Ιστορικές Πηγές για την Αποτείχισιν
Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016
Ιστορικές Πηγές για την Αποτείχισιν
Ιστορικές Πηγές για την Αποτείχισιν
Παναγιώτης Τσάλλος
Ιστορικός
Ποιά η κοινωνία μεταξύ φωτός και σκότους; (β΄ κορινθ. 6.14)
Πρόλογος
Το ζήτημα της αποτειχίσεως (δηλαδή της διακοπής του μνημοσύνου των αιρετικών επισκόπων) σε περίοδο αιρέσεως ήταν και είναι σημαντικό, ζωτικής σημασίας θα λέγαμε, διότι υπήρξε ανέκαθεν η ασφαλιστική δικλίδα που διαχώριζε τους καθαρούς στην πίστη (Ορθοδόξους) από τους καινοτόμους αιρετικούς, ακόμα και αν οι τελευταίοι είχαν την πολιτική εξουσία με το μέρος τους και κατείχαν την πλειάδα των επισκοπικών εδρών. Ήταν ανέκαθεν η πρώτη υγιής αντίδραση των Ορθοδόξων που αποσκοπούσε, σε βάθος χρόνου, στη σύγκληση Οικουμενικής Συνόδου προς καταδίκη της αιρέσεως.
Ο σκοπός της εργασίας αυτής δεν είναι απολογητικός ή επεξηγηματικός, όσον αφορά την –ορθότητα- της αποτείχισης, ούτε σκοπό έχει να αποδείξει (το ούτως η άλλως αδιαμφισβήτητο γεγονός) ότι όλοι οι μεγάλοι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας είχαν προβεί στην διακοπή του μνημόσυνου των εκάστοτε αιρετικών επισκόπων ή πατριαρχών.Ο στόχος της παρούσης εργασίας, ήταν να δημιουργήσω ένα εγχειρίδιο(corpus) με όσο το δυνατόν περισσότερες ιστορικές πηγές διαθέτουμε, και που αφορούν αυτό το ζήτημα, ούτως ώστε κάθε ερευνητής, θεολόγος, ιερέας και γενικότερα συγγραφέας, να τα έχει “πρόχειρα σε ένα μέρος” και να μπορεί εύκολα να ανατρέχει για να γίνει έτσι πιο εύκολη (και πιο συχνή) η συγγραφή αντί-αιρετικών και απολογητικών βιβλίων. Παράλληλα, όπου εκρίθη αναγκαίο, σχολίασα ορισμένες πηγές που έχουν ιδιαίτερη σημασία ως οδοδείκτες για τη σημερινή εποχή. Ο σχολιασμός γίνεται μετά την παράθεση της πηγής, ούτως ώστε να μην καθίσταται δυσλειτουργική η ανάγνωσή της.
Όσον αφορά τη δομή της εργασίας, η ταξινόμηση των πηγών γίνεται πρώτα χρονολογικά (και συγκεκριμένα ανά αιώνες) και ύστερα ονομαστικά (κατά αλφαβητική σειρά). Αυτό έγινε από μεθοδολογική ανάγκη, διότι, ήθελα με αυτό το τρόπο να αναφανεί η “διαχρονικότητα” της στάσης των Πατέρων πάνω στο ζήτημα της αποτείχισης. Επίσης, τα βιβλία που χρησιμοποιήθηκαν είναι όλα Ορθόδοξα (εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, Πατρολογία Μigne, εκδόσεις Αγίου Όρους κτλ). Το εγχειρίδιο αυτό δεν έχει πνευματικά δικαιώματα. Μπορείτε να το αναπαράγετε ελεύθερα προς δόξαν Θεού. Προτείνεται η αναπαραγωγή του σε οποιαδήποτε έντυπη
ή ηλεκτρονική μορφή.
18/11/09
(μνήμη Γαλακτίωνος και Επιστήμης μαρτύρων)
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ-ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ
Οὐκ ἐκάθισα μετὰ συνεδρίου ματαιότητος καὶ μετὰ παρανομούντων οὐμὴ εἰσέλθω· ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων καὶ μετὰ ἀσεβῶν οὐ μὴ καθίσω.
(Ψαλμός ΚΕ’, στχ. 4-5)
Αλλοτρίω δὲ (σ.σ. ποιμένα) οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπὸ αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνὴν.
(Ιωάν. ι’ , 5)
Ὅλως ἀκούεται ἐν ὑμῖν πορνεία, καὶ τοιαύτη πορνεία ἥτις οὐδὲ ἐν τοῖς ἔθνεσιν, ὥστε γυναῖκά τινα τοῦ πατρὸς ἔχειν. καὶ ὑμεῖς πεφυσιωμένοι ἐστέ, καὶ οὐχὶ μᾶλλον ἐπενθήσατε, ἵνα ἀρθῇ ἐκ μέσου ὑμῶν ὁ τὸ ἔργον τοῦτο ποιήσας; ἐγὼ μὲν γάρ, ἀπὼν τῷ σώματι παρὼν δὲ τῷ πνεύματι, ἤδη κέκρικα ὡς παρὼν τὸν οὕτως τοῦτο κατεργασάμενον ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ κυρίου [ἡμῶν] Ἰησοῦ, συναχθέντων ὑμῶν καὶ τοῦ ἐμοῦ πνεύματος σὺν τῇ δυνάμει τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ, παραδοῦναι τὸν τοιοῦτον τῷ Σατανᾷ εἰς ὄλεθρον τῆς σαρκός, ἵνα τὸ πνεῦμα σωθῇ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τοῦ κυρίου.
(Κορινθ. ε’, 1-5)
(σ.σ. Η νουθεσία του Αγίου Αποστόλου Παύλου προς τους Κορινθίους αφορά και εμάς, τους αντιμετωπίζοντες την παναίρεση του Οικουμενισμού, και τούτο διότι η αίρεση, κατά τους Αγίους Πατέρας, αποτελεί πνευματική μοιχεία του χειρίστου είδους.)
Ἔγραψα ὑμῖν ἐν τῇ ἐπιστολῇ μὴ συναναμίγνυσθαι Πόρνοις, οὐ πάντως τοῖς πόρνοις τοῦ κόσμου τούτου ἢ τοῖς πλεονέκταις καὶ ἅρπαξιν ἢ εἰδωλολάτραις, ἐπεὶ ὠφείλετε ἄρα ἐκ τοῦ κόσμου ἐξελθεῖν. νῦν δὲ
ἔγραψα ὑμῖν μὴ συναναμίγνυσθαι ἐάν τις ἀδελφὸς ὀνομαζόμενος ᾖ πόρνος ἢ πλεονέκτης ἢ εἰδωλολάτρης ἢ λοίδορος ἢ μέθυσος ἢ ἅρπαξ, τῷ τοιούτῳ μηδὲ συνεσθίειν . Τί γάρ μοι τοὺς ἔξω κρίνειν; οὐχὶ τοὺς ἔσω ὑμεῖς κρίνετε; τοὺς δὲ ἔξω ὁ θεὸς κρινεῖ. ἐξάρατε τὸν πονηρὸν ἐξ ὑμῶν αὐτῶν.
(Κορινθ. ε’, 9-13)
Ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζεται ὑμῖν παρ΄ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω.
(γαλ’. κεφ. ά. στιχ. 8)
ὡς προειρήκαμεν , καὶ ἄρτι πάλιν λέγω: εἴ τις ὑμᾶς εὐγγελίζεται ὑμῖν παρ΄ὅ παρελάβετε, ἀνάθεμα ἔστω.
(γαλ’. κεφ. ά. στιχ. 9)
Εἴ τις ἔρχεται πρὸς ὑμᾶς καὶ ταύτην τὴν διδαχὴν οὐ φέρει, μὴ λαμβὰνετε αὐτὸν εἰς οἰκίαν, καὶ χαίρειν αὐτῶ μὴ λέγετε. Ὁ γὰρ λέγων αὐτῶ χαίρειν κοινωνεῖ τοῖς ἔργοις αὐτοῦ τοῖς πονηροῖς.
(Β΄ επιστολή Ιωαν. στιχ. 10)
στέλλεσθε ὑμᾶς άπό παντός ἀτάκτως περιπατοῦντος καὶ μὴ κατά τὴν παράδοσιν ἥν παρελάβατε παρ΄ἡμῶν.
(Β’ Θεσ. γ’, 6)
Ταῦτα δίδασκε καὶ παρακάλει. εἴ τις ἑτεροδιδασκαλεῖ καὶ μὴ προσέρχεται ὑγιαίνουσιν λόγοις, τοῖς τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ τῇ κατ' εὐσέβειαν διδασκαλίᾳ, τετύφωται, μηδὲν ἐπιστάμενος, ἀλλὰ νοσῶν περὶ ζητήσεις καὶ λογομαχίας, ἐξ ὧν γίνεται φθόνος, ἔρ ις, βλασφημίαι, ὑπόνοιαι πονηραί, διαπαρατριβαὶ διεφθαρμένων ἀνθρώπων τὸν νοῦν καὶ ἀπεστερημένων τῆς ἀληθείας, νομιζόντων πορισμὸν εἶναι τὴν εὐσέβειαν. Ἀφίστασο ἀπὸ τοιούτων!
(Τιμόθ Α’, στ’, στιχ. 3-5)
Ὦ Τιμόθεε, τὴν παραθήκην φύλαξον, ἐκτρεπόμενος τὰς β εβήλους κενοφωνίας καὶ ἀντιθέσεις τῆς ψευδωνύμου γνώσεως, ἥν τινες ἐπαγγελλόμενοι περὶ τὴν πίστιν ἠστόχησαν.
(Τιμόθ Α’, στ’, στιχ. 20-21)
αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει, ὢν αὐτοκατάκριτος . (Τίτ. γ’, στιχ. 10)
ΙΕΡΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
Εἴ τις ἀκοινωνήτω, κὰν ἐν οἴκω συνεύξηται, οὗτως ἀφοριζέσθω.
(Κανών Ι’ Αποστόλων, Πηδάλιον, Αθήνα 1886, σ. 13)
Εἴ τις Ἐπίσκοπος κοσμικοῖς ἄρχουσι χρησάµενος, δι΄ αὐτῶν ἐγκρατὴς ἐκκλησίας γένοιτο καθαιρείσθω, καὶ αφοριζέσθω. Καὶ οἰ κοινωνοῦντες αὐτῶ πάντες.
(Κανών Λ΄, Αποστόλων, Πηδάλιον, ό.π., σ. 32)
Εἴ τις Πρεσβύτερος, καταφρονήσας τοῦ ἰδίου Ἐπισκόπου χωρὶς συναγάγει, καὶ θυσιαστήριον ἔτερον πήξει, μηδὲν κατεγνωκὼς τοῦ Ἐπισκόπου ἐν εὐσεβεία, καὶ δικαιοσύνη, καθαιρείσθω, ὠς φίλαρχος. Τύραννος γαρ ἐστιν. Ὠσαύτως δε καὶ οἱ λοιποὶ κληρικοὶ, καὶ ὂσοι ἄν αὑτῶ προσθῶνται, οἱ δὲ λαϊκοὶ ἀφοριζέσθωσαν. Ταῦτα δὲ μετὰ μίαν, καὶ δευτέραν, καὶ τρίτην παράκλησιν τοῦ Ἐπισκόπου, γινέσθω.
(Κανών ΛΑ’ Αποστόλων,Πηδάλιον, ό.π., σ. 32)
Όσοι δε χωρίζονται από τον επίσκοπό τους προ συνοδικής εξετάσεως, διατί αυτός κηρύττει δημοσία καμμίαν κακοδοξίαν και αίρεσιν, οι τοιούτοι, όχι μόνο εις τα ανωτέρω επιτίμια δεν υπόκεινται, αλλά και την
πρέπουσαν εις τους ορθοδόξους τιμήν αξιόνονται, κατά τον ιε’ κανόνα της ΑΒ συνόδου.
(Ερμηνεία του Κανόνα ΛΑ’ Αποστόλων,Πηδάλιον, ό.π., σ. 40)
Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος, ἢ Διάκονος αἱρετικοῖς συνευξάμενος, μόνον, ἀφοριζέσθω, εἰ δὲ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς, ὡς Κληρικοῖς ἐνεργῆσαί τι, καθαιρείσθω.
(Κανών ΜΕ’, Αποστόλων, Πηδάλιον, ό.π., σ. 50)
...ἵνα μήποτε εἴπῃ ὁ λαϊκός· ἐγὼ πρόβατόν εἰμι καὶ οὐ ποιμήν. Ὥσπερ δὲ τῷ καλῷ ποιμένι τὸ μὴ ἀκολουθοῦν πρόβατον λύκοις ἔκκειται εἰς διαφθοράν, οὕτως τῷ πονηρῷ ποιμένι τὸ ἀκολουθοῦν πρόδηλον ἔχει τὸν θάνατον, ὅτι κατατρώξεται αὐτό. Διὸ φευκτέον ἀπὸ τῶν φθοροποιῶν ποιμένων.
(Διαταγ. Αποστ. 2, 19)
Εἰ δε τινες τῶν ἐν ἐκάστη πόλει, ἢ χώρα κληρικῶν ὑπὸ Νεστορίου καὶ τῶν σὺν αὐτῶ ὄντων, τῆς Ἱερωσύνης ἐκωλύθησαν διὰ τὸ ὀρθῶς φρονεῖν, ἐδικαιώσαμεν καὶ τούτους τὸν ἴδιον ἀπολαβεῖν βαθμόν. Κοινῶς δὲ τοὺς τῆ ὀρθοδόξω, καὶ οἰκουμενικῆ Συνόδω συμφρονοῦντας κληρικοὺς κελεύομεν τοῖς ἀποστήσασιν ἢ ἀφισταμένοις Ἐπισκόποις μηδ’ ὅλως ὑποκεῖσθαι κατὰ μηδένα τρόπον .
(Κανών Γ’, Γ’ Οικουμενική Σύνοδος, Πηδάλιον, Εκδόσεις Παπαδημητρίου, σ. 172)
Εἴ τις χριστιανοκατηγορικῆς αἱρέσεως ὄντα τινα ἢ ἐν αὐτῆ τὸν βίον ἀπορρήξαντα διεκδικεῖ (σ.σ. αν προσπαθεί να δικαιώσει), ἀνάθεμα. (Πρακτικῶν Ζ’ ῾Αγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου, Mansi, 13, 400)
Εἰ δὲ φανείη τις τῶν Ἐπισκόπων, ή Πρεσβυτέρων, ή Διακόνων, ή τις τοῦ Κανόνος τοῖς ἀκοινωνήτοις κοινωνῶν, καὶ τοῦτον ἀκοινώνητον εἴναι, ὡς αν συγχέοντα τὸν Κανόνα τῆς Ἐκκλησίας.
(Κανών Β’, Εν Αντιοχεία Σύνοδος, Πηδάλιον, ό.π., σ. 407)
Ὥς τοὺς ἀξίως τῶν οἰκείων ἐγκλημάτων ἀπὸ Ἐκκλησίας διωχθέντας, ἐάν τις Ἐπίσκοπος ἢ Πρεσβύτερος δέξηται εἰς κοινωνίαν, καὶ αὐτὸς ἔτι μὴ τῶ ἴσω ἐκλήματι ὑπεύθυνος φανῆ, ἄμα τοῖς τοῦ οἰκείου Ἐπισκόπου τὴν κανονικὴν ψῆφον ἀποφεύγουσιν.
(Κανών Θ’, Εν Καρθαγένη Σύνοδος, Πηδάλιον, ό.π., σ. 468)
Ἐάν τις Πρεσβύτερος ἐν τῆ διαγωγῆ αὐτοῦ καταγνωσθῆ, ὀφείλει ὁ τοιοῦτος τοῖς γειτνιῶσιν Ἐπισκόποις προσαγγεῖλαι, ἴνα αὐτοὶ τοῦ πράγματος ἀκροάσωνται, καὶ δι’ αὐτῶν τῶ ἰδίω Ἐπισκόπω καταλλαγῆ. Τοῦτο δὲ ἐὰν μὴ ποιήση, ἀλλ’ ὅπερ ἀπείη,ὑπεροψία φυσιούμενος, ἐκ τῆς τοῦ ἰδίου Ἐπισκόπου κοινωνίας ἑαυτὸν χωρίση, καὶ παρὰ μίαν μετά τινων σχίσμα ποιῶν, ἁγίασμα τῶ Θεῶ προσενέγκη, ὁ τοιοῦτος ἀνάθεμα λογισθήτω καὶ τὸν ἴδιον τόπον ἀπολεσάτω, σκοπουμένου, μήποτε κατὰ τοῦ Ἐπισκόπου μέμψιν ἔχη δικαίαν.
Ερμηνεία Κανόνος από τον Άγιο Νικόδημο
Ηνωμένος είναι ο παρών Κανών με τον προ αυτού ανωτέρω. Λέγει γαρ ότι να αναθεματίζεται και ο από του Επισκόπου του χωρίσας εαυτόν Πρεσβύτερος, και τον τόπον του να χάνη, ήτοι να καθαίρεται, εάν όμως δεν αναγγείλη πρότερον το πράγμα, δια το οποίον κατηγορείται από τον Επίσκοπόν του εις τους γείτονας και πλησιοχώρους Επισκόπους, ίνα δι’ αυτών φιλιωθή με εκείνον, αλλά καταφρονήσας δι’ υπερηφάνειαν , αποστατήση. Προς τούτοις δε πρέπει να γίνεται εξέτασις, μήπως διά δικαίας κατηγορίας και
εγκλήματα φεύγη την κοινωνίαν του Επισκόπου του ο Πρεσβύτερος. Ανάγνωθι και τον λα’ και λβ’ Αποστολικόν.(Κανών ΙΑ’, Εν Καρθαγένη Σύνοδος, Πηδάλιον, ό.π., σ. 469) Εἰ μὲν γὰρ ἐναντίαν τοῖς κανόσιν ἐπίσκοπος ἐνέγκη ψῆφον, τιμωρηθήσεται, ἥγουν καθαιρεθήσεται, μὴ δυνάμενος ἀμαθίαν ἢ ἀπειρίαν προβαλέσθαι· οὐ γὰρ συγγνωστέος ἔσεται λέγων μὴ εἰδέναι τοὺς κανόνας, οὕς ἀναγκάζεται διὰ γλώττης ἔχειν σχεδὸν ἀεί.
(Ερμηνεία εις τον ΙΕ’(ΙΔ’) Κανόνα της εν Καρθαγένη Συνόδου από τον Bαλσαμώνα. Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, Κακή Υπακοή Και Αγία Ανυπακοή, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 135)
Οἱ χειροτονούμενοι ἐπίσκοποι καὶ κληρικοί, ἐὰν μὴ ἀκριβῆ κατάληψιν ἔχωσιν τῶν δογματικῶν ὅρων καὶ τῶν κανονικῶν παραγγελιῶν, καὶ ἢ διδάσκοντες ἢ ἀποφαινόμενοι ἐκτραπῶσιν ἐκ τῆς εὐθείας καὶ βασιλικῆς ὁδοῦ πρὸς διδασκαλίας ἀσεβεῖς καὶ ἀκανονίστους ἀποφάσεις, κανονικῶς καθαιρεθήσονται καὶ εἰς οὐδὲν ἀνύσιμον ἔσται αὐτοῖς ὁ μετάμελος.
(Ερμηνεία εις τον ΙΗ’(ΚΔ’-ΚΣΤ’) Κανόνα της εν Καρθαγένη Συνόδου από τον Βαλσαμώνα. Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ. 136)Οἱ γάρ δι΄αἵρεσιν τινά παρά τῶν ἁγίων Συνόδων ἤ Πατέρων κατεγνωσμένην τῆς προς τον πρόεδρον κοινωνίας ἑαυτούς διαστέλλοντες, ἐκείνου δηλονότι την αἵρεσιν δημοσία κηρύττοντος, και γυμνῆ τῆ κεφαλῆ ἐπ΄ἐκκλησίας διδάσκοντος, οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῆ κανονικῆ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς τῆς προς τον καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλά και τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται. Οὐ γάρ Ἐπισκόπων, ἀλλά ψευδεπισκόπων και ψευδοδιδασκάλων κατέγνωσαν, και οὐ σχίσματι την ἕνωσιν τῆς Ἐκκλησίας κατέτεμον, ἀλλά σχισμάτων και μερισμῶν την Ἐκκλησίαν ἐσπούδασαν ῥύσασθαι.
(Kανών ΙΕ΄, ΑΒ Σύνοδος)
(σ.σ. Ο καθηγητής θεολογίας π. Θεόδωρος Ζήσης αναφέρει περί του παρόντος κανόνος ότι: Άριστο σχολιασμό περί του ότι και τα πρόβατα, οι πιστοί δηλαδή, έχουν ευθύνη για το αν θα ακολουθήσουν τους κακούς ποιμένες, ότι η υπακοή δεν είναι αδιάκριτη, αλλά διακριτική, μας προσφέρει το κείμενο των Αποστολικών διαταγών, το οποίο λέγει ότι δεν μπορούν να πουν οι λαϊκοί ότι εμείς ήμαστε πρόβατα, δεν πρέπει να αποφασίζουμε μόνοι μας, ο ποιμήν έχει την ευθύνη και αυτός θα δώσει λόγο. Αυτό είναι λάθος, διότι, όπως, όταν το πρόβατο δεν ακολουθεί τον καλό ποιμένα , κατασπαράσσεται από τους λύκους, έτσι και όταν ακολουθεί τον κακό ποιμένα, το περιμένει αναπόφευκτα ο θάνατος. Κατακλείεται δε αυτή η ανάλυση με τη σύσταση «Διό φευκτέον από των φθορέων ποιμένων».
Βλ. Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ.23)
Εάν δε οι ρηθέντες πρόεδροι είναι αιρετικοί, και την αίρεσιν αυτών κηρύττουσι παρρησία, και δια τούτο χωρίζονται οι εις αυτούς υποκείμενοι, και προτού να γίνει ακόμη συνοδική κρίσις περί της αιρέσεως ταύτης, οι χωριζόμενοι αυτοί, όχι μόνο δια τον χωρισμό δεν καταδικάζονται, αλλά και τιμής της πρεπούσης, ως ορθόδοξοι, είναι άξιοι, επειδή όχι σχίσμα επροξένησαν εις την Εκκλησίαν με τον χωρισμόν αυτόν, αλλά μάλλον ελευθέρωσαν την Εκκλησία από το σχίσμα και την αίρεσιν των ψευδεπισκόπων αυτών. Ορά και τον λα’ Αποστολικόν.
(Ερμηνεία του Κανόνα ΙΕ’ της ΑΒ’ Συνόδου, σελ 292 πηδαλίου, τυπογραφείο
Βλαστού Βαρβαρρήγου, Αθήνα 1886)
Ει γάρ µη δι΄ εγκληµατικήν αιτίαν, αλλά δι΄αίρεσιν χωρίση τις εαυτόν από του Επισκόπου αυτού… ως επ΄ Εκκλησίας διδάσκοντος ανερυθριάστως διδάγματά τινά απηλλητριωμένα του ορθού δόγματος,
ο τοιούτος και προ εντελούς διαγνώσεως, πολλώ δε πλέον και μετά διάγνωσιν, εάν εαυτόν αποτειχίση ήγουν χωρίση από της κοινωνίας του πρώτου αυτού, ου μόνον ου τιμωρηθήσεται, αλλά και τιμηθήσεται ως ορθόδοξος…
(Ερµηνεία ΙΕ΄ κανόνα ΑΒ Συνόδου από Βαλσαµώνα, Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Αθωνικά Άνθη, τόμος 1, σελ. 123)
Εἰ δ’ ὁ πατριάρχης τυχόν, ἤ ὁ μητροπολίτης, ἤ ὁ ἐπίσκοπος αἱρετικός εἴη, καί τοιοῦτος, ὡς δημοσίᾳ κηρύττειν τήν αἵρεσιν, καί γυμνῇ τῇ κεφαλῇ, ἀντί τοῦ ἀνυποστόλως καί μετά παρρησίας, διδάσκει τά αἱρετικά δόγματα,οἱ ἀποσχίζοντες αὐτοῦ, ὁποῖοι ἄν εἶεν, οὐ μόνον κολάσεως ἄξιοι οὐκ ἔσονται διά τοῦτο, ἀλλά καί τιμῆς, ὡς ὀρθόδοξοι, ἀξιωθήσονται, χωρίζοντες ἑαυτούς τῆς τῶν αἱρετικῶν κοινωνίας· τοῦτο γάρ δηλοῖ, τό, ἀποτειχίζοντες· (τό γάρ τεῖχος τῶν ἐντός αὐτοῦ πρός τούς ἐκτός χωρισμός ἐστιν)·οὐ γάρ ἐπισκόπου ἀπέστησαν, ἀλλά ψευδεπισκόπου καί ψευδοδιδασκάλου· οὐδέ σχίσμα κατά τῆς ἐκκλησίας ἐποίησαν, ἀλλά μᾶλλον σχισμάτων τήν ἐκκλησίαν ἀπήλλα- ξαν, ὅσον τό ἐπ’ αὐτοῖς.
(Ερμηνεία του ΙΕ’ Κανόνα της ΑΒ’ Συνόδου από τον Ιωάννη Ζωναρά, Ράλλη- Ποτλῆ, Σύνταγμα τῶν θείων καί ἱερῶν Κανόνων, τόµ. Β΄ σελ. 694)
(σ.σ. Η παρούσα ερμηνεία του κανόνος υπό τον Ζωναρά, κονιορτοποιεί την θεωρία του πατρός Επιφανίου Θεοδωρόπουλου περί Στρατηγών του αγώνα, τους οποίους εμείς οφείλουμε να ακολουθήσουμε στον στίβο της ομολογίας, μόνο εάν και όποτε θελήσουν αυτοί να κάνουν την αρχή. Φυσικά, αυτή η θεωρία στερείται λογικής και ιστορικής τεκμηρίωσης. Ο Ζωναράς λέει ότι την ομολογία την κάνουν ὁποῖοι ἄν εἶεν, ενώ ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης αναφέρει: «Ὥστε ὅτε περὶ πίστεως ὁ λόγος, οὐκ ἔστιν εἰπεῖν:Ἐγὼ τὶς εἰμι; Ἱερεύς; ἀλλά οὐδαμοῦ. Ἄρχων; καὶ οὐδὲ οὕτως. Στρατιώτης; καὶ ποῦ; Γεωργός; καὶ οὐδὲ αὐτὸ τοῦτο. Πένης, μόνον τὴν ἐφήμερον τροφὴν ποριζόμενος. Οὐδεὶς μοι
λόγος καὶ φροντὶς περὶ τοῦ προκειμένου. Οὐά, οἱ λίθοι κράξουσι, καὶ σὺ σιωπηλὸς καὶ ἄφροντις; Βλ. P.G. 99, 1321A- B )
Ἐὰν Μητροπολίτης ἢ Πατριάρχης ἄρξηται νὰ διακυρύττη δημοσία ἐπ’ ἐκκλησίας αἱρετικήν τινα διδαχήν, ἀντικειμένην πρὸς τὴν Ὀρθοδοξίαν, τότε οἱ προαναφερθέντες κέκτηνται δικαίωμα ἅμα καὶ χρέος ν’ ἀποσχοινισθῶσι πάραυτα τοῦ Ἐπισκ όπου ἐκείνου, διὸ οὐ μόνον εἰς οὐδεμίαν θέλουσιν ὑποβληθῆ κανονικὴν ποινήν, ἀλλὰ θέλουσι καὶ ἐπαινεθῆ εἰσέτι , καθ’ ὅσον διὰ τούτου δὲν κατέκριναν καὶ δὲν ἐπανεστάτησαν ἐναντίον τῶν νομίμων Ἐπισκόπων, ἀλλ’ ἐναντίον ψευδεπισκόπων καὶ ψευδοδιδασκάλων, οὔτε καὶ ἐγκατέστησαν τοιουτοτρόπως σχῖσμα ἐν τῆ Ἐκκλησία, ἀλλ’ ἀντιθέτως, ἀπήλλαξαν τὴν Ἐκκλησίαν, ἐν ὅσω ἠδυνήθησαν, τοῦ σχί σματος καὶ τῆς διαιρέσεως. (Ερμηνεία ΙΕ’ Κανόνα της ΑΒ Συνόδου υπό του Κανονολόγου Επισκόπου Νικοδήμου Μίλας. Οι Κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας μεθ’ ερμηνείας, ΙΙ, Novi Sad, σ. 290-291, μτφρ. εκ της Σερβικής υπό Ιερομ. – νυν επισκόπου- Ειρηναίου Μπούλοβιτς )
῾Ημεῖς δὲ πᾶσα ἡ συναθροισθεῖσα ἐν τῶ τρικλίνω τῶ οὕτως ἐπιλεγομένω ᾿Αλεξιακῶ τῶν ἱερῶν Βλαχερνῶν θεία καὶ ἱερὰ σύνοδος χάριτι Χριστοῦ καὶ νῦν τῆς εὐσεβείας ὑπερμαχούντες, καὶ ἀκριβῆ καὶ προσήκουσαν τὴν περὶ τῶν προκειμένων σκέψιν καὶ ἐξέτασιν ποιησάμενοι, καὶ τοὺς πρώην ἐπὶ τούτοις συνοδικοὺς τόμους ὡς εὐσεβεστάτους ἐπικυροῦντες, μᾶλλον δὲ καὶ τούτοις ἑπόμενοι, τὸν μὲν Βαρλαὰμ ἐκεῖνον καὶ τὸν ᾿Ακίνδυνον, ὡς εἰς αὐτὰ τὰ καίρια τῆς εὐσεβείας ἐμπαροινήσαντας καὶ μηδαμῶς μεταμεληθέντας ἔτι περιόντας τῶ βίω, τῶ ἀπὸ Χριστοῦ ἀναθέματι δικαίως καθυποβάλλομεν. Τοὺς δὲ νῦν ἀναφανέντας καὶ συνοδικῶς ἐξελεχθέντας ἐκείνοις ὁμόφρονας, καὶ ἁπλῶς ὅσοι τῆς συμμορίας αὐτῶν, ἀποκηρύκτους τε καὶ ἀποβλήτους ἔχομεν τῆς καθολικῆς καὶ
ἀποστολικῆς τοῦ Χριστοῦ ᾿Εκκλησίας, εἰ μὴ μεταμεληθεῖεν, καὶ τῶ ἀπὸ Χριστοῦ ἀναθέματι καθυποβάλλομεν, καὶ τοὺς κοινωνοῦντας τούτοις ἐν γνώσει ἀκοινωνήτους ἔχομεν, καὶ πάσης ἱερατικῆς λειτουργίας τοὺς ἔχοντας ἀπογυμνοῦμεν. Τοὺς δ’ ὑπὸ τούτων συναρπαγέντας τε καὶ παρασυρέντας, καὶ μὴ τῶν ἐξάρχων τῆς αἱρέσεως ὄντας, ἀμεταμελήτους μὲν μένοντας, τοῖς ὁμοίοις καθυποβάλλομεν, μεταμεληθέντας δὲ γνησίως καὶ ἀναθεματίζοντας τὴν τε ταύτην κακοδοξίαν καὶ τοὺς εἰς τέλος ἐμμείναντας ταύτη, μὴ μόνον εἰς κοινωνίαν τὴν κατ’ εὐσέβειαν, ἀλλὰ καὶ εἰς ἱερωσύνην ἀσμενέστατα προσιέμεθα, μηδαμῶς τούτους ὑποβιβάζοντες, κατὰ τὴν ἐπὶ τοῖς τοιούτοις διάγνωσιν καὶ ἀπόφασιν τῆς ἁγίας καὶ Οἰκουμενικῆς ἑβδόμης Συνόδου, διοριζομένης «ὅτι τοὺς μὲν πρωτάρχους καὶ προϊσταμένους καὶ τῆς δυσσεβείας ἐκδικητὰς οὐδὲ μεταμελουμένους ὅλως εἰς ἱερωσύνην παραδεχόμεθα, τοὺς δὲ βιασθέντας ἢ συναρπαγέντας τε καὶ παρασυρέντας, μεταμελομένους ἀληθῶς καὶ γνησίως, εἰς ἱερωσύνην κατὰ τὸν οἰκεῖον ἕκαστον βαθμὸν προσδεχόμεθα».
(51ος ῞Ορος της Εν Κων/λει 'Αγίας Συνόδου του 1351. Βλ. Πρωτοπρ. Ιωάννου Ρωμανίδου, Δογματική και Συμβολική Θεολογία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, Τόµος Β΄, Εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 2000, σ. 270-271. Βλ. και Παναγιώτη Σημάτη, Η Αποτείχιση από τους Οικουμενιστές επείγουσα υπόθεση προβλεπόμενη από τους Αγίους Πατέρες, Αίγιο 2010, Υποσημείωση 31, όπου αναφέρεται ότι: Εφόσον ο κ. Βαρθολομαίος θεωρεί τον παπισμόν
«αδελφήν Εκκλησίαν» και δίδει «κοινήν μαρτυρίαν πίστεως» με τον πάπαν, εις τα όμματα των Πατέρων της Εκκλησίας είναι ακοινώνητος. )
1ος ΑΙΩΝΑΣ
Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος
Πᾶς ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα, κἂν ἀξιόπιστος ᾖ, κἂν νηστεύῃ, κἂν παρθενεύῃ, κἂν σημεῖα ποιῇ, κἂν προφητεύῃ, λύκος σοι φαινέσθω ἐν προβάτου δορᾷ, προβάτων φθορὰν κατεργαζόμενος. εἴ τις ἀρνεῖται τὸν σταυρὸν καὶ τὸ πάθος ἐπαισχύνεται, ἔστω σοι ὡς αὐτὸς ὁ ἀντικείμενος· κἂν ψωμίσῃ τὰ ὑπάρχοντα πτωχοῖς, κἂν ὄρη μεθιστᾷ, κἂν παραδῷ τὸ σῶμα εἰς καῦσιν, ἔστω σοι βδελυκτός. εἴ τις φαυλίζει τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας, οὓς ὁ Χριστὸς παρὼν ἐπλήρωσεν, ἔστω σοι ὡς ὁ ἀντίχριστος. εἴ τις ἄνθρωπον ψιλὸν λέγει τὸν κύριον, Ἰουδαῖός ἐστιν χριστοκτόνος.
(Τhesaurus Linguae Graecae [TLG], Ignatius Scr. Eccl., Epistulae interpolatae et epistulae suppositiciae (recensio longior) [Sp.] Epistle 10, chapter 2, section 1, line 1)
2ος ΑΙΩΝΑΣ
Άγιος Ειρηναίος
Καὶ εἰσὶν οἱ ἀκηκοότες αὐτοῦ ὅτι Ἰωάννης ὁ τοῦ Κυρίου μαθητὴς ἐν τῇ Ἐφέσῳ πορευθεὶς λούσασθαι καὶ ἰδὼν ἔσω Κήρινθον ἐξήλατο τοῦ βαλανείου μὴ λουσάμενος, ἀλλ' ἐπειπών · »Φύγωμεν, μὴ καὶ τὸ
βαλανεῖον συμπέσῃ, ἔνδον ὄντος Κηρίνθου τοῦ τῆς ἀληθείας ἐχθροῦ.» Καὶ αὐτὸς δὲ ὁ Πολύκαρπος Μαρκίωνί ποτε εἰς ὄψιν αὐτῷ ἐλθόντι καὶ φήσαντι· «Ἐπιγίνωσκε ἡμᾶς», ἀπεκρίθη · «Ἐπιγινώσκω, ἐπιγινώσκω τὸν πρωτότοκον τοῦ Σατανᾶ.» Τοσαύτην οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτῶν ἔσχον εὐλάβειαν πρὸς τὸ μηδὲ μέχρι λόγου κοινωνεῖν τινι τῶν παραχαρασσόντων τὴν ἀλήθειαν , ὡς καὶ Παῦλος ἔφησεν ·
«Αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος.»(TLG, Irenaeus Theol., Adversus haereses (liber 3)(1447:002)“Irénée de Lyon. Contre
les hérésies, livre 333 voo. 22pub Cerf”, Ed. Rousseau, A., Doutreleau, L.Paris: Cerf,1974; Sources chrétiennes 211. Section 5, line 19-33)
Μηδὲ μέχρι λόγου κοινωνεῖν τινι τῶν παραχαρασσόντων τὴν άλήθειαν.(P.G. 7, 854A)
4ος ΑΙΩΝΑΣ
Μέγας Αθανάσιος
Τοῖς τὸν μονήρη βίον ἀσκοῦσι , καὶ ἐν πίστει Θεοῦ ἱδρυμένοις, ἀγαπητοῖς καὶ ποθεινοτάτοις ἀδελφοῖς ἐν Κυρίῳ χαίρειν. Εὐχαριστῶ μὲν τῷ Κυρίῳ, τῷ δόντι ὑμῖν εἰς αὐτὸν πιστεῦσαι, ἵνα μετὰ τῶν ἁγίων καὶ ὑμεῖς ἔχητε τὴν ζωὴν τὴν αἰώνιον · ἐπειδὴ δέ εἰσί τινες οἱ τὰ Ἀρείου φρονοῦντες, περιερχόμενοι τὰ μοναστήρια, δι' οὐδὲν ἄλλο εἰ μὴ ἵνα, ὡς πρὸς ὑμᾶς ἐλθόντες καὶ ἀφ' ἡμῶν ὑποστρέφοντες, τοὺς ἀκεραίους ἐξαπατῶσι · τινὲς δέ εἰσιν οἱ διαβεβαιοῦντες μὲν τὰ Ἀρείου μὴ φρονεῖν, συγκαταβαίνοντες δὲ, καὶ μετ' αὐτῶν εὐχόμενοι ἐπὶ τὸ αὐτό · ἀναγκαίως, παρακελευόντων τινῶν εἰλικρινεστάτων ἀδελφῶν, πρὸς ὑμᾶς γράφειν ἐσπούδασα, ἵνα τὴν εὐσεβῆ πίστιν, ἣν ἡ τοῦ Θεοῦ χάρις
ἐν ὑμῖν ἐργάζεται, ἀκεραίως καὶ ἀδόλως φυλάττοντες, οὐ μὴ πρόφασιν δῶτε σκανδάλου τοῖς ἀδελφοῖς. Ὅταν γάρ τινες ὑμᾶς τοὺς ἐν Χριστῷ πιστοὺς θεωρήσαντες μετ' αὐτῶν συνερχομένους καὶ κοινωνοῦντας, πάντως ὑπονοήσαντες ἀδιάφορον εἶναι τὸ τοιοῦτον, εἰς τὸν τῆς ἀσεβείας ἐμπεσοῦνται βόρβορον . Ἵν' οὖν μὴ τοῦτο γένηται, θελήσατε, ἀγαπητοὶ , τοὺς μὲν φανερῶς φρον οῦντας τὰ τῆς ἀσεβείας ἀποστρέφεσθαι, τοὺς δὲ νομίζοντας τὰ Ἀρείου μὴ φρονεῖν,
κοινωνοῦντας δὲ μετὰ τῶν ἀσεβῶν φυλάττεσθαι · καὶ μάλιστα ὧν τὸ φρόνημα ἀποστρεφόμεθα, τούτους ἀπὸ τῆς κοινωνίας προσήκει φεύγειν. Εἰ δέ τις προσποιεῖται μὲν ὁμολογεῖν ὀρθὴν πίστ ιν, φαίνεται δὲ κοινωνῶν ἐκείνοις, τὸν τοιοῦτον προτρέψασθε ἀπέχεσθαι τῆς τοιαύτης συνηθείας · καὶ ἐὰν μὲν ἐπαγγέλληται, ἔχετε τὸν τοιοῦτον ὡς ἀδελφόν · ἐὰν δὲ φιλονείκως ἐπιμένῃ, τὸν τοιοῦτον παραιτεῖσθε. Οὕτω γὰρ διατελοῦντες καθαρὰν τὴν πίστι διατηρήσετε· κἀκεῖνοι βλέποντες ὑμᾶς ὠφεληθήσονται, φοβηθέντες μὴ ἄρα ὡς ἀσεβεῖς καὶ τὰ ἐκείνων φρονοῦντες νομισθῶσιν .
(TLG, Athanasius Theol., Epistula ad monachos (2035: 055); MPG 26.Volume 26, page1185, line 41 – page 1188, line 30)
Αφού ο Αρτέμιος ερεύνησε και δεν βρήκε τον Άγιο, είπε στη σύναξη των αδελφών:᾿᾿Ελάτε να προσευχηθείτε για μένα᾿᾿. Εκείνοι τότε του είπαν:᾿᾿Δεν μπορούμε, επειδή έχουμε εντολή από τον πατέρα μας να μη προσευχόμαστε με κανένα που είναι μαζί με τους Αρειανούς᾿᾿– διότι έβλεπαν ένα αρειανό επίσκοπο μαζί του.
(Β.Ε.Π.Ε.Σ. τόμος 40,σελ. 185)
Βαδίζοντες τὴν ἀπλανῆ και ζωηφόρον ὁδόν, ὀφθαλμὸν μὲν ἐκκόψωμεν σκανδαλίζοντα, μὴ τὸν αἰσθητὸν ἀλλὰ τὸν νοητὸν. Οῖον ἐὰν ὁ ἐπίσκοπος ἤ ὁ πρεσβύτερος οἱ ὄντες ὀφθαλμοί τῆς Ἐκκλησίας κακῶς ἀναστρέφωνται καὶ σκανδαλίζωσι τὸν λαόν, χρὴ αὐτοὺς ἐκβάλλεσθαι. Συμφέρον γὰρ ἐστιν ἄνευ αὐτῶν συναθροίζεσθαι εἰς εὐκτήριον οῖκον, ἤ
µετ΄ αὐτοὺς ἐμβληθῆναι ὡς μετὰ Ἄννα καὶ Καϊάφα εἰς τὴν γέενναν τοῦ πυρός.(P.G. 35, 33)
Ἐρώτ. ϟθʹ. Τί λέγει· «Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ;» Ἀπόκ. Τοῦτο λέγει διὰ τοὺς πονηροὺς καὶ σκολιοὺς ἀνθρώπους. Ὅτι,ὥσπερ ἡ παλαιὰ ζύμη μικρὰ μὲν ἔστι, πολὺ δὲ ἄλευρον ποιεῖ ζυμωθῆναι· οὕτω καὶ ὁ κακοποιὸς ἄνθρωπος, τρέφων ἐν ἑαυτῷ τὴν κακίαν, μεταδίδωσι καὶ τοῖς ἄλλοις, καὶ γίνεται σκάνδαλον, καὶ καταβλάπτει πολλούς. Διὰ τοῦτο πάλιν λέγει · «Ἐκκαθάρατε οὖν τὴν παλαιὰν ζύμην, ἵνα ἦτε νέοι ·» τουτέστιν · Ἐκδιώξατε τὸν πονηρὸν καὶ
σκολιὸν ἐξ ὑμῶν, ἢ φύγετε ἀπ' αὐτοῦ · ἐπειδὴ πᾶσα κακία μολύνει τὸν ἄνθρωπον. Διὰ τοῦτο καὶ ὁ Δαβὶδ, φεύγων τοὺς πονηροὺς, ἔλεγεν · «Οὐκ ἐκάθισα μετὰ συνεδρίου ματαιότητος, καὶ μετὰ παρανομούντων οὐ μὴ εἰσέλθω. Ἐμίσησα ἐκκλησίαν πονηρευομένων.» Διὰ τί δὲ ταῦτα ἐποίει; Ἐπειδὴ πάλιν λέγει ἀλλαχο ῦ· «Μετὰ ὁσίου ὅσιος ἔσῃ, καὶ μετὰ ἐκλεκτοῦ ἐκλεκτὸς ἔσῃ, καὶ μετὰ στρεβλοῦ διαστρέψῃς .» Καὶ γὰρ οἷός ἐστιν ὁ συνοικῶν μετὰ σοῦ, τοιοῦτον ἀπεργάσεται εἶναί σε .
(TLG, Athanasius Theol., Quaestiones in scripturam sacram [Sp.] (2035: 080); MPG 28. Volume 28, page 757, line 5-24)
Εἶπεν ὁ Κύριος: «Προσέχετε ἀπὸ τῶν ψευδοπροφητῶν, οἵτινες ἔρχονται πρὸς ὑμᾶς ἐν ἐνδύμασιν προβάτων, ἔσωθεν δέ εἰσιν λύκοι ἅρπαγες . ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς». Ἐάν οὖν τινα ἴδης, ἀδελφέ, ὅτι ἔχει σχῆμα σεμνοπρεπές, μη πρόσχης, ὅτι ἐνδέδυται κώδιον προβάτου, ὅτι ὄνομα ἔχει πρεσβυτέρου, ἤ ἐπισκόπου, ἤ διακόνου, ἤ ἀσκητοῦ, ἀλλά τάς πράξεις αὐτοῦ περιέργασαι· εἰ ἔστι σώφρων, εἰ ἔστι φιλόξενος, ἤ ἐλεήμων, ἤ ἀγαπητικός, ἤ ἐν προσευχαῖς καρτερικός, ἤ ὑπομονητικός . Εἰ ἔχει κοιλίαν θεόν, καί τόν φάρυγγα ἅδην, νοσῶν χρήματα, καί καπηλεύων τήν θεοσέβειαν, ἄφες αὐτόν · οὐ γάρ ἐστι ποιμήν ἐπιστημονικός,ἀλλά λύκος ἁρπακτικός. Εἰ δε οἶδας τά δένδρα δοκιμάζειν ἀπό τῶν καρπῶν , ποῖά ἐστι τῆ φύσει, τῆ γεύσει, τῆ πιότητι, πολλῶ μᾶλλον ἀπό τῶν ἔργων ὀφείλεις δοκιμάζειν τους Χριστεμπόρους, ὅτι, φοροῦντες φημάριον εὐλαβείας , ψυχήν κέκτηνται διαβολικήν. Εἰ δέ καί ἀπό ἀκανθῶν οὐ συλλέγεις σταφυλάς, ἤ ἀπό τριβόλων σῦκα , τί ὑπολαμβάνεις, ὅτι ἀπό παραβατῶν ἔχεις τι ἀγαθόν ἀκοῦσαι , ἤ ἀπό προδοτῶν μαθεῖν τι χρήσιμον; Ἐκείνους τοίνυν ἀποστρέφου ὡς λύκους Ἀραβικούς, καί ἀκάνθας παρακοῆς, καί τριβόλους ἀδικημάτων, καί δένδρα πονηρά. Ἐάν ἴδης συνετόν, κατά τήν συμβουλεύουσαν σοφίαν, ὄρθριζε πρός αὐτόν, καί σταθμούς θυρῶν αὐτοῦ ἐκτριβέτω ὁ ποῦς σου, ἵνα παρ’ αὐτοῦ διδαχθῆς νόμου σκιαγραφήματα, καί χαρίτων δωρήματα. Οὔτε δέ λόγος σοφιστικός, ἤ σχῆμα ἐπιθετικόν εἰσάγουσιν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν , ἀλλά πίστις τελεία καί ἀπερίεργος μετά τῆς ἐναρέτου καί διαλαμπούσης προνοίας.
(Μ. Αθανασίου, Περί Ψευδοπροφητών, ΒΕΠΕΣ 33, 197) (σ.σ. Ο σχολιασμός της πηγής ανήκει στον π. Θεόδωρο Ζήση.)Εἶχαν ξεσηκωθῆ οἱ μοναχοί τῆς Καππαδοκίας ἀκόμη καί ἐναντίον τοῦ Μ. Βασιλείου ἀντιδρῶντες , διότι πρός καιρόν καί γιά λόγους οἰκονομίας ἀπέφευγε νά ὀνομάσει τό Ἅγιον Πνεῦμα «ὁμοούσιον», προκειμένου νά προσελκύσει τούς μετριοπαθεῖς Πνευματομάχους. Ὁ Καππαδόκης πρεσβύτερος Παλλάδιος ἐνημέρωσε σχετικῶς τόν Μ. Ἀθανάσιο, ὥστε νά τούς συμβουλεύσει νά ὁμονοήσουν καί νά ὑπακούσουν στόν ἐπίσκοπο. Ἡ ἀπάντηση τοῦ ὄντως Μεγάλου ἀγωνιστοῦ καί προμάχου τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως εἶναι τελείως διαφορετική ἀπό τίς ἀπαντήσεις πατριαρχῶν, ἀρχιεπισκόπων καί ἐπισκόπων τῆς σήμερον προς μοναχούς, ὅταν διαμαρτύρονται γιά παρεκκλίσεις ἀπό τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας. Δεν τούς ἐπιπλήττει, γιατί ἐνδιαφέρονται γιά θέματα πίστεως, συνιστώντας τους νά περιορισθοῦν στά μοναστικά τους καθήκοντα, σάν νά ὑπάρχει ὑπέρτατο καθῆκον ἀπό τήν τήρηση τῆς πίστεως καί τήν ὑπεράσπισή της. Τούς συνιστᾶ νά ἐξακολουθήσουν νά ἔχουν ἐμπιστοσύνη καί νά κάνουν ὑπακοή στόν Βασίλειο, γιατί δέν ὑπάρχει κάτι ὕποπτο στήν στάση του. Ἄν ὑπῆρχε ὄντως κάτι ὕποπτο, τότε καλά κάνουν καί ἀνθίστανται, εἶναι δικαιολογημένη ἡ ἀντίσταση καί ἡ ἀνυπακοή τους. Ὑπάρχει λοιπόν δικαιολογημένη ἀνυπακοή, ἁγία, θεία ἀνυπακοή, ὅταν ὁ ἐπίσκοπος δέν ὀρθοτομεῖ τόν λόγο τῆς ἀληθείας. Μακάρι νά μπορούσαμε νά διαπιστώσουμε καί σήμερα ὅτι ἁπλῶς οἰκονομοῦνται τά πράγματα μέ τούς αἰρετικούς…
…Γράφει ὁ Μ. Ἀθανάσιος: «Ἐπειδὴ δὲ καὶ περὶ τῶν μοναζόντων τῶν ἐν Καισαρείᾳ ἐδήλωσας· ἔμαθον δὲ παρὰ τοῦ ἀγαπητοῦ ἡμῶν Διανίου, ὡς λυπουμένων καὶ ἀνθισταμένων αὐτῶν τῷ ἀγαπητῷ ἡμῶν Βασιλείῳ τῷ
ἐπισκόπῳ· σὲ μὲν ἀπεδεξάμην δηλώσαντα, αὐτοῖς δὲ τὰ πρέποντα δεδήλωκα· ἵν' ὡς τέκνα ὑπακούωσι πατρ ὶ, καὶ μὴ ἀντιλέγωσιν, οἷς αὐτὸς δοκιμάζει. Εἰ μὲν γὰρ ὕποπτος ἦν περὶ τὴν ἀλήθειαν, καλῶς ἐμάχοντο· εἰ δὲ τεθαῤῥήκασι, τεθαῤῥήκαμεν δὲ καὶ πάντες ἡμεῖς, ὡς καύχημα τῆς Ἐκκλησίας ἐστὶν, ἀγωνιζόμενος μᾶλλον ὑπὲρ τῆς ἀληθείας, καὶ διδάσκων τοὺς δεομένους · οὐ χρὴ πρὸς τὸν τοιοῦτον μάχεσθαι, ἀλλὰ καὶ μᾶλλον ἀποδέχεσθαι τὴν ἀγαθὴν αὐτοῦ συνείδησιν. Ἐξ ὧν γὰρ διηγήσατο ὁ ἀγαπητὸς Διάνιος, μάτην φαίνονται
λυπούμενοι. Αὐτὸς μὲν γὰρ, ὡς τεθάῤῥηκα, τοῖς ἀσθενοῦσιν ἀσθενὴς γίνεται, ἵνα τοὺς ἀσθενεῖς κερδήσ ῃ· οἱ δὲ ἀγα πητοὶ ἡμῶν, ἀποβλέποντες εἰς τὸν σκοπὸν τῆς ἀληθείας αὐτοῦ, καὶ τὴν οἰκονομίαν, δοξαζέτωσαν τὸν Κύριον, τὸν δεδωκότα τῇ Καππαδοκίᾳ τοιοῦτον ἐπίσκοπον, οἷον καὶ ἑκάστη χώρα ἔχειν εὔχεται. Καὶ σὺ οὖν, ἀγαπητὲ, θέλησον αὐτοῖς δηλῶσαι, ἵνα, ὡς ἔγραψα, πεισθῶσι . Τοῦτο γὰρ καὶ αὐτοὺς συνίστησιν εὐγνώμονας πρὸς πατέρα · τοῦτο καὶ τὴν εἰρήνην ταῖς Ἐκκλησίαις διαφυλάξει. Ἐῤῥῶσθαί σε ἐν Κυρίῳ εὔχομαι, ἀγαπητὲ υἱέ».
Εἶναι ἀξιοπαρατήρητο ἐπίσης στό κείμενο αὐτό τοῦ μεγάλου προμάχου καί ὑπερασπιστοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας ὅτι δέν συνιστᾶ στούς μοναχούς νά ἀκολουθήσουν καί αὐτοί τήν στάση καί τήν γραμμή τοῦ Μ. Βασιλείου ἐγκαταλείποντες τήν ἀκρίβειαν, ἀλλά νά δεχθοῦν τά ἀγαθά κίνητρά του, «τήν ἀγαθήν αὐτοῦ συνείδησιν».
(Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ. 27-29)
Μέγας Αντώνιος
Προσέξτε μόνο να μη μολύνετε τους εαυτούς σας με την εκκλησιαστική κοινωνία των Αρειανών. Διότι η διδασκαλία τους δεν είναι των Αποστόλων, αλλά των δαιμόνων και του πατρός τους διαβόλου. Ως τέτοια δε, είναι ακαρποφόρητη και παράλογη και προϊόν ανόητης διανοίας, όπως ακριβώς είναι η αλογία των ημιόνων. (Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, Οι αγώνες των μοναχών υπέρ της Ορθοδοξίας. β΄ έκδοση-Ι.Μ. Αγίας Αναστασίας Ρωμαίας, Ρέθυμνο 2008. Σελ. 36)
Να μιμήσθε τους Αγίους και να μη πλησιάζετε τους σχισματικούς Μελιτιανούς, επειδή γνωρίσατε την πονηρή και ανόσια προαίρεσή τους. Ούτε με τους Αρειανούς να έχετε καμία εκκλησιαστική κοινωνία, επειδή και η δική τους ασέβεια είναι φανερή σε όλους. Να μη
ταράσσεσθε και αν ακόμη ιδήτε τους δικαστές να τους υπερασπίζονται, διότι η δύναμίς τους είναι δύναμις θνητών ανθρώπων και πρόσκαιρη, και σύντομα θα παύση να υπάρχη.
(Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, ό.π., σ. 36)
Να μην έχετε καμμία εκκλησιαστική κοινωνία με τους σχισματικούς ούτε καθόλου με τους αιρετικούς Αρειανούς. Άλλωστε, γνωρίζετε ότι και εγώ τους απέφευγα εξ’ αιτίας της χριστομάχου και κακοδόξου αιρέσεώς τους.
(Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, ό.π., σ. 36)
Στη βιογραφία του Μεγάλου Αντωνίου( που γράφτηκε από τον Μεγάλο Αθανάσιο) διαβάζουμε: Και κατά την πίστην δε, ήταν λίαν θαυμαστός και ευσεβής. Διότι, ούτε προς τους σχισματικούς Μελετιανούς εκοινώνησεν ποτέ - γνωρίζων αυτών την απαρχής πονηρίαν και αποστασίαν των- ούτε προς τους Μανιχαίους, η άλλους αιρετικούς ωμίλησε φιλικά … θεωρών και διδάσκων την φιλίαν και ομιλίαν με αυτούς ως βλάβη και απώλεια ψυχής. Έτσι ακριβώς εσυχαίνετο και την αίρεσιν των Αρειανών, και προέτρεπε πάντας να μην προσεγγίζουν αυτούς,ούτε να μετέχουν της κακοδοξίας των.
(Θεοδώρητου Ιερομοναχού, Μοναχισμός και αίρεσις, Αθήνα 1977, σελ. 26-27)
Μέγας Βασίλειος
Να απέχετε από την εκκλησιαστική κοινωνία με τους αιρετικούς, αφού γνωρίζετε ότι η αδιαφορία σε αυτά τα ζητήματα μας στερεί την παρρησία ενώπιον του Χριστού...
(Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, όπ., σ. 48) Oἵτινες τὴν ὑγιῆ ὀρθόδοξον πίστιν προσποιοῦντες ὁμολογεῖν, κοινωνοῦσι δὲ τοῖς ἑτερόφροσιν, τοὺς τοιούτους , εἰ μετὰ παραγγελίαν μὴ ἀποστῶσιν, μὴ μόνον ἀκοινωνήτους ἔχειν, άλλὰ μηδὲ ἀδελφοὺς ὀνομάζειν.
(Αρχιμανδίτου Χρυσοστόμου Σπύρου, Η Αποτείχισις μου, Σπέτσες 2008,σελ. 16)
Καὶ γὰρ κἀκεῖνοι (σ.σ. οι ιατροί), ὅπερ ἂν εὕρωσι τῶν μελῶν ἀνιάτῳ πάθει προειλημμένον, ὡς μὴ ἐπὶ πολὺ χυθῆναι τὴν βλάβην κατὰ τὸ συνεχὲς τὰ παρακείμενα διαφθείρουσαν, τομαῖς καὶ καύσεσιν ἐξαιρεῖν εἰώθασιν . Ὅπερ καὶ ἡμῖν ἐπὶ τῶν ἐχθραινόντων ἢ ἐμποδιζόντων ταῖς ἐν τολαῖς τοῦ Κυρίου ἐξ ἀνάγκης ἐστὶ ποιεῖν, κατὰ τὸ πρόσταγμα αὐτοῦ τοῦ Κυρίου εἰπόντος · Ἐὰν ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζῃ σε, ἔξελε αὐτὸν, καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ. Ἡ γὰρ ἐπὶ τῶν τοιούτων φιλανθρωπία παραπλησία ἐστὶ τῇ ἀπαιδεύτῳ χρηστότητι τοῦ Ἠλεὶ, ᾗπερ ἐπὶ τ ῶν υἱῶν παρὰ τὸ ἀρέσκον τῷ Θεῷ χρησάμενος ἐλέγχεται. Προδοσία οὖν ἐστι τῆς ἀληθείας, καὶ ἐπιβουλὴ τοῦ κοινοῦ, καὶ ἐθισμὸς πρὸς ἀδιαφορίαν κακῶν, ἡ πρὸς τοὺς πονηρευομένους ἐσχηματισμένη χρηστότης , μηκέτι μὲν γινομένου τοῦ γεγραμμένου ·Διὰ τί οὐχὶ μᾶλλον ἐπε νθήσατε, ἵνα ἐξαρθῇ ἐκ μέσου ὑμῶν ὁ τὸ ἔργον τοῦτο ποιήσας; συμβαίνοντος δὲ ἐξ ἀνάγκης τοῦ ἐπιφερομένου, ὅτι Μικρὰ ζύμη ὅλον τὸ φύραμα ζυμοῖ. Τοὺς δὲ ἁμαρτάνοντας, φησὶν ὁ Ἀπόστολος, ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε· καὶ τὴν αἰτίαν εὐθὺς ἐπάγει, λέγων ·Ἵνα καὶ οἱ λοιπ οὶ φόβον ἔχωσιν. (TLG, Basilius Theol., Asceticon magnum sive Quaestiones (regulae fusius tractatae), Volume 31, page 988, line 46)
Οἳ οὐδ' ἂν πρὸς ὥραν (σ.σ. ούτε καν μία ώρα) αὐτῶ ἐπεδεξάμεθα τὴν συνάφειαν, εἰ σκάζοντας αὐτοὺς περὶ τὴν πίστιν εὕρομεν.
(P.G. 32, 992-994)
ΕΡΩΤΗΣΙΣ ΡΙΔʹ.
Τοῦ Κυρίου προστάσσοντος, «Ἐάν τίς σε ἀγγαρεύσῃ μίλιον ἓν, ὕπαγε μετ' αὐτοῦ δύο ·» καὶ τοῦ Ἀποστόλου διδάσκοντος, ὑποτάσσεσθαι ἀλλήλοις ἐν φόβῳ Χριστοῦ, εἰ δεῖ παντὶ καὶ ὅ τι δήποτε ἐπιτάσσοντι ὑπακούειν.
ΑΠΟΚΡΙΣΙΣ.
Γῶν μὲν ἐπιτασσόντων ἡ διαφορὰ οὐδὲν ὀφείλει παραβλάπτειν τὴν ὑπακοὴν τῶν ἐπιτασσομένων · οὔτε γὰρ Μωσῆς παρήκουσε τοῦ Ἰοθὸρ ἀγαθὰ συμβουλεύσαντος · τῶν δὲ ἐπιτεταγμένων διαφορᾶς οὐκ ὀλίγης οὔσης (τὰ μὲν γὰρ ἐναντίως ἔχει πρὸς τὴν ἐντολὴν τοῦ Κυρίου, ἤτοι πα ραφθείροντα αὐτὴν, ἢ μολύνοντα πολλαχῶς ἐπιμιξίᾳ τοῦ κεκωλυμένου · τὰ δὲ συνεμπίπτει τῇ ἐντολ ῇ· τὰ δὲ, κἂν μὴ συνεμπίπτῃ κατὰ τὸ προφανὲς, ἀλλὰ συμβάλλεται, καὶ οἱονεὶ βοήθειά τίς ἐστι τῆς ἐντολῆς), ἀναγκαῖον μεμνῆσθαι τοῦ Ἀποστόλου εἰπόντος · Προφητείας μὴ ἐξουθενεῖτε · πάντα δὲ δοκιμάζον τες, τὸ καλὸν κατέχετε · ἀπὸ παντὸς εἴδους πονηροῦ ἀπέχεσθε · καὶ πάλιν· Λογισμοὺς καθαιροῦντες, καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ, καὶ αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Χριστοῦ. Ὥστε ἂν μέν τι συνεμπῖπτον τῇ ἐν τολῇ τοῦ Κυρίου, ἢ συμβαλλόμενον ἐπιταχθῶμεν, ὡς τοῦ Θεοῦ θέλημα σπουδαιότερον καὶ ἐπιμελέστερον καταδέχεσθαι χρὴ, πληροῦντας τὸ εἰρημένον · Ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ Χριστο ῦ· ὅταν δέ τι ἐναντίον τῇ τοῦ Κυρίου ἐντολῇ, παραφθεῖρον ἢ μολῦνον αὐτὴν ἐπιταχθῶμεν παρά τινος, καιρὸς εἰπεῖν τότε · Πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἢ ἀνθρώποις · μνημονεύοντας τοῦ Κυρίου λέγοντος · Ἀλλοτρίῳ δὲ οὐ μὴ ἀκολουθήσωσιν, ἀλλὰ φεύξονται ἀπ' αὐτοῦ, ὅτι οὐκ οἴδασι τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν · καὶ τοῦ Ἀποστόλου τολμήσαντος ὑπὲρ τῆς ἡμετέρας ἀσφαλείας καὶ αὐτῶν καθάψασθαι τῶν ἀγγέλων δι' ὧν φησι· Κἂν ἡμεῖς αὐτοὶ, ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζηται ὑμῖν, παρ'
ὃ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω . Ἐξ ὧν παιδευόμεθα, ὅτι, κἂν πολὺ γνή σιός τις ᾖ, κἂν ὑπερβαλλόντως ἔνδοξος ὁ κωλύων τὸ ὑπὸ τοῦ Κυρίου προστεταγμένον, ἢ προτρέπων ποιεῖν τὸ ὑπ' αὐτοῦ
κεκωλυμένον, φευκτὸς ἢ καὶ βδελυκτὸς ὀφείλει εἶναι ἑκάστῳ τῶν ἀγαπώντων τὸν Κύριον.(TLG, Basilius Theol., Asceticon magnum sive Quaestiones (regulae brevius tractatae), Volume 31, page 1160, line 1)
Εἴτε οὖν βαρὺς ὁ πειρασμός, ἀδελφοί, ὑπομείνωμεν τὰ ἐπίπονα. Οὐδεὶς γὰρ μὴ πληγεὶς ἐν ἀγῶσι μηδὲ κονισάμενος στεφανοῦται . Εἴτε κοῦφα ταῦτα τοῦ διαβόλου τὰ παίγνια καὶ οἱ ἐπιπεμφθέντες ἡμῖν ὀχληροὶ μέν, διότι τοιούτου εἰσὶν ὑπηρέται, εὐκαταφρόνητοι δέ, ὅτι τῇ πονηρίᾳ αὐτῶν ὁ Θεὸς ἀδυναμίαν συνῆψε , φυλαξώμεθα τὴν κατάγνωσιν ὡς ἐπὶ μικροῖς παθήμασι μεγάλα ὀδυρόμενοι. Ἓν γάρ ἐστιν ὀδύνης ἄξιον , ἡ αὐτοῦ ἐκείνου ἀπώλεια τοῦ, τῆς προσκαίρου ἕνεκεν δόξης (εἴπερ οὖν δόξαν χρὴ λέγειν τὸ δημοσίᾳ ἀσχημονεῖν), τῆς αἰωνίας τῶν δικαίων τιμῆς ἑαυτὸν ἀποστερήσαντος. Τέκνα ὁμολογητῶν καὶ τέκνα μαρτύρων ἐστὲ τῶν μέχρις αἵματος ἀντικαταστάντων πρὸς τὴν ἁμαρτίαν. Τοῖς οἰκείοις ἕκαστος χρησάσθω ὑποδείγμασι πρὸς τὴν ὑπὲρ τῆς εὐσεβείας ἔνστασιν. Οὐδεὶς ὑμῶν πληγαῖς κατεξάνθη, οὐδενὸς οἶκος ἐδημεύθη· οὐ τὴν ὑπερορίαν ᾠκήσαμεν, οὐ δεσμωτήριον ἐγνωρίσαμεν . Τί πεπόνθαμεν δεινόν; Εἰ μὴ τάχα τοῦτο λυπηρὸν ὅτι μηδὲν πεπόνθαμεν μηδὲ ἐνομίσθημεν ἄξιοι τῶν ὑπὲρ Χριστοῦ παθημάτων.
Εἰ δὲ ὅτι ὁ δεῖνα τὸν οἶκον κατέχει τῆς προσευχῆς, ὑμεῖς δὲ ἐν τῷ ὑπαίθρῳ προσκυνεῖτε τὸν οὐρανοῦ καὶ γῆς Δεσπότην, τοῦτο ὑμᾶς
ἀνιᾷ, ἐνθυμήθητε ὅτι οἱ μὲν ἕνδεκα μαθηταὶ ἐν τῷ ὑπερῴῳ ἦσαν ἀποκεκλεισμένοι, οἱ δὲ σταυρώσαντες τὸν Κύριον ἐν τῷ περιβοήτῳ ναῷ τὴν Ἰουδαϊκὴν λατρείαν ἐπλήρουν . Ἰούδας γὰρ τὸν δι' ἀγχόνης θάνατον τοῦ μετ' αἰσχύνης ζῆν προτιμήσας ἔδειξε τάχα τῶν νῦν ἀπερυθριασάντων πρὸς πᾶσαν ἀνθρώπων κατάγνωσιν καὶ διὰ τοῦτο ἀναιδῶς πρὸς τὰ αἰσχρὰ διακειμένων ἑαυτὸν αἱρετώτερον.
Μόνον μὴ ἐξαπατηθῆτε ταῖς ψευδολογίαις αὐτῶν ἐπαγγελλομένων ὀρθότητα πίστεως. Χριστέμποροι γὰρ οἱ τοιοῦτοι καὶ οὐ χριστιανοί, τὸ ἀεὶ αὐτοῖς κατὰ τὸν βίον τοῦτον λυσιτελοῦν τοῦ κατ' ἀλήθειαν ζῆν προτιμῶντες. Ὅτε ἐνόμισαν κτᾶσθαι τὴν κενὴν ταύτην ἀρχήν, προσέθεντο τοῖς ἐχθροῖς τοῦ Χριστοῦ· ὅτε εἶδον τοὺς λαοὺς ἀγριαίνοντας, σχηματίζονται πάλιν τὴν ὀρθότητα. Οὐκ οἶδα ἐπίσκοπον μηδὲ ἀριθμήσαιμι ἐν ἱερεῦσι Χριστοῦ τὸν παρὰ τῶν βεβήλων χειρῶν ἐπὶ καταλύσει τῆς πίστεως εἰς προστασίαν προβεβλημένον.
Αὕτη ἐστὶν ἡ ἐμὴ κρίσις. Ὑμεῖς δὲ εἴ τινα ἔχετε μεθ' ἡμῶν μερίδα, ταὐτὰ ἡμῖν φρονήσετε δηλονότι· εἰ δὲ ἐφ' ἑαυτῶν βουλεύεσθε, τῆς ἰδίας γνώμης ἕκαστός ἐστι κύριος, ἡμεῖς ἀθῷοι ἀπὸ τοῦ αἵματος τούτου. Ταῦτα δὲ ἔγραψα οὐχ ὑμῖν ἀπιστῶν , ἀλλὰ τό τινων ἀμφίβολον στηρίζων ἐκ τοῦ γνωρίσαι τὴν ἐμαυτοῦ γνώμην, ὡς μὴ προσληφθῆναί τινας εἰς κοινωνίαν μηδὲ τῆς χειρὸς αὐτῶν ἐπιβολὴν δεξαμένους, μετὰ ταῦτα εἰρήνης γενομένης, βιάζεσθαι ἑαυτοὺς ἐναριθμεῖν τῷ ἱερατικῷ πληρώματι. Πάντα τὸν κλῆρον τόν τε κατὰ τὴν πόλιν καὶ τὸν ἐπὶ τῆς παροικίας, μετὰ παντὸς τοῦ λαοῦ τοῦ φοβουμένου τὸν Κύριον, ἀσπαζόμεθα διὰ σοῦ.
(TLG, Basilius Theol., Epistulae, Epistle 240, section 2, line 1)
(σ.σ. Ο πρωτοπρεσβύτερος και καθηγητής θεολογίας Θεόδωρος Ζήσης σχολιάζει το ανωτέρω απόσπασμα ως εξής: Ο Μ. Βασίλειος, αγωνισθείς σθεναρώς εναντίον των Αρειανών και Πνευματομάχων, και μέλλων παρ’ ολίγον να εισπράξει την οργήν του αυτοκράτορος Ουάλεντος, του υποστηρίζοντος τους Αρειανούς και εξαναγκάσαντος εις υπακοήν όλους τους επισκόπους και τους πατριάρχας, εκφράζεται απαξιωτικά για τους επισκόπους που προδίδουν την πίστη τους, προκειμένου να ασκούν εξουσία και να έχουν άλλα πλεονεκτήματα. Δεν τους θεωρεί καν επισκόπους ως επισκόπους και συνιστά στους κληρικούς της Νικοπόλεως να μην έχουν καμμία κοινωνία με τον φιλαρειανό επίσκοπο Φρόντωνα· τους εξεγείρει ουσιαστικά σε ανυπακοή, στην αγία και θεία ανυπακοή. Τους εφιστά μάλιστα την προσοχή ότι δεν πρέπει να εξαπατηθούν από το ότι εμφανίζονται να έχουν ορθότητα πίστεως.
Βλέπε: Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ. 30)
---- Διάλογος Μόδεστου και Μ. Βασιλείου ----
{ Μόδεστος } Τί σοι, ὦ οὗτος, βούλεται, τοὔνομα προσειπών, οὔπω γὰρ ἐπίσκοπον ἠξίου καλεῖν, τὸ κατὰ τοσούτου κράτους τολμᾶν, καὶ μόνον τῶν ἄλλων ἀπαυθαδιάζεσθαι ;
{ Βασίλειος } Τοῦ χάριν, ὁ γεννάδας φησί, καὶ τίς ἡ ἀπόνοια; Οὔπω γὰρ ἔχω γινώσκειν.
{ Μόδεστος } Ὅτι μὴ τὰ βασιλέως θρησκεύεις, τῶν ἄλλων ἁπάντων ὑποκλιθέντων καὶ ἡττημένων .
{ Βασίλειος } Οὐ γὰρ ταῦτα βασιλεὺς ὁ ἐμὸς βούλεται, οὐδὲ κτίσμα τι προσκυνεῖν ἀνέχομαι, Θεοῦ τε κτίσμα τυγχάνων καὶ θεὸς εἶναι κεκελευσμένος.
{ Μόδεστος } Ἡμεῖς δέ, τί σοι δοκοῦμεν; Ἦ οὐδέν, ταῦτα προστάττοντες; Τί δαί; Οὐ μέγα σοι τὸ μεθ' ἡμῶν τετάχθαι καὶ κοινωνοὺς ἔχειν ἡμᾶς;
{ Βασίλειος } Ὕπαρχοι μέν ὑμεῖς, καὶ τῶν ἐπιφανῶν, οὐκ ἀρνήσομαι, οὔπω δὲ Θεοῦ τιμιώτεροι. Καὶ τὸ κοινωνοὺς ἔχειν, μέγα μέν · πῶς γὰρ οὔ; Πλάσμα Θεοῦ καὶ ὑμεῖς, ἀλλ' ὡσεί τινας ἄλλους τῶν ὑφ' ἡμῖν τεταγμένων· οὐ γὰρ προσώποις τὸν χριστιανισμόν, ἀλλὰ πίστει χαρακτηρίζεσθαι».
Τότε δὴ κινηθέντα τὸν ὕπαρχον ζέσαι τε πλέον τῷ θυμῷ καὶ τῆς καθέδρας ἐξαναστῆναι καὶ τραχυτέροις πρὸς αὐτὸν χρήσασθαι λόγοις.
{ Μόδεστος } Τί δαί; Οὐ φοβεῖ τὴν ἐξουσίαν;
{ Βασίλειος } Μὴ τί γένηται, μὴ δὲ τί πάθω;
{ Μόδεστος } Μή τι τῶν πολλῶν ἓν ἃ τῆς ἐμῆς δυναστείας ἐστίν.
{ Βασίλειος } Τίνα ταῦτα; γνωριζέσθω γὰρ ἡμῖν.
{ Μόδεστον } Δήμευσιν, ἐξορίαν, βασά νους, θάνατον.
{ Βασίλειος } Εἴ τι ἄλλ ο ἀπείλει· τούτων γὰρ οὐδὲν ἡμῶν ἅπτεται.»
Καὶ τὸν εἰπεῖν ·
{ Μόδεστος } Πῶς καὶ τίνα τρόπον;
{ Βασίλειος } Ὅτι τοι, δημεύσει μὲν οὐχ ἁλωτὸς ὁ μηδὲν ἔχων, πλὴν εἰ τούτων χρῄζεις τῶν τρυχίνων μου ῥακίων καὶ βιβλίων ὀλίγων, ἐν οἷς ὁ πᾶς ἐμοὶ βίος · ἐξορίαν δὲ οὐ γινώσκω, ὁ μηδενὶ τόπῳ περιγραπτὸς καὶ μήτε ταύτην ἔχων ἐμὴν ἣν οἰκῶ νῦν, καὶ πᾶσαν ἐμὴν εἰς ἣν ἂν ῥιφ ῶ· μᾶλλον δὲ τοῦ Θεοῦ πᾶσαν, οὗ πάροικος ἐγὼ καὶ παρεπίδημος · αἱ βάσανοι δὲ τί ἂν λάβοιεν, οὐκ ὄντος σώματος; Πλὴν εἰ τὴ ν πρώτην λέγοις πληγήν, ταύτης γὰρ σὺ μόνης κύριος · ὁ δὲ θάνατος εὐεργέτης, καὶ γὰρ θᾶττον πέμψει με πρὸς Θεόν, ᾧ ζῶ καὶ πολιτεύομαι καὶ τῷ πλείστῳ τέθνηκα καὶ πρὸς ὃν ἐπείγομαι πόρρωθεν.
Τούτοις καταπλαγέντα τὸν ὕπαρχον ·
{ Mόδεστος } Οὐδείς μέχρι τοῦ νῦν οὕτως ἐμοὶ διείλεκται καὶ μετὰ τοσαύτης τῆς παρρησίας, τὸ ἑαυτοῦ προσθεὶς ὄνομα.
{ Βασίλειος } Οὐδὲ γὰρ ἐπισκόπῳ ἴσως ἐνέτυχες, ἢ πάντως ἂν τοῦτον διειλέχθη τὸν τρόπον, ὑπὲρ τοιούτων ἀγωνιζόμενος. Τἆλλα μὲν γὰρ ἐπιεικεῖς ἡμεῖς, ὕπαρχε, καὶ παντὸς ἄλλου ταπεινότεροι, τοῦτο τῆς ἐντολῆς κελευούσης, καὶ μὴ ὅτι τοσούτῳ κράτει, ἀλλὰ μηδὲ τῶν τυχόντων ἑνὶ τὴν ὀφρὺν αἴροντες · οὗ δὲ Θεὸς τὸ κ ινδυνευόμενον καὶ προκείμενον, τἆλλα περιφρονοῦντες, πρὸς αὐτὸν μόνον βλέπομεν.
(TLG, Gregorius Nazianzenus Theol., Funebris oratio in laudem Basilii Magni Caesareae in Cappadocia episcopi (orat. 43) Chapter 48, section 3, line 1)
(σ.σ. Ο πρωτοπρεσβύτερος και καθηγητής θεολογίας Θεόδωρος Ζήσης σχολιάζει τον ανωτέρω διάλογο ως εξής: Αὐτήν τήν ἀδιάλλακτη πρός τήν αἵρεση στάση καί πρός τους ὑποστηρικτάς της ἐκράτησε ὁ Μ. Βασίλειος καί ἐνώπιον τοῦ πλανητάρχου ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, τοῦ αὐτοκράτορος Οὐάλεντος , ὁ ὁποῖος ἔστειλε τόν ἔπαρχο Μόδεστο νά κάμψει σέ ὑπακοή τόν ἄκαμπτο καί ἀνυποχώρητο ἱεράρχη . Εἶχαν καμφθῆ ὅλοι, πατριάρχες καί ἐπίσκοποι, καί ὁ μόνος ἀνυπάκουος ἦταν ὁ Μ. Βασίλειος . Ἀσφαλῶς τά ἴδια θά ἔλεγαν καί τότε οἱ πρόθυμοι στίς ὑποχωρήσεις καί στους συμβιβασμούς: Καλά αὐτός μόνο ἔχει ὀρθότητα πίστεως; Ὅλοι οἱ ἄλλοι πλανῶνται;
Βλέπε: Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ. 32)
Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος
Το έτος 379 αποστέλλεται ο Άγιος Γρηγόριος προς στήριξη τωνελαχίστων ορθοδόξων της Κωνσταντινουπόλεως(επί αρειανισμού). Ο ίδιος περιγράφει την απελπιστική κατάσταση: τούτο το ποίμνιο ήταν κάποτε μικρό και ατελές, όσον αφορά τα φαινόμενα. Στη πραγματικότητα δεν ήταν καν ποίμνιο, αλλά μόνο μικρό ίχνος ή λείψανο ποιμνίου, ακατάστατο, άνευ επισκόπου, απερίφρακτο. Δεν είχε κατάλληλο τόπο για ’’βοσκή’’ ούτε μάνδρα να το περικλείει, και γι’ αυτό περιφερόταν ’’ἐν ὄρεσι και σπηλαίοις και ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς’’(Ἑβρ.ια’,38).Τα μέλη του ήταν διεσπαρμένα και ριγμένα άλλα εδώ και άλλα εκεί και όπως εύρισκαν το καθένα στεγάζονταν, έβοσκαν και κέρδιζαν την σωτηρία τους με πολλή δυσκολία. (Συντακτήριος, κεφ.’
,P.G.36,460A) Ο ιερός Δοσίθεος συμπληρώνει: ἐπειδή οὐκ εῖχον οἱ ὀρθόδοξοι κἄν μίαν Ἐκκλησίαν(σ.σ. ήταν όλες των αρειανών), αὐτός(ο Γρηγόριος) μετέφερεν οἰκίαν τινά εἰς εὐκτήριον, ὅν ὠνόμασε
Ἀναστασίαν… Ὅσους δε κόπους και ἀγῶνας ἐποίησε διά την εὐσέβειαντις ἱκανός αὐτούς εἰπεῖν ἤ γράψαι; Ἀρκεῖ ὁ κοινός ἀδόμενος λόγος, ὅτι χιλίας Ἐκκλησίας ηὑρεν Ἀρειανῶν, και μήτε μίαν Ὁρθόδοξον, και μετά την παραίτησιν αὐτοῦ(το 381) ἠσαν χίλιαι και μία των Χριστιανῶν, και οὐδεμία τῶν Ἀρειανῶν.
(Δωδεκάβιβλος, βιβλίο γ’, κεφ. β’, σελ. 15 ) Ο φυσικός πατέρας του Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου, κατέχων τον επισκοπικό θρόνο της Ναζιανζού, υπέγραψε εν απλότητι ένα ημιαρειανικό σύμβολο, κοινωνώντας με αυτό τον τρόπο, αθελά του, με τους ομοιουσιανούς. Τότε, «τοῦτον οἱ τῆς χώρας μονασταί μη ἀνασχόμενοι, τῆς κοινωνίας αὐτοῦ ἀποτέμνονται, συναπέστη δε αὐτοῖς και τοῦ λαοῦ μέρος οὑ το βραχύτατον». (P.G. 35, 216 C)
Καὶ οὐχ ὁ λαὸς μὲν οὕτως , ὁ δὲ ἱερεὺς ἑτέρως· ἀλλά μοι νῦν ἐκεῖνο πληροῦσθαι δοκεῖ καθαρῶς , τὸ, Γέγονεν ὁ ἱερεὺς καθὼς ὁ λαὸς , ἐν κατάρᾳ πάλαι λεγόμενον. Καὶ οὐχ οἱ πολλοὶ μὲν οὕτως, οἱ δὲ ἁδροὶ τοῦ λαοῦ καὶ προέχοντες ἐναντίως· ἀλλ' οὗτοί γε καὶ φανερῶς πολεμοῦσι τοῖς ἱερεῦσιν, ἐφόδιον ἔχοντες εἰς πειθὼ τὴν εὐσέβειαν · καὶ ὅσοι μὲν περὶ πίστεως τοῦτο πασχόντων, καὶ τῶν ἀνωτάτω ζητημάτων καὶ πρώτων οὐδ ' ἐγὼ μέμφομαι, ἀλλ' εἰ δεῖ τἀληθὲς εἰπεῖν , καὶ προσεπαινῶ, καὶ συνήδομαι. Καὶ τούτων εἷς εἴην τῶν ὑπὲρ ἀληθείας ἀγωνιζομένων καὶ τῶν ἀπεχθανομένων· μᾶλλον δὲ καὶ εἶναι καυχήσομαι. Κρείττων γὰρ ἐπαινετὸς πόλεμος εἰρήνης χωριζούσης Θεοῦ· καὶ διὰ τοῦτο τὸν πραῢν μαχητὴν ὁπλίζει τὸ Πνεῦμα , ὡς καλῶς πολεμεῖν δυνάμενον.
(TLG, Gregorius Nazianzenus Theol., Apologetica (orat. 2) Volume 35, page 488, line 22-37)
Άγιος Γρηγόριος Νύσσης
Τῆς αἱρέσεως ἀποσχιζόμενοι τῆ εὐσεβεία διὰ παντὸς ἐνραπτόμεθα (σ.σ. ἑνούμεθα).(P.G. 44, 725)
Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος
Πῶς οῦν ὁ Παῦλός φησι «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε»; Ἀνωτέρω εἰπών, «ῶν ἀναθεωροῦντες τὴν ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε τὴν Πίστην», τότε εῖπε «πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καὶ ὑπείκετε». Τὶ οῦν, φησίν, ὅταν πονηρὸς ῆ, καὶ μὴ πειθώμεθα; Πονηρὸς, πῶς λέγεις; Εἰ μὲν Πίστεως ἕνεκεν, φεῦγε αὐτὸν καὶ παραίτησαι, μὴ μόνον ἄν ἄνθρωπος ῆ, ἀλλὰ κἄν ἄγγελος
ἐξ οὐρανοῦ κατιών. Εἰ δὲ βίου ἕνεκεν, μὴ περιεργάζου κατακρριτικῶς. Διότι καὶ τὸ «μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθῆτε», περὶ βίου ἐστίν, οὐ περὶ Πίστεως.
(P.G. 63, 231-232)
Δέος γὰρ μή τις παραφθαρῇ ὑπὸ τῆς τῶν αἱρετικῶν ἀγάπης. Τοῦτο γὰρ ὅλον αἰνίττεται τῷ οὕτως εἰπεῖν . Καὶ ὅρα πῶς αὐτὸ τίθησιν·Οὐ δι' ἐμὲ, φησὶ, ταῦτα λέγω, ἀλλ' ἵνα ἦτε ὑμεῖς εἰλικρινεῖς · τουτέστιν, Ἵνα μηδὲν νόθον δόγμα τῷ τῆς ἀγάπης προσχήματι παραδέχησθε. Πῶς οὖν ἀλλαχοῦ φησιν, Εἰ δυνατὸν , μετὰ πάντων ἀνθρώπων εἰρηνεύετε; Εἰρηνεύετε , εἶπεν, οὐ τοῦτο δηλῶν, ὅτι Οὐχ οὕτως ἀγαπᾶτε , ὥστε ὑπὸ τῆς φιλίας βλάπτεσθαι· Εἰ γὰρ ὁ ὀφθαλμός σου ὁ δεξιὸς σκανδαλίζει σε, φησὶν, ἔκκοψον αὐτὸν , καὶ βάλε ἀπὸ σοῦ· ἀλλ ', Ἵνα ἦτε εἰλικρινεῖς , τὸ κατὰ Θεὸν δηλονότι, καὶ ἀπρόσκοποι, τὸ κατὰ ἀνθρώπους. Πολλοὺς γὰρ πολλάκις αἱ φιλίαι βλάπτουσιν. Εἰ γὰρ καὶ σὲ οὐδὲν βλάπτει, φησὶν, ἀλλ ' ἕτερος προσκόπτει. Εἰς ἡμέραν Χριστοῦ· τουτέστιν, Ἵνα τότε εὑρεθῆτε καθαροὶ, μηδένα σκανδαλίσαντες· Πεπληρωμένοι καρπῶν δικαιοσύνης τῶν διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς δόξαν καὶ ἔπαινον Θεοῦ· τουτέστι μετὰ τῶν δογμάτων καὶ βίον ὀρθὸν ἔχοντες.
(TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In epistulam ad Philippenses (homiliae1-15) Vol 62, pg 191, ln 2-21)
μικρὸν παραποιηθὲν, τὸ ὅλον λυμαίνεται, εἶπε τὸ Εὐαγγέλιον ἀνατρέπεσθαι. Καθάπερ γὰρ ἐν τοῖς βασιλικοῖς νομίσμασιν ὁ μικρὸν τοῦ χαρακτῆρος περικόψας, ὅλον τὸ νόμισμα κίβδηλον εἰργάσατο · οὕτω καὶ ὁ τῆς ὑγιοῦς πίστεως καὶ τὸ βραχύτατο ν ἀνατρέψας, τῷ παντὶ λυμαίνεται, ἐπὶ τὰ χείρονα προϊὼν ἀπὸ τῆς ἀρχῆς. Ποῦ τοίνυν εἰσὶν οἱ φιλονεικίας ἡμᾶς κρίνοντες ἕνεκεν τῆς πρὸς τοὺς αἱρετικοὺς διαστάσεως; ποῦ νῦν εἰσιν οἱ λέγοντες οὐδὲν μέσον εἶναι ἡμῶν κἀκείνων, ἀλλ' ἀπὸ φιλαρχίας τὴν διαφορὰν γίν εσθαι; Ἀκουέτωσαν τί φησιν ὁ Παῦλος, ὅτι τὸ Εὐαγγέλιον ἀνέτρεψαν οἱ καὶ
μικρόν τι καινοτομοῦντες. Οὗτοι δὲ οὔ τι μικρόν · πῶς γὰρ, οἱ τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ κτίσμα λέγοντες; (TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In epistulam ad Galatas commentaries, Vol 61, pg 622, ln 32)
Καὶ ἓν πνεῦμα , καλῶς εἶπε, δεικνὺς ὅτι ἀπὸ τοῦ ἑνὸς σώματος ἓν πνεῦμα ἔσται , ἢ ὅτι ἔστι μὲν σῶμα εἶναι ἓν, οὐχ ἓν δὲ πνεῦμα· ὡς ἂν εἴ τις καὶ αἱρετικῶν φίλος εἴη · ἢ ἀπὸ τούτου πρὸς ὁμόνοιαν δυσωπεῖ , τοιοῦτό τι λέγων· Οἱ ἓν πνεῦμα λαβόντες, καὶ ἐκ μιᾶς ποτισθέντες πηγῆς , οὐκ ὀφείλετε διχονοεῖν …
(TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., In epistulam ad Ephesios (homiliae 1-24),Vol 62, pg 79, ln 43-49)
τῶν θείων νόμων ὑβριζομένων ὁ σιγήσας καὶ παριδὼν τίνος οὐκ ἔσται κολάσεως ἄξιος;(Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., De Babyla contra Julianum et gentiles (2062:
373)“Critical edition of, and introduction to, St. John Chrysostom's “De sancto Babyla, contra Iulianum et gentiles””, Ed. Schatkin, M., 1967; Diss. Fordham. Sect 51, ln 18 )
(σ.σ. Όταν οι Θείοι νόμοι υβρίζονται και εμείς διατελούμε εν σιγή και ου κατ’ επίγνωση οικονομία, στηριζόμενοι σε νεφελώδεις δυνητικές θεωρίες, τότε, μας αναμένει η κόλασις, κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Μη γένοιτο.)
Διὸ χρὴ , κἂν πράττῃ τις τὸ πονηρὸν , καταγινώσκειν ἑαυτο ῦ· ὁδὸς γὰρ τοῦτο ἐπὶ τὸ ἀποστῆναι τοῦ πονηροῦ…(TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., Expositiones in Psalmos, Vol 55, pg 252, ln33-35)
Τί ποιεῖς, ἄνθρωπε; Παρεβάθη ὁ νόμος, κατεφρονήθη σωφροσύνη, πλημμελήματα τοσαῦτα ἐτολμήθη παρά τινος τῶν ἱερωμένων , τὰ ἄνω κάτω γέγονε, καὶ οὐ φρίττεις; Ἀλλ' ὁ μὲν προφήτης καὶ αὐτὰ τὰ ἀναίσθητα στοιχεῖα καλεῖ πρὸς ἔκτασιν καὶ κοινωνίαν τοῦ θρήνου τῶν κοινῇ πεπλημμελημένων κακῶν , Ἐξέστη ὁ οὐρανὸς , λέγων, καὶ ἔφριξεν ἡ γῆ ἐπὶ πλεῖον σφόδρα. Καὶ πάλιν· Πενθήσει ὁ Κάρμηλος,
πενθήσει οἶνος, πενθήσει ἄμπελος. Καὶ τὰ μὲν ἄψυχα πενθεῖ, καὶ στένει, καὶ συναγανακτεῖ τῷ Δεσπότῃ· σὺ δὲ ὁ λογικὸς οὐκ ἀλγεῖς; οὐκ ἐπιτιμᾷς , οὐ γίνῃ χαλεπὸς τιμωρὸς τῶν τοῦ Θεοῦ νόμων, ἀλλὰ καὶ κοινωνεῖς ;
(TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., Expositiones in Psalmos Vol 55, pg 252, ln 45-56)
Καὶ παρακαλοῦμεν ὑμᾶς , καθάπερ καὶ ἔμπροσθεν ἐποιήσατε, κοσμοῦντές τε ἑαυτοὺς , καὶ τὰς Ἐκκλησίας ἀσφαλιζόμενοι, οὕτω καὶ νῦν ποιήσατε, καὶ τοὺς τοσαύτας ταραχὰς ἐμβαλόντας εἰς τὴν οἰκουμένην ἅπασαν, καὶ τὰς Ἐκκλησίας διαταράξαντας ἀποστρέφεσθε μετὰ τῆς προσηκούσης ὑμῖν ἀνδρείας. Τοῦτο γὰρ ἀρχὴ τῆς λύσεως τοῦ χειμῶνος , τοῦτο ἀσφάλεια ταῖς Ἐκκλησίαις, τοῦτο τῶν κακῶν διόρθωσις, ὅταν τοὺς τὰ τοιαῦτα πονηρευσαμένους ὑμεῖς οἱ ὑγιαίνοντες ἀποστρέφησθε, καὶ μηδὲν κοινὸν ἔχητε πρὸς αὐτούς.
(TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., Epistulae 18-242, Vol 52, pg 655, ln 15-25)
᾿Εκ τοῦ ἀμετανοήτου αἱρετικοῦ «ἀπόστηθι (σ.σ. ἀποχωρίσθητι), λοιπόν, καὶ στῆσον αὐτὸν κάτω μετὰ τοῦ Διαβόλου, μᾶλλον δὲ καὶ ἐκείνου κατώτερον».
(Φωνὴ τῶν Πατέρων, ᾿Αρ. Φύλλου 103, ᾿Ιανουάριος 2007, σ. 1)
Όσιος Μαρκιανός
Ο Μέγας Μαρκιανός προσπάθησε αρκετές φορές χρησιμοποιώντας πολλά επιχειρήματα να επαναφέρει στην συμφωνία της Εκκλησίας τον γέροντα Αβραάμη(διότι έτσι τον ονόμαζαν οι ντόπιοι). Επειδή όμως τον έβλεπε να απειθεί, διέκοψε φανερά πλέον την εκκλησιαστική κοινωνία μαζί του.Τελικά αφού πέρασε καιρός, ο
θεσπέσιος εκείνος άνδρας απέβαλε την αξιόμεμπτη συνήθεια και ασπάσθηκε την συμφωνία της θείας εορτής.(Φιλόθεος Ιστορία, P.G. 82, 1336B-D. βλέπε και Οι αγώνες των μοναχών…σελ. 64 )
Όσιος Παχώμιος
Να μην έχετε καμία εκκλησιαστική κοινωνία με τους οπαδούς των αιρέσεων του Ωριγένους, του Μελετίου, του Αρείου και των λοιπών χριστομάχων.(Β.Ε.Π.Ε.Σ. τόμος 40, σελ. 281)
5ος ΑΙΩΝΑΣ
Όσιος Αυξέντιος
..Ἀργότερα, ὅταν πάλι ὁ βασιλεύς ἔστειλε ἀνθρώπους και τοῦ ἔφεραν τον Ὅσιο, τον ρωτοῦσε ἄν συμφωνῆ με την ἁγία Σύνοδο και κοινωνῆ με την Εκκλησία. Ὁ δε μακάριος είπε: «Πῶς μπορῶ να κοινωνήσω, ἐάν δεν ὁμολογῆται ἀπό την Σύνοδο, ὅτι ἡ Ἀειπάρθενος εἰναι πράγματι Θεοτόκος;» Τότε εἰπε ὁ βασιλεύς: «Ἐάν λοιπόν ἐξετάσης τα ὅσα ἡ Σύνοδος ἐπικύρωσε και ἐνέκρινε με καλό τρόπο για να ἀνατρέψη τις ὑπόλοιπες αἱρέσεις, θα συμφωνήσης και ἐσύ;» Τότε ἀπήντησε ὁ μακάριος: «Ἐάν ἡ Σύνοδος δεν ἐπιχείρησε να πράξη κάτι πού να ἀνατρέπη το Σύμβολο τῶν τριακοσίων δεκαοκτώ Πατέρων τῆς Συνόδου τῆς Νικαίας, ἀλλά ἀνεκήρυξε με τέλειο τρόπο την
Οἰκονομία τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ και δεν ἀφαίρεσε το ὄνομα Θεοτόκος ἀπό την Παρθένο Μαρία, τότε κοινωνῶ ἀμέσως και συμφωνῶ μαζί της, εὐχαριστώντας τον Θεό και την εὐσέβειά σου». (Ὁσίου Συμεῶν τοῦ Μεταφραστοῦ, P.G. 114, 1405D-1409B)
Αρχιμανδρίτου Βασιλείου και μοναχών
Απόσπασμα επιστολής προς τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’ και Ουαλεντινιανό: Ἀλλά και τώρα ὁρισμένοι εὐλαβέστατοι ἱερεῖς ἤλεγξαν πολλές φορές κατά την διάρκεια τῆς ἁγίας Συνόδου τον Νεστόριο προσωπικά για την ἀπείθειά του προς την ὀρθή πίστι. (Αὐτός κατέλαβε τον θρόνο τῆς ἐπισκοπῆς τῆς Κωνσταντινουπόλεως
– ἄν πρέπει κἄν να λέγεται ἐπίσκοπος). Δεν λέγει δηλαδή, ὅτι ἡ ἁγία, Παρθένος Μαρία εἴναι Θεοτόκος και ὅτι ὁ Χριστός εἴναι κατά φύσι ἀληθινός Θεός. Ὅλοι αὐτοί οἱ ἱερεῖς σταμάτησαν και συνεχίζουν ἕως τώρα να μη ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία με τον Νεστόριο. Για τον ἴδιο λόγο και μερικοί ἄλλοι ἀποφεύγουν κρυφά την ἐκκλησιαστική κοινωνία μαζί του… …Ὁ Ὀρθόδοξος λαός λοιπόν ζητοῦσε την συνηθισμένη Ὀρθόδοξο διδασκαλία και φώναζε δυνατά λέγοντας: Βασιλέα ἔχουμε, ἐπίσκοπο δεν ἔχουμε. (P.G. 91, 1472A-1480A)
Απόσπασμα επιστολής προς τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’ και Ουαλεντινιανό: Τινὲς κατὰ πρόσωπον ἐν τῆ ἁγιωτάτη ἐκκλησία ἐπὶ λαοῦ ἤλεγξαν καὶ θλῖψιν οὐ μικρὰν ὑπέμειναν· τῶν τε άφελεστέρων τις μοναζόντων ἠναγκάσθη κατὰ ζῆλον, ἀνὰ μέσον τῆς Ἐκκλησίας, τὸν κήρυκα τῆς ἀνομίας ἐπισχεῖν τοῦ μὴ εἰσελθεῖν, συνάξεως οὔσης, αἱρετικοῦ αὐτοῦ ὄντος. Τοῦτον δὲ τυπτήσας, τοῖς
μεγαλοπρεπεστάτοις ἐπάρχοις παρέδωκεν· ἔτι δὲ τυπτηθέντα καὶ πομπευθέντα δημοσία τοῦ κήρυκος βοῶντος ἔμπροσθεν αὐτοῦ, τῆ ἐξορία παρέπεμψεν.
(Θεοδώρητου Ιερομοναχού, ό.π., σ. 159)
Απόσπασμα επιστολής προς τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Β’ και Ουαλεντινιανό: Παρακαλοῦμεν οὗν τὴν ἀθάνατον ὑμῶν εὐσεβέστατον πίστιν, ὧστε μὴ παριδεῖν ἐκ τοῦ λοιποῦ τὴν ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μοιχευομένην παρὰ τῶν αἱρετικῶν ἐν τοῖς καιροῖς ὑμῶν τῶν ὀρθοδόξων καὶ εὐσεβεστάτων βασιλέων· οὐχ ὡς διὰ τοῦτο τὰς ὑμετέρας ὕβρεις βουλόμενοι ἐκδικεῖν· ὁ Θεὸς οἶδεν· άλλὰ ὡς θέλοντες τὸ στερέωμα τῆς εἰς Χριστὸν πίστεως ἀσάλευτον μένειν. Καὶ κελεύσει τὸ ὑμέτερον κράτος, τὴν ἁγίαν καὶ Οἰκουμενικὴν σύνοδον παραγενέσθαι ἐνταῦθα ἤδη, ἵνα τῆς συνόδου παραγενομένης, τὴν ἁγιωτάτην ἐκκλησίαν ὁ Θεὸς ἑνώση καὶ τὸν λαὸν συνάξη καὶ τοὺς ἱερέας ἀπολαβεῖν ἐν τῶ τῆς άληθινῆς πίστεως κηρύγματι ποιήση, πρὸ τοῦ εἰς πλᾶτος τὴν ἄδικον διδασκαλίαν ἐλθεῖν.
(σ.σ. οι Άγιοι Πατέρες δεν θα έλεγαν ποτέ να κάνουμε υπομονή άχρι καιρού, ή μέχρις ότου υπάρξει κοινό ποτήριο με τους αιρετικούς.Επιπλέον η επιστολή γράφτηκε πρό της Συνοδικής καταδίκης του Νεστορίου.)
(Θεοδώρητου Ιερομοναχού, ό.π., σ. 160)
Άγιος Γελάσιος
Έτερος φωστήρ της Παλαιστίνης ερήμου, ο οποίος δεν εδέχθη ουδεμίαν κοινωνίαν μετά του αιρετικού Θεοδοσίου, τυγχάνει και ο μέγας αββάς Γελάσιος. «.Ὅταν ὁ Θεοδόσιος ἐγένετο ἐγκρατὴς τοῦ θρόνου Ἱεροσολύμων ,«φόνοις αὐτὸν προαρπάσας» (σ.σ. αρπάζοντας το θρόνο του Ορθόδοξου πατριάρχη Ιουβενάλιου) τότε μεταστέλλεται καὶ τὸν ἀββᾶν Γελάσιον· καὶ προτρέπεται εἰς τὸ ἱερατεῖον, δελεάζων ἅμα καὶ ἐκφοβῶν· εἰσελθόντι οὗν αὐτῶ εἰς τὸ ἱερατεῖον, ἔλεγεν ὁ Θεοδόσιος· ἀναθεμάτισον Ἰουβενάλιον· ὁ δὲ μηδὲν καταπλαγεὶς ἄλλον οὐκ οἶδα, φησίν, ἐπίσκοπον Ἱεροσολύμων, εἰ μὴ Ἰουβενάλιον· εὐλαβηθεὶς δὲ ὁ Θεοδόσιος, μὴ καὶ ἄλλοι τὸν εὐσεβῆ αὐτοῦ ζῆλον μιμήσωνται, κελεύει αὐτὸν εὐφυῶς ἔξω βληθῆναι τῆς Ἐκκλησίας.
(Θεοδώρητου Ιερομονάχου, ό. π. , σελ. 46-47)
Όσιος Ευθύμιος ο Μέγας
Ἀπευθυνόμενος στην αὐτοκράτειρα Θεοδώρα:Πρόσεξεστο ἑξῆς τον ἑαυτό σου τέκνο μου. Τά δυσάρεστα και πικρότατα οἰκογενειακά γεγονότα τῆς Ἰταλίας συνέβησαν, ἐπειδή παρασύρθηκες ἀπό την πονηρία τοῦ Θεοδοσίου. Ἀπόφευγε λοιπόν την παράλογη φιλονεικία και να δεχθῆς μαζί με τις τρεῖς ἄλλες ἅγιες Οἰκουμενικές Συνόδους… και τον ὅρο πού ἐξεφώνησε ἡ Οἰκουμενική Σύνοδος που συγκροτήθηκε τώρα στην Χαλκηδόνα. Να μη κοινωνῆς πλέον με τον Διόσκορο, ἀλλά με τον ἐπίσκοπο τῶν ἹεροσολύμωνἸουβενάλιο…
(Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, ό.π., σ. 100)
(σ.σ. ότι είπε ο Μέγας ούτος Πατήρ ισχύει και για τις μέρες μας, μιας και ο οικουμενισμός έχει καταδικασθεί επίσημα από την Εκκλησία και συγκεκριμένα το έτος 1983, στο Μοντρεάλ, υπό της τοπικής συνόδου της Ρωσικής Εκκλησίας της Διασποράς, με πρόεδρο της συνόδου τον Άγιο Φιλάρετο. Απομένει πλέον η επισημότερη καταδίκη της αίρεσης και των φορέων αυτής διά Πανορθοδόξου
Συνόδου, της μόνης ικανής να αφαιρέσει την ιεροσύνη των δυνάμει αιρετικών. Παραθέτω την απόφαση της συνόδου:
Μοντρεάλ, Αύγουστος 1983
Τό άνάθεμα κατα της αίρέσεως του Οίκουμενισμου
Τοίς βάλλουσι κατα της Έκκλησίας του Χριστου και διδάσκουσιν ότι ή του Χριστου Έκκλησία μεμέρισται έν ούτω καλουμένοις «κλάδοις», οιτινες διαφέρουσιν αλλήλων έν διδασκαλία και τρόπω ζωης,η ότι ή Έκκλησία ουχ υφίσταται όρατώς,αλλάαπαρτισθήσεται έν τω μέλλοντι, οταν άπαντες οι «κλάδοι» η τμήματα η όμολογίαι ηπροσέτι και θρησκείαι ένωθώσιν έν ένι σώματι' και οίτινες ου διακρίνουσι την ιερωσύνην και τα μυστήρια της Έκκλησίας από την ιερωσύνην και τα μυστήρια τών αΙρετικών, αλλα λέγουσιν οτι τό βάπτισμα και ή ευχαριστία τών αΙρετικών είσiν ικανα πρός σωτηρίαν' ώσαύτως, τοίς κοινωνουσιν έν γνώσει τοίς προμνημονευθείσιν αΙρετικοίς η συνηγορουσι, διαδίδουσι ηυπεραμυνομένοις της καινοφανους αυτών αΙρέσεως του οίκουμενισμου έν προσχήματι αδελφικης αγάπης, η υποτιθεμένης ένώσεως τών διαχωρισθένων Χριστιανών, ΑΝΑΘΕΜΑ)*
*πηγή:orthodoxlife,1983 no.6, 1984 no.4 , και Άγιος Αγαθάγγελος τεύχος Ιανουαρίου 1984
Πάντων τοίνυν τότε σχεδὸν τῶν τε πολιτῶν καὶ τῶν τῆς ἐρήμου μοναχῶν τῆ τούτου ἀποστασία ἐπακολουθησάντων, μόνοι οἱ περὶ τὸν Μ. Εὐθύμιον ἐκ πάσης τῆς ἐρήμου τούτω κοινωνῆσαι οὐκ ἠνέσχοντο.
(Θεοδώρητου Ιερομονάχου, ό. π. , σελ. 46) Επίσκοπος Κελεστίνος ( από τα πρακτικά της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου)
Ποῦ ἐστιν ἡ χρεωστουμένη περὶ τὴν ἱερὰν ἀγέλην φροντὶς τοῦ ποιμένος; ποῦ ἡ πρόνοια τῶν δεσποτικῶν περιβόλων; ποίαν δὲ ἐλπίδα ἕξει ἡ ἀγέλη, ὅτε λύκον ἑαυτὸν ὁ ποιμὴν δείκνυσιν καὶ οὕτως τοῖς προβάτοις ἐπέρχεται, ὡς καθ' ἑκάστου λυσσᾶν; ἐκείνωι γὰρ τῶι στόματι διασπαράττονται, ἀφ' οὗ τὰ ἀσεβῆ προφέρεται . τροφαὶ παραβάλλονται οὐχ αἱ πια ίνουσαι, ἀλλ' αἱ βλάπτουσαι · μακαρία δὲ ὅμως ἡ ἀγέλη ἧι παρέσχεν ὁ κύριος κρίνειν περὶ τῆς ἰδίας νομῆς. ὅθεν, ὡς οὐκ ἀμφιβάλλομεν ὅτι ποιεῖτε, τὴν ἀσεβῆ διάλεξιν ἀπωθεῖσθαι ὀφείλει ἡ πίστις ὑμῶν , ἵνα πα ρ' ὑμῖν ἐν Χριστῶι ἐγρηγορόσι φανερὰ ἦι διαφορὰ τροφῆς καὶ δηλητηρίου καὶ ἐπιμείνητε τούτοις ἅπερ τοῦ λόγου τῶν προτέρων ποιμένων διδάσκοντος μεμαθήκατε, εἰδότες ὅτι ἄχρι τοῦ παρόντος ἐσχήκατε ἱερέας ἔν τε διδασκαλίαι καὶ ἁγιότητι προύχοντας, οἵτινες οὐδέπ οτε χωριζόμενοι τῶν πατρικῶν παραδόσεων τὴν ἐκκλησίαν τοῦ κυρίου μετὰ μεγίστης ἐκυβέρνησαν ἡσυχίας.
(TLG, Tomëvolumëpart 1,1,1, page 84, line 17-28)
Άγιος Κύριλλος Αλεξάνδρειας
Ο Νεστόριος φρονούσε τα του Αρείου και οι πιστοί «δέν ἤθελαν να ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία μαζί του, ἐφόσον ἔχει τέτοια φρονήματα. Ἔτσι ἀκόμη και τώρα ὁ λαός τῆς Κωνσταντινουπόλεως δεν πηγαίνει στις ἐκκλησίες του, ἐκτός ἀπό ὀλίγους ἀνόητους και κόλακές του. Σχεδόν ὅλα τά μοναστήρια και οἱ ἀρχιμανδρῖται τους και πολλοί συγκλητικοί δεν κοινωνοῦν μαζί του, ἐπειδή φοβοῦνται μήπως ἀδικηθοῦν ἀπό την πίστι του»...
(Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, ό.π., σ. 66. Βλέπε και… Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, επιστολή ια’. P.G. 77,81BC )
ἀσπίλους καὶ ἀμώμους ἑαυτοὺς τηρήσατε, μήτε κοινωνοῦντες τῶ μνημονευθέντι (Νεστορίω), μήτε μὴν ὡς διδασκάλω προσέχοντες,εἰ μένει λύκος ἀντὶ ποιμένος… Τοῖς δε γε τῶν κληρικῶν, εἴτε λαϊκῶν διὰ τὴν ὀρθὴν πίστιν κεχωρισμένοις ἥ καθαιρεθεῖσι παρά αὐτοῦ, κοινωνοῦμεν ἡμεῖς, οὐ τὴν ἐκείνου κυροῦντες ἄδικον ψῆφον, ἐπαινοῦντες δὲ μᾶλλον τοὺς πεπονθότας, κἀκεῖνο λέγοντες αὐτοῖς: εἰ ὀνειδίζεσθε ἐν Κυρίω, μακάριοι, ὅτι τῆς δυνάμεως καὶ τὸ τοῦ Θεοῦ πνεῦμα εἰς ὑμᾶς ἀναπέπαυται… (MANSI IV, 1096)
(σ.σ. Ο Άγιος Κύριλλος, πατριάρχης Αλεξανδρείας, επαινεί τους χριστιανούς της Κωνσταντινουπόλεως επειδή δεν κοινωνούσαν εκκλησιαστικά με τον Νεστόριο. Το απόσπασμα αυτό γράφτηκε πριν από την σύγκληση της Γ’ Οικουμενικής Συνόδου (431) που καταδίκασε επίσημα τις κακοδοξίες του Νεστορίου και των ομοφρόνων του, γι αυτό και αποτελεί εξαίσιο δείγμα για την κανονικότητα της αποτείχισης, πριν την επίσημη καταδίκη της εκάστοτε αίρεσης.)
Διττὸς ἐν ἡμῖν ὁ μολυσμὸς, ὦ Παλλάδιε, σαρκός τε καὶ πνεύματος.Καὶ κατασπιλοῖ μὲν τὴν σάρκα τὰ ταύτης ἔκτοπά τε καὶ ἀνόσια
πάθη, ψυχήν τε καὶ νοῦν · μάλιστα μὲν οὖν τῶν ἄλλων ἡ ἐξ ὀρθότητος τῆς δογματικῆς ἐπὶ τὰ χείρω παραφορὰ, καὶ τῆς ὑγιοῦς πίστεως ἡ παραφθορά · καὶ προσέτι δὲ δόλοι καὶ ἀπάται, ψευδορκίαι, ψιθυρισμοὶ, φυσιώσεις, ἔριδες, ζῆλοι, καὶ ὅσα τούτ οις ἀγχοῦ τε καὶ ἀδελφὰ, καὶ ἰσομοιροῦσαν ἔχει τὴν ἐπὶ φαυλότητα καταβοήν.
(TLG, Cyrillus Theol., De adoratione et cultu in spiritu et veritate, Volume 68,page 989, line 37-46)
Εκκλησιαστική ιστορία Νικηφόρου Καλλίστου
Ὁ Θεοδόσιος ὡδήγησε ἔξω ἀπό την πόλι τον ἐπίσκοπο Σεβηριανό και ἐκεῖ τον φόνευσε, ἐπειδή δεν ἤθελε να ὑποταχθῆ στην κακοδοξία του. Ἔπειτα διήγειρε μεγάλο διωγμό σε ὅλη την ἁγία πόλι, ἐναντίον ἐκείνων που δεν ἤθελαν να κοινωνήσουν με αὐτόν. Ἄλλους λοιπόν τυράννησε με βασανιστήρια, ἄλλων ἅρπαξε την περιουσία, ἄλλων κατέκαυσε τα σπίτια, ὥστε ἡ πόλις να φαίνεται ὅτι κυριεύεται ἀπό βαρβάρους.
(P.G. 147, 32A, τόμος ιε’, κεφ. θ’)
Προκήρυξις κατά του Νεστορίου ( συνταχθείσα υπό του λαϊκού Ευσεβίου, μετέπειτα επισκόπου Δορυλαίου.)
«Διαμαρτυρία προτεθεῖσα ἐν δημοσίω παρὰ τῶν κληρικῶν Κων)λεωςκαὶ κατὰ ἐκκλησίαν ἐμφανισθεῖσα, ὥς ὅτι ὁμόφρων ἐστὶ Νεστόριος Παύλου τοῦ Σαμοσατέως τοῦ ἀναθεματισθέντος πρὸ ἑκατὸν ἑξήκοντα ἐτῶν ὑπὸ τῶν ὀρθοδόξων ἐπισκόπων».
ΟΡΚΙΖΩ τὸν λαμβάνοντα τόδε τὸ χαρτίον κατὰ τῆς ἁγίας Τριάδος, ὥστε φανερὸν αὐτὸ ποιῆσαι ἐπισκόποις, πρεσβυτέροις, διακόνοις, ἀναγνώσταις, λαϊκοῖς οἰκοῦσι Κων)λιν, ἔτι τε καὶ τὸ ἴσον αὐτοῖς ἐκδοῦνται (ἤτοι ν’ ἀντιγράψη αὐτὸ) πρὸς ἔλεγχον τοῦ αἱρετικοῦ Νεστορίου, ὅτι ὁμόφρων ἐστὶ τοῦ ἀναθεματισθέντος Παύλου τοῦ Σαμοσατέως πρὸ ἑκατὸν ἑξήκοντα ἐτῶν ὑπὸ τῶν ὀρθοδόξων ἐπισκόπων…
(ΟMΙΛΙΑ, Α’, σ. 442)
(σ.σ. Η παρούσα περικοπή παρουσιάζει τρία αξιοσημείωτα δεδομένα, τα οποία μας βοηθούν να βγάλουμε ασφαλή και χρήσιμα συμπεράσματα δια την παναίρεση της εποχής μας. Πρώτον, συντάχθηκε πριν την συνοδική καταδίκη του Νεστορίου, δεύτερον,
κατονομάζει τον Νεστόριο ως αιρετικό και τον συνταυτίζει με τον Παύλο του Σαμοσάτεως, ο οποίος ήταν τη δεδομένη στιγμή κεκριμένος από Ορθόδοξη Σύνοδο αιρετικός. Μάλιστα, η πατριαρχική ιδιότητα του Νεστορίου δεν αναφέρεται καθόλου! Τρίτον, η προκήρυξη απευθύνεται σε όλα τα μέλη της Εκκλησίας, ακόμα και στους λαϊκούς, γεγονός που καταμαρτυρεί την ευθύνη που όλοι έχουμε εν καιρώ αιρέσεως. Μάλιστα, η διαμαρτυρία συνετάχθη υπό ενός λαϊκού. Φυσικά, πρέπει να μας προβληματίζει ιδιαίτερα το γεγονός ότι μετά τους αγώνες του Ευσεβίου κατά της [άκριτης ακόμα] αιρέσεως, του δόθηκε η επισκοπική ιδιότητα από την Εκκλησία…)
Όσιος Υπάτιος
νούς δε ὁ Ὑπάτιος, ὅτι παρ’ ὅ δεῖ ἐφρόνησεν ὁ Νεστόριος, εὐθέως περιεῖλεν ἐν τῶ ἀποστολείω το ὄνομα αὐτοῦ, τοῦ μη ἀναφέρεσθαι ἐν τῆ προσφορᾶ. Γνούς δε τοῦτο ὁ εὐλαβέστατος Εὐλάλιος, δεδοικώς την ἔκβασιν τοῦ πράγματος, ἠν γάρ ἐγκρατής ἐν τῆ πόλει ὁ Νεστόριος, λέγει τῶ Ὑπατίω: Διατί περιεῖλες το ὄνομα αὐτοῦ μη γινώσκων το ἀποβησόμενον; Ὁ δε Ὑπάτιος ἔφη:Ἐγώ ἀφ οὑ ἔγνων ὅτι ἄδικα λέγει περί τοῦ Κυρίου μου, οὐ κοινωνῶ αὐτῶ οὔτε ἀναφέρω το ὄνομα αὐτοῦ. Ἐκεῖνος γάρ οὐκ ἔστιν ἐπίσκοπος. Τότε λέγει ὁ ἐπίσκοπος ἐν ὀργῆ: ὕπαγε, διόρθωσον ὅ ἐποίησας, ἐπεί τι ποιῆσαι ἔχω εἰς σε. Ὁ δε Ὑπάτιος ἀπεκρίθη: ὅ θέλεις ποίησον, ἐγώ γάρ πάντα προεθέμην παθεῖν και οὕτω ταῦτα ἐποίησα…
(Αcta Sanctorum, Nov./B, page 267)
(σ.σ. Τα διαδραματιζόμενα γεγονότα αποτελούν έναν ακριβή οδοδείκτη για την επίλυση δύο σημαντικών προβλημάτων που
μπερδεύουν πολύ κόσμο. α) όσους λένε ότι τα Άγια Μυστήρια είναι άκυρα άνευ της μνημονεύσεως του επισκόπου και β) ότι όταν κάποιος αποτειχιστεί από τον αιρετικό, οικείο του επίσκοπο, πρέπει να μνημονεύσει υποχρεωτικά κάποιον άλλον ορθόδοξο επίσκοπο. Εδώ, ο Άγιος, τελούσε τα μυστήρια χωρίς να μνημονεύει τον (άκριτο από Σύνοδο τη δεδομένη στιγμή) Νεστόριο, που ήταν ο οικείος του επίσκοπος, ενώ επίσης δεν γίνεται καθόλου αναφορά για το ότι επιχείρησε να εισαγάγει στα δίπτυχα του το όνομα ενός άλλου ορθοδόξου επισκόπου. Αν η πράξη αυτή ήταν απαραίτητη για την ορθόδοξη και αγιοπατερική πράξη της αποτείχισης, θα αναφερόταν στο συγκεκριμένο περιστατικό ως απαιτούμενο, ούτως ώστε να μην υπάρξουν παρανοήσεις από τους σύγχρονους και μεταγενέστερους χριστιανούς. )
6ος ΑΙΩΝΑΣ
Αγώνες των μοναχών κατά του Αναστασίου
Όταν ο αυτοκράτορας Αναστάσιος εξαπάτησε τον ιερό Μακεδόνιο,και έλαβε από αυτόν «ὑπομνηστικόν»,διά του οποίου ωμολογούσε ότι αποδέχεται τις δύο πρώτες Οικουμενικές Συνόδους, ενώ αποσιωπούσε τις δύο επόμενες, οι κληρικοί και οι μοναχοί του σκανδαλίστηκαν και «ἀγανακτήσαντα τα περί την Κωνσταντινούπολιν μοναστήρια ἀφίστανται τοῦ ἐπισκόπου Μακεδονίου». Όταν λοιπόν ο Μακεδόνιος πήγε να λειτουργήση στην περιώνυμη Μονή των Δαλματών, οι μοναχοί δεν δέχτηκαν να λειτουργήσουν μαζί του. Τότε αναγκάστηκε να απολογηθή επ’εκκλησίας, ότι αποδέχεται την Δ’ Οικουμενική Σύνοδο και
αναθεματίζει όσους δεν την δέχονται. Μόνο έπειτα από την ομολογία του αυτή, οι μοναχοί καταδέχτηκαν να συλλειτουργήσουν μαζί του.
(Νικ. Καλλίστου Εκκλησιαστική ιστορία,P.G.147, 173Cκαι Μ. Γεδεών,Πατριαρχικοί πίνακες, σελ. 137)
Από την χρονογραφία του Οσίου Θεοφάνους
Όταν ο Τιμόθεος(511-518),που ήταν διάδοχος του ιερού Μακεδονίου,προσπάθησε να γράψει στα δίπτυχα το όνομα του Σεβήρου, ο λαός αντέδρασε και τον εμπόδισε. Συγκεκριμένα «Σευήρου γάρ την κοινωνίαν πάντες οι ὀρθόδοξοι ἔφυγον, μάλιστα οἱ μοναχοί, οὕς μετά πλήθους ἀγροικικοῦ (ὁ Σεβῆρος) τιμωρῶν πολλούς ἐφόνευσε ». (Θεοφάνους Χρονογραφία, έτος 6005, P.G. 108, 369B)
Επιστολή διαμαρτυρίας των Αγίων Πατέρων Σάββα και Θεοδοσίου
Τούτων δὲ ἁπάντων ἀρχηγὸς καὶ αὐτουργός καθέστηκεν ὁ ἄνωθενκαὶ ἐξ ἀρχῆς Ἀκέφαλος καὶ ἀποσχίστης Σευῆρος, ὁ τῆς Ἀντιοχέων πρόεδρος, ἐπ’ ὀλέθρω τῆς οἰκείας ψυχῆς καὶ τῆς κοινῆς πολιτείας κατὰ Θεοῦ συγχώρησιν διὰ τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν προβληθεὶς καὶ τοὺς ἁγίους πατέρας ἡμῶν ἀναθεματίσας τοὺς τὴν ἀποστολικὴν πίστιν τὴν ὁρισθεῖσαν καὶ παραδοθεῖσαν ἡμῖν διὰ τῶν ἁγίων πατέρων τῶν ἐν Νικαία συνελθόντων διὰ πάντων βεβαιώσαντας καὶ ἐν αὐτῆ πάντας φωτίζοντας· Οὗπερ Ἀκεφάλου τὴν κοινωνίαν καὶ ἕνωσιν ἀποφεύγοντες καὶ παντελῶς ἀπαρνούμενοι, δεόμεθα τῆς ὑμετέρας εὐσεβείας…
(Θεοδώρητου Ιερομονάχου, ό. π. , σελ. 165)
…Όταν για ζητήματα πίστεως έχουμε να διαλέξουμε την ζωή ή τον θάνατο, ο θάνατος είναι για μας προτιμότερος. Πράγματι, δεν θα γίνουμε καθόλου και με κανένα τρόπο ή λόγο συγκοινωνοί με τους εχθρούς της Εκκλησίας του Θεού και με τα μάταια αναθέματα που εξαπολύουν, εφόσον με την βοήθεια του Θεού κατέχουμε την Αποστολικοί πίστη «ἐν ἡ ἑστήκαμεν και καυχώμεθα ἐπ’ ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ»(Ρωμ. ε’, 2). Όλοι οι κάτοικοι της αγίας γής, με την βοήθεια του Θεού, έχουμε ένα φρόνημα και μία πίστη, και δεχτήκαμε πρόθυμα τέσσερις άγιες Συνόδους τιμημένες με την ευαγγελική σφραγίδα, ομόδοξες, με ένα πνεύμα και φρόνημα…
…Γι’ αυτό κανείς δεν θα μπορέσει με οποιονδήποτε τρόπο να μας ενώσει με όσους δεν έχουν τα ίδια φρονήματα με μας και δεν πειθαρχούν στις άγιες αυτές Συνόδους, έστω και αν μας περιμένουν μύριοι θάνατοι…
…Βεβαιώνουμε την εξουσία σου ενώπιον του Θεού και των εκλεκτών αγγέλων, ότι δεν αποδεχόμαστε με κανένα τρόπο ή λόγο την ένωση με τους Αποσχιστές που αναφέραμε, πριν κριθούν νόμιμα και κανονικά.Ούτε βέβαια ήμαστε σύμφωνοι με καμία καινοτομία στην πίστη, που θα πραγματοποιηθεί για οποιονδήποτε λόγο, ούτε θα αποδεχτούμε ως νόμιμη την χειροτονία κάποιου από τους Ακέφαλους, σε οποιοδήποτε καιρό και διά της βίας θα χειροτονηθή αρχιεπίσκοπος.
(Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, Βίος τοῦ ὁσίου Σάββα, κεφ.νζ’)
Άγιος Σάββας ο Ηγιασμένος
Τοῦτο γνούς ὁ ἐν ἁγίοις πατήρ ἡμῶν Σάββας ἀνελθὼν ἐν τῆ ἁγία πόλει μετὰ τῶν ἄλλων τῆς ἐρήμου ἡγουμένων, τοὺς μὲν ἐλθόντας μετὰ τῶν συνοδικῶν Σευήρου τῆς ἁγίας ἀπεδίωξαν πόλεως, τὸ δὲ πλῆθος τῶν μοναχῶν πάντοθεν ἐπισυνάξαντες ἔμπροσθεν τοῦ ἁγίου Κρανίου μετὰ τῶν ἱεροσολυμιτῶν ἔκραζον λέγοντες: Ἀνάθεμα Σευήρω καὶ τοῖς κοινωνοῦσιν αὐτῶ, παρόντων ἔτι καὶ ἀκουόντων τῶν τε μαγιστριανῶν καὶ ἀρχόντων καὶ στρατιωτῶν τῶν ὑπὸ τοῦ βασιλέως ἀποσταλέντων.
(Θεοδώρητου Ιερομονάχου, ό. π. , σελ. 55)
Ιωάννης επίσκοπος Κολωνίας, ο ησυχαστής
Λαβὼν ὁ μαθητὴς Θεόδωρος (τὸν ἀνεψιὀν τῆς διακόνου Βασιλίνας) κατῆλθεν πρὸς τὸν γέροντα καὶ τὸ θυρίδιον κρούσας κατὰ τὸ ἔθος καὶ τοῦ γέροντος μέλλοντος ἀνοίγειν ἔβαλον μετάνοιαν ἀμφότεροι. Καὶ τοῦ μαθητοῦ εἰπόντος εὐλόγησον ἡμᾶς πάτερ, ἀνοίξας ὁ γέρων λέγει πρὸς τὸν μαθητήν. Σὲ μὲν εὐλογῶ, οὗτος δὲ ἀνευλόγητός ἐστιν. Τοῦ δὲ μαθητοῦ λέγοντος· μὴ οὕτω πάτερ, ἀπεκρίθη ὁ γέρων· ὄντως οὐκ εὐλογῶ αὐτόν, ἕως ἀποστῆ τοῦ φρονήματος τῶν Ἀποσχιστῶν (σ.σ. εννοεί των οπαδών του Σευήρου, που εκείνη τη περίοδο, αν και κεκριμένοι από Οικουμενική Σύνοδο, κατείχαν πλείστες εκκλησιαστικές θέσεις) καὶ τῆ καθολικῆ ἐκκλησία καθομολογήση κοινωνῆσαι. Ταῦτα ἀκούσας ἐκεῖνος, συνεχίζει ὁ βιογράφος, ἐξεπλάγη ἐπὶ τῶ τοῦ γέροντος διορατικῶ χαρίσματι καὶ τῶ θαύματι ἀλλοιωθείς συνέθετο μετὰ πληροφορίας κοινωνῆσαι τῆ καθολικῆ ἐκκλησία. Τότε ὁ γέρων εὐλογήσας αὐτὸν καὶ ἀναστήσας μετέδωκεν αὐτὸς πρῶτος τῶν ἀχράντων μυστηρίων, πᾶσαν διψυχίαν ἐκ τῆς ἑαυτοῦ ἀποσμήξαντι καρδίας.
(Schwartz, ό.π. , σ. 218 – 9) (σ.σ. Οι σημερινοί Γ.Ο.Χ. φαίνεται πως έχουν μεγαλύτερο κύρος και από αυτό της Δ’ Οικουμενικής Συνόδου, αφού τολμούν να μιλούν για άκυρα μυστήρια εντός της κρατούσας Εκκλησίας, κυρίως λόγω της αιρέσεως του Οικουμενισμού. Όμως στη παρούσα πηγή, βλέπουμε τον αββά Ιωάννη να μεταδίδει τα Άχραντα Μυστήρια στον νεαρό μετανοήσαντα, χωρίς προηγουμένως να του ζητήσει αναμύρωση, αναβαπτισμό κτλ, καίτοι ο Μονοφυσιτισμός είχε ήδη καταδικασθεί από Οικουμενική Σύνοδο. Συνεπώς, πας μονοφυσίτης, τη δεδομένη χρονική στιγμή, στερούνταν παντελώς της Αγιαστικής χάριτος του Παναγίου Πνεύματος.)
Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ιωάννης
…(σ.σ. Ο δούκας Αναστάσιος) συνέλαβε καὶ ἐφυλάκισε τὸν Ἰωάννην,τὸν ὁποῖον ἐν φυλακῆ ὄντα ἐπίεζε παντοιοτρόπως ὅπως προβῆ εἰς τὴν ἐπικοινωνίαν (σ.σ. μετά του αιρετικού πατριάρχου Αντιοχείας Σευήρου).
(Η.Θ.Ε., 6, 1200 – 1)
…(σ.σ. μετά την ορθόδοξη, δημόσια ομολογία του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Ιωάννου, ενώπιον του λαού και των κορυφαίων μοναχών, αγίων Σάββα και Θεοδοσίου) Το αποτέλεσμα υπήρξε θαυμαστόν. Πάντες οι υπεναντίοι ηλλοιώθησαν την καλήν αλλοίωσιν κατόπιν της επιδειχθείσης παρρησίας του λαού και των ηγετών του. Ο ιστορικός εις το σημείον αυτό είναι λίαν σαφής.
«Τούτων οὕτως ἐχόντων, ὁ μὲν δοὺξ τὸ πλῆθος τῶν μοναχῶν φοβηθεὶς ἔφυγεν εἰς Καισάρειαν· ὁ δὲ Ὑπάτιος ὅρκοις ἔπεισεν τοὺς πατέρας ὅτι ἦλθον ἐνταῦθα μὴ κοινωνήσας Σευήρω, ἀλλὰ ἔσπευσα τῆς ἥμῶν ἀξιωθῆναι κοινωνίας».
(Schwartz, Kyrillos von Skythopolis, Leipzig, 1939, σ. 153)
Λίβελλος των Μοναχών προς την ενδημούσαν Σύνοδον
Ὅπως ἐκηρύχθησαν ἐν τῆι ἐκκλησίαι αἱ σύνοδοι (συνημμένο κείμενο εντός του λίβελλου)
Εἰσόδου γενομένης κατὰ τὸ σύνηθες ἐν τῆι ἁγιωτάτηι ἡμῶν μεγάληι ἐκκλησίαι ἐν ἡμέραι κυριακῆι τῆι πεντεκαιδεκάτηι τοῦ ἐνεστῶτος Ἰουλίου μηνὸς τῆς ἑνδεκάτης ἐπινε μήσεως παρὰ τοῦ δεσπότου ἡμῶν τοῦ ἁγιωτάτου ἀ ρχιεπισκόπου καὶ οἰκουμενικοῦ πατρι άρχου Ἰωάννου, ὡς οὐκ ἀγνοεῖ καὶ ἡ ὑμετέρα θεοφίλεια, ἐν τῶι γενέσθαι αὐτὸν σὺν τῶι εὐαγεῖ κλήρωι περὶ τὸν ἄμβωνα φωναὶ γεγόνασιν ἀπὸ τοῦ λαοῦ λέγουσαι · Πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου, πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως, πολλὰ τὰ ἔτ η τῆς αὐγούστας, πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου· ἀκοινώνητοι διὰ τί μένομεν ἐπὶ τοσαῦτα ἔτη; διὰ τί οὐ κοινωνοῦμεν; ἐκ τῶν χειρῶν σου κοινωνῆσαι θέλομεν. ἐὲς ἄνελθε εἰς τὸν ἄμβωνα, ἐὲς πεῖσον τὸν λαόν σου. διὰ πολλῶν ἐτῶν κοινωνῆσαι θέλομεν. ὀρθόδοξος εἶ, τ ίνα φοβῆσαι; ἄξιε τῆς τριάδος· ἡ ἁγία Μαρία θεοτόκος ἐστίν. ἄξιε τοῦ θρόνου · ἡ ἁγία Μαρία θεοτόκος ἐστίν. πολλὰ τὰ ἔτη το ῦ βασιλέως, πολλὰ τὰ ἔτη τῆς αὐ γούστας· Σεβῆρον τὸν Μανιχαῖον ἔξω βάλε · ὁ μὴ λαλῶν Μανιχαῖός ἐστιν. ἀνασκαφῆι τὰ ὀστέα τῶν Μανιχαίων. τὴν ἁγίαν σύνοδον ἄρτι κήρυξον. πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως, πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου · ἄξιε τῆς τριάδος, ἡ ἁγία σύνοδος ἄρτι κηρυχθήτω. ἄξιε τῆς τριάδος, ἡ ἁγία Μαρία θεοτόκος ἐστίν. ἄξιε τοῦ θρόνου, ἡ ἁγία Μαρία θεοτόκος ἐστίν · ἡ ἁγία σύνοδος τοῦτο εἶπεν . ὁ μὴ λαλῶν Μανιχαῖός ἐστι . νικᾶι ἡ πίστις τῆς τριάδος, νικᾶι ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων. τὴν ἁγίαν σύνοδον ἄρτι κήρυξον · ὀρθόδοξος βασιλεύει, τίνα φοβῆσαι; νικᾶι ἡ πίστις τοῦ βασιλέως, νικᾶι ἡ πίστις τῆς αὐγούστας. τοῦ νέου Κωνσταντίνου πολλὰ τὰ ἔτη, τῆς νέα ς Ἑλένης πολλὰ τὰ ἔτη · πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου · ἄξιε τῆς
τριάδος· Ἰουστῖνε αὔ γουστε TVINCAS: τοῦ νέου Κωνσταντίνου πολλὰ τὰ ἔτη· ἢ ἐξέρχηι ἢ κηρύσσεις. πολ λὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως · Ἰουστῖνε αὔγουστε TVINCAS: τὴν σύνοδον Χαλκηδόνος ἄρτι κήρυξον. Ἰουστῖνος βασιλεύει, τίνα φοβῆσαι; Σεβῆρον τὸν Μανιχαῖον ἔξω βάλε. τὴν σύνοδον Χαλκηδόνος ἄρτι κήρυξον. ὁ μὴ ἀναθεματίζων Σεβῆρον Μανιχαῖός ἐστιν. ἀνάθεμα Σεβήρωι τῶι Μανιχαίωι· ὁ μὴ λαλῶν Μανιχαῖός ἐστι. Σεβῆρον ἔξω βάλε, τὸν νέον Ἰούδαν ἔξω βάλε, τὸν ἐπίβουλον τῆ ς τριάδος ἔξω βάλε. τὴν ἁγίαν σύνοδον ἄρτι κήρυξον. ἐὲς μαρτύρομαι · ἢ κηρύσσεις ἢ ἐξέρχηι. πίστις ἐστίν, οὐκ ἔνι θεωρεῖν. ἀδελφοὶ Χριστιανοὶ μία ψυχή. Ἰουστῖνε αὔγουστε TVINCAS: εἰ φιλεῖς τὴν πίστιν, Σεβῆρον ἀναθεμάτισον. ἐὲς μαρτύρομαι· ἐὲς σύρω σε, ἐὲς τ ὰς θύρας κλείω. ὁ μὴ λαλῶν Μανιχαῖός ἐστιν. μαρτύρομαί σε · οὐδὲν παρ' ἐμέ. ὀρθόδοξος βασιλεύει, τίνα φοβῆσαι; τοῦ ὀρθοδόξου βασιλέως πολλὰ τὰ ἔτη · Σεβῆρον τὸν ἐπίβουλον τῆς τριάδος ἔξω βάλε, τὸν νέον Ἰούδαν ἔξω βάλε· ὁ μὴ λαλῶν Μανιχαῖός ἐστιν. ἐὲς σύναξιν τῆι συνόδωι, ἐὲς ἄρτι κήρυξον. μὰ τὸ εὐαγγέλιον, οὐδὲν παρ' ἐμέ, ἐὲς μαρτύρομαι. πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως, τοῦ νέου Κωνσταντίνου πολλὰ τὰ ἔτη, τοῦ ὀρθοδόξου βασιλέως πολλὰ τὰ ἔτη, τῆς νέας Ἑλένης πολλὰ τὰ ἔτη · Σεβῆρον ἔξω βάλε, τὸν νέον Ἰούδαν ἔξω βάλε, τὸν ἐπίβουλον τῆς τριάδος ἔξω βάλε. πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως · ἀδελφοὶ Χριστιανοὶ μία ψυχή. πίστις ἐστίν, οὐκ ἔνι ἁπλῶς. ἡ ἁγία Μαρία θεοτόκος ἐστίν · ταῦτα καὶ ἡ σύνοδος εἶπε.
(Concilia Oecumenica (ACO), Synodus Constantinopolitana et Hierosolymitana anno 536, Tome 3, page 71, line 17 κ.ε.)
Ταῦτα αὐτῶν ἐκβοησάντων ἐδόθη αὐτοῖς ἀπόκρισις παρὰ τοῦ ἁγιωτάτου καὶ μακαριωτάτου ἀρχιεπισκόπου καὶ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Ἰωάννου αὕτη· μακροθυμήσατε, ἀδελφοί, ἵνα πρότερον προσκυνήσωμεν τὸ ἅγιον θυσιαστήριον, καὶ μετὰ τοῦτο δίδωμι ὑμῖν ἀπόκρισιν. καὶ εἰσελθόντος αὐτοῦ εἰς τὸ ἅγιον θυσιαστήριον ἐπέμειναν κράζοντες· Πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως, πολλὰ τὰ ἔτη τῆς αὐγούστας· ἐὲς μαρτύρομαι· οὐκ ἐξέρχηι, ἐὰν μὴ ἀναθεματίσηις Σεβῆρον. ἀνάθεμα Σεβήρωι φανερῶς εἰπέ. ἐὲς ἀπόκλεισον· ἐὲς μαρτύρομαι. πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως.
Καὶ λοιπὸν ἀνελθὼν ἐπὶ τοῦ ἄμβωνος ὁ ἁγιώτατος καὶ μακαριώτατος ἡμῶν ἀρχιεπίσκοπος καὶ οἰκουμενικὸς πατριάρχης Ἰωάννης προσεφώνησε ταῦτα · Οἴδατε τοὺς ἐμοὺς ἀγῶνας , ἀγαπητοί, οὓς καὶ ἐν τῶι πρεσβυτερίωι ὢν κατεβαλόμην, καὶ νῦν ἀντεσχόμην τῆς ὀρθοδοξίας καὶ ἀντέχομαι ἕως θανάτου. οὐ χρεία τοίνυν ταραχῆς ἢ θορύβου· οὔτε γάρ τι παρεβάθη τῆς ὀρθῆς πίστεως οὔτε ἁγίαν σύνοδον τολμᾶι τις ἀναθεματίσαι, ἀλλὰ πάσας τὰς ἁγίας συνόδους τὰς βεβαιωσάσας τὸ ἅγιον σύμβολον τῶν <τιη> πατέρων τῶν συνελθόντων κατὰ τὴν Νικαέων ὀρθοδόξους γινώσκομεν καὶ μάλιστα τὰς ἁγίας τρεῖς συνόδους ταύτας, τουτέστι τὴν ἐν Κωνσταντινουπόλει καὶ τὴν ἐν Ἐφέσωι καὶ τὴν μεγάλην τὴν ἐν Χαλκηδόνι. ἰδικῶς γὰρ τὸ σύμβολον τῶν <τιη> ἁγίων πατέρων, εἰς ὃ βαπτιζόμεθα, αὗται αἱ ἅγιαι τρεῖς σύνοδοι ὁμοφρόνως ἐβεβαίωσαν. Καὶ μετὰ τὴν προσφώνησιν ἐπιμενόντων αὐτῶν ἐπὶ πλείστας ὥρας ταῖς αὐταῖς φωναῖς καὶ προσθέντων· Οὐ κατέρχηι, ἐὰν μὴ ἀναθεματίσηις· πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου. ἄξιε τῆς τριάδος, πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως, πολλὰ τὰ ἔτη τῆς αὐγούστης · τὴν σύναξιν τῆς συνόδου Χαλκηδόνος ἄρτι κήρυξον. οὐκ ἀναχωρῶ, ἐὰν μὴ κηρύξηις. ἕως ὀψὲ ὧδε ἐσμέν . τὴν σύναξιν εἰς τὴν αὔριον κήρυξον. τὴν μνήμην τῶν πατέρων αὔριον κήρυξον. τῶν ἐν Χαλκηδόνι πατέρων τὴν σύναξιν αὔριον κήρυξον. σήμερον ἐὰν κηρύξηις, αὔριον ἐπιτελεῖται. οὐκ ἀναχωρῶ , ἐὰν μὴ κηρύξηις. τοὺς ἀναθεματίσαντας Νεστόριον καὶ Εὐτυχέα εἰς τὴν αὔριον κήρυξον. ἐὰν μὴ λάβω ἀπόκρισιν , ἕως ὀψὲ ὧδε εἰμί , [καὶ] προσεφώνησεν ὁ ἁγιώτατος καὶ μακαριώτατος ἀρχιεπίσκοπος ἡμῶν καὶ οἰκουμενικὸς πατριάρχης Ἰωάννης οὕτως · Ἐπειδὴ σύναξιν ἠιτήσατε τῶν ἁγίων πατέρων τῶν ἐν Χαλκηδόνι ἐπιτελεσθῆναι , γινώσκοντες γνώσεσθε ὅτι καὶ τοῦτο ποιήσομεν γνώμηι τοῦ εὐσεβεστάτου καὶ φιλοχρίστου ἡμῶν βασιλέως. Ἐπιμενόντων δὲ αὐτῶν καὶ τὰς αὐτὰς φωνὰς ἐκβοώντων καὶ προσθέντων· Οὐκ ἀναχωρῶ μὰ τὸ εὐαγγέλιον · τὴν σύναξιν τῶν πατέρων ἄρτι κήρυξον· τῶν ἐν Χαλκηδόνι πατέρων τὴν σύναξιν αὔριον ποίησον, ἐκηρύχθη ἡ σύναξις διὰ Σαμουὴλ διακόνου οὕτως · Γνωρίζομεν τῆι ὑμετέραι ἀγάπηι ὅτιπερ τῆι αὔριον μνήμην ἐπιτελοῦμεν τῶν ἐν ἁγίοις πατέρων ἡμῶν καὶ ἐπισκόπων γενομένων τῶν κατὰ τὴν Χαλκηδονέων μητρόπολιν συναχθέντων καὶ βεβαιωσάντων ἅμα τοῖς ἐν Κωνσταντινουπόλει καὶ ἐν Ἐφέσωι
συναχθεῖσιν ἁγίοις πατράσιν τὸ σύμβολον τῶν <τιη> ἁγίων πατέρων τῶν συναχθέντων κατὰ τὴν Νικαέων. συναγόμεθα δὲ καὶ ἐνταῦθα . Καὶ μετὰ τὴν προσφώνησιν τῆς συνάξεως πάλιν ἐπέμεινεν ὁ λαὸς καὶ μιᾶι φωνῆι ἐπὶ πολὺ ἔκραζον · Σεβῆρος ἄρτι ἀναθεματισθῆι. ὁ ἐπίβουλος τῆς τριάδος ἄρτι ἀναθεματισθῆι . ὁ κατὰ τῶν πατέρων ἄρτι ἀναθεματισθῆι . ὁ ἀναθεματίσας τὴν σύνοδον Χαλκηδόνος ἄρτι ἀναθεματισθῆι . οὐκ ἐξέρχομαι, ἐὰν μὴ ἄρτι ἀναθεματισθῆι καὶ ἀπόκρισιν λάβω. μαρτύρομαι· ὀρθόδοξος εἶ, ἄρτι ἀναθεμάτισον. ἢ ἀναθεμάτισον ἢ οὐδὲν παρ' ἐμέ. Καὶ ἐπὶ πολὺ τοῖς αὐτοῖς ἐπιμενόντων αὐτῶν , παρόντων Θεοφίλου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Ἡρακλεωτῶν καὶ Θεοδότου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Γαγγρηνῶν καὶ Ὑπατίου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Κλαυδιουπολιτῶν καὶ Ἰωάννου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου Βοσπόρου καὶ Πυθαγόρου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Σινωπέων καὶ Ἰσαακίου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Πενταπόλεως τῆς Ἑλλάδος καὶ Ἰωάννου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου Σεννέων τῆς Παμφύλων χώρας καὶ Ἀμαντίου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Νικοπολιτῶν καὶ Ἀμμωνίου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Ἀβυδηνῶν , Πλάτωνος τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Κρατιανῶν, Εὐσταθίου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Φιλαδελφέων καὶ Πελαγίου τοῦ θεοφιλεστάτου ἐπισκόπου τῆς Αἰζανιτῶν καὶ ἑτέρων θεοφιλεστάτων ἐπισκόπων τῶν καὶ συναινούντων τῶι ἁγιωτάτωι καὶ μακαριωτάτωι ἀρχιεπισκόπωι καὶ οἰκουμενικῶι πατριάρχηι Ἰωάννηι προσεφωνήθη ταῦτα · Ὅτι Σεβῆρος χωρίσας ἑαυτὸν τῆς ἁγίας ταύτης ἐκκλησίας ἑαυτῶι κρίματι ὑπέβαλε, πρόδηλον πᾶσιν . ἑπόμενοι τοίνυν καὶ ἡμεῖς τοῖς θείοις κανόσι καὶ τοῖς ἁγίοις πατράσιν ἀλλότριον τοῦτον ἡγούμεθα καὶ ὑπὸ τῶν θείων κανόνων ἤδη διὰ τῆς βλασφημίας αὐτοῦ κατακριθέντα ἀναθεματίζομεν καὶ ἡμεῖς .
Τούτων παρακολουθησάντων τῆι κυριακῆι, τῆι ἑξῆς , ἥτις ἐστὶν ἑξκαιδεκάτη τοῦ Ἰουλίου μηνός, ἡμέραι δευτέραι, ἐπιτελουμένης τῆς μνήμης τῶν προλεχθέντων ἁγίων πατέρων, πάλιν τῆς εἰσόδου γενομένης παρὰ τοῦ ἁγιωτάτου καὶ μακαριωτάτου ἀρχιεπισκόπου καὶ οἰκουμενικοῦ πατριάρχου Ἰωάννου, εὐθέως ἅμα τῶι γενέσθαι αὐτὸν πλησίον τοῦ ἄμβωνος φωναὶ ἤλθοσαν ἀπὸ παντὸς τοῦ λαοῦ οὕτως · Πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου, πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως,
πολλὰ τὰ ἔτη τῆς αὐγούστης, τοῦ νέου Κωνσταντίνου πολλὰ τὰ ἔτη, τῆς νέας Ἑλένης πολλὰ τὰ ἔτη· τὸ λείψανον Μακεδονίου τῆι ἐκκλησίαι. Ἰουστῖνε αὔγουστε TVINCAS, Εὐφημία αὐγούστα TVINCAS: τοὺς ἐν ἐξορίαι διὰ τὴν πίστιν τῆι ἐκκλησίαι. ἀνασκαφῆι τὰ ὀστέα τῶν Νεστοριανῶν, ἀνασκαφῆι τὰ ὀστέα τῶν Εὐτυχιανιστῶν . τίς ἔνι Νεστόριος, ἐγὼ οὐκ οἶδα· ἀνάθεμα αὐτῶι ἀπὸ τῆς τριάδος. τίς ἔνι Νεστόριος, ἐγὼ οὐκ οἶδα· ἀνάθεμα αὐτῶι μετ' Εὐτυχέος. ἀνασκαφῆι τὰ ὀστέα τῶν Νεστοριανῶν , ἀνασκαφῆι τὰ ὀστέα τῶν Εὐτυχιανιστῶν . τοὺς Μανιχαίους ἔξω βάλε. Ἰουστῖνε αὔγουστε TVINCAS: Σεβῆρον τὸν Ἰούδαν ἔξω βάλε. τοὺς Μανιχαίους τῆς ἐκκλησίας ἔξω βάλε. τοὺς δύο Στεφάνους ἔξω βάλε. τὸ λείψανον Μακεδονίου ἄρτι φέρε. τὸ ὄνομα Μακεδονίου ἄρτι ταγῆι . δεόμεθα, τὰς ὅλας φωνὰς τῶι βασιλεῖ . τὸν νέον Τζουμᾶν ἔξω βάλε. ὁ νέος Τζουμᾶς Ἀμάντις ἐστί. τὸν λῆρον τοῦ παλατίου ἔξω βάλε. Εὐφήμιον καὶ Μακεδόνιον τῆι ἐκκλησίαι. τὰ συνοδικὰ εἰς Ῥώμην ἄρτι ἀπέλθωσιν. πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου· τοῦ νέου Ἰωάννου πολλὰ τὰ ἔτη · ἄξιε τῆς τριάδος. Ἰουστῖνε αὔγουστε TVINCAS, πολλὰ τὰ ἔτη τῆς αὐγούστης · τὸ λείψανον Μακεδονίου τῆι ἐκκλησίαι· ἐν τούτοις ἀεὶ νικήσεις. Εὐφημίου καὶ Μακεδονίου τὰ ὀνόματα ἄρτι ταγῆι. τελείαν ἑορτὴν τῆι ἐκκλησίαι. τοὺς ψευδομάρτυρας Μακεδονίου ἔξω βάλε. τὰς τέσσαρας συνόδους τοῖς διπτύχοις. Λέοντα τὸν ἐπίσκοπον Ῥώμης τοῖς διπτύχοις. ἡ ἁγία Μαρία θεοτόκος ἐστί· τοῦτο ἡ σύνοδος εἶπε . τὰ δίπτυχα τῶι ἄμβωνι· ὁ μὴλαλῶν Μανιχαῖός ἐστι. τὰ δίπτυχα τῶι ἄμβωνι ἄρτι, τὸν θεόν σοι. Ἰουστῖνε αὔγουστε, TVINCAS: κουράτωρα οὐκ ἔχεις, τὰ δίπτυχα ἄρτι φέρε. Ἰουστῖνος βασιλεύει, τὰ δίπτυχα ἄρτι φέρε. τοῦ ὀρθοδόξου βασιλέως πολλὰ τὰ ἔτη, τῆς νέας Ἑλένης πολλὰ τὰ ἔτη, τοῦ νέου Ἰωάννου πολλὰ τὰ ἔτη· οὕτως ἔχεις τὸν δεσπότην, τὰ δίπτυχα ἄρτι φέρε. οὕτως ἔχεις τὴν αὐγούσταν , τὰ δίπτυχα ἄρτι φέρε. οὕτως ἔχεις τὴν τριάδα, τὰ δίπτυχα ἄρτι φέρε. οἱ κανόνες τούτους οὐκ ἐξέβαλαν· ἐὲς τάξον, ἐὲς τάξον, ἐὲς τάξον.
Καὶ προσεφωνήθη ταῦτα· Καὶ κατὰ τὴν χθὲς ἡμέραν ἀρκούντως ἐπληροφορήσαμεν τὴν ὑμετέραν ἀγάπην, καὶ νῦν δὲ τὸν ζῆλον ὑμῶν σαφῶς ἐπιστάμενοι ἐκεῖνα ἐσπεύσαμεν καὶ σπεύδομεν ποιῆσαι ὅσα καὶ τὸν θεὸν θεραπεύει καὶ ὑμᾶς διὰ πάντων ἐν πᾶσι πληροφορεῖ. ὅτι δὲ μέλει ἡμῖν τοῦ μηδὲν παρασαλευθῆναι τῆς ὀρθῆς πίστεως, οἶμαι κατὰ διαφόρους χρόνους καὶ τρόπους πείραι παρειληφέναι τὴν
ὑμ ετέραν ἀγάπην. δι' ὃ καὶ τὸν θεμέλιον τῆς πίστεως κατὰ τὴν τῶν ἁγίων πατέρων παράδοσιν ἀρραγῆ διαμένειν τῆι χάριτι τοῦ δεσπότου ἡμῶν καὶ σωτῆρος Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐσπουδάσαμεν, ἐλπίσαντες δι' αὐτῆς καὶ τὰς διεστώσας ἐκκλησίας ἑνῶσαι, πανταχοῦ τὴν τάξιν τῶν θείων κανόνων ἐνθέσμως κρατοῦντες . οὐδὲ γὰρ ἐγχωρεῖ τι παρασαλεῦσαι καὶ περὶ κενοφωνίας καὶ λεπτολογίας ἀπασχολεῖσθαι τοὺς πιστούς, ἀλλὰ προσέχειν τῶι ἁγίωι συμβόλωι, ἐν ὧι πάντες ἐβαπτίσθημεν, ὅπερ ἐξεφώνησεν ἡ ἐν Νικαίαι ἐν ἁγίωι πνεύματι σύνοδος καὶ ἐκύρωσεν ἡ ἐν Κωνσταντινουπόλει τῶν ἁγίων πατέρων συνέλευσις καὶ ἐβεβαίωσεν ἡ ἐν Ἐφέσωι ὁσία σύνοδος καὶ ἐπεσφράγισεν ὁμοίως ἡ ἐν Χαλκηδόνι ἁγία μεγάλη σύνοδος, ἣν κατ' οὐδένα λόγον ἢ τρόπον παρασαλεῦσαί τις δυνήσεται πᾶσαν ἀναιροῦσαν τοῖς κακοδόξοις πρόφασιν. ταύτην τοίνυν τὴν πίστιν ἀσάλευτον κρατοῦντες πρὸς ἀλλήλους μὴ ἀμφιβάλητε, ἀλλὰ πᾶσαν κενοφωνίαν καὶ πᾶσαν καινοτομίαν καὶ πᾶσαν λεπτολογίαν ἀπωθούμενοι ἑνὶ στόματι τὴν ἁγίαν καὶ ὁμοούσιον τριάδα δοξάσωμεν, ἥτις φυλάττοι ἐν εἰρήνηι τὴν ζωὴν τῶν εὐσεβεστάτων καὶ φιλοχρίστων ἡμῶν βασιλέων καὶ πάντων ἡμῶν . τῶι γὰρ πατρὶ καὶ υἱῶι καὶ ἁγίωι πνεύματι πρέπει ἡ δόξα νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων , ἀμήν.
Ταύτης τῆς προσφωνήσεως γενομένης ἐπέμειναν κράζοντες· Ἐὰν μὴ ἄρτι, οὐδεὶς ἐκβαίνει· μαρτύρομαί σε, τὰς θύρας κλείω. ἀδελφοὶ ὀρθόδοξοι μία ψυχή· ἀδελφοὶ διὰ πίστιν μία ψυχή· Ἰουστῖνε αὔγουστε TVINCAS: ὁ μὴ λαλῶν Μανιχαῖός ἐστιν. ἅγιος ἅγιος ἅγιος · ἡ τριὰς ἐνίκησεν. ἀπάρτι οὐ φοβῆσαι Ἀμάντιν τὸν Μανιχαῖον. Ἰουστῖνος βασιλεύει, Ἀμάντιν τί φοβῆσαι; ἄξιε τῆς τριάδος, καὶ τοῦτο τὸ καλόν σοι ἐτηρεῖτο · ὁ φιλῶν τὴν σύνοδον οὕτως τιμᾶται . πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ βασιλέως, πολλὰ τὰ ἔτη τῆς αὐγούστης , πολλὰ τὰ ἔτη τοῦ πατριάρχου· νικᾶι ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων.
Καὶ πάλιν ἐπιμενόντων αὐτῶν ἐπὶ πολὺ ταῖς αὐταῖς φωναῖς προσεφωνήθη αὐτοῖς ταῦτα · Ὅτι διὰ πάντων σπουδὴν ἐθέμεθα θεραπεῦσαι ὑμᾶς καὶ ἀσκανδαλίστους φυλάξαι,σαφῶς ἐπίστασθε· ἐπειδὴ δὲ δεῖ πάντα κανονικῶς καὶ μετὰ εὐταξίας γενέσθαι, συγχωρήσατε ἡμῖν συναγαγεῖν τοὺς θεοφιλεστάτους ἐπισκόπους, ἐφ' ὧι τε κατὰ τοὺς θείους κανόνας πάντα προβῆναι γνώμηι καὶ κελεύσει τοῦ εὐσεβεστάτου ἡμῶν βασιλέως. τὰς γὰρ ἐκβοήσεις ὑμῶν
πάσας ἀνοίσομεν ἐπὶ τὴν αὐτοῦ γαληνότητα. Καὶ κλεισάντων αὐτῶν τὰς θύρας καὶ ἐπιμενόντων ταῖς αὐταῖς ἐκβοήσεσι λαβὼν τὰ δίπτυχα ὁ ἁγιώτατος καὶ μακαριώτατος ἀρχιεπίσκοπος καὶ οἰκουμενικὸς πατριάρχης Ἰωάννης ἐκέλευσε ταγῆναι τὰς ἁγίας τέσσαρας συνόδους τῶν τε ἐν Νικαίαι συνελθόντων ἁγίων πατέρων καὶ τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει ὡσαύτως συναχθέντων ἐπὶ Νεκταρίου τοῦ τῆς ὁσίας μνήμης καὶ τῶν ἐν Ἐφέσωι ἐπὶ τῆι ἐκβολῆι Νεστορίου καὶ τῶν ἐν Χαλκηδόνι ἐπὶ τῆι ἐκβολῆι Εὐτυχοῦς καὶ τοῦ αὐτοῦ δυσσεβοῦς Νεστορίου καὶ τὰ ὀνόματα τῶν τελευτησάντων ἐν ὁσίαι τῆι μνήμηι γενομένων ἀρχιεπισκόπων ταύτης τῆς βασιλίδος πόλεως Εὐφημίου καὶ Μακεδονίου καὶ μέντοι καὶ Λέοντος τοῦ γενομένου ἀρχιεπισκόπου Ῥώμης. τότε φωνῆι μεγάληι πάντες οἱ τοῦ λαοῦ ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος ἐβόησαν <εὐλογητὸς κύριος ὁ θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ὅτι ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε λύτρωσιν τῶι λαῶι αὐτοῦ ,> καὶ πάλιν δεύτερον ἔκραξαν εὐλογητὸς κύριος Ἰησοῦς ὁ βασιλεύς, ὅτι ἐπεσκέψατο καὶ ἐποίησε λύτρωσιν τῶι λαῶι αὐτοῦ . ἐπὶ πολλὴν δὲ ὥραν ἀντιφωνούντων ἑκατέρων τῶν μερῶν καὶ ψαλλόντων τὴν ψαλμωιδίαν ταύτην, οἱ ψάλται ἐπετράπησαν ἀνελθόντες εἰπεῖν τὸ τρισάγιον καὶ αὐτῶν ἀρξαμένων πᾶς ὁ λαὸς ἐπαύσατο καὶ ὑπήκουσε τοῦ τρισαγίου. καὶ μετὰ τὴν ἀνάγνωσιν τοῦ ἁγίου εὐαγ γελίου ἐξ ἔθους τῆς θείας λειτουργίας ἐπιτελουμένης καὶ τῶν θυρῶν κλεισθεισῶν καὶ τοῦ ἁγίου μαθήματος κατὰ τὸ σύνηθες λεχθέντος τῶι καιρῶι τῶν διπτύχων μετὰ πολλῆς ἡσυχίας συνέδραμον ἅπαν τὸ πλῆθος κύκλωι τοῦ θυσιαστηρίου καὶ ἠκροῶντο καὶ μόνον ἐλέχθησαν αἱ προσηγορίαι τῶν εἰρημένων ἁγίων τεσσάρων συνόδων παρὰ τοῦ διακόνου καὶ τῶν ἐν ὁσίαι τῆι μνήμηι ἀρχιεπισκόπων Εὐφημίου καὶ Μακεδονίου καὶ Λέοντος, φωνῆι μεγάληι ἔκραξαν ἅπαντες· δόξα σοι κύριε. καὶ μετὰ τοῦτο μετὰ πάσης εὐταξίας ἐπληρώθη σὺν θεῶι ἡ θεία λειτουργία.
(TLG, Concilia Oecumenica [ACO], Synodus Constantinopolitana et Hierosolymitana anno 536, Tome 3, page 71, line 17 κ.ε.)
7ος ΑΙΩΝΑΣ
Διαμαρτυρία Ιωάννου πρεσβυτέρου και ηγουμένου της Λαύρας του Αγίου Σάββα και ετέρων ηγουμένων, κατά Σεργίου, Κύρου, Παύλου και Πύρρου
Ἀλλὰ κανονικῶς τε καὶ συνοδικῶς τὴν ὑπὸ τῶν εἰρημένων ἀνδρῶνπολεμηθεῖσαν ἁγιωτάτην πίστιν διεκδικῆσαι καὶ πᾶσι μετὰ Θεὸν τὴν αὐτὴν περισώσασθαι , σώαν, εἰλικρινῆ καὶ ἀκαινοτόμητον, τῶ εὐσεβεῖ καθὼς καὶ τὸ πρότερον περιλαμπομένην λόγω τοῖς ἀνὰ πᾶσαν τὴν οἰκουμένην ὀρθοδόξοις ἱερεῦσι τε καὶ λαϊκοῖς καὶ μονάζουσιν· ἐπειδὴ πάντων εἰς ὑμᾶς ἤρτηνται μετὰ Θεὸν αἱ καρδίαι κορυφαίων ὑμᾶς ἀπὸ Χριστοῦ τεθειμένους ἐπισταμένων καὶ τῶν ἐκκλησιῶν κεφαλήν, ὥστε αὐτούς, Σέργιον φαμέν, καὶ Κύρον, καὶ Πύρρον καὶ Παῦλον καὶ τὰ τοῦτων ὑπὲρ τῆς ἀσεβοῦς αὐτῶν καινοτομίας ρήματά τε καὶ δόγματα, καὶ πάντας τοὺς αὐτοῖς καθ’ οἷον οὖν τινα τρόπον ἢ λόγον ἢ καιρόν, ἢ τόπον συναπενεχθέντας τε καὶ συμφωνήσαντας καὶ τοῦτο ποιεῖν μέλλοντας ἐπὶ τῆ παραβάσει τῶν πατρικῶν ὅρων τε καὶ δογμάτων, ἀναθέματι προσωπικῶς καθυποβαλεῖν, ἀλλὰ ἀπροσώπως ἐπαγαγεῖν κατ’ αὐτῶν τὴν ἀπόφασιν.
(Σπυρίδωνος Μήλια, Των αγίων συνόδων της Καθολικής Εκκλησίας… νέα και δαψιλεστάτη συνάθροισις…, Τόμ. Β’, σ. 442 κ.ε.)
Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής
Τότε λέει ο έπαρχος στον Άγιο:”Κοινωνείς με την εδώ εκκλησία ή όχι;”Και ο Άγιος απάντησε:”Δεν κοινωνώ!”. Του λέει εκείνος:”Γιατί;”. Και απάντησε: ”Επειδή απέρριψε τις Συνόδους(λόγω της αποδοχής του Τύπου)”.Και είπε(ο έπαρχος):” Εάν τις απέρριψε, πώς αναφέρονται στα δίπτυχα;”. Και λέει ο Άγιος:”Και ποία η ωφέλεια από τα ονόματα, όταν τα δόγματα έχουν εκβληθεί;”.
(Μάξιμου του Ομολογητού, Ἐξήγησις τῆς κινήσεως, κεφ. ιγ΄,P.G. 90, 128 A-C)
Έπειτα έρχονται και άλλοι απεσταλμένοι από τον Πατριάρχη και με ρωτούν: Σε ποια Εκκλησία ανήκεις; Στην Εκκλησία του Βυζαντίου; Της Ρώμης; Της Αντιοχείας; Της Αλεξανδρείας; Των Ιεροσολύμων; Γνώριζε ότι όλες ενώθηκαν μεταξύ τους, μαζί με τις επαρχίες τους. Εάν λοιπόν ανήκεις και εσύ στην Καθολική Εκκλησία, ενώσου μαζί μας, για να μην πάθεις τίποτε απροσδόκητο εισάγοντας νέο και ξένο τρόπο ζωής. Εγώ τότε απάντησα: Ο των όλων Θεός, όταν εμακάρισε τον Πέτρο για τα λόγια με τα οποία Τον ομολόγησε ορθά, διεκήρυξε ότι Καθολική Εκκλησία είναι η ορθή και σωτήριος ομολογία της προς Αυτόν πίστεως. Ας μάθω όμως την ομολογία με την οποία έγινε η ένωση των Εκκλησιών και αν πράγματι έγινε με καλό τρόπο, δεν σκοπεύω να απέχω από αυτή…
(Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, ό.π., σ. 152-3)
Με προστάσσετε επίσης, ενώ έχω αυτά γραμμένα στο βιβλίο της καρδιάς μου, να έλθω και να κοινωνήσω με την Εκκλησία στην οποία κηρύττονται τέτοιου είδους δόγματα. Επίσης να γίνω κοινωνός με αυτούς που νομίζουν ότι στρέφονται εναντίον του διαβόλου με την βοήθεια του Θεού, ενώ στην πραγματικότητα στρέφονται εναντίον του Θεού; Να μη δώσει ο Θεός, που γεννήθηκε για μένα χωρίς αμαρτία! (Έπειτα τους έβαλε μετάνοια και είπε) Οτιδήποτε έχετε διαταγή να κάνετε στον δούλο σας, σας λέγω κάντε το. Εγώ όμως δεν θα γίνω ποτέ συγκοινωνός με αυτούς που δέχονται αυτές τις καινοτομίες.
(Μάξιμου του Ομολογητού, Περί των πραχθέντων…P.G. 90, 144B-145C)
- Θεοδόσιος (επίσκοπος Καισαρείας): Επειδή όλη η Δύση και όσοι διαστρέφουν τα πράγματα στην Ανατολή αποβλέπουν σε σένα(Μάξιμε), και όλοι επαναστατούν εξαιτίας σου και δεν θέλουν να συμφωνήσουν μαζί μας για την πίστη, είθε να σε κατανύξει ο Θεός να κοινωνήσεις μαζί μας βάση του Τύπου που εκθέσαμε.
(P.G. 90, 161D-165C)
- Επιφάνιος: Είπε μας λοιπόν κάκιστε λαίμαργε γέρο, μας είπες αυτά τα λόγια θεωρώντας αιρετικούς εμάς, την πόλη μας και τον βασιλέα; Πράγματι ήμαστε περισσότερο χριστιανοί και ορθόδοξοι από εσένα.
- Άγιος Μάξιμος: Εάν πιστεύετε έτσι, όπως πιστεύουν οι νοερές φύσεις και η Εκκλησία του Θεού, πως με αναγκάζετε να κοινωνήσω με τον Τύπο (με όσους δηλαδή τον αποδέχονται), που μόνο την αναίρεση αυτών περιέχει;
Επιφάνιος: Αυτό έγινε για Οικονομία για να μην ζημιωθούν οι λαοί μας με τέτοιες λεπτολογίες.
–Άγιος Μάξιμος: Το αντίθετο συμβαίνει. Κάθε άνθρωπος αγιάζεται με την ακριβή ομολογία πίστεως και όχι με την αναίρεση της, που βρίσκεται στον Τύπο.
(P.G. 90, 161D-165C)
Εἰ δὲ οἰκονομίας χάριν συναναιρεῖται τῆ κακοπιστία ἡ σωτήριος πίστις, χωρισμὸς Θεοῦ παντελής, ἀλλ’ οὐχ ἕνωσις Θεοῦ ἐστι τὸ τοιοῦτον εἶδος τῆς λεγομένης οἰκονομίας. Καὶ γὰρ αὕριον οἱ δυσώνυμοι Ἰουδαῖοι λέγουσιν· Οἰκονομήσωμεν τὴν πρὸς ἀλλήλους εἰρήνην, καὶ ἑνωθῶμεν, καὶ περιέλωμεν ἠμεῖς μὲν τὴν περιτομὴν, καὶ ὑμεῖς τὸ βάπτισμα, καὶ μηκέτι ἀλλήλους πολεμήσωμεν. Τοῦτο Ἀρειανοί ποτε προέτειναν ἐγγράφως ἐπὶ τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου, λέγοντες· Περιέλωμεν τὸ Ὁμοούσιον καὶ τὸ
ἐτεροούσιον, καὶ ἐνωθῶσιν αἱ Ἐκκλησίαι. Καὶ οὐ κατεδέξαντο οἱ θεοφόροι Πατέρες ἡμῶν· ἀλλ’ εἵλκοντο μᾶλλον διώκεσθαι καὶ ἀποθανεῖν, ἢ σιωπῆσαι φωνὴν παραστατικὴν τῆς μιᾶς τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἰοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος ὑπερουσίου θεότητος. Καὶ ταῦτα συνεπιτιθεμένου τοῖς τὰ τοιαῦτα προτείνουσι τοῦ μεγάλου Κωνσταντίνου, καθὼς πολλοῖς ἱστόρηται τοῖς φιλοπόνως τὰ τότε γενόμενα γράψασι. Καὶ οὐδεὶς τῶν βασιλέων ἠδυνήθη μέσαις φωναῖς πεῖσαι τοὺς θεηγόρους πατέρας συμβιβασθῆναι τοῖς ἐπὶ αὐτῶν αἰρετίζουσιν .
(Μαξίμου Ομολογητού, Εξήγησις της Κινήσεως, P.G. 90, κεφ. Δ’)
Ψευδοδιδασκάλων το τοιοῦτον καί ἀπατεώνων, οἷς οὐδέ πείθεσθαι χρή, ἀλλ’ ἐκκλίνειν, ὡς ἐγχωροῦν, καί ἀποδιΐστασθαι, ἵνα μή καί δόξωμεν κακόν τι τῆς τούτων συνουσίας παραπολαύειν.
(Βίος 29, PG 90, 101)
Αγ. Σωφρόνιος Ιεροσολύμων
Ει δε τινές αποστάτειεν τινός, ου δια πρόφασιν εγκλήματος, αλλά δι’ αίρεσιν υπό Συνόδου ή Αγίων Πατέρων κατεγνωσμένην, τιμής και αποδοχής άξιοι, ως οι Ορθόδοξοι.
(P.G. 137, 1069Β)
Εἰ μὴ δυνατὸν ἐν ἐκκλησίᾳ προϊέναι διὰ τοὺς ἀπίστους, κατ' οἶκον συνάξεις, ὦ ἐπίσκοπε, ἵνα μὴ εἰσέρχηται εὐσεβὴς εἰς ἐκκλησίαν ἀσεβῶν· οὐχ ὁ τόπος γὰρ τὸν ἄνθρωπον ἁγιάζει, ἀλλ' ὁ ἄνθρωπος τὸν τόπον. Ἐὰν δὲ ἀσεβεῖς κατέχωσιν τὸν τόπον, φευκτέος ἔστω σοι διὰ τὸ βεβηλῶσθαι ὑπ' αὐτῶν · ὡς γὰρ οἱ ὅσιοι ἱερεῖς ἁγιάζουσιν, οὕτως οἱ ἐναγεῖς μιαίνουσιν . Εἰ δὲ μήτε ἐν οἴκῳ ἅμα μήτε ἐν ἐκκλησίᾳ συναθροισθῆναι δυνατόν, ἕκαστος παρ' ἑαυτῷ ψαλλέτω,
ἀναγινωσκέτω, προσευχέσθω, ἢ καὶ ἅμα δύο ἢ τρεῖς · «Ὅπου γὰρ ἂν ὦσι, φησὶν ὁ Κύριος, δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖ εἰμὶ ἐν μέσῳ αὐτῶν.»
(ΤLG, Constitutiones Apostolorum, Constitutiones apostolorum (fort. compilatore Juliano Ariano) Book 8, chapter 34, line 12-23)
8ος ΑΙΩΝΑΣ
Αγία Θεοδοσία
Όταν ο πατριάρχης Αναστάσιος υπέγραψε το διάταγμα κατά των εικόνων, τότε «αἱ σεμναί και τίμιαι γυναῖκες τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ῶν προεξῆρχεν ἡ ἁγία Θεοδοσία (σ.σ. μία εικονόφιλη μοναχή)… ὥρμησαν εἰς την Ἐκκλησίαν, και το βδέλυγμα τῆς ἐρημώσεως (σ.σ. αναφέρεται στον πατριάρχη), και τοῖς λίθοις και τοῖς ξύλοις ὑβρίζουσαι, και μισθωτόν ἀποκαλοῦσαι, και Λύκον, και προδότην Ἰούδαν ἐδίωξαν».
(Δοσιθέου Ἱεροσολύµων,Δωδεκάβιβλος, βιβλίο στ΄,κεφ. ιθ΄,σελ. 440)
(σ.σ. Έκρινα χρήσιμο να αναφέρω αυτή την πηγή, διότι, ενώ δεν μιλάει ξεκάθαρα για την διακοπή του μνημοσύνου, μας δίνει ένα γλαφυρό πλαίσιο της μη αποδοχής κανενός αιρετικού ψευδοποιμένα, ούτε καν του πατριάρχη. Βλέπουμε τους πρωταγωνιστές να κρατάνε πέτρες και ξύλα και φωνάζοντας να διώχνουν “κακήν κακώς” τον πατριάρχη από την εκκλησία. Οι πρωταγωνιστές μάλιστα είναι απλές λαϊκές γυναίκες. Τέλος, άξιος αναφοράς είναι και ο τρόπος που ο Δοσίθεος αποκαλεί τον τότε πατριάρχη, δηλαδή ως βδέλυγμα της ερημώσεως, Ιούδα και προδότη!)
Όσιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός Ας προφυλασσόμαστε λοιπόν με όλη μας τη δύναμη, να μην
λαμβάνουμε μετάληψη από τους αιρετικούς, αλλά ούτε και να τους δίνουμε την δική μας… για να μην γίνουμε συμμέτοχοι της κακοδοξίας και της κατακρίσεώς τους.
(Έκδοσις ακριβής…, βιβλίο δ΄, P.G. 94, 1153B)
«Ἐάν τις ἀδελφὸς ὀνομαζόμενος ἢ πλεονέκτης, ἢ πόρνος, ἢ εἰδωλολάτρης, ἢ λοίδορος, ἢ μέθυσος, ἢ ἅρπαξ, τῷ τοιούτῳ μηδὲ συνεσθίειν.»
»Παραγγέλλομεν ὑμῖν, ἀδελφοὶ, ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, στέλλεσθαι ὑμᾶς ἀπὸ παντὸς ἀδελφοῦ ἀτάκτως περιπατοῦντος, καὶ μὴ κατὰ τὴν παράδοσιν, ἣν παρέλαβον ἐξ ἡμῶν .» Βλαβεραὶ αἱ πρὸς τοὺς κακοὺς συνουσίαι, ἐπειδὴ νόμος αὐτὸς φιλίας, δι' ὁμοιότητος πεφυκέναι τοῖς συναπτομένοις ἐγγίνεσθαι. Ὡς γὰρ ἐν τοῖς νοσοποιοῖς χωρίοις, ὁ κατὰ μέρος ἀναπεμπόμενος ἀὴρ, λανθάνουσαν νόσον τοῖς ἐνδιαιτωμένοις ἐναποτίθεται, οὕτως ἡ πρὸς τοὺς φαύλους συνήθεια μεγάλα κακὰ ταῖς ψυχαῖς ἐναφίησιν, κἂν τὴν παραυτίκα αἴσθησιν τὸ βλαβερὸν διαφεύγῃ.
Φασὶ τὸν λοιμὸν οἱ περὶ ταῦτα δεινοὶ, ἐπειδὰν ἑνὸς ἀνθρώπου, ἢ κτήνους ἅψηται, κατανέμεσθαι ἐπὶ πάντας τοὺς ἐγγίζοντας. Φύσιν γὰρ εἶναι τῆς νόσου ταύτης, τὸ ἐξ ἀλλήλων πάντας ἀναπιμπλάναι τῆς ἀρρωστίας. Τοιοῦτοι δή τινές εἰσι καὶ οἱ ἐργάται τῆς ἀδικίας . Ἄλλος γὰρ ἄλλῳ τῆς νόσου μεταδιδόντες, συννοσοῦσιν ἀλλήλοις καὶ συναπόλλυνται. Φεῦγε τὰς μιμήσεις τῶν κατεγνωσμένων. Ῥᾷον κακίας μεταλαβεῖν, ἢ ἀρετῆς μεταδοῦναι · ἐπεὶ καὶ νόσου μετασχεῖν μᾶλλον ἢ ὑγείαν χαρίσασθαι.
Κηρῷ τὰ ὦτα φράσσε πρὸς φαύλους λόγο υς, ᾨδῶν τε τερπνῶν. ἐκμέλη λυγίσματα, Τοῖς δ' αὖ καλοῖς τε καὶ ἀγαθοῖς ἀεὶ δίδου. Εἰπεῖν, ἀκοῦσαι, καὶ δρᾶσαι μικρὸν μέσον. Ἀεὶ προτίμα τοὺς καλοὺς τῶν μὴ καλῶν ·
Κακοῖς δ' ὁμιλῶν, καὶ κακὸς πάντως ἔσῃ.Δεῖ μὴ μόνον ἀπέχεσθαι τῶν κακῶν, ἀλλὰ καὶ τοὺς τὰ τοιαῦτα πράττοντας ἀποστρέφεσθαι. Τὸ συνεῖναι τοῖς φαύλοις ἀπηγόρευτο τοῖς ἐξ Ἰσραὴλ, νόμου τοῦ διὰ Μωσέως καὶ τοῦτο θεσπίζοντος. Προσέταττεν γὰρ ἐναργῶς τῶν ἐν φαυλότητι καὶ ἀκαθαρσίᾳ ζωῆς ἀποφοιτᾷν ἐπείγεσθαι τοὺς ἡγιασμένους. Ἡ τῶν κακῶν ἀπα λλαγὴ σωτηρία ἐστὶ ψυχῆς; Τρία προέβαλεν ἡμῖν τὰ φυλακῆς ἄξια, μὴ πορευθῆναι ἐν βουλῇ ἀσεβῶν, μὴ στῆναι ἐν βουλῇ ἁμαρτωλῶν, καὶ μὴ καθεσθῆναι ἐπὶ καθέδραν λοιμῶν .
(TLG, Joannes Damascenus Scr. Eccl., Theol., Sacra parallela (recensiones secundum alphabeti litteras dispositae, quae tres libros conflant) (fragmenta e cod. Volume 96, page 353, line 34)
Άγιος Νικηφόρος Κωνσταντινουπόλεως
Ταῦτα ὁ τοῦ θεοῦ θεράπων Νικηφόρος θεώμενος πᾶσαν ἱκετηρίας ἰδέαν πρὸς θεὸν ἐπενόει, ἀντιβολῶν καὶ πρὸς συμμαχίαν καλῶν τῇ μὲν ἐκκλησίᾳ διασώσασθαι τὸ ἀμώμητον , καὶ τὸ τοῦ ποιμνίου ἀκίβδηλον μὴ χρανθῆναι τοῖς τῆς ἑτεροδοξίας μιαροῖς ἀλισγήμασι. διὰ τοῦτο πρὸς ἑαυτὸν πάντας εἷλκεν ἐνουθέτει παρεκάλει τῇ ζύμῃ μὴ συμφύρεσθαι τῶν αἱρετιζόντων ἀπέτρεπεν ὡς ἰὸν καὶ ὡς κύημα ἐχιδνῶν τὰ τῆς διδασκαλίας αὐτῶν ἀλλόφυλα προφεύγειν ἀμβλώματα. “οὐ γάρ”, ἔλεγε, “σωματικὸν ἐπάγουσι μώλωπα φαρμάκοις ἰατρικῆς ὑπείκειν δυνάμενον· τοῖς τῆς ψυχῆς δὲ μυχοῖς ἐνιεῖσι τὸν κίνδυνον, τὴν ἐξ ἐπιπολῆς ἀναινόμενα μότωσιν. μὴ τοίνυν ἐνδῶμεν τῇ τοῦ καιροῦ ῥοπῇ μηδὲ τῇ τοῦ κράτους φορᾷ· εἰ γὰρ καὶ βασιλέα καὶ πολὺ σμῆνος σὺν αὐτῷ κακοφρόνων ἡ αἵρεσις ἐπισύρεται, ἀλλ' εἰς οὐδὲν αὐτοῖς ἡ ἰσχὺς ἀποβήσεται, οὐδὲ εἰς ἐκκλησίαν θεοῦ λογισθήσεται. οὐ γὰρ ἐπὶ πλήθει θεὸς εὐδοκεῖ , ἀλλ' ἐφ' ἑνὶ φοβουμένῳ καὶ τρέμοντι τοὺς λόγους αὐτοῦ
ἐπισκοπεῖ, καὶ ὅλην ἐκκλησίαν τὸν ἕνα σαφῶς ἀποδείκνυσι. τούτου διὰ προσευχῆς ἱλεωσώμεθα τὴν εὐμένειαν · τοῦτον παννύχῳ στάσει δυσωπήσαντες ἐκμειλιξώμεθα · τοῦτον αἰτήσωμεν μὴ παθεῖν ἡμᾶς ὅσα σπεύδουσι καθ' ἡμῶν οἱ διώκοντες.” ταῦτα ἔλεγε, καὶ πάντας εἶχε τὸ ἱερὸν τὴν πάννυχον ἐπιτελέσοντας σύναξιν.
(TLG, Ignatius Biogr., Poeta, Vita Nicephori (9012: 002)“Nicephori archiepiscopi Constantinopolitani opuscula historica”, Ed. de Boor, C. Leipzig: Teubner, 1880, Repr. 1975.Page 166, line 27)
(σ.σ. Η παρούσα πηγή φανερώνει κάτι που σε εμάς σήμερα φαντάζει εξωφρενικό, δηλαδή ότι ο Θεός δεν ευδοκεί στο πλήθος, αλλά σε όσους έχουν ορθή πίστη… Ακόμα και ένας να μείνει, ο Θεός θα τον αναδείξει σε ολόκληρη την Εκκλησία! Σαν σκόνη διαλύουν οι άγιοι τις σύγχρονες αιρετικές διδασκαλίες περί επισκοποκεντρικής Εκκλησίας.)
Εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο:
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΙΝ
Παναγιώτης Τσάλλος
Ιστορικός
Ποιά η κοινωνία μεταξύ φωτός και σκότους; (β΄ κορινθ. 6.14)
Η επεξεργασία, επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου