Σάββατο 13 Αυγούστου 2016
5. Διηγήσεις άπό τα Συναξάρια τών Αγίων
1. Στον ’Απόστολο Θωμά
Ό Απόστολος Θωμάς, πού
άπουσίαζε άπό τήν κηδεία τής Θεοτόκου, μεταφέρθηκε μέ θαυματουργικό τρόπο στά
'Ιεροσόλυμα καί στο χωριό Γεθσημανή, όπου είδε τήν Παναγία νά άνεβαίνει στούς
ουρανούς. ’Έκπληκτος φώναξε στήν Παναγία καί εκείνη ώς ευλογία τού έριξε τή ζώνη
Της στή γή.
2. Πρώτη εμφάνιση τής
Παναγίας μετά την Κοίμησή Της στους αγίους ’Αποστόλους
Την ώρα πού τελούσαν τίι
Θεία Ευχαριστία στό υπερώο των Ιεροσολύμων. Την ώρα της έπικλήσως τού Χριστού,
κατά τον τεμαχισμό τού’Άρτου, εμφανίστηκε ή Θεοτόκος υπέρλαμπρη και
συνοδευόμενη άπό πλήθος Αγγέλων και τούς ευλόγησε λέγοντας:
«Χαίρετε, ότι μεθ’ ύμών
είμί πάσας τάς ημέρας».
Καί οί Απόστολοι μέ
κατάνυξη φώναξαν:
3· Στον άγιο Νικόλαο
Έξη σε στην εποχή τών
μεγάλων διωγμών τών χριστιανών καί τάς άρειανικης αίρέσεως (4ος μ.Χ. αιώνας).
Άγωνίσθηκε νά περιφρουρήσει τό ποίμνιό του άπό τις παγίδες τών αιρέσεων,
διώχθηκε, καί φυλακίστηκε χάριν τού Χριστού. ’Έλαβε ενεργό συμμέτοχη στην Α
Οικουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ. - Νίκαια Βιθυνίας).
Ιστορική έμεινε ή πράξη
άγανακτήσεως τού πράου Ιεράρχη, ό όποίος δέν μπορούσε νά άνεχθεΐ τον βλάσφημο
καί υπερήφανο ’Άρειο νά σπιλώνει τό πρόσωπο τού Χριστού. Τόλμησε, μπροστά στον
βασιλιά Μέγα Κωνσταντίνο, και έδωσε δυνατό ράπισμα στον πατέρα της άσεβείας. Γιά
την πράξη του αύτή φυλακίστηκε σύμφωνα μέ τούς νόμους.
Όταν βρισκόταν στη
φυλακή, τού παρουσιάστηκε ό Χριστός, τόν εύλόγησε καί τού έδωσε τό Ευαγγέλιο,
ενώ ή Θεοτόκος τού πρόσφερε τό ώμοφόριο τού Αρχιερέα.
4· Στον άγιο Άνδρέα τον
διά Χριστόν σαλό
Στο παρεκκλήσιο τής άγιας
Σοροϋ (στίι νότια πλευρά τοϋ ναού των Βλαχερνών της Κωνσταντινουπόλεως)
φυλάσσονταν ή έσθήτα, ό πέπλος κα'ι μέρος της ζώνης της Ύπεραγίας Θεοτόκου. Σε
μια άγρυπνία αύτοϋ τοΰ παρεκκλησίου πήγε ό διά Χριστόν σάλος Άνδρέας με τον μαθητή
του Έπιφάνιο (6ος μ.Χ. αιώνας).
Κατά τά μεσάνυχτα βλέπει
ό όσιος Άνδρέας τη Θεοτόκο Μαρία νά προχωρεί άπό τις βασιλικές πύλες πρός τό
θυσιαστήριο. Φαινόταν μεγαλόσωμη και είχε λαμπρή τιμητική συνοδεία λευκοφόρων
άγιων. Ανάμεσα τους ξεχώριζαν ό Τίμιος Πρόδρομος και ό Θεολόγος ’Ιωάννης, πού
παράστεκαν δεξιά κι άριστερά τη Θεοτόκο. Άπό τούς λευκοφόρους, άλλοι
προπορεύονταν και άλλοι άκολουθοΰσαν ψάλλοντας ύμνους και άσματα πνευματικά.
Όταν πλησίασε στον
άμβωνα, είπε ό όσιος στον Έπιφάνιο:
— Βλέπεις, παιδί μου, την Κυρία καί Δέσποινα τοϋ κόσμου;
— Ναί, τίμιε πάτερ, άποκρίθηκε ό νέος.
Ή Θεοτόκος έν τω μεταξύ
είχε γονατίσει καί προσευχόταν γιά πολλή ώρα. Παρακαλοΰσε τον Υίό Της για τή
σωτηρία τοΰ κόσμου καί έ'ρραινε μέ δάκρυα τό άγιο πρόσωπό Της. Μετά τή δέηση μπήκε
στό θυσιαστήριο, όπου προσευχήθηκε γιά τούς πιστούς πού άγρυπνοϋσαν.
Όταν ολοκλήρωσε τή δέησή
Της, έβγαλε άπό τήν άχραντη κεφαλή τό άστραφτερό Της μαφόριο μέ μιά κίνηση
χαριτωμένη καί σεμνή, καί καθώς ήταν μεγάλο καί επιβλητικό, τό άπλωσε σάν σκέπη
μέ τά πανάγια χέρια Της επάνω στό εκκλησίασμα. ’Έτσι άπλωμένο τό έβλεπαν κι οί
δυό τους γιά πολλή ώρα νά εκπέμπει δόξα θεϊκή. Όσο φαινόταν εκεί ή Κυρία
Θεοτόκος, φαινόταν καί Λ ιερή έσθήτα νά σκορπίζει τή χάρη της. Όταν Εκείνη
άρχισε νά άνεβαίνει στον ούρανό, άρχισε καί ή θεία Σκέπη νά συστέλλεται λίγο
λίγο καί νά χάνεται.
Αύτή ή οπτασία, πού μέ τή
μεσιτεία τοϋ οσίου Άνδρέα είδε καί ό Έπιφάνιος, έγινε αφορμή νά καθιερωθεί ή
έορτή της άγιας Σκεπής (1η καί 28η ’Οκτωβρίου).
5· Στον άγιο Κύριλλο
’Αλεξάνδρειάς
Ό άγιος Κύριλλος ήταν μια
άπό τ'ις μεγαλύτερες αγωνιστικές μορφές της γνήσιας ορθόδοξης πίστης. Έδωσε
μεγάλους αγώνες εναντίον τών αιρετικών Νεστοριανών (5ος μ.Χ. αιώνας), οί όποίοι
προσπαθούσαν νά άμαυρώσουν τά πρόσωπα τού Κυρίου καί τής Θεοτόκου Μητέρας Του
μέ τις διδασκαλίες τους. Μέ τό όνομά του συνδέεται ή Γ Οικουμενική Σύνοδος στην
’Έφεσο τό 431 μ.Χ., ή όποια δογμάτισε ότι ή πανάχραντος Παρθένος είναι άληθινά
Θεοτόκος.
Τό μέγεθος τού Ιεράρχη
και τών άγώνων του υπέρ της ’Ορθοδοξίας και τής τιμής τής Παναγίας ώς Θεοτόκου,
φαίνεται άπό τό γεγονός τής παρουσίας τής Παναγίας στο θάνατο τού άγιου
Κυρίλλου. Ό όσιος Νικόδημος ό Αγιορείτης γράφει στο Νέον Έκλόγιον: «Παρεστάθη
δέ μόνη Αύτή ή Κυρία καί Δέσποινα Θεοτόκος εις τον θάνατον του Αγίου Κυρίλλου
καί έπεσκέφθη τον δοϋλον Της μετά έπιμελείας. Ότι καί αύτός εις την ζωήν του
την έδοΰλευσε πιστώς καί ήγωνίσθη πολλά διά την τιμή Της ό τρισμακάριστος. Καί
τώρα εύρίσκεται εις τούς ουρανούς [...] καί παρίσταται άμέσως είς τον θρόνον
Χριστού τού Θεού καί τής Παναχράντου αύτοΰ Μητρός, υπέρ ών ύπερμάχησε καί
έκακοπάθησε...».
6. Στον άγιο Νήφωνα
Ό άγιος Νήφων, επίσκοπος
Κωνσταντιανής καί φίλος τού Μεγάλου Αθανασίου (4ος μ.Χ. αιώνας), δταν ξοΰσε
άκόμα στον κόσμο καί πήγαινε στην εκκλησία γιά νά προσευχηθεί, «είδεν είς την
στράταν έναν άνθρωπον πού έκαμε μιά αμαρτία καί τόν κατέ- κρινε μέ τον λογισμό
του καί τόν έμίσησεν. Καθώς έμβήκε είς τόν ναόν, ύψώσας τά μάτια του είς την
αγίαν εικόνα τής Παναγίας, είδε Αύτήν ότι τόν έκοίταςε μέ άγριο βλέμμα καί τόν
άπεστράφη. Καί ταραχθείς πολλά εις τούτο, έλυπήθη μη ήξεύροντας την αίτίαν.
[...] Εξετάζοντας δέ τόν εαυτόν του, έγνώρισεν διατί τόν άπεστράφη ή Κυρία
Θεοτόκος. [...] Καί παρευθύς πεσών επί τής γής καί έξομολογησάμενος την
άμαρτίαν του, έκλαυσε πικρώς καί έδέετο τής Ύπεραγίας Θεοτόκου, διά νά
συγχωρήση την άμαρτίαν του. Καί προσευξάμενος ώραν πολλήν είδεν πάλιν την αγίαν
εικόνα, ότι τόν έκοίταξε μέ Ιλαρόν πρόσωπον καί οΰτω λαβών πολλήν παρηγοριάν,
έβγήκεν άπό τόν ναόν».
7· Στον άγιο Ρωμανό τόν
Μελωδό
Ό κορυφαίος άπό τούς
ύμνογράφους τής Εκκλησίας μας, ποιητής τών Κοντακίων καί διάκονος τής Εκκλησίας
τής Βηρυτού, γεννήθηκε στην Έμεσα , πόλη της Συρίας. ’Άκμασε κατά τάν 6ο αιώνα,
τον χρυσό αιώνα τής εκκλησιαστικής ύμνογραφίας. Ή παραγωγικότητα τοϋ Ρωμανού
υπήρξε ανεξάντλητη, γιατί εξύμνησε όλες σχεδόν τις εορτές τοΰ έτους και πολλές
τών άγιων.
Άπό τη Συρία ήλθε στην
Κωνσταντινούπολη, στη μονή τής Θεοτόκου τοΰ Κύρου, γιά νά σπουδάσει. Λέγεται
ότι κατά τη νύκτα τής εορτής των Χριστουγέννων έτυχε νά κοιμηθεί κοντά στόν
άμβωνα. Τότε εμφανίσθηκε σ’ αύτόν ή Θεοτόκος καί τοΰ έπέδωσε τυλιγμένο χαρτί
(«κόντος» καί «κοντάκιον»), τό όποίο, άφοΰ έφαγε, άμέσως πήρε τό χάρισμα,
δηλαδή έγινε μουσικός καί καλλίφωνος, ένώ ό ίδιος ήταν άμουσος παντελώς καί
άποκρουστικός κατά τή φωνή. Άμέσως, άφοΰ έγραψε τό «Ή παρθένος σήμερον» τό
έψαλε άπό τον άμβωνα, άπο- σπώντας τον θαυμασμό τών πιστών. 'Ηταν τό πρώτο του
Κοντάκιον καί άκολούθησαν άλλα χίλια άνάμεσεα στά όποια διακρίνονται καί τά
εξής: «Έπεφάνη σήμερον», «Τά άνω ζητών», «Τήν εν πρεσβείαις άκοίμητον
Θεοτόκον», «Ώς άπαρχάς τής φύσεως» καί άλλα.
Συνέταξε έπίσης ΰμνους
γιά τις Δεσποτικές καί Θεομητορικές εορτές, άλλά καί ύμνους στή μνήμη επιφανών
άγιων.
(’Επίσης στο βιβλίο Ή
Ύπερενλογημένη)
8. Στόν Γέροντα τοϋ αγίου
’Ιωάννη τοΰ Δαμασκηνού
Ό άγιος Ιωάννης έ'ςησε
στή μονή τοΰ άγιου Σάββα τής Παλαιστίνης (8ος μ.Χ. αιώνας), έχοντας έναν πολύ
αυστηρό Γέροντα, ό όποίος, γιά νά τοΰ μάθει τήν τέλεια ύπακοή, τοΰ άπαγόρευσε
νά κάνει οτιδήποτε χωρίς εύλογία καί ποτέ νά μήν ψάλλει ούτε ένα τροπάριο.
Κάποτε όμως ένας άδελφός τής Μονής παρακάλεσε τον άγιο νά συνθέσει ένα τροπάριο
κατανυκτικό, γιά νά παρηγορηθεί, επειδή είχε πεθάνει ό σαρκικός του άδελφός
κα'ι βρισκόταν σέ άθυμία. Άπό τ'ις πολλές κα'ι συνεχείς παρακλήσεις τοΰ
άδελφοϋ, ό άγιος έγραψε τή νεκρώσιμη ακολουθία:
«Πάντα ματαιότης τα
ανθρώπινα, όσα ούκ ύπάρχει μετά θάνατον· οϋ παραμένει ό πλούτος, ού συνοδεύει ή
δόξα, έπελθών γάρ ό θάνατος, ταϋτα πάντα έξηφάνισται. Διό Χριστώ τώ άθανάτω
Βασι- λεί βοήσωμεν· τόν μεταστάντα έξ ημών άνάπαυσον ένθα πάντων έστι
ευφραινόμενων ή κατοικία».
Όταν άρχισε νά ψέλνει τό
τροπάριο, τόν ακούσε ό Γέροντάς του καί για την άνυπακοή του τόν έδιωξε άπό τή
Μονή. Τελικά, έπειτα άπό παρακλήσεις τοΰ άγιου έπέστρεψε στο μοναστήρι, μέ τόν
όρο νά καθαρίζει τ'ις τουαλέτες τής μονής, τοΰ επέβαλε σιωπή καί τοΰ απαγόρευσε
νά γράφει. Σέ λίγες μέρες παρουσιάζεται ή Παναγία στον ύπνο τοΰ Γέροντα καί τοΰ
λέγει:
«Γιατί έφραξες τέτοια
θαυμάσια πηγή, ή όποια προχέει εξαιρετικά νάματα καί νερό πού άναπαύει τίς
ψυχές, πού είναι νέκταρ καί πιό γλυκύ άπό εκείνο ποΰ άνάβλυσε άπό τήν πέτρα
στήν έρημο μέ τρόπο ξενοπρεπή; ’Άφησε τή βρύση νά ποτίσει όλη τήν οικουμένη, νά
καλύψει θάλασσες αιρέσεων καί νά τίς μεταστρέψει σέ θαυμάσια γλυκύτητα. Αύτός
θά ξεπεράσει τήν προφητική κιθάρα τοΰ Δαβίδ καί τό ψαλτήρι, τραγουδώντας άσματα
καινούργια στον Κύριο. Καί μελουργήματα μεγαλύτερης άξίας άπό τήν Ώδή τοΰ
Μωυσή. [...] Αύτός θά ψάλλει τήν πνευματική καί ούράνια μελουργία. Αύτός θά
μιμηθεί τούς ύμνους τών Χερουβείμ. Αύτός θά ορθοτομήσει τά δόγματα τής πίστεως
καί θά στηλιτεύσει τή διαστροφή καί τίς λοξότητες κάθε αίρεσης».
Ξύπνησε τρομαγμένος ό
Γέροντας, κάλεσε τόν άγιο καί τοΰ είπε: «ΤΩ, παιδί τής ύπακοής τοΰ Χριστού,
άνοιξε τό στόμα σου καί μίλησε, όχι μέ παραβολές, άλλά μέ τήν αλήθεια, όχι μέ
αινίγματα, αλλά μέ δόγματα. Πές τά λόγια τά οποία έγραψε τό Άγιο
Πνεύμα στίιν καρδιά σου.
Ανέβηκες στο δρος Σινά των οπτασιών τού Θεού και τών αποκαλύψεων καί ταπείνωσες
τον έαυτό σου τελείως. Τώρα ανέβα στο δρος της Εκκλησίας και κήρυξε εύαγ-
γελιξόμενος στην 'Ιερουσαλήμ. "Υψωσε μέ δύναμη τη φωνή σου, διότι
“δεδοξασμένα μοι έλαλήθη περί σοΰ” άπδ τη Θεομήτορα και συγχώρεσέ με για δσα
σοΰ έφταιξα, διότι άπδ την αγνωσία μου σέ εμπόδισα...».
Άπδ τότε άρχισε ό όσιος
Ιωάννης ό Δαμασκηνός τη σύνθεση τών μελίρρυτων τροπαρίων του καί Κανόνων καί τη
σύνταξη τών πανηγυρικών του θεομητορικών λόγων, άφήνοντας πολλά συγγράμματα
κατά τών Είκονομάχων, διάφορους Κανόνες καί παναρμόνια Ιδιόμελα γιά νά ύμνεϊται
καί νά εγκωμιάζεται ή Ύπεραγία Θεοτόκος.
9· Στον άγιο Γρηγόριο
Νεοκαισαρείας
Ό άγιος Γρηγόριος ήταν
ένας άπο τούς άσκητές επισκόπους μέ θαυμάσια πολιτεία (3ος μ.Χ. αιώνας). Πριν
εκλεγεί άρχιερέας, άσκήτευε σ’ ένα όρος.
Μια βραδιά, προσευχόμενος
στο κελί του, μια λάμψη ήλθε καί φώτισε ολόκληρο τό σπίτι. Είδε μέσα άπό τό φώς
νά βγαίνει μια γυναίκα σεβάσμια καί ωραιότατη καί μαζί της ένας Ιεροπρεπής
γέροντας. Έκπληκτος άπδ τό εξαίσιο θέαμα, άκουσε τη γυναίκα νά λέει: «’Ιωάννη,
μαθητά τού εμού Υίοΰ καί Δεσπότου καί τής Θεολογίας επώνυμε, παράδος το
μυστήριο της αληθινής πίστεως τώ ήγαπημένω δούλω τούτω τού Διδασκάλου σου
Γρηγορίω νά καταλάβη την άκρίβειαν τής Θεολογίας διά νά μην τον νικήση, τινάς
αιρετικός πώποτε». Άκούγοντας αυτά ό άγιος Γρηγόριος κατάλαβε ότι ήταν ή Παναγία, πού μαζί μέ τον Εύαγγελιστή
’Ιωάννη ήλθαν νά τού διδάξουν την ορθόδοξη ομολογία τής πίστεως, διότι εκείνο
τόν καιρό πολλοί αιρετικοί μέ τις κακοδοξίες τους πλανούσαν πολλούς. Ό άγιος
έγραψε τότε τίιν ομολογία τίΐς αληθινής ορθόδοξης πίστης, όπως τον φώτισε ή
Παναγία καί τον δίδαξε ό άγιος Ιωάννης ό Θεολόγος.
10. Στον άγιο Πέτρο τον
’Αθωνίτη
Άπό τους πρώτους άσκητές
πού κατοίκησαν στο "Αγιο ’Όρος, ήταν καί ό όσιος Πέτρος ό Αθωνίτης, στίς
αρχές τοϋ 9ου μ.Χ. αιώνα. Πρίν γίνει μοναχός κι έρθει στο "Αγιον Όρος,
ήταν στρατιωτικός στην Κωνσταντινούπολη καί σε κάποια μάχη μέ τούς Αγαρηνούς
αιχμαλωτίστηκε καί οδηγήθηκε στη χειρότερη φυλακή τής τότε εποχής, τη λεγομένη
τοϋ «Σαμαρά».
Ευλαβής όπως ήταν ό
όσιος, προσεύχονταν στον Θεό για νά τον ελευθερώσει άπό τα δεσμά τής φυλακής,
όμως αισθανόταν καί ένοχος, διότι είχε τάξει πολλές φορές στον Θεό νά γίνει
μοναχός, άλλα δέν έγινε.
Είχε Ιδιαίτερη εύλάβεια
στον άγιο Νικόλαο, στον οποίο είχε ένα- ποθέσει όλες του τις ελπίδες καί τον
παρακαλοϋσε μέ πολλή θέρμη, για νά τον βοηθήσει στίς δυσκολίες πού περνούσε
μέσα στή φυλακή.
Πράγματι ό άγιος Νικόλαος
ακούσε τις προσευχές του καί τού εμφανίστηκε στο κελί του, αλλά τοϋ είπε ότι
δέν μπορεί νά τον βοηθήσει, διότι είχε αθετήσει πολλές φορές τήν υπόσχεση πού
είχε δώσει στον Θεό ότι θά γίνει μοναχός. Ό όσιος όμως, μέ περισσότερη άκόμη θέρμη,
ικέτευε τον άγιο νά τον βοηθήσει. Αύτό είχε ως άποτέλεσμα νά τοϋ έμφανιστεί ό
άγιος πάλι καί νά τοϋ πεί τά εξής: «Επειδή είναι δύσκολο νά κάμψω τό θέλημα τοϋ
Θεοϋ μόνος μου, πρέπει νά παρακαλέσεις καί τον άγιο Συμεών τον Θεοδόχο, ό
οποίος έχει μεγάλη παρρησία στον Θεό καί μπορεί νά δώσει λύση στο αίτημά σου».
Χωρίς νά χάσει χρόνο ό
όσιος Πέτρος άρχισε νά προσεύχεται στον άγιο καί Δίκαιο Συμεών τον Θεοδόχο καί
νά τόν παρακαλεί νά τόν ελευθερώσει άπό τά δεσμά.
Πράγματι, έπειτα από
μερικές ήμερες τοϋ εμφανίστηκε ό άγιος Συμεών ό Θεοδόχος καί τον ρώτησε: «Έάν
σέ έλευθερώσω από τα δεσμά, Θά κρατήσεις την υπόσχεση πού έ'δωσες στον Θεό ότι
θά γίνεις μοναχός;». Ό όσιος Πέτρος δεσμεύτηκε μέ όρκους πλέον, ότι θά κρατήσει
την υπόσχεσή του κι έτσι ό άγιος Συμεών, άκου- μπώντας μέ τη ράβδο του τά
σιδερένια δεσμά τοϋ Πέτρου, τον ελευθέρωσε. Ή πόρτα τοϋ κελιοΰ του άνοιξε μόνη
της καί ό όσιος δραπέτευσε σάν νά μην ύπηρχαν φρουροί.
Χωρίς νά επιστρέφει στην
Κωνσταντινούπολη, πήγε στη Ρώμη, όπου έγινε μοναχός, κρατώντας έτσι την
υπόσχεσή του.
Άπό εκεί επιβιβάστηκε σέ
πλοίο μέ άγνωστο προορισμό, μην ξέροντας ποϋ νά πάει νά μονάσει. Καθώς καθόταν
μόνος του στο κατάστρωμα καί εΐχε αρχίσει νά τον παίρνει ό ύπνος άπό την
κούραση, βλέπει πάλι σέ όραμα τον άγιο Νικόλαο, άλλα αυτήν τή φορά μαζί μέ την
Ύπεραγία Θεοτόκο, νά συνομιλούν για τό ποϋ πρέπει νά μονάσει καί σέ ποιόν τόπο.
Στη συνομιλία τους άκουσε καθαρά την Ύπεραγία Θεοτόκο νά λέει στον άγιο Νικόλαο
τά εξής: «Είναι έ'νας τόπος πού τον έχω διαλέξει άπό όλη τή γη καί ζήτησα άπό
τον Υιό μου νά είναι κλήρος δικός μου καί περιβόλι μου. Μπαίνει κατά πολύ μέσα
στη θάλασσα καί έχει όρος ύψηλό. Θά τον παραδώσω στόν άνδρώο μοναχισμό καί θά
είναι άβατος γιά τις γυναίκες. Όποίος μονάσει σ’ αύτό τό όρος καί μείνει όλη
του τή ζωή σέ μετάνοια, εγώ θά πρεσβεύσω γιά τελεία άφεση άμαρτιών. Έγώ θά
είμαι τροφός, ιατρός καί παραμυθία, σύμβουλος γι’ αύτά πού πρέπει νά κάνουν καί
γι’ αύτά πού δέν πρέπει. Έγώ θά προστατεύω αύτό τό όρος, τό όποίο θά ονομαστεί
'Άγιο καί θά είναι περιβόλι δικό μου». Αύτά άκουσε ό όσιος Πέτρος νά λέει ή
Ύπεραγία Θεοτόκος στόν άγιο Νικόλαο καί άμέσως συνήλθε άπό την οπτασία.
Συνεχίζοντας τό πλοίο τήν πορεία του, καθώς περνοΰσε μπροστά άπό τό Άγιον Όρος,
τότε, προς έκπληξη όλων, τό πλοίο σταμάτησε νά πλέει καί «κινητοποιήθηκε. Ό
καπετάνιος κα'ι οί ναύτες δεν μπορούσαν να εξηγήσουν το γεγονός, όμως ό όσιος
Πέτρος κατάλαβε ότι αυτός είναι ό τόπος για τον οποίο μιλούσε ή Ύπεραγία
Θεοτόκος. Αφού έπεισε τον καπετάνιο καί τούς ναύτες, τον κατέβασαν στην ξηρά
καί τό πλοίο άμέσως συνέχισε την πορεία του. Ό όσιος κατευ- θΰνθηκε προς τούς
πρόποδες τοΰ’Άθωνα καί κατοίκησε μέσα σέ σπηλιά, όπου έμεινε εκεί έως τό τέλος
τής ζωής του, τρώγοντας μόνον άγρια χόρτα.
Οί μεγάλοι ασκητικοί του
άγώνες μέσα στο σπήλαιο επιβραβεύτηκαν άπό τον Θεό καί έτσι έφτασε σέ μέτρα
πνευματικής τελειότητας. Λίγο πριν άπό την όσιακή του κοίμηση, τόν έπισκέφθηκε
κάποιος κυνηγός, στον όποίο καί διηγήθηκε όλα τά προαναφερ- θέντα γεγονότα. Ό
κυνηγός με τη σειρά του τά κατέγραψε καί παρέδωσε τό χειρόγραφο (τό οποίο
σώζεται έως σήμερα σέ Μονή τού Αγίου Όρους) στούς μοναχούς πού πρώτοι είχαν
άρχίσει νά συνάζονται στα όρια τής σημερινής Μονής των Ίβήρων. Αργότερα, απ’
αύτό τό χειρόγραφο, ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς τόν 14ον αιώνα συνέγραψε τόν
βίο τού οσίου Πέτρου τού Αθωνίτη, ένω ή Εκκλησία μας τόν τιμά στις 12 ’Ιουνίου.
Όσα ακούσε ό όσιος Πέτρος
άπό τήν Ύπεραγία Θεοτόκο, επαληθεύτηκαν στο πέρασμα των αιώνων. Τό όρος
ονομάστηκε 'Άγιο καί γέμισε απ’ άκρη σ’ άκρη μέ μοναχούς. Χτίστηκαν Μοναστήρια,
Σκήτες, Καλύβες καί κατοχυρώθηκε τό άβατο μέ αύτοκρατορικά χρυσόβουλλα. Ή ίδια
ή Ύπεραγία Θεοτόκος τό προστάτευσε άπό πειρατές, Τούρκους, Γερμανούς καί
πολλούς άλλους εχθρούς. Δεν έλειψε ποτέ τό σιτάρι καί τό λάδι άπό τό 'Άγιον
Όρος, σύμφωνα μέ τήν ύπόσχεση τής Παναγίας, ή 'Οποία είπε ότι θά είναι τροφός.
Πάντα μέ θαυματουργικό τρόπο γέμιζαν οί άποθήκες τροφίμων των Μονών μέ τά
απαραίτητα τρόφιμα. Καί Λ απόδειξη ότι πρεσβεύει γιά τελεία άφεση άμαρτιών
είναι ότι οί μοναχοί στο “Αγιον ’Όρος όταν πεθαίνουν δέν παγώνουν, άλλα παραμένουν
εύκαμπτοι καί μέ θερμοκρασία σώματος, έως την άλλη ήμερα όπου καί τούς
τοποθετούν στον τάφο.
Έως σήμερα ή ί'δια ή
Ύπεραγία Θεοτόκος στέκεται φρουρός άπροσπέλαστος γιά τό 'Άγιον Όρος καί άλίμονο
σ’ αυτόν πού θά τολμήσει νά βλάψει μέ όποίονδήποτε τρόπο αυτό τον τόπο.
11 Στον όσιο Μάξιμο τον
Καυσοκαλυβίτη
Αφιερωμένος στην Κυρία
Θεοτόκο άπό μικρή ήλικία ήταν ό όσιος Μάξιμος (1225-1320), επειδή οί γονείς του
τον άπέκτησαν ύστερα άπό θαυματουργική λύση τής άτεκνίας τους μέ θεομητορική
παρέμβαση. Στον ναό τής Θεοτόκου ό μικρός Μανουήλ (έτσι ήταν τό βαπτιστικό του
όνομα) έψαλλε μέ μελωδία καί θείο ζήλο, παρακαλώντας την Παναγία νά τον
οδηγήσει στο δρόμο τής σωτηρίας. Έκεΐ άποφάσισε νά έγκαταλείψει τά εγκόσμια καί
νά άκολουθήσει τη ζωή τής άσκή- σεως. Σέ ήλικία δεκαεπτά ετών φόρεσε τό
μοναχικό σχήμα. Στούς άγώνες κατά των δαιμόνων καλοΰσε τήν Παναγία, ή όποια
πάντοτε τον παρηγορούσε καί τον προστάτευε άπό τις πανούργες μεθοδείες τους.
Έχοντας επιθυμία νά προσκυνήσει τούς θεομητορικούς ναούς τής Πόλης, πήγε στη Βασιλεύουσα
καί στον ναό τής 'Οδηγήτριας είδε πολλά θαύματα μένοντας ώρες άκίνητος καί
προσηλωμένος στην ούράνια δόξα τής Θεομήτορος. Μετά έπισκέφθηκε τον ναό των
Βλαχερνών όπου παρέμεινε στο προαύλιο καί μέ νηστεία, προσευχή καί δάκρυα
παρακαλοΰσε τήν Παναγία γιά τή σωτηρία του. Τελικά κατέληξε στό Άγιον ’Όρος,
όπου άξιώθηκε νά δει τήν Παναγία μέ όλη Της τήν ούράνια δόξα, ή όποια τον
οδήγησε στην κορυφή τού Άθωνος καί εκεί τον ευλόγησε καί τού έδωσε τό χάρισμα
κατά των δαιμόνων. Ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης περιγράφει ώς έξής αυτήν τή
συγκλονιστική εμφάνιση τής Παναγίας:
«Τήν Κυριακή των Άγιων
Πατέρων, οπού είναι μετά τήν θείαν Άνάληψιν, φαίνεται σέ αύτόν ή Θεοτόκος,
έ'χουσα εν άγκάλαις τόν Κύριον και τοϋ λέγει: “Ακολουθεί μοι, πιστότατε Μάξιμε,
καί άνέβα επάνω εις τόν’Άθωνα διά νά λάβης τήν χάριν τοϋ Άγιου Πνεύματος, καθώς
επιθυμείς. Και βλέποντας δύο και τρεις φορές ταύτην τήν θείαν οπτασίαν, άφησε
τήν Μεγάλην Άαύραν καί μετά έπτά ημέρας άνέβη εις τήν κορυφήν τοϋ ’Όρους τφ
Σαββάτω τής Πεντηκοστής καί έπέρασε δλην τήν νύκτα άγρυπνος, όμοϋ μέ άλλους
μερικούς μοναχούς, οί οποίοι μετά τήν θείαν λειτουργίαν άνεχώρησαν. Ό θείος
Μάξιμος έμεινε έκεΐ μόνος, τρία νυχθήμερα προσευχόμενος άδιαλείπτως εις τόν
Θεόν καί εις τήν Θεοτόκον, διά μέσου προσευχής νοερός. Αλλά ποιος δύναται νά
διηγηθή τούς πειρασμούς, οπού έμεταχειρίσθη ό εχθρός διά νά δίωξη, έκεΐθεν τόν
"Αγιον; Διατί έφαίνετο ότι γίνονται βροχαί καί άστραπαί καί ότι έσείετο τό
μέγα έκείνο ’Όρος τοϋ’Άθωνος καί έξεσπώντο πέτραι καί βουνά. Καί όλα αυτά έγίνοντο
ψευδώς κατά φαντασίαν των δαιμόνων έν καιρω τής νυκτός διά νά φοβίσουν καί τήν
ημέραν πάλιν ήκούοντο φωναί άγριαι καί ταραχαί μεγάλαι, ωσάν νά ήταν εκεί
πλήθος άνθρώπων καί έφαίνοντο πολλοί άσχημοι άνθρωποι ότι άνέβαιναν άπό όλα τά
μέρη τού ’Όρους εις τήν κορυφήν καί ώρμοΰσαν είς τόν άγιον μέ σφενδόνας καί
κοντάρια διά νά τόν κατεβάσουν άπό τήν κορυφήν διατί δέν ύπέφερον οί κατάρατοι
νά κατοίκηση, εκεί. [...] Ό δέ άγιος Μάξιμος έχοντας είς τόν εαυτόν του τήν
Χάριν τοϋ Αγίου Πνεύματος, δέν έφοβείτο παντελώς, ούδέ έφρόντιξε δι αύτά, άλλά
έκαταγίνετο μόνον εις τήν νοεράν προσευχήν καί παρακαλοϋσε τόν Θεόν καί τήν
Θεοτόκον, τήν άνάδοχον αύτοϋ καί προστάτην.
Καί λοιπόν φαίνεται είς
αύτόν ή Θεοτόκος μετά δόξης πολλής ώς Βασίλισσα, περικυκλωμένη άπό πολλούς
άρχοντας νέους είς τήν ηλικίαν, κρατούσα πάλιν είς τάς χείρας της τόν Υιό της,
τόν δημιουργόν πάσης της κτίσεως. Καί γνωρίσας αυτήν ό άγιος άπό τό άστεκτον
εκείνο καί θειον φώς όπου διέλαμπε και έφώτιζε τριγύρω δλα τά μέρα εκείνα και
πληροφορηθείς ότι δεν ήταν πλάνα
δαιμονικά, άλλα θεία οπτασία καί έμφάνεια άλαθινά τάς Θεοτόκου και έδοξολόγησε
μετά χαράς άνεκλαλάτου, λέγων τδ “Χαίρε Κεχα- ριτωμένα, ό Κύριος μετά Σοΰ” καί
άλλα τοιαϋτα. ’Έπειτα πεσών έπροσκύνασε τον Κύριον καί τάν Κυρίαν Θεοτόκον καί
έδέχθα παρά Κυρίου τάν εύλογίαν καί ακούσε από τάν Παναγία τά έξης:
“Λάβε τάν χάριν κατά των
δαιμόνων καί κατοίκασε εις τά πρό- ποδα τοϋ’Άθωνος διότι τούτο είναι τό θέλαμα
τού Υίοΰ μου διά νά ανεβάς εις ύψος άρετάς καί νά γένας διδάσκαλος καί οδηγός
εις πολλούς καί νά σώσης αυτούς”. Καί μετά ταΰτα τού έδόθη καί άρτος ούράνιος
εις τροφάν καί άναψυχάν της φύσεως όπού ητον τόσας ημέρας νηστικός. Καί εύθύς
όπού έπάρε τον άρτον καί τον έβαλεν εις τό στόμα του, τον περιεκύκλωσεν άνωθεν
θειον φώς καί ηκουσεν ύμνον άγγελικόν καί ούτως η Θεοτόκος άνέβη εις τά
ούράνια».
12. Στον άγιο Γρηγόριο
τον Παλαμά
Ό άγιος Γρηγόριος ό
Παλαμάς, Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, έ'ξησε τον 14ο αιώνα μ.Χ. στάν
Κωνσταντινούπολη. Καταγόταν άπό οικογένεια άρχοντικά καί εύσεβή. Ό πατέρας του
Κωνσταντίνος ήταν μέλος της αύτοκρατορικάς συγκλήτου, διδάσκαλος τού έγγο- νοΰ
τού βασιλιά, αλλά καί αύτοϋ τού ίδιου τού αύτοκράτορα. ΤΗταν εύλαβέστατος καί
είχε αδιάλειπτη νοερά προσευχή. Συνδεόταν με άγιους ανθρώπους, ασκητές καί
μοναχούς καί συνέδεσε μαζί τους καί τά παιδιά του. Όλη ή οικογένεια
εξομολογούνταν στον ίδιο πνευματικό πατέρα. Έφυγε άπό τάν πρόσκαιρη αύτά 'ζωά
δταν ό Γρηγόριος ήταν μόλις επτά ετών. Όταν πέθαινε, όπως γράφει ό βιογράφος
καί συμμοναστάς τού άγιου, άγιος Φιλόθεος
Κόκκινος (Πατριάρχης
Κων/πόλεως), ή σύζυγός του τού είπε νά καρακαλέσει τον αύτοκράτορα νά θέσει υπό
τη φροντίδα του τά παιδιά τους, άλλα εκείνος άπάντησε ότι θά παρακαλέσει τη Βασίλισσα τών Ουρανών νά τά
θέσει αύτή ύπό τΐιν προστασία Της. «Έγώ [...] ού τοίς έπιγείοις καί μερικοίς τουτοισί
βασιλεϋσι, άλλά ταύτη δίι τών όλων Δεσποίνη, τά μητρί τού βασιλέως τών ούρανών
[...] ταύτη. τούς έμούς καταλείπω παϊδας». Καί όταν έλεγε αύτά, έ'βλεπε στην
εικόνα της Θεομήτορος πού βρισκόταν μπροστά του. Καί όπως άναφέρει ό όσιος
Φιλόθεος, ό λόγος τού πατέρα τού άγιου Γρηγορίου φάνηκε άληθινός, γιατί ή
Παναγία έ'πεισε τόν αύτοκράτορα νά φροντίσει γιά τά ορφανά παιδιά άλλά καί
άργότερα «κηδεμών ώφθη καί οδηγός καί παντοδαπή τις σώτειρα καί σωμάτων όμοΰ
καί ψυχών». Ένα δεύτερο περιστατικό, πού δείχνει ότι ή Θεοτόκος ύπίίρξε
θαυμαστή άνάδοχος, κυβερνήτης καί πρύτανης τού άγιου Γρηγορίου, προέρχεται άπό
την εποχή τών σπουδών του. Ό άγιος στην άρχή τών μελετών του είχε μιά δυσκολία
στην άποστήθιση. Έβαλε τότε όρο στον εαυτό του νά μην άρχίζει τη μελέτη αν
προηγουμένως δέν γονάτιζε τρεις φορές φορές μπροστά στην εικόνα τής Θεοτόκου,
λέγοντας μιά προσευχή. ’Έτσι κατόρθωσε νά ξεπεράσει τό πρόβλημα. Τό τρίτο
σημείο τής θεοτοκοφιλίας τοΰ άγιου Γρηγορίου είναι άπό την περίοδο τής άσκήσεώς
του στόν ’Άθωνα, όπως άποκάλυψε ό ίδιος ό άγιος στόν συμμοναστή του Δωρόθεο,
τόν μετέπειτα Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης. Εκεί προσευχόταν άδιάλειπτα έχοντας
«οδηγό τε καί προστάτην όμοΰ καί μεσίτην την Θεομήτορα (...] καί ύπ’ έκείνη
χειραγωγώ τόν τής ύπακοής δρόμον άνύοντι». Ή προσευχή πού έκανε ό άγιος,
ιδιαίτερα τά δύο πρώτα χρόνια τής άσκήσεώς του ήταν τό «φώτισόν μου τό σκότος».
Κάποια μέρα, κατά τή διάρκεια τής προσευχής, σέ όραμα, τοΰ έμφανίστηκε ό άγιος
’Ιωάννης ό Εύαγγελιστής, πού τοΰ είπε ότι στάλθηκε άπό «τήν τών Αγίων επέκεινα
Δέσποινα», για να μάθει για ποιόν λόγο προσεύχεται συνεχώς μέ τίιν προσευχή
«φώτισόν μου τό σκότος». Ό άγιος τού είπε ότι, έπειδίι είναι έμπαθής άνθρωπος,
προσεύχεται για νά φωτισθεΐ άπό τον Θεό νά έφαρμόσει τό θέλημά Του. Τότε ό
Ευαγγελιστής Ιωάννης τού είπε: «Μη δείλια, μηδ’ άμφίβαλε [···] ή πάντων
διακελεύεται Δέσποινα δι' ημών. Αυτή και γάρ έγώ σοι βοηθός έ'σομαι». Και όταν
ρώτησε ό άγιος Γρηγόριος πότε θά είναι βοηθός και σύμμαχος ή Θεοτόκος, στόν
παρόντα η στον μέλλοντα βίο, ό Εύαγγελιστής τού άπάντησε: «Και πάλαι καί νϋν,
καν τώ παρόντι [...] καν τώ μέλλοντι». Αργότερα, όταν ό άγιος βρισκόταν μέ τη
συνοδεία του στο φροντιστήριο τού αγίου Σάββα, έξω άπό τη Μονή τής Μεγίστης
Λαύρας καί προσευχόταν προς τη Θεοτόκο, «την συνήθη κυβερνήτιν καί σώτειραν»,
ώστε καί ή πορεία τους προς τον Θεό νά είναι άπρόσκοπτη άλλα καί νά έχουν τα
άναγκαΐα γιά τη διατροφή τους, άλλα καί νά μην άπασχολοΰνται πολύ μέ τις
στοιχειώδεις βιοτικές μέριμνες καί παραμελούν την προσευχή, τού έμφανίστηκε ή
Θεοτόκος, μέ σεμνότητα καί παρ- θενική συστολή. Την ακολουθούσαν πολλοί άγιοι,
στους όποίους ή Θεοτόκος έδωσε έντολή νά έξυπηρετοΰν τον Γρηγόριο καί τή
συνοδεία του «Πάντων τών προς χρείαν έπιτηδείων ύμεΐς άπό γέ τού νΰν τώ τε
Γρηγορίω καί τοίς συνούσιν οικονόμοι τε καί διανομείς γίνεσθε», πράγμα τό όποίο
έγινε, όπως ό άγιος διαβεβαίωνε.
13· Στόν άγιο ’Αθανάσιο
τον ’Αθωνίτη
Ό άγιος Αθανάσιος ό
Αθωνίτης (10ος μ.Χ. αιώνας) άξιώθηκε πολλές φορές νά δεί μέ τά μάτια του την
άειπάρθενο Μητέρα τού Κυρίου, προς την Όποια έτρεφε Ιδιαίτερη εύλάβεια.
Όταν λοιπόν
κατασκευαζόταν ή Μονή τής Μεγίστης Λαύρας, συνέβη νά τελειώσουν τά χρήματα τά
όποια ό Νικηφόρος Φωκάς τού είχε στείλει. Αποφάσισε λοιπόν ό όσιος νά πάει στην
πρωτεύουσα τού ’Όρους, τις Καρυές, για νά ρωτήσει άν ήταν ευλογημένο νά ζητήσει
από τον αύτοκράτορα και άλλα χρήματα γιά την ολοκλήρωση τοϋ οικοδομήματος.
Πέντε χιλιόμετρα άπό τη Λαύρα συνάντησε μιά μεγαλόπρεπη καί φωτόλουστη γυναίκα
πού τόν σταμάτησε καί τοϋ είπε: «Ποϋ υπάγεις, Αθανάσιε;». Εκείνος γεμάτος
απορία τής απάντησε: «Ποία είσαι έσύ καί μέ εξετάζεις;». Καί ή ύπέρλαμπρη
εκείνη γυναίκα τοϋ είπε: «Έγώ είμαι ή Μητέρα τοϋ Κυρίου σου». Επειδή φοβήθηκε ό
άγιος μήπως ήταν διαβολική φαντασία τής λέγει: «Συγχώρησόν μοι. Δέσποινα, διότι
άν δέν ϊδω σημείον, δεν πιστεύω». Τοϋ λέγει ή Παναγία: «Πλήξε τήν πέτραν αύτήν
σταυροειδούς μέ τή ράβδον σου είς τό άνομα τής Αγίας Τριάδος καί μέ τή χάριν
τοϋ έξ έμοϋ τεχθέντος θά άναβλύση ύδωρ άφθονον καί έξαίσιον». ’Έκαμε τότε ό
“Αγιος όπως τοϋ έπρόσταξε καί αμέσως άναπήδησε άπό τόν κατάξερο βράχο άφθονο
νερό. Τότε ό άγιος έπεσε κατά πρόσωπο ζητώντας συγχώρηση άπό τή Θεοτόκο. Καί
άφοϋ εξομολογήθηκε στήν Παναγία τό πρόβλημα, εκείνη τοϋ είπε:
«Πήγαινε πίσω εις τη Μονή
σου καί θά εΰρης τάς άποθήκας πλήρεις σίτου, οίνου καί ελαίου καί όσα άλλα
χρειάζεσαι, τα οποία θά έπαρκέσουν μέ την βοήθεια τοϋ Υίοϋ μου, μέχρις δτου
τελειώσεις το Μοναστήριον εις το οποίον Οίκονόμος εγώ θά είμαι πάντοτε καί θά
σάς φροντίζω εις όσα χρειάζεσθε. Μόνον νά μην άμελήτε τάς υποσχέσεις τού
μοναχικού σχήματος, την ακολουθίαν καί τόν κανόνα σας».
'Ύστερα άπό αυτά ή
Παναγία έγινε άφαντη καί ό όσιος έπέστρεψε στη Μονή στην όποια τά βρήκε όπως
τοϋ είχε πει ή Θεοτόκος, μέ αποτέλεσμα νά φθάσουν γιά νά ολοκληρώσει τη Μονή.
Σε όλη του τη ζωή ό άγιος Αθανάσιος δεν μπορούσε νά ξεχάσει τή μεγάλη προστασία
τής Οικονόμου Θεοτόκου, τήν όποια γιόρταζε πανηγυρικά.
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου