ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Περί τής συγχωρητικής Εύχής.

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Περί τής συγχωρητικής Εύχής.




ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ
 Κεφάλαιον ΙΑ΄

     Άφού τελειώσης καί τήν ίκανοποίησι, τότε διαβάζεις στόν μετανοούντα τήν συγχωρητική εύχή ή τήν συνηθισμένη έκείνη· «Κύριε Ίησού Χριστέ, Υιέ τού Θεού τού ζώντος, ποιμήν καί άμνέ, ό αίρων τήν άμαρτίαν τού κόσμου, ό τό δάνειον χαρισάμενος τοΐς δυσί χρεωφειλέταις, καί τή άμαρτωλώ δούς άφεσιν άμαρτιών αύτής· αύτός Δέσποτα, άνες, άφες, συγχώρησον τάς άμαρτίας, τάς άνομίας, τά πλημμελήματα, τά εκούσια καί τά άκούσια, τά έν γνώσει, τά έν άγνοια, τά έν παραβάσει καί παρακοή γενόμενα παρά τού δούλου σου τούτου (δεινός), καί εί τι ώς άνθρωπος σάρκα φορών, καί τόν κόσμον οίκών, έκ τού διαβόλου έπλανήθη, είτε έν λόγω, είτε έν έργω, είτε έν γνώσει, είτε έν άγνοια, είτε λόγον Ιερέως κατεπάτησεν, ή ύπό κατάραν Ιερέως έγένετο, είτε τώ ίδίω άναθέματι ύπέπεσεν, ή όρκω ύπήχθη, αύτός, ώς άγαθός καί άμνησίκακος Δεσπότης, τούτον τόν δούλόν σου λόγψ λυθήναι εύδόκησον, συγχωρών αύτφ καί τό ίδιον άνάθεμα, καί τόν όρκον, κατά τό μέγα σου έλεος. Ναί, Δέσποτα φιλάνθρωπε Κύριε, έπάκουσον έμού δεομένου τής σής άγαθότητος ύπέρ τού δούλου σου τούτου· καί πάριδε ώς πολυέλεος τά πταίσματα αύτού άπαντα· άπάλλαξον αύτόν τής αιωνίου κολάσεως. Σύ γάρ ειπας Δέσποτα· Όσα άν δήσητε έπί τής γής, έσται δεδεμένα έν τώ ούρανώ, καί όσα άν λύσητε έπί τής γής, έσται λελυμένα έν τώ ούρανώ. Ότι σύ ει μόνος άναμάρτητος, καί σοί τήν δόξαν άναπέμπομεν, σύν τώ άνάρχω σου Πατρί, καί τώ παναγία) καί άγαθώ καί ζωοποιώ σου Πνεύματι, νϋν καί άεί, καί είς τούς αιώνας τών αιώνων. Αμήν». Ή αύτήν τήν συντομώτερη, έπιθέτοντας καί τό χέρι σου στήν κεφαλή τού μετανοούντος.



    «Κύριε Ίησού Χριστέ ό Θεός ήμών, ό τώ Πέτρω καί τή Πόρνη διά δακρύων άφεσιν άμαρτιών δωρησάμενος,καί τόν Τελώνην τά οικεία πταίσματα έπιγνόντα δικαιώσας· πρόσδεξαι τήν έξομολόγησιν τού δούλου σου (δεινός)· καί εί τι έπλημμέλησεν έν λόγω ή έργω ή διανοία, έν γνώσει τε καί άγνοια, έκουσίως ή άκουσίως, αύτός, συγχώρησον αύτώ· μόνος γάρ έξουσίαν έχεις άφιέναι άμαρτίαςότι Θεός έλέους, οίκτιρμών καί φιλανθρωπίας ύπάρχεις, καί σοί τήν δόξαν άναπέμπομεν σύν τώ Πατρί, καί τώ Άγίφ Πνεύματι, είς τούς αιώνας τών αιώνων. Αμήν».

    Καί έτσι κάνεις αίτησι «ύπέρ έλέους καί άφέσεως τών άμαρτιών» τού μετανοούντος.

    Στήν συνέχεια έπιστρέφων πρός τόν μετανοούντα, θέτεις τήν χείρα σου έπάνω στήν κεφαλή του καί λές τόν άποφαντικό αύτόν λόγο, ό όποίος, θέλουν οί περισσότεροι, καί μάλιστα Γαβριήλ ό Φιλαδέλφειας στό περί Μυστηρίων καί ό Ιεροσολύμων Χρύσανθος στό Έξομολογητάριο (σελ. 16), νά είναι τό είδος τού Μυστηρίου τής Μετανοίας.

    «Ή χάρις τού Παναγίου Πνεύματος διά τής έμής έλαχιστότητος έχει σε λελυμένον καί συγκεχωρημένον». [86]

  Πρέπει νά χειροθετή ό Πνευματικός τούς μετανοούντες.


    Πρόσεχε όμως καλά, Πνευματικέ, νά βάζης πάντοτε τήν χείρα σου στήν κεφαλή τού μετανοούντος· διότι οί θείοι Κανόνες θεωρούν ώς συστατική τού Μυστηρίου τήν χειροθεσία αύτή [87] · άν καί σήμερα οί περισσότεροι Πνευματικοί δέν τό κάνουν άπό άγνωσία τους καί άμάθεια.



Τελευταία συμβουλή τού Πνευματικού πρός τόν μετανοούντα.


    Όταν λοιπόν τελειώσουν όλα, συμβουλεύεις τόν μετανοούντα μέ τόν έξής τρόπο· «Γνώριζε παιδί μου, ότι δεύτερο Βάπτισμα έλαβες σήμερα μέ τό Μυστήριο τής έξομολογήσεως καί τής μετανοίας, όπως φρονεί ή άγια τού Χριστού ’Εκκλησία. Γι’ αύτό πρόσεχε νά μή τό μολύνης πάλι μέ δεύτερες άμαρτίες, διότι, όπως έκείνος, πού πιάση κάποιον μολυσμό καί πλυθή, έπειτα πάλι πιάση τόν ίδιο, δέν ώφελείται τίποτε άπό τό πλύσιμο, πού έκανε· έτσι δέν ώφελείται καί όποίος πλυθή στό λουτρό τής μετανοίας καί έξομολογήσεως καί καθαρισθή άπό τίς άμαρτίες του, έπειτα πάλι πέφτει στίς ίδιες άμαρτίες, όπως λέει ό Σειράχ «’Εκείνος, πού σύμφωνα μέ τόν νόμο πλύνεται, έπειδή άγγιξε νεκρό, καί πάλι άγγίζει τόν νεκρό, ποιά ώφέλεια έχει άπό τό λουτρό του; Τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τόν άνθρωπο, πού νηστεύει γιά τίς άμαρτίες του καί πάλι διαπράττει τά ίδια» (Σοφ. Σειράχ 34 (31),25). Σπαθί, σπαθί λοιπόν, παιδί μου, πρέπει νά χρησιμοποποιήσης· δηλαδή νά κάνης σταθερή άπόφασι στήν καρδιά σου, ώστε νά προτιμήσης χίλιες φορές περισσότερο νά πεθάνης, παρά νά άμαρτήσης πάλι καί νά λυπήσης τόν Θεό. Καί άπό τώρα καί στό έξής άρχισε νά ζής ώς χριστιανός καί μαθητής τού Χριστού έπειδή ή άληθινή μετάνοια είναι, όχι μόνο τό νά άφήσης τά κακά, άλλά καί τό νά κάνης τά καλά, κατά τό «Έκκλινον άπό κακού καί ποίησον άγαθόν»· γδύθηκες τόν άκάθαρτο χιτώνα τής άμαρτίας καί ντύθηκες τόν καθαρό τής θείας χάριτος· γι’ αύτό φυλάξου στό έξής, νά μή γδυθής αύτόν καί ντυθής πάλι έκείνον· άλλά λέγε τό Άσμα. «Έχω βγάλει τόν χιτώνα μου, πώς νά τόν φορέσω πάλι; έπλυνα τά πόδια μου, πώς νά τά λερώσω πάλι;» (Άσμα Ασμάτων 5,3) φοβούμενος μήπως άμαρτάνοντας γίνης τήν ήμέρα τής κρίσεως καύχημα στόν διάβολο καί όνειδισμός καί άτιμία στόν Χριστό, πράγμα τό όποίο είναι βαρύτερο σέ έσένα άπό κάθε άλλη κόλασι, όπως λέει ό μέγος Βασίλειος· «Πήγαινε λοιπόν σέ όδό ειρήνης· Τδε, ύγιής γέγονας· Μήν άμαρτάνης πλέον στό έξής, γιά νά μή σού συμβή κάτι χειρότερο» (Ίωάν. 5,14).


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΒ'


Δέν πρέπει νά φανερώνη τίς άμαρτίες ό Πνευματικός.


 Μετά τήν έξομολόγησι δέν μένει άλλο, παρά τό νά φυλάττης μυστικές τίς άμαρτίες, Πνευματικέ, καί νά μή τίς φανερώνης ποτέ, ούτε μέ λόγο, ούτε μέ γράμμα, ούτε μέ νεΰμα ή κάποιο άλλο σημείο, καί άν άκόμη κινδυνεύης σέ θάνατο, διότι σέ έσένα άρμόζει έκείνο, πού λέει ό σοφός Σειράχ· «’Ακόυσες λόγο; Άς πεθάνη μαζί σου» (Σοφ. Σειράχ 19,10)· καί πάλι· «Σέ φίλο καί σέ έχθρό, μή διηγήσαι τίποτε» (ό. π. 19, 8)· δηλαδή, άκουσες λόγο μυστικό, άς πεθάνη καί ό λόγος μαζί μέ έσένα· καί ούτε σέ φίλο σου ούτε σέ έχθρό σου νά τό πής, όσο ζής. Καί άκόμη έκείνο, πού λέει ό Προφήτης Μιχαίας· «Μήν έχετε μεγάλη έμπιστοσύνη στούς φίλους... φυλάξου καί άπό τήν σύζυγό σου, στό νά τής άναθέσης κάτι» (Μιχ. 7,5).

    Διότι, άν τίς φανερώσης, άρχικά γίνεσαι άργός ή μάλλον, σύμφωνα μέ τούς ’Εκκλησιαστικούς Κανόνες, καθαιρείσαι τελείως, άπό δέ τούς πολιτικούς νόμους φυλακίζεσαι γιά όλη σου τήν ζωή καί κόβεται ή γλώσσα σου. [88]  Δεύτερον, γίνεσαι αίτιος νά μήν έξομολογούνται πλέον οί Χριστιανοί, φοβούμενοι μή φανερώσης τίς άμαρτίες τους. Όπως συνέβη στόν καιρό τού Νεκταρίου Κωνσταντινουπόλεως καί δέν ήθελαν νά έξομολογούνται οί Χριστιανοί, έπειδή φανέρωσε ένας Πνευματικός μιάς γυναίκας τήν άμαρτία [89]· καί είδε καί έπαθε στήν συνέχεια ό θείος Χρυσόστομος, μέχρι νά τούς καταπείση νά έξομολογούνται [90] . Πόση όμως κόλασι αύτό προξενεί σέ έσένα τόν αίτιο, είναι άδύνατο νά τό παρουσιάσω μέ λόγο.




Επίλογος.


    Αύτά τά λίγα, πού σού σημειώσαμε έδώ, Πνευματικέ, είναι τά πλέον ούσιώδη καί άπαραίτητα στό πνευματικό σου έπάγγελμα. Καί μή σταματάς πάντοτε νά τά μελετάς, διότι θά σού χρησιμεύσουν πολύ· μή παύης άκόμη νά μελετάς καί τό Έξομολογητάριο τού Ιεροσολύμων Χρυσάνθου· τό Πνευματικός διδασκόμενος· καί τόν ια Κανόνα τής Α Συνόδου, τόν ρβ' τής ΣΤ', τόν β', ε', ζ' τής έν Άγκύpg, τόν α' καί β' τής έν Λαοδικεία, τόν δ', ε', ζ' καί η' τού Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, τόν β', γ', οδ', πδ' καί πε' τού Μεγάλου Βασιλείου· διότι αύτοί οί Κανόνες βοηθούν ιδιαίτερα στήν άποστολή σου. Παρόμοια νά διαβάζης συνέχεια καί τήν συμβουλή, πού κάνουμε στόν μετανοούντα· διότι πρέπει πρώτος έσύ νά τήν ξέρης, γιά νά τήν διδάσκης στόν μετανοούντα καί μάλιστα σέ έκείνους, πού δέν ξέρουν γράμματα, γιά νά τήν διαβάζουν. ’Εκτός άπό αύτά σού λέμε, ότι έάν είσαι φιλότιμος καί έξετάζης καλά τίς διάφορες ύποθέσεις, πού θά σού τύχουν, αύτό τό φιλότιμο καί ή πράξις θά σέ κάνη μέ τόν καιρό νά μάθης περισσότερα καί πολλά άκόμη, πού δέν είναι γραμμένα στά βιβλία· έπειδή, σύμφωνα μέ τόν Σειράχ, ό πολύπειρος γνωρίζει πολλά, ένώ όποίος δέν έχει πείρα ξέρει λίγα· «Άνθρωπος πού έχει έκπαιδευθή, γνωρίζει πολλά καί όποίος έχει πείρα, θά διηγηθή σύνεσι· όποίος δέν έχει πείρα, γνωρίζει λίγα» (Σοφ. Σειρ 34,910).

    Καί στό έξής γνωρίζοντας, ότι ή έπιστασία καί οικονομία τών ψυχών, πού είναι τέχνη τεχνών καί έπιστήμη έπιστημών, σύμφωνα μέ τόν Θεολόγο Γρηγόριο (Άπολογητ.), μή δείχνης άδιαφορία· «Διότι είναι καταραμένος, όποίος έπιτελεί μέ άμέλεια τό έργο τού Κυρίου» (Ίερεμ. 48,10)· άλλά νά μιμήσαι τόν ποιμένα έκείνον, πού φροντίζει νά βγάλη άπό τό στόμα τού λεονταριού, όχι μόνον ολόκληρο τό πρόβατο, άλλά καί άν τύχη νά είναι καί δύο μόνο μέρη ή ένα κομμάτι άπό τό αυτί του, οπούς λέει, ό Άμώς· «Όπως, όταν έκσπάση ό ποιμήν έκ στόματος τού λέοντος δύο σκέλη ή λοβόν ώτίου, ούτως έκσπασθήσονται οί υιοί ’Ισραήλ» (Άμώς 3,12)· έτσι καί έσύ, Πνευματικέ, όσο μπορείς, άγωνίζου μέ μύρους τρόπους νά βγάλης άπό τό στόμα τού νοητού λέοντος, τού διαβόλου, τούς άθλιους άμαρτωλούς, καί άν άκόμη είναι καταφθαρμένοι καί άπελπισμένοι άπό τίς άμαρτίες [91]· όπως σού παραγγέλλει καί ό Ιωάννης τής Κλίμακος λέγοντας· «Πρόσεχε λοιπόν, θαυμάσιε, καί δείξε όλη σου τήν φροντίδα καί τήν άγάπη καί θέρμη καί επιμέλεια καί τήν ικεσία πρός τόν Θεό, γι’ αύτούς πού έχουν πλανηθή πολύ καί είναι πολύ συνετριμμένοι, τών όποιων οί άρρώστιες καί οί πληγές είναι μεγάλες, καί άναμφίβολα γι’ αύτά δίνονται μεγάλοι μισθοί» (Λόγ. στόν Ποιμένα). Μέ ένα λόγο σού λέμε, Πνευματικέ, ότι ό Παράδεισος καί ή κόλασις, ή ζωή καί ό θάνατος, ή σωτηρία καί ή άπώλεια τών ψυχών, στά χέρια σου βρίσκεται. Καί έάν μέ τήν καλή σου διόρθωσι σωθούν αύτοί, θά άκούσης τό· «Έάν βγάλης τίμιον άπό άνάξιο, θά είσαι σάν τό στόμα μου (Ίερεμ. 15,19). Άν όμως τό άντίθετο, δηλαδή μέ τήν κακή σου διόρθωσι καί άδιαφορία κολασθή κάποια άπό αύτές, θά άκούσης τό· «Ό παράνομος στήν άδικία του θά πεθάνη, έγώ όμως θά ζητήσω εύθύνη άπό έσένα γιά τόν θάνατό του» (Ίεζεκ. 3,18).

 Έάν όμως έπιθυμής, Πνευματικέ, νά δείχνης άληθινή καί πατρική άγάπη στά πνευματικά τέκνα σου, φρόντισε νά κάνης τόν έαυτό σου εύκολοκατάνυκτο καί δακρυώδη, σέ σημείο πού νά μή λυπάσαι μόνο τούς άμαρτωλούς, πού κάνουν μεγάλες καί θανάσιμες άμαρτίες, άλλά καί νά χύνης δάκρυα, συμπονώντας τήν συμφορά τους, έπειδή αύτά τά δάκρυά σου έχουν μεγάλη δύναμι. Διότι όχι μόνο είναι σημείο τής πρός τόν άμαρτωλό φιλόστοργης άγάπης σου, [92]  άλλά καί τόν Θεό έξιλεώνουν στίς άμαρτίες του [93] καί αύτόν τόν πλέον σκληρό καί άκατάνυκτο άμαρτωλό παρακινούν νά κατανυχθή γιά τά άμαρτήματά του, βλέποντας έσένα, πού δέν τά έκανες, νά τά κλαΐς· τόν πληροφορούν γιά τήν άγάπη, πού έχεις σέ αύτόν καί τόν κάνουν νά δεχθή μέ ευκολία τήν διόρθωσι, πού θά τού κάνης. [94]

     Πρόσεχε όμως νά μή δείχνης κανένα σημείο λύπης ή κατήφειας ή δακρύων, όσο σού έξομολογείται, όπως προλάβαμε καί σού είπαμε άλλά νά λυπάσαι καί νά δακρύζης υστέρα άπό τήν τέλεια έξομολόγησι, όταν πρόκειται νά τόν νουθετήσης καί νά τού δώσης τόν κανόνα.



ΕΙΔΗΣΙΣ


Πώς πρέπει ό Πνευματικός νά ρωτά τούς έξομολογουμένους στά κυριώτερα άμαρτήματα, σύμφωνα μέ τίς δέκα Έντολές.


    Είπαμε στό η' Κεφάλαιο τής Διδασκαλίας πρός τόν Πνευματικό, ότι ό Πνευματικός κυρίως δέν πρέπει νά έρωτά τούς έξομολογουμένους, άλλά οί έξομολογούμενοι πρέπει νά λένε στόν Πνευματικό τά άμαρτήματά τους καί ό Πνευματικός νά τά άκούη μόνο καί νά τά διορθώνη. Επειδή όμως σήμερα οί περισσότεροι Χριστιανοί, άλλοι άπό άπαιδευσία καί άμάθεια, άλλοι πάλι άπό ντροπή καί άλλοι άπό τήν κακή συνήθεια, πού πήραν, νά έρωτούνται άπό τούς Πνευματικούς στήν έξομολόγησι, ό ένας άπό μία αίτια καί άλλος άπό άλλη αιτία παρακινούμενοι, δέν φροντίζουν νά κάνουν καί αύτοί έρευνα τών άμαρτιών τους πρίν νά έξομολογηθούν, ούτε λένε μόνοι τίς άμαρτίες τους, όπως είναι τό σωστό, άλλά περιμένουν νά τούς ρωτά ό Πνευματικός πρώτα καί έπειτα αύτοί νά άποκρίνωνται· καί άν ό Πνευματικός δέν τούς ρωτήση, αύτοί δέν φανερώνουν καθόλου τίς άμαρτίες τους, άλλά φεύγουν άπό τόν Πνευματικό άνεξομολόγητοι· γι’ αύτό κρίναμε άπαραίτητο έδώ νά σού δώσουμε μία γενική εικόνα, Πνευματικέ, πώς πρέπει νά ρωτάς αύτούς τούς έξομολογουμένους έπάνω στίς δέκα Έντολές γιά τά κυριώτερα καί μεγαλύτερα άμαρτήματα.

    Όταν λοιπόν έλθη κάποιος Χριστιανός νά έξομολογηθή σέ έσένα, κάνε Εύλογητός καί άφού πής τό Τρισάγιο καί τόν Ν' Ψαλμό, άφού στραφής στόν μετανοούντα λέγε τήν έξής συμβουλή, κρατώντας τό Έξομολογητάριο στά χέρια.

    «Νά, παιδί μου, ό Χριστός (δείχνοντας καί τήν Εικόνα του) στέκεται άόρατα προσμένοντας τήν έξομολόγησι σου· λοιπόν μή ντραπής ή φοβηθής, καί κρύψης κάποια σου άμαρτία, άλλά μέ όλη σου τήν καρδιά νά τίς έξομολογηθής, γιά νά λάβης καί τήν συγχώρησί τους άπό τόν ίδιο τόν Χριστό. Έάν όμως κρύψης καμμία, νά γνωρίζης, ότι όχι μόνον αύτή ή άνεξομολάγητη άμαρτία σου θά παραμείνη σημειωμένη έπάνω στήν συνείδησί σου, σάν τά γράμματα έπάνω στό χαρτί, γιά νά φανερωθή τήν ήμέρα τής κρίσεως, ένώπιον όλων τών Αγγέλων καί τών άνθρώπων, άλλά προσθέτεις άκόμη στόν έαυτό σου καί άλλη μία άμαρτία, τήν 'Ιεροσυλία· γι’ αύτό, έπειδή ήλθες σέ ιατρό, πρόσεξε νά θεραπευθής έντελώς καί όχι νά μείνης άθεράπευτος· διότι ή ζημία αύτή θά είναι έπάνω σου».

    Στήν συνέχεια, άφού τόν βάλης νά γονατίση μπροστά στήν Εικόνα τού Χριστού ή νά καθίση σέ ύποπόδιο, ρώτησέ τον άπό πού καί ποιος είναι (άν δηλαδή προηγουμένως δέν τόν ήξερες), καί πόσο καιρό έχει νά έξομολογηθή καί άν είναι ετοιμασμένος μέ τήν κατάλληλη έρευνα τών άμαρτιών του γιά νά έξομολογηθή· έπειτα τόν ρωτάς καί τού λές·

    «Πιστεύεις, παιδί μου, μέ βεβαιότητα καί χωρίς άμφιβολία σέ όλα τά δόγματα τής Καθολικής καί Ανατολικής τού Χριστού Εκκλησίας, τά όποια περιέχονται στό Σύμβολο τής Πίστεως, δηλαδή τό Πιστεύω, καί επικυρώθηκαν άπό τίς άγιες καί οικουμενικές έπτά Συνόδους καί τίς τοπικές καί τούς κατά μέρος άγιους Πατέρες; Δέχεσαι μαζί καί όλες τίς Άποστολικές καί Πατερικές παραδόσεις τής Εκκλησίας, χωρίς καμμία προσθήκη ή άφαίρεσι»; Καί όταν όμολογήση, ότι τά πιστεύει, πές του νά πή τό Σύμβολο τής Πίστεως, δηλαδή τό Πιστεύω είς ένα Θεόν (άν τό ξέρη)· έπειτα τού λές·


    «Νά γνωρίζης, παιδί μου, ότι στά μέν άλλα κριτήρια, όποίος φανερώσει τόν έαυτό του φταίχτη, τιμωρείται ένώ σέ αύτό τό κριτήριο τής έξομολογήσεως, όποίος φανερώση πρώτος καί άπό μόνος του τήν άμαρτία του, συγχωρείται. Γι’ αύτό δέν είναι ύποχρεωμένος ό Πνευματικός νά ρωτά τόν έξομολογούμενο τί καί τί έκανε, διότι έτσι ό μετανοών έλέγχεται καί δέν έξομολογείται· άλλά ό ίδιος ό έξομολογούμενος πρέπει άπό μόνος του νά όμολογή τίς άμαρτίες του, γιά νά λάβη καί τήν συγχώρησί τους· διότι έτσι παραγγέλλει καί ό Θεός· «Ό δίκαιος πρώτος θά κατηγορήση τόν έαυτό του, διότι, έάν τόν προλάβη ό κατήγορός του, θά έπιβαρυνθή» (Παροιμ. 18,17). Καί «λέγε έσύ πρώτος τίς άνομίες σου, γιά νά δικαιωθής» (Ήσ. 43,26). Γι’ αύτό καί έσύ, παιδί μου, πρός καταισχύνη τού διαβόλου καί τής άμαρτίας, λέγε τίς άνομίες σου πρώτος, γιά νά δικαιωθής». Καί άφού τά πής αύτά, Πνευματικέ, δέν μιλάς γιά λίγο.

    "Οταν λοιπόν δής, ότι ό μετανοών δέν ομολογεί τίς άμαρτίες του, τότε τού λές· «Βλέπω, παιδί μου, ότι δέν όμιλείς· γι’ αύτό γιά νά μή μείνης άνεξομολόγητος, άναγκάζομαι έγώ νά σέ έρωτώ καί έσύ νά άποκρίνεσαι μόνο χωρίς καμμία ντροπή· διότι καί έγώ, πού σέ έξομολογώ, είμαι άνθρωπος σάν καί έσένα ομοιοπαθής καί άμαρτωλός καί άκουσα πολλές καί μεγάλες άμαρτίες πολλών άλλων άμαρτωλών· καί διότι, άφού έξομολογηθής, θά γυρίσης στόν οίκο σου χαρούμενος καί έλαφρωμένος, έπειδή ξεφόρτωσες τήν συνείδησί σου άπό τό βάρος τής άμαρτίας».

    Έάν πάλι είναι άνθρωπος, πού τόν ξέρεις καί ήλθε άλλη φορά καί σού έξωμολογήθηκε, παραλείπεις όλα τά όσα λέχθηκαν καί άμέσως μετά τήν συμβουλή τόν ρωτάς έπάνω στήν πρώτη Εντολή τά έξής σπουδαιότερα· σέ κάθε όμως έρώτησι νά στέκεσαι, έως δτου νά άποκρίνεται ό μετανοών ή ναί ή όχι.

     Μήπως, παιδί μου, άρνήθηκες καμμία φορά τόν Θεό ή τήν Πίστι σου; ή είπες νά τήν άρνηθής [95] ;

     Μήπως έβαλες στόν νού σου θεληματικά λογισμούς βλασφημίας καί άπιστίας έπάνω στά θεία Μυστήρια ή στά τής Πίστεως πράγματα ή έχης κανένα αιρετικό φρόνημα [96] ;

     Μήπως έγινες μάγος ή έδεσες κανένα άνδρόγυνο ή έδεσες ζώα γιά νά μή τά τρώη ό λύκος; ή μήπως κάνης φυλακτά ή τά φορής; ή μήπως διέπραξες κανένα άλλο είδος μαγείας [97] ;

     Μήπως πήγες σέ μάγους καί μάγισσες, γιά νά σέ βοηθήσουν στήν άσθένειά σου ή γιά νά βρούν κανένα πράγμα πού έχασες, ή γιά νά σού φανερώσουν θησαυρούς καί άλλα παρόμοια;

     Μήπως έκανες καμμία άμαρτία θανάσιμη καί έπειτα τόλμησες καί κοινώνησες άνάξια, χωρίς νά λάβης τόν κατάλληλο κανόνα άπό τόν Πνευματικό σου; διότι αύτή είναι ή μεγαλύτερη άμαρτία άπό όλες, όπως λέει ό 'Άγιος Ιωάννης ό Νηστευτής. [98]

     Μήπως δέν προσεύχεσαι στόν Θεό πρωί καί βράδυ, σάν Χριστιανός;

     Μήπως έφαγες άπό τά φαγητά καί κουρμπάνια και θυσίες, πού κάνουν οί άσεβείς Αγαρηνοί στούς γάρους τους, στά συνετίσματά τους καί στά μιαρά τους μνημόσυνα; διότι, όπως λέει ό Σολομών· «Θυσίες τών άσεβών, βδέλυγμα στόν Κύριο» (Παροιμ. 21,27).

            Μήπως άπελπίσθηκες άπό τήν εύσπλαγχνία τού Θεού; ή μήπως άμαρτάνης, θαρρώντας πώς ό Θεός είναι ευσπλαγχνος καί σέ συγχωρεί; ή άποφάσισες νά άμαρτάνης, όσο μπορείς, καί υστέρα, όταν δέν μπορής, τότε νά μετανοήσης; ή μήπως έχης πείσμα καί έναντιώνεσαι στήν φανερή άλήθεια; διότι, παιδί μου, καί τά τέσσερα αύτά, είναι θανάσιμες άμαρτίες καί έναντιώνονται στήν α έντολή τού Θεού καί είναι βλασφημίες στό Πνεΰμα τό 'Άγιο, όπως λέει ή ’Ορθόδοξη 'Ομολογία.



 Στήν συνέχεια ρωτάς στήν Β' Έντολή τά έξής κυριώτερα.


            Μήπως, παιδί μου, έχης τόση άγάπη στήν πλεονεξία καί στά χρήματα, ώστε ό λογισμός σου έκείνα σκέπτεται καί ή καρδία σου σέ έκείνα είναι προσκολλημένη;

            Μήπως είσαι δουλωμένος στήν κοιλιά σου τόσο πολύ, ώστε συλλογίζεσαι μέ τόν νού σου φαγητά καί ποτά καί είναι προσκολλημένη σέ αύτά ή καρδιά σου;

            Μήπως είσαι υποκριτής καί όχι άληθινός Χριστιανός καί στά μέν έξωτερικά φαίνεσαι ευλαβής καί πιστός στόν Θεό, ένώ στά έσωτερικά είσαι άπιστος καί άνευλαβής;

            Μήπως πιστεύης στά όνειρα ή στά δικά σου ή στά τών άλλων; διότι λέει ό σοφός Σειράχ, ότι «Πολλούς παραπλάνησαν τά ένύπνια καί έξέπεσαν έλπίζοντας σέ αύτά» (Σειρ. 31,7).

Έπειτα τόν ρωτάς στήν Γ' Έντολή τά έξής  κυριώτερα.


    Μήπως, παιδί μου, έκανες έσύ όρκο ή έβαλες άλλον καί ώρκίσθηκε;

    Μήπως παρέβηκες τόν όρκο πού έκανες; [99]

    Μήπως ορκίζεσαι στόν Θεό καί στήν Πίστι σέ κάθε ύπόθεσι; [100]

    Μήπως έκανες τάξιμο καί ύπόσχεσι στόν Θεό νά γίνης Μοναχός ή άλλο καλό νά κάνης καί έπειτα παρέβηκες τό τάξιμο καί τήν ύπόσχεσι σου; [101]

    Μήπως χρησιμοποιείς τά λόγια τής Αγίας Γραφής γιά μετεωρισμούς καί χορατάδες καί γέλια;

    Μήπως δέν εύχαριστής στίς άσθένειες καί δυστυχίες σου, άλλά γογγύζης, κατηγορώντας τόν Θεόν ώς άδικο;

    Μήπως βλασφήμησες μέ λόγο τόν Θεό ή τήν Πίστι ή τά Μυστήρια ή τούς Αγίους; ή μήπως κάνης καί άλλους νά βλασφημούν; [102]

    Μήπως λές ότι ή θεία Γραφή καί τά λόγια τού Θεού περιέχουν σφάλματα καί άντιθέσεις, καί έπαινής τών Εθνικών καί 'Ελλήνων τά συγγράμματα;



 Κατόπιν τόν ρωτάς στήν Δ' Έντολή τά έξής κυριώτερα·


    Μήπως, παιδί μου, δέν πηγαίνης στήν Εκκλησία δύο φορές τήν ήμέρα, πρωί καί βράδυ, όπως προστάζουν στίς διαταγές τους οί θείοι Απόστολοι (Βιβλ. β' κεφ. νη'); ή τό λιγώτερο, μήπως δέν πηγαίνης στήν Εκκλησία κάθε Κυριακή καί Εορτή, Εσπερινό, Όρθρο καί Λειτουργία; Ή, άν είναι Μοναχός ό έξομολογούμενος, τού λές·

     Μήπως, παιδί μου, δέν άκούς τήν καθωρισμένη Ακολουθία σου; ή μήπως δέν κάνης τόν ώρισμένο κανόνα σου; [103]

     Μήπως, όταν στέκεσαι στήν Εκκλησία, συνομιλής μέ τόν ένα καί μέ τόν άλλον; ή άστειεύεσαι καί γελάς καί στέκεσαι μέ άνευλάβεια; ή μήπως δέν προσέχης στά θεία λόγια, πού λέγονται στήν Εκκλησία, άλλά άφίνης τόν νού σου θεληματικά καί τρέχει στά κοσμικά πράγματα;

     Μήπως στίς Κυριακές καί Έορτές σμίγης μέ τήν γυναίκα σου;

     Μήπως στίς Κυριακές καί Έορτές, φέρνης παιγνίδια στό σπίτι σου ή πηγαίνης έσύ στά παιγνίδια; ή μήπως παίζης έσύ ό ίδιος ή χορεύης καί τραγουδάς;

     Μήπως στίς Κυριακές καί Έορτές παίζης ντάμες, χαρτιά καί άλλα παιγνίδια ή πηγαίνης καί τά παρακολουθής;

     Μήπως στίς Κυριακές καί Έορτές πίνης καί μεθάς ή ξερνάς καί κάνης μάχες καί πολέμους μέ τόν ένα καί μέ τόν άλλον;

     Μήπως στίς Κυριακές καί Έορτές δέν δίνης άπό τά ύπάρχοντά σου έλεημοσύνη στούς πτωχούς, όπως ορίζει ό Απόστολος Παϋλος (Α' Κορινθ. 16,1);

     Μήπως καταλύης τίς Τετάρτες καί Παρασκευές καί τίς άλλες Νηστείες, πού είναι ώρισμένες άπό τήν Εκκλησία τού Χριστού στούς Χριστιανούς; [104]



Κατόπιν τόν ρωτάς στήν Ε' Έντολή τά έξής   κυριώτερα.


     Μήπως, παιδί μου, έβρισες ή κτύπησες τόν Πατέρα σου ή τήν Μητέρα σου; ή μήπως δέν ύπακούς στό θέλημά τους ή όταν είναι άσθενείς καί έχουν άνάγκη άπό βοήθεια, μήπως δέν τούς φροντίζης καί δέν τούς βοηθής; [105]

     Μήπως δέν τιμάς τούς Διδασκάλους σου καί τούς Πνευματικούς Πατέρες καί Αρχιερείς καί Ιερείς τού Θεού; Ή άν είναι Μοναχός τού λές· Μήπως παρακούς τόν Γέροντά σου καί τόν κάνης νά λυπάται έναντίον σου;

     Μήπως δέν τιμάς τόν τεχνίτη σου ή τόν αύθέντη σου ή τούς κριτές καί ήγεμόνες; ή μήπως δέν φαίνεσαι εύχάριστος πρός τούς ευεργέτες σου;

     Μήπως άμελής καί δέν στέλνης τά παιδιά σου στό Σχολείο, γιά νά μάθουν τά Ιερά γράμματα ή τέχνη καλή; ή μήπως καί δέν τά συμβουλεύης νά έχουν τόν φόβο τού Θεού καί ήθη καλά καί χριστιανικά, καθώς πρέπει στούς Χριστιανούς; ή μήπως δέν νοιάζεσαι νά τά στέλνης στήν Εκκλησία; ή μήπως δέν τά δέρνης μέ ξύλο, όταν τύχη νά σφάλλουν; ή μήπως βιάζης τά παιδιά σου νά παντρευθούν μέ τήν βία καί χωρίς νά θέλουν; ή μήπως τά έμποδίζης νά μή γίνουν μοναχοί ή άν αύτά θέλουν νά παντρευθούν, μήπως έσύ ζητάς καί τά βιάζης νά γίνουν μοναχοί;

     Μήπως βρίζης τήν γυναίκα σου; (ή άν είναι γυναίκα ή έξομολογουμένη, λές, τόν άνδρα σου;)· ή μήπως τήν στενοχωρής καί τήν κτυπάς καί δέν τήν άγαπάς, σάν τήν ίδια τήν σάρκα σου, καί δέν φροντίζης γιά τήν ψυχή της καί γιά τήν ζωή της;

    Μήπως δέν φρόντισες γιά τήν σωτηρία καί χριστιανική ζωή τού δούλου σου καί τής δούλης σου; άλλά γνωρίζοντας, ότι άμαρτάνουν, έσύ τούς παραβλέπεις καί δέν τούς διορθώνης;

    Ή, άν είναι Πατριάρχης ή Αρχιερέας, τού λές·

    Μήπως, Παναγιώτατε (ή Πανιερώτατε) Δέσποτα, άμελής τό λογικό σου ποίμνιο καί δέν φροντίζης μέ κάθε τρόπο, πού μπορείς, γιά τήν διόρθωσι καί σωτηρία του; ή μήπως γίνεσαι κακό παράδειγμα καί αιτία σκανδάλου στόν λαό, μέ έργα καί μέ λόγια, γιά τό όποίο θά άπολογηθής στόν Θεό έν ήμερα κρίσεως.

    Ή, άν είναι Πνευματικός, τού λές·

    Μήπως Δέσποτά μου, δέν διορθώνης κατά τούς Κανόνες καί καθώς πρέπει τίς ψυχές τών έξομολογουμένων στήν άγιωσύνη σου καί δέν άγρυπνάς καί δέν προσέχης στό πνευματικό σου λειτούργημα;

    Ή, άν είναι Εφημέριος Εκκλησίας, τού λές·

    Μήπως, Δέσποτά μου, δέν ποιμαίνης τούς ένορίτες σου καί δέν διδάσκης τά λογικά πρόβατα τού Χριστού, μέ κάθε έπιμέλεια καί φροντίδα καί μέ κάθε εύλάβεια καί σεμνότητα, πού πρέπει στό ιερατικό σου άξίωμα;

    Ή, άν είναι Ηγούμενος Μοναστηριού ή Γέροντας, τού λές·

    Μήπως, Δέσποτά μου, ύπερηφανεύεσαι πού είσαι Ηγούμενος καί Προεστώς καί καταφρονείς τούς άλλους, νομίζοντάς τους ώς δούλους καί όχι ώς άδελφούς σου; Μήπως γίνεσαι κακό παράδειγμα στούς Άδελφούς μέ λόγο ή έργο; Μήπως γίνονται άταξίες καί κακά στό Μοναστήρι σου καί ή άγιωσύνη σου άμελής καί δέν τίς διορθώνης; Μήπως δέν έπιμελήσαι καί δέν διδάσκης τούς Μοναχούς τού Μοναστηριού σου, γιά νά φυλάττουν τούς όρους καί

Κανόνες τών Όσιων Πατέρων καί τό επάγγελμα τής μοναχικής πολιτείας;

    Ή, άν είναι Διδάσκαλος ή Τεχνίτης, τού λές·

    Μήπως άφίνης τούς μαθητές σου καί κάνουν άταξίες; ή μήπως φθονής καί δέν τούς δείχνης, γιά νά μή μάθουν γρήγορα ή μήπως δέν τούς διδάσκης νά έχουν ήθη χρηστά καί χριστιανικά; ή μήπως τούς μεταχειρίζεσαι ώς δούλους, στέλνοντάς τους έδώ καί έκεί, καί δέν τούς έχεις ώς μαθητές; ή μήπως θυμώνης ύπέρ τό δέον καί τούς δέρνης ύπερβολικά γιά κάθε παραμικρό τους σφάλμα;

    Ή, άν είναι Βασιλιάς ή Έξουσιαστής άλλος, τού λές·

    Μήπως, Βασιλιά πολυχρονεμένε (ή Υψηλότατε Ήγεμών ή ένδοξότατε Αύθέντα), δέν τηρής τούς βασιλικούς νόμους, πού ορίζεις στόν λαό σου; ή μήπως δέν φροντίζης γιά τήν ειρήνη καί άρετή καί ψυχική σωτηρία τού ϋπηκόου σου όλου, άλλά άφήνης τούς κακούς νά ταράσσουν, νά παιδεύουν καί νά ζημιώνουν τούς άλλους καί δέν τούς διορθώνης; ή μήπως γίνεσαι κακό παράδειγμα καί αιτία σκανδάλου στόν ύπήκοό σου, μή φυλάγοντας όλα έκείνα, πού άνήκουν στό ύψηλό σου άξίωμα;

  Έπειτα τόν ρωτάς στήν ΣΤ' Έντολή τά έξής κυριώτερα.


    Μήπως, παιδί μου, φόνευσες κανένα θεληματικά ή στανικά, ή έσύ ό ίδιος ή μέ μέσο άλλων άνθρώπων ή μέ τήν παρακίνησί σου ή βοήθειά σου ή συμβουλή σου; [106]

    Μήπως φθόνησες καί λυπήθηκες στά καλά, πού έχει ό άδελφός σου; ή μήπως χαίρεσαι στά κακά καί στίς συμφορές τού άδελφού σου;

     Μήπως έχης μέ κάποιον έχθρα καί μνησικακία καί έπιθυμής νά τόν έκδικηθής; ή μήπως δέν ζήτησες συγχώρησι άπό τόν έχθρό σου; ή μήπως έκείνος σού ζήτησε συγχώρησι καί έσύ δέν τόν συγχώρησες; [107]

     Μήπως διέβαλες καί πρόδωσες κάποιον στούς κριτές, γιά νά τόν τιμωρήσουν καί νά τόν ζημιώσουν; [108]

     Μήπως έδωσες βότανα σέ γυναίκα έγκυο, γιά νά άποβάλλη τό παιδί ή γιά νά μή κάνη καθόλου παιδιά; ή μήπως έβαλες άλλον καί τά έδωσε; [109]

     Μήπως θύμωσες καί μάλωσες μέ κάποιον καί τόν έδειρες καί πλήγωσες ή έβαλες σκάνδαλα σέ άλλους καί κτυπήθηκαν καί δάρθηκαν;

     Μήπως θυμώνης καί βρίζης καί διώχνης τούς πτωχούς μέ προσβλητικά λόγια;

     Μήπως άναθεμάτισες τόν έαυτό σου ή άναθεμάτισες άλλους καί βλασφήμησες καί τούς παρέδωσες στόν διάβολο; [110]

     Μήπως γνωρίζοντας, ότι ήσουν πανουκλιασμένος, ένώθηκες μέ τούς άλλους καί τούς μόλυνες καί πέθαναν; διότι ώς φονιάς κανονίζεσαι  [111]



Κατόπιν τόν ρωτάς στήν Ζ' Έντολή τά έξής κυριώτερα.


     Μήπως, παιδί μου, μοίχευσες καμμία γυναίκα παντρεμένη; [112]

    Μήπως πόρνευσες μέ γυναίκα άνύπαντρη; Καί όταν σού πή ό έξομολογούμενος, ναί, πάλι τόν ρωτάς, μέ ξένη γυναίκα πόρνευσες ή μέ συγγενή σου; μέ λαϊκή ή μέ μοναχή; μέ χριστιανή ή μέ άλλόφυλη καί αιρετική; [113]  Καί σέ ποιόν τόπο τήν πόρνευσες, σέ σπίτι ή σέ κάποιο ιερό μέρος; Καί σέ ποιόν καιρό πόρνευσες; καί πόσες φορές πόρνευσες; καί σέ πόσο χρονικό διάστημα; [114]

    (Έάν πάλι είναι Ιερωμένο πρόσωπο, πού έπεσε στήν πορνεία, τόν οίκονομείς σύμφωνα μέ τό Έξομολογητάριο· καί βλέπε σελ. 73).

    Μήπως έκανες έσύ αύνανισμό στόν έαυτό σου ή σέ κάποιον άλλον ή άλλος σέ έσένα; (Καί έδώ τόν ρωτάς τί πρόσωπο ήταν έκέϊνος καί τόν τόπο καί τόν καιρό καί πόσες φορές) [115]

    Μήπως έκανε; συγκυλισμό μέ άλλο πρόσωπο άρσενικό ή θηλυκό ή άλλος σέ έσένα; (Καί έδώ πάλι τόν ρωτάς μέ τί πρόσωπο τόν έκανε καί τόν τόπο καί τόν καιρό καί πόσες φορές)  [116]

    Μήπως έπεσες στην ομοφυλοφιλία; (Καί έδώ τόν ρωτάς τί πρόσωπο ήταν έκέϊνος καί σέ ποιόν καιρό καί σέ ποιόν τόπο καί πόσες φορές) [117]

    Μήπως έπτστς σέ άκατανόμαστα πάθη; (Καί έδώ τόν ρωτάς τόν καιρό καί τόν τόπο καί πόσες φορές) [118]

    Μήπως έπεσες μέ τήν γυναίκα σου στό παρά φύσι; [119]  ή μήπως πρίν νά τήν στεφανωθής έπεσες μέ αύτήν;

    Μήπως στολίζεσαι καί χρησιμοποιείς φτιασίδια καί μύρα καί βαστάζης μόσχους, τά όποια είναι αίτια τής πορνείας;

    Μήπως βλέπης τά πρόσωπα τών γυναικών καί νέων μέ περιέργεια καί μέ έπιθυμία τής καρδιάς σου; διότι, όποίος τά βλέπει αύτά περίεργα, πορνεύει καί μοιχεύει μέ τήν καρδιά του, όπως είπε ό Κύριος.

    Μήπως έγινες μεσίτης καί προξενητής καί αίτιος νά άμαρτήση κάποιος μέ γυναίκα, πηγαίνοντας γράμματα άπό τόν άνδρα ή πηγαίνοντας δώρα καί χαρίσματα ή φέρνοντας μηνύματα έρωτικά άπό τό ένα πρόσωπο στό άλλο καί άλλα παρόμοια;

    Μήπως είσαι ύπερήφανος καί λαίμαργος, δοσμένος στά φαγητά καί τά πιοτά; διότι αύτά γεννούν τήν πορνεία καί τήν μοιχεία καί τά άλλα σαρκικά πάθη.



Έπειτα τόν ρωτάς στήν Η' Έντολή τά έξής κυριώτερα.


    Μήπως, παιδί μου, έκλεψες ή πήρες πράγμα κλεμμένο άπό άλλους; ή δέχεσαι τούς κλέπτες στό σπίτι σου καί έχεις φιλία μέ αύτούς; [120]  Έπειτα τόν ρωτάς καί τί πράγμα ήταν έκείνο, πού έκλεψε, κοσμικό ή ιερό, καί άπό τί τόπο τό έκλεψε άπό σπίτι κάποιου ή άπό Εκκλησία καί Μοναστήρι, διότι αύτό είναι ιεροσυλία.

    Μήπως άρπαξες κανένα πράγμα τού άδελφού σου καί τόν άδίκησες; [121]

     Μήπως έργαζόμενος τήν τέχνη σου έκανες ή κάνης σέ αύτήν κλοπή;

     Μήπως γέλασες κανένα καί τού πήρες τά χρήματά του, πουλώντας μέ ζυγαριές καί μέτρα δόλια καί λέγοντας ψέματα καί κάνοντας δολιότητες καί ψεύτικους όρκους; [122]

     Μήπως παίρνης τόκο άπό τά χρήματά σου; [123]

     Μήπως κράτησες τήν πληρωμή, όσων σέ δούλευσαν καί δέν τούς ευχαρίστησες;

     Μήπως παίρνης περισσότερο άπό ό,τι άξίζει ή τιμή καί ό κόπος τού έργοχείρου σου;

     Μήπως άνοιξες τάφο καί έγδυσες τό λείψανο; [124]

     Μήπως κάνης κάλπικα χρήματα; ή γνωρίζοντας πώς είναι κάλπικα τά δίνης γιά σωστά;

     Μήπως μετακίνησες τά σύνορα τών χωραφιών ή τού σπιτιού σου, μέ σκοπό νά πάρης μέρος παραπάνω άπό τόν άδελφό σου;

     Μήπως έκλεψες τά ζώα τού άδελφού σου ή έκοψες τά δένδρα του ή έβλαψες τήν περιουσία του;

     Μήπως βρήκες κανένα πράγμα καί δέν τό φανέρωσες, γιά νά βρεθή ό νοικοκύρης του, άλλά έσύ μέ σιωπή τό κράτησες;

     Μήπως άνοίγης ξένα γράμματα σφραγισμένα καί τά διαβάζης ή μήπως μιμήσαι τίς ύπογραφές τών άλλων ή τίς σχίζης ή τίς ξύνης ή τίς μεταγράφης;

     ’Ή, άν είναι άρχοντας, τού λές·

    Μήπως έχης ύποστατικά καί τά δουλεύουν άλλοι, ένώ έσύ μεταχειρίζεσαι ώς δούλους τούς γεωργούς έκείνους παραβαρύνοντάς τους μέ πολλές άγγαρείες; ή μήπως όταν έλθη ό καιρός τών καρπών, έσύ παίρνης τό σιτάρι καί τό κρασί καί τό λάδι καί τούς άλλους καρπούς καί άφήνης στερημένους έκείνους τούς δυστυχείς;

    Ή, άν είναι κριτής, τού λές·

    Μήπως παίρνης δώρα ή μήπως κάνης χατήρια καί προσωποληψία καί παραβαίνης τήν δικαιοσύνη καί κάνης κρίσι άδικη;

    Ή, άν είναι Πατριάρχης ή Αρχιερέας, τού λές·

    Μήπως, Παναγιώτατε (ή Πανιερώτατε) Δέσποτα, παίρνης χρήματα καί χειροτονής τούς άνάξιους καί άφορίζης τούς άναίτιους καί καταδικάζης τούς άθώους καί γενικά, μήπως γιά φιλοπροσωπία ή άλλη αίτια, παραβαίνης τούς Θείους καί Ιερούς Κανόνες τών Αγίων Αποστόλων καί τών Οικουμενικών καί τοπικών Συνόδων καί τών κατά μέρος Πατέρων;


Έπειτα ρωτάς στήν Θ' Έντολή τά έξής κυριώτερα.


    Μήπως, παιδί μου, ψευδομαρτύρησες καί έκανες έναντίον τού άδελφού σου μαρτυρία ψεύτικη ή μήπως πλήρωσες άλλους καί ψευδομαρτύρησαν;    Μήπως είσαι ψεύτης καί ύποκριτής καί άλλος μέν φαίνεσαι στά έξω, γιά νά σέ έπαινούν οί άνθρωποι, άλλος όμως είσαι στά έσω;

    Μήπως κατακρίνης καί καταλαλής τόν ένα καί τόν άλλον; ή μήπως άκούς μέ ήδονή τούς άλλους, όταν κατακρίνουν;

    Μήπως κολακεύης τόν ένα καί τόν άλλον καί τόν έπαινής ψεύτικα καί όχι άληθινά;



Στήν συνέχεια τόν ρωτάς στήν I' Έντολή τά έξής κυριώτερα.


    Μήπως επιθύμησες νά έχης τήν γυναίκα τού άδελφού σου ή τό σπίτι του ή τό χωράφι του ή τόν δούλο καί δούλη του ή τό ζώο του ή τά άλλα πράγματα τού άδελφού σου;    Μήπως έπιθυμής καί άγαπάς τήν δόξα καί τά άξιώματα, ή τίς ήδονές τού κόσμου αύτού ή τά χρήματα καί πρόσκαιρα πράγματα;

    Μήπως δέν έναντιώνεσαι καί δέν πολεμής τούς αισχρούς καί πονηρούς λογισμούς, πού σού βάζει ό διάβολος, άλλά γλυκαίνεσαι σέ αύτούς καί κάνεις συνδυασμούς καί συγκαταθέσεις μέ τήν καρδιά σου, γιά νά τούς κάνης καί μέ τό έργο; [125]  Νά γνωρίζης, παιδί μου, ότι άλλο άρμα δυνατώτερο δέν ύπάρχει, γιά νά πολεμής τούς κακούς λογισμούς, σάν τό φοβερό καί άγιο όνομα τού Ίησού Χριστού, όπως λένε οί άγιοι Πατέρες μας. Γι’ αύτό συνήθιζε, παιδί μου, νά λές, πότε μέ τό στόμα καί πότε μέ τόν νού καί τήν καρδιά σου αύτά τά λόγια· «Κύριε, Ίησού Χριστέ, Υιέ τού Θεού, έλέησόν με»· καί αύτό νά μελετάς παντοτεινά, καί έκεί πού κάθεσαι καί δουλεύεις καί έκεί πού βαδίζεις καί μέσα καί έξω καί παντού.    Όταν λοιπόν ρωτήσης όλα αύτά, Πνευματικέ, τότε σκέπτεσαι τήν μεγαλύτερη άμαρτία, πού σού έξωμολογήθηκε ό μετανοών, δηλαδή έκείνην, πού έχει περισσότερα χρόνια, καί σύμφωνα μέ έκείνη τόν κανονίζεις. Γιά νά θυμάσαι όμως καλύτερα τίς άμαρτίες του, μπορείς νά κρατάς κερί καί νά σημειώνης στήν άκρη τίς έρωτήσεις έκείνες, στίς όποιες θά σού πή τό ναί ό μετανοών. Πώς όμως πρέπει νά πείθης τόν μετανοούντα, νά δεχθή καί τήν άποχή τής Κοινωνίας, βλέπε σελ. 123 τού παρόντος Έξομολογηταρίου. Στήν συνέχεια τοποθετώντας τό χέρι σου έπάνω στήν κεφαλή τού μετανοούντος, διαβάζεις τήν συγχωρητική εύχή, δηλαδή τό «Κύριε Ίησού Χριστέ, ποιμήν καί άμνέ ...» τήν όποια βλέπε στό Έξομολογητάριο. Καί μετά τήν εύχή κάνε αϊτησι ύπέρ έλέους, ζωής καί, άφού έπιστρέψης, βάλε τό χέρι σου στήν κεφαλή τού μετανοούντος καί πές· «Ή χάρις τού Παναγίου Πνεύματος διά τής έμής έλαχιστότητος έχει σε λελυμένον καί συγκεχωρημένον». Κατόπιν πές του καί τήν ττλααταία συμβουλή, τήν όποια βλέπε: στό παρόν Έξομολογητάριο, σελ. 130.



Σελίδες 127 έως 154


Εισαγωγή κειμένων σε  πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
«ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΤΑΡΙΟΝ»                  

Σύντομη διδασκαλία πρός τόν Πνευματικό πώς νά έξομολογή μέ βοηθό τούς Κανόνες τού άγίου Ίωάννου τού Νηστευτού έξηγημένους μέ άκρίβεια, γλαφυρή συμβουλή πρός τόν μετανοούντα πώς νά έξομολογήται, καί λόγο ψυχωφελή περί μετάνοιας.
               
Η ηλεκτρονική επεξεργασία ψηφοποίηση σκανάρισμα, μορφοποίηση κειμένου και εικόνων  έγινε από τον Ν.Β.Β

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια (Διαβάστε και τούς όρους χρήσης του  ©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ) , αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :

© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

http://www.alavastron.net/




ΠΑΡΑΠΟΜΠΑΙ


 86    Μολονότι καί ό Χρύσανθος στό Έξομολογητάριο (σελ. 15) λέει, ότι τό είδος της μετανοίας δηλώνεται καί μέ την εύχή τών μετανοούντων, τήν όποια διαβάζει ό Πνευματικός σέ αύτούς έμείς όμως βάλαμε έδώ καί τά δύο, καί τήν εύχή τών μετανοούντων καί τόν ’ίδιο άποφαντικό λόγο· καί μάλλον αύτόν ονομάζουμε είδος της μετανοίας· διότι σέ αύτόν φαίνεται καθαρά καί ή πνευματική καί ειδοποιός αιτία της συγχωρήσεως, πού είναι ή χάρις τού Αγίου Πνεύματος, καί ή οργανική αιτία της αύτης, πού είναι ό Πνευματικός.


      87     Διότι ό η' Κανόνας της Α' Συνόδου με χειροθεσία δέχθηκε όσους έπέστρεφαν άπό τήν αϊρεσι τών Ναυατιανών καί ό ξστ' της έν Καρθαγένη μέ χειροθεσία δέχθηκε όσους έπέστρεφαν άπό τούς Δονατιστές καί ξεχωριστά ό μθ' της ’ίδιας Συνόδου με χειροθεσία θέλει νά γίνωνται δεκτοί οί μετανοούντες άμαρτωλοί· γι’ αύτό καί οί τών Αποστόλων διαταγές (Βιβλ. β' Κεφ. ιη') ορίζουν στούς Πνευματικούς τά έξης· «Νά δέχεσαι τόν άμαρτωλό, όταν έπί πλέον κλάψη καί άφού τόν χειροθετήσης, άφησέ τον νά παραμένη στό ποίμνιο»· καί πάλι λένε (Κεφ. μα' καί μγ')· "Οπως τόν άπιστο τόν δέχεσαι άφού τόν βαπτίσης, έτσι καί τόν άμαρτωλό, άφού τόν χειροθετήσης, ώς καθαρό θά τόν άποκαταστήσης στήν βοσκή τήν πνευματική έπειδή μέ τήν έπίθεσι τών χειρών, έδίδετο τό Πνεΰμα τό Αγιο» (Πράξ. 8,18).


     88     ’Έτσι ό Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Λουκάς μέ έπιτίμιο άργίας κανόνισε τόν Ηγούμενο της Μονής τού Ξηροτρόφου, έπειδή φανέρωσε άμάρτημα άπό κάποιο πνευματικοπαίδι του, όπως λέει ό Βαλσαμών (Έρμην. στόν ρμα' Κανόνα έν Καρθαγένη). Δέν συζητώ, τό ότι καθόλου δέν πρέπει νά πιστεύεται μόνος του ό Πνευματικός, σύμφωνα μέ τόν ίδιο Κανόνα της έν Καρθαγένη· καί όταν ένας είναι πού μαρτυρεί, δέν πιστεύεται, άλλά διώχνεται, σύμφωνα μέ τόν Λέοντα καί Κωνσταντίνο τούς Βασιλείς (Έκλογ. τών Νόμων, Τίτλ. κστ'). Άς μιμηθούν οί Πνευματικοί σέ αύτό τόν ίδιο τόν Θεό, ό όποίος ποτέ κανενός άνθρώπου δέν δημοσίευσε τήν έξομολόγησι, όπως λέει ό ’Ιωάννης της Κλίμακος· «Πουθενά ό Θεός άφού ακούσε έξομολόγησι, δέν φαίνεται νά δημοσίευσετήν έξομολόγησι, πού ακούσε, γιά νά μή σταματήση τούς έξομολογουμένσυς καί τούς κάνει έτσι νά πέσουν σέ άνίατη άσθένεια» (Λόγ. στόν Ποιμένα).


    89  Βλέπε τόν Σωκράτη Βιβλ. ε' Κεφ. ιθ'. Καί ό Σωζόμενος άκόμη (Βιβλ. ζ' Κεφ. ιστ') λέει, ότι ό Πνευματικός διαλεγόταν, ώστε νά είναι μυστικός καί έχέμυθος.

    90    Βλέπε σελ. 139 τού α' Τόμου της έν Έτώνη Έκδόσεως τών Χρυσοστομικών καί σελ. 90 τού β' Τόμου καί σελ. 989 τού δ' καί σελ. 573 τού ε' καί σελ. 686 τού ζ' Τόμου.

     91      Τόση πολλή πρέπει νά είναι ή άγάπη σου, Πνευματικέ, γιά τήν σωτηρία τών άμαρτωλών, ώστε νά έχη έκείνα τά τέσσερα, πού άναφέρει ό Απόστολος Παύλος δηλαδή, πλάτος, μήκος, ύψος καί βάθος. Νά έχη πλάτος, γιά νά δέχεσαι έξίσου όλους τούς άμαρτωλούς τόσο τούς πλουσίους όσο καί τούς πτωχούς· τόσο τούς εύγενείς, όσο καί τούς χωρικούς. Νά έχη μήκος, γιά νά μήν κουράζεσαι νά άκούς τίς άμαρτίες τους όσο καί άν είναι πολλές καί μεγάλες. Νά έχη ύψος, γιά νά ύψώνης τούς άμαρτωλούς άπό τά επίγεια στά ούράνια. Νά έχη καί βάθος, γιά νά συγκαταβαίνης καί νά συνταπεινώνεσαι σέ κάθε τους άσθένεια καί άδυναμία καί νά μή δείχνης, ότι άηδιάζεις σέ κάποια πληγή τους. Γι’ αύτό βρίσκουμε στά Πατερικά ένα άπόφθεγμα, πού είπε ένας ένάρετος Πνευματικός. «Έάν έγώ (έλεγε) είχα, ύποθετικά, τό ένα μου πόδι στήν πόρτα τού Παραδείσου, έπειτα ήθελα νά γυρίσω πίσω, γιά νά έξομολογήσω μία ψυχή, πού έχει άνάγκη διορθώσεως, ύπολογίζω βέβαια, ότι γυρίζοντας πίσω, θά έσερνα μαζί μου καί τόν Παράδεισο νά μέ άκολουθη, έως ότου διορθώσω τήν ψυχή έκείνη». Καί ένας άλλος σοφός έλεγε στούς Πνευματικούς· «Σκεφθητε, Πνευματικοί, ότι οί μετανοούντες, όταν εξομολογούνται, σάς ονομάζουν πατέρες τους, λέγοντας, ναί πάτερ όχι πάτερ. Λοιπόν είστε ύποχρεωμένοι νά δείχνετε καί εσείς πρός αύτούς μία άγάπη πατρική καί μέ μεγάλη προθυμία νά τρέχετε έπάνω καί κάτω γιά τήν διόρθωσι καί σωτηρία τους».


     92     ’Έτσι οί ’Ιουδαίοι άπό τά δάκρυα, πού έχυσε ό Χριστός στόν Λάζαρο, συμπέραναν τήν άγάπη, πού είχε σέ αύτόν· γι’ αύτό καί έλεγαν· «Κύταξε πόσο τόν αγαπούσε» (Ιωάν. 11,36).

     93     Διότι ό 'Άγιος Γρηγόριος ό Νύσσης λέει στόν άμαρτωλό τά έξης«Ζήτησε καί πένθος ομόψυχων άδελφών, πού σέ βοηθέΐ στήν ελευθερία· λάβε καί τόν Ιερέα (δηλαδή τόν Πνευματικό) κοινωνό τής θλίψεως ώς πατέρα» (Λόγ. περί Μετανοίας).



     94     Ό ’ίδιος Νύσσης στόν ίδιο Λόγο κατηγορεί τούς Πνευματικούς έκείνους, πού δέν συμπονούν γιά τίς άμαρτίες τών άμαρτωλών καί τούς ονομάζει σκληρούς καί ψευδώνυμους πατέρες καί έπαινεί έκείνους, πού πενθούν καί κλαΐνε γιά τίς άμαρτίες τών πνευματικών τέκνων τους, όπως πενθούσε ό Μωυσής γιά τόν Ίσραηλιτικό λαό, όταν έκανε τούς μόσχους· καί όπως έκλαιγε ό μέγας Παύλος γιά τούς έχθρούς τού Σταυρού τού Χριστού (Φιλιπ. 3,18). ’Έτσι καί ό μέγας Βασίλειος γράφει πρός τόν έκπεσόντα Μοναχό νά πάη σέ αύτόν καί αύτός θά θρηνήση τόν νεκρό του καί θά κλαύση στήν συντριβή του έτσι ό Σωζόμενος γράφει στήν ’Εκκλησιαστική Ιστορία, ότι όταν τελείωνε ή θεία Λειτουργία, έκείνοι οί άμαρτωλοί πού γιά τίς άμαρτίες τους δέν κοινωνούσαν τά θείά Μυστήρια, έπεφταν στήν γή μπρούμυτα μέ θρήνους κλαίγοντας, έπειδή στερήθηκαν τήν θεία Κοινωνία, καί άμέσως έτρεχε καί ό ’Επίσκοπος καί έπεφτε καί αύτός άπέναντί τους κατά γής κλαίγοντας, καί όλο τό πλήθος τών Χριστιανών έκλαιγαν μέ δάκρυα πικρά γιά τήν συμφορά τους· «Όταν τελείωνε ή τού Θεού Λειτουργία, όσοι δέν μετείχαν στά μυστήρια, όπως συνηθίζεται στούς πιστούς, μέ κραυγή καί όδυρμό ρίχνουν τούς έαυταύς των μπρούμυτα στήν γή· άπό τήν άλλη μεριά όμως ό ’Επίσκοπος γεμάτος άπό δάκρυα τρέχοντος παρόμοια πέφτει μέ δάκρυα έπάνω στό έδαφος μέ κραυγή καί όλο τό πλήρωμα της ’Εκκλησίας είναι γεμάτο άπό δάκρυα» (Βιβλ. ζ' Κεφ. ιστ').



     95 Βλέπε στήν α' ύπόθεσι μετά τούς Κανόνες τού Νηστευτού.

     96 Βλέπε σελ. 57 τού Έξομολογηταρίου

     97 Βλέπε τόν λβ' Κανόνα τού Νηστευτού.

     98     Βλέπε γι’ αύτό στά έπιτίμια τού Νηστευταΰ, μετά άπό τούς    Κανόνες του.


       99  Βλέπε τόν λα' Κανόνα τού Νηστευτού.

      100 Βλέπε τόν λα' Κανόνα του Νηστευτού.

      101 Βλέπε σελ. 80.

      102 Βλέπε γι’ αύτό σελ. 76 τού Έξομολογηταρίου.

     103 ΒΤέπεγι’ αύτό σελ. 83.

     104 Βλέπε γι’ αύτό στήν ζ' ύπόθεσι μετά τούς Κανόνες τού Νηστευτου.

     105     Βλέπε στήν Ε' Έντολή, πόοα χρεωστούν τά παιδιά νά προσφέρουν στούς γονείς.

     106    Βλέπε γι’ αύτό τόν κ' Κανόνα ταυ Νηστευτού.

     107 Βλέπε γι’ αύτό σελ. 95 τού Έξομολογηταρίου.

     108 Βλέπε γι’ αύτό σελ. 95.

     109 Βλέπε γι’ αύτό τόν κα1 τού Νηστευτού.

     110 Βλέπε γι’ αύτό σελ. 93

     111 Βλέπε τόν λδ' τού Νηστευτού.

     112 Βλέπε τόν ιγ' Κανόνα τού Νηστευτού.



     113 Βλέπε καί στά έπιτίμια τού Νηστευτού, μετά τούς Κανόνες του.

     114 Βλέπε τόν ιβ' Κανόνα τού Νηστευτού.

     115 Βλέπε τόν η' καί θ' Κανόνα τού Νηστευτού.

     116 Βλέπε τόν θ' Κανόνα τού Νηστευτού.

     117 Βλέπε τόν ιη' Κανόνα τού Νηστευτού.

     118      Βλέπε καί στά έπιτίμια τού Νηστευτσΰ, μετά τούς Κανόνες, καί στήν β' ύπόθεσι μετά τούς Κανόνες τού Νηστευτού.


     119 Βλέπε τόν ιη' Κανόνα τού Νηστευτού.

     120 Βλέπε τόν κζ' Κανόνα τού Νηστευτού καί τόν λ'.

     121 Βλέπε σελ. 94 τού ’ Εξο μολογηταρίου.

     122 Βλέπε τόν λα' Κανόνα τού Νηστευτού.

     123 Βλέπε στήν ζ' ύπόθεσι μετά τούς Κανόνες τού Νηστευτού.

     124 Βλέπε τόν κθ' Κανόνα τού Νηστευτού.


      125  Βλέπε τόν γ' καί α' Κανόνα του Νηστευτού.













Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |