Διάκονος Ηλίας Κακουσιάς.
Αγιος Θεόδωρος Στουδίτης
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
ΕΟΡΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΝΗΓΥΡΕΙΣ ΤΟΥ ΚΙΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΥ ΚΥΚΛΟΥ
Μέσα σε ἕνα λατρευτικό κύκλο στή Στουδίτικη μοναχική πολιτεία, διαμέσου τῶν ἡμερῶν, τῶν μηνῶν καί τῶν χρόνων, γίνεται ἕνα κάλεσμα πρός τούς ἀφιερωμένους στό «μοναδικό ἐπάγγελμα»472 καί ὄχι μόνο: «πάντα τά ἔθνη κροτήσατε χεῖρας»473, χορεύσατε «ἐν ἀγαλλιάσει» καί σκιρτάτω ἡ κτίσις˙ χορευέτω ἡ ἀνθρωπότης»˙ καί ὄχι μόνο σέ δεσποτικές καί θεομητορικές ἑορτές, ἀλλά καί σέ κάθε ἑορτή ἁγίου ἤ ἱερᾶς μνήμης˙ «συνεκάλεσε γάρ ἠμᾶς ἡ ἁγία Θεοτόκος … ἡ παστάς, ἐν ᾗ ὁ Λόγος ἐνυμφεύσατο τήν σάρκα»474.
Ἡ ψυχρή τυπικότητα καί τό στεῖρο καθῆκον δέν ἦταν κάτι πού χαρακτήριζε εἰδικά τόν ἅγιο Θεόδωρο, γιά αὐτό καί φρόντισε νά ὑπάρχει ζωντανή συνείδησή του ὅτι «κάθε μία … ἑορτή μέσα στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι ἱερά πανήγυρις και ἀγρυπνία, πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν ἴδια ἀνέσπερη μέρα»475, μέ ἀποτέλεσμα νά «μᾶς ἀποκαλύπτει τό ὅλο μυστήριο τῆς Θεολογίας καί τῆς Θείας Οἰκονομίας, καταλήγοντας στή Θεία Λειτουργία»476.
Γιά αὐτό καί ὑπομνηματίζει καί χρησιμοποιεῖ ὡς κατηχητικό πλαίσιο τήν ἑκάστοτε λατρευτική περίοδο τοῦ χρόνου, γιά νά μεταδώσει τίς διδαχές του στούς ἀδελφούς. Γιά αὐτό καί κάνει μνεία γιά τίς περιόδους τῶν νηστειῶν, συγκεκριμένα τῆς μεγάλης Σαρακοστῆς, ὡς γεγονός, στό ὁποῖο «ὁ ἀγαθός ἡμῶν Θεός ὁ διδούς ἡμῖν τό ζῆν» καί ὡς σταθμό πού τούς ἀξίωσε νά φτάσουν καί νά τόν διεξάγουν μέ τόν πνευματικό ἀγώνα τους «καί ἐξ ἐνιαυτοῦ εἰς ἐνιαυτόν ἄγων ἤγαγεν ἡμᾶς καί ἐν τῷ παρόντι χρόνῳ τῆς νηστείας»477. Κάτι τό ὁποῖο δέν εἶναι ξένο πρός τήν σύγχρονη λατρευτική ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί πού μᾶλλον ἰσχύει καί κατά τά χρονοδιαγράμματα καί τά ἑορταστικά στοιχεῖα, μέχρι σήμερα, καθώς ἐπίσης καί στήν πνευματική προσωπική ζωή τῶν πιστῶν ἰσχύει τό «πολλήν ἐστιν ὁρᾶν ἐν ταύταις ταῖς ἁγίαις ἡμέραις τήν σπουδήν καί ἐπιμέλειαν»478, μέ τό ὁποῖο καταλήγει στήν ἀναφορά του περί τῆς λατρευτικῆς περιόδου τήν ὁποία διανύουν.
Δέν θά μποροῦσε νά μήν ἐκμεταλλεύεται, τήν σημαντική καί καθοριστική, γιά τήν λατρευτική πορεία τῶν πιστῶν, ἡμέρα τῆς «Ἀπόκρεω», γιά νά ἀνακαινίσει τήν μοναστηριακή καθημερινότητα. Γιά αὐτό διδάσκοντας στήν κατήχησή του ὅτι πρέπει νά «ἐπείγονται» «μετά φόβου καί τρόμου δουλεύειν τῷ Κυρίω»479, τοποθετεῖ αὐτή τήν ἡμέρα ὡς σταθμό τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῶν πιστῶν καί ὡς «ἑορτή», μέ τήν ἔννοια τῆς μνείας βαρυσήμαντων γεγονότων, γιά τήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ ἴδιο συμβαίνει σὲ ἄλλη χρονικὴ στιγμή, ὅταν ὃ ἅγιος δείχνει νὰ μὴν παραλείπει ποτὲ τὸν σταθμὸ τῆς ἑβδομάδας τῆς «Ἀποκρέου», μὲ σκοπὸ νὰ κατηχεῖ καὶ νὰ προετοιμάζει τὴν ἀδελφότητα μὲ ἐγκράτεια ὥστε νὰ ζοῦν μὲ συνεχῆ μυστικὸ τρόπο τὰ γεγονότα τῆς σταυροαναστάσιμης ἑορτῆς στὸ ἑκάστοτε παρὸν καὶ στὸ καθ΄ ἡμέραν τῆς ζωῆς τους480.
Ἀφοῦ, κατὰ τὸν τρόπο σκέψης καὶ ἡγουμενείας τοῦ ἁγίου Θεοδώρου του Στουδίτη, τὸ μοναστήρι καὶ ἡ ἀδελφότητα ἑορτάζουν μὲ τὸν πλέον πνευματικὸ τρόπο, μέσα δηλαδὴ ἀπὸ τὴν λατρευτικὴ σύναξη, ἔτσι καὶ κατὰ τὴν ἀπόκρεω ἀλλὰ καὶ ἀφοῦ «ἡ ἀποκρεώσιμος πάρεστιν»481, διδάσκει ξανὰ καὶ κατηχεῖ πάλιν τὸν τρόπο τῆς ἀληθινῆς ἑορταστικῆς ζωῆς, στοὺς ἀδελφούς. «Ἐμφορήθητι δὲ μᾶλλον καὶ ἀληθῶς ἑώρτασον καὶ ἐξ΄ ἐναντίας ἀποκρέωσον τὰ τοῦ πνεύματος τοῦ ἁγίου χαρίσματα, τὴν εἰρήνην, τὴν ἀγάπην, τὴν πίστιν, τὴν εὐχήν, τὴν ψαλμῳδίαν, τὴν στιχολογίαν, τὴν ὑπακοήν, τὴν διέγερσιν, τὴν ἀκακίαν, τὴν ἁπλότητα, τὴν καθαρόνοιαν, τὴν κατάνυξιν, τὸ δάκρυον τὸ καθαρτήριον, καὶ ἴδε πῶς καλῶς ἀποκρέωσας, ἴδε πῶς καλῶς ἑώρτασας ὑπὲρ βασιλεῖς, ὑπὲρ ἄρχοντας, ὑπὲρ πάντα τὸν ἐμπαθὼς βιοῦντα ἄνθρωπον»482.
Μέ τήν ἴδια προοπτική ὑπομνηματίζει καί ἐντρυφεῖ στά πάθη τοῦ Κυρίου, θέλοντας νά δημιουργήσει τίς προϋποθέσεις γιά ἀδιάσπαστη ἐγρήγορση καί ἐργασία τῶν ἐντολῶν, μέ φιλοτιμία καί ἀσκητικό φρόνημα στόν μέγιστο βαθμό, γιά αὐτό ἀναφέρει ὁ ἅγιος ὅτι «τά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ παθήματα ὑπομνηματιζόμενα κατανύσσειν οἶδε τήν ψυχήν, μάλιστα δέ ἐν ταῖς παρούσαις ἡμέραις, ἐφ’ αἷς ἕκαστον αὐτῶν πέρας εἴληφε»483.
Ὁ ὅρος ἑορτὴ στὸν μοναχικὸ τρόπο ζωῆς καὶ ὄχι μόνο, κατὰ τὸν ἅγιο Θεόδωρο Στουδίτη, ἔχει ἕνα εὐρύτερο νόημα, τὸ ὁποῖο ἀναβαθμίζει τὸν πνευματικὸ τρόπο προσέγγισης τῆς κάθε ἡμέρας καὶ τῆς κάθε λειτουργικῆς ἐναλλαγῆς μέσα στὸν ὅλο ἐνιαυτό. «Τὸ ἑορτάζειν καθ΄ ἑκάστην καὶ πασχάζειν Κυρίῳ τῷ Θεῷ. Ἐγγίζει ἡ ἡμέρα τοῦ Πάσχα, ἐπὰν σὺν Θεῷ τὸ μέσον τῆς νηστείας ὑπερέχημεν»484. Ἡ κατήχηση ἔγινε, ὅπως ὁ ἴδιος ὁ ἅγιος ἀναφέρει, στὸ μέσο τῶν νηστειῶν, κι ὅμως μιλάει γιὰ ἑορτὴ καὶ μάλιστα «καθ΄ ἑκάστην». Ἔτσι, ὅταν ὁλοκληρώθηκε ὁ κύκλος τῶν νηστείων, ἀκολουθεῖ ἡ πανήγυρις τῶν πανηγύρεων, ἡ Κυριακή τοῦ Πάσχα, κατὰ τὴν ὁποία γίνεται ἀπὸ τὸν ἅγιο ἐκτενὴς καὶ πανηγυρικὸς λόγος πρὸς κατήχησιν τῶν ἀδελφῶν485.
Ἡ παγκόσμια πανήγυρις τῶν Ὀρθοδόξων, τῆς προσκύνησης τοῦ Τιμίου Σταυροῦ δηλαδή, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ μὴν ἑορταστεῖ βαθειὰ λατρευτικὰ καὶ μὲ τὸν ὑψηλότερο πνευματικὸ τρόπο στὴν Μονὴ τῆς μεταρύθμισης τοῦ μοναχισμοῦ καὶ τῆς ἀνανέωσης τῆς λατρευτικῆς τάξεως, στὴν Μονὴ τῶν Στουδίου. «Ἐπείπερ θεοτελής ἡ πανήγυρις, δοκοῦσί μοι καὶ ἄγγελοι περιχαρῶς ὑπαντῆσαι τῇ πανηγύρει, ἀποστόλοι τε ὁμοθυμαδὸν συγχορεύειν προφητῶν ὅμιλος, μαρτύρων στίφος δικαίων ἁπάντων ὁμήγυρις»486. Ἀξίζει ἐπίσης νὰ ἀναφέρουμε ὅτι ὁ κανόνας τοῦ Σταυροῦ ποὺ ψάλλεται μέχρι σήμερα στὸν ὄρθρο τῆς Κυριακῆς της Σταυροπροσκυνήσεως εἶναι ποίημα τοῦ ἁγίου Θεοδώρου487.
Στὸν ἴδιο λόγο, ποὺ ἀπευθύνει εἰς τὴν παραμονὴ τῶν Φώτων, καὶ αὐτὸ δείχνει τὴν ξεχωριστὴ σημασία ποὺ τῆς δίνει ὡς ἡμέρα προηγουμένη τῶν Φώτων, μνημονεύει, ἐπίσης, τὸ γεγονὸς τῆς κατὰ σάρκα περιτομῆς τοῦ Κυρίου καὶ τῆς ἀποδίδει ἐξίσου σημαντικὴ θέση καὶ τιμὴ ἀνάμεσα στὶς ἄλλες Δεσποτικὲς ἑορτὲς καὶ πανηγύρεις. «Ὑπερφυὴς ὁ κυηθείς, ἄνθρωπος μὲν τὸ ὁρώμενον, Θεὸς δὲ τὸ νοούμενον. Ἐντεῦθεν τὸ τῆς περιτομῆς θεώρημα οὐδ΄ αὐτὸ ἀμοιροῦν θεολογίας τοῖς ἐπεσκεμμένως ἔχουσι˙ τὸ γὰρ ἐπικληθὲν αὐτῷ Ἰησοῦς ὄνομα κατὰ τὴν τοῦ ἀγγέλου προανάρρησιν, ἐπείπερ ἐστί Σωτῆρος ἔμφασιν ἔχον θείας φύσεως γνωριστικόν ἐστιν»488.
Πανήγυρις καὶ ἑορτὴ, μὲ τὴν πνευματικὴ καὶ ἀληθινὴ ἔννοια γίνεται μὲ τὴν προϋπόθεση τῆς παρουσίας τοῦ τιμωμένου ἁγίου καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος νὰ τελοῦνται πανηγυρικὲς ἀκολουθίες καὶ ἐκτενεῖς προσευχές, μὲ ἰδιαίτερη εὐλάβεια καὶ λατρευτικὴ μεγαλοπρέπεια, καθὼς καὶ νὰ γίνεται ἰδιαίτερος Λόγος γιὰ τὴν ἑορτὴ καὶ παρουσία αὐτή. Ἡ στάση τοῦ ἁγίου καὶ τῆς ἀδελφότητας ἀντιπροσωπεύει ὅτι εἴπαμε πιὸ πάνω, σχετικὰ μὲ μία ἀληθινὴ πανήγυρη, ὅταν ἐκφωνεῖ πανηγυρικὸ λόγο ὁ ἅγιος, πρὸς τιμὴ τῆς ἑορτῆς τῆς Σύναξης τῶν Ἀσωμάτων, καθὼς ἐπίσης ἐκφράζει τὴν αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Ταξιάρχη Ἀρχαγγέλου μαζί τους. «Ὁ τῶν ἄνω χοροστάτης καὶ τῶν κάτω, ἐν τῷ αὐτῷ οἴκῳ ταξιαρχεῖ σήμερον»489.
Ἑορτή μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία ζοῦσε ὅλη ἀδελφότητα τὰ θεῖα γεγονότα τῆς ἀποκάλυψης καὶ τῆς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ ἐπιτελώντας τὸ σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας πρὸς σωτηρίαν τοῦ ἀνθρώπου, ἦταν καὶ ἡ ἑορτὴ τῶν τῶν Θεοφανείων ͘«διήλθομεν τοίνυν, τέκνα, καὶ τὰς ἤδη ἐπιγενομένας ἡμῶν ἑορτᾶς, τῶν τε Θεοφανίων φημὶ καὶ ἐπιφανίων τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»490.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
472 ΑΘΣΕ, 2, Μικρά Κατήχησις, κατ. ΟΔ’, σ. 193.
473 Ψάλμ. μς’ 2.
474 Παρακλητική, ήχος α’ , Κυριακή, στιχηρόν του μικρού Εσπερινού.
475 Αρχιμ. Βασιλείου Προηγουμένου Ιεράς Μονής Ιβήρων, Το κάλλος θα σώσει τον κόσμο, εκδ. Ιερά Μονή Ιβήρων, 2010. σ.27-28.
476Όπ. π., σ. 28.
477 ΑΘΣΕ, 2, Μικρά Κατήχησις, κατ. ΝΓ’, σ. 145.
478 ΄Οπ. π., σ. 145.
479 ΄Οπ. π., κατ. Ν’, σ. 139.
480 ΑΘΣΕ, 1, Μεγάλη Κατήχησις, κατ. ΙΒ’, σ. 64.
481 ΄Οπ. π., κατ. ΙΒ’, σ. 66.
482 ΄Οπ. π., κατ. ΙΒ’, σ. 67.
483 ΄Οπ. π., κατ. ΟΓ’, σ. 190.
484 ΄Οπ. π., κατ. ΞΖ΄, σ. 175.
485 Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Κατηχητικός τη Αγία και Μεγάλη Κυριακή του Πάσχα, Λόγος Γ’, ΕΠΕ 18, σ. 50.
486 Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Εις την προσκύνησιν του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, εν τη Μεσονηστίμω, Λόγος Α’, ΕΠΕ 18, σ. 24.
487 Τριώδιον, Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, εις τον Όρθρον, ο Κανών του Σταυρού.
488 Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Εις την Παραμονήν των Φώτων, Λόγος Β’, ΕΠΕ 18, σ. 38.
489 Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Εις την Σύναξιν των Ουρανίων Ταγμάτων, Λόγος Ε’, ΕΠΕ 18, σ. 80
490 ΑΘΣΕ, 1, Μεγάλη Κατήχησις, κατ. Α’, σ. 26.
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΕΙΔΙΚΕΥΣΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗΣ
Διάκονος Ηλίας Κακουσιάς.
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΣΤΑ ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΤΟΥΔΙΤΟΥ
ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΠΟΥ ΥΠΟΒΛΗΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΜΗΜΑ ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ Α.Π.Θ.
Σύμβουλος Καθηγητής: Αρχιμ. Νικόδημος Σκρέττας.
Θεσσαλονίκη 2015
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου