Άγιος Νικόλαος
Ό Αγιος συμμετέχει στήν Α' Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.).
Σώζει τούς συμπατριώτες του από την πείνα
ΙΣΤ. Όταν κυβερνούσε τή Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ό Κωνσταντίνος, ό πρώτος χριστιανός βασιλιάς, καί μάλιστα τότε πού ό μεγάλος αύτός άρχιερέας φρόντιζε νά διαφυλάττει όλα τά ορθόδοξα δόγματα τής Πίστεως από κάθε πλάνη καί ξερίζωνε καθετί τό κακόδοξο καί νόθο, συγκεντρώθηκαν όλοι οι ορθόδοξοι επίσκοποι στή Νίκαια , με σκοπό νά στερεώσουν τήν ορθή διδασκαλία τής χριστιανικής Πίστεως, νά καταδικάσουν γιά πάντα τή βλάσφημη αίρεση τού Άρείου καί νά στήσουν όρθια τήν κλυδωνιζόμενη Εκκλησία. Ή Σύνοδος αυτή δογμάτισε ότι ό Υιός είναι όμοούσιος προς τον Πατέρα, καί τά δύο πρόσωπα (Πατήρ καί Υιός) άποτελούν μία ούσία.
Στήν ιερή, λοιπόν, αυτή Σύνοδο έλαβε μέρος καί ό θαυμαστός αύτός άρχιερέας. Εκεί ό Άγιος έγινε πραγματικά στόμα πυρίπνοο κατά τού αίρεσιάρχη Άρείου. Συγκεκριμένα, απέδειξε ότι ή διδασκαλία τού Άρείου ήταν φλυαρία, πού δέν είχε καμιά σχέση μέ τήν άλήθεια, καί αδέξια σπέρματα τού διαβόλου, τά όποια ό Άγιος διέλυσε εύκολα σάν νήματα αράχνης καί παρέδωσε σέ όλους ακριβή κανόνα τής ορθής πίστεως. Όταν τελείωσαν οι έργασίες τής Συνόδου, έζευξε τήν άμαξα καί γύρισε πίσω στο ποίμνιό του.
Επιπλέον, καί πώς θά μπορούσε κάποιος, πού είναι έραστής όντως φιλόθεων διηγήσεων, νά παρατρέξει καί τό έξής: Κάποτε έπεσε φοβερή πείνα στή Λυκία. Τότε καί ή έπαρχία των Μυρέων είχε έλλειψη τροφών καί πιεζόταν άπό τήν πείνα. Ένώ, λοιπόν, κάποιος ναυτικός είχε αγοράσει σιτάρι νά τό έμπορευτεί, έμφανίστηκε τή νύχτα σ’ αυτόν ό μέγας Νικόλαος καί, άφού τού έδωσε, όχι φανταστικά άλλα στήν πραγματικότητα, τρία χρυσά νομίσματα ως εγγύηση, τον πρόσταζε νά πλεύσει στο λιμάνι τής επαρχίας των Μυρέων και νά το πουλήσει στους κατοίκους. Όταν ζύπνησε ό έμπορος και βρήκε στ’ άλήθεια στο δεζιό του χέρι τά χρυσά νομίσματα, άπέδωσε τό γεγονός σε θαύμα και με όση ταχύτητα μπορούσε έπλευσε προς τά Μύρα. Έπειτα πούλησε τό σιτάρι στήν πόλη. Έτσι και ό ίδιος είχε κέρδος και ατούς πεινασμένους έδωσε ζωή.’Αλλά και τό παρακάτω γεγονός δέν πρέπει νά τό παραβλέψει κάνεις και νά μήν τό εκθέσει μέ τό γραπτό λόγο, αν και είναι εύρύτερα γνωστό και πολυμιλημένο.
Αποστολή στρατού στή Μεγάλη Φρυγία για καταστολή επανάστασης. Ό Αγιος θέτει τέρμα σέ λεηλασία
ΙΖ. Στή Μεγάλη Φρυγία[19], λοιπόν, εκδηλώθηκε μιά έπανάσταση. Όταν τό πληροφορήθηκε ό βασιλιάς Κωνσταντίνος, άφού έκαμε άπό κοινού σύσκεψη μέ τούς συμβούλους του γιά τό γεγονός αυτό, έστειλε στή Φρυγία τρεις στρατηγούς μαζί μέ τούς στρατιώτες πού είχαν ύπό τήν έζουσία τους (τά ονόματα τών στρατηγών ήταν Νεπωτιανός, θύρσος και Έρπυλίων) νά καταστείλουν τήν έπανάσταση και νά έπαναφέρουν τήν τάζη και τή γαλήνη στήν περιοχή αύτή. Οι στρατηγοί μέ τούς στρατιώτες άπέπλευσαν άμέσως άπό τήν Κωνσταντινούπολη και μέ πολλή ταχύτητα έφτασαν σέ ένα λιμάνι τής έπαρχίας τών Λυκίων. Τό επίνειο ονομαζόταν Άνδριάκης. Επειδή όμως δέν μπορούσαν νά άποπλεύσουν έζαιτίας τής κακοκαιρίας πού επικρατούσε, παρέμεναν γιά λίγο χρονικό διάστημα στο λιμάνι.
Έντωμεταζύ μερικοί στρατιώτες βγήκαν άπό τό πλοίο νά άγοράσουν διάφορα πράγματα πού τούς χρειάζονταν. Όμως, αύτά πού άρέσκονται συνήθως νά κάνουν οι στρατιώτες (πραγματικά, αισθάνονται πολλή ευχαρίστηση μέ ζένα πράγματα πού άποκτούν, χρησιμοποιώντας τήν άρπαγή και τή βία) τά έκαναν και εδώ. Δηλαδή άρπαζαν μέ τή βία τά άγαθά τών κατοίκων. Στή συνέχεια τό γεγονός αύτό εξελισσόταν σε ανταρσία και κάποια ταραχή δημιουργήθηκε στην περιοχή πού ονομαζόταν Πλάκωμα.
Μόλις, λοιπόν, έγιναν γνωστά στο θαυμαστό Νικόλαο ή κατάσταση πού επικρατούσε και ποιος ήταν εκείνος πού τήν είχε δημιουργήσει, έφτασε άμέσως στο έπίνειο μέ τήν ίδια πνευματική του όρμητικότητα. Και όταν κάποιοι τον άντιλήφτηκαν, πέρασε αστραπιαία σέ όλους, λόγω τής φήμης του, ή είδηση γιά τήν εκεί παρουσία του. Άμέσως τότε όλοι οι κάτοικοι τής πόλης μαζί μέ τούς απεσταλμένους άπό τό βασιλιά στρατηγούς έσπευοαν νά τον συναντήσουν, γιά νά τον προσκυνήσουν, όπως ήταν συνήθεια. Όταν, λοιπόν, ρώτησε τούς στρατηγούς γιά ποιο σκοπό καί άπό πού ήλθαν, έκέΐνοι τού άπάντησαν ότι είχαν άποσταλεί άπό τό βασιλιά, μέ σκοπό νά διευθετήσουν, μέ καλό τρόπο γιά τούς κατοίκους τής Φρυγίας, επαναστατικές κινητοποιήσεις. Τότε αύτός τούς πήρε στήν πόλη καί τούς φιλοξενούσε μέ έγκαρδιότητα. Έπειτα οι στρατηγοί καθησύχασαν έτσι μέ ήπιότητα τό θόρυβο των στρατιωτών καί είχαν τήν καλή τύχη νά λάβουν, όπως έπρεπε, τις ευλογίες τού Άγιου.
Ό Αγιος σπεύδει νά διασώσει άπό τήν εκτέλεση τρεις άδικουμένους
ΙΗ-ΙΘ. Μόλις έπρόκειτο οι στρατηγοί μέ τά στρατεύματά τους νά πάρουν τό δρόμο γιά τή Φρυγία, προσήλθαν στον Άγιο μερικοί κάτοικοι τής πόλεως καί μέ πολύ ψυχικό πόνο τού υπέβαλαν μιά θερμότατη παράκληση τού ζήτησαν δηλαδή νά υπερασπίσει κάποιους άδικουμένους. Καί πραγματικά, πολύ σύντομα αύτοί θά έκτελούνταν άδικα. Συγκεκριμένα, έλεγαν στον Άγιο ότι ό Εύστάθιος, ό διοικητής τής πόλεως, άφού δωροδοκήθηκε μέ πολλά χρήματα άπό φθονερούς καί φοβερά κακούς ανθρώπους, καταδίκασε σέ θάνατο τρεις κατοίκους τής πόλεως, χωρίς νά έχουν κάμει καί τήν παραμικρή παράβαση, καί δέν τούς έπέβαλε κάποια μικρή τιμωρία, πού καί αυτό βέβαια θά ήταν δυσάρεστο γιά άθώους, αλλά ύποφερτό. Τού έλεγαν άκόμη ότι και ολόκληρη ή πόλη πενθεί πολύ και οδύρεται για την άδικη καταδίκη των αθώων σε θάνατο και επικαλείται με φωνές απελπισίας την παρουσία του’ καί, αν πάει εκεί, ό ήλιος δεν πρόκειται να δεί τέτοιο μίασμα σ’ αύτή.
Όταν τούς άκουσε ό άνθρωπος τού Θεού καί ακριβέστατος μιμητής τής φιλευσπλαχνίας τού ’Ιησού, δέ θεώρησε άδικαιολόγητη την ανάγκη για βοήθεια, ούτε καθυστέρησε καθόλου, άπό τη στιγμή πού άκουσε τό αίτημα, να σπεύσει να βοηθήσει. Έτσι, αφού ντύθηκε τό ζήλο για τό καλό, σαν κάποια λεοντή, αμέσως τινάχτηκε όρθιος καί γέμισε ή ψυχή του μέ άκατάβλητο θάρρος. Χωρίς καθυστέρηση συμπαρέλαβε τούς τρεις στρατηγούς, για τούς όποιους έγινε λόγος παραπάνω, καί πήρε τό δρόμο να προλάβει να σώσει τούς άδικουμένους άπό την εκτέλεση.
Όταν, λοιπόν, έφτασε σέ κάποιον τόπο, πού ονομαζόταν Λέων, ζητούσε να μάθει άπό τούς έκεί παρευρισκόμε- νους άν γνωρίζουν κάτι γιά τούς καταδίκους καί πού τούς έχουν άφήσει. Εκείνοι τού είπαν ότι τούς έχουν στην τοποθεσία πού ονομάζεται Διόσκουροι, στην πλατεία. Τότε ό "Αγιος προχώρησε κατευθείαν προς τον τόπο τού μαρτυρίου των άγιων Κρίσκεντος καί Διοσκουρίδου. Προχωρώντας έμαθε ότι οί κατάδικοι λίγο πριν πέρασαν την πύλη καί οδηγούνταν κοντά στο Βηρά. Στον τόπο αύτό θά γινόταν ή έκτέλεσή τους. ’Αμέσως έπιτάχυνε τό βήμα καί, άναπληρώνοντας την άδυναμία των γηρατειών του μέ τη φλόγα τής καρδιάς του, έφτασε σέ σύντομο χρόνο στον καθορισμένο γιά την εκτέλεση τόπο. Έκεί είδε πολύν όχλο γύρω γύρω συγκεντρωμένον καί τούς καταδίκους — άλίμονο! — μέ τα χέρια δεμένα πίσω καί τα μάτια τους καλυμμένα να περιμένουν μέ γυμνό τον τράχηλο τό χτύπημα τού δημίου. Ό δήμιος είχε ήδη βγάλει τό ξίφος άπό τή θήκη του καί έβλεπε μέ φονική καί μανιακή διάθεση τούς καταδίκους, υποδηλώνοντας μέ τήν έκφραση τού προσώπου του τήν ορμή του προς τή σφαγή. Τό θέαμα ήταν φρικτό καί δέν ήταν δυνατόν νά τό άντικρίσει συνετός οφθαλμός.
Ό Αγιος διασώζει τούς τρεις αδικούμενους. Καταστολή τής επανάστασης στή Μεγάλη Φρυγία
Κ. Όταν ό "Αγιος είδε αυτό τό τραγικό θέαμα, αφού συνδύασε την αύστηρότητα με την πραότητα, δεν έβγαλε δυνατή και ταραγμένη φωνή, ούτε πλησίασε μέ άπρεπή συμπεριφορά και έξαλλοσύνη, άλλα άπλώς έτρεξε άμέσως προς τον δήμιο, τού άρπαξε τό ξίφος άπό τά χέρια, χωρίς καθόλου νά φοβηθεί ούτε νά τά χάσει, τό πέταξε στο έδαφος και ελευθέρωσε τούς καταδίκους άπό τις χειροπέδες.
’Αλλά έκέΐνο πού είναι τό πιο έκπληκτικό άπ’ όλα είναι τό γεγονός ότι αύτά τά έκανε ό "Αγιος σάν νά είχε άπεριόριστη εξουσία στά χέρια του και, ένώ όλοι τά έβλεπαν, δέν ύπήρξε κάνεις πού νά τον έμποδίσει. Αύτό, κατά τή γνώμη μου [20] , οφείλεται στο ότι ντρέπονταν τήν πλεονάζουσα άρετή του και τό ζήλο του γιά δικαιοσύνη.
Οι άνθρωποι, λοιπόν, πού σώθηκαν έχυναν θερμά δάκρυα χαράς και έβγαζαν φωνές άγαλλιάσεως γιά τήν άνέλπιστη μεταβολή τής τύχης τους, ένώ όλος ό τόπος έγινε ένα θέατρο άνθρώπων, πού επευφημούσαν τον "Αγιο και έπιδοκίμαζαν τήν πράξη του και ομιλούσαν μεταξύ τους γιά τό γεγονός, κατακυριευμένοι άπό τήν έκπληξη και τό θαύμα.
Εκεί έκαμε τήν εμφάνισή του και ό Εύστάθιος, ό διοικητής, ό όποιος άδικα είχε έτοιμάσει γι’ αύτούς τό ποτήρι τού θανάτου. Ό "Αγιος όμως δέν έδωσε καμιά σημασία στήν παρουσία του καί, όταν έκείνος πλησίασε κοντά του, δέν τον δέχτηκε καί, άκόμη, όταν προσπαθούσε νά πέσει στά πόδια του, τον άπώθησε. Επιπλέον, τον άπείλησε ότι θά τον καταγγείλει στο βασιλιά καί θά έπικαλεσθεί τό Θεό νά τον τιμωρήσει μέ τις βαρύτερες τιμωρίες, γιατί χρησιμοποιούσε μέ πολύ άδικο τρόπο τήν έξουσία του καί διέπραττε μεγάλα κακά καί άδικίες.
Ύστερα άπό αύτά, ό Εύστάθιος αισθανόταν φοβερότό χτύπημα από τό κεντρί τής μεταμέλειας και ακόμη πιο φοβερούς τούς ελέγχους τής συνειδήσεώς του. Για τό λόγο αύτό έπιζητούσε με δάκρυα τήν ευσπλαχνία και έπεσε ικετευτικά στά πόδια τού Άγιου λέγοντας τι βεβαίως θά έπρεπε νά κάνει, ώστε ό μεγάλος Άγιος νά θέσει τέρμα στήν άγανάκτησή του και νά τον συγχωρήσει. Έπειτα μετέθετε τήν εύθύνη του, γιά τήν άδικία εις βάρος των τριών άνδρών, στο Σιμωνίδη και τον Εύδόξιο, τούς τοπικούς άρχοντες των Μυρέων. Ό Άγιος όμως ήξερε ότι αύτός έλεγε ψέματα. Πραγματικά, γνώριζε πολύ καλά ότι ό Εύστάθιος έβαλε σέ κατώτερη μοίρα τό δίκαιο άπό τό χρυσάφι, μέ τό όποιο τον δωροδόκησαν, και καταδίκασε αθώους άνθρώπους σέ θάνατο. Όλοι, λοιπόν, οι συγκεντρωμένοι έκει άνθρωποι έξέφραζαν προς τον Άγιο τις εύχαριστίες τους και τό όνομα τού Νικολάου έγινε στο στόμα τους κελάηδημα και λειτούργημα χωρίς τελειωμό.
Οι στρατηγοί, άφού είδαν αύτά τά έκπληκτικά γεγονότα και έχοντας σάν κάποιο καλό έφόδιο τις θείες ευχές πού άξιώθηκαν νά πάρουν άπό τον "Αγιο, πήγαν στή Φρυγία. Έκει διευθέτησαν τά πάντα μέ επιτυχία, έπανέφεραν στήν τάξη όλους τούς στασιαστές και επέβαλαν τήν ειρήνη. Όταν, λοιπόν, περάτωσαν όλες τις έντολές τού βασιλιά, γύρισαν άμέσως στο Βυζάντιο χαρούμενοι, όπου τούς έγινε τιμητική και μεγαλοπρεπής ύποδοχή και άπό τον ίδιο τό βασιλιά και άπό τούς άξιωματούχους. Μετά άπό αύτή τήν ύποδοχή οι τρεις στρατηγοί, ένδοξοι και έπιφανείς, περνούσαν τον καιρό τους γύρω άπό τά άνάκτορα και ή περιποίηση πού τούς παρεχόταν έκει ήταν έξαιρετική.
ΣΥΜΕΩΝ, ΛΟΓΟΘΕΤΟΥ, ΤΟΥ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΟΥ
ΒΙΟΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΔΙΗΓΗΣΙΣ ΠΕΡΙΩΝΥΜΟΥ
ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΜΥΡΩΝ ΤΗΣ ΛΥΚΙΩΝ ΕΠΑΡΧΙΑΣ
(Απόδοση στη νεοελληνική γλώσσα)
Εισαγωγή - Μετάφραση - Σχόλια Πραγματολογικά στοιχεία -
Παραπομπές Επιλογή ύμνων άπό την άσματική 'Ακολουθία
Γεωργίου Δ. Παπαδημητρόπουλου θεολόγον. Φιλολόγου - Λυκειάρχου
Πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση σε Ορθόδοξα Ιστολόγια με αναφορά πηγής την Ιστοσελίδα
ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου