Η αγάπη “φονεύει” τον φόνο
(Αρχ. Κύριλλος Κωστόπουλος, Ιεροκήρυκας Ι. Μ. Πατρών)
Ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης μᾶς ἀποκαλύπτει τὸ «τὶ» τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ: «Ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστί».[i] Ὅταν τὸ δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄνθρωπος, ζῆ «ἐν τῷ Θεῷ», τότε ἀποκτᾶ τὸ χάρισμα τῆς ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὸν συνάνθρωπο. Καὶ τοῦτο γιατὶ ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ συνεκτικὴ ἐκείνη δύναμη, ἡ ὁποία συγκρατεῖ καὶ ὁδηγεῖ τὰ πάντα σὲ μία ἁρμονικὴ συμπόρευση καὶ κοινωνία. Ὁ Ἱερὸς Χρυσόστομος τονίζει: «Τὸ γὰρ πάντων αἴτιον τῶν κακῶν, τὸ μὴ εἶναι ἀγάπην».[ii] Καὶ ὁ Μ. Βασίλειος συμπερασματικῶς ἀποφαίνεται: «Εἰ γὰρ ὁ Θεὸς ἀγάπη ἐστίν, ὁ τὴν ἀγάπην οὐκ ἔχων τῆς θείας ἐστέρηται χάριτος».[iii]
Eἶναι πλέον βεβαιωμένο ὅτι ὁ σημερινὸς μηδενιστικὸς πολιτισμός μας ὁδηγεῖ τὸν ἄνθρωπο στὸ περιθώριο, στὸ κλείσιμο στὸν ἑαυτόν του, στὴν βία τὴν φονικὴ κατὰ τοῦ πλησίον ἢ στὴν κατάθλιψη. Τὸ «ἐγὼ» τὸ ἀντιλαμβάνεται ὡς ἄτομο – ἀτομικότητα. Κυρίως στὸν χῶρο τῆς κοινωνιολογίας καὶ τῆς πολιτικῆς τὸ «ἐγὼ» ταυτίζεται μὲ τὴν ἔννοια τῆς ἀριθμητικῆς ἀτομικότητος. Ἔτσι ἡ ἀνθρώπινη ὕπαρξη ἐντάσσεται στὴν ἀπρόσωπη κοινωνικὴ μονάδα, χωρὶς νὰ ἀντιλαμβάνεται τὴν σχέση της μὲ τὸν «ἄλλον».
Read More ->>