Αγιος Διονύσιος Αρεοπαγείτης
Περί Θείων Ονομάτων
Κεφάλαιο 5
Για το ον και για τα «παραδείγματα».
1. Ας μεταβούμε τώρα στο όνομα της ουσίας, δηλαδή στην όντως υπάρχουσα θεϊκή ονομασία του όντως υπάρχοντος όντος. Θα κάνουμε μόνο την εξής υπόμνηση: σκοπός του λόγου μας δεν είναι να φανερώσουμε την υ‐περούσια ουσία ως προς το υπερούσιο της φύσης της (γιατί αυτό είναι κάτι που δεν μπορούμε ούτε να το εκφράσουμε ούτε να το γνωρίσουμε· είναι κάτι εντελώς αφανέρωτο που υπερβαίνει και αυτήν ακόμα τη θεία ένωση), αλλά να υμνήσουμε την ενέργεια της απόλυτης θεϊκής αρχής της ουσίας, που παρέχει ουσία στο σύνολο των όντων.
Γιατί η θεϊκή ονομασία του αγαθού, καθώς παρουσιάζει στο σύνολο τους τις ενέργειες του αιτίου των πάντων, εκτείνεται και στα όντα και στα μη όντα και βρίσκεται υπεράνω και των όντων και των μη όντων. Αλλά η ονομασία του όντος εκτείνεται σε όλα τα όντα και βρίσκεται υπεράνω των όντων. Το όνομα πάλι της ζωής εκτείνεται σε όλα τα ζώντα και βρίσκεται υπεράνω των ζώντων. Τέλος, το όνομα της σοφίας εκτείνεται σε όλα τα νοερά και λογικά και αισθητικά και βρίσκεται υπεράνω όλων αυτών.
2. Ο λόγος μας λοιπόν επιθυμεί να υμνήσει αυτά τα θεϊκά ονόματα, που καθιστούν φανερή τη θεία πρόνοια. Δεν επαγγέλλεται ότι θα εκφράσει την καθʹ εαυτήν υπε‐ρούσια αγαθότητα και ουσία και ζωή και σοφία της καθʹ εαυτήν υπερούσιας θεότητας, που είναι εγκαθιδρυμένη, όπως λένε οι Γραφές, σε απόκρυφα μέρη, υπεράνω κάθε αγαθότητας και θεότητας και ουσίας και σοφίας και ζωής. Αλλά υμνεί την αγαθοποιό πρόνοια που εμφανίζεται σε μας ως καθʹ υπεροχή αγαθότητα και αιτία όλων των αγαθών και ως ον και ζωή και σοφία και ως τη δημιουργική αιτία που δίνει ουσία και ζωή και σοφία σε όσους έχουν μεταλάβει ουσία και ζωή και νου και λογική και αίσθηση.
Δεν εκλαμβάνει βέβαια ο λόγος μας ως άλλο πράγμα το αγαθό και άλλο το ον και άλλο τη ζωή ή τη σοφία ούτε λέει ότι υπάρχουν πολλά αίτια και ότι υπάρχουν πολλές θεότητες που παράγουν άλλες, ανώτερες ή κατώτερες, αλλά ότι οι συνολικές αγαθές ενέργειες, καθώς και τα θεϊκά ονόματα που εξυμνούνται από μας, αναφέρονται στον ένα Θεό. Το πρώτο όνομα (το αγαθός) φανερώνει την πλήρη και τέλεια πρόνοια του ενός Θεού, ενώ τα άλλα τις γενικότερες ή μερικότερες πρόνοιές του.
3. Θα μπορούσε βέβαια κάποιος να ρωτήσει: «Για ποιο λόγο, ενώ το ον εκτείνεται υπεράνω της ζωής και η ζωή υπεράνω της σοφίας, εντούτοις όσα ζουν υπερέχουν από τα όντα, τα αισθητικά από όσα ζουν, τα λογικά
από τα αισθητικά και από τα λογικά οι νόες, που βρίσκονται γύρω από τον Θεό και πλησιάζουν περισσότερο προς αυτόν; Θα έπρεπε μάλλον όσα μετέχουν σε μεγαλύτερες δωρεές του Θεού να είναι ανώτερα και να υπερέχουν των άλλων».
Η αντίρρηση αυτή, βέβαια, θα ήταν ορθή, αν κανείς αντιλαμβανόταν τα νοερά χωρίς ουσία και χωρίς ζωή. Αν όμως οι θεϊκοί νόες έχουν ύπαρξη ανώτερη από τα άλλα όντα και ζωή υπεράνω των υπόλοιπων ζώντων οργανισμών· αν κατανοούν και γνωρίζουν υπεράνω από αίσθηση ή λογική και αν επιθυμούν και μετέχουν στο ωραίο και αγαθό περισσότερο από όλα τα όντα· τότε αυτοί μάλλον έχουν θέση πιο κοντά στο αγαθό, αφού αυτοί μετέχουν σʹ αυτό σε μεγαλύτερο βαθμό και έχουν λάβει απʹ αυτό περισσότερες και μεγαλύτερες δωρεές. Κατά τον ίδιο τρόπο υπερέχουν και τα λογικά από τα αισθητικά, καθώς πλεονεκτούν ως προς την περίσσεια της λογικής, ενώ τα αισθητικά ως προς την αίσθηση και άλλα ως προς τη ζωή. Και είναι, νομίζω, αληθινό το εξής: αυτά που μετέχουν στον ένα και μεγαλόδωρο Θεό σε μεγαλύτερο βαθμό είναι πλησιέστερα σʹ αυτόν και πιο θεϊκά από τα υπόλοιπα.
4. Αφού λοιπόν μιλήσαμε και σχετικά μʹ αυτά, εμπρός λοιπόν να ανυμνήσουμε το αγαθό ως όντως ον και ως αυτό που προσφέρει ύπαρξη σε όλα τα όντα. Ο υπάρχων θεός είναι κατά τη δύναμη της φύσης του η υπερούσια υποστατική αιτία όλου του «είναι». Είναι δημιουργός όντος, υπάρξεως, υποστάσεως, ουσίας, φύσεως· είναι αρχή και μέτρο της αιωνιότητας, οντότητα των χρόνων και αιωνιότητα των όντων· είναι ο χρόνος όσων γίνονται, η ύπαρξη όσων έχουν οποιουδήποτε είδους ύπαρξη, η γένεση όσων έχουν οποιουδήποτε είδους γένεση. Απʹ αυτόν, που είναι ο ων, προέρχονται η αιωνιότητα και η ουσία και το ον και ο χρόνος και η γένεση και ό,τι γίνεται, αυτά που υπάρχουν μέσα στα όντα, αυτά που με οποιοδήποτε τρόπο υπάρχουν και υφίστανται.
Γιατί βέβαια ο θεός δεν είναι κατά κάποιο συγκεκριμένο τρόπο ων, αλλά απόλυτα και απεριόριστα, καθώς συγκεντρώνει ολοκληρωτικά και εκ των προτέρων στον εαυτό του όλο το είναι. Γιʹ αυτό και λέγεται «βασιλεύς των αιώνων», επειδή μέσα σʹ αυτόν και γύρω απʹ αυτόν υπάρχει και υφίσταται όλο το είναι, ενώ ο ίδιος ούτε ήταν σε χρόνο ούτε θα είναι, ούτε έγινε ούτε γίνεται ούτε θα γίνει και καλύτερα ούτε υπάρχει σε χρόνο. Αλλά αυτός είναι η ύπαρξη για όλα τα όντα, και όχι μόνο τα όντα αλλά και αυτό το είναι των όντων προέρχεται από τον προαιωνίως όντα. Γιατί αυτός είναι ο αιώνας των αιώνων, «αυτός που υπάρχει πριν από τους αιώνες».
5. Ανακεφαλαιώνοντας λοιπόν ας πούμε ότι όλα τα όντα και όλοι οι αιώνες λαμβάνουν την ύπαρξη τους από αυτόν που προϋπάρχει. Κάθε αιώνας και χρόνος προέρχεται απʹ αυτόν και η αρχή και η αιτία για κάθε αιώνα και χρόνο, καθώς και για όλα όσα έχουν οποιουδήποτε είδους ύπαρξη, είναι αυτός που προϋπάρχει. Όλα μετέχουν σʹ αυτόν και από κανένα ον δεν απουσιάζει. «Αυτός υπάρχει πριν από όλα και τα πάντα έχουν συσταθεί σʹ αυτόν». Και γενικά, ό,τι έχει κάποιου είδους ύπαρξη, υπάρχει και νοείται και διασώζεται μέσα σʹ αυτόν που προϋπάρχει.
Μάλιστα το είναι υπερέχει από όλες τις άλλες συμμετοχές σʹ αυτόν. Και είναι αυτό καθαυτό το «είναι» ανώτερο από την ύπαρξη της καθαυτό ζωής και της καθαυτό σοφίας και της θείας καθαυτό ομοιότητας. Είναι επίσης ανώτερο και από όλα τα άλλα, στα οποία μετέχοντας τα όντα, πρώτα απʹ όλα αυτά μετέχουν στο είναι. Ή καλύτερα, και όλες αυτές καθαυτές οι ποιότητες, στις οποίες μετέχουν τα όντα, μετέχουν σʹ αυτό καθαυτό το είναι. Και δεν υπάρχει κανένα ον του οποίου ουσία και αιώνας να μην είναι το καθαυτό είναι.
Επομένως, δικαιολογημένα ο θεός, χάρη στην ανώτερη από τις άλλες δωρεές του, ονομάζεται, κατά τρόπο εξαιρετικό σε σχέση με όλα τα άλλα,
«ο ων». Γιατί, κατέχοντας εκ των προτέρων κατά τρόπο υπεροχής το να
προϋπάρχει και το να υπάρχει υπεράνω όλων των άλλων, έδωσε από πριν υπόσταση σε όλο το είναι, εννοώ αυτό καθαυτό το είναι, και με αυτό το καθαυτό είναι έδωσε υπόσταση σε όλα τα επιμέρους είδη ύπαρξης. Έτσι λοιπόν οι αρχές των όντων όλες, επειδή ακριβώς μετέχουν στο είναι, και υπάρχουν και είναι αρχές· πρώτα όμως υπάρχουν και έπειτα είναι αρχές.
Και αν θέλεις να υποστηρίξεις ότι η καθαυτό ζωή είναι η καθολική αρχή όσων ζουν, ως ζωντανών· και η καθαυτό ομοιότητα των ομοίων, ως ομοίων· και η καθαυτό ένωση των ενωμένων, ως ενωμένων· και η καθαυτό τάξη των ταξινομημένων, ως ταξινομημένων· αλλά και από τα άλλα, όσα με το να μετέχουν στο ένα ή στο άλλο ή και στα δυο ή σε πολλά είναι το ένα ή το άλλο ή και τα δυο ή πολλά, θα δεις τις καθαυτό μετοχές να μετέχουν πρώτα στο είναι και να υπάρχουν πρώτα με τη μετοχή στο είναι· έπειτα, καθώς είναι αρχές του ενός ή του άλλου, θα τις δεις, με το να μετέχουν στο είναι, και να υπάρχουν και να μετέχονται. Και αν αυτά υπάρχουν με τη μετοχή του είναι, πολύ περισσότερο ισχύει αυτό για όσα μετέχουν σε αυτά.
6. Προβάλλοντας λοιπόν η καθαυτό απόλυτη αγαθότητα ως πρώτη δωρεά της το καθαυτό είναι, υμνείται πρώτα με την ανώτερη από τις μετοχές της. Από την αγαθότητα αυτήν και μέσα σʹ αυτήν υπάρχει και το καθαυτό είναι και οι αρχές των όντων και όλα τα όντα και όσα συνέχονται κατά
κάποιο τρόπο από το είναι. Και αυτό γίνεται κατά τρόπο απόλυτο, συγκεντρωτικό και ενιαίο. Γιατί και κάθε αριθμός προϋπάρχει κατά τρόπο αδιαίρετο μέσα στη μονάδα, η οποία περικλείει στον εαυτό της κάθε αριθμό κατά τρόπο μοναδικό. Και κάθε αριθμός ενώνεται βέβαια μέσα στη μονάδα, στο βαθμό όμως που εξέρχεται από τη μονάδα, στον ίδιο βαθμό διαχωρίζεται και πληθύνεται.
Και όλες οι ακτίνες του κύκλου συνυπάρχουν σε μια ένωση στο σημείο του κέντρου, το οποίο κρατεί στον εαυτό του τις ευθείες ενωμένες κατά τρόπο αδιαίρετο και μεταξύ τους και προς την κοινή αρχή από την οποία προήλθαν. Σʹ αυτό το κέντρο ενώνονται απόλυτα, αν όμως απομακρυνθούν λίγο απʹ αυτό, διακρίνονται και λίγο· αν απομακρυνθούν περισσότερο, διακρίνονται και περισσότερο. Και γενικά, όσο πλησιέστερες είναι στο κέντρο, τόσο ενώνονται και μʹ αυτό και μεταξύ τους, και όσο πιο πολύ απομακρύνονται απʹ αυτό, τόσο διαχωρίζονται και μεταξύ τους.
7. Αλλά και στην καθολική φύση του σύμπαντος όλοι οι λόγοι της καθεμιάς φύσεως συγκεντρώνονται σε μια ασύγχυτη ένωση. Και στην ψυχή συνδυάζονται κατά τρόπο ενιαίο όλες οι δυνάμεις που προνοούν για όλα τα καθʹ έκαστον μέρη όλου του σώματος.
Δεν είναι λοιπόν καθόλου παράλογο να ανεβούμε από τις αμυδρές εικόνες προς τον αίτιο των πάντων και να θεωρήσουμε με υπερκόσμια μάτια τα πάντα μέσα στον αίτιο των πάντων, ακόμα και τα μεταξύ τους αντίθετα κατά τρόπο απλό και ενωμένο. Γιατί αυτός είναι η αρχή των όντων, από την οποία προέρχονται και το καθαυτό είναι και όλα τα επιμέρους όντα, κάθε αρχή, κάθε τέλος, κάθε ζωή, κάθε αθανασία, κάθε σοφία, κάθε τάξη, κάθε αρμονία, κάθε δύναμη, κάθε διαφύλαξη, κάθε εδραίωση κάθε διαμονή, κάθε νόηση, κάθε λόγος, κάθε αίσθηση, κάθε έξη, κάθε στάση, κάθε κίνηση, κάθε ένωση, κάθε κράση, κάθε φιλία, κάθε εφαρμογή, κάθε διάκριση, κάθε όρος και όλα τα άλλα, όσα υπάρχουν στο είναι και χαρακτηρίζουν όλα τα όντα.
8. Και από την ίδια καθολική αιτία προέρχονται οι νοητές και νοερές υπάρξεις των θεόμορφων αγγέλων και οι φύσεις των ψυχών μας και του σύμπαντος κόσμου και όσα λέγεται ότι υπάρχουν κατά ένα μέρος ή μέσα σε άλλα ή κατʹ επίνοια. Οι πανάγιες, λοιπόν, και ανώτατες δυνάμεις, που υπάρχουν πραγματικά και είναι εδραιωμένες στα πρόθυρα κατά κάποιο τρόπο της υπερούσιας Τριάδας, από αυτήν και μέσα σʹ αυτήν έχουν και την ύπαρξη τους και το θεόμορφο της ύπαρξής τους. Μετά από εκείνες οι κατώτερές τους δυνάμεις κατέχουν κατώτερη ύπαρξη και οι τελευταίες την έσχατη ύπαρξη αναφορικά με τους αγγέλους, υπερκόσμια όμως
σχετικά με μας. Και οι ψυχές και όλα τα άλλα όντα κατά την ίδια αναλογία έχουν και την ύπαρξη τους και την αγαθή ύπαρξη τους: και υπάρχουν και έχουν αγαθή ύπαρξη, επειδή έχουν λάβει την ύπαρξη τους και το αγαθό της ύπαρξης τους από αυτόν που προϋπάρχει· υπάρχουν και είναι αγαθά μέσα σʹ αυτόν, απʹ αυτόν ξεκινούν, μέσα σʹ αυτόν διαφυλάσσονται και σʹ αυτόν καταλήγουν.
Τα πρωτεία του είναι τα απονέμει στις ανώτερες ουσίες, τις οποίες οι Γραφές ονομάζουν αιώνιες. Αλλά και το καθαυτό είναι ποτέ δεν εγκαταλείπει τα όντα όλα. Η καθαρή ύπαρξή τους προέρχεται από αυτόν που προϋπάρχει. Το είναι ανήκει σʹ αυτόν και όχι αυτός στο είναι. Και το είναι βρίσκεται μέσα σʹ αυτόν και όχι αυτός μέσα στο είναι. Το είναι έχει την αιτία του σʹ αυτόν και όχι αυτός στο είναι. Ο ίδιος είναι αιώνας και αρχή και μέτρο του είναι, αφού υπάρχει πριν από την ουσία και το ον και τον αιώνα. Είναι η δημιουργική αρχή, μεσότητα και τέλος όλων των όντων.
Γιʹ αυτό τον λόγο αυτός που πράγματι προϋπάρχει παρουσιάζεται από τις Γραφές να πολλαπλασιάζεται κατά την όλη σύλληψη των όντων. Ετσι ορθά υμνείται σʹ αυτόν το ήταν, είναι και θα είναι και το έγινε, γίνεται και θα γίνει. Γιατί όλα αυτά, για όσους υμνούν τον Θεό με τον κατάλληλο τρόπο, σημαίνουν ότι κατά την όλη σύλληψη των όντων αυτός υπάρχει υπερουσίως και ότι είναι αίτιος όλων των ειδών των όντων.
Γιατί δεν γίνεται να είναι το ένα και να μην είναι το άλλο ούτε να έχει το ένα είδος ύπαρξης και να μην έχει το άλλο. Αλλά είναι τα πάντα, γιατί είναι αίτιος των πάντων, και έχει εκ των προτέρων και συγκρατεί στον εαυτό του όλες τις αρχές, όλες τις αποπερατώσεις όλων των όντων. Είναι υπεράνω των πάντων, γιατί κατά τρόπο υπερούσιο υπάρχει πριν απʹ όλα και πάνω απʹ όλα.
Γιʹ αυτό και αποδίδονται σʹ αυτόν συγχρόνως όλα μαζί τα κατηγορήματα, αλλά παράλληλα ο ίδιος δεν είναι τίποτα απʹ όλα αυτά. Αυτός κατέχει όλα τα σχήματα και όλα τα είδη, αλλά είναι επίσης χωρίς μορφή και χωρίς κάλλος. Περικλείει από πριν στον εαυτό του κατά τρόπο απόλυτο και καθʹ υπεροχή τις αρχές, τα ενδιάμεσα και τα τέλη των όντων και σε όλα επιλάμπει κατά τρόπο άχραντο το είναι, σύμφωνα με μία και απολύτως ενωμένη αιτία.
Γιατί ο δικός μας ήλιος, ενώ ο ίδιος είναι ένας και το φως που επιλάμπει απλό και ασύνθετο, ενεργεί στις ουσίες και ποιότητες των αισθητών πραγμάτων, αν και αυτές είναι πολλές και διάφορες. Έτσι ανανεώνει και τρέφει, φρουρεί και τελειοποιεί, διαχωρίζει και ενώνει, θερμαίνει και καθιστά γόνιμα, αυξάνει και εναλλάσσει, εδραιώνει και παράγει,
ανακινεί και ζωοποιεί τα πάντα· και το καθένα απʹ όλα αυτά ανάλογα με τη φύση του μετέχει του ίδιου και ενός ήλιου, ενώ και ο ένας ήλιος περιλαμβάνει εκ των προτέρων στον εαυτό του κατά τρόπο μοναδικό τις αιτίες των πολλών πραγμάτων που μετέχουν σʹ αυτόν.
Πολύ περισσότερο, λοιπόν, για αυτόν που αποτελεί την αιτία και του ήλιου και όλων των όντων πρέπει να δεχθούμε ότι προϋπάρχουν σʹ αυτόν όλα τα «παραδείγματα» των όντων σε μια υπερούσια ένωση. Γιατί παράγει ουσίες μόνο κατά την έξοδο από την ουσία. Λέγοντας
«παραδείγματα» εννοούμε βέβαια τους λόγους που προϋπάρχουν κατά
τρόπο ενιαίο στον Θεό και προσφέρουν την ουσία στα όντα. Αυτούς τους λόγους η θεολογία τους αποκαλεί «προορισμούς» και θεία και αγαθά θελήματα, που καθορίζουν και δημιουργούν τα όντα. Με βάση αυτούς τους λόγους ο υπερούσιος προκαθόρισε και παρήγαγε το σύνολο των όντων.
9. Αν τώρα ο φιλόσοφος Κλήμης έχει τη γνώμη ότι «παραδείγματα» σε σχέση με κάτι πρέπει να λέγονται όσα έχουν θέση πρωταρχικής αιτίας ανάμεσα στα όντα, δεν χειρίζεται τα ονόματα του λόγου του στην κύρια, τέλεια και απλή σημασία τους. Αλλά, αφού αποδεχτούμε ότι και αυτό λέγεται ορθά, πρέπει να υπενθυμίσουμε τη θεολογία που λέει ότι «Δεν σου τα υπέδειξα αυτά για να πορεύεσαι πίσω απʹ αυτά», αλλά για να ανέλθουμε με την αναλογική γνώση τους, όσο μας είναι δυνατό, προς την αιτία των πάντων. Όλα λοιπόν τα όντα πρέπει να τα αποδώσουμε σʹ αυτήν, σύμφωνα με μια ένωση που υπερβαίνει τα πάντα.
Γιατί βέβαια, αφού κάνει αρχή της δημιουργικής προόδου και αγαθότητας από το είναι, διέρχεται διαμέσου των πάντων και πληροί τα πάντα με το είναι από τον εαυτό της, καθώς αγάλλεται με όλα τα όντα. Συγκεντρώνει λοιπόν εκ των προτέρων στον εαυτό της τα πάντα, σύμφωνα με μια υπερβολή απλότητας που απορρίπτει κάθε διαίρεση, ενώ κατά παρόμοιο τρόπο περιβάλλει τα πάντα, σύμφωνα με την απολύτως εκτεταμένη απεραντοσύνη της· παράλληλα όλα τα όντα μετέχουν σʹ αυτήν κατά τρόπο αδιαίρετο, όπως ακριβώς η φωνή που είναι μία και η αυτή και μετέχεται ως μία από πολλές ακοές.
10. Επομένως, αρχή και τέλος όλων των όντων είναι αυτός που προϋπάρχει. Αρχή επειδή είναι ο αίτιος και τέλος επειδή είναι ο σκοπός για τον οποίο γίνονται όλα. Αυτός είναι το πέρας των πάντων και η απεραντοσύνη κάθε απεραντοσύνης και πέρατος κατά τρόπο που υπερβαίνει τις δύο αντίθετες έννοιες. Γιατί, όπως έχουμε πει κατʹ επανάληψη, συγκεντρώνει εκ των προτέρων όλα τα όντα σε μια ενότητα και τους έδωσε υπόσταση. Είναι παρών σε όλα και παντού, τόσο κατά το
ένα και συγκεκριμένο όσο και κατά το καθολικό σύνολο. Μεταβαίνει σε όλα τα όντα, ενώ παράλληλα παραμένει στον εαυτό του. Μένει σταθερός και κινείται, αλλά πάλι ούτε μένει σταθερός ούτε κινείται. Δεν έχει αρχή ή μέση ή τέλος·ούτε βρίσκεται σε κάποιο από τα όντα ούτε είναι κάποιο από τα όντα.
Και γενικά δεν μπορεί να αποδοθεί σʹ αυτόν ούτε κάτι από όσα είναι αιώνια ούτε από όσα υπάρχουν μέσα στο χρόνο, αλλά έχει υπερβεί και το χρόνο και την αιωνιότητα και όλα όσα βρίσκονται μέσα στην αιωνιότητα και το χρόνο. Διότι είναι η καθαυτό αιωνιότητα, διά του οποίου και από τον οποίο υπάρχουν και τα όντα και τα μέτρα των όντων και όσα μπορούν να μετρηθούν. Αλλά γιʹ αυτά θα μιλήσω σε άλλη καταλληλότερη ευκαιρία.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου