Όπως άναφέρει ό σοφός σύγχρονός μας Ρώσος Φλωρόφσκυ τό κακό ένώ τρέφεται, στηρίζοντας τήν ύπαρξή του, άπό τό χώμα της γλάστρας τοΰ δημιουργού Θεού, τού μόνου δημιουργού, ύφαρπάζει τό δημιούργημά του, τό λουλούδι του, καί τό ρίχνει σε τρομερή πτώση καί αύτοκαταστροφή. Σέ άνέκφραστη γελοιοποίηση. Τό φανερό ώστόσο πιά τούτο μυστικό έπεκτείνεται. Έχει τήν έξαίρεσή του. Ό ταπεινός όλων τών έποχών όπου ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τού Θεού, ό «έγκαταλελειμμένος» στήν άκρη τών στεναγμών, κατέχει δίπλα του τήν παντοδυναμία. Γεμίζει τήν καρδιά τού Δυνατού μέ τέτοια συμπόνοια ώστε τόν άναγκάζει νά τού προσφέρει άρρητα καί ύπερφυσικά. Νά έκτελεί κάθε είδους αίτημά του έκτός βέβαια τών ψυχοφθόρων. Γιά όποιον ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τοΰ Θεού δέν ύπάρχει άπογοήτευση. Ποτέ. Μπορεί λόγου χάρη ένα βασανισμένο σήμερα παιδάκι νά ψελλίσει τού άπειρου Θεού: «άνοιξέ μου αύτό τόν βράχο» καί εύθύς άμέσως νά τού έκτελεσθεϊ ή έπιθυμία. Όπως καί μιά βασανισμένη γεροντική ψυχή ή όποια υπομένει «έν όσιότητι», μπορεί μέ αίτημα γονάτων νά γιατρέψει τόν καρκίνο.
Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2016
Πρόλογος
ΣΗΜΕΡΑ όπου καί έπιχειροϋμε νά
σκιαγραφήσουμε μιά τρισμέγιστη προσωπικότητα της 'Ιστορίας ταπεινή σάν ένα σπυρί σιτάρι ζοΰμε σέ έποχή «φαρμακείας καί
δηλητηριάσεως». Ό μϋθος τοϋ βασιλιά όπου ζήτησε άπό τόν μάγο νά τόν γεμίσει
κτήματα, χρυσαφικά, τρόφιμα, ροϋχα, κοντολογής τοϋ πουλιού τό γάλα, δίχως νά
σκεφθεΐ ότι γιά ένα άνώτερο δημιούργημα αύτά όλα άποτελοΰν έλάχιστο ποσοστό
εύτυχίας (άφοϋ άκόμη καί τό ζώο μπουχτίζει), έφαρμόζεται στίς ημέρες μας, μέ
τήν οδυνηρή συνέπεια ένός άνίατου άγχους. Μιάς μανίας αύτοκαταστροφής άνευ
προηγουμένου. Ένός αιτήματος ύποδουλώσεως σέ δικτάτορες δολοφόνους, ανήθικους,
άδίστακτους θεοποιημένους τυράννους.Πώς καί γιατί μέσα σέ είκοσι αιώνες
παραμερίστηκε, πώς λησμονήθηκε ή τραγική Θυσία της ένανθρωπήσεως τοϋ προαιώνιου
Λόγου καί τής άναρτήσεώς του στό έξαγοραστικό ξύλο; Είναι λοιπόν ή άθεΐα
τρέλλα; Κατάντησε ό κόσμος άπέραντο τρελλοκομείο; Ναί, έτσι κατάντησε, άφοΰ ό
Δημιουργός τού σύμπαντος έδώ καί δυό χιλιάδες χρόνια έδωσε άποστομωτική
άπάντηση στό πνεϋμα τοϋ κακοϋ, ταυτόχρονα καί στους σοφούς τοΰ κόσμου.
Όπως άναφέρει ό σοφός σύγχρονός μας Ρώσος Φλωρόφσκυ τό κακό ένώ τρέφεται, στηρίζοντας τήν ύπαρξή του, άπό τό χώμα της γλάστρας τοΰ δημιουργού Θεού, τού μόνου δημιουργού, ύφαρπάζει τό δημιούργημά του, τό λουλούδι του, καί τό ρίχνει σε τρομερή πτώση καί αύτοκαταστροφή. Σέ άνέκφραστη γελοιοποίηση. Τό φανερό ώστόσο πιά τούτο μυστικό έπεκτείνεται. Έχει τήν έξαίρεσή του. Ό ταπεινός όλων τών έποχών όπου ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τού Θεού, ό «έγκαταλελειμμένος» στήν άκρη τών στεναγμών, κατέχει δίπλα του τήν παντοδυναμία. Γεμίζει τήν καρδιά τού Δυνατού μέ τέτοια συμπόνοια ώστε τόν άναγκάζει νά τού προσφέρει άρρητα καί ύπερφυσικά. Νά έκτελεί κάθε είδους αίτημά του έκτός βέβαια τών ψυχοφθόρων. Γιά όποιον ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τοΰ Θεού δέν ύπάρχει άπογοήτευση. Ποτέ. Μπορεί λόγου χάρη ένα βασανισμένο σήμερα παιδάκι νά ψελλίσει τού άπειρου Θεού: «άνοιξέ μου αύτό τόν βράχο» καί εύθύς άμέσως νά τού έκτελεσθεϊ ή έπιθυμία. Όπως καί μιά βασανισμένη γεροντική ψυχή ή όποια υπομένει «έν όσιότητι», μπορεί μέ αίτημα γονάτων νά γιατρέψει τόν καρκίνο.
Όπως άναφέρει ό σοφός σύγχρονός μας Ρώσος Φλωρόφσκυ τό κακό ένώ τρέφεται, στηρίζοντας τήν ύπαρξή του, άπό τό χώμα της γλάστρας τοΰ δημιουργού Θεού, τού μόνου δημιουργού, ύφαρπάζει τό δημιούργημά του, τό λουλούδι του, καί τό ρίχνει σε τρομερή πτώση καί αύτοκαταστροφή. Σέ άνέκφραστη γελοιοποίηση. Τό φανερό ώστόσο πιά τούτο μυστικό έπεκτείνεται. Έχει τήν έξαίρεσή του. Ό ταπεινός όλων τών έποχών όπου ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τού Θεού, ό «έγκαταλελειμμένος» στήν άκρη τών στεναγμών, κατέχει δίπλα του τήν παντοδυναμία. Γεμίζει τήν καρδιά τού Δυνατού μέ τέτοια συμπόνοια ώστε τόν άναγκάζει νά τού προσφέρει άρρητα καί ύπερφυσικά. Νά έκτελεί κάθε είδους αίτημά του έκτός βέβαια τών ψυχοφθόρων. Γιά όποιον ξέρει νά θάβει τό θέλημά του κάτω άπό τό θέλημα τοΰ Θεού δέν ύπάρχει άπογοήτευση. Ποτέ. Μπορεί λόγου χάρη ένα βασανισμένο σήμερα παιδάκι νά ψελλίσει τού άπειρου Θεού: «άνοιξέ μου αύτό τόν βράχο» καί εύθύς άμέσως νά τού έκτελεσθεϊ ή έπιθυμία. Όπως καί μιά βασανισμένη γεροντική ψυχή ή όποια υπομένει «έν όσιότητι», μπορεί μέ αίτημα γονάτων νά γιατρέψει τόν καρκίνο.
Βασανισμένη έπειτα άπό μιά φοβερή
δοκιμασία έξοντώσεως στή Ρώμη, γερασμένη στά μετέπειτα χρόνια ψυχή, «ζώσα έν
στεναγμοϊς, έν υπομονή, πραότητι, άνοχη καί έν έξορία», ήταν ή προσωπικότητα:
Εύαγγελιστής ’Ιωάννης.
Οί σημερινοί όλοι έμείς, τά άνθρωπάκια της
τεχνοκρατίας, όπου σάν τό πολύχρωμο παγώνι στραφήκαμε στόν έγωκεντρικό
ναρκισσισμό καί γεμίσαμε καί τό παραμικρό μας κύτταρο μέ τό ύπερδραστικό
φαρμάκι της ύπερηφάνειας, είναι άδύνατο νά συναντηθούμε μέ τήν λαμπερή αύτή
Μορφή της 'Ιστορίας. Σφιχταγκαλιάσαμε τό έφήμερο καί «κατέστημεν τυφλοί». Παρ’
όλα αύτά ή έλάχιστη εύσέβεια πού μάς άπομένει, μάς άναγκάζει νά στεκόμαστε
καταμπροστά στήν όλόγλυκια μορφή του, μέ συντριβή καί δέος.
Τό Ιερό Εύαγγέλιο (Θεόπνευστη, άτράνταχτη
Γραφή) μάς σκιαγραφεί σέ μερικά σημεία γιά τόν μικρότερο γιό τού Ζεβεδαίου, τόν
έπιστήθιο φίλο τού «Υιού τού Θεού τού ζώντος». («Λαβών ούς προέκρινας τών Ιερών
μαθητών, άνήλθες εις όρος καί μετεμορφώθης, έμπροσθεν αύτών, πρό τού τιμίου
σταυρού σου καί τού πάθους»). Ένας «εκ τών προκριθέντων» ήταν μαζί μέ τόν
Ιάκωβο καί ό νεαρός τότε τήν ήλικία Ιωάννης. Πιστός άλλοτε, τοΰ Βαπτιστή. Καί
συγκεκριμένα σάν φλογερός άνεμος, τίς πρώτες λαχτάρες τής νιότης, τίς έσπρωξε
στήν έναγώνια πνευματική έκκρεμότητα. 05 νομοδιδάσκαλοι καί οί Φαρισαίοι
«χτυπούσαν τύμπανα στήν μούχλα». "Αλλα έλεγαν, άλλα σκέπτονταν, άλλα
σκάρωναν. Τίς πρώτες λοιπόν λαχτάρες έκεΐ, στό πνευματικό σταυροδρόμι. «Τό
άείποτε άσπαΐρον». Ή καρδιά του μόλις άκουσε τήν λαλιά τού Προδρόμου πού
διαλαλούσε γιά μετάνοια, δηλαδή γιά άμεση άλλαγή νοοτροπίας καί ζωής,
άνασκίρτησε. Προαισθάνθηκε φώς ροδαυγής. Καί μέ τήν όρμή τού νέου γιά ιδανικά,
τού πήρε τό κατόπιν, τόν άκολούθησε. Έγινε μαθητής του. Όμως ό γιός τού
Ζαχαρία, διαλεγμένος άπό καταβολής κόσμου στό κεφάλαιο τοΰ λυτρωμοΰ γιά
Πρόδρομος, μιλοΰσε λίγο άργότερα γιά Κάποιον όπου άδυνατοΰσε νά σκύψει νά Λύσει
«τούς ιμάντες ιών υποδημάτων του». Ύπόδειχνε στούς φίλους του νά προσέξουν
Εκείνον. Κάποιον άλλο.
Τήν ζωή, τήν καθημερινότητα, τις σκέψεις,
τις πράξεις, τίς έπιθυμίες, τό ιστορικό κάθε ψυχής άπό τήν υπεύθυνη ένηλικίωση
ώσαμε τήν στερνή πνοή, ποιός τάχα συνάνθρωπος είναι σέ θέση νά γνωρίζει;
Κανείς. Μονάχα ό Καρδιογνώστης. Οί βιογραφίες, όπως κι αύτή εδώ, στηρίζονται σέ
γεγονότα καί «πανθομολογούμενες» πληροφορίες. Γιά όσες μορφές άφιερώθηκαν στό
θέλημα τού Θεού. ’Αλλά καί σέ άδιαφιλονίκητα ύπερφυσικά σημεία. Όλες οί
περίτεχνες άφηγήσεις, άποτελοΰν κομψοτεχνήματα ύφους, πληροφοριών, φαντασίας.
Τό άτομο, ή μονάδα όπου μαγνητίζεται άπό
τήν δόξα τού κόσμου καί άπό τήν έδώ χειροπιαστή λάμψη του, καί άναζητεΐ νά τά
βολέψει όπως όπως καί νά ολοκληρώσει τίς
κατακτήσεις του, είναι άδύνατο νά κατανοήσει τήν θέληση καί τήν έντολή τού
Θεού, τόν προορισμό του, τήν όντως εύτυχία του. Ή τραγωδία του ξεκινάει άπό τήν
άπιστία. Κάπου κάπου σωφρονεϊται,
λαχταράει τά ύψηλά. Ρίχνει ματιές στήν άγία Γραφή καί παρατηρεί τά θαυμάσια τής
Δημιουργίας. «Πρός στιγμήν» εκπλήσσεται, μαγνητίζεται, πέφτει σέ μελαγχολία.
Συλλογιέται. 'Ύστερα όμως τόν ξανατραβάει τό χώμα. Έρχονται τά πετεινό τοΰ
ούρανοΰ μέ τά φολιδωτά φτερά τής λογικής καί τού άρπάζουν, καταβροχθίζοντας τόν
σπόρο. Πρέπει ό ταλαίπωρος νά περιμένει νά ξανάρθει έποχή (ή εύκαιρία ) σποράς.
Καί πάλι άν τά καταφέρει νά ρίξει, νά άπαρνηθεΐ τόν έαυτό του. Τόν πιό φθονερό
δηλαδή τής έπιτυχίας του καταστροφέα.
Έάν Λόγου χάρη ό Κύριος δεν ήταν «ό
συνάναρχος Λόγος Πατρί καί Πνεύματι, ό τά σύμπαντα έν τη δρακί περιέχων», τό
γεγονός της ένανθρωπήσεως θά χανόταν στά πλοκάμια τοϋ παμφάγου χρόνου. Θά τό
έξαφάνιζαν τό ψέμα, τά έγκλήματα, θά τό καταχώνιαζε στήν άνελέητη άβυσσό της ή
Ιστορία. Τό πλήρωμα όμως τοΰ χρόνου διαλέχτηκε σε έποχή όπου ή τεχνοκρατία μέ
τά καταπληκτικά της έπιτεύγματα βαθειά κοιμότανε. «'Ύπνο βαθύ». Ή ναυσιπλοΐα;
Στήν κατάσταση των ιστίων καί στήν διάθεση των άνέμων. Τά ταξίδια; Μικρές
οδύσσειες. Κίνδυνοι καί ληστές σχεδόν σέ κάθε σταυροδρόμι. Σέ στεριές καί
θάλασσες. Μήτε έφημερίδες, μήτε ραδιόφωνο, μήτε τηλεόραση, μήτε κάν ταχυδρομεία.
Τό πλήρωμα τοϋ χρόνου όμως άκριβώς γι’ αύτό διαλέχτηκε σέ τέτοια έποχή. Γιά ν’
άποδεικνύεται τό μεγαλείο τής θεότητας. Πώς άπλώθηκε στόν σκληροτράχηλο κόσμο
τό Φώς άπό τούς ταπεινούς καί καταφρονεμένους; Άπό τούς άσήμαντους, τούς
κουρασμένους οδοιπόρους; Ό μαραγκός τής Ναζαρέτ, ή Κυρία Θεοτόκος, άγνωστη τότε
σχεδόν σέ όλους, τά παιδιά τής Γαλιλαίας, οί Ρωμαίοι, ό Πιλάτος, οί σταυρωτές,
ό προδότης, ό φρικτός Γολγοθάς καί ή ’Ανάσταση, προπαντός αυτή, έχουν πιά τόν
δρομοδείχτη τους ’Αστέρα στόν προνομιούχο άνάμεσα στούς πλανήτες, πλανήτη Γή. Ή
καταπληκτική σήμερα τεχνοκρατία ένώ κραυγάζει καί καυχιέται, δίχως μισή άκτϊνα
φωτός Ευαγγελίου, άπό στιγμή σέ στιγμή κινδυνεύει νά έξαφανίσει τόν πλανήτη. Νά
τόν άνατινάξει πλήθος άποκαΐδια στόν άστερισμό τοΰ Γαλαξία. Τά σημερινά μας
τραγικά τέκνα, όπου έμπλεξαν μέ τίς συμπληγάδες ιοϋ εύδαιμονισμοΰ, της
φυγοτεκνίας, της Λατρείας της ύλης, δπου τούς κληροδοτήσαμε, κάθε αύγή καί κάθε
δειλινό μάς φωνάζουν: «Δέν βλέπετε λοιπόν τά τραγικά έρωτήματα όπου μάς
άπασχολοϋν; Κωφάλαλοι είσθε; Δέν άνπλαμβάνεσθε ότι άπό μισό λάθος, η άπό
κάποιον μεθυσμένο υπεύθυνο, κινδυνεύουμε νά χάσουμε τά ώραΐα πού ζοΰμε καί νά
κονιορτοποιηθούμε, νά άνατιναχθούμε στό σύμπαν;» Μέ στήριγμα τό Ευαγγέλιο, «άν
υπάρχουν άκόμη άγιοι, πού ύποτάσσουν τό θέλημα τους στό θέλημα τού Θεού», τούς
άπαντοΰμε, «δίχως τήν θέληση τού Δημιουργού τίποτα δέν θά έξαφανισθεϊ». ’Από
ψευδαίσθηση νομίζουμε ότι σάν άπαρτο κάστρο κατέχουμε τόν πλανήτη. Άλλος τόν
έφτιαξε, άλλος είναι ό «τάς κλείδας κρατών».
Αύτός λίγο πρίν άπό τήν οδυνηρή σταύρωσή
Του στό ξύλο, στήν περίφημή του προσευχή πρός τόν Πατέρα, στήν προσευχή όπου
σάν πιστός άκόλουθος καί σάν αύτόπτης καί αύτήκοος μάς διέσωσε ό ιερός Μαθητής
μέ τόν οποίο θά τολμήσουμε ν’ άσχοληθοΰμε πιό κάτω, είπε: «Πατέρα, ήλθε ή ώρα.
Δόξασε τόν Υιόν σου, γιά νά σέ δοξάσει καί ό Υιός σου, σύμφωνα μέ τήν εξουσία
όπου τού έδωκες πάνω σέ όλους τούς άνθρώπους, ώστε νά δώσει ζωή αιώνιο στόν
καθένα άπό έκείνους πού τού έδωκες. Αύτή είναι ή αιώνια ζωή: τό νά γνωρίζουν
Σέ, τόν μόνο άληθινό Θεό καί τόν ’Ιησού Χριστό, τόν όποιο έστειλες. Έγώ σέ
έδόξασα πάνω στό χώμα της γης, έτελείωσα τό έργο όπου μοΰ άνέθεσες καί νά, τώρα
δόξασέ με Σύ, Πατέρα, κοντά σου. Μέ τήν δόξα όπου είχα στούς κόλπους σου. Πρίν
νά υπάρξει ό κόσμος. ’Ιδού έτελείωσα τόέργο». Δηλαδή ιό έξετέλεσε ώσαμε ιήν
παραμικρή Λεπτομέρεια. Έργο τεράστιας σημασίας. ’Αποφασιστικό καί τελεσίδικο
γι’ αμέτρητα τρισεκατομμύρια, τρισεκατομμυρίων ψυχές! ’Από κει καί πέρα, δέν
τοΰ ήταν άπαραίτητη ή χρήσιμη ή άνάπτυξη τής τεχνοκρατίας γιά τήν διάδοσή του.
Μήτε τά διαφημιστικά παρακλάδια των κρατουντών. Τό άπέδειξαν άδιάψευστα τά
γεγονότα, ό χρόνος, ή Ιστορία. Ό Θεός είναι παντοδύναμος. "Ο,τι μέ άγάπη
άποφασίζει, τό έκτελεΐ άκόμη καί μέ τά άψυχα, τά άόρατα, άκόμη καί μέ τίς
πέτρες.
Καί λίγο πιό κάτω, λίγο προτού τερματίσει
τήν καταπληκτική στήν 'Ιστορία εκείνη προσευχή, στρέφει τήν προσοχή του στά
παιδιά της Γαλιλαίος. Στούς πιστούς όλων τών έποχών. «Πατέρα άγιε, φύλαξέ τους
μέ τήν δύναμη τού ονόματος σου. Γιά νά σταθούν ένωμένοι όπως είμαστε έμεϊς.
'Όσο ήμουν κοντά τους στόν κόσμο, τούς έφύλαγα μέ τήν δύναμη τοΰ ονόματος σου.
Εκείνους όπου μοΰ έμπιστεύθηκες, τούς έφύλαξα. Καί κανένας τους δέν χάθηκε,
παρά ό υιός τού χαμού, γιά νά έκπληρωθεΐ ή προφητεία τής Γραφής. Όμως τώρα άπό
στιγμή σέ στιγμή έρχομαι κοντά σου καί όσα λέγω, τά λέγω ένώ είμαι άκόμη στόν
κόσμο. Γιά νά πάρουν καί νά διατηρήσουν μέσα τους τήν χαρά τέλεια. Τούς
μεταβίβασα τόν λόγο σου καί ό κόσμος τούς έμίσησε. Γιατί δέν είναι άπό τόν
κόσμο. Καθώς κι εγώ δέν είμαι άπό τόν κόσμο. Δέν σέ παρακαλώ νά τούς πάρεις, νά
τούς άποτραβήξεις, νά τούς μεταφέρεις στούς ούρανούς. Άλλά νά τούς φυλάξεις άπό
τόν Πονηρό όπου κυριαρχεί στόν κόσμο. (Γιά νά τόν άναποδογυρίζει στό ψέμα).
Άγίασέ τους μέ τήν κρυσταλλένια σου άλήθεια. Κάθε λόγος δικός σου τοξεύει
άλήθεια».
Βλέπουμε ότι ό «πάντων άγιων άγιώιαιος
Λόγος», μέ ταπεινό φρόνημα άκρατης ύπακοής, ζητεί τήν παντοδυναμία τοϋ Πατέρα
γιά μερικά όστράκινα σκεύη. Παρακαλεΐ νά διατηρήσει τούς έλάχιστους άνάμεσα
στήν άνθρωποθάλασσα διαλεκτούς, τό πρώτο δηλαδή «μικρό ποίμνιο», τά πρώτα
καταφρονεμένα άπό τόν κόσμο μέλη τής μέλλουσας νά Ιδρυθεί μέ τό αίμα τοϋ
Γολγοθά, Εκκλησίας. Άπό τί νά τούς διατηρήσει; Άπό τόν πονηρό, τόν άρχοντα τοϋ
έρέβους. Άπό τόν δρομοδείχτη τής προσωρινότητας μέ δόλωμα τήν λεωφόρο. Άπό τήν
έγωπάθεια, τήν μάταιη τέρψη, τήν ψευδαίσθηση τοϋ τώρα, τήν έπανάσταση τής
σάρκας, τήν ένοχη έπιθυμία, τήν διάκριση. Άπό τήν άπελπισία καί τό χάσιμο της
ύπομονής. Άπό κάθε ψυχοφθόρο παραστράτημα όπου σφιχτοδένει τήν καρδιά μέ τό
χώμα. Καί τήν «καθιστά» ταλαίπωρο καί τραγικό δημιούργημα. Ξεστρατισμένο άπό τό
γιδόστρατο τής σωτηρίας. Δυστυχισμένο.
Γιά νά έπανέλθουμε στήν συγκλονιστική
άλήθεια όπου ύστερα άπό δύο χιλιάδες χρόνια διαλαλεΐ σήμερα ό σύγχρονός μας
Ρώσος Φλωρόφσκυ, ένώ τό Ευαγγέλιο έχει τήν πρώτη άπό όλα τά βιβλία τής
οικουμένης κυκλοφορία, ένώ σύμφωνα μέ τήν προφητεία τοϋ 'Ιδρυτή τής Εκκλησίας
«κατέστη» πλέον στούς κόσμους «σημεΐον γνωστόν καί άντιλεγόμενον», ένώ υπάρχουν
έξωτερικές ιεραποστολές καί οί μαϋροι στήν Αφρική βαπτίζονται «άγεληδόν» έπιστρέφοντας
στό Φώς, ένώ στά σταυροδρόμια τών διεθνών διαβάσεων υψώνονται καλλιμάρμαροι
χριστιανικοί ναοί, μέ λαμπροστόλιστους μέσα ιερείς, Επισκόπους, Αρχιεπισκόπους,
Πατριάρχες, καρδινάλιους καί Ποντίφηκες, δισεκατομμύρια ψυχές γεννιούνται γιά
νά καυχηθοΰν, νά ψευτογΛεντήσουν, νά διακριθοϋν, νά μεθύσουν, νά σπιλώσουν τήν
κατοικία της ψυχής, νά έγκληματίσουν, νά γελοιοποιηθούν καί νά χαθούνε. Νά τούς
καταπιεί δηλαδή σάν άπορρίμματα ό άπορροφητήρας της φθοράς καί τής άκολασίας.
«Ή έτεροσυντήρητη δύναμη τού κακού, τό δηλητηριώδες μανιτάρι» τονίζει ό Ρώσος,
«υφαρπάζει άπό τά χέρια τού Δημιουργού τό άγαπημένο του δημιούργημα, τό
άναποδογυρίζει, τό άπομυζά σάν τήν άράχνη, τό αύτοκαταστρέφει μέ φοβερή μανία.
Τό έξαπατά, τό παρασύρει, τό πολτοποιεί καί τελικά τό πετά «όζον πτώμα» στόν
Καιάδα τού άφανισμοΰ. Γεγονός πού γίνεται παρά τήν θεϊκή θέληση καί έπιθυμία».
Παντού υλισμός, παντού ύψηγορία, μεγαλομανία, πάλη τών τάξεων, αύτοερωτισμός,
προβολή τού έγώ, στροφή πρός τήν άγέλη, συγκρούσεις, πάθη, καταστροφή. Άν προσθέσουμε
καί φαινόμενα τών τελευταίων εξελίξεων, τόν χαμό δηλαδή τής γυναίκας, τόν
έξευτελισμό τής κόρης, τήν γυναικοποίηση του άνδρός, τά ναρκωτικά, τόν
άναιδέστατο καί προκλητικό άθεϊσμό καί πολλά άλλα σύγχρονα φαινόμενα, μάς
καταλαμβάνει μελαγχολία. ’Ανομολόγητη θλίψη.
Γιάτι τάχα ό «έχων εξουσίαν έπί πάντων τών
άνθρώπων», γιατί άνέχεται νά γίνεται τέτοια ομαδική, ξέφρενη αύτοκαταστροφή;
Γιατί δέν έπεμβαίνει νά τήν άνακόψει; Ό Ρώσος μέ περίσκεψη μάς άπαντά:
«'Απλούστατα, γιατί σέβεται τήν έλευθερία καί τήν άνεξαρτησία τού ύπερτέλειου
τούτου ψυχοσωματικού δημιουργήματος. Δέν θέλει νά τό σπρώξει, παρά τήν θέλησή
του, δέν θέλει νά τό άναγκάσει νά προχωρήσει στήν εύτυχία του. Τοϋ τήν δείχνει
άδιάκοπα μέ χίλιους τρόπους. Καί μέ ιόν άπέραντο χρόνο, καί μέ ιά γεγονότα καί
μέ ΐήν στιγμή. Όμως οί άνθρωποι άγάπησαν καί άγαποΰν τό σκότος. Προσκολλήθηκαν
μέ καλπάζουσα τρυφηλότητα στά πονηρά έργα τους, μέ κανένα τρόπο δεν
ματαγυρίζουν στην στενή πύλη, στήν τεθλιμμένη όδό πού όδηγεΐ στήν σωτηρία». Τί
τραγωδία! «Επιμένουν στήν προσωρινότητα, στήν άσέλγεια καί τό σήμερα. Φάγωμεν,
πίωμεν, αΰριον γάρ άποθνήσκομεν. Τούς ύπερμεθάει τό ψεύδος. Ό ένας ξεγελάει τόν
άλλο καί αύτοηδονίζονται μέ τήν χλεύη, τήν άπάτη, τόν φατριασμό, τήν
δολοπλοκία, τό μίσος».
Υπάρχουν άραγε στόν αιώνα μας παιδιά τής
Γαλιλαίας Ώ άν δέν υπήρχαν... Μήτε μισή
στιγμή ό πανόμορφος τούτος πλανήτης, τό κομψοτέχνημα τής Δημιουργίας, θά
στεκόταν στόν περίγυρό του. Δίχως πολλές διατυπώσεις καί πρό τής ώρας του, θά
γινόταν ό,τι τρέμουν σήμερα τά σκεπτόμενα παιδιά μας. Θά άνατιναζόταν στόν
άέρα. Μονολιθικές άναθυμιάσεις άηδίας στήν μεγαλειώδη άρμονία «ορατών τε καί
άοράτων» δέν γίνονται ανεκτές. Υπάρχουν, ναι υπάρχουν, σέ όλο τόν κόσμο τής
φθοράς. Πόσοι καί ποιοί; Κανείς δέν ξέρει. Σκορπισμένοι σέ σταυροδρόμια, ώκεανούς
καί λαγκαδιές. Ταπεινοί καί καταφρονεμένοι, θαρραλέοι κι ετοιμοπαράδοτοι γιά
διωγμό, θλίψη, μαρτύριο. Προσεύχονται, θλίβονται, έλπίζουν. Καί περιμένουν.
’Άνδρες, γυναίκες, έφηβοι, παιδιά. Τό μικρό ποίμνιο ποτέ δέν θά έκλείψει.
«Πύλαι άδου, ού κατισχύσουσιν» στήν ιερή αίματόβρεκτη μέ θεϊκό αίμα Κιβωτό.
Εισαγωγή κειμένων σε πρώτη αποκλειστική
δημοσίευση από το Βιβλίο :
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ Ο ΥΙΟΣ ΤΗΣ ΒΡΟΝΤΗΣ
ΣΩΤΟΥ ΧΟΝΔΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία κειμένων και
εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η χρήση, διάθεση και
αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια , αρκεί να διατηρείται το αρχικό
νόημα ,χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς
σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου