Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2016
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
Κεφάλαιο Α΄
Ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος.
1.Ο βίος του αγίου
Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Ο «Διάλογος ἱστορικὸς
Παλλαδίου, ἐπισκόπου Ἑλενουπόλεως, γενόμενος πρὸς Θεόδωρον, διάκονον Ρώμης, επὶ
βίου καὶ πολιτείας τοῦ μακαρίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ἐπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως»7,
αποτελεί την κυριότερη ιστορική πηγή της
βιογραφίας του αγίου Ιωάννου του
Χρυσοστόμου, διότι ο Παλλάδιος8 υπήρξε πιστός μαθητής του και άμεσος γνώστης
πολλών γεγονότων της τελευταίας περιόδου της ζωής του. Στον «Διάλογο»,
αποτελούμενο από 20 κεφάλαια, δεν
έχει σκοπό να
βιογραφήσει τον Χρυσόστομο, αλλά
επιδιώκει την υπεράσπισή του και την ανασκευή των κατηγοριών του σφοδρότερου
εχθρού του, του Αλεξανδρείας Θεοφίλου. Πρόκειται δηλαδή για έργο απόλογητικό,
το οποίο γράφτηκε το 407 στη Ρώμη ή το 408 στον τόπο της προσωπικής του
εξορίας, στη Συήνη της Άνω Αιγύπτου. Βιογραφικές πληροφορίες9 περί του Ιωάννου βρίσκουμε στα ίδια τα
συγγράμματα και στις επιστολές του10, καθώς και
σε έργα και
λόγους συγχρόνων ή
μεταγενεστέρων ιστορικών και εκκλησιαστικών συγγραφέων11, όπως και σε
βιογραφίες και σε πανηγυρικούς λόγους12 Ο Ιωάννης γεννήθηκε κατά τις αρχές του
354-13 στην Αντιόχεια της Συρίας. Ο
πατέρας του Σεκούνδος, ανώτερος αξιωματικός του στρατού, πέθανε λίγο μετά τη
γέννηση του υιού του. Η εικοσαετής μητέρα του Ανθούσα, επέλεξε τη χηρεία και
την αφοσίωση στην ανατροφή του Ιωάννου αντί ετέρου γάμου. Οι κλασικές του
σπουδές στηρίχθηκαν στη μαθητεία
του πλησίον
του περίφημου εθνικού ρητοροδιδασκάλου Λιβανίου και του
φιλοσόφου Ανδραγαθίου14. Οι θεολογικές τυ γνώσις απόκτήθηκαν στο Ασκητήριο,
Θεολογική σχολή που μοναστηριακών προδιαγραφών είχε ιδρυθεί στην Αντιόχεια από
τον Διόδωρο, μετέπειτα επίσκοπο
Ταρσού, και τον
Καρτέριο. Συμφοιτητές του υπήρξαν μεταξύ των άλλων ο Θεόδωρος,
μετέπειτα επίσκοπος Μοψουεστίας
(+428), και ο
Μάξιμος, μετέπειτα Σελευκείας15.
Κατά τη διάρκεια των θεολογικών του σπουδών συνδέθηκε με τον αρχιεπίσκοπο Αντιοχείας
Μελέτιο, ο οποίος πιθανώς τον βάπτισε (372) και τον χειροθέτησε αναγνώστη
(375). Μετά την κοίμηση της οσίας μητέρας του ασκήτεψε επί εξαετία σε σπήλαιο
στο όρος Κάσιο συγγράφοντας μοναχικού περιεχομένου έργα16. Στα τέλη του 380
επέστρεψε στην Αντιόχεια έχοντας βαρύτατο νεφρικό νόσημα από τη σκληρή ασκητική
του διαβίωση17.
Αρχές του 381
χειροτονήθηκε διάκονος από τον Μελέτιο, ο οποίος μετ’ ολίγον ανεχώρησε για την
Κωνσταντινούπολη, όπου μετέσχε ως πρόεδρος στη Β΄ Οικουμενική Σύνοδο. Ως
διάκονος ο Ιωάννης επιτέλεσε σπουδαίο
κηρυκτικό και συγγραφικό έργο. Πριν από τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή του 386
χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον αρχιεπίσκοπο Φλαβιανό και επέκτεινε
εντυπωσιακά το πολυδιάστατο ιερατικό του έργο σε όλη τη μεγαλούπολη της
Αντιόχειας. Ο μεγαλύτερος αριθμός των ομιλιών του τοποθετούνται ακριβώς κατά
τηνπερίοδο αυτή18.Η φήμη του
επεκτάθηκε πέραν της Συρίας μέχρι την Βασιλεύουσα. Η κοίμηση του αρχιεπισκόπου
Κωνσταντινουπόλεως Νεκταρίου προκάλεσε
ενδοεκκλησιαστικούς διαγκωνισμούς περί της διαδοχής του, που κατέληξαν με την
παρέμβαση του Ευτροπίου και του αυτοκράτορα Αρκαδίου στη συνοδική επικύρωση της
εκλογής του Ιωάννου, ως νέου αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως.
Χειροτονήθηκε από τον
Αλεξανδρείας Θεόφιλο στις
15 Δεκεμβρίου του 397 και ενθρονίστηκε στις 26 Φεβρουαρίου του 398. Ο
χρυσοστομικός λόγος ήχησε στην πρωτεύουσα. Ο νέοςαρχιεπίσκοπος δημιούργησε τεράστιας σημασίας εκκλησιαστικό και κοινωνικό έργο.
Οργάνωσε και ενίσχυσε πνευματικά τον κλήρο αξιοποιώντας τον ισχύοντα τότε θεσμό
των διακονισσών. Η ηθική κάθαρση κλήρου και λαού, η αναμόρφωση της λατρευτικής
ζωής, η διοργάνωση της κοινωνικής πρόνοιας και φιλανθρωπίας, η επέκταση της
ιεραποστολικής δράσης ακόμη και πέραν
των βυζαντινών συνόρων, αποτέλεσαν
τομείς προτεραιοτήτων της ποιμαντικής του μέριμνας, αφήνοντας κεφαλαιώδους και
διαχρονικής σημασίας υποθήκες
για ολόκληρη τη μετέπειτα ιστορική πορεία της Εκκλησίας19.
Ταυτοχρόνως η ακατάβλητη
και ασυμβίβαστη ηθική του αντίσταση έναντι πάσης αδικίας και αυθαιρεσίας,
συνάσπισε απέναντί του σφοδρούς πολέμιους. Η αντιχρυσοστομική αυτή μερίδα βρήκε
τον κύριο εκφραστή της, στο πρόσωπο του Θεοφίλου Αλεξανδρείας, ο οποίος έφερε
βαρέως τον παραγκω- νισμό του δικού του υποψηφίου για τον αρχιερατικό θρόνο της
Κωνσταντινουπόλεως, του πρεσβυτέρου Ισιδώρου. Ο Θεόφιλος κατόρθωσε να
εκμεταλλευθεί τη μεταστροφή της αυτοκράτειρας Ευδοξίας κατά του Χρυσοστόμου και
τη δημιουργία ενός αντιχρυσοστομικού κλίματος στο παλάτι, κυρίως από επιφανείς
αυλικές κυρίες, τις οποίες ευθαρσώς ήλεγχε ο Ιωάννης από του άμβωνος για την εν
γένει αήθη διαγωγή τους20. Ο απτόητος έλεγχος των παρεκτρεπομένωνκληρικών
δημιούργησε επίσης μικρή έστω αλλά φανατική αντιχρυσοστομική μερίδα και στον
κλήρο της πρωτεύουσας21.
Το 403 ο Θεόφιλος
επικεφαλής 29 επισκόπων του από την Αίγυπτο αποβιβάσθηκε στην Κωνσταντινούπολη
και με την αυτοκρατορική στήριξη συγκάλεσε σύνοδο 36 επισκόπων στην τοποθεσία
Επί Δρύν, κοντά στη Χαλκηδόνα, όπου κλήθηκε ο Χρυσόστομος σε απολογία για
ανυπόστατες κατηγορίες22. Ο Ιωάννης ευρισκόμενος στη Βιθυνία αρνήθηκε να
μεταβεί σε σύνοδο, όπου οι κατήγοροι ήσαν και δικαστές23.
Η σύνοδος του Θεοφίλου
τον καθαίρεσε και αμέσως εκδόθηκε αυτοκρατορική εντολή που τον εξόριζε, όμως η
απόφαση δεν εκτελέσθηκε. Ο σφοδρός ξεσηκωμός του λαού υπέρ του
Χρυσοστόμου και ένας
τοπικός σεισμός, συνετέλεσαν τα
μέγιστα στην ανατροπή της απόφασης24. Το φθινόπωρο του ίδιου έτους ο αυστηρός
ελεγκτικός λόγος του αρχιεπισκόπου για υπερβάσεις ειλωλολατρικού χαρακτήρα σε γιορτές,
έφερε νέα σύγκρουση με την Ευδοξία25, η οποία πεπεισμένη πλέον για το αδύνατο
της συνύπαρξής της με τον Ιωάννη στην πρωτεύουσα ζήτησε και βρήκε βοήθεια από
τον καιροφυλακτούντα Θεόφιλο Αλεξανδρείας. Ο Ιωάννης συνελήφθη από στρατιωτικό
απόσπασμα εν μέσω φρικτών επεισοδίων την παραμονή του Πάσχα του 40426 και την Πεντηκοστή ξεκίνησε ο δρόμος της
εξορίας του. Μετά από ένδεκα εβδομάδες
περιπετειώδους και εξαντλητικής πορείας
έφθασε στην Κουκουσό, στα όρια Καππαδοκίας και Αρμενίας, όπου έγινε δεκτός
φιλικά και απομονώθηκε στο φρούριο της Αραβισσού27. Η υγεία του ήταν
καταπονημένη, αλλά το ηθικό του ακμαίο και όλη του η προσπάθεια επικεντρωνόταν,
στη στήριξη των ανθρώπων της Εκκλησίας, που είχαν συγκλονισθεί από τις
δοκιμασίες του ποιμένα τους.
Όσοι είχαν παραμείνει
πιστοί αντιμετώπιζαν ποικίλους διωγμούς και εξορίες28. Κάθε προσπάθεια
αποκατάστασης του Χρυσοστόμου ναυαγούσε, όπως και αυτή του πάπα Ρώμης
Ιννοκεντίου29, επειδή στην αυτοκρατορική αυλή κυριαρχούσαν οι
εχθροί του. Διατάχθηκε μάλιστα επέκταση της εξορίας του στην απόμακρη Πιτυούντα
του Πόντου, προκειμένου να σπάσει κάθε είδους επικοινωνία του με φιλικά του
πρόσωπα. Καθ’ οδόν, στα Κόμανα στο εξωκλήσι του αγίου ιερομάρτυρος Βασιλίσκου
(+3ος αι.) παρέδωσε την πολύπαθη αγία ψυχή του στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 με
τα εξής τελευταία λόγια που βγήκαν από τα χείλη του «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν Ἀμήν»30.
Η εκκλησιαστική του αποκατάσταση με καθοριστική τη συμβολή του Ιννοκεντίου,
πραγματοποιήθηκε σταδιακά αρκετά χρόνια αργότερα. Στις 27 Ιανουαρίου του 438
έγινε η πανη γυρική ανακομιδή των ιερών του λειψάνων από τα Κόμανα στην
Κωνσταντινούπολη, επί αρχιεπισκόπου Πρόκλου και επί αυτοκράτορος Θεοδοσίου
Β΄31, τα οποία και τελεικώς ενταφιάσθηκαν στο Ναό των Αγίων Αποστόλων (βόρεια
πλευρά). Το γεγονός εορτάζεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως και η μνήμη του
στις 13 Νοεμβρίου, εκ μεταθέσεως λόγω της εορτής της
Υψώσεως του Τιμίου
Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου32. Στις 30 Ιανουαρίου
συνεορτάζεται με τους άλλους δύο μεγάλους ιεράρχες Βασίλειο Καισαρείας και
Γρηγόριο τον Θεολόγο σε κοινή γιορτή που καθιερώθηκε τον 11ο αιώνα με
την καθοριστική συμβολή του επισκόπου Ευχαΐτων οσίου Ιωάννου Μαυρόποδος
επί Κωνσταντίνου Θ΄ του Μονομάχου33. Ιερά λείψανα του αγίου φυλάσσονται σήμερα
στο Άγιον Όρος [Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας (δεξιός βραχίων), Ι. Μ. Βατοπαιδείου
(κάρα), Ι.Μ. Παντοκράτορος (κνήμη), Ι.Μ. Φιλοθέου (δεξιάπαλάμη), σε
άλλες μονές μικρότερα τεμάχια], στα
Μετέωρα [Ι. Μ.
Μεταμορφώσεως, Ι.Μ. Βαρλαάμ],
στην Ιταλία [Ρώμη, Σιένα, Φλωρεντία] στη Μόσχα και από τις 27 Νοεμβρίου 2004
στον πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου Κωνσταντινουπόλεως34.2. Η χρυσοστομική
επιστολογραφία35
Ο βίος του πολυπαθούς
αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου απεικονίζεται και στη διάσταση της
επιστολογραφίας του. Κατά τη διάρκεια της ιερατικής του δράσεως στην Αντιόχεια
και της
αρχιερατικής του στην
Κωνσταντινούπολη, το μέγιστο των
έργων του καλύπτεται από ομιλίες με θέματα όλης της
εκκλησιαστικής θεματολογίας. Απουσιάζουν παντελώς δείγματα επιστολών του.
Η πλημμυρίδα της Θεολογικής του σκέψης και των προσωπικών του ανησυχιών και
συναισθημάτων εκφραζόταν κυρίως στον διαρκή κηρυκτικό του λόγο. Αντιθέτως, όταν
στην τελευταία περίοδο της ζωής του (404-407) η εξορία του στέρησε τον άμβωνα,
κατέφυγε στη γραφίδα των επιστολών36. Εκεί διοχέτευε όλο του τον εαυτό. Κατείχε
βεβαίως λόγω των σπουδών του την τέχνη της επιστολογραφίας, η οποία άλλωστε
χρησιμοποιήθηκε ευρύτατα από την Εκκλησία κατά τους πρώτους χριστιανικούς
αιώνες για την επίλυση ποικίλων προβλημάτων των κοινοτήτων της37. Όμως για τον εξόριστο
Ιωάννη η επιστολογραφία κατέστη ανάγκη ψυχής.
Υποκαθιστούσε την έλλειψη προσωπικής επικοινωνίας με αγαπητά
πρόσωπα, πρώην συνεργάτες του στις
εκκλησιαστικές του δράσεις. Ταυτόχρονα ήταν διέξοδος της
δυναμικής του προσωπικότητας και ο μόνος πλέον τρόπος αποστολικής
δραστηριότητας38. Διάχυτη καταφαίνεται στο σύνολο των επιστολών του η ευχαρίστηση για την
ύπαρξη αυτής έστω
της μορφής επικοινωνίας, δια των
οποίων έδινε και ελάμβανε πληροφορίες για τα γεγονότα αυτής της κρίσιμης
περιόδου της ζωής του. Για το λόγο αυτό το κυρίαρχο στοιχείο στην
επιστολογραφία του Χρυσοστόμου είναι ο έντονος και αυθόρμητος προσωπικός
χαρακτήρας με σκοπό παρηγορητικό και ενισχυτικό39
Οι διασωθείσες 240
χρυσοστομικές επιστολές συγγράφηκαν και στάλθηκαν από διάφορους τόπους της
πορείας του προς τους τόπους
εξορίας, αρχής γενομένης
από την Πεντηκοστή του 404 μέχρι
και τη μαρτυρική του κοίμηση το 407. Μόνον η πρώτη προς τον Ρώμης Ιννοκέντιο
επιστολή γράφτηκε στην Κωνσταντινούπολη λίγες μέρες μετά το Πάσχα του 404-40.
Οι προσπάθειες
ομαδοποίησης των επιστολών και αμφι- σβήτησης της γνησιότητας μερικών από το
σύνολό τους τελι- κώς αποδείχθηκαν αβάσιμες
και χωρίς συνέχεια41.
Η διαίρεσή τους δεν μπορεί να ακολουθήσει κανένα κριτήριο, πλην της κατά
πρόσωπον παραληπτών ομαδοποίησης. Διότι ακόμη και χρονολογική αλληλουχία των
επιστολών είναι αδύνατο να βρεθεί στο σύνολο των 240 επιστολικών κειμένων που
γράφτηκαν κάτω από τόσο αντίξοες συνθήκες. Παράλληλα οι παραλήπτες των
επιστολών ανέρχονται περίπου σε 130 διαφορετικά πρόσωπα, διαφόρου φύλου, ηλικίας
και ιδιότητος, αλλά υπάρχουν και επιστολές που απευθύνονται σε ομάδες προσώπων.
Μεταξύ των αποδεκτών κληρικών αξίζει να μνημονευθούν:
Οι επίσκοποι Συνάδων
Κυριακός, Μεδιολάνων Βενέριος, Καρθαγένης Αυρήλιος, Θεσσαλονίκης Ανύσιος,
Λαοδικείας (Συρίας) Ελπίδιος, Ακηλυΐας Χρωμάτιος, Ιεροσολύμων Ιωάννης. Οι
πρεσβύτεροι Ακάκιος, Βασίλειος, Κωνστάντιος, Ευθύμιος, Νικόλαος, Θεόφιλος.Οι
διάκονοι Θεόδοτος και Θεόδουλος και οι διακόνισσες Ασυγκριτία, Χαλκιδία,
Καρτερία, Πενταδία και Αμπρούκλα.Ασφαλώς ιδιαίτερη μνεία απαιτείται για τον
επίσκοπο Ρώμης Ιννοκέντιο Α΄ (402-417)42, προς τον οποίο ο Ιωάννης έστειλε δύο
διασωθείσες επιστολές. Στην πρώτη (μετά το Πάσχα του 404) τον ενημερώνει
λεπτομερώς για την εισπή- δηση του Αλεξανδρείας Θεοφίλου και την οικτρή
κατάσταση που αυτός δημιούργησε στην Εκκλησία της Κωνσταντι- νουπόλεως, και τον
παρακαλεί να επέμβει για την αποκατάσταση
της διαταρασσομένης ειρήνης43
Η δεύτερηεπιστολή, μικρότερη σε
μέγεθος, παρομοίου περιεχομένου,στάλθηκε από την εξορία στα τέλη του 406. Από
όλη την επιστολογραφία του Χρυσοστόμου την κορω- νίδα αποτελούν, σύμφωνα με τη
γνώμη όλων των κατά καιρούς μελετητών, οι 17 διασωθείσες επιστολές του προς την
εξαίρετη συνεργάτιδά του στη Βασιλεύουσα, την αγία διακόνισσα Ολυμπιάς, περί
του βίου της οποίας και περί του
περιεχομένου των επιστολών
ακολουθεί εκτενής ανάλυση44.
Το σύνολο της
επιστολογραφίας του αγίου Ιωάννου τουΧρυσοστόμου είναι αποδεκτό σήμερα στην Εκκλησιαστική Γραμματολογία ότι απετέλεσε
σώμα, το οποίο δημιουργήθηκε με τη φροντίδα φίλων και μαθητών του. Η
συμπερίληψη μάλι- στα σε αυτή τη συλλογή των 17 επιστολών του προς την
Ολυμπιάς, συνηγορεί υπέρ της άποψης ότι η αγία διακόνισσα πρωτοστάτησε στο
σχηματισμό της45.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
7. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος ιστορικός περί του βίου
ΙωάννουΧρυσοστόμου, PG 47, 5-82
8. Γαλατία, 364 –Γαλατία,
πριν το 431. Μοναχός από τα 20 χρόνια του περιόδευσε τα
σπουδαία μοναστικά κέντρα
της εποχής του αποτυπώνοντας πολύτιμες
πληροφορίες στο περιώνυμο
έργο του
«Λαυσαϊκή Ιστορία». Το
400 χειροτονήθηκε επίσκοπος Ελενουπόλεως της Βιθυνίας. Διώχθηκε και εξορίσθηκε
ως πιστός φίλος και υποστηρικτής του
Χρυσοστόμου. Το 417 ανέλαβε τη διαποίμανση της επισκοπής Ασπούνων. ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗ,
«Παλλάδιος Ἐπίσκοπος Ἑλενοπόλεως», 1102-1104.
9 Πληρέστατη αναφορά και
ανάλυση όλων των ιστορικών πηγών περί του αγίου Χρυσοστόμου βλ. ΔΡΑΓΑ, «Τα
πατερικά και βυζαντινά συναξαριακά κείμενα», σ. 269-332.
10 ΑΒΑΓΙΑΝΟΥ,
Αυτοβιογραφικές σελίδες.
11. ΦΙΛΟΣΤΟΡΓΙΟΥ, Εκ των
εκκλησιαστικών ιστοριών. ΖΩΣΙΜΟΥ, Νέα ιστορία. ΛΕΟΝΤOΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ, Εγκώμιον.
ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία. ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΤΡΙΜΥΘΟΥΝΤΟΣ, Περί του
βίου και της
εξορίας. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Εκκλησιαστική
Ιστορία. ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία. ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΚΥΡΟΥ, Εκκλησιαστική Ιστορία.
HANSACK, «Die Vita des Johannes Crysostomos». σ. 432 – 547.
12. Βλ. THIERRY, Récits de l’ Histoire romaine THIERRY, St.
Jean
Chrysostome et l’ impératrice. TΙLLEΜΟΝΤ, Histoire dés empere romains. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. ΜΠΑΛΑΝΟΥ, Πατρολογία, σ. 343-376. ΒΑΦΕΙΔΟΥ, Ο
ιερός Χρυσόστομος και η
δράσις. BAUR, Johannes
Chrysostomus.
13. Βλ. για την διασάφηση
του θέματος της χρονολογίας γεννήσεώς του ΧΡΗΣΤΟΥ, Γενική Εισαγωγή, σ. 9-11.
14. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
Εκκλησιαστική Ιστορία, 6, 3 PG 62, 661.
15 Βλ. περισσότερα,
ΠΑΥΛΟΥ ΧΑΛΕΠΙΟΥ, «Ο συριακός μοναχιμός».
16 Περί της ζωής του ως
μοναχού βλ. ΚΑΨΑΝΗ, «Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ως μοναχός», σ. 229-231.
ΜΩΫΣΕΩΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, «Ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος και ο μοναχισμός», σ. 377-388.
17. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ
ΕΛΕΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος, PG 47, 18.
18 ΤΡΕΜΠΕΛΑ, Ιωάννης ο Χρυσόστομος ως ιεροκήρυξ,
σ. 14. BAUR, Jean
Chrysostome et ses oeuvres dans l’ histoire, σ. 298.
19. ΒΑΦΕΙΔΟΥ, Ο ιερός
Χρυσόστομος και η δράσις, σ. 77 κ.εξ.
20. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος, PG 67, 16.
ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,Υπόμνημα εις την
προς Κολοσσαείς, PG 62, 343-352.
21. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ
ΕΛΕΝΟΥΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος, PG 47, 20 και ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Προς τους έχοντας
παρθένους συνεισάκτους, PG 47, 495-514..
22 Περί της αντικανονικότητας της συνόδου Βλ.
ΦΕΙΔΑ, «Ο ιερός Χρυσόστομος και η “Επί Δρῦν” Σύνοδος (403)», σ. 811-824.
23. Βλ. Πρακτικά της
Συνόδου εις ΦΩΤΙΟΥ, Βιβλιοθήκη, PG 103, 59.
24. ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ,
Εκκλησιαστική Ιστορία, 13, 16 PG 146, 985-988.
ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ Εκκλησιαστική
Ιστορία, 8, 8. PG 67, 1537. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Εκκλησιαστική Ιστορία, βιβλ. 6, 16 PG
67, 712-713. ΖΩΣΙΜΟΥ, Ιστορίας νέα 5, 23.
25. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
Εκκλησιαστική Ιστορία, 6, 18. PG 67, 716-721.
26 ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ, Επιστολή Α΄ Ιννοκεντίῳ,
PG 52, 529-536. ΣΩΖΟΜΕΝΟΥ,Εκκλησαστική Ιστορία, 8, 21. PG 67, 1569-1572.
ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος, PG 47, 33.
27. Βλ. ΠΟΛΥΚΡΕΤΗ,
Κουκουσός, πορεία προς τις πύλες του Άδη.
28 ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΠΟΛΕΩΣ,
Διάλογος, PG 47, 72.
29 ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ,
Επιστολή Β΄. Ιννοκεντίῳ PG 52, 535-536.
30 ΒΑΚΑΛΟΠΟΥΛΟΥ, Υμνογραφικές αναφορές στην
εξορία του Ιωάννη του Χρυσοστόμου, σ. 24-46. ΠΑΛΛΑΔΙΟΥ ΕΛΕΝΟΠΟΛΕΩΣ, Διάλογος,
PG 47, 37-39.
31 . ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΚΑΛΛΙΣΤΟΥ,
Εκκλησιαστική Ιστορία, 14, 26 PG 146, 1137-1143.
32 ΘΕΜΕΛΗ, «Η κοσμητική φρασεολογία εις τον
ιερόν Χρυσόστομον» σ.173-189.
33 Για την κοινή εορτή των Τριών Ιεραρχών βλ.
ΜΕΤΑΛΛΗΝΟΣ, «Τρείς Ιεράρχαι», σ. 841-842. ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΥ, Οι τρείς Ιεράρχες υπό
Βυζαντινών εγκωμιαζόμενοι, σ. 125-136.
34. ΨΩΜΑ, «Χρυσοστομική
Λειψανολογία», σ. 245-268.
35 Περί της
επιστολογραφίας του Χρυσοστόμου βλ. ΤΖΩΡΤΖΑΤΟΥ, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, όπου και
εκτενής βιβλογραφία, σ. 21-39 και ΜΠΑΛΑΝΟΣ,Πατρολογία, σ. 372-373.
36 DELMAIRE, «Les «lettres d’ exil» de Jean
Chrysostome» σ.
71-180
37 WENDLAND, Die
hellenistisch – römische Kultur, p. 342-381.Οι 21 Επιστολές της Καινής Διαθήκης
και ιδιαιτέρως οι επιστολές του Ιγνατίου του Θεοφόρου του Διονυσίου
Αλεξανδρείας, του Μεγάλου Βασιλείου,
του Γρηγορίου του
Θεολόγου, του Ισιδώρου
του Πηλουσιώτου, του Θεοδώρητου Κύρου και πολλών άλλων αγίων Πατέρων και
Εκκλησιαστικών συγγραφέων έχουν αποτελέσει αντικείμενο ειδικών μελετών.
38 MONLARND, Saint Jean Crysostome. Sa vie-son oeuvre,
Paris 1941, p.364.
39 Για μία περισσότερο προσωπική προσέγγιση της
μορφγής του αγίου Χρυσοστόμου βλ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, «Ένας Άγιος», σ. 147-153.
40 Το σύνολο των
επιστολών του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου βλ. PG 52, 529-741, 746-748.
41 BAUR, Der Heilige Johannes Crhysostomus, σ. 316-326.
42 CASPAR, Geschichte des Papstums, σ. 296 κ.εξ.
43 Περί της σημασίας και
της ηθελημένης παρερμηνείας των επιστολών Ιωάννου και
Ιννοκεντίου βλ. ΖΗΣΗ,
Σύγχρονοι εκκλησιολογικοί προβληματισμοί, σ. 20 κ.εξ. Περί του
γενικότερου ρόλου της μορφής του
αγίου Χρυσοστόμου στη
σχέση Ανατολής και Δύσεως βλ. ΜΠΟΖΙΝΗ, Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.
44 Βλ. MALINGREY, Jean Chrysostome Lettres a
Olympias, όπου και εκτενήςβιβλιογραφία. Βλέπε ακόμη MALINGREY, «Étude sur les
manuscripts», σ. 425-444. ΣΤΑΜΟΥ, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου
Xρυσοστόμου , σ. 25-128.
45 ΤΖΩΡΖΑΤΟΥ, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, σ. 26-27. ZANDONELLA, «EpistolarioGisostomiano», σ. 23-92.
π. ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ ΣΑΪΝΙΔΗ
Οι επιστολές του Αγίου
Ιωάννου του Χρυσοστόμου προς την Διακόνισσα Ολυμπιάδα
Ιστορικά –Προσωπογραφικά
- Ποιμαντικά
Μεταπτυχιακή Εργασία που
υποβλήθηκε στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας της Θεολογικής Σχολήςτου
Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Τομέας Αγίας Γραφής και Πατερικής
Γραμματείας
Σύμβουλος Καθηγητής
πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης
Επιτρέπεται η
αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με
αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου