Η Γέννηση στην Αγιογραφία
Φώτη Κόντογλου
Η ορθόδοξη Εκκλησία μας κράτησε και διατήρησε την παράδοση της αγιογραφικής τέχνης αμόλευτη, όπως κράτησε και την παράδοση της υμνογραφίας, της μουσικής και της αρχιτεκτονικής. Και λέγοντας αμόλευτη, θέλω να πω πως δεν την άφησε να ξεπέσει από τον πνευματικό χαρακτήρα της, ώστε να κάνει έργα σαρκικά και κοσμικά, όπως έγινε στη δυτική εκκλησία. Η λεγομένη Αναγέννηση στην Ιταλία στάθηκε στ' αληθινά η αναγέννηση της ειδωλολατρίας, δηλαδή της λατρείας του σαρκικού ανθρώπου που δεν γνωρίζει τι είναι η πνευματική ωραιότητα. Οι τεχνίτες που δουλέψανε κατά την Αναγέννηση ήτανε οι πιο πολλοί άνθρωποι χωρίς θρησκευτικό αίσθημα, χωρίς πίστη, και παίρνανε τα θρησκευτικά θέματα σαν πρόφαση μοναχά για να επιδείξουνε τη μαστοριά τους στη φυσικότητα και στη σαρκική τέχνη. Κι' οι ίδιοι οι Ιταλιάνοι το παραδέχουνται αυτό για τους μεγάλους τεχνίτες τους, αφού έχουνε για θαυματουργές εικόνες μονάχα τις παλιές βυζαντινές που βρεθήκανε στον τόπο τους, ενώ θα γελάσουνε αν τους πει κανένας πως κάνανε εικόνες θαυματουργές (δηλαδή εικόνες για να τις προσκυνά ο Χριστιανός)
ο Ραφαέλος, ο Τισιάνος, ο Αντρέας ντε Σάρτο, ο Βερονέζης, ο Τιντορέττος κι' οι άλλοι μαστόροι της Αναγέννησης. Λοιπόν, για να μιλήσει κανένας σωστά, αγιογραφία, δηλαδή θρησκευτική ζωγραφική με πνευματικότητα, δεν κάνανε στην Αναγέννηση, για τούτο και τα έργα που φτιάξανε οι τότε τεχνίτες είναι θεατρικά, επιδειχτικά, χωρίς μυστικισμό, αντιπνευματικά, μην έχοντα καμμιά σχέση με την απλή και ταπεινή θρησκεία του Χριστού. Ενώ η ορθόδοξη αγιογραφία κράτησε την αρχαία πνευματική καθαρότητα ως τα τελευταία χρόνια. Αλλά και σε μας άρχισε να ξεπέφτει αυτή η τέχνη από το ύψος της πνευματικής απλότητας και να θέλει να κάνει και στις δικές μας εκκλησίες έργα κούφια και θεατρικά, γιατί η απιστία, η επίδειξη, κ' η μανία να μοιάσουμε τους άλλους στο κακό, μας τύφλωσε ολότελα. Σε όσους δεν έχουνε θρησκεία μέσα στην καρδιά τους αρέσουνε αυτά τα σαρκικά και αντιπνευματικά έργα, γιατί η σάρκα θαυμάζει τη σάρκα και δεν θέλει να βλέπει πνευματικά πράγματα, κι' ούτε μπορεί να τα νοιώσει. Το ανάποδο γίνεται στους ανθρώπους που νοιώσανε τη γλυκύτητα της πίστης· αυτοί δεν βρίσκουνε καμιά ουσία στα έργα που γινήκανε και γίνουνται για να δείξουνε τη μάταιη μαστοριά του ενός και του άλλου ζωγράφου, που τα εξηγεί μία ματαιόδοξη δασκάλα που τη λένε «αισθητική».
Η Γέννηση του Χριστού ζωγραφίζεται στα βυζαντινά εικονίσματα με την πνευματική αγιότητα που είναι ιστορημένη μέσα στο Ευαγγέλιο. Δηλαδή παριστάνεται σαν μυστήριο, ενώ η κοσμική ζωγραφική που είπαμε την ζωγραφίζει σαν μία σκηνοθεσία και τίποτα παραπάνω. Κυττάξετε καμμιά τέτοια ζωγραφιά, όπως είναι του Κορέτζιου είτε του Μουρίλλου, και θα νοιώσετε τι λέγω. Στις δικές μας τις εικόνες η Γέννηση παριστάνεται με απλόν και βαθύ τρόπο, χωρίς επιτηδευμένα στολίσματα και μάταιες αισθηματολογίες. Όλα είναι απλά και ταπεινά πλην μέσα στα απλά αυτά σχήματα υπάρχει εκείνο το θρησκευτικό πνεύμα που είναι άπιαστο για τους άθρησκους, γιατί είναι «ως πνοή αύρας λεπτής».
Ο τύπος της Γεννήσεως στους βυζαντινούς είναι τούτος: Στη μέση στέκεται ένα σπήλαιο σαν από κρουστάλινα βράχια περισκεπασμένο. Μέσα στο μαύρο άνοιγμά του είναι μια φάτνη και μέσα βρίσκεται ένα μωρό φασκιωμένο, ο Χριστός, κι' από πάνω του τον αχνίζουνε με το χνώτο τους ένα βόδι κ' ένα γαϊδούρι είτε άλογο.
Η Παναγία είναι ξαπλωμένη πλάγι στο τέκνο της απάνω σ' ένα στρωσίδι, όπως συνηθίζουνε στην Ανατολή. Στο απάνω μέρος από τα δεξιά είναι χορός Αγγέλων σε στάση δεήσεως, ενώ από τ' αριστερά ένας άλλος άγγελος με φτερά ανοιχτά, μιλά με τους τσομπάνηδες σαν να τους λέγει τη χαροποιά την είδηση. Στο κάτω μέρος από τα δεξιά παριστάνεται ο γέρο Ιωσήφ καθισμένος σ' ένα κοτρόνι και συλλογίζεται με το κεφάλι ακουμπισμένο στο χέρι του, κατά το Ευαγγέλιο που λέγει « ἠβουλήθη λάθρα ἀπολῦσαι αὐτήν », καθ' όσο δεν ήθελε να εκθέσει την Παναγία που γέννησε δίχως νάναι δικό του το παιδί. Μπροστά του στέκεται ένας γέρος τσομπάνης ακουμπισμένος στο ραβδί του, ντυμένος με προβιά, και του μιλά σα να θέλει να τον παρηγορήσει. Στα αριστερά είναι καθισμένη μία γρηά που βαστά στην αγκαλιά της το νεογέννητο γυμνό, και δοκιμάζει με το χέρι της το ζεστό νερό μέσα σε μια κολυμπήθρα, ενώ μία μικρή χωριατοπούλα με το τσεμπέρι χύνει νερό για να κολυμπήσουνε το μωρό. Γύρω τους κι' απάνω στις ραχούλες βοσκάνε πρόβατα, κάθουνται ξαπλωμένα και δυό τρία μαντρόσκυλα. Ένας τσομπάνης αρμέγει. Πίσω από τη σπηλιά φαίνουνται μέσα στα βουνά οι τρεις μάγοι καβαλλικεμένοι στάλογα, ο ένας σε άσπρο, ο άλλος σε μαύρο κι' ο άλλος σε κόκκινο. Η Παναγία ζωγραφίζεται και γονατιστή, μα αυτό θαρώ πως φραγκοφέρνει. Η σκηνή με τις γυναίκες που κολυμπάνε το βρέφος είναι παρμένη από τ' Απόκρυφα Ευαγγέλια. Είναι παράξενο πως οι βυζαντινοί ζωγράφοι που ήτανε ορθοδοξώτατοι, βάζουνε στις εικόνες τους σκηνές που δεν είναι γραμμένες στο Ευαγγέλιο, παίρνοντας τες από βιβλία που δεν είναι Κανονικά. Στο Μυστρά, στο Καχριέ Τζαμί κι' αλλού είναι ζωγραφισμένα επεισόδια από τη ζωή της Παναγίας παρμένα από το λεγόμενο Ευαγγέλιο του Ιακώβου που δεν είναι Κανονικό. Αλλά τέτοια καθέκαστα είναι ζωγραφισμένα στα Εισόδια, στον Ευαγγελισμό, στην ζωή Ιωακείμ και ’ννης κ.λπ. Για τη Γέννηση βρίσκεται γραμμένο στα Απόκρυφα πως σαν πιάσανε οι πόνοι την Παναγία, πήγε ο Ιωσήφ να βρει καμμιά μαμή, και βρήκε μία γρηά που τη λέγανε Σαλώμη, κι' αυτή έπλυνε το παιδί. Σε κάποιες αρχαίες τοιχογραφίες είναι γραμμένο και τόνομα της Σαλώμης. Στα πιο ωραία εικονίσματα η Παναγία παριστάνεται ξαπλωμένη κ' έχει ακουμπισμένο το κεφάλι της στο χέρι της, κ' η έκφρασή της είναι γλυκειά και μελαγχολική, ένα πράγμα πολύ κατανυχτικό. Σε λιγοστές εικόνες είδα ζωγραφισμένα μάτια απάνω στο σπήλαιο, σαν να είναι ζωντανό, όπως ζωγραφίζουνε πάλι σε σχέδιο αητού, τα σύννεφα που σηκώνουνε τους Αποστόλους στην Κοίμηση, στη Βάπτιση τον Ιορδάνη σαν γέρο και τη θάλασσα σαν νεράϊδα, τις πηγές του ποταμού σαν έναν πέτρινο άνθρωπο που βγαίνει από το στόμα του το νερό, κ.α. Η Ερμηνεία των Ζωγράφων του Διονυσίου του εκ Φουρνά των Αγράφων, γράφει για τον τύπο της Γεννήσεως: « Σπήλαιον, καί ἔσω εἰς τό δεξιόν μέρος ἡ Θεοτόκος βάλλουσα τό βρέφος ἐσπαργανωμένον μέσα εἰς τήν φάτνην καί ἀριστερά ὁ Ιωσήφ γονατιστός ἔχων τά χέρια ἐσταυρωμένα · καί ὄπισθεν τῆς φάτνης ἕνα βόδι κ' ἕνα ἄλογον βλέποντα τόν Χριστόν καί ὄπισθεν ποιμένες βαστάζοντες ράβδους καί βλέποντες μετά θάμβους τόν Χριστόν. Καί ἔξωθεν τοῦ σπηλαίου πρόβατα καί ποιμένες, ὁ ἕνας λαλών ἄϋλον καί ἕτεροι βλέποντες ἄνω μετά φόβου. Καί ἐπάνωθεν αὐτῶν ἕνας ἄγγελος εὐλογῶν αὐτούς, καί ἀπό τό ἄλλο μέρος οἱ μάγοι μετά βασιλικῆς στολῆς καθήμενοι ἐπάνω εἰς ἄλογα καί δεικνύοντες ἀλλήλοις τόν ἀστέρα. Καί ἐπάνωθεν τοῦ σπηλαίου πλῆθος ἀγγέλων...».
Οι πιο ωραίες εικόνες της Γεννήσεως που αφήσανε οι παληοί ευσεβείς αγιογράφοι μας είναι κατά πρώτον οι ψηφιδωτές του Δαφνιού και του Οσίου Λουκά, έργα εξαίσια για οποίον νοιώθει τη βυζαντινή τέχνη και δεν θέλει σκηνοθεσίες και επιδείξεις κούφιες. ’λλη ωραία εικόνα της Γεννήσεως είναι στην Περίβλεπτο του Μυστρά, ίσως η ωραιότερη, καθώς και άλλη στην Παντάνασσα. Σπουδαία είναι και η Γέννηση στο Καχριέ Τζαμί της Πόλης (αρχαία Μονή της Χώρας), της Υπαπαντής στα Μετέωρα, στα μοναστηρια του Διονυσίου και του Δοχειαρίου στ' ’γιον Όρος, καθώς και του Αγίου Παύλου, στο μοναστήρι της Μεταμορφώσεως στα Μετέωρα, καθώς και στο μοναστήρι του Βαρλαάμ, έργο του Φράγκου Κατελάνου. Υπάρχουν κι' άλλες έμορφες Γεννήσεις σε αρχαία εξωκκλήσια, όλες στον ίδιο τύπο που ιστορήσαμε. Πλήθος Γεννήσεις στολίζουνε τα αρχαία χειρόγραφα, όπως είναι δυο που βρίσκουνται στο μοναστήρι των Ιβήρων. Το αμαρτωλό χέρι μου αξιώθηκε να ζωγραφίσει κάμποσες Γεννήσεις σε σανίδι, και δυό σε τοιχογραφία, τη μια στο οικογενειακό παρεκκλήσι του Γ. Πεσμαζόγλου στην Κηφισιά, την άλλη, σε πολύ μεγάλο σχήμα, στην εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής στο Λιόπεσι.
5 Μελετήματα για τον πεζογράφο και τον καλλιτέχνη ,
εκδ. Ι. Μ. Χατζηφώτη, εκδ. των «Κριτικών Φύλλων»,
Αθήνα 1975, σελ. 51-54
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου