ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ
Δευτέρα 23 Ιανουαρίου 2017
Απαγόρευση της Θείας Κοινωνίας σε Αιρετικούς
ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΣΕ ΑΙΡΕΤΙΚΟΥΣ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «Εκκλησία» έτος 79ον, τεύχος 8-9, Αύγουστος Σεπτέμβριος 2002, σελίδες 548-550.
Η Ιερά Σύνοδος μετά μεγίστης ευθύνης και προσοχής εξετάζει περιπτώσεις και πληροφορίας άφορώσας εις πιθανή μετάδοσιν του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας καί εις ους άπείργουσιν οί Θείοι καί Ιεροί Κανόνες.
Αι έπικρατήσασαι νέαι συνθηκαι ζωής οίον:
α) Ή μετανάστευσις καί έγκατάστασις εις την χωράν ημών αλλοθρήσκων,
β) το πολυπληθές ρεύμα των ετερόδοξων επισκεπτών,
γ) ή φοίτησις εν τοις έκπαιδευτηρίοις της πατρίδος ημών, ιδίως εις τα μεγάλα αστικά κέντρα, μαθητών προερχομένων εξ οικογενειών ετερόδοξων, αλλοθρήσκων ή μη εχόντων θρήσκευμα, έπιβάλλουσι την έπαγρύπνησιν πάντων των ποιμένων, ώστε ούτε σύγχυσις να προκαλείται, ούτε σκανδαλισμός του χριστεπώνυμου πληρώματος της 'Αγιωτάτης ημών Εκκλησίας, επί του ζητήματος τούτου, ήτοι της μυστηριακής κοινωνίας μετά των ετερόδοξων.
Καί είναι μεν αναντίρρητος καί υπό της εκκλησιαστικής παραδόσεως μεμαρτυρημένη καθολική αλήθεια, ότι ή καθ' ημάς Άγιωτάτη Ορθόδοξος Εκκλησία, άνόθετον δια των αιώνων τηρήσασα καί την τηρούσα την ην παρέλαβε διδασκαλία καί παράδοσιν της Μιας, Αγίας, Καθολικής καί Αποστολικής Εκκλησίας του Χρίστου, μακράν πάσης μισαλλοδοξίας, μετ' αγάπης πάντοτε, συμπαθείας καί αγαθής διαθέσεως προσέβλεπε προς τάς διαφόρους ετερόδοξους λεγόμενος Εκκλησίας, παρά τα δεινά καί τάς δοκιμασίας, ας έδοκίμασεν εξ αυτών, καί την επιστροφή αυτών εις την Ορθόδοξων πίστιν, άφ' ης καινοτομήσασαι άπεμακρύνθησαν, έπιποθεί καί αναμένει. 'Αλλ' είναι ωσαύτως αληθές καί υπό της αυτής εκκλησιαστικής παραδόσεως ομοίως μαρτυρείτε, ότι ουδέποτε έπαύσατο αγρυπνούσα υπέρ του έμπεπιστευμένου Αυτή ορθοδόξου πληρώματος καί ουδέποτε, παραμελήσασα η καί όλιγωρήσασα, άφήκεν άνεπιτήρητον την ην άνόθευτον παρέλαβε καί διαφυλάσσει Ορθόδοξων πίστιν καί παράδοσιν από των κατ' αυτής επιβουλών.
«Τούτου ένεκεν, ή Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος τη μακραίωνι ιστορία της Ορθόδοξου ημών Εκκλησίας στοιχούσα, καί εις αυστηρά παραφυλακήν της ορθοδόξου πίστεως καί παραδόσεως Αυτής άφορώσα, προς τον σκοπό δε ίνα μηδενί των πιστών ημών αφορμήν τίνος δώμεν εγκοπής τη όρθοδόξω πίστη, ην ως ιερά κληρονομιά παρά των Πατέρων ημών καί παρακαταθήκη παρελάβομεν, εν τη Συνεδρία Αυτής της 27ης παρελθόντος μηνός Ιουνίου έ. ε. (2002) εγνω γνωρίσαι υμίν τα ως κάτωθι:
»Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας είναι θεοσύστατον μυστήριον, εν τω όποίω ό κοινωνών του εύλογηθέντος υπό του κανονικώς χειροτονηθέντος Επισκόπου ή Πρεσβυτέρου καί μεταβληθέντος εις Σώμα καί Αίμα του Κυρίου άρτου καί οίνου, μεταλαμβάνει αυτού του αληθούς Σώματος καί Αίματος του Χρίστου εις ενωσιν καί συσσωμάτωσιν μετά αυτού, αφεσιν αμαρτιών καί ζωήν αιώνιο. Επομένως οί κοινωνούντες του μυστηρίου τούτου ένούνται μυστικός καί συσσωματούνται μετά του Χρίστου «σύσσωμοι» καί «σύναιμοι» καί «χριστοφόροι» καί «θεοφόροι» γινόμενοι, κατά τους γνωστούς πατερικούς χαρακτηρισμούς. Κατά τον Άγιον Κύριλλον Ιεροσολύμων, «μεταλαμβάνοντες Σώματος καί Αίματος Χριστού, σύσσωμοι καί σύναιμοι αυτού καί χριστοφόροι γενόμενοι, του σώματος αυτού καί του αίματος εις τα ημέτερα αναδιδόμενον μέλη, ούτω τε κατά τον μακάριον Πέτρον, θείας κοινωνοί φύσεως γινόμεθα» (Κατήχησις 4, 3 ΡΟ 33, 1100).
»'Η μετάδοσις εξ αμφοτέρων των ειδών, δίδεται προς τα βεβαπτισμένα μέλη της Ορθόδοξου Εκκλησίας, συμπεριλαμβανομένων καί των νηπίων, ευθύς από του βαπτίσματος. Ή μετοχή των πιστών εις το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας θεωρείται απολύτως αναγκαία αυτοίς προς σωτήρια, καθότι κατά το αψευδές στόμα του Κυρίου: «εάν μη φάγητε την σάρκα του υιού του ανθρώπου καί πίπτε αυτού το αίμα, ουκ έχετε ζωήν εν εαυτοΐς» (Ίωάν. στ' 53).
ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟΣ Η ΠΡΟΕΤΟ1ΜΑΣΙΑ
«Οίκοθεν, όμως, εννοείται, ότι της προσελεύσεως του πιστού εις την κοινωνίαν των αχράντων μυστηρίων δέον όπως προηγήται απαραιτήτους ή επιβεβλημένη προπαρασκευή, συνισταμένη εις μετάνοιαν καί έξομολόγησιν, κάθαρσιν της ψυχής καί του σώματος, εϊρήνευσιν μετά του πλησίον, νηστεία καί προσευχή κ.λ.π., άνευ της οποίας δεν συνιστάται τούτο μεν ή Θεία Κοινωνία διότι κατά τον μέγα Απόστολο των εθνών Παύλο «ό έσθίων καί πίνων άναξίως, κρίμα έαυτω έσθίει καί πίνει, μη διακρίνων το Σώμα καί το Αίμα του Κυρίου» (Α' Κορ. ια' 29), τούτο δε ή ένότης εν τη ύγιαινούση πίστη της Μιας, Αγίας, Καθολικής καί Αποστολικής Εκκλησίας, έφ' όσον εις την Ακολουθία της Θείας Λειτουργίας, πρώτον ετέθη ή κοινή ομολογία, ή απαγγελία δηλονότι του Συμβόλου της Πίστεως καί ύστερον ό καθαγιασμός των Τιμίων Δώρων καί ή μετοχή εις το μυστήριο της Κοινωνίας.
ΔΕΝ ΕΠΙΤΡΕΠΕΤΑΙ
«Περί του ότι δεν επιτρέπεται ή μετάδοσις της υπό ορθοδόξου λειτουργού ευλογηθείσης Θείας Ευχαριστίας εις ετερόδοξους, έτεροθρήσκους, ή καί μη βεβαπτισμένα μέλη της Ορθόδοξου Εκκλησίας, εμμέσως πλην σαφώς ορίζουν οί Ιεροί Κανόνες ΜΕ' καί ΞΔ' των Αγίων Αποστόλων, Θ' καί ΛΓ' της εν Λαοδικεία καί Β' της εν Αντιόχεια συνόδου, καθώς καί ό Θ' Κανών του Αγίου Τιμοθέου Αλεξανδρείας. Αρνητική ωσαύτως είναι καί ή υπό των κειμένων των Πατέρων της Εκ-κλησίας καί των εκκλησιαστικών συγγραφέων διδομένη εν προκειμένω άπάντησις, ως το υπό του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού διατασσόμενον «μη λαμβάνειν αιρετικών μετάληψιν μήτε διδόναι» (Έκδοσις Ακριβής της Ορθόδοξου Πίστεως Δ', 13, ΡΟ 94, 1153).»Εκ των Κανονικών Διατάξεων των σχετικών προς την προς ετερόδοξους μετάδοσιν των καθηγιασμένων Άχραντων Μυστηρίων, αι όποίαι εξεδόθησαν κατά τους νεωτέρους χρόνους, θα πρέπει να μνημονευθεί πρώτον το πατριαρχικό Γράμμα του έτους 1701, του Κωνσταντινουπόλεως Καλλινίκου προς τον Λαρίσης Παρθένιο ρωτήσαντα «περί τίνων ενδεχομένων συμβήναί ήγουν αν ίσως και ζητηθη από τους εις τα αυτόθι διατρίβοντας Λατίνους, τόσον Παπιστάς, ωσάν καί Λουτεροκαλβίνους, κανένα έκκλησιαστικόν μυστήριο, να τους δοθεί ή όχι» άπαντα, ότι τούτο επιτρέπεται μόνον, έφ' όσον ούτοι θα αρνηθούν «την πλάνη των καί προσέλθουν εις την Ορθόδοξων Εκκλησία». Άλλως απαγορεύεται ή μετάδοσις της Θ. Ευχαριστίας εις αυτούς, ακόμη «καί έπιθανατίως άσθενούντας καί ζητούντας τούτο, έφ' όσον δεν άπηρνήθησαν ρητώς την πλάνη των» (Μ. Γεδεών, Κανονικοί Διατάξεις, Α', σ. 80 εξ).
«Ωσαύτως μνημονευτέα τυγχάνει καί ή Άπόφασις τής Ιεράς Συνόδου του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, ή οποία κατά την συνεδρίαν Αυτής της 27ης Μαρτίου του 1874, άπαντώσα εις σχετικήν αίτησιν Μητροπολίτου τινός, έγραφε, ότι «την θείαν Κοινωνίαν ουκ εξεστι μεταδιδόναι τοις Άρμενίοις εν οποιαδήποτε περιστάσει» (Μιχαήλ Θεοτοκά ΝΟΠ, σελ. 365). Επομένως ή μετάδοσις των όρθοδόξως καθαγιασθέντων Τιμίων Δώρων προς ετερόδοξους, χωρίς προηγουμένην ενωσιν αυτών μετά της Ορθόδοξου Εκκλησίας, δεν επιτρέπεται. Ή προτεραιότης της δογματικής συμφωνίας είναι απαραίτητος προϋπόθεσης έναντι της ευχαριστιακής κοινωνίας .
»Πρός δε τούτοις σημειούται ότι, απαγορεύεται απολύτως καί ή συμμετοχή των ορθοδόξων εις την υπό των ετερόδοξων «ιερουργουμένην Θ. Εύχαριστίαν», ούτε «κατ' οικονομία» επιτρεπομένης εν ανάγκη, διότι ουδεμία υφίσταται τοιαύτη Κανονική Διάταξης αρμοδίου εκκλησιαστικού οργάνου, δια της οποίας να έχει δοθεί ή αδεία, όπως άσκήται τοιαύτη τις «οικονομία».
ΑΥΣΤΗΡΑ ΠΑΡΑΦΥΛΑΚΗ
«Ταύτα έχουσα ύπ' όψει ή Ιερά Σύνοδος εν τη ως, άνω ρηθείση Συνεδρία Αυτής, εις αυστηρά δε παραφυλακήν της ορθοδόξου ημών πίστεως καί παραδόσεως αποβλέπουσα καί μακράν πάσης μισαλλοδοξίας, άπεφάσισεν όπως καί αύθις έπιστήση επί το έντονώτερον την προσοχήν υμών καί των ύφ' υμάς ευλαβέστατων κληρικών επί του ζητήματος τούτου, δηλονότι της μεταδόσεως των Άχραντων Μυστηρίων εις τους ετερόδοξους και συστήση υμίν όπως εν τη ποιμαντική υμών συνέσει καί τη υπέρ του ορθοδόξου πληρώματος των καθ' υμάς Ιερών Μητροπόλεων μερίμνη, έντείλησθε τοις ύφ' υμάς Εφημέριοις καί Ίεροκήρυξιν, Ιδίως των μεγάλων αστικών κέντρων καί τουριστικών περιοχών, ίνα δια τε του λόγου καί της διδασκαλίας μετά της προσηκούσης διακρίσεως καί ευγενείας άπευθύνωνται προς τους έκκλησιαζομένους εις περιπτώσεις ιδίως καθ' ας γίγνεται αντιληπτό ότι την Θ. Λειτουργία παρακο-λουθούν ξένοι τίνες διευκρινίζοντες ιδιαίτατα προ της μεταδόσεως της Θείας Ευχαριστίας, ότι μόνον οι Ορθόδοξοι δύνανται να κοινωνήσουν του Σώματος καί του Αίματος του Κυρίου, ως απαιτεί ή δογματική καί κανονική τάξις καί ακρίβεια της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
»Επί τω ως εϊρηται σκοπώ ό μεταδιδούς τα Άχραντα Μυστήρια Κληρικός ολίγον προ της Θ. Μεταλήψεως οφείλει κατά την λειτουργική τάξιν καί ακρίβεια της Άγιωτάτης Εκκλησίας ημών να διαπυνθάνηται περί του βαπτιστικού ονόματος εκάστου εκ των προσερχόμενων εις την Θεία Μετάληψιν, προκειμένου ίνα εκ της απαντήσεως αυτού δυνηθεί να σχηματίσει μίαν πρώτη εικόνα περί της θρησκευτικής αυτού ταυτότητος, λέγων ακολούθως ως προβλέπεται το: «Μεταδίδοταί σοι... το Σώμα καί το Αίμα του Κυρίου καί Θεού καί Σωτήρος ημών Ιησού Χρίστου, εις αφεσιν αμαρτιών καί εις ζωήν αίώνιον. Αμήν».
Ταύτα ούν αδελφικός προτρεπόμενοι, έχομεν δι' ελπίδος ότι καί το θέμα τούτο θα τύχη της δεούσης προσοχής καί επιμελείας, ίνα μη αλλοιωθεί ή δογματική, κανονική καί έκκλησιολογική ακρίβεια καί τάξις της Ορθόδοξου ημών Πίστεως καί το φρόνημα του πιστού λαού του θεού.
Ό Αθηνών ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ, Πρόεδρος Ό Ζιχνών καί Νευροκοπίου Σπυρίδων Ό Μαρώνειας καί Κομοτηνής Δαμασκηνός Ό Αλεξανδρουπόλεως "Άνθιμος Ό Παραμυθίας, Φιλιατών καί Γηρομερίου Τίτος Ό Ιωαννίνων Θεόκλητος Ό Γρεβενών Σέργιος Ό Θηβών και Λεβαδείας Ιερώνυμος Ό Μαντινείας καί Κυνουρίας Αλέξανδρος Ό Θήρας, Αμοργού καί Νήσων Παντελεήμων 'Ο ' Αργολίδος Ιάκωβος 'Ο Φωκίδος Άθηναγόρας Ό Αρτης Ιγνάτιος.
Ό Άρχιγραμματεύς
Ό Σολώνων Θεολόγος
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου