Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
Η Καταγωγή του
Ο Γέροντας Αρσένιος καταγόταν από τον δοξασμένο Πόντο, οπού γεννήθηκε το 1886. Ήτο γόνος πολυμελούς και ευσεβούς οικογενείας. Στο βάπτισμα του έλαβε το Π όνομα Αναστάσιος. Στην ηλικία των 12 ετών υπέμεινε τον σκληρό και βίαιο εκπατρισμό, μαζί με όλους τους Έλληνες του Πόντου. Οι αλλεπάλληλες πιέσεις των Τούρκων, οι λεηλασίες, οι διώξεις, οι νυκτερινές έφοδοι και έρευνες στα σπίτια τους, στο τέλος και ο εκπατρισμός τους στην Ρωσία, ήσαν οι πρώτες παιδικές του αναπάντεχες και σκληρές περιπέτειες.Εκεί, λοιπόν στην νότιο Ρωσία, έζησε τα υπόλοιπα νεανικά του χρόνια. Όπως είναι φυσικό, σε τέτοιες Εθνικές συμφορές και αναγκαστικές μεταναστεύσεις δεν έτυχε κάποιας θύραθεν παιδείας. Είχε λάβει όμως, σαν ασύλητο θησαυρό την πατρώα ευσέβεια. Αγαπούσε την Εκκλησία και τις ιερές Ακολουθίες. Αγαπούσε την μελέτη των κατορθωμάτων των Αγίων της Εκκλησίας μας. Εδιάβαζε τους Βίους τους στα ποντιακά. Εγνώριζε ακόμη πολύ καλά και τα τουρκικά, την γλωσσά πού διδάχθηκε στο Δημοτικό σχολείο του χωριού του. Ερχόμενος στην Ρωσία έμαθε και τα ρωσικά.
Το σπίτι του Παππού εκείνο τον καιρό ήτο ένα υποδειγματικό κοινόβιο. Από τις αξέχαστες αναμνήσεις του μας έλεγε συχνά: «52 κουτάλια φθάσαμε κάποτε στο σπίτι μας». Σύμφωνα με τις τότε ποντιακές παραδόσεις όλα τα αρσενικά παιδιά, αφ Ότου επαντρεύοντο, παρέμεναν με τις οικογένειες τους στο πατρικό τους σπίτι. Ο Παππούς του σπιτιού τους κυβερνούσε στα πνευματικά σαν ένας έμπειρος γέροντας. Ακόμη μας έλεγε ότι η μικρότερη νύμφη ήτο υποχρεωμένη, όταν επέστρεφαν οι άνδρες κουρασμένοι από την δουλειά, να τους πλένη τα πόδια πριν μπουν στο σπίτι.
Όσον άφορα τις νηστείες ξεπερνούσαν, κατά την γνώμη μου, τα σημερινά μοναστικά κοινόβια. Κρατούσαν όλες τις αλάδωτες νηστείες με μονοφαγία, κατά τις 3 το απόγευμα, ενώ το ευλογημένο τριήμερο στην Αρχή της Τεσσαρακοστής το παρέτειναν μέχρι το Σάββατο. Την πρώτη Εκείνη βδομάδα της νηστείας κοινωνούσαν όλοι μαζί με τα παιδιά τους την Τετάρτη και την Παρασκευή στην Προηγιασμένη Λειτουργία. Μετά την Θεία Μετάληψι της Τετάρτης έτρωγαν το Αντίδωρο και λίγο ψωμί και συνέχιζαν την νηστεία μέχρι το Σάββατο το πρωί. Μέσα σ' εκείνα τα ποντιακά κοινόβια εκαλλιεργείτο η αρετή και προπαντός η αγάπη και η ταπείνωσις.
Κορυφαίο παράδειγμα αρετής ανάμεσα τους ήτο , παππούς του Γέροντος Αρσενίου. Μας έλεγε ο Γέροντας ότι ο παππούς του ποτέ δεν θύμωνε. Ενίοτε τον δοκίμαζαν οι άλλοι της οικογενείας του μήπως και θυμώση. Η γιαγιά άλλοτε έκανε το φαγητό του αλμυρό και άλλοτε τελείως ανάλατο. Ο παππούς έβαζε μια μπουκιά στο στόμα του και αν ήτο αλμυρό, ζητούσε νερό να αραίωση το φαγητό. Ενώ, αν ήτο ανάλατο, ζητούσε αλάτι χωρίς γογγυσμούς και παρατηρήσεις. Μετά το φαγητό όλοι τους προσηύχοντο ευχαριστούντες τον Θεό για ότι αγαθά τους προσέφερε εκείνη την ημέρα. Ο παππούς κάνοντας πάντοτε τον σταυρό του έλεγε από τα βάθη της καρδίας του: Δόξα σοι ο Θεός. Καλά φάγαμε και σήμερα.
Οι βίοι των ασκητών αγίων μας, του άναψαν τον ένθεο πόθο της ασκήσεως. Γι' αυτό, παρότι ήτο λαϊκός, έκανε μεγάλες ασκήσεις και νηστείες στο σπίτι του. Στους Αγώνες αυτούς τον ακολουθούσε κατά πόδας και η μικρότερη αδελφή του, πού δεν έλειπε κι αυτή από την Εκκλησία.
Διαβάζοντας έμαθε για την Παλαιστίνη και τους Ασκητές της, για τους Τόπους, οπού έζησε ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός. Γι' αυτό, παρά την νεαρά του ηλικία, απεφάσισε να μεταβή στην Παλαστίνη και ν' αφιερωθή στα εκεί Ιερά Προσκυνήματα της Ορθοδοξίας μας.
Στην πατρίδα του, τον Πόντο, τότε κυκλοφούσε μία ευσεβής παράδοσις, Απ'αυτές πού οι θεοσεβείς Χριστιανοί μας τις ευλαβούνται και θέλουν να τις εφαρμόζουν στην θρησκευτική ζωή τους. Έλεγαν, λοιπόν, τότε ότι πρέπει, κάθε πιστός Χριστιανός στην ζωή του να βάπτιση, έστω κι ένα παιδί, δηλαδή να γίνη νουνός, διότι, αν δεν το κάνη, ο Χριστός στην άλλη ζωή, θα του βάλη στην αγκαλιά του μία πέτρα.
Έτσι, ζήτησε και βάπτισε το παιδί του αδελφού του Λεωνίδα και το Ονόμασε Χαράλαμπο. Αυτός σήμερα είναι ο Προηγούμενος της Ιεράς Μονής Διονυσίου ο οποίος ακολούθησε τον νουνό του στο Άγιον Όρος και υποτάχθηκε στον Γέροντα Ιωσήφ Σπηλαιώτη ο όποιος τότε έμενε στα Ασκητικά καλυβάκια της Μικράς Αγίας Άννης.
Μετά την βάπτισι του μικρού Χαραλάμπους, έφυγε ο νεαρός Αναστάσιος για την Παλαιστίνη. Διερχόμενος από Κωνσταντινούπολι, προκειμένου να εύρη πλοίο για τον προορισμό του, έπαθε κάτι το απροσδόκητο. Κάποιος απατεώνας πλησιάζοντας τον και συστηθείς ότι είναι ξεναγός, τον περιήγαγε σε διαφόρους χώρους της πόλεως με αποτέλεσμα να του πάρη όλα τα λεφτά με τα οποία πρόκειτο να ταξιδεύση. Λόγω της αθωότητος και απλότητας του, ο πολυμήχανος δαίμονας του ετοίμαζε και άλλη χειρότερη και απαισιότερη παγίδα. Ο πονηρός εκείνος «ξεναγός» μαθαίνοντας τον σκοπόν του νέου ότι πηγαίνη να μονάση στους Αγίους Τόπους, τον μετέφερε σ' ένα κακόφημο οίκο. Ο Αναστάσιος δεν γνώριζε από τέτοια πράγματα. Φθάνοντας εκεί κατάκοπος ζήτησε να κοιμηθή. Μια γυναίκα του είπε να κοιμηθή σε μια γωνιά ενός διαδρόμου. Εκείνος ξάπλωσε, μα δεν μπορούσε να κοιμηθή, διότι κατά την διάρκεια της νύκτας τραγούδια, χοροί και συζητήσεις δεν τον άφησαν να κλείση μάτι. Το πρωί ευχαρίστησε τις γυναίκες για την «φιλοξενία» και ανεχώρησε. Τότε κάποιος τον σταμάτησε και τον ρώτησε:
-Εσύ, παιδί μου, τι γυρεύεις εδώ μέσα;
-Μ' έφεραν και κοιμήθηκα αυτό το βράδυ εδώ, του απήντησε ο Αναστάσιος. Ναι, αλλά ξέρεις τι είναι αυτός ο τόπος;
-Όχι δεν ξέρω.
-Εδώ είναι σπίτι της διαφθοράς, αλλά εσένα σε φύλαξε ο Άγγελος σου. Πήγαινε τώρα και ευχαρίστησε τον Θεό.
Λέγοντας τα λόγια αυτά ο άγνωστος εξαφανίσθηκε. Όταν, στα τελευταία του χρόνια τον ρώτησα, ποιος ήταν εκείνος ο άγνωστος, μου απήντησε ότι θα ήτο ο φύλακας Αγγελος του ο όσιος Αλέξιος, τον οποίον ευλαβείτο ιδιαίτερα. Είχε διαβάσει τον θαυμαστό βίο του και είχε συχνά γνωρίσει την βοήθεια του, οσάκις τον παρακαλούσε.
ΜΟΝΑΧΟΥ π. ΙΩΣΗΦ ΔΙΟΝΥΣΙΑΤΟΥ
Ο ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΑΡΣΕΝΙΟΣ Ο ΣΠΗΛΑΙΩΤΗΣ
ΕΚΔΟΣΙΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ
ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ 2000
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου