ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Ποιών πρέπει νά άναβάλλη τήν έξομολόγηση

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Ποιών πρέπει νά άναβάλλη τήν έξομολόγηση



ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ


 Έάν τύχη κανένας άπό τούς έξομολογουμένους σου νά μήν είναι έτοιμασμένος, γιά νά έξομολογηθή, ούτε νά έκανε προηγουμένως γενικά κάποια έρευνα τών άμαρτιών του· ή κανένας πού νά λέη τίς πολλές καί μεγάλες κακίες του χωρίς καμμία λύπη καί κατάνυξι, άλλά μέ τόση αυθάδεια, σάν νά διηγήται τίς άρετές του· ή κανένας πού δεν φύλαξε τίς προηγούμενες ύποσχέσεις, πού σού έδωσε, άλλά φάνηκε ψεύτης μία καί δύο φορές. Ή κανένας, τού όποίου ή ύπόθεσις καί ή άμαρτία είναι μπερδεμένη καί δυσκολοδιόρθωτη καί ούτε στούς Κανόνες καθαρά περιέχεται· σέ αύτούς, λέω, καί στούς παρόμοιους άνθρώπους, δέν πρέπει, Πνευματικέ, ούτε νά διαβάζης άμέσως συγχωρητική Εύχή, ούτε πάλι νά τούς άπομακρύνης τελείως· άλλά νά άναβάλλης τόν καιρό τής συγχωρήσεώς τους λέγοντας πρός τόν καθένα άπό αύτούς· «Πήγαινε, παιδί μου, πρός τό παρόν καί πάλι νά έπιστρέψης τήν τάδε ήμέρα, γιά νά σκεφθώ καλύτερα καί έγώ»· δόσε του στό ένδιάμεσο χρονικό διάστημα καί κάποιον Κανόνα νηστείας ή γονυκλισίας ή έλεμοσύνης· διότι έτσι μπορεί καί ό άμαρτωλός νά συνέλθη καλύττρα, έλεγχόμενος άπό τήν συνείδησί του, καί έσύ στό διάστημα αύτό νά προστρέξης α) στόν Θεό μέ τήν προσευχή, λέγοντας μέ τόν Βασιλέα Σολομώντα·
«Θεέ καί Κύριε τού έλέους, δός μου τήν σοφία, πού κάθεται σέ θρόνο, κοντά στόν δικό σου θρόνο ..., γιά νά βρίσκεται πάντοτε κοντά μου καί νά κοπιάζη μαζί μου» (Σοφ. Σολ. 9,410)· καί μέ τόν βασιλέα Ίωσαφάτ· «Δέν γνωρίζουμε τί νά κάνουμε σέ αύτούς, άλλά οί οφθαλμοί μας τίναι ικετευτικά στραμμένοι πρός έσένα» (Β' Παραλαπ. 20,12)· β”) νά προστρέξης πρός τόν Άρχιφέα σου, όπως λέει ό Συμεών ό Θεσσαλονίκης (Κεφ. σμθή καί ό Χρύσανθος (σελ. νθ' τού Συνταγματίου) καί ό Νικηφόρος ό Χαρτοφύλαξ πρός Θεοδόσιο Έγκλαστο (σελ. 343 Τού Νομίμου Γραικορωμαϊκού) καί πρός άλλους έμπαρους τών παρόμοιων ζητημάτων, άν ύπάρχουν έκέϊ κοντά, ή μέ γράμματα, άν βρίσκωνται μακριά (μή φανερώνοντας τό κύριο όνομα τού προσώπου), γιά νά μάθης άπό αύτούς τί πρέπα νά κάνης.

 Διότι νά γνωρίζης πάρα πολύ καλά, Πνευματικέ, ότι κανένα άλλο δέν είναι τόσο συμφέρον καί καρποφόρο στήν ύπηρεσία σου, όσο τό νά άναβάλλης καί νά άργοπορής τόν καιρό τής συγχωρήσεως· όπως τό παραδέχονται γενικά όλοι οί Πνευματικοί μέ τήν καθημερινή δοκιμή.

Δέν πρέπει νά έξομολογή ό Πνευματικός τούς συναίτιους τής ίδιας άμαρτίας.


    Έάν (ό Θεός νά φυλάξοι) κάνης μέ κάποιο πρόσωπο κάποια συγγνωστή άμαρτία, αύτό τό πρόσωπο δέν πρέπει νά έξομολογήσης έσύ Πνευματικέ, άλλά νά τό στείλλης σέ άλλον Πνευματικό· διότι όντας συναίτιοι καί οί δύο τής ίδιας μαρτίας, ούτε αύτός θά έχη ντροπή στήν έξομολόγησι καί θά διορθωθή, ούτε έσύ μπορείς νά τόν κανονίσης καί νά τόν διορθώσης, όπως πρέπει· είπα όμως συγγνωστή άμαρτία καί όχι θανάσιμη· διότι, άν κάνης τέτοια, καθαιρείσαι άμέσως καί άπό τήν 'Ιερωσύνη καί άπό τό Πνευματικό λειτούργημα, όπως προαναφέραμε· βλέπε καί στήν α Ύποσημείωσι τού ζ' Κεφαλαίου.





 Πώς πρέπει νά έξετάζη ό Πνευματικός όσους πρόκειται νά ίερωθούν.


    Όταν έλθη κάποιος πρός έσένα ζητώντας συμμαρτυρία, γιά νά ίερωθή, άνοιξε καλά τούς οφθαλμούς τής ψυχής σου καί έξέτασε όλα τά βάθη τής καρδιάς του μέ μεγαλύτερη προσοχή άπό έκείνην πού χρησιμοποιείς σέ όλους τούς άλλους· «Ώδε γάρ έστιν ή σοφία» (Άποκ. 13,18), καί έδώ βρίσκεται όλη σου ή τέχνη καί σύνεσις.

    Καί άφού τόν έρευνήσης καί δέν βρής σέ αύτόν κανένα έμπόδιο τής Ίερωσύνης Κανονικό59, πάλι πρόσεχε νά μή τού δώσης συμμαρτυρία άμέσως, άλλά άνάβαλλε τόν καιρό, έως ότου νά έρευνήσης καλά καί τούς άλλους, πού τόν συναναστρέφονται καί γνωρίζουν τόν τρόπο τής ζωής του καί νά πληροφορηθής άπό αύτούς· «Διότι πρέπει αυτός καί άπό τούς έξω νά έχη καλή μαρτυρία», όπως λέει ό θείος Παϋλος (Α Τιμόθ. 3,7) [60]

    Καί αύτό νά τό κάνης, γιά νά μή είσαι συνυπεύθυνος σέ ξένες άμαρτίες, όπως γράφει τό Ένταλτήριο σου. Επειδή έκείνο, πού λέει ό Παϋλος γιά τόν Αρχιερέα, πού θά χειροτονήση τόν παρόμοιο· «Μή τοποθετής γρήγορα τά χέρια σου έπάνω σέ άλλον, ούτε νά είσαι κοινωνός ξένων άμαρτιών» (Α' Τιμόθ. 5,22), αύτό τό ίδιο άρμόζει καί σέ έσένα, Πνευματικέ, πού θά δώσης συμμαρτυρία γιά νά χειροτονηθή, γιά νά μή λέω, ότι καί περισσότερο άρμόζει σέ έσένα καί έσύ έχεις τό περισσότερο βάρος· διότι σήμερα σέ μόνη τήν δική σου συμμαρτυρία άρκούμενοι οί Αρχιερείς (πράγμα τό όποίο δέν πρέπει) χειροτονούν, όσους χειροτονούν.

Πώς πρέπει νά συμπεριφέρεται ό Πνευματικός στούς άφωρισμένους.


    Έάν όμως κάποιος όντας άφωρισμένος άπό τόν Αρχιερέα του έλθη πρός έσένα, γνώριζε, ότι δέν μπορείς έσύ νά συγχωρήσης τόν αυτόν, όπως λέει ό Χρύσανθος στό Έξομολογητάριο (σελ. 22)· άλλά νά τόν στείλης σέ αύτόν πού τόν άφώρισε, έάν ζή ή στόν διάδοχό του, έάν πέθανε, γιά νά τόν συγχωρήση έκείνος, όπως καί στούς Θείους Κανόνες [61] καί σέ μερικά Ένταλτήρια έτσι ορίζεται [62]  Έάν πάλι σού είναι δυνατό, πρέπει καί έσύ νά μεσιτεύσης στόν Αρχιερέα, γιά νά τόν συγχωρήση.



  Πώς πρέπει νά οίκονομή όσους έχουν ταξίματα.


    Έάν έλθουν πρός έσένα νά έξομολογηθούν έκείνοι, πού έταξαν στόν Θεό νά γίνουν Καλόγηροι ή νά πάνε γιά προσκύνησι τού Ζωοδόχου Τάφου ή άλλ ων ιερών μοναστηρίων καί λειψάνων ή νά δώσουν έλεημοσύνες ή νά ιδρύσουν Σχολεία ή Μοναστήρια ή νά κάνουν τήν τάδε νηστεία ή κάποια άλλη άγαθοεργία καί άρετή· αύτούς πρέπει νά συμβουλεύης, Πνευματικέ, όχι μόνο νά έκπληρώνουν τά ταξίματά τους αύτά, άλλά καί νά τά εκπληρώνουν μία ώρα νωρίτερα, χωρίς νά άναβάλλουν τόν καιρό, διότι άμαρτάνουν. [63]

     Έάν όμως άπό κάποια μεγάλη άνάγκη έμποδίζωνται αύτοί νά έκπληρώσουν ή τήν τού Αγίου Τάφου προσκύνησι ή τήν ϊδρυσι τών Σχολείων καί Μοναστηρίων, πού έταξαν, πρέπει νά σκέφτεσαι σωστά, Πνευματικέ, μέ μεγάλη διάκριση πόσα έξοδα καί πόνους μπορούσαν αύτοί νά κάνουν γιά τήν έκπλήρωσί τών ταξιμάτων τους αύτών καί έτσι νά τούς όρίζης νά δίνουν τά έξοδα αύτά σέ πτωχούς ή σέ άλλα παρόμοια καλά, άν μπορούν έάν όμως δέν μπορούν, νά τούς όρίζης νά κάνουν άλλες ικανοποιήσεις, νηστείες δηλαδή, προσευχές, γονυκλισίες καί τά ύπόλοιπα.

     Σέ έκείνους όμως, πού έταξαν νά γίνουν μοναχοί, έπειτα πανδρεύθηκαν, πρέπει νά λές, Πνευματικέ, ότι είναι παραβάτες τού ταξίματός των καί ότι πρέπει νά μετανοούν στόν Θεό· καί ότι χρεωστούν, καί σέ γάμο όντας, νά άγωνίζωνται μέ νηστείες καί προσευχές καί κακουχίες τού σώματος καί νά σωφρονούν, όσο έξαρτάται άπό αύτούς· άλλά καί τίς συζύγους των, άν είναι δυνατό, νά πείθουν μέ πολλές παρακλήσεις νά συμφωνήσουν σέ αύτό. Έάν όμως συμβή καί πεθάνουν οί γυναίκες τους, τότε αύτοί πρέπει νά έκπληρώνουν τίς ύποσχέσεις τους καί νά γίνωνται Μοναχοί. [64] Καί τέλος νά συμβουλεύης όλους αύτούς, στό έξής νά μή κάνουν πρός τόν Θεό τέτοια ταξίματα καί ύποσχέσεις, γιά κάθε άνάγκη πού τούς συμβή· διότι, μή μπορώντας νά τά φυλάξουν, άμαρτάνουν βαρέως.

 Πώς νά συμβουλεύη ό Πνευματικός πόρνους, μοιχούς, όμοφυλοφίλους καί τούς πεσόντας είς άκατανόμαστα πάθη.


    Έάν έξομολογήσης πόρνους ή μοιχούς ή ομοφυλόφιλους ή όσους πέφτουν σέ άκατανόμαστα πάθη, πρέπει, Πνευματικέ, όχι μόνο νά έπιπλήττης γενικά όλους αύτούς, άποδεικνύοντάς τους ότι μέ τά σαρκικά πάθη χάνουν τήν ευγένεια τού λογικού καί μοιάζουν μέ τά άλογα ζώα· άλλά έπί πλέον, γιά νά κάμης καί τόν καθένα άπό αύτούς νά συχαθή τήν άμαρτία του, πρέπει νά τού άποδεικνύεις πόσο ψυχοβλαβής είναι ή πορνεία [65]· πόσο ή μοιχεία [66] όσο ή ομοφυλοφιλία [67] , πόσο τά άλλα άκατανόμαστα πάθη· καί πόσο ό αύνανισμός. [68]


  Πώς νά οίκονομή τούς Μοναχούς.


     Έάν σού έξομολογηθή κάποιος άγράμματος Μοναχός, νά τόν ρωτάς, Πνευματικέ, άν άκούη τήν ώρισμένη Ακολουθία του. Καί έάν δέν μπορή νά πηγαίνη νά τήν άκούση, πρέπει νά τόν όρίζης νά τήν διαβάζη αύτός μέ τό κομβοσχοίνι του· δηλαδή, άντί γιά τόν Όρθρο, νά κάμνη όρθιος τριάντα κομβοσχοίνια λέγοντας σέ κάθε σπειρί αύτήν τήν εύχή· «Κύριε, Ίησού Χριστέ, Υιέ τού Θεού, έλέησόν με»· άντί γιά τίς Ώρες, νά κάμνη δέκα κομβοσχοίνια· άντί γιά τόν Εσπερινό, δέκα· καί γιά τό Απόδειπνο, άλλα δέκα, όπως ορίζουν τά Νομοκανόνια, πού βρίσκονται στό 'Άγιο Όρος.

     Νά έξετάζης άκόμη γενικά όλους τούς Μοναχούς άν κάνουν καί τόν συνηθισμένο Κανόνα τους· γνώριζε λοιπόν ότι οί μεγαλόσχημοι καί τέλειοι Μοναχοί είναι ώρισμένο νά κάνουν τό ήμερονύκτιο τριακόσιες γονυκλισίες, δηλαδή στρωτές μετάνοιες, σύμφωνα μέ τόν Άγιο Κάλλιστο καί τούς Θεοφόρους Πατέρες (βλέπε Φιλοκαλ. σελ. 1053)· σύμφωνα όμως μέ τούς διακριτικούς Πατέρες στό Άγιο Όρος, νά κάνουν γονυκλισίες εκατόν είκοσι καί προσκυνητές μετάνοιες δώδεκα κομβοσχοίνια. Οί σταυροφόροι νά κάνουν γονυκλισίες εκατόν δέκα, προσκυνητές μετάνοιες έξι κομβοσχοίνια. Καί οί δόκιμοι καί ρασοφόροι είναι ώρισμένο νά κάνουν γονυκλισίες εκατό καί προσκυνητές τρία κομβοσχοίνια, λέγοντας σέ κάθε μία, όπως είπαμε, τό «Κύριε, Ίησού Χριστέ, Υιέ τού Θεού, έλέησόν με»· καί προσκυνώντας μέχρι τό έδαφος τής γής.

     Ό Κανόνας όμως τών γονυκλισιών γνώριζε ότι δέν γίνεται τήν Κυριακή, σύμφωνα μέ τόν κ' Κανόνα τής πρώτης Συνόδου καί τόν 90ό τής έκτης καί τόν 91ο τού μεγάλου Βασιλείου, ούτε όλη τήν Πεντηκοστή, δηλαδή τίς πενήντα ήμέρες, πού είναι μεταξύ τής Άναστάσεως καί τής Πεντηκοστής, σύμφωνα μέ τούς ίδιους Κανόνες καί σύμφωνα μέ τόν Άγιο Έπιφάνιο καί τόν Ειρηναίο καί τόν Αύγουστΐνο (έπιστολή πρός Ιανουάριο) καί τόν Ιερώνυμο καί τόν Αμβρόσιο καί τόν Άββά Ήσαΐα καί τόν Άγιο Κάλλιστο. Σύμφωνα πάλι μέ τά Τυπικά, οί γονυκλισίες άργούν καί τό Σάββατο, δέν άμαρτάνει όμως καί όποίος τό Σάββατο γονυκλιτεί, διότι αύτό άπό τούς Κανόνες δέν έμποδίζεται, σύμφωνα μέ τόν β' τού Νικολάου. Οί προσκυνητές όμως μετάνοιες δέν έμποδίζονται σέ κανένα καιρό. Βλέπε καί στήν η' ύπόθεσι μετά τούς Κανόνες τού Νηστευτού.

Πώς νά οίκονομή τούς άμαρτήσαντας Ιερωμένους.


     Έάν έξομολογήσης κανένα Ιερωμένο πρόσωπο, τό όποίο έπραξε πορνεία ή μοιχεία ή κανένα άλλο κρυφό άμάρτημα καθαιρετικό τής Ίερωσύνης· αύτόν πρέπει νά έμποδίζης, Πνευματικέ, όχι μόνο άπό τό νά μή λειτουργή πλέον, άλλά καί άπό τό νά μή τελή Βάπτισμα, Στεφάνωμα, Πνευματική διαγωγή [69] , Αγιασμούς καί κάθε άλλη Ιεροπραξία, όπως καί οί διακριτικώτεροι τού Αγίου Όρους Πνευματικοί έμποδίζουν αύτούς άπό όλες τίς Ιεροπραξίες, άκολουθούντας τούς Κανόνες. [70]  Έάν όμως αύτοί δέν δεχθούν νά έγκαταλείψουν όλες τίς Ιεροπραξίες, τό λιγώτερο πρέπει νά τούς έμποδίζης τουλάχιστον άπό τήν Θεία Λειτουργία. Έάν όμως δέν δεχθούν ούτε αύτό, έσύ δέν μπορείς νά τούς βιάσης, ούτε νά τούς δημοσιεύσης, άλλά νά τούς άφίνης στήν συνείδησί τους καί αύτοί άς φροντίσουν γιά τήν άναξιότητά τους. Βλέπε καί τόν ρμα τής έν Καρθαγένη.



Πώς νά συμπεριφέρεται στούς άσθενείς ό Πνευματικός.


 Έάν κάποιος είναι άσθενής, πρέπει, Πνευματικέ, να τρέχης άμέσως σέ έπίσκεψί του, καί άν άκόμη είναι μεσάνυκτα καί άν άκόμη βρέχη ή χιονίζη· καί άφού τόν παρηγορήσης στήν άσθένειά του, λέγοντάς του, ότι μέ αύτήν θά καθαρισθή άπό τήν λέρα τής άμαρτίας, όπως τό χρυσάφι καθαρίζεται μέ τήν φωτιά, τόν παρακινείς πρίν άπό κάθε άλλη σωματική θεραπεία, νά έξομολογηθή μέ μία γενική έξομολόγησι όλων τών άμαρτιών τής ζωής του. Έάν πάλι ό άσθενής δέν άκούη, άμέσως πρέπει νά σφίγγης τό χέρι του ή νά τού μιλάς δυνατά· έως ότου μέ νεΰμα ή κάποιο άλλο σημάδι σού δώση νά καταλάβης, ότι θέλει νά έξομολογηθή· καί έτσι νά τού διαβάζης εύχή συγχωρητική καί νά τόν κοινωνής τά Θεία Μυστήρια, γιά νά μή τύχη καί πεθάνη άσυγχώρητος καί άκοινώνητος.

    Μή παύης άπό τό νά συχνοπηγαίνης σέ αύτόν γιά νά τόν παρηγορής καί νά τόν στερεώνης στό νά έλπίζη στό έλεος τού Θεού μέχρι τήν τελευταία του άναπνοή καί νά μήν άπελπισθή· διότι τήν ώρα έκείνη μέ ύπερβολή πολεμεί ό διάβολος νά τόν ρίξη σέ άπόγνωσι· γι’ αύτό καί τότε έχει μεγάλη άνάγκη άπό τήν συμβουλή καί παρηγοριά σου, τήν όποια, έάν έχη, μπορεί νά κερδίση ένα κέρδος παντοτεινό καί, μή έχοντάς την, μπορεί νά χάση ένα παντοτεινό χάσιμο. Άλλά γιά τήν έπίσκεψί τών άσθενών διάβαζε πολύ συχνά τό Περί τών άσθενών νεοτύπωτο αύτό Έξομολογητάριο καί έκεί θά μάθης άναλυτικώτερα τά όσα άφορούν αύτούς.

 Ό Πνευματικός πρέπει νά έξομολογή μέ άργοπορία.


    Ώς έπιστέγασμα σού λέμε, Πνευματικέ, ότι, άν θέλης νά γίνεται ή έξομολόγησις σου, όπως πρέπει, καί ή διόρθωσις τών άμαρτωλών κανονική καί σωτήρια, πρέπει να άργής πολύ στήν έξομολόγησι καί καθόλου νά μή βιάζεσαι, καί έάν άκόμη είναι πολλοί, αύτοί πού σέ προσμένουν έξω μάλιστα πρέπει νά λές στούς μετανοούντες νά έρχωνται πρίν άπό ήμέρες νά έξομολογούνται, όπως καί έμείς θά τούς συμβουλέψουμε· διότι μέ τήν άργοπορία έχεις καιρό νά σκέπτεσαι καλά τά κατάλληλα φάρμακα τής διορθώσεως, πού χρειάζεται ό κάθε άμαρτωλός. Διότι πολλοί Πνευματικοί, άφού βιάσθηκαν πολλές φορές καί μή έχοντας καιρό νά σκεφθούν σωστά, άπώλεσαν πολλούς, άντί νά τούς διορθώσουν, καί άπώλεσαν καί τόν έαυτό τους μαζί μέ έκείνους καί μετανόησαν πικρά γι’ αύτό μέχρι θανάτου.

    Γνώριζε άκόμη, Πνευματικέ, ότι πολύ βοηθεί τό νά άκούς τίς έξομολογήσεις τών άνθρώπων καί μάλιστα γυναικών ή νέων, μέ κλεισμένα μάτια, όπως είδα πολλούς νά τό κάνουν αύτό· διότι έτσι καί ό νούς συγκεντρώνεται καί κρίνει καλύτερα τά λεγάμενα· καί άπό τό σκάνδαλο τών προσώπων, πού βλέπει κανείς, μπορεί εύκολώτερα νά γλυτώση.

 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'


 Πώς πρέπει νά κανονίζη ό Πνευματικός.


    Άφού λοιπόν τελειώσης, Πνευματικέ, τήν έξομολόγησι τών πονηρών έργων καί λόγων καί λογισμών τού μετανοούντος, τότε τού λές· «Γνώριζε παιδί μου, ότι οί Θείοι Κανόνες ορίζουν, ότι, άν δέν άφήση ό άνθρωπος τήν άμαρτία πρώτα, νά μή δέχεται τήν μετάνοια· λοιπόν καί έσύ, έάν ύποσχεθής ότι θά σταματήσης νά κάνης τό κακό, μέ τήν χάρι τού Θεού, θά πάρης άπό έμένα τόν κανόνα σου καί τήν συγχώρησι τών άμαρτιών σου· διότι γενικά όλοι οί Διδάσκαλοι τής ’Εκκλησίας λένε, ότι όλη ή μετάνοιαν σέ αύτό συνίσταται, στό νά άποφασίση σταθερά ό μετανοών νά μή άμαρτήση πλέον μέ τήν θέλησί του καί ότι, χωρίς τήν άπόφασι αύτή, λίγο θά τόν ώφελήση ή έξομολόγησις, ή ίκανοποίησις καί γενικά ή μετάνοιά του».

 Ό Πνευματικός πρέπει νά κανονίζη σύμφωνα μέ τόν Νηστευτή.


  Καί έτσι, άφού ϋποσχεθή, τόν κανονίζεις σύμφωνα μέ τό Κανονικό τού Αγίου Ίωάννου τού Νηστευτού71, δηλαδή νά κάνη τόσα χρόνια νά μή κοινωνήση, τόση νηστεία, τόσες γονυκλισίες καί τόση έλεημοσύνη.



 Πώς οίκονομείται ό μετανοών, όταν έχη πολλές άμαρτίες.


    Καί έάν ό μετανοών έχη πολλές άμαρτίες, κανονίζεις τήν μεγαλύτερη, έκείνη δηλαδή πού έχει έπιτίμιο τούς περισσότερους χρόνους. Όσο καιρό όμως κάνει τήν άμαρτία, καί άκόμη δέν κοινωνή, όμως ό καιρός αύτός δέν ύπολογίζεται στά χρόνια τής ίκανοποιήσεως. Έάν όμως άπέχη άπό τήν άμαρτία, πού έξωμολογήθηκε, άρκετόν καιρό καί πέση πάλι στήν ίδια, πάλι άρχή βάζει στά χρόνια τού Κανόνα. Έάν όμως πέση σέ άλλη άμαρτία, πρέπει νά σκεφθής ποιά έχει περισσοτέρα χρόνια, ό Κανόνας πού είχε άτελείωτο ή ή νεώτερη άμαρτία, καί έκείνα τά χρόνια νά τόν όρίσης νά κρατή.

    Έάν όμως πρίν νά έξομολογηθή σέ έσένα ό μετανοών,έκανε άποχή τής άμαρτίας καί τής Θείας Κοινωνίας μαζί, είτε άπό μόνος του [72] είτε άπό άλλον Πνευματικό, γνώριζε ότι ύπολογίζονται στόν Κανόνα καί τά χρόνια έκείνα, πού άρχισαν άπό τήν άποχή τής άμαρτίας. Αύτά ορίζουν νά γίνωνται τά άκριβέστερα χειρόγραφα τού Αγίου Όρους Έξομολογητάρια, τά όποια χρησιμοποιούν, άποδίδοντας καρπό, όλοι οί δόκιμοι τού Αγίου Όρους Πνευματικοί.

 Πότε μεταλαμβάνει αύτός πού έχει Κανόνα.


     Έάν όμως, όποίος μετανοεί, έχη άκόμη Κανόνα καί κινδυνεύση νά πεθάνη, μεταλαμβάνει τά Θεία Μυστήρια λόγψ άνάγκης καί, άν γίνη καλά, πάλι άρχίζει τόν Κανόνα άπό έκεί πού τόν άφησε, πρίν νά μεταλάβη. [73]

 Ό Κανόνας είναι διπλός.


    Γνώριζε Πνευματικέ, ότι γενικά ό Κανόνας καί ή ίκανοποίησις διαιρείται σέ δύο, σέ σωματικό καί πνευματικό. Καί σωματικός μέν είναι ή νηστεία, ή ξηροφαγία, οί γονυκλισίες, [74]  καί τά έπτά σωματικά έργα τής έλεημοσύνης· όπως, τό νά τρέφη κανείς όσους πεινούν νά ποτίζη έκείνους πού διψούν νά περιποιήται καί νά συγκεντρώνη τούς ξένους· νά ντύνη τούς γυμνούς νά έπισκέπτεται τούς άσθενείς· νά φροντίζη τούς φυλακισμένους καί νά θάβη τούς νεκρούς. [75]

     Πνευματικός Κανόνας είναι ή κατανυκτική προσευχή, ή άνάγνωσις τών θείων Γραφών καί τά έπτά πνευματικά έργα τής έλεημοσύνης· όπως, τό νά παρακινή κανείς τόν άμαρτωλό νά άφήση τήν άμαρτία καί νά μετανοήση· τό νά διδάσκη τόν άμαθή έκείνον πού ξέρει περί Θεού καί τής Πίστεως· τό νά συμβουλεύη σωστά έκείνον πού χρειάζεται συμβουλή, τό νά παρακαλή τόν Θεό γιά τόν άδελφό τούτο νά παρηγορή τόν λυπημένο· τό νά ύπομένη άγόγγυστα τίς δυστυχίες καί τίς θλίψεις, πού θά τού συμβούν, καί τό νά συγχωρή τά σφάλματα, πού τού κάνουν οί άλλοι. [76]

Ό Κανόνας πρέπει νά δίνεται έναντίον στά ένάντια.


     Πρέπει λοιπόν ή ίκανοποίησις νά δίνεται έναντίον στά ένάντια (διότι τά έναντία είναι θεραπείες γιά τά ένάντια), όπως καί ό α' Κανών τού Νύσσης ορίζει· δηλαδή νά δίνεται σύμφωνα μέ τίς ένάντιες περιστάσεις τής άμαρτίας καί σύμφωνα μέ τίς ένάντιες περιστάσεις τών προσώπων, πού άμάρτησαν, όπως λένε οί διακριτικοί.

     Σύμφωνα μέ τίς ένάντιες περιστάσεις τής άμαρτίας, δηλαδή σέ αύτόν πού άμφιβάλλει περί Πίστεως, νά δίνης Κανόνα, Πνευματικέ, τό νά άναγινώσκη ή νά άκούη μέ εύλάβεια τό ιερό Εύαγγέλιο καί τό Σύμβολο τής Πίστεωςτό νά μή έρευνά τά όσα είναι πάνω άπό τήν δύναμί του καί τό νά γνωρίζη γιά μητέρα του τήν Καθολική Έκκλησίας, πού τού παρέδωσε τήν Πίστι.


Πώς κανονίζονται οί βλάσφημοι καί έπίορκοι.


  Σέ αύτόν πού βλασφήμησε μέ λόγο νά δίνης ώς Κανόνα τό νά δοξολογή τόν Θεό, πού πρόσβαλε· [77]  τό ίδιο να δίνης καί στόν έπίορκο [78] · κοντά, δηλαδή, στόν άλλον Κανόνα πού ορίζει γι’ αύτόν ό Νηστευτής (λα' Κανών) καί στούς δύο αύτούς νά δίνεται ώς Κανόνας τό νά μελετούν ή νά άκούν ψυχωφελή βιβλία, μάλιστα τό Ψαλτήρι, πού περιέχει δοξολογίες πολλές τού Θεού.

 Πώς κανονίζονται οί κλέπτες καί άδικητές.


    Στούς κλέπτες καί άδικητές, πρίν άπό κάθε άλλον Κανόνα τού Νηστευτού (κζ'), νά δίνης ώς Κανόνα, Πνευματικέ, τό νά έπιστρέφουν τό ξένο πράγμα πού πήραν, άν τό έχουν, ή στούς ίδιους νοικοκυραίους, άν ζούν, ή στούς συγγενείς τους, άν έκείνοι πέθαναν καί ή μέ τό χέρι τού Πνευματικού ή άλλου πιστού προσώπου. [79]  Έάν όμως δεν τό έχουν, νά έπιστρέφουν στόν άδικηθέντα καί νά ζητούν άπό αύτόν συγχώρησε Έάν όμως καί οί συγγενείς τους πέθαναν, νά τούς λές νά τό δίνουν στούς πτωχούς. Λέγε, Πνευματικέ, στούς κλέπτες καί τήν καθολική έκείνη συμβουλή, πού έχουμε νωρίτερα στήν ύποσημείωσι γιά τό Πώς κανονίζονται οί φονείς. [80]





Πώς κανονίζονται οί πόρνοι, μοιχοί καί όσοι πέφτουν σέ άκατανόμαστα πάθη.


    Στούς πόρνους καί ομοφυλόφιλους νά δίνης κανόνα νηστεία, ξηροφαγία, γονυκλισίες καί πρό πάντων τό ή νά άποφεύγουν αύτοί τά πρόσωπα έκείνα, μέ τά όποια άμάρτησαν ή νά τά διώχνουν, άν τά έχουν στό σπίτι τους. [81]

Πώς κανονίζονται οι κατήγοροι καί μνησίκακοι.


    Στούς κατηγόρους καί συκοφάντες νά δίνης κανόνα, Πνευματικέ, τό νά πηγαίνουν αύτοί οί ίδιοι στόν ίδιο τόπο  πού είπαν τήν κατηγορία καί νά λένε, ότι ψευδώς κατηγόρησαν τόν άδελφό τους· ή άν δέν πάνε οί ίδιοι, τουλάχιστον μέ άλλο τρίτο πρόσωπο νά ομολογούν, ότι είπαν ψέμματα ή τουλάχιστον νά στείλουν γράμμα άναιρετικό τής συκοφαντίας τους φανερά ή κρυφά. Στούς μνησίκακους καί σέ όσους έχουν έχθρα, νά δίνης ώς κανόνα τό νά συμφιλιωθούν άναμεταξύ τους. [82]


Πώς κανονίζονται οί φονείς.


    Στόν φονέα νά δίνης κοντά στόν άλλον Κανόνα τού Νηστευτού (Καν. κ') καί τό νά έξαγοράζη σκλάβο, άν έχη τόν τρόπο, σύμφωνα μέ τόν Θεσσαλονίκης Συμεών (Έρώτ. οβ'), γιά νά γίνη ψυχή άντί ψυχής. [83]  Έάν πάλι γυναίκα άπέβαλε παιδί, νά τής δίνης ώς Κανόνα νά άνατρέφη πτωχό νήπιο, άν έχη τόν τρόπο, σύμφωνα μέ τόν ίδιο Συμεών (ό. π.), γιά τό όποίο βλέπε τόν κβ' Κανόνα τού Νηστευτού.

    Είπα νά δίνεται ό κανόνας καί σύμφωνα μέ τίς άντίθετες περιπτώσεις τών προσώπων, πού άμάρτησαν· γιά παράδειγμα, ό μέν πλούσιος νά ορίζεται νά νηστεύη, νά ξηροφαγή καί νά γονυκλιτή· ό πτωχός νά κάνη έλεημοσύνη άπό τό ύστέρημά του· αύτό θεωρείται σέ αύτούς κανόνας καί παιδεία· καί μάλιστα, έάν ό πλούσιος διέπραξε άμαρτία σαρκική· ό δέ πτωχός έκαμε κλοπή ή άρπαγή. Διότι, άν ό πλούσιος κανονισθή μόνο νά κάνη έλεημοσύνη καί ό πτωχός νά νηστεύη μόνο, αύτό γι’ αύτούς δέν θεωρείται ώς παιδεία, άλλά αυξησις μόνον τής συνήθειάς τους· άλλά καί αύτό πρέπει νά τό οίκονομή ό Πνευματικός μέ τόν καλύτερο τρόπο, πού είναι δυνατό καί μέ κάθε διάκρισι.

    Έπί πλέον νά θυμάσαι νά συμβουλεύης, Πνευματικέ, τούς άμαρτωλούς νά μή ξεθαρρεύουν, ούτε νά πιστεύουν, ότι συγχωρούνται οί άμαρτίες τους άπό τόν Θεό, μόνο μέ τόν κανόνα καί τήν ικανοποίηση πού κάνουν· μακριά μία τέτοια σκέψις! έπειδή αύτό είναι αιρετικό φρόνημα. Διότι όντας άπειρη ή άμαρτία, ώς υβρις τού άπειρου Θεού άπό έργα καί ίκανοποίησι περασμένου κτίσματος είναι άδύνατο νά λυθή· καί μάλιστα κτίσματος άκαθάρτου, όπως είναι ό άμαρτωλός· διότι λέει· «Γίναμε όλοι άκάθαρτοι ένώπιόν σου. Σάν ρυπαρό κουρέλι άποκαθημένης γυναίκας, έτσι άκάθαρτη είναι όλη ή άρετή μας» (Ήσ. 64,6)· άλλά νά πιστεύουν βέβαια, ότι λαμβάνουν συγχώρησι τών άμαρτιών τους· Α') γιά τό άπειρο έλεος τού Θεού· Β') γιά τήν άπειρη ίκανοποίησι, πού έλαβε ύπέρ τών άμαρτωλών ό Υιός τού Θεού, διά τού θανάτου καί τού αίματός του έπάνω στόν Σταυρό. Όπως γιά μέν τό α') είπε ό Παϋλος «Όχι άπό τά έργα τής άρετής πού κάναμε έμείς, άλλά σύμφωνα μέ τό έλεος του, μάς έσωσε» (Τίτ. 3,5)· γιά δέ τό β') είπε ό ’Ιωάννης· «Καί τό αίμα τού Ίησού Χριστού τού Υίού αύτού μάς καθαρίζει άπό κάθε άμαρτία» (Α' Ίωάν. 1,7)· γι’ αύτό καί ό μέγας Βασίλειος λέει· «Ή άφεσις τών άμαρτημάτων ύπάρχει στό αίμα τού Χριστού» (Όρ. κατ’ έπιτομ. ιγ').

    Γ') δέ καί τελευταίο αίτιο τής συγχωρήσεως τών άμαρτιών τους νά θεωρούν, πώς είναι όλα τά καλά έργα καί οί καρποί τής μετανοίας, πού αύτοί κάνουν μετά τήν άμαρτία άλλά καί αύτά τά καλά τους έργα, όχι άπό μόνα τους φυσικά νοούμενα (διότι άν θεωρούνται έτσι είναι έντελώς άδύνατα στό νά συγχωρήσουν άμαρτίες καί νά προξενήσουν αιώνια σωτηρία)· άλλά έπειδή είναι ένωμένα μέ τήν διά πίστεως ύπερφυσική χάρι τού Ίησού Χριστού, πού τά δίνει διαφορετική μορφή καί τά συνιστά καί τά κάνει άξια θείας άποδοχής (παρά Κορεσσίω). Τά όσα λέχθηκαν παραπάνω τά διαβεβαιώνει καί ό ίδιος ό Θεός λέγοντας μέ τόν Ήσαΐα· «Έγώ είμαι αύτός πού έξαλείφει τίς άνομίες σου ένεκεν έμού» (Ήσ. 43, 25). Άκούς; έγώ είμαι, λέει, άμαρτωλέ, πού έξαλείφω τίς άμαρτίες σου καί τίς συγχωρώ· άλλά όχι έξ αίτιας τού δικού σου κανόνα καί τής παιδείας, άλλά έξ αιτίας τού δικού μου έλέους καί τής εύσπλαγχνίας. «Ένεκεν έμού».

    Έπί πλέον όλων αυτών σού λέμε, Πνευματικέ, ότι πρέπει νά δίνης στούς άμαρτάνοντας ώς κανόνα καί ίκανοποίησι καί τήν τόσους χρόνους άποχή τής άγιας Κοινωνίας, όπως ορίζει ό άγιος ’Ιωάννης ό Νηστευτής. Έάν όμως βρεθή κάποιος, πού νά δέχεται τήν άλλη ίκανοποίησι, τής νηστείας, τής ξηροφαγίας, τών γονυκλισιών καί τής έλεημοσύνης, ένώ τήν άποχή τής Κοινωνίας νά μή δέχεται· σέ αύτό στέκεται όλη σου ή γνώσις καί έμπειρία, νά τόν γλυκάνης μέ διάφορους τρόπους, ώστε νά τόν καταπείσης νά δεχθή καί τά δύο, προβάλλοντάς του τά έξής:



  

Συμβουλή πρός τόν μετανοούντα γιά νά δεχθή καί τήν άποχή τής Κοινωνίας.


   «Παιδί μου, Α'. νά γνωρίζης, ότι άν θελήσης νά κοινωνήσης έτσι άνάξιος όντας, θά γίνης ένοχος τού σώματος καί αίματος τού Κυρίου, όπως λέει ό θείος Παϋλος, καί θά κοινωνήσης σέ κατάκρισι καί κόλασί σου, γενόμενος δεύτερος ’Ιούδας καί παρόμοιος μέ τούς Εβραίους· διότι, όπως τότε οί Εβραίοι κέντησαν τό σώμα τού Κυρίου, όχι γιά νά πιούν τό αίμα του, άλλά γιά νά τό χύσουν, όπως έρμηνεύει ό Χρυσορρήμων (Λόγ. κζ' τής Α' πρός Κορινθ.)· έτσι καί έσύ θά θεωρηθής, ότι χύνεις τό άκήρατο αίμα τού Κυρίου καί όχι ότι τό πίνεις, λόγω τής άναξιότητάς σου».

    Β'. «Νά γνωρίζης ότι ό θείος Νηστευτής, πού μέ διάκρισι τού Αγίου Πνεύματος ώρισε τούς Κανόνες του, σχεδόν σέ κάθε Κανόνα λέει μέ μεγάλη άκρίβεια καί διαστολή, ότι όποίος δέν μπορεί νά κράτηση καί τά δύο αύτά, καί τήν ίκανοποίησι πού ορίζει καί τήν άποχή τής Κοινωνίας, πού ορίζεται άπό τόν ίδιο γιά λίγα χρόνια, αύτός νά φυλάγη τά πολλά χρόνια, πού ώρισαν οί άλλοι θείοι Πατέρες. Έτσι μέ αύτά, πού λέει δέν έπιτρέπει μέ κανένα τρόπο νά γίνη μεγαλύτερη συγκατάβασις».

    Γ'. «Νά γνωρίζης, ότι σού έκανα μία συγκατάβασι μεγάλη καί δέν σέ κανόνισα σύμφωνα μέ τούς άλλους Πατέρες, πού ορίζουν τόσα χρόνια γιά τήν άμαρτία σου (καί έδώ πρέπει νά τού άπαριθμής τά χρόνια πού ορίζουν οί Κανόνες τών Συνόδων καί τών Πατέρων)· άλλά σέ κανόνισα σύμφωνα μέ τόν συγκαταβατικό Νηστευτή. Σού έκανα καί μία άλλη πάρα πολύ μεγάλη συγκατάβασι άπό μόνος μου καί δέν κανόνισα τίς άλλες σου άμαρτίες, πού γιά τήν τάδε είναι κανόνας τόσος καί γιά τήν τάδε τόσος καί τά έξής (άπαριθμώντας, δηλαδή, σέ αύτόν τά χρόνια καί τίς ικανοποιήσεις τής κάθε του άμαρτίας)· άλλά μία άμαρτία σου κανόνισα, λυπούμενος έσένα καί σπλαγχνιζόμενος τήν ασθένεια σου. Σού έκανα καί άλλη μία τρίτη συγκατάβασι, πού είναι πολύ μεγάλη· διότι, τόν κανόνα αύτόν, πού τώρα σού έδωσα γιά τήν άμαρτία σου αύτή, έπρεπε νά σού τόν διπλασιάσω καί νά σού τόν πολλαπλασιάσω τόσες φορές, όσες φορές έκανες τήν άμαρτία αύτή· ώστε ό άριθμός τών χρόνων τού κανόνος σου νά γίνη τόσο πολύς, ώστε νά μή φθάση όλη σου σχεδόν ή ζωή γιά νά τόν τελειώσης· έγώ όμως σέ σπλαγχνίσθηκα καί σέ κανόνισα τόσο έλαφρά, σάν νά είχες διαπράξει τήν άμαρτία αύτή μία καί μόνη φορά, ένώ έσύ τήν διέπραξες τόσες καί τόσες φορές. (Καί έδώ τού λές τόν ώρισμένο άριθμό, πόσες φορές άμάρτησε). Άοιπόν καί έσύ, παιδί μου, χρεωστείς νά μή γίνεσαι τόσο σκληροκάρδιος καί άχάριστος, άλλά μέ χαρά νά δεχθής αύτόν τόν λίγο κανόνα καί τήν άποχή τής θείας Κοινωνίας».

    Δ'. «Νά γνωρίζης, ότι μέ τήν άποχή αύτή τής Κοινωνίας θά γίνη ή μετάνοιά σου άσφαλέστερη· θά στερεωθής περισσότερο στήν χάρι τού Θεού καί θά καταλάβης καλύτερα τό κακό, πού σού προξένησε ή άμαρτία, μάλιστα, όταν βλέπης τούς άλλους νά κοινωνούν καί έσύ νά στερήσαι, λέγοντας στόν έαυτό σου έκείνο τό τού Ασώτου Υίού· «Πόσοι μισθωτοί τού πατέρα μου έχουν περισσευούμενο άρτο καί έγώ χάνομαι άπό τήν πείνα» (Λουκ. 15,17). Καί άπό όλα αύτά, νά μισήσης τήν άμαρτία καί νά φυλάγης καλά στό έξής τήν χάρι, πού έχασες, άφού θά σού γίνουν μαθήματα τά παθήματα». «Διότι ό,τι κάποιος μέ κόπο τό άποκτά, φροντίζει νά τό διαφυλάη»· λέει ό μέγας Βασίλειος· καί ό Θεολόγος Γρηγόριος· «Συνηθίζει αύτό πού άποκτήθηκε μέ κόπο νά παραμένη περισσότερο· ένώ αύτό πού άποκτήθηκε εύκολα νά χάνεται πολύ γρήγορα, έπειδή πάλι μπορεί νά άποκτηθή» (Λόγ. β' περί Θεολογίας).

    Αύτά καί άλλα παρόμοια μπορείς νά τού πής, Πνευματικέ, όσα θά σέ φωτίση ή χάρις τού Αγίου Πνεύματος. Μπορείς άκόμη καί νά τού κρύψης τόν καιρό καί νά τού πής· «Πήγαινε, παιδί μου, καί έγώ ξέρω πότε είναι καιρός γιά νά κοινωνήσης»· καί έτσι μέ τήν άναβολή τού καιρού μπορείς νά τόν φέρης σέ πέρας. Βλέπε καί στήν συμβουλή τού μετανοούντος έκείνα, πού τού λέμε έκεί ξεχωριστά, γιά νά δεχθή καί τήν ίκανοποίησι καί τήν άποχή τής Κοινωνίας.



Πώς κανονίζονται οΐ άσθενείς καί ύπέργηροι.


    Έάν όμως βρεθή κάποιος άσθενής καί ύπέργηρος, πού νά μή μπορή νά κάνη τήν σωματική ίκανοποίησι, πού ορίζει ό θείος Νηστευτής, σέ αύτόν μπορείς, ναί, νά δώσης,

Πνευματικέ, άλλον κανόνα πνευματικό, προσευχής, άναγνώσεως ψυχωφελών βιβλίων καί έλεημοσύνης σωματικής ή πνευματικής (βλέπε στήν άρχή τού Κεφαλαίου αύτού)· άλλ’ όχι καί νά μειώνης τούς χρόνους τής άποχής τής Κοινωνίας, τούς ορισμένους άπό τόν Νηστευτή.

 Όσοι δέν δέχονται τόν Κανόνα καί τήν άποχή τής Κοινωνίας, άποβάλλονται.


    Άν όμως καί βρεθή κανείς τόσο σκληροκάρδιος καί άμετανόητος, ώστε, ύγιής όντας, δέν δέχεται ούτε τήν κατά τόν Νηστευτή ίκανοποίησι, ούτε θέλει νά άπέχη άπό τήν Κοινωνία, σέ αύτόν, Πνευματικέ, μετά άπό πρώτη καί δεύτερη καί τρίτη νουθεσία, πρέπει τελευταία νά πής. «Παιδί μου, ό μέγας Βασίλειος μέ προστάζει στόν πδ' καί πε' Κανόνα του νά λέω σέ λαό άπειθούντα καί άντιλέγοντα· “Τρέξε νά σώσης την ψυχή σου” (Γέν. 19,17)· γιά νά μή συναπολέσω έγώ μαζί μέ τήν δική σου άπώλεια καί τήν δική μου ψυχή». [84]  Πές του άκόμη πώς ό Κωνσταντινουπόλεως Άουκάς, στά ζητήματα πού λύνει μαζί μέ τήν Σύνοδο, πού ήταν μαζί του καί βρίσκονται σέ χειρόγραφα, λέει, ότι δέν πρέπει νά δεχθή ό Ίερεύς τήν προσφορά έκείνων πού άπειθούν καί δέν θέλουν νά δεχθούν τόν κανόνα τής άμαρτίας τους.


 Πώς οίκονομούνται οί παντρεμένες γυναίκες καί αύτές πού έχουν συγγενείς.


    Έάν έξομολογήσης καμμία γυναίκα παντρεμένη, πού μοιχεύθηκε κρυφά, πρόσεχε καλά, Πνευματικέ, καί ούτε αύτήν νά άφήσης νά κοινωνήση, ούτε νά δώσης ύποψία στόν άνδρα της νά καταλάβη κάτι τέτοιο· διότι καί τά δύο είναι ολέθρια· τό ίδιο νά γίνεται καί σέ άλλες γυναίκες, πού έχουν γονείς καί άδέλφια· καί βλέπε τόν λγ' Κανόνα τού Νηστευτού.

    Όσα πάλι άμαρτήματα βρεθούν, πού δέν κανονίζονται ρητά, γι’ αύτά νά ρωτάς τόν Αρχιερέα σου καί άπό αύτόν νά μαθαίνης τόν κατάλληλο κανόνα [85] , πού βρίσκεται είτε μέ τήν ομοιότητα πού έχουν αύτά μέ έκείνα, πού περιέχονται ρητά στούς Κανόνες, είτε άπό τά συγγράμματα τών κατά μέρος Πατέρων, είτε άπό τήν διάκρισι τού όρθού λόγου. Βλέπε γι’ αύτά, τά έπιτίμια, πού δέν βρίσκονται στούς άλλους Κανόνες, στά έπιτίμια πού Νηστευτού, πού προστέθηκαν ήδη μετά τούς Κανόνες του.

Σελίδες 93 έως 126

Εισαγωγή κειμένων σε  πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
«ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΤΑΡΙΟΝ»                  

Σύντομη διδασκαλία πρός τόν Πνευματικό πώς νά έξομολογή μέ βοηθό τούς Κανόνες τού άγίου Ίωάννου τού Νηστευτού έξηγημένους μέ άκρίβεια, γλαφυρή συμβουλή πρός τόν μετανοούντα πώς νά έξομολογήται, καί λόγο ψυχωφελή περί μετάνοιας.
               
Η ηλεκτρονική επεξεργασία ψηφοποίηση σκανάρισμα, μορφοποίηση κειμένου και εικόνων  έγινε από τον Ν.Β.Β

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια (Διαβάστε και τούς όρους χρήσης του  ©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ) , αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :

© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

http://www.alavastron.net/


ΧΡΙΣΤΟΣ




ΠΑΡΑΠΟΜΠΑΙ


     59 Τά κανονικά έμπόδια της Ίερωσύνης περιέχουν πολλοί Κανόνες, ιδιαίτερα όμως ό κε', ξα' καί π' τών Αποστόλων. Ό ιζ' της α' καί β' Συνόδου· ό γ' της έν Λαοδικεία, ό ιβ' της έν Νεοκαισαρεία, ό ι' της έν Σαρδική, ό νθ' της έν Καρθαγένη ό δ' τού Αγίου Κυρίλλου. Ό δέ Χρυσόστομος (Λόγ. β' στόν Ίώβ) θέλει όσοι πρόκειται νά ίερωθούν νά είναι όχι μόνο άνέγκλητοι (δηλαδή νά μή έχουν ύποπέσει σέ βαρειά άμαρτήματα), άλλά καί άμεμπτοι, δηλαδή έλεύθεροι καί άπό τά παραμικρά άμαρτήματα. άλλά καί ό θ' καί ιθ' τής α' Συνόδου ορίζει νά είναι άμεμπτοι καί άνεπίληπτοι.

     60) Βλέπε καί τόν ζ' Κανόνα τού Τιμοθέου, πού λέει, ότι όταν είναι παρών ό λαός καί συμμαρτυρή, τότε πρέπει νά χειροτονούνται οί Ιερείς· καί ό γ' τής ζ' Συνόδου λέει, άτι ψηφίζονται καί οί Πρεσβύτεροι καί οί Διάκονοι· καί ό Χρυσόστομος (Ομιλ. ιη' τής Β' Κορινθ.) λέει, ότι όλη ή έξσυσία τής ψήφου, δέν πρέπει νά δίνεται στούς Ιερωμένους, άλλά άπό τήν ’Εκκλησία καί άπό τό πλήθος γενικά πρέπει νά ψηφίζωνται όσοι δέχονται έξουσία πνευματική· καί Κύριλλος ό Αλεξάνδρειάς λέει, ότι οί λαοί έπιψηφίζουν καί αύτοί τούς Ιερωμένους (σελ. 1214 τού α' Τόμου τής Όκτατεύχου). Αύτό γίνεται γνωστό καί άπό τήν συνήθεια, πού μέχρι σήμερα επικρατεί, τό νά λέη ό Άρχιερεύς σέ κάθε χειροτονία Πρεσβυτέρσυ καί Διακόνου· «Ψήφος καί δοκιμασία έπί τάς κεφαλάς τών συμμαρτυρησάντων». Γι’ αύτό καί συμμαρτυρία ονομάζεται, διότι περιέχει όχι μόνη τήν μαρτυρία τού Πνευματικού (έπειδή μόνη αύτή δέν πιστεύεται, κατά τόν ρμα' τής έν Καρθαγένη), άλλά καί άλλων άξιόπιστων άνδρών· γι’ αύτό καί στό Συνταγμάτιο τού Χρυσάνθαυ (σελ. νη') γράφεται σέ ένα Ένταλτήριο, ότι ό Πνευματικός πρέπει όχι μόνο άπό τήν έξομολόγησι, άλλά καί άπό τήν πολιτεία καί συναναστροφή νά έξακριβώνη έκείνους, πού ζητούν νά ίερωθούν, τήν όποια πολιτεία δηλαδή ξέρουν εκείνοι, πού τούς γνωρίζουν. Ό Τύπος δέ τής κανονικής συμμαρτυρίας γίνεται ώς έξης «Οί τά θεία καλώς διαταξάμενοι Θεοκήρυκες Απόστολοι καί ό μετ’ αύτούς τών Θεοφόρων Πατέρων σύλλογος, κανονικώς ώρισαν, μηδένα τού θείου βαθμού της Ίερωσύνης καταξιούσθαι δίχα πολλής έρεύνης καί άκριβούς έξετάσεως, ϊνα μή ύπό άναξίων τά θειότατα τελεσιουργώνται. Προσελθών τοίνυν έμοί καί ό κατά πνεϋμά μοι υιός (δείνα) υιός τού (δεινός) έκ χώρας (δεινός) έζήτησε λαβείν τό μέγα τής Ίερωσύνης άξίωμα· όν καί στήσας ένώπιον τής ίεράς Είκόνος τού Κυρίου καί Θεού καί Σωτήρος ήμών Ίησού Χριστού, καί τά βάθη τής καρδίας αύτού έρευνήσας, ού μήν άλλά καί παρ’ άλλων άξιοπίστων άνδρών πληροφορηθείς, τών εϊδότων τήν αύτού πολιτείαν, καί μηδέν εύρών έν αύτώ κατά Κανόνας κωλΰον, μαρτύρομαι αύτόν άξιον τής Ίερωσύνης όντα καί τέλειον τή ήλικία, καθώς οί αύτοί Ιεροί Κανόνες διακελεύονται. Όθεν καί έδόθη αύτώ τό παρόν είς ένδειξιν, κεκυρωμένον ιδία ύπογραφή καί μαρτυρίαις, ών προείρηκα άξιοπίστων προσώπων». Καί έτσι ύπογράφεται ό Πνευματικός καί οί μάρτυρες.



     61     Βλέπε τόν ιβ', ιγ' καί λβ' Κανόνα τών Αγίων Αποστόλων· τόν ε' της α' Συνόδου· τόν στ' της έν Αντιόχεια, τόν ιδ' της έν Σαρδικη τόν λζ' καί ρμα' της έν Καρθαγένη· καί τό Νομικό τού Φωτίου, Τίτλ. καί Κεφ. θ', καί τόν Σχολιαστή τού Βαλσαμώνα.

     62 Βλέπε σελ. 60 τού Συνταγματίου τού Ιεροσολύμων Χρυσάνθου.

     63     Τό ότι όμως αύτό είναι άληθινό, τό λέει ό ίδιος ό Θεός, άλλοτε μέ τό στόμα τού Προφήτη Μωυσή· «Έάν κάνης τάξιμο στόν Κύριο τόν Θεό σου, μή καθυστερήσης στήν έκπλήρωσί του· διότι θά σαΰ ζητήση εύθύνη ό Κύριος ό Θεός σου καί θά είσαι ύπεύθυνος άμαρτίας» (Δευτερ. 23,22)· άλλοτε πάλι μέ τό στόμα τού σοφού Σειράχ· «Μήν έμποδισθής γιά τήν έγκαιρη έκπλήρωσί τού τάματος πού έχεις κάνα καί μή περιμένης νά δικαιωθής κατά τήν ώρα τού θανάτου » (Σοφ. Σειρ. 18,22). Γι’ αύτό καί ό Γρηγόριος ό Διάλογος έλέγχει τήν Ρουστικιανή Πατρικία Ρωμαία, επειδή ύποσχέθηκε νά πάη νά προσκυνήση στά Ιεροσόλυμα, έπειτα πηγαίνοντας στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά άναχωρήση άπό έκέΐ, χασομερούσε καί δέν εκπλήρωνε τό συντομότερο τήν ύπόσχεσί της, διότι, πρίν νά τάξη κανείς, πρέπει νά έξετάση τόν έαυτό του, άν μπορή νά έκπληρώση τό τάξιμό του· άπό τότε όμως πού θά τάξη, δέν μπορεί πλέον νά τό παραβή· διατί πειράζει καί γελά τόν Θεό, σύμφωνα μέ τόν Σειράχ· «Πρίν κάνης τό τάμα σου, έξέτασε καί ετοίμασε τόν έαυτό σου γιά τήν έκπλήρωσί του, καί μή γίνεσαι σάν άνθρωπος πού πειράζει τόν Κύριο» (Σοφ. Σειρ. 18,23). Βλέπε άκόμη καί τόν μέγα Βασίλειο στόν κη' Κανόνα πού λέει κατόπιν παρατηρήσεως, ότι είναι άδιάφορη μόνο καί όχι συγχωρημένη άπλά ή χρησιμοποίησις χοιρινών κρεάτων, τά όποια έταξε κάποιος νά μήν τρώγη, καί μάς δίνει μέ αύτό νά καταλάβουμε, ότι ούτε αύτά τά άξιογέλαστα ταξίματα, πού κάνει κάποιος στόν Θεό, πρέπει νά παραβαίνωνται, πόσο μάλλον τά όρθά καί με λογική γενόμενα ταξίματα.

     Όμως όχι μόνον όταν κάποιος τάξη άπό μόνος του, άλλά καί όταν τάξουν οί γονείς στά τέκνα τους (ύπεξούσια όντα) στόν Θεό σέ καιρό άσθένειας ή κάποιου κινδύνου γιά νά καλογηρεύσουν, τότε, λέω, χρεωσταΰν τά τέκνα καί οί γονείς μαζί νά τηρήσουν καί νά έκπληρώσουν τό παρόμοιο τάξιμο, προσφέροντας αύτά στόν Θεό, όπως ή Άννα τόν Σαμουήλ· όπως προστάζει ό Θεός καί στό λ' κεφ. τών Αριθμών.

64     Βλέπε τόν ιθ' της έν Αγκύρα καί τόν ιη' τού Μεγάλου Βασιλείου πού κανονίζουν έκείνους πού ύπόσχονται νά φυλάξουν παρθενία, έπειτα τήν άθετήσουν.

    65    Πόσο ολέθριο κακό είναι ή πορνεία φαίνεται άπό τά άκόλουθα αίτια· α) διότι όποίος πορνεύει, βλάπτει καί διαφθείρει τό σώμά του, ύποβάλλοντάς το σέ πολλές καί άθεράπευτες άσθένειες γι’ αύτό ό Απόστολος είπε· «Ό πορνεύων στό δικό του σώμα άμαρτάνει» (Α' Κορινθ. 6,19)· καί λοιπόν, έάν καί όποίος κάνη άλλη άμαρτία είναι εχθρός της ψυχής του, σύμφωνα μέ τό «'Όποιος άγαπα τήν άδικία, μισεί τήν ψυχή του» (Ψαλμ. 10,5), όποίος πορνεύει, είναι εχθρός άκόμη καί τού σώματός του· β) διότι όποίος πορνεύει, χάνει τήν παρθενία, πού είναι ένας θησαυρός πού δέν έχει τιμή νά τιμηθή, ό όποίος άν χαθή μία φορά, δέν μπορεί νά ξαναποκτηθή ποτέ· «Έσφαλε ή Παρθένος τού Ισραήλ, δέν ύπάρχει έκείνος πού θά τήν άναστήση» (Αμ. 5,2)· (βλέπε γι’ αύτό στόν Λόγο περί Μετανοίας, πού βρίσκεται στό τέλος)· γ) διότι ή πορνεία τόσο σκοτίζει τόν ναΰ τού ανθρώπου καί τόσο άδυνατίζει τήν θέληση ώστε περισσότερο άπό κάθε άλλη άμαρτία, δέν άφίνει τόν ταλαίπωρο έργάτη της νά έπιστρέψη πρός τόν Θεό καί νά μετανοήση· «Δέν σκέφθηκαν νά επιστρέφουν πρός τόν Θεό τους, διότι πνεΰμα άποστασίας ύπάρχει μέσα τους» (Ωσ. 5,4). Γι’ αύτό καί σωστά είπε ό θείος ’Ισίδωρος αύτόν τόν φοβερό λόγο, άτι «τό άνθρώπινο γένος περισσότερο ύπόκειται στόν διάβολο μέ τήν σαρκική άσέλγεια, παρά μέ κάθε κάθε άλλη άμαρτία». Καί δ) επειδή ή πορνεία είναι τόσο πολύ μισητή κοντά στόν Θεό, ώστε γι’ αύτήν μόνη έπέφερε στόν κόσμο τόν κατακλυσμό εκείνο, χωρίς νά γλυτώσουν άλλος παρά μόνον οκτώ άνθρωποι καί τόν βίασε νά πή ότι μετανόησε, διότι έκανε τόν άνθρωπο «Μετανόησα πού έκανα τόν άνθρωπο» (Γέν. 6,7).

     66      Πές, Πνευματικέ, στούς μοιχούς· α') ότι ή μοιχεία είναι τόσο μεγάλο κακό, πού ό ’Ίδιος ό Θεός προστάζει νά θανατώνεται ό άνδρας καί ή γυναίκα πού θά τήν διαπράξουν «"Οποιος μοιχεύση ξένη γυναίκα ... μέ θάνατο θά τιμωρηθή καί ό μοιχεύων καί ή μοιχευόμενη» (Λευιτ. 20,10)· β') ότι άν στόν παλαιό νόμο ήταν ή μοιχεία τόσο παράνομη, πόσο περισσότερο τώρα στήν χάρι τού Εύαγγελίου, πού ό γάμος άνυψώθηκε σέ Μυστήριο; Γι’ αύτό, όπως τότε είπε στόν Δαυίδ όργιζόμενος ό Θεός, ότι δέν θά λείψουν τά κακά άπό τό σπίτι του γιά τήν μοιχεία πού διέπραξε· «Δέν θά σταματήσουν οί φόνοι στήν οίκογένειά σου, διότι μέ περιφρόνησες καί έλαβες τήν γυναίκα τού Ούρια» (Β' Βασιλ. 12,10), έτσι καί τώρα μέ μεγαλύτερη αύστηρότητα λέει αύτό σέ κάθε μοιχό· γ') διότι κάθε μοιχός ονομάζεται υιός θανάτου, όπως μόνος του ό Δαυίδ τό είπε στόν Νάθαν «Ορκίζομαι στόν Θεό, ότι ό άνθρωπος πού έκανε αύτό είναι άξιος θανάτου» (ό. π. 6)· καί δ) ότι κάθε άρπαγή καί κλοπή συγκρινόμενη μέ τήν μοιχεία, είναι όπως ή Μεσόγειος θάλασσα συγκρινόμενη πρός όλον τόν ’Ωκεανό ή όπως ένας μιας σπιθαμής άνθρωπος συγκρινόμενος μέ έναν μεγάλο Γίγαντα γι’ αύτό καί ό Σολομώντας ευτε «Δέν είναι καθόλου παράξενο νά συλληφθή κανείς τήν ώρα πού κλέβει... Ό μοιχός όμως άπό τήν άφροσύνη του ετοιμάζει καταστροφή στήν ζωή του. Θά ύποφέρη πόνους καί έξευτελισμούς, ένώ ή ντροπή του δέν θά έξαλειφθη ποτέ» (Παροιμ. 6,30-33). Πές άκόμη, Πνευματικέ, στούς μοιχούς ότι άκόμη καί αύτοί οί ’Εθνικοί άσυγχώρητο κακό νόμιζαν τήν μοιχεία· γι’ αύτό καί τούς μοιχούς τούς τιμωρούσαν αύστηρά, όπως μαρτυρεί τόσο ό καλούμενος Νόμος της ’Ιουλίας, όσο καί ένας άπό τούς νόμους, πού βρίσκονται στούς δώδεκα Πίνακες τών Ρωμαίων. Οί Αιγύπτιοι της μοιχαλίδας έκοβαν τήν μύτη, τόν δέ μοιχό ράβδιζαν μέ χίλιες πληγές, κατά τόν Σικελιώτη Διόδωρο (Βιβλ. α'). Οί Λοκροί τύφλωναν τούς μοιχούς. Οί Κροτωνιάτες τούς κατάκαιγαν, σύμφωνα μέ τόν Μάξιμο Ούαλεριο (Βιβλ. στ' Κεφ. ε'). Καί ό Θεός ώρισε γιά τούς μοιχούς κατάρα φοβερή λέγοντας· «Θά πάρουν ένα είδος κατάρας μεταξύ όλων τών ’Ιουδαίων τών συνατχμαλώτων στήν Βαβυλώνα καί θά λένε στό έξης· «Είθε ό Κύριος νά σέ κάνη, όπως έκανε τόν Σεδεκία καί τόν Αχιάβ, τούς όποίους ό βασιλιάς της Βαβυλώνας τηγάνισε έπάνω στήν φωτιά». Καί αύτό έγινε έξ αίτιας τών παρανομιών, πού διέπραξαν αύτοί άνάμεσα στόν Ίσραηλιτικό λαό. Έμοιχώντο αύτοί μέ τίς γυναίκες τών συμπολιτών τους» (Ίερεμ. 36,23).

     67      Πές στούς ομοφυλόφιλους Πνευματικέ· α) ότι ό Θεός προστάζει στό Λευιτικό νά θανατώνωνται οί παρόμοιοι· «Καί έκείνος πού κοιμήθηκε μέ ίααρρενα, ώς μέ γυναίκα, καί οί δύο διέπραξαν συχαμερή άμαρτία· είναι ένοχοι καί πρέπει νά τιμωρηθούν μέ θάνατο» (Λευιτ. 20,13)· β) ότι ό 'Άγιος Ιερώνυμος λέει, ότι γιά μόνη αύτή τήν άμαρτία άργοπόρησε νά γίνη ή ένσαρκη Οικονομία τού Χριστού καί άλλος Διδάσκαλος λέει πώς έξ αίτιας αύτης θά γίνη νωρίτερα ή δευτέρα Παρουσία· καί ότι τήν νύκτα εκείνη πού γεννήθηκε ό Χριστός, έστειλε έναν ’Άγγελο καί θανάτωσε όλους τούς ομοφυλόφιλους, πού ήταν στόν κόσμο, έπειτα γεννήθηκε, γιά νά μή βρεθη τότε στήν γη τέτοια παράνομη άμαρτία. Βλέπε καί σελ. 333 της Σάλπιγγας, όπου θά βρής πόσο αύστηρά τιμωρούνταν οί ομοφυλόφιλοι άπό τούς Βασιλείς.

     68      Πόσο κακό είναι ό αύνανισμός, βλέπε στήν ύποσημείωσι τού η' Κανόνος τού Αγίου Γρηγορίου τού Νύσσης.



     69 Βλέπε στήν ύποσημείωσι τού ζ' Κεφαλαίου παρακάτω.

     70    Διότι, άν ό κστ' Κανών της ΣΤ' Συνόδου καί ό κζ' Κανών της ΣΤ' Συνόδου καί ό κζ' τού μεγάλου Βασιλείου άπό κοινσΰ ορίζουν νά παύη άπό όλες τίς ένέργειες της Ίερωσύνης καί, ούτε νά εύλογη, ούτε νά άγιάζη ό Ίερεύς εκείνος, πού πέση έν άγνοια σέ γάμο παράνομο· πολύ περισσότερο πρέπει νά άπέχη άπό αύτές έκείνος, πού έν γνώσει του πόρνευσε η μοίχευσε η διέπραξε κάποιο άλλο άμάρτημα καθαιρετικό· γι’ αύτό καί ό η' κανών τού Πατριάρχου Νικολάου, ούτε τό «Εύλογητός ό Θεός» η τό «Χριστός ό άληθινός Θεός ήμών» ορίζει νά λέη αύτός πού παραίτησε τήν Ίερωσύνη «διά τήν τού συνειδότος κατάκρισιν»· καί ό Θεσσαλονίκης Συμεών λέει (Άπόκρ. ιγ’) ότι «έξ αιτίας της χειροτονιας ένεργεί ή χάρις στούς άναξίους Ίερείς καί Αρχιερείς καί όσα Μυστήρια έκτελέσουν, είναι όντως Μυστήρια· ούαί καί άλλοίμονο όμως σέ αύτούς, οί όποίοι, είτε πρίν άπό τήν χειροτονία, είτε μετά τήν χειροτονία άμάρτησαν άνάξιοι είναι της Ίερωσύνης καί, έάν θέλουν νά μετανοήσουν καί νά σωθούν, πρέπει νά κάνουν άποχή τέλεια άπό τά άγιώτατα έργα (βλέπε, ότι έργα λέει στόν πληθυντικό καί όχι μόνο τήν Λειτουργία) της Ίερωσύνης». Βλέπε άκόμη καί σελ. 234 της Αμαρτωλών Σωτηρίας, όπου άναφέρεται ότι ό Άββάς Μακάριος ό Άλεξανδρέας δέν θεράπευσε τόν άνάξιο Ιερέα έκείνον, έως ότου ώρκίσθηκε, ότι δέν θά επιτέλεση στό έξής καμμία πράξι τής Ίερωσύνης· καί ό ι' Κανών τού Αγίου Ίωάννου τού Νηστευτού στήν τάξι τού Αναγνώστου (αποβιβάζει τόν Ιερέα, πού μετά, άφού κατάλαβε τό κακό, δύο καί τρεις φορές έπεσε πάλι στό κατά μόνος άμάρτημα· δηλαδή, τόν εμποδίζει άπό όλες τίς ένέργειες τής Ίερωσύνης. Τό ότι όμως καί αύτοί, πού κρυφά άμάρτησαν καί έξωμολογήθηκαν, παραιτούνται τής Ίερωσύνης καί τιμωρούνται, μάρτυς ό θ' τής α' Συνόδου, ό θ' καί ι' τής έν Νεοκαισαρεία καί ό ο' τού Βασιλείου. Καί ό Χρυσόστομος επίσης λέει ότι όσοι διέπραξαν κάποιο άμάρτημα καθαιρετικό τής Ίερωσύνης, παραιτούν άπό μόνοι τους τήν Ίερωσύνη· «Νομίζω ότι πρέπει κανείς νά έχη τόση μεγάλη εύλάβεια στήν ύπόθεσι αύτή, (δηλαδή τής Ίερωσύνης), ώστε καί άπό τήν άρχή άκόμη νά άποφύγη τό βάρος, άλλά καί μετά, πού θά είσέλθη σ’ αύτήν, έάν συμβή κάποιο άμάρτημα, πού νά προκαλή τήν καθαίρεση νά μή περιμένη τήν κρίσι άπό τούς άλλους, άλλά προλαβαίνοντας μόνος του νά άπομακρυνθή άπό τήν έξουσία αύτή. Έτσι φυσικό είναι καί τό έλεος τού Θεού νά έλκύση στόν έαυτό του. Τό νά παραμένη όμως παρά τήν άξια του, τόν άποστερεί άπό κάθε συγγνώμη καί περισσότερο έπισύρει έπάνω του τήν οργή τού Θεού, προσθέτοντας δεύτερο μεγαλύτερο πλημμέλημα» (Λόγ. γ' περί Ίερωσύνης). Έάν όμως καί ό Αγάπιος στήν Αμαρτωλών Σωτηρία (σελ. 222) λέει, ότι ό 'Ιερέας πού άμάρτησε τελεί Αγιασμό, Εύχέλαιο, Έξομολόγησι καί τά ύπόλοιπα τής Ίερωσύνης, τό λέει σύμφωνα μέ τήν τωρινή συνήθεια καί όχι σύμφωνα μέ τήν άκρίβεια τών Ιερών Κανόνων.

     Έάν όμως κάποιος προβάλλη τόν θ' Κανόνα τής έν Νεοκαισαρεία πού λέει, άτι ό Ιερέας πού έξωμολογήθηκε τήν σαρκική άμαρτία πού διέπραξε πρίν άπό τήν Ίερωσύνη, νά μήν προσφέρη, άλλά νά μένη στά ύπόλοιπα αύτός, λέω, άς μάθη, άτι μαζί μέ τό προσφέρειν (δηλαδή τό Ίερσυργείν) καί όλες τίς άλλες 'Ιεροπραξίες τής Ίερωσύνης συμπεριέλαβε ό Κανών καί λοιπά, έννοεί όχι Ιεροπραξίες, άλλά τήν μετά τών Ιερέων καθέδρα καί στάσι καί γενικά την έξωτερική πμή, κατά τόν Βαλσαμώνα (Έρμην. τού κστ' Κανάνος της ΣΤ'). Άς ύποτεθή όμως καί τό νά μεταλαμβάνη στό Βήμα, κατά τόν ’ίδιο Βαλσαμώνα καί Ζωναρά, μολονότι καί τό νά μεταλαμβάνη αύτός στό Βήμα, ρητά έμποδίζει ό άναφερθείς η' κανών τού Νικολάου καί ό Θεσσαλονίκης Συμεών (Έρώτ. μ') καί ό ο' τού μεγάλου Βασιλείου, ό όποίος έμποδίζει αύτό άπό τούς Διακόνους καί Ιερείς, πού θά διαπράξουν άμαρτία μεγαλύτερη άπό τό έμπαθές φίλημα. Διότι, έάν οί Ιερωμένοι αύτοί φανερά καθαιρεθούν γιά έγκλήματά τους κανονικά, όχι μόνο στερούνται κάθε 'Ιεροπραξίας, άλλά χάνουν καί αύτήν τήν μετά τών Ιερέων καθέδρα καί στάσι καί γενικά τήν έξωτερική τιμή τού σχήματος τών κληρικών καί, άλλάζοντας σχήμα, ύποβιβάζονται στόν τόπο τών λαϊκών, κατά τόν κα' τής ΣΤ' καί τόν γ' τού Βασιλείου. Καί αύτό πρέπει νά σαΰ φανερώσουμε, Πνευματικέ, ότι πρέπει νά προσέχης καλά νά μή έπιτρέπης στούς Ιερωμένους, πού θά πέσουν σέ πορνεία ή μοιχεία, νά μεταλαμβάνουν άμέσως, όπως μερικοί πλανήθηκαν σέ αύτό μή έννοώντας σωστά τόν γ' Κανόνα τού Βασιλείου· άλλά άφού τούς έμποδίσης άπό τήν Ίερωσύνη, πρέπει καί νά τούς κανονίζης πρώτα, σύμφωνα μέ τήν άμαρτία τους καί άφού τελειώσουν τόν κανόνα τους, τότε νά τούς έπιτρέπης νά κοινωνσΰν. Βλέπε καί τόν λγ' Κανόνα τού Νηστευταΰ.




     71     Είπα νά κανονίζης έτσι τόν μετανοούντα, όπως όριζα ό 'Άγιος ’Ιωάννης ό Νηστευτής· διότι ύπάρχει ένα παλαιοτυπωμένο Έξομολογητάριο μέ έρωταπόκρισι κάποιου Νεόφυτου Κύπριου, πού λέγεται Ρόδινος καί έργασία κακόδοξου, στό όποίο, έκτος άπό τό ότι έχει ύπερβολικές συγκαταβάσεις, έκτος τού ότι προφέρει σέ πρώτο πρόσωπο την συγχωρητική εύχή λέγοντας· «Σού λύνω τίς άμαρτίες πού έξωμολογήθηκες»· γιά τό όποίο λέει ό θειος Χρυσόστομος (Λόγ. α' της έρμηνείας τού ν' Ψαλμού), ότι ό Είάθαν ό Προφήτης δέν είπε στόν Δαυίδ, έγώ συγχωρώ, αλλά, «Κύριος άφείλε τό άμάρτημά σου»· λέει άκόμη, ότι, όταν οί Θείοι Κανόνες ορίζουν έπιτίμια στίς άμαρτίες έπτά η έννέα η δέκα χρόνια, δέν λένε νά μή κοινωνούν όσοι άμάρτησαν στά χρόνια αύτά, άλλά λένε, ότι τόσα χρόνια νά κάνουν προσευχή ή νηστεία καί γενικά ίκανοποίησι· αύτό είναι φρόνημα αιρετικό καί πολύ άντίθετο στούς Θείους Κανόνες καί στήν καθολική γνώμη της Ανατολικής μας ’Εκκλησίας. Τώρα τελευταία μάλιστα, άφού βρήκε αύτό τό Έξομολογητάριο τού Ροδινού ένας άνθρωπος μεγάλου ονόματος έκκλησιαστικσΰ καί τό έπέγραψε στό όνομά του, χωρίς νά καθαρίση άπό μέσα τό κακόδοξο αύτό φρόνημα, τό τύπωσε στήν Βιέννη κατά τό 1787. Πράγματι άπορώ καί θαυμάζω, πώς χωρίς έξέτασι τό έκανε αύτό ό εύλογημένος, γιά τό όποίο καί δέν έπαινέθη άπό τούς ειδικούς, πού τό έξέτασαν. Τό ότι λοιπόν αύτό είναι τό ’ίδιο τού Ροδινσΰ, έκτος άπό λίγες παραλλαγές, όποίος θέλει, άς τό άντιπαραβάλη, όπως καί έμεϊς τό άντιπαραβάλαμε, καί θά βρή τόν λόγο μας άληθινό. Καί τό νά διαλέγη κάποιος άπό τούς άντίθεταυς τά καλά καί όρθά, αύτό δέν κατηγορείται· όχι όμως καί τό νά δανείζεται τά σαθρά καί κακόδοξα. Γι’ αύτό σσΰ κάνουμε γνωστό, Πνευματικέ, νά χρησιμοποιής γιά τούς μετανοούντες τό Κανονικό τού Νηστευτού, τόσο γιά τήν άλλη ικανοποίηση όσο καί γιά την άποχή από την Θεία Κοινωνία, τό όποίο δέχθηκε καί δέχεται όλη γενικά ή ’Εκκλησία τών ’Ορθοδόξων τό δέ φρόνημα αύτό πού περιέχουν τά άναφερθέντα Έξομολογητάρια ούτε νά τό δέχεσαι, ούτε νά τό χρησιμοποιής διότι αύτό είναι άσεβές μέν, διότι ρίχνει τά 'Άγια στούς κάνας καί τούς μαργαρίτες μπροστά στούς χοίρους επιτρέποντας νά μεταλαμβάνουν καί όσοι θανάσιμα άμάρτησαν καί νά μήν άπέχσυν καθόλου άπό τήν Θεία Κοινωνία καί δέν κάνα διάκρισι άνάμεσα καθαρού καί άκάθαρτου άντίθετα στούς Ιερούς Κανόνες, διότι όλοι σχεδόν οί Κανόνες καθαρότατα καί σαφέστατα έμποδίζουν τόσα χρόνια άπό τήν Θεία Κοινωνία όσους μετανόησαν. Καί άν αύτό τό Κανονικό τού Νηστευτού κατηγορήθηκε γιά τά λίγα χρόνια, πού ώρισε στήν άποχή τής Κοινωνίας, πόσο περισσότερο πρέπει νά κατηγορούνται τά Έξομολογητάρια αύτά ώς πρός αύτό, έφόσον δέν ορίζουν καμμία άποχή άπό τήν Μετάληψη


     72    Τό νά ύπολογίζεται στόν Κανόνα ό καιρός έκείνος, στόν όποίο έκανε άποχή άπό τήν άμαρτία καί τήν Θεία Κοινωνία ό μετανοών άπό μόνος του, χωρίς δηλαδή νά έξομολογηθη τήν θανάσιμη άμαρτία, πού διέπραξε, τούτο αύτό έγινε άπό συγκατάβασι καί εύσπλαγχνία καί όχι άπό άκρίβεια καί δικαιοσύνη. Διότι άπό τότε πού θά έξομολογηθη ό άνθρωπος τήν θανάσιμη άμαρτία του, άπό τότε καί ύστερα καί ή άποχή της άμαρτίας καί Κοινωνίας λογίζεται ώς Κανόνας καί όλα τά καλά έργα, πού κάνει καί τού προξενούν ζωή αιώνια καί τόν έλευθερώνσυν άπό τήν αιώνια κόλασι. Όσο όμως έχει άνεξομολάγητη θανάσιμη άμαρτία, καί ή άποχή της άμαρτίας καί Κοινωνίας καί όλα τά καλά πού κάνει, ούτε αιώνια ζωή τού προξενσΰν, ούτε άπό τήν αιώνια κόλασι τόν έλευθερώναυν (παρά έμποδίζσυν κάποια τιμωρία προσωρινή, πού μπορούσε νά λάβη σέ αύτήν τήν ζωή)· καί αύτό είναι φανερό· διότι άν πεθάνη αύτός έτσι μέ αύτήν τήν άνεξομολάγητη θανάσιμη άμαρτία ταυ, κολάζεται. Βλέπε παρακάτω στό γ' προφυλακτικό Κεφάλ. δ' της συμβουλής τού μετανοαΰντος.

     73   ’Έτσι ορίζουν νά γίνεται ό ιγ' Κανών τής Α' Συνόδου· ό στ' τής έν Άγκύρα, καί ό ε' τού Αγίου Γρηγορίου τού Νύσσης. Ό δέ ’Ηλίας ό Κρήτης λέει· «’Άν τυχόν κάποιος άναπνέη λίγο άκόμη καί δέν νεκρώθηκε έντελώς, είναι όμως άναίσθητος καί δέν μπορή νά φάη τίποτε· ή άκόμη φτύνη έκέΐνο πού τού βάζουν στό στόμα, πρέπει ό Ιερέας μέ προσοχή να σφραγίζη μόνο τά χείλη του καί τήν γλώσσα του μέ τήν επαφή τών Άχράντων Μυστηρίων» (Γραικορωμ. σελ. 337).

     74      Όσοι έχουν Κανόνα νηστείας πρέπει νά καταλύουν όλη τήν Διακαινίσιμη έβδομάδα καί τίς δεσποτικές έορτές καί νά νηστεύουν τίς άλλες ήμέρες τού χρόνου, καί τό διάστημα, πού είναι μεταξύ της Πεντηκοστής, νά μή καταλύουν, όπως έκείνοι πού δέν έχουν Κανόνα. Όσοι πάλι έχουν Κανόνα γονυκλισιών, άς μή τόν κάνουν τήν Κυριακή καί όλη τήν Πεντηκοστή  καί άντί τών στρωτών γονυκλισιών, άς κάνουν περισσότερες μετάνοιες προσκυνητές καί μέ αύτές άς τίς συμπληρώνουν. Βλέπε παρακάτω στό πώς νά οίκονομή τούς Μοναχούς ό Πνευματικός· πότε γίνονται οί γονυκλισίες καί πότε δέν γίνονται.

     75     Μερικοί άκόμη συμβουλεύουν, ότι καί ή έλεημοσύνη πρέπει νά γίνεται μέ διάκρισν καί α') νά δίνεται σέ αιχμαλώτους Χριστιανούς καί μάλιστα άνήλικους καί σέ όσους κινδυνεύουν ψυχικά καί σωματικά· β') στούς φυλακισμένους πτωχούς γ') σέ άσθενείς πτωχούς· δ') σέ πτωχές Μοναχές καί Μοναχούς ένάρετους ε') σέ άρχοντες, πού έχουν φτωχύνει καί ντρέπονται νά ζητήσουν· καί στ') γενικά σέ όσους έχουν άνάγκη. Λέει άκόμη ό Συμεών Θεσσαλονίκης (Έρώτ. ογ'), ότι ό Πνευματικός δέν πρέπει νά ζητή άπό τόν μετανοούντα τήν έλεημοσύνη, γιά νά τήν μοιράση, διότι δίνει ύποψία, ότι αύτός θά τήν κρατήση, άλλά νά λέη στόν μετανοούντα νά τήν μοιράζη έκείνος μέ τό χέρι του· έάν όμως άναγκασθή άπό έκείνον νά τήν μοιράση αύτός, πρέπει νά τήν μοιράζη έν γνώσει έκείνσυ πού τήν δίνει σύμφωνα μέ τήν θέλησί του καί νά μή τήν δίνη σέ φίλους του ή συγγενείς μέ φιλοπροσωπία, άλλά καί σέ πτωχούς καί εύλαβέστεραυς· στήν δέ οβ' έρώτησι λέει ό ίδιος, ότι καί ό Πνευματικός, άν έχη οανάγκη άπό τροφή η ενδύματα, πρέπει νά λαμβάνη καί ό ίδιος τό άπαραίτητο καί όχι τό περιττό άπό τήν έλεημοσύνη τού μετανοούντος καί νά παρακαλή τόν Θεό γι’ αύτόν. Λέει άκόμη καί ότι ό Πνευματικός πρέπει νά λέη στόν μετανοούντα νά δίνη νά τού κάνουν Εύχέλαια καί Λειτουργίες.



      76 Βλέπε αύτά σελ. 186 τής ’Ορθοδόξου 'Ομολογίας.


     77     Μερικοί έμπειροι καί διακριτικοί λένε νά κανονίζωνται οί βλάσφημοι νά σύρουν πολλές φορές τήν γλώσσα τους καταγής καί νά άπέχσυν άρκετό χρονικό διάστημα άπό τήν θεία Κοινωνία καί νά κάνουν νηστεία καί γονυκλισίες, όσες κριθή εύλογο· έγώ όμως βρήκα σέ μερικούς νά άπέχουν αύτοί γιά έπτά χρόνια, καί σέ μερικούς Κανόνες, πού έπιγράφονται ώς τού Νηστευτού, αύτός πού βλασφήμησε έκ παραδόξου νά κάνη ρ' (100) γονυκλισίες καί νά νηστεύη μία έβδομάδα άπό κρέας έως κρασί. Ό δέ μέγας έν Πατράσι Βαρσανούφιος έπιτιμά έκείνον, πού θά βλασφημήση τόν Θεό, μέ τό νά λέη γιά σαράντα ήμερες, τρεις φορές τήν ήμέρα· «Δόξα σοι ό Θεός»· καί· «Εύλογητός εί, Κύριε, είς τούς αιώνας»· Αμήν κάνοντας καί τρεις μετάνοιες κάθε φορά καί λέγοντας· «Συγχώρησαν μοι τώ βλασφημήσαντι κατά σού τού Θεού μου». Στούς βλάσφημους λέγε, Πνευματικέ, ότι, άν ό Θεός προστάζη νά θανατώνεται όποίος όνομάση μόνο τό άνεκφώνητο όνομά ταυ, δηλαδή τό ’Ιεχωβά, σύμφωνα με τόν σοφώτατο Φώτιο (Έπιστολ. ρξγ' πρός Αμφιλόχιον Κυζίκου)· «Όποίος άναφέρει τό όνομα τού Κυρίου νά θανατώνεται» (Λευιτ. 24,16)· πόσο περισσότερο είναι άξιοι θανάτου αύτοί, πού τόν βλασφημούν; Πές τους, ότι τόσο φοβερό πράγμα είναι ή βλασφημία, πού ούτε ό διάβολος άποτολμά, όχι νά τήν κάνη, άλλ’ ούτε νά τήν όνομάση· άλλά άντί νά πή τό, βλασφημήσει, λέει τό, εύλογήσες σύμφωνα μέ έκείνο τού Ίώβ· «ΤΗ μήν είς πρόσωπόν σε εύλογήσευ> (δηλαδή καί θά σέ βλασφημήση κατά πρόσωπο) (1,11), δηλαδή βλασφημήσει· όπως έρμηνεύει ό Όλυμπιόδωρος, ό Χρυσόστομος καί ό Δίδυμος (Σειρά στόν Ίώβ). Αλλ’ ούτε ό Μιχαήλ βλασφήμησε τόν άξιο βλασφημίας διάβολο, όταν φιλονικούσε μέ αύτόν γιά τό σώμα τού Μωυσή, άλλά μόνο τόν έπετίμησε κατά τόν Απόστολο ’Ιούδα (στίχ. 9).

Καί ό θείος Χρυσόστομος θέλει νά σωφρονίζονται οί βλάσφημοι μέ πληγές, λέγοντας τά έξής· «Άν άκούσης κάποιον νά βλασφημή τόν Θεό μέσα στήν άγορά, πλησίασε κοντά καί έλεγξέ τον· καί, άν είναι άνάγκη, κτύπησέ τον, ράπισε τό πρόσωπό του, σύντριψε τό στόμα του, άγίασε τό χέρι σου διά μέσου τού παρόμοιου κτυπήματος» (Όμιλ. α' στούς Ανδριάντας)· πές του άκόμη καί τά φοβερά παραδείγματα, πού έχει κατά βλασφήμων ή Αμαρτωλών Σωτηρία (σελ. 13) καί μάλιστα πώς άρπαξαν οί δαίμονες σύσσωμο τό παιδί έκέϊνο, πού έμαθε νά βλάσφημη. Πώς δαιμονίσθηκε καί κακώς ξεψύχησε έκείνος πού βλασφήμησε, διότι έχανε, όταν έπαιζε τά χαρτιά. Καί προπάντων πές τους νά άπέχουν άπό τά αίτια της βλασφημίας, πού είναι τά παιγνίδια, τά χαρτιά, οί όρκοι καί ό παράλογος θυμός.

     Είδος άκόμη της βλασφημίας είναι καί τό νά παραδίνη κανείς τόν άδελφό του στόν διάβολο καί νά τόν άναθεματίζη καί παρόμοια κανονίζεται μέ αύτόν πού βλασφήμησε τόν Θεό.

     78      Σημείωσε ότι ό θείος ’Ισίδωρος ό Πηλουσιώτης γράφοντας πρός τόν Ζώσιμο καί έλέγχοντάς τον, διότι συγχώρησε τήν επιορκία ένός, πού τού έδωσε λίγα ψάρια, τού λέει καί τό έξης, ότι, αύτός πού άδικήθηκε, έάν δέν πάρη όσα χρήματα έχασε έξ αιτίας της έπιορκίας αύτής, δέν μπορεί νά συγχωρηθη αύτός πού έπιόρκησε· «Διότι έλευθερώνα άπό τό έγκλημα ή δωροδοκία του στό πρόσωπό σου, άλλά τό νά δεχθη έκείνα πού τού άρμόζαυν έκείνος πού άδικήθηκε άπό τήν έπιορκία» (Έπιστολ. μξ').

     79     Γι’ αύτό καί ό Θεολόγος Γρηγόριος (Λόγ. στό Βάπτισμα) άποδεικνύει ότι ούτε αύτό τό 'Άγιο Βάπτισμα μπορεί νά συγχωρήση τήν άδικία έκείνη, πού μπορεί νά έπιστραφή καί δέν έπιστρέφεταν διότι όποίος άρπάξη ξένο πράγμα, έπειτα βαπτισθη, δέν πρέπει νά νομίζη, ότι συγχωρήθηκε ή άρπαγή του αύτή, όντας άκόμη στά χέρια του καί πού μπορεί νά επιστροφή · διότι μέ τέτοιον τρόπο σοφίζεται τήν κάθαρση νομίζοντας, ότι μέ τό Βάπτισμα μπορεί νά είναι καθαρός άπό τήν άδικία χωρίς νά είναι· «Δύο κακά έχεις· τό ότι δέν τά άπέκτησες δικαίως καί τό ότι κατέχεις εκείνα, πού άπόκτησες άπό τήν μιά μεριά έλαβες συγχώρησι καί άπό τήν άλλη άδικείς· διότι σήμερα στά χέρια σου είναι τό ξένο πράγμα. Καί τό άμάρτημα δέν άναιρέθηκε, μέ τόν χρόνο μόνο διακόπηκε, άφού τό μέν έγινε πρίν άπό τό Βάπτισμα, ένώ τό άλλο μόνον μετά τό Βάπτισμα· διότι τό Βάπτισμα συγχωρεί έκείνα, πού έσφαλες, όχι έκείνα, πού τώρα σφάλλεις· πρέπει λοιπόν όχι νά σοφισθής τήν κάθαρση άλλά νά είσαι μέ τήν κάθαρσυκ Γι’  αύτό πλανεμένοι είναι έκείνοι πού λένε, ότι τό νά γίνη κάποιος Μοναχός, αύτό μπορεί νά συγχωρήση τήν άδικία έκείνη, τήν όποια έχοντας στά χέρια του, μετά πού έγινε Μοναχός, δέν τήν έπιστρέφει. Καί ό 'Ιερός Αύγαυστΐνος λέει· «Όταν τό ξένο πράγμα, πού πήρε κάποιος μπορεί νά τό δώση πίσω καί δέν τό δίνες αύτός δέν μετανοεί άληθινά, άλλά ψευδώς καί κατά προσποίησυκ Βλέπε καί τόν γ' Κανόνα Γρηγορίου τού Θαυματουργού καί τόν ιδ' τού Θεόφιλου, πού άφορίζσυν τούς άδικους καί πλεονέκτες.

     80      Λέγε άκόμη στούς κλέφτες, Πνευματικέ, ότι τόσο αύστηρά παιδεύει ό Θεός τήν κλοπή, ώστε πού προστάζει, ότι άν ό κλέφτης δέν έχη νά έπιστρέψη τό κλεψιμαΐο πράγμα στόν νοικοκύρη του, νά πουλήται αύτός καί νά τό δίνη. «Εάν δέν έχη κανείς νά τό έπιστρέψη, άς πουληθή ό ίδιος άντί γιά τήν κλοπή» (Έξοδ. 22,3)· καί τό «Εάν κάποιος κλέψη μόσχο η πρόβατο καί σφάξη ή θά τό όποδώση, πέντε μόσχους θά άποδώση (άν δέν προφθασθή δηλαδή) άντί γιά έναν μόσχο, καί τέσσερα πρόβατα άντί γιά ένα πρόβατο (ό. π. 1)». «Εάν όμως καταλειφθή (δηλαδή προφθασθή), καί βρεθή στό χέρι του τό κλοπιμαίο, άπό όνο έως πρόβατο ζωντανό, διπλά θά τά άποδώση» (ό. π. 4). ’Άν όμως πάη μόνος του καί όμολογήση, ότι έκλεψε ή άδίκησε, πληρώνει μόνο τό κεφάλαιο και τό πέμπτο τού κεφαλαίου· «Θά όμολογήση την άμαρτία, τήν όποια έκανε, καί θά άποδώση έξ ολοκλήρου την άδικία καί θά προσθέση έπί πλέον τό ένα πέμπτο της άξίας» (Άριθμ. 5,7). Γιατί λέω αύτά; Ό Θεός προστάζει νά μή θεωρήται ώς φόνος, άν θανατώση κάποιος τόν κλέπτη τήν διάρκεια της νύκτας (όχι όμως τόν καιρό τής ήμέρας)· «Εάν όμως βρεθή ό κλέπτης τήν ώρα, πού έπιχειρέΐ τήν διάρρηξη καί, άφού κτυπηθή, πεθάνη, δέν καταλογίζεται ένοχή φόνου στόν φονέα» (Έξόδ. 22,2).



     81    Πρόσεχε καλά, Πνευματικέ, νά μή διαβάσης συγχωρητική εύχή ούτε στούς άδικητές, άν δέν έπιστρέψουν τό ξένο πράγμα, ούτε στούς πόρνους καί ομοφυλόφιλους, άν δέν διώξουν πρώτα τήν πόρνη ή τό άλλο πρόσωπο άπό τό σπίτι τους. Αλλά καί άν σού ύποσχεθούν νά κάνουν αύτά, μή τούς πιστεύης εύκολα διότι οί περισσότεροι άπό αύτούς άθετούν τήν ύπόσχεσί τους καί σέ γελούν, έως ότου νά λάβουν τήν συγχώρηση όπως ή δοκιμή τό δείχνει. Νά γνωρίζης καί αύτό, Πνευματικέ, ότι πολλές φορές θά βρής πολλές σκληρότητες καί δυσκολίες άπό όσους έχουν πόρνη η άλλο πόσωπο στό σπίτι τους· έπειδή αύτοί άλλοτε θά σέ παρακαλέσαυν κλαίγοντας νά τούς έπιτρέψης νά έχουν τά πρόσωπα αύτά στό σπίτι τους· άλλά έσύ μή τούς σπλαγχνισθής θυμούμενος έκείνο, πού λέει ό Θεός· «Κατά τήν κρίσι δέν θά έλεήσης τόν πτωχό παρακινούμενος άπό συμπάθεια» (Εξόδ. 23,3)· άλλοτε πάλι θά σέ φοβερίσουν νά σέ κακοποιήσουν, άλλά έσύ μή φοβηθής, θυμούμενος τό ρητό πού λέει ό Θεός· «Μέ λόγο δικαιοσύνης αύστηρά θά άποδίνης τό δίκαιο» (Δευτερ. 16,20)· καί τό «Μή φοβάσθε τόν όνειδισμό τών άνθρώπων καί μήν ήττάσθε άπό τόν έξευτελισμό, πού σάς κάνουν, μή καταβάλεσθε» (Ησ. 51,7).


     82    Πρόσεχε καλά, Πνευματικέ, νά μή διαβάζης συγχωρητική εύχή ούτε στούς μνησίκακους, προτού νά συμφιλιωθούν καί λέγε τους τά άκόλουθα, γιά νά συμφιλιωθούν 'Ότι δηλαδή, τό Πνεΰμα τό 'Άγιο λέει γι’ αύτούς· «Οί δρόμοι τών μνησικάκων οδηγούν στόν θάνατο» (Παροιμ. 12,28)· καί πάλι· «Όποιος μνησίκακος είναι παράνομος» (ό. π. 21,24). Καί ό Θεολόγος ’Ιωάννης λέει· «Όποιος μισεί τόν άδελφό του, είναι άνθρωποκτόνος» (Α' Ίωάν. 3,15). "Οτι άν δέν συγχωρήσουν τόν έχθρό τους, δέν μπορούν νά πσΰν τό Πάτερ ήμών έπειδή δέν άφίνουν οί ’ίδιοι στούς οφειλέτες τά σφάλματά τους όπως άναφέρεται στό Πάτερ ήμών. Ότι ό Θεός μέ δοκιμασίες θά ζητήση τό χρέος καί αύτών άκόμη τών άμαρτημάτων τους πού συγχωρέθηκαν άπό αύτόν, σύμφωνα με τήν παραβολή τού δούλου, πού ώφειλε τά μύρια τάλαντα. "Οτι τό χρέος της έντολής της αγάπης τούς βιάζει όχι μόνο νά μή κάνουν έκδίκησς αλλά καθόλου νά μή μισούν τόν πλησίον, ούτε μέ τήν διάνοια, σύμφωνα μέ τό «Δέν θά μισήσης τόν άδελφό σου μέ τήν διάνοιά σου» (Λευιτ. 19,17)· καί, ότι όταν είρηνεύσουν μέ τόν έχθρό τους, θά ξαλαφρώση καί ή καρδιά τους.

     Διηγήσου τους, Πνευματικέ, τό παράδειγμα τού Κυρίου, ό όποίος παρακαλσΰσε στόν Σταυρό γιά τούς σταυρωτές του· τό παράδειγμα τού πρωτομάρτυρος Στεφάνου, πού παρακαλούσε γιά έκείνους πού τόν λιθοβολούσαν τήν φοβερή έκείνη 'Ιστορία τών δύο μνησικάκων, πού επειδή δέν συγχωρήθηκαν άπό τήν καρδιά τους, άλλά διατήρησαν τήν έχθρα καί μετά τόν θάνατο, ήλθε αύτός πού πεθανε άπό τόν άδη καί άρπαξε τόν έχθρό του ζωντανό άπό τό μέσον τού ναού, ένώ ήταν παρών ό λαός· καί έτσι άφού σχίσθηκε ή γη κατέβηκαν καί οί δύο στόν άδη, όπως τό άναφέρει ό Ίεροκήρυξ Προκόπιος στίς διδαχές του (σελ. 78). Διηγήσου σέ αύτούς πώς ό άγιος Αμβρόσιος έδινε ρόγα παντοτεινή σέ έναν κλέπτη, πού παρακινήθηκε νά τόν φονεύση· ότι μία ένάρετη γυναίκα πιπίλησε τό πύο άπό τό στήθος μιας γυναίκας πληγωμένης, πού την δυσφήμησε. Πές του ότι καί αύτοί οί είδωλολάτρες δέν διατηρούσαν μνησικακία, όπως ό Λυκούργος πού τυφλώθηκε άπό τόν Άλκανδρο καί όχι μόνο δέν τόν εκδικήθηκε, άλλά καί τόν είχε ομοτράπεζο του. Ό Δημώναξ, πού κτυπήθηκε στό πρόσωπο μέ πέτρα άπό ένα καί όλοι φώναζαν άπό την άγάπη του· «Έπί τόν κριτήν, έπί τόν κριτήν», καί αύτός άντίθετα έλεγε· «Όχι άνδρες, άλλά στόν ιατρό». Όπως ό Περικλής, πού βριζόταν άπό έναν όλη τήν ήμέρα καί τό βράδυ πήγε τόν ύβριστή στό σπίτι του μέ τό φανάρι. Τελευταία, πρέπει νά συμβουλεύης, Πνευματικέ, έκείνον πού έκανε τήν άρχή τής έχθρας νά πηγαίνη νά προσπίπτη πολλές φορές σέ έκείνον, πού σκανδάλισε, έως ότσυ νά τόν κάνη νά τόν συγχωρήση, όπως λέει ό θείος Χρυσόστομος· «Άς μή μού πή κάποιος, ότι τόν παρεκάλεσα καί μία καί δύο φορές καί δέν φάνηκε προσιτός· έάν τό κάνουμε αύτό μέ τήν καρδιά μας, άς μή σταματήσουμε, έως ότου νικήσουμε μέ τήν μεγάλη μας ύπομονή, τόν έλκύσουμε πρός τό μέρος μας καί τόν άπομακρύνουμε άπό τήν έχθρα πού έχει πρός έμάς» (Λόγ. κζ' είς τήν Γένεσιν).

      Πρόσεχε όμως, Πνευματικέ, νά μή δώσης τήν έντύπωσι, ότι άντί κριτής, έγινες βοηθός τού έναντίου· μάλιστα δείξε, ότι συμπάσχεις μέ έκείνον πού βρίσθηκε καί άφησέ τον νά πή όλα του τά παράπονα πές τους, ότι άφού συμφιλιωθούν, έχουν χρέος νά χαιρετούνται όπως καί πρώτα· έάν όμως κάποιος άπό αύτούς δέν τό δεχθή, πές του νά δώση έλεημοσύνες καί νά παρακαλή τόν Θεό γιά τήν σωτηρία τού έχθρού του. "Ισως ό Θεός μαλακώση μέ αύτόν τόν τρόπο τήν καρδιά του, γιά νά συγχωρηθούν μέ όλη τους τήν καρδιά καί νά άντιχαιρετσΰνται.

      83      Πές στόν φονέα, Πνευματικέ, ότι, όπως ό άγιώτατος Πατριάρχης Αθανάσιος καί ό Βασιλεύς Ανδρόνικος διορίζουν (Βλάσταρ. Στοίχ. φ' Κεφ. η'), πρέπει αύτός νά μοιράζη τήν περιουσία του σέ κάθε παιδί, πού έχει καί ένα μερίδιο νά δίνη καί στόν φονευθέντα, δηλαδή στήν γυναίκα έκείνου καί στά ορφανά, έάν έχη· έάν όμως δέν έχη, πρέπει νά τό δίνη ψυχικά καί έλεημοσύνες γιά τήν ψυχή τού φονευθέντα καί νά παρακαλή τόν Θεό μέ όλη του τήν ψυχή νά τόν συγχωρήση, καί έτσι μέ αύτά νά σιωπήση τήν βοή, πού κάνα τό αίμα τού φονευθέντος καί ζητεί έναντίον του έκδίκησι καί νά έμποδίση τίς φρικτές τιμωρίες, πού είναι έτοιμασμένες γι’ αύτόν τόσο αιωνίως, όσο καί προσκαίρως· έπειδή «’Εκείνος πού έκχέει αίμα άνθρώπου, ώς τιμωρία γιά τό αίμα, πού χύθηκε, θά χυθή έτσι καί τό αίμα τό δικό του» (Γέν. 9,6). Καί γιά νά δείξης άκόμη καί στόν φονέα μέ συντομία τό μέγεθος της άμαρτίας του, πές του, α') ότι άνάμεσα σέ όλα τά κακά, πού γίνονται στόν πλησίον, τό μεγαλύτερο καί σπουδαιότερο είναι ό φόνος· β') πώς έκείνος, πού φονεύει, άρπάζει τήν έξουσία άπό τόν Θεό, ό όποίος είναι Κύριος ζωής καί θανάτου· καί γ') πώς έκείνος, πού φονεύει άνθρωπο, κάνει μεγαλύτερο άμάρτημα, παρά άν κατέκαιγε καί κατέστρεφε όλες τίς εύρύχωρες πεδιάδες, όλους τούς καρπούς τής γής, όλα τά ζώα, όλα τά δένδρα τού κόσμου, όλα τά σπίτια τών πόλεων καί χωρίων· διότι φονεύοντας άνθρωπο, φόνευσε τόν άπό τόν Θεό χειροτονηθέντα βασιλέα όλης τής κτίσεως. Ακόμη νά λές, Πνευματικέ, αύτήν τήν γενική συμβουλή στούς φονείς, στούς τυμβωρύχους καί σέ κάθε άλλον άμαρτωλό, πού κάνει άμαρτία κρυφή· ότι, δηλαδή, έάν κάποιος άπό αύτούς βρεθή πρόθυμος στήν μετάνοια, έπιτρέπεται αύτός νά πηγαίνη ή στούς ’ίδιους, πού κακοποίησε, ή στούς συγγενείς τους η στόν έξωτερικό κριτή, νά μαρτυρή τόν φόνο ή τήν κλοπή ή τήν τυμβωρυχία ή τήν άλλη κρυφή άμαρτία, πού διέπραξε, καί έτσι νά δέχεται νά λαμβάνη τήν τιμωρία πού, ορίζουν οί έξωτερικοί καί πολιτικοί νόμοι γιά τήν άμαρτία έκείνη. ’Ιδιαίτερα όμως αύτό πρέπει νά κάνη, έάν, γιά έκείνη τήν άμαρτία, πού αύτός διέπραξε, συλληφθούν άλλοι άθώοι άπό ύποψία καί τιμωρούνται ή ζημιώνονται άπό τόν κριτή άδικα. Ποιοι είναι έκείνος πού μας διαβεβαιώνουν αύτό; α') ό μέγας Βασίλειος· διότι λέει αύτός στήν έρμηνεία τού 32ου Ψαλμού «Έπειδή μέ τό σώμα άμαρτήσαμε... καί μέ τό σώμα θά έξομολογηθούμε, χρησιμοποιώντας τό ίδιο όργανο γιά τήν διάλυσι τής άμαρτίας. Λοιδόρησες; ευλόγησε· Πλεονέκτησες; άπόδωσέ το· μέθυσες; νήστεψε· έδειξες άλαζονεία; ταπεινώσου... φόνευσες; μαρτύρησε ή όσα ίσοδυναμούν μέ τό μαρτύριο μέ τήν έξομολόγησι ταλαιπώρησε τό σώμα σου»· β') ό σοφός Συνέσιος, ό όποίος διατάσσει τόν φονεύσαντα ’Ιωάννη νά μαρτυρήση τόν φόνο, πού έκανε (Έπιστ. μδ'). Καί γ') τά έξής παραδείγματα διαβάζουμε λοιπόν στόν Συναξαριστή κατά τήν ιδ' τού Απριλίου, ότι αύτός πού φόνευσε τήν νύφη του άγια Θωμαϊδα παραδόθηκε στόν άρχοντα καί άντιφονεύθηκε άπό αύτόν· παρόμοια βρίσκουμε καί στόν Εύεργετινό (Βιβλ. α' Ύπόθεσ. γ' σελ. 20) ότι κάποιος Όσιος κατενύγη στήν ψυχή καί, άφού κατέβηκε από τό όρος τών Έλαιών, πήγε στόν ’Άρχοντα καί, άφού μαρτύρησε τίς άμαρτίες του, τού είπε «Τιμώρησέ με σύμφωνα μέ τούς νόμους»· έπειδή όμως ό ’Άρχοντας δέν θέλησε νά τόν τιμωρήση, έκείνος άπό μόνος του φόρεσε σίδερα στά πόδια καί στόν λαιμό καί έλεγε σέ όσους τόν ρωτούσαν, ότι ό ’Άρχοντας τού τά έβαλε. Καί μία ήμέρα πρίν άπό τόν θάνατό του, τού έμφανίσθηκε ’Άγγελος Κυρίου καί τού είπε· «Νά, γιά τήν ύπομονή σου λύθηκαν όλες οί άμαρτίες σου»· καί άγγιξε τά σίδερα καί άμέσως αύτά έπεσαν, ένώ ό άδελφός έκοιμήθη.









Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |