Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου 2016
Ἡ ἀνάγκη πνευματικοῦ ὁδηγοῦ
Γιὰ νὰ νιώση κανεὶς ἀνάπαυση, πρέπει νὰ
πετάξη τὰ μπάζα ἀπὸ μέσα του. Αὐτὸ θὰ γίνη
μὲ τὴν ἐξομολόγηση. Ἀνοίγοντας ὁ ἄνθρωπος
τὴν καρδιά του στὸν πνευματικὸ καὶ
λέγοντας τὰ σφάλματά του, ταπεινώνεται, καὶ ἔτσι ἀνοίγει τὴν πύλη τοῦ Οὐρανοῦ, ἔρχεται
πλούσια
ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ ἐλευθερώνεται.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Ἡ ἀνάγκη
πνευματικοῦ ὁδηγοῦ
Μὲ τὴν ἐξομολόγηση ὁ ἄνθρωπος λυτρώνεται
Γέροντα, στὰ πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ
οἱ Χριστιανοὶ ἔκαναν δημόσια ἐξομολόγηση.
Βοηθάει αὐτό;
– Ἄλλα τὰ πρῶτα χρόνια τοῦ Χριστιανισμοῦ
καὶ ἄλλα τώρα. Σήμερα αὐτὸ δὲν βοηθάει.
– Γιατί, Γέροντα; Τότε εἶχαν πιὸ πολὺ ζῆλο;
– Καὶ πιὸ πολὺ ζῆλο εἶχαν καὶ δὲν εἶχαν αὐτὰ
ποὺ ἔχουν σήμερα οἱ ἄνθρωποι.
Ἔχουν ἀπομακρυνθῆ οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ τὸ μυστήριο
τῆς ἐξομολογήσεως, γι᾿ αὐτὸ καὶ πνίγονται ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς καὶ
τὰ πάθη. Πόσοι ἔρχονται καὶ ζητοῦν νὰ τοὺς βοηθήσω σὲ κάποιο πρόβλημά τους, καὶ
οὔτε ἐξομολογοῦνται οὔτε ἐκκλησιάζονται!
«Ἐκκλησιάζεσαι καθόλου;», τοὺς
ρωτάω. «Ὄχι», μοῦ
λένε.
«Ἐξομολογήθηκες καμμιὰ φορά;». «Ὄχι. Ἦρθα
νὰ μὲ κάνης καλά». «Μὰ πῶς; Πρέπει
νὰ μετανοήσης γιὰ τὰ σφάλματά σου, νὰ ἐξομολογῆσαι,
νὰ ἐκκλησιάζεσαι, νὰ κοινωνᾶς, ὅταν ἔχης εὐλογία ἀπὸ τὸν πνευματικό σου, καὶ ἐγὼ
θὰ κάνω προσευχὴ νὰ γίνης καλά. Ξεχνᾶς ὅτι ὑπάρχει καὶ ἄλλη ζωὴ καὶ πρέπει νὰ ἑτοιμασθοῦμε
γιὰ ᾿κεῖ;».
«Κοίταξε, πάτερ, αὐτὰ ποὺ λές, ἐκκλησίες, ἄλλη
ζωὴ κ.λπ., ἐμένα δὲν μὲ ἀπασχολοῦν.
Αὐτὰ εἶναι παραμύθια. Ἔχω πάει σὲ μάγους,
σὲ μέντιουμ καὶ δὲν μπόρεσαν νὰ μὲ κάνουν καλά. Ἔμαθα ὅτι ἐσὺ μπορεῖς νὰ μὲ
κάνης καλά». Ἄντε τώρα! Τοὺς μιλᾶς γιὰ ἐξομολόγηση, γιὰ τὴν μέλλουσα ζωή, καὶ
σοῦ λένε «αὐτὰ εἶναι παραμύθια», καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά: «Βοήθησέ με, παίρνω
χάπια». Ἒμ πῶς, μὲ μαγικὸ τρόπο θὰ γίνουν καλά;
Καὶ βλέπεις, πολλοί, ἐνῶ ἔχουν προβλήματα
ποὺ τὰ προκάλεσαν οἱ ἁμαρτίες
τους, δὲν πηγαίνουν στὸν πνευματικὸ ποὺ
μπορεῖ νὰ τοὺς βοηθήση θετικά, ἀλλὰ καταλήγουν νὰ ἐξομολογοῦνται στοὺς ψυχολόγους.
Λένε τὸ ἱστορικό τους, τοὺς συμβουλεύονται γιὰ τὰ προβλήματά τους καί, ἂν ἔχουν
νὰ περάσουν ἕνα ποτάμι, τοὺς ρίχνουν μέσα καὶ ἢ πνίγονται ἢ βγαίνουν, ἀλλὰ ποῦ
βγαίνουν... Ἐνῶ, ἂν πᾶνε νὰ ἐξομολογηθοῦν στὸν πνευματικό, θὰ περάσουν στὴν ἄλλη ὄχθη ἀπὸ
τὴν γέφυρα ἄνετα, γιατὶ μὲ τὸ
μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως ἐνεργεῖ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ λυτρώνονται.
– Γέροντα, μερικοὶ λένε: «Δὲν βρίσκουμε
καλοὺς πνευματικούς, γι᾿ αὐτὸ δὲν
πᾶμε νὰ ἐξομολογηθοῦμε».
– Αὐτὰ εἶναι δικαιολογίες. Κάθε πνευματικὸς
ἔχει θεία ἐξουσία, ἐφόσον φοράει
πετραχήλι. Τελεῖ τὸ μυστήριο, ἔχει τὴν θεία
Χάρη καί, ὅταν διαβάση τὴν συγχωρητικὴ εὐχή, ὁ Θεὸς σβήνει ὅλες τὶς ἁμαρτίες τὶς
ὁποῖες ἐξομολογηθήκαμε μὲ εἰλικρινῆ μετάνοια. Ἀπὸ μᾶς ἐξαρτᾶται πόσο θὰ βοηθηθοῦμε
ἀπὸ τὸ μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως. Ἦρθε ἐκεῖ στὸ Καλύβι μιὰ φορὰ κάποιος ποὺ εἶχε
ψυχολογικὰ προβλήματα, μὲ τὸν λογισμὸ ὅτι ἔχω διορατικὸ χάρισμα καὶ θὰ μποροῦσα
νὰ τὸν βοηθήσω. «Τί προβλέπεις, μοῦ λέει, γιὰ μένα;». «Νὰ βρῆς, τοῦ λέω, ἕναν
πνευματικὸ νὰ ἐξομολογῆσαι, γιὰ νὰ κοιμᾶσαι σὰν τὸ πουλάκι καὶ νὰ μὴν παίρνης
χάπια». «Δὲν ὑπάρχουν, μοῦ λέει, σήμερα καλοὶ πνευματικοί. Παλιὰ ὑπῆρχαν». Ἔρχονται
μὲ καλὸ
λογισμό, ὅτι θὰ βοηθηθοῦν, ἀλλὰ δὲν
δέχονται αὐτὸ ποὺ τοὺς λές, καὶ κρίμα στὰ
ναῦλα.
Βλέπω ὅμως καὶ μιὰ καινούργια τέχνη τοῦ
διαβόλου. Βάζει στοὺς ἀνθρώπους τὸν λογισμὸ ὅτι, ἂν κάνουν κάποιο τάμα καὶ τὸ ἐκπληρώσουν,
ἂν πᾶνε καὶ κανένα προσκύνημα, εἶναι ἐντάξει πνευματικά. Καὶ βλέπεις πολλοὺς νὰ
πηγαίνουν μὲ λαμπάδες καὶ μὲ τάματα στὰ μοναστήρια, στὰ προσκυνήματα, νὰ τὰ
κρεμᾶνε ἐκεῖ, νὰ κάνουν καὶ μεγάλους σταυρούς, νὰ κλαῖνε καὶ λιγάκι, καὶ νὰ ἀρκοῦνται
σ᾿ αὐτά. Δὲν μετανοοῦν, δὲν ἐξομολογοῦνται, δὲν διορθώνονται, καὶ χαίρεται τὸ
ταγκαλάκι.
– Γέροντα, ἕνας ἄνθρωπος ποὺ δὲν ἐξομολογεῖται
μπορεῖ νὰ εἶναι ἐσωτερικὰ ἀναπαυμένος;
– Πῶς νὰ εἶναι ἀναπαυμένος;
Γιὰ νὰ νιώση
κανεὶς ἀνάπαυση, πρέπει
νὰ πετάξη τὰ μπάζα ἀπὸ μέσα του. Αὐτὸ θὰ γίνη μὲ τὴν ἐξομολόγηση. Ἀνοίγοντας
ὁ ἄνθρωπος τὴν καρδιά του στὸν πνευματικὸ καὶ λέγοντας τὰ σφάλματά του,
ταπεινώνεται, καὶ ἔτσι ἀνοίγει τὴν πύλη τοῦ Οὐρανοῦ, ἔρχεται πλούσια ἡ Χάρις τοῦ
Θεοῦ καὶ ἐλευθερώνεται.
Πρὶν ἀπὸ τὴν ἐξομολόγηση στὴν κορυφή του ὑπάρχει
ὁμίχλη, βλέπει θαμπὰ
καὶ δικαιολογεῖ τὰ σφάλματά του. Γιατί, ὅταν
ὁ νοῦς του εἶναι σκοτισμένος ἀπὸ τὶς ἁμαρτίες, δὲν βλέπει καθαρά. Μὲ τὴν ἐξομολόγηση
κάνει μιὰ «φούουου», φεύγει ἡ ὁμίχλη καὶ καθαρίζει ὁ ὁρίζοντας. Γι᾿ αὐτό, ὅσους
ἔρχονται νὰ συζητήσουμε ἕνα θέμα ἢ νὰ μοῦ ζητήσουν μιὰ συμβουλὴ κ.λπ., ἂν δὲν ἔχουν
ἐξομολογηθῆ ποτέ, τοὺς στέλνω πρῶτα νὰ ἐξομολογηθοῦν
καὶ μετὰ νὰ ἔρθουν νὰ μιλήσουμε. Μερικοὶ
μοῦ λένε:
«Γέροντα, ἀφοῦ ἐσὺ μπορεῖς νὰ καταλάβης τί
πρέπει νὰ κάνω γι᾿ αὐτὸ τὸ θέμα, πές
μου». «Καὶ νὰ καταλάβω ἐγὼ τί πρέπει νὰ
κάνης, τοὺς λέω, δὲν θὰ καταλάβης ἐσὺ τί θὰ σοῦ πῶ. Γι᾿ αὐτὸ πήγαινε πρῶτα νὰ ἐξομολογηθῆς
καὶ ὕστερα ἔλα νὰ συζητήσουμε». Γιατί, πῶς νὰ ἐπικοινωνήσης καὶ νὰ συνεννοηθῆς
μὲ ἕναν ἄνθρωπο, ὅταν βρίσκεται σὲ ἄλλη συχνότητα;
Μὲ τὴν ἐξομολόγηση πετάει ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ
μέσα του ὅ,τι ἄχρηστο ἔχει καὶ καρποφορεῖ πνευματικά. Μιὰ μέρα ἔσκαβα τὸν κῆπο
μου, γιὰ νὰ φυτέψω λίγες ντοματιές. Ἐκείνη τὴν ὥρα ἦρθε κάποιος καὶ μοῦ λέει:
«Τί κάνεις, Γέροντα;». «Τί νὰ κάνω; τοῦ λέω, ἐξομολογῶ τὸν κῆπο μου». «Καλά,
Γέροντα, μοῦ λέει, χρειάζεται καὶ ὁ κῆπος ἐξομολόγηση;». «Ἀσφαλῶς χρειάζεται. Ἔχω
διαπιστώσει πώς, ὅταν τὸν ἐξομολογῶ, βγάζω δηλαδὴ ἔξω πέτρες, ἀγριάδες, ἀγκάθια
κ.λπ., τότε βγάζει ἐπίσημα κηπευτικά, ἀλλιῶς οἱ ντομάτες γίνονται
κιτρινιάρικες, καχεκτικές!»...
Ὁ Θεὸς θέλει ὁ ἄνθρωπος νὰ διορθώνεται διὰ
τοῦ ἀνθρώπου
– Γέροντα, ὅταν ἀντιμετωπίζω ἕνα θέμα καὶ
προσεύχωμαι γι᾿ αὐτό, πῶς θὰ καταλάβω ποιό εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ;
– Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ δὲν βρίσκεται ἔτσι.
Καλύτερα νὰ ρωτᾶς γιὰ ἕνα πρόβλημά σου. Νὰ μὴ ζητᾶς πληροφορία ἀπὸ τὸν Θεό, ἐφόσον
μπορεῖς νὰ συμβουλευθῆς κάποιον ἄνθρωπο, γιατὶ μπορεῖ νὰ πλανηθῆς. Κάποιος πήγαινε
σὲ μιὰ ἐκκλησία, στεκόταν μπροστὰ στὸ εἰκονοστάσι καὶ ἔλεγε: «Παναγία μου, νὰ
πάρω τὰ χρήματα ἀπὸ τὸ κουτί;». Τοῦ ἔλεγε ὁ λογισμός: «Πάρ᾿ τα». «Ναί, θὰ τὰ
πάρω», ἔλεγε καὶ ἔπαιρνε τὰ χρήματα. Μιὰ-δυὸ-τρεῖς φορές, ἕνας ἐπίτροπος
προβληματίσθηκε. «Τί γίνεται; λέει. Κάποιος πρέπει νὰ παίρνη τὰ χρήματα» καὶ πῆγε
νὰ παρακολουθήση. Τί
νὰ δῆ; Σὲ λίγο ἦρθε αὐτὸς καὶ ἐπανέλαβε τὰ
ἴδια: «Παναγία μου, νὰ πάρω τὰ χρήματα
ἀπὸ τὸ κουτί;... Ναί, θὰ τὰ πάρω», εἶπε, ὁπότε
τὸν ἔπιασε ὁ ἐπίτροπος.
Πάντοτε, ὅταν ὑπάρχη ἄνθρωπος πνευματικός,
τὸν ὁποῖο μπορεῖς νὰ ρωτήσης, πρέπει νὰ ρωτήσης. Ὅταν δὲν ὑπάρχη ἄνθρωπος νὰ
ρωτήσης – λ.χ. βρίσκεσαι στὴν ἔρημο –, ἀλλὰ ὑπάρχη μέσα σου ἡ δίψα τῆς ὑπακοῆς,
τότε ὁ Καλὸς Θεὸς γίνεται ὁ Ἴδιος Γέροντας καὶ σὲ φωτίζει καὶ σὲ πληροφορεῖ. Δὲν
μπορεῖς, ἂς ὑποθέσουμε, νὰ βρῆς κάποιον, γιὰ νὰ σοῦ ἐξηγήση ἕνα χωρίο ἀπὸ τὴν Ἁγία
Γραφή; Τότε σὲ φωτίζει ὁ Θεὸς καὶ τὸ καταλαβαίνεις.
– Γέροντα, πῶς θὰ καταλάβη κανείς, ἂν κάτι
ποὺ συμβαίνει στὸν ἀγώνα του εἶναι ἀπὸ τὸν πειρασμὸ ἢ ἀπὸ δική του ἀπροσεξία;
– Θὰ πάη νὰ ρωτήση.
– Δηλαδὴ μόνος του δὲν μπορεῖ νὰ τὸ
καταλάβη;
– Καὶ νὰ καταλαβαίνη κάτι, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι
σίγουρος. Ἐδῶ καὶ ἕνας ποὺ ἔχει ἐμπειρία, πάει
καὶ ρωτάει κάποιον
ἄλλον. Ἐγὼ γιὰ ἕνα ἀτομικό
μου θέμα πάντοτε θὰ ρωτήσω. Τὴν
δική μου λύση, καὶ σοφώτερη νὰ εἶναι, τὴν θεωρῶ τὴν μεγαλύτερη βλακεία, ὅταν
πρόκειται γιὰ προσωπικό μου θέμα. Οὔτε πάω σὲ κάποιον ποὺ ξέρει τί μὲ ἀναπαύει,
ἀλλὰ σὲ κάποιον ποὺ δὲν ξέρει. Βλέπεις, καὶ ἕνας γιατρός, γιὰ νὰ εἶναι σίγουρος
ὅτι ἔκανε καλὴ διάγνωση σὲ μιὰ δύσκολη περίπτωση, συμβουλεύεται καὶ ἄλλον
γιατρό, πόσο μᾶλλον ἕνας φοιτητής! Ὅσο πνευματικὸς ἄνθρωπος κι ἂν εἶναι κανείς,
καὶ ὅσο καλὴ τακτοποίηση κι ἂν κάνη μόνος του στὰ θέματά του, δὲν μπορεῖ νὰ ἀναπαυθῆ,
γιατὶ ὁ Θεὸς θέλει ὁ ἄνθρωπος νὰ βοηθιέται ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ διορθώνεται
διὰ τοῦ ἀνθρώπου. Τὰ οἰκονομάει ἔτσι ὁ Καλὸς Θεός, γιὰ νὰ ταπεινώνεται ὁ ἄνθρωπος.
Πρέπει νὰ ἐκθέτη κανεὶς τοὺς λογισμούς του καὶ τὶς καταστάσεις ποὺ περνάει στὸν
πνευματικό του, νὰ τὸν συμβουλεύεται καὶ νὰ μὴν ἀποφασίζη μόνος του γιὰ τὰ
δύσκολα θέματα οὔτε νὰ ἀντιμετωπίζη μόνος του τὶς δυσκολίες ποὺ συναντάει στὸν ἀγώνα
του, κάνοντας πρόβες στὸν ἑαυτό του, γιατὶ ὁ
πειρασμὸς θὰ τὸν
μπερδέψη καὶ θὰ τοῦ δημιουργήση
προβλήματα. Μερικοὶ φθάνουν στὸ
σημεῖο νὰ βάζουν μόνοι τους κανόνα στὸν ἑαυτό τους. Εἶναι πολὺ ἐπικίνδυνα αὐτὰ
τὰ πράγματα.
Ὅποιος δὲν ἔχει πνευματικό, γιὰ νὰ τὸν
συμβουλεύεται στὴν πνευματική του
πορεία, μπερδεύεται, κουράζεται, καθυστερεῖ
καὶ δύσκολα θὰ φθάση στὸν προορισμό του. Ἂν δίνη μόνος του λύση στὰ προβλήματά
του, ὅσο σοφὸς καὶ ἂν εἶναι, ἐπειδὴ κινεῖται μὲ αὐτοπεποίθηση καὶ ὑπερηφάνεια,
μένει σκοτισμένος. Ἐνῶ, ὅποιος ταπεινώνεται καὶ πηγαίνει μὲ ἐμπιστοσύνη καὶ αὐταπάρνηση
στὸν πνευματικὸ καὶ ζητᾶ τὴν γνώμη
του, βοηθιέται. Γιατὶ
τότε ὁ Θεὸς
ὁπωσδήποτε φωτίζει τὸν πνευματικὸ καὶ τοῦ δίνει
τὴν σωστὴ ἀπάντηση.
Νά, ὅταν ἔρχεται
κάποιος μὲ εὐλάβεια, μὲ τὸν
λογισμὸ πὼς εἶμαι ἅγιος, ἐνῶ ἐγὼ εἶμαι τενεκές, ἔχω προσέξει ὅτι νιώθω μέσα μου
μιὰ ἀλλοίωση καὶ αὐτὰ ποὺ τοῦ λέω δὲν εἶναι δικά μου. Ἀπὸ αὐτὸ καταλαβαίνω
ξεκάθαρα ὅτι ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔχει ἔρθει μὲ εὐλάβεια, καὶ ὁ Θεός, γιὰ νὰ μὴν τὸν ἀδικήση,
δίνει σ᾿ ἐμένα
αὐτὴν τὴν καλὴ
κατάσταση. Σὲ τέτοιες περιπτώσεις, ἂν πρόκειται γιὰ ἕνα σοβαρὸ
θέμα, ὁ Θεὸς σὲ πληροφορεῖ καὶ μπορεῖς νὰ τοῦ πῆς τί θὰ συμβῆ, πότε θὰ συμβῆ καὶ
πῶς νὰ τὸ ἀντιμετωπίση.
Χρειάζεται πνευματικὸς ὁδηγὸς στὴν
πνευματικὴ ζωὴ
Σήμερα τὸ πιὸ ἀπαραίτητο εἶναι νὰ βροῦν οἱ
ἄνθρωποι ἕναν πνευματικό, νὰ
ἐξομολογοῦνται, νὰ τοῦ ἔχουν ἐμπιστοσύνη
καὶ νὰ τὸν συμβουλεύωνται. Ἂν ἔχουν
πνευματικὸ καὶ
βάλουν ἕνα πρόγραμμα
μὲ προσευχὴ καὶ
λίγη μελέτη, ἐκκλησιάζωνται,
κοινωνοῦν, τότε δὲν ἔχουν τίποτε νὰ φοβηθοῦν σ᾿ αὐτὴν τὴν ζωή.
Ἡ ψυχὴ πρέπει νὰ παρακολουθῆται ἀπὸ τὸν
πνευματικό, γιὰ νὰ μὴ λαθέψη τὸν δρόμο της. Μπορεῖ νὰ βοηθάη στὸν ἀγώνα λ.χ. καὶ
ἡ πνευματικὴ μελέτη, ἀλλά, ἂν κανεὶς δὲν ἔχη πνευματικὸ ὁδηγό, μπορεῖ νὰ δίνη
δικές του ἑρμηνεῖες σ᾿ αὐτὰ ποὺ διαβάζει, καὶ νὰ πλανηθῆ. Βλέπεις, καὶ ὅταν
κάποιος πάη κάπου μὲ τὸ αὐτοκίνητό του καὶ
δὲν γνωρίζη καλὰ τὸν δρόμο,
μπορεῖ νὰ συμβουλεύεται
τὸν χάρτη, ἀλλὰ σταματάει κιόλας
καὶ ρωτάει, γιὰ
νὰ μὴν πάρη
λάθος δρόμο. Ξεκινάει,
ἂς ὑποθέσουμε, ἀπὸ τὴν Ἀθήνα νὰ
πάη στὴν Φλώρινα.
Ἔχει χάρτη καὶ
τὸν παρακολουθεῖ, ἀλλὰ ρωτάει καὶ σὲ κανένα περίπτερο ἂν πηγαίνη καλά, ἂν
ὁ δρόμος εἶναι καλός, γιατὶ σὲ καμμιὰ διασταύρωση ὑπάρχει κίνδυνος νὰ πάρη ἄλλο
δρόμο καὶ νὰ βρεθῆ στὴν Καβάλα ἢ σὲ κάποιον γκρεμὸ νὰ κινδυνέψη νὰ σκοτωθῆ.
Φυσικά, μπορεῖ κάποιος νὰ ρωτήση, ἀλλὰ νὰ μὴν πάρη τὸν δρόμο ποὺ θὰ τοῦ ποῦν,
καὶ νὰ βρεθῆ τελικὰ ἀλλοῦ, ἢ νὰ μὴν προσέξη τὰ ἐπικίνδυνα σημεῖα, καὶ νὰ πάθη
κακό. Ὅποιος ὅμως τοῦ δείξη τὸν δρόμο καὶ συγχρόνως τοῦ πῆ: «πρόσεξε, στὸ τάδε
σημεῖο ἔχει μιὰ στροφὴ ἐπικίνδυνη, ἐκεῖ ἔχει ἕναν γκρεμό...», ἐκεῖνος θὰ ἔχη τὸν
μισθό του. Τὸ ἴδιο, θέλω νὰ πῶ, πρέπει νὰ γίνεται καὶ στὴν πνευματικὴ ζωή. Εἶναι
ἀπαραίτητο ὁ πιστὸς νὰ ἔχη πνευματικὸ ποὺ θὰ τὸν καθοδηγῆ μὲ τὶς συμβουλές του
καὶ θὰ τὸν βοηθάη διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς ἐξομολογήσεως. Ἔτσι μόνον μπορεῖ νὰ ζήση
ὀρθόδοξη πνευματικὴ ζωὴ καὶ νὰ εἶναι σίγουρος ὅτι βρίσκεται στὸν σωστὸ δρόμο.
Τὸν πνευματικὸ ὁδηγὸ φυσικὰ κανεὶς θὰ τὸν
διαλέξη. Δὲν θὰ ἐμπιστευθῆ στὸν ὁποιονδήποτε τὴν ψυχή του. Ὅπως γιὰ τὴν ὑγεία
τοῦ σώματος ψάχνει νὰ βρῆ καλὸ γιατρό, ἔτσι καὶ γιὰ τὴν ὑγεία τῆς
ψυχῆς του θὰ
ψάξη νὰ βρῆ
κάποιον καλὸ πνευματικὸ καὶ θὰ
πηγαίνη σ᾿ αὐτόν, τὸν γιατρὸ τῆς ψυχῆς, τακτικά.
Στεῖλτε τοὺς ἀνθρώπους στὸν πνευματικὸ
– Γέροντα, πολλὲς φορὲς οἱ ἄνθρωποι
βλέποντας ράσο μᾶς λένε τὸν πόνο τους, τὸ πρόβλημά τους, ἀκόμη καὶ ἐξομολόγηση.
Ποιά πρέπει νὰ εἶναι ἡ στάση μας ἀπέναντί τους;
– Ἐξ ἀρχῆς, ὅταν ἀπευθύνωνται σ᾿ ἐσᾶς γιὰ
κάποιο πρόβλημά τους, νὰ τοὺς ρωτήσετε: «Ἔχετε πνευματικό;». Κι ἐγὼ στοὺς ἀνθρώπους
ποὺ ἔρχονται ἐκεῖ στὸ Καλύβι νὰ μὲ ρωτήσουν γιὰ κάποιο θέμα λέω: «Ἐγὼ δὲν εἶμαι
πνευματικός· νὰ πᾶτε στὸν πνευματικό σας καὶ νὰ κάνετε ὅ,τι σᾶς πῆ ἐκεῖνος ».
Πρέπει νὰ μετανοήσουν οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ ἔχουν ἕναν πνευματικὸ νὰ ἐξομολογοῦνται,
γιὰ νὰ κοποῦν τὰ δικαιώματα τοῦ διαβόλου. Νὰ ἀκούση ἡ μοναχὴ μιὰ φορὰ κάποια
πονεμένη γυναίκα ποὺ ἔχει ἕνα πρόβλημα καὶ μετὰ νὰ τὴν στείλη στὸν πνευματικό,
αὐτὸ τὸ καταλαβαίνω. Ὄχι ὅμως νὰ συνεχίζη νὰ συζητάη μαζί της. Ἤ, ἂν μία γυναίκα
δὲν ἀναπαύεται στὸν πνευματικό της ἢ δὲν ἔχη πάει ποτὲ γιὰ ἐξομολόγηση ἢ βρίσκεται
σὲ κατάσταση ἀπελπισίας, ἂς τὴν ἀκούση μιὰ φορὰ καὶ πάλι νὰ τὴν στείλη στὸν
πνευματικὸ καὶ νὰ τῆς πῆ ὅτι ἐκείνη θὰ εὔχεται.
Ἐκτὸς ποὺ δὲν ἔχει ὑποχρέωση ἡ μοναχὴ νὰ
τοὺς βοηθήση κατ᾿ αὐτὸν τὸν
τρόπο, ἀκούγοντας δηλαδὴ συνεχῶς τὰ προβλήματά
τους, δὲν βοηθιοῦνται κιόλας
ἔτσι οἱ ἄνθρωποι. Γιατὶ ὁ ἄνθρωπος παθαίνει
τριῶν εἰδῶν ἀλλοιώσεις: ἀπὸ τὸν ἑαυτό
του, ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ ἀπὸ τὸν διάβολο. Ἔρχονται
ἐδῶ, βρίσκουν μιὰ παρηγοριὰ
ἀνθρώπινη, ἀλλά, μόλις φύγουν ἀπὸ τὸ
Μοναστήρι καὶ πᾶνε σπίτι, γυρίζουν πάλι στὸ δικό τους
καὶ ἀρχίζουν τὰ ἴδια. Καὶ οἱ γυναῖκες
καὶ οἱ ἄνδρες
νὰ πᾶνε στὸν πνευματικό τους. Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ λένε
τὰ θέματά τους στὴν καλόγρια. Γιατὶ μετὰ λένε: «τὰ εἶπα· εἶμαι ἐντάξει», ἀναπαύουν
ψεύτικα τὸν λογισμό τους καὶ δὲν πᾶνε στὸν πνευματικό. Αὐτὸ εἶναι τέχνασμα τοῦ
διαβόλου, γιὰ νὰ μὴν ἐξομολογοῦνται.
Πρέπει νὰ καταλάβετε ποιά εἶναι ἡ ἀποστολή
σας ὡς μοναχὲς καὶ νὰ μὴν πᾶτε
νὰ κάνετε δῆθεν ἱεραποστολή, ἐπειδὴ δὲν ἔχετε
καταλάβει τὴν καλογερικὴ ἀποστολή. Ὡς μοναχοὶ ἔχουμε ὑποχρέωση νὰ κάνουμε
προσευχὴ γιὰ τὰ προβλήματα τῶν ἄλλων· δὲν εἴμαστε ὅμως ὑποχρεωμένοι νὰ ἀσχοληθοῦμε
μὲ τὰ προβλήματά τους. Ὁ πνευματικὸς ἔχει ὑποχρέωση νὰ τὸ κάνη αὐτό, ἔχει καὶ εὐθύνη.
Ἂν συζητοῦν μ᾿ ἐσᾶς, φορτώνουν σ᾿ ἐσᾶς τὴν εὐθύνη. Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ τοὺς
παρακολουθῆ ἀπὸ κοντὰ καὶ νὰ δίνη λύση στὰ προβλήματά τους. Χρειάζεται δηλαδὴ
δουλειά. Αὐτὴ ἡ δουλειὰ δὲν εἶναι τῶν μοναχῶν.
Ἀπὸ μᾶς μόνον
προσευχὴ νὰ ζητᾶνε.
Ἂς στέλνουν κανένα γράμμα μὲ ὀνόματα, νὰ κάνουμε κανένα
κομποσχοίνι.
Πνευματικὸς ἀπὸ κοντὰ
Ὅπως κανεὶς φροντίζει ὁ οἰκογενειακὸς
γιατρὸς νὰ βρίσκεται, ὅσο τὸ δυνατόν, κοντά του, ἔτσι πρέπει νὰ φροντίση καὶ ὁ
πνευματικὸς νὰ βρίσκεται κοντά του. Ἕνας γιατρός, ὅταν εἶναι κοντὰ στὸν ἄρρωστο,
μπορεῖ νὰ τὸν βοηθήση καλύτερα ἀπὸ καθηγητὲς πανεπιστημίου – ἔστω καὶ ἂν δὲν ἔχη
τόση πεῖρα –, γιατὶ μπορεῖ νὰ τὸν παρακολουθῆ συστηματικὰ καί, ἂν χρειασθῆ, θὰ
τὸν στείλη στὸν εἰδικὸ γιατρό. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση τὸ ἑξῆς, ὅταν ἤμουν στὸ
Σανατόριο1: Πολλοὶ πλούσιοι ποὺ εἶχαν φυματίωση ἔμεναν στὸ σπίτι τους καὶ πήγαιναν
ἐκεῖ καθηγητὲς πανεπιστημίου, γιὰ νὰ τοὺς κάνουν θεραπεία. Ἀποδείχθηκε ὅμως ὅτι
ἡ θεραπεία δὲν εἶχε κανένα ἀποτέλεσμα, γιατὶ δὲν μποροῦσαν νὰ τοὺς παρακολουθοῦν
συστηματικά. Γι᾿ αὐτὸ ἀναγκάσθηκαν νὰ δημιουργήσουν στὸ Σανατόριο ξεχωριστὰ τμήματα,
γιὰ νὰ νοσηλεύωνται ἐκεῖ, ὥστε νὰ παρακολουθοῦνται συστηματικά.
Θέλω νὰ πῶ ὅτι, ὅπως ὁ γιατρὸς ἀπὸ κοντὰ
παρακολουθεῖ τὸν ἄρρωστο, ὅταν τοῦ δίνη κάποια θεραπεία, βλέπει ἂν τὰ φάρμακα
ποὺ τοῦ ἔδωσε τὸν βοηθοῦν ἢ ἔχουν παρενέργειες κ.λπ., καὶ ἀνάλογα αὐξάνει ἢ ἐλαττώνει
τὴν δόση καί, ἂν χρειασθῆ, μπορεῖ ἀκόμη καὶ νὰ ἀλλάξη τὴν θεραπεία, ἔτσι καὶ ὁ
πνευματικὸς πρέπει ἀπὸ κοντὰ νὰ παρακολουθῆ τὴν ψυχή, γιατὶ κατὰ καιροὺς
παρουσιάζει διάφορες ἀλλαγὲς καὶ ἀντιδράσεις, τὶς ὁποῖες ἀπὸ μακριὰ δὲν μπορεῖ
νὰ παρακολουθήση, γιὰ νὰ τὴν βοηθήση ἀποτελεσματικά. Μιὰ φορὰ εἶχα πεῖ σὲ μιὰ
ψυχὴ ποὺ εἶχε ἕναν πειρασμό:
«Θὰ
κάνης αὐτὸ καὶ θὰ δῆς ὅτι θὰ τὸ ξεπεράσης».
Πράγματι μ᾿ ἄκουσε
καὶ τὸ
ξεπέρασε. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ εἶχε ἕναν
τελείως ἀντίθετο πειρασμό, τὸν ἀντιμετώπισε μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ ταλαιπωρήθηκε! Μποροῦσε ἡ εὐλογημένη
νὰ στείλη ἕναν ἄνθρωπο ἢ νὰ γράψη ἕνα γράμμα, γιὰ νὰ μὲ ρωτήση τί ἔπρεπε νὰ κάνη,
ἀφοῦ
ἀντιμετώπιζε ἄλλη δυσκολία.
Θὰ τῆς ἔδινα ἄλλο φάρμακο,
δηλαδὴ ἄλλη
συμβουλή.
Δυσκολεύτηκε νὰ μὲ ρωτήση, ἐπειδὴ
ἤμουν μακριά. Γι᾿ αὐτὸ ἐγὼ ἀπὸ
μακριὰ δὲν συνηθίζω νὰ δίνω συμβουλές, ἂν
δὲν γνωρίζω καλὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ δὲν ἔχω στενὴ ἐπικοινωνία μαζί του.
Ὁ πνευματικὸς στὴν οἰκογένεια
– Γέροντα, ποιά βιβλία μποροῦν νὰ βοηθήσουν
τοὺς συζύγους;
– Ἐκεῖνο ποὺ βοηθάει τὸ ἀνδρόγυνο εἶναι νὰ
μὴ δικαιολογῆ ὁ καθένας τὸν ἑαυτό του. Ἂν δικαιολογοῦν τὸν ἑαυτό τους, ὅσα
πνευματικὰ βιβλία κι ἂν διαβάσουν, δὲν ὠφελοῦνται.
Ἂν ἔχουν καλὴ διάθεση, ἔχουν πνευματικὸ καὶ τοῦ κάνουν ὑπακοή, δὲν θὰ ἔχουν
προβλήματα. Χωρὶς πνευματικὸ διαιτητὴ δὲν γίνεται.
Τὸ καλύτερο εἶναι νὰ ἔχουν τὰ ἀνδρόγυνα τὸν
ἴδιο πνευματικό. Ὄχι ἄλλον πνευματικὸ ὁ ἄνδρας
καὶ ἄλλον ἡ γυναίκα. Δύο
ξύλα, ἂν τὰ
πελεκήσουν δύο μαραγκοί, ὅπως νομίζει
ὁ καθένας, δὲν θὰ μπορέσουν ποτὲ νὰ ἐφαρμόσουν. Ἐνῶ, ὅταν ἔχουν τὸν ἴδιο
πνευματικό, ὁ πνευματικὸς πελεκάει τὰ ἐξογκώματα – τὰ ἐλαττώματα – τοῦ ἑνός,
πελεκάει καὶ τὰ ἐξογκώματα τοῦ ἄλλου, καὶ ἔτσι ἐξομαλύνονται οἱ δυσκολίες. Ἀλλὰ
σήμερα, ἀκόμη καὶ ἀνδρόγυνα ποὺ ζοῦν πνευματικά, ἔχουν διαφορετικὸ πνευματικό.
Σπάνια ἔχουν καὶ οἱ δυὸ τὸν ἴδιο πνευματικό, γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν βοηθιοῦνται. Ἔχω ὑπ᾿
ὄψιν μου ἀνδρόγυνα ποὺ ταίριαζαν, ἀλλὰ δὲν εἶχαν τὸν ἴδιο πνευματικό, γιὰ νὰ τοὺς
βοηθήση, καὶ χώρισαν. Καὶ ἄλλα πού, ἐνῶ δὲν ταίριαζαν, ἐπειδὴ εἶχαν τὸν ἴδιο
πνευματικό, ἔζησαν ἁρμονικά.
Βέβαια, ὅταν ἔχη ὅλη ἡ οἰκογένεια τὸν ἴδιο
πνευματικό, αὐτὸ εἶναι ἀκόμη καλύτερο. Ὁ πνευματικὸς θὰ τοὺς ἀκούση ὅλους καὶ θὰ
χειρισθῆ ἀνάλογα ἕνα θέμα. Ἄλλοτε θὰ ζορίση τὸν πατέρα ἢ τὴν μητέρα, ἄλλοτε θὰ
καλέση τὰ παιδιά, ἂν δὲν μπορῆ νὰ βγάλη συμπέρασμα ἀπὸ αὐτὰ ποὺ τοῦ λένε οἱ
γονεῖς. Ἤ, ἂν τὸ ἀνδρόγυνο ἔχη προβλήματα καὶ φταίη λ.χ. ἡ γυναίκα, μπορεῖ νὰ
καλέση τὸν ἄνδρα, γιὰ νὰ τὸν συμβουλέψη πῶς πρέπει νὰ φερθῆ, ἢ νὰ ζητήση ἀπὸ
κάποιον συγγενῆ τους ἢ γνωστό τους νὰ βοηθήση διακριτικά.
Ἀλλαγὴ πνευματικοῦ
– Γέροντα, ὅταν κανεὶς ἀναγκασθῆ γιὰ
κάποιον λόγο νὰ ἀλλάξη πνευματικό, χρειάζεται νὰ ἐξομολογηθῆ πάλι ἁμαρτίες ποὺ ἔχει
ἐξομολογηθῆ;
– Καλὰ εἶναι νὰ ἐνημερώση τὸν καινούργιο
πνευματικό, ὅπως ὁ ἀσθενής, ὅταν ἀλλάζη γιατρό, λέει πάλι τὸ ἱστορικό του, γιὰ
νὰ μπορέση ὁ γιατρὸς νὰ τὸν βοηθήση καλύτερα.
– Γέροντα, ὅταν κάποιος θέλη νὰ ἀλλάξη
πνευματικὸ καὶ μᾶς ρωτάη ἂν εἶναι
σωστό, τί πρέπει νὰ ποῦμε;
– Νὰ πάρη εὐλογία ἀπὸ τὸν πνευματικό του.
Δὲν εἶναι καλὸ νὰ ἀλλάζη κανεὶς
εὔκολα πνευματικό. Μιὰ οἰκοδομὴ δὲν θὰ γίνη
ποτὲ σωστή, ἂν ἀλλάζουν συνέχεια οἱ μηχανικοὶ καὶ οἱ οἰκοδόμοι.
Παλιὰ πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι σὲ Γέροντες, γιὰ
νὰ ζητήσουν συμβουλὴ γιὰ ἕνα θέμα ποὺ τοὺς ἀπασχολοῦσε καὶ νὰ βοηθηθοῦν. Σήμερα
πολλοὶ δὲν πᾶνε γιὰ συμβουλή, ἀλλὰ γιὰ
νὰ δικαιολογήσουν τὸν ἑαυτό τους
ἢ γιὰ νὰ
ποῦν ὅτι
συμβουλεύτηκαν καὶ τὸν τάδε Γέροντα. «Πῆγα
στὸν τάδε καὶ στὸν τάδε, ρώτησα καὶ
τὸν πατέρα Παΐσιο γι᾿ αὐτὸ τὸ θέμα», λέει ὁ
ἄλλος, καὶ ἐγὼ μπορεῖ νὰ τὸν μάλωσα ἢ
νὰ ἦρθε μέχρι τὴν πόρτα καὶ νὰ μὴ χτύπησε!
Ἔτσι καταλήγουν νὰ γυρίζουν ἀπὸ τὸν ἕναν
πατέρα στὸν ἄλλον,
χωρὶς νὰ ἔχουν
κάποιον μόνιμο πνευματικό,
μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μπερδεύωνται.
Ἄλλοι πάλι κάνουν ἕνα σφάλμα καὶ δὲν πᾶνε
νὰ τὸ ποῦν στὸν πνευματικό
τους, ἀλλὰ πᾶνε καὶ τὸ λένε σὲ ἄλλον
πνευματικό, γιὰ νὰ μὴ χάσουν τὴν ἀξιοπρέπειά τους. Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ κάνουν τὸ
ἴδιο σφάλμα καὶ τὸ λένε σὲ ἄλλον, ὕστερα σὲ ἄλλον, καὶ τελικὰ παρουσιάζονται στὸν
ἕναν πνευματικὸ ὅτι τὸ ἔκαναν μιὰ φορά, στὸν ἄλλον μιὰ φορά, καὶ ἔτσι συνεχίζουν
νὰ σφάλλουν καὶ μένουν ἀδιόρθωτοι.
Εἶναι καὶ μερικοί, ἔχω παρατηρήσει, οἱ ὁποῖοι
ἀποφεύγουν νὰ ποῦν κάτι στὸν πνευματικό τους, ἂν καὶ ξέρουν ὅτι θὰ τοὺς βοηθήση
καὶ δὲν πρόκειται νὰ τὸ διαδώση, καὶ τὸ λένε σὲ κάποιον
γνωστό τους, ποὺ δὲν μπορεῖ
νὰ τοὺς βοηθήση
καὶ ποὺ σίγουρα θὰ τὸ πῆ καὶ σὲ ἄλλους.
Θυμᾶμαι, ὅταν ἤμουν ἀρχάριος μοναχὸς στὸ Κοινόβιο2, εἶχε ἔρθει κάποιος νὰ κοινοβιάση. Κάθησε ἕνα διάστημα καὶ
μετὰ εἶχε λογισμοὺς νὰ φύγη. Στὸν ἡγούμενο
δὲν πῆγε νὰ πῆ τοὺς λογισμούς του οὔτε σὲ κανέναν ἄλλον πνευματικὸ
πατέρα, ἀλλὰ τὰ εἶπε σὲ ἕναν ἐργάτη ἀπὸ τὴν Ἱερισσό,
ποὺ
ἐργαζόταν στὸ μοναστήρι.
Ἤμουν καὶ ἐγὼ ἐκεῖ κοντά,
ὅταν τοῦ τὰ ἔλεγε·
καθάριζα κρεμμύδια ἔξω ἀπὸ τὴν κουζίνα. Ἄρχισε
λοιπὸν ἀπὸ δύο μέτρα πιὸ πέρα νὰ τοῦ κάνη ἐξομολόγηση δυνατά. «Μετάνοιωσα ποὺ ἔγινα
μοναχός». «Ὅταν ἦρθες, δὲν δοκίμασες;», τὸν ρωτάει ὁ ἐργάτης. «Δοκίμασα δύο
χρόνια». «Καλά, γιατί δὲν ἔφυγες νωρίτερα;». «Νά, δὲν ἔφυγα». «Μὲ τὸ ζόρι σὲ ἔκαναν
καλόγερο;». «Ὄχι, ἤθελα καὶ ἐγώ». «Καλά, τοῦ λέει, τὰ εἶπες αὐτὰ στὸν ἡγούμενο;».
«Ὄχι», τοῦ ἀπαντᾶ. «Σ᾿ ἐμένα ποὺ τὰ λές, τί θὰ ὠφεληθῆς;», τοῦ
λέει. Τοῦ εἶχε
πεῖ ὁλόκληρο τὸ ἱστορικό του. Βλέπετε; Στὸν ἡγούμενο ποὺ ἔπρεπε νὰ τὰ
πῆ, γιὰ νὰ βοηθηθῆ, δὲν τὰ εἶπε καὶ πῆγε νὰ ἐξομολογηθῆ στὸν ἐργάτη. Καὶ ἐκεῖνος
θὰ τὰ ἔλεγε τὸ Σαββατοκύριακο στὸ καφενεῖο στὴν Ἱερισσό, γιὰ νὰ γελάσουν, καὶ θὰ
γέμιζε τὸ χωριό. Καὶ νὰ πῆς πὼς ἦταν λειψός; Ξέρετε πόσα λεξικὰ εἶχε; Τὰ ἀρχαῖα
ἑλληνικὰ τὰ ἤξερε ἀπταίστως.
– Γέροντα, μπορεῖ ἕνας λαϊκὸς νὰ ρωτήση γιὰ
ἕνα πρόβλημά του ἢ γιὰ ἕναν πειρασμό του κάποιον πνευματικὸ ἀδελφό του, ἂν ὁ
πνευματικός του ἀπουσιάζη;
– Δὲν μπορεῖ νὰ τηλεφωνήση στὸν πνευματικό
του; Ὁ ἀδελφὸς ἄλλοτε μπορεῖ νὰ βοηθήση καὶ ἄλλοτε δὲν μπορεῖ νὰ βοηθήση ἤ, παρὰ
τὴν καλή του διάθεση, μπορεῖ ἀκόμη καὶ νὰ τὸν βλάψη. Σὲ μιὰ ἀνάγκη μὲ ἕνα
τηλεφώνημα στὸν πνευματικὸ βολεύονται τὰ πράγματα. Καὶ ἂν δὲν μπορῆ νὰ ἐπικοινωνήση
μὲ τὸν πνευματικό του καὶ εἶναι κάτι σοβαρὸ καὶ ἐπεῖγον, ἂς ρωτήση ἕναν ἄλλον
πνευματικό. Καλὰ εἶναι νὰ τὸν ἔχη ρωτήσει
ἐκ τῶν προτέρων ποιόν
πνευματικὸ μπορεῖ νὰ
συμβουλευθῆ σὲ τέτοια περίπτωση, ὥστε
νὰ πάη σὲ κάποιον ποὺ ἔχει τὸ ἴδιο πνεῦμα. Γιατὶ κάθε μηχανικὸς ἔχει δικό του
σχέδιο. Μπορεῖ νὰ εἶναι καλὸ καὶ τὸ ἕνα σχέδιο καὶ τὸ ἄλλο, ἀλλὰ εἶναι
διαφορετικά.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1 Τὸ
1966 ὁ Γέροντας ἔκανε στὸ Σανατόριο ἐγχείρηση στοὺς πνεύμονες, ἐπειδὴ ἔπασχε
ἀπὸ βρογχεκτασία.
2 Στὴν Ἱ. Μονὴ Ἐσφιγμένου, 1953-1956.
Εισαγωγή στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο απο το
Βιβλίο :
ΛΟΓΟΙ Γ’ - ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
© Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Μοναζουσῶν
«Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»
Η ηλεκτρονική επεξεργασία μορφοποίηση
κειμένου και εικόνων έγινε από
τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο
Ορθόδοξο Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου