ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Διακήρυξη Κληρικών

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2016

Διακήρυξη Κληρικών




21ος ΑΙΩΝΑΣ
Διακήρυξη Κληρικών

Το θέμα της κοινωνίας με τους αιρετικούς, ως και της εν συνεχεία κοινωνίας με τους κοινωνούντες, οι οποίοι με την πράξη τους αυτή αποβαίνουν ακοινώνητοι, είναι το μείζον και επείγον θέμα στην σημερινή εκκλησιαστική ζωή. Το εκκλησιαστικό σώμα νοσεί επικίνδυνα· υπεύθυνοι για την νόσο είμαστε όλοι, όχι μόνον οι κοινωνούντες  με τους  ετεροδόξους,  αλλά  και  όσοι  κοινωνούμε  με τους κοινωνούντες· η εκτροπή και η παράβαση μοιάζει με τα συγκοινωνούντα δοχεία…
(Μαρτυρία   ή   Αποστασία;   Σκέψεις   και   εκτιμήσεις   μετά   τη   Ραβέννα, Ορθόδοξος Τύπος, φ. 1466, 12.07.2002)

Επιστολή Αγιορειτών Πατέρων προς την Ιεράν Κοινότηταν Αγίου Όρους
ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΜΟΝΑΧΩΝ (2006)



Πρὸς τὴν Ἱερὰν Κοινότητα, τοὺς ἅγιους Καθηγούμενους καὶ ἀντιπροσώπους τῶν εἴκοσι Ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὅρους Ἄθω

Ἐνταῦθα

Ἅγιοι Καθηγούμενοι καὶ Ἅγιοι Πατέρες, εὐλογεῖτε:
Ἐπιθυμοῦμε μὲ τὸ παρὸν νὰ ἐκφράσουμε τὴν βαθύτατη ἀνησυχία καὶ τὴν λύπη μας γιὰ ὅσα συμβαίνουν στὴν Ἁγία Ὀρθοδοξία μας ἐπὶ ἔτη,   καταλυτικὰ τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Ἁγίων Πατέρων καὶ ἀντίθετα πρὸς ὅσα οἱ ἱεροὶ κανόνες τῶν οἰκουμενικῶν καὶ  τοπικῶν  συνόδων  θεσπίζουν.  Διερωτώμεθα  ἂν  ἔχει  συνέλθει κάποια σύνοδος καὶ κατήργησε τοὺς κανόνες ποὺ ἀπαγορεύουν τὴν συμπροσευχὴ μὲ τοὺς αἱρετικούς, πράγμα ποὺ οὔτε αὐτὴ μπορεῖ νὰ κάνει,  ἢ  ἂν  ὁ  πάπας  μετανόησε  καὶ  ἀποκήρυξε  τὶς  αἱρέσεις  τοῦ Filioque, τοῦ πρωτείου, τοῦ ἀλάθητου, τῶν ἀζύμων, τοῦ καθαρτηρίου πυρός, τῆς κτιστῆς χάριτος, τῆς ἀσπίλου συλλήψεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τόσες ἄλλες, γιὰ τὶς περισσότερες ἀπὸ τὶς ὁποῖες ἔχει καταδικασθῆ  καὶ  ἀναθεματισθῆ  ἐπανειλημμένως  ἀπὸ   ὀρθόδοξες συνόδους καὶ ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν Ἁγίων Πατέρων.
Ἁγιορεῖται Μοναχοὶ:

Ὀργίσθηκε ὁ οὐρανός, καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα οἱ Ἅγιοι Πατέρες μὲ τὸ θέαμα καὶ τὸ ἄκουσμα ὅσων ἔλαβαν χώραν στὸ Φανάρι κατὰ τὴν ἑορτὴ τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου 30 Νοεμβρίου τρέχοντος ἔτους (2006).  Πρωτοφανῆ  καὶ  πρωτάκουστα  πράγματα  στὴν  δισχιλιετῆ ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας. «Καταπεφρόνηται τὰ τῶν Πατέρων δόγματα, ἀποστολικαὶ     παραδόσεις     ἐξουθένηνται,     νεωτέρων     ἀνθρώπων ἐφευρέματα   ταὶς   ἐκκλησίαις   ἐμπολιτεύεται»,   ὅπως   λέγει   ὁ   Μ. Βασίλειος γιὰ ἀνάλογα φαινόμ ενα τῆς ἐποχῆς του. Ὅλα ἔγιναν στὴν κυριολεξία ἄνω κάτω. Ἀντὶ ὁ αἱρετικὸς πάπας νὰ κείτεται κάτω, ὅπως βλέπουμε   νὰ  παρίστανται   οἱ  αἱρετικοὶ  στὶς   εἰκόνες   τῶν  Ἁγίων Συνόδων,  καὶ νὰ  ἐκβάλλεται  ἀπὸ  τὴν  Θεία  Λειτουργία,  βάσει  τοῦ λειτουργικοῦ   προστάγματος   «τὰς   θύρας,   τὰς   θύρας,   ἐν   σοφίας πρόσχωμεν»   τὸν   ἀνεβάσαμε   σὲ   θρόνο   ὑψηλό,   ὅπου   καθόταν συμφορώντας ὠμοφόριο, τὸν ἐθυμίασαν οἱ ὀρθόδοξοι διάκονοι, τὸν
ἀσπάσθηκε ὁ πατριάρχης στὸ «ἀγαπήσωμεν ἀλλήλους», ἀπήγγειλε ὡς πρωεστῶς τὸ «Πάτερ ἠμῶν», τοῦ ἔψαλησαν «Πολυχρόν ιον» ἀπὸ τὸν  χορὸ  τῶν  ἱεροψαλτῶν  καὶ  εἰδικὰ  συντεθειμένο  τροπάριο  ἀπὸ Ἁγιορείτη  ὑμνογράφο   –  Κύριε  ἐλέησον! -  ἂν  ἀληθεύουν  βέβαια  οἱ δημοσιογραφικὲς   πληροφορίες,   καὶ   τοῦ   ἐπετράπη   νὰ   δώση   στὸ ἐκκλησίασμα τὴν εὐλογία του, μᾶλλον δὲ τὴ ἀλογία του κατὰ τοὺς ἱεροὺς κανόνες. Ἐπιτρέψαμε νὰ διαιρεθεῖ ἡ ἐπὶ γῆς στρατευομένη Ἐκκλησία  ἀπὸ  τὴν  ἐν  οὐρανοὶς  θριαμβεύουσα  Ἐκκλησία  τῶν Ἁγίων καὶ νὰ ἑνωθεῖ μὲ ἐκκλησίες καὶ συνάξεις πονηρευομένων αἱρετικῶν .    Προσβάλαμε    ὅλους    τους    Ἁγίους    μάρτυρες    καὶ ὁμολογητὲς   ποὺ   ἀγωνίσθηκαν   μέ χρι   αἵματος   ἐναντίον   τῶν αἱρέσεων ,  γιατί  παρουσιάσαμε  ὡς  ἀνωφελεῖς  καὶ  περιττούς  τους ἀγῶνες., τὰ μαρτύρια καὶ τὴν ὁμολογία τους. Δὲν θὰ λυποῦνται οἱ ἐπὶ Βέκκου μαρτυρήσαντες ὅσιοι Ἁγιορεῖτες Πατέρες, ποὺ ἀρνήθηκαν νὰ δεχθοῦν  καὶ νὰ  μνημονεύσουν  τὸν  πάπα,   βλέποντας ὄχι  μόνο  νὰ ἀπορρίπτουμε τὸ παράδειγμά τους σιωπῶντες, ἀλλὰ καὶ νὰ κάνουμε τὰ ἀντίθετα; Γιατί τότε ἐκεῖνοι καὶ ὅλοι οἱ προηγούμενοι μάρτυρες καὶ ὁμολογητὲς ὁμολόγησαν καὶ μαρτύρησαν; Γνωρίζετε,     σεβαστοὶ    Πατέρες,     καλύτερα    ἀπὸ     ἐμᾶς     τὶς ἀντορθόδοξες καὶ βλάσφημες ἐνέργειες, δηλώσεις καὶ ἀποφάσεις τοῦ  Οἰκουμενικοῦ  Πατριάρχου  καὶ  ἄλλων  προκαθημένων  καὶ ἐπισκόπων,  ποὺ συνιστοῦν  κραυγαλέα  καὶ  ἐμφανῆ   –  γυμνή  τη κεφαλή-     ἀποδοχὴ      καὶ      διδαχὴ      τῆς      παναιρέσεως      τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ,  τῆς  μεγαλύτερης  ἐκκλησιολογικ ῆς  αἱρέσεως  ὅλων τῶν   ἐποχῶν,   ποὺ   ἀθετεῖ   τὴν   μοναδικότητα   τῆς   Μίας,   Ἁγίας, Καθολικῆς  καὶ  Ἀποστολικῆς  Ἐκκλησίας  καὶ  τὴν  ταυτίζει  μὲ  τὶς αἱρέσεις, τῶν ὁποίων δέχεται τὰ μυστήρια ὡς ἔχοντα καὶ μεταδίδοντα ἁγιαστικὴ   καὶ   σώζουσα   Χάρη.   Ἐκτὸς   τῆς   ἀναγνωρίσεως   τοῦ Βαπτίσματος τῶν Παπικῶν καὶ Λουθηριανῶν ἔχουμε καὶ μετοχὴ στὸ κοινὸ ποτήριο μὲ τοὺς Μονοφυσῖτες, καὶ σὲ πολλὲς περιπτώσεις μὲ τοὺς Παπικοὺς στὶς Κυκλάδες καὶ στὴ Διασπορά.

Ἐκτιμοῦμε, μὲ πολὺ μεγαλύτερη λύπη, ὅτι ἡ πνευματικὴ ἡγεσία τοῦ Ἁγίου Ὅρους τὰ τ ελευταῖα ἔτη δὲν ἀντιμετωπίζει μὲ σθένος καὶ    γενναιότητα     ὁμολογητικὴ    τὰ    φαινόμενα    αὐτὰ    τῆς
ἀποστασίας, ὅπως ἔπρατταν παλαιότερα οἱ  Ἁγιορεῖτες Πατέρες.  Ὁ πατριάρχης  ἔχει  μετρήσει  τὶς  ἀντιδράσεις  μας,  καὶ  ἐπειδὴ  εἶναι χλιαρὲς καὶ πολλὲς φορὲς ἀνύπαρκτες, πρ οχωρεῖ χωρὶς ἐμπόδια στὴν ἕνωση μὲ τὸν ἀμετανόητο καὶ παραμένοντα στὶς αἱρέσεις του πάπα. Μᾶς  μέτρησε  καὶ  χάρηκε   σφόδρα  καὶ  κατὰ  τὴν  τελευταία  του ἐπίσκεψη  στὸ  Ἅγιο  Ὅρος,  στὸ  ὁποῖο  λὲς  καὶ  ἦλθε  γιὰ  νὰ  πάρει συγκατάθεση καὶ εὐλογία τῶν Ἁγιορειτῶν γιὰ ὅσα εἶ  χε σχεδιάσει νὰ πράξει μὲ τὸν πάπα λίγες μέρες ἀργότερα.

Ἐμεῖς, ταπεινοὶ ἱερομόναχοι, ἐξομολογητικὰ σᾶς ἀποκαλύπτουμε ὅτι ἔχουμε σκανδαλισθεῖ μὲ τὴν σιωπὴ καὶ ἀπραξία τῆς πνευματικῆς μας ἡγεσίας στὸ Ἅγιο Ὅρος, καὶ μαζὶ μὲ μᾶς ἁπανταχοῦ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῆς Οἰκουμένης ὀρθόδοξο καὶ φιλομόναχο πλήρωμα. Περιμένουν ὅλοι νὰ ἀκούσουν τὴν φωνὴ τοῦ Ἁγίου Ὅρους. Ἀπὸ ἐσᾶς τοὺς σοφότερους καὶ λογιότερους μάθαμε ὅτι, ὅταν ἡ πίστις κινδυνεύει,  εἴμαστε ὅλοι ὑπεύθυνοι,   ἂν   σιωπήσουμε   καὶ   δειλιάσουμε ,   ὅπως   ἔλεγε   ὁ Θεόδωρος Στουδίτης. Ἰδιαίτερα ὁ μοναχὸς δὲν πρέπει νὰ ἐπιτρέπει τὴν παραμικρὴ καινοτομία  σὲ  θέματα  πίστεως,  κατὰ  τὸν  αὐτὸν  «Ἅγιο Πατέρα καὶ μεγάλο μοναστικὸ ἡγέτη, ὀργανωτὴ τοῦ μοναχικοῦ βίου καὶ Γέροντα ὅλων μας». Δὲν φοβήθηκε τὶς ἀπειλὲς καὶ τοὺς διωγμοὺς τῶν  εἰκονομάχων αὐτοκρατόρων καὶ πατριαρχῶν, ἀλλὰ μέσα στὴν Κωνσταντινούπολη,   στὸν   περίβολο,   τῆς   Μεγάλης   Ἱερᾶς   Μονῆς Στουδίου, ὀργάνωσε λιτανεία μὲ λαμπαδηφορία χιλίων μοναχῶν, ποὺ κρατοῦσαν  τὶς  ἀπαγορευμένες  ἅγιες  εἰκόνες  στὰ  χέρια  τους.  Δέκα χιλιάδες μοναχοὺς τῆς Παλαιστίνης συγκέντρωσαν παλαιότερα στὰ Ἱεροσόλυμα     οἱ     Ἅγιοι     Σάββας     Ἠγιασμένος     καὶ     Θεοδόσιος Κοινοβιάρχης,  ἄλλοι  μέγιστοι  μοναχικοὶ  ἡγέτες,  καὶ  ἔσωσαν  τὴν Ὀρθοδοξία  ἀπὸ  τὴν  αἵρεση  τοῦ  Μονοφυσιτισμοῦ.  Ποιὸς  θὰ  σώσει τώρα τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν παναίρεση  τοῦ Οἰκουμενισμοῦ καὶ τὴν δολιότητα   τοῦ  Παπισμοῦ;  Οἱ   ἐπιστολὲς   διαμαρτυρίας   ποὺ  κατὰ καιροὺς ἔστειλε ἡ  Ἱερὰ  Κοινότης στὸν  Οἰκουμενικὸ Πατριάρχη  δὲν ἔφεραν κανένα ἀποτέλεσμα.  Δὲν εἶναι πλέον καιρὸς λόγων, ἀλλὰ ἔργων. Δὲν θέλουμε νὰ σᾶς δείξουμε ἐμεῖς οἱ ἀμα θεῖς καὶ ταλαίπωροι ἁμαρτωλοί, οὔτε νὰ ἐμφανιστοῦμε ὡς ὁμολογητές, ἰδιαιτέρως τοὺς ἐπὶ Βέκκου μαρτυρήσαντες θέλουμε νὰ τιμήσουμε, μιμούμενοι τὴν στάση τους. Νὰ μὴ δειλιάσουμε καὶ θέσουμε τὰ μοναστήρια μας πάνω ἀπὸ τὴν  καθαρότητα  τῆς  πίστεως,  πάνω ἀπὸ τὸν  Θ εὸ καὶ τὴν ἀλήθεια.Πιστεύουμε   ὅτι   μετὰ   τὶς   τόσες   ἔγγραφες   καὶ   προφορικὲς διαμαρτυρίες καὶ ἐνστάσεις, τὶς ὑπαναχωρήσεις, ὀπισθοχωρήσεις καὶ συμβιβασμούς, τὸ μόνο ποὺ θὰ εὐφράνει τοὺς Ὀρθοδόξους καὶ θὰ    καταισχύνει    τοὺς    κακόδοξους    εἶναι    ἡ    διακοπὴ    τοῦ μνημοσύνου  τοῦ  πατριάρχου  καὶ  ἁπανταχοῦ  συμφωνούντων ἢ σιωπώντων    ἐπισκόπων.    Συγκεντρῶστε,    Ἅγιοι    Πατέρες,    τοὺς μοναχοὺς   τῶν   κοινοβίων,   τῶν   σκητῶν   καὶ   τῶν   κελλιῶν   σὲ παμμοναστικὴ ἀγωνιστικὴ σύναξη, εἴτε ἐντὸς εἴτε ἐκτὸς τοῦ Ἁγίου Ὅρους καὶ καθαιρέστε τοὺς πύργο υς τῶν αἱρέσεων καὶ τοῦ Παπισμοῦ καὶ τοῦ  Οἰκουμενισμοῦ.  Ἀναλάβετε  τὸν  καλὸ  ἀγώνα  τῆς  Πίστεως. Ἐμεῖς, ἂν ἐσεῖς ἀπρακτήσετε, θὰ προτιμήσουμε νὰ πράξουμε τὰ θεάρεστα καὶ ὄχι τὰ εὐάρεστα.  Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς φωτίζει ὅλους, καὶ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος νὰ σκέπει καὶ νὰ εὐ λογεῖ τὸ Περιβόλι της, νὰ προστατεύουν  τὴν  Ὀρθόδοξη  Ἐκκλησία  ἀπὸ   Θεοτοκομάχους  καὶ ἁγιομάχους αἱρετικούς , ὡς καὶ ἀπὸ δειλοὺς ποιμένες ποὺ ἀφήνουν τὴν ποίμνη ἀπροστάτευτη στὶς ἐπιθέσεις τῶν λύκων.Ἐπὶ   δὲ   τούτοις   ἐξαιτούμενοι   τᾶς   εὐχάς   σας   διατελοῦμεν   μετὰ σεβασμοῦ, οἱ ὑπογράφοντες:

Προηγούμενος Ἐφραὶμ Ἱερομόναχος, Δικαῖος Σκήτεως Ἀποστόλου Ἀνδρέου καὶ οἱ σὺν ἐμοὶ ἀδελφοί, Ι.Μ. Βατοπεδίου, Γέρων Εὐστράτιος, Ἱερομόναχος, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Γέρων Ἱερομόναχος Ποιμήν, Ι.Μ. Ζωγράφου,  Γέρων  Ἱερομόναχος  Βασίλειος,  Ι. Μ.  Ζωγράφου,  Γέρων Ἱερομόναχος Βησσαρίων, Ι.Μ. Ζωγράφου, Ἀρτέμιος Μοναχός, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Παΐσιος Μοναχός, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Σάββας Μοναχός, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Χαρίτων Ἱεροδιάκονος, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Χαρίτων Μοναχός, Καρούλια, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Ἀθανάσιος Μοναχός, Ι.Μ.Μ . Λαύρας, Γέρων Βλάσιος Μοναχός, Καρούλια, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Ἀκάκιος Μοναχός, Ι.Κάθισμα Ἁγίας Τριάδος Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Γέρων Ἠσαΐας Μοναχός, Ι. κελλίον Γενέσιος τῆς Θεοτόκου, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Χερουβὶμ Μοναχός, Ι. Κάθ. Ἁγ. Ἀρχαγγέλων, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Δαμασκηνὸς Ἱερ ομόναχος, Ι. κελ. Ἄγ. Τριάδος, Καρυαί, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Γέρων Νεκτάριος Μοναχός,
Ι.Κελ. Ἄγ.Τριάδος, Καρυαί, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Γέρων Θεόληπτος Μοναχὸς καὶ  ἡ  συνοδεία  αὐτοῦ,  Ι.  Καλύβη  Τιμίου  Προδρόμου,  Ι.  Σκήτη  Ἄγ. Ἄννης,  Ι.Μ.Μ.  Λαύρας,  Γέρων  Γαβριὴλ  Ἱερομόναχος,   Ι.  Κελ.  Ἁγ. Γεωργίου     (Καρτσοναίων),     Ι.Σκ.    Ἁγ.    Ἄννης,    Ι.Μ.Μ.     Λαύρας, Χρυσόστομος   Ἱερομόναχος    Κάρτσωνας,    Ι.Μ.Μ.    Λαύρας,    Γέρων Γαβριὴλ Ἱερομόναχος, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Γέρων Κοσμᾶς Μοναχός, Ι.Κελ. Ἁγ.  Παντελεήμωνος,  Ι.  Σκ.  Ἁγ.  Τριάδος,     Ι.Μ.Μ.  Λαύρας,  Γέρων Σωφρόνιος Μοναχός, Ι. Καλ. Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου, Ι.Σκ. Ἄγ. Τριάδος, Ι.Μ.Μ.  Λαύρας,  Παρθένιος  Μοναχός,  Βουλευτήρια,  Ι.Μ.Μ.  Λαύρας, Γέρων Σεραφεὶμ Ἱερομόναχος, Ι. Κελ. Ἄγ. Πάντες, Ι. Σκ. Ἁγ. Ἄννης, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Γέρων Δανιὴλ Μοναχός, Ἁγ. Ἄννα, Ι.Μ.Μ. Λαύρας, Γέρων Γεράσιμος Μοναχός, Ι. Καλ. Ἁγ. Γερασίμου Κατουνάκια, Ι.Μ.Μ. Λαύρας,  Γέρων  Βενέδικτος  Ἱερομόναχος,  Ι.  Κέλ.  Ἁγ.  Κων/νου  καὶ Ἑλένης,  Ι.Μ.  Βατοπεδίου,  Παΐσιος  Μοναχός,  Ι.κ.  Ἁγ.  Ἀρχαγέλων  ( Σαββαίων), Καρυαί, Ι. Μ. Χιλανδαρίου, Σιλουανὸς Μοναχός, Ι. Καλύβη Ἄγ. Νικολάου, Νέα Σκήτη, Ι.Μ. Ἄγ. Παύλου, Γαβριὴλ Μοναχός, Ἱερὸν Κουτλουμουσιανὸν Κελλίον ὁσίου Χριστοδούλου, Δοσίθεος Μοναχός, Κουτλουμουσιανὸν κάθισμα, Γέρων Νεκτάριος Μοναχός, Ι. Κάλ. Ἁγ. Τριάδος Ι. Σκήτεως Κουτλουμουσίου, Γέρων Μωϋσῆς Μοναχός, Ι. Καλ. Ἁγ.Ἰωάννου    Χρυσοστόμου,    Ι.    Σκ.    Ἁγ.    Παντελεήμονος,    Ι.    Μ. Κουτλουμουσίου,  Παΐσιος  Μοναχός,  Ι.  Κ.  Ἁγίας  Βαρβάρας,  Ι.  Μ. Κουτλουμουσίου,    Γέρων    Ἀβραὰμ   Ἱερομόναχος,    Ι.    Καλ.    Ὁσίου Γερασίμου    Κεφαλ.,    Ι.    Σκήτη    Ἁγίου    Παντελεήμονος,    Ι.    Μ. Κουτλουμουσίου, Γέρων Σπυρίδων Μοναχός, Ι. Κελ. Ἁγ. Νικολαόυ, Ι. Μ. Κουτλουμουσίου, Θεόδουλος Μοναχός, πρώην Κουτλουμουσιανός, Γέρων   Χρυσόστομος   Ἱερομόναχος,   Ι.   Κελ.   Ἁγ.   Σπυρίδων,   Ι.   Μ. Κουτλουμουσίου,  Ἰλαρίων  Μοναχός,  Ι.  Κάθισμα  Δοχειαρίου,  Γέρων Νικόδημος    Μοναχός,    Ι.    Κ.    Ἁγ.    Νεκταρίου     Καψάλας,    Ι.Μ. Παντοκράτορος, Γαβριὴλ Ἱερομόναχος, Ι.Κ. Παναγίας Γοργοϋπηκόου, Ι.Μ.  Παντοκράτορος, Ἰσαὰκ  Μοναχός,  Ι. Ἡσυχ.  Γέν.  τῆς  Θεοτόκου, Καψάλα, Ι.Μ. Παντοκράτορος, Γέρων Ἀθανάσιος Μοναχός, Ι. Κάθ. Ἄγ. Ἀθανασίου, Ι.Μ. Παντοκράτορος, Γέρων Μελέτιος Μον αχός, Γενέσιον Θεοτόκου, Καψάλα, Ι.Μ. Παντοκράτορος, Γέρων Γρηγόριος Μοναχός, Ι. Κέλ. Ἄγ. Νικολάου, Καψάλα, Ι.Μ. Παντοκράτορος, Γέρων Ὀνούφριος Μοναχός,   Ι.Κ.   Κοιμήσεως   Θεοτόκου,   Καρυαί,   Γέρων   Νικόλαος Μοναχός, Ι. Κελ. ἁγ. Δημητρίου, Καρυαί, Γαβριὴλ Ἱερομόν αχος, Ι. Κελ.
Ἁγ. Ἀρχαγγέλων, Καρυαί, Θεόφιλος Μοναχός, Ἱερ. Κελλίον «Σάμπρη» Ι.Μ.   Κωνσταμονίτου,   Γαβριὴλ   Μοναχός,   Ι.   Μ.   Κουτλουμουσίου Κελλίον ὁσίου Χριστοδούλου. Ἡ συλλογὴ ὑπογραφῶν συνεχίζεται.

Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση

 Δεν έχουν άλλωστε ευθύνη για την Εκκλησία μόνον οι επίσκοποι· η Εκκλησία δεν είναι ιδιοκτησία κανενός· ο επίσκοπος από κοινού με τους  πρεσβυτέρους,  αλλά  και με  τους  πιστούς,  ως  ενιαίο  σώμα με κεφαλή τον Χριστό, έχουν όλοι αναλογική ευθύνη. Δεν χρειάζεται να υπομνήσω ότι πολλές φορές, όταν πλανήθηκαν πατριάρχες και επίσκοποι, την Εκκλησία εφύλαξαν απλοί παπάδες και μοναχοί, ότι φύλαξ της Ορθοδοξίας αποδείχθηκε ο πιστός λαός. Υπακοή στην Εκκλησία δεν σημαίνει υπακοή σε συγκεκριμένα πρόσωπα, τα οποία ενδέχεται να πλανώνται, αλλά υπακοή στην αλήθεια της Εκκλησίας, όπως αυτή προκύπτει μέσα από το Ευαγγέλιο και την διαχρονική παράδοση των Αγίων Πατέρων.

(Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π.,σ. 16)

 Τι  σημαίνει,  όμως  υπακοή  στην  Εκκλησία;  Υπακοή  στον αρχιεπίσκοπο, στον επίσκοπο, στον ιερέα ως φυσικά πρόσωπα, ασχέτως  προς  το  αν  τα  πρόσωπα  αυτά  κάνουν  με  τη  σειρά  τους υπακοή   στην   αλήθεια   της   Ορθοδόξου   πίστεως   και   ζωής,   αν ορθοτομούν τον λόγο της αληθείας, αν είναι καλοί ή μισθωτοί ποιμένες, που αφήνουν τα πρόβατα στην διάθεση των λύκων; Πρέπει λοιπόν να ακολουθούμε και να υπακούουμε όλους τους ποιμένες, καλούς και κακούς, και ότι μας λέγουν, αλήθεια ή ψεύδος, ορθόδοξο ή πλανεμένο να το ακολουθούμε; Ασφαλώς όχι. Όσα η Αγία Γραφή και οι Πατέρες λέγουν περί υπακοής στους ποιμένες προϋποθέτουν ότι
αυτονοήτως πρόκειται περί των καλών ποιμένων, που αγρυπνούν και φροντίζουν για την αλήθεια και για την σωτηρία των πιστών. Το κλασικό π.χ. χωρίο της Προς Εβραίους επιστολής του Αποστόλου Παύλου «πείθεσθε    τοῖς    ἡγουμένοις ὑμῶν και ὑπείκετε », ως αιτιολογία  αυτής  της  υπακοής  παρουσιάζει  την  άγρυπνη  φροντίδα των κληρικών για την ψυχική σωτηρία των ποιμαινομένων: «Αὐτοί γάρ  ἀγρυπνοῦσιν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν ὡς λόγον ἀποδώσοντες ». Στην ίδια   συνάφεια   συνιστά   στους   πιστούς   να   μνημονεύουν   τους «ἡγουμένους», ποιους όμως ηγουμένους; Αυτούς οι οποίοι τους διδάσκουν τον λόγο του Θεού και των οποίων η ζωή, βλεπόμενη και ελεγχόμενη  από τους  πιστούς,  οδηγεί  στο  να  μιμούνται  την  πίστη τους: «Μνημονεύετε τῶν ἡγουμένων ὑμῶν, οἴτινες ἐλάλησαν ὑμῖν τον λόγον τοῦ Θεοῦ, ὧν ἀναθεωροῦντες την ἔκβασιν τῆς ἀναστροφῆς μιμεῖσθε την πίστιν».
Τα ίδια ισχύουν και για όσα πολύ συχνά λέει ο Άγιος Ιγνάτιος Αντιοχείας  περί  υπακοής  εις  τον  επίσκοπο  στις  επιστολές  του,  τα οποία      ακρίτως      επικαλούνται      πολλοί      υποστηρίζοντες      την «επισκοποκεντρική» εκκλησιολογία, που καταντάει να είναι πολλάκις δεσποτική και τυρρανική, τουτ΄αυτό παπική. Μακάρι να ήσαν οι επίσκοποι   σαν   τον   Άγιο   Ιγνάτιο,   με   μαρτυρικό   φρόνημα   και ετοιμότητα  μέχρι  θανάτου,  ταπείνωση  παραδειγματική  και αγωνιστική διάθεση και δράση εναντίον των αιρέσεων, στοιχεία που κυριαρχούν και διαποτίζουν τις επιστολές του. Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός συχνά λέγει ότι, όταν ευρίσκεται σε συνάξεις, ιδιαίτερα ιερατικές, όπου προβάλλεται με βάση τον Άγιο Ιγνάτιο η απόλυτη υπακοή στον επίσκοπο, παρατηρεί ότι αυτό πρέπει να συμπληρώνεται και από το ερώτημα «οἷον δεῖ εἶναι τον ἐπίσκοπον» κατά τον Άγιο Ιγνάτιο.
Τέτοιους    αξίους    ποιμένες,    ορθοτομούντας    τον    λόγον    της αληθείας, μνημονεύει η Εκκλησία μας κατά τη διάρκεια της Θείας Ευχαριστίας και των άλλων ακολουθιών. Είναι ποτέ δυνατόν να υιοθετήσει κανείς την άποψη, ότι πρέπει να κάνουμε υπακοή σε ποιμένες,  που  δεν  κηρύττουν  την αλήθεια  του  Ευαγγελίου, που δικαιολογούν την παναίρεση του Οικουμενισμού και που με την ζωή τους την τρυφηλή και ανήθικη οδηγούν πολλούς στο βυθό της απωλείας; Και ότι, όταν αυτό επισημαίνεται, είναι εξύβριση και ανταρσία και σκανδαλισμός των πιστών; Τι να μιμηθούμε από την  αναστροφή τους  και  την πίστη  τους;  Αν  στην  ιστορία  της Εκκλησίας είχε επικρατήσει αυτή η στρεβλή έννοια της υπακοής, η σατανική υπακοή, τότε θα είχε κυριαρχήσει η αίρεση, γιατί έπρεπε οι Άγιοι να κάνουν υπακοή στους αιρετικούς πατριάρχες και επισκόπους, θα είχαν επικρατήσει επίσης ο Νικολαϊτισμός και ο Σοδομισμός.
Το καθήκον μάλιστα της αγίας ανυπακοής σε αυτές τις περιπτώσεις είναι περισσότερο επιβεβλημένο, όταν η αίρεση και η ηθική σήψη έχουν προσλάβει μεγάλες διαστάσεις, όταν η Εκκλησία φαίνεται να είναι ενωμένη, σύμφωνη, με την πλάνη και την αίρεση, όπως συμβαίνει στις ημέρες μας με την παναίρεση του Οικουμενισμού. Δεν βλέπουμε επισκόπους να αντιδρούν, να κηρύσσουν εναντίον του Οικουμενισμού, εναντίον του Παπισμού και του «Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών». Αν οι επίσκοποι το έπρατταν, θα τους αφήναμε ως ηγουμένους να προηγούνται· εμείς θα σιωπούσαμε, και θα σιωπήσουμε, αν τους φωτίσει ο Θεός και το πράξουν.
(Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ. 17-20)
 Δεν ὑποχρεοῦται κανείς νά ὑπακούει σέ ἐπισκόπους καί σέ συνόδους, ὅταν δέν ὀρθοτομοῦν τόν λόγο τῆς ἀληθείας. Σύνοδος (809) ἐδικαίωσε τόν μοιχοζεύκτη ἱερομόναχο Ἰωσήφ καί τόν ἀποκατέστησε. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος θεωρεῖ ὅτι ἡ «μοιχειανική αὐτή αἵρεσις» μαζύ μέ τή διάλυση τοῦ Εὐαγγελίου διέλυσε καί τούς ἱερούς κανόνες. Καί ὄχι μόνον δέν ὑπακούει ὁ ἴδιος, ἀλλά συνιστᾶ καί στούς ἄλλους ἀνυπακοή καί διακοπή τοῦ μνημοσύνου τῶν συνεργησάντων. Ἡ αἵρεση δέν εἶναι Ἐκκλησία· οἱ αἱρετικοί καί οἱ κοινωνοῦντες  πρός  αὐτούς  δέν  εἶναι  Ἐκκλησία.  Στή  συνάφεια μάλιστα  αὐτή  ὁ  Ἅγιος  Θεόδωρος,  στηριζόμενος  ἀσφαλῶς  καί  στήν προγενέστερη  πατερική  παράδοση  πού  ἐμνημονεύσαμε,  κατά  τήν ὁποία Ἐκκλησία ὑπάρχει ἐκεῖ πού ὑπάρχει ἀλήθεια, ὅπως καί στή διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου ὅτι εὑρίσκεται ἐκεῖ, ὅπου εἶναι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι  στό  ὄνομά  του,  λέγει  ὅτι  καί  τρεῖς  μόνον  Ὀρθόδοξοι ἀποτελοῦν  Ἐκκλησία:  «Μὴ  θῶμεν  σκάνδαλον  τῇ  ἐκκλησίᾳ  τοῦ θεοῦ,  ἥτις  ἐστὶ  καὶ  ἐν  τρισὶν  ὀρθοδόξοις  ὁριζομένη  κατὰ  τοὺς ἁγίους». Ὄχι μόνο δέν ὑποχρεούμεθα νά ὑπακούουμε σέ κληρικούς πού διδάσκουν καί δογματίζουν καινοτομίες, ἀλλά οὔτε ὡς κληρικούς πρέπει νά τούς δεχόμαστε: «Παραγγελίαν γὰρ ἔχομεν ἐξ αὐτοῦ τοῦ ἀποστόλου, παρ' ὃ παρελάβομεν, παρ' ὃ οἱ κανόνες τῶν κατὰ καιροὺς συνόδων καθολικῶν τε καὶ τοπικῶν ἐάν τις δογματίζῃ ἢ προστάσσῃ ποιεῖν ἡμᾶς, ἀπαράδεκτον αὐτὸν ἔχειν μηδὲ λογίζεσθαι αὐτὸν ἐν κλήρῳ ἁγίων».
(Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ. 54-55)
Δεν  αποτελεί  λοιπόν  δικαιολογία  για  κανένα  επίσκοπο  το  ότι  ο πάπας δεν πάτησε το πόδι του στη δική του επαρχία ή το Παγκόσμιο Συμβούλιο  Εκκλησιών,  ότι  ο  ίδιος  δεν  συμπροσευχήθηκε  με  τους παπικούς  ή  τους  προτεστάντες.  Εφ  όσον  δεν  αντέδρασε,  δεν διαμαρτυρήθηκε,  δεν  ωμολόγησε,  είναι  εξίσου  συνυπεύθυνος, ενωμένος στην πλάνη και στην αίρεση του οικουμενισμού. (Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ.20)

Σαφέστατη  είναι  η  διάκριση  που  κάνει  ο  ίδιος  ο  Χριστός  μεταξύ καλού και κακού ποιμένος και η σύσταση να υπακούουμε μόνον στους καλούς και όχι στους κακούς, στους μισθωτούς ποιμένες, οι οποίοι ενδιαφέρονται μόνο για το συμφέρον τους, δεν θυσιάζονται για τα πρόβατα, τα οποία αφήνουν απροστάτευτα στις επιθέσεις των λύκων:  «Ὁ  ποιμὴν  ὁ  καλός  την  ψυχήν  αὐτοῦ  τίθησιν  ὑπὲρ  τῶν προβάτων· ὁ μισθωτός δέ και οὐκ ὤν ποιμήν, οὗ οὐκ εἰσί τὰ πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τον λύκον ἐρχόμενον και ἀφίησι τά πρόβατα και φεύγει· και  ὁ  λύκος  ἁρπάζει  αὐτά  και  σκορπίζει  τά  πρόβατα».  Πολλοί ψευδοποιμένες έχουν εισέλθει όχι διά της θύρας εις την αυλήν των προβάτων, δια της Χάριτος δηλαδή του Θεού, αλλά «ἀλλαχόθεν», με ποικίλους τρόπους σιμωνίας, και είναι γι’ αυτό όχι θεόκλητοι και δημόκλητοι, όπως γράφει ο Άγιος Νικόδημος στο «Συμβουλευτικό Ἐγχειρίδιο»,  αλλά  αυτόκλητοι.  Αυτούς  λοιπόν  τα  πρόβατα  τους θεωρούν ως ξένους, δεν τους υπακούουν ούτε τους ακολουθούν. (Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ.22)
(σ.σ. Φυσικά η διάκριση μεταξύ των καλών και κακών ποιμένων που κάνει ο π. Θεόδωρος Ζήσης, εκφράζει τη διαχρονική συνείδηση της Ορθοδόξου   Εκκλησίας.   Αν   ίσχυε   το   αντίθετο,   όπως   πολλοί ανιστόρητα   ισχυρίζονται   στις   μέρες   μας,   υπερασπιζόμενοι   την επισκοποκεντρική  αίρεση,  o  Άγιος  Γρηγόριος  ο  Θεολόγος  δεν  θα έλεγε ότι «Ἕν ἐκτρέπου μοι, τους κακούς ἐπισκόπους… …Αἰσχρόν μέν εἰπεῖν,   ὡς   ἔχει,   φράσσω   δε   ὅμως·  ταχθέντες   εἶναι   τοῦ  καλοῦ διδάσκαλοι, κακῶν ἁπάντων ἐσμέν ἐργαστήριον », ούτε ο πολύς  Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θα έγραφε το περίφημο «Τῶν δὲ Ἰσαύρων ἕνεκεν μηδὲν δέδιθι λοιπόν · καὶ γὰρ ὑπέστρεψαν εἰς τὴν χώραν αὐτῶν · καὶ ὁ ἡγεμὼν πάντα ἐποίησεν ὑπὲρ τούτου · καὶ ἐν ἀσφαλείᾳ ἐσμὲν πολλῷ μᾶλλον ἐνταῦθα ὄντες ἢ ὅτε ἐν Καισαρείᾳ ἦμεν.   Οὐδένα γὰρ λοιπὸν δέδοικα ὡς τοὺς ἐπισκόπους πλὴν ὀλίγων.   Ὅλως τοίνυν τῶν Ἰσαύρων ἕνεκεν μηδὲν δέδιθι · καὶ γὰρ ἀνεχώρησ αν καὶ τοῦ χειμῶνος καταλαβόντος  οἴκοι  εἰσὶ συγκεκλεισμένοι, ἂν ἄρα  λοιπὸν  μετὰ τὴν Πεντηκοστὴν ἐξέλθωσιν ».
Βλ. Ἔπη εἰς ἑαυτόν, Ποίημα ιβ’, εἰς ἑαυτόν και περί ἐπισκόπων, ΕΠΕ 10, 174 κ’ 192. Καθώς και: TLG, Joannes Chrysostomus Scr. Eccl., Epistulae ad Olympiadem (epist. 1-17), Epistle 9, section 4, line 23. )
 Tόση προσοχή και διάκριση πρέπει να έχουμε σε θέματα πίστεως, ως προς το ποιους θα υπακούουμε και ποιους θα ακολουθούμε, ώστε ακόμη και αν ο ίδιος ο Παύλος τους έλεγε διαφορετικά από όσα τους ευαγγελίσθηκε ή κατέβαινε και από τον ουρανό άγγελος, για να τους διδάξει διαφορετικά, έπρεπε να μη υπακούσουν: «Ἀλλὰ καὶ ἐὰν ἡμεῖς ἢ ἄγγελος ἐξ οὐρανοῦ εὐαγγελίζεται ὑμῖν παρ΄ὅ εὐηγγελισάμεθα ὑμῖν, ἀνάθεμα ἔστω».
(Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, ό.π., σ.24)
 Υπομείναμε, υπομείναμε, υπομείναμε τους οικουμενισμούς και τους εκσυγχρονισμούς επί ένα αιώνα. Κάναμε υπομονή και υπακοή∙ περιμέναμε και ελπίζαμε να παύσουν τα σκάνδαλα, οι συμπροσευχές, οι συγχρωτισμοί,   οι   συγκρητισμοί,   οι  ισοπεδώσεις,  οι  ανανεώσεις, για  να      επανέλθουν  στο  σώμα  της  Εκκλησίας  και  οι σκανδαλισθέντες αδελφοί μας.  Δεν θα αφήσουμε και άλλους να φύγουν∙ ενιστάμεθα και διαμαρτυρόμεθα.  Θα διακόψουμε την κοινωνία με όσους κοινωνούν με τον ακοινώνητο, αιρετικό και σχισματικό πάπα. Ο δρόμος στο εξής δεν θα είναι ανθόσπαρτος. Η Μεγάλη Εβδομάδα έρχεται εφέτος πολύ ενωρίτερα.
(Ζήση Θ., Με το αρνίο ή με το θηρίο; Με τον Χριστό ή με τον πάπα; , Περιοδ. Θεοδρομία, Ιανουάριος – Μάρτιος 2001)
 Ας    μας    ξεκαθαρίσουν    λοιπόν    μερικοί εκκλησιαστικοί ηγέτες ότι έχουν προσχωρήσει σ' αυτήν την «προοδευτική» άποψη, για να καθορίσουμε και εμείς την στάση μας απέναντί τους, την οποία ούτως ή άλλως είμαστε υποχρεωμένοι να καθορίσουμε, διότι διαφορετικά, κοινωνούμε και εμείς «τοις έργοις αυτών τοις πονηροίς» (Β' Ιω. 11). Εμείς επιθυμούμε να έχουμε κοινωνία όχι προς τους ακοινωνήτους, αλλά προς τους αγίους και πιστούς όλων των εποχών, να πιστεύουμε όπως επίστευαν όλοι οι προ ημών Άγιοι Πατέρες, στους οποίους πειθόμεθα και υπακούουμε.
(π.    Θεοδώρου    Θ.    Ζήση,    Διαθρησκειακές    Συναντησεις,    Άρνησις    του Ευαγγελίου και προσβολή των Αγίων Μαρτύρων)
Ιερεύς,   της   Ι.Μ.   Δημητριάδος,   αποφασισμένος   να   διακόψει   το μνημόσυνο του επισκόπου του, όταν διακριτικά του υπενθύμισα τις πιθανές  διώξεις και  ποινές  (σ.σ.  και  όχι  την  αντικανονικότητα της αποτείχισης) μου είπε: «Προτιμώ να καλλιεργώ τα χωράφια μου,ως απλός αγρότης, και να κρατήσω την πίστη μου, παρά να συνεργήσω στη κατεδάφισή της και να πάω στην κόλαση μαζί με τον πατριάρχη και τους επισκόπους». Τα λόγια αυτά εκφράζουν την διαχρονική
συνείδηση της Εκκλησίας για την στάση όλων των πιστών και των λαϊκών απέναντι των επισκόπων και των πρεσβυτέρων σε περίπτωση που δεν ορθοτομούν τον λόγο της αληθείας, αλλά ενισχύουν την αίρεση και την πλάνη.
(Παναγιώτη Σημάτη, Η Αποτείχιση από τους Οικουμενιστές επείγουσα υπόθεση προβλεπόμενη από τους Αγίους Πατέρες, Αίγιο 2010, σ. 17)
 Ο Άγιος Θεόδωρος (σ.σ. ο Στουδίτης) όχι μόνον δεν συνήνεσε και δεν συνεφώνησε με τον δεύτερο γάμο του αυτοκράτορος, τον οποίον θεώρησε  ως  «ἔξω  θεσμῶν  θείων  καί  ἀνθρωπίνων»,  αλλά  αμέσως ήλεγξε το ατόπημα και διέρρηξε την κοινωνία και προς τον αυτοκράτορα και προς τον πατριάρχη, διότι η πράξη αυτή, όπως λέγει, καταλύει το Ευαγγέλιο και τους ιερούς κανόνες, αποτελεί αλλοίωση των  αναλλοιώτων  εντολών  του  Θεού,  τις  παρουσιάζει  ως αλλοιούμενες και τρεπτές, επομένως και τον Θεό ως τρεπτό και αλλοιωτό.
(Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, Κακή Υπακοή…, ό.π., σ. 50)
Καί ἀπό τήν ἐπιστολή αὐτή (σ.σ. Αγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Θεοφίλω ἡγουμένω  1,  39,  PG  1048-1049),  στήν  ὁποία  συνιστᾶ  στόν  Θεόφιλο
«ὅπως φεύγη τήν αἵρεσιν, ἤγουν τούς αἱρετικούς, τοῦ μήτε κοινωνεῖν αὐτοῖς, μήτε ἀναφέρειν ἐν τῆ εὐαγεστάτη αὐτῆς μονῆ ἐπί τῆς θείας λειτουργίας, ὅτι μέγισται ἀπειλαί κεῖνται παρά τῶν ἁγίων ἐκφωνηθεῖσαι  τοῖς  συγκαταβαίνουσιν  αὐτῆ  μέχρι  καί  ἑστιάσεως», ἀλλά καί ἀπό ἄλλες παρόμοιες ἀναφορές προκύπτει ὅτι ὁ Ἅγιος Θεόδωρος τήν διακοπή τῆς κοινωνίας δέν τήν ἐκλαμβάνει ἁπλῶς ὡς  «κάποιο  ἔλεγχο  καί  ἀποδοκιμασία  τῆς  πράξεως»  καί  ὡς
«ἐθιμοτυπικοῦ  χαρακτήρα»,  ὅπως  ὑποστηρίζεται  στήν διδακτορική διατριβή του Β. Τσίγκου (Ἐκκλησιολογικές θέσεις τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, Θεσσαλονίκη 1999, σελ. 72ἑ.), ἀλλά ὡς διακοπή τῆς λειτουργικῆς μνημονεύσεως τοῦ ὀνόματος τοῦ ἐπισκόπου.     Ἔχει  δίκαιο  εἰς  αὐτό  ὁ  π.  Θεοδώρητος  (Μαῦρος) κρίνων τήν ἐν λόγω διατριβήν, καί   καθ’ ὅ μέτρο, ὡς σύμβουλος καθηγητής  δέν  ἐπρόσεξε  καί  ὁ  γράφων  αὐτές  τίς  θέσεις,  ὀρθῶς
κρίνεται ἀπό τόν π. Θεοδώρητο, ἔστω καί ἀνωνύμως (βλ. Περιοδική ἔκδοση «Ὁ Ἁγιορείτης», περίοδος β’, ἔτος ε’, Ἰούν.- Ἰούλ.- Αὔγ. 1999, ἀρ. φύλλου    341).    Μόλις    εὐκαιρήσουμε,    θά    προσπαθήσουμε    νά διασαφήσουμε πληρέστερα τό θέμα, ἑρμηνεύοντας τά ἐλάχιστα, πού παρέσυραν τόν κ. Β. Τσίγκο, διά τῶν περισσοτέρων, πού συνηγοροῦν ὑπέρ τῆς διακοπῆς τοῦ λειτουργικοῦ μνημοσύνου. (Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, Κακή Υπακοή…, ό.π.,
Υποσημείωση 57, σ. 55)
(σ.σ. Διά το προαναφερθέν ζήτημα, σας παραπέμπω στην εξαιρετική έρευνα του ιερομονάχου Ευθυμίου Τρικαμηνά, με τίτλο: «Η Αντιμετώπισις   της   Αιρέσεως   του   Οικουμενισμού   κατά   τον   Όσιο Θεόδωρο τον Στουδίτη. Η Διακοπή της Μνημονεύσεως, Λάρισα 2010».)
 Αὐτοί οἱ Λατινόφρονες Ὀρθόδοξοι, ἀντίστοιχοι τῶν σημερινῶν Οἰκουμενιστῶν, μετά τήν ἐπιστροφή τῶν Ὀρθοδόξων ἀπό τήν Φλωρεντία καί τήν ἀποθεωτική ὑποδοχή τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἀπό τούς πιστούς στήν Κωνσταντινούπολη, γιά νά μήν τόν ἔχουν ἐμπόδιο στήν ἐφαρμογή τῶν ἀποφάσεων τῆς οὐνιτικῆς ληστρικῆς συνόδου καί γιά νά μήν ἀκούγεται ὁ λόγος του, τόν ἀπομόνωσαν μέ ἐξορία στό νησί τῆς Λήμνου (1440-1). Τί ἔπρεπε λοιπόν νά κάνει ὁ Ἅγιος Μάρκος; Νά ὑπακούσει στόν λατινόφρονα πατριάρχη Μητροφάνη (1440-1443) καί στόν διάδοχό του Γρηγόριο (1443-1451) καί νά ἐξακολουθήσει νά τούς μνημονεύει στίς ἱερές ἀκολουθίες γιά νά μή χαρακτηρισθεῖ ὡς ἀνυπάκουος  καί  δημιουργός  σχίσματος;  Ὅσοι  ἀγνοοῦν  τήν εὐαγγελική καί πατερική ἀλήθεια καί αὐστηρότητα καί προτιμοῦν νά εἶναι ἀρεστοί ὄχι στό Θεό, ἀλλά στους ἀνθρώπους, αὐτό θά συνιστοῦσαν. Ἀντίθετα ὅμως ὁ σοφός τά θεῖα καί ἄκαμπτος στό φρόνημα ἱεράρχης καί Ὁμολογητής ὄχι μόνο ἔπαυσε ὁ ἴδιος νά ἔχει ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τούς Λατινόφρονας-Οἰκουμενιστάς, ἀλλά καί  γιά  νά  ἀποφευχθεῖ  κάθε  ἐξαπάτηση  τοῦ  πιστοῦ  λαοῦ,  ἔδωσε ἐντολή ὀλίγον πρό τοῦ θανάτου του, ὅπως θά ἔπραττε σήμερα καί ὁ ἐπιζῶν γέρων μητροπολίτης πρώην Φλωρίνης κ. Αὐγουστῖνος, ἐάν ἐπέτρεπε τό γῆρας του, νά διαμηνύσουν στόν πατριάρχη νά μή στείλει δικούς του ἀρχιερεῖς ἤ κληρικούς ἤ κάποιους πού ἔχουν κοινωνία μαζύ του νά λάβουν μέρος στήν κηδεία καί στά μνημόσυνά του, νομίζοντας ὅτι ἴσως καί ἐν τῶ κρυπτῶ ἀποδέχεται τήν κοινωνία μετ’ αὐτοῦ. Διακηρύσσει ἐντόνως ὅτι δέν θέλει νά ἔχει κοινωνία μέ τούς Λατινόφρονες οὔτε ζῶν οὔτε μετά θάνατον, γιατί ἔχει πεισθῆ ὅτι ὅσο ἀπομακρύνεται ἀπό τόν πατριάρχη καί τους ὁμοίους του, τόσο περισσότερο πλησιάζει πρός τόν Θεό καί πρός τους Ἁγίους. Στό τέλος αὐτῆς   τῆς   συγκλονιστικῆς   προθανάτιας   ὁμολογίας   του   ὁ   Ἅγιος Μᾶρκος διατυπώνει τήν γνώμη ὅτι πρέπει νά εἴμαστε χωρισμένοι ἀπό τούς Λατινόφρονας-Οἰκουμενιστάς, μέχρις ὅτου ὁ Θεός οἰκονομήσει τήν διόρθωση καί εἰρήνευση τῆς Ἐκκλησίας Του… (σ.σ. Στη συνέχεια του ανωτέρω αποσπάσματος, ακολουθεί η πηγή που χρησιμοποίησε ο πατέρας Θεόδωρος. Εδώ, μπορείτε να την βρείτε στο λήμμα Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός).
(Πρωτοπρεσβύτερου Θεοδώρου Ζήση, Κακή Υπακοή…, ό.π., σ. 69 κ.ε.)

Παναγιώτης Τσάλλος Ιστορικός

ΠΗΓΕΣ ΤΗΣ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΙΝ




Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |