ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Δικαιοσύνη καί αδικία στήν Πατερική Γραμματεία

Δευτέρα 19 Δεκεμβρίου 2016

Δικαιοσύνη καί αδικία στήν Πατερική Γραμματεία



Δικαιοσύνη καί αδικία στήν Πατερική Γραμματεία
Αποστόλου Ν. Μπουρνέλη, Καθηγητή Α.Ε.Α.Η. Κρήτης
Προλεγόμενα.


Η φράση πού προτάξαμε ώς τίτλο τοΰ παρόντος άρθρου έρείδεται στόν προφήτη Ήσαΐα (800 π.Χ.), ό όποιος άπό τήν έποχή του προέτρεπε τό λαό τοΰ ’Ισραήλ νά γίνει ύπερασπιστής τής δικαιοσύνης καί κατακριτής τής άδικίας1. Καί όμως ένώ πέρασαν τόσοι αιώνες οι άνθρωποι δέν άπέκτησαν τή δικαιοσύνη άλλά παρασυρόμενοι άπό τά έκάστοτε πάθη, διολισθαίνουν στήν άδικία βλάπτοντας λίγο η πολύ τούς συνανθρώπους τους. Οι σκέψεις πού άκολουθοΰν καταγράφονται γιά νά μάς προβληματίσουν έπί τοΰ θέματος αύτοΰ καί νά μάς όδηγήσουν στή φιλόθεο καί φιλάγιο ζωή, τήν όποία ύπέδειξε ό ένανθρωπήσας, θεάνθρωπος Ίησοΰς. Τά άποσπάσματα τών κειμένων άφοροΰν έλάχιστες πατερικές προσωπικότητες καί παρατίθενται μεταφρασμένα, γιά νά γίνουν κτήμα όλων τών ένδιαφερομένων.



2. Σύγχρονος τρόπος ζωής καί έν Χριστώ βιοτή.
Είναι άλήθεια οτι ό σύγχρονος τρόπος ζωής δημιουργεί πολλά προβλήματα οπως άγχος, άνία, δυστυχία, έπαρση καί άλλα. Ό άνθρωπος πιστεύει οτι θά βρεί λύτρωση μέσω τών ύλικών άγαθών καί έπιδιώκοντας τήν άπόκτησή τους όρισμένες φορές ύποφέρει, δυστυχεί, αύτοτιμωρείται. Ό μακαριστός Φώτης Κόντογλου προσεγγίζοντας τό θέμα μας σημειώνει σχετικά:. «Πόσοι καί πόσοι, ύστερα άπό μιά ζωή γεμάτη λογής-λογής σαρκικές άπολαύσεις, κοσμικές τυμπανοκρουσίες, πλούτη, ρεκλάμες, κ.λπ., έρχονται σ’ έναν λογαριασμό καί ξεζαλίζουνται άπ’ αύτά τά σπιρτόζα πιοτά καί νιώθουνε τή γύμνια τους καί ζητάνε τόν έαυτό τους ποΰ βρίσκεται; Μά δέν ύπάρχει πιά. ’Ερημιά, ξέρακας τής άπελπισίας ζώνει τούς έγωϊστές! Τρομάζουνε μέ τή μοναξιά τους μόλις τήν νιώσουνε. Άπό πάνω τους ό ούρανός είναι έρημος, άδειανός, ή γή έρημη, οι άνθρώπινες καρδιές έρημες, γιατί ποτέ τους δέν γνοιαστήκανε γι’ αύτές, κ’ έτσι κόπηκε κάθε τρυφερή άνταπόκριση μαζί τους. Στό τέλος καταλαβαίνουν οί τέτοιοι, πώς μέ τά λεφτά δέν άγοράζονται ολα τά πάντα. Καί πώς, ϊσια-ϊσια, οσα δέν άγοράζουνται μέ τά λεφτά, αύτά είναι πού έχουνε τήν πιό μεγάλη άξία. Καί πώς άπ’ αύτά έχουνε τήν πιό μεγάλη άνάγκη, άπ’ αύτά πού δέν άγοράζονται. Σέ ποιό μέρος πουλάνε τήν ήσυχία τής ψυχής, τήν άναγκαιότητα, τήν άπλότητα, τήν κρυφή χαρά πού νιώθει ό άνθρωπος κοντά στό Θεό σέ στιγμή πού ζεΐ κρυμμένος άπό τόν κόσμο, τήν πραότητα, τήν άγάπη;2».
Άπό τήν άλλη πλευρά οί θεοφόροι Πατέρες κάνουν λόγο γιά τίς προϋποθέσεις καί τούς ορους τής κατά Θεόν ζωής καί γιά τά διάφορα είδη δικαιοσύνης πού άποκτά κανείς μέ τόν πνευματικό άγώνα, στρεφόμενος στά ούράνια άγαθά, τά όποία είναι μόνιμα καί αιώνια. Ό Μάξιμος Όμολογητής λέγει σχετικά: «Οί σοφοί στά θεία λένε πώς ύπάρχουν τρία ειδη δικαιοσύνης, ή άνθρώπινη, ή άγγελική καί ή θεία. Ανθρώπινη ονομάζουν τό ίσομοίρασμα καί τήν άγαθή διάθεση πού έκδηλώνεται στά αίσθητά αύτοΰ τοΰ κόσμου, άγγελική τήν πλουσιοπάροχη μετάδοση τής θείας γνώσης καί ώς θεία δικαιοσύνη όρίζουν τό νά ύποφέρει κανείς γιά χάρη έκείνων πού άμαρτάνουν3. Ό ούρανοφάντωρ Μέγας Βασίλειος προσεγγίζοντας τό θέμα μας, θεωρεί άληθινή δικαιοσύνη τόν Ίησοΰ Χριστό, ό όποίος έγινε γιά μάς σοφία, δικαίωσις, άγιασμός, άπολύτρωσις καί προσθέτει οτι γιά νά κατανοηθεί άπό τούς άνθρώπους άπαιτείται μεγάλη διάνοια καί τελειότατος νοΰς4. Ό Διονύσιος Αρεοπαγίτης λέγει οτι, ‘‘ό Θεός ύμνείται ώς δικαιοσύνη, διότι άπονέμει σέ ολα τά όντα κατά τήν άξία τους άρμονία, κάλλος, εύταξία καί εύρυθμία, όρίζει ολες τίς δωρεές καί τίς θέσεις οπως ταιριάζει στό καθένα κατά τόν άπολύτως δίκαιο κανόνα κι είναι σέ ολα αίτιος τής αύτενεργείας των. Διότι ή θεία δικαιοσύνη είναι πού ταξινομεί καί όρίζει τά πάντα καί διατηρώντας τά πάντα άμικτα καί άσύμφυρτα άπό ολα, δωρίζει σέ ολα τά όντα οσα ταιριάζουν στό καθένα κατά τήν ιδιαίτερη άξία του»5.
Ό άνθρωπος λοιπόν πού σέβεται τή χριστιανική ιδιότητά του, έπιδιώκει τή δικαιοσύνη, άγωνίζεται διαρκώς καί στοχεύει στό νά εύχαριστεί τό δημιουργό του, προσπαθεί νά όμοιάσει σέ έκείνον, νά γίνει άνίκανος γιά τό κακό καί όλοπρόθυμος γιά τό καλό, νά άναδειχθεί τιμητής τής άρετής, ριζοτόμος τής κακίας καί έπικριτής τής άμαρτίας.


3. Ή εικόνα τοΰ δικαίου καί αδίκου άνδρός.


Ή εικόνα αύτή έκφράζεται μέ δύο διαφορετικά πρόσωπα, δύο ξεχωριστές εικόνες, δύο κόσμους τελείως άλλοιώτικους μεταξύ τους καί γιά νά χρησιμοποιήσουμε μία γραφική έκφραση «χάσμα μέγα έστήρικται»6 μεταξύ τοΰ δικαίου καί άδίκου άνδρός. Κατά τόν Μέγα Άθανάσιο, «ό μέν δίκαιος κοπιάζει όχι γιά νά γεμίσει τήν κοιλίαν του, οΰτε γενικώς φροντίζει διά τό σώμα, οΰτε σκέπτεται οτι σάρκα φορεί, άλλά κοπιάζει νύκτα καί ήμέραν ζητώντας τόν Θεό, ΰπνον ποτέ δέν χορταίνει, μέ ψωμί καί νερό δέν εύχαριστεί τήν ζωήν, είς τάς έρήμους πλανάται, σκληραγωγεί τό σώμα μέ πολλές ταλαιπωρίες, έως οτου λάβει τό άμάραντον στεφάνι πού τόν περιμένει. Ενώ ό άμαρτωλός κοπιάζει καί μοχθεί, όχι πρός χάριν τής δικαιοσύνης, άλλά πρός χάριν τής ταλαιπώρου σαρκός, πρός χάριν τής αίσχράς γυναικός, μοχθεί τελείως διαφορετικά, δέν άρκείται είς τά ύπάρχοντα, διέρχεται τήν ζωήν του μέ κακίαν καί φθόνον»7.
Ό Άγιος Νεκτάριος, ’Επίσκοπος Πενταπόλεως, περιγράφει πολύ παραστατικά στό συγγραφικό του έργο τήν είκόνα τοΰ δικαίου καί άντίστοιχα τήν εικόνα τοΰ άδίκου άνδρός, δίδοντας ύπογραμμόν ζωής. Άπό τό μακροσκελές κείμενό του παραθέτουμε ένα άπόσπασμα. «Ό δίκαιος είναι άμεμπτος, αί δέ χείρες αύτοΰ καθαραί άπό τοΰ ρύπου τής άδικίας καί ή καρδία αύτοΰ καθαρά άπό άνομίας. Εμφανίζεται ό δίκαιος μετά παρρησίας πολλής ένώπιον συνεδρίου καί τό πρόσωπον αύτοΰ φαιδρύνεται έν τή άπολογία αύτοΰ. Ό δίκαιος κληρονομήσει τήν γήν καί τό
Χορός Δικαίων στόν Παράδεισο· τοιχογραφία από τόν Ι.Ν.
Άγίον Νικολάου Κρεπενης Μανροχωρίον Καστοριάς.
μνημόσυνον αύτοΰ έσται αιώνιον. Γενεαί γενεών εύλογήσουσι τό όνομα αύτοΰ καί τήν δικαιοσύνην αύτοΰ διηγήσονται οί υίοί τών άνθρώπων. Πηγήν ζωής έν χειρί δικαίου καί ού λιμοκτονήσουσιν οί υίοί αύτοΰ. Τόν πλοΰτον τών άσεβών θησαυρίζει ό δίκαιος. Αί όδοί δικαίου φωτί καταλιμπάνονται, αί δέ τρίβοι αύτοΰ εύθείαι ένώπιον Κυρίου. Δίκαιος έάν πέση άναστήσεται, καί έάν έπτάκις πέση, έπτάκις άναστήσεται. ό Κύριος έγερεί αύτόν άπό τοΰ παραπτώματος αύτοΰ. Τά χείλη άνδρός δικαίου άποστάζει χάριτας, τό δέ στόμα αύτοΰ λαλεί σοφίαν. Ό δίκαιός έστι μακάριος καί μακάρια έσονται τά έκγονα τής κοιλίας αύτοΰ. Δικαίων ψυχαί έν χειρί Θεοΰ καί ού μή αψεται αύτών βάσανος. Ή έλπίς δικαίων άθανασίας πλήρης. Δίκαιοι είς τόν αίώνα ζώσι καί έν Κυρίω ό μισθός αύτών, καί ή φροντίς αύτών παρά Ύψίστω. διά τοΰτο λήψονται τό βασίλειον τής εύπρεπείας καί τό διάδημα τοΰ κάλλους έκ χειρός Κυρίου, οτι ή δεξιά αύτοΰ σκεπάσει αύτούς, καί τώ βραχίονι αύτοΰ ύπερασπιεί αύτούς [...].
Ό άδικος διαστρέφει τήν άλήθειαν, τό δέ ψεΰδος έπικάθηται τών χειλέων αύτοΰ. Λέγει τό πονηρόν καλόν καί τό καλόν πονηρόν, τό σκότος φώς καί τό φώς σκότος πρός τό άδικήσαι τόν πλησίον αύτοΰ. Προσέθετο άδικείν, καί ήθέτησε τόν νόμον τοΰ Θεοΰ. ’Εν τώ μαρσίπω αύτοΰ δύο φέρει στάθμια, μικρόν καί μέγα, καί έν τή οίκία αύτοΰ δύο έχει μέτρα, μέγα καί μικρόν. Μετατίθησι τά ορια τών κτημάτων τών ορφανών καί τήν ούσίαν τών χηρών ύποκλέπτει. Συνάγει έξ αδικίας καί θησαυρίζει έξ αρπαγής. Θερίζει οπου ούκ έσπειρε, καί συνάγει οθεν ου διεσκόρπισεν. ’Εν τώ οίκω αύτοΰ αύλίζεται άδικία, καί έν τοΐς ταμείοις αύτοΰ είσπορεύεται δόλος. Ή καρδία τοΰ άδίκου ώς θάλασσα άναβραζόμενη οΰτω κλυδωνίζεται. Άνάπαυσις έν αύτή ούκ έστιν. Ό φόβος πληροί αύτήν καί ό τρόμος κατέχει αυτήν. Ή ψυχή αύτοΰ πάσχει καί πάθη σφοδρά συνταράττουσιν αύτήν. ’Εδουλώθη τή άδικία καί τό κράτος τής τυραννίας αύτής έπεβλήθη αύτώ. Ό νοΰς διανοείται δόλον ή δέ διάνοια αύτοΰ έγκειται έπί τά πονηρά πάσας τάς ήμέρας τής ζωής αύτοΰ. Αί χείρες αύτοΰ ρυπαραί άπό άδικιών καί οί πόδες αύτοΰ άκάθαρτοι άπό τών άνομημάτων αύτοΰ. Θησαυρίζει καί ούκ οιδε τίνι συνάγει. Ή οργή τοΰ Θεοΰ διασκορπίσει τόν πλοΰτον αύτοΰ. Τό σπέρμα αύτοΰ έξολοθρευθήσεται, καί ό οικος αύτοΰ θέλει άπολειφθή έρημος. ’Εν τώ ο’ίκω αύτοΰ ούκ έσται πρεσβύτης, λέγει Κύριος, οτι αύτός έκδικεί τόν οικον αύτοΰ εως τοΰ αίώνος. Ό άδικος ειναι ό δυστυχέστατος τών άνθρώπων»8.
Ό θεοφόρος Πατήρ Μέγας Βασίλειος παρομοιάζει τόν άδικοΰντα μέ τόν άρρωστο. ’Επισημαίνει οτι οσα συγκέντρωσε μέ άδικίες, δέν θά τόν ώφελήσουν σέ καμιά περίπτωση. Γι’ αύτό ό ίδιος συνιστά: «Μή στηρίζετε τίς έλπίδες σας σέ οσα άποκτάτε μέ άδικίες. Ή άδικία άποτελεί έμπόδιο σέ κάθε ένέργεια καί έργασία σας»9.
Όπως άντιλαμβανόμεθα βάσει τών ώς άνω άποσπασμάτων, ένώπιον τοΰ Θεοΰ ούδείς μπορεί νά κρυφθεί, διότι τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα καί τοΰ δικαίου καί τοΰ άδίκου ειναι τέτοια ώστε δέν διαστρέφονται, δέν άλλοιώνονται. Ό μέν δίκαιος αίσθάνεται ένδεδυμένος τόν Χριστόν, ό δέ άδικος γυμνός καί τετραχηλισμένος ένώπιον τοΰ πλάστου.


4. Καρποί τής αδικίας.


Πολλοί ειναι έκείνοι πού ύποφέρουν στίς μέρες μας, διότι άδικήθηκαν άπό γνωστούς, φίλους, συγγενείς, οίκείους, συνεργάτες. Ή θλίψη τούς συνθλίβει. Δέν μποροΰν νά δεχθοΰν οτι, ένώ συμπεριφέρθηκαν ορθόδοξα, έδέχθησαν τό φαρμάκι τής άδικίας. Κι ομως σ’ αύτή τή ζυγαριά κρίνεται ή πνευματικότητα τοΰ χριστιανοΰ, ή άρετή του η ή έπιφανειακή του θρησκευτικότητα. Ό Άββάς ’Ισαάκ λέγει σχετικά: «Όποιος μπορεί νά ύποφέρει τήν άδικία μέ τήν χαρά, άν ειναι στό χέρι του νά τήν άποκρούσει, αύτός έδέχθηκε άπό τό Θεό τήν παρηγοριά διά τής πίστεως σ’ αύτόν. Όποιος ύπομένει μέ ταπείνωση τίς έναντίον του κατηγορίες, έφθασε στήν τελείωση καί θαυμάζεται άπό τούς άγίους Αγγέλους. Διότι καμιά άλλη άρετή δέν ειναι τόσο μεγάλη καί δυσκατόρθωτη, οσο αύτή. Καί δέν πρέπει μόνο νά ύπομένει κανείς μέ χαρά τήν άδικία σέ περιουσιακά στοιχεία καί στά άλλα έξωτερικά πράγματα, άλλά καί νά προσφέρει τήν ψυχή του χάριν τοΰ άδελφοΰ του»10.
Ό Άγιος ’Ιωάννης ό Χρυσόστομος ισχυρίζεται οτι κάθε άδικο πού μάς προξενοΰν οί άδικοΰντες έχει τίς παρακάτω θετικές συνέπειες:
α) Μάς ώφελεί πνευματικά, διότι οποιο άδικο άν πάθουμε άπό όποιονδήποτε, ό Θεός ύπολογίζει αύτή τήν άδικία η γιά νά διαγράψει τά άμαρτήματά μας η γιά νά μάς άνταποδώσει μισθό11.
β) Τό άδικο βλάπτει τόν άδικοΰντα, γιατί, έκείνος πού άδικεί τόν άλλον η τόν χτυπάει η τόν ύβρίζει, άφοΰ πρώτα ύποδουλώθηκε στό πάθος κι άφοΰ αίχμαλωτίσθηκε, τότε νομίζει οτι άδικεί τόν πλησίον του. ’Ενώ ό ίδιος έπαθε χειρότερα, άφοΰ έγινε δοΰλος τής έσχατης δουλείας12. Καί σέ άλλο σημείο ό θεηγόρος Πατήρ τονίζει οτι όχι έκείνος πού άδικείται, άλλ’ έκείνος πού άδικεί, αύτός ειναι άξιος δακρύων καί θρήνων, γιατί αύτός βλάπτει πάρα πολύ τόν έαυτό του13.
γ) Κάθε άδικία πού άντιμετωπίζεται μέ νηφαλιότητα, άποτελεί έλεγχο γιά τή συνείδηση τοΰ άδικοΰντος καί γίνεται αίτία αύτοκαταδίκης του. Τέτοια ειναι ή άδικία. Κάθε μέρα καταξεσχίζει τή συνείδηση καί οταν ό άδικούμενος σιωπά, αύτοί πού έκαναν τήν άδικία, νομίζοντες οτι έπίκειται ή θεία τιμωρία, άγωνιοΰν κάθε μέρα καί σχεδόν ύπογράφουν
γιά τούς έαυτούς τους τήν έκδίκηση γιά τίς άδικίες πού διέπραξαν14.
δ) Ό ύπομένων τήν άδικία μιμείται τό Χριστό πού πενθοΰσε καί παρακαλοΰσε γιά τούς σταυρωτές του. Σκέψου πώς οταν έπρόκειτο ό Χριστός νά σταυρωθεί, γιά τόν έαυτό Του μέν έχαιρε, γιά τούς σταυρωτές Του ομως έδάκρυζε.’Έτσι πρέπει νά συμπεριφερόμαστε κι έμείς. Καί οσο περισσότερο θά άδικούμαστε, τόσο περισσότερο θά θρηνοΰμε γιά κείνους πού μάς άδικοΰν15.
Ό θεόσοφος Γρηγόριος Θεολόγος άναφερόμενος στόν τρόπο άντιμετωπίσεως τών άδικούντων είσηγείται: «Άς μήν
έπιβουλεύουμε λοιπόν τόν ίδιο τόν έαυτό μας καί άς μή χάσουμε τήν παρρησία μας στόν Θεό δείχνοντας έχθρότητα σέ οσους μάς άδίκησαν καί άγανακτώντας ύπέρμετρα. Άς άφήσουμε τόν άνθρωπο στόν Θεό καί στίς έκεί τιμωρίες.
Εμείς άς βροΰμε φιλάνθρωπο τόν Κριτή, άφοΰ καί έμείς θά έχουμε άποδειχθεί φιλάνθρωποι καί άς συγχωρήσουμε, γιά νά συγχωρηθοΰμε»16.
Κατόπιν τών προαναφερθέντων πατερικών άπόψεων, κατανοοΰμε οτι οσοι άδικοΰνται, έάν ύποφέρουν μέ γενναιότητα οσα οί άλλοι έκούσια η άκούσια τούς προξενούν, τότε άσκοΰνται στήν ύπομονή, στήν άγάπη, στή φιλαδελφία, στήν πραότητα, στήν πειθαρχία καί ό Θεός είναι έκείνος πού θά τούς άμείψει γιά τήν ένάρετη συμπεριφορά πού έπέδειξαν.

5. Τρόπος άποκαταστάσεως τής άδικίας.


Άπό τήν ώρα πού θά σημειωθεί μία πνευματική πτώση άπαιτείται άναγνώριση έκ μέρους τοΰ άδικοΰντος τοΰ σφάλματος η τής ζημίας πού έπραξε στό συνάνθρωπο. Συντριβή καί μετάνοια, πορεία πρός κατάλληλο πνευματικό γιά έξαγόρευση τής άδικίας, άποκατάσταση τών άδικηθέντων καί σταθερή άπόφαση νά μήν έπαναληφθεί ποτέ τό ίδιο λάθος. Ένα δηλαδή ψευτοαίσθημα αύτοκριτικής δέν φθάνει γιά νά ξερριζωθοΰν οί αίτίες τοΰ κακοΰ. Ό Άγιος Κοσμάς ό Αίτωλός, ό μέγας διδάχος τοΰ ύπόδουλου
γένους έπί τοΰ θέματος αύτοΰ συνιστά· «Άδελφοί μου, ή συγχώρησις έχει δύο ίδιώματα, ένα νά φωτίζει καί άλλο νά κατακαίει. Εγώ σάς είπα νά συγχωράτε, χριστιανοί μου, τούς έχθρούς σας διά έδικόν σας καλόν. Εσύ πάλιν όπού είπα νά σέ συγχωρέσουν, μή χαίρεσαι, άλλά μάλιστα νά κλαίς καί νά θρηνής, διατί αύτή ή συγχώρησις σοΰ έγινε φωτιά είς τό κεφάλι σου, άνίσως καί δέν έπιστρέψεις τό άδικον οπίσω, νά κλαύσης, νά παρακαλέσης νά σέ συγχωρήσουν έκείνοι όπού τούς άδίκησες. Όλοι οί πνευματικοί, πατριάρχαι, άρχιερείς, ίερείς, ολος ό κόσμος νά σέ συγχωρέσει, άσυγχώρητος είσαι. Άμή ποίος έχει τήν έξουσίαν νά σέ συγχωρέσει; Εκείνος όπού τόν άδίκησες. Καί, άν έξετάσωμεν καλά, πρέπει νά δώσεις είς τό ένα τέσσαρα, καθώς λέγει τό αγιον καί ίερόν Εύαγγέλιον, καί τότε νά λάβεις συγχώρησιν... Διά τοΰτο, άδελφοί μου, οσοι άδικήσατε η χριστιανούς η Τούρκους η 'Εβραίους η Φράγκους νά δώσετε τό άδικον οπίσω, διατί είναι κατηραμένο καί δέν βλέπετε καμμίαν προκοπήν. Εκείνα τά άδικα τά τρώτε διά νά ζήτε καί διά έκείνα τά άδικα σάς θανατώνει ό Θεός καί σάς βάνει είς τήν κόλασιν. Όποιος θέλει νά δώσει τό άδικο οπίσω άς σηκωθεί νά μοΰ το είπεΐ, νά βάλω δλους τούς χριστιανούς νά τόν συγχωρέσουνε. Ένα άσπρο άδικο νά βάλεις μέσα είς έκατό πουγγιά, ολα τά μαγαρίζει. Όμοίως πάλιν νά πάρεις ένα πρόβατο κλεμμένο νά τό βάλεις μέσα είς έκατό η χίλια πρόβατα, ολα τά τρώγει έκείνο τό κλεμμένο, διατί είναι άφορεσμένο, κατηραμένο έκείνο τό κλεμμένο. Σάς παρακαλώ, χριστιανοί μου, νά είπήτε καί διά έκείνους όπού ήλθαν νά δώσουν τό άδικον οπίσω τρείς φορές: Ό Θεός συγχωρήσοι καί έλεήσοι αύτούς»17.
Ό φωστήρ τής Καισαρείας Βασίλειος γράφοντας γιά τήν άνάγκη έπανορθώσεως τών άδικιών έπισημαίνει: «Εάν κάποιος παλιά δελεάστηκε καί έπισσώρευσε στόν έαυτό του σκόνη άδικου πλούτου καί μέ τίς φροντίδες γι’ αύτόν έφυλάκισε τόν νοΰ του η κατέληξε στή βρωμερή συνήθεια τής άσελγείας, πού δύσκολα ξεπλύνεται, η διέπραξε πλήθος άπό έγκλήματα, αύτός, οσο άκόμη ύπάρχει καιρός, προτοΰ φθάσει στήν όλοκληρωτική καταστροφή, άς άπορρίψει τά περισσότερα άπό τά φορτία. Καί προτοΰ τό σκάφος καταποντιστεί, άς άποβάλλει τά έμπορεύματα, πού δέν τά συγκέντρωσε μέ νόμιμο τρόπο, καί άς μοιάσει μέ τούς ναυτικούς πού σέ ώρα τρικυμίας ρίχνουν ολα τά φορτία στή θάλασσα»18.
Άπό τά παραπάνω γίνεται φανερό οτι ό Θεός ώς φιλεύσπλαχνος καί πανοικτίρμων Πατέρας περιμένει πάντα τήν μετάνοια καί έπιστροφή τών άδικούντων, προκειμένου νά έξαλείψει τά λάθη τους καί νά έξαγιάσει τήν ύπαρξή τους.


6. ’Επιλεγόμενα.


Ή μεγαλομανία τοΰ σημερινοΰ άνθρώπου, ή ύπερκατανάλωση ύλικών άγαθών, ή έλλειψη πνευματικών στόχων, τρέφουν σίγουρα τήν έπιθυμία όρισμένων νά άδικοΰν τούς συνανθρώπους τους. Ή άδικία μπορεί νά ονομασθεί άνθρωποκτόνα, χωρίστρα, διότι καί σκοτώνει ο,τι ώραίο κυοφορείται στήν ψυχή καί χωρίζει τούς άνθρώπους. Ή λύση ειναι στροφή πρός τό Χριστό σ’ έκείνον πού μάς παρέλαβε, μάς αύξησε, μάς έφρόντισε. Σύμφωνα μέ τήν άποψη τοΰ Άρχιμ. Βασιλείου Γοντικάκη, «ό Χριστός μάς άνοίγει τόν δρόμο. Μάς φωτίζει τήν πορεία. Καί ό ίδιος ειναι ή όδός καί ή πορεία, όντας άμετακινήτως ώς ή άρχή καί τό τέλος, τό άτελεύτητο. Αύτό τό νήμα κρατάς. Σ’ αύτήν τή βάση στηρίζεσαι. Αύτό ειναι άλήθεια ψηλαφητή. Άν αύτό παλαιότερα ύπήρχε άμυδρώς, οδευες έπ’ έλπίδι πρός αύτό. Σήμερα ύπάρχει. Σέ στηρίζει. Σέ φροντίζει. Σέ ποδηγετεί. Κράτησέ το ώς κόρην όφθαλμοΰ. Σεβάσου το ώς δυναμικό προζύμι, πού ζυμοί τό φύραμα. Εάν αύτό χάσεις, τά έχασες ολα, γιατί έξαρθρώθηκαν. ’Εάν αύτό έχεις, τά άνευ νοήματος άποκτοΰν συνοχή. Τά μελλοντικά τά ζείς ώς παρόντα. Άπό τό σκότος έρχεται φώς καί άπό τήν άποτυχία άνατέλλει φέγγος άδυτης χαράς. Καί έκπλήττεσαι. Καί δοξολογείς έν σιγή. Καί προχέεις άκουσίως εύωδία εύγνωμοσύνης, πού γίνεται δεκτή άπό τήν κτίση. Καί άντανακλάται πρός σέ χάρις άντί χάριτος»19.
Άς μή ζημιώσομε τούς έαυτούς μας διττά. Καί έν τή παρούση ζωή στερούμενοι τής
έσωτερικής χαράς καί είρήνης, τής
φιλαδελφίας καί φιλαλληλίας πού εύρίσκομε στό πρόσωπο τοΰ συνανθρώπου καί έν τή μελλούση ζωή μή καρπούμενοι τής άπερίγραπτης έκείνης δόξης τής Παναγίας Τριάδος. Δικαιοσύνην μάθομεν, τό καλό άς πράττομεν, τό ώφέλιμο άς έπιδιώκομεν, τό άριστο άς έπιλέγομεν.




Παραπομπές
1. Ήσαΐας ΚΣΤ', 9.
2. Κόντογλου Φ., Ευλογημένο Καταφύγιο, έκδ. Άκρίτας, Άθήνα 1987, σσ. 307-308.
3. Μαξίμου Όμολογητοΰ, ’Ερωταποκρίσεις Α, 11, Ε.Π.Ε.14α, 289-293.
4. Μεγάλου Βασιλείου, Εις τήν αρχήν τών Παροιμιών Ε.Π.Ε. 7, 387, 391.
5. Διον. Αρεοπαγίτου, Περί θείων ονομάτων, ΕΠΕ 3, 187.
6. Λουκ. ΙΘ', 26.
7. Μεγάλου Αθανασίου, Περί Παρθενίας, ΕΠΕ 11, 205.
8. Νεκταρίου Πενταπόλεως, Τό γνώθι σ' αυτόν, έκδ. Ν. Παναγόπουλος, Άθήνα 2003, σσ. 163-167. Βλ. καί ’Ισαάκ Σύρου, Περί τοϋ μή δε'ιν χωρίς ανάγκης έπιθυμεΐν, Λόγ. ΛΣΤ', ΕΠΕ 8β, 136.
9. Μεγάλου Βασιλείου, Είς Ψαλμόν ΞΑ', 5 ΕΠΕ 5, 392 - 394.
10. ’Ισαάκ Σύρου, Περί τοϋ μακρύνεσθαι τοϋ κόσμου, Λόγ. Ε', ΕΠΕ 8α, 149.
11. Ίωάννου Χρυσοστόμου, ΕΙς Ματθαίον Όμιλ. Θ', 2 ΕΠΕ 9, 286, 290. Τοΰ αύτοΰ, Ε’ις Ματθαίον Όμιλ. ΞΑ', 5 ΕΠΕ 11, 444.
12. Τοΰ αύτοΰ, Είς Ψαλμόν Ζ', ΕΠΕ5, 368.
13. Τοΰ αύτοΰ, ΕΙς Δαυΐδ καί Σαούλ ’Όμιλ. Γ', 8 ΕΠΕ 7, 644.
14. Τοΰ αύτοΰ, ΕΙς Γένεσιν Όμιλ. ΝΒ', 4 ΕΠΕ4, 312.
15. Τοΰ αύτοΰ, Ε’ις Ματθαίον Όμιλ. ΞΑ', 5 ΕΠΕ11, 446.
16. Γρηγορίου Θεολόγου, Θεοτέκνω έπιστολή ΟΗ', PG 37, 148Β.
17. Αγίου Κοσμά Αίτωλοΰ, Διδαχές Γ', έκδ. Τήνος, Άθήνα 1977, σσ. 162 - 163.
18. Μεγάλου Βασιλείου, Περί τοϋ μή προσηλώσθαι τοΐς βιοτικοΐς 7, ΕΠΕ 7, 180.
19. Γοντικάκη Β., «Γνώσεσθε τήν αλήθειαν καί ή αλήθεια έλευθερώσει υμάς» 2.000 χρόνια μετά, έκδ. Άκρίτας, Άθήνα 2001, σ. 106.
20

Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |