Ιστορικές Πηγές για την Αποτείχισιν
Παναγιώτης Τσάλλος
Ιστορικός
9ος ΑΙΩΝΑΣ
Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης
Και γε ἡ ἀλήθεια οὕτως ἔχει, τοῦ θείου νόμου ἐμφανῶς ἀπαγορεύοντος, οὐ διὰ τοῦ θείου Παύλου μόνον, ἀλλὰ καὶ δι’ ἄλλων θεολόγων Πατέρων, αὐτὸ τοῦτο διευκρινούντων καὶ ἀπολευκαινόντων καὶ συναποφαινομένων τῆ ἀποστολικῆ ἐγκελεύσει. Καὶ πῶς λοιπὸν ἀλόγως ἀδιαφορήσω καὶ μὴ μᾶλλον διασταλθῶ (=ξεχωρίσω) καὶ ὑπεξαγάγω (=απομακρύνω) ἑαυτόν ἀπὸ τῶν βλαπτόντων τὴν ἐλεεινήν μου ψυχήν; καὶ οἷος ἂν κίνδυνος παρῆ, τοῦ τῶν Πατέρων κορυφαιοτάτου βοῶντος καὶ λέγοντος ὅτι ᾿Εάν τι παρ’ ἐντολήν ἐστιν ἢ τὴν ἐντολὴν παραβλάπτη, οὐδαμῶς ἀνέχεσθαι χρή· κἂν ζωῆς ἐπαγγελίαν ἔχη, κἂν θανάτου ἀπειλήν; ᾿Εῶ λέγειν ὅσαι παρυφίστανται καὶ ἄλλαι χρήσεις, μὴ ἐῶσαι ἡμᾶς ἐξυπάγεσθαι, κἂν τὸ σμικρότατον γοῦν ἔξω τῆς ἐντολῆς · ἄλλως τε καὶ πάλιν παραγγελίαν ἔχοντες τοῦ μεγάλου Βασιλείου, ὅτι δεῖ π άντα ἀπαραλείπτως φυλάττειν τὰ διὰ τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν ᾿Αποστόλων ὑπὸ τοῦ Κυρίου παραδεδομένα. (῾Αγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, Βιβλίον Α’, ᾿Επιστολή Δ’, Πατερικαί ἐκδόσεις ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμάς, σ. 32-35)Αὕτη ἡ εὐαγγελικὴ ἡμῶν πίστις τῶν ἁμαρτωλῶν, αὕτη ἡ ἀποστολικὴ ἡμῶν ὁμολογία τῶν εὐτελῶν, εἰ δ' οὖν, ἡ πατροπαράδοτος ἡμῶν θρησκεία τῶν ἐλαχίστων. παρὰ ταύτην οὐχ ὅτι ὁ τίσδε καὶ τίσδε τῶν νῦν ἢ τῶν πάλαι, ἀλλ' οὐδ' εἰ Πέτρος καὶ Παῦλος (εἴπωμεν γὰρ τὰ ἀνένδεκτα ὡς ἐνδεχόμενα) οὐδ' ἂν ἐξ αὐτῶν ἥκῃ τῶν οὐρανῶν δογματίζων καὶ εὐαγγελιζόμενος, δυνάμεθα αὐτὸν κοινωνὸν προσήκασθαι, ὡς μὴ στοιχοῦντα τῇ ὑγιαινούσῃ τῆς πίστεως διδασκαλίᾳ. καὶ πρὸς ταῦτα, ὅ τι ἂν δοκῇ τῇ ἐξουσίᾳ ὑμῶν, ἑτοίμη ἡ ταπείνωσις ἡμῶν μέχρι θανάτου ὑποστῆναι ἢ ἐξάρνους ἡμᾶς γενέσθαι τῆς τοιαύτης ἡμῶν εἰλικρινοῦς ὁμολογίας.
(Τῆ εἰκονομαχικῆ συνόδω, ὡς ἐκ προσώπου πάντων τῶν ἡγουμένων 2, 1,P.G. 99, 1120A)
(σ.σ. Εξαιτίας της ιστορικής, αλλά και θεολογικής σπουδαιότητας του αποσπάσματος παρατίθεται και η μετάφρασή: Αυτή είναι η ευαγγελική πίστις ημών των αμαρτωλών. Αυτή είναι η αποστολική ομολογία ημών των ταπεινών, ή με άλλους λόγους, η πατροπαράδοτη θρησκεία ημών των ελαχίστων. Εκτός από αυτή δεν αποδεχόμαστε, όχι μόνο τι λέει ο τάδε η ο δεινά από τους σημερινούς η τους παλαιούς, αλλά ούτε και αν αυτός είναι ο Πέτρος και ο Παύλος. Αλλά και αν ακόμη έρθει κάποιος από τους ουρανούς και διδάσκει και κηρύττει (Γαλ. Α΄, 8.9), δεν µπορούµε να τον δεχθούμε σε εκκλησιαστική κοινωνία, εφόσον δεν ακολουθεί την
υγιή διδασκαλία της πίστεως (Τίτ, β΄, 1). Επιπλέον δε, η ταπεινώτης μας είναι έτοιμη μέχρι θανάτου να υποστεί, παρά να γίνουμε αρνητές αυτής της ειλικρινούς ομολογίας μας.)
ὃ καὶ νῦν ἐπιδιδοῦντες ἐρωτῶμεν, τίνι λόγῳ ἐπιζητείη σου ἡ τι μιότης φάναι με περὶ τῆς θείας κοινωνίας καὶ τ ίνος χάριν τοσαῦτα ἔτη σπανίως μετέχεις; τοῦτο γὰρ λόγον ὀφείλει τινὰ ἔχειν. οὐ γὰρ τὸ σπανίως ἢ τὸ καθ' ἑκάστην ἁπλῶς, ἀλλὰ τὸ μετὰ καθαρᾶς συνειδήσεως μεταλαμβάνειν δέον· ὁ γὰρ ἀναξίως, φησίν, ἐσθίων καὶ πίνων κρίμα ἑαυτῷ ἐσθίει καὶ πίνει, μὴ διακρίνων τὸ σῶμα τοῦ Κυρίου. εἰ οὖν τοιούτῳ τρόπῳ σκοποῦσα τὰ ἑαυτῆς καὶ εὐλαβουμένη ἀναμένεις τὸν καιρόν, εὖ ἂν ἔχοι, εἴτε συντομώτερον εἴτε χρονιώτερον, καὶ ὅρος ἐν τούτῳ ἄλλος οὐκ ἔστιν ἢ ἡ ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ καθόσον δυνατὸν τῷ ἀνθρώπῳ προσέλευσις · ἂν δὲ διὰ πταῖσμά τις ἔχῃ τὸ ἀκοινώνητον, δῆλον ὅτι τότε ἐκεῖνος κοινωνήσῃ, ὁπότ' ἂν πληρωθῇ αὐτῷ τὸ ἐπιτίμιον. εἰ δὲ διακρίνεται αὖ πάλιν δι' αἵρεσιν, τοῦτο ἀναγκαῖον · τὸ γὰρ κοινωνεῖν παρὰ αἱρετικοῦ ἢ προφανοῦς διαβεβλη μένου κατὰ τὸν βίον ἀλλοτριοῖ θεοῦ καὶ προσοικειοῖ τῷ διαβόλῳ .
Σκέψαι οὖν, ὦ μακαρία, ᾧτινι τρόπῳ τῶν εἰρημένων εἴη σου ὁ σκοπὸς καὶ κατ' αὐτὸ πρόσιθι τοῖς μυστηρίοις. γνωστὸν δὲ πᾶσιν ὅτι νῦν αἵρεσις ἐν τῇ καθ' ἡμᾶς ἐκκλησίᾳ κατακρατοῦσα τῶν
μοιχειανῶν ἐστι· φείσαιο τοίνυν τῆς τιμίας σου ψυχῆς μετὰ τῶν ἀδελφῶν καὶ τῆς κεφαλῆς. ἔφης δέ μοι ὅτι δέδοικας εἰπεῖν τῷ πρεσβυτέρῳ σου μὴ ἀναφέρειν τὸν αἱρεσιάρχην. καὶ τί περὶ τούτου εἰπεῖν σοι τὸ παρὸν οὐ καθορῶ, πλὴν ὅτι μολυσμὸν ἔχει ἡ κοινωνία ἐκ μόνου τοῦ ἀ ναφέρειν, κἂν ὀρθόδοξος εἴη ὁ ἀναφέρων.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 553, line 15-37)
(σ.σ. Εδώ ο Άγιος Θεόδωρος αποστομώνει τους σημερινούς Χριστιανούς, που λένε ότι δεν μπορούν να αποτειχιστούν επειδή η πράξη αυτή θα τους στερούσε την Θεία Κοινωνία. Αποστομώνονται διότι, εδώ επαινείται η σπαθαρέα Μαχαρά που έμεινε πολύ καιρό Ακοινώνητη, εξαιτίας της αποτείχισής της. Μάλιστα δε, ο Άγιος
αναφέρει ότι το να μην κοινωνεί από χέρια αιρετικού ή ανήθικου ιερέως (αφού έχει κατηγορηθεί δημόσια για τις πράξεις του), αποτελεί αναγκαία πράξη για την σωτηρία της ψυχής της! Επιπλέον, ο Άγιος Θεόδωρος μας ενημερώνει πως όταν μνημονεύεται ο αιρετικός επίσκοπος, η κοινωνία μολύνεται, ακόμα και αν ο ιερεύς είναι ορθόδοξος. Σημειώστε δε, ότι όταν γράφτηκαν οι θέσεις αυτές, η μοιχειανική αίρεση ήταν άκριτη συνοδικά.)
καὶ πῶς τοῦτο οὐ μάχεται τῇ ἀληθείᾳ, τοῦ ἁγίου Δαυὶδ ψάλλοντος ἔλαιον ἁμαρτωλοῦ μὴ λιπανάτω τὴν κεφαλήν μου τοῦ τε Ἁγίου Ἀθανασίου προστάσσοντος μηδεμίαν κοινωνίαν ἔχειν ἡμᾶς πρὸς τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ μὴν μηδὲ πρὸς τοὺς κοινωνοῦντας μετὰ τῶν ἀσεβῶν ; πῶς δὲ οὐ κοινωνία, εἴπερ δεῖ καθέζεσθαι ἐν τόπῳ τοιούτῳ κἀκ τῶν τοιούτων σιτίζεσθαι; οὐκ ἔχει φύσιν · κἂν μὴ ἐκε ῖσε κάθηταί τις, ἐκεῖθεν δὲ τρέφοιτο, αὐτὴ ἡ δόσις καὶ λῆψις κοινωνίαν ἐργάζοιτο· φησὶ γὰρ ὁ ἀπόστολος · οἴδατε καὶ ὑμεῖς, Φιλιππήσιοι, ὅτι ὅτε ἐξῆλθον ἀπὸ Μακεδονίας οὐδεμία μοι ἐκκλησία ἐκοινώνησε χάριν δόσεώς τε καὶ λήψεως, εἰ μὴ ὑμεῖς μόνον, ὅτι καὶ ἐν Θεσσαλονίκῃ καὶ ἅπαξ καὶ δὶς εἰς τὴν χρείαν μοι ἐπέμψατε. εἰ οὖν τὸ ἅπαξ καὶ δὶς λαβεῖν κοινωνίαν ἀπέφηνε τὸ φῶς τοῦ κόσμου, τὸ ἀεὶ λαμβάνειν τίς δ' ἄν, τίς εὖ φρονῶν οὐ φεύξοιτο ὡς ἀντίθετον φωτός; (TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 466, line 15-28)
Tαῦτα οὖν σὺν τῇ προσηγορίᾳ ἀναγκαῖον ἐνόμισα ὑπομνῆσαι τὴν πατρωσύνην σου, ὅπως, εἰδυῖα ὅτι αἵρεσις , φεύγῃ τὴν αἵρεσιν , ἤγουν τοὺς αἱρετικούς, τοῦ μήτε κοινωνεῖν αὐτοῖς μήτε ἀναφέρειν ἐν τῇ εὐαγεστάτῃ αὐτῆς μονῇ ἐπὶ τῆς θείας λειτουργίας· ὅτι μέγισται ἀπειλαὶ κεῖνται παρὰ τῶν ἁγίων ἐκφωνηθεῖσαι τοῖς συγκαταβαίνουσιν αὐτοῖς μέχρι καὶ ἑστιάσεως.
Εἰ δὲ λέγοι ἡ ὁσιότης σου, πῶς αὐτῆς πρὸς τῆς λεηλασίας τοῦτο οὐκ εἴπομεν , ἀλλ' ὅτι καὶ ἡμεῖς ἐμνημονεύομεν τῶν ἐν τῇ Βυζαντίδι, ἐκεῖνο γινωσκέτω, ὅτι οὔπω σύνοδος ἦν οὐδὲ ἐκφωνηθὲν ὑπῆρχε τὸ πονηρὸν δόγμα καὶ ἀνάθεμα· καὶ πρὸ τούτων οὐκ ἦν ἀσφαλὲς ἀποστῆναι τῶν παρανομούντων τελείως ἢ τὸ φεύγειν μόνον τὴν
προφανῆ κοινωνίαν αὐτῶν , οἰκονομίᾳ δὲ πρεπούσῃ ἀναφέρειν ἕως καιροῦ. Ἐπεὶ δὲ ἐξῆλθεν εἰς προῦπτον ἡ αἱρετικὴ ἀσέβεια διὰ συνόδου εἰς τοὐμφανές, δεῖ ἄρτι καὶ τὴν σὴν εὐλάβειαν σὺν πᾶσιν ὀρθοδόξοις παρρησιάζεσθαι διὰ τοῦ μὴ κοινωνεῖν τοῖς κακοδόξοις μηδὲ
ἀναφέρειν τινὰ τῶν ἐν τῇ μοιχοσυνόδῳ εὑρεθέντων ἢ ὁμοφρονούντων αὐτῇ. καί γ ε δίκ αιον, ὅσιε πάτε ρ, κατὰ πάντα σε
ὄντα φερωνύμως θεόφιλον, φιλεῖν καὶ ἐν τούτῳ τὸν θεόν· ἐχθροὺς γὰρ θεοῦ ὁ Χρυσόστομος οὐ μόνον τοὺς αἱρετικούς, ἀλλὰ καὶ τοὺς τοῖς τοιούτοις κοινωνοῦντας μεγάλῃ καὶ πολλῇ τῇ φωνῇ ἀπεφήνατο. καὶ ἐὰν ἡ σὴ στερρότης οὐκ ἀσφαλίσηται, τίς λοιπὸν σωθήσεται; καὶ ἐὰν ὁ παρρησιασάμενος δυνάμει θεοῦ ὡς ἅγιος πλὴν τελείας αἱρέσεως ἄρτι μετὰ τὴν αἵρεσιν ὑποστείληται, πῶς ἕτερος τολμήσει γρύξαι; καὶ ἐὰν τὸ μοναδικὸν τάγμα οὐχ ἡγήσηται πάντα
σκύβαλα, μοναστήρια λέγω καὶ πάντα τὰ περὶ αὐτά, πῶς λαϊκὸς καταφρονήσει γυναικός, τέκνων καὶ τῶν ἄλλων; Διὸ ὑπομιμνήσκω ὡς ἐλάχιστος ἀδελφὸς καὶ τέκνον μὴ σιγήσωμεν, ἵνα μὴ κραυγὴ Σοδόμων γενώμεθα, μὴ φεισώμεθα τῶν κάτω, ἵνα μὴ ἀπολέσωμεν τὰ ἄνω, μὴ θῶμεν σκάνδαλον τῇ ἐκκλησίᾳ τοῦ θεοῦ, ἥτις ἐστὶ καὶ ἐν τρισὶν ὀρθοδόξοις ὁριζομένη κατὰ τοὺς ἁγίους, ἵνα μὴ τῇ ἀποφάσει τοῦ Κυρίου καταδικασθῶμεν .
(TLG,Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 39, line 51-80)
(σ.σ. Η θαυμάσια αυτή περικοπή μας δείχνει, εκτός των άλλων, τα εξής σημαντικά: α) ότι εχθροί του Θεού είναι όχι μόνο οι αιρετικοί, αλλά και οι κοινωνούντες με τους αιρετικούς, και β) ότι στον ομολογιακό αγώνα της αποτείχισης οφείλουν να εισέρχονται ακόμα και οι απλοί λαϊκοί. Τέλος, παρατηρούμε ότι ο Άγιος ορίζει την Εκκλησία του Θεού μεταξύ τριών, μόνο, εναπομεινάντων Ορθοδόξων που διαφύλαξαν εαυτούς από την κοινωνία της αιρέσεως.)
Τάδε λέγει Κύριος: «Ἄνοιξον τὸ στόμα σου, καὶ πληρώσω αὐτὸ. Ἀνθ΄ῶν ὑπήκουσας φωνῆς μου.Ἐντολὴ γὰρ Κυρίου μὴ σιωπᾶν ἐν καιρῶ κινδυνευούσης πίστεως». Λάλει γὰρ, φησί, καὶ μὴ σιώπα. Καὶ «Ἐὰν ὑποστέλληται, οὐκ εὐδοκεῖ ἡ ψυχὴ μου ἐν αὐτῶ». Καὶ «Ἐὰν οῦτοι σιωπήσωσιν, οἱ λίθοι κεκράξονται». Ὥστε ὅτε περὶ πίστεως ὁ λόγος, οὐκ ἔστιν εἰπεῖν:Ἐγὼ τὶς εἰμι; Ἱερεύς; ἀλλά οὐδαμοῦ. Ἄρχων; καὶ οὐδὲ οὕτως. Στρατιώτης; καὶ ποῦ; Γεωργός; καὶ οὐδὲ αὐτὸ τοῦτο. Πένης, μόνον τὴν ἐφήμερον τροφὴν ποριζόμενος. Οὐδεὶς μοι λόγος καὶ φροντὶς περὶ τοῦ προκειμένου. Οὐά, οἱ λίθοι κράξουσι, καὶ σὺ σιωπηλὸς καὶ ἄφροντις;
(P.G. 99, 1321A- B)
Oὐ μόνον εἰ βαθμῶ τις καὶ γνώσει προέχων ἐστίν, ὀφείλει διαγωνίζεσθαι λαλῶν καὶ διδάσκων τὸν τῆς Ὀρθοδοξίας λόγον. Ἀλλά γὰρ εἰ καὶ μαθητοῦ τάξιν ἐπέχων εἴη, χρεωστεῖ παρρησιάζεσθαι τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἐλευθεροστομεῖν.
(P.G. 99, 1120)
Άλλοι μεν ναυάγησαν εντελώς προς την πίστη. Άλλοι δε, αν και δεν καταποντίσθηκαν από τις αιρετικές σκέψεις, εξαιτίας όμως της εκκλησιαστικής τους κοινωνίας με την αίρεση χάθηκαν και αυτοί μαζί τους. Αλλά ακόμη και αυτοί που έχουν Ορθόδοξα φρονήματα συγχύζονται ως προς την αλήθεια λόγω της επιμονής του διωγμού, όπως ακριβώς εκείνοι που ζαλίζονται από τις τρικυμίες της θαλάσσης εξαιτίας της απειρίας τους να ταξιδεύουν σ’ αυτήν.
(Επιστολή ιέ, βιβλίο β’, P.G.99, 1161B-1164C)
Σε άλλη του επιστολή που απευθύνονταν σε ομόφρονες μοναχές έγραφε:«Χαίρομαι πάρα πολύ και δοξάζω τον Θεό, επειδή μαθαίνω ότι μέχρι τώρα έχετε μείνει πεντακάθαρες από την εκκλησιαστική κοινωνία με τους αιρετικούς. Βέβαια αυτοί που έχουν τα σώματα ανέπαφα, οφείλουν να είναι παρθένοι και κατά την πίστη. Διότι είναι μοιχεία, ώ πανσύνετες, ακόμη και το να κοινωνεί κανείς με τους αιρετικούς. Από την κοινωνία αυτή εύχομαι ο Κύριος να σας διαφυλάξει μέχρι τέλους ανέπαφες, ο οποίος σας νυμφεύθηκε εξαιτίας της υποσχέσεώς σας να φυλάξετε την παρθενία».
(Επιστολή ιθ’, βιβλίο β’, P.G.99, 1176B)
Όταν κάποιος έχει εκκλησιαστική κοινωνία με την αίρεση, δεν μπορεί να γίνει φίλος του Θεού, αλλά παραμένει εχθρός και αν ακόμη προσφέρει όλα τα χρήματα του κόσμου. Αλλά γιατί ομιλώ περί κοινωνίας; Ακόμη και αν συντρώγει ή πίνει ή συνδέεται φιλικά με τους αιρετικούς είναι υπεύθυνος.
(Επιστολή λβ’, βιβλίο β’,P.G. 99, 1205AB)
... κείμενος (σ.σ. ο μαθητής του Αγίου Θεοδώρου) ἤδη βραχύ ἄπνους, και ἄφωνος, και ἐρωτηθείς παρά τῶν κολαστῶν μνημονεύειν τον τύραννον, φημί, άλλά οὐκ ἀρχιεπίσκοπον. Ου, φησίν, ὁ μακάριος. Οὕτω μέχρι θανάτου σχεδόν οὐ παρατρέψας τον νοῦν, οὐ παρεκκλίνας τι τῶν ὀρθοδόξως ἐγνωσμένων αὐτῶ.
(P.G. 99, 1097BC)
Και μη δικαιολογείσαι ότι διατηρείς ασφαλείς τας Εκκλησίας και τας αγιογραφίαςτων ναών, καθώς και το μνημόσυνον του πατριάρχου. Τα παρόμοια και άλλοι πεπτωκότες φλυαρούσι. Τα ανωτέρω δεν δύνανται να διατηρηθούν, εκτός εάν εγένετο προδοσία της ορθοδόξου ομολογίας.
(Θεοδώρητου Ιερομονάχου, ό. π. , σελ. 84)
Μέγισται ἀπειλαί κεῖνται παρά τῶν Ἁγίων ἐκφωνηθεῖσαι τοῖς συγκαταβαίνουσιν αὐτῆ (σ.σ. τῆ αἱρέσει) μέχρι και συνεστιάσεως. Κἄν ἐν βρώματι, και πόματι, και φιλία συγκάτεισι (ὁ ὀρθόδοξεῖν δοκῶν) τοῖς αἱρετικοῖς, ὑπεύθυνος. Τοῦ Χρυσοστόμου ἡ ἀπόφασις. Ἐπί και παντός Ἁγίου.
(P.G. 99, 1048 C-D)
(σ.σ. Ο Άγιος Θεόδωρος ομιλεί εδώ για την διαχρονικότητα των
Αγίων εις το ζήτημα της εκκλησιαστικής κοινωνίας με τους αιρετικούς. Επιπλέον, κονιορτοποιεί οποιοδήποτε επιχείρημα περί δυνητικής στάσης απέναντι στην αίρεση, και μάλιστα, πριν καν συγγραφεί ο 15ος Κανών της ΑΒ’ Συνόδου.)
Έργο δε του μοναχού είναι το να μη ανέχεται να γίνεται η παραμικρή καινοτομία στο Ευαγγέλιο, για να μη δώσουν στους κοσμικούς κακό παράδειγμα αιρέσεως και εκκλησιαστικής συγκοινωνίας με αιρετικούς και έτσι λογοδοτήσουν για την ψυχική τους απώλεια.
(Επιστολή λθ’, βιβλίο ά, P.G.99, 1049CD)
(σ.σ. Η θαυμάσια αυτή περικοπή μας δείχνει ότι όλο το πλήρωμα της Εκκλησίας μπορεί να αποτειχισθεί από τους αιρετικούς ποιμένες. Μάλιστα ο Άγιος Θεόδωρος δεν μιλάει περί δυνητικής ή μη πράξεως, αλλά περί υποχρεωτικής(για την σωτηρία της ψυχής) και μάλιστα, πριν καν συνταχθεί ο 15ος Κανών. Έτσι, καταισχύνονται οι σημερινοί «θεολόγοι» που ομιλούν περί δυνητικής εφαρμογής του 15ου κανόνα της ΑΒ’ Συνόδου, αλλά και όσοι ομιλούν περί στρατηγών που δήθεν πρέπει πρώτα αυτοί να αποτειχισθούν και μετά όλο το υπόλοιπο πλήρωμα της Εκκλησίας. Οι βολικές “ερμηνείες” τους, αντιτείθεται στην Αγιοπατερική παράδοση της Εκκλησίας.)
Όσοι κοινωνούν μαζί με τους αιρετικούς, αυτοί ως αληθώς αποσχίζονται της Εκκλησίας. (P.G. 99, 1065CD)
Ὀρθόδοξοί ἐσμεν, κἂν ἄλλως ἁμαρτωλοί, ὦ μακαριώτατε, μηδ' ὁτιοῦν ὕφεσιν ἔχοντες ἐν τούτῳ τῆς ἀποστολικῆς πίστεως, πᾶσαν σύνοδον οἰκουμενικήν τε καὶ τοπικὴν ἐγκεκρ ιμένην τῇ ἀληθείᾳ μετὰ τῶν ἐκτεθέντων αὐταῖς ἁγίων κανόνων ἀσπαζόμενοι καὶ πᾶσαν αἵρεσιν καὶ αἱρετικὸν μυσαττόμενοι καὶ ἀναθεματίζοντες. καὶ ἀνάθεμα Βαρσανουφίῳ, Ἠσαΐᾳ, Δωροθέῳ τε καὶ Δοσιθέῳ, τοῖς ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Σωφρονίου ἀναθεματισθεῖσιν. ἀλλὰ καὶ ἄλλος ε ἴ τις εἴη τούτοις ὁμώνυμος, ὅμως αἱρετικὸς κατὰ τὴν ἐκείνων αἵρεσιν ἢ ἑτέραν, κἂν ἐπίσκοπος , κἂν ἀσκητής, κἂν ὁστισοῦν, ἀνάθεμα ἔστω. Ἀλλὰ καὶ εἴ τις μὴ ἀναθεματίζοι εὐκαίρως κατὰ τὸ ἀναγκαῖον πάντα αἱρετικόν, εἴη τῆς αὐτῶν μερίδος . ἡμεῖς γὰρ καθαροί ἐσμεν παντὸς αἱρετικοῦ φρονήματος εὐχαῖς σου ἱερωτάταις, παναγέστατε.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 34, line 131-143)
Ἀκοὴ ἀγαθὴ τῆς τιμιότητός σου ἐλθοῦσα ἐν ὠσί μου ἔπεισέν με ἐπιστεῖλαί σοι, ἄνερ ἀγαθέ. τίς δὲ αὕτη; ὅτι μ ετὰ τῆς ἄλλης σου ἀρετῆς, ἧς ἔσχες ἀπὸ χάριτος θεοῦ, ἔτι ἔχεσαι ἀκακίας, φυλάττων τὴν ὀρθόδοξον πίστιν ὡς θησαυρὸν ἐν τῷ ταμιείῳ τῆς τιμίας σου ψυχῆς καὶ ἀφιστάμενος τῆς κοινωνίας τῶν αἱρετικῶν . χάριν πολλὴν ἔσχον ἐν τούτῳ τῷ θεῷ μου, ὅτι λαϊκοὶ ἴσα μονάζουσιν ἀγωνίζονται εὐαρεστεῖν Κυρίῳ, φεύγοντες τὸν βόθρον τῆς αἱρέσεως · βόθρος γάρ ἐστιν ὡς ἀληθῶς, ἀδελφέ, καὶ παγὶς διαβόλου, καὶ ἡ κοινωνία αὐτῶν διίστησι τοῦ Χριστοῦ τὸν ἁλῶντα καὶ μακρὰν τῆς ποίμνης Κυρίου ἀποφέρει. ὡς γὰρ τὸ φῶς ἀπὸ τοῦ σκότους κεχώρισται, οὕτως καὶ ἡ ὀρθόδοξος μετάληψις τῆς αἱρετικῆς κοινωνίας· ἡ μὲν γὰρ φωτίζει, ἡ δὲ σκοτίζει, καὶ ἡ μὲν ἑνοῖ τῷ Χριστῷ,
ἡ δὲ τῷ διαβόλῳ, καὶ ἡ μὲν ζωοποιεῖ τὴν ψυχήν, ἡ δὲ θανατοῖ.(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae (2714:002)“Theodori StuditaeEpistulae, vol. 1–2”, Ed. Fatouros, G.Berlin: De Gruyter, 1992; Corpus FontiumHistoriae Byzantinae, Series Berolinensis 31.Epistle 233, line 2)
(σ.σ. Στα ανωτέρω λόγια του Αγίου βρίσκεται η απάντηση σε όσους ιερωμένους ή θεολόγους, μας λένε ότι οι λαϊκοί δεν μπορούν να αποτειχίζονται, καθώς αυτοί δεν φέρουν καμία ευθύνη για την κοινωνία τους με την αίρεση. Ο Άγιος Θεόδωρος μας λέγει το ακριβώς αντίθετο…)
Διὸ παρακαλῶ σου τὴν θεοφιλίαν φυλάττεσθαι τῆς ἀθέου κοινωνίας τῶν αἱρετιζόντων χεῖράς τε ὀρέγειν , καθ' ὅσον οἷόν τε, τοῖς ἀπολλομένοις, ἀλλὰ γὰρ καὶ τοῖς εὐσεβέσιν , ὅπερ σοι καὶ σύνηθες ποιεῖν πάντοτε, ἔργῳ, λόγῳ, ὅτι περὶ ψυχῆς τῆς ἀθανάτου τὸ κινδυνευόμενον. ἂν οὕτω ποιῇς, οἶδ' ὅτι καὶ θεός σοι εἰς ἀσφάλειαν κινδύνου ἔσται ἐπίκουρος, ἀποδιδούς μοι τὴν εὐχήν σου· χρῄζω γάρ, ἁμαρτωλὸς τυγχάνων. εἰ δὲ σῴζοιεν μυστήριον αἱ ἀδελφαί, περὶ ἡμῶν αὐτὰς προσαγόρευσον.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 94, line 20-37)
Φίλοι γὰρ τραπεζῶν ἐκεῖνοι , οὐ φίλοι Χριστοῦ, ἐπειδὴ καὶ αἱρετίζοντες ἢ καὶ αἱρετικοῖς συνεπόμενοι φιλικῶς . σὺ δέ, ἄνθρωπε , τοῦ θεοῦ φίλος καὶ τῶν διὰ Χριστὸν διωκομένων. διὰ τοῦτο, ὡς μανθάνω, καὶ φυλάττεις ἑαυτὸν ἐκ τῆς κοινωνίας τῶν ἀνόμων, καὶ φυλαχθείης ἔτι ὑπὸ Κυρίου σὺν τῇ καλλίστῃ σου ὁμοζύγῳ καὶ τέκνοις εὐγενεστάτοις · τῶν γὰρ εὐγενῶν σύ, Χριστὸν φιλῶν καὶ ὑπὸ Χριστοῦ καταγόμενος. Πολλά σοι χρεωστῶ, ἀλλ' ἔχεις τὸν Κύριον ὑπὲρ ἐμοῦ σοι ἀμειβόμενον τὴν ἀντιχάριτα. σωθείης πανοικί, ἄνθρωπε τοῦ θεοῦ καὶ φίλε καλέ.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 95, line 2)
(σ.σ. Στα ανωτέρω λόγια του Αγίου βρίσκεται η απάντηση σε όσους ιερωμένους ή θεολόγους, μας λένε ότι οι λαϊκοί δεν μπορούν να αποτειχίζονται, καθώς αυτοί δεν φέρουν καμία ευθύνη για την κοινωνία τους με την αίρεση. Ο Άγιος Θεόδωρος μας λέγει το ακριβώς αντίθετο…)
Γεωργίῳ ξενοδόχῳ
Καταγώγιόν σου μανθάνω εἶναι τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν τὸ εὐλογημένον οἴκημα · καὶ μεγάλη ἡ χάρις πάντοτε μέν, ἄρτι δὲ μάλιστα, ὅτε ἀποκέκλεισται ἡμῖν σχεδὸν πᾶς οἶκος φίλων φόβῳ ἀνθρωπίνῳ. ἀλλ' ὁ τοῦ θεοῦ φόβος τὴν σὴν θύραν ἀνεῳγμένην ἡμῖν
παρίστησιν, ἐφ' ἣν εἰσε ρχόμενοι ὡς ἁμαρτωλοὶ τὴν παρὰ Κυρίου εἰρήνην σοι προς -φωνοῦμεν, εὐλογοῦντες καὶ εὐφημοῦντές σε ὡς οἰκίαν θεοῦ ὑπάρχοντα. εἴη τὸ μέρος σου μετὰ Ἀβραὰμ τοῦ ξενοδοχοῦντος ἀγγέλους, πληθυνθείη σοι πᾶν ἀγαθὸν νοούμενον καὶ ὁρώμενον, εὐφρανθείης καὶ ἐν τῷ νῦν α ἰῶνι καὶ ἐν τῷ μέλλοντι. ἀλλ' οὖν μετὰ ταύτης σου τῆς ἀρετῆς ἔστω φυλάττουσά σε καὶ ἡ ἀποχὴ τῆς κοινωνίας τῶν αἱρετιζόντων κατὰ Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου καὶ παντὸς ἁγίου .
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 102, line 1t)
Διὸ καὶ ἀγωνιῶμεν ἐφ' ὑμῖν διὰ τὴν ἐνεστῶσαν ἀνάγκην τῆς χριστομάχου αἱρέσεως · φευκτέον γὰρ ταύτην, ὦ μῆτερ , ἐκ παντὸς τρόπου· ἡ γὰρ κοινωνία αὐτῆς διΐστησιν ἡμᾶς ἀπὸ Χριστοῦ. Πέπεισμαι οὖν τὸ καθ' ὑμᾶς καὶ χαίρω ὅτι Χριστοῦ ἐστε θεραπεύτριαι καὶ ὑπηρέτριαι · δέομαι δὲ ἐνεργέστερον τὰς ὑπὲρ τῆς ταπεινώσεώς μου ποιεῖσθαι ὑμᾶς ἐντεύξεις πρὸς θεόν, ὅπως ῥυσθῶ ἀπὸ τῶν παγίδων τοῦ ἐχθροῦ κατὰ πάντα.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 141, line 15)
Ἀπολαύομεν πάντοθεν τῶν ἀγαθῶν σου, ἔχομεν δὲ ἐν ὀφθαλμοῖς ἡμῶν μνήμης ἐμπύρευμα καὶ τὸ προσκεφάλαιον, ἐν ᾧ ἀναπαυόμενοι χρεωστικῶς ὑπερευχόμεθά σοι. τί τὸ ἑξῆς; ὅτι καὶ τὴν πίστιν, ὡς μανθάνω, φυλάττεις ὡς κεφαλίδα σου, τὸ φρόνιμον τοῦ ὄφεως ἔχουσα κατὰ τὴν Γραφὴν καὶ τὸ τῆς περιστερᾶς ἀκέραιον. ὢ τῆς ἐπαινετῆς σου θεοσεβείας· οἶδας ὅτι οὐδὲν θεοῦ προτιμότερον, ὄντως πεπαίδευσαι τὰ θεῖα , ἀληθῶς γινώσκεις τὰ ἀνθρώπινα παρερχόμενα. καί γε διαφυλάξειέν σε Κύριος ἕως τέλους ἀκατάγνωστον, ἀμέτοχον τῆς τῶν αἱρετιζόντων θεοχωρίστου κοινωνίας, τὴν ἐν ἅπασιν πανεύφημον καὶ πανσύνετον.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 207, line 13)
Ἀπήλαυσά σου τῶν ἀγαθῶν διαπορευόμενος τὴν ἐξορίαν ἐκ τοῦ εὐλογημένου σου προαστείου τῆς Προύσης· ἰδοὺ καὶ πόρρωθεν ὢν δεξιοῦσαι ἡμᾶς. Πληθυνθείη σοι πάντα τὰ καλὰ πνευματικῶς τε καὶ σωματικῶς , φυλαχθείης μοι ἀσινὴς κατὰ σώματος ὑγίειαν καί γε κατὰ ψυχὴν ἐξ ἀκοινωνησίας τῶν χριστομάχων αἱρετικῶν .
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 88, line 15-20)
Μὴ οὖν ἀθυμήσῃς, μᾶλλον μὲν οὖν εὐχαρίστως οἶσον, φέρε· οἶδεν γὰρ ἡμῖν ὁ ἀγαθὸς θεὸς καὶ διὰ τῶν ἐναντίων καὶ θλιπτικῶν οἰκονομεῖν τὰ συμφέροντα, μετὰ δὲ πάντα ἔργον τὸ φυγεῖν τὴν κοινωνίαν τῆς χριστομάχου αἱρέσεως , ἧς ἡ μέθεξις μελαίνει τὴν ψυχὴν καὶ ἀπόλλυσιν. ὅσον οὖν δύνῃ, φρόντιζε σαυτοῦ, ὅτι τὰ μὲν ἄλλα, κἂν ἀφῃρήμεθα , οὐδὲν μέγα (κἂν μὴ βουλώμεθα γάρ, πάντες πάντα καταλείψοιμεν, γυμνοὶ πρὸς τὸν κριτὴν μεταχωροῦντες ὡς ἐγεννήθημεν), τὴν δὲ πίστιν ζημιούμενοι τὸ μέγιστον καὶ μόνον τῶν κινδύνων· μετὰ ταύτης γὰρ ἐξελευσόμεθα καὶ αὐτὴ ἡμῖν παρασταίη μόνη μετὰ τῶν ἔργων ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως αἰωνίως.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 144, line 16-25 )
Εἰ τοίνυν ἐπὶ τούτων τῶν ψιλῶν καὶ τοῖς πολλοῖς οὐδὲ δοκούντων τι εἶναι ἐφάμαρτον οὐκ ἀνεκδίκητα τὰ κρίματα καὶ τὰ τοῦ θεοῦ δικαιώματα, πόσῳ γε μᾶλλον ἐπὶ τοῦ παρόντος; οὐκ ἔστιν οὖν , οὐκ ἔστιν, ὦ δέσποτα, οὔτε τὴν καθ' ἡμᾶς ἐκκλησίαν οὔτε ἑτέραν παρὰ τοὺς κειμένους νόμους καὶ κανόνας ποιεῖν τι. ἐπεί, εἰ τοῦτο δοθείη, κενὸν τὸ εὐαγγέλιον , εἰκῇ οἱ κανόνες, καὶ ἕκαστος κατὰ τὸν καιρὸν τῆς οἰκείας ἀρχιερωσύνης, ἐπειδὴ ἔξεστιν αὐτῷ ὡς δοκεῖ μετὰ τῶν σὺν αὐτῷ πράσσειν, ἔστω νέος εὐαγγελιστής, ἄλλος ἀπόστολος, ἕτερος νομοθέτης. ἀλλ ' οὐδαμῶς · παραγγελίαν γὰρ ἔχομεν ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἀποστόλου, παρ' ὃ παρελάβομεν, παρ' ὃ οἱ κανόνες τῶν κατὰ καιροὺς συνόδων καθολικῶν τε καὶ τοπικῶν ἐάν τις δογματίζῃ ἢ προστάσσῃ ποιεῖν ἡμᾶς , ἀπαράδεκτον αὐτὸν ἔχειν μηδὲ λογίζεσθαι αὐτὸν ἐν κλήρῳ ἁγίων.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae (2714: 002)“Theodori Studitae Epistulae, vol. 1–2”, Ed. Fatouros, G.Berlin: De Gruyter, 1992; Corpus Fontium Historiae Byzantinae, Series Berolinensis 31. Epistle 24, line 88)
Αἵματι μαρτύρων ἠρδεύθη καὶ νῦν ἡ ἐκκλησία τοῦ θεοῦ, ἐπεὶ καὶ ἀρδεύεται διὰ τῶν ἔτι ἀθλούντων καὶ πολυτρόπως ἐκπιεζομένων ταῖς θλίψεσιν. αἷμα κενοῖ ὁ καθειργμένος, ὁ μεμονωμένος, ὁ στενοχω-ρούμενος, ὁ ἀφηρπασμένος ἐκ παντὸς προσώπου, ὁ ὑστερούμενος τῶν κατὰ χρείαν, ὁ πεινῶν , ὁ διψῶν , ὁ μὴ τὴν τοῦ ἡλίου ἀκτῖνα δεχόμενος, καθ' ἡμέραν ἀποθνήσκων, ὡς βοᾷ ὁ Παῦλος, καὶ ὅλην τὴν ἡμέραν θανατούμενος, ὡς ᾄδει Δαυίδ. ἀλλ' εἰ ἀποθάνωμεν, καὶ συζήσομεν Χριστῷ· εἰ ὑπομείνωμεν, καὶ συμβασιλεύσομεν αὐτῷ . ἐν τοῖς ἄνω χρόνοις ἐξελέξατο ἡ χάρις οὓς ἐξελέξατο εἰς τὸ Χριστοῦ μαρτύριον, κατὰ γενεὰν καὶ γενεὰν ἀνίσχουσι μάρτυρες· ἀνάγκη γὰρ ἐλθεῖν τὰ σκάνδαλα, Χριστὸς ἔφησεν, ἵνα οἱ ἐκλεκτοὶ ἐκλάμψωσιν ἡλιοειδῶς καὶ τὰ ζιζάνια φανερὰ γένηται νυκτοειδῶς .
Γενοίμεθα, ὦ ἀδελφοί, ἐν τῇ γενεᾷ ταύτῃ τῇ σκολιᾷ καὶ διεστραμμένῃ ὡς φωστῆρες αὐγάζοντες τοῖς ἐν σκοτομήνῃ τῆς αἱρέσεως, καθὰ ἡμᾶς ἐξελέξατο Χριστὸς εἰς καύχημα αὐτοῦ , εἰς κλέος ὀρθοδοξίας. ὡς ἡμῖν οἱ ἀνέκαθεν, οὕτω ἡμεῖς τοῖς μετέπειτα στηριγμὸς καὶ ὑπογραμμὸς ὑποδειχθείημεν καὶ εἰς ἡμέραν Χριστοῦ εὑρεθείημεν χορεύοντες. καίτοι γε τῶν προσεχῶν ἡμεῖς μᾶλλον φανερώτερον τὸ μαρτύριον ἔχομεν· οὐδὲ γὰρ περὶ τῶν ἐν Χριστῷ φύσεων ἢ θελημάτων καὶ ὅσα πρὸς τούτοις ἀμφισβητούμενα, ὧν ἡ διαμάρτησις, κατὰ τὰ νοήματα οὖσα , οὐδὲν αἰσθητῶς παρεῖχε τὴν ἀπόδειξιν, νῦν δὲ σὺν τοῖς νοήμασι καὶ κατ' ὀφθαλμοὺς τὸ ἀμφισβητούμενον ἤτοι ἀσεβούμενον.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae, Epistle 301, line 47)
(σ.σ. Η παρούσα πηγή είναι εξόχως σημαντική διότι, αποδεικνύει την άποψη του Αγίου Θεοδώρου για τους αποτειχισμένους της εποχής του, μεταξύ των οποίων φυσικά ήταν και ο ίδιος {Όπως αποδείχτηκε από τις πηγές που παραθέσαμε, ο Άγιος είχε προσχωρήσει στο μέτωπο των αποτειχισθέντων. Αυτός είναι και ο λόγος που στο ανωτέρω απόσπασμα χρησιμοποιεί την προσωπική αντωνυμία ἡμᾶς και όχι ὑμᾶς} . Λέγει λοιπόν ότι στη γενιά αυτή τη δόλια και διεστραμμένη ήμαστε σαν τα αστέρια του ουρανού που ακτινοβολούν προς αυτούς που βρίσκονται στο σκοτάδι της αιρέσεως. Εμάς, λέγει, διάλεξε ο Χριστός ως καύχημά του, ως δόξα
της ορθοδοξίας. Θα ήμαστε στήριγμα και υπογραμμός τον μετέπειτα Χριστιανών, ενώ η ημέρα της ενδόξου δευτέρας παρουσίας του Χριστού, θα μας βρει στον χορό των Αγίων-χορεύοντας. Όλα αυτά ο Άγιος τα είπε πριν γραφτεί ο 15ος Κανών της ΑΒ’ Συνόδου, ο οποίος εκφράζει περιληπτικά την διαχρονική άποψη της Εκκλησίας για τους αποτειχισθέντες· οἱ τοιοῦτοι οὐ μόνον τῆ κανονικῆ ἐπιτιμήσει οὐχ ὑπόκεινται πρό συνοδικῆς διαγνώσεως ἑαυτούς τῆς προς τον καλούμενον Ἐπίσκοπον κοινωνίας ἀποτειχίζοντες, ἀλλά καὶ τῆς πρεπούσης τιμῆς τοῖς ὀρθοδόξοις ἀξιωθήσονται.)
Τοῖς διὰ Κύριον πεφυγαδευμένοις πνευματικοῖς ἁγίοις μου πατράσιν Θεόδωρος ἐλάχιστος πρεσβύτερος καὶ ἡγούμενος τῶν Στουδίου ἐν Κυρίῳ χαίρειν Καὶ ἀφ' ἑνὸς ὀρθοδόξου τὸ δέξασθαι γραμματεῖον ἐν ταῖς χαλεπαῖς ἡμέραις ταύταις, μὴ ὅτι γε ἐκ πολλῶν ἐπὶ τὸ αὐτὸ συνεληλυθότων, ξένον πως τῷ καιρῷ, ὡς ἐν χειμῶνι πολύφυλλον ῥόδον, καὶ τῇ ἐμῇ ταπεινώσει χαρίεν ὅτι μάλιστα, ὥστε ἀπ' αὐτῆς τῆς προγραφῆς σκιρτῆσαί μου τὸ πνεῦμα καὶ ἀνθομολογήσασθαι Κυρίῳ τὰ εἰκότα · ὃς καὶ ἐν τῷ παρόντι Ἀχααβικῷ διωγμῷ κατέλιπεν ἑαυτῷ τοσούτους μὴ κάμψαντας γόνυ τῇ Βαάλ. οἶμαι γὰρ τῶν τηνικαῦτα ἰσαρίθμους εἶναι τοὺς νῦν ἀκαμπεῖς οὐ μόνον διὰ τῶν εἰς προῦπτον κειμένων ἐξ ὁμολογίας, ἀλλὰ γὰρ καὶ διὰ τῶν ὧδέ τε κἀκεῖσε διασεσωσμένων ἐν ἐρημίαις καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς ἀποστολικῶς εἰπεῖν, καθάπερ καὶ τὴν ὑμῶν ὁμάδα τὸ τρικόρυφον ὄρος ὡς τρισόλβιον κλέος φέρον ὡραΐζεται.
Χάρις οὖν τῷ θεῷ, τῷ πλουτοῦντι ὑμᾶς σὺν πᾶσι τοῖς ἐπικαλουμένοις τὸ ὄνομα αὐτο ῦ· ἐπαινῶ τὴν ἱερὰν φυγαδείαν ὑμῶν, ὑμνῶ τὴν ὀρεινὴν συνοικίαν ὑμῶν, ὅτι, εἰ καὶ τληπαθής, ὅμως θεοποιός. Μωσῆς ἐν ὄρει τῷ Σιναίῳ θεῷ συνωμίλει, Ἠλίας ἐν ὄρει τῷ Χωρὴβ θεὸν ἰδε ῖν ὡς δυνατὸν ἠξίωται · Ἰησοῦς αὐτὸς ὁ θεαρχικώτατος εἰς τὸ ὄρος ἄνεισιν ἀνθρωποπρεπῶς προσεύξασθαι. τί τοῦτο; ἐμοὶ δοκεῖ σύμβολον τῆς κατὰ ψυχὴν ἀναβάσεως τὸ θεώρημα εἶναι· ὡς γὰρ τὸ ὄρος ὑπερανεστώς ἐστι τῆς ὑπουρείου πεδιάδος τε καὶ κοιλότητος, τοσούτῳ δ ὴ μέτρῳ ὁ νοῦς τοῦ προσευχομένου ἄνεισι πρὸς θεὸν διὰ τοῦ μετεώρου τόπου. ὁρᾶτε, ὦ τριπόθητοι, οἷον καὶ ἡλίκον ὑμῶν τὸ ἐνδιαίτημα; μιμνήσκεσθε καὶ ἡμῶν τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ χαμοζώων ἐντεῦθεν, ὡς ἂν συναναφθείημεν ὑμῖν τοῖς ὑψιπετέσιν ἀετοῖς Κυρίου. Ἀλλ' ἐχ έτω μὲν ταῦτα ὧδε, εἰ καὶ ὁ πόθος ᾄττει πλέον λέγειν. τί δὲ εἰς τοσοῦτον ἐληλύθατε ταπεινώσεως μέτρον, παρ' ἐμοῦ τοῦ ἀμαθοῦς μαθεῖν ὧν προετείνατε πεύσεων τὰς ἀποκρίσεις; αὐτοὶ χάριτι Χριστοῦ ἀφ' ἑαυτῶν εἰδότες τὸ δέον · εἰ δὲ μή, πρὸς τῶν προεχόντων καὶ ἀξ ιώματι καὶ λόγῳ. εἰσὶ γὰρ πλεῖστοι, ὡς ὑπέδειξεν ὁ λόγος, ὀφείλοντες ἐκδιδαχθῆναι. ἵν' οὖν μὴ δόξω λυπεῖν ὑμᾶς, ἅμα τε καὶ δεδιὼς τὸ ἀνήκοον, καθίημι ἐμαυτὸν πρὸς τὸ ἐπίταγμα. ἀλλὰ πρῶτον ἐκεῖνο ἔχω λέγειν, ὅτι ἡ αἵρεσις αὕτη, εἰ καὶ τοῖς προλαβοῦσιν ἐφάνη ἄλλως ἢ καί τισι φαίνοιτο νῦν μεσοπόνηρος οὑτωσί πως καὶ οὐ λίαν χαλεπή, ἐμοὶ γοῦν τῷ ἀμύδρωπι οὐδὲν ἄλλο δοκεῖ ἢ ἄρνησις Χριστοῦ εἶναι · εἰ γὰρ ἐν τῇ εἰκό νι τὸ ἀρχέτυπον ἐκφαίνεται, ὥς φησιν ὁ πάνσοφος Διονύσιος, καὶ εἰ ἡ τῆς εἰκόνος τιμὴ ἐπὶ τὸ πρωτότυπο ν ἀναβαίνει, ὥς φησιν ὁ Μέγας Βασίλειος, ἐξουδένωται δὲ νῦν ἡ εἰκὼν Χριστοῦ, ἤρνηται, πεπάτηται παρὰ τῶν χριστομάχων, ἄρα ἐν τῇ εἰκόνι αὐτοῦ καὶ διὰ τῆς εἰκόνος ἠρνήθη Χριστός, ἠτιμάσθη, ἀπεδοκιμάσθη ἰουδαϊκῶς· καὶ ἀλλοίως οὐκ ἔστιν ὑπεξαγαγεῖν τὸ θεώρημα. διὰ τοῦτο θρήνων καὶ κοπετῶν ὁ καιρός, διὰ τοῦτο καὶ τοσοῦτοι οἱ ἐνιστάμενοι, οὐ μόνον ἄνδρες, ἀλλὰ καὶ γυναῖκες, ὡς λογικῶς τε καὶ πραγματικῶς ἀρνουμένου Χριστοῦ, ὅπερ ἐπὶ τῶν πάλαι αἱρέσεων οὐκ ὦπται · λογικῶς μὲν ἐν τῷ φαίειν τοὺς ἀσεβεῖς μὴ οἷόν τε ἐγγεγράφθαι Χριστὸν σώματος χαρακτῆρι, πραγματικῶς δέ, ὅτι καθαιροῦσι πᾶσαν εἰκόνα ἁγίαν Χριστοῦ, τῆς Θεοτόκου, ἀγγέλων, ἁγίου παντὸς καὶ ἁγίας ἐκ πάσης ἐκκλησίας, ἀπὸ παντὸς ἱεροῦ ἀναθήματος, πυρὶ παραδιδόντες, ἐπιτωθάζοντες, γελῶντες τὸ μέγα τῆς εὐσεβείας μ υστήριον, βδέλυγμα Χριστὸν ἐγγεγραμμένον σὺν μητρὶ καὶ θεράπουσιν ἀποκαλοῦντες. ὅπερ φρονεῖν καὶ λέγειν καὶ πράττειν Ἰουδαίων ἐστὶ καὶ Ἑλλήνων · οἱ γὰρ Ἄραβες καὶ Σκύθαι αἰδοῖ χρώμενοι οὐδὲν τοιοῦτον ἐφάνησαν πεποιηκότες. πῶς οὖν οὐκ ἄρνησις τῆς οἰκονομίας Χριστοῦ ταῦτα; Ἀλλ' ἐπὶ τὰς προτάσεις ὁ λόγος. <α>. τινὲς ἐξ ἰδίας προαιρέσεωςὑπέκυψαν ἄνευ τοῦ καταναγκάζοντος · <β>. ἄλλοι μετὰ πληγῶν · <γ>. ἄλλοι δὲ δι' ἀπειλῆς καὶ μόνης · <δ>. ἕτεροι ἄνευ ἀπειλῆς καὶ βασάνων, δέει καὶ μόνον · <ε>. ἄλλοι διὰ τὸ μὴ ἐκ πεσεῖν τῶν ἰδίων ·
<ς>. τινὲς δὲ καὶ κατὰ ἄγνοιαν. τούτους ἐπιστρέφοντ ας πῶς δεῖ ἀποδέχεσθαι; ἐπιδεικνυμένους δῆλα δὴ ἀξίους καρποὺς τῆς μετανοίας ἅπαντας. τίνες δὲ οὗτοι; ἀποχὴ τῶν ἁγιασμάτων μετὰ προσκλαύσεως καὶ ἐπιπόνου δεήσεως, ἐπὶ μὲν τῶν πρώτων τριετίζουσα, ἐπὶ δὲ τῶν δευτέρων διετίζουσα · ἐπὶ τῶν τρίτων καὶ τετάρτων καὶ πέμπτων ἡ τῶν πρώτων, ἐπὶ τῶν ἕκτων ἐνιαυσιαία. μετὰ τὴν ἐκπλήρωσιν πῶς δεῖ ἔχειν αὐτούς; εἰ μὲν ἐκ τοῦ ἱερατικοῦ πληρώματος καὶ οὐχ ὑπέγραψεν, μηκέτι μετέχων τῆς ἀσεβοῦς κοινωνίας τις, ὡς ἐν ᾧ ἐτέτακτο κλήρ ῳ· εἰ δὲ καὶ ὑπογράψας εἴη, ὡς εἰργόμενος τῆς ἱερουργίας ἕως ὀρθοδόξου συνόδου, κοινωνῶν δ' οὖν ὅμως τῶν ἁγιασμάτων. τοῖς πάντῃ ἀσε βέσιν, εἰ ἔξεστιν κατὰ ἀνάγκην δέους ἕνεκα ἢ διὰ λιμὸν ἢ καὶ ἄνευ ἀνάγκης ἢ καὶ διὰ βίαν ἄλλοις κοινων οῦσιν, ὀρθοδόξους δὲ ἑαυτοὺς ὁμολογοῦσι συνεσθίειν; οὐδαμῇ οὐδαμῶς, εἰ μή τί γε τοῖς ἐσχάτοις, οὐκ ἀδιαφόρως, ἀλλ' ἐξ ἀναγκαίου τινὸς τρόπου ἅπαξ ἢ δίς. εἰ τῶν τούτοις ἐδωδίμων τὰ λείψανα ἐσθίειν κατὰ ἀνάγκην ἢ καὶ ἄνευ ἀνάγκης, διότι προεσχημάτισται ἐν αὐ τοῖς ὁ σταυρός; εἰ μὲν παρὰ ἱερέως, οὐδαμῶς · εἰ δὲ μή, μεταληπτ έον κατὰ βίαν. εἰ δεῖ εἰς εὐκτή ριον αὐτῶν εἰσέρχεσθαι εὐχῆς χάριν καὶ εἰ δεῖ τὴν ἁγίαν ἀναφορὰν ἐν αὐτῷ ἐπιτελεῖν μετὰ ἰδίας τραπέζης; οὐδαμῶς ἑκάτερον. εἰ δεῖ χαίρειν αὐτοῖς λέγειν καὶ ἀσπάζεσ θαι; οὐδαμῶς, ὥς φησιν ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ Κύριος ἐκώλυσεν τὸν κοινὸν ἀσπασμόν· ὥστε τοῦτο κατὰ σύμβασιν, ὡς δὲ ἐξ ἀγάπης καὶ φιλίας φευκτέον, ἵνα πληρωθῇ ἐν τούτ ῳ· οὐκ ἔστι λέγειν χαίρειν τοῖς ἀσεβέσιν. εἰσί τινες τῶν μοναστηρίων, οἳ οὔτε ἔργῳ οὔτε λόγῳ συνῆλθον, φυγῇ τὴν σωτηρίαν ποριζόμενοι καὶ πάλιν μετὰ τὴν ὑποχώρησιν τῶν ἀσεβῶν ἀνθυποστρέφοντες. εὖ ἂν ἔχοι · εἰ δὲ καὶ ἐλειτουργήθη ἐκκλησία ὑπὸ τῶν ἀσεβῶν, εἰ μὲν ἅπαξ, εἰσίτωσα ν, ἐπιτελοῦντες ἐν αὐτῇ τὰς προσ ευχὰς μόνον, εἰ δὲ πολλάκις, ὑποχωρείτωσαν ταύτης πόρρω. κοσμικοί τινές εἰσιν ἢ καὶ μοναχοί, σφοδρῶς μυσαττόμενοι ἢ καὶ ἀποδυρόμενοι τὴν ἀσέβειαν, διὰ δὲ τὰς ἀπειλὰς τῶν ἀθέων προσέρ χονται τῇ αὐτῶν κοινωνίᾳ, οἰόμ ενοι αὐτὴν δηλητήριον εἶναι, αἰ τοῦνται δὲ εὐχὴν ὑπὲρ αὐτῶν ἡμᾶς ποιεῖσθαι · εἰ ἔξεστιν αὐτοῖς μεταδιδόναι τῶν θείων μυστηρίων; εὐχὴν μὲν ποιεῖσθαι ἐξόν, οὐ μὴν μεταδιδεῖν, κἂν ὅ τι ἂν λέγωσιν ἢ πράττωσιν. σταυροὺς ἐὰν ἱστῶσιν κατὰ τὰς λεωφόρους, εἰ δεῖ προσκυνεῖν; οὐ κωλυτέον. εἰ δεῖ τῶν τοιούτων τὰς προσφορὰς προσκομίζειν; οὐδαμῶς. Ταῦτα οὖν, ὡς ὁ Κύριος κατὰ νοῦν ἐπήγαγεν ἡμῖν, ἐφθεγξάμεθα, οὐ νομοθετικῶς (ἐπεὶ μηδὲ ἐσμὲν τῶν ἱεραρχούντων · αὐτῶν γὰρ τὸ τυποῦν κανονικῶς), ἀλλὰ συμβουλευτικῶς, ἐπεὶ ἐσμὲν ὑμῖν ὁμοταγεῖς καὶ ἐπειδὴ ἐξ ἀπορίας τῶν ἱεραρ χικῶς ὀφειλόντων τυπῶσαι ἀναγκα σθέντες ὑφ' ὑμῶν ἐληλύθαμεν εἰς τοῦτο. ὑμεῖς δέ,
ἁγιώτατοι πατέρες, σύγγνωτε, εἴ τί ἐστιν ἀπαρέσκον ὑμῖν ἐν τοῖς εἰρημένοις. πλὴν ὅτι ὁ ἰατρὸς καὶ ψυχῆς καὶ σώματος καὶ προσώπου ποιότητα καὶ καιροῦ ἰδιότητα, ἕξιν τε καὶ πάθος, δύναμίν τε καὶ ἀδράνειαν ἐπιτ ηροίη καὶ οὕτω φαρμακεύοι καὶ ἰᾶται, ἐλλείψεσι καὶ προσθήκαις χρώμενος· ἃ ἐν κεφαλαίῳ περιλαβεῖν οὐχ οἷόν τε κανονικῶς, ὡς καὶ αὐτοὶ οἱ ἅγιοι πατέρες ἡμῶν ὡρίσαντο.
(TLG, Theodorus Studites Scr. Eccl., Theol., Epistulae Epistle 393)
Όσιοι Θεόδωρος και Θεοφάνης οι Γραπτοί
Εμείς απορρίψαμε τις προτάσεις του με πείσμα και είπαμε, ότι
είμαστε έτοιμοι να υπομείνουμε μυρίους θανάτους. Είπαμε ακόμη, ότι δεν θα μολυνθούμε ποτέ με την εκκλησιαστική κοινωνία ή έστω με την απλή συμφωνία με όσους αθέτησαν την πίστη και την ομολογία των Χριστιανών,έστω και αν μας βγάλουν τα μάτια ή κάψουν στη φωτιά τα σώματά μας…
(Οι αγώνες των μοναχών υπέρ της Ορθοδοξίας, σελ. 200)
Ο έπαρχος άρχισε πάλι να μας κολακεύει και είπε: «μία μόνο, μία φορά κοινωνήστε μαζί μας και δεν απαιτούμε τίποτε άλλο. Θα έλθω και εγώ μαζί σας στην εκκλησία και έπειτα πηγαίνετε όπου σας αρέσει ». Εγώ γέλασα και του είπα: «Κύριε έπαρχε, αυτό που λέγεις είναι όμοιο με το να μας έλεγε κανείς για κάποιον άλλο λόγο ότι: δεν σου ζητώ τίποτε, παρά μόνο μία φορά να σου κόψω το κεφάλι και μετά απ’ αυτό πήγαινε
όπου θέλεις. Γνώριζε λοιπόν ότι σε μας είναι ντροπή ακόμη και το να τολμά κάποιος να μας προτρέπει να έλθουμε σε κοινωνία, σαν αυτή που εσύ τώρα –άγνωστο γιατί- μας προσκαλείς, και να μην είναι από πολύ νωρίτερα πεπεισμένος, ότι είναι ευκολότερο να κάνει άνω κάτω την γη και τον ουρανό, παρά να μεταβάλλει εμάς από την ευσέβεια ». (Αρχιμανδρίτου Βασιλείου Παπαδάκη, ό.π., σ. 201)
Μέγας Φώτιος
Αἱρετικός ἐστιν ὁ ποιμήν; λύκος ἐστίν. Φυγεῖν ἐξ αὐτοῦ καὶ ἀποπηδᾶν δεήσει, μηδὲ ἀπατηθῆναι προσελθεῖν κἄν ἥμερον περισαίνειν δοκεῖ. Φύγε τὴν κοινωνίαν αὐτοῦ καὶ τὴν πρὸς αὐτὸν ὁμιλίαν ὡς ἰὸν ὄφεως…
(Αρχιμανδίτου Χρυσοστόμου Σπύρου, ό.π., σελ. 20)
Εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο:
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΙΝ
Παναγιώτης Τσάλλος
Ιστορικός
Ποιά η κοινωνία μεταξύ φωτός και σκότους; (β΄ κορινθ. 6.14)
Η επεξεργασία, επιμέλεια μορφοποίηση κειμένου και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου