ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Ανθήτω ώς κρίνον

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2016

Ανθήτω ώς κρίνον



Ανθήτω ώς κρίνον
Φώτης Κόντογλου

ΠΟΛΛΑ ΡΗΜΟΚΚΛΗΣΙΑ βρίσκουνται χτισμένα άπάνου στά μικρά βουνά καί κοντά στη θάλασσα. Ευωδιάζουνε καθαρά κι άσπρισμένα" οί γυναίκες κ’ οί άντρες τά διατηρούνε, τά στολίζουνε μέ μυρσίνες, μέ δάφνες καί μέ άβαγιανούς.
Τήν “Αγια Τράπεζα τη στρώνουνε μέ κεντημένα τραπεζομάντιλα άρχαΐο σκέδιο, βάζουνε καί κουρτίνες στοΰ τέμπλου τά κονίσματα. Στό κόνισμα τής Παναγιάς καί στους άλλους άγιους κρεμάζουνε τάματα, άνθρωπάκια, μάτια, αυτιά, χέρια, ποδάρια, πρόβατα, καΐκια κι άλλα πολλά.
Απ’ δξω, αυτά τά ρημοκκλήσια έχουνε πάντα ένα χαγιάτι γιά ν’ άποσκιάζει, κι από κεί βλέπεις τη θάλασσα, τούς κάβους καί τά βουνά. 'Άμα τελειώσει ή Λειτουργία, έκεΐ πέρα κάθου- νται καί πίνουνε τόν καφέ, κ’ ύστερα τρώνε ψάρια καί θαλασσινά.
Τά κορίτσια κάνουνε κούνιες στά δέντρα καί τραγουδάνε τούτο τό πρωτινό τό τραγούδι, πού ’ναι σάν τίς ζωγραφιές τής έκκλησιάς:


Θέλω ν ’ άνέβω στά ψηλά, στ’ Άγιοϋ-Γ,αννιοϋ το δώμα, νά δέσω δυό γαρούφαλα, νά κάνω φρουκαλιούδα  νά φρονκαλώ τή θάλασσα, ν ’ άράξουν τά καΐκια.
Ένα καΐκι άραξε στοϋ βασιλιά την πόρτα
κι ό βασιλιάς δέν ητανε, μόν ’ τρεις βασιλοπούλες.
Ή μιά κεντά τόν ουρανό, κ ’ ή άλλη τό φεγγάρι,
κ’ ή τρίτ’ ή πιόμικρότερη τ’ άρβοννιασ’κοϋ τα μαντίλι.
Όποτε τελείωνε τό κούνημα κ’ έπρεπε νά κατεβοϋνε κείνες πού κουνηθήκανε, τραγουδούσανε οί άλλες πού τίς κουνούσανε:
Τό γυαλί τό λέν κρουστάλλι, βγείτε σείς, νά μπουν κ ’ οί άλλοι.
Μπαίνοντας στην εκκλησία, ξεχώριζες μέσα στή χιβάδα την Παναγιά τήν Πλατυτέρα, μελαχρινή καί στηλομάτα, μ’ ανοιχτά χέρια καί μέ τόν Χριστό στά γόνατά της. Ό 'Άη-Νικόλας ητανε ζωγραφισμένος ίδιος σάν τόν μπαρμπα-Νικόλα, πού κάθεται απ’ όξω στήν πεζούλα, μέ τό τουνεζλίδικο φέσι σάν κορόνα στό κεφάλι του, ξεθωριασμενο απο τον αψυν αγέρα τής θάλασσας. Ή 'Αγιά-Κυριακή μαντιλωμένη, λές κ’ είναι ξεσηκωμένη άπό τίς κοπέλες πού τραγουδάνε απ’ όξω:
Θέλω ν ’ άνέβω στά ψηλά, στ ’ Λγιοΰ-Γιαννιοϋ τό δώμα.
Οί δυό άρχαγγέλοι στις δυό πόρτες, πού βαστάνε τή γης στό ’να χέρι, παλαιό κονίσματα φερμένα από τήν Πόλη, μοιάζουνε συναμεταξύ τους σάν αδέρφια, κ’ είναι στό σουσούμι ϊδιοι μέ τά δυό παιδιά τοϋ μπαρμπα-Μανώλη, πού καλαφατίζουνε τή βάρκα πίσω άπό τ’ 'Άγιο Βήμα.
Στις ζωγραφιές πού βλέπεις στόν τοίχο, όλα τά πάντα είναι πλουμισμένα μέ τή φαντασία, δπως είναι δξω κ’ ή πλάση ολόγυρα. Στή Γέννηση τού Χριστού, άπάνου στή σπηλιά, ό ζωγράφος έχει ζωγραφισμένα μάτια, σά νά ’ναι ζωντανή. Τά σύννεφα πού σηκώνουνε τούς Δώδεκα Απόστολους στήν Κοίμηση τής Θεοτόκου, έχουνε ένα κεφάλι σάν άϊτός. Στή Βάφτιση τού Χριστού ό Ιορδάνης ποταμός είναι ζωγραφισμένος σάν άνθρωπος μ’ έναν κάβουρα στό κεφάλι του, κ’ οί βράχοι πού βγαίνουνε οί φλέβες τού ποταμιού, έχουνε καί κείνοι ανθρώπινό σκέδιο. Ή θάλασσα είναι σά γοργόνα καβαλικεμένη σ’ ένα θεριόψαρο, μ’ ένα καμάκι στό χέρι της. Ό βοριάς παριστάνεται σάν άνθρωπος άναμαλλιάρης καί φυσά μιά τρουμπέτα στή λίμνη Γενησαρέτ. "Ενα όμορφο κόνισμα είναι κρεμασμένο σέ μιά γωνιά τής έκκλησιάς, καί παρασταίνει τόν 'Άγιο Μόδεστο, οπού ’ναι γιατρός στά ζωντανά, καί γύρω του είναι πλαγιασμένα βόδια, αρνιά, γίδια κι άλογα, καί κοιτάζουνε σάν άνθρωποι τόν πατέρα τους. Ό 'Άη-Γιάννης ό Πρόδρομος στέκεται άπάνου σέ μιά στουρ-ναροπετρα, ίδιος άγριος αγιούπας αναφτερουγισμένος, δίπλα στό δέντρο πού ’ναι καρφωμένη ή άξίνα του. Θεριόψαρα βουτάνε γύρω στό καΐκι τ’ 'Άη-Νικόλα, κι άπάνου στά μελανά σύννεφα τελώνια είναι καθισμένα. Μέσα στις σπηλιές τού βουνοϋ άσκητεύουνε άγιασμένοι άνθρωποι, κι άλλοι είναι άνεβασμένοι άπάνου σέ κολόνες γιά νά μήν κατέβουνε ποτέ στη ζωή τους. Άλλοι πλέκουνε καλάθια, άλλοι κάνουνε χουλιάρια σάν τούς Άγιονορείτες. Παραπέρα, πίσ’ άπό μιά ράχη, δυό λέοντες θάφτουνε τόν Άγιο Μακάριο, καί στ’ άλλο τό βουνό ένας άλλος λέοντας τραβά άπό τό χαλινάρι έναν γάιδαρο μέ τις καμήλες, γιατί τόν πρόσταζε ό Άγιος Γεράσιμος, πού κάθεται σ' έναν βράχο.
Οί παράξενες ζωγραφιές, τά βουνά κ’ ή θάλασσα, κ’ οί άπλοι άνθρωποι, είναι δλα συνταιριασμένα. Τό σκαλιστό τέμπλο καί τά στασίδια είναι κανωμένα άπό σιδερόζυλα παλαιά, ίδια μέ τά στραβόξυλα τής βάρκας, καρφωμένα όχι μέ καρφιά, άλλά μέ καβίλιες εύωδιάζουνε σάν μοσκοκάρυδα, γιατί είναι κανωμένα μ’ άγιασμένα ξύλα.
Τά ρουμάνια, τ’ άγρια τά δέντρα, τά πολύκορφα τά βουνά, είναι άγιασμένα καί χαρούμενα, σάν έκκλησιά πού γιορτάζει. Κι αυτό τό ξεροπέτρι λάμπει σά νά ’ναι διαμάντι.


Πρώτη εισαγωγή  και δημοσίευση κειμένων  στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο
ΤΟ ΑΙΒΑΛΙ Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ - ΦΩΤΗΣ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ   
Η  επεξεργασία, επιμέλεια  μορφοποίηση  κειμένου  και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο, για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο:
©  ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/



Η εικόνα είναι τού Κ.Ξενόπουλου


Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |