίζεται, μη γνωρίζοντας ότι πολύ συνεργεί η κοσμική
παιδεία, όταν γίνει όχημα της ουράνιας σοφίας του Πνεύματος. Γιατί η ουράνια
δίνει νοήματα φωτεινά, ενώ η επίγεια δίνει δύναμη λόγου, αν κανείς έχει σταθερή
φρόνηση και συγκάτοικο την ταπεινοφροσύνη, που τον κάνει να φοβάται την
αφροσύνη και την υψηλοφροσύνη και να έχει φρόνημα σωφροσύνης, όπως λέει ο
Απόστολος(Ρωμ. 12, 3).
Όπως λοιπόν το
"αμήν" (που λέγεται στο κατά Λουκάν Ευαγγέλιο
"αληθώς"(Λουκ. 9, 27)), είναι σταθερός λόγος που βεβαιώνει όσα
ειπώθηκαν προηγουμένως, έτσι και η φρόνηση είναι σταθερή νόηση, η οποία μπορεί
να φυλάγει την αλήθεια. Το "αμήν" φανερώνει την μονιμότητα της νέας
χάρης, γι' αυτό και στην Παλαιά Διαθήκη, η οποία ήταν προτύπωση, δεν λέγεται
διόλου, ενώ στην Καινή Διαθήκη της χάρης λέγεται παντού, γιατί αυτή μένει στον
αιώνα και στον αιώνα του αιώνος.
--------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986,
γ΄τόμος, σελ. 229-233)
Εισαγωγή στο Ορθόδοξο
Διαδίκτυο απο το Βιβλίο :
Φιλοκαλία των
Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας
Η ηλεκτρονική
επεξεργασία μορφοποίηση κειμένου
και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η
αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με
αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου