ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος Βίος Έργα

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2016

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος Βίος Έργα




ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος είναι ένας από τους σημαντικότερους Οικουμενικούς Πατέρες και Διδασκάλους της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ο βίος του μαρτυρεί και το ήθος του. Κάλλιστα μπορεί να θεωρηθεί ένας όσιος μεγαλομάρτυρας. Έζησε ασκητικά ακόμα και μετά την εκλογή του ως Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, αρνούμενος να συμβιβαστεί με ό,τι η εξουσία της Πόλης ζητούσε από αυτόν. Παρέμεινε να υπηρετεί τον Χριστό, την αλήθεια και το ποίμνιό του. Έντονα επικριτικός σε κάθε αδικία ή παρεκτροπή, από όπου και αν προερχόταν, άρχοντες ή αρχομένους, πλούσιους ή φτωχούς. Γνώριζε μόνο τη  γλώσσα της αλήθειας. Μοναδικός Ιεροκήρυκας, γνώστης της ρητορικής τέχνης, εξ ου και το Χρυσόστομος, ένθεος φιλακόλουθος λειτουργός του Θεού, διαμόρφωσε τη Θεία Λειτουργία, που αποδίδεται στο όνομά του, καθώς και μοναδικός ποιμένας. Ποιμένας με αληθινή διάκριση και αγάπη προς το ποίμνιο που του εμπιστεύτηκε ο Θεός. Ως ποιμένας ποιμένων αγωνίστηκε να ανυψώσει το πνευματικό επίπεδο των κληρικών, ώστε να υπηρετούν αληθινά τον Χριστό και το λογικό ποίμνιό του. Ποιμένας για τις ψυχές, αλλά και τις καθημερινές ανάγκες σε όλα ανεξάρτητα τα θέματα: φτώχεια, πείνα, χηρεία, ορφάνια, παρθενία, δικαιοσύνη. Τους έξι Λόγους του Περί Ιεροσύνης, αλλά και όλο το έργο του,  πρέπει να τους αναγνώσει προσεκτικά ο κάθε κληρικός, αλλά και ο κάθε ένας που η ψυχή του ποθεί την ιεροσύνη. Είμαστε βέβαιοι ότι, μελετώντας τους δεν θα αποθαρρυνθεί καμιά αληθινά καλοπροαίρετη ψυχή, αλλά θα ανάψει μέσα της πιο πολύ η φλόγα της αγάπης προς την ιεροσύνη και το ποίμνιο του Χριστού.



ΕΙΣΑΓΩΓΗ


Ι. Γενικά περί του βίου και των έργων του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο να αναλύσει τους έξι Λόγους του Ιερού Χρυσοστόμου «Περί Ιεροσύνης»1, έργο το οποίο ανήκει στην πλούσια ποιμαντική γραμματεία του Αγίου. Κατά τον καθηγητή Παναγιώτη Χρήστου, αποτελεί το λαμπρότερο εγχειρίδιο ποιμαντικής και πηγή έμπνευσης και για άλλους συγγραφείς2. Πριν όμως αρχίσουμε τη διαπραγμάτευση του θέματός μας,  θεωρούμε απαραίτητο   να   αναφερθούμε   στο   βίο   αυτού   του   μεγάλου   πατέρα   της Εκκλησίας   μας,   του   Αγίου   Ιωάννου   του   Χρυσοστόμου.   Αυτού   του οικουμενικού διδασκάλου, του οποίου η μνήμη   διατηρήθηκε  ζωηρά μέσα στους  αιώνες,  λόγω  της  έξοχης  επίδοσής του  σε  όλους  τους  τομείς,  αφού συνδύαζε επιτυχώς τη διακυβέρνηση της Εκκλησίας, το κοινωνικό έργο, τη θεολογική ανάπτυξη και την πνευματική καλλιέργεια3. Κύρια πηγή του βίου του είναι ο «Διάλογος περί βίου και πολιτείας του μακαρίου Ιωάννου»4, ο οποίος γράφτηκε από τον φίλο του Χρυσοστόμου Παλλάδιο5, γύρω στο 407 ή 408 με σκοπό να αποκαταστήσει τη  μνήμη του.

Ο Ιωάννης γεννήθηκε μεταξύ του 344 και του 355 και πιθανότερα στις αρχές του 354 στην Αντιόχεια. Ήταν γόνος επίσημης οικογένειας, αφού ο πατέρας του Σεκούνδος ήταν ανώτατος αξιωματικός στο στρατό της Συρίας. Και οι δύο γονείς του ήταν χριστιανοί. Η μητέρα του Ανθούσα  χήρεψε νωρίς, αφού  ο  σύζυγός  της  και  πατέρας  του  Ιωάννη    απέθανε    αμέσως  μετά  τη γέννησή του, όταν αυτή ήταν 20 ετών. Παρά το νεαρό της ηλικίας της,   δεν προχώρησε σε δεύτερο γάμο και αφοσιώθηκε στην ανατροφή του Ιωάννη, στη μόρφωση και πνευματική του ανάπτυξη, αλλά και στη διαχείριση της μεγάλης περιουσίας που του κληρονόμησε ο πατέρας του. Αυτό επιβεβαιώνεται   και μέσα από τον Α’ Λόγο περί Ιεροσύνης, όταν η μητέρα του τον εισήγαγε στο δωμάτιο που τον γέννησε, για να τον πείσει να μην την αφήσει όσο αυτή ζει και να ακολουθήσει τον μοναχισμό6.


Ο Ιωάννης είχε διδασκάλους τον εθνικό ρήτορα και φιλόσοφο Λιβάνιο, ως προς την ρητορική, τον Ανδραγάθιο στην φιλοσοφία και τον Διόδωρο Ταρσού, καθώς και άλλους Αντιοχειανούς θεολόγους, στην Θεολογία7. Είναι πολύ σημαντικό να αναφέρουμε ότι ο ρήτορας Λιβάνιος τον προόριζε για διάδοχό του, κάτι όμως που δεν πραγματοποιήθηκε, γιατί ο Ιωάννης στα 18 του χρόνια εγκατέλειψε τις σπουδές της θύραθεν παιδείας και βαπτίστηκε. Τρία χρόνια, μετά τη βάπτισή του, το πιθανότερο μετά τον θάνατο της μητέρας του Ανθούσας, χειροθετήθηκε αναγνώστης και αναχώρησε στην έρημο, όπου ακολούθησε για έξι χρόνια, από το 374 μέχρι το 380, τον ασκητικό βίο. Ασκήτεψε τέσσερα χρόνια κοντά σε γέροντα και δύο χρόνια μέσα σε σπήλαιο, όπου, κατά πάσα πιθανότητα, λόγω της αυστηρής του άσκησης, κλονίστηκε η υγεία του, με προβλήματα τα οποία τον ταλαιπωρούσαν μέχρι τον θάνατό του.

Το 381 χειροτονήθηκε διάκονος από τον Αντιοχείας Μελέτιο, όταν τον συνόδευε στην  Κωνσταντινούπολη, για να λάβει μέρος στην Β’ Οικουμενική Σύνοδο. Το 386  χειροτονήθηκε σε πρεσβύτερο από τον Αντιοχείας Φλαβιανό. Όλο αυτό το διάστημα, που ήταν πρεσβύτερος στην Αντιόχεια, είχε αναδειχθεί σε σπουδαίο κήρυκα και η δραστηριότητά του και το κηρυκτικό του έργο είχαν διαδοθεί, όχι μόνο στην πόλη και στα περίχωρά της, αφού κήρυττε σε όλους τους ναούς, αλλά και σε όλη την  αυτοκρατορία. Επίσης, κατά την διάρκεια της ιερατείας του, διέπρεψε και στη αντιμετώπιση των εθνικών, των Ιουδαίων καθώς και των αιρετικών, Αρειανών, Ανομοίων και Απολιναριστών, αλλά και των αποσχισθέντων Ορθοδόξων υπό τον Παυλίνο. Η κοινωνική και φιλανθρωπική του δράση ήταν εξίσου σημαντική για τον ίδιο, αφού οργάνωνε την φιλανθρωπία και έτρεφε μεγάλο αριθμό ταγμάτων χηρών και παρθένων, αλλά και ορφανών. Φρόντιζε για την περίθαλψη ασθενών, ξένων και φυλακισμένων.   Παρά   ταύτα,   σε   αυτή   την   περίοδο   συνεγράφη   και   ο μεγαλύτερος όγκος των ομιλιών του8.


Το προαναφερθέν Περί Ιεροσύνης έργο ήταν και ο ρυθμιστής της Ιερατικής του διακονίας που ακολούθησε αργότερα ως Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, μαζί με    ομάδες ζηλωτών κληρικών που του αφοσιώθηκαν, καθώς και διακονισσών αφιερωμένων στην Εκκλησία. Στο έργο αυτό προσετέθη και η ιεραποστολή, αφού οργάνωσε ιεραποστολές σε λαούς, που δεν είχαν γνωρίσει μέχρι τότε τον Χριστιανισμό. Οργάνωσε ιεραποστολές στη Γοτθία, την Σκυθία, την Κελτική, την Περσία και την Φοινίκη. Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως εξελέγη, μετά τον θάνατο του Νεκταρίου. Για τον αρχιεπισκοπικό θρόνο τον πρότεινε στον αυτοκράτορα Αρκάδιο ο πρωθυπουργός του Ευτρόπιος, ο οποίος, αφού είχε μάθει για τον πρεσβύτερο Ιωάννη, τον οδήγησε δια ξηράς και θαλάσσης στην Βασιλεύουσα. Ο Ιωάννης αρχικά δεν γνώριζε τον λόγο της πορείας του προς την Κωνσταντινούπολη. Πολύ πιθανό τον πληροφορήθηκε καθ’ οδόν. Πάντως ο Χρυσόστομος  δεν  αρνήθηκε.  Έτσι,  μέχρι  την  άφιξή  του  στην  Πόλη,  ο Αρκάδιος είχε προσκαλέσει επισκόπους, οι οποίοι μαζί με τον κλήρο και το λαό εξέλεξαν τον Ιωάννη Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως.
Ο Θεόφιλος Αλεξανδρείας εναντιώθηκε στην   εκλογή και χειροτονία του Ιωάννη. «Ως δε εν Κωνσταντινουπόλει αφίκετο ΄Ιωάννης ο Χρυσόστομος και οι κληθέντες ιερείς συνεληλύθεισαν, εμποδών εγένετο τη χειροτονία Θεόφιλος,  Ισιδώρω  σπουδάζων…  Τελευταίον  συνήνεσε  τοις  επί  Ιωάννη, δεδογμένοις»9. Αφού δέχτηκε τελικά την εκλογή Χρυσοστόμου στο θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, τον χειροτόνησε την 26ην Φεβρουαρίου του 398. Ο Ιωάννης, ως Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, συνέχισε και μετά την  εκλογή  του  να  ζει  ασκητικά  και  να  συμπεριφέρεται  ως  ασκητής.  Δεν θέλησε ποτέ να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, που σίγουρα ζητούσαν αυτοί που τον πρότειναν για Αρχιεπίσκοπο, όπως ο Ευτρόπιος, ή ακόμα, και   ο Αρκάδιος, αλλά και η σύζυγός του Ευδοξία, η οποία ανακηρύχθηκε και Αυγούστα μετά το 400. Έτσι ήταν επικριτικός και σκληρά ελεγκτικός έναντι οποιασδήποτε ατασθαλίας ή σφάλματος. Έναντι των πλουσίων και της διαφθοράς, απ’ όπου και αν προερχόταν, είτε  αυτή ήταν εκκλησιαστική, είτε πολιτική, είτε κοινωνική. Ασκούσε σκληρό έλεγχο στην Ευδοξία και σε αυτές που την περιστοίχιζαν, στους πλουσίους, που λυμαίνονταν τις περιουσίες των πτωχών, αλλά και προς τους κληρικούς, που ζούσαν και αναστρέφονταν ανάρμοστα. Προσπάθησε να ανορθώσει το ήθος των κληρικών. Στα πλαίσια αυτά της εξύψωσης του κλήρου επιχείρησε και την κάθαρση των σιμωνιακών κληρικών, που επικράτησαν στην Μ. Ασία και στην Έφεσο. Εκεί προχώρησε σε πολλές καθαιρέσεις επισκόπων και χειροτονίες άλλων, θέμα το οποίο έγινε και   η   αφορμή   να   κατηγορηθεί   για   αντικανονικές   πράξεις   εκτός   της δικαιοδοσίας του. Αλλά και η επί τρίμηνον απουσία του από την επαρχία του έδωσε έδαφος σε όσους τον εχθρεύονταν, να βρουν πρόσφορο έδαφος να τον κατηγορήσουν.
Ο διωγμός και η εξορία του πραγματοποιήθηκαν με αφορμή το ζήτημα που προέκυψε με τους Μακρούς Αδελφούς, οι οποίοι διωκόμενοι από το Θεόφιλο, έφυγαν και δέχθηκαν τη φιλοξενία του Χρυσοστόμου στην Κωνσταντινούπολη. Όμως αυτή ήταν αληθινά μια αφορμή, αφού αιτία ήταν ο Αλεξανδρείας Θεόφιλος, που ουδέποτε τον συμπάθησε και βρήκε έτσι αφορμή να τον κατηγορήσει για επέμβαση στην Εκκλησία της Αιγύπτου. Επίσης   η Αυγούστα Ευδοξία ήθελε να τον εκδιώξει, για να απαλλαγεί  από την αυστηρή κριτική του, ένεκα της αλαζονείας της. Έτσι το 403, ο Θεόφιλος,  ενώ κλήθηκε για   να   κριθεί   από   τον   Αρκάδιο,   τελικά   το   κλίμα   άλλαξε   κατά   του Χρυσοστόμου, και ο Θεόφιλος μετατράπηκε σε δικαστή της Αλεξανδρινής Εκκλησίας. Συνοδευόμενος από 29 Αιγύπτιους επισκόπους, αξιοποιώντας την εκδικητική στάση της βασίλισσας, η οποία   και έπεισε τον Αρκάδιο να συγκαλέσει σύνοδο εναντίον του Χρυσοστόμου. Αυτή συνεκλήθη  «Επί Δρυν» και  προσήλθαν  36  μόνο  επίσκοποι,  η  πλειοψηφία  των  οποίων  ήταν  του κλίματος της Αλεξανδρινής Εκκλησίας. Σ’ αυτήν αρνήθηκε ο ιερός Χρυσόστομος να παρευρεθεί και να απολογηθεί, αφού    συμμετείχαν, αντικανονικά, και οι κατήγοροί του. Τελικά ο αρχιεπίσκοπος Θεόφιλος πέτυχε το 403 την καθαίρεσή του. Ο Ιωάννης καθαιρέθηκε και εξορίστηκε.

Και ενώ ο Χρυσόστομος περίμενε στη Βιθυνία, για τον προορισμό της εξορίας  του,  έγινε  σεισμός  στην    Βασιλεύουσα.  Το  γεγονός  φόβισε  την Ευδοξία, η οποία και το απέδωσε ως οργή του Θεού για τα γενόμενα και ανακάλεσε τον Ιωάννη, ζητώντας συνάμα και την αποκατάστασή του. Ο ιερός πατήρ ζήτησε η αποκατάστασή του να γίνει από σύνοδο μείζονα της προηγουμένης που τον καθαίρεσε.  Με επιμονή όμως του πλήθους δέχτηκε την αποκατάσταση χωρίς σύνοδο, πράγμα που θα του κοστίσει αργότερα, και έτσι επέστρεψε στο θρόνο του την 13ην   Νοεμβρίου 403.
Ακολούθησε  όμως  στη  συνέχεια  νέα  ρήξη  με  το  παλάτι  και  την Ευδοξία, με αφορμή την ίδρυση αργυρού αγάλματος της αυτοκράτειρας στον περίβολο της Αγίας Σοφίας, γεγονός που ο ιερός πατήρ επέκρινε έντονα. Έτσι η αυτοκράτειρα κατόρθωσε την σύγκληση νέας συνόδου, στην οποία συμμετείχαν εχθροί του Χρυσοστόμου, με πρώτους τους Λεόντιο Αγκύρας και Άμμωνα Λαοδικείας, οι οποίοι επικαλέστηκαν τους κανόνες 2 και 5 της Αντιοχείας.10Στη σύνοδο δεν συμμετείχε   αυτή τη φορά ο Θεόφιλος, που αρνήθηκε να παρευρεθεί, παρόλο που με επιστολές του έπεισε πολλούς επισκόπους εναντίον του Χρυσοστόμου.


Οι κατηγορίες που του προσήψαν ήταν ότι ανέλαβε καθήκοντα χωρίς την έγκριση συνόδου, κάτι που, ως προαναφέραμε, αρχικά ζητούσε και ο Ιωάννης και ότι περιφρόνησε την καθαίρεσή του. Έτσι το 404 καθαιρείται και πάλιν και ο Αυτοκράτορας υπογράφει την πράξη. Ο Χρυσόστομος αμέσως απομονώθηκε και στη συνέχεια εστάλη  εξορία στην Κουκουσό της Αρμενίας, στις  9 Ιουνίου του 404. Αργότερα, σε πορεία εξορίας προς τα ενδότερα της περιοχής του Πόντου το 407, απέθανε παραδίδοντας την αγιασμένη ψυχή του στον Κύριο.Πρέπει να σημειώσουμε ότι η καθαίρεση του Χρυσοστόμου, όχι μόνο δεν     έγινε  δεκτή  από  αυτούς  που  αγαπούσαν  τον  Ιεράρχη,  αλλά  και δημιούργησε σοβαρή κρίση στις σχέσεις των Εκκλησιών Ανατολής και Δύσης, με  πρώτο  τον  επίσκοπο  Ρώμης  Ιννοκέντιο.  Αυτός  κράτησε  μάλιστα  στα δίπτυχα ως Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως τον Ιωάννη και διέκοψε την κοινωνία με τους διαδόχους του. Η περίοδος από το  404 μέχρι το 417 ήταν και το πρώτο σχίσμα μεταξύ Ανατολής και Δύσεως. Η ρήξη  ήρθη, όταν το 413 η Αντιόχεια και το 417 η Κωνσταντινούπολη και η Αλεξάνδρεια επανέγραψαν στα δίπτυχα τον Ιωάννη τον  Χρυσόστομο. Όσον αφορά στο συγγραφικό έργο του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, αυτό είναι μεγάλο και σπουδαίο. Μεγάλο, όχι μόνο σε έκταση, αφού πιθανόν να είναι από τους πολυγραφότερους πατέρες της Εκκλησίας μας, αλλά και σε σημασία θεολογική, ερμηνευτική, συμβουλευτική, ποιμαντική και δογματική, παρόλο που δεν έχει ιδιαίτερα δογματικά έργα.
Το συγγραφικό του έργο το άρχισε από πολύ νωρίς, μάλλον μόλις χειροθετήθηκε αναγνώστης, περίπου το 378, όταν γύρισε ασθενής από   το σπήλαιο της άσκησής του. Ο μεγαλύτερος όγκος των γραπτών έργων του, που χαρακτηριζόταν από τον βιβλικό και ερμηνευτικό χαρακτήρα της Αντιοχειανής Θεολογίας,11  ξεκίνησε, όταν βρισκόταν στην Αντιόχεια. Είναι σημαντικό να τονίσουμε   ότι   ο   Χρυσόστομος,   κατά   τον   καθηγητή   Βλάσιο   Φειδά, απελευθερώθηκε από την δουλική προσήλωση των Αντιοχειανών Θεολόγων στο γράμμα του κειμένου της Βίβλου12. Ως αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως αργότερα δεν είχε τον απαραίτητο χρόνο να ασχοληθεί με τη συγγραφή. Αυτή την περίοδο, που βρίσκεται στην Κωνσταντινούπολη, τα περισσότερα έργα του είναι ομιλίες, που είχε εκφωνήσει με διάφορες αφορμές ή και προσχεδιασμένα. Σχεδόν καθημερινά ομιλούσε σε ακροατήριο, κυρίως στην Αντιόχεια αυτές οι ομιλίες ήταν καθημερινές, με αφορμή πάντοτε τις ακολουθίες της Εκκλησίας, εσπερινού, όρθρου και θείας Λειτουργίας. Ήταν από τους πρώτους που καθιέρωσε τις ομιλίες από άμβωνος και είχε κατ’ αυτό τον τρόπο την αμεσότητα με το ακροατήριό του. Οι ομιλίες του χαρακτηρίζονται ως καθαρά ποιμαντικές και πρακτικές, αφού ενέτασσε το θεολογικό περιεχόμενο της Αγίας Γραφής στην σωτηριολογική αποστολή της Εκκλησίας13.  Αυτές τις ομιλίες  διέσωσαν ταχυγράφοι. Κάποιες από αυτές ο ΄Αγιος είχε το χρόνο να τις διαβάσει και να τις επεξεργαστεί αργότερα, κάποιες όμως   όχι.   Συνάμα   είναι   και   αυτές   που   του   χάρισαν   το   προσωνύμιο «Χρυσόστομος». Επίθετο που του αποδόθηκε ήδη κατά τον στ’ αιώνα.


Τα έργα του Χρυσοστόμου διαδόθηκαν πολύ νωρίς σε Ανατολή και Δύση,  ακόμα  όταν  ο  ίδιος  βρισκόταν  στη  ζωή.  Λίγα  χρόνια  δε  μετά  την κοίμησή του, όπως αναφέρει ο Ισίδωρος Πηλουσιώτης, είχαν καλύψει όλη την οικουμένη.  «Το  κλέος  των  συγγραμμάτων  ων  απολέλοιπεν  ο  πάνσοφος Ιωάννης,   πανταχόσε   φοιτησάντων,   άχρι   γης   και   θαλάσσης   τερμάτων έφθασε»14. Άρα δίκαια ονομάζεται και συγκαταλέγεται ανάμεσα στους οικουμενικούς διδασκάλους.
Ο Παλλάδιος15, ο οποίος, όπως προαναφέραμε, είναι η κύρια πηγή του βίου του, κατατάσσει τα έργα του σε τρείς κατηγορίες: Σε   συγγράμματα, ομιλίες και επιστολές. Δεν θα τα αναφέρουμε όλα ονομαστικά, αλλά αξίζει να τα θεματοποιήσουμε, κυρίως,  όπως τα διαχωρίζει στην Ελληνική Πατρολογία ο Καθ. Παν. Χρήστου. Τα έργα του είναι πραγματείες  ασκητικές, ποιμαντικές, ηθικές και παιδαγωγικές, καθώς και απολογητικές. Το κηρυκτικό του έργο διαχωρίζεται σε λόγους και ερμηνευτικές ομιλίες. Έχουμε λόγους δογματικούς, «εις Ανδριάντας», περιστατικούς, «εις Κωνσταντινούπολιν», επί της «Ηθικής αγωγής», κατηχητικούς, του εορταστικού κύκλου, εις μαρτύρια και ναούς, εγκωμιαστικούς, ερμηνευτικούς στην Αγία Γραφή και Επιστολές. Αξίζει να γίνει μία μικρή αναφορά και στην θεία Λειτουργία, η οποία σήμερα φέρει το όνομα του Χρυσοστόμου. Η βάση της Λειτουργίας του είναι αυτή των μεταποστολικών χρόνων με προσθήκες Αντιοχειανές και μάλιστα προ του Χρυσοστόμου. Είναι γεγονός, όμως, ότι ο Χρυσόστομος αγαπούσε ιδιαίτερα τις  Ιερές  Ακολουθίες  και  δη  την  τέλεση  της  θείας  Λειτουργίας.  Ο  ιερός Πατέρας προσέθεσε ευχές και διαμόρφωσε το κείμενο της Αντιοχειανής θείας Λειτουργίας. Γι’ αυτό τον λόγο, του αποδόθηκε αργότερα όλη η θεία Λειτουργία, που αρχικά αναφερόταν απλά ως Λειτουργία των Αποστόλων16. Μεταγενέστερες προσθαφαιρέσεις στα κείμενα, την διαμόρφωσαν, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα.

ΙΙα. Οι περί Ιεροσύνης Λόγοι του

Δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε ακριβή χρονολογία, κατά την οποία έγραψε τους   έξι περί Ιεροσύνης Λόγους του ο Άγιος Ιωάννης. Πιθανότατες χρονολογίες, όπως αναφέρει ο καθ. Στυλιανός Παπαδόπουλος,17   είναι μεταξύ 372 και 378 ή μεταξύ 381 και 387. Είναι γραμμένοι με τη μορφή διαλόγου. Διαλέγεται με κάποιο άγνωστο φίλο του Βασίλειο. Πιθανότατα, το πρόσωπο που αναφέρει δεν είναι υπαρκτό,   είναι πλασματικό, αφού πουθενά στη βιογραφία  του  δεν  μνημονεύεται  φίλος  του  με  το  πιο  πάνω  όνομα.  Είχε σίγουρα υπόψη του τον λόγο του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, που διαπραγματευόταν το θέμα της Ιεροσύνης και τη δική του φυγή. Σίγουρα επωφελήθηκε και επηρεάστηκε  και από αυτά.

Αρχίζει τη διαπραγμάτευση του θέματός του, όπως αναφέραμε, διαλογικά,  μετά  την  εκλογή  αυτού  και  του  φίλου  του  Βασιλείου  στην Ιεροσύνη. Συμφώνησαν να υπακούσουν στους εκλέκτορες για την εκλογή τους και να χειροτονηθούν, αλλά ο Ιωάννης την τελευταία στιγμή δεν εμφανίζεται και  έτσι χειροτονείται ο Βασίλειος. Αυτός, όπως φαίνεται στον Α΄ Λόγο  του, ζητά τον λόγο και τον κατηγορεί για  απάτη. Έτσι ο Ιωάννης αναπτύσσει τους λόγους που απέφυγε την χειροτονία. Ανασκεύασε πρώτα τα περί απάτης, ισχυριζόμενος ότι η εύκαιρος απάτη, η οποία αποβλέπει στο γενικό καλό του συνόλου και δε βλάπτει κανένα, είναι επιτρεπτή. Στη συνέχεια περιγράφει το ύψος, το μεγαλείο της Ιεροσύνης, αλλά και τις προϋποθέσεις και τα προσόντα που πρέπει να έχει ο προσερχόμενος, ως τις   αιτίες που τον οδήγησαν στη φυγή. Είναι γεγονός ότι σε ολόκληρο το κείμενο δεν υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ του βαθμού του πρεσβυτέρου και του επισκόπου. Όχι γιατί δεν υπήρχε, αλλά   γιατί, ο Χρυσόστομος ομιλεί για το Μυστήριο γενικά ή γιατί πίστευε ότι η μόνη διαφορά ήταν το χειροτονείν.

ΙΙβ. Η διαπραγμάτευση του θέματος


Η πορεία της εργασίας περιλαμβάνει τα εξής στάδια: Μελέτη του βίου, των έργων και του ιστορικού πλαισίου που έδρασε ο Άγιος. Ακολούθως δογματική μελέτη   για το πρόσωπο του Χριστού και την Ιεροσύνη, και επισήμανση-προσέγγιση όλων των στοιχείων, σε αναφορά με το πρόσωπο του ιερέα και την ποιμαντική διακονία του. Για τα ιστορικά στοιχεία και το έργο του ιερού Πατέρα που εξετάζουμε στην εισαγωγή, προστρέξαμε αρχικά στην Εκκλησιαστική Ιστορία και την Πατρολογία. Όσον αφορά στο πρόσωπο του  Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, το έργο Του και την Ιεροσύνη προστρέξαμε   στη δογματική διδασκαλία της Εκκλησίας μας. Η αναφορά στο πρόσωπο και στην ποιμαντική δράση του ιερέα γίνεται αποκλειστικά μέσα από τις πληροφορίες και προτροπές που μας παρέχει το έργο που αναλύουμε. Αυτά σημειώθηκαν και καταγράφηκαν κατά θέματα, και στη συνέχεια συντέθηκαν στην εργασία μας. Αναλυτικότερα, το πρώτο κεφάλαιο ασχολείται με το μυστήριο της Ιεροσύνης σε σχέση με το πρόσωπο και το έργο του Χριστού, καθώς και με το μυστήριο της Ιεροσύνης και το μέγεθος της Εκκλησίας. Το δεύτερο κεφάλαιο διαπραγματεύεται το πρόσωπο του Ιερέα. Πιο συγκεκριμένα, πώς ο ιερέας πρέπει να είναι ως πρόσωπο στη σχέση του με τον Θεό και τον εαυτό του και ως προς τους εχθρούς του, τους   προσωπικούς και της διακονίας του. Το κεφάλαιο αυτό ολοκληρώνεται με την αναφορά στον ιερέα ως λειτουργό των μυστηρίων του Θεού. Στο τρίτο κεφάλαιο τονίζεται η ποιμαντική ευθύνη του ιερέα έναντι του ποιμνίου του και πώς πρέπει να ασκεί αυτή την ποιμαντική παιδαγωγική ευθύνη. Τέλος, συνοπτικά στο τρίτο κεφάλαιο, αναφέρουμε τις αγαθές   συνέπειες   αυτής   της   ένθεης   πεφωτισμένης,   κατά   τον   Ιωάννη,
ποιμαντικής διακονίας του ιερέως.


1 PG 48, 623-692
2 Παναγιώτη Κ. Χρήστου, Ελληνική Πατρολογία, Περίοδος θεολογικής ακμής Δ’ και Ε’
αιώνες,Τόμος Δ΄, Θεσσαλονίκη 2006, Εκδοτικός Οίκος Κυρομάνος, σσ. 255
3 Ό. π., σσ. 231
4 Διάλογος 5 (47,18)
5 Πρόκειται για τον μετέπειτα επίσκοπο Ελενουπόλεως.
6Ιωάννου Χρυσοστόμου, Λόγοι περί Ιερωσύνης, Έλληνες Πατέρες της Εκκλησίας 35, Εισαγωγή-Κείμενον-Μετάφρασις-Σχόλια υπό Παναγιώτου Κ. Χρήστου, Πατερικαί εκδόσεις
«Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη 1978, Λόγος Α’, σσ 56,57
7 Βλασίου Φειδά, Εκκλησιαστική Ιστορία, Τόμος Α ’, σσ 345
8 Παναγιώτη Κ. Χρήστου, ό. π., σσ. 236
9 Σωζωμένου, Εκκλησιαστική Ιστορία 7,2
10 Βλασίου Φειδά, ό. π., σσ 551
11 Ό. π., σσ.539
12 Ό. π., σσ.539
13 Ό. π., σσ.539
14 Επιστολή 4,224
15 Διάλογος 12
16 Στυλιανού Γ. Παπαδοπούλου, Πατρολογία Γ’ , Ο πέμπτος αιώνας (Ανατολή και Δύση), Εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2010, σσ 140
17 Ό. π., σσ 45
18 Τρίτο άρθρο Συμβόλου της Πίστεως


ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΜΑΡΙΟΣ ΔΗΜΟΣΘΕΝΟΥΣ
ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΤΟΥ ΙΕΡΕΑ ΚΑΙ Η ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΕΞΙ ΛΟΓΟΥΣ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
Διπλωματική Μελέτη
Υποβληθείσα στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Θεολογικών Σπουδών
Πανεπιστήμιο «Νεάπολις»
ΠΑΦΟΣ 2015
Επιβλέπων Καθηγητής: Νικόλαος Νικολαίδης
Εξεταστική Επιτροπή:





Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |