Τρίτη 9 Αυγούστου 2016
1.Νοερά Προσευχή
Ο μακαριστός Γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης
(1846-1929), ο σοφός, νηπτικός και διακριτικός αγιορείτης Γέροντας
Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση ο
Άκτιστος Θεός μέσω της Άκτιστης Ενέργείάς Του (Βούληση, Δύναμη, κλπ.) αναδύει
εκ του μη όντος ολόκληρη την δημιουργία και τις υπάρξεις.. Η Θεία Ενέργεια
ουσιώνει ολόκληρη την δημιουργία και τις υπάρξεις.
Υπάρχουν διάφορες βιωματικές σφαίρες στις
οποίες λειτουργεί ο άνθρωπος
1) Η σφαίρα του πνεύματος – λόγος, νους,
μία εσωτερική δραστηριότητα
2) Η σφαίρα της νοητικής δραστηριότητας
που έχει μία εσωτερική λειτουργία και μία εξωτερική δραστηριότητα
3) Η σφαίρα της υλικής ζωής.
Ανάλογα με το που απορροφιέται ο άνθρωπος
αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα και αποκτά περιεχόμενο η ζωή του
Στην χριστιανική σκέψη η ύπαρξη, οι
υπάρξεις, δεν έχουν δική τους ουσία αλλά υπάρχουν και συγκρατούνται στην ύπαρξη
από την Θεία Ενέργεια, εξ’ αιτίας της μετοχής τους στην Θεία Ενέργεια. Η ύπαρξη
δεν έχει «είναι» αλλά μόνο ύπαρξη. Η ύπαρξη είναι ένας συνειδησιακός δυναμισμός
(ένας λογικός πυρήνας, πνεύμα, νους), μία δραστηριότητα, ένα φαινόμενο, με
σωματική υπόσταση και εξαρτάται απόλυτα από την Θεία Ενέργεια. Ο άνθρωπος
μπορεί να στραφεί προς την Πηγή της ύπαρξης, να ενωθεί μαζί Της, να μετέχει της
Θείας Ενέργειας, να θεωθεί και να έχει έτσι ουσία, είναι, την Θεία Ενέργεια,
κατά χάριν (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι παύει να είναι κτιστή ύπαρξη), ή μπορεί
να απομακρυνθεί από το ΕΙΝΑΙ, να αλλοτριωθεί, μένοντας χωρίς ουσιαστικό
περιεχόμενο (ένα κέλυφος ύπαρξης, μία σκιά, μία δραστηριότητα χωρίς
προσανατολισμό).
Στην ανατολική χριστιανική παράδοση
χρησιμοποιείται από τους νηπτικούς πατέρες μία απορριπτική πρακτική («νήψις»)
που έχει σαν σκοπό το ξεπέρασμα του λογισμού.
Υπάρχουν τρία είδη λογισμού, απλούς (που
συνδέεται με την αίσθηση, αντίληψη), σύνθετος ή εμπαθής (που συνδέεται με την
διανοητική διαδικασία, την φαντασία, την μνήμη, κλπ) κι ο απαθής (που είναι
καθαρή θεώρηση της ύπαρξης, συνείδηση του εγώ)
Η Πρακτική, η Νήψις ορίζεται σαν
εγρήγορση, επαγρύπνηση, που απορρίπτει τους λογισμούς. Η Νήψις είναι όχι
δραστηριότητα αλλά ενέργεια της νοητικότητας αντίθετη προς την δραστηριότητα.
Κατά τον Ησύχιο τον Πρεσβύτερο «Νήψις εστί, μέθοδος πνευματική, πάμπαν τον
άνθρωπον, συν Θεώ, απαλλάττουσα, χρονίζουσα, και προθύμως οδευομένη. Γνώσιν τε
ασφαλή Θεού του ακαταλήπτου οδευομένη χαρίζεται, καθ¨όσον εφικτόν, και
μυστηρίων θείων και αποκρύφων λύσιν». Η οριστική έξωση του «λογισμού» από την
συνείδηση ονομάζεται απάθεια. Υπάρχουν τέσσερις βαθμίδες απάθειας κατά τον
Μάξιμο τον Ομολογητή που αντιστοιχούν στα τρία είδη λογισμού και την κατάργηση
του ίδιου του λογισμού σαν λειτουργίας (Μάξιμου Ομολογητή, Περί Θεολογίας
Κεφαλαίων Εκατοντάς Πέμπτη, Β΄136).
Όλα τα είδη του λογισμού πρέπει να
απορριφθούν είτε με την άμεση απόρριψη, είτε με την σταθερή ενατένιση του
νοητικού ρεύματος, της ροής της εμπειρίας, χωρίς να παρεμβαίνουμε και να
δίνουμε συνέχεια. Φτάνοντας στην τέταρτη βαθμίδα της απάθειας (που έχει τρία
στάδια) η νόηση καθίσταται άμορφη, ασχημάτιστη, απερίσπαστη κι αντανακλά την
Θεότητα στον κόσμο (Παγκόσμια Συνείδηση). «Εν δε τω Θεώ γενώμενος (ο νους),
άμορφος πάντη και ασχημάτιστος γίνεται. τον γαρ μονοειδή θεωρών μονοειδής
γίνεται και όλος φωτοειδής». (Μάξιμου Ομολογητή,περί αγάπης κεφαλαίων εκατοντάς
τρίτη, 2, 40).
Στην κατάσταση του άμορφου, όπου δεν
υπάρχουν εξωτερικές μορφές ο νους αντανακλά τον Θεό σαν Μία Ευρύτερη Πανταχού
Παρουσία.
Στην κατάσταση του ασχημάτιστου ο νους δεν
παίρνει από την φύση του κανένα σχήμα κι αντανακλά τον Θεό σαν Άπειρη Ύπαρξη.
Στην κατάσταση του ανείδεου (χωρίς είδος)
ή μονοειδούς ο νους δεν έχει καμία δραστηριότητα κι αντανακλά το Άγνωστο χωρίς
ιδιότητες.
¨Όταν ακόμα και ο άμορφος, ασχημάτιστος,
ανείδεος νους (που συγκροτεί την αντίληψη μίας ύπαρξης μέσα στον σχετικό κόσμο)
απορρίπτεται, φτάνουμε πραγματικά στην Ένωση με το Θεό. Αυτή είναι η Πέμπτη
Βαθμίδα όπου μετέχουμε κατά χάριν μέστης Θείας Ενέργειας στο Είναι, στην
Αληθινή Ουσία, στην Θεότητα – χωρίς ποτέ όμως να ξεπερνιέται η ετερότητα
Άκτιστου, κτιστού).
Τα Στάδια της Θέωσης
1) Εξάλειψη του απλού λογισμού
2) Εξάλειψη του σύνθετου λογισμού
3) Εξάλειψη του θεωρητικού λογισμού
4) Καθαρός νους, τρία στάδια (νους
άμορφος, νους ασχημάτιστος, νους μονοειδής ή ανείδεος).
5) Θέωση (νους φωτοειδής).
Ὁδηγίες Προσευχῆς
ΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ
1. Νὰ λέμε τὴν προσευχή μας ἀργὰ καὶ
καθαρά. Ὄχι μὲ βιασύνη, ἀλλὰ μὲ ἀγάπη πρὸς τὸ Θεό.
2. Πρὶν προσευχηθοῦμε νὰ ἔχουμε συγχωρήσει
ὅλους ὅσους μᾶς ἔχουν ἀδικήσει
ἢ μᾶς ἔχουν στενοχωρήσει στὴ ζωή μας.
3. Νὰ μάθουμε νὰ ἀγαποῦμε τὴν προσευχή μας
μὲ τρόπο ταπεινό.
4. Γιὰ νὰ καρποφορήσει μία προσευχὴ
χρειάζεται βαθειὰ ταπείνωση καρδιᾶς καὶ μυστηριακὴ ζωή.
5. Ἡ προσευχὴ ἀποδίδει περισσότερο ὅταν ἔχουμε
ἐξομολογηθεῖ καθαρὰ καὶ ἔχουμε κοινωνήσει τὸ Πανάγιον Σῶμα καὶ Αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν
Ἰησοῦ Χριστοῦ.
6. Νὰ προσευχόμαστε χωρὶς εἰκόνες στὸ νοῦ
μας, ἀλλὰ νὰ προσέχουμε τὰ λόγια της προσευχῆς μὲ κατάνυξη καὶ εὐλάβεια.
7. Ὅσο περισσότερο προσευχόμεθα, τόσο
περισσότερο αἰσθανόμαστε τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ.
ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΕ ΚΟΜΠΟΣΧΟΙΝΙ
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν
με»
τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Διονυσίου Ἁγίου Ὄρους
Ἀγαπητοί μας ἀδελφοί,
Σαλπίζουμε ἐγερτήριο σάλπισμα.
Οἱ ἐχθροί μας δαίμονες δὲν κοιμοῦνται καὶ ἐργάζονται
ἀκατάπαυστα νὰ μᾶς ρίξουν στὶς ἁμαρτίες καὶ ἐξαιτίας αὐτῶν καὶ τῶν παθῶν μας στὰ
βάθη τῆς κόλασης. Μὲ ἄλλο τρόπο δὲν μποροῦμε νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσουμε παρὰ μόνο
μὲ τὴν προσευχή. Ἡ ἀνάγνωση πνευματικῶν βιβλίων εἶναι καλὴ καὶ ὠφέλιμη ἡ ἀνάγνωση
ἢ παρακολούθηση τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐκκλησίας μᾶς βοηθοῦν ὅσους ἔχουν τὴ
δυνατότητα νὰ τὰ κάνουν.
Γιὰ τοὺς πολλοὺς ὅμως ἕνας τρόπος ποὺ
μπορεῖ νὰ ἀντικαταστήσει τοὺς ἄλλους τρόπους προσευχῆς εἶναι μὲ τὸ κομποσχοίνι.
Σὲ κάθε κόμπο ἐπικαλεῖσαι τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ λέγοντας τὴ σύντομη εὐχὴ
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησόν με» ἢ ἁπλῶς « Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν
με». Θὰ ἀρχίσεις μὲ τὸ: Δι᾿ εὐχῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἡμῶν, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ
Θεὸς ἡμῶν, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν. Δόξα σοι ὁ Θεός, Βασιλεῦ οὐράνιε, Τρισάγιον,
Παναγία Τριάς, Πάτερ ἡμῶν. Τὸν Ν´ ψαλμόν. Μιὰ σύντομη αὐτοσχέδια προσευχὴ μία
φορὰ τὴν ἡμέρα μὲ
σύντομη δοξολογία, εὐχαριστία, ἐξομολόγηση,
αἴτηση ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν σου,
ἐνισχύσεώς σου καὶ τῶν ἐν Χριστῷ ἀδελφῶν
σου στὸν ἀγώνα τὸν καλό, καὶ
προσευχὴ μὲ κομποσχοίνι ὅπως παρακάτω:
Α. Ὁ Ἑσπερινός με κομποσχοίνι ἢ μὲ τὸ
ρολόι χωρὶς κομποσχοίνι (κομποσχοίνι τῶν 300 κόμπων = τριακοσάρι, κομποσχοίνι τῶν
100 κόμπων = ἑκαστοστάρι).
Τρία τριακοσάρια τοῦ Χριστοῦ ἢ 15 λεπτὰ μὲ
τὸ ρολόι.
Ἕνα τριακοσάρικο τῆς Παναγίας ἢ 5 λεπτὰ μὲ
τὸ ρολόι. Ἕνα ἑκατοστάρι τοῦ Ἁγίου της ἡμέρας ἢ 5 λεπτὰ μὲ τὸ ρολόι. Ἕνα ἑκατοστάρι
τοῦ Ἁγίου της Ἐνορίας ἢ 2 λεπτὰ μὲ τὸ ρολόι. Ἕνα ἑκατοστάρι τοῦ Ἁγίου της ἑβδομάδος
ἢ 2 λεπτὰ μὲ τὸ ρολόι.
Β. Τὸ Ἀπόδειπνον, τὸ ἴδιο ὡς ὁ Ἑσπερινός
με ἐπιπλέον 2 τρακοσάρικα τῆς
Παναγίας ἢ 10 λεπτὰ μὲ τὸ ρολόι.
Γ. Μεσονυκτικόν, τέσσερα τρακοσάρικα τοῦ
Χριστοῦ σὲ 15 λεπτὰ μὲ τὸ ρολόι καὶ ἕνα τρακοσάρι τῆς Παναγίας ἢ 5 λεπτὰ μὲ τὸ
ρολόι.
Δ. Ὄρθρος, ἐννέα τριακοσάρικα τοῦ Χριστοῦ ἢ
μία ὥρα μὲ τὸ ρολόι, τρία τρακοσάρικα τῆς Παναγίας ἢ 15 λεπτὰ μὲ τὸ ρολόι. Ἀπὸ ἕνα
ἑκατοστάρι τοῦ ἁγίου της ἡμέρας, τῆς ἐνορίας καὶ τῆς ἑβδομάδος ὡς στὸν ἑσπερινό,
ἢ ἀπὸ δυὸ λεπτά, καὶ ἐπιπλέον ἕνα τρακοσάρι τῶν Ἁγίων Πάντων ἢ 5 λεπτὰ μὲ τὸ
ρολόι.
Ε. Θεία Μετάληψις, τέσσερα τριακοσάρικα τοῦ
Χριστοῦ ἢ 15 λεπτά. Ἕνα τρακοσάρικο τῆς Παναγίας ἢ 5 λεπτά.
Στ. Παράκλησις στὸν Χριστό, τὴν Παναγία ἢ
σὲ Ἅγιο. Δυὸ τρακοσάρικα ἢ δέκα λεπτά.
Ζ. Ὧραι 1η, 3η, 6η καὶ 9η, ἕξι
τριακοσάρικα τοῦ Χριστοῦ ἢ ½ ὥρα, δυὸ
τρακοσάρικα τῆς Παναγίας ἢ 10 λεπτά.
Ἂν ἔχεις πολλὴ ἐλεύθερη ὥρα ταξιδεύοντας
στὸ λεωφορεῖο, ἢ ὁπουδήποτε βρίσκεσαι, ἀντὶ νὰ πιάσεις κουβέντα μὲ τὸν ἕνα ἢ τὸν
ἄλλο, κοίταξε τὸ ρολόι σου, κλείσου στὸν ἑαυτό σου καὶ λέγε τὴν εὐχὴ ὅπως εἴπαμε
πιὸ πάνω.
Μὲ τὴν συνήθεια, τὴν ἀσταμάτητη προσοχὴ καὶ
τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ γίνεσαι δύσκολος στόχος τοῦ πονηροῦ. Μαζί με αὐτά, ἡ
καλλιέργεια τῆς ἀγάπης, τῆς εὐσπλαχνίας, τῆς πίστης, τῆς συμπόνοιας, τῆς
κατάνυξης, τῆς αὐτοκατηγορίας, τῆς ἐλπίδας στὸν Θεό, τῆς τακτικῆς ἐξομολόγησης
καὶ Θείας Κοινωνίας, ἀποκτᾶς ἕνα γερὸ ὁπλοστάσιο καὶ καθιστᾶς τὸν ἑαυτό σου
θωρακισμένο μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ σχεδὸν ἀπρόσβλητον ἀπὸ τὰ θανατηφόρα βέλη
τοῦ διαβόλου. Ὁ Κύριος εἶπε:
«Ἄνευ ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Γι᾿ αὐτὸ
γνωρίζοντας τὴν ἀσθένειά σου ταπεινώσου, καὶ ἔχε εἰς τὸν Θεὸ τὴν ἐλπίδα σου ἵνα
μὴ καταισχυνθῇς καὶ δόξαζε
κατὰ πάντα τῷ Πατρὶ καὶ τῷ Υἱῷ καὶ τῷ Ἁγίῳ
Πνεύματι νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰώνας. Ἀμήν.
Στὰ κομποσχοίνια:
* Τοῦ Χριστοῦ λέμε: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν
με.
* Τῆς Παναγίας λέμε: Ὑπεραγία Θεοτόκε, σῶσόν
με.
* Τοῦ Ἁγίου της ἡμέρας: Ἅγιε… πρέσβευε ὑπὲρ
ἐμοῦ.
* Τοῦ Ἁγίου της ἐνορίας: Ἅγιε… πρέσβευε ὑπὲρ
ἐμοῦ.
* Τοῦ Ἁγίου της ἑβδομάδος: Ἅγιε… πρέσβευε ὑπὲρ
ἐμοῦ. o Δευτέρα: Ἅγιοι Ἀρχάγγελοι, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἐμοῦ.
o Τρίτη: Βαπτιστὰ τοῦ Χριστοῦ, πρέσβευε ὑπὲρ
ἐμοῦ.
o Τετάρτη καὶ Παρασκευή: Σταυρὲ τοῦ Χριστοῦ,
σῶσον μὲ τὴ δυνάμει σου. o Πέμπτη: Ἅγιοι Ἀπόστολοι, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἐμοῦ καί, Ἅγιε
Νικόλαε, πρέσβευε ὑπὲρ ἐμοῦ.
o Σάββατο: Ἅγιοι Πάντες, πρεσβεύσατε ὑπὲρ ἐμοῦ.
o Κυριακή: Παναγία Τριὰς (ὁ Θεός), ἐλέησόν με.
* Γιὰ τὸν Ἄγγελο Φύλακα: Ἅγιε Ἄγγελέ μου,
φύλαξέ με.
ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης δίδαξε τὴν ἐργασία
τῆς Νοερᾶς προσευχῆς ὄχι μόνο στοὺς Μοναχούς του Ἁγίου Ὄρους, ἀλλὰ ξεκινώντας ἀπὸ
τὸ Ἅγιον Ὄρος πῆγε διδάσκοντας τὴ Νοερὰ προσευχὴ μέχρι τὴ Βλαχία, δηλαδὴ τὴ
σημερινὴ Ρουμανία.
Ἐπίσης ὁ λαμπρός της Θεσσαλονίκης φωστήρας
ἅγ. Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὄχι μόνο σε πολλὲς ὁμιλίες του παρακινοῦσε ὅλους τοὺς
χριστιανοὺς νὰ προσεύχονται νοερὰ καὶ μὲ τὴν καρδιά τους, ἀλλὰ καὶ λόγον ὁλόκληρον
ἔστειλε στοὺς Ἰωάννην καὶ Θεόδωρον τοὺς φιλοσόφους, ποὺ βρίσκονταν στὸν κόσμο,
στὸν ὁποῖο λόγο ἀποκάλυψε σ᾿ αὐτοὺς ὅλα τὰ μυστήρια τῆς Νοερᾶς προσευχῆς.
Ὁ Ἅγιος Διάδοχος λέει ὅτι ὁ σατανᾶς δὲ
θέλει ποτὲ νὰ μάθουν οἱ Χριστιανοὶ καὶ νὰ πιστεύουν ὅτι αὐτὸς βρίσκεται στὴν
καρδιὰ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ τοὺς πολεμάει, ἀλλὰ θέλει νὰ νομίζουν ὅτι τοὺς πολεμάει ἐξωτερικά.
Κατόπιν τούτου οἱ περισσότεροι Χριστιανοὶ καὶ ἰδιαίτερα οἱ λογιώτατοι πολλὲς
φορὲς πιστεύουν ὅτι οἱ λογισμοὶ ἔρχονται σ᾿ αὐτοὺς ὄχι ἐσωτερικά, δηλαδὴ ἀπὸ τὴν
καρδιά, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ λογική τους, δηλαδὴ τὶς σκέψεις τους καὶ τοῦτο, γιὰ νὰ μὴ
μάθουν νὰ πολεμοῦν τὸ σατανᾶ μὲ τὴν καρδιακὴ μνήμη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ,
δηλαδὴ μὲ τὴ Νοερὰ καὶ καρδιακὴ προσευχή!.. «Τῷ δὲ Βασιλεῖ τῶν αἰώνων, ἀφθάρτῳ,
ἀοράτῳ, μόνῳ σοφῷ Θεῷ, τιμὴ καὶ δόξα εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν».
«Ὅταν πονᾶς μὴ περπατᾶς σὲ δρόμους
πατημένους διάλεγε κάποια ἐρημικὰ μονοπάτια.
Κάτω ἀπὸ ξάστερο οὐρανὸ σὲ κάμπους ἀνθισμένους
προσευχήσου στοῦ Πλάστη ἐμπρὸς τὰ μάτια.
Κι ὅταν τὸ γλυκοχάραμα ξυπνοῦν τὰ ρόδα, οἱ
κρίνοι,θὰ ἰδῆς πόσο σὲ γιάτρεψε ἡ προσευχὴ ἐκείνη.»
Νοερά Προσευχή
Τα πράγματα άλλαξαν όταν άρχισα να
αφιερώνω χρόνο στην λεγόμενη νοερά προσευχή. Δεν θυμάμαι ακριβώς πότε άρχισα,
αλλά στο τελευταίο έτος θυμάμαι καλά ότι την εξασκούσα πλήρως. Έκτοτε για μια
εικοσαετία ήταν η σημαντικότερη δραστηριότητα της ζωής μου και ήταν αυτή που
καθόρισε την εξέλιξή μου, μέχρι την στιγμή που αποφάσισα να την αφήσω, όπως θα
διηγηθώ στην συνέχεια.
Δεν θα μιλήσω εδώ για τον τρόπο και την
διαδικασία της νοεράς προσευχής, αλλά θα περιγράψω το τελικό αποτέλεσμα, έτσι
όπως το εβίωνα όλα αυτά τα χρόνια. Θα μπορούσα να πω ότι το βίωμα αυτό δεν
άλλαξε σημαντικά με την πάροδο του χρόνου, άλλαξε η ευκολία με την οποία
μπορούσα να το βιώσω, το πιο σημαντικό όμως είναι ότι αυτό άλλαξε, νομίζω
δραματικά, εμένα.
Τι είναι όμως νοερά προσευχή; Είναι το
μυστικό χαρτί της ορθόδοξης πνευματικότητας και γι’ αυτήν μπορεί κανείς να βρει
άφθονη βιβλιογραφία, είτε γραμμένη από σύγχρονους είτε από παλαιούς. Η αλήθεια
όμως είναι ότι δεν θα καταλάβει και πολλά και ο λόγος είναι ότι χρησιμοποιείται
μια ορολογία που έχει χάσει προ πολλού την σημασία της. Τα κείμενα των παλαιών
έχουν μέσα τους πραγματικά διαμάντια, πλην όμως είναι καλυμμένα με πολλές
στρώσεις περιττών ή λανθασμένων στοιχείων. Φυσικά εγώ τότε δεν μπορούσα να καταλάβω
κάτι τέτοιο και έτσι έχω αφιερώσει άπειρες ώρες διαβάσματος και έχω μελετήσει
ότι έχει γραφτεί σχετικά, προσπαθώντας να το εφαρμόσω.
Το εγχείρημα είχε, για μένα, άμεση
επιτυχία. Εκ των υστέρων γνωρίζω ότι αυτό είναι εξαιρετικά σπάνιο. Πολύ λίγοι
άνθρωποι το καταφέρνουν και φυσικά μιλώ για μοναχούς και λαϊκούς που
αφιερώνονται σε αυτήν την προσπάθεια. Αυτό είχα την ευκαιρία να το διαπιστώσω,
χωρίς όμως να το καταλάβω, από την πρώτη αρχή καθώς ο τότε πνευματικός μου
σχεδόν με ειρωνευόταν όταν του έλεγα τα σχετικά… Βέβαια μεγαλώνοντας και
ταξιδεύοντας, επισκεπτόμενος όλα τα μοναστήρια και όλους τους γνωστούς
πνευματικούς διαπίστωσα με έκπληξη στην αρχή, στο τέλος το συνήθισα, πόσο λίγοι
αντιλαμβάνονταν γιατί πράγμα μιλούσα. Οι περισσότεροι ούτε που πίστευαν ότι
υπάρχουν τέτοια πράγματα. Φυσικά τώρα καταλαβαίνω πολύ περισσότερα, πλην όμως
δεν θα κουράσω τον αναγνώστη με τα διάφορα συναφή προβλήματα, που όμως είναι
άκρως ενδιαφέροντα για όσους ασχολούνται με την ορθόδοξη πνευματική ζωή.
Ας επανέλθω στο ερώτημα, τι είναι η νοερά
προσευχή. Κατ’ αρχήν είναι κάτι το εξαιρετικά ανιαρό και αδιάφορο. Κάθεσαι και
επαναλαμβάνεις διαρκώς την ίδια φράση, συνήθως την φράση «Κύριε Ιησού Χριστέ
ελέησόν με τον αμαρτωλό». Για την πλειοψηφία των ασχολουμένων με αυτήν την εργασία,
είναι μια επίπονος διαδικασία κατά την οποία εφαρμόζουν διάφορες τεχνικές, οι
οποίες στο τέλος, μετά από πολύ χρόνο και κόπο αποφέρουν κάποια οφέλη, δηλαδή
κάποια ευχάριστα συναισθήματα.
Για λίγους όμως τα πράγματα είναι
διαφορετικά. Μετά από μικρή και σύντομη προσπάθεια ανακαλύπτουν θα έλεγα ένα
μυστικό πέρασμα, ή μια μυστική κίνηση, ένα μυστικό τρόπο αλλαγής της νοητικής –
ψυχικής και συναισθηματικής τους κατάστασης η οποία έχει θαυμαστά αποτελέσματα.
Στην αρχή αυτή η ανακάλυψη του μυστικού δρόμου γίνεται με κάποια προσπάθεια,
και απαιτούνται προϋποθέσεις όπως η ησυχία, η μόνωση, ο διαλογισμός και βέβαια
η χρήση της προαναφερθείσας φράσης ή κάποιας άλλης ανάλογης. Με τα χρόνια όμως
τίποτα από αυτά δεν είναι αναγκαία, αν και πάντα παραμένουν επιθυμητά.
Είναι μια κατάσταση καθαρά ανεικονική και
χωρίς οποιαδήποτε σκέψη, την οποία ο άνθρωπος βιώνει να λαμβάνει χώρα στον χώρο
όπου βρίσκεται η σωματική καρδιά, εξ ου και η παράλληλη ονομασία, καρδιακή
προσευχή. Δημιουργείται η αίσθηση ότι στον χώρο αυτό υπάρχει ένα άνοιγμα από το
οποίο εισέρχεται στον άνθρωπο κάποιο είδος ενέργειας, μιας γλυκιάς θέρμης, μια
ευχάριστη ακτινοβολία, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για αίσθηση φωτός, χωρίς να
είναι κατ’ ουδένα τρόπο ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, άλλωστε δεν είναι αισθητή
με τα μάτια, που μπορεί να μην βλέπουν τίποτα, στην αρχή το σκοτάδι βοηθά, στην
συνέχεια τα μάτια μπορούν να βλέπουν, ότι βλέπουν, χωρίς να χάνεται αυτή η
αίσθηση.
Αυτή η αίσθηση έχει ένα έντονο ερωτικό
χαρακτήρα, η ανθρώπινη ύπαρξη ελκύεται από αυτό το “φως” και το βιώνει ως τρίτη
παρουσία προς την οποία στρέφεται με έντονα αισθήματα ανταπόκρισης. Εφόσον
ζούμε σε χριστιανική κοινωνία, και εγώ, το εκλάμβανα ως την παρουσία του Θεού,
πιο συγκεκριμένα του Χριστού. Είχα την αίσθηση ότι από την άλλη πλευρά υπάρχει
κάποιος Άλλος, και βέβαια δεν μπορούσε παρά να είναι ο Χριστός. Αυτή η στροφή
της προσοχής προς το “φως” επικέντρωνε τον εαυτό σε αυτήν την σχέση η οποία
είναι μια σχέση ανταλλαγής αγάπης, δημιουργείται ένας δεσμός ανάμεσα σε εσένα
και Αυτόν που πιστεύεις ότι υπάρχει από την άλλη πλευρά.
ΠΕΡΙ “ΚΑΡΔΙΑΚΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ”
Αγαπητοί,Με χαρά ανταποκρίνομαι στην
ευγενή πρόσκληση των διοργανωτών του παρόντος Συνεδρίου, θέμα έχοντος τις
σύγχρονες προόδους στην καρδιολογία και την καρδιοχειρουργική για να αρθρώσω
λόγο καρδιακό, και για τούτο σύγχρονο αλλά και συνάμα πανάρχαιο.Απόψε επιθυμώ
να ομιλήσω εν ολίγοις για μία άλλη φυσιολογία της καρδιάς, αυτή που γνωρίζομε
οι θεολόγοι και οι θεολογούντες, αυτή την οποία καλά επίσταται ο Δαυίδ, ο
Παύλος και ο τελευταίος αθωνίτης μοναχός, αλλά ενώ αποτελεί ένα συγκλονιστικό
γεγονός για τον φέροντα οργανισμό, δεν είναι εις το παράπαν αντιληπτό στα
monitors των καρδιογράφων. Μιλώ για το μυστήριο της καρδιάς, το οποίο
συντελείται εντός του ζωτικού αυτού μυ με την εγκατοίκηση σε αυτόν της
μονολογίστου ευχής ‘Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με’.Όπως ήδη σας
προϊδέασα, η λειτουργία της καρδιακής προσευχής προϋποθέτει
μια άλλη φυσιολογία, τελείως διαφορετική
από εκείνη που διδάσκεται στα εργαστήρια ανατομίας. Μέσα στην σωματική καρδιά
σαν σε όργανο και όχι σαν σε αγγείο, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά,
υφίσταται η πνευματική καρδιά του καθενός, η οποία ταυτίζεται με το λογιστικό
της ψυχής και αποτελεί το κέντρο της υπάρξεώς μας. Η καρδιά αυτή ζωοποιείται με
την παρουσία της θείας χάριτος και αντιδρά με σκιρτήματα, εσωτερική θέρμη,
γλυκύτητα, τις οποίες μεταδίδει σε ολόκληρο το σώμα. Έχει δε και δικούς της
κτύπους, γρηγορότερους από αυτούς του καρδιακού μυ οι οποίοι ακούγονται
ταυτόχρονα με τους τελευταίους και μάλιστα με τους πνευματικούς κτύπους
συντονίζεται η νοερά προσευχή.(Παρέκβαση) Κατά συνέπεια, απευθυνόμενος σε όλους
υμάς τους καρδιολόγους και καρδιοχειρουργούς, εάν κάποιος ασθενής σάς ρωτήσει
για το παράξενο φαινόμενο της αίσθησης δύο συγχρόνων αλλά και ξεχωριστών
καρδιακών παλμών, υποψιαστείτε ότι σ’ αυτόν τον άνθρωπο, πιθανόν, να ενεργείται
μέσα του η ευχή του Ιησού. (τέλος της παρέκβασης)Υπ’ αυτή την έννοια, μπορούμε
ευχερέστερα να συλλάβουμε την σωματοκεντρική θεολογία του Παύλου. Κάθε σπλάγχνο
είναι η έδρα μιας ψυχικής κίνησης, όπως οι νεφροί, ο λάρυγγας, κυρίως όμως η
καρδιά. Εμείς βεβαίως, τα
παιδιά του Διαφωτισμού, εντοπίζουμε
ψυχικές κινήσεις στις εγκεφαλικές λειτουργίες, έχοντας μία τελείως διαφορετική
αντίληψη για την ανθρώπινη ψυχοδυναμική.Ας ακούσομε όμως τι λέει η
υπερδισχιλιετής εκκλησιαστική Παράδοση για το ζήτημα. Ήδη από την εποχή του
αποστόλου των Εθνών, Παύλου, το φαινόμενο μιας ζώσας και ομιλούσας καρδίας
εντοπίζεται αγιογραφικώς στην επιστολή του προς Γαλάτας όπου τους εξηγεί ότι απόδειξη
της πνευματικής ενηλικιώσεώς τους είναι ότι ακούν, προσέξτε, όχι στο νου αλλά
στις καρδιές τους, το Πνεύμα του Θεού, απευθυνόμενο προς τον Θεό Πατέρα να λέει
«αββά ο Πατήρ». Μια τέτοια εμπειρία θα ήταν φυσιολογικά αδιανόητη από τον
δυτικότροπο άνθρωπο της εποχής μας για προφανείς λόγους. Με τον ίδιο
σκεπτικισμό την εξέλαβαν και οι αποδέκτες της επιστολής του Παύλου, έως ότου
τους καθησύχασε πως πρόκειται περί πνευματικής εμπειρίας την οποία κατέχει ο
ίδιος διηνεκώς, ώστε η προσευχή να λειτουργείται μέσα του αδιάλειπτα, είτε όπως
θα πει τρεις αιώνες αργότερα ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, εντονότερα και από αυτήν
ακόμη την αναπνοή.Η θεολογική όμως στήριξη αυτής της λειτουργίας έρχεται πολύ
αργότερα, τον 13ο αιώνα, όταν ο αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Γρηγόριος Παλαμάς
απαντά στον αριστοτελοτραφή μοναχό Βαρλαάμ Καλαβρό, ο οποίος προσπαθεί να
εγγίσει το Θεό γνωσιακά, εμπειρικά, αλλ’ όχι εντός του. Προσπαθεί να εξωθήσει
το νου έξω από το σώμα ώστε να αποκτήσει εμπειρία του θείου παράγοντα, όπως
παρατηρώντας ο νους τα εκτός του σώματος αποκτά εμπειρία της πραγματικότητος.
Αυτή άλλωστε, είναι και η σύγχρονη επιστημονική μέθοδος. Κανείς, είτε σχεδόν
κανείς, εξ υμών δεν έχει εμπειρία της κολπικής μαρμαρυγής από παρατήρηση της
ίδιας του της καρδιάς. Όλοι όμως είστε σε θέση να διαγνώσετε το φαινόμενο έξω
από εσάς. Αυτό δεν συμβαίνει με την λειτουργία της νοεράς ή καρδιακής λεγομένης
προσευχής. Η καρδιακή προσευχή συντελείται εντός του σώματος. Ο προσευχόμενος
συλλαμβάνει με την καθαρή προσευχή το νου, ο οποίος, παρότι πνευματικός,
ακολουθεί τη φυσιολογική οδό και, όσο και αν ακούγεται παράδοξο, κατεβαίνει από
τον λάρυγγα και εισέρχεται στην καρδιά, όπου και εγκαθίσταται. Περνώντας από το
λάρυγγα αφήνει μια ηδύτητα ούτως ώστε να γίνεται τώρα απολύτως κατανοητός ο
Δαυίδ όταν λέει «ως γλυκέα τω λάρρυγί μου τα λόγιά σου» , ο προφήτης Ιεζεκιήλ
όταν νοιώθει το στόμα του γλυκύ σαν μέλι και το
ίδιο ο ευαγγελιστής Ιωάννης σε μια
παρόμοια με τον προφήτη Ιεζεκιήλ αποκαλυπτική επαφή με το Θεό. Εάν, λοιπόν, στο
διάβα της η νοερά προσευχή φέρνει τέτοια σωματικά ερεθίσματα, τι κάνει εντός
της καρδίας, στην οποία εγκαθίσταται; Η προσευχή μέσα στην καρδιά βρίσκεται σε
οικείο τόπο. Συναντά, κατά τον Διάδοχο Φωτικής τη χάρη του Βαπτίσματος, την
κεκρυμμένη αν θέλετε από τη διάπραξη της αμαρτίας και τη βιώνει. Εφόσον δε,
μιλούμε περί βιώματος, οφείλουμε να είμαστε ακριβολόγοι. Δεν πρόκειται περί
μιας εγκεφαλικής λειτουργίας αλλά περί μιας σωματικής αλλοίωσης. Η καρδιά
νοιώθει μια συντριβή από την αγάπη του Θεού και την ανακάλυψη των οικείων
παθών. Χωρίς να πρόκειται για νοσηρή κατάσταση συμμετέχει σ’ αυτό το συναίσθημα
και το περικάρδιο ώστε να σκιρτά. Η επισκόπηση της ψυχικής κατάστασης του
προσευχομένου φέρνει μια ευαισθησία η οποία εκδηλώνεται με οχετούς δακρύων,
αβίαστη επανάληψη της ευχής χωρίς νοητική προσπάθεια. Η ευχή λειτουργεί πλέον
αυτόνομα και συντονίζεται με έναν παλμό διαφορετικό του φυσικού καρδιακού μυ.
Αυτενεργείται. Θερμαίνεται και μεταδίδει αυτή τη θερμότητα σε όλο το σώμα. Θα
έχετε ακουστά το περιστατικό από το βίο του αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ όπου μέσα
στο καταχείμωνο μετέδωσε αυτή τη
θερμότητα δια της αφής στην καρδιά ενός
προσκυνητού για να του επιδείξει την κατά τα άλλα μη υποπίπτουσα στις αισθήσεις
χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η κατάκτηση της ευχής είναι για εμάς τους Ορθοδόξους
ζηλευτή δωρεά ενός επίπονου και πολυχρόνιου αγώνα. Με βεβαιότητα σάς λέγω ότι
είναι εφικτή και κατά πάντα προσιτή σε όποιον θελήσει να τολμήσει.Αγαπητοί,Ίσως
τα προλεχθέντα αποτελούν καινά ακούσματα. Ελπίζω, ωστόσο, ότι η υγιής
επιστημονική σας περιέργεια θα σάς προτρέψει να αγγίξετε με το πνευματικό σας
στηθοσκόπιο το μεγαλείο της ψυχής
σας, την πνευματική σας δηλαδή καρδιά και
να ακούσετε τους θείους και αλάλλητους στεναγμούς της. Σάς εύχομαι καλή
επιτυχία στις εργασίες του 4ου Διεθνούς Συνεδρίου σας και σάς ευχαριστώ για την
υπομονή σας να με ακούσετε. Ο Θεός να σάς ευλογεί.Ευχαριστώ [Ομιλία του
Μακαριστού Αρχιεπ. Αθηνών Χριστόδουλου.Προς το 4ο Διεθνές Συνέδριο Ωνασείου
Καρδιοχειρουργικού Κέντρου (Αθήνα, 30 Νοεμβρίου 2006) ]
Γέροντος Ιωσήφ του Βατοπαιδινού
ΠΕΡΙ ΝΟΕΡΑΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ
Σε πολλούς ανθρώπους υπάρχει το ερώτημα:
Μπορούν οι Χριστιανοί που βρίσκονται στον κόσμο να ασχολούνται με τη νοερά
προσευχή; Απαντούμε καταφατικά. Ναι! Για να καταλάβουν την προτροπή μας οι
ενδιαφερόμενοι, αλλά και την υπόδειξή μας,όσοι δεν γνωρίζουν, θα εξηγήσουμε
σύντομα το θέμα ώστε να μην προβληματίζονται από τη διαφορετική ίσως ερμηνεία
και προσδιορισμό της νοεράς προσευχής.
Γενικά, η προσευχή είναι η μόνη
υποχρεωτική και απαραίτητη εργασία και αρετή για όλους και γι' αυτό μας δόθηκε
εντολή να την εργαζόμαστε αδιάλειπτα.
Κάθε τύπος και τρόπος προσευχής είναι
ωφέλιμος. Ο σκοπός της πανάρετης αυτής εργασίας είναι να στρέφει και να κρατά
το νου του ανθρώπου στο Θεό. Χρειάζεται αρκετή προσπάθεια για να ενεργοποιηθεί
και συγκρατηθεί ο νους ώστε να γίνει η προσευχή καρποφόρα και αποδεκτή.
Δεν θα μιλήσουμε για τους άλλους τρόπους
προσευχής, που είναι γνωστοί και συνηθισμένοι σε όλους τους Χριστιανούς, παρά
μόνο για τη λεγόμενη νοερά προσευχή. Ένα θέμα, που απασχολεί τους ευλαβείς
πιστούς επειδή πολλές φορές αγνοείται, παρερμηνεύεται και περιγράφεται μάλλον
φανταστικά.
Θα αφήσουμε τους Πατέρες μας να μας
οδηγούν για τον ακριβή τρόπο της εφαρμογής και των αποτελεσμάτων αυτής της
θεοποιού αρετής, από την κάθαρση ως τον αγιασμό, στον οποίο μας οδηγεί. Θα
πούμε τόσα μόνο, εμείς οι ευτελείς, όσα είναι αρκετά για να διασαφηνίσουν τη
νοερά προσευχή και να πείσουν τους αδελφούς μας να ασχοληθούν με αυτή.
Την ονομάζουν οι Πατέρες « νοερά » γιατί
γίνεται με το νου. Το νου οι Πατέρες μας τον προσδιορίζουν ως ένα ελεύθερο ον,
που δεν ανέχεται περιορισμούς και ούτε για πολύ πείθεται για κάτι που δεν
μπορεί να συλλάβει. Γι' αυτό, διάλεξαν μόνο λίγες λέξεις σε μια απλούστατη
προσευχή -« Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με »- ώστε να μην χρειάζεται μεγάλη
προσπάθεια του νου να συγκρατεί μια μεγάλη προσευχή και, δεύτερο, γύρισαν το
νου εσωτερικά και στο κέντρο της λογικής μας ύπαρξης.
Εκεί, παραμένοντας ακίνητος με το νόημα
της θείας επίκλησης του γλυκύτατου ονόματος του Κυρίου μας Ιησού, αναμένει να
αισθανθεί το συντομότερο δυνατό τη θεία παρηγοριά.Είναι αδύνατο, επικαλούμενος
συνέχεια και με επιμονή, ο πανάγαθος Δεσπότης μας Χριστός, να μην επακούσει και
εμφανιστεί, αυτός που τόσο επιθυμεί τη σωτηρία των ανθρώπων.
Επειδή όμως η κατά φύση αρετή που θέλουμε
να επιτευχθεί, χρειάζεται και τα κατάλληλα μέσα, έτσι και η ιερή αυτή εργασία
χρειάζεται τα απαραίτητα στοιχεία. Η κάποια ησυχία, η αμεριμνησία, η αποφυγή
της γνώσης και διήγησης γεγονότων, η εγκράτεια γενικά και η επίμονη συνέχεια
και συνήθεια δεν είναι ακατόρθωτα στους ευλαβείς που ενδιαφέρονται για την
ιερότατη αυτή εργασία. Η επιτέλεση της προσευχής σε κάποιο χρονικό διάστημα της
ημέρας, πάντοτε περίπου το ίδιο, είναι μια καλή αρχή!
Τονίσαμε ασφαλώς την επιμονή ως το πλέον
απαραίτητο στοιχείο στην προσευχή. Στην αρχή, όταν συναντάται βία και αντίδραση
εσωτερική, είναι απαραίτητο να λέγεται ψιθυριστά η προσευχή ή και δυνατότερα.
Όταν κατορθωθεί η καλή αυτή συνήθεια, ώστε με ευκολία να παραμένει και να
λέγεται η ευχή, τότε μπορούμε να στραφούμε και εσωτερικά με τέλεια εξωτερική
σιωπή. Στο βιβλίο "Οι περιπέτειες ενός προσκυνητού" δίνεται ένα καλό
παράδειγμα για την εισαγωγή. Η επιμονή λοιπόν και η προσπάθεια πάντοτε με τα
ίδια λόγια της ευχής, θα γεννήσει την καλή συνήθεια, μετά αυτή θα φέρει το
κράτημα του νου, οπότε και η παρουσία της Χάρης θα φανερωθεί.
Όπως κάθε αρετή αντιστοιχεί σε ένα
αποτέλεσμα, έτσι και η νοερά προσευχή έχει ως αποτέλεσμα την κάθαρση του νου
και το φωτισμό και φτάνει το άκρο και τέλειο αγαθό, την ένωση με το Θεό, δηλαδή
την απόκτηση του Αγίου Πνεύματος.
Στο θέμα της προσευχής, πρέπει όλοι μας οι
Χριστιανοί να αγωνιζόμαστε, ιδίως στη μονολόγιστη νοερά προσευχή. Όπου φτάσει ο
καθένας, πολύ κέρδος θα έχει.
Όταν είναι παρούσα η ευχή, ο άνθρωπος δεν
παραδίνεται στον πειρασμό που παραμονεύει γιατί « ο αγρυπνών και προσευχόμενος
δεν εμπίπτει εις πειρασμόν ». Επίσης, ο άνθρωπος δεν παραδίνεται σε σκοτισμό,
ώστε να είναι παράλογος και να κάνει λάθος στην κρίση και απόφασή του. Δεν
πέφτει σε ραθυμία και αμέλεια, που είναι η βάση πολλών κακών. Δεν νικάται από
πάθη και αδυναμίες και ιδίως όταν τα αίτια είναι κοντά. Απεναντίας, αυξάνει ο
ζήλος και η ευλάβειά του, γίνεται πρόθυμος προς αγαθοεργία, είναι πράος και
αμνησίκακος, αυξάνει καθημερινά η πίστη του και η αγάπη του στο Χριστό και αυτό
τον υποκινεί για την κατόρθωση όλων των αρετών.
Έχουμε πάρα πολλά παραδείγματα σύγχρονων
ανθρώπων, και ιδίως νέων, που με την καλή συνήθεια της ευχής σώθηκαν από
τρομερούς και θανάσιμους κινδύνους ή πτώσεις σε μεγάλα κακά.
Επομένως, η αδιάλειπτη νοερά προσευχή
είναι καθήκον κάθε πιστού, κάθε ηλικίας και γένους και κατάστασης, ασχέτως
χώρου και χρόνου και τρόπου• μένει πάντα η ίδια και γίνεται σε όλους ό,τι τους
χρειάζεται και τους απασχολεί, ώστε κατά τη Γραφή «πας ος αν επικαλέσηται το
όνομα Κυρίου, σωθήσεται» (Πραξ. β'' 21).
Δεν υπάρχει κίνδυνος πλάνης, όπως
διαδίδεται από μερικούς αδαείς, αρκεί να λέγεται η ευχή με τρόπο απλό και
ταπεινό. Είναι πολύ απαραίτητο, όταν λέγεται η προσευχή, να μην υπάρχει στο νου
καμιά εικόνα, ούτε του Δεσπότη μας Χριστού, σε οποιαδήποτε μορφή, ούτε της
Κυρίας Θεοτόκου ή κάποιου άλλου προσώπου ή παράστασης. Η εικόνα είναι ο τρόπος
του σκορπισμού του νου. Επίσης, με την εικόνα γίνεται η είσοδος των λογισμών
και της πλάνης. Ο νους πρέπει να μένει στην έννοια των λόγων της ευχής και με
πολύ ταπείνωση να περιμένει ο άνθρωπος το θείο έλεος. Οι τυχόν φαντασίες ή φώτα
ή κινήσεις, κρότοι και θόρυβοι είναι απαράδεκτα ως διαβολικά τεχνάσματα για να
παρεμποδίσουν ή να παραπλανήσουν.
Ο τρόπος της παρουσίας της Χάρης στους
εισαγωγικούς είναι χαρά πνευματική ή δάκρυα ήρεμα και χαροποιά, ή ήρεμος φόβος
από τη μνήμη των αμαρτιών μας. Προοδευτικά, η Χάρη γίνεται αίσθηση της αγάπης
του Χριστού, οπότε εξαφανίζεται τελείως ο μετεωρισμός του νου και θερμαίνεται η
καρδιά στην αγάπη του Θεού τόσο, ώστε νομίζει ότι δεν θα αντέξει άλλο. Όλα αυτά
και διάφορες άλλες μορφές αντίληψης και παρηγοριάς είναι εισαγωγικά σε όσους
προσπαθούν να λένε και να κρατούν την ευχή, όσο από αυτούς εξαρτάται και γενικά
όσο μπορούν.
Έως αυτό το σημείο, που είναι τόσο απλά τα
πράγματα, κάθε ψυχή ορθοδόξου, βαφτισμένη και με πίστη, μπορεί να τα εφαρμόσει
και να βρίσκεται στην πνευματική αυτή ευφροσύνη και χαρά, και να έχει
ταυτόχρονα τη θεία προστασία και βοήθεια σε όλες τις πράξεις και ενέργειές της.
Επαναλαμβάνουμε και πάλι την παρακίνησή
μας σε όσους αγαπούν το Θεό και τη σωτηρία τους: Να μην καθυστερήσουν να
δοκιμάσουν την καλή αυτή εργασία και συνήθεια και δεν θα βρίσκουν λόγια να
ευχαριστούν το Θεό για τη χάρη και ελεημοσύνη του, που παρέχει σε όσους
κοπιάσουν λίγο στην εργασία αυτή. Γι' αυτό να έχουν θάρρος να μη διστάσουν ή
μικροψυχήσουν με τη λίγη αντίδραση ή κόπωση που θα συναντήσουν. Δεν υπάρχει
απλούστερο, ευκολότερο και από όλους κατορθωτό πνευματικό επιτήδευμα από τη
μικρή ευχή, με τόση πολλαπλή ωφέλεια και προκοπή, στο σημερινό κυκεώνα της
τόσης ταραχής, άρνησης και απιστίας. Επιβάλλεται και όταν κάθεται κάποιος και
όταν κινείται και όταν εργάζεται και όταν ακόμα βρίσκεται στο κρεβάτι και
γενικά όπου και όπως είναι, να λέει από μέσα του τη μικρή αυτή ευχή.
Η ευχή αυτή, περιέχει και την πίστη και
την επίκληση και την ελπίδα και με τόσο μικρό κόπο και ασήμαντη προσπάθεια,
τηρεί την καθολική εντολή «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» (Α'' Τιμ. ε'' 17), με όλη
την τεράστια σημασία των αποτελεσμάτων της.
Σε όποιο λόγο των Πατέρων μας κι αν
στραφεί κάποιος ή και στους θαυμαστούς βίους τους, δεν θα συναντήσει καμιά άλλη
αρετή να εξυμνείται τόσο και να εφαρμόζεται με ζήλο και επιμονή, ώστε να
αποτελεί, μόνη αυτή, το ισχυρότερο μέσο της εν Χριστώ επιτυχίας. Δεν έχουμε
σκοπό να εκθειάσουμε ή να περιγράψουμε αυτή τη βασίλισσα των αρετών, γιατί ό,τι
και να πούμε εμείς, μάλλον θα τη μειώσουμε. Ο σκοπός μας είναι να παρακινήσουμε
και να ενθαρρύνουμε κάθε πιστό στην εργασία της, και καθένας μετά θα διδαχθεί
από την πείρα του, γιατί εμείς πολύ λίγα είπαμε. Τρέξτε όσοι απορείτε, όσοι
απογοητεύεστε, όσοι είστε θλιμμένοι, όσοι είστε στην άγνοια, όσοι είστε
ολιγόπιστοι και ποικιλότροπα όσοι είστε σε δοκιμασίες, τρέξτε στην παρηγοριά και
λύση των προβλημάτων σας. Ο γλυκύς μας Ιησούς Χριστός, η ζωή μας, μας
αναγγέλλει ότι «χωρις εμου ου δύνασθε ποιειν ουδέν» (Ιω. ιε'' 5).
Να λοιπόν, που όταν τον επικαλούμαστε
συνεχώς, ουδέποτε μένουμε μόνοι και επομένως όλα τα μπορούμε με τη βοήθεια Του.
Φωτιζόμαστε και γινόμαστε προθυμότεροι και έτσι θα επιτυγχάνουμε να μη
μπαίνουμε σε πειρασμούς. Εάν κάποιος θέλει να φτάσει και ψηλότερα, όπου θα τον
ελκύσει η πανάγια Χάρη, θα περάσει πάλι από την εισαγωγή αυτή. Και όταν φτάσει
στο σημείο εκείνο, θα τον πληροφορήσει κατάλληλα η Χάρη.
Ως επίλογο των γραφομένων, επαναλαμβάνουμε
την παρακίνηση, ή μάλλον την ενθάρρυνσή μας, προς όλους τους πιστούς, ότι
μπορούν και επιβάλλεται να ασχολούνται με την ευχή « Κύριε Ιησού Χριστέ,
ελέησόν με », τη λεγόμενη νοερά προσευχή, με βέβαιη πίστη ότι πολύ θα ωφεληθούν
σε οποιοδήποτε στάδιο κι αν φτάσουν. Η μνήμη της αιώνιας ζωής και η
ταπεινοφροσύνη εγγυούνται την επιτυχία, με τη Χάρη του Χριστού, του οποίου η
επίκληση θα είναι ο στόχος της αγαθής απασχόλησης. Ιδού καιρός να ετοιμάσει ο
καθένας το μέλλον του! Η Χάρη του Κυρίου Ιησού Χριστού να είναι με όλους τους
Χριστιανούς. Αμήν.
"ΑΣΚΗΣΗ, Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ"
Κείμενο από το βιβλίο του γέροντος Ιωσήφ
ΚΥΡΙΕ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΕ ΕΛΕΗΣΟΝ ΜΕ
Αρχιμ. Ζαχαρίου, Ιερά Πατριαρχική και
Σταυροπηγιακή Μονή Τιμίου Προδρόμου Έσσεξ Αγγλίας
«Η ευχή του Ιησού είναι η κατ΄ εξοχήν
άσκηση του νου και της καρδιάς, το μέσο αγιασμού όλων των πιστών. Περιέχει
ομολογία πίστεως στον Θεό και εξομολόγηση της πτώσεως του ανθρώπου, γι΄ αυτό
και έχει πληρότητα.
Το όνομα Ιησούς δόθηκε με αποκάλυψη
άνωθεν, είναι αναπόσπαστο από το πρόσωπο του Χριστού και η Θεοπρεπής επίκλησή
του ζωοποιεί τη χαρισματική παρουσία του. Τοποθετεί τον άνθρωπο στην οδό του
Κυρίου και τον απεργάζεται αχειροποίητο ναό της θεότητος.
Κατά την Κ. Διαθήκη η κλήση των πιστών
συνίσταται στο να βαστάσουν το Όνομα του Ιησού Χριστού, το διαφορώτατον και
υπέρ παν όνομα.
Η επίκληση αυτού του ονόματος ενοποιεί τον
όλο άνθρωπο: νου, καρδιά και σώμα. Τούτο κατορθώνεται με την κατάβαση του νου
στην καρδιά, αφού πρώτα σταυρωθεί από τα ευαγγελικά προστάγματα.
Η ευχή του Ιησού είναι άκρως δημιουργική:
α) Κρατά το πνεύμα του ανθρώπου σε επαφή
με το Πνεύμα του Κυρίου. Ελευθερώνει τον πιστό από το σαρκικό φρόνημα και τον
κατεργάζεται στόχο της επισκοπής του Κυρίου.
β) Επικεντρώνει την προσοχή αποκλειστικά
στη σκέψη του Θεού και παρέχει τη διάκριση των νοημάτων του Θεού από τα
επινοήματα του σατανά.
γ) Με την ευχή αυτή ο ασκητής αρπάζει
εκείνα τα νοήματα, που διευρύνουν την καρδιά και συντελούν στον αγιασμό.
δ) Η νήψη πραγματοποιείται φυσιολογικά,
γιατί Εκείνος που βασιλεύει στην καρδιά είναι μείζων αυτού που είναι στον κόσμο.
ε) Περιορίζει τις αμαρτίες στο ελάχιστον
και προετοιμάζει για θάνατο εν Κυρίω.
Η ριζική διαφορά του Χριστιανισμού από τις
δοξασίες της Ανατολής έγκειται στο ότι η ευχή του Ιησού είναι θεμελιωμένη στην
Αποκάλυψη του Ζώντος και Προσωπικού Θεού της Αγίας Τριάδος και η εμπειρία της
διαφέρει και απέχει από εκείνη των ανατολικών θρησκειών, όσο απέχει το Πνεύμα
του Θεού από τη σάρκα ή το ’κτιστο από το κτιστό».
Η ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ
Πάρα πολλοί καί σπουδαῖοι εἶναι οἱ καρποί
τῆς ἀδιάλειπτης νοερᾶς προσευχῆς ἤ «εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ». Ὁ Ἴδιος ὁ Κύριος μᾶς τήν ἐδίδαξε.
Γράφει ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσιανίνωφ στό βιβλίο του «Υἱέ μου δός μοι σήν
καρδίαν»: «Αὐτὸς ὁ τρόπος προσευχῆς, τὸ νὰ προσεύχεται δηλαδὴ κανεὶς λέγοντας τὴν
προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ,
εἶναι θεῖος θεσμός, πού θεσπίστηκε ὄχι μέσῳ
Ἀποστόλου ἢ Ἀγγέλου, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὁ Θεὸς ὁ Ἴδιος. Μετὰ
τὸν Μυστικὸ Δεῖπνο, ἀνάμεσα σ' ἄλλες ὑψηλές, ὕστατες ἐντολὲς καὶ ὁδηγίες, ὁ Κύριος
Ἰησοῦς Χριστὸς θέσπισε τὴν προσευχὴ στὸ ὄνομά Του. Ἔδωσε αὐτὸ τὸν τρόπο προσευχῆς
σὰν μία νέα, ἐξαίρετη καὶ ἀνεκτίμητη δωρεά. Οἱ Ἀπόστολοι γνώριζαν ἤδη μερικῶς τὴ
δύναμη τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ, μ' αὐτὸ θεράπευσαν ἀνίατες ἀρρώστιες καὶ ὑπέταξαν
δαίμονες, καὶ μ' αὐτὸ τοὺς κατανίκησαν, τοὺς ἔδεσαν καὶ τοὺς ἐξέβαλαν. Αὐτὸ τὸ
πανίσχυρο καὶ θαυμαστὸ ὄνομα ὁ Κύριός μας ἀφήνει ἐντολὴ νὰ τὸ χρησιμοποιοῦμε στὴν
προσευχή. Ὑποσχέθηκε ὅτι τέτοια προσευχὴ θὰ εἶναι ἰδιαίτερα ἀποτελεσματική. «Ὅ,τι
ἂν αἰτήσητε τὸν πατέρα», εἶπε στοὺς ἁγίους Ἀποστόλους, «ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο
ποιήσω, ἴνα δοξασθῆ ὁ Πατὴρ ἐν τῷ Υἱῷ. Ἐὰν τί αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐγὼ
ποιήσω» (Ἰωάν. 14,13). « Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ὅσα ἂν αἰτήσετε τὸν Πατέρα ἐν
τῷ ὀνόματί μου, δώσει ὑμῖν. Ἕως ἄρτι οὐκ ἠτήσατε οὐδὲν ἐν τῷ ὀνόματί μου αἰτεῖτε
καὶ λήψεσθε, ἵνα ἡ χαρὰ ὑμῶν ᾖ πεπληρωμένη» ( Ἰωάν. 16, 23-24).
Πόσο ὑπέροχη δωρεά! Εἶναι ἐγγύηση ἀτέλειωτων
κι ἀπέραντων εὐλογιῶν! Δωρεὰ πού βγῆκε ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ἄπειρου Θεοῦ, ντυμένου
τὴν πεπερασμένη ἀνθρώπινη φύση καὶ καλουμένου μὲ τὸ ἀνθρώπινο ὄνομα τοῦ
Σωτήρα[1]. Τὸ ὄνομα ὑπὸ τὴν ἐξωτερική του μορφὴ εἶναι περιορισμένο, ἄλλα ἀντιπροσωπεύει
κάτι τὸ ἄπειρο, τὸν Θεό, ἀπὸ τὸν Ὁποῖο ἀντλεῖ ἀπέραντη, θεία ἀξία, τὴ δύναμη καὶ
τὶς ἰδιότητες τοῦ Θεοῦ.
Ώ, ἐσὺ Χορηγὲ ἀνεκτίμητης, ἀδιάφθορης δωρεᾶς!
Πῶς μποροῦμε ἐμεῖς οἱ ἁμαρτωλοὶ θνητοὶ νὰ δεχτοῦμε τὴ δωρεά; Οὔτε τὰ χέρια μας,
οὔτε ὁ νοῦς μας, μὰ οὔτε ἡ καρδιὰ μας μποροῦν νὰ τὴ λάβουν. Δίδαξέ μας γιὰ νὰ
γνωρίσουμε, ὅσο μποροῦμε, τὸ μεγαλεῖο της δωρεᾶς, τὴ σημασία της καὶ τοὺς
τρόπους νὰ τὴ λαβαίνουμε καὶ νὰ τὴ χρησιμοποιοῦμε ἔτσι πού νὰ μὴ τὴν
πλησιάζουμε μὲ τρόπο ἁμαρτωλό, γιὰ νὰ μὴ τιμωρηθοῦμε γιὰ ἀδιακρισία καὶ
θρασύτητα, ἄλλα ἔτσι πού, γιὰ νὰ τὴν καταλαβαίνουμε καὶ νὰ τὴ χρησιμοποιοῦμε ὀρθά,
νὰ λάβουμε ἀπὸ Σένα ἄλλες δωρεὲς πού Σὺ μᾶς ὑποσχέθηκες καὶ Σὺ μοναχὰ
γνωρίζεις.
Στὰ Εὐαγγέλια, στὶς Πράξεις καὶ τὶς Ἐπιστολὲς
τῶν Ἀποστόλων βλέπουμε τὴν
ἀπέραντη πίστη τῶν ἁγίων Ἀποστόλων στὸ ὄνομα
τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅπως καὶ τὸν ἀπέραντο σεβασμὸ τους γι' αὐτό. Στὸ ὄνομα τοῦ
Κυρίου Ἰησοῦ ἔκαναν τὰ πιὸ ἐκπληκτικὰ θαύματα. Δὲν ὑπάρχει περίπτωση, ἀπὸ τὴν ὁποία
νὰ μποροῦμε νὰ μάθουμε πῶς προσεύχονταν στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ὅμως, σίγουρα, ἔτσι
προσεύχονταν. Πῶς μποροῦσαν νὰ πράξουν ἀλλιῶς, ὅταν ἡ προσευχὴ ἐκείνη τοὺς
δόθηκε ἀπὸ τὸν Ἴδιο τὸν Κύριο κι ἔτσι τοὺς παρήγγειλε νὰ προσεύχονται καὶ ὅταν ἡ
ἐντολὴ γι' αὐτὸ ἐπιβεβαιώθηκε μὲ τὸ νὰ ἐπαναληφθεῖ δύο φορές;
Ἂν ἡ Γραφὴ σιωπᾶ πάνω σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο, εἶναι
μόνο καὶ μόνο γιατί ἡ προσευχὴ
αὐτὴ ἦταν σὲ κοινὴ χρήση καὶ ἦταν τόσο καλὰ
γνωστὴ πού δὲ χρειαζόταν εἰδικὴ
μνεία σ' αὐτή. Ἀκόμη καὶ στὰ γραπτὰ
κείμενα τῶν πρώτων αἰώνων τοῦ Χριστιανισμοῦ, πού ἔχουν φτάσει μέχρι τὴν ἐποχή
μας, ἡ προσευχὴ τοῦ Κυρίου δὲν ἀποτελεῖ ἀντικείμενο ξεχωριστῆς πραγματείας, ἄλλα
μνημονεύεται μοναχὰ σὲ συνάρτηση μὲ ἄλλα θέματα.
Στὸ βίο τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, ἐπισκόπου
Ἀντιοχείας, πού στεφανώθηκε μὲ τὸ φωτοστέφανο τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου στὴ Ρώμη,
στὰ χρόνια του
αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ, διαβάζουμε αὐτὰ τὰ
λόγια: «Ὅταν τὸν ἔπαιρναν γιὰ νὰ τὸν καταβροχθίσουν τὰ ἄγρια θηρία καὶ ἐκεῖνος
εἶχεν ἀσταμάτητα τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ
στὰ χείλη του, οἱ εἰδωλολάτρες τὸν ρώτησαν
γιατί θυμόταν τὸ ὄνομα ἐκεῖνο ἀδιάλειπτα. Ὁ Ἅγιος ἀπάντησε ὅτι εἶχε τὸ ὄνομα τοῦ
Ἰησοῦ Χριστοῦ γραμμένο μέσα στὴν καρδιά του κι ὅτι ὁμολογοῦσε μὲ τὰ χείλη Ἐκεῖνον
πού πάντα ἔφερε μέσα στὴν
καρδιά του. Ὅταν τὰ ἄγρια θηρία εἶχαν
καταβροχθίσει τὸν Ἅγιο, ἡ καρδιά του, μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, διατηρήθηκε ἀνέπαφη
ἀνάμεσα στὰ κόκαλά του. Οἱ ἄπιστοι τὴ βρῆκαν καὶ τότε θυμήθηκαν ὅσα εἶχε πεῖ ὁ Ἅγιος.
Ἔτσι, ἔκοψαν τὴν καρδιὰ ἐκείνη
στὰ δύο, θέλοντας νὰ μάθουν ἂν ἦταν ἀληθινὸ
ὅ,τι τοὺς εἶχε λεχθεῖ. Στὸ ἐσωτερικὸ
τῶν δύο κομματιῶν τῆς καρδίας βρῆκαν μίαν ἐπιγραφὴ
γραμμένη μὲ χρυσᾶ
γράμματα: ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ. Ἔτσι ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος
ἦταν θεοφόρος καὶ στὸ ὄνομα καὶ στὴν πράξη, ἔχοντας πάντα καὶ φέροντας μέσα στὴν
καρδιὰ του τὸ Θεὸ Μας Χριστό, μὲ τὸ ὄνομά Του γραμμένο μὲ τὸ λογισμὸ τοῦ νοῦ σὰν
μὲ κάλαμο».
Ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ἦταν μαθητὴς τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου
καὶ Εὐαγγελιστοὺ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καὶ εἶχε τὸ προνόμιο, ὄντας παιδί, νὰ δεῖ
τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ προσωπικά. Ἦταν τὸ εὐλογημένο ἐκεῖνο παιδί, γιὰ τὸ ὅποιο
λέγεται στὸ Εὐαγγέλιο
ὅτι ὁ Κύριος τὸ ἔβαλε στὸ μέσο τῶν Ἀποστόλων,
πού συζητοῦσαν γιὰ πρωτεῖα, τὸ πῆρε στὴν ἀγκαλιά του καὶ εἶπε: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν,
ἐὰν μὴ στραφῆτε καὶ γένησθε ὡς τὰ παιδία, οὐ μὴ εἰσέλθητε εἰς τὴν βασιλείαν τῶν
οὐρανῶν. Ὅστις οὖν ταπεινώσει
ἑαυτὸν ὡς τὸ παιδίον τοῦτο, οὗτος ἐστὶν ὁ
μείζων ἐν τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»[2].
Σίγουρα ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος διδάχτηκε τὴν
προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τὸν ἅγιο
Εὐαγγελιστὴ καὶ τὴν ἐφάρμοζε κατὰ τὴν
περίοδο ἐκείνη τῆς ἀκμῆς τοῦ
Χριστιανισμοῦ, ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι
Χριστιανοί. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ μάθαιναν τὴν προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ,
πρῶτα γιὰ τὴ μεγάλη σημασία τῆς ἴδιας τῆς προσευχῆς, ὅπως καὶ γιὰ τὸ ὅτι
σπάνιζαν τότε καὶ ἦταν πανάκριβα τὰ χειρόγραφα ἱερὰ βιβλία, γιατί λίγοι ἦταν οἱ
γραμματισμένοι (οἱ πιὸ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους ἦταν ἀγράμματοι) καὶ γιατί ἡ
προσευχὴ τοὺ Ἰησοῦ ἦταν εὔκολη, πρόσφερε ἱκανοποίηση καὶ ἐπενεργοῦσε μὲ μία πολὺ
εἰδικὴ ἐνέργεια καὶ δύναμη.
Στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἱστορία διαβάζουμε τὸ
πιὸ κάτω ἐπεισόδιο: Κάποιος στρατιώτης, γέννημα τῆς Καρχηδόνας, πού ὀνομαζόταν
Νεωκόρος, ὑπηρετοῦσε στὴ φρουρὰ τῆς Ἱερουσαλὴμ στὰ χρόνια πού ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς
Χριστὸς ὑπέστη θεληματικὰ τὰ πάθη καὶ θανατώθηκε γιὰ ν' ἀπολυτρώσει τὸ ἀνθρώπινο
γένος. Σὰν
εἶδε ὁ Νεωκόρος τὰ θαύματα πού τελέσθηκαν
στὸ θάνατο καὶ τὴν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου, πίστεψε σ' Αὐτὸν καὶ βαφτίστηκε ἀπὸ τοὺς
Ἀποστόλους. Ὅταν τελείωσε τὴ θητεία του, ὁ Νεωκόρος πῆγε πίσω στὴν Καρχηδόνα καὶ
μοιράστηκε τὸ θησαυρὸ τῆς πίστης μὲ ὁλόκληρη τὴν οἰκογένειά του. Ἀνάμεσα σ' ἐκείνους
πού δέχτηκαν τὸ Χριστιανισμὸ ἦταν καὶ ὁ Καλλίστρατος, ὁ ἐγγονὸς τοῦ Νεωκόρου. Σὰν
ἔφτασε στὴν κατάλληλη ἡλικία ὁ Καλλίστρατος πῆγε στὸ στρατό. Τὸ στρατιωτικὸ ἀπόσπασμαστὸ
ὅποιο τοποθετήθηκε τὸ ἀποτελοῦσαν εἰδωλολάτρες. Παρακολούθησαν τὸν Καλλίστρατο
καὶ πρόσεξαν πώς αὐτὸς δὲ λάτρευε τὰ εἴδωλα, ἀλλὰ ἀφιέρωνε πολλὴν ὥρα στὴν
προσευχὴ τὴ νύκτα μέσα σὲ μοναξιά. Κάποτε κρυφάκουσαν, ἐνῶ ἐκεῖνος
προσευχόταν, καὶ τὸν ἄκουσαν νὰ ἐπαναλαμβάνει
ἀδιάκοπα τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Γι' αὐτὸ τὸν κατήγγειλαν στὸ
διοικητή τους. Ὁ ἅγιος Καλλίστρατος, πού ὁμολογοῦσε τὸ Χριστὸ ὄντας μόνος στὸ
σκοτάδι τῆς νύχτας, Τὸν ὁμολόγησεδημοσίως στὸ φῶς τῆς ἡμέρας καὶ ἐπισφράγισε τὴν
ὁμολογία του μὲ τὸ αἷμα του»[3].
Διδαχὴ γιὰ τὴν προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ ἐμφανίζεται
στοὺς ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς τοῦ τέταρτου αἰώνα, ὅπως εἶναι ὁ ἅγιος Ἰωάννης
ὁ Χρυσόστομος καὶ ὁ ἀββὰςἨσαΐας ὁ Ἀσκητής. Κάποιος συγγραφέας τοῦ πέμπτου αἰώνα,
ὁ ἅγιος Ἠσύχιος ὁ Ἱεροσολύμων, παραπονιέται ἀπὸ τότε κιόλας ὅτι ἡ ἄσκηση σ' αὐτὴ
τὴν προσευχὴ ἔχει πολὺ παρακμάσει ἀνάμεσα στοὺς μοναχούς. Μὲ τὸ πέρασμα τοῦ
χρόνου ἡ παρακμὴ αὐτὴ ὅλο καὶ μεγάλωνε. Γι' αὐτὸ καὶ οἱ ἅγιοι Πατέρες
προσπάθησαν μὲ τὰγραφτά τους νὰ ἐνθαρρύνουν τὴν ἄσκηση στὴν προσευχὴ αὐτή. Ὁ
τελευταῖος συγγραφέας, πού ἔγραψε γι' αὐτὴ τὴν προσευχή, ἦταν ὁ μακάριος
γέροντας ἱερομόναχος Σεραφεὶμ τοῦ Σαρὼφ[4]. Δὲν ἔγραψε τὶς ὁδηγίες ὁ γέροντας ὁ
ἴδιος μὲ τὸ ὄνομα του. Αὐτὲς καταγράφτηκαν ἀπὸ τὰ λόγια του ἀπὸ ἕναν ἀπὸ τοὺς
μοναχοὺς πού καθοδηγοῦσε· εἶναι, ὅμως, γραμμένες μὲ ἀξιοσημείωτα κατανυκτικὸ ὕφος.
Τώρα ἡ ἄσκηση στὴν προσευχὴ τοῦ Ἰησοῦ ἔχει σχεδὸν ἐγκαταλειφθεῖ ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς
καὶ τὶς μοναχές. Ὁ ἅγιος Ἠσύχιος ἀποδίδει τὴν ἀμέλεια αὐτὴ στὴν ἀκηδία. Πρέπει
νὰ παραδεχτεῖ κανεὶς πῶς ἡ κρίση αὐτὴ εἶναι δίκαιη. Ἡ ἀγαθοεργὸς δύναμη τῆς
προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ ἐμπεριέχεται στὸ ἴδιο τὸ Θεῖο ὄνομα τοῦ Θεανθρώπου, τοῦ
Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μολονότι στὴν Ἁγία Γραφὴ ὑπάρχει πλούσια μαρτυρία,
πού ἀποδείχνει τὸ μεγαλεῖο τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ, ἐν τούτοις ἡ σπουδαιότητα τοῦ
ὀνόματος αὐτοῦ ἐξηγήθηκε μὲ ἰδιαίτερη ἀκρίβεια ἀπὸ τὸν ἅγιο Ἀπόστολο Πέτρο
μπροστὰ στὸ ἑβραϊκὸ συνέδριο, ὅταν ἐρωτήθηκε «ἐν ποίᾳ δυνάμει ἢ ἐν ποίῳ ὀνόματι»
εἶχε θεραπεύσει κάποιον ἄνθρωπο χωλὸ ἐκ γενετῆς. «Τότε Πέτρος, πλησθείς
Πνεύματος Ἁγίου, εἶπε πρὸς αὐτούς, ἄρχοντες τοῦ λαοῦ καὶ πρεσβύτεροι του Ἰσραήλ,
εἰ ἠμεῖς σήμερον ἀνακρινόμεθα ἐπὶ εὐεργεσίᾳ ἀνθρώπου ἀσθενοῦς, ἐν τίνι οὗτος
σέσωσται, γνωστὸν ἔστω πᾶσιν ὑμῖν καὶ παντὶ τῷ λαῶ Ἰσραὴλ ὅτι ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ
Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου, Ὅν ὑμεῖς ἐσταυρώσατε, ὅν ὁ Θεὸς ἤγειρεν ἐκ νεκρῶν, ἐν
τούτῳ οὗτος παρέστηκεν ἐνώπιον ὑμῶν ὑγιής. Οὗτος ἐστὶν ὁ λίθος ὁ ἐξουθενηθείς ὑφ'
ὑμῶν τῶν οἰκοδομούντων, ὁ γενόμενος εἰς κεφαλὴν γωνίας. Καὶ οὐκ ἐστὶν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ
ἡ σωτηρία, οὐδὲ γὰρ ὄνομα ἐστὶν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις
ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. 4,8-12). Ἡ μαρτυρία αὐτὴ εἶναι τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος. Τοῦ Ἀποστόλου τὸ στόμα, ἡ γλώσσα καὶ ἡ φωνὴ ἦταν ἁπλῶς τοῦ Πνεύματος
τὰ ὄργανα.
Ἕνα ἄλλο σκεῦος τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὁ Ἀπόστολος
τῶν ἐθνῶν, δίνει μία παρόμοια μαρτυρία. «Πᾶς γάρ», λέγει, «ὃς ἂν ἐπικαλέσηται τὸ
ὄνομα Κυρίου σωθήσεται»
(Ρώμ. 10,13). «Χριστὸς Ἰησοῦς... ἔταπεινωσεν
ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. Διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν
ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ,
πᾶν γόνυ κάμψη ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων» (Φίλ. 2,5-10).
Βλέποντας μακριὰ στὸ μέλλον, ὁ Δαυίδ, ἕνας
πρόγονος τοῦ Ἰησοῦ κατὰ σάρκα, ἔψαλλε τὴ μεγαλωσύνη τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ καὶ
ζωηρὰ περιέγραψε τὴν ἐπενέργεια καὶ τὸ ἀποτέλεσμα αὐτοῦ τοῦ ὀνόματος, τὸν ἀγώνα
πού γίνεται μὲ τὸὄνομα αὐτὸ σὰν μέσο ἐνάντια στὶς πηγὲς τῆς ἁμαρτίας, τὴ δύναμή
του νὰ σώζει ἐκείνους πού προσεύχονται μὲ αὐτὸ τὸ ὄνομα ἀπὸ τὴν αἰχμαλωσία στὰ
πάθη καὶ τοὺς δαίμονες καὶ τὸ θρίαμβο ἐκείνων πού κερδίζουν πνευματικὴ νίκη μὲ
τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ἂς ἀκούσουμε τί λέει ὁ θεόπνευστος Δαυίδ: «Κύριε ὁ Κύριος ἡμῶν,
ὡς θαυμαστὸν τὸ ὄνομά σου ἐν πάση τὴ γῆ! Ὅτι ἐπήρθη ἡ μεγαλοπρέπειά σου ὑπεράνω
τῶν οὐρανῶν. Ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων κατηρτίσω αἶνον ἕνεκα τῶν ἔχθρων
σου τοῦ καταλυσαι ἐχθρὸν καὶ ἐκδικητὴν» (Ψάλμ. 8,2-3). Ἀκριβῶς! Ἡ μεγαλοπρέπεια
τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ ξεπερνᾶ τὴν ἀντίληψη τῶν λογικῶν πλασμάτων τῆς γῆς καὶ
τοῦ οὐρανοῦ. Τὴ μεγαλοπρέπεια του τὴ συλλαμβάνει μ' ἕνα τρόπο ἀκατανόητο ἡ
παιδιάστικη ἁπλότητα καὶ πίστη. Μ' αὐτὸ τὸ ἀνιδιοτελὲς πνεῦμα πρέπει νὰ
προσεγγίσουμε τὴν προσευχὴ στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ καὶ μ' αὐτή νὰ συνεχίσουμε. Ἡ ἐμμονή
μας καὶ ἡ προσοχή μας στὴν προσευχὴ πρέπει νὰ μοιάζει μὲ τὴν ἀδιάκοπη
προσπάθεια τοῦ παιδιοῦ ὅταν ἀναζήτα τὰ στήθη τῆς μάνας του. Τότε ἡ προσευχὴ στὸ
ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ θὰ στεφθεῖ μὲ πλήρη ἐπιτυχία, οἱ ἀόρατοι ἐχθροὶ θὰ νικηθοῦν καὶ
«ὁ ἐχθρὸς καὶ ἐκδικητὴς» τελικὰ θὰ συντριβεῖ. Ὁ «ἐχθρὸς» ὀνομάζεται «ἐκδικητής»,
γιατί προσπαθεῖ ἀπὸ ἐκείνους πού προσεύχονται (ἰδιαίτερα ἀπ' ὅσους προσεύχονται
κάπου-κάπου κι ὄχι ἀδιάλειπτα) νὰ τοὺς πάρει, ὕστερα ἀπὸ τὴν
προσευχή, ὅ,τι ἀπόχτησαν στὴ διάρκεια τῆς
προσευχῆς. Γιὰ νὰ κερδηθεῖ μίαἀποφασιστικὴ νίκη, εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἀδιάλειπτη
προσευχὴ καὶ ἡ συνεχὴςἐγρήγορση»[5].
[1] Σωτήρας - στὰ ἑβραϊκὰ «Ἰησοῦς» (Μάτθ.
1,21).
[2] Μάτθ. 18,3-4. Πρβλ. Μάρκ. 9,36 καὶ
Μηναῖο, 20 Δεκεμβρίου.
[3] Μηναῖο, 27 Σεπτεμβρίου.
[4] Ὁ Μπριαντσιανίνωφ ἔγραψε τὰ πιὸ πάνω
μισὸν αἰώνα πρὶν τὴν ἀνακήρυξη τοῦ ἁγίου Σεραφεὶμ σὲ Ἅγιο.
[5] Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ, ΥΙΕ
ΜΟΥ ΔΟΣ ΜΟΙ ΣΗΝ ΚΑΡΔΙΑΝ...»,
Ὀρθόδοξη ἀναφορὰ στὴν καρδιακὴ ἢ νοερὰ
προσευχὴ τοὺ Ἰησοῦ, Γ' ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΛΟΓΟΣ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
Ἀρχιμ. Ἐπιφανίου (Εὐθυβούλου) Χαραλ. Ἀσσιώτη
ΕΚΔΟΣΗ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ
ΛΕΜΕΣΟΥ.
Ἐφραὶμ Κατουνακιώτης Ἱερομόναχος –
Πνευματικὲς νουθεσίες Περὶ Νοερᾶς Προσευχῆς, Δακρύων καὶ Χάριτος
Νὰ λέγῃς παιδί μου τὴν εὐχή, «Κύριε Ἰησοῦ
Χριστὲ ἐλέησόν με», ἡμέρα καὶ νύχτα συνέχεια. Ἡ εὐχὴ θὰ τὰ φέρῃ ὅλα. Ἡ εὐχὴ
περιέχει τὰ πάντα, περικλείει τὰ πάντα, αἴτησι, παράκλησι, πίστι, ὁμολογία,
θεολογία κλπ. Ἡ εὐχὴ νὰ λέγεται χωρὶς διακοπή. Ἡ εὐχὴ θὰ φέρῃ ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον
εἰρήνη, γλυκύτητα, χαρά, δάκρυα. Ἡ εἰρήνη καὶ ἡ γλυκύτης θὰ φέρουν περισσότερον
εὐχή, καὶ ἡ εὐχὴ κατόπιν, περισοτέραν εἰρήνη καὶ γλυκύτητα κλπ. Θὰ ἔρθη στιγμή,
ποὺ ἂν θὰ σταματᾷς τὴν εὐχή, θὰ αἰσθάνεσαι ἄσχημα.
Ὅταν ὁ μοναχός, βρῇ αὐτὴ τὴν χαρὰ καὶ τὴν
εἰρήνη ἀπὸ τὴν εὐχή, τότε θεωρεῖ σκύβαλα ὅλα τὰ τοῦ κόσμου. Τότε δοξάζει τὸν
Θεόν, ποὺ τὸν ἅρπαξε ἀπὸ τὴν ματαιότητα τοῦ κόσμου. Τότε, σκέπτεται, τί θὰ εἶναι
ἄραγε ἐκεῖ εἰς τὸν Παράδεισον, ἂν τὸν ἀξιώσῃ ὁ Κύριος, ἐφόσον ἐδῶ χορταίνει ἀπὸ
χάρι, ἐφόσον ἐδῶ νοιώθει τέτοια μακαριότητα. Σκέπτεται τί θὰ εἶναι ἄραγε ἐκεῖνα
τὰ ἀνέκφραστα ἀγαθά!
Ἡ εὐχὴ λοιπὸν θὰ φέρῃ τὴν εἰρήνη καὶ τὴν
γλυκύτητα, καὶ κατόπιν θὰ φέρῃ τὰ δάκρυα. Μόνα τους θὰ ἔρχονται τὰ δάκρυα. Εἶναι
ἕνα ἄλλο σκαλοπάτι τὰ δάκρυα. Πρῶτα θὰ εὕρης μὲ τὴν εὐχὴν μία χαρά, μία εἰρήνη
καὶ γλυκύτητα. Πρῶτα θὰ νοιώσῃς αὐτά, καὶ κατόπιν ἐφόσον θελήσῃ ὁ Θεός, μπορεῖ
νὰ γευθῇς κι ἄλλες καταστάσεις. Π.χ. μία ἁρπαγὴ τοῦ νοός, κλπ.
Ἐσὺ παιδί μου λέγε τὴν εὐχή. Πίεζε τὸν ἐαυτόν
σου νὰ λέγῃς τὴν εὐχή. Οἱανδήποτε ἐργασία κι ἂν κάνῃς, λέγε τὴν εὐχή. Ἐνίοτε
δυσκολεύεσαι νὰ λέγῃς τὴν εὐχὴ ταυτοχρόνως εἰς τὴν ἐργασία σου. Θὰ ἔρθη ὅμως
καιρός, ὅπου ἐνῷ θὰ κάνῃς οἱανδήποτε ἐργασία, ἐνῷ θὰ ἔχῃς οἱανδήποτε ἀπασχόλησι,
θὰ λέγῃς ταυτοχρόνως καὶ τὴν εὐχή. Θὰ λέγεται μόνη της ἡ εὐχή. Τρόπον τινά, σὰν
νὰ ἔχῃς δυὸ ἐγκεφάλους. Ὁ ἕνας θὰ λέγῃ τὴν εὐχήν, καὶ ὁ ἄλλος θὰ ἐκτελῇ οἱανδήποτε
ἐργασία, οἱανδήποτε ἀπασχόλησι.Ἡ ἁρπαγὴ τοῦ νοὸς εἶναι προχωρημένη κατάστασις.
Γίνεται ἀπὸ τὸν Θεόν, ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα. Ἁρπάζεται καὶ ἀνέρχεται ὁ νοῦς εἰς ὕψη
δυσθεώρητα. Τότε αἰσθάνεσαι, ὅτι ἔφυγε ὁ νοῦς σου. Τότε ὁ νοῦς ὁδηγεῖται ἀπὸ τὴν
δύναμιν τοῦ Θεοῦ. Τὸν ὁδηγεῖ ὅπου θέλει ὁ Θεός. Τότε εἴτε δοξολογεῖ τὸν ἄπειρον
Θεόν, δηλαδὴ ὁδηγεῖται εἰς δοξολογίαν, εἴτε βλέπει μυστήρια Θεοῦ.
Ἡ εὐχὴ ποὺ λέγομεν, μᾶς καθαρίζει ὀλίγον
κατ᾿ ὀλίγον ἀπὸ τὰ πάθη.Πολὺ φοβᾶται ὁ διάβολος τὴν εὐχή. Φοβᾶται τὴν εὐχή, ποὺ
σὰν πύρινος κύκλος, περικλείει τὸν εὐχόμενον. Ὅπως ἀνέφερα ὅταν ὁμίλησα περὶ ὑπακοῆς,
ὁ δαιμονισμένος ἐκεῖνος, ποὺ ἦτο εἰς πλησίον ἐδῶ κελλί, ὅταν ἔγινε καλὰ λόγω τῆς
ὑπακοῆς του, μοῦ ἔλεγε: Λέγοντας τὴν εὐχή, ἔβλεπα τὸν δαίμονα ἀπέναντί μου νὰ
ταράσσεται. Στὴν δεύτερη εὐχὴ ἐταράσσετο περισσότερον. Στὴν τρίτη ἐγένετο ἄφαντος.Ἐγὼ
κάποτε ὅταν ἤμουν ἀρχάριος, πολεμήθηκα ἀπὸ τὸν διάβολο. Εἶχα σαρκικὸ πόλεμο.
Ξάπλωσα νὰ κοιμηθῶ, ἀλλὰ ὁ πόλεμος τῆς σαρκὸς δυνατός. Ἤρχισα μὲ ζέσι νὰ λέγω τὴν
εὐχή. Τότε μεταξὺ ὕπνου καὶ ξύπνου βλέπω ἕνα όνειρο, ἕνα ὅραμα:Ἀπέναντι εἰς τὴν
ἐξώπορτα, ἤτανε ἕνας δαίμονας, ὅπως τὸν περιγράφουν πατέρες, μὲ
κέρατα, μὲ μαῦρα φτερά, κ.λ.π., καὶ
κάγχαζε. Δὲν ἠδύνατο ὅμως νὰ πλησιάσῃ εἰς τὸ κελλί μου! Συνῆλθα. Πῆγα καὶ τὸ
διηγήθηκα κατόπιν εἰς τὸν Γ. Ἰωσήφ. Μοῦ λέγει: Βλέπεις παιδί μου, ὅτι μὲ τὴν εὐχή,
τὸν κρατᾷς εἰς τὴν ἐξώπορτα, καὶ δὲν μπορεῖ νὰ σὲ πλησιάση! Εἰς ἕνα μοναχό, εἰσήρχοντο
λογισμοὶ βλασφημίας. Τοῦ λέγαμε νὰ λέγῃ τὴν εὐχὴ συνέχεια, χωρὶς διακοπή. Αὐτὸς
τὸ δικό του. Δὲν ἤκουε. Ἔκανε κι ἄλλες παρακοές.
Διὰ τὸν μοναχὸν αὐτόν, προσηύχετο καὶ ὁ Γ.
Ἰωσὴφ κι ἐγὼ πάρα πολύ. Μία φορά, μετὰ ἀπὸ πολὺ προσευχὴ ποὺ ἔκανα δι᾿ αὐτόν, σὰν
νὰ μὲ πῆρε ὁ ὕπνος. Τότε βλέπω σὲ ἀπόστασι τινά, ὡσὰν νὰ ἦτο μιὰ γυναῖκα, ἡ ὁποία
τραγουδοῦσε καὶ τὸν μοναχὸν διὰ τὸν ὁποῖον προσευχόμουν πρίν, νὰ πηγαίνει πρὸς
τὰ ἐκεῖ. Τὸν φωνάζω μὲ τὸ ὄνομά του. Αὐτὸς τίποτε. Δὲν σταματᾷ. Συνεχίζει νὰ
πηγαίνῃ πρὸς τὰ ἐκεῖ. Τὸν ξαναφωνάζω. Αὐτὸς πάλι δὲν σταματᾷ. Διὰ τρίτη φορὰ
φωνάζω. Πάλι δὲν σταματᾷ. Συνῆλθα. Πληροφορήθηκα οὕτω, ὅτι αὐτὸν δὲν τὸν
πειράζει ὁ διάβολος. Δηλαδὴ μόνος του, θεληματικά, πηγαίνει πρὸς τὸν διάβολον.
Αὐτὸς μόνος του εἶναι πειρασμός!
Ἡ νοερὰ προσευχὴ ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον,
φέρνει τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν πρώτην χάριν τοῦ βαπτίσματος.
Προσοχὴ νὰ μὴ λυπήσῃ ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ὅταν
λυπηθῇ ὁ ἀδελφός, δὲν μπορεῖς νὰ
κάνῃς προσευχή. Σβήνει ἡ προσευχή!
Ὁ Γ. Ἰωσὴφ ἔλεγε εἰς τοὺς ὑποτακτικούς
του: Ἀπὸ ἐσᾶς δὲν θέλω τίποτε. Ἐγὼ θὰ μαγερεύω. Ἐγὼ θὰ σᾶς διακονῶ. Ἀπὸ σᾶς
θέλω μόνον μέρα νύχτα προσευχή, μετάνοια, κυρίως δάκρυα. Τίποτε ἄλλο δὲν θέλω,
μόνον βία εἰς τὴν προσευχήν, καὶ δάκρυα μέρα – νύχτα.
Μιὰ φορὰ εὑρισκόμενος εἰς τὴν Ἁγίαν Ἄννα,
εἰς τὸ κελλὶ τοῦ τιμίου Προδρόμου, καὶ θέλοντας νὰ προσευχηθῶ δὲν μποροῦσα,
διότι κάτω ἀπὸ τὸ κελλὶ ἐγίνετο μεγάλος θόρυβος, πολὺ φασαρία καὶ φωνές.
Σκεπτόμουνα πὼς θὰ κάνω προσευχὴν μὲ τόσον θόρυβον. Τότε λέγοντας τὴν εὐχὴ μὲ τὸ
στόμα, δοκίμασα νὰ μπῶ μέσα μου, εἰς τὸν ἐαυτόν μου. Προσπαθοῦσα καὶ
προσευχόμουν νὰ μὲ βοηθήσῃ ὁ Κύριος! Ἐπὶ μίαν ὥρα δὲν ἄκουγα τίποτε. Ὅταν βγῆκα,
ὅταν συνῆλθα, βρὲ λέγω, ποῦ βρισκόμουνα ἐπὶ τόσην ὥρα; Τότε κατάλαβα σχετικὰ μὲ
τὴν νοερὰ προσευχήν.
Ἐπιστολὴ Γέροντος Ἐφραὶμ πρὸς γυναικεία Ἱερὰ
Μονή
Κατουνάκια 22-7-74
Ἐν Χριστῷ ἀγαπημένες μου ψυχές. Εὔχομαι ἡ
χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος νὰ κυματίζῃ μέσα σας. Δὲν γνωρίζω τί ἀκριβῶς σας ἔχει
πῇ ὁ ἀγαπητός μου ἀδελφὸς καὶ σεβαστὸς Γέροντάς σας γιὰ μένα. Πάντως ὡς
συμπεραίνω, ἡ ἀγάπη του γιὰ μένα ὑπερβαίνει τὸ ὅριον τῆς ἀλήθειας καὶ ἀκριβείας.
Δὲν θὰ τολμοῦσα οὔτε κατὰ
διάνοιαν νὰ σᾶς ὁμιλήσω, διότι γνωρίζω, ὅτι
δὲν ὑπάρχει κενὸν τί εἰς τᾶς ὁμιλίας τοῦ πρὸς ἐσᾶς, γιὰ νὰ ἔλθω τώρα ἐγὼ νὰ τὸ
συμπληρώσω, ἢ καὶ νὰ τὸ πληρώσω, ἀλλὰ ἀφοῦ μὲ παρακαλεῖτε, ἢ μᾶλλον μὲ πιέζετε
νὰ σᾶς γράψω κάτι, ὄχι τί καινὸν εἰς τὰ τοῦ Γέροντός σας, ἀλλὰ τὸ ἴδιον μὲ ἄλλους
λόγους, ἅς σας ἀκούσω, ἶνα μὴ φανῶ παρήκοος.
Γνωρίζω, ὅτι γράφω πρὸς ψυχᾶς, αἱ ὁποῖαι ἀπαρνήθηκαν
τὸν κόσμον καὶ τὰ τοῦ κόσμου, καὶ ἀφιέρωσαν τὸν ἐαυτὸν τοὺς ἓξ ὁλοκλήρου γιὰ τὴν
ἄλλην ζωὴν στὸν ἐπουράνιον Νυμφίον, τὸν γλυκύτατον Ἰησοῦν. Ἐνεδύθησαν τὸ ἔνδυμα,
τὸ μοναχικόν. Τὸ ἔνδυμα τῆς ἀγαμίας, τῆς παρθενίας, τῆς σωφροσύνης, τῆς ὑπακοῆς,
τῆς προσευχῆς. Ἔφυγαν μακρυὰ ἀπὸ τὸν κόσμον, οὐχὶ μόνον μὲ τὸ σῶμα, ἀλλὰ πολὺ
περισσότερον μὲ τὸ πνεῦμα. Συναγωνίζονται νύκτα καὶ ἡμέρα μὲ τοὺς ἀσάρκους ἀγγέλους,
ἐν σαρκὶ οὔσαι, εἰς τὴν δοξολογίαν τοῦ Θεοῦ. Μέρα τὴν ἡμέρα προκόπτουν (αὐτοπαρατηρώσαι
ἑαυτάς) εἰς τὴν ἐξομολόγησι, εἰς τὴν ὑπακοήν, εἰς τὴν προσευχήν, καὶ γενικῶς εἰς
τὴν αὐτοσυγκέντρωσιν. Τᾶς περιλούει ἡ σιωπή, ἢ μᾶλλον ἡ σμικρολογία, τὸ πένθος,
τὰ ἀείρροα δάκρυα, ὁ Θεῖος ἔρως. Ὁ παρθενικὸς Θεῖος ἔρως τοῦ γλυκυτάτου καὶ ὡραιοτάτου
Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ δὲν παύουν οὔτε στιγμήν, ποὺ νὰ μὴ προφέρουν τὸ γλυκύτατον Αὐτοῦ
ὄνομα. Ἰησοῦ μου γλυκύτατε
ἐλέησόν με. Ἰησοῦ μου γλυκειὰ ἀγάπη ἐλέησόν
με. Ἰησοῦ μου Νυμφίε μου ἐλέησόν με.
Βεβαίως αὐτὴ ἡ εὐχὴ δὲν εἶναι ἡ ἴδια γιὰ ὅλους
τοὺς ἀνθρώπους, δηλαδὴ γιὰ ὅλες τὶς καταστάσεις. Ὁ ἕνας τὴν λέγει: Κύριε Ἰησοῦ
Χριστὲ ἐλέησόν με. Ὁ ἄλλος τὴν λέγει:
Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν
με. Ὁ ἄλλος: Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με.Ὁ ἄλλος: Ἰησοῦ μου ἐλέησόν με. Ὁ ἄλλος: Ἰησοῦ
μου, καὶ ὁ τελευταῖος δὲν προφέρει τίποτε, ἀλλὰ κάθεται σιωπώντας καὶ ἐντρυφώντας
τὴ Θείαν γλυκύτητα! Εὔχομαι νὰ φθάσετε στὴν τελευταία κατάστασιν. Ὅλα ἔρχονται
διὰ μέσου τῆς ὑπακοῆς. Ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος τῆς μοναχῆς, ἡ ὑπακοὴ εἶναι. Ὅλα τὰ
χαρίσματα διαμέσου τῆς ὑπακοῆς χορηγοῦνται. Ὑπακοὴ = ζωή. Παρακοὴ =
Θάνατος.Συγχωρήσατε μοὶ διὰ τὴν φλυαρίαν μου.
Μὲ ἀδελφικὴν ἀγάπη καὶ ψυχικὸν σύνδεσμον.
Ἐφραίμ
Περὶ Χάριτος
Εὑρισκόμενος μία φορὰ εἰς κατάστασιν
χάριτος, ἔπαυσα ἂν λέγω τὸ «Κύριε» ἀπὸ τὴν εὐχή, καὶ ἔλεγα μόνον «Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν
με». Ὅσον περισσότερον πλήθαινε ἡ χάρις, ἔπαυσα νὰ λέγω καὶ τὸ «Χριστέ».
Κατόπιν ἔπαυσα καὶ τὸ «ἐλέησόν με», καὶ ἔλεγα μόνον τὸ «Ἰησοῦ μου». Ἡ χάρις
συνεχῶς ηὔξανε. Ἔφθασε στιγμή, ποὺ δὲν ἠμποροῦσα νὰ εἴπω, οὔτε τὸ «Ἰησοῦ μου», ἀλλὰ
κύταζα μὲ σηκωμένη τὴν κεφαλὴ πρὸς τὰ ἐπάνω καθηλωμένος, σχεδὸν ἀκίνητος. Τότε
βρίσκεται κανεὶς σὲ μιὰ προεκστατικὴ κατάστασι. Ἔχει βέβαια, ἀκόμη τᾶς αἰσθήσεις
του. Ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα εἶναι ἔκστασις. Εὑρισκόμενος κανεὶς σὲ αὐτὴ τὴν
κατάστασιν,
ἔχει μέσα του ἄρρητο γλυκύτητα,
μακαριότητα, δάκρυα, θεῖον ἔρωτα, κλπ., καὶ λόγῳ τούτων τὸ σῶμα
καθηλούται.Τέτοια κατάστασις ἔρχεται εἰς τὸ τέλος, δηλαδὴ εἶναι τὸ τέλος, ἡ ἔκβασις
τῆς καρδιακῆς προσευχῆς, γίνεται ὅταν ἐνεργήσῃ ἡ προσευχή.Ὁ Ἀββᾶς Ἰσαὰκ λέγει, ὅτι
ὅταν ἐπισκιάσῃ ἡ χάρις εἰς τὸν προσευχόμενον, νομίζει ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ
παράδεισος, ἡ ἀπαρχὴ τοῦ παραδείσου. Πολλὲς φορὲς λέγοντας τὴν εὐχούλα, αἰσθάνεσαι
χαρά, εἰρήνη, μακαριότητα. Πολλὲς φορὲς ἔτσι εὑρισκόμενος, εἶπα εἰς τὸν Γ. Ἰωσήφ:
Καὶ εἰς κόλαση νὰ εἶμαι, δὲν μὲ πειράζει ἀρκεῖ τὴν εὐχὴ νὰ λέγω.
Ἐρώτησις:
Τῆς εὐχῆς ἡ χάρις καὶ ἡ χαρὰ ποὺ σταλάζει μέσα μας, εἶναι ἱκανή, νὰ δώσῃ στὸν ἄνθρωπον,
νὰ ἀποκτήσῃ γι᾿ αὐτὴν τόσην ἀγάπην ποὺ νὰ λέγῃ: μόνον τὴν εὐχὴν νὰ ἔχω, καὶ ὅπου
εἶναι ἡ εὐχή, θὰ βρεθῆ καὶ ὁ παράδεισος γύρω – τριγύρω; Αὐτὸ εἶναι ἐπειδὴ ἡ εὐχὴ
ἔχει τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ; Καὶ ὅπου εἶναι τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου βρίσκεται ἡ
χάρις;
Ἀπάντησις: Ναί, ὅπου τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ
Χριστοῦ, ἐνεργεῖ ἡ χάρις. Γιατί κάνομεν νοερὰ προσευχή; Γιατί ἐργαζόμεθα νοερὰ
προσευχή; Γιὰ νὰ βροῦμε τὸν καρπὸν τοῦ βαπτίσματος τὸν ὁποῖον χάσαμε.
Ὅταν ἔρθη πάτερ μου ἡ ἐνέργεια τῆς νοερᾶς
προσευχῆς, νομίζεις, ὅτι αὐτὸς εἶναι ὁ παράδεισος. Αὐτὸ ποὺ αἰσθάνομαι μὲ
φθάνει. Δὲν θέλω τίποτε ἄλλο. Ὅταν ἔρθη ἡ χάρις, τότε θὰ σὲ κάνῃ χαριτωμένον. Ἀρκεῖ
νὰ ἔρθη ἡ χάρις. Ὅλος ὁ κόπος εἶναι γιὰ νὰ ἔρθη καὶ νὰ ἐνεργήσῃ ἡ χάρις.
Ἐπιστολὴ εἰς πνευματικά του τέκνα
Εὔχομαι ἡ Παναγία μας πάντοτε νὰ σᾶς
σκεπάζῃ. Νὰ βιάσετε τὸν ἐαυτόν σας. Νὰ κάθεσθε ἔστω τώρα στὴν ἀρχή, ἕνα τέταρτο
τῆς ὥρας, καὶ κατόπιν νὰ τὸ αὐξήσετε σὲ μισὴ ὥρα, κοκ.. Νὰ κάθεσθε σὲ ἕνα
κάθισμα, καὶ νὰ λέτε τὴν εὐχή: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με».
Νὰ τὴν λέτε μία - μία λέξι, κατανοητά,
καταληπτά. νὰ μὴ προχωρῆτε στὴν δεύτερη λέξι, ἂν δὲν καταλάβετε τὴν πρώτην. Νὰ
τονίζετε περισσότερον τὸ τελευταῖο, δηλαδὴ τὸ «ἐλέησόν με».
Θὰ σᾶς ἔρθη τώρα στὴν ἀρχὴ ὕπνος καὶ ῥᾳθυμία
καὶ μετεωρισμὸς καὶ ἀμέλεια, ἀλλὰ ἐσεῖς γρήγορα νὰ συνέρχεσθε.
Ὅταν λέτε τὴν εὐχήν, νὰ θεωρῆτε τὸν ἐαυτόν
σας τώρα στὴν ἀρχήν, ὅτι εἶσθε στὴν κόλασι, καὶ νὰ φωνάζετε κλαίοντας ζητώντας
τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Μακρυὰ ἀπὸ τὴν ἀπόγνωσιν, ἀπὸ τὴν ἀπελπισίαν, καὶ τὰ ὅμοια
τούτω.
Ὅσον σᾶς εἶναι δυνατὸν βιάσατε τὸν ἐαυτόν
σας στὰ δάκρυα. Μὴ φοβηθῆτε, ὅτανἀκούσετε κρότους – κτύπους.
Αὐτὸ τὸ σύστημα, αὐτὴν τὴν τάξιν θὰ τὴν
κάνετε τρὶς φορὲς τὴν ἡμέρα. Πρωὶ – μεσημέρι – βράδυ. Ἐὰν δὲν μπορεῖτε τρὶς
φορές, τουλάχιστον δυὸ φορὲς πρωὶ καὶ βράδυ, ἢ ἔστω μόνον τὸ βράδυ.
Κατὰ τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς, νὰ μὴ δέχεσθε
οὔτε φαντασία οὔτε μορφή, οὔτε εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ τοῦ Χριστοῦ, ἢ ἄλλου
τινος Ἁγίου, οὔτε καὶ τὶς λέξεις τῆς εὐχῆς νὰ βλέπετε νοερῶς.
Αὐτὰ τὰ ὀλίγα τώρα στὴν ἀρχήν, τὰ δὲ ἄλλα
σὺν τῷ χρόνῳ.
Μὲ ἀδελφικὴ ἀγάπη,
Ἐφραίμ
Νουθεσίαι εἰς κοσμικοὺς ποὺ τὸν ἐπισκέφθηκαν
Ἡμεῖς οἱ καλόγεροι, τὸ ὅπλο ποὺ ἔχομε, εἶναι
τὸ κομβοσχοινάκι. Μάθετε νὰ ἐργάζεσθε τὸ κομβοσχοινάκι. Ἐδῶ εἰς τὸ ὄρος ποὺ ᾔλθατε,
νὰ πάρετε ὅλοι ἀπὸ ἕνα κομβοσχοινάκι. Τὸ κομβοσχοίνι θὰ σᾶς ὁδηγήσῃ ἐκεῖ, ὅπου ἐσεῖς
δὲν γνωρίζετε, σὲ ἀνώτερα ἐπίπεδα θὰ σᾶς ὁδηγήση τὸ κομβοσχοινάκι.
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με». Ἔχετε ἕνα
πρόβλημα; Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με. Ἔχετε ἕνα πειρασμὸν μὲ τὸν ἄλλον, τὸν
γείτονά σας, μὲ τὸν φίλον σας, κοκ.; Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με. Ἡ εὐχὴ θὰ σᾶς
δώσει λύσιν τοῦ προβλήματός σας, λύσιν τοῦ ἀδιεξόδου του ὁποίου βρίσκεσθε.
Μία φορὰ μοῦ ἔτυχε ἕνας μεγάλος πειρασμός.
Ἄρχισα ἔντονα τὴν εὐχή: Κύριε Ἰησοῦ
Χριστὲ ἐλέησόν με Παναγία μου βοήθησέ με. Ἔκανα
καὶ μία παράκλησι στὴν Γοργοεπήκοον. Δὲν ἄργησε νὰ ἔρθη ἡ ἀπάντησις. Τὴν τρίτην
ἡμέρα ἔφυγε ὁ πειρασμός, ὅλα τακτοποιήθηκαν.
Τὸ κομβοσχοινάκι λοιπὸν Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ
ἐλέησόν με. Ἂν συνταυτισθῆτε μὲ τὸ κομβοσχοινάκι, νὰ ξέρετε, ὅτι θὰ εὕρετε ἕνα
φωτισμόν, θὰ εὕρετε ἕνα ἀνώτερο ἐπίπεδον.Αὐτὰ τὰ ὀλίγα εἶχα νὰ σᾶς εἴπω, καὶ εὔχομαι
πάντοτε ἡ Παναγία μας νὰ σᾶς σκεπάζῃ.
Περὶ νοερᾶς προσευχῆς
Ἐρώτησις (μοναχοῦ τινος Θεολόγου): Ἡ νοερὰ
προσευχὴ εἶναι σὰν δρόμος, ἵνα ἔλθη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Δὲν ὑπάρχουν ἄλλοι δρόμοι
γιὰ νὰ συναντήση κανεὶς τὴ χάριν; Ἀπάντησις: Δὲν μποροῦμε νὰ περιορίσωμεν τὸν
Θεὸν καὶ νὰ τοῦ ποῦμε, ἀπὸ αὐτὴν τὴν πλευρὰν νὰ μᾶς δώσῃ τὴν χάριν. Ἡ χάρις εὑρίσκεται
διὰ πολλῶν μέσων. Διὰ τῆς ἐλεημοσύνης, διὰ τῆς ἐξομολογήσεως, διὰ τῆς
μεταλήψεως, διὰ τῆς προσευχῆς, κλπ. Διὰ τῶν πρώτων ὅμως ἀργεῖ νὰ βρῇ ὁ ἄνθρωπος
τὴν χάριν, ἐνῷ μὲ τὴν νοερὰ προσευχή, κατὰ συντομότερον δρόμον βρίσκει τὴν
χάριν.
Κάνοντας ὁ ἄνθρωπος νοερὰ προσευχή, ἔρχεται
σιγὰ-σιγὰ σὲ ἀπάθεια. Φεύγουν ὅλες αἱ παραφυάδες, ὅλα τὰ ζιζάνια ἀπὸ τὸ μυαλὸ
τοῦ ἀνθρώπου, καὶ μένει ὁ ἄνθρωπος τρόπον τινὰ σκέτος, ὁπότε ἡ νοερὰ προσευχὴ
κατόπιν κτίζει.
Ἐρώτησις: Δηλαδὴ πρῶτα θὰ γκρεμίση τὸ ὄνομα
τοῦ Χριστοῦ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον μέσα, θὰ τὸν ξεθεμελιώση, καὶ ἔπειτα θὰ κτίση
τὸν καινούργιο ἄνθρωπο τῆς χάριτος;
Ἀπάντησις: Ναί, κάπως ἔτσι.
Περὶ τῆς εὐχῆς
Συμβουλὲς τινές, εἰς πνευματικὸν τοῦ
τέκνον: Ὅλοι οἱ ἅγιοι Πατέρες φωνάζουν. Τὴν πρώτην θέσιν τοῦ κάθε Χριστιανοῦ τὴν
κατέχει ἡ προσευχή. Θέλεις νὰ κάνῃς κατάστασιν; Προσεύχου. Θέλεις νὰ σωθῆς;
Προσεύχου.
Ὅλες αἱ προσευχὲς καλὲς καὶ ἅγιες εἶναι, ἀλλὰ
ἡ νοερὰ προσευχή, εἶναι ἡ βασίλισσα αὐτῶν: Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με. Ἀπὸ αὐτὴν
τὴν μικρούλαν, ἀλλὰ παντοδύναμιν προσευχήν, ξεκίνησαν οἱ ἅγιοι πατέρες, καὶ ἔγιναν
φωστῆρες τῆς ἐκκλησίας.
Λέγε συνεχῶς, ὅσο μπορεῖς περισσότερες φορὲς
τὴν ἡμέρα καὶ τὴν νύχτα αὐτὴν τὴν εὐχούλα, καὶ αὐτὴ θὰ σὲ διδάξῃ αὐτὰ ποὺ
θέλεις, αὐτὰ ποὺ δὲν γνωρίζεις. Βιάσου σὲ αὐτὴν τὴν εὐχούλα.
Περὶ προσευχῆς
Νουθεσίαι εἰς συγγενῆ τοῦ κόρη: Σὲ
συμβουλεύω λοιπὸν νὰ προσεύχεσαι συχνά. Νὰ λέγῃς τὴν εὐχή: Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν
με. Ὅσο μπορεῖς συγχνότερα. Νὰ βάλῃς μίαν καλὴν ἀρχήν, καὶ μὲ τὸν καιρὸν θὰ αἰσθανθῆς
τὸν γλυκὸ καρπὸ – χαρά, γλυκύτητα καὶ εὐφροσύνη.
Ὅσο μπορεῖς, νὰ φυλάττῃς καθαρότητα
σώματος καὶ ψυχῇς. Συστολὴ τῶν αἰσθήσεων καὶ σμικρολογία. Ἰδίως νὰ φυλάζεσαι ἀπὸ
τὶς κακὲς συναναστροφές.
Καμία ἄλλη ἀρετὴ δὲν ἑνώνει τὸν ἄνθρωπον μὲ
τὸν Θεόν, ὅσον ἡ προσευχή. Ὅσο
γιὰ τὰ σκιρτήματα τοῦ Πνεύματος, δὲν εἶναι
καιρὸς ἀκόμη, εἶναι νωρίς. Ἐσὺ βάδιζε τὸν δρόμον ποὺ σοῦ ὑποδεικνύω, λέγοντας αὐτὴν
τὴν μικροῦλα εὐχοῦλα, τό: «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με» ἢ «Ἰησοῦ γλυκύτατε ἐλέησόν
με», καὶ θὰ τὰ εὕρης μόνη σου. Καὶ ὅταν ὁ πανάγαθος Θεὸς εὐδοκήση νὰ σὲ χαριτώσῃ,
νὰ γνωρίσῃς τὴν γλυκύτητά του, τότε θὰ γίνῃς ἔξαλος ἀπὸ χαράν. Τότε θὰ
γνωρίσης, τί θὰ πῇ σκίρτημα, ἢ μᾶλλον, πὼς ἡ ψυχή σου θὰ φεύγῃ ἀπὸ τὸ σῶμα, θὰ
διαπερνᾷ τοὺς οὐρανούς, θὰ σχίζῃ τὰ τάγματα τῶν Ἀγγέλων καὶ Ἀρχαγγέλων, ἵνα
συναντήσῃ τὸν γλυκύτατον τῆς Νυμφίον… Καὶ ἄλλα πολλά, τὰ ὁποῖα ἐγὼ δὲν πρέπει νὰ
σοῦ τὰ προλέγω.
Προχώρα ὅπως βαδίζῃς, καὶ τότε θὰ ἰδῆς μὲ
τὴν πεῖρα σου, τί εἶναι αὐτὸς ὁ κόσμος, δηλαδὴ οἱ δόξες καὶ τὰ μεγαλεῖα του. Ὅτι
ὅλα αὐτὰ μᾶς γίνονται ἐμπόδια εἰς τὸ νὰ ἀρέσωμε εἰς τὸν Θεόν. Πολλὰ εἶναι τὰ ἐμπόδια
γιὰ νὰ εὐαρεστήσωμε τὸν θεόν. Τὸ μεγαλύτερον ἀπὸ ὅλα εἶναι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος,
καὶ ἔπειτα ἔρχεται ὁ διάβολος. Ὅπου κι ἂν εὑρίσκεσαι, νὰ προσεύχεσαι. Ὄχι μόνον
μέσα στὴν ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ ὁπουδήποτε ἀλλοῦ νὰ λέγῃς αὐτὴν τὴν χαριτόβρυτο εὐχούλα.
Καὶ ἐκκλησία καὶ θρόνος Θεοῦ καὶ παράδεισος, εἶναι αὐτὴ ἡ καρδία τοῦ ἀνθρώπου.
Καθὼς καὶ τὸ ἀντίθετον. Καὶ κόλασις καὶ θρόνος τοῦ διαβόλου πάλιν εἶναι ἡ
καρδία τοῦ ἀνθρώπου. Στὴν θέλησιν λοιπὸν τοῦ ἀνθρώπου εἶναι, νὰ κάνῃ τὴν
καρδίαν τοῦ Παραδείσου καὶ θρόνον Θεοῦ, προσευχόμενος, καὶ ποιώντας ἔργα καλά,
καὶ οὐχὶ τοῦ διαβόλου.
Ὁ Γέροντάς μου ὁ μακαρίτης ὁ Γ. Ἰωσήφ, εἶχε
γράψει ὁλόκληρο βιβλίον περὶ ἡσυχίας καὶ προσευχῆς. Στὸ κεφάλαιον περὶ θείου ἔρωτος
ἔγραφε: Στοὺς οὐρανοὺς σ᾿ ἀναζητῶ, ψάχνω γιὰ νὰ σὲ εὑρῶ,κι ὅταν σκιρτᾷς κατανοῶ,
ὅτι μέσα μου σὲ ἔχω.
Δηλαδὴ τὸν Ἰησοῦ Χριστόν. Ὁ Χριστὸς διαρκῶς
φωνάζει στὸ Εὐαγγέλιό του «Ἡ Βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ἐντὸς ἡμῶν ἐστι».
Ετέρα ἐπιστολὴ εἰς τὴν ἰδίαν συγγενῆ του
Παιδί μου, ὄχι μόνον νὰ λέγωμεν τὴν εὐχὴ ἀδιάκοπα
«Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ ἐλέησόν με», ἀλλὰ καὶ αὐτοσχεδίους ἁπλᾶς προσευχὰς μποροῦμε
νὰ κάνωμε, κατὰ τὴν περίστασι ποὺ βρισκόμαστε, π.χ. «Κύριε φώτισέ με, καὶ
βοήθησέ με τί νὰ κάνω»,κλπ. Εἶναι πολλὲς ἀρετὲς ποὺ μᾶς κάνουν ἀγαπητοὺς στὸν
Θεόν, καὶ μᾶς πλησιάζουν πρὸς Αὐτόν. Ἀλλὰ περισσότερον καὶ εὐκολώτερον ἀπὸ ὅλες
εἶναι ἡ προσευχή. Ἡ προσευχὴ μᾶς ἑνώνει νοερῶς μὲ τὸν Θεόν. Ἀλλὰ καὶ ὅτι βῆμα
κάνομε μὲ προσευχή, ὁ Θεός μας εὐλογεῖ. Ἐμνήσθην τοῦ Θεοῦ καὶ εὐφράνθην. Τίποτε
ἀγαπητό μου παιδὶ δὲν θέλω ἀπὸ σένα, εἰμὴ μόνον νὰ ἀγαπήσης τὸν Θεόν. Αὐτὴν τὴν
συμβουλὴ ὁλοψύχως καὶ διαπύρως σοῦ δίνω.
«Ὁ ἀγαπῶν με, τὰς ἐντολάς μου τηρήσῃ, καὶ ἀγαπηθήσεται
ἀπὸ τοῦ Πατρός μου, καὶ ἐλευσόμεθα, καὶ μόνην παρ᾿ αὐτῶ ποιήσωμεν καί… ἐμφανίσω
αὐτῷ ἐμαυτόν». Πῶςἐμφανίζεται ὁ Χριστός, καὶ πῶς Αὐτὸς καὶ ὁ Πατήρ Του μονὴν
παρ᾿ ἡμῶν ποιεῖ,οὔπω καιρός.Ὅπου καὶ νὰ βρίσκεσαι ὅτι καὶ νὰ κάνεις, νὰ ἐνθυμῆσαι
τὸν Θεόν, καὶ νὰ ἔχῃς ὑπ᾿ ὄψιν σου ὅτι τὸ ἀκοίμητον μάτι Αὐτοῦ σὲ παρακολουθεῖ.
Προσεύχου πάντοτε: Κύριε ἀξίωσέ με ἡ εὐσπλαχνία Σου, νὰ γίνῃ καὶ σὲ μένα τὴν ἁμαρτωλήν,
τὸ ἅγιον θέλημά Σου. Δὲν θέλω τίποτε ἄλλο παρὰ μόνον Ἐσένα. Φώτισέ με καὶ
βοήθησέ με, νὰ σὲ ἀκολουθήσω καὶ νὰ σὲ ἀναπαύσω. Εὐλόγησόν με κι ἐμένα Κύριε νὰ
κληρονομήσω κι ἐγὼ αὐτὰ τὰ ἀνεκλάλητα κάλλη τοῦ Παραδείσου, τὰ Αἰώνια Ἀγαθά, τὰ
ὁποία ἠτοίμασε ἡ ἀγάπη Σου διὰ τοὺς ἀγαπῶντάς Σε. Ἀμήν. Νὰ ζητᾶμε βοήθεια καὶ
φωτισμὸν ἀπὸ τὸν Θεόν. «Ζητῆτε καὶ δοθήσεται, κρούεται καὶ ἀνοιγήσηται» λέγει ὁ
Χριστός.Ἡ θέλησις παιδί μου τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι πολὺ ἀσθενής. Θέλεις νὰ κάνῃς
καλὸ μὰ δὲν μπορεῖς. Ἐὰν ἕνας ἀπόστολος Παῦλος διακηρύττῃ ὅτι: Θέλω νὰ κάνω τὸ
καλό, μὰ δὲν μπορῶ, γιατὶ μέσα μου ὑπάρχει ἄλλος νόμος, ὁ νόμος τῆς ἁμαρτίας, ἡμεῖς
τί νὰ εἰποῦμε; Διὰ τοῦτο λοιπὸν παρακαλοῦμε καὶ ἱκετεύομεν τὸν Θεὸν μὲ τὴν
προσευχήν, ἵνα μᾶς ἀξιώσῃ νὰ κάνωμεν πάντοτε τὸ θέλημά Του, καὶ μόνον τὸ Θέλημά
Του, εἴτε γλυκὸ εἶναι αὐτό, εἴτε πικρό, ἀλλὰ πάντοτε ὠφέλιμο καὶ οὐδέποτε
βλαβερό.
ΠΕΡΙ ΔΑΚΡΥΩΝ
Τὰ δάκρυα εἶναι μεταξὺ ἐμπαθείας καὶ ἀπαθείας.
Τὰ δάκρυα καθαρίζουν. Εἶναι τὰ ἀρχαρήτικα δάκρυα, δηλαδὴ τὰ δάκρυα μετανοίας. Ἤτοι
σκέπτεσαι, ἐὰν κολασθῶ; Θὰ εἶμαι μὲ τὸν Χριστὸν ἢ μὲ τὸν διάβολον; Ἐὰν θὰ εἶμαι
αἰώνια εἰς τὴν κόλασιν; Τότε τί θὰ κάνω; κοκ.
Κατόπιν ἔρχονται τὰ δάκρυα τῆς χάριτος. Τὰ
δάκρυα αὐτὰ εἶναι τόσον γλυκά, ὥστε ὅταν μοῦ ἤρχοντο ἔλεγα: Θεέ μου εἰς τὸν
παράδεισον τίποτε ἄλλον δὲν θέλω, παρὰ νὰ κλαίω ἔτσι. Αὐτὰ τὰ δάκρυα ἔρχονται ὕστερα.
Τὰ δάκρυα εἶναι ἡ τροφὴ τῆς ψυχῆς. Ὅπως τὸ
σῶμα τρέφεται μὲ καλὴν τροφὴ ζωογονεῖται, ἔτσι καὶ ἡ ψυχὴ τρέφεται μὲ τὰ δάκρυα
καὶ ζωογονεῖται.Νὰ καλλιεργῇς τὰ δάκρυα. Νὰ καλλιεργῇς τὶς εἰκόνες, τὶς
σκέψεις, ποὺ φέρνουν δάκρυα. Ἐγὼ καλλιεργοῦσα τὴν εἰκόνα τοῦ νεκροῦ σώματος τοῦ
Γ. Ἰωσήφ. Ὅταν τὸν φίλησα καὶ τὸν βάλαμε στὸ μνῆμα. Σκεπτόμουνα, ὅτι κι ἐγὼ
σύντομα ἔτσι θὰ γίνω. Σκεπτόμουνα, μήπως ὁ Θεὸς δὲν μὲ δεχθῆ, δὲν μὲ συγχωρήση,
κοκ.Ὅταν προσεύχεσαι νὰ προσπαθῇς νὰ ἔχῃς δάκρυα. Γίνεται συνήθεια κατόπιν καὶ
κλαῖς εἰς τὴν προσευχήν σου. Ὅταν ἔχῃς
δάκρυα εἰς τὴν προσευχή, ὁτιδήποτε δάκρυα, πηγαίνεις μπροστά. Ὅταν σταματήσουν
τὰ δάκρυα πᾷς ὀπίσω.Τὰ πολλὰ δάκρυα δίνουν τὴν χάριν. Ἀρχικῶς σκεπτόμουνα, ὅτι
σὲ λίγο θὰ πεθάνω.
Τώρα ἔχω χρόνον νὰ προσευχηθῶ καὶ νὰ
μετανοήσω. Μόλις πεθάνω, τίποτε δὲν ὠφελοῦν τὰ δάκρυα. Τώρα μόνον μπορῶ νὰ
κλάψω γιὰ τὴν ψυχή μου. Ἔβαζα τὸν ἐαυτόν μου εἰς τὴν κόλασι. Ἔτσι ὀλίγον κατ᾿ ὀλίγον
καλλιεργοῦσα τὰ δάκρυα, καὶ μὲ τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ, ἔκλαιγα ὅσο ἤθελα καὶ ὅποτε ἤθελα.Ἐγὼ
πῆρα τὸν δρόμον τῶν δακρύων. Ἔλεγα εἰς τὸν Γ. Ἰωσὴφ διὰ τὰ πολλά μου
δάκρυα καὶ μοῦ ἀπαντοῦσε: Ἐσὺ ἔτσι θὰ εὕρῃς
τὴν χάριν, μὲ τὰ δάκρυα. Ἄλλος δρόμος εἶναι ἡ νοερὰ προσευχή. Καὶ πράγματι ἔτσι
κι ἔγινε. Ἐγὼ βρῆκα τὴν χάριν μὲ τὰ πολλὰ δάκρυα.
Ἂν θέλῃς νὰ μὴ ψυχρανθῇ ὁ ζῆλος σου, μὴν ἀφήνῃς
τὰ δάκρυα στὴν προσευχή σου.
Αὐτὰ ποὺ σᾶς λέγω, εἶναι ὅ,τι μας παρέδωσε
ὁ Γ. Ἰωσήφ, καὶ ὅτι ἐκ πείρας
ἐδοκίμασα, εἶδα, καὶ γεύθηκα. Αὐτὰ λέγω.
Αν θέλεις να βρείς τον Θεό δια της «ευχής»
δεν θα σταματάς ποτέ αυτήν την εργασία
«Η πράξη της νοεράς προσευχής είναι να
βιάσεις τον εαυτόν σου να λέγεις συνεχώς την ευχή με το στόμα αδιαλείπτως.
Στην αρχή γρήγορα, να μην προφθάνει ο νους
να σχηματίζει λογισμό μετεωρισμού.
Να προσέχεις μόνο στα λόγια: «Κύριε Ιησού
Χριστέ, ελέησόν με».
Όταν αυτό πολυχρονίσει, το συνηθίζει ο
νους και το λέγει και γλυκαίνεσαι ωσάν να έχεις μέλι στο στόμα σου και θέλεις
να το λέγεις.
Αν το αφήσεις στενοχωρείσαι πολύ.
Όταν το συνηθίσει ο νους και χορτάσει -το
μάθει καλά- τότε το στέλνει στην καρδιά. Επειδή ο νους είναι ο τροφοδότης της
ψυχής και μεταφέρει στην καρδιά οτιδήποτε φαντασθεί.
Όταν ο ευχόμενος κρατεί τον νου του να μη
φαντάζεται τίποτε, αλλά να προσέχει μόνο τα λόγια της ευχής, τότε αναπνέοντας
ελαφρά με κάποια βία και θέληση δική του τον κατεβάζει στην καρδιά, και τον
κρατεί μέσα και λέγει με ρυθμό την ευχή,
«Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με» ...;
Αν θέλεις να βρεις τον Θεό δια της «ευχής»
δεν θα σταματάς ποτέ αυτήν την εργασία.
Όρθιος, καθήμενος, βαδίζοντας δεν θα
μένεις χωρίς την ευχή.
Να μη βγαίνει πνοή χωρίς την ευχή για να
εφαρμόζεται ο λόγος του Παύλου
«αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί
ευχαριστείτε».
Εάν μπορέσεις να λέγεις την «ευχή» εκφώνως
και συνέχεια, σε δύο-τρεις μήνες πιστεύω την συνηθίζεις και μετά πλησιάζει η
Θεία Χάρις και σε ξεκουράζει. Αρκεί να μη σταματήσεις να την λέγεις με το
στόμα, χωρίς διακοπή.
Όταν την παραλάβει ο νους τότε θα
ξεκουρασθείς με την γλώσσα να την λέγεις.
Όλη η βία είναι στην αρχή, έως ότου γίνει
συνήθεια.
Κατόπιν θα την έχεις σ' όλα τα χρόνια της
ζωής σου.
Μόνο κτύπα ευθέως την θύρα του θείου
ελέους και πάντως ο Χριστός μας θα σου ανοίξει, εάν επιμένεις».
(Γέρων Ιωσήφ ο Ησυχαστής)
Η ωφέλεια της νοεράς προσευχής
«Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με τον
αμαρτωλόν»
Επέρασαν χρόνια πολλά και από την
απροσεξία του νοός μου η ψυχή μου εγέμισε από αμαρτωλές συγκαταθέσεις πονηρών
λογισμών, από φαντασίες, προλήψεις και πολλές άλλες επιθυμίες. Ο νους που είναι
το φως της ψυχής εσκοτίσθη και η εικόνα της ψυχής μου εμολύνθη «ει ουν τοι φως
το εν σοι σκότος εστί, το σκότος πόσον;» (Ματθ. στ' 23).
Η άβυσσος της ψυχής τώρα δεν ελέγχεται
εύκολα. Οι αναθυμιάσεις και η δυσωδία που εξέρχεται εξ' αυτής προκαλούν θλίψιν,
ακηδίαν και πνευματικήν αναιμία.
«Εκ γάρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί
πονηροί, φόνοι, μοιχείαι, πορνείαι, κλοπαί, ψευδομαρτυρίαι, βλασφημίαι. Ταυτά
έστι τα κοινούντα (=μολύνοντα) το άνθρωπον» (Ματθ. ιε' 19).
Δια της ευχής όμως αρχίζει η αντίστροφος
μέτρησις. Ο ιός της κακίας αποδιώκεται, οι συγκαταθέσεις περιορίζονται και το
φως του νοός χαροποιεί τη ψυχή και ελέγχονται όλες οι κινήσεις αυτής.
Όταν λειτουργή η ευχή διακόπτεται κάθε
πονηρός λογισμός και καταπαύει ο ψυχόλεθρος μετεωρισμός που διασκορπίζει εις
τους δρόμους τον θησαυρόν τη ψυχής. Τότε η ψυχή μνημονεύει το γλυκύτατον του
Κυρίου Όνομα. Τούτο γίνεται δια την ψυχήν πηγή πάσης χαράς και ευχαριστίας και
δοξολογίας και αναβρύει θεία νοήματα τα οποία καθαρίζουν την συνείδησιν.
Γίνεται επομένως η ευχή το μοναδικόν της
ψυχής ίαμα και δύναται η ψυχή να «αιχμαλωτίζη παν νόημα εις υπακοήν του
Χριστού» (Β΄Κορ. Ι' 6).
Πόσον αδικούμε την ψυχήν μας όταν
αδιαφορούμε δια την λειτουργίαν της ευχής! Αφού η ευχή είναι ο μεγαλύτερος
πλούτος της ψυχής, διατί η ψυχή να ευρίσκεται εις αυτήν την πνευματικήν
πτωχείαν; Διατί να γίνεται καταγώγιον των πονηρών λογισμών; Διατί να αισθάνεται
θλίψιν και πόνον και ταραχήν και ακηδίαν, αφού είναι εικόνα του Επουρανίου
Βασιλέως; Διατί να κρύπτεται εντός αυτής ο πονηρός διάβολος και να κινή όλα τα
νοήματα και τις δυνάμεις αυτής;
Η ωραιότητα της ψυχής εξαρτάται από την
καθαρότητα αυτής, «πάσα η δόξα της θυγατρός του βασιλέως έσωθεν» (Ψαλ. 44,14).
Η ευχή είναι ο καλύτερος φύλακας του οίκου της ψυχής και ο ασφαλέστερος χορηγός
των θείων χαρισμάτων αυτής. Το γλυκύτατον του Κυρίου όνομα είναι η αρχή κάθε
χαρίσματος και κάθε ευλογίας. Ο Κύριος είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή
(Ιωαν ιδ.'6) και «ο άρτος ο εκ του ουρανού καταβάς» (Ιωαν. στ' 58 ).
Είναι δυνατόν η ψυχή που ακολουθεί πιστά
τον Κύριον να εκτραπή εκ της ευθείας οδού και να ευρεθή εις τα σκοτεινά και
δαιδαλώδη της αμαρτίας καταγώγια; Και πως είναι δυνατόν αυτός που γεύεται τον
ουράνιον άρτον να μην αποστρέφεται τα ηδονικά διανοήματα και παρασκευάσματα;Διατί
λοιπόν ψυχή μου αμελείς δια το ωφελιμώτατον τούτο έργον; Διατί αδιαφορείς δι'
αυτόν τον ουράνιον πλούτον; Διατί δεν μεριμνάς δια την σωτηρίαν σου; Δεν
γνωρίζω εάν υπάρχη καλύτερος τρόπος να αισθανθή κανείς την αιωνιότητα από την
νοερά προσευχή. Δι' αυτής ο νους απλώνεται παντού και η καρδιά γεύεται αισθητά
τις καταστάσεις εις τις οποίες αναβιβάζεται δια του νοός. Δι' αυτής γίνεται
θεωρός πολλών θεωρημάτων και σιωπηλά και με πολλή ταπείνωση παρακολουθεί ότι ο
Θεός αποστέλλει εις την ψυχήν κατά την καθαρότητα αυτής. Δι' αυτής η ψυχή
αισθάνεται την παρουσία του Θεού, ζη εν Θεώ και απολαμβάνει τις δωρεές της
αισθήσεως αυτής.
Άρα η λειτουργία της ευχής, Κύριε Ιησού
Χριστέ, ελέησόν με, καλύπτει τα πάντα, και όταν αυτή λειτουργεί εις την
καρδίαν, η ψυχή δεν έχει καμίαν άλλην ανάγκην, διότι ζη εν Θεώ και αναπαύεται
εις την θεωρίαν αυτού.
Η γνησιότης των του νοός αναβάσεων προσυπογράφεται
από την πηγή των δακρύων.
Μερικές φορές η ψυχή μου κρύβει μέσα της
πολλή αγάπη και θέλω να την στείλω και δεν γνωρίζω που να την στείλω. Και τότε
την απευθύνω εις την Μανούλα μου, την Παναγία και την παρακαλώ αυτή να
παρηγορήσει όποιον υποφέρει και βασανίζεται, όποιον τον πικραίνουν οι
αυταρχικοί χαρακτήρες, όποιον φλέγουν τα πάθη.
Η αγάπη προς την Παναγία μας είναι κάτι το
πολύ τρυφερό και άγιο. Δεν μπορείς να σκεφθής την Παναγία μας και να μη
πλημμυρίσεις από συναισθήματα ιερά και άγια.
Η αγάπη προς την Παναγία μας διαπορθμεύει
την ψυχή μας εις τον μέλλοντα αιώνα, δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Είναι κάτι
που δεν εκφράζεται, αλλά σε κάνει να σκιρτάς από χαρά προς αυτή που είναι η
κιβωτός της σωτηρίας και ταμείον των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος.
Υπεραγία Θεοτόκε, βοήθει μοι
Χοϊκή χειρ, μ. Αγιορείτου
ΣΤΗ ΣΚΙΑ ΤΟΥ ΑΘΩΝΑ Ιεροδ. Χερουβείμ
Στη πύλη του Αγίου Ορους. Εχουμε περάσει
τα πρώτα μοναστήρια, ενώ στο βάθος ξεπροβάλλει επιβλητική η κορμοστασιά του
Αθωνα που Σα σπαθί μοιάζει να σχίζει τα συννεφα που περιβάλλουν τη μυτερή κορφή
του. Η θάλασσα γαλήνια, ο ήλιος λαμπερός και το αεράκι που δημιουργείται από
την κίνηση του καικιόυ όλως ευχάριστο. Δίπλα μου κάθεται ένας νεαρός από τις
ερωτήσεις που κάνει φαίνεται πως είναι το πρώτο ταξίδι στο «Περιβόλι της
Παναγιάς». Πιο δίπλα ένα γεροντάκι, ταπεινός ασκητής που επιστρέφει στη γαλήνη
του κελλιού του. Ανοίγουν διάλογο κι εγώ μη θέλοντας ακούω τη συζήτησή τους.
-Ευλογείτε, Γέροντα.
-Ο Κύριος, παιδί μου.
-Γέροντα, γιατί γυρνάτε συνέχεια το
κομποσκοίνι στα χέρια σας λέτε προσευχές.
-Το κομβοσχοίνι είναι εργαλείο των
μοναχών, αλλά και καθενός που θέλει να προσεύχεται αδιαλείπτως. Η προσευχή που
λέμε, ή αλλιώς η «Ευχή», είναι απλή και σύντομη και περιέχει το κύριο αίτημα
του ανθρώπου για τη σωτηρία. Αλλά βλέπω πως στο χέρι σου έχεις κι εσύ
κομβοσχοίνι γιατί το φοράς.
-Δεν ξέρω ...για το καλό...περάζει;
-Δεν πειράζει, όμως πρόσεξε !Πολλοί σήμερα
περνούν στο χέρι τους κομβοσχοίνι χωρίς να γνωρίζουν τι είναι και σε τι
χρησιμεύει. Το φορούν επειδή έτσι κάνουν όλοι, αποτελεί δηλαδή μόδα, κι αν
αυρίο αλλάξει αυτή η μόδα, όλοι θα τα πετάξουν. Είπαμε: είναι εργαλείο
προσευχής και κατασκευάζεται κυρίως από μοναχούς. Κάθε κόμπος του έχει επάνω
του εννιά σταυρούς και τον τρόπο πλέξεώς του τον εδίδαξε ο Αρχάγγελος Γαβριήλ
στον Οσιο Παχώμιο. Είναι θεόσδοτο όπλο και όταν χρησιμοποιείται διώχνει μακριά
το Διάβολο. Δεν έχει «μαγικές» ιδιότητες, δεν υπάρχει άλλωστε κάτι τέτοιο στην
Ορθοδοξία αλλά η Νοερά Προσευχή είναι αυτή που επιδρά ευεργετικά στον άνθρωπο.
-Τι είναι η «Νοερά Προσευχή»;
-Λέγεται και «Ευχή» είναι η μονολόγιστη
προσευχή, το «Κύριε,Ιησού Χριστέ ελεησόν με». Περιέχει, εκτός από τη συναίσθηση
της αμαρτοώτητά μας, την επίκληση και δοξολογία του Θεού Λόγου και την
παράκληση για την απελευθέρωση από τα πάθη ππου μα υποδουλώνουν και τελικά για
τη σωτηρία μας. Γι αυτό και είναι τόσο δυνατή κι όταν λέγεται αδιαλείπτως
(συνέχεια) θωρακίζει και ισχυριποιεί
πνευματικά τον άνθρωπο.
-Πως μπορώ , Γέροντα, να τη λέω κι εγώ;
-Θα κρατάς κάθε φορά έναν κόμπο και θα λές
την «ευχή» ύστερα τον επόμενο ξανά και ξανά κα σύντομα θανιώσεις μέσα σου τη
διαφορά.
-Κύριε Ιησού Χριστέ ελεησόν με... Ετσι
απλά;
-Ετσι συνέχεια από μέσα σου ρυθμικά και
ακατάπαυστα σε κάθε σου βήμα και σε κάθε σου αναπνοή.
Το καίκι έφτασε ήδη στον πολυάνθρωπο μώλο,
το μόνο μέρος του Αγίου Ορους που σπάει κάπως η ησυχία και η γαληνεμένη μόνωση
του Αθωνα. Πατήσαμε το πόδι μας στο Πριβόλι της Πναγιάς, το άγριο και ήμερο
συνάμα, το ερημικό και πολυάριθμ. Καθώς αποχωρίζομαι τους συνταξιδιώτες μου
σκέφτομαι πόσοι νέοι σήμερα κρατούν στα χέρια του αυτό το σπουδαίο εργαλείο και
πανίσχυρο όπλο και δεν γνωρίζουν πως να το χρησιμοποιήσουν, πως να πατήσουν τη
σκανδάλη...
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου