ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ θανάτου

Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016

Ἡ ἀντιμετώπιση τοῦ θανάτου



ΕΚΤΟ ΜΕΡΟΣ - Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΜΕΛΛΟΥΣΑ ΖΩΗ
 «Εἶναι πολὺ βαρύ, μετὰ ἀπὸ ὅσα ἔκανε ὁ Θεὸς γιὰ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους, νὰ πᾶμε στὴν κόλαση καὶ νὰ Τὸν λυπήσουμε. Ὁ Θεὸς νὰ φυλάξη,
ὄχι μόνον ἄνθρωπος ἀλλὰ οὔτε πουλὶ νὰ μὴν πάη στὴν κόλαση».
 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

 Ἡ  ἀντιμετώπιση τοῦ θανάτου
 Μνήμη θανάτου
 
– Γέροντα, τί πρέπει νὰ σκέφτεται κανεὶς τὴν ἡμέρα ποὺ γεννήθηκε;
– Νὰ σκέφτεται τὴν ἡμέρα ποὺ θὰ πεθάνη καὶ νὰ ἑτοιμάζεται γιὰ τὸ μεγάλο ταξίδι.
– Γέροντα, ὅταν κατὰ τὴν ἐκταφὴ βρεθῆ ἄλειωτο τὸ σῶμα τοῦ νεκροῦ, αὐτὸ ὀφείλεται σὲ κάποια ἁμαρτία γιὰ τὴν ὁποία δὲν μετάνοιωσε ὁ ἄνθρωπος;
– Ὄχι, δὲν εἶναι πάντα αἰτία κάποια ἁμαρτία. Μπορεῖ νὰ ὀφείλεται καὶ σὲ φάρμακα ποὺ ἔπαιρνε ἢ στὸ χῶμα τοῦ νεκροταφείου. Ὅπως καὶ νἆναι ὅμως, ὅταν κάποιος βγῆ ἄλειωτος, ἐξιλεώνεται κάπως μὲ τὸ ρεζίλεμα ποὺ παθαίνει μετὰ τὸν θάνατό του.

– Γέροντα, γιατί, ἐνῶ ὁ θάνατος εἶναι τὸ πιὸ σίγουρο γεγονὸς γιὰ τὸν ἄνθρωπο,
ἐμεῖς τὸν ξεχνοῦμε;
– Ξέρεις, παλιὰ στὰ Κοινόβια ὑπῆρχε ἕνας μοναχὸς ποὺ εἶχε ὡς διακονία νὰ
θυμίζη στοὺς ἄλλους Πατέρες τὸν θάνατο. Περνοῦσε λοιπὸν τὴν ὥρα τῆς διακονίας ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς καὶ ἔλεγε στὸν καθέναν: «Ἀδελφέ, θὰ πεθάνουμε». Ἡ ζωὴ εἶναι τυλιγμένη μὲ τὴν θνητὴ σάρκα. Τὸ μεγάλο αὐτὸ μυστικὸ δὲν εἶναι εὔκολο νὰ τὸ καταλάβουν ὅσοι ἄνθρωποι εἶναι μόνο «σάρκες», γι᾿ αὐτὸ δὲν θέλουν νὰ πεθάνουν, δὲν θέλουν οὔτε νὰ ἀκούσουν γιὰ θάνατο. Ἔτσι ὁ θάνατος γι᾿ αὐτοὺς εἶναι διπλὸς θάνατος καὶ διπλὴ στενοχώρια.
Εὐτυχῶς ὅμως ὁ Καλὸς Θεὸς οἰκονόμησε, ὥστε νὰ βοηθιοῦνται ἀπὸ μερικὰ πράγματα  τοὐλάχιστον  οἱ  ἡλικιωμένοι,  ποὺ  φυσιολογικὰ  εἶναι  πιὸ  κοντὰ  στὸν θάνατο. Ἀσπρίζουν τὰ μαλλιά, κόβεται τὸ κουράγιο, οἱ δυνάμεις τους σιγὰ-σιγὰ τοὺς ἐγκαταλείπουν, ἀρχίζουν νὰ τρέχουν τὰ σάλια, ὁπότε ταπεινώνονται καὶ ἀναγκάζονται νὰ φιλοσοφοῦν πάνω στὴν ματαιότητα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Καὶ νὰ θέλουν νὰ κάνουν καμμιὰ ἀταξία, δὲν μποροῦν, γιατὶ ὅλα αὐτὰ τοὺς φρενάρουν. Ἢ ἀκοῦν  ὅτι  κάποιος  στὴν  ἡλικία  τους    καὶ  νεώτερος  πέθανε,  καὶ  θυμοῦνται  τὸν θάνατο. Βλέπουμε στὰ χωριά, ὅταν χτυπάη ἡ καμπάνα γιὰ κηδεία, οἱ ἡλικιωμένοι ποὺ κάθονται στὸ καφενεῖο σηκώνονται, κάνουν τὸν σταυρό τους καὶ ρωτοῦν νὰ μάθουν ποιός πέθανε καὶ πότε γεννήθηκε. «Ὤ, τί γίνεται, λένε, φθάνει καὶ ἡ δική μας σειρά· ὅλοι θὰ φύγουμε ἀπὸ αὐτὸν τὸν κόσμο!». Καταλαβαίνουν ὅτι τὰ χρόνια πέρασαν, ὅτι τὸ σχοινὶ τῆς ζωῆς τους ἄρχισε νὰ μαζεύεται καὶ ὁ  Πολυχρόνης1   πλησιάζει. Ἔτσι διαρκῶς σκέφτονται τὸν θάνατο. Πὲς σὲ ἕνα μικρὸ παιδὶ «κάνε μνήμη θανάτου», αὐτὸ θὰ πῆ «τραλαλὰ» καὶ θὰ συνεχίση νὰ χτυπάη τὸ τόπι του. Γιατὶ τὸ μικρὸ παιδί, ἂν τὸ βοηθοῦσε ὁ Θεὸς νὰ καταλάβη τὸν θάνατο, θὰ ἀπογοητευόταν τὸ κακόμοιρο καὶ θὰ ἀχρηστευόταν, γιατὶ δὲν θὰ εἶχε ὄρεξη γιὰ τίποτε. Γι᾿ αὐτὸ οἰκονομάει ὁ Θεὸς σὰν καλὸς Πατέρας νὰ μὴν καταλαβαίνη τὸν θάνατο καὶ νὰ παίζη ξένοιαστο καὶ χαρούμενο τὸ τόπι του. Ὅσο περνάει ὅμως ἡ ἡλικία, σιγὰ-σιγὰ καταλαβαίνει καὶ αὐτὸ τὸν θάνατο.
Βλέπεις, καὶ ἕνας ἀρχάριος μοναχός, ἰδίως ὅταν εἶναι νέος, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχη
μνήμη θανάτου. Σκέφτεται ὅτι ἔχει χρόνια μπροστά του καὶ δὲν τὸν ἀπασχολεῖ τὸ ζήτημα αὐτό. Θυμᾶστε καὶ ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ποὺ εἶπε: «Φωνάξτε τοὺς νεανίσκους
νὰ πάρουν τὸν νεκρὸ Ἀνανία καὶ τὴν Σαπφείρα»2; Καὶ στὰ μοναστήρια συνήθως τὰ
νέα καλογέρια θάβουν τοὺς νεκρούς. Οἱ μεγάλοι συγκινημένοι ρίχνουν λίγο χῶμα ἐπάνω στὸ σῶμα τοῦ νεκροῦ μὲ εὐλάβεια καὶ ποτὲ στὸ κεφάλι. Ἔχω μιὰ δυσάρεστη εἰκόνα   ἀπὸ   ἕνα   μοναστήρι   ὅπου   εἶχε   πεθάνει   ἕνας   ἀδελφός.   Τὴν   ὥρα   τοῦ ἐνταφιασμοῦ, ὅταν ἔλεγε ὁ ἱερεὺς «γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσει»3, ὅλοι οἱ Πατέρες μὲ πολλὴ εὐλάβεια καὶ συστολὴ πῆραν λίγο χῶμα καὶ τὸ ἔρριξαν ἐπάνω στὴν σορὸ τοῦ μοναχοῦ, ὅπως συνηθίζεται νὰ γίνεται. Ἕνας νεαρὸς μοναχὸς μάζεψε τὸ ζωστικό του, πῆρε τὸ φτυάρι καὶ ἀπρόσεκτα καὶ μὲ ὁρμὴ ἔρριχνε πάνω στὸν νεκρὸ ὁτιδήποτε εὕρισκε  μπροστά  του,  χῶμα,  πέτρες,  ξύλα,  πὰφ-πάφ...,  γιὰ  νὰ  δείξη  παλληκαριά! Βρῆκε τὴν ὥρα νὰ δείξη τὴν δύναμή του, τὴν ἐργατικότητά του. Δὲν εἶναι ὅτι φύτευαν δένδρα ἢ γέμιζαν κάποιον λάκκο, γιὰ νὰ μπῆ ἡ καλωσύνη, ἡ θυσία, καὶ νὰ πῆ: «Οἱ ἄλλοι εἶναι γεροντάκια. Τί νὰ περιμένω ἀπὸ αὐτούς; Ἂς δουλέψω ἐγώ». Ὁπότε θὰ κουραζόταν λίγο παραπάνω, γιὰ νὰ ξεκουράση τοὺς ἄλλους. Ἐδῶ καὶ ἕνα ζῶο νὰ δῆ κανεὶς νεκρό, λυπᾶται, πόσο μᾶλλον νὰ βλέπη τὸν ἀδελφό του στὸν τάφο καὶ μὲ τὸ φτυάρι νὰ ρίχνη μὲ μιὰ ὁρμὴ καὶ ἀπρόσεκτα πάνω στὸν νεκρὸ χῶμα, πέτρες... Αὐτὸ δείχνει ὅτι δὲν εἶχε καμμιὰ συναίσθηση τοῦ θανάτου.


Ἡ συμφιλίωση μὲ τὸν θάνατο


– Γέροντα, ἔγινε ἡ τελικὴ διάγνωση. Ὁ ὄγκος ποὺ ἔχετε εἶναι καρκίνος, καὶ μάλιστα ἄγριος.
– Φέρε ἕνα μαντήλι νὰ χορέψω τὸ «Ἔχε γειά, καημένε κόσμε»! Ἐγὼ ποτὲ δὲν χόρεψα στὴν ζωή μου, ἀλλὰ τώρα ἀπὸ τὴν χαρά μου ποὺ πλησιάζει ὁ θάνατος θὰ χορέψω.
– Γέροντα, ὁ γιατρὸς εἶπε ὅτι πρέπει νὰ γίνουν πρῶτα ἀκτινοβολίες, γιὰ νὰ
συρρικνωθῆ ὁ ὄγκος, καὶ μετὰ νὰ γίνη ἐπέμβαση.
– Κατάλαβα! Πρῶτα θὰ βομβαρδίση ἡ ἀεροπορία καὶ μετὰ θὰ γίνη ἡ ἐπίθεση!
Λοιπὸν θὰ πάω ἐπάνω καὶ θὰ σᾶς φέρω νέα!... Μερικοί, ἀκόμη καὶ γέροι, ἂν τοὺς πῆ ὁ γιατρὸς «θὰ πεθάνης» ἢ «πενῆντα τοῖς ἑκατὸ ὑπάρχει ἐλπίδα νὰ ζήσης», στενοχωριοῦνται. Θέλουν νὰ ζήσουν. Τί θὰ βγάλουν; Ἀπορῶ! Ἂν εἶναι κανεὶς νέος, ἔ, κάπως δικαιολογεῖται, ἀλλὰ ἕνας γέρος νὰ κάνη προσπάθεια νὰ ζήση, αὐτὸ δὲν τὸ καταλαβαίνω. Ἄλλο εἶναι νὰ κάνη μιὰ θεραπεία, γιὰ νὰ μπορῆ νὰ ἀντέξη κάπως τὸν πόνο. Δὲν θέλει δηλαδὴ νὰ παρατείνη τὴν ζωή του, ἀλλὰ θέλει μόνο νὰ εἶναι λίγο πιὸ ὑποφερτοὶ οἱ πόνοι καὶ νὰ αὐτοεξυπηρετῆται, μέχρι νὰ πεθάνη· αὐτὸ ἔχει νόημα.
– Γέροντα, παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ σᾶς δώση παράταση ζωῆς.
– Γιατί; Ὁ Ψαλμὸς δὲν λέει ὅτι ἑβδομήκοντα εἶναι τὰ χρόνια τῆς ζωῆς μας4;
– Προσθέτει ὅμως ὁ Ψαλμωδὸς καὶ «ἐὰν ἐν δυναστείαις, ὀγδοήκοντα»...
– Ναί, ἀλλὰ λέει καὶ «τὸ πλεῖον αὐτῶν κόπος καὶ πόνος»5, ὁπότε καλύτερη ἡ ἀνάπαυση στὴν ἄλλη ζωή!


  Μπορεῖ,  Γέροντα,  κάποιος  ἀπὸ  ταπείνωση  νὰ  μὴν  αἰσθάνεται  ἕτοιμος
πνευματικὰ γιὰ τὴν ἄλλη ζωὴ καὶ νὰ θέλη ἀκόμη νὰ ζήση, γιὰ νὰ ἑτοιμασθῆ;
– Αὐτὸ εἶναι καλό, ἀλλὰ ποῦ ξέρει ὅτι, ἂν ζήση κι ἄλλο, δὲν θὰ γίνη χειρότερος;
– Γέροντα, πότε συμφιλιώνεται κανεὶς μὲ τὸν θάνατο;
– Πότε; Ἅμα ζῆ μέσα του ὁ Χριστός, τότε εἶναι χαρὰ ὁ θάνατος. Ὄχι ὅμως νὰ χαίρεται ποὺ θὰ πεθάνη, γιατὶ βαρέθηκε τὴν ζωή του. Ὅταν χαίρεσαι τὸν θάνατο, μὲ τὴν καλὴ ἔννοια, φεύγει ὁ θάνατος καὶ πάει νὰ βρῆ κανέναν φοβητσιάρη! Ὅταν θέλης νὰ πεθάνης, δὲν πεθαίνεις. Ὅποιος καλοπερνάει, φοβᾶται τὸν θάνατο, γιατὶ εὐχαριστιέται μὲ τὴν κοσμικὴ ζωὴ καὶ δὲν θέλει νὰ πεθάνη. Ἂν τοῦ ποῦν γιὰ θάνατο, λέει: «Κουνήσου ἀπὸ τὴν θέση σου»! Ἐνῶ, ὅποιος ταλαιπωρεῖται, πονάει κ.λπ., θεωρεῖ τὸν θάνατο λύτρωση καὶ λέει: «Κρῖμα, δὲν ἦρθε ἀκόμη ὁ Χάρος νὰ μὲ πάρη... Κάποιο ἐμπόδιο θὰ τὸν βρῆκε»!
Λίγοι ἄνθρωποι θέλουν τὸν θάνατο. Οἱ πιὸ πολλοὶ κάτι θέλουν νὰ τελειώσουν καὶ δὲν θέλουν νὰ πεθάνουν. Ὁ καλὸς Θεὸς ὅμως οἰκονομάει νὰ πεθάνη ὁ καθένας, ὅταν ὡριμάση. Πάντως ἕνας πνευματικὸς ἄνθρωπος, εἴτε νέος εἶναι εἴτε γέρος, πρέπει νὰ χαίρεται ποὺ ζῆ, νὰ χαίρεται ποὺ θὰ πεθάνη, ἀλλὰ νὰ μὴν ἐπιδιώκη νὰ πεθάνη, γιατὶ αὐτὸ εἶναι αὐτοκτονία.
Γιὰ ἕναν πεθαμένο κοσμικὰ καὶ ἀναστημένο πνευματικὰ δὲν ὑπάρχει ποτὲ
καθόλου ἀγωνία, φόβος καὶ ἄγχος, γιατὶ περιμένει τὸν θάνατο μὲ χαρά, ἐπειδὴ θὰ πάη κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ θὰ ἀγάλλεται. Ἀλλὰ χαίρεται καὶ γιατὶ ζῆ, ἐπειδὴ ζῆ πάλι κοντὰ στὸν Χριστὸ καὶ νιώθει ἕνα μέρος τῆς χαρᾶς τοῦ Παραδείσου ἐπὶ τῆς γῆς καὶ διερωτᾶται ἂν ὑπάρχη ἀνώτερη χαρὰ στὸν Παράδεισο ἀπὸ αὐτὴν ποὺ νιώθει στὴν γῆ. Τέτοιοι ἄνθρωποι ἀγωνίζονται μὲ φιλότιμο καὶ αὐταπάρνηση καί, ἐπειδὴ βάζουν μπροστά τους τὸν θάνατο καὶ τὸν σκέφτονται καθημερινά, ἑτοιμάζονται πιὸ πνευματικά, ἀγωνίζονται τολμηρότερα καὶ νικοῦν τὴν ματαιότητα.


Οἱ ἑτοιμοθάνατοι


– Γέροντα, μᾶς ζήτησαν νὰ εὐχηθοῦμε γιὰ κάποιον ποὺ μέρες ψυχορραγοῦσε καὶ δὲν ἔβγαινε ἡ ψυχή του.
– Γιατί δὲν ἔβγαινε ἡ ψυχή του; Ἐξομολογήθηκε;
-Ὄχι,  δὲν  θέλησε  νὰ  ἐξομολογηθῆ.  Δηλαδή,  Γέροντα,    ταλαιπωρία  τοῦ
ἀνθρώπου, ὅταν βγαίνη ἡ ψυχή του, ὀφείλεται στὴν ἁμαρτωλότητά του;
– Δὲν εἶναι ἀπόλυτο αὐτό. Οὔτε ὅταν βγαίνη ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ἤρεμα,
σημαίνει πὼς εἶναι σὲ καλὴ κατάσταση, ἀλλὰ οὔτε καὶ ὅσοι ταλαιπωροῦνται στὰ τελευταῖα τους σημαίνει πὼς ἔχουν πολλὲς ἁμαρτίες. Εἶναι μερικοὶ ποὺ ἀπὸ μεγάλη ταπείνωση ζητοῦν ἐπίμονα ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἔχουν ἄσχημο τέλος, γιὰ νὰ μείνουν μετὰ τὸν  θάνατό  τους στὴν  ἀφάνεια.    μπορεῖ  κάποιος νὰ ἔχη ἄσχημο  τέλος,  γιὰ νὰ ξεχρεώση λίγο χρέος. Ἐπειδὴ λ.χ. τὸν ἐγκωμίαζαν οἱ ἄνθρωποι περισσότερο ἀπὸ ὅσο ἄξιζε, ἐπιτρέπει ὁ Θεὸς νὰ παρουσιάση παραξενιὲς τὴν ὥρα τοῦ θανάτου του, γιὰ νὰ ξεπέση στὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων. Ἄλλες φορὲς πάλι οἰκονομάει ὁ Θεὸς νὰ ἔχουν μερικοὶ δυσκολία, ὅταν ψυχορραγοῦν, γιὰ νὰ καταλάβουν ὅσοι εἶναι κοντά του πόσο δύσκολα  εἶναι  ἐκεῖ  στὴν  κόλαση,  ὅταν  δὲν  τακτοποιηθῆς  ἐδῶ.  Ἐνῶ,  ἐὰν  εἶναι  τὰ  χαρτιὰ καλά,  εἶσαι  δηλαδὴ  τακτοποιημένος, περνᾶς  ἀπὸ  τὴν  μιὰ ζωὴ στὴν  ἄλλη,
χωρὶς νὰ σὲ πλησιάζουν καθόλου τὰ ταγκαλάκια.
– Γέροντα, σὲ ἕναν ἑτοιμοθάνατο ἢ σὲ κάποιον ποὺ ἔχει μιὰ σοβαρὴ ἀρρώστια εἶναι σωστὸ νὰ μὴν ποῦμε τὴν ἀλήθεια;
– Ἀνάλογα καὶ μὲ τὸ  τί ἄνθρωπος εἶναι.  Καμμιὰ φορὰ μὲ ρωτάει κανένας καρκινοπαθής: «Τί λές, Γέροντα, θὰ ζήσω ἢ θὰ πεθάνω;». Ἂν τοῦ πῶ «θὰ πεθάνης», θὰ πεθάνη ἐκείνη τὴν ὥρα ἀπὸ τὴν στενοχώρια του. Ἐνῶ, ἂν δὲν τοῦ τὸ πῶ, παίρνει κουράγιο καὶ ἀντιμετωπίζει μὲ θάρρος τὴν ἀρρώστια του. Ὅταν ὡριμάση, σηκώνει μόνος του τὸν σταυρό του καὶ προχωράει. Ἔτσι μπορεῖ νὰ ζήση μερικὰ χρόνια, νὰ συμπαρασταθῆ στὴν οἰκογένειά του καὶ νὰ ἑτοιμασθῆ καὶ αὐτὸς καὶ οἱ δικοί του. Δὲν τοῦ λέω φυσικὰ ὅτι θὰ ζήση χίλια χρόνια ἢ ὅτι αὐτὸ ποὺ ἔχει δὲν εἶναι τίποτε, ἀλλὰ τοῦ λέω: «Ἀνθρωπίνως εἶναι δύσκολο νὰ βοηθηθῆς. Φυσικὰ γιὰ τὸν Θεὸ δὲν εἶναι τίποτε δύσκολο, ἀλλὰ ἐσὺ κοίταξε νὰ τακτοποιηθῆς».
– Μερικὲς φορές, Γέροντα, οἱ δικοί του διστάζουν νὰ τὸν κοινωνήσουν, γιὰ νὰ
μὴν τὸν βάλουν σὲ λογισμούς.
  Δηλαδὴ  νὰ  πάη  ἀκοινώνητος,  γιὰ  νὰ  μὴν  καταλάβη  ὅτι  θὰ  πεθάνη  καὶ
στενοχωρεθῆ; Ἂς τοῦ ποῦν οἱ δικοί του: «Ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι φάρμακο. Θὰ σὲ βοηθήση. Καλὰ εἶναι νὰ κοινωνήσης». Ὁπότε κοινωνάει, βοηθιέται καὶ συγχρόνως ἑτοιμάζεται γιὰ τὴν ἄλλη ζωή.
– Γέροντα, στοὺς ψυχορραγοῦντας πρέπει νὰ κάνουν Εὐχέλαιο;
– Σὲ ὅσους δυσκολεύονται νὰ ξεψυχήσουν, διαβάζουν τὴν «Ἀκολουθία εἰς ψυχορραγοῦντα»6. Τὸ Εὐχέλαιο γίνεται γιὰ ὅλους τοὺς ἀρρώστους, δὲν γίνεται μόνο γιὰ ὅσους βρίσκονται στὰ τελευταῖα τους.
– Αὐτὰ ποὺ λέει, Γέροντα, κανείς, ὅταν ψυχορραγῆ, ἔχουν κάποια σχέση μὲ τὴν
κατάστασή του;
  Νὰ  μὴ  βγάζουμε  εὔκολα  συμπεράσματα.  Μπορεῖ  κάποιος  τὴν  ὥρα  ποὺ
ξεψυχάει νὰ πονάη, νὰ ζορίζεται καὶ τὸ πρόσωπό του νὰ ἔχη τὴν ἔκφραση τοῦ πόνου, ὁπότε οἱ ἄλλοι νομίζουν ὅτι δὲν εἶναι καλὰ ψυχικά. Διαφέρει ὅμως ἡ πονεμένη ἔκφραση ἀπὸ τὴν ἄλλη ποὺ εἶναι ἄγρια καὶ τρομαγμένη. Ἐκεῖνος ὑποφέρει, ἔχει τὸν πόνο του ὁ καημένος, καὶ οἱ ἄλλοι μπορεῖ νὰ λένε ὅτι παλεύει μὲ τὰ δαιμόνια ποὺ ἦρθαν νὰ τοῦ πάρουν τὴν ψυχή!
– Γέροντα, μιὰ ψυχὴ ποὺ φεύγει ἀπὸ αὐτὴν τὴν ζωὴ  τακτοποιημένη θὰ περάση
ἀπὸ τὰ τελώνια;
  Ὅταν  μιὰ  ψυχὴ  εἶναι  τακτοποιημένη  καὶ  ἀνεβαίνη  στὸν  Οὐρανό,  δὲν
μποροῦν τὰ ταγκαλάκια νὰ τὴν πειράξουν. Ἐνῶ, ἂν δὲν εἶναι τακτοποιημένη, βασανίζεται ἀπὸ τὰ ταγκαλάκια. Μερικὲς φορὲς μάλιστα ὁ Θεὸς ἐπιτρέπει νὰ βλέπη τὰ τελώνια ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἔχει χρέη, τὴν ὥρα ποὺ ψυχορραγεῖ, γιὰ νὰ βοηθήση ἐμᾶς ποὺ θὰ ζήσουμε ἀκόμη, ὥστε νὰ ἀγωνισθοῦμε νὰ ἐξοφλήσουμε ἐδῶ τὰ χρέη μας. Θυμᾶστε τὸ γεγονὸς μὲ τὴν Θεοδώρα7; Οἰκονομάει δηλαδὴ νὰ βλέπουν μερικοὶ ὁρισμένα πράγματα, γιὰ νὰ βοηθηθοῦν οἱ ἄλλοι καὶ νὰ μετανοήσουν. Στὸν
βίο τοῦ Ὁσίου Εὐφροσύνου8 λ.χ. διαβάζουμε ὅτι ὁ Ἡγούμενος, μετὰ ἀπὸ τὸ ὅραμα ποὺ
εἶδε, βρέθηκε μὲ τὰ μῆλα στὸ χέρι, γιὰ νὰ τὰ δοῦν οἱ ἄλλοι καὶ νὰ βοηθηθοῦν .
Καμμιὰ φορὰ πάλι οἰκονομάει ὁ Θεὸς νὰ ἔχη ἡ ψυχὴ ἕναν διάλογο τὴν ὥρα
ποὺ ξεψυχάει, γιὰ νὰ μετανοήση ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος ποὺ βρίσκεται στὰ τελευταῖα του ἢ  αὐτοὶ  ποὺ  τὸν  ἀκοῦν.  Βλέπεις,    Θεὸς  ἔχει  πολλοὺς  τρόπους  ποὺ  σώζει  τὸν ἄνθρωπο. Πότε βοηθάει μὲ Ἀγγέλους, πότε μὲ δοκιμασίες ἢ μὲ διάφορα σημεῖα. Εἶχα γνωρίσει μιὰ γυναίκα ποὺ φερόταν βάρβαρα στὸν ἄνδρα της καὶ στὴν πεθερά της· τοὺς ἔδερνε καὶ τοὺς δύο. Ἐκείνη γύριζε στὶς γειτονιὲς καὶ κουβέντιαζε καὶ τὴν πεθερά της, ποὺ ἦταν γριούλα, τὴν ἔστελνε κάθε μέρα στὸ χωράφι. Πήγαινε ἡ φουκαριάρα ἡ γριὰ κάθε μέρα στὸ χωράφι, δυὸ ὧρες δρόμο, σβαρνίζοντας τὰ πόδια της καὶ δούλευε ἀπὸ τὸ πρωὶ ὣς τὸ βράδυ, χωρὶς νὰ παραπονιέται. Ὥσπου μιὰ μέρα, μόλις γύρισε στὸ σπίτι, πτῶμα ἀπὸ τὴν κούραση, ἔπεσε κάτω καὶ ἔλεγε στὴν νύφη της: «Ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ μοῦ παίρνει τὴν ψυχή. Σκούπισε, παιδάκι μου, τὰ αἵματα». «Ποιά αἵματα, γιαγιά;», τὴν ρωτοῦσε μὲ ἀγωνία ἡ νύφη, γιατὶ δὲν ἔβλεπε νὰ ἔχη αἵματα ἐπάνω της.
«Νά, παιδάκι μου, τὰ αἵματα ποὺ τρέχουν! Σκούπισέ τα, σκούπισέ τα!». Γυρίζει ἡ νύφη
νὰ κοιτάξη, καὶ ἡ γιαγιὰ εἶχε ξεψυχήσει. Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ περιστατικὸ συνετίσθηκε καὶ ἄλλαξε ζωή· ἀπὸ θηρίο ἔγινε ἀρνί. Ἦταν οἰκονομία Θεοῦ νὰ δῆ τὴν πεθερά της νὰ ξεψυχάη μὲ αὐτὰ τὰ λόγια, νὰ πιστέψη ὅτι ὁ Ἀρχάγγελος Μιχαὴλ παίρνει τὶς ψυχὲς δῆθεν μὲ τὸ σπαθί, γιὰ νὰ φοβηθῆ καὶ νὰ μετανοήση. Τῆς μίλησε δηλαδὴ ὁ Θεὸς μὲ τὴν γλῶσσα ποὺ καταλάβαινε, γιὰ νὰ συνέλθη, γιατί, φαίνεται, θὰ εἶχε καλὴ διάθεση.
– Καὶ ὅταν, Γέροντα, ὁ ἑτοιμοθάνατος φωνάζη κεκοιμημένους συγγενεῖς του, τί
σημαίνει;
– Πολλὲς φορὲς καὶ αὐτὸ γίνεται, γιὰ νὰ παραδειγματίζωνται οἱ ἄλλοι ποὺ
εἶναι κοντὰ στὸν ἑτοιμοθάνατο. Γνώρισα μιὰ πλούσια κυρία, ποὺ ἦταν ἁγία γυναίκα. Δὲν εἶχε παντρευτῆ καὶ ἔμενε μὲ τὴν ἀδελφή της, στὴν ὁποία εἶχε δώσει ὅλη τὴν περιουσία της. Ὁ γαμπρός της, ποὺ πέθανε μετὰ ἀπὸ αὐτήν, ὅταν ξεψυχοῦσε, τὴν φώναζε: «Ἔλα, Δέσποινα, νὰ συγχωρεθοῦμε. Νὰ μὲ συγχωρέσης..., πολὺ σὲ ταλαιπώρησα, νὰ μὲ συγχωρέσης!». «Ποῦ εἶναι ἡ Δέσποινα;», τὸν ρώτησαν. «Νά, δὲν τὴν βλέπετε; νά, ἐκεῖ εἶναι!» τοὺς εἶπε καὶ μετὰ ξεψύχησε.
– Συγχωροῦνται, Γέροντα, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμη καὶ τὴν τελευταία στιγμὴ τῆς ζωῆς τους μὲ κάποιον ποὺ ἔχει ἤδη πεθάνει;

– Ἐπιτρέπει ὁ Θεός, ἔστω καὶ ἔτσι νὰ συγχωρεθοῦν, ἐπειδὴ ὁ ἄνθρωπος, τὴν
ὥρα ποὺ πεθαίνει, μετανοιώνει καὶ αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη νὰ ζητήση συγγνώμη.


Ἡ αὐτοκτονία


– Γέροντα, μερικοὶ ἄνθρωποι, ἂν συναντήσουν κάποια μεγάλη δυσκολία στὴν ζωή τους, ἀμέσως σκέφτονται νὰ αὐτοκτονήσουν.
– Μπαίνει ὁ ἐγωισμὸς στὴν μέση. Οἱ περισσότεροι ποὺ αὐτοκτονοῦν, ἀκοῦν τὸν διάβολο ποὺ τοὺς λέει πώς, ἂν τερματίσουν τὴν ζωή τους, θὰ γλιτώσουν ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ βάσανο ποὺ περνοῦν, καὶ ἀπὸ ἐγωισμὸ αὐτοκτονοῦν. Ἂν λ.χ. κάνη κάποιος μιὰ κλεψιὰ καὶ ἀποδειχθῆ ὅτι ἔκλεψε, «πάει, λέει, τώρα ἔγινα ρεζίλι» καί, ἀντὶ νὰ μετανοήση, νὰ ταπεινωθῆ καὶ νὰ ἐξομολογηθῆ, γιὰ νὰ λυτρωθῆ, αὐτοκτονεῖ. Ἄλλος αὐτοκτονεῖ, γιατὶ τὸ παιδί του εἶναι παράλυτο. «Πῶς νὰ ἔχω παράλυτο παιδὶ ἐγώ;», λέει καὶ ἀπελπίζεται. Ἂν εἶναι ὑπεύθυνος γι᾿ αὐτὸ καὶ τὸ ἀναγνωρίζη, ἂς μετανοήση. Πῶς βάζει τέρμα στὴν ζωή του καὶ ἀφήνει τὸ παιδί του στὸν δρόμο; Δὲν εἶναι πιὸ ὑπεύθυνος μετά;
– Γέροντα, συχνὰ ἀκοῦμε γιὰ κάποιον ποὺ αὐτοκτόνησε ὅτι εἶχε ψυχολογικὰ προβλήματα.
– Οἱ ψυχοπαθεῖς, ὅταν αὐτοκτονοῦν, ἔχουν ἐλαφρυντικά, γιατὶ εἶναι σαλεμένο τὸ  μυαλό  τους.  Καὶ  συννεφιὰ νὰ δοῦν,  νιώθουν ἕνα πλάκωμα.  Ἂν  ἔχουν καὶ  μιὰ στενοχώρια, ἔχουν διπλὴ συννεφιά. Γι᾿ αὐτοὺς ὅμως ποὺ αὐτοκτονοῦν χωρὶς νὰ εἶναι ψυχοπαθεῖς – καθὼς καὶ γιὰ τοὺς αἱρετικούς –, δὲν εὔχεται ἡ Ἐκκλησία, ἀλλὰ τοὺς ἀφήνει στὴν κρίση καὶ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἱερέας δὲν μνημονεύει τὰ ὀνόματά τους στὴν Προσκομιδὴ οὔτε τοὺς βγάζει μερίδα, γιατὶ μὲ τὴν αὐτοκτονία ἀρνοῦνται, περιφρονοῦν τὴν ζωὴ ποὺ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ. Εἶναι   σὰν νὰ τὰ πετοῦν ὅλα στὸ πρόσωπο τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλὰ ἐμεῖς πρέπει νὰ κάνουμε πολλὴ προσευχὴ γιὰ ὅσους αὐτοκτονοῦν, γιὰ νὰ κάνη κάτι ὁ Καλὸς Θεὸς καὶ γι᾿ αὐτούς, γιατὶ δὲν ξέρουμε πῶς ἔγινε καὶ αὐτοκτόνησαν, οὔτε σὲ τί κατάσταση βρέθηκαν τὴν τελευταία στιγμή. Μπορεῖ, τὴν ὥρα ποὺ ξεψυχοῦσαν, νὰ μετάνοιωσαν, νὰ ζήτησαν συγχώρηση ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ἔγινε δεκτὴ ἡ μετάνοιά τους, ὁπότε τὴν ψυχή τους νὰ τὴν παρέλαβε Ἄγγελος Κυρίου.
Εἶχα ἀκούσει ὅτι ἕνα κοριτσάκι σὲ ἕνα χωριὸ πῆγε νὰ βοσκήση τὴν κατσίκα τους. Τὴν ἔδεσε στὸ λιβάδι καὶ πῆγε πιὸ πέρα νὰ παίξη. Ξεχάστηκε ὅμως στὸ παιχνίδι καὶ ἡ κατσίκα λύθηκε καὶ ἔφυγε. Ἔψαξε, ἀλλὰ δὲν τὴν βρῆκε καὶ γύρισε στὸ σπίτι χωρὶς τὴν κατσίκα. Ὁ πατέρας του θύμωσε πολύ, τὸ ἔδειρε καὶ τὸ ἔδιωξε ἀπὸ τὸ σπίτι.
«Νὰ πᾶς νὰ βρῆς τὴν κατσίκα, τοῦ εἶπε. Ἂν δὲν τὴν βρῆς, νὰ πᾶς νὰ κρεμασθῆς».
Ξεκίνησε τὸ ταλαίπωρο νὰ πάη νὰ ψάξη. Βράδιασε καὶ αὐτὸ ἀκόμη δὲν εἶχε γυρίσει στὸ σπίτι. Οἱ γονεῖς, βλέποντας ὅτι νύχτωσε, βγῆκαν ἀνήσυχοι νὰ βροῦν τὸ παιδί. Ἔψαξαν καὶ τὸ βρῆκαν κρεμασμένο σὲ ἕνα δένδρο. Εἶχε δέσει  στὸν λαιμό του τὸ σχοινὶ τῆς κατσίκας καὶ κρεμάστηκε στὸ δένδρο. Τὸ κακόμοιρο εἶχε φιλότιμο καὶ πῆρε κατὰ  γράμμα  αὐτὸ  ποὺ  τοῦ  εἶπε    πατέρας  του.  Τὸ  ἔθαψαν  μετὰ  ἔξω  ἀπὸ  τὸ κοιμητήρι.
Ἡ Ἐκκλησία φυσικὰ καλὰ ἔκανε καὶ τὸ ἔθαψε ἀπ᾿ ἔξω, γιὰ νὰ φρενάρη ὅσους αὐτοκτονοῦν γιὰ τὸ παραμικρό, ἀλλὰ καὶ ὁ Χριστὸς καλὰ θὰ κάνη, ἂν τὸ βάλη μέσα στὸν Παράδεισο.

ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ



1 Ὁ Χάρος.
2 Βλ. Πράξ. 5, 6 καὶ 10.
3    Βλ.  Μικρὸν  Εὐχολόγιον,  Ἀκολουθία  Νεκρώσιμος,  ἔκδ.  «Ἀποστολικῆς  Διακονίας»,
Ἀθῆναι 1984, σ. 218.
4 Βλ. Ψαλμ. 89, 10.
5 Αὐτόθι.
6 Βλ. Εὐχολόγιον τὸ Μέγα, ἐκδ. «Ἀστήρ», Ἀθῆναι 1992, σ. 389.
7  Βλ. Γρηγορίου Μοναχοῦ, μαθητῆ Ἁγ. Βασιλείου τοῦ Νέου, «Ὁ τελωνισμὸς τῶν ψυχῶν κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου: Τὰ εἴκοσι τρία βασικὰ τελώνια», Ἱ. Ἡσυχ. Ἁγ. Ἀθανασίου καὶ Ἁγ. Νεομαρτύρων Ἀκυλίνης, Κυράννης καὶ Ἀργυρῆς, Γαλήνη Ὄσσης Λαγκαδᾶ.
8   Ὁ Ὅσιος Εὐφρόσυνος στὸ Κοινόβιο ὅπου μόναζε εἶχε τὴν διακονία τοῦ μαγείρου.
Ἐργαζόταν κρυφὰ τὶς ἀρετὲς καὶ εἶχε φθάσει σὲ πνευματικὰ μέτρα. Ὁ Ἡγούμενός του κάποια
νύχτα προσευχόταν στὸν Θεὸ νὰ τοῦ ἀποκαλύψη ποιός ἀδελφὸς ἦταν ὁ πιὸ ἐνάρετος τοῦ Κοινοβίου. Τότε ἔπεσε σὲ ἔκσταση καὶ βρέθηκε σὲ ἕνα περιβόλι γεμάτο ἀπὸ ἐξαίσια ἀγαθά. Ἐνῶ μάταια προσπαθοῦσε νὰ κόψη κάποιους καρποὺς ἀπὸ τὰ δένδρα, εἶδε μπροστά του τὸν Ὅσιο Εὐφρόσυνο νὰ ἀπολαμβάνη ὅλη ἐκείνη τὴν τρυφὴ καὶ τοῦ ζήτησε ἀπὸ ἐκείνους τοὺς καρπούς. Ὁ Ὅσιος ἔκοψε καὶ τοῦ ἔδωσε τρία μῆλα. Ὁ Ἡγούμενος, ὅταν συνῆλθε ἀπὸ τὴν ὀπτασία ἐκείνη, βρέθηκε νὰ κρατάη τὰ μῆλα, ποὺ εἶχαν μία ἐξαίσια εὐωδία. Ἀπὸ δὲ τὸν Ὅσιο Εὐφρόσυνο ἔμαθε ὅτι πράγματι ἐκείνη τὴν νύχτα βρισκόταν ἐκεῖ ὅπου εἶναι τὰ ἀγαθὰ ποὺ μέλλουν νὰ κληρονομήσουν οἱ ἀγαπῶντες τὸν Θεό. (Εὐεργετινός, τόμος Β´, Ὑπόθεσις Α´, ἔκδ. Ματθαίου Λαγγῆ, Ἀθῆναι 1980, σ. 37-38).

Εισαγωγή στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο απο το Βιβλίο :

ΛΟΓΟΙ Δ΄ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ ΓΕΡΟΝΤΟΣ  ΠΑΪΣΙΟΥ  ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ

© Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Μοναζουσῶν

«Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»



Η ηλεκτρονική επεξεργασία  μορφοποίηση  κειμένου  και εικόνων έγινε από τον Ν.Β.Β

Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο


©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ


 http://www.alavastron.net/







Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |